Σωτήρη Σιακαλλή ν. Cyprus Engineering Stores (Nicosia) Ltd, Αγωγή αρ. 946/19, 20/3/2025
print
Τίτλος:
Σωτήρη Σιακαλλή ν. Cyprus Engineering Stores (Nicosia) Ltd, Αγωγή αρ. 946/19, 20/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Ηλία, Ε.Δ.

Αγωγή αρ. 946/19

Μεταξύ:-

Σωτήρη Σιακαλλή

Ενάγοντα

-και-

 

Cyprus Engineering Stores (Nicosia) Ltd (HE 97896)

Εναγόμενη

 

Αίτηση, ημ. 8/11/2024

 

 

Ημερομηνία: 20 Μαρτίου 2025

Για Ενάγοντα / Καθ’ ου η Αίτηση: κα Α. Κλώνη για Ν. Ροτσίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενη / Αιτήτρια: κ. Γ. Τρίγγας για Θεόδωρος Μ. Ιωαννίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ενδιάμεση Απόφαση

 

Στις 29/10/2024 εκδόθηκε απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγομένης ως ακολούθως:

 

-       €27,000 ως γενικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο από τις 12/7/2018 μέχρι εξοφλήσεως, και

-       €8,466.86 ως ειδικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο από τις 12/7/2018 μέχρι την καταχώριση της αγωγής, μειωμένο κατά το ½, πλέον νόμιμο τόκο από την καταχώριση της αγωγής μέχρι τελικής εξόφλησης, και

-       €940 ως ειδικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο από 12/7/2019 μέχρι 19/1/2024, μειωμένο κατά το ½, πλέον νόμιμο τόκο από την 19/1/2024 μέχρι εξοφλήσεως.

 

Επιδικάστηκαν, επίσης, υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγομένης έξοδα, ο υπολογισμός και η έγκριση των οποίων εκκρεμεί.

 

(εφεξής «η Απόφαση»)

 

Με την υπό κρίση αίτηση, η Εναγόμενη / Αιτήτρια (εφεξής «η Εναγόμενη») αιτείται την αναστολή εκτέλεσης της Απόφασης μέχρι την εκδίκαση και πλήρη αποπεράτωση και έκδοση απόφασης στην έφεση που καταχώρισε εναντίον της πιο πάνω απόφασης στις 8/11/2024.

 

Η αίτηση εδράζεται μεταξύ άλλων στο α. 47, περί Δικαστηρίων Νόμου (14/60) και στις Δ.35, θ. 18-19 και Δ.40, θ. 7(b) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του [], διευθυντή και μέτοχου της Εναγομένης, στην οποία γίνεται αναφορά:

-       στην καταχωρισθείσα έφεση (Τεκμήριο 1), εκτιμώντας ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας για ανατροπή της Απόφασης,

-       στο ότι ο Ενάγων ουδεμία ζημιά θα υποστεί σε περίπτωση επιτυχίας της υπό κρίση αίτησης ενώ θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να επιστρέψει στην Εναγόμενη τα επιδικασθέντα ποσά, παραπέμποντας σε τεκμήριο που παρουσίασε ο Ενάγων κατά την ακροαματική διαδικασία (Τεκμήριο 2), και

-       στο ότι η Εναγόμενη είναι οικονομικά εύρωστη και μπορεί να καταθέσει τα επιδικασθέντα ποσά υπό μορφή τραπεζικής εγγύησης.

 

Ο Ενάγων / Καθ’ ου η Αίτηση (εφεξής «ο Ενάγων») καταχώρισε ένσταση προβάλλοντας 9 λόγους ένστασης, οι οποίοι συνοψίζονται ως ακολούθως:

-       Η έφεση δεν έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας και μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ότι είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

-       Η Εναγόμενη δεν παραθέτει οποιαδήποτε στοιχεία που να δείχνουν αφερεγγυότητα του Ενάγοντα και αδυναμία του να επιστρέψει τα χρήματα, αλλά αντίθετα είναι φερέγγυος και σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης θα είναι σε θέση να επιστρέψει το ποσό που θα λάβει από την εκτέλεση της Απόφασης. Ως εκ τούτου, η Εναγόμενη απέτυχε να καταδείξει ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη.

-       Η Εναγόμενη δεν κατέδειξε την φερεγγυότητα της και τη δυνατότητα της να καταβάλει το εξ αποφάσεως χρέος.

-       Η αίτηση είναι καταχρηστική και η Εναγόμενη επιδιώκει να κερδίσει χρόνο και να παρεμποδίσει την εκτέλεση της απόφασης, με ορατό κίνδυνο να αποξενώσει τα περιουσιακά της στοιχεία.

-       Δεν είναι δίκαιο ή εύλογο να αποστερηθούν από τον Ενάγοντα οι επιδικασθείσες αποζημιώσεις μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.

-       Η Εναγόμενη οφείλει να καταβάλει άμεσα τα έξοδα στους δικηγόρους του Ενάγοντα.

-       Δεν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομολογίας.

 

Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Ενάγοντα, στην οποία γίνεται αναφορά στους λόγους έφεσης, στην φερεγγυότητα και οικονομική του κατάσταση (Τεκμήριο Α), στους λόγους για τους οποίους η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και στα έξοδα της υπόθεσης (Τεκμήριο Β).

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των γραπτών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων, οι οποίες έχουν μελετηθεί και δεν κρίνεται σκόπιμη η λεπτομερής αναφορά σε αυτές.

 

Σημειώνω ότι εκκρεμούσης της υπό κρίση αίτησης, κατόπιν μονομερούς αίτησης της Εναγομένης, στις 20/2/2025 εκδόθηκε μονομερές διάταγμα δυνάμει του οποίου αναστάληκε η εκτέλεση της Απόφασης μέχρι την τελική εκδίκαση και αποπεράτωση της υπό κρίση αίτησης, το οποίο στις 27/2/2025 εκ συμφώνου κατέστη απόλυτο.

 

Νομική πτυχή

 

Η Δ.35, θ. 18, η οποία έτυχε εκτενούς νομολογιακής ανάλυσης, προνοεί ως ακολούθως:

 

«An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given.»

 

Προκύπτει από τη σχετική νομολογία, αλλά και από το γράμμα της ως άνω διάταξης, ότι η καταχώριση έφεσης δεν συνεπάγεται την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, εκτός εάν το Δικαστήριο κατ’ ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, η οποία ασκείται δικαστικά υπό το φως του συνόλου των περιστάσεων της κάθε υπόθεσης, διατάξει σχετικά.

 

Το Δικαστήριο καλείται, ουσιαστικά, να σταθμίσει δύο αντίρροπους παράγοντες, οι οποίοι «εξισορροπούνται με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης» (Ιωσηφάκης ν Αριστοδήμου (1990) 1 ΑΑΔ 284) (δέστε, επίσης, Demetriades Group of Companies Limited v APM Italian Type Ice-Cream Limited, Πολ. Εφ. Αρ. 372/2015, ημ. 15/2/2017, ECLI:CY:AD:2017:A47):

-       το δικαίωμα του επιτυχόντα διαδίκου να δρέψει κατά κανόνα αμέσως τους καρπούς της επιτυχίας του, διασφαλίζοντας, έτσι, το τελέσφορο της πρωτόδικης απόφασης, και

-       το δικαίωμα του μη επιτυχόντα διαδίκου να ασκήσει αποτελεσματικά το ένδικο μέσο της έφεσης για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.

 

Ως λέχθηκε στην Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 ΑΑΔ 1147, «η εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επιβάλλει τη στάθμιση κάθε γεγονότος που σχετίζεται τόσο με τις επιπτώσεις της αναστολής, όσο και τη ζωτικότητα του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης. Οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης είναι μεν παράγοντας σχετικός, αλλά οριακής σημασίας στις πλείστες περιπτώσεις. Το πλαίσιο για τη διάγνωση των δικαιωμάτων του εφεσείοντα σε συνάρτηση με την αποτίμηση των λόγων της έφεσης είναι η ακρόαση της έφεσης. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.».

 

Στην Ξενοφώντος κ.α. ν Δημητρίου, Πολ. Εφ. Αρ. 91/2020, ημ. 20/7/2021, ECLI:CY:AD:2021:A323 λέχθηκε, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία, ότι «μόνο η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων είναι δυνατό να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ του δεύτερου δικαιώματος (Κωνσταντινίδη ν. Κωμοδρόμου υπό την ιδιότητα της διαχειρίστριας της περιουσίας του Habib  Said Hissin, αποβιώσαντα, Πολιτική Έφεση αρ. 283/15, απόφαση ημερ. 23.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:A162).», ήτοι υπέρ του δικαιώματος του μη επιτυχόντα διαδίκου. Ως δε λέχθηκε στην Μάρκου κ.α. ν Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ. Εφ. Αρ. Ε50/2019, ημ. 21/12/2020, ECLI:CY:AD:2020:A444, «για να εγκριθεί αίτημα αναστολής θα πρέπει να καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να το δικαιολογούν. Επιπρόσθετα, ο αιτητής θα πρέπει να καταδείξει ότι τυχόν απόρριψη της αίτησης θα του επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη "irreparablemischief may  be done  by refusing  it" (βλ. Chester  vPowell, 1 T.L.R. 390, Aristidou  vAristidou  (1985) 1 C.L.R. 649 και Θεοφάνους κ.ά. Γεωργίου κ.ά. Π.Ε. 251/14 ημερ. 19.2.2016), ECLI:CY:AD:2016:A103.»

 

Προκύπτει διαχρονικά από τη νομολογία ότι «η ύπαρξη ανεπανόρθωτης βλάβης του αιτητή είναι δεσπόζον στοιχείο σε αιτήσεις της εξεταζόμενης φύσεως, στην προσπάθεια ακριβώς της εξισορρόπησης που επιτάσσει η νομολογία» (Κωνσταντινίδη ν Κωμοδρόμου (2016) 1 ΑΑΔ 772).

 

Ως προς τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη, στην Δημητρούδης ν Λουγκρίδη (2011) 1 ΑΑΔ 687 λέχθηκαν τα ακόλουθα: «Στην αντίστοιχη παρόμοια πρόνοια των Αγγλικών Θεσμών στο Order 59, rule 13, όπως επαναριθμήθηκε, που αντιστοιχεί με τη Δ.35, θ.18, αναγράφεται στο Annual Practice του 1970, στη σελ. 805, στα επεξηγητικά εκεί σχόλια, ότι στην πράξη η αναστολή της διαδικασίας δίνεται όπου με την απόφαση θα πρέπει να καταβληθεί ορισμένο χρηματικό ποσό, οπότε αν η έφεση επιτύχει τότε θα παραμείνει άνευ αντικειμένου αν στο μεταξύ έχει καταβληθεί το ποσό και ο ενάγων είναι είτε κάτοικος εξωτερικού, είτε είναι αφερέγγυος ή υπάρχει ένδειξη με την καταχώρηση σχετικής ένορκης δήλωσης, ότι δεν θα μπορέσει να επιστρέψει το ποσό στον εναγόμενο.».

 

Στην Demetriades Group of Companies Limited (ανωτέρω) λέχθηκαν περαιτέρω τα ακόλουθα: «Παραμένει όμως ως ουσιαστικό ερώτημα το κατά πόσο υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης αδικίας σε ένα από τους δύο διάδικους, ή ακόμη και στους δύο, στην περίπτωση έκδοσης ή μη του διατάγματος αναστολής. Όπως τέθηκε στην υπόθεση Hammond Suddard Solicitors v. Agrichem International Holdings Ltd (2001) EWCA Civ 2065, para. 22,προβάλλουν ως ερωτήματα τα οποία χρήζουν απάντησης: 

 

«...if a stay is refused what are the risks of the appeal being stifled? If a stay is granted and the appeal fails, what are the risks that the respondent will be unable to enforce the judgment? On the other hand,  if a stay is refused and the appeal succeeds, and the judgment is enforced in the meantime, what are the risks of the appellant being able to recover any monies paid from the respondent?...»».

 

Το βάρος να καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις «ώστε να ανακοπεί η φυσιολογική εξέλιξη εκτέλεσης μιας απόφασης» το έχει ο αιτητής (Μάρκου (ανωτέρω)). Ως τέθηκε στην Demetriades Group of Companies Limited (ανωτέρω), «το σχετικό βάρος για κατάδειξη ανεπανόρθωτης βλάβης εναποτίθεται στους ώμους του κάθε Αιτητή που επιζητεί αναστολή της εκτέλεσης εις βάρος του απόφασης. Όπως επίσης φέρει το βάρος να θεμελιώσει ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, προκειμένου να καταστεί δυνατό να κλίνει η πλάστιγγα υπέρ της αρχής ότι το ένδικο μέσο της έφεσης, το οποίο, όπως λέχθηκε, ασκείται δικαιωματικά, δεν πρέπει να αποστερείται της αποτελεσματικότητάς του (Χ»Ευαγγέλου ν. Dorami  Marine Ltd  and Others  (1991) 1 ΑΑΔ 172, Λίζα Λουκαϊδου Θεοφάνους (ανωτέρω), Ελενίτσα Κωνσταντινίδη (ανωτέρω)).».

 

Σύμφωνα με τα όσα λέχθηκαν στην Χαραλάμπους ν A. Panayides Contracting Ltd (2001) 1 ΑΑΔ 1978, «εφόσον κριθεί ότι η περίπτωση είναι κατάλληλη για έκδοση διαταγής για την αναστολή της εκτέλεσης, το δικαστήριο έχει καθήκον να επιλέξει  τους κατάλληλους για την περίπτωση όρους για να τεθεί σε ισχύ η διαταγή της αναστολής. Εναπόκειται επομένως στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου η επιλογή των όρων που θα τεθούν προκειμένου να επιφέρουν την εξισορρόπηση των συγκρουομένων δικαιωμάτων μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης…. Καθόσον αφορά το ζήτημα της μη συμπερίληψης στους όρους αναστολής της καταβολής των εξόδων που έχουν επιδικαστεί υπέρ του εφεσείοντα, είναι γεγονός ότι η πρακτική που ακολουθούν τα Επαρχιακά Δικαστήρια σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι ανάλογη προς ό,τι εφαρμόζεται στην Αγγλία πάνω στο ίδιο θέμα. Βλ. Annual Practice 1956, Ord. 58 r.16. Ο αποτυχών διάδικος καταβάλλει τα έξοδα που το δικαστήριο επιδίκασε εναντίον του και ο δικηγόρος που εισπράττει το ποσό, αναλαμβάνει ρητή υποχρέωση συμμόρφωσης με οποιαδήποτε οδηγία ή διαταγή του Εφετείου αναφορικά με τα έξοδα στα πλαίσια εκδίκασης της έφεσης.» (δέστε, επίσης, την αναφορά στο Annual Practice 1962 στην Παπακόκκινου ν Glykys and Araouzos (nsurances) Ltd κ.α. (1998) 1 ΑΑΔ 513).

 

Εξέταση της αίτησης

 

Όσον αφορά τις προοπτικές επιτυχίας της καταχωρισθείσας έφεσης, παράγοντας ο οποίος συνυπολογίζεται μαζί με άλλους παράγοντες για να αποφασιστεί κατά πόσο θα διαταχθεί ή όχι η αιτούμενη αναστολή, σύμφωνα με την Ειδοποίηση Εφεσείοντα, Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση, η Εναγόμενη προβάλλει 10 λόγους έφεσης σε σχέση με την ευθύνη της για το επίδικο ατύχημα. Οι πλείστοι εκ των λόγων έφεσης αφορούν σε νομικά ζητήματα και συμπεράσματα ενώ προσβάλλεται, επίσης, η αξιολόγηση και αποδοχή της εμπειρογνωμοσύνης του ΜΕ4. Λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την Ειδοποίηση Εφεσείοντα και, αφετέρου, τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του Ενάγοντα (παρ. 4) προς υποστήριξη της θέσης του ότι η έφεση δεν έχει καμιά πιθανότητα επιτυχίας, δεν θεωρώ ότι ο παράγοντας αυτός ενέχει στην υπό κρίση περίπτωση την οποιαδήποτε σπουδαιότητα και είναι οριακής σημασίας καθότι δεν πρόκειται για περίπτωση «όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος».

 

Όσον αφορά την κατ’ ισχυρισμό ανεπανόρθωτη βλάβη της Εναγόμενης σε περίπτωση που η εκτέλεση της Απόφασης δεν ανασταλεί, η θέση που προωθείται μέσω της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση είναι ότι σε περίπτωση καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους ο Ενάγων «θα είναι δύσκολο έως αδύνατο…να επιστρέψει στην Εναγόμενη τα επιδικασθέντα ποσά…» (παρ. 6), υποστηρίζοντας ότι η επικαλούμενη οικονομική δυσχέρεια του διαφαίνεται από το Τεκμήριο 2 που επισυνάπτεται. Το εν λόγω έγγραφο κατατέθηκε από τον Ενάγοντα στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας και αποτέλεσε το υπόβαθρο για την επιδίκαση προς όφελος του αποζημιώσεων για απώλεια εισοδημάτων σε σχέση με την περίοδο κατά την οποία έλαβε άδεια ασθενείας από την εργασία του εξαιτίας του τραυματισμού του συνεπεία του επίδικου ατυχήματος.

 

Κατά την κρίση μου, το εν λόγω έγγραφο και το γεγονός ότι κατά την περίοδο ασθενείας του ο Ενάγων έλαβε τον μηνιαίο μισθό του από την εργοδότρια του εταιρεία με την δέσμευση να επιστρέψει σε αυτή το σχετικό ποσό όταν η απαίτηση του εναντίον της Εναγομένης διευθετούνταν ουδόλως υποστηρίζουν τη θέση της Εναγόμενης περί οικονομικής δυσχέρειας του Ενάγοντα. Αντίθετα, από το εν λόγω έγγραφο επιβεβαιώνεται ότι ο Ενάγων εργαζόταν στην εταιρεία T. P. Aeolian Dynamics Ltd κατέχοντας τη «θέση του υπεύθυνου λειτουργίας και παραγωγής». Ως αναφέρεται στην παρ. 6 της ένορκη δήλωση του Ενάγοντα, η οποία υποστηρίζει την ένσταση, εξακολουθεί να εργάζεται στην ίδια εταιρεία και θέση έχοντας σταθερό εισόδημα. Επισύναψε, μάλιστα, ως Τεκμήριο Α, αναλυτικές καταστάσεις εισφορών και αποδοχών από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις για τα έτη 2022 και 2023 καθώς και κατάσταση για το έτος 2024 (μέχρι τον 9/2024), τα οποία επιβεβαιώνουν τα όσα αναφέρει. Παρατηρείται, μάλιστα, αύξηση στα μηνιαία εισοδήματα του. Ο Ενάγων προσέθεσε ότι δεν έχει οφειλές σε τρίτα πρόσωπα, ότι έχει και άλλες πηγές εισοδήματος (μερίσματα που λαμβάνει από κερδοφόρος εταιρείες) και ότι στα 6 χρόνια που μεσολάβησαν από το ατύχημα το συνολικό εισόδημα της οικογένειας του αυξήθηκε σημαντικά αφού πλέον εργάζεται και η σύζυγος του. Το τελευταίο σε αντιδιαστολή με την αναφορά στο έγγραφο, Τεκμήριο 2, ημερομηνίας 30/9/2018, ότι το μηνιαίο εισόδημα του Ενάγοντα αποτελούσε το μοναδικό εισόδημα της πενταμελούς οικογένειας του. Ούτε ο Ενάγων αντεξετάστηκε αλλά ούτε και τα έγγραφα που παρουσίασε προς υποστήριξη των ισχυρισμών του αμφισβητήθηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο.

 

Χρήσιμος είναι ο παραλληλισμός με την Ξενοφώντος (ανωτέρω), στην οποία η εφεσίβλητη ήταν φοιτήτρια, εργαζόταν κατά διαστήματα και βασικός της στόχος ήταν να διοριστεί ως καθηγήτρια σε Τεχνική Σχολή, «…αφού με τον τίτλο σπουδών της, που [αναμενόταν] να αποκτήσει λίαν συντόμως στην Κομμωτική, θα έχει αυτή τη δυνατότητα.». Η εφεσίβλητη προέβαλε, περαιτέρω, τη θέση ότι δεν είχε προσωπικό φοιτητικό δάνειο, ούτε άλλες οικονομικές υποχρεώσεις ή δικαστικό διάταγμα καταβολής οποιουδήποτε ποσού εναντίον της. Αφού το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι «στην Ευαγγέλου ν. Dorami  Marine Ltd (1991) 1 ΑΑΔ, 172, η δεινή οικονομική κατάσταση του εξ αποφάσεως δανειστή, κρίθηκε ότι συνιστούσε εξαιρετικές περιστάσεις, αφού αυτός θα ήταν αδύνατο να επέστρεφε το ποσό της απόφασης σε περίπτωση που η έφεση του εξ αποφάσεως οφειλέτη γινόταν δεκτή.» και ότι «στη Νεοφύτου ν. Δημητρίου (1989) 1(Ε) ΑΑΔ, 592 υπήρχε ρητή δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου από τον δικηγόρο του εξ αποφάσεως δανειστή, ότι σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης, αυτός δεν θα μπορούσε να επιστρέψει οποιοδήποτε ποσό ήθελε καταβληθεί δυνάμει του εξ αποφάσεως χρέους.», έκρινε ότι στην περίπτωση εκείνη δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο λέγοντας ότι «η Εφεσίβλητη είναι νεαρό άτομο, το οποίο μάλιστα κατά τη διάρκεια των σπουδών της εργοδοτείται και έχει εισοδήματα.  Μετά την αποπεράτωση των σπουδών της, ευελπιστεί να διοριστεί ως καθηγήτρια σε Τεχνική Σχολή.  Δεν έχει δάνεια ούτε άλλες οικονομικές υποχρεώσεις.   Με άλλα λόγια, δεν είναι ένα πρόσωπο για το οποίο κάποιος δικαιολογημένα θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι βρίσκεται σε έσχατη ένδεια ή ότι οι πιθανότητες του να εργαστεί και να έχει εισοδήματα, είναι ανύπαρκτες ή ελάχιστες

 

Πόσο μάλλον στη συγκεκριμένη περίπτωση που ο Ενάγων, στη βάση των όσων ανέφερε χωρίς να αντεξεταστεί, είναι μηχανολόγος μηχανικός, έχει σταθερή εργασία και λαμβάνει, τουλάχιστον, μηνιαίως ένα σχετικά ψηλό εισόδημα, χωρίς να έχει οφειλές σε τρίτα πρόσωπα.    

 

Στη δε Peletico Ltd v Χριστοδούλου, Πολ. Εφ. Αρ. 85/2019, ημ. 29/1/2021 κρίθηκε ότι «δεν παρατίθεται, και στην περίπτωση αυτή, οποιοδήποτε στοιχείο μαρτυρίας, από το οποίο να διαφαίνεται η ισχυρισθείσα, ως άνω, οικονομική κατάσταση του εφεσίβλητου.  Το γεγονός της απόλυσής του από την υπηρεσία των εφεσειόντων και το ότι αυτός, ακολούθως, παρέμεινε χωρίς εργασία δεν αποτελούν ικανοποιητική απόδειξη περί τούτου.  Βέβαια, σημειώνεται πως, και έτσι να είχαν τα πράγματα, ο συγκεκριμένος λόγος δε θα ήταν ικανός να εμποδίσει τον εφεσίβλητο από του να δρέψει ο ίδιος, άμεσα, τους καρπούς της επιτυχίας του, ως εκ του αποτελέσματος της πρωτόδικης διαδικασίας.».

 

Στη βάση των ως άνω νομολογιακών αρχών και λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου, δεν θεωρώ ότι η υπό κρίση περίπτωση είναι τέτοια που η Εναγόμενη μπορεί εύλογα να ανησυχεί ότι ο Ενάγων «είναι αφερέγγυος ή υπάρχει ένδειξη … ότι δεν θα μπορέσει να επιστρέψει το ποσό…» σε αυτή. Βέβαια, «η μελλοντική θετική ή αρνητική μεταβολή της οικονομικής κατάστασης ενός διαδίκου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποκλειστεί.  Ενδεχόμενο το οποίο καταδεικνύεται όχι στη θεωρία αλλά στη βάση μαρτυρίας με απτά στοιχεία και δεδομένα, που στην προκείμενη περίπτωση απουσιάζουν.» (Χριστοφόρου (ανωτέρω)). Στη βάση όλων των απτών στοιχείων και δεδομένων που τέθηκαν ενώπιον μου, δεν διαφαίνεται εύλογα ο οποιοσδήποτε κίνδυνος η Εναγόμενη να μην μπορέσει να ανακτήσει από τον Ενάγοντα τα υπέρ του επιδικασθέντα ποσά σε περίπτωση εφετειακής ανατροπής της Απόφασης. Δεν θεωρώ, δηλαδή, ότι δεν υπάρχει λογική πιθανότητα (reasonable probability) επιστροφής του ποσού από τον Ενάγοντα σε περίπτωση που η έφεση επιτύχει (Ξενοφώντος (ανωτέρω)).

 

Η Εναγόμενη ουδόλως υποστήριξε ή κατέδειξε ότι συντρέχουν οποιεσδήποτε άλλες περιστάσεις και δη εξαιρετικές ή έστω οποιοσδήποτε καλός λόγος που θα έκλινε την πλάστιγγα υπέρ της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της αναστολής εκτέλεσης της Απόφασης.

 

Δεδομένου ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την χορήγηση της αναστολής δεν τίθεται ζήτημα εγγυήσεων, εφόσον «ζήτημα εγγύησης εγείρεται μόνο εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την χορήγηση αναστολής…» (Loukos Trading Co. Ltd κ.α. ν Ρέινμποου Πλητσιηγκ και Νταιγκ Κο. Λτδ (2000) 1 ΑΑΔ 1014).

 

Κατάληξη

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα της παρούσας, όπως και τα έξοδα της αίτησης, ημ. 14/2/2025, επιδικάζονται υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγομένης, ως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, πλέον Φ.Π.Α..

 

Νοείται ότι το διάταγμα, ημερομηνίας 20/2/2025, εκπνέει.

 

(Υπ.)……………………

Κ. Ηλία, Ε.Δ.

 

Πρωτοκολλητής

Πιστό αντίγραφο


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο