
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Πετρίδου, Ε.Δ
Αγωγή αρ.: 1860/2019
Μεταξύ:
Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λίμιτεδ, από την Λευκωσία
Ενάγουσα
-και-
1. ΒΡΥΩΝΙΔΟΥ ΛΕΥΚΗ
2. ΔΡΑΚΟΣ ΣΑΒΒΑΣ
3. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ
4. ΠΕΤΡΟΥ ΣΤΕΛΙΟΣ
5. ΜΑΚΡΙΔΟΥ ΕΛΕΝΗ
Εναγόμενοι
Ημερομηνία: 31 Ιανουαρίου 2025
Εμφανίσεις:
Για την Ενάγουσα: κα Ε. Γιασουμή για Κούσιος, Κορφιώτης, Παπαχαραλάμπους ΔΕΠΕ
Για την Εναγόμενη 5: κ. Α. Σαβεριάδης
ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή, η Ενάγουσα επιζητεί εναντίον των Εναγομένων (αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα) το ποσό των €18.201,58 πλέον τόκους και έξοδα, δυνάμει γραπτής συμφωνίας δανείου και/ή πιστωτικών διευκολύνσεων ημερομηνίας 19.5.2009 και/ή εγγύησης.
Για σκοπούς πληρότητας, σημειώνω ότι, στο πλαίσιο της πιο πάνω αγωγής, εναντίον των Εναγομένων 1, 2, 3 και 4 εκδόθηκαν αποφάσεις, ως εξής:
(1) Εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 εκδόθηκε απόφαση ερήμην, στις 5.4.2024, καθότι τούτοι δεν εμφανίστηκαν στην διαδικασία.
(2) Εναντίον του Εναγόμενου 3, εκδόθηκε, επίσης, απόφαση ερήμην, στις 5.12.2019, καθότι δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία, και
(3) Εναντίον του Εναγόμενου 4, εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στις 26.3.2024.
Αποτέλεσμα των πιο πάνω είναι ότι η παρούσα υπόθεση παρέμεινε προς εκδίκαση μόνο για την Εναγόμενη 5.
Κοινώς αποδεκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα
Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, οι συνήγοροι των διαδίκων, κατέθεσαν από κοινού, το Έγγραφο Α[1], στο οποίο επισύναψαν, επίσης, από κοινού, συνολικά 14 τεκμήρια, ως παραδεκτά γεγονότα και έγγραφα. Από το Έγγραφο Α, τα πιο κάτω προκύπτουν ως κοινώς αποδεκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα:
1. «Η ΚΕΔΙΠΕΣ είναι εταιρεία εγγεγραμμένη δυνάμει του Περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 με έδρα την Λευκωσία. Κατέχει άδεια “εταιρείας εξαγοράς πιστώσεων” και “μη πιστωτικού ιδρύματος” οι οποίες της έχουν παραχωρηθεί από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δυνάμει του Περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή θέματα Νόμου 169(Ι)/2015 και του Περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμο 41(Ι)/2017, αντίστοιχα, ως αυτοί έχουν τροποποιηθεί και είναι 100% θυγατρική εταιρεία της ΣΕΔΙΠΕΣ.
2. Κατά την 7.10.2022, η ΣΕΔΙΠΕΣ δυνάμει Συμφωνίας Μεταβίβασης Περιουσιακών Στοιχείων μεταβίβασε στην ΚΕΔΙΠΕΣ δυνάμει του Περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2015 (Ν. 169(Ι)/2015), ως τροποποιήθηκε, όλες τις πιστωτικές διευκολύνσεις και συναφείς εξασφαλίσεις που κατείχε ως δανειστής κατά τον χρόνο μεταβίβασης περιλαμβανομένων και αυτών που αφορά η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή. Ο χρόνος μεταβίβασης είναι η 7η Οκτωβρίου 2022 και ώρα 2:30 μμ. Σχετική δημοσίευση δυνάμει των προνοιών του Νόμου έγινε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 10.10.2022 αριθμός 5391, αντίγραφο της οποίας κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 1. Ως εκ των ανωτέρω η ΚΕΔΙΠΕΣ έχει υποκαταστήσει την ΣΕΔΙΠΕΣ, σε όλα τα σχετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις της, σε σχέση με τα επίδικα θέματα που αφορά η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή.
3. Το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων Λευκωσίας Λτδ (εφεξής “ΣΤΑΔΥΛ”) ήταν συνεργατική εταιρεία η οποία συστάθηκε νόμιμα και λειτουργούσε σύμφωνα με τον Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο 22/85. Αντίγραφο του Πιστοποιητικού Εγγραφής του ΣΤΑΔΥΛ, το οποίο εκδόθηκε από τον Ελλήν Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 2.
4. Η Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ, η οποία την 5.1.2013 μετονομάστηκε σε Συνεργατική Οικοδομική & Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ (εφεξής “ΣΟΤΑΔΥΚ”), ήταν επίσης συνεργατική εταιρεία η οποία συστάθηκε νόμιμα και λειτουργούσε σύμφωνα με τον Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο 22/85. Αντίγραφο του Πιστοποιητικού Εγγραφής της ΣΟΤΑΔΥΚ, το οποίο εκδόθηκε από τον Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 3.
5. Κατόπιν απόφασης ειδικής γενικής συνέλευσης και δυνάμει έγγραφης συμφωνίας συγχώνευσης, η οποία έχει εγγράφει από τον Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών στις 5.1.2013, το ΣΤΑΔΥΛ συγχωνεύθηκε και μετέφερε όλα ανεξαρτήτως τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού του στη ΣΟΤΑΔΥΚ και η ΣΟΤΑΔΥΚ διαδέχθηκε το ΣΤΑΔΥΛ εξολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και όλες οι πράξεις, τα συμβόλαια και τα άλλα έγγραφά του συνέχισαν να ισχύουν. Αντίγραφο της σχετικής Διαταγής Ακύρωσης Εγγραφής του Εφόρου Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών ημερομηνίας 5.1.2013, ως έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 4.
6. Η ΣΕΔΙΠΕΣ είναι συνεργατική εταιρεία, η οποία συστάθηκε και λειτουργεί σύμφωνα με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο, η οποία μετονομάστηκε από Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λίμιτεδ σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, με ισχύ από 24.7.2017 και ακολούθως σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, με ισχύ από 3.9.2018. Αντίγραφο του πιστοποιητικού εγγραφής της ΣΕΔΙΠΕΣ, το οποίο εκδόθηκε από τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 5.
7. Η ΣΟΤΑΔΥΚ κατόπιν απόφασης Ειδικής Γενικής Συνέλευσης και με έγγραφη Συμφωνία συγχώνευσης έχει μεταφέρει στην ΣΕΔΙΠΕΣ όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού της. Η έγγραφη συμφωνία έχει εγγράφει από τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών στις 21.7.2017 με ημερομηνία ισχύος την 1.7.2017 και συνεπώς η ΣΕΔΙΠΕΣ έχει διαδεχθεί την ΣΟΤΑΔΥΚ εξ’ ολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της. Αντίγραφο της σχετικής Διαταγής Ακύρωσης Εγγραφής του Εφόρου Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών ημερομηνίας 21.7.2017, ως έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 6.
8. Δυνάμει έγγραφης Συμφωνίας Δανείου (στο εξής «η Συμφωνία Δανείου») μεταξύ του ΣΤΑΔΥΛ και της Εναγόμενης 1 ημερομηνίας 19.5.2009, το ΣΤΑΔΥΛ συμφώνησε όπως παραχωρήσει στην Εναγόμενη 1 και παραχώρησε σε αυτήν δάνειο εκ €17.500,00 με Αριθμό Λογαριασμού [ ] ([ ]) υπό όρους και προϋποθέσεις με τις οποίες τα μέρη συμφώνησαν. Η Συμφωνία Δανείου ημερομηνίας 19.5.2009 κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 7.
9. Την αποπληρωμή του πιο πάνω Δανείου, εγγυήθηκαν και ανέλαβαν από κοινού και χωριστά οι Εναγόμενοι 2, 3, 4 και 5, οι οποίοι εγγυήθηκαν όλες τις υποχρεώσεις της Εναγόμενης 1 προς το ΣΤΑΔΥΛ και συμφώνησαν και αναγνώρισαν ότι όλοι οι όροι της Συμφωνίας Δανείου θα δεσμεύουν και τους ίδιους με τον ίδιο τρόπο και στην ίδια έκταση, προσωπικά και αλληλέγγυα. Η σχετική Σύμβαση Εγγύησης την οποία υπέγραψαν οι Εναγόμενοι 2, 3, 4 και 5 στις 20.5.2009 κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 8.
10. Η Εναγόμενη 1 στις 12.5.2009 υπέγραψε Γραπτή Δήλωση Περιουσιακών Στοιχείων Προτιθέμενου Πρωτοφειλέτη, δυνάμει του άρθρου 5 (β) του Περί Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου, ως έχει τροποποιηθεί. Η σχετική Γραπτή Δήλωση Περιουσιακών Στοιχείων Προτιθέμενου Πρωτοφειλέτη κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 9.
11. Οι Εναγόμενοι 2, 3, 4 και 5, στις 19.5.2009, στα πλαίσια προσυμβατικής ενημέρωσης, υπέγραψαν Δήλωση Προτιθέμενου Εγγυητή για Παραλαβή. Η σχετική Δήλωση Προτιθέμενου Εγγυητή για Παραλαβή κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 10.
12. Με βάση τη Συμφωνία Δανείου, ανοίχθηκε και λειτουργούσε ο Λογαριασμός υπ’ αριθμό [ ] ([ ]), ο οποίος μετατράπηκε στην συνέχεια μετά την συγχώνευση του ΣΤΑΔΥΛ με την ΣΟΤΑΔΥΚ σε [ ] ([ ]) και στην συνέχεια μετά την συγχώνευση της ΣΟΤΑΔΥΚ με την ΣΕΔΙΠΕΣ σε [ ] (στο εξής «ο Λογαριασμός Δανείου»), Αυτός χρεωνόταν, ως είχε συμφωνηθεί, με συνολικό επιτόκιο 6,70%, το οποίο αποτελείτο από το εκάστοτε Βασικό Επιτόκιο του ΣΤΑΔΥΛ 4,25%, πλέον την προσαύξηση/περιθώριο 2,45%, από το άνοιγμα μέχρι τις 27.2.2010. Στη συνέχεια, ένεκα αύξησης του Επιτοκίου του ΣΤΑΔΥΛ από 6,70% σε 6,90%, ο Λογαριασμός Δανείου χρεωνόταν με συνολικό επιτόκιο προς 6,90% από τις 28.2.2010 μέχρι τις 27.2.2013 και ακολούθως, ένεκα αύξησης του Επιτοκίου της ΣΟΤΑΔΥΚ από 6,90% σε 7,10%, ο Λογαριασμός Δανείου χρεωνόταν με συνολικό επιτόκιο προς 7,10% από τις 28.2.2013 μέχρι τις 30.1.2018. Ακολούθως, υπήρξε μείωση του επιτοκίου από τη ΣΕΔΙΠΕΣ και ο Λογαριασμός Δανείου χρεωνόταν με συνολικό επιτόκιο προς 6,85% από τις 31.1.2018.
13. Η ΣΟΤΑΔΥΚ απέστειλε, μεταξύ άλλων, στους Εναγόμενους επιστολές ημερομηνίας 25.4.2016, στα πλαίσια εξέτασης αιτήματος αναδιάρθρωσης που είχε υποβάλει η Εναγόμενη 1 τον Απρίλιο του 2016. Αντίγραφα των επιστολών ημερομηνίας 25.4.2016 κατατίθενται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 11. Οι εν λόγω επιστολές ταχυδρομήθηκαν στους Εναγόμενους και δεν έχουν επιστραφεί. Η Εναγόμενη 5 παραδέχεται ότι παρέλαβε την εν λόγω επιστολή.
14. Συνεπεία της παράλειψης των Εναγομένων να καταβάλουν οφειλόμενες συμφωνηθείσες δόσεις, η ΣΕΔΙΠΕΣ απέστειλε στους Εναγόμενους επιστολές όχλησης ημερομηνίας 16.12.2017, 16.1.2018, 5.5.2018, 5.6.2018, 6.7.2018 και 7.8.2018, με τις οποίες τους καλούσε να καταβάλουν τις κατά πάντα ουσιώδη χρόνο οφειλόμενες δόσεις τους. Αντίγραφα των εν λόγω επιστολών ημερομηνίας 16.12.2017, 16.1.2018, 5.5.2018, 5.6.2018, 6.7.2018 και 7.8.2018 προς την Εναγόμενη 1 και την Εναγόμενη 5 κατατίθενται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 12. Οι εν λόγω επιστολές ταχυδρομήθηκαν στους Εναγόμενους και δεν έχουν επιστραφεί. Η Εναγόμενη 5 παραδέχεται ότι παρέλαβε τις εν λόγω επιστολές.
15. Δεν υπήρξε οποιαδήποτε ανταπόκριση από τους Εναγόμενους με αποτέλεσμα στις 27.2.2019 η ΣΕΔΙΠΕΣ, να τερματίσει εγγράφως τη Συμφωνία Δανείου και να καταστήσει ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό πληρωτέο και απαιτητό και να καλέσει τους Εναγόμενους όπως προβούν σε πλήρη εξόφλησή του. Αντίγραφα των επιστολών τερματισμού, ημερομηνίας 27.2.2019, οι οποίες απεστάλησαν προς την Εναγόμενη 1 και την Εναγόμενη 5 κατατίθενται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 13.
16. Οι εν λόγω επιστολές ταχυδρομήθηκαν στους Εναγόμενους και δεν έχουν επιστραφεί. Η Εναγόμενη 5 παραδέχεται ότι παρέλαβε την εν λόγω επιστολή.
17. Η κατάσταση λογαριασμού η οποία κατατίθεται εκ συμφώνου ως Τεκμήριο 14, αποτελεί αναδομημένη κατάσταση του Λογαριασμού Δανείου, στην οποία έχει χρεωθεί το συμφωνηθέν επιτόκιο εκ 6,70% από τις 21.5.2009, ενώ όλες οι άλλες χρεώσεις έχουν αφαιρεθεί, όπως χρεώσεις επιστολών όχλησης και εξόδων τήρησης λογαριασμού».
Για όλα τα πιο πάνω γεγονότα, προβαίνω, από αυτό το στάδιο, σε ανάλογα ευρήματα.
Ακροαματική διαδικασία
Κατά την ακρόαση της υπόθεσης, ο συνήγορος της Εναγόμενης 5 (στο εξής «η Εναγόμενη»), δήλωσε, ρητώς, ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι το μόνο ζήτημα που παραμένει, ως επίδικο, στην παρούσα υπόθεση, είναι το κατά το πόσο η ΣΟΤΑΔΥΚ ενημέρωσε, εγκαίρως, την Εναγόμενη 5, για την υπερημερία της Εναγόμενης 1 στην αποπληρωμή του επίδικου δανείου.
Σημειώνω εδώ, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης της παρούσας, ότι οι ΣΟΤΑΔΥΚ, ΣΤΑΔΥΛ και ΣΕΔΙΠΕΣ, θα αναφέρονται μαζί ως η Ενάγουσα.
Προς απόδειξη της υπόθεσης της Ενάγουσας, κατέθεσε, ενώπιον του Δικαστηρίου, ο κ. Α. Ανδρέου (ΜΕ.1), ο οποίος, ως ανέφερε, είναι λειτουργός στην εταιρεία Dovalue Cyprus Limited (στο εξής «η Dovalue»), η οποία ενεργεί για λογαριασμό της Ενάγουσας και της ΣΕΔΙΠΕΣ και η οποία, δυνάμει σχετικής συμφωνίας με την Ενάγουσα, ενεργεί δια λογαριασμό της τελευταίας και έχει αναλάβει τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων της Ενάγουσας, μεταξύ αυτών, και το επίδικο δάνειο και τις συναφείς με αυτό εξασφαλίσεις. Περαιτέρω, ως ανέφερε, είναι εξουσιοδοτημένος, τόσο από την Ενάγουσα, όσο και από την Dovalue, για την μαρτυρία του ενώπιον του Δικαστηρίου. Εκ μέρους της Εναγόμενης, δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία. Τέλος, σημειώνω ότι ενώπιον του Δικαστηρίου, κατατέθηκαν συνολικά 15 Τεκμήρια.
Οι εκδοχές των διαδίκων
Προτού προχωρήσω να παραθέσω την ενώπιον μου μαρτυρία, κρίνω ορθό, στο σημείο αυτό, να καταγράψω, με εντελώς συνοπτικό τρόπο, τις δικογραφημένες εκδοχές των διαδίκων σε σχέση με το μοναδικό ζήτημα που παρέμεινε ως επίδικο.
(α) Η εκδοχή της Ενάγουσας
Είναι η θέση της Ενάγουσας ότι παρά τις οχλήσεις της προς τους Εναγόμενους, συμπεριλαμβανομένης της Εναγόμενης, αυτοί παρέλειψαν να εξοφλήσουν το υπόλοιπο του επίδικου λογαριασμού δανείου, με αποτέλεσμα η Ενάγουσα να προχωρήσει, στις 27.2.2019, στον τερματισμό του επίδικου δανείου και την έγερση της παρούσας αγωγής.
(β) Η εκδοχή της Εναγόμενης
Είναι η θέση της Εναγόμενης ότι η Ενάγουσα παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του περί της Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου του 2003 (Ν. 197(Ι)/2003) (στο εξής «ο περί της Προστασίας Εγγυητών Νόμος ή ο Ν. 197(Ι)/2003»), καθότι δεν την ενημέρωσε, εγκαίρως, για την υπερημερία που παρουσίαζε η πρωτοφειλέτιδα – Εναγόμενη 1 (στο εξής «η Εναγόμενη 1») αναφορικά με το επίδικο δάνειο. Συνεπεία τούτου, είναι η θέση της ότι η σύμβαση εγγύησης που υπέγραψε είναι άκυρη και/ή ακυρώσιμη και, επομένως, ότι ουδέν ποσό οφείλει στην Ενάγουσα σε σχέση με το επίδικο δάνειο.
Μαρτυρία
Προχωρώ τώρα, να σκιαγραφήσω την μαρτυρία που δόθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, αναφορικά με το μοναδικό ζήτημα που παρέμεινε ως επίδικο.
Μ.Ε.1
Ο μάρτυρας αυτός κατέθεσε το Τεκμήριο 15, το οποίο αποτελεί κατάσταση λογαριασμού του επίδικου λογαριασμού δανείου, η οποία αναπαράχθηκε και εκτυπώθηκε από τον ίδιο, από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή (στο εξής «η Κατάσταση Λογαριασμού»)[2]. Ως ανέφερε, αφότου σύγκρινε τις καταχωρήσεις στην Κατάσταση Λογαριασμού, με τις αρχικές καταχωρήσεις στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, διαπίστωσε ότι οι εν λόγω καταχωρήσεις είναι ορθές. Ήταν η θέση του ότι η τελευταία καταβολή δόσης, έναντι του επίδικου δανείου, από την Εναγόμενη 1, έγινε τον Αύγουστο του 2014, ενώ, από το Σεπτέμβριο του 2014, η Εναγόμενη 1 δεν κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό έναντι του επίδικου δανείου, εξού και από τον Οκτώβριο του 2014, η Ενάγουσα προχώρησε στην αποστολή, ταχυδρομικώς, στην τελευταία δοθείσα διεύθυνση τόσο της Εναγόμενης 1 όσο και των Εναγομένων (ως εγγυητές), που ήταν καταχωρημένες στο σύστημα της πρώτης, επιστολές όχλησης/ ειδοποίησης αναφορικά με την υπερημερία που παρουσίαζε η Εναγόμενη 1. Ως ισχυρίστηκε, δεν εντόπισε, στο φάκελο που τηρείται στην Ενάγουσα, είτε ηλεκτρονικώς είτε σε φυσική μορφή, αναφορικά με το επίδικο δάνειο, ότι οποιαδήποτε από τις επιστολές όχλησης που στάληκαν προς τους Εναγόμενους, συμπεριλαμβανομένης της Εναγόμενης, έχει επιστραφεί ως «αζήτητη». Ισχυρίστηκε δε, ότι το γεγονός ότι οι εν λόγω επιστολές όχλησης αποστάληκαν κατά τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2014, διαφαίνεται από τις χρεώσεις που φαίνονται στην Κατάσταση Λογαριασμού με ημερομηνία 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014. Ανέφερε ότι οι εν λόγω επιστολές ετοιμάζονταν αυτοματοποιημένα, από το μηχανογραφημένο σύστημα της Ενάγουσας, δηλαδή τη Συνεργατική Εταιρεία Μηχανογράφησης, η οποία τηρούσε τα τραπεζικά βιβλία, τα ηλεκτρονικά αρχεία και συναφή αρχεία, και στο σύστημα της οποίας ήταν συνδεδεμένες, τότε, όλες οι συνεργατικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της Ενάγουσας. Ήταν, περαιτέρω, η θέση του ότι κανένας λειτουργός της Ενάγουσας δεν είχε το δικαίωμα να δώσει εντολή να μην σταλούν οι επιστολές όχλησης και ότι το μόνο δικαίωμα που είχαν οι λειτουργοί, σε σχέση με αυτές, είναι, αφότου τούτες αποστέλλονταν, να έδινε εντολή χρέωσης ή μη του λογαριασμού δανείου, με έξοδα. Ως ισχυρίστηκε, γνωρίζει ότι η πιο πάνω διαδικασία τηρείτο από την Ενάγουσα, καθότι από το έτος 2008 μέχρι και την ανάληψη των καθηκόντων του στη Dovalue, εργάζετο στην Ενάγουσα και προέβη και ο ίδιος στην διαδικασία αποστολής τέτοιων επιστολών όχλησης αναφορικά με άλλα δάνεια, ενώ έχει λάβει και αυτός παρόμοιες επιστολές για προσωπικά του δάνεια. Ανέφερε, επίσης, ο μάρτυρας αυτός, ότι από το έτος 2017 και μετέπειτα, όταν το επίδικο δάνειο και η επίδικη εγγύηση μεταφέρθηκαν στη ΣΕΔΙΠΕΣ, οι χρεώσεις για την αποστολή τέτοιων επιστολών όχλησης, σταμάτησαν, εξού και δεν φαίνονται στην Κατάσταση Λογαριασμού. Ο μάρτυρας αυτός ανέφερε ότι δεν έχει στην κατοχή του τα αντίγραφα των επιστολών όχλησης που στάληκαν, μεταξύ άλλων, στην Εναγόμενη, κατά τις 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014 (όταν και έγιναν οι αντίστοιχες χρεώσεις στον επίδικο λογαριασμό δανείου), καθότι τούτα δεν φαίνεται να φυλάχτηκαν, από τους τότε λειτουργούς, ηλεκτρονικώς ή σε έντυπη μορφή και, ότι, τα μόνα αντίγραφα, τέτοιων επιστολών, που κατάφερε να εντοπίσει, είτε στο ηλεκτρονικό σύστημα, είτε στον φυσικό φάκελο που τηρεί η Ενάγουσα, αναφορικά με το επίδικο δάνειο, είναι αυτά που κατατέθηκαν, από κοινού, από τους συνήγορους των διαδίκων, ως Τεκμήριο 12, και δη οι επιστολές ημερομηνίας 25.4.2016 και μετέπειτα. Περαιτέρω, ανέφερε, ότι το περιεχόμενο των επιστολών όχλησης, που στάληκαν κατά τις 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014, είναι ως αυτό των επιστολών 16.12.2017 και μετέπειτα (βλ. Τεκμηρίου 12), και δη η ενημέρωση της Εναγόμενης 1 και των εγγυητών, συμπεριλαμβανομένης της Εναγόμενης, για το γεγονός ότι ο επίδικος λογαριασμός δανείου παρουσιάζει καθυστερήσεις, το ύψος των εν λόγω καθυστερήσεων και τα νομικά μέτρα που δύνανται να ληφθούν από την Ενάγουσα εναντίον τους αν δεν εξοφληθούν οι οφειλές τους.
Πέραν των ανωτέρω, ισχυρίστηκε ότι ουδείς μπορεί να επέμβει στην Κατάσταση Λογαριασμού (Τεκμήριο 15), είτε αναφορικά με οποιαδήποτε καταχώρηση καταγράφεται σε αυτήν, είτε αναφορικά με τον τίτλο της, είτε τις λεπτομέρειες της, είτε άλλως πως. Εξήγησε δε, ότι οποιαδήποτε πράξη ή τροποποίηση ή παρέμβαση γίνει σε αυτήν (την Κατάσταση Λογαριασμού), τούτη θα φέρει την ημερομηνία που αυτή (η τροποποίηση/ παρέμβαση) διενεργείται και όχι προγενέστερη ημερομηνία.
Τέλος, βάσει των όσων ανέφερε κατά τη μαρτυρία του, στη βάση και των αναδομημένων καταστάσεων λογαριασμού που ετοιμάστηκαν από την Ενάγουσα (Τεκμήριο 14), ο μάρτυρας αυτός περιόρισε την αξίωση της τελευταίας, εναντίον της Εναγόμενης, στο ποσό των €16.913,02 πλέον τόκο 6,70% ετησίως από 1.1.2019, με δικαίωμα κεφαλαιοποίησης των δεδουλευμένων τόκων 1 φορά ετησίως, την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους μέχρι εξόφλησης.
Αξιολόγηση Μαρτυρίας
Μ.Ε.1
Ο μάρτυρας αυτός μου έκανε πολύ καλή εντύπωση. Μου έδωσε την εικόνα αξιόπιστου μάρτυρα, ενώ δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ενώπιον του Δικαστηρίου παρουσιάστηκε για να παραθέσει, με ειλικρίνεια, τα όσα γνώριζε για την παρούσα υπόθεση. Η δε μαρτυρία του δεν διακατέχεται από τέτοιου είδους αντιφάσεις που πλήττουν την αξιοπιστία του, ενώ τα όσα ο ίδιος ανέφερε συνάδουν με την κοινή λογική και την λογική εξέλιξη των πραγμάτων, αλλά και την, ενώπιον του Δικαστηρίου, κοινώς αποδεκτή και έγγραφη μαρτυρία. Εν πάση περιπτώσει, η μαρτυρία του, επί της ουσίας, παρέμεινε αναντίλεκτη.
Ενδεικτικό της ειλικρίνειας του μάρτυρα αυτού είναι το γεγονός ότι, εξ αρχής, ανέφερε ότι τις επιστολές όχλησης για τις οποίες έγιναν οι χρεώσεις στον επίδικο λογαριασμό δανείου στις 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014, και δη αμέσως μετά που ο εν λόγω λογαριασμός ξεκίνησε να παρουσιάζει καθυστερήσεις, δεν τις εντόπισε, είτε στο ηλεκτρονικό σύστημα, είτε σε φυσική/ έντυπη μορφή, στο φάκελο που τηρεί η Ενάγουσα αναφορικά με το επίδικο δάνειο, ως επίσης και από το ότι ανέφερε ότι δεν γνωρίζει ακριβώς την ημερομηνία που τούτες αποστάληκαν στους Εναγόμενους.
Πέραν των ανωτέρω, τα όσα ανέφερε ο μάρτυρας περί του ότι επιστολές όχλησης αποστέλλονταν τόσο στην Εναγόμενη 1, όσο και στους εγγυητές, περιλαμβανομένης της Εναγόμενης, από την πρώτη στιγμή που ο επίδικος λογαριασμός δανείου παρουσίαζε καθυστερήσεις, υποστηρίζεται και από το γεγονός ότι, στη βάση του Τεκμηρίου 15, τέτοιου είδους επιστολές συνέχισαν να αποστέλλονται και το έτος 2015 και μετέπειτα, με τον επίδικο λογαριασμό δανείου να χρεώνεται έξοδα για τούτες. Εξού και, ως ανέφερε ο μάρτυρας, κάτι που, εν πάση περιπτώσει, αποτελεί κοινώς αποδεκτό γεγονός, στις 25.4.2016, η Ενάγουσα απέστειλε επιστολή, προς την Εναγόμενη 1, για την αναδιάρθρωση του επίδικου δανείου της, γεγονός για το οποίο η Εναγόμενη ενημερώθηκε με σχετική επιστολή, ίδιας ημερομηνίας (βλ. Τεκμήριο 11), την οποία η τελευταία παραδέχεται ότι έλαβε (βλ. Κοινώς αποδεκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα (ανωτέρω)). Δεν συνάδει, επομένως, με την κοινή λογική και την λογική εξέλιξη των πραγμάτων, ο ισχυρισμός που προβλήθηκε εκ μέρους της Εναγόμενης ότι δεν της αποστάληκε καμία επιστολή όχλησης πριν τις 25.4.2016, όταν και έλαβε την πιο πάνω επιστολή με την οποία ενημερωνόταν ότι η Εναγόμενη 1 είχε κληθεί για να προβεί σε αναδιάρθρωση του επίδικου δανείου, ενώ, την ίδια στιγμή, υπήρχαν σχετικές χρεώσεις στον επίδικο λογαριασμό δανείου για την αποστολή τέτοιων επιστολών. Αν έτσι είχαν τα πράγματα, όπως ισχυρίστηκε ο συνήγορος της Εναγόμενης, θα ανέμενε κανείς ότι έκτοτε (και δη στις 25.4.2016), η Εναγόμενη θα παραπονείτο ότι ουδέποτε έλαβε οποιαδήποτε επιστολή από την Ενάγουσα, με την οποία η τελευταία να την ενημερώνει ότι παρουσιάζετο υπερημερία στον επίδικο λογαριασμό δανείου από την Εναγόμενη 1, κάτι για το οποίο δεν παρουσιάστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους της ότι έπραξε.
Εν προκειμένω δε, υπενθυμίζω ότι η Κατάσταση Λογαριασμού (Τεκμήριο 15), μαζί με το συνημμένο σε αυτή Πιστοποιητικό, το οποίο εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 35 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, το οποίο πιστοποιεί ότι το περιεχόμενο της αποτελεί απόσπασμα του αρχείου της Ενάγουσας αναφορικά με το επίδικο δάνειο, συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη των σχετικών καταχωρήσεων (βλ. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ. ν. Χαριλάου Λτδ. κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 479, Θεοδώρου ν. Hellenic Bank Ltd. (2012) 1 Α.Α.Δ. 2059, και Ζερβός v. Hellenic Bank Public Company Ltd (2013) 1 ΑΑΔ 2357). Επομένως, το βάρος απόδειξης, εν προκειμένω, μετατέθηκε στους ώμους της Εναγόμενης για να αποδείξει, είτε την ανυπαρξία των εν λόγω καταχωρίσεων για τις χρεώσεις αποστολής των ειδοποιήσεων όχλησης, είτε την καταχώριση λανθασμένων καταχωρίσεων για τούτες, βάρος το οποίο η Εναγόμενη απέτυχε να αποσείσει, εφόσον καμία θετική μαρτυρία προσκόμισε περί τούτου, με αποτέλεσμα οι όποιες σχετικές αιτιάσεις και υποβολές της πλευράς της ότι δεν στάληκαν επιστολές ειδοποίησης, κατά τις ημερομηνίες 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014, να παρέμειναν αστήρικτες και κενές περιεχομένου. Ως λέχθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Μάριος Δημητρίου v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2015) 1 ΑΑΔ 2259:
«Η δικογραφία επενεργεί στον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων και δεν συνιστά ούτε μαρτυρία, ούτε αποδεικτικό υλικό για την απόδειξη των εκατέρωθεν ισχυρισμών (Μαυρομιχάλη ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1996) 1 Α.Α.Δ. 530, 531 και 533). Δεν είναι δυνατόν καν να συζητηθεί ότι ο εφεσείων δεν έλαβε τις ειδοποιήσεις για τις καθυστερήσεις πληρωμής, από τη στιγμή που δεν προσέφερε οποιαδήποτε μαρτυρία για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του κατά την ακροαματική διαδικασία, οι οποίοι παρέμειναν μέχρι τέλους παντελώς αστήρικτοι και κενοί περιεχομένου. Συνεπώς, ορθά, όπως υποστηρίζει και η πλευρά των εφεσιβλήτων, οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν απασχόλησαν το Δικαστήριο: ουδεμία θετική μαρτυρία δόθηκε ως προς τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς (Ελληνική Τράπεζα Χρηματοδοτήσεις Λτδ ν. Ε.Τ. Autospares Enterprises Ltd (1998) 1(B) A.A.Δ.843). Το αυτό ισχύει και για τον μετέωρο ισχυρισμό του εφεσείοντος: ότι είχε απαλλαγεί της συμφωνίας ως εγγυητής λόγω αλλαγών, τροποποιήσεων και ανανεώσεων επί των συμφωνιών. Και εδώ δεν είναι αρκετή αφ' εαυτής η γενική επίκληση του νομοθετήματος ώστε να οδηγήσει σε απαλλαγή. Απαιτείται θεμελίωση του δικαιώματος που παρέχει ο Νόμος ώστε να αποδοθεί και η ανάλογη προστασία στον επικαλούμενο το δικαίωμα και εδώ τον εφεσείοντα, ως εγγυητή. Θα έπρεπε να στοιχειοθετηθεί με μαρτυρία ούτως ώστε να καταδειχθεί ποιοι όροι της σύμβασης ουσιώδεις ή μη παραβλάφθηκαν και ποια δικαιώματα του εφεσείοντος εγγυητή παραβιάστηκαν κατά τρόπο που να θεωρείται ότι απαλλάσσεται των υποχρεώσεων του, Άρθρο 12 του Νόμου. Άλλωστε, όπως σημειώνει το Δικαστήριο, με το τεκμήριο 2, καταδεικνύεται ότι ο εφεσείων δυνάμει δεσμευτικής συμφωνίας εγγυήσεως, συμφώνησε με τους εφεσίβλητους και απεδέχθη ότι οι τελευταίοι δικαιούνταν να δίδουν παρατάσεις στον πρωτοφειλέτη, χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση προς τους εγγυητές, οι οποίοι παρέμειναν υπεύθυνοι υπό την εν λόγω ιδιότητα τους, μέχρι τελείας εξοφλήσεως.
Το Δικαστήριο βασιζόμενο σε θετική μαρτυρία όπως προσφέρθηκε από την πλευρά των εφεσιβλήτων που είχαν και το βάρος απόδειξης, ορθά κατέληξε στα ευρήματα[3] του (Μιχαηλίδης ν. Δημοσθένους Κακουλλή κ.ά. (1992) 1(Α) Α.Α.Δ. 674) με αποτέλεσμα ως προς το στοιχείο αυτό να μην παρέχεται πεδίο επέμβασης».
Περαιτέρω, σημαντικά σημειώνω και το εξής. Η πλευρά της Εναγόμενης, σε κανένα σημείο, κατά την αντεξέταση του ΜΕ 1, αμφισβήτησε το πιστοποιητικό που εκδόθηκε στη βάση του άρθρου 35 του Κεφ. 9, με αποτέλεσμα τούτο (το Πιστοποιητικό) και οι σχετικές καταχωρήσεις στο Τεκμήριο 15 να αποτελούν εκ πρώτης όψεως απόδειξη των όσων εκεί καταγράφονται και, επί της ουσίας, να παραμένουν αναντίλεκτες.
Συνεπώς, τη μαρτυρία του μάρτυρα αυτού, την αποδέχομαι στο σύνολο της, και, στη βάση αυτής, προβαίνω σε ανάλογα ευρήματα.
Τελικά Ευρήματα
Με βάση την πιο πάνω αξιολόγηση, μπορώ με ασφάλεια να καταλήξω και στα, επιπρόσθετα, των αρχικών, εξής ευρήματα:
1. Το επίδικο δάνειο ξεκίνησε να παρουσιάζει καθυστερήσεις από τον Σεπτέμβριο του 2014, εφόσον η τελευταία δόση έναντι του εν λόγω δανείου, καταβλήθηκε από την Εναγόμενη 1, προς την Ενάγουσα, κατά τις 28.8.2014 (βλ. Τεκμήριο 15).
2. Ακολούθως, κατά ή περί τις 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014, όταν και έγιναν οι αντίστοιχες χρεώσεις στον επίδικο λογαριασμό δανείου (βλ. Τεκμήριο 15), η Ενάγουσα απέστειλε, ταχυδρομικώς, μεταξύ άλλων, προς την Εναγόμενη, στην τελευταία δοθείσα διεύθυνση της, επιστολές όχλησης αναφορικά με τις καθυστερήσεις που παρουσίαζε το επίδικο δάνειο.
3. Οι εν λόγω επιστολές, όπως και καμία άλλη επιστολή που στάληκε προς την Εναγόμενη, δεν επιστράφηκε ως «αζήτητη».
Νομική Πτυχή και υπαγωγή των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης σε αυτήν
Σε υποθέσεις τραπεζικού χρέους, όπως η υπό εξέταση, στη βάση των λεχθέντων στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Χαραλάμπους (2010) 1 Α.Α.Δ. 829, τα βασικά στοιχεία τα οποία χρήζουν απόδειξης, ούτως ώστε να επιτύχει η αξίωση της Ενάγουσας – τράπεζας, είναι:
(α) Η σύναψη της σύμβασης δανείου, χρηματοδότησης ή πιστωτικών διευκολύνσεων και οι όροι της.
(β) Η παράβαση όρου της σύμβασης δανείου.
(γ) Ο τερματισμός της εν λόγω σύμβασης και το οφειλόμενο υπόλοιπο.
Περαιτέρω, όπου η υπόθεση αφορά εγγυητή χρειάζεται, επιπροσθέτως, η απόδειξη της ύπαρξης σύμβασης εγγύησης.
Με δεδομένο ότι, στη βάση των κοινώς αποδεκτών και μη αμφισβητούμενων γεγονότων, εν προκειμένω, όλα τα ανωτέρω στοιχεία, είναι παραδεκτά από τους διαδίκους, τούτα έχουν αποδεικτεί.
Το καίριο και μοναδικό ζήτημα που τέθηκε και παρέμεινε ως επίδικο, εκ μέρους της Εναγόμενης, είναι η κατ’ ισχυρισμόν παράλειψη της Ενάγουσας να ενημερώσει/ ειδοποιήσει αυτήν, ως εγγυήτρια του επίδικου δανείου, εγκαίρως (όπως ο συνήγορος της το έθεσε κατά την ακρόαση της υπόθεσης), σύμφωνα με τον όρο 11 της επίδικης σύμβασης εγγύησης και/ή στη βάση του περί Προστασίας Εγγυητών Νόμου, Ν. 197(Ι)/2003, για την υπερημερία που παρουσίαζε ο επίδικος λογαριασμός δανείου από την Εναγόμενη 1. Για αυτό το λόγο, ζητά να απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις της ως εγγυήτρια του επίδικου δανείου.
Είναι αντιληπτό, ότι το παράπονο και η αξίωση της Εναγόμενης βασίζονται στο άρθρο 12 του Περί Προστασίας Εγγυητών Νόμου, Ν. 197(Ι)/2003, το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:
«Ενημέρωση εγγυητή από πιστωτή για κάθε υπερημερία, κλπ
12. (1) Σε κάθε σύμβαση εγγύησης, ο πιστωτής υποχρεούται να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση και γραπτώς τον εγγυητή με επιστολή του στη διεύθυνσή του που καταγράφηκε στη συμφωνία δανείου ή στην τελευταία γνωστή στον πιστωτή διεύθυνσή του για κάθε καθυστέρηση καταβολής τριών τουλάχιστον δόσεων ή αθέτηση από τον πρωτοφειλέτη οποιασδήποτε άλλης υπόσχεσης ή υποχρέωσής του δυνάμει της συμφωνίας δανείου ή άρση ή μεταβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης που είχε τεθεί στην περιουσία του προς όφελος του πιστωτή για τους σκοπούς της συμφωνίας δανείου.
(2) Σε κάθε σύμβαση εγγύησης, ο πιστωτής υποχρεούται να οχλήσει τον πρωτοφειλέτη σε κατάλληλο χρόνο με επιστολή του στη διεύθυνση που καταγράφηκε στη σύμβαση δανείου ή στην τελευταία γνωστή στον πιστωτή διεύθυνση του πρωτοφειλέτη καλώντας τον να εκπληρώσει τη δυνάμει της συμφωνίας δανείου υπόσχεση ή υποχρέωσή του να αποπληρώσει το δάνειο, η οποία αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης εγγύησης, ανεξάρτητα από το κατά πόσο ο πρωτοφειλέτης ανέλαβε ή δεν ανέλαβε υποχρέωση δυνάμει της συμφωνίας δανείου να εκπληρώσει την εν λόγω υπόσχεση ή υποχρέωση κατόπιν οχλήσεως του πιστωτή:
Νοείται ότι, στον όρο «κατάλληλος χρόνος», αποδίδεται η ίδια έννοια που αποδίδεται στον όρο στο άρθρο 48 του περί Συμβάσεων Νόμου, και το τι είναι κατάλληλος χρόνος, αποτελεί εν πάση περιπτώσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, πραγματικό ζήτημα.
(3) Παράλειψη εκτέλεσης από τον πιστωτή, οποιασδήποτε υποχρέωσης που του επιβάλλεται κατά τα διαλαμβανόμενα στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου:
(α) θεωρείται παράλειψη τέλεσης πράξης που επιβάλλεται από τις υποχρεώσεις του πιστωτή προς τον εγγυητή μέσα στην έννοια του άρθρου 97 του περί Συμβάσεων Νόμου, και απαλλάσσει τον εγγυητή σε περίπτωση που συνεπεία αυτής παραβλάπτεται, όπως προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, η τελική ικανοποίηση του ιδίου του εγγυητή από τον πρωτοφειλέτη,
(β) συνιστά εν πάση περιπτώσει, παραβίαση ουσιώδους όρου της σύμβασης εγγύησης από τον πιστωτή, σε σχέση με την οποία παρέχονται στον εγγυητή και πιστωτή, οι θεραπείες, οι υπερασπίσεις, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις, που παρέχονται δυνάμει του περί Συμβάσεων Νόμου σε σχέση με παραβίαση ουσιώδους όρου σύμβασης από αντισυμβαλλόμενο»[4].
Το δε άρθρο 97 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, προνοεί τα εξής:
«97. Αν ο πιστωτής τελέσει πράξη ασυμβίβαστη με τα δικαιώματα του εγγυητή, ή παραλείψει να τελέσει πράξη η οποία επιβάλλεται από τις υποχρεώσεις του προς τον εγγυητή, και συνεπεία αυτού παραβλάπτεται η τελική ικανοποίηση του ίδιου του εγγυητή από τον πρωτοφειλέτη, ο εγγυητής απαλλάσσεται.»
Τέλος, το άρθρο 11 της επίδικης σύμβασης εγγύησης προνοεί ότι:
«Το Ταμιευτήριο υποχρεούται να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τον Εγγυητή γραπτώς με επιστολή στη διεύθυνση που σημειώνεται στη Σύμβαση Εγγύησης ή στην τελευταία γνωστή διεύθυνσή του για κάθε εκ μέρους του Πρωτοφειλέτη υπερημερία ή αθέτηση οποιασδήποτε υπόσχεσης ή υποχρέωσης δυνάμει της Συμφωνίας Δανείου ή άρση ή μεταβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης που έχει τεθεί στην περιουσία του προς όφελος του Ταμιευτηρίου για τους σκοπούς της Συμφωνίας Δανείου».
Κατ’ αρχάς, σημειώνω ότι, στη βάση των πιο πάνω τελικών ευρημάτων του Δικαστηρίου, και δη ότι αμέσως μετά που η Εναγόμενη 1 δεν κατέβαλε τη συμφωνηθείσα δόση έναντι του επίδικου δανείου, κατά τον Σεπτέμβριο του 2014, η Ενάγουσα προχώρησε στην αποστολή, ταχυδρομικώς, ειδοποιήσεων όχλησης, κατά ή περί τις 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014, όταν και έγιναν οι αντίστοιχες χρεώσεις στον επίδικο λογαριασμό δανείου (βλ. Τεκμήριο 15), μεταξύ άλλων, προς την Εναγόμενη, στην τελευταία δοθείσα διεύθυνση της, αναφορικά με τις καθυστερήσεις που παρουσίαζε το επίδικο δάνειο, οι όποιοι σχετικοί ισχυρισμοί και αιτιάσεις της Εναγόμενης, σε σχέση με το μοναδικό ζήτημα που παρέμεινε προς εκδίκαση, κρίνονται ανεδαφικές και, ως εκ τούτου, απορρίπτονται.
Για σκοπούς πληρότητας και μόνο, σημειώνω, πως ακόμη κι αν η ανωτέρω κρίση μου, ότι η Εναγόμενη είχε ειδοποιηθεί, εγκαίρως, με σχετικές ειδοποιήσεις όχλησης κατά ή περί τις 24.10.2014, 17.11.2014 και 25.11.2014, αναφορικά με την υπερημερία της Εναγόμενης 1, ήθελε, εφετειακώς, ανατραπεί και διαπιστώνετο ότι η Ενάγουσα δεν συμμορφώθηκε είτε με τις συμβατικές της υποχρεώσεις δυνάμει του άρθρου 11 της επίδικης σύμβασης εγγύησης, είτε με την υποχρέωση που της επιβάλλει το άρθρο 12 του Ν. 197(Ι)/2003, και πάλι οι εν λόγω ισχυρισμοί της Εναγόμενης ότι τούτη θα πρέπει να απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις της ως εγγυήτρια του επίδικου δανείου, στη βάση των εν λόγω κατ’ ισχυρισμόν παραβάσεων της Ενάγουσας, θα ήταν καταδικασμένοι σε αποτυχία. Και εξηγώ.
Κατ’ αρχάς, εν προκειμένω, σημειώνω ότι ουδεμία μαρτυρία προσκομίστηκε ότι η Εναγόμενη προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια, π.χ. να προχωρήσει σε τερματισμό της επίδικης σύμβασης εγγύησης, στη βάση της θεώρησης της ότι η Ενάγουσα παρέβηκε ουσιώδη όρο της εν λόγω σύμβασης, ούτε και δικογραφείται τέτοιος ισχυρισμός. Ούτε, βεβαίως, έχει, η Εναγόμενη, δικογραφικώς, εγείρει, στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής, οποιαδήποτε ανταπαίτηση, στη βάση της οποίας να προβάλλει οποιαδήποτε αξίωση για την απαλλαγή της από τις υποχρεώσεις της ως εγγυήτρια. Πέραν όμως τούτου, και ως τούτο επισημαίνεται και από την ευπαίδευτη συνήγορο της Ενάγουσας, η Εναγόμενη δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, στη βάση της οποίας να προκύπτει ότι, συνεπεία της όποιας τυχόν τέτοιας παράβασης του άρθρου 12 του Ν. 197(Ι)/2003, εκ μέρους της Ενάγουσας, παραβλάφτηκε η τελική ικανοποίηση της ίδιας από την Εναγόμενη 1. Ουδεμία μαρτυρία προσκομίστηκε εκ μέρους της Εναγόμενης, πόσω δε μάλλον συγκεκριμένη θετική μαρτυρία αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της Εναγόμενης 1, προκειμένου να διαφανεί αν, στη βάση των σημερινών δεδομένων, η τελευταία δύναται ή όχι να καλύψει το υπόλοιπο του επίδικου λογαριασμού δανείου. Εν πάση περιπτώσει, ούτε δικογραφικώς, στην Υπεράσπιση της Εναγόμενης, προβάλλεται τέτοιος ισχυρισμός.
Κατάληξη
Στην βάση όλων των ανωτέρω, κρίνω ότι η Ενάγουσα έχει επιτύχει να αποδείξει τα βασικά στοιχεία που χρήζουν απόδειξης, ούτως ώστε να επιτύχει η αξίωση της.
Ως εκ των ανωτέρω, εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης 5, για το ποσό των €16.913,02 πλέον τόκο προς 6,70% από 1.1.2019 μέχρι εξόφλησης, με δικαίωμα κεφαλαιοποίησης του τόκου 1 φορά ετησίως, την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.
Νοείται ότι η παρούσα απόφαση θα είναι αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα με τους Εναγόμενους 1-4, εναντίον των οποίων έχει ήδη εκδοθεί απόφαση.
Σε ότι αφορά τα έξοδα, δεν βρίσκω κανένα λόγο να παρεκκλίνω από το γενικό κανόνα που τα θέλει να ακολουθούν το αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης 5, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Νοείται ότι, στην έκταση που τα έξοδα είναι κοινά με τους υπόλοιπους Εναγόμενους, για τους οποίους έχει ήδη εκδοθεί απόφαση, η Ενάγουσα θα δικαιούται ένα σετ εξόδων.
(Υπ.)………………………
Ν. Πετρίδου, Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Βλ. Πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 5.4.2024
[2] Σημειώνω εδώ ότι ως μέρος της κυρίως εξέτασης του κατέθεσε το Έγγραφο Β.
[3] Οι υπογραμμίσεις είναι του παρόντος Δικαστηρίου.
[4] Υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και όσες ακολουθούν.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο