
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Ηλία, Ε.Δ.
Αγωγή αρ. 1711/19
Μεταξύ:-
Αλέκα Π. Παπακόκκινου
Ενάγουσα
-και-
1. Εταιρεία Cyprus Import Corporation Ltd
2. Εταιρεία Cyprus Import Corporation Ltd ως αντιπρόσωποι και/ή εκπρόσωποι στην Κύπρο της κατασκευάστριας εταιρείας αυτοκινήτων μάρκας Mercedes Benz εταιρείας Daimler AG και/ή Daimler Chrysler AG και/ή άλλως πως καλουμένης που εδρεύει στην Γερμανία και/ή στο εξωτερικό
Εναγομένων
Αίτηση, ημερομηνίας 9/11/2021
Ημερομηνία: 7 Μαρτίου 2025
Για Ενάγουσα / Αιτήτρια: κα Α. Παπακόκκινου προσωπικά και για Αλέκα Π. Παπακόκκινου Δ.Ε.Π.Ε.
Για Εναγόμενους 1 και 2 / Καθ’ ων η Αίτηση: κ. Γ. Αμπίζας για Σταύρος Αμπίζας & Σια Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την υπό κρίση αίτηση η Ενάγουσα, συνοπτικά, αιτείται:
- Ακύρωση (set aside) και/ή διαγραφή (strike out) της Υπεράσπισης, ως καταχωρισθείσας παράνομα, εκπρόθεσμα και με υπέρμετρη καθυστέρηση
- Άνευ βλάβης των ως άνω, απόφαση ως η Έκθεση Απαίτησης λόγω παράλειψης Υπεράσπισης (default of defence)
- Άνευ βλάβης και με επιφύλαξη των ως άνω, αναστολή και/ή παράταση των προθεσμιών «…για οποιαδήποτε ενέργεια και/ή πράξη της Εναγούσης που θα έπρεπε να προβεί και θα ίσχυαν τα χρονοδιαγράμματα αν δεν συνέβαιναν τα ως άνω 1 και 2 και δεν εκκρεμούσαν οι αιτήσεις 9/7/21 και η παρούσα 9/11/21 και οι λόγοι που προβάλλονται σε αυτές και να δοθεί χρόνος μετά την έκδοση των εν λόγω Αποφάσεων, αν χρειαστεί προς οιανδήποτε ενέργεια ή πράξη της Εναγούσης».
Η αίτηση βασίζεται μεταξύ άλλων στη Δ.21, θ.1(1), 14, Δ.26, θ. 2, 6, 10, 11, Δ.19, θ. 2, Δ.30, Δ.48, θ. 1-4, 8, 9, Δ.57, θ. 2, Δ.64, θ. 1(1)(2)(3), 2, Δ.39 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της Ενάγουσας, στην οποία γίνεται αναφορά στα διαμειφθέντα στο Δικαστήριο στις 4/11/2021 και στην πληροφόρηση της κατ’ εκείνη τη μέρα για την καταχώριση της Υπεράσπισης. Εκφράζει τη θέση ότι η πλευρά των Εναγομένων «…δεν εζήτησε κανένα διάταγμα και/ή άδεια από το Δικαστήριο για να «καταχωρήσει» υπερεκπρόθεσμα μάλιστα την λεγόμενη «Υπεράσπιση» αλλά την κατεχώρησε παράνομα, αντινομολογιακά και αντίθετα με τους Δικαστικούς Θεσμούς, και είναι άκυρη, ανυπόστατη, παράνομη και υπάρχει default of defence, παράληψη Υπεράσπισης αφού ήταν και είναι υπερεκπρόθεσμη…». Ακολούθως, αναφέρεται στην αποστολή προς την ίδια της Υπεράσπισης με τηλεομοιότυπο στις 4/11/2021 και στη σχετική απαντητική επιστολή της, ίδιας ημερομηνίας (Τεκμήριο 2).
Οι Εναγόμενοι 1 και 2 καταχώρισαν ένσταση στις 11/2/2022 προβάλλοντας 10 λόγους ένστασης, οι οποίοι, ουσιαστικά, συνίστανται στο ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, στο ότι η Υπεράσπιση καταχωρήθηκε νομίμως και κανονικώς και ως εκ τούτου η αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη καθώς και στο ότι η Ενάγουσα δεν δικαιούται σε διάταγμα αναστολής και/ή παράτασης των προθεσμιών καθότι δεν προέβη στα ορθά δικονομικά μέτρα.
Η Ένσταση των Εναγομένων 1 και 2 συνοδεύεται από δύο ένορκες δηλώσεις, του [] («ΘΔ»), Οικονομικού Διευθυντή των Εναγομένων, και του [] («ΣΑ»), δικηγόρου στο γραφείο που τους εκπροσωπεί.
Ο ΘΔ στην ένορκη δήλωση του αναφέρει ότι είναι εξουσιοδοτημένος από τους Εναγόμενους 1 και 2. Διαφωνώντας με τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της Ενάγουσας, υιοθετεί τους λόγους ένστασης. Προβάλλει τη θέση ότι η Υπεράσπιση καταχωρίστηκε στις 9/7/2021 νόμιμα και κανονικά και τοποθετήθηκε στην θυρίδα της Ενάγουσας με αρ. 72 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Τεκμήριο 2).
Ο ΣΑ στην ένορκη δήλωση του αναφέρεται στα όσα διεμήφθεισαν στο Δικαστήριο στις 4/11/2021.
Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των γραπτών και προφορικών αγορεύσεων των μερών, οι οποίες έχουν μελετηθεί και δεν κρίνεται σκόπιμη η λεπτομερής αναφορά σε αυτές πέραν του αναγκαίου κατωτέρω.
Δικονομικό ιστορικό
Από τον δικαστικό φάκελο προκύπτουν τα ακόλουθα:
- Στις 5/7/2019 καταχωρίστηκε η αγωγή με ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα.
- Στις 2/9/2019 οι Εναγόμενοι 1 και 2 καταχώρισαν σημείωμα εμφάνισης.
- Στις 9/7/2021 η Ενάγουσα καταχώρισε αίτηση μεταξύ άλλων για ακύρωση και/ή διαγραφή του σημειώματος εμφάνισης, η οποία απορρίφθηκε με απόφαση, ημερομηνίας 9/4/2024. Συναφής αίτηση, ημερομηνίας 7/11/2022, μεταξύ άλλων για αντεξέταση του ενόρκως δηλούντα στην ένσταση απορρίφθηκε με απόφαση, ημερομηνίας 30/11/2023.
- Στις 9/7/2021 καταχωρίστηκε η Υπεράσπιση των Εναγομένων 1 και 2. Σημειώνω ότι το εν λόγω δικόγραφο φέρει σχετική σφραγίδα και υπογραφή Πρωτοκολλητή και ως εκ τούτου δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς την καταχώριση του κατά την πιο πάνω ημερομηνία.
- Στις 9/11/2021 καταχωρίστηκε η υπό κρίση αίτηση. Συναφής αίτηση, ημερομηνίας 9/1/2023, μεταξύ άλλων για αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων στην ένσταση απορρίφθηκε με απόφαση, ημερομηνίας 23/12/2024.
- Στις 27/12/2024 καταχωρίστηκε η Απάντηση στην Υπεράσπιση.
Εξέταση της αίτησης
Η Ενάγουσα με την αγόρευση της εγείρει ζήτημα σε σχέση με τις εμφανίσεις του κ. [] εφόσον, ως προβάλλει στη γραπτή της αγόρευση (σελ. 5), «…δεν μπορεί αυτός του [sic] να εμφανίζεται στην υπόθεση και ως δικηγόρος και μάρτυρας ήδη κατέθεσε ως μάρτυρας εξέπεσε τις [sic] ιδιότητος του δικηγόρου στην υπόθεση…». Είναι γεγονός ότι ο κ. [] εμφανίστηκε σε προηγούμενες δικασίμους, πλην όμως μαζί με τον κ. Γ. Αμπίζα και, ουσιωδώς, κατά την ακρόαση της υπό κρίση αίτησης, με την έγερση του ζητήματος αυτού κατά την προφορική αγόρευση της Ενάγουσας, ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου και αποχώρησε. Κατ’ ουσία, κατά την ακρόαση, η υπό κρίση αίτηση προωθήθηκε από τον κ. Γ. Αμπίζα.
Σύμφωνα με τη νομολογία, είναι ανεπιθύμητο οι δικηγόροι που εκπροσωπούν διάδικο να εμφανίζονται ως μάρτυρες ή ως ενόρκως δηλούντες σε δικαστική διαδικασία. Σχετικές είναι οι υποθέσεις In the matter of an application by Panicos Efthymiou (1987) 1 CLR 329, Thanos Hotels Ltd v Ιωάννου (1991) 1 ΑΑΔ 1036, Επί τοις αφορώσι την αίτηση του Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 1) (1995) 1 ΑΑΔ 356, Χριστοδούλου ν Αγαθοκλέους (1996) 1 ΑΑΔ 1203, Alexander v Alexander (2013) 1 ΑΑΔ 1093, Ζωγράφου κ.α. ν Drosoneri Farm Limited (2015) 1 ΑΑΔ 1119. Όπως, όμως, λέχθηκε στην Rybolovlev v Rybolovleva (2010) 1 ΑΑΔ 82, «…μια ένορκη δήλωση δεν αποκλείεται απλά επειδή ο ομνύων είναι δικηγόρος.». Περαιτέρω, στην Investylia Public Company Ltd v Γαβριηλίδου (2013) 1 ΑΑΔ 1202 λέχθηκε σχετικά ότι «…αναμφίβολα η νομολογία έχει κατ' επανάληψη επισημάνει το ανεπιθύμητο της πρακτικής αυτής, αλλά δεν έχει φθάσει στο σημείο της απαγόρευσης ώστε να αγνοείται ή να απορρίπτεται η ένορκη αυτή δήλωση, (Rybolovlev v. Rybolovleva (2010) 1 Α.Α.Δ. 82).».
Εν προκειμένω, ο κ. [] στην ένορκη δήλωση του, η οποία καταχωρίστηκε προς υποστήριξη της ένστασης, αναφέρεται στα όσα διεμήφθεισαν στο Δικαστήριο στις 4/11/2021. Δεν θεωρώ υπό τις περιστάσεις και δεδομένου ότι είναι ο κ. Γ. Αμπίζας που χειρίστηκε την ακρόαση της υπό κρίση αίτησης, ότι δημιουργείται οποιοδήποτε ανυπέρβλητο κώλυμα. Το ουσιώδες, σε κάθε περίπτωση, είναι αυτό που λέχθηκε στην ενδιάμεση απόφαση, ημερομηνίας 23/12/2024, ότι δηλαδή «αυθεντικός οδηγός για τα διαμειφθέντα είναι το πρακτικό του Δικαστηρίου, το οποίο υπάρχει στο δικαστικό φάκελο. Υπόμνηση της νομολογιακά καθιερωμένης αρχής «…ότι τα επίσημα πρακτικά μιας διαδικασίας, αποτελούν τη μόνη πηγή γνώσης για τα όσα έχουν λάβει χώρα ή και έχουν λεχθεί κατά την πρωτόδικη διαδικασία και «τον αυθεντικόοδηγό» για τα όσα έχουν διαδραματιστεί σε αυτή…» γίνεται στην πρόσφατη απόφαση Ερωτοκρίτου ν Κιτρομηλίδη κ.α, Πολ. Έφεση Αρ. 315/2014, ημ. 30/10/2024, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία.».
Στην ουσία της, η υπό κρίση αίτηση αφορά στην εκπρόθεσμη καταχώριση της Υπεράσπισης.
Σύμφωνα με τη Δ.21, θ. 1(1), η Υπεράσπιση θα έπρεπε να καταχωριστεί εντός 14 ημερών από την καταχώριση του σημειώματος εμφάνισης (2/9/2019), δεδομένου ότι η εν λόγω προθεσμία ουδέποτε παρατάθηκε από το Δικαστήριο. Κατά παράβαση της πιο πάνω διάταξης, η Υπεράσπιση καταχωρίστηκε πολύ αργότερα, ήτοι στις 9/7/2021. Προκύπτει, λοιπόν, αναντίλεκτα ότι η Υπεράσπιση καταχωρίστηκε εκπρόθεσμα.
Σύμφωνα με τη Δ.26, η οποία αφορά στις συνέπειες παράλειψης δικογράφου (default of pleading), η δικονομική δυνατότητα που προσφέρεται στον ενάγοντα σε περίπτωση που ο εναγόμενος παραλείπει να καταχωρίσει την υπεράσπιση του εντός της καθορισθείσας προθεσμίας είναι η έκδοση απόφασης. Εν προκειμένω, η Ενάγουσα δεν αιτήθηκε την έκδοση απόφασης, ένεκα της παράλειψης καταχώρισης Υπεράσπισης, καθ’ οιονδήποτε χρόνο πριν την καταχώριση του εν λόγω δικογράφου. Μετά την καταχώριση του σημειώματος εμφάνισης, δηλαδή μετά τις 2/9/2019, το δικονομικό διάβημα που έλαβε ήταν η καταχώριση αίτησης, ημερομηνίας 9/7/2021, μεταξύ άλλων για ακύρωση και/ή διαγραφή του σημειώματος εμφάνισης. Όταν πλέον στις 4/11/2021, στο πλαίσιο εκείνης της αίτησης, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου, έγινε αναφορά στην καταχώριση της Υπεράσπισης, η Ενάγουσα προχώρησε με την υπό κρίση αίτηση.
Σημειώνω ότι η Δ.26, θ. 13 προβλέπει ότι ο Πρωτοκολλητής «once a month or at such tines as he may be required by the Court or a Judge» θα πρέπει να θέτει ενώπιον του Δικαστηρίου λίστα με τις αγωγές στις οποίες υπάρχει παράλειψη δικογράφου και το Δικαστήριο μπορεί να δώσει οδηγίες στον Πρωτοκολλητή να ειδοποιήσει τον διάδικο που παραλείπει να καταχωρίσει το δικόγραφο του ζητώντας του να το καταχωρίσει και παραδώσει μέσα σε 14 μέρες από την ειδοποίηση. Σε περίπτωση που παραλείψει, το Δικαστήριο δύναται, ως μπορεί να κριθεί δέον υπό τις περιστάσεις («as may seem fit in the circumstances of the case»), να απορρίψει την αγωγή ή να εκδώσει απόφαση, ανάλογα με την περίπτωση. Η εν λόγω διαδικασία δεν ακολουθήθηκε στην παρούσα υπόθεση.
Η Ενάγουσα παραπέμπει στην Μαρσέλ κ.α. ν Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 ΑΑΔ 1858, όπου λέχθηκαν συναφώς τα ακόλουθα:
«Σε δικονομική πτυχή της υπόθεσης αναφέρεται ακόμα ένας λόγος έφεσης, που επικαλέσθηκε, και πάλι διαζευκτικά, το πρωτόδικο Δικαστήριο. Με το λόγο αυτό προσβάλλεται το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «Υπάρχει ακόμη ένα δικονομικό πρόβλημα που εντοπίστηκε από το Δικαστήριο στο στάδιο της μελέτης για σκοπούς έκδοσης της απόφασης και αφορά το σημείο ότι το Ανώτατο Δικαστήριο καθόρισε προθεσμία 14 ημερών για καταχώρηση της υπεράσπισης και αυτό έγινε στις 18.9.97, το οποίο σημαίνει ότι η υπεράσπιση έπρεπε να είχε καταχωρηθεί το αργότερο μέχρι και τις 2.10.97. Καταχωρήθηκε όμως εκπρόθεσμα στις 6.10.97 χωρίς να προηγηθεί αίτηση για παράταση της χρονικής προθεσμίας. Επομένως η ίδια η έκθεση υπεράσπισης στην ουσία δεν υφίσταται και συνεπώς κι από αυτή την άποψη δικονομικά δεν υπάρχει τίποτε που να αντιστρατεύει τους ισχυρισμούς των εναγόντων.».
Και αυτός ο λόγος ευσταθεί. Η Δ.21 θ.1 είναι αντίστοιχη με την Αγγλική Δ.21 θ.6, με την επιπρόσθετη πρόνοια, στην Αγγλική Διάταξη, ότι η προθεσμία παράδοσης της υπεράσπισης μπορεί να παραταθεί και με την έγγραφη συγκατάθεση των διαδίκων. Στη σελίδα 377 του Annual Practice του 1956 γίνεται παραπομπή στη σελίδα 446 όπου, κάτω από την Αγγλική Δ.27 θ.11, αναφέρονται τα εξής:
«Defence Delivered after Default. - A defence delivered after the proper time cannot be disregarded, even though it is not delivered until after the plaintiff has served notice of motion for judgment under this Rule (Gill v. Woodfin, 25 Ch. D. 707, C.A.). In such a case the Court will have regard to the contents of the defence delivered out of time, and deal with the case in such a manner that justice can be done (Gibbings v. Strong, 26 Ch. D. 66, C.A.; Montagu v. Land Corporation, etc., 56 L.T. 730).»
Σε μετάφραση:
«Υπεράσπιση που Παραδόθηκε μετά από Παράλειψη. - Υπεράσπιση που παραδόθηκε μετά τον πρέποντα χρόνο δεν μπορεί να αγνοηθεί έστω και αν παραδόθηκε μετά που ο ενάγων επέδωσε ειδοποίηση για απόφαση σύμφωνα με τον παρόντα θεσμό. (Gill v. Woodfin, 25 Ch. D. 707, C.A.). Σε τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη το περιεχόμενο της υπεράσπισης που παραδόθηκε εκπρόθεσμα και να χειρισθεί την υπόθεση κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να απονεμηθεί δικαιοσύνη. (Gibbings v. Strong, 26 Ch. D. 66, C.A.; Montagu v. Land Corporation, etc., 56 L.T. 730).»».
Προκύπτει, δηλαδή, από την πιο πάνω απόφαση ότι ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε την εκπρόθεσμη υπεράσπιση στην ουσία ως μη υφιστάμενη, το Ανώτατο Δικαστήριο, κρίνοντας τον σχετικό λόγο έφεσης βάσιμο, παρέπεμψε στο πιο πάνω απόσπασμα του Annual Practice σύμφωνα με το οποίο, παρά την εκπρόθεσμη καταχώριση της, η υπεράσπιση δεν μπορεί να αγνοηθεί και το Δικαστήριο θα πρέπει να χειριστεί την υπόθεση «in such a manner that justice can be done». Αναφέρεται, επίσης, πώς ακόμα και σε περίπτωση που η υπεράσπιση καταχωριστεί μετά την καταχώριση αιτήματος για απόφαση, ως η Δ.26 προβλέπει (δέστε πιο πάνω), η υπεράσπιση δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Στη βάση των πιο πάνω αρχών και δικονομικών διατάξεων, αυτό που κατά την κρίση μου προκύπτει είναι ότι σε περίπτωση μη καταχώρισης του δικογράφου της υπεράσπισης εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το δικονομικό δικαίωμα που έχει ο ενάγων είναι να αιτηθεί την έκδοση απόφασης. Στην περίπτωση δε που καταχωριστεί υπεράσπιση, εκπρόθεσμα μεν, πλην όμως πριν την έκδοση απόφασης, η εκπρόθεσμη υπεράσπιση δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Τούτο προβλέπεται και στους Νέους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Σχετικό είναι το Μέρος 13, σύμφωνα με το οποίο (κ. 13.1(1)) η παράλειψη καταχώρισης υπεράσπισης καλύπτει τόσο την περίοδο πριν από τη λήξη της σχετικής προθεσμίας όσο και την περίοδο πριν την έκδοση απόφασης. Σύμφωνα με το σύγγραμμα Zuckerman on Civil Procedure: Principles of Practice, Sweet & Maxwell, 4η εκδ., παρ. 9.13, σελ. 400, η αντίστοιχη αγγλική διάταξη είχε τροποποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση από τις 6/4/2020 («From 6 April 2020, however, CPR 12.3 states that default judgement may only be entered where the defendant has not filed an acknowledgement of service or has not filed a defence and the relevant period for doing so has expired, and it still has not done so “at the time default judgment is entered”.»). Σχολιάζεται δε ότι τυχόν καθυστέρηση στην έκδοση απόφασης «…will considerably increase the scope for the defendant to file a late acknowledgment of service or defence, thus defeating the claimant’s application.».
Πέραν των πιο πάνω, εκκρεμούσης της υπό κρίση αίτησης, η Ενάγουσα καταχώρισε Απάντηση στην Υπεράσπιση. Επικαλέστηκε, προς τούτο, την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 23/12/2024, λέγοντας κατά την προφορική της αγόρευση τα ακόλουθα: «Στην τελευταία απόφαση αναφερθήκατε στην λεγόμενη Υπεράσπιση και είπατε ό,τι είπατε και διαφωνώ. Πλην όμως άνευ βλάβης ήμουν αναγκασμένη να δώσω απάντηση για να συμμορφωθώ με την απόφαση παρ’ όλες τις επιφυλάξεις μου. Και άνευ βλάβης των δικαιωμάτων μου καταχώρησα Απάντηση, εμπρόθεσμη. Και καλώ τον αντίδικο που λέει ότι είναι εκπρόθεσμη.». Ουδέν στην εν λόγω ενδιάμεση απόφαση υποστηρίζει τα όσα η Ενάγουσα προβάλλει. Στην ενδιάμεση απόφαση, ημερομηνίας 23/12/2024, το Δικαστήριο δεν αναφέρθηκε σε οτιδήποτε επί τη βάση του οποίου εύλογα θα μπορούσε η Ενάγουσα να θεωρήσει ότι θα έπρεπε να καταχωρίσει Απάντηση «για να συμμορφωθ[εί] με την απόφαση». Περαιτέρω, δεν νοείται η καταχώριση δικογράφου με επιφύλαξη δικαιωμάτων. Η Ενάγουσα επέλεξε εκκρεμούσης της υπό κρίση αίτησης να καταχωρίσει Απάντηση στα όσα οι Εναγόμενοι προέβαλαν με την Υπεράσπιση τους και αυτό είναι δεδομένο. Η καταχώριση Απάντησης από μέρους της Ενάγουσας την εμποδίζει από το να ζητά την διαγραφή της Υπεράσπισης και, συνακόλουθα την έκδοση απόφασης. Δεν μπορεί, δηλαδή, από τη μια η Ενάγουσα να ζητά την έκδοση απόφασης, αίτημα που σε περίπτωση που ήθελε γίνει δεκτό θα αποπεράτωνε την αγωγή, και από την άλλη να καταχωρεί Απάντηση στην Υπεράσπιση, η οποία αποβλέπει στην εκδίκαση της υπόθεσης με ακροαματική διαδικασία. Επίσης, δεν μπορεί, η Ενάγουσα να θεωρεί την Υπεράσπιση παράτυπη και να ζητά την διαγραφή της και την ίδια στιγμή να απαντά σε αυτή.
Σε κάθε περίπτωση, ουδόλως έχει βάσιμα στοιχειοθετηθεί και δεν θεωρώ ότι η Ενάγουσα υπέστη ή θα υποστεί οποιαδήποτε αδικία από το γεγονός της μη εμπρόθεσμης καταχώρισης της Υπεράσπισης. Προς τούτο, λαμβάνω ιδιαίτερα υπόψη το ότι, ως έχει λεχθεί και πιο πάνω, η ίδια η Ενάγουσα δεν έλαβε οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα πριν τις 9/7/2021, ενώ, ως η ίδια ανέφερε, θεωρούσε μέχρι τις 4/11/2021 ότι η Υπεράσπιση δεν είχε καταχωριστεί.
Στη βάση, λοιπόν, των πιο πάνω, κρίνω ότι η καταχωρισθείσα Υπεράσπιση δεν μπορεί ούτε να παραμεριστεί ούτε να διαγραφεί και θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εκδίκαση της υπόθεσης. Δίδεται, συνεπώς, άδεια στους Εναγόμενους 1 και 2 να υπερασπιστούν την αγωγή με την ήδη καταχωρισθείσα Υπεράσπιση. Το δε αίτημα της Ενάγουσας για έκδοση απόφασης απορρίπτεται, σημειώνοντας ότι εν πάση περιπτώσει ουδόλως προσφέρθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία προς απόδειξη της υπόθεσης της.
Εφόσον με την υπό κρίση αίτηση αμφισβητούνταν η νομότυπη καταχώριση της Υπεράσπισης, θα έκρινα και ορθό και δίκαιο όπως παρατεινόταν ο χρόνος για καταχώριση της Απάντησης μετά την έκδοση της απόφασης αυτής. Εφόσον, όμως, η Ενάγουσα καταχώρισε ήδη την Απάντηση της, κρίνω ορθό και δίκαιο όπως ο χρόνος καταχώρισης της Απάντησης παραταθεί μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης της και ωσαύτως παρατείνεται ώστε να καθίσταται εμπρόθεσμη. Δίδεται, επίσης, παράταση για καταχώριση κλήσης οδηγιών σύμφωνα με τη Δ.30 για περίοδο 90 ημερών από σήμερα.
Υπό τις περιστάσεις, κρίνω ότι η πιο δίκαιη διαταγή για έξοδα είναι όπως η κάθε πλευρά επωμιστεί τα δικά της έξοδα και εκδίδω ανάλογη διαταγή.
(Υπ.)……………………………
Κ. Ηλία, Ε.Δ.
Πρωτοκολλητής
Πιστό αντίγραφο
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο