
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.
Αγωγή Αρ.: 2045/23
Μεταξύ:
TECH 2 TECH DISTRIBUTORS LTD
Ενάγουσα
και
SBS SPA
Εναγόμενη
-----------------------------------------------------
Αίτηση ημερομ. 19/01/2024 για παραμερισμό της άδειας
σφράγισης και επίδοσης της αγωγής
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 19 Μαρτίου, 2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Αιτήτρια - Εναγόμενη: κα Παπαγιάννη, για Δρ. Κ. Χρυσοστομίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.
Για Καθ’ ης η Αίτηση - Ενάγουσα: κα Χριστοδούλου, για Ηρακλής Ν. Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η Αιτήτρια - Εναγόμενη με την αίτησή της ζητά την έκδοση διατάγματος με το οποίο να παραμερίζεται ή και να απορρίπτεται ή και να διαγράφεται η Γενική Αίτηση 394/23 ημερομ. 01/08/2023, η οποία αφορά την παραχώρηση άδειας σφράγισης και καταχώρισης του Γενικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος της αγωγής, την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας του Κλητηρίου Εντάλματος της αγωγής, καθώς και την υποκατάστατη επίδοσή του στην Εναγόμενη Εταιρεία. Ζητείται επίσης διάταγμα με το οποίο να παραμερίζεται ή και να απορρίπτεται ή και να διαγράφεται το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομ. 07/08/2023 με το οποίο δόθηκε η άδεια στην Ενάγουσα για την σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος και για την επίδοσή του εκτός δικαιοδοσίας λόγω μη αποκάλυψης και ή μη στοιχειοθέτησης καλής συζητήσιμης και ή εύλογης αιτίας αγωγής εναντίον της Εναγόμενης και ή λόγω παράλειψης και ή παρατυπίας. Παράλληλα, ζητείται διάταγμα με το οποίο να παραμερίζεται ή και να ακυρώνεται ή και να διαγράφεται η σφράγιση και ή καταχώρηση του Γενικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος, καθώς και οποιαδήποτε διαβήματα λήφθηκαν σε σχέση με την συγκεκριμένη αγωγή.
Διαζευκτικά, ζητείται διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παραμερίζονται ή και να απορρίπτονται ή και να ακυρώνονται ή και να διαγράφονται η ενδιάμεση μονομερής αίτηση ημερομ. 01/09/2023 για την παραχώρηση άδειας υποκατάστατης επίδοσης, το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα ημερομ. 15/09/2022 σύμφωνα με το οποίο παραχωρήθηκε η συγκεκριμένη άδεια, καθώς και η ίδια η υποκατάστατη επίδοση στην Εναγόμενη μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 19/09/2023 και με DHL στις 17/10/2023.
Νομική βάση για την αίτηση αποτέλεσαν οι Δ.2 θ.θ. 1-3, Δ.5 θ.θ.1, 2, 9 & 10, Δ.5Α, Δ.6 θ.θ. 1, 2, 4 - 7, Δ.16 θ.θ. 1- 7 και 9, Δ.27 θ.3, Δ.39, Δ.48 θ.θ. 1 - 3, 8(1)(α1) και (f), 8(4), 9, 11 - 13, Δ.64 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, τα άρθρα 3 και 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, το άρθρο 21 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα άρθρα 4 και 7 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1215/2012 για τη Διεθνή Δικαιοδοσία, την Αναγνώριση και την Εκτέλεση αποφάσεων σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις, στον Κανονισμό (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2020 περί Επιδόσεως και Κοινοποιήσεως στα Κράτη Μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, στο άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι), στις γενικές και/ή συμφυείς εξουσίες και/ή στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και τη σχετική επί του θέματος Νομολογία.
Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης παρατέθηκαν σε ένορκη δήλωση του Ιωάννη Ιωάννου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Εναγόμενη-Αιτήτρια. Δηλώνει ότι προβαίνει ο ίδιος στην κατάρτιση της ένορκης δήλωσης λόγω του γεγονότος ότι η Εναγόμενη είναι αλλοδαπή εταιρεία με έδρα την Ιταλία και ήταν αδύνατο για οποιονδήποτε αξιωματούχο της να μεταβεί στην Κύπρο για να ορκιστεί σε σχέση με τα γεγονότα της υπόθεσης. Είναι η θέση του ότι την 01/08/2023 η Ενάγουσα καταχώρισε τη Γενική Αίτηση 394/23 η οποία συνοδευόταν από ένορκη δήλωση του Δημήτρη Ανδρέου και από το προσχέδιο του κλητηρίου εντάλματος. Στις 07/08/2023 παρασχέθηκε άδεια για σφράγιση του Γενικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος της αγωγής. Όπως προκύπτει από το αιτητικό της Γενικής Αίτησης, η Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση είχε ζητήσει ταυτόχρονα την άδεια του Δικαστηρίου για τη σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος και για την επίδοσή του εκτός δικαιοδοσίας, καθώς και την υποκατάστατη επίδοσή του. Κατά τη δική του άποψη το συγκεκριμένο σφάλμα είναι θεμελιώδες και ουσιαστικής φύσεως αφού η Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση επιδίωξε τη λήψη της αναγκαίας άδειας σφράγισης του κλητηρίου εντάλματος και ταυτόχρονα αιτήθηκε άδεια του Δικαστηρίου να επιδώσει εκτός δικαιοδοσίας ή υποκατάστατα μια ανύπαρκτη, κατά τον επίδικο χρόνο, αγωγή. Λόγω της ιδιότητας του ως δικηγόρος γνωρίζει ότι ένας ενάγοντας που επιθυμεί να προωθήσει κάποιο αγώγιμο δικαίωμα εναντίον αλλοδαπού εναγόμενου που διαμένει στο εξωτερικό οφείλει πρώτα να εξασφαλίσει από το Δικαστήριο άδεια για σφράγιση και καταχώριση του κλητηρίου εντάλματος. Ισχυρίζεται ότι κατά τον χρόνο που καταχωρείται η γενική αίτηση, με την οποία ζητείται η σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής, δεν υπάρχει οποιαδήποτε αγωγή εναντίον εναγόμενου μέχρι να εξασφαλιστεί η συγκεκριμένη άδεια, οπόταν δεν μπορεί να ζητηθεί και εξασφαλιστεί ταυτόχρονα άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας και υποκατάστατης επίδοσης της αγωγής. Η αγωγή θεωρείται ότι έχει, νομικά και δικονομικά, εγερθεί μετά την έκδοση της διαταγής του Δικαστηρίου που επιτρέπει τη σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος και συνεπακόλουθα την καταχώρησή του.
Είναι περαιτέρω η θέση του ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα λανθασμένα και καταχρηστικά ζήτησε και έλαβε εκ των προτέρων την άδεια του Δικαστηρίου για να επιδώσει εκτός δικαιοδοσίας το κλητήριο ένταλμα αγωγής, το οποίο δεν υφίστατο κατά τον επίδικο χρόνο λόγω του ότι η αγωγή δεν είχε εγερθεί νόμιμα. Το συγκεκριμένο γεγονός συνιστά μια ουσιώδη και μη θεραπεύσιμη παρατυπία. Το εκδοθέν διάταγμα ημερομ. 07/08/2023, το οποίο επέτρεψε την σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής και την επίδοσή του εκτός δικαιοδοσίας είναι παράτυπο και ελλαττωματικό και θα πρέπει να ακυρωθεί στην ολότητά του ή τουλάχιστον στο βαθμό που αφορά την παροχή άδειας επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας. Η συγκεκριμένη αίτηση πάσχει και για το λόγο ότι δεν καταδείχθηκε η ύπαρξη εκ πρώτης όψεως καλής συζητήσιμης υπόθεσης εναντίον της Αιτήτριας - Εναγόμενης για παράβαση σύμβασης στη βάση του εφαρμοστέου δικαίου, ήτοι του Ιταλικού δικαίου. Δεν εξηγήθηκε, είναι η θέση του Ομνύοντα, από την Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα γιατί, κατά την κρίση της, το εφαρμοστέο δίκαιο είναι το Κυπριακό και όχι το Ιταλικό. Η ίδια η Συμφωνία Αποκλειστικής Διανομής καταγράφει ότι το εφαρμοστέο δίκαιο για την γραπτή συμβατική σχέση μεταξύ των μερών είναι το Ιταλικό, γεγονός που είναι παραδεκτό από την Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα. Μετά τη λήξη της συγκεκριμένης Συμφωνίας Αποκλειστικής Διανομής ημερομ. 04/11/2013, τα μέρη συνέχισαν αυτόματα, απρόσκοπτα και χωρίς οποιαδήποτε διακοπή την αποκλειστική εμπορική τους συνεργασία όπως προηγουμένως, ήτοι ωσάν να είχαν ανανεώσει σιωπηρά την γραπτή συμβατική τους σχέση χωρίς διακοπή από το 2013 μέχρι το 2023 και χωρίς επαναδιαπραγμάτευση ή τροποποίηση οποιουδήποτε όρου της μεταξύ τους συνεργασίας. Δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε νομική γνωμάτευση αναφορικά με τους λόγους που η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα πιστεύει ότι το Ιταλικό δίκαιο έπαψε να είναι το εφαρμοστέο δίκαιο της μετέπειτα συμβατικής συνεργασίας των μερών. Υποστηρίζει, ο Ομνύοντας, ότι η Καθ’ ης η αίτηση - Ενάγουσα όφειλε να εξηγήσει τους λόγους που κατά τη δική της άποψη εφαρμόζεται το Κυπριακό δίκαιο. Σύμφωνα με το Άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι), η επιλογή των μερών για το εφαρμοστέο δίκαιο που διέπει την μεταξύ τους Σύμβαση είναι δεσμευτική. Στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει ρητή επιλογή, τότε μπορεί να εξαχθεί από την προηγούμενη συνεργασία των συναλλαγών μεταξύ των ίδιων μερών. Κατά την δική του άποψη, η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα όφειλε να εξηγήσει γιατί ο μοναδικός όρος που κατ΄ ισχυρισμό της έπαψε να ισχύει, στη μεταξύ των μερών συμβατική συνεργασία, ήταν η εφαρμογή του Ιταλικού δικαίου.
Ισχυρίζεται ότι ήταν απαραίτητο όπως η Γενική Αίτηση 394/2023, η οποία καταχωρήθηκε μονομερώς, υποστηρίζεται από δέουσα και επαρκή μαρτυρία στη μορφή της νομικής γνωμάτευσης που να καταδεικνύει εκ πρώτης όψεως την ύπαρξη καλής αιτίας αγωγής στη βάση του σωστού νομικού πλαισίου και του εφαρμοστέου δικαίου. Εισηγείται ότι κατ΄ εφαρμογή της νομοθεσίας και της νομολογίας το Δικαστήριο θα πρέπει να παραμερίσει την ίδια την Γενική Αίτηση, καθώς και το διάταγμα σφράγισης ημερ. 07/08/2023, λόγω του ότι δεν αποκάλυψε εκ πρώτης όψεως καλό αγώγιμο δικαίωμα ή βάση ή αιτία αγωγής εναντίον της Αιτήτριας - Εναγόμενης και εξασφαλίστηκε στη βάση νομικής και πραγματικής πλάνης.
Προωθείται, από τον Ομνύοντα, η θέση ότι πάσχει και η αίτηση ημερ. 01/09/2023 για υποκατάστατη επίδοση, γιατί ζητήθηκε η υποκατάστατη επίδοση των σχετικών εγγράφων χωρίς να έχει εξασφαλιστεί προηγουμένως η άδεια του Δικαστηρίου για την κανονική ή και νενομισμένη επίδοση εκτός δικαιοδοσίας των δικαστικών εγγράφων. Αυτό, κατά τον Ομνύοντα, είναι εξαιρετικά σοβαρή και ουσιώδης παράλειψη καθότι το Κυπριακό Δικαστήριο πρέπει πρώτα να προβεί σε διαπίστωση της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως καλής αιτίας αγωγής κατά αλλοδαπού εναγόμενου και ακολούθως να παραχωρήσει άδεια και να διατάξει την επίδοση των εγγράφων της αγωγής εκτός δικαιοδοσίας. Κατά την δική του άποψη, η λήψη άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας προηγείται δικονομικά και διαδικαστικά της παροχής οποιασδήποτε επιπρόσθετης άδειας για υποκατάστατη επίδοση. Υποστηρίζει ότι δεν προσφέρθηκε μαρτυρία με την οποία να εξηγείται γιατί η κανονική, δηλαδή η νενομισμένη επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, δεν ήταν πρακτικά δυνατή ή πρόσφορη υπό τις περιστάσεις. Η αίτηση περιορίστηκε στο να αναφέρει γενικά και αόριστα ότι τα έγγραφα θα επιδίδονταν χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση με τον συγκεκριμένο τρόπο, χωρίς όμως να τεκμηριωθεί ή επεξηγηθεί η αναγκαιότητα της υποκατάστατης επίδοσης. Ως εκ τούτου, παράτυπα και παράνομα εξασφαλίστηκε από την Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα το διάταγμα ημερ. 15/09/2023, αφού δεν ικανοποίησε τις σχετικές δικονομικές και νομολογιακές πρόνοιες και επιταγές για την παροχή άδειας για υποκατάστατη επίδοση δικαστικών εγγράφων.
Καταγράφει γιατί, κατά την άποψή του, πάσχει η αίτηση για υποκατάστατη επίδοση. Συγκεκριμένα, καταγράφει, ότι λανθασμένα, παράτυπα και αντικανονικά η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα αιτήθηκε την επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος αντί της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος της αγωγής ως όφειλε, ότι δεν αιτήθηκε την υποκατάστατη επίδοση και της ίδιας της αίτησης για υποκατάστατη επίδοση ημερ.01/09/2023, ότι η αίτηση για υποκατάστατη επίδοση βασίστηκε στον Ε.Κ.1393/2007 ο οποίος δεν βρίσκεται σε ισχύ, ότι η αίτηση για υποκατάστατη επίδοση λανθασμένα βασίζεται στη Σύμβαση της Χάγης του 1965 γιατί αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι λανθασμένα καταγράφεται στον τίτλο της αίτησης για υποκατάστατη επίδοση ότι καταχωρίστηκε στα πλαίσια της «Γεν. Αιτ. 2045/2023».
Είναι η θέση του Ομνύοντα ότι η διενεργηθείσα υποκατάστατη επίδοση των σχετικών εγγράφων είναι λανθασμένη και για τον λόγο ότι επιδόθηκαν στην Αιτήτρια - Εναγόμενη τα έγγραφα μεταφρασμένα στα Αγγλικά αντί στα Ιταλικά, η οποία δεν αποτελεί την επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο διατηρεί το εγγεγραμμένο γραφείο της η Αιτήτρια - Εναγόμενη. Εισηγείται ότι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης θα πρέπει να χορηγηθούν οι θεραπείες που ζητούνται με την αίτηση.
Η συγκεκριμένη αίτηση αντιμετωπίστηκε με την καταχώριση ένστασης στην οποία καταγράφονται δεκαέξι (16) λόγοι ενστάσεως. Συνοπτικά είναι οι ακόλουθοι: Ότι η αίτηση είναι νομικά και ή πραγματικά αβάσιμη και ή προωθείται παράτυπα και ή αντινομικά και ή το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία εξέτασής της στα πλαίσια στης αγωγής αφού τα διατάγματα, των οποίων ζητείται η ακύρωση, εκδόθηκαν στα πλαίσια της Γεν Αιτ. 394/2023. Ότι η αίτηση δεν πληροί τις απαραίτητες και ή τις τυπικές και ή ουσιαστικές και ή εκ του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Ότι δεν παρουσιάζεται έγκυρη και ή βάσιμη και ή απτή και ή νόμιμη μαρτυρία προς υποστήριξη των θέσεων της Αιτήτριας ενώ τα επιχειρήματα που προβάλλονται άπτονται της ουσίας της υπόθεσης. Ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση περιέχει λανθασμένους και ή παραπλανητικούς ισχυρισμούς αναφορικά με τα γεγονότα. Ότι η επίδοση έγινε νομότυπα και ή σύμφωνα με το διάταγμα ημερομηνίας 15/09/2023 και ήταν αποτελεσματική έτσι ώστε η Αιτήτρια - Εναγόμενη να ενημερωθεί για τη διαδικασία και να συμμετάσχει σε αυτήν. Ότι το εφαρμοστέο δίκαιο δεν αποτελεί δικαιοδοτικό κριτήριο για απόδειξη εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης στα πλαίσια των Δ.2 και Δ.6 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών. Ότι η επίδικη συμφωνία έχει λήξει και μεταξύ των μερών υπήρχε προφορική συμφωνία την οποία τα μέρη σιωπηρώς έθεσαν κάτω από τις πρόνοιες του Κυπριακού Δικαίου, αφού όλες οι συναλλαγές τους γίνονταν εντός της Κύπρου. Ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια είναι τα μοναδικά κατάλληλα Δικαστήρια που δύνανται να εκδικάσουν την επίδικη διαφορά και ή το εφαρμοστέο δίκαιο είναι το Κυπριακό και ή το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Ότι δεν δύναται να αποφασιστεί, στην υπό εκδίκαση αίτηση, ποιο είναι το εφαρμοστέο δίκαιο στα γεγονότα αφού αυτό το θέμα θα πρέπει να τεθεί με τα δικόγραφα και να αποφασιστεί με την προσκόμιση μαρτυρίας. Ότι δεν προσκομίστηκε μαρτυρία σε σχέση με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι η Καθ΄ης η αίτηση παραπλάνησε το Δικαστήριο στην έκδοση των διαταγμάτων. Ότι δυνάμει του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 593/2008 το εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό που έχει στενότερες σχέσεις με την επίδικη διαφορά. Ότι η αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας και ή είναι κακόπιστη και ή καταχωρίστηκε για να εξυπηρετήσει αλλότριους σκοπούς και ή είναι ενοχλητική, εκδικητική, καταπιεστική και νομικά αβάσιμη. Ότι σκοπεί στο να πλήξει την απονομή της δικαιοσύνης. Ότι με βάση τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας τα Δικαστήρια δύνανται να εκδίδουν διατάγματα υποκατάστατης επίδοσης με την επίδοση εγγράφων με ηλεκτρονικά μέσα ή ταχυμεταφορέα. Ότι η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος και όχι της Ειδοποίησης του είναι νομότυπη και ή έγκυρη και ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας και ή της δικαιοσύνης κλίνει σαφώς υπέρ της Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσας και της απόρριψης της αίτησης.
Νομική βάση της ένστασης αποτέλεσαν οι Δ.2, Δ.5, Δ.5Α, Δ.6, Δ.16, Δ.17 θ.10, Δ.19 θ.26, Δ.22, Δ.26 θ.14, Δ.27, Δ.35 θ.θ.18 και 19, Δ.39, Δ.40 θ.θ.7 και 11, Δ.44, Δ.48 θ.θ.1 - 4, 8(1)(ii), 9, 11 - 13, Δ.60 και Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, τα άρθρα 3 μέχρι 7 και 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, τα άρθρα 32 και 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου, το Άρθρο 30 του Συντάγματος, η νομολογία, το δίκαιο της Επιείκειας, ο Ε.Κ. 1215/2012, ο Ε.Κ. 2020/1784, το άρθρο 3 του Ε.Κ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι), στον περί Ρυθμίσεως των Σχέσεων Εμπορικού Αντιπροσώπου και Αντιπροσωπευόμενου Νόμο Ν.51(1)/1992, στις γενικές εξουσίες και τη σύμφυτη εξουσία και τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.
Τα γεγονότα προς υποστήριξη της ένστασης παρατίθενται σε ένορκη δήλωση του Δημήτρη Ανδρέου, υπεύθυνου αγορών και πωλήσεων στην Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα. Υποστηρίζει ότι η αίτηση προωθείται λανθασμένα στα πλαίσια της αγωγής αφού τα διατάγματα, των οποίων ζητείται η ακύρωση, λήφθηκαν στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 394/2023 και μόνο στα πλαίσια εκείνης της αίτησης θα μπορούσαν να εξεταστούν. Ισχυρίζεται ότι λόγω του γεγονότος ότι είναι διαφορετικές οι νομολογιακές και νομοθετικές αρχές που διέπουν την εξασφάλιση διαταγμάτων σφράγισης και επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας από την εξασφάλιση διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης, η υπό κρίση αίτηση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Κατά τη δική του άποψη, το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας εξέτασης της αίτησης αφού θα έπρεπε να καταχωριστεί στα πλαίσια της Γεν. Αίτ. 394/2023.
Ως προς την ουσία της αίτησης παραθέτει ότι αποτελεί συνήθη και νομότυπη πρακτική να εκδίδονται με την ίδια αίτηση διατάγματα σφράγισης της αγωγής και επίδοσής της εκτός δικαιοδοσίας. Καταγράφει ότι το διάταγμα για υποκατάστατη επίδοση εκδόθηκε στα πλαίσια της αγωγής, με την αίτηση ημερ. 01/09/2023. Επεξηγεί ότι ο λόγος που περιλαμβάνονται στην ίδια αίτηση είναι γιατί τόσο η άδεια σφράγισης, όσο και η άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας κρίνονται στη βάση των ίδιων νομοθετικών παραμέτρων. Ως εκ τούτου, δεν παραβιάζεται οποιοδήποτε δικονομικό μέτρο και δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε παρατυπία αφού το ένα αποτελεί επακόλουθο του άλλου. Υποστηρίζει ότι η εξασφάλιση των δύο διαταγμάτων με μια αίτηση δεν αλλοιώνει την ουσία τους.
Είναι η θέση του ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα έχει αποδείξει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση τόσο αναφορικά με το Κυπριακό δίκαιο καθώς και με τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς, αφού στο συγκεκριμένο στάδιο της διαδικασίας δεν εξετάζεται ποιο δίκαιο αποτελεί το εφαρμοστέο δίκαιο. Προωθεί παράλληλα τον ισχυρισμό ότι η Αιτήτρια - Εναγόμενη μπορούσε να προσκομίσει μαρτυρία, μέσω της αιτήσεως, ότι οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση δυνάμει του Ιταλικού δικαίου όμως δεν το έπραξε. Υποστήριξε ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια - Εναγόμενη έχει παραβιάσει την προφορική Συμφωνία Αποκλειστικής Διανομής και λόγω της συγκεκριμένης παραβίασης, της δίδεται το δικαίωμα να αξιώσει αποζημιώσεις τόσο με βάση την Κυπριακή όσο και την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία. Προωθεί τη θέση ότι η συνέχιση της συνεργασίας γινόταν στη βάση της προφορικής Συμφωνίας μεταξύ των μερών, η οποία διέπετο από το Κυπριακό Δίκαιο κατόπιν σιωπηρής αποδοχής των διαδίκων. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι όλα τα δεδομένα της διαφοράς βρίσκονται στην Κύπρο, η οποία συνιστά τον τόπο εκπλήρωσης και τόπο παράβασης της Συμφωνίας και ως εκ τούτου το Κυπριακό Δικαστήριο έχει αποκλειστική δικαιοδοσία να εξετάσει την επίδικη διαφορά. Το κατά πόσον εφαρμόζεται το Ιταλικό Δίκαιο είναι θέμα που θα κριθεί από το Δικαστήριο ως πραγματικό γεγονός, νοουμένου ότι το επικαλεστεί η Αιτήτρια - Εναγόμενη στην Υπεράσπισή της. Υποστηρίζει ότι το βάρος απόδειξης αλλοδαπού εφαρμοστέου δικαίου είναι στους ώμους αυτού που το επικαλείται, ήτοι της Αιτήτριας - Εναγόμενης.
Ισχυρίζεται ότι η γραπτή συμφωνία μεταξύ των μερών είχε λήξει από το 2015 και η συνεργασία των μερών συνεχίστηκε στη βάση της προφορικής Συμφωνίας που υπήρχε μεταξύ τους, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη σιωπηρή συμφωνία μη εφαρμογής της παραγράφου που αφορούσε το εφαρμοστέο δίκαιο και ότι η όλη σχέση των Μερών θα διέπετο από το Κυπριακό Δίκαιο, εντός της επικράτειας του οποίου πραγματοποιούντο οι συναλλαγές μεταξύ τους. Παραπέμπει στο Άρθρο 12.2 του ΕΚ593/2008 το οποίο προβλέπει για την εφαρμογή των νομικών αρχών της χώρας στην οποία έγινε η ελλαττωματική εφαρμογή της συμφωνίας. Εισηγείται ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Εναγόμενη έχει αποκαλύψει πλήρως τα δεδομένα που υποστηρίζουν ότι υπάρχει καλή εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση εναντίον της Αιτήτριας - Εναγόμενης, κατά το στάδιο της μονομερούς αίτησης ημερ. 01/08/2023.
Όσον αφορά το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης, προωθεί τη θέση ότι επιδόθηκε νομότυπα και χωρίς να προκαλεί οποιαδήποτε βλάβη στην Αιτήτρια - Εναγόμενη, η οποία εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου υπό διαμαρτυρία. Από τη στιγμή που η Αιτήτρια - Εναγόμενη έλαβε γνώση του συνόλου των εγγράφων και εμφανίστηκε, ο στόχος έχει επιτευχθεί. Εισηγείται ότι το Δικαστήριο ορθά έκδωσε το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή ταχυμεταφορέα, αφού είχε δώσει την άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, γιατί με τον συγκεκριμένο τρόπο ενημερώθηκε η Αιτήτρια - Εναγόμενη με τον προσφορότερο τρόπο για την διαδικασία. Προωθεί την άποψη ότι η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος αντί της Ειδοποίησης αυτού δεν συνιστά παρατυπία αλλά νομότυπη και έγκυρη επίδοση και ότι δεν υφίσταται δικονομική ανάγκη και απαίτηση να συμπεριλαμβάνεται στο διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης η ίδια η αίτηση και το διάταγμα. Όσον αφορά την επίδοση των εγγράφων στην αγγλική γλώσσα, υποστηρίζει ότι σύμφωνα με τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς τα έγγραφα πρέπει να επιδίδονται σε κατανοητή για τον παραλήπτη γλώσσα και η επικοινωνία μεταξύ των μερών γινόταν στην αγγλική γλώσσα. Αιτήθηκε την απόρριψη της αίτησης ως ανυπόστατης.
Και οι δύο ευπαίδευτες συνήγοροι προώθησαν τις θέσεις τους με εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις, ενώ επέλεξαν να προβούν και σε δια ζώσης διευκρινήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου. Η κα Παπαγιάννη εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο πρέπει πρώτα να ικανοποιηθεί ότι υπάρχουν κατάλληλοι λόγοι να προεκτείνει τη δικαιοδοσία του και μετά να εκδώσει άλλα διατάγματα. Προώθησε τη θέση ότι κατά τον χρόνο που ζητήθηκε η άδεια για σφράγιση δεν υπήρχε εν ζωή αγωγή για να ζητηθεί συν τω χρόνω η άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας και η υποκατάστατη επίδοση του Κλητηρίου. Υποστήριξε, εμφαντικά, ότι δεν συνιστά τυπικής φύσεως παρατυπία η ενσωμάτωση και των δύο αιτημάτων σε μια αίτηση, αλλά συνιστά μη συμμόρφωση με τους Θεσμούς, η οποία δεν θεραπεύεται δυνάμει της Δ.64. Όσον αφορά την αίτηση για υποκατάστατη επίδοση, κατά τη δική της άποψη έπρεπε να προηγηθεί η λήψη άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας και μετά να εκδοθεί διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης, αν αυτό ήταν απαραίτητο. Εισηγήθηκε ότι η αρχική παρατυπία συμπαρασύρει και τα υπόλοιπα δικαστικά διαβήματα. Στην γραπτή της αγόρευση έκανε εκτεταμένη αναφορά σε νομολογία.
Η κα Χριστοδούλου αναφέρθηκε στα γεγονότα για να υποδείξει ότι η Συμφωνία Διανομής μεταξύ των μερών είναι παραδεκτή και το ίδιο και η συνέχισή της με προφορική συμφωνία. Οπόταν θα πρέπει να αποφασιστεί κατά πόσο ο τερματισμός της είναι παράνομος. Κατά τη δική της άποψη η υπό κρίση αίτηση έπρεπε να υποβληθεί εντός του πλαισίου της Γενικής Αίτησης, δυνάμει της οποίας εκδόθηκαν τα διατάγματα και όχι στα πλαίσια της αγωγής. Υποστήριξε ότι δεν υπάρχει νομολογιακή αρχή που να απαγορεύει την συμπερίληψη αιτήματος για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στην αίτηση για σφράγιση. Όμως τόνισε ότι το κριτήριο που εφαρμόζεται και για τις δύο αιτήσεις είναι το ίδιο. Εισηγήθηκε ότι η προσέγγιση της Αιτήτριας - Εναγόμενης είναι πολύ τυπολατρική και δεν θα πρέπει να γίνει αποδεκτή. Προέβη σε εκτενή αναφορά στη νομολογία και τις νομολογιακές αρχές που διέπουν αιτήσεις του συγκεκριμένου είδους στην γραπτή της αγόρευση.
Το Δικαστήριο έχει υπόψη του τα όσα καταγράφονται με πολύ λεπτομέρεια στις γραπτές αγορεύσεις και των δύο ευπαιδεύτων συνηγόρων, καθώς και τα όσα παρατέθηκαν δια ζώσης. Θα αναφερθεί σ’ αυτά όπου κρίνει τούτο απαραίτητο.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ως διαφάνηκε από το περιεχόμενο των εγγράφων που βρίσκονται στον ηλεκτρονικό φάκελο του Δικαστηρίου, η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα προωθεί ισχυρισμούς παραβίασης της προφορικής συμφωνίας μεταξύ της και της Αιτήτριας - Εναγόμενης, η οποία είναι εταιρεία που εδρεύει στην Ιταλία, για την αποκλειστική εισαγωγή, προώθηση και διανομή προϊόντων που εμπορεύεται η Εναγόμενη. Αρχικά είχε υπογραφτεί συμφωνία Αποκλειστικής Διανομής το 2013, η οποία έληξε το 2015 και τα μέρη συνέχισαν να συνεργάζονται στη βάση των ίδιων όρων, δυνάμει προφορική συμφωνίας, μέχρι το 2023 που η Εναγόμενη Εταιρεία προχώρησε σε ανάθεση της διανομής των προϊόντων της στην Κύπρο σε τρίτη εταιρεία, ανταγωνιστή της Ενάγουσας. Αυτό οδήγησε την Ενάγουσα - Καθ΄ης η αίτηση στην καταχώριση της Γεν. Αίτ. 394/2023 με την οποία αιτήθηκε την έκδοση διατάγματος σφράγισης του Κλητηρίου Εντάλματος, διατάγματος επίδοσης του εκτός δικαιοδοσίας, καθώς και διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή με υπηρεσία ταχυμεταφοράς. Το Δικαστήριο, με διαφορετική σύνθεση, εξέδωσε στις 07/08/2023 διάταγμα σφράγισης και επίδοσης του Κλητηρίου Εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας. Όσον αφορά το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης, προκύπτει ότι καταχωρίστηκε στα πλαίσια την παρούσας αγωγής άλλη αίτηση ημερομηνίας 01/09/2023, κατά την ακρόαση της οποίας το Δικαστήριο είχε προβληματιστεί σε σχέση με τους λόγους που ζητείτο η υποκατάστατη επίδοση, σύμφωνα με το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 04/09/2023, αφού διαφάνηκε ότι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο ζητήθηκε αφορούσε την ευκολότερη και γρηγορότερη επίδοση των εγγράφων και ότι δεν είχε επιχειρηθεί η νενομισμένη επίδοση. Τελικά εκδόθηκε το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης στις 15/09/2023 και επιτράπηκε η επίδοση με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο καθώς και με την υπηρεσία ταχυμεταφορέα. Η Αιτήτρια - Εναγόμενη καταχώρισε εμφάνιση υπό διαμαρτυρία και με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε βρίθει από νομικά λάθη και θα πρέπει να ακυρωθεί ουσιαστικά στην ολότητά της.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Με την υπό κρίση αίτηση ζητείται ο παραμερισμός όλων των διαταγμάτων που εκδόθηκαν σε σχέση με την αγωγή. Συγκεκριμένα, ζητείται η ακύρωση του διατάγματος σφράγισης της αγωγής, της παραχωρηθείσας άδειας για επίδοσή του εκτός δικαιοδοσίας και του διατάγματος για υποκατάστατη επίδοση της αγωγής. Ως έχει προλεχθεί, τα διατάγματα σφράγισης της αγωγής και επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας εκδόθηκαν στις 07/08/2023 στα πλαίσια της Γεν. Αίτ. 394/2023 και το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης της αγωγής εκδόθηκε στις 15/09/2023 στα πλαίσια της αγωγής.
Εν πρώτοις, πρέπει να εξεταστεί το θέμα που εγείρεται με τον πρώτο λόγο ένστασης της Καθ΄ης η αίτηση - Εναγόμενης, ήτοι ότι τα εκδοθέντα διατάγματα στα πλαίσια της Γεν. Αίτ. 394/2023 δεν μπορούν να ακυρωθούν στα πλαίσια της υπό κρίση αγωγής και ότι η αίτηση για ακύρωση των διαταγμάτων σφράγισης της αγωγής και του διατάγματος επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας έπρεπε να καταχωριστεί στα πλαίσια της Γεν. Αίτ. 394/2023.
Και οι δύο αποφάσεις που πραγματεύονται το συγκεκριμένο θέμα που απασχολεί κατέγραψαν σκέψεις, με την μορφή παρατηρήσεων και όχι απόφανσης επί του συγκεκριμένου νομικού σημείου. Αυτό όμως δεν συνιστά εμπόδιο στην καθοδήγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου από τον λόγο των δύο συγκεκριμένων αποφάσεων. Η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα παρέπεμψε εκτενώς μόνο στη μία από αυτές, στην Hani Mousa El-Sayegh v. Credit Suisse (1996) 1(B) A.A.Δ. 836 στην 841, στην οποία αναφέρονται, ως παρατηρήσεις, τα ακόλουθα:
« Η αποσύνδεση της αγωγής από την προηγηθείσα αίτηση μας φαίνεται να μοιάζει τεχνητή δεδομένης της συνάρτησης της αγωγής με ό,τι προηγήθηκε. Θα λέγαμε ότι η σημασία της προηγηθείσας αίτησης συνάπτεται προς τη σημασία της ιδίας αγωγής και εκφράζεται μέσα από την ύπαρξη της αγωγής. Με την αίτηση για ακύρωση ή παραμερισμό είναι κατ΄ ουσίαν η τύχη της αγωγής που κρίνεται. Και νομίζουμε πως μέσα στο πλαίσιο της είναι που πρέπει να εντάσσεται μια τέτοια αίτηση.».
Όμως το σκεπτικό της Tlais Enterprises Ltd v. Her Majesty’s Revenue & Customs (Ex Her Majesty’s Customs and Excise) (2015) 1 Α.Α.Δ. 616 είναι εξίσου σχετικό:
« Δεν αποκλείεται στην Κύπρο η καταχώρηση χωριστής αίτησης για παραμερισμό του διατάγματος σφράγισης του κλητηρίου εντάλματος κάτω από τη Δ.48. Εφόσον όμως θεματικά η σφράγιση κλητηρίου που έχει σκοπό να επιδοθεί στο εξωτερικό συμπλέκεται και με την άδεια για επίδοση, η ταυτόχρονη επιδίωξη ακύρωσης και των δύο δεν απαγορεύεται εφόσον κρίνεται στην ουσία το υπόβαθρο των γεγονότων που δικαιολογούσαν την σφράγιση, αλλά και την επίδοση. Προκύπτει κάποια διαφορετική αντιμετώπιση στην S.P.P. Projects Ltd ν. Integral Equipment Sarl (1993) 1 Α.Α.Δ. 762, όπου το Εφετείο σε αίτημα παραμερισμού κλητηρίου και της επίδοσης του στο εξωτερικό λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας, χωρίς να είχε επιδιωχθεί και η ακύρωση του προηγούμενου διατάγματος που είχε εκδοθεί μετά από μονομερή αίτηση με το οποίο είχε εξουσιοδοτηθεί η επίδοση στο εξωτερικό, αποφάσισε ότι μόνο στο πλαίσιο αίτησης για παραμερισμό του διατάγματος επίδοσης μπορούσε να εξεταστεί το αίτημα για ακύρωση του κλητηρίου.».
Καθοδηγούμενο το Δικαστήριο από τις πιο πάνω καταγραφείσες σκέψεις καταλήγει ότι δεν υπάρχει οποιοδήποτε δικονομικό πρόβλημα στην καταχώρηση μίας αίτησης, στα πλαίσια της αγωγής, με την οποία να ζητείται η ακύρωση όλων των διαταγμάτων που έδωσαν έναυσμα για την ύπαρξη της αγωγής, ήτοι του διατάγματος σφράγισης της αγωγής ημερ. 07/08/2023 και επίδοσής της εκτός δικαιοδοσίας και ακολούθως του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσής της, που εκδόθηκε στις 15/09/2023 μετά την καταχώρηση της αγωγής. Ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος ένστασης κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται.
Εξετάζοντας τους λοιπούς ισχυρισμούς, το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι η προβλεπόμενη από τη Δ.2 θ.2 άδεια για σφράγιση ενός κλητηρίου εντάλματος δεν συνιστά τυπική διαδικασία. Η εμπλοκή, στις περιπτώσεις αυτές, της διεύρυνσης της τοπικής αρμοδιότητας του Δικαστηρίου και της καταλληλόλητάς του να εκδικάσει υπόθεση στην οποία υπάρχουν αλλοδαποί εναγόμενοι, είναι παράγοντες καθοριστικής σημασίας. Ο ενάγοντας οφείλει, από τα αρχικά στάδια, να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις επέκτασης της αρμοδιότητάς του. Το σκεπτικό της απόφασης ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ Α.Ε. v. MEGA CHANNEL MANAGEMENT LTD (2004) 1 Α.Α.Δ. 1863 είναι κατατοπιστικό:
« ………οι πρόνοιες της Δ.2, θ.2 πρέπει να διαβάζονται σε συνδυασμό με αυτές της Δ.6, θ.1. Έχουμε τη γνώμη πως ο σκοπός της συνδυασμένης λειτουργίας των δύο κανονισμών είναι να μη καταχωρείται και επιδίδεται ειδοποίηση του κλητηρίου εντάλματος στο εξωτερικό, αν δεν ληφθεί προηγουμένως η άδεια του Δικαστηρίου. Ο λόγος είναι προφανής. Τα Δικαστήρια ασκούν, συνήθως, δικαιοδοσία μέσα στα γεωγραφικά όρια της χώρας τους. Δεν απευθύνεται επομένως εντολή δια του κλητηρίου εντάλματος σε διάδικο που μένει στο εξωτερικό να εμφανιστεί ενώπιον τους. Γι΄αυτό και επιδίδεται ειδοποίηση του κλητηρίου εντάλματος, που αποτελεί μια διακρατική φιλοφρονητική χειρονομία να ειδοποιείται ο διάδικος που μένει στο εξωτερικό πως εκκρεμεί κάποια διαδικασία εις βάρος του στη χώρα από την οποία εκδίδεται η ειδοποίηση του κλητηρίου εντάλματος.»
Στην απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση των Πατσαλίδου Ναταλία κ.α. (2010) 1 Α.Α.Δ. 587, διαβάζονται τα ακόλουθα σχετικά με το υπό συζήτηση θέμα:
« Η σφράγιση ενός κλητηρίου εντάλματος είναι σημαντικής σημασίας ενέργεια του αρμοδίου πρωτοκολλητή, γιατί με αυτήν ενεργοποιείται η γένεση μιας αγωγής και πιστοποιείται η καταχώρηση της στο Μητρώο Πολιτικών Αγωγών. (Civil Cause Book) (Δ.2, θ.12 των Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας). Στο συγκεκριμένο θεσμό η χρήση της λέξης «θα» (shall) υποδηλοί την αναγκαιότητα συμμόρφωσης προς τη σχετική οδηγία. Αναφέρεται δε το εξής: «θα πρέπει μετά να σφραγίσει το κλητήριο με τη σφραγίδα του Δικαστηρίου (he shall then seal the writ with the seal of the Court).»
Εξετάζοντας τους ισχυρισμούς που προτάθηκαν από την Αιτήτρια - Εναγόμενη για την ακύρωση των διαταγμάτων σφράγισης και επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας λόγω του ότι ζητήθηκαν στην ίδια αίτηση, το Δικαστήριο καθοδηγούμενο από τη νομολογία αποδέχεται ότι δεν υπήρχε αγωγή πριν την έκδοση του διατάγματος σφράγισης για να επιδοθεί. Μόνο μετά την έκδοση του διατάγματος σφράγισης, με το οποίο ουσιαστικά παραχωρείται άδεια για την καταχώριση του δικονομικού μέτρου της καταχώρισης της αγωγής και μπορεί πλέον να ζητηθεί η άδεια για επίδοση της αγωγής εκτός δικαιοδοσίας, αφού η Εναγόμενη Εταιρεία είναι εταιρεία που εδρεύει στην Ιταλία. Σίγουρα χωρίς να έχει καταχωριστεί το κλητήριο ένταλμα η αγωγή δεν θα μπορούσε να επιδοθεί. Οπόταν, το διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας δεν μπορεί να διατηρηθεί αφού όταν δόθηκε δεν υπήρχε αγωγή εν ζωή για να επιδοθεί.
Το Δικαστήριο καθηκόντως θα ήθελε να σημειώσει ότι η Δ.16 θ.9 και η Δ.48 θ.8(4) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών παρέχει την ευχέρεια, στο Δικαστήριο, να παραμερίσει προηγούμενο διάταγμα του το οποίο εκδόθηκε μονομερώς. Καθοδηγητικές επί τούτου είναι, μεταξύ άλλων, οι αποφάσεις στις υποθέσεις Hadjisoteriou (1986) 1 C.L.R. 429, Έλληνας v. Χριστοδούλου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 438, Βούρου (2003) 1(B) Α.Α.Δ. 1176, Μανώλη κ.ά. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1443, και Πεδίου (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1995.
Οπόταν, το διάταγμα ημερ. 07/08/2023 στην έκταση που αφορά την άδεια για επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας, παραμερίζεται.
Η πλευρά της Αιτήτριας - Εναγόμενης παράθεσε και δεύτερο λόγο για ακύρωση των αρχικών διαταγμάτων, συγκεκριμένα την μη αποκάλυψη και/ή μη στοιχειοθέτηση καλής συζητήσιμης υπόθεσης και/ή εύλογης αιτίας αγωγής εναντίον της που να δικαιολογούσε την έκδοση του διατάγματος σφράγισης.
Η Δ.6 θ.4 προνοεί τα ακόλουθα:
« Every application for leave to serve a writ of summons or notice thereof on a defendant out of Cyprus shall be supported by affidavit or other evidence satisfying the Court or Judge that the plaintiff has prima facie a good cause of action and showing in what place or country such defendant is or probably may be found, and whether such defendant is a British subject or not, and the grounds upon which the application is made; and no such leave shall be granted unless it shall be made sufficiently to appear to the Court or Judge that the case is a proper one for service out of Cyprus under this Order.».
Σύμφωνα με τη νομολογία, η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για σφράγιση πρέπει να είναι ειλικρινής και να περιέχει λεπτομέρειες γεγονότων που να δικαιολογούν την έκδοση του κλητηρίου εντάλματος. Θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται η φύση της προτεινόμενης βάσης της αγωγής, η θεραπεία που επιδιώκεται, καθώς και τα γεγονότα που την περιβάλλουν για να αποφασίσει το Δικαστήριο κατά πόσο η αγωγή εμπίπτει εντός μιας από τις παραγράφους του θεσμού. Το Δικαστήριο, σ’ αυτό το σημείο της διαδικασίας δεν καλείται να δικάσει την αγωγή ή να εκφράσει πρόωρα γνώμη για την ουσία της, αλλά καλείται να διαπιστώσει την ύπαρξη αγώγιμου δικαιώματος χωρίς να αποφανθεί για την αξία της μαρτυρίας (βλ., μεταξύ άλλων, Cyprus Trading Corporation Ltd v. Zim Israel Navigation Co. Ltd (1999)1 (B) Α.Α.Δ.1168 Her Brittanic Majesty's Secretary of State for Defence v. Α.P. Lanitis Investments Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 995).
Στην υπόθεση Amathus Navigation Co. Ltd v. Concord Express Liners κ.α. (1993) 1 Α.Α.Δ. 1030, είχε εγκριθεί αίτηση για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος σε διάδικο εκτός της δικαιοδοσίας και ζητήθηκε ο παραμερισμός της σχετικής διαταγής του Δικαστηρίου. Αποφασίστηκε ότι η αποκάλυψη καλής βάσης αγωγής εναντίον των εναγομένων συναρτάται με την αντικειμενική αποτίμηση των ισχυρισμών που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση η οποία υποστηρίζει την αίτηση για επίδοση στο εξωτερικό και επιβάλλεται η στοιχειοθέτηση της με μαρτυρία. Καλή υπόθεση συχνά ταυτίζεται με εκ πρώτης όψεως ή συζητήσιμη υπόθεση.
Στην Gasto Shipping Company Limited v. Mineag SQM (Africa) (Proprietory) Limited κ.ά. (Aρ. 2) (1999) 1 Α.Α.Δ. 1634 αποφασίστηκε ότι:
« Οι αρχές οι οποίες διέπουν την χορήγηση άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας έχουν εξεταστεί από την Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων στις υποθέσεις The Brabo [1949] A.C. 326, Vitkovice Horni v. Korner [1951] A.C. 869, The Siskina (Cargo Owners) v. Distos Compania Naviera S.A. [1979] A.C. 210 και Seaconsar Far East Ltd v. Bank Markazi Jomhouri Islam Iran [1993] 3 W.L.R. 756. Σύμφωνα με τις αρχές που έχουν διατυπωθεί στις πιο πάνω υποθέσεις το μέτρο απόδειξης είναι αυτό της καλής συζητήσιμης υπόθεσης (good arguable case). Η έννοια αυτού του όρου έχει συζητηθεί στις υποθέσεις The Brabo και Vitkovice Horni (πιο πάνω). Σημαίνει ότι αν και το δικαστήριο σ' αυτό το στάδιο δεν θα χρειαστεί απόδειξη που να το ικανοποιεί, θα χρειαστεί κάτι καλύτερο από μια απλή εκ πρώτης όψεως υπόθεση. Όπου εμπλέκονται πραγματικά ζητήματα η πρακτική είναι να εξεταστεί η υπόθεση του ενάγοντα και να μην γίνει προσπάθεια να εκδικαστούν αμφισβητούμενα γεγονότα με βάση τις ένορκες δηλώσεις».
Ανάγνωση της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 01/08/2023 που συνοδεύει τη μονομερή αίτηση ιδίας ημερομηνίας, καταδεικνύει ότι γίνεται αναφορά στη συνεργασία μεταξύ της Ενάγουσας και της Εναγόμενης, στους όρους της Γραπτής Συμφωνίας Αποκλειστικής Διανομής ημερ. 04/11/2013, παράγραφος 7 της Ε.Δ. ημερ. 01/08/2023, στη συνέχιση της συνεργασίας στη βάση προφορικής συμφωνίας με τους ίδιους όρους μέχρι τον Μάϊο 2023 και στον τρόπο τερματισμού της προφορικής συμφωνίας, παράγραφοι 11 - 16 της Ε.Δ. ημερ. 01/08/2023, που κατά τον ισχυρισμό της Ενάγουσας ήταν παράνομος και αυθαίρετος. Ως εκ τούτου, είναι σαφές ότι ο Ομνύοντας στην Γεν Αίτ. 394/23 δεν περιορίζεται σε απλή παραπομπή στο έγγραφο της Συμφωνίας, αλλά προβαίνει σε λεπτομερή αναφορά στους όρους και στο περιεχόμενο καθενός εξ αυτών, συμμορφούμενος πλήρως με το καθήκον αποκάλυψης της επίδικης συμφωνίας της μετεξέλιξής της σε προφορική συμφωνία, των όρων αυτής και στις συζητήσεις που υπήρχαν μεταξύ των μερών (βλ. Willstrop κ.ά. v. Mammous κ.ά. (2010) 1Γ Α.Α.Δ. 1740). Τα όσα παρατίθενται στην συγκεκριμένη ένορκη δήλωση αποκαλύπτουν ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως καλή αιτία αγωγής και καλή συζητήσιμη υπόθεση. Στην απόφαση Siporex Trade S.A. v. Comdel Commodities Ltd (1986) 2 Lloyd’s Rep. 428 διατυπώθηκε η αρχή πως: « [The applicant must] identify the crucial points for and against the application, and not merely rely on the mere exhibiting of numerous documents.». Αυτό έπραξε η Ενάγουσα - Καθ΄ης η αίτηση.
Ο ισχυρισμός της Αιτήτριας - Εναγόμενης ότι δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη το γεγονός της ύπαρξης της ρήτρας δικαιοδοσίας που υπήρχε στην Γραπτή Συμφωνία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στις παραγράφους 20 και 24 της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση για σφράγιση καταγράφεται η ύπαρξη της ρήτρας αλλά και ο λόγος που η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα θεωρεί ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν την συγκεκριμένη αγωγή. Το κείμενο της συγκεκριμένης Συμφωνίας επισυνάφθηκε ως Τεκμήριο 1 στην αίτηση για σφράγιση. Στον όρο 14 της Σύμβασης διαβάζονται τα ακόλουθα:
« The agreement is, in principle, governed by standardized European Community regulations and by the rules of the Italian law.».
Προκύπτει ότι το αγώγιμο δικαίωμα που προωθεί η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα αφορά την παραβίαση της Σύμβασης για αποκλειστική εμπορική συνεργασία. Η Αιτήτρια - Εναγόμενη έχει την έδρα της στην Ιταλία και ως εκ τούτου εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Κανονισμός (ΕΕ) 1215/12 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ημερ. 12/12/2012, καθώς και ο Κανονισμός 44/2001, οι πρόνοιες του οποίου ίσχυαν πριν τεθεί σε ισχύ ο Κανονισμός 1215/12, εφαρμόζονται στην Κύπρο και υπερισχύουν κάθε αντίθετης νομοθετικής ή κανονιστικής διάταξης του κυπριακού δικαίου, περιλαμβανομένων και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (βλ. Ironhold Estates Ltd v. Travelworld Vacation Ltd, (2010) 1(A) A.A.Δ. 452). Το θέμα της δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων διέπεται πρωτίστως από τον εν λόγω Κανονισμό και όταν μια πρόνοια του εν λόγω Κανονισμού προσδίδει δικαιοδοσία στα Κυπριακά Δικαστήρια, τότε τα Κυπριακά Δικαστήρια δεν μπορούν να αρνηθούν να ασκήσουν τη δικαιοδοσία που τους προσδίδει ο εν λόγω κανονισμός με αναφορά στο ότι με βάση το ημεδαπό δίκαιο δεν έχουν δικαιοδοσία.
Η συμπερίληψη του όρου «standardized European Community regulations» στον όρο 14 της Συμφωνίας αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εφαρμογής των Ευρωπαϊκών Κανονισμών και ως εκ τούτου, από τη στιγμή που το Δικαστήριο δεν καλείται, σ΄αυτό το στάδιο, να δικάσει την αγωγή, δεν μπορεί να εκφράσει πρόωρα την οποιαδήποτε θέση σε σχέση με την δικαιοδοσία. Όμως δεν μπορεί να παραγνωρίσει και τις πρόνοιες του Τμήματος 2, Άρθρο 7(1) και (2) του συγκεκριμένου Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1215/12, οι οποίες του προσδίδουν δικαιοδοσία. Η υπό εξέταση υπόθεση δεν εμπίπτει σ’ αυτές που διαπιστώνεται ανυπερθέτως ότι υπάρχει δεσμευτική συμφωνία των μερών για παραπομπή των διαφορών στην αποκλειστική δικαιοδοσία ορισμένης χώρας. Ως είναι διατυπωμένος ο όρος 14 της μεταξύ των μερών Σύμβασης αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εφαρμογής του ΕΚ1215/12. Σχετικό είναι το σκεπτικό της απόφασης HAMPTON ADVISORY GROUP S.A.ν. 1. BOST AD (2012) 1 Α.Α.Δ. 549.
Τα όσα παρατέθηκαν πιο πάνω καλύπτουν και τη θέση της Αιτήτριας - Εναγόμενης ότι ενόψει του γεγονότος ότι δεν εξειδικεύθηκε από την Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα ποια πρόνοια της Δ.6 εφαρμόζεται στα συγκεκριμένα γεγονότα, υπάρχει παρατυπία η οποία δεν μπορεί να θεραπευτεί με την εφαρμογή της Δ.64 λόγω του ότι είναι ουσιώδης. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, το Άρθρο 1Α, προσδίδεται στους Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπεροχή έναντι των εθνικών κανόνων δικαίου. Το Δικαστήριο στην υπό κρίση αίτηση δεν βρίσκει κανένα λόγο παρέμβασης στην έκδοση του διατάγματος σφράγισης.
Με όλο το σεβασμό προς την ευπαίδευτη συνήγορο της Αιτήτριας - Εναγόμενης, το Δικαστήριο, κατά την εξέταση κατά πόσο να αποδεχθεί μια αίτηση για ακύρωση του διατάγματος σφράγισης, δεν μπορεί να εξετάσει τα γεγονότα σε τέτοιο βάθος ως αυτή εισηγείται στις παραγράφους 32 μέχρι 37 της γραπτής της αγόρευσης. Τέτοια εξέταση θα εξισωνόταν με απόφαση επί ουσιαστικών θεμάτων που το Δικαστήριο πιθανόν να κληθεί να αποφασίσει κατά τη διαδικασία εκδίκασης.
Τα προλεχθέντα καθορίζουν και την τύχη της εισήγησης για διαγραφή ή και απόρριψη της αγωγής στη βάση της Δ.27 θ.3 λόγω του ότι αυτή είναι επιπόλαιη και ενοχλητική. Η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα έχει καταδείξει την ύπαρξη αγώγιμου δικαιώματος στον απαιτούμενο βαθμό. Οπόταν η αγωγή δεν θα μπορούσε να απορριφθεί ως επιπόλαιη και ενοχλητική.
Εξετάζοντας το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης που εκδόθηκε, διαπιστώνεται ότι ο λόγος για τον οποίο ζητήθηκε ήταν για να επισπευσθεί η διαδικασία της επίδοσης. Δεν φαίνεται να προσφέρθηκε οποιοσδήποτε άλλος λόγος. Το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε διάταγμα για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας το καθιστά έκθετο σε απόρριψη. Εκτός αυτού, ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός (ΕΚ)1393/07 ο οποίος αφορά τις επιδόσεις και κοινοποιήσεις στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις στοχεύει, ως αναφέρει το προοίμιο του, στη διατήρηση και ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και θεσπίζει, μεταξύ άλλων, μέτρα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, απαραίτητα για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η οποία απαιτεί την καλύτερη και ταχύτερη διαβίβαση μεταξύ των κρατών μελών των δικαστικών και εξωδίκων πράξεων που επιδίδονται ή κοινοποιούνται σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις.
Προς επίτευξη του σκοπού τούτου, θεσμοθετήθηκαν οι αναγκαίες πρόνοιες τόσο για την ταχύτερη όσο και πληρέστερη ενημέρωση του αντιδίκου. Δημιουργήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 2 και 4 του συγκεκριμένου ΕΚ. Δεν έχει προβληθεί, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για υποκατάστατη επίδοση, γιατί έπρεπε να παρακαμφθεί η συγκεκριμένη διαδικασία, σχετική αναφορά γίνεται στην απόφαση Alpha Bank Cyprus Ltd v. Si Senh Dau κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 1935. Δεν αμφισβητούνται τα πλεονεκτήματα της γρήγορης επίδοσης όμως οι Κανονισμοί δημιουργούν μηχανισμούς που διασφαλίζουν ότι το άλλο εμπλεκόμενο Μέρος θα λάβει γνώση. Εν πάση περιπτώσει, οι Κανονισμοί θεσπίζονται για να εφαρμόζονται και όχι για να παραγνωρίζονται για σκοπούς ευκολίας. Βέβαια θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι νέοι περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμοί του 2023 έχουν ρυθμίσει το συγκεκριμένο θέμα.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο θεωρεί πως, στα πλαίσια και για σκοπούς της αίτησης σφράγισης, η Ενάγουσα - Καθ΄ης η αίτηση κατάφερε να καταδείξει την ύπαρξη δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων σε σχέση με τη Συμφωνία Αποκλειστικής Διανομής των προϊόντων της Εναγόμενης - Αιτήτριας.
Ανοίγοντας μια παρένθεση θα πρέπει να καταγραφεί ότι σύμφωνα με τη νομολογία όπως έχει εξελιχθεί απαιτείται η επίδοση όλων των εγγράφων, ακόμη και της ίδιας της αίτησης και της ένορκης δήλωσης από την οποία προέκυψε το διάταγμα και όχι μόνο του κλητηρίου εντάλματος μαζί με το διάταγμα, αφού ο παραλήπτης των εγγράφων θα πρέπει να είναι σε θέση να αντιληφθεί τα όσα είχαν προηγηθεί στη διαδικασία και να δώσει οδηγίες στον συνήγορό του (βλ. Earlsfield Steel Ltd ν. Joint Stock Company Elecgrometallurgical Steel Works Dneprospetsstal for AN Kyjmin (2009) 1 ΑΑΔ 1350 και C-14/07 Ingenieurburo Wichael Weiss und Partner GbR v. Industrie und Handelskammer Berlin, 08/05/2008).
Επιστρέφοντας στα επίδικα, το γεγονός ότι ζητήθηκε με την ίδια αίτηση και διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας είναι μεμπτό. Ως επεξηγήθηκε πιο πάνω, το συγκεκριμένο διάταγμα δεν μπορούσε να εκδοθεί πριν την καταχώριση της αγωγής. Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο διάταγμα για επίδοση της αγωγής εκτός δικαιοδοσίας ακυρώνεται, αφού κατά τον δεδομένο χρόνο της έκδοσής του δεν υπήρχε αγωγή για να επιδοθεί εκτός δικαιοδοσίας, όσο τυπολατρικό και αν ακούγεται. Συνακόλουθα, ακυρώνεται και το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης.
Όμως, για τους λόγους που το Δικαστήριο προσπάθησε να εξηγήσει πιο πάνω, το διάταγμα σφράγισης της αγωγής θεωρείται ως ορθά εκδοθέν.
Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος της Αιτήτριας - Εναγόμενης και εναντίον της Καθ' ης η αίτηση - Ενάγουσας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) ………………….…………………
Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο