
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Ν. Πετρίδου, Ε.Δ.
Αρ. Αίτησης (i-justice): 443/2022
Αναφορικά με τον ΚΥΡΙΑΚΟ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΠΑΤΤΙΧΗ, τέως εκ Έξω Μετοχίου, αποβιώσαντα
-και-
ΣΕ ΟΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟΥΣ ΗΡΑΚΛΗ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΩΣ ΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α’
Αιτητές
-και-
ΣΕ ΟΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΕΝΤΑΦΙΑΝΟ, από τη Λευκωσία
Καθ’ ου η Αίτηση
Και ως Τροποποιήθηκε Δυνάμει Διατάγματος Δικαστηρίου ημερομηνίας 14.8.2023
Αναφορικά με τον ΚΥΡΙΑΚΟ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΠΑΤΤΙΧΗ, τέως εκ Έξω Μετοχίου, αποβιώσαντα
ΣΕ ΟΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟΥΣ ΗΡΑΚΛΗ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΩΣ ΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α’
Αιτητές
-και-
ΣΕ ΟΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΕΝΤΑΦΙΑΝΟ, από τη Λευκωσία, υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα Κυριάκου Σωτηρίου Παττίχη
Καθ’ ου η Αίτηση
Ημερομηνία: 24 Ιανουαρίου 2025
Εμφανίσεις:
Για τον Αιτητή: κα. A. Παύλου
Για τον Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Α. Ενταφιανός
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
(στην αίτηση για ενδιάμεσα προσωρινά διατάγματα ημερ. 1.11.2022)
Με την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Κυρίως Αίτηση, οι Αιτητές επιζητούν τις ακόλουθες θεραπείες, τις οποίες κρίνω σκόπιμο όπως καταγράψω αυτούσιες, για τους λόγους που θα διαφανούν κατωτέρω στην παρούσα απόφαση:
«1. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να τροποποιεί το πιστοποιητικό θανάτου και κληρονόμων που εκδόθηκε την 1.11.2021, στα πλαίσια της Αίτησης Διαχείρισης με Αρ. 364/2022, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την προσθήκη των εξής ονομάτων ως κληρονόμους: Ανδρέας Ηρακλέους […], Ηρακλής Ηρακλέους […], Σωτηρούλλα Χριστοφή […], Δέσποινα Ηρακλέους […], Σωτήρη Ηρακλέους […], Φρόσω Ηρακλή Νίκα […], Πέτρος Παττίχης […], Σωτήρης Σωτηρίου […] και Ανδρέας Παττίχης […][1], αδελφότεκνοι του πιο πάνω αποβιώσαντα.
2. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να ανακαλεί το πιστοποιητικό θανάτου και κληρονόμων που εκδόθηκε την 1.11.2021 στα πλαίσια της Αίτησης Διαχείρισης με Αρ. 364/2022, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και να αντικαθίσταται με το πιστοποιητικό θανάτου και κληρονόμων ημερ. 26.10.2022».
Στο πλαίσιο της Κυρίως Αίτησης, οι Αιτητές καταχώρησαν την υπό κρίση ενδιάμεση αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος το οποίο να εμποδίζει τον Α. Ενταφιανό και/ή τους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους του, από του να μεταβιβάσουν και/ή διαθέσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή αποξενώσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο του αποβιώσαντα μέχρι την τελική εκδίκαση της Κυρίως Αίτησης ή νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
Το παρόν Δικαστήριο, αφού διεξήλθε την υπό κρίση Αίτηση και όλο το μαρτυρικό υλικό που την υποστηρίζει, εξέδωσε, στις 3.11.2022, μονομερώς, το εν λόγω ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα. Ακολούθως, στην υπό κρίση Αίτηση, ο Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρησε Ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης, η οποία συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του ιδίου, ενώ, στις 20.11.2023, και αφότου τροποποιήθηκε ο τίτλος της Κυρίως Αίτησης[2], καταχώρησε την τροποποιημένη ένσταση[3] του στην παρούσα Αίτηση.
Το πραγματικό υπόβαθρο που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση
Θεωρώ αρχικά απαραίτητο όπως τεθεί, εντελώς συνοπτικά, το υπόβαθρο των γεγονότων, το οποίο αποτελεί τη βάση τόσο της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Κυρίως Αίτησης, ως επίσης και της υπό κρίση Αίτησης, σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς των Αιτητών, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης της παρούσας. Σημειώνω ότι η παρούσα Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση ενός εκ των Αιτητών (στο εξής «ο ομνύοντας»). Στη βάση των ισχυρισμών του ομνύοντα, οι Αιτητές είναι αδελφότεκνοι του αποβιώσαντα, ο οποίος απεβίωσε στις 12.5.2011 χωρίς να αφήσει τέκνα. Είναι η θέση του ότι, ενώ κατά το χρόνο θανάτου του αποβιώσαντα ήταν και συνεχίζουν να είναι εν ζωή η σύζυγος και τα τέκνα των τριών αδελφών του αποβιώσαντα (εκ των οποίων και οι Αιτητές), εντούτοις, στο Πιστοποιητικό Θανάτου και Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 (στο εξής «το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021»), που εκδόθηκε από τον κοινοτάρχη Έξω Μετοχίου (στο εξής «ο κοινοτάρχης») (βλ. Τεκμήριο 2 επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα Αίτηση), οι Αιτητές δεν περιλαμβάνονται ως κληρονόμοι αυτού. Ως επίσης αναφέρει ο ομνύοντας, οι κληρονόμοι που καθορίζονται στο Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 καταχώρησαν την Αίτηση Διαχείρισης με αρ. 364/2022 (Επ. Δικ. Λευκωσίας) (στο εξής «η Αίτηση Διαχείρισης»), στο πλαίσιο της οποίας ο Καθ’ ου η Αίτηση διορίστηκε ως Διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα, δυνάμει σχετικού διατάγματος (βλ. Τεκμήριο 8 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την παρούσα Αίτηση[4]). Πάντα κατά τους ισχυρισμούς του ομνύοντα, νόμιμοι κληρονόμοι του αποβιώσαντα είναι και οι Αιτητές και όχι μόνο τα πρόσωπα που καταγράφονται στο Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 και ως εκ τούτου οι πρώτοι θα έπρεπε να είχαν, επίσης, συμπεριληφθεί στο εν λόγω πιστοποιητικό ως νόμιμοι κληρονόμοι. Αποτελεί δε θέση του ότι μόλις οι Αιτητές έλαβαν γνώση ότι γίνονται διαδικασίες για καταχώρηση αίτησης διαχείρισης από τους υπόλοιπους κληρονόμους του αποβιώσαντα, ο ίδιος επικοινώνησε με τον Καθ’ ου η Αίτηση, ο οποίος του ανέφερε ότι οι Αιτητές δεν θεωρούνται νόμιμοι κληρονόμοι. Στη βάση τούτου, οι Αιτητές έδωσαν οδηγίες στους δικηγόρους τους να λάβουν τα δέοντα μέτρα για σκοπούς προστασίας των δικαιωμάτων τους, με τους τελευταίους να επικοινωνούν με τον Καθ’ ου η Αίτηση, ο οποίος τους επανέλαβε, τηλεφωνικώς, τα όσα ανωτέρω είχε αναφέρει και στον ομνύοντα. Ακολούθως, ως ισχυρίζεται ο ομνύοντας, οι δικηγόροι των Αιτητών, με επιστολή τους ημερ. 16.9.2022 (Τεκμήριο 6[5] στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση), κάλεσαν τον Καθ’ ου η Αίτηση να τους προμηθεύσει με το πιστοποιητικό κληρονόμων του αποβιώσαντα και να τους ενημερώσει κατά πόσο είχε εκδοθεί οποιοδήποτε διάταγμα διαχείρισης της περιουσίας του, ως επίσης και να σταματήσει οποιεσδήποτε ενέργειες σε σχέση με την Αίτηση Διαχείρισης, χωρίς όμως θετική ανταπόκριση από αυτόν, ως αυτό εμφαίνεται στην επιστολή του Καθ’ ου η Αίτηση ημερ. 22.9.2022 (βλ. Τεκμήριο 7[6] στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την παρούσα Αίτηση). Περαιτέρω, ως αναφέρει ο ομνύοντας, όταν οι Αιτητές επικοινώνησαν με τον κοινοτάρχη που εξέδωσε το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 και του ανέφεραν τη συγγένεια που είχαν με τον αποβιώσαντα, αυτός τους ανέφερε ότι το εν λόγω πιστοποιητικό το εξέδωσε στη βάση των όσων του ανέφεραν οι υπόλοιποι κληρονόμοι του αποβιώσαντα, οι οποίοι και συμπεριλήφθηκαν σε αυτό και, ακολούθως, στις 26.10.2022, ανακάλεσε το εν λόγω πιστοποιητικό ημερ. 1.11.2021, ένεκα του ότι τούτο εκδόθηκε στη βάση λανθασμένων δηλώσεων και προχώρησε και εξέδωσε νέο Πιστοποιητικό Θανάτου και Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022 (στο εξής «το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022»), το οποίο περιλαμβάνει και τους Αιτητές ως κληρονόμους του αποβιώσαντα (βλ. Τεκμήριο 9 στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση). Τέλος, αποτελεί θέση του ομνύοντα ότι η μητέρα του (και αδερφή του αποβιώσαντα), κηρύχθηκε άφαντη από τις 14.8.1974, δυνάμει διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 8.7.2010 (βλ. Τεκμήριο 4 επί της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση), ένεκα των γεγονότων της τουρκικής εισβολής, εντούτοις δεν έχει μέχρι στιγμής κηρυχθεί νεκρή καθότι δεν έχουν ανευρεθεί τα οστά της.
Η Ένσταση και η ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει
Στην αντίπερα όχθη, ως προανέφερα, ο Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρησε Ένσταση[7] στην υπό εξέταση Αίτηση, στην οποία προβάλλονται συνολικά 7 λόγοι ένστασης, τους οποίους παραθέτω αυτούσιους κατωτέρω, λόγω του ότι αυτοί δεν είναι ιδιαίτερα εκτενείς:
«1. Λόγω του ότι το διάταγμα τροποποίησης της κυρίως αίτησης κατέστη άκυρο επί τω ότι στο εν λόγω διάταγμα δεν καθορίζεται προθεσμία εντός της οποίας οφείλουν οι Αιτητές να προβούν σε τροποποίηση, παρήλθαν δε και οι προθεσμίες που προνοούνται στη Δ.25 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών ούτε και σε αυτό εδόθησαν οδηγίες ως προς τη συνέχιση της διαδικασίας άκυρη κατέστη και η Μονομερής Αίτηση.
2. Ένεκα του ότι η διαδικασία εναντίον του διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Κυριάκου Σωτηρίου Παττίχη θεωρείται ότι αρχίζει με την προς αυτόν επίδοση της τροποποιημένης Κυρίως Αίτησης, οι Αιτητές όφειλαν να τροποποιήσουν και επιδώσουν στον Καθ’ ου η Αίτηση και την Μονομερή Αίτηση, έτσι ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να τοποθετηθεί επ’ αυτής.
3. Το στοιχείο του κατεπείγοντος εξέλειπε κατά την καταχώριση της αίτησης λόγω παρέλευσης μεγάλου χρονικού διαστήματος από την ημέρα που περιήλθε σε γνώση των Αιτητών η διαδικασία της διαχείρισης της περιουσίας του αποβιώσαντος Κυριάκου Σωτηρίου Παττίχη, ούτε και συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις έκδοσης του διατάγματος.
4. Ενώπιον του Δικαστηρίου δεν υφίσταται Μονομερής Αίτηση προς εκδίκαση εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση.
5. Ο Ενόρκως Δηλών δεν νομιμοποιείται να ενεργεί εκ μέρους αφάντου προσώπου εφ’ όσον δεν ενεργεί ως διαχειριστής της περιουσίας του.
6. Οι δικηγόροι των Αιτητών ενεργούν κατά νόσφυση εξουσίας καθ’ ότι τα διοριστήρια δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.
7. Η Αίτηση πάσχει από ακυρότητα επί τω ότι η Ένορκη Δήλωση που τη συνοδεύει προηγείται χρονικά της αίτησης»[8].
Η εν λόγω ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η Αίτηση, στην οποία αυτός επαναλαμβάνει, στην ουσία, τους πιο πάνω λόγους ένστασης, πλην όμως με περισσότερη λεπτομέρεια και επιχειρηματολογία. Πλήρης αναφορά στους ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον Καθ’ ου η Αίτηση στην ένορκη του δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση θα γίνει κατωτέρω, όπου αυτό κριθεί απαραίτητο, για σκοπούς εξέτασης της υπό κρίση Αίτησης. Σημειώνω εδώ μόνο το εξής. Εν πολλοίς, ο Καθ’ ου η Αίτηση με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση του δεν αμφισβητεί την έκδοση των πιο πάνω πιστοποιητικών ημερ. 1.11.2021 και 26.10.2022, ούτε τη συγγένεια των Αιτητών με τον αποβιώσαντα, αλλά ούτε και τις επιστολές που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των μερών. Εκείνο που, ουσιαστικά, ισχυρίζεται είναι ότι οι Αιτητές δεν αποτελούν νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντα, για τους λόγους που λεπτομερώς καταγράφει, και τους οποίους δεν κρίνω σκόπιμο να καταγράψω στο παρόν στάδιο, ενώ, αναφέρει ότι πέραν των επιστολών που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των μερών (οι οποίες αποτελούν τα Τεκμήρια 6 και 7 επί της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση), ανταλλάχθηκαν και τα Τεκμήρια Γ και Δ[9] που επισυνάπτονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, με τον ομνύοντα να αναφέρει στον Καθ’ ου η Αίτηση ότι θεωρεί ότι και οι Αιτητές είναι νόμιμοι κληρονόμοι του αποβιώσαντα και τον Καθ’ ου η Αίτηση να του απαντά με ηλεκτρονικό μήνυμα ημερ. 15.7.2022 ότι διαφωνεί με τον εν λόγω ισχυρισμό του, για τους λόγους που εκεί αναφέρει.
Ακροαματική διαδικασία
Η ακροαματική διαδικασία της παρούσας Αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που υποστηρίζουν αφενός την παρούσα Αίτηση και αφετέρου την Ένσταση, ενώ ουδείς εκ των ομνύοντων αντεξετάστηκε. Αμφότερες δε οι πλευρές ετοίμασαν και παρέδωσαν γραπτές αγορεύσεις στο Δικαστήριο, με τις οποίες οι συνήγοροι των διαδίκων προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους. Έχω μελετήσει με προσοχή αυτές και αναφορά στα επιχειρήματα των συνηγόρων των διαδίκων θα γίνει όπου αυτό κριθεί απαραίτητο κατωτέρω.
Νομική πτυχή
Όπως διαφαίνεται από τη νομική βάση της υπό κρίση Αίτησης, αυτή στηρίζεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, το οποίο παρέχει το ουσιαστικό δίκαιο για την έκδοση ενδιάμεσων προσωρινών διαταγμάτων, η οποία (έκδοση) επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Το άρθρο 32 του Ν. 14/60 έχει τύχει ερμηνείας και αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης σε πληθώρα αποφάσεων των Κυπριακών Δικαστηρίων. Οι προϋποθέσεις που πρέπει απαραίτητα να συνυπάρχουν για να δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος, βάσει του άρθρου 32 του Ν. 14/60, είναι οι εξής:
(α) Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
(β) Ύπαρξη πιθανότητας ότι ο ενάγων δικαιούται σε θεραπεία ή ότι έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας, και
(γ) Δυσκολία ή αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε κατοπινό στάδιο, εκτός αν εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα.
Όπως υποδεικνύεται στην Odysseos v Pieris Estates Ltd and Others (1982) 1 CLR 557, πέραν των πιο πάνω τριών προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Ν. 14/60, το Δικαστήριο θα πρέπει, επιπρόσθετα, να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει τέτοιο διάταγμα (βλ. Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. Πασχάλη Χ΄Βασίλη (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 152). Σε τέτοιου είδους αιτήσεις, ο Αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι πληρούνται σωρευτικά οι τρεις προαναφερόμενες προϋποθέσεις για να δημιουργηθεί το υπόβαθρο επί του οποίου το Δικαστήριο, στην ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, θα προχωρήσει να αποφασίσει υπέρ ή εναντίον της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος.
Είναι δε νομολογημένο ότι το Δικαστήριο, σε αυτό το στάδιο, δεν καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης, κάτι το οποίο θα αποτελέσει την κρίση του κατά την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας είναι η διαπίστωση του κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος (σχετικά παραπέμπω στις υποθέσεις Jonitexo Ltd v Adidas (1984) 1 CLR 663 και Γρηγορίου κ.α. v. Χριστοφόρου κ.α. (1995) 1 ΑΑΔ 248). Στην υπόθεση Milton Investment Co Ltd κ.ά. v. Dryden Group Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 424/11, ημερομηνίας 27.3.2014, τονίστηκε και πάλι πως «στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο το Δικαστήριο πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα που ουσιαστικά θα ισοδυναμούσαν με απόφαση επί της ουσίας της αγωγής». Επομένως, το αντικείμενο εξέτασης σε αυτό το στάδιο είναι κατά πόσο πληρούνται ή όχι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Για σκοπούς ικανοποίησης της πρώτης προϋπόθεσης, δηλαδή της ύπαρξης σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, είναι αρκετό να αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση με βάση τα δικόγραφα (βλ. Κωνσταντίνος Λόρδος κ.ά ν. Πέτρου Σιακόλα κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε143/2015, απόφαση ημερ. 23.03.2017), ECLI:CY:AD:2017:A102. Στην υπόθεση Αθανάσιος Κυριάκου κ.ά ν. Πραξούλας Αντωνιάδου Κυριάκου, Πολ. Έφεση Αρ. Ε301/2016, απόφαση ημερ. 26.09.2017, ECLI:CY:AD:2017:D317, λέχθηκαν τα ακόλουθα, σχετικά:
«Όλα αυτά, όμως, δεν έχουν σχέση με την έννοια του «σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση», που υποδηλώνει συζητήσιμη υπόθεση με βάση τη δύναμη των δικογράφων (Odysseos v. Pieris Estates Ltd (1982) 1 CLR 557). Όπως εξηγείται στο σύγγραμμα Διατάγματα, Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη, πρώτη έκδοση, σελ. 55:
«Με την αναφορά αυτή στην ουσία εισάγεται η γενική προϋπόθεση ότι το δικαίωμα το οποίο επικαλείται ο ενάγων θα πρέπει να είναι αναγνωρισμένο είτε από το νόμο (legal right) είτε από το δίκαιο της επιείκειας (equitable right). Γι’ αυτό και το Δικαστήριο θα πρέπει να βεβαιώνεται ότι υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα αναγνωρισμένο από το νόμο και τις αρχές της επιείκειας, προτού παραχωρήσει τη θεραπεία απαγορευτικού διατάγματος.»[10]
Σε ότι αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, ήτοι αυτή της ύπαρξης πιθανότητας επιτυχίας, είναι αρκετό για το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι, με βάση την ενώπιον του μαρτυρία, υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας του Ενάγοντα στην αγωγή (βλ. Κυτάλα κ.ά. ν. Χρυσάνθου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253). Η έννοια της πιθανότητας επιτυχίας περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το «ισοζύγιο των πιθανοτήτων» που είναι το μέτρο απόδειξης σε αστικές υποθέσεις. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 788, η διαδικασία έκδοσης προσωρινού διατάγματος δεν προσφέρεται για εξέταση αμφισβητούμενων γεγονότων (βλ. επίσης Γρηγορίου (ανωτέρω)). Η διαχρονικότητα των παραπάνω αρχών, διαφαίνεται και από τα όσα λέχθηκαν στην πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ v. CYFIELD-NEMESIS κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. E52/21, ημερ. 10.2.2022, ECLI:CY:AD:2022:A79.
Η τρίτη προϋπόθεση συναρτάται με τα συγκεκριμένα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, και όπως τονίστηκε στην υπόθεση Odysseos (ανωτέρω), το ζήτημα της επάρκειας της θεραπείας των αποζημιώσεων εξετάζεται μέσα στα πλαίσια αυτής της προϋπόθεσης. Όσο απομακρύνεται η πιθανότητα να συνιστά επαρκή θεραπεία η θεραπεία των αποζημιώσεων, τόσο ενισχύεται η πιθανότητα να πληρείται η τρίτη προϋπόθεση. Επιπρόσθετα, στην υπόθεση Κυρισάββας κ.ά. v. Κίζη (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1245, λέχθηκε ότι η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, περιλαμβάνει και άλλα μεταβλητά κριτήρια, εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά, αλλά και ότι ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη. Σχετικές επί τούτου είναι, επίσης, οι υποθέσεις Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1848 και Παπαστράτης ν. Πιερίδης (1979) 1 C.L.R. 231.
Ισοζύγιο της ευχέρειας
Όπως ανέφερα ανωτέρω, μόνο όταν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, προχωρά, στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής του εξουσίας, να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και πρόσφορο να εκδώσει τούτα ή να διατάξει τη συνέχιση της ισχύος τους στη βάση του ισοζυγίου της ευχέρειας (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση της Ελληνικής Τράπεζας Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολ. Αίτηση 41/2023, απόφαση ημερ. 4.7.2023). Όπως δε αναφέρθηκε στην υπόθεση Χρίστος Ευστρατίου v. Dicran Ouzounian and Company Ltd, Πολ. Έφεση 292/2010, απόφαση ημερ. 20.1.2014:
«Τέλος, κρίνουμε ότι δεν ευσταθεί και ο τρίτος λόγος έφεσης και σχετικά είναι αρκετό να υπενθυμίσουμε ότι το ισοζύγιο των πιθανών επιπτώσεων (balance of convenience) έχει στο επίκεντρο του τον κίνδυνο αδικίας που θα προκύψει αν φανεί ότι η απόφαση που δόθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο είναι λανθασμένη. Ο κίνδυνος αυτός εναποθέτει στο Δικαστήριο το καθήκον όπως, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, ισοζυγίζει τα ενώπιον του στοιχεία και υιοθετεί εκείνη την πορεία η οποία φαίνεται να ενέχει τους λιγότερους κίνδυνους αδικίας (βλ. Bacardi & Co. Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(B) A.A.Δ. 788, η οποία υιοθέτησε τα λεχθέντα από το Δικαστή Hoffman στην Films Rover International Ltd v. Cannon Film Sales Ltd [19897] 1 W.L.R. 670)».
Τέλος, σημειώνω ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων είναι ευρεία. Προς τούτο, παραπέμπω στην υπόθεση Καλογήρου ν. C.C.F. Credit Capital Finance Ltd (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1237, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Προτού ασχοληθούμε με τους λόγους έφεσης, σημειώνουμε ότι δεν υπάρχουν αυστηρά οριοθετημένα πλαίσια, μέσα στα οποία ασκείται η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Η κάθε περίπτωση κρίνεται υπό το φως των δικών της γεγονότων και περιστατικών, με γνώμονα πάντοτε το κατά πόσο η έκδοση του διατάγματος είναι αναγκαία, για να καταστεί δυνατή η απονομή της δικαιοσύνης σε κάθε στάδιο, περιλαμβανομένου και αυτού της ικανοποίησης της απόφασης, που τυχόν ήθελε εκδοθεί. Ακολουθεί ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει, παρά μόνο εάν διαπιστώσει ότι η διακριτική αυτή ευχέρεια ασκήθηκε έξω από κάθε πλαίσιο αρχών, που η νομολογία αναγνωρίζει. Τα όσα αναφέρονται στις αποφάσεις, στις οποίες οι συνήγοροι μας παρέπεμψαν, δεν μπορεί παρά να ιδωθούν μέσα στο σύνολο των δικών τους γεγονότων και περιστατικών.»
Εξέταση της υπό κρίση Αίτησης
Δεδομένου ότι κάποιοι εκ των προωθούμενων λόγων ένστασης εκ μέρους του Καθ’ ου η Αίτηση είναι δικαιοδοτικής φύσης ή αφορούν ζητήματα, που, στην περίπτωση που γίνουν δεκτά, μεταβάλλουν και/ή περιορίζουν το υπόβαθρο επί του οποίου μπορούν να προκύψουν οι όποιες αναγκαίες κρίσεις για εξέταση της υπό κρίση Αίτησης, κρίνω ορθότερο όπως τούτα εξεταστούν αρχικώς και η εξέταση της ουσίας της υπό κρίση Αίτησης ακολουθήσει.
Κατεπείγον - άρθρο 9(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6
Όσον αφορά το στοιχείο του κατεπείγοντος για τη μονομερή έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων, χρήσιμη καθοδήγηση προσφέρει η υπόθεση Resola (Cyprus) Ltd. v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598, στην οποία αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Το επείγον για την παροχή θεραπείας αποτελεί δικαιοδοτικό όρο. Μόνο, εφόσο καταδεικνύεται το κατεπείγον του αιτήματος, δικαιολογείται, όλως εξαιρετικά η άσκηση δικαστικής εξουσίας στην απουσία του Εναγομένου. Μόνο τότε μπορεί να συγχωρηθεί η παρέκκλιση από το θεμελιώδη κανόνα της δικαιοσύνης, να ακούσει και τα δύο μέρη πριν εκφέρει κρίση.»
Επομένως, στην περίπτωση που το Δικαστήριο εκδώσει μονομερώς ένα προσωρινό διάταγμα, στη βάση του δικαιοδοτικού όρου του κατεπείγοντος που προνοεί το άρθρο 9 του Κεφ. 6, κατά την ακρόαση για την οριστικοποίηση του εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος, εξετάζει και το στοιχείο του κατεπείγοντος (βλ. Πολιτική Έφεση Ε150/2022, 1. Euroenergy Investments Limited κ.α v. Primafacio Limited, απόφαση ημερ. 16.10.2023).
Επικαλείται ο Καθ’ ου η Αίτηση ότι οι ισχυρισμοί των Αιτητών, στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την υπό εξέταση Αίτηση, είναι εντελώς γενικοί και αόριστοι, εφόσον τούτοι δεν αναφέρουν πότε ακριβώς έλαβαν γνώση του γεγονότος ότι οι υπόλοιποι κληρονόμοι προχωρούσαν με τη διαδικασία καταχώρησης αίτησης διαχείρισης, ούτε και ότι ο ομνύοντας επικοινώνησε με τον Καθ’ ου η Αίτηση στις 14.7.2022, με αποτέλεσμα η προώθηση της υπό κρίση Αίτησης την 1.11.2022, και δη 4 μήνες μετά, να συνιστά καθυστέρηση.
Στη βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου, δεν προκύπτει από το Τεκμήριο Γ που επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση ότι οι Αιτητές γνώριζαν για την καταχώρηση της Αίτησης Διαχείρισης κατ’ εκείνο το στάδιο (και δη στις 14.7.2022). Εκείνο που ανέφεραν στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα ήταν ότι είχαν ενημερωθεί ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση ανέλαβε μία υπόθεση που αφορούσε την περιουσία του αποβιώσαντα και ότι είχε δώσει νομική συμβουλή στους υπόλοιπους κληρονόμους ότι μόνο εκείνοι θεωρούνταν ως νόμιμοι κληρονόμοι, με τους Αιτητές να θέτουν τη θέση τους επί του εν λόγω ζητήματος. Στη βάση δε του περιεχομένου του Τεκμηρίου Γ (στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση), δεν προκύπτει ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση, μέχρι εκείνο το στάδιο (και δη στις 15.7.2022) να ενημέρωσε καθ’ οιονδήποτε τρόπο τους Αιτητές ότι είχε καταχωρηθεί η Αίτηση Διαχείρισης ή ότι είχε εκδοθεί το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021. Είναι δε εμφανές από το Τεκμήριο 6 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση ότι η ύπαρξη της Αίτησης Διαχείρισης έγινε γνωστή στους Αιτητές για πρώτη φορά στις 16.9.2022, όταν οι δικηγόροι τους απέστειλαν σχετική επιστολή εκείνης της ημερομηνίας προς τον Καθ’ ου η Αίτηση, με την οποία ζητούσαν από τον τελευταίο, μεταξύ άλλων, να τους ενημερώσει κατά πόσο είχε εκδοθεί οποιοδήποτε παραχωρητήριο σε σχέση με τη διαχείριση της περιουσίας του αποβιώσαντα, ως επίσης και να σταματήσει οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια μέχρις ότου διευκρινιστεί το ζήτημα των κληρονόμων. Ακολούθως, και δη στις 22.9.2022, ο Καθ’ ου η Αίτηση, μέσω σχετικής επιστολής του, απέστειλε, για πρώτη φορά στους δικηγόρους των Αιτητών, το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021, ενώ τους ενημέρωνε ότι δεν είχε εκδοθεί ακόμη σχετικό διάταγμα διαχείρισης στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης. Στη βάση δε του ενώπιον μου μαρτυρικού υλικού, προκύπτει ότι το διάταγμα διαχείρισης εκδόθηκε στις 19.9.2022. Ακόμα, από την αποστολή της πιο πάνω επιστολής του Καθ’ ου η Αίτηση ημερ. 22.9.2022, οι Αιτητές προέβησαν σε παραστάσεις στον κοινοτάρχη, ο οποίος και, ακολούθως, στις 26.10.2022, ανακάλεσε το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 και εξέδωσε αυτό ημερομηνίας 26.10.2022. Η δε παρούσα Κυρίως Αίτηση και η υπό κρίση Αίτηση καταχωρήθηκαν στις 31.10.2022 και 1.11.2022 αντίστοιχα, και δη μετά από πάροδο 5 ημερών από την ημερομηνία ανάκλησης του πιο πάνω πιστοποιητικού και της έκδοσης του νέου ημερ. 26.10.2022. Στη βάση των ανωτέρω, δεν μπορεί επιτυχώς να υποστηριχθεί ότι υπήρξε οποιαδήποτε καθυστέρηση στην προώθηση της παρούσας διαδικασίας εκ μέρους των Αιτητών.
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, έχω ικανοποιηθεί ότι η πλευρά των Αιτητών έδρασε άμεσα στη λήψη μέτρων για να αναγνωριστούν ως κληρονόμοι στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης, επιζητώντας τις αιτούμενες θεραπείες. Η δε φύση της διαδικασίας της διαχείρισης, ως επίσης και η, κατ’ ουσίαν, άρνηση του Καθ’ ου η Αίτηση να συμπεριλάβει, τους Αιτητές, στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης ως κληρονόμους, εφόσον μέχρι σήμερα δεν κατέθεσε στο πλαίσιο αυτής το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022, ως επίσης και οι συνέπειες αυτής, στους Αιτητές, αναμφίβολα ικανοποιούν το στοιχείο του κατεπείγοντος στην παροχή άμεσης θεραπείας, μονομερώς, σε ότι αφορά, πάντοτε, το προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς.
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω ότι ο, εν προκειμένω, λόγος ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση, δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Μη Αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων
Είναι πάγια νομολογημένο, τόσο στην Αγγλική όσο και την Κυπριακή νομολογία ότι, όπου ο Αιτητής αποτείνεται, μονομερώς στο Δικαστήριο, έχει και την υποχρέωση να φέρει σε γνώση του Δικαστηρίου όλα τα ουσιώδη γεγονότα που μπορεί να ασκήσουν επιρροή στη δικαστική του κρίση. Η παραβίαση του καθήκοντος αποκάλυψης όλων των ουσιαστικών γεγονότων, εκ μέρους του Αιτητή, οδηγεί, συνήθως, στην ακύρωση προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε, μονομερώς, χωρίς το Δικαστήριο να υποχρεώνεται να εξετάσει την ουσία του.
Η πιο πάνω καθιερωμένη νομική αρχή αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθότι η έκδοση προσωρινού διατάγματος, μονομερώς, συνιστά εξαιρετικό μέτρο, εφόσον παρέχεται κατά παρέκκλιση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης που αποκλείει την παροχή θεραπείας χωρίς την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί, όπως έχει χαρακτηριστικά λεχθεί στην υπόθεση Louis Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ. κ.ά. (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 1453. Το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Γρηγορίου κ.α ν. Χριστοφόρου κ.α (1995) 1 Α.Α.Δ 248 είναι χαρακτηριστικό του τρόπου με τον οποίο τα Δικαστήρια αντιμετωπίζουν τυχόν παραβίαση του εν λόγω καθήκοντος πλήρους αποκάλυψης:
«Η διαδικασία με μονομερή αίτηση επιβάλλει στον αιτητή την αποκάλυψη στο Δικαστήριο όλων των ουσιαστικών γεγονότων που μπορεί να ασκήσουν επιρροή στη δικαστική κρίση. Η αίτηση αυτή είναι υψίστης πίστεως (uberrima fides). Ο αιτητής έχει καθήκον να φέρει σε γνώση του Δικαστηρίου οποιαδήποτε γεγονότα γνωρίζει, ή που με εύλογη επιμέλεια θα εγνώριζε, τα οποία μπορεί να είναι ευνοϊκά για τον απόντα διάδικο και μπορεί να ασκήσουν επιρροή στην κρίση του Δικαστηρίου.
Παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων ενώπιον του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου και το Δικαστήριο απαντά: "δεν σας ακούω πλέον" και ακυρώνει τη διαταγή που έδωσε, χωρίς να εξετάσει την ουσία. Τα γεγονότα πρέπει να είναι ουσιώδη για την απόφαση του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση. (Βλ. Attorney-General and Another (No. 2) v. Savvides (1979) 1 C.L.R. 349· NationalLine v. Ship "Sunset" (1986) 1 C.L.R. 393, σελ. 406-412· Zachariades Ltd v. Economides (1989) 1 C.L.R. 437, σελ. 443, 446 · Άνθιμος Δημητρίου v. The Dolphin Insurance Company Limited και Άλλων, (1990) 1 A.A.Δ. 351, Gircotis & Achilleos Limited v. Chr. M. Sarlis & Co. M.S. και Άλλου, (1992) 1(Α) Α.Α.Δ. 360 και Χριστιάνα Στυλιανού, διά της μητρός αυτής Έλλης Στυλιανού ως πλησιεστέρας συγγενούς και φίλης, v. Ανδρέα Στυλιανού, (1992) 1 (Α) Α.Α.Δ. 583.)».
Σημαντικά είναι, επίσης, τα όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση των Commerzbank Auslandsbanken Holding A.G. κ.α. v. Adeona Holdings Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. Ε6/2014, απόφαση ημερ. 27.02.2015, όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Κριτής του τι είναι ουσιώδες, είναι ο δικαστής ο οποίος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν διστάζει να ακυρώσει το ήδη εκδοθέν μονομερές διάταγμα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που διαπιστώνει κακοπιστία και πρόθεση απόκρυψης ή παραπλάνησης του δικαστηρίου. Οδηγός είναι πάντοτε τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης στο πλαίσιο της αντιδικίας των διαδίκων.
Βέβαια δεν είναι κάθε παράλειψη αποκάλυψης που οδηγεί σε ακύρωση. Αν το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια κρίνει ότι η παράλειψη αφορούσε σε ουσιώδες γεγονός, τότε κατά κανόνα ακυρώνει το διάταγμα, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αφαιρέσει κάθε όφελος που απεκόμισε ο αιτητής. Στην αγγλική υπόθεση Bank Mellat v. Nikpour (Mohammad Ebrahaim) (1985) F.S.R. 87 CA, αναφέρθηκε ότι το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, σύμφωνα με την αρχή του locus poenitentiae (ευκαιρία για μεταμέλεια ή διόρθωση), μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδιαίτερα όταν η μη αποκάλυψη είναι αθώα, να ακυρώσει το προηγούμενο διάταγμα και να εκδώσει νέο, υπό όρους (βλ. επίσης Recnex Trading Ltd κ.α. v. Τράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 71/11, ημερ. 16.4.2014). Όμως αυτή η διακριτική ευχέρεια θα πρέπει να ασκείται με αρκετή περισυλλογή, ώστε να μην εξουδετερώνει το μοναδικό κόστος ή «τιμωρία» για μη αποκάλυψη, που δεν είναι άλλο από την ακύρωση του διατάγματος. Στην υπόθεση Brink’s – Mat Ltd v. Elcombe and others [1988] 3 All ER 188 o δικαστής Balcombe LJ επεξηγώντας την ευρεία διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, ανέφερε τα εξής:-
«The rule that an ex parte injunction will be discharged if it was obtained without full disclosure has a two-fold purpose. It will deprive the wrongdoer of an advantage improperly obtained: see R v Kensington Income Tax Commissioners, Ex parte Princess Edmond de Polignac [1917] 1 K.B. 486, 509. But it also serves as a deterrent to ensure that persons who make ex parte applications realise that they have this duty of disclosure and of the consequences (which may include a liability in costs) if they fail in that duty. Nevertheless, this judge-made rule cannot be allowed itself to become an instrument of injustice. It is for this reason that there must be a discretion in the court to continue the injunction, or to grant a fresh injunction in its place, notwithstanding that there may have been non-disclosure when the original ex parte injunction was obtained: see in general Bank Mellat v Nikpour (Mohammad Ebrahaim) [1985] F.S.R. 87, 90 and Lloyds Bowmaker Ltd v Britannia Arrow Holdings Plc., ante p. 1337, a recent decision of this court in which the authorities are fully reviewed. I make two comments on the exercise of this discretion. (1) Whilst, having regard to the purpose of the rule, the discretion is one to be exercised sparingly, I would not wish to define or limit the circumstances in which it may be exercised. (2) I agree with the views of Dillon L.J. in the Lloyds Bowmaker case, at. P. 1349C-D, that if there is jurisdiction to grant a fresh injunction, then there must also be a discretion to refuse, in an appropriate case, to discharge the original injunction.»
Εν προκειμένω, ο Καθ’ ου η Αίτηση ισχυρίζεται ότι οι Αιτητές δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια, εφόσον απέκρυψαν από αυτό το γεγονός ότι υπήρξε αλληλογραφία μεταξύ του ομνύοντα και του Καθ’ ου η Αίτηση στις 14.7.2022 και 15.7.2022 (βλ. Τεκμήρια Γ και Δ επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Ένσταση).
Έχοντας κατά νου το γεγονός ότι στην εν λόγω ηλεκτρονική επικοινωνία που ανταλλάχθηκε μεταξύ των μερών, το μόνο που διαμείφθηκε ήταν οι εκατέρωθεν θέσεις τους ως προς το κατά πόσο οι Αιτητές αποτελούν ή όχι νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντα, αλλά και με δεδομένο ότι στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση, ο ομνύοντας κάνει λόγο για επικοινωνία με τον δικηγόρο (Καθ’ ου η Αίτηση) των υπόλοιπων κληρονόμων, ενώ αναφέρει και επιγραμματικά το τι διαμείφθηκε μεταξύ τους, δεν βλέπω πως η μη αποκάλυψη εκ μέρους των Αιτητών των συγκεκριμένων ηλεκτρονικών μηνυμάτων, αποτελούν απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, για τους σκοπούς της παρούσας Αίτησης.
Τα όσα δε αναφέρει ο Καθ’ ου η Αίτηση στην αγόρευση του ότι οι Αιτητές δεν αποκαλύπτουν μέσω της υπό κρίση Αίτησης του ότι είχαν ενημερωθεί από τον Καθ’ ου η Αίτηση από τις 15.7.2022 ότι βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία παραχώρησης εγγράφων διαχείρισης, με κάθε σεβασμό, τούτα είναι εντελώς ανυπόστατα και αβάσιμα. Ως ήδη προανέφερα ανωτέρω, είναι εμφανές, από το Τεκμήριο Δ επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση, ότι μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο, και δη στις 15.7.2022, δεν φαίνεται ο Καθ’ ου η Αίτηση να ενημέρωσε τους Αιτητές ότι είχε καταχωρηθεί η Αίτηση Διαχείρισης και ότι θα ήταν ο διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα. Το μόνο που είχε αναφέρει στο εν λόγω ηλεκτρονικό του μήνυμα ήταν τη θέση του ότι οι Αιτητές δεν αποτελούν κληρονόμους του αποβιώσαντα. Το γεγονός δε ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση, στο ηλεκτρονικό του μήνυμα ημερ. 22.9.2022 (Τεκμήριο 7 επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα Αίτηση), όταν και πλέον ενημερώνει τους Αιτητές ότι εκκρεμεί η λήψη του διατάγματος διαχείρισης, δεν αναφέρει το παραμικρό περί του προηγούμενης ενημέρωσης τους, έστω τηλεφωνικώς, για την ύπαρξη της εν λόγω Διαχείρισης, δεικνύει και το γεγονός ότι κατά την ανταλλαγή της αλληλογραφίας ημερ. 14.7.2022 και 15.7.2022, οι Αιτητές τίποτα δεν γνώριζαν για την εκκρεμότητα της Αίτησης Διαχείρισης. Το λογικό θα ήταν ότι αν ο ισχυρισμός του Καθ’ ου η Αίτηση, περί προηγούμενης ενημέρωσης των Αιτητών από τον ίδιο για την καταχώρηση της Αίτησης Διαχείρισης, ευσταθούσε, αυτός θα το ανέφερε στο ηλεκτρονικό του μήνυμα ημερ. 22.9.2022 προς τους δικηγόρους των Αιτητών, όταν αυτοί του ζήτησαν το πιστοποιητικό κληρονόμων, ως επίσης και ενημέρωση ως προς το κατά πόσο είχε εκδοθεί διάταγμα διαχείρισης για την περιουσία του αποβιώσαντα.
Με βάση όσα αναφέρονται ανωτέρω, κρίνω ότι στους Αιτητές δεν μπορεί να αποδοθεί απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων στο πλαίσιο της υπό κρίση Αίτησης, ενόψει του ότι ακόμη και αν αποκαλύπτονταν τα ηλεκτρονικά μηνύματα ημερ. 14.7.2022 και 15.7.2022, τούτα δεν θα αποτελούσαν ουσιώδη γεγονότα, τα οποία θα μετέβαλλαν την εικόνα που είχε ήδη ενώπιον του το Δικαστήριο, κατά τη μονομερή εξέταση της υπό κρίση Αίτησης, και τα οποία θα επηρέαζαν την κρίση του Δικαστηρίου.
Συνεπώς, ο πιο πάνω λόγος ένστασης, απορρίπτεται.
Άλλα ζητήματα που εγείρονται μέσω της Ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση τα οποία ο τελευταίος ισχυρίζεται ότι εμποδίζουν το Δικαστήριο από του να εξετάσει την ουσία της υπό κρίση Αίτησης.
- Ισχυρισμός ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Κυρίως Αίτηση είναι προγενέστερη της Κυρίως Αίτησης.
Αποτελεί θέση του Καθ’ ου η Αίτηση ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Κυρίως Αίτηση προηγείται χρονικά της καταχώρησης της τελευταίας και, επομένως, δεν μπορεί να αποτελέσει το πραγματικό υπόβαθρο για τη χορήγηση των θεραπειών που επιζητούνται με αυτήν, αφού το περιεχόμενο της συναρτάται με ανύπαρκτη αίτηση. Το ίδιο ισχύει και για την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ενδιάμεση αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος, η οποία ένορκη δήλωση και πάλι προηγείται, κατά τον Καθ’ ου η Αίτηση, της καταχώρησης της Κυρίως Αίτησης. Επομένως, είναι η θέση του ότι λανθασμένα το Δικαστήριο ανέλαβε δικαιοδοσία χειρισμού της υπόθεσης και προχώρησε στην έκδοση του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος, στο πλαίσιο της εν λόγω Κυρίως Αίτησης, εφόσον τούτη πάσχει από ακυρότητα για τους πιο πάνω λόγους.
Σε ότι αφορά το πιο πάνω ζήτημα, το παρόν Δικαστήριο, υπό την ίδια σύνθεση, εξέτασε τους εν λόγω ισχυρισμούς του Καθ’ ου η Αίτηση και εξέδωσε την ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 14.8.2023, με την οποία απέρριψε τούτους. Τίποτα διαφορετικό δεν έχει τεθεί ενώπιον μου, μέσω της Ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση στην υπό κρίση Αίτηση που θα μπορούσε να ανατρέψει την εν λόγω κρίση μου, την οποία επαναλαμβάνω, για σκοπούς της παρούσας, και παραθέτω, κατωτέρω, το σχετικό απόσπασμα από την ενδιάμεση απόφαση ημερ. 14.8.2023, που εκδόθηκε στο πλαίσιο της παρούσας Κυρίως Αίτησης:
«Οι πιο πάνω ισχυρισμοί του Καθ’ ου η Αίτηση, βασίζονται ουσιαστικά, στους κανονισμούς 15, 16 και 18 του περί της Ηλετρονικής Δικαιοσύνης (Ηλεκτρονική Καταχώριση) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2021 (1/2021), οι οποίοι προβλέπουν τα εξής:
«15. Ο διάδικος φέρει την ευθύνη για την ορθή καταχώριση εγγράφου, καθώς και την τήρηση της προθεσμίας που προβλέπεται για την καταχώρισή του.
16. Έγγραφο δεν θα θεωρείται ως καταχωρηθέν, μέχρις ότου η ηλεκτρονική καταχώριση ολοκληρωθεί και σημειωθεί επιτυχής από το σύστημα, καταβάλλοντας παράλληλα τα νενομισμένα τέλη. Για σκοπούς προθεσμιών ισχύει ο Κανονισμός 18.
18. Ηλεκτρονική καταχώριση η οποία γίνεται μετά τις 13:01, λογίζεται ότι έγινε την επόμενη ημέρα έναρξης της λειτουργίας του Πρωτοκολλητείου»[11].
Στη βάση των πιο πάνω κανονισμών του περί της Ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης (Ηλεκτρονική Καταχώριση) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2021, ο Καθ’ ου η Αίτηση ισχυρίζεται ότι εφόσον οι ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν τόσο την Κυρίως Αίτηση, όσο και την ενδιάμεση αίτηση για προσωρινό διάταγμα, φέρουν χειρόγραφα ημερομηνία 31.10.2022, ενώ η καταχώρηση της Κυρίως Αίτησης στο σύστημα ηλεκτρονικής καταχώρησης, έγινε μεν στις 31.10.2022, αλλά μετά την ώρα 13:01, αυτό έχει ως αποτέλεσμα η καταχώρηση της να λογίζεται ότι έγινε την επόμενη μέρα, ήτοι την 1.11.2022 (βάσει του πιο πάνω Κανονισμού 18). Επομένως, οι ένορκες δηλώσεις (τόσο της Κυρίως, όσο και της ενδιάμεσης αίτησης για προσωρινό διάταγμα), έγιναν πριν την καταχώρηση της Κυρίως Αίτησης και επομένως το περιεχόμενο τους συναρτάται με ανύπαρκτη εναρκτήρια διαδικασία.
Με κάθε σεβασμό στη θέση αυτή του Αιτητή, είναι η άποψη μου ότι συνδυασμένη ανάγνωση των κανονισμών 15, 16 και 18 του περί της Ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης (Ηλεκτρονική Καταχώριση) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2021, δεικνύει ότι τα όσα εκεί αναφέρονται, αφορούν τις προθεσμίες καταχώρησης δικογράφων, προφανώς για σκοπούς προγραμματισμού (αφ’ ης στιγμής το ηλεκτρονικό σύστημα καταχώρησης λειτουργεί επί 24ώρου βάσεως, ενώ η όποια φυσική παρέμβαση στο σύστημα περιορίζεται εντός των ωρών λειτουργίας και αποδοχής καταχωρήσεων από τους λειτουργούς του Πρωτοκολλητείου) και σκοπό δεν έχουν να μεταβάλουν το αδιαμφισβήτητο ενός γεγονότος, και δη π.χ το πότε, υπό ποιες συνθήκες και ποια ώρα καταχωρήθηκε κάτι. Εν προκειμένω, η Κυρίως Αίτηση και η ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει καταχωρήθηκαν και οι δύο στο σύστημα ηλεκτρονικής καταχώρησης στις 31.10.2022 και ώρα 14.48, ενώ η ενδιάμεση αίτηση και η ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει την 1.11.2022 και ώρα 8.50. Είναι εμφανές από το ηλεκτρονικό σύστημα καταχώρησης (στο οποίο βρίσκεται ο ηλεκτρονικός φάκελος του Δικαστηρίου) ότι η Κυρίως Αίτηση και η ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει καταχωρήθηκαν την ίδια μέρα και ώρα, με αποτέλεσμα την μέρα και ώρα που γινόταν η ένορκη δήλωση, να υπάρχει ταυτόχρονα στο ηλεκτρονικό σύστημα (και επομένως στον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης) και η Κυρίως Αίτηση, στην οποία ξεκάθαρα αποδίδετο η ιδιότητα των Αιτητών. Επομένως, το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Κυρίως Αίτηση συναρτάτο, κατά τον χρόνο που αυτή γινόταν, με απόλυτα υπαρκτή εναρκτήρια διαδικασία και δεν μπορεί να εκληφθεί ότι η Κυρίως Αίτηση ήταν ανύπαρκτη επειδή, στη βάση των κανονισμών του περί της Ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης (Ηλεκτρονική Καταχώριση) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2021, λογίζεται ότι καταχωρήθηκε την επόμενη μέρα.
Επομένως, κρίνω τον εν λόγω ισχυρισμό του Καθ’ ου η Αίτηση ανυπόστατο και ως εκ τούτου αυτός απορρίπτεται».
Συνεπώς, ο εν προκειμένω λόγος ένστασης, για τους πιο πάνω λόγους, απορρίπτεται.
- Η Κυρίως Αίτηση και συνεπώς και η υπό κρίση Αίτηση δεν υφίστανται εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση υπό την ιδιότητα του ως Διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα/ Στέρηση του δικαιώματος του να προβάλει την ένσταση του στην υπό κρίση Αίτηση υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα.
Αποτελεί βασική θέση του Καθ’ ου η Αίτηση ότι η καταχώρηση της τροποποιημένης Κυρίως Αίτησης πάσχει, καθότι το διάταγμα τροποποίησης που εκδόθηκε από το παρόν Δικαστήριο στις 14.8.2023 δεν προνοεί προθεσμία εντός της οποίας οι Αιτητές όφειλαν να προβούν στην καταχώρηση της τροποποιημένης Κυρίως Αίτησης. Εξ αρχής αναφέρω ότι ο εν λόγω ισχυρισμός του Αιτητή και όλες οι συναφείς του θέσεις και αιτιάσεις, είναι παντελώς ανυπόστατες και αβάσιμες. Στη βάση του λόγου της υπόθεσης Ο Φιλελεύθερος Λτδ και Άλλοι (2003) 1 ΑΑΔ 1729, η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι το συντεταγμένο διάταγμα, αλλά η πλήρης απόφαση, περιλαμβανομένου και του σκεπτικού της. Το πιο κάτω απόσπασμα είναι απόλυτα σχετικό:
«Η απάντηση στο τεθέν ζήτημα εξαρτάται από το περιεχόμενο του πρακτικού της πρωτόδικης απόφασης και όχι από το περιεχόμενο του συντεταγμένου διατάγματος. Τούτο γιατί η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι το συντεταγμένο διάταγμα (drawn up order) αλλά η πλήρης απόφαση περιλαμβανομένου και του σκεπτικού της. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί στην Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 761, 771:
«Σύμφωνα με τη Δ.34 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, η απόφαση καταχωρείται σε Βιβλίο το οποίο κρατείται για το σκοπό αυτό. Το συντεταγμένο διάταγμα, που καταχωρείται όπως αναφέρεται στον Κανονισμό 3 της Δ.34, "it shall state as concisely as possible the judgment of the Court, and, where it shall seem to the Court necessary or advisable, the grounds of the judgment". Συνήθως όμως περιέχει μόνο το διατακτικό της απόφασης, κυρίως για σκοπούς εκτέλεσης.
Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι το συντεταγμένο διάταγμα - ("drawn up order"), αλλά η πλήρης απόφαση, περιλαμβανομένου και του σκεπτικού της. Η συντεταγμένη, ή/και καταχωρημένη - ("drawn up" ή "entered") - απόφαση δεν αποτελεί το πλήρες πρακτικό - ("record"). Δεν υπάρχει ορισμός του όρου 'απόφαση', αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να περιορίζεται στην καταχωρημένη και/ή συντεταγμένη - ("drawn up") - διαταγή του Δικαστηρίου.»
(Βλ. και Katarina Shipping Inc. v. The Cargo now on Board The Ship "Poly" (1978) 1 C.L.R. 486)».
Είναι εμφανές από το κείμενο της ενδιάμεσης απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου (ημερ. 14.8.2023) ότι το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως η τροποποιημένη Κυρίως Αίτηση καταχωρηθεί εντός 20 ημερών από τη σύνταξη του διατάγματος. Εν προκειμένω, το διάταγμα ημερ. 14.8.2023, επανασυντάχθηκε, και τούτο δεν έχει αμφισβητηθεί από καμία πλευρά, στις 6.9.2023, και η τροποποιημένη Κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε στις 18.9.2023. Επομένως, η καταχώρηση της έγινε εντός των 20 ημερών από την επανασύνταξη του εν λόγω διατάγματος. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η προθεσμία των 20 ημερών μετρά από την σύνταξη του εν λόγω διατάγματος, που ήταν στις 31.8.2023, και πάλι η τροποποιημένη Κυρίως Αίτηση καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα και, συνεπώς, οι εν λόγω ισχυρισμοί του Καθ’ ου η Αίτηση ουδόλως ευσταθούν.
Σε ότι δε αφορά τη θέση του ότι η διαδικασία της Κυρίως Αίτησης εναντίον του, υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα, ξεκινά με την επίδοση προς αυτόν της τροποποιημένης Κυρίως Αίτησης και, συναφώς, οι Αιτητές όφειλαν μαζί με την τροποποιημένη Κυρίως Αίτηση να του επιδώσουν και τροποποιημένη την υπό κρίση Αίτηση, για να του δοθεί η ευκαιρία να τοποθετηθεί επ’ αυτής, αλλά και ότι το Δικαστήριο δεν έδωσε οδηγίες για την καταχώρηση τροποποιημένων δικογράφων, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται τα δικαιώματα του να υπερασπιστεί τον εαυτό του στην παρούσα διαδικασία, ούτε αυτή με βρίσκει σύμφωνη. Και εξηγώ.
Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζω ότι στη βάση της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου ημερ. 14.8.2023 εκείνο για το οποίο διατάχθηκε η τροποποίηση της Κυρίως Αίτησης ήταν μόνο η τροποποίηση του τίτλου αυτής, ούτως ώστε να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση ενάγεται υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα. Εν προκειμένω, επομένως, δεν ετίθετο ζήτημα υποκατάστασης διαδίκου στη βάση της Δ.9, ως αιτιάται ο Καθ’ ου η Αίτηση. Όπως το παρόν Δικαστήριο αποφάσισε στο πλαίσιο της ενδιάμεσης απόφασης του ημερ. 14.8.2023, η τροποποίηση του τίτλου της Κυρίως Αίτησης δεν αφορούσε υποκατάσταση διαδίκου. Το πιο κάτω απόσπασμα από την εν λόγω ενδιάμεση απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, είναι σχετικό:
«Επομένως, αφ' ης στιγμής ο διάδικος εναντίον του οποίου κινήθηκε η εν λόγω διαδικασία, αντιλαμβάνεται υπό ποια ιδιότητα ενάγεται, το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να του επιτρέψει να επωφεληθεί από τη λανθασμένη περιγραφή διαδίκου στον τίτλο της διαδικασίας, από τη στιγμή που όλοι γνωρίζουν την πραγματικότητα. Και σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του εξουσία και να επιτρέψει την τροποποίηση του τίτλου της Κυρίως Αίτησης, ούτως ώστε να διορθωθεί/ αρθεί αυτή η παρατυπία και η λανθασμένη περιγραφή ονόματος και ο τίτλος της διαδικασίας να αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Καταλήγω δε, στη βάση των πιο πάνω, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία πως η παρούσα περίπτωση δεν αφορά υποκατάσταση διαδίκου (στη βάση της Δ.9) ή σε περίπτωση όπου η τροποποίηση θα οδηγούσε στη μετατροπή της διαδικασίας από διαδικασία εναντίον ανύπαρκτου προσώπου σε διαδικασία εναντίον ενός υπαρκτού προσώπου. Τουναντίον, ο Καθ' ου η Αίτηση είναι καθ' όλα υπαρκτό πρόσωπο, εντούτοις εκ λάθους και/ή εκ παραδρομής δεν αναγράφηκε η ιδιότητα, βάσει της οποίας αυτός ενάγεται, στον τίτλο της εναρκτήριας διαδικασίας που καταχωρήθηκε εναντίον του. Βρισκόμαστε, επομένως, θεωρώ, μπροστά σε καθαρή περίπτωση λανθασμένης περιγραφής διαδίκου (misnomer)».
Το δε γεγονός ότι δεν έγινε οποιαδήποτε πρόνοια στο εν λόγω διάταγμα για καταχώρηση τροποποιημένης ενδιάμεσης αίτησης και/ή ένστασης σε αυτήν, ουδόλως ακυρώνει την όλη διαδικασία. Το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Ferro Fashions Limited ν. Fashion Box SRL (1999) 1 ΑΑΔ 1805, είναι απόλυτα σχετικό:
«Η τροποποίηση του τίτλου της αγωγής αναφέρεται σε ολόκληρη την αγωγή και συνεπώς οποιοδήποτε διάβημα υπάρχει καταχωρημένο στο φάκελο αυτόματα τροποποιείται όταν η αίτηση εγκριθεί.
Το θέμα έχει εξεταστεί στην υπόθεση Έλληνας κ.ά. ν. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 485, 488, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
" Ποίος είναι ο τίτλος της αγωγής; Η απάντηση είναι, εκείνος τον οποίο φέρει η αγωγή περιλαμβανομένης και κάθε τροποποίησης του. Η Δ.9 διέπει την τροποποίηση του τίτλου της αγωγής περιλαμβανομένης και της αντικατάστασης εναγομένου (ο οποίος αποβιώνει) με το διαχειριστή της περιουσίας του. Μετά την τροποποίηση του τίτλου της αγωγής η αντιδικία συνεχίζεται μεταξύ του ενάγοντος και εναγομένου ωσάν ο νέος εναγόμενος να ήταν εξαρχής ο εναγόμενος (Δ.9 θ.11). Επιβάλλεται όμως η επίδοση του τροποποιημένου κλητηρίου εντάλματος στον νέο εναγόμενο. Οποτεδήποτε τροποποιηθεί ο τίτλος της αγωγής με την προσθήκη, αντικατάσταση ή υποκατάσταση διαδίκων όλα τα "έγγραφα" (documents) τα οποία υποβάλλονται μεταγενέστερα πρέπει να τιτλοφορούνται με τον αρχικό καθώς και τον τροποποιημένο τίτλο της αγωγής (Δ.63 θ.2). Με την τροποποίηση του τίτλου μεταβάλλεται το πλαίσιο της αγωγής και επαναπροσδιορίζονται οι αντίδικοι. Ο όρος "έγγραφα" περιλαμβάνει κάθε ένδικο μέσο καθώς και κάθε έγγραφο το οποίο καταχωρείται στο πλαίσιο της διαδικασίας όπως ένορκες δηλώσεις και ειδοποιήσεις."
Με την τροποποίηση του τίτλου τροποποιείται το κλητήριο ένταλμα και όλα τα μεταγενέστερα διαβήματα που έχουν ήδη καταχωρηθεί. Ασφαλώς και δεν απαιτείται αίτηση για τροποποίηση όλων των διαβημάτων και εγγράφων που βρίσκονται καταχωρημένα, γιατί έτσι θα καταλήγαμε σε παράλογα αποτελέσματα. Εκείνο που απαιτείται από τη νομολογία είναι η καταχώρηση του τροποποιηθέντος δικογράφου, ούτως ώστε ο φάκελος της δικογραφίας να τηρείται ορθά».
Στην παρούσα περίπτωση, σημειώνω ότι, ως τούτο προκύπτει από τον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης, η τροποποιημένη Κυρίως Αίτηση επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση στις 22.9.2022 και, επομένως, στη βάση των πιο πάνω, το τροποποιημένο εναρκτήριο μέσο επιδόθηκε προς αυτόν. Το γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν έδωσε οδηγίες για να καταχωρηθεί και τροποποιημένη η υπό κρίση Αίτηση και να επιδοθεί στον Καθ’ ου η Αίτηση, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η υπό κρίση Αίτηση συνεχίζει εναντίον του υπό την προσωπική του ιδιότητα ή ότι τούτη δεν υφίσταται ενώπιον του Δικαστηρίου ή ακόμη ότι δεν του δόθηκε η ευκαιρία να προβάλει την υπεράσπιση του σε αυτήν. Τουναντίον, είναι ξεκάθαρο από τα πιο πάνω ότι όταν αίτηση τροποποίησης του τίτλου της αγωγής (εδώ της εναρκτήριας αίτησης) εγκριθεί, τότε οποιοδήποτε διάβημα υπάρχει καταχωρημένο στο φάκελο αυτόματα τροποποιείται και, επομένως, και ο τίτλος της υπό εξέταση Αίτησης. Πέραν όμως τούτου, εν προκειμένω, υπενθυμίζω ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση, και παρά το ότι δεν δόθηκαν σχετικές οδηγίες από το Δικαστήριο, προχώρησε στην καταχώρηση τροποποιημένης Ένστασης στην υπό κρίση Αίτηση (στις 20.11.2023), ενώ στη βάση των όσων ρητώς ο ίδιος δήλωσε ενώπιον του Δικαστηρίου[12], κατά την ακρόαση της υπό εξέταση Αίτησης, στην παρούσα ενδιάμεση διαδικασία προέβαλε ό,τι λόγο ένστασης επιθυμούσε να προβάλει υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα, με αποτέλεσμα το όποιο επιχείρημα και συναφής αιτίαση του ότι του στερήθηκε το δικαίωμα να προβάλει την ένσταση του, στην παρούσα διαδικασία, υπό την πιο πάνω ιδιότητα του, να είναι παντελώς ανυπόστατη και αβάσιμη.
Ως εκ τούτου, απορριπτέοι στην ολότητα τους και οι πιο πάνω ισχυρισμοί του Καθ’ ου η Αίτηση.
- Ισχυρισμός ότι ο ομνύοντας στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση δεν νομιμοποιείται να ενεργεί εκ μέρους άφαντου προσώπου και τούτο συνεπάγεται σε ανικανότητα του να υπογράψει έγκυρο διοριστήριο των δικηγόρων που εκπροσωπούν τους Αιτητές.
Εξ αρχής σημειώνω ότι η πιο πάνω θέση του Καθ’ ου η Αίτηση είναι παντελώς αβάσιμη και ανυπόστατη. Κατ’ αρχάς, πουθενά δεν προκύπτει από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει είτε την Κυρίως Αίτηση είτε την υπό εξέταση ενδιάμεση αίτηση ότι ο ομνύοντας ορκίζεται τούτες τις ένορκες δηλώσεις εκ μέρους της μητέρας του, η οποία κηρύχθηκε άφαντη δυνάμει σχετικού διατάγματος (βλ. Τεκμήριο 4 επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση). Το δε διοριστήριο που υπέγραψε στους δικηγόρους του, και ως τούτο προκύπτει από τον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης, το υπέγραψε για να τους διορίσει ως δικηγόρους του ιδίου και όχι της μητέρας του, πράγμα που προφανώς νομιμοποιείτο να πράξει. Το ζήτημα δε του κατά πόσο ο ομνύοντας αποτελεί κληρονόμο του αποβιώσαντα και αν η μητέρα του, ως κηρυχθείσα άφαντη, τεκμαίρεται, στη βάση των προνοιών του σχετικού Νόμου, ότι βρίσκεται ακόμη εν ζωή, είναι ζητήματα τα οποία θα απασχολήσουν προφανώς, το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της Κυρίως Αίτησης, όταν και θα αξιολογήσει τις εκατέρωθεν θέσεις των διαδίκων ως προς το κατά πόσο οι Αιτητές αποτελούν νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντα.
Συνεπώς και ο πιο πάνω λόγος ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση, απορρίπτεται.
Ένεκα της απόρριψης των πιο πάνω λόγω ένστασης και των ζητημάτων δικαιοδοτικής φύσης που προβλήθηκαν από τον Καθ’ ου η Αίτηση, προχωρώ τώρα να εξετάσω την ουσία της υπό κρίση Αίτησης.
Έχοντας κατά νου τις πιο πάνω νομικές αρχές,, ως αυτές τέθηκαν ανωτέρω στη νομική πτυχή, και τη μαρτυρία του έχει τεθεί ενώπιον μου από αμφότερους τους διαδίκους, χωρίς όμως στο παρόν στάδιο να διενεργείται οποιαδήποτε υποκειμενική αξιολόγηση ως προς την όποια αξιοπιστία αυτής και χωρίς το Δικαστήριο να αποφαίνεται επί της ουσίας της διαφοράς των μερών, προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την έκδοση/ οριστικοποίηση του αιτούμενου ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος.
Δεδομένης της θέσης του Καθ’ ου η Αίτηση, όπως τούτη αναπτύχθηκε στη γραπτή του αγόρευση, ότι η Κυρίως Αίτηση αποτελεί ακατάλληλο ένδικο μέσο για την απόδοση των αιτούμενων με αυτήν θεραπειών, κρίνω ορθό όπως η θέση του αυτή εξεταστεί σε συνδυασμό με τον ισχυρισμό του που θέλει τις δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 να μην ικανοποιούνται.
Η πιο πάνω θέση του βασίζεται σε δύο άξονες. Κατ’ αρχάς, ισχυρίζεται ο Καθ’ ου η Αίτηση ότι, εν προκειμένω, δεν υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση καθότι το Δικαστήριο, στη βάση των προνοιών των άρθρων 29(1) και (6) του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου, Κεφ. 189, δεν έχει εξουσία να διατάξει την τροποποίηση, ανάκληση ή αντικατάσταση του Πιστοποιητικού Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 που εκδόθηκε από τον κοινοτάρχη, παρά μόνο του πιστοποιητικού κληρονόμων που εκδίδεται από τον Πρωτοκολλητή επικύρωσης διαθηκών, με αποτέλεσμα οι αιτούμενες, στην Κυρίως Αίτηση, θεραπείες να μην μπορούν να τους αποδοθούν. Κατά δεύτερο, ισχυρίζεται ότι οι Αιτητές δεν τυγχάνουν κληρονόμοι του αποβιώσαντα, ενώ προσπαθούν να αναγνωρισθούν ως τέτοιοι μέσω λανθασμένου δικονομικού διαβήματος, εφόσον οι αιτούμενες θεραπείες εκφεύγουν των ορίων του άρθρου 53 του Κεφ. 189 και το κατάλληλο ένδικο μέσο για να αποφασιστούν τα επίδικα ζητήματα, είναι η αγωγή.
Υπενθυμίζω εδώ ότι για σκοπούς εξέτασης της πρώτης προϋπόθεσης, το Δικαστήριο αντλεί καθοδήγηση από τα δικόγραφα και εξετάζει αν στη βάση αυτών αποκαλύπτεται κάποια γνωστή στο Νόμο αιτία αγωγής, η οποία, αν επιτύχει, θα έχει ως συνέπεια την παροχή θεραπείας στους Αιτητές.
Το άρθρο 29 του Κεφ. 189 προνοεί τα ακόλουθα:
29.-(1) Οπoιoσδήπoτε κληρovόμoς απoθαvόvτoς πρoσώπoυ δύvαται με αίτηση τoυ vα ζητήσει από τov πρωτoκoλλητή επικύρωσης διαθηκώv της επαρχίας στηv oπoία o απoθαvώv είχε τov τελευταίo ή τo συvήθη τόπo της διαμovής τoυ, τηv έκδoση πιστoπoιητικoύ δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ και η αίτηση αυτή πρέπει vα συvoδεύεται από δήλωση στηv oπoία φαίvovται τα ovόματα τωv κληρovόμωv τoυ απoθαvόvτoς και κατά πόσo oπoιoσδήπoτε από τoυς κληρovόμoυς αυτoύς τελεί υπό αvικαvότητα από πλήρη απoγραφή της περιoυσίας τoυ απoθαvόvτoς περιλαμβαvoμέvης δήλωσης για τηv αξία της περιoυσίας αυτής και κατάστασης για τα χρέη πoυ oφείλovται στηv κληρovoμιά από έvoρκη δήλωση τoυ αιτητή και τoυ κoιvoτάρχη τoυ τόπoυ όπoυ o απoθαvώv είχε τη συvήθη διαμovή τoυ η oπoία βεβαιώvει ότι, εξ όσωv κάλλιov αυτoί γvωρίζoυv και πιστεύoυv, η δήλωση πoυ αφoρά τoυς κληρovόμoυς και η απoγραφή της περιoυσίας (η oπoία αvαφέρεται στo άρθρo αυτό ως "η απoγραφή πoυ καταχωρίστηκε από τov αιτητή") είvαι ακριβείς.
(2)Πριv από τηv έκδoση πιστoπoιητικoύ δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ, o πρωτoκoλλητής επικύρωσης διαθηκώv δύvαται vα απαιτήσει από τov αιτητή vα δώσει περαιτέρω πληρoφoρίες με έvoρκη δήλωση, ή vα δημoσιεύσει τέτoιες αγγελίες ως o πρωτoκoλλητής επικύρωσης διαθηκώv ήθελε διατάξει.
(3)Όταv τηρηθoύv από τov αιτητή oι διατάξεις τωv εδαφίωv (1) και (2), και αv o πρωτoκoλλητής επικύρωσης διαθηκώv ικαvoπoιηθεί ότι:-
(α) η ακαθάριστη αξία της κληρovoμιάς τoυ απoθαvόvτoς (πριv από τηv πληρωμή τωv χρεώv και τωv δαπαvώv της κηδείας) δεv υπερβαίvει τις δέκα χιλιάδες λίρες σε αξία
(β) η κληρovoμιά δεv περιήλθε στov Πρόεδρo τoυ Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ δυvάμει τoυ εδαφίoυ (1) τoυ άρθρoυ 26
(γ) δεv εκδόθηκε παραχωρητήριo oύτε εκκρεμεί αίτηση για έκδoση παραχωρητηρίoυ σχετικά με τηv κληρovoμιά αυτή και
(δ) έχoυv περάσει δεκατέσσερις ημέρες από τo θάvατo τoυ απoθαvόvτoς,
o πρωτoκoλλητής επικύρωσης διαθηκώv δύvαται vα εκδώσει πιστoπoιητικό πoυ κατovoμάζει τoυς κληρovόμoυς τoυ απoθαvόvτoς[13].
(4) […]
(5) […]
(6) Τo Δικαστήριo αυτεπάγγελτα ή με αίτηση oπoιoυδήπoτε πρoσώπoυ πoυ έχει συμφέρov δύvαται vα αvακαλέσει ή τρoπoπoιήσει πιστoπoιητικό πoυ εκδόθηκε δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ αv ικαvoπoιείται ότι oπoιαδήπoτε από τα θέματα πoυ εκτίθεvται στα έγγραφα πoυ καταχωρίστηκαv από τov αιτητή είvαι αvακριβής, ή ότι θα έπρεπε vα γίvει δεκτή αίτηση για έκδoση παραχωρητηρίoυ σχετικά με τηv κληρovoμιά πoυ συvιστά τo αvτικείμεvo τoυ πιστoπoιητικoύ, και oπoιoδήπoτε πιστoπoιητικό πoυ αvακαλείται κατά τov πιo πάvω τρόπo παραδίvεται στo Δικαστήριo και ακυρώvεται:
(7) […]».
Είναι εμφανές από τις πιο πάνω νομοθετικές πρόνοιες ότι η έκδοση πιστοποιητικού κληρονόμων από τον Πρωτοκολλητή γίνεται μόνο όταν, μεταξύ άλλων, η ακαθάριστη αξία της περιουσίας του αποβιώσαντα δεν ξεπερνά τις ΛΚ 10.000 (Ευρώ 17.100) και όταν δεν έχει εκδοθεί παραχωρητήριο. Εν προκειμένω, και ως τούτο είναι ξεκάθαρο από τα Τεκμήρια 3 και 8 τα οποία επισυνάπτονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση, η συνολική αξία της περιουσίας του αποβιώσαντα (κινητή και ακίνητη) υπερβαίνει τις ΛΚ 10.000 (Ευρώ 17.100) (βλ. Τεκμήριο 3), ενώ σε σχέση με την περιουσία του αποβιώσαντα έχει ήδη εκδοθεί παραχωρητήριο (έγγραφα διαχείρισης) στον Καθ’ ου η Αίτηση (βλ. Τεκμήριο 8).
Στη βάση των ανωτέρω, στην προκειμένη περίπτωση, δεν θα μπορούσε να εκδοθεί πιστοποιητικό από τον Πρωτοκολλητή που να κατονομάζει τους κληρονόμους του αποβιώσαντα στη βάση του άρθρου 29 του Κεφ. 189. Ούτε βεβαίως προκύπτει από το ενώπιον μου μαρτυρικό υλικό ότι προωθήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο από οποιοδήποτε πρόσωπο η διαδικασία του άρθρου 29 του Κεφ. 189 για την έκδοση πιστοποιητικού δυνάμει του εν λόγω άρθρου και, επομένως, δεν προκύπτει να έχει εκδοθεί τέτοιο πιστοποιητικό στην παρούσα περίπτωση. Εν πάση περιπτώσει, από το λεκτικό και μόνο των αιτούμενων, στην Κυρίως Αίτηση, θεραπειών, και παρά τη συμπερίληψη στη νομική βάση της Αίτησης του άρθρου 29, προκύπτει αβίαστα ότι, εν προκειμένω, δεν επιζητείται η τροποποίηση, ανάκληση και αντικατάσταση του πιστοποιητικού που εκεί προβλέπεται (στο άρθρο 29), αλλά του σχετικού πιστοποιητικού που εξέδωσε ο κοινοτάρχης, την 1.11.2021, και το οποίο καταχωρήθηκε στο φάκελο της Αίτησης Διαχείρισης ως αναγκαίο έγγραφο για να μπορεί να εκδοθεί το παραχωρητήριο στον Καθ’ ου η Αίτηση. Κατά συνέπεια, το αν ικανοποιείται η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, θα εξεταστεί στη βάση της έτερης νομικής βάσης της Κυρίως Αίτησης και δη το άρθρο 53 του Κεφ. 189.
Το άρθρο 53 του Κεφ. 189, προνοεί τα εξής:
«53.-(1) Πρoσωπικoί αvτιπρόσωπoι ή oπoιoσδήπoτε από αυτoύς, πιστωτές, κληρoδόχoι ή oι πλησιέστερoι συγγεvείς, ή πρόσωπα πoυ αξιώvoυv μέσω τωv εv λόγω πιστωτώv ή δικαιoύχωv με εκχώρηση ή με άλλo τρόπo, δύvαvται vα ζητήσoυv από τo Δικαστήριo με εvαρκτήρια κλήση (originating summons) τηv επίλυση, χωρίς διαχείριση της κληρovoμιάς σε Δικαστήριo, oπoιoυδήπoτε από τα πιo κάτω ζητήματα ή θέματα:
(α) oπoιoδήπoτε ζήτημα πoυ επηρεάζει τα δικαιώματα ή τα συμφέρovτα τoυ πρoσώπoυ πoυ αξιώvει ότι είvαι πιστωτής, κληρoδόχoς, o πλησιέστερoς συγγεvής ή εκ τoυ vόμoυ κληρovόμoς
(β) τη διακρίβωση oπoιασδήπoτε τάξης πιστωτώv, κληρoδόχωv, πλησιέστερωv συγγεvώv ή άλλωv
(γ) τηv παρoχή oπoιωvδήπoτε συγκεκριμέvωv λoγαριασμώv από τoυς εκτελεστές ή τoυς διαχειριστές και όταv είvαι αvαγκαίo, τα απoδεικτικά στoιχεία τωv εv λόγω λoγαριασμώv
(δ) τηv καταβoλή στo Δικαστήριo oπoιωvδήπoτε χρημάτωv πoυ βρίσκovται στα χέρια τωv εκτελεστώv ή τωv διαχειριστώv
(ε) τηv έκδoση διαταγώv πρoς τoυς εκτελεστές ή τoυς διαχειριστές για vα διαπράξoυv ή vα απέχoυv από τη διάπραξη oπoιασδήπoτε συγκεκριμέvης πράξης υπό τηv ιδιότητα τoυς ως εκτελεστώv ή διαχειριστώv
(στ) τηv έγκριση oπoιασδήπoτε πώλησης, αγoράς, συμβιβασμoύ ή άλλης συvαλλαγής
(ζ) τηv επίλυση oπoιoυδήπoτε ζητήματoς πoυ πρoκύπτει κατά τη διαχείριση της κληρovoμιάς.
(2) Οι Διαδικαστικoί Καvovισμoί πoυ ισχύoυv εκάστoτε, oι oπoίoι αφoρoύv εvαρκτήριες κλήσεις (originating summons) εφαρμόζovται σε κάθε διαδικασία δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ.
[…]»
Χρήσιμη καθοδήγηση ως προς την εφαρμογή του άρθρου 53 του Κεφ. 189 προσφέρει η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Νικόλα Σιδέρη κ.ά (2009) 1(Β) Α.Α.Δ. 1390, από την οποία παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα:
«Η καταχώρηση εναρκτήριας αίτησης με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 53 του περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμου, Κεφ. 189 σαφώς δεν στοχεύει στην επίλυση διαφορών αναφορικά με τις οποίες υπάρχει έντονη αμφισβήτηση είτε πρόκειται για υποχρεώσεις της περιουσίας απορρέουσες από χρέη προς τρίτους ή αντιστρόφως κλπ.. Το άρθρο 53 του νόμου και οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους το άρθρο τούτο παραπέμπει, τυγχάνουν εφαρμογής αποκλειστικά για τους σκοπούς του εν λόγω άρθρου. Το θέμα της διαφοράς, δηλαδή κατά πόσο η περιουσία της αποβιώσασας είναι υπόλογη ή όχι στην πληρωμή του χρέους η ύπαρξη του οποίου έντονα αμφισβητείται από τους αιτητές, φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι βρίσκεται εκτός της εμβέλειας τόσο των προνοιών του άρθρου 53 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Νόμου όσο και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους η διάταξη παραπέμπει.»
Όπως δε αναφέρεται στο σύγγραμμα Κυπριακό Κληρονομικό Δίκαιο, του Α. Κ. Αιμιλιανίδη, 3η έκδοση, στη σελ. 222-223:
«Η εναρκτήρια κλήση δεν συνιστά αίτημα για διαχείριση της κληρονομιάς και δεν συνιστά ορθό δικονομικό μέτρο όταν υπάρχει σε εξέλιξη διαχείριση της κληρονομιάς. Συνιστά απλώς μέθοδο για την επίλυση συγκεκριμένων ζητημάτων που αφορούν την κληρονομική διαδοχή του αποβιώσαντος, ανεξάρτητα από τη διαχείριση της κληρονομιάς και τυχόν αγωγή για διαχείριση της κληρονομιάς ή και την ύπαρξη διαχειριστών ή εκτελεστών.
[…]
Η εναρκτήρια κλήση μπορεί επομένως να χρησιμοποιηθεί, είτε κατά το στάδιο πριν την αγωγή για διαχείριση της κληρονομιάς, είτε και κατά το στάδιο μετά την αγωγή για διαχείριση της κληρονομιάς, είτε και μετά την παραχώρηση παραχωρητηρίου διαθήκης ή εγγράφων διαχείρισης.»
Έχοντας κατά νου τα ανωτέρω, τη διακρίβωση του κατά πόσο οι Αιτητές αποτελούν νόμιμους κληρονόμους ή όχι του αποβιώσαντα και κατ’ επέκταση κατά πόσο το Πιστοποιητικό Θανάτου και Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 που καταχωρήθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Διαχείρισης πρέπει να αντικατασταθεί με αυτό που εκδόθηκε από τον κοινοτάρχη στις 26.10.2022, ούτως ώστε αυτοί να αναγνωριστούν, δικαστικώς, στο πλαίσιο της εν λόγω Διαχείρισης, ως κληρονόμοι, κρίνω ότι αποτελεί ζήτημα που εμπίπτει εντός των ορίων του άρθρου 53 του Κεφ. 189, και δη των προνοιών των άρθρων 53(1) και (2) αυτού, με αποτέλεσμα η παρούσα εναρκτήρια διαδικασία που καταχώρησαν οι Αιτητές να αποτελεί ορθό δικονομικό μέσο για την επιδίωξη των αιτούμενων θεραπειών.
Σημειώνω εδώ ότι έχω ανατρέξει στην υπόθεση Αναφορικά με τον Παναγιώτη Ευστρατίου (1997) 1 ΑΑΔ 751 στην οποία με παρέπεμψε η πλευρά του Καθ’ ου η Αίτηση, εντούτοις τούτη δεν είναι βοηθητική για τη θέση του. Στην εν λόγω υπόθεση, εκείνο που επιζητείτο με την πρωτογενή αίτηση που καταχωρήθηκε στη βάση των άρθρων 52 και 53 του Κεφ. 189 ήταν η ανάκληση του διορισμού του Διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα, ζήτημα το οποίο κρίθηκε ότι δεν ενέπιπτε εντός των ορίων του άρθρου 53 και ότι αποτελούσε ζήτημα για το οποίο θα έπρεπε να εγερθεί κληρονομική αγωγή (probate action). Προφανώς, ως αναφέρεται και στο σύγγραμμα Κυπριακό Κληρονομικό Δίκαιο, του Α. Κ. Αιμιλιανίδη, 3η έκδοση, στη σελ. 223 «Τα θέματα για τα οποία εγείρεται κληρονομική αγωγή (probate action), δηλαδή η έκδοση παραχωρητηρίου επικύρωσης διαθηκών ή εγγράφων διαχείρισης της περιουσίας αποβιώσαντος προσώπου ή για την ανάκληση ενός τέτοιου παραχωρητηρίου ή για διάταγμα που να κηρύσσει ως έγκυρη ή ως άκυρη μια ισχυριζόμενη διαθήκη, δεν συνιστούν θέματα που μπορούν να επιλυθούν με εναρκτήρια κλήση».
Εν προκειμένω, όμως, μέσω της Κυρίως Αίτησης δεν επιζητείται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η ανάκληση του διορισμού του Διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα (ως επιζητείτο στην υπόθεση Αναφορικά με τον Παναγιώτη Ευστρατίου (ανωτέρω)), αλλά η τροποποίηση, ανάκληση και αντικατάσταση του Πιστοποιητικού Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 που καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης, με το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022, θεραπεία, μέσω της οποίας, ουσιαστικά, θα αναγνωρίζονται οι Αιτητές ως νόμιμοι κληρονόμοι του αποβιώσαντα. Το εν λόγω ζήτημα, ως προανέφερα, εμπίπτει εντός των ορίων του άρθρου 53 του Κεφ. 189 και αποτελεί αμιγώς νομικό ζήτημα και όχι αστική διαφορά για την οποία θα έπρεπε να καταχωρηθεί κληρονομική αγωγή.
Συνεπώς, στη βάση των ανωτέρω και δη ότι η Κυρίως Αίτηση αποτελεί το ορθό δικονομικό μέσο για την προώθηση των αιτούμενων με αυτήν θεραπειών, στη βάση του άρθρου 53 του Κεφ. 189, αλλά και ότι οι Αιτητές έχουν αποδείξει κάποια γνωστή στο νόμο αιτία αγωγής, κρίνω ότι η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, και δη η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, πληρείται στην προκειμένη περίπτωση.
Ως προς τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, ισχυρίζεται ο Καθ’ ου η Αίτηση ότι οι Αιτητές δεν τυγχάνουν κληρονόμοι και, επομένως, δεν υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας της Κυρίως Αίτησης. Κρίνω, επομένως, σκόπιμο, στο παρόν στάδιο, να καταγράψω, εν συντομία, τις θέσεις των δύο πλευρών.
Στη βάση του μαρτυρικού υλικού που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση, σε ό, τι αφορά τις αιτούμενες θεραπείες των Αιτητών, είναι η θέση τους ότι τούτοι τυγχάνουν νόμιμοι κληρονόμοι του αποβιώσαντα και, επομένως, το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 θα πρέπει να τροποποιηθεί, ανακληθεί και αντικατασταθεί με το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022, ούτως ώστε να συμπεριληφθούν ως κληρονόμοι στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης. Υποστηρίζουν δε τη θέση τους αυτή ειδικότερα στο γεγονός ότι το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 ανακλήθηκε από τον κοινοτάρχη, ο οποίος και εξέδωσε αυτό που φέρει ημερομηνία 26.10.2022, συμπεριλαμβάνοντας στο τελευταίο και τους Αιτητές ως κληρονόμους του αποβιώσαντα.
Από την άλλη είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση ότι στη βάση των προνοιών του άρθρου 46 του περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου, Κεφ. 195, οι Αιτητές δεν τυγχάνουν κληρονόμοι του αποβιώσαντα, εφόσον οι γονείς τους (οι οποίοι ήταν αδέλφια του αποβιώσαντα) δεν βρίσκονταν εν ζωή κατά το χρόνο θανάτου του αποβιώσαντα. Επίσης, είναι η θέση του ότι ο ομνύοντας και τα αδέλφια του (Αιτητές 2-6) δεν τυγχάνουν κληρονόμοι του αποβιώσαντα εφόσον η μητέρα τους δεν κηρύχθηκε νεκρή, αλλά μόνο άφαντη στη βάση του Τεκμηρίου 4 επί της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση.
Σε σχέση με την δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, έχω κατά νου ότι η προϋπόθεση της ορατής πιθανότητας επιτυχίας εξετάζεται σε συνάρτηση και με την αντίθετη εκδοχή, χωρίς βεβαίως το Δικαστήριο να εισέρχεται σε εξέταση και απόφανση ως προς την ουσία της διαφοράς των μερών (βλ. Κωνσταντίνος Λόρδος κ.ά ν. Πέτρου Σιακόλα κ.ά. (πιο πάνω), και στην Αθανάσιος Κυριάκου κ.ά ν. Πραξούλας Αντωνιάδου Κυριάκου (πιο πάνω)).
Ως έχει ήδη αναφερθεί ανωτέρω, στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο δεν αξιολογεί την προσαχθείσα μαρτυρία και δεν προβαίνει σε ευρήματα σε σχέση με τους συγκρουόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων. Κάτι τέτοιο θα γίνει όταν το Δικαστήριο θα ακούσει την υπόθεση στην ουσία της. Ούτε βεβαίως, στο παρόν στάδιο, οι Αιτητές καλούνται να αποδείξουν την αξίωση τους, για την οποία κάνουν αναφορά στην Κυρίως Αίτηση τους. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1802, «Σε ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης του». Επίσης, ως λέχθηκε στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Πολ. Έφεση Ε135/2015, 1. ΧΧΧ Δίγκλης κ.α. v. Total Fit Ltd, απόφαση ημερ. 12.9.2018, αρκεί οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί να «χαρακτηρίζονται από λογικότητα και ποιοτική επάρκεια, στο πλαίσιο της καθοδήγησης που παρέχεται, σχετικά, στην υπόθεση Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 CLR 557».
Έχοντας ενώπιον μου τα πιο πάνω και χωρίς να αγνοώ το μαρτυρικό υλικό στο σύνολο του, το οποίο, επαναλαμβάνω, προσεγγίζω μόνο για σκοπούς έκδοσης των αιτούμενων προσωρινών θεραπειών, βρίσκω ότι οι Αιτητές έχουν ικανοποιήσει και τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, δηλαδή την ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας της Κυρίως Αίτησης τους. Το γεγονός και μόνο ότι ο κοινοτάρχης ανακάλεσε το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021 και εξέδωσε το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022 στο οποίο συμπεριέλαβε και τους Αιτητές ως κληρονόμους του αποβιώσαντα, είναι αρκετό για να αποσείσουν οι Αιτητές το βάρος που φέρουν περί σοβαρών ενδείξεων περί πιθανότητας να δικαιούνται, τουλάχιστον, στην αιτούμενη υπό στοιχείο (2) θεραπεία, στο πλαίσιο της Κυρίως Αίτησης, ήτοι της ανάκλησης και αντικατάστασης του Πιστοποιητικού Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021, στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης, με το Πιστοποιητικό Κληρονόμων ημερ. 26.10.2022, και, επομένως, της πιθανότητας να αναγνωριστούν, δικαστικώς, ως κληρονόμοι του αποβιώσαντα.
Κατά συνέπεια και χωρίς να αποφαίνομαι, τελικώς, κάτι που δεν είναι επιτρεπτό, εν πάση περιπτώσει, στο πλαίσιο της παρούσας ενδιάμεσης διαδικασίας, ως προς το κατά πόσο όντως οι Αιτητές αποτελούν νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντα, ζήτημα το οποίο θα απασχολήσει το Δικαστήριο κατά το στάδιο εξέτασης της Κυρίως Αίτησης, όταν θα αποφανθεί ως προς το κατά πόσο αυτοί όντως δικαιούνται στις αιτούμενες θεραπείες, κρίνω ότι τούτοι κατάφεραν να ικανοποιήσουν και τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60.
Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση και δη το κατά πόσο η μη έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα συνεπάγεται δυσκολία ή αδυναμία να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, πέραν των όσων αναφέρονται στο κεφάλαιο της νομικής πτυχής ανωτέρω, κρίνεται σκόπιμη η παραπομπή στην υπόθεση M. Ch. Mitsingas Trading Ltd and Another v. Timberland Co. (1997) 1(Γ) ΑΑΔ 1791 και στο ακόλουθο απόσπασμα:
«Το ίδιο ισχύει και για το εύρημα του Δικαστηρίου ότι στην απουσία του προσωρινού διατάγματος θα ήταν, σε περίπτωση τελικής επιτυχίας, αδύνατη η πλήρης αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους. Όπως επισημαίνεται στην Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231, 240, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο επικαλείται στην απόφαση του, το κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά, με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία.»
Ως δε αναφέρθηκε πρόσφατα στην υπόθεση Lariena Investments Ltd v. RFI Consotium, Πολ. Έφεση Ε164/2019, απόφαση ημερ. 22.1.2021, «Αναφορικά με την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, οι αποζημιώσεις δεν αποτελούν την μοναδική παράμετρο κρίσης του συγκεκριμένου θέματος. Όπως τέθηκε στην Όξυνος κ.α. v. Λού (2011) 1 ΑΑΔ 1066, που παρέπεμψε και το πρωτόδικο Δικαστήριο: «Υπόψη λαμβάνονται και άλλα στοιχεία και μεταβλητά κριτήρια και σε τελική ανάλυση η αδυναμία ή η δυσκολία απονομής δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, εξαρτάται από το σύνολο των γεγονότων που περιβάλλουν το αίτημα….».
Αποτελεί θέση του Καθ’ ου η Αίτηση, στην αγόρευση του, ότι σε ότι αφορά την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, οι ισχυρισμοί των Αιτητών είναι παντελώς γενικοί και αόριστοι, καθότι τούτοι πουθενά δεν αναφέρουν ότι ο αποβιώσας είχε περιουσία, την αξία αυτής ή το κληρονομικό μερίδιο που έκαστος εξ αυτών δικαιούται σε αυτήν. Πέραν τούτου, ισχυρίζεται ότι αφ’ ης στιγμής ο Διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα ελέγχεται συνεχώς από τον Πρωτοκολλητή στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης, αλλά και δεδομένου ότι για την περάτωση της διαχείρισης και την απαλλαγή του Διαχειριστή από τα καθήκοντα του, χρειάζεται η συγκατάθεση των κληρονόμων, τότε ουδεμία ζημία θα υποστούν οι Αιτητές.
Με κάθε σεβασμό προς τις πιο πάνω θέσεις του Καθ’ ου η Αίτηση, τούτες δεν με βρίσκουν σύμφωνη, ενώ είναι εντελώς αβάσιμες. Και εξηγώ. Εν προκειμένω, με δεδομένο ότι έχουν ήδη χορηγηθεί έγγραφα διαχείρισης στον Καθ’ ου η Αίτηση, ο οποίος, κατ’ ουσίαν, αρνείται να συμπεριληφθούν οι Αιτητές ως κληρονόμοι του αποβιώσαντα, στο πλαίσιο της εν λόγω διαχείρισης, είναι εμφανής ο κίνδυνος ότι, στην περίπτωση που δεν οριστικοποιηθεί το αιτούμενο προσωρινό διάταγμα, αυτός θα είναι ελεύθερος να προχωρήσει με την διαχείριση της εν λόγω περιουσίας, χωρίς να λάβει υπόψη του τους Αιτητές, διανέμοντας τούτη στα πρόσωπα που ήδη κατονομάζονται ως κληρονόμοι στη βάση του Πιστοποιητικού Κληρονόμων ημερ. 1.11.2021, το οποίο όμως έχει ήδη ανακληθεί από τον κοινοτάρχη. Αποτέλεσμα τούτου είναι ότι στην περίπτωση που οι Αιτητές αναγνωριστούν, τελικώς, ως νόμιμοι κληρονόμοι του αποβιώσαντα, θα αδυνατούν να λάβουν το μερίδιο που τους αναλογεί από την περιουσία του τελευταίου, αφού αυτό θα έχει ήδη διανεμηθεί σε τρίτους. Η όποια δε απαλλαγή του Καθ’ ου η Αίτηση από τα καθήκοντα του διαχειριστή, θα γίνει στη βάση των συγκαταθέσεων των υπόλοιπων κληρονόμων που έχουν ήδη περιληφθεί ως κληρονόμοι στο πλαίσιο της Αίτησης Διαχείρισης, και όχι των Αιτητών οι οποίοι θεωρούν ότι πρέπει και αυτοί να συμπεριληφθούν ως κληρονόμοι του αποβιώσαντα στο πλαίσιο της εν λόγω διαχείρισης. Κατά συνέπεια, η θέση του ότι οι Αιτητές δεν θα υποστούν οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημία σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
Εν κατακλείδι, κρίνω ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν. 14/60 για σκοπούς οριστικοποίησης του ήδη εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος. Επίσης, κρίνω ότι υπό τις περιστάσεις είναι δίκαιο και πρόσφορο να οριστικοποιηθεί το εν λόγω προσωρινό διάταγμα, και τούτο έχοντας λάβει σοβαρά υπόψη μου το γεγονός ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση και οι λοιποί κληρονόμοι καμία ζημία δεν θα υποστούν από την οριστικοποίηση του εν λόγω διατάγματος, εφόσον τούτο θα διατηρήσει την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων (status quo) σε σχέση με την περιουσία του αποβιώσαντα, ενώ αν το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της Κυρίως Αίτησης, αποφασίσει ότι οι Αιτητές δεν αποτελούν νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντα, τότε η διαχείριση της περιουσίας του τελευταίου θα προχωρήσει κανονικά με τη διανομή της περιουσίας του στους λοιπούς κληρονόμους του.
Κατάληξη
Στη βάση των όσων προσπάθησα να εξηγήσω ανωτέρω, το ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 3.11.2022 οριστικοποιείται.
Σε ότι αφορά τα έξοδα, δεν βρίσκω κανένα λόγο να αποκλίνω από το γενικό κανόνα που τα θέλει να ακολουθούν το αποτέλεσμα και, ως εκ τούτου, επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Αιτητών και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.)…………………………..
Ν. Πετρίδου, Ε.Δ
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Τα σημεία τα οποία καταγράφονται με «[…]» αποτελούν τους αριθμούς της ταυτότητας των προσώπων που καταγράφονται στο εν λόγω διατακτικό και ως εκ τούτου δεν κρίνω σκόπιμο να τους παραθέσω.
[2] Κατόπιν σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου στη βάση της ενδιάμεσης απόφασης του ημερ. 14.8.2023.
[3] Η όποια αναφορά στην ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση στην υπό κρίση Αίτηση από τούδε και στο εξής θα είναι στην τροποποιημένη Ένσταση που καταχώρησε στις 20.11.2023.
[4] Σημειώνω εδώ ότι, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση, αναφέρεται ότι το διάταγμα διαχείρισης επισυνάπτεται σε αυτήν ως Τεκμήριο 4, ενώ, ως ξεκάθαρα προκύπτει από τα επισυνημμένα στην εν λόγω ένορκη δήλωση τεκμήρια, το Τεκμήριο 4 αποτελεί το διάταγμα ημερ. 8.7.2010 δυνάμει του οποίου η μητέρα του ομνύοντα και των Αιτητών 2-5 κηρύχθηκε άφαντη και ότι είναι το Τεκμήριο 8 που αποτελεί το εν λόγω διάταγμα διαχείρισης.
[5] Παρά το ότι στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση, αναφέρεται ότι η εν λόγω επιστολή είναι το Τεκμήριο 7, εντούτοις, προκύπτει ότι τούτη αποτελεί το Τεκμήριο 6 επ’ αυτής.
[6] Και πάλι προκύπτει ότι στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση, η αναφορά του ότι η εν λόγω επιστολή αποτελεί το Τεκμήριο 8 είναι λανθασμένη, εφόσον τούτη αποτελεί το Τεκμήριο 7.
[7] Η ένσταση ημερ. 20.11.2023.
[8] Οποιαδήποτε συντακτικά ή ορθογραφικά λάθη παρατίθενται αυτούσια όπως αυτά καταγράφονται στην ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση.
[9] Ως προκύπτει από τα συνημμένα τεκμήρια, η αναφορά στη παράγραφο 14 της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την Ένσταση, σε Τεκμήρια Β και Γ είναι λανθασμένη.
[10] Υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και όλες όσες ακολουθούν.
[11] Υπογράμμιση δική μου.
[12] Βλ. πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 26.4.2024.
[13] Η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και όσες ακολουθούν.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο