
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αίτησης-Έφεσης: 120/22 (iJustice)
Αναφορικά με τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο του 1965 μέχρι (αρ. 10) του 2015 και τροποποιητικό Νόμο αρ. 10/15 (Ν.139(Ι)/15), άρθρα 44ΙΘ, 44Κ, 44ΚΒ και 44ΚΓ
- και –
Αναφορικά με τον περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο, Κεφ. 224, άρθρο 80
- και -
Μεταξύ:
Astrobank Public Company Limited
Αιτήτρια-Εφεσείουσα
- και -
1. Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός Λευκωσίας του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος του Υπουργείου Εσωτερικών
2. Yiannis Mamas (Blue Dreams) Ltd
3. Γεώργιος Στ. Ανδρέα
4. Χρίστος Β. Χαρτούπαλλος
Καθ’ ων η αίτηση-Εφεσίβλητοι
----------------------------------
Ημερομηνία: 3 Απριλίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για αιτήτρια-εφεσείουσα: κα Γ. Ζαχαρίου
Για καθ’ ου η αίτηση-εφεσίβλητο 1: κα Π. Χαραλάμπους
Για καθ’ ης η αίτηση-εφεσίβλητη 2: κ. Ι. Ροκόπος
Για καθ’ ων η αίτηση-εφεσίβλητους 3 και 4: κ. Ζ. Ζαχαρίου
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στο πλαίσιο της Αίτησης Εγκλωβισμένου Αγοραστή ΑΕΑ 912/15, ο Διευθυντής του Κτηματολογίου αποφάσισε να μεταβιβάσει το επίδικο ακίνητο στους καθ’ ων η αίτηση 3 και 4. Το ακίνητο βαρύνετο με εμπράγματα βάρη προς όφελος της αιτήτριας.
Η αιτήτρια, με την παρούσα αίτηση-έφεση, ζητούσε Διάταγμα με το οποίο να ακυρώνεται η απόφαση του Διευθυντή (αιτητικά Α και Β). Ζητούσε, επίσης, Διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται ο Διευθυντής να διαγράψει, απορρίψει και παραμερίσει «τη διαδικασία ΑΕΑ 912/15» (αιτητικό Γ). Οι καθ’ ων η αίτηση ενίσταντο.
Στο μεσοδιάστημα εκδόθηκε η Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ v. Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας Πάφου κ.ά., Πολιτική Έφεση 285/18, ημερ. 20.6.24. Εκεί, τα άρθρα 44ΙΗ-44ΚΒ, Ν.9/65, όπως αυτά προστέθηκαν με τον τροποποιητικό Ν.139(Ι)/15, τα οποία προνοούν για την έκδοση τίτλου ιδιοκτησίας με την απάλειψη εμπράγματων βαρών, κρίθηκαν αντισυνταγματικά.
Η καθ’ ης η αίτηση 1 δήλωσε ότι, λόγω της έκδοσης της απόφασης του Εφετείου και «εν αναμονή των εξελίξεων για τροποποίηση των επίδικων άρθρων του Ν.9/65», δεν προτίθεται να υποστηρίξει τη νομιμότητα της απόφασης του Διευθυντή. Η αιτήτρια και οι καθ’ ων η αίτηση 2-4 συμφώνησαν όπως η απόφαση του Διευθυντή κηρυχθεί άκυρη, παράνομη και χωρίς έννομο αποτέλεσμα (αιτητικά Α και Β) και εκδόθηκαν τα σχετικά Διατάγματα.
Ό,τι παρέμεινε προς εξέταση είναι το αιτητικό Γ:
«Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάζεται ο Διευθυντής του Κτηματολογίου προσωπικά και/ή μέσω υπαλλήλων και/ή αντιπροσώπων του να διαγράψει και/ή απορρίψει και/ή παραμερίσει τη διαδικασία ΑΕΑ.»
Η αιτήτρια επικαλείται τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου και εισηγείται ότι, επειδή η νομοθεσία κρίθηκε αντισυνταγματική, η αίτηση ΑΕΑ πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο. Διερωτάται κατά πόσον είναι λογικό να παραμείνει σε εκκρεμότητα η αίτηση ΑΕΑ για να τύχει, ενδεχομένως, επανεξέτασης στο μέλλον.
Αντίθετα, ο καθ’ ου η αίτηση 1 εισηγείται ότι η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να ζητά την απόρριψη της αίτησης ΑΕΑ. Υποστηρίζει ότι ο Διευθυντής, μετά την ακύρωση της απόφασής του, οφείλει να επανεξετάσει την αίτηση. Αν η αίτηση ΑΕΑ διαγραφεί, δεν θα μπορεί να το πράξει. Ομοίως, οι καθ’ ων η αίτηση 2, 3 και 4 εισηγούνται ότι το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να διαγράψει την αίτηση ΑΕΔ.
Έλαβα υπόψη μου όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου, έστω κι αν δεν γίνεται αναφορά στην απόφαση.
Η αίτηση-έφεση στηρίζεται στο άρθρο 80, Κεφ. 224.
Οι αρχές είναι γνωστές (Χατζηγαβριήλ v. Astrobank Public Company Limited κ.ά., Πολιτική Έφεση 311/19, ημερ. 28.6.24, Ιωάννου v. Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, Πολιτική Έφεση 64/18, ημερ. 28.2.24). Εφαρμόζονται οι ίδιες αρχές που εφαρμόζονται στο διοικητικό δίκαιο, με τη διαφορά ότι το Δικαστήριο μπορεί να αντικαταστήσει την κρίση του Διευθυντή με τη δική του.
Το άρθρο 80 προνοεί ότι «κάθε πρόσωπο το οποίο έχει παράπονο κατά οποιασδήποτε διαταγής, ειδοποίησης ή απόφασης του Διευθυντή» μπορεί να υποβάλει έφεση και το Δικαστήριο δύναται «να εκδώσει επί αυτής τέτοιο διάταγμα ως ήθελε είναι δίκαιο». Το λεκτικό είναι σαφές. Το Δικαστήριο εξετάζει την προσβαλλόμενη απόφαση και εκδίδει «επί αυτής» όποιο Διάταγμα κρίνει δίκαιο.
Προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου ότι το Δικαστήριο έχει εξουσία να αναθεωρήσει (επικυρώσει, τροποποιήσει ή ακυρώσει) την απόφαση του Διευθυντή. Δεν προκύπτει από το λεκτικό του ότι το Δικαστήριο έχει εξουσία να απορρίψει τη διαδικασία ενώπιον του Διευθυντή, ως εισηγείται η αιτήτρια. Ένας νόμος δεν μπορεί να διευρυνθεί ερμηνευτικά ώστε να προβλέψει για κάτι για το οποίο δεν έχει γίνει πρόνοια (Κρονίδης v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 669).
Η αιτήτρια επικαλείται τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. Με κάθε σεβασμό, οι συμφυείς εξουσίες δεν προσδίδουν δικαιοδοσία στο Δικαστήριο, εκεί όπου τέτοια δικαιοδοσία δεν υπάρχει. Στη Χαραλαμπίδης v. Μελωδία (1997) 1 Α.Α.Δ. 724 τονίστηκε ότι «οι εγγενείς εξουσίες του Δικαστηρίου, τις οποίες επικαλείται ο αιτητής, δεν διευρύνουν τη δικαιοδοσία ή τις εξουσίες του Δικαστηρίου, ούτε έχουν ως λόγο την επέκτασή τους. Οι σύμφυτες εξουσίες του Δικαστηρίου είναι εκείνες που εξυπακούονται από τη φύση της λειτουργίας του - Δικαστήριο της δικαιοσύνης - χάριν της αποτελεσματικής άσκησης των δικαιοδοσιών του…».
Το αιτητικό Γ απορρίπτεται.
Κάθε πλευρά να επωμιστεί τα έξοδά της, ως έχει συμφωνηθεί.
(Υπ.) ……………………..
Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, A.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο