VICTORIA GERASIMOVA ν. ALEXEY VESHCHIKOV, Αρ. Αγωγής: 1018/23, 15/4/2025
print
Τίτλος:
VICTORIA GERASIMOVA ν. ALEXEY VESHCHIKOV, Αρ. Αγωγής: 1018/23, 15/4/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1018/23

 

Μεταξύ:

VICTORIA GERASIMOVA

Ενάγουσα

και

 

ALEXEY VESHCHIKOV

Εναγόμενου

---------------------------------

Αίτηση ημερομηνίας 02/12/2024 για ασφάλεια εξόδων

 

Ημερομηνία: 15 Απριλίου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενο - Αιτητή: κα Νικολαΐδου, για Μ. Βορκάς & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. και Π. Ν. Κούρτελλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για Ενάγουσα - Καθ΄ης η αίτηση: κ. Κώστα, για Στέλιος Αμερικάνος & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο Αιτητής - Εναγόμενος με την αίτησή του ζητά από το Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται η καταβολή ασφάλειας εξόδων ή εγγύησης εξόδων ύψους €14.810,74. Επιπρόσθετα, ζητά και διάταγμα που να αναστέλλει οποιαδήποτε διαδικασία στο πλαίσιο της αγωγής μέχρι την καταβολή της ασφάλειας εξόδων ή της παραχώρησης της εγγύησης.

Η αίτηση βασίζεται στη Δ.15 θ.θ.3 και 4, Δ.39, Δ.48 θ.θ.1 - 4 και 9, στην Δ.59 θ.θ. 1 και 3, στην Δ.60 θ.θ. 1- 6 και στην Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στη νομολογία, στις συμφυείς εξουσίες, στην γενική πρακτική και στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα προς θεμελίωση της αίτησης παρατίθενται από τον Ανδρέα Χατζηκώστα, δικηγόρο στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Αιτητή, ο οποίος είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος στην κατάρτισή της λόγω του ότι ο Αιτητής είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού. Σύμφωνα με τον Ομνύοντα, ως προκύπτει από το Κλητήριο Ένταλμα η Ενάγουσα-Καθ’ ης η αίτηση είναι μόνιμη κάτοικος εξωτερικού και συγκεκριμένα του Ηνωμένου Βασιλείου. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι εκτός της δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ενάγουσα-Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία στην Κύπρο, με την οποία θα μπορούσε να καλύψει τα δικηγορικά έξοδα του Αιτητή στην περίπτωση που η απαίτησή της απορριφθεί με έξοδα υπέρ του Αιτητή - Εναγόμενου. Υποστηρίζει ότι η Ενάγουσα-Καθ’ ης η αίτηση κατακρατεί μετοχές του Αιτητή σε Κυπριακή Εταιρεία και εκκρεμεί, σε σχέση με τις συγκεκριμένες μετοχές, δικαστική διαδικασία για επιστροφή των μετοχών στον νόμιμο δικαιούχο τους. Ισχυρίζεται ότι η αίτηση καταχωρίστηκε χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση έτσι ώστε να μην επηρεαστεί η διαδικασία με δυσμενή τρόπο. Ως πιστεύει ο ίδιος, η αγωγή δεν έχει καλές πιθανότητες επιτυχίας λόγω του ότι δεν αποκαλύπτεται καλή συζητήσιμη υπόθεση εναντίον του Εναγόμενου. Προωθεί τη θέση ότι ο Αιτητής ανησυχεί ότι στην περίπτωση που η αγωγή απορριφθεί δεν θα μπορεί να εισπράξει τα έξοδα που θα επιδικαστούν υπέρ του. Εισηγείται ότι δεν υφίστανται εξαιρετικές περιστάσεις που να καθιστούν την έκδοση των διαταγμάτων άδικη, αφού δεν θα επηρεαστεί το δικαίωμα της Ενάγουσας-Καθ’ ης η αίτηση να έχει πρόσβαση στο Δικαστήριο αφού προκύπτει ότι η Ενάγουσα-Καθ’ ης η αίτηση είναι αφερέγγυα. Έχει διορίσει δικηγόρους για την έγερση της παρούσας αγωγής, για την έγερση της Αγωγής Αρ. 1198/23, για την καταχώριση Υπεράσπισης στην Αγωγή Αρ.794/22, καθώς και σε άλλες διαδικασίες που εκκρεμούν σε άλλες δικαιοδοσίες.

 

Δηλώνει ότι έχει ετοιμαστεί προκαταρτικός κατάλογος εξόδων στον οποίο φαίνονται τα έξοδα της διαδικασίας και τα αναμενόμενα έξοδα. Το σύνολο ανέρχεται στο ποσό των €14.810,74. Καταλήγει, ότι η έκδοση του διατάγματος είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, θα αδικηθεί ανεπανόρθωτα ο Αιτητής - Εναγόμενος, ο οποίος δεν θα μπορεί να ανακτήσει τα έξοδα τα οποία θα υποστεί στην αγωγή.

 

Η αίτηση αντιμετωπίστηκε με ένσταση στην οποία καταγράφονται δεκατρείς (13) λόγοι ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι δεν παρατίθεται αξιόπιστη μαρτυρία που να υποστηρίζει τον ισχυρισμό ότι η Καθ’ ης η αίτηση αδυνατεί ή και δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να καταβάλει στον Αιτητή τα έξοδά του σε περίπτωση που αυτά επιδικαστούν υπέρ του. Ότι το γεγονός ότι η Καθ΄ης η αίτηση είναι κάτοικος εξωτερικού από μόνο του δεν δικαιολογεί την έκδοση του διατάγματος. Ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομολογίας για έκδοση τέτοιου διατάγματος, ήτοι η προϋπόθεση της μη κατοχής περιουσίας στην Κύπρο αφού η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα κατέχει το 100% των μετοχών Κυπριακής Εταιρείας, της Darhall Investments Limited. Ότι ο ίδιος ο Αιτητής αναγνωρίζει την χρηματοοικονομική ευρωστία της Καθ΄ης η αίτηση, αφού αναφέρεται στην κατοχή περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό ενώ γνωρίζει ότι έχει και την οικονομική δυνατότητα να ικανοποιήσει τυχόν απόφαση εναντίον της. Ότι τόσο η Καθ΄ης η αίτηση καθώς και ο Αιτητής είναι κάτοικοι Ηνωμένου Βασιλείου και η οποιαδήποτε απόφαση μπορεί να καταχωρηθεί και να εγγραφεί στο Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς δυσκολία. Ότι η Καθ΄ης η αίτηση έχει καλή υπόθεση εναντίον του Αιτητή, ο οποίος δεν έχει σοβαρή Υπεράσπιση. Ότι ο Αιτητής δεν παρέθεσε οποιοδήποτε έγγραφο που να υποστηρίζει τους ισχυρισμούς του ότι έχει καλή Υπεράσπιση. Ότι η αίτηση είναι καταχρηστική, απαράδεκτη και κακόπιστη και σκοπεί στην καθυστέρηση της εκδίκασης της αγωγής και χρησιμοποιείται σαν επιβραδυντική τακτική η οποία έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης κατά παράβαση του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος και του Άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Ότι η αίτηση είναι επιπόλαια και ενοχλητική και αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας. Ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από τη νομοθεσία, τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας και τη νομολογία για την έκδοση του συγκεκριμένου διατάγματος. Ότι το προσχέδιο του καταλόγου εξόδων είναι λανθασμένο και ή τα υπολογισθέντα έξοδα είναι υπερβολικά. Ότι η αίτηση και η ένορκη δήλωση που την συνοδεύει είναι ατεκμηρίωτες και δεν αποκαλύπτουν γεγονότα που να θεμελιώνουν και/ή ικανοποιούν τις προϋποθέσεις για την έγκριση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Ως νομική βάση της ένστασης καθορίστηκε η Δ. 2 θ.3, η Δ.48 θ.θ.1 - 4, 8 και 9, η Δ.60 θ.θ. 1 - 6 και στην Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, το Άρθρο 30 του Συντάγματος, το Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, η νομολογία, οι αρχές της Επιείκειας, οι γενικές και συμφυείς εξουσίες και η γενική πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα προς υποστήριξη της ένστασης καταγράφονται στην ένορκη δήλωση της Γεωργίας Γεωργιάδου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα, η οποία διαμένει στο εξωτερικό και δεν μπορεί να μεταβεί στην Κύπρο για να υπογράψει την ένορκη δήλωση. Προωθεί τη θέση ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στην αίτηση και την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει είναι ανυπόστατοι, αβάσιμοι, αναληθείς και αστήριχτοι. Ισχυρίζεται ότι από μόνο του το γεγονός ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα διαμένει στο εξωτερικό δεν δικαιολογεί αυτόματα την έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων αφού σημαντική προϋπόθεση για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι η κατοχή ή μη περιουσιακών στοιχείων στην Κύπρο τα οποία να μπορούν να εκποιηθούν για κάλυψη των εξόδων του Αιτητή - Εναγόμενου. Ο Αιτητής στηρίζει την αίτηση του μόνο στο γεγονός ότι η Καθ΄ης η αίτηση δεν είναι κάτοικος Κύπρου. Προωθεί τη θέση ότι η Καθ΄ης η αίτηση είναι ιδιοκτήτρια του 100% των μετοχών της κυπριακής εταιρείας Darhall Investments Limited, η οποία είναι ενεργή και φερέγγυα και διαθέτει σημαντικούς οικονομικούς πόρους και περιουσία. Κατέχει επίσης το 100% των μετοχών της αγγλική εταιρείας Elizabeth Home Ltd, η οποία είναι ιδιοκτήτρια οικοπέδου αξίας £1,2 (STG), ήτοι €1,44 εκατομμύρια. Η συγκεκριμένη κυπριακή εταιρεία διαθέτει επίσης δικαιώματα κυριότητας σε πολυκατοικία στο Λονδίνο από την οποία εισπράττει μισθώματα εδάφους (ground rent) ύψους περίπου £20.000 ( €24.000) καθώς και δικαίωμα σε επιπλέον μισθώματα ύψους £25.000 (€30.000) ετησίως. Η ίδια είναι ιδιοκτήτρια κατοικίας στο Λονδίνο αξίας £1,6 εκατομμυρίων, ήτοι €1,9 εκατομμυρίων, οχήματος καθώς και τραπεζικών καταθέσεων σε διάφορους λογαριασμούς. Είναι η θέση της Ομνύουσας ότι ο Αιτητής γνωρίζει για τις μετοχές της Καθ΄ ης η αίτηση στην κυπριακή εταιρεία, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης στην περίπτωση απόρριψης της αγωγής και για τις οποίες έχει κριθεί από το Δικαστήριο ότι δεν κατέχονται παράνομα στην Αγωγή Αρ.794/2022 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και στην Αγωγή Αρ.2502/20 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στην οποία ο ίδιος είχε παραδεχθεί ότι έδωσε προσωπικά οδηγίες να της μεταβιβαστούν οι μετοχές.

 

Προωθείται η θέση ότι ο Αιτητής δεν έχει προσκομίσει είτε αξιόπιστη μαρτυρία είτε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο που να καταδεικνύει ότι υπάρχει κίνδυνος να μην αποζημιωθεί ο Αιτητής στην περίπτωση που η αγωγή κριθεί υπέρ του. Αντιθέτως, δηλώνεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση ότι η Καθ΄ης η αίτηση έχει χρηματοοικονομική ευρωστία και κατέχει σημαντικά περιουσιακά στοιχεία. Λόγω του ότι και οι δύο είναι μόνιμοι κάτοικοι Ηνωμένου Βασιλείου η απόφαση μπορεί να εγγραφεί και να εκτελεστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς δυσκολία.

 

Όσον αφορά τον ισχυρισμό για ανυπαρξία πιθανότητας επιτυχίας της αγωγής, προωθείται η θέση ότι ο Αιτητής περιορίζεται σε μια γενική και αόριστη αναφορά χωρίς υπόβαθρο γεγονότων. Επεξηγεί ότι η αγωγή αφορά συμφωνία δανείου δυνάμει της οποίας η Καθ΄ης η αίτηση κατέβαλε στον Αιτητή, υπό μορφή δανείου, το ποσό του £1.000.000,00 (STG) και ο Αιτητής ανέλαβε να επιστρέψει το συγκεκριμένο ποσό μέχρι τις 31/12/2019, πλην όμως δεν το έπραξε μέχρι σήμερα. Ως εκ των γεγονότων, οι πιθανότητες επιτυχίας της αγωγής είναι καλές και υπαρκτές ενώ δεν υπάρχει καλή και συζητήσιμη Υπεράσπιση εκ μέρους του Αιτητή. Η Ομνύουσα σημειώνει ότι ο Αιτητής δεν έχει καταχωρίσει Υπεράσπιση γεγονός που ενέχει τη σημασία του αφού δεν τέθηκε το υπόβαθρο για εξέταση της δυναμικής της δικής του υπερασπιστικής γραμμής. Εισηγείται ότι η καταχώρηση της αίτησης είναι καταχρηστική, κακόπιστη και ότι σκοπεί στην καθυστέρηση της εκδίκασης της αγωγής η οποία θα οδηγήσει σε παραβίαση του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος και του Άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Σημειώνει ότι η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε λίγο πριν την ημερομηνία της τρίτης εμφάνισης στην αίτηση για απόφαση λόγω μη καταχώρησης υπεράσπισης που καταδεικνύει ότι ο Αιτητής δεν έχει υπεράσπιση να παρουσιάσει και γι’ αυτό καθυστερεί.

 

Σε σχέση με το Προσχέδιο του Καταλόγου Εξόδων, Τεκμήριο 1 στην Αίτηση, εισηγείται ότι είναι λανθασμένο και τα υπολογισθέντα έξοδα είναι έκδηλα υπερβολικά. Εισηγείται ότι η αγωγή δεν περιλαμβάνει περίπλοκα θέματα, αφού αφορά την παράβαση της σύμβασης δανείου, οπόταν δεν θα χρειαστούν 5 ημερομηνίες ακροάσεως ως έχει υπολογίσει ο Αιτητής, ενώ δεν δικαιολογούνται ούτε οι 10 αναγκαίες επιστολές που έχει περιλάβει. Καταλήγει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Και οι δυο πλευρές προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις με εμπεριστατωμένες αγορεύσεις, το περιεχόμενο των οποίων είναι πολύ υποβοηθητικό για το Δικαστήριο. Προέβησαν και σε δια ζώσης διευκρινήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου. Δεν καταχωρήθηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση, ούτε και ζητήθηκε η αντεξέταση οποιουδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες. Το Δικαστήριο έχει κατά νου το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων και θα αναφερθεί σ’ αυτό όπου το κρίνει απαραίτητο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η δικαιοδοτική βάση της υπό κρίση αίτησης για ασφάλεια εξόδων, φαίνεται από τα γεγονότα της αίτησης να είναι η Δ.60 θ.1, η οποία προβλέπει:

 

« 1. A plaintiff (and, in respect of a counter-claim which is not merely in the nature of a set-off, a defendant) ordinarily resident out of Cyprus ή Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης may, at any stage of the action, be ordered to give security for costs, though he may be temporarily resident in Cyprus ή σε Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.».

 

Αναφορικά με το πότε παραχωρείται ένα διάταγμα για ασφάλεια εξόδων σχετική είναι η απόφαση στην υπόθεση Standard Ltd κ.α. v. Gold Seal Ship. Co Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 121, στην οποία υποδείχτηκε ότι:

 

« Η πρόνοια για ασφάλεια εξόδων σκοπό έχει να διασφαλίσει στον εναγόμενο την είσπραξη των εξόδων που θα δοθούν υπέρ του, στις περιπτώσεις που ο ενάγων είναι κάτοικος εξωτερικού και δεν έχει περιουσία στην Κύπρο.  Διασφαλίζεται, έτσι, η εκτέλεση της Δικαστικής απόφασης για έξοδα - τα έξοδά του εναγομένου εναντίον του ενάγοντος, ή του ενάγοντος εναντίον ανταπαιτητή, αναλόγως της περίπτωσης.

Η εξουσία που απονέμεται στο Δικαστήριο με τον κανονισμό αυτό δεν είναι δέσμια, αλλά διακριτικής φύσεως.  Η διακριτική αυτή εξουσία ασκείται από το Δικαστήριο δικαστικά, ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης». 

 

Η συγκεκριμένη διαταγή έχει τύχει ερμηνείας στην υπόθεση Christoforou vAsprofta (1988) 1 C.L.R. 246, όπου έγινε αναφορά σε αγγλική νομολογία, μεταξύ των οποίων η υπόθεση Cowell vTaylor [1886] 31 CH.D., η οποία παρατίθεται στο περιθώριο της Δ.60 θ.4 και στην Sykes v. Sykes (Law Rep. 4 C.P. 645). Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Sykes υιοθετήθηκε, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Christoforou:

 

« To entitle a defendant to security, he must show not only that the plaintiff is insolvent, but also that he is suing as a nominal plaintiff, in the sense of another person being beneficially interested in the result of the action. In that case, the Court would stay the proceedings until security is given. ................................................................................ No authority has been or could be produced in which security for costs has been ordered to be given by a plaintiff suing as executor or as assignee, simply on the ground that he is not in a position to pay costs. »

 

          Η μέχρι σήμερα νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναγνωρίζει τη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος Δικαστηρίου να διατάξει την καταβολή ασφάλειας εξόδων. Παραπέμπω σχετικά στις υποθέσεις Sally Line ν. Greenmar Navigation Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 633 στις σελίδες 637-638, στην Alahmari v. Alia The Royal Jordania Airline (1990) 1 Α.Α.Δ. 434 και στην Stejaru v. Ιωάννου (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 909. Από τη σχετική, για το ζήτημα, νομολογία προκύπτει ότι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, είναι η οικονομική δυνατότητα της ενάγουσας, η ισχύς της υπόθεσής της, ο χρόνος υποβολής της αίτησης, αλλά και το ύψος του ποσού της ασφάλειας εξόδων που ζητείται, αφού το ύψος του ποσού της ασφάλειας εξόδων δεν θα πρέπει να είναι τέτοιο που στην ουσία να απολήγει σε απαγόρευση προσφυγής στη δικαιοσύνη (βλ. μεταξύ άλλων Επίσημος Παραλήπτης v. Γενικές Ασφάλειες Κύπρου Λτδ (Αρ. 2) (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1446). Τέλος, o χρόνος υποβολής τέτοιας αίτησης λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο, καθότι, όπως αναφέρεται στην υπόθεση Union Des Cooperatives Agricoles De Cereales De Semences v Apak Agro Industries Ltd. & Άλλοι (Αρ. 2) (1992) 1(B) A.A.Δ. 1170, δεν αποκλείεται να υπάρχουν περιπτώσεις που η καθυστέρηση του διάδικου να αποταθεί για ασφάλεια εξόδων σε συσχετισμό με άλλους ενισχυτικούς παράγοντες δυνατό να οδηγήσει το Δικαστήριο στην απόρριψη ενός τέτοιου αιτήματος.

 

Στην Δημητρίου ν. Δημητρίου, άλλως Στυλιανού (2014) 1(Α) Α.Α.Δ. 768, υπεδείχθη ότι:

 

« Το θέμα έκδοσης διατάγματος για ασφάλεια εξόδων ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται δικαστικά υπό το φως όλων των περιστάσεων και υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 30.2 του Συντάγματος και των αντίστοιχων διατάξεων του άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών που έχουν κυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία.  Γενική αρχή, όπως αυτή καθιερώθηκε διαχρονικά από τη νομολογία, είναι πως, αν η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο του διαδίκου εναντίον του οποίου η αγωγή στρέφεται, τότε το διάταγμα δεν εκδίδεται.  Σε τέτοια περίπτωση, η ανάγκη προστασίας του διαδίκου που ζητά την παραχώρηση ασφάλειας εξόδων, υποτάσσεται στο δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο του αντιδίκου του».

 

Το ερώτημα που τίθεται και πρέπει να αποφασισθεί είναι κατά πόσο υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα είναι ανίκανη να πληρώσει τα έξοδα του Αιτητή - Εναγόμενου, που πιθανόν να εκδικαστούν εναντίον της και, σε περίπτωση που κριθεί η ύπαρξη τέτοιας ανικανότητας, γεγονός που πρέπει να προκύπτει από αξιόπιστη μαρτυρία, κατά πόσο το Δικαστήριο με βάση τα δεδομένα της περίπτωσης, θα πρέπει να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και να διατάξει την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα αυτά. Ν΄ αναφερθεί ότι όταν αποδειχθεί η αδυναμία πληρωμής, το Δικαστήριο θα εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα εκτός αν θεωρήσει ότι συντρέχουν ειδικές περιστάσεις που συνηγορούν υπέρ της μη έκδοσης τέτοιου διατάγματος.

 

Στην απόφαση Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ Πρώην Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1314, διαβάζονται τα ακόλουθα σχετικά:

« Στα ευρύτερα κριτήρια για την παροχή ασφάλειας εξόδων συγκαταλέγεται και η δύναμη της υπόθεσης του ενάγοντα διότι αν έχει καλή υπόθεση, η δε υπεράσπιση φαίνεται να μην ευσταθεί, τότε θα ήταν αντίθετο με το πνεύμα της δικαιοσύνης να διαταχθεί η καταβολή ασφάλειας εξόδων επιβραβεύοντας έτσι ουσιαστικά τον εναγόμενο και καθυστερώντας την όλη διαδικασία. Ο χρόνος υποβολής της αίτησης είναι ένα πρόσθετο στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη και δεν αποκλείεται η περίπτωση η καθυστέρηση του διαδίκου να αποταθεί εγκαίρως για ασφάλεια εξόδων, σε συσχετισμό με άλλους ενισχυτικούς παράγοντες, να οδηγήσει το Δικαστήριο στην απόρριψη του αιτήματος. (δέστε Union Des Cooperatives Agricoles De Cereales De Semences v. Apak Agro Industries Ltd & Άλλοι (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1170). »

 

Υπενθυμίζεται ότι η έκδοση διαταγής για την εξασφάλιση των εξόδων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την οικονομική κατάσταση του προσώπου εναντίον του οποίου εκδίδεται, ούτως ώστε να μην καταλήγει στην αποστέρηση του δικαιώματος πρόσβασής του στο Δικαστήριο (βλ. The Continental Insurance Company of Hampshire v. Sac Eugene O? Reagan (1998) 1 A.A.Δ. 1087). Από τη νομολογία καθίσταται σαφές ότι η τυχόν οικονομική αδυναμία μιας εταιρείας ή ενός προσώπου δεν δημιουργεί αυτόματα δικαίωμα για ασφάλεια εξόδων. Οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, η οποία πάντοτε ασκείται δικαστικά, έχουν αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία.

 

Στο σύγγραμμα Halsbury? s Laws of England, 4η έκδοση, παρ. 304, αναλύεται η διακριτική ευχέρεια για παροχή ασφάλειας εξόδων ως ακολούθως:

 

« 304. Discretion to order security for costs. The court may order security for costs, in the cases in which power to do so exists, only if, having regard to all the circumstances of the case, it thinks it just to do so. The court thus has discretion whether or not to order the security for costs to be given, both under the Rules of the Supreme Court and under its statutory powers. Thus, if there is a strong prima facie likelihood that the defendant will fail in his defence, he may be refused security, and so also if he admits his liability, even where he counterclaims or admits an amount equal to the security that would have been ordered or if the plaintiff has an unsatisfied judgment against the defendant. Under the court?s discretionary power it is unlikely that security for costs will be ordered while there is a pending a summons for summary judgment.»

 

Εν προκειμένω, προωθείται από τον Αιτητή - Εναγόμενο ο ισχυρισμός ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα διαμένει στο εξωτερικό, ήτοι στο Ηνωμένο Βασίλειο που είναι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δέον να υπομνησθεί ότι και ο Αιτητής διαμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όσον αφορά την οικονομική ευρωστία της Καθ’ ης η αίτηση, ο ίδιος ο Αιτητής προωθεί τη θέση ότι είναι φερέγγυα στην παράγραφο 7(θ) της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση. Από μόνο του το γεγονός ότι ένας διάδικος διαμένει στο εξωτερικό δεν είναι αρκετό για να οδηγήσει στην έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων. Θα πρέπει να εξεταστεί ο ισχυρισμός ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα δεν έχει οποιαδήποτε περιουσία στην Κύπρο, ισχυρισμός ο οποίος προβάλλεται πολύ γενικά μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση. Ο ισχυρισμός αυτός αποδυναμώθηκε από τη θέση που προβάλλει η Καθ΄ ης η αίτηση - Ενάγουσα στην ένορκη δήλωση της στην οποία κατέγραψε ότι όχι μόνο διατηρεί περιουσία στην Κύπρο αλλά κατέχει σημαντική περιουσία στην Αγγλία η οποία να υπερκαλύπτει τα οποιαδήποτε έξοδα τυχόν υποστεί ο Αιτητής - Εναγόμενος στην υπό κρίση διαδικασία. Επισυνάφθηκαν προς απόδειξη της συγκεκριμένης θέσης και σχετικά πειστήρια. Η συγκεκριμένη θέση δεν καταρρίφθηκε.

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Πρώην Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (ανωτέρω), «η τυχόν κατοχή εκ μέρους του ενάγοντα περιουσίας που βρίσκεται εντός της επικράτειας και είναι ουσιαστική και μόνιμη, δυνατόν να συνηγορήσει εναντίον της παροχής ασφάλειας εξόδων υπό την προϋπόθεση ότι η περιουσία αυτή είναι κατά κοινή λογική διαθέσιμη προς εκτέλεση και όχι υποκείμενη σε εξανεμισμό σε οποιοδήποτε χρόνο. (Δέστε επίσης, μεταξύ άλλων τις αποφάσεις Ebrand v. Gassier [1884] 28 Ch.D. 232 και In Re Apollinaris Company' s Trade Marks [1891] 1 Ch. 1) ».

 

Το γεγονός ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα είναι η ιδιοκτήτρια του 100% των μετοχών της κυπριακής εταιρείας Darhall Investments Limited η οποία είναι ενεργή, φερέγγυα και διαθέτει περιουσία η οποία ξεπερνά το £1εκατομμύριο αγγλικές λίρες, είναι γεγονότα που δεν αμφισβητήθηκαν από τον Αιτητή - Εναγόμενο. Αμφισβητήθηκε η νομιμότητα της κατοχής των μετοχών, η οποία δεν είναι θέμα προς συζήτηση στην υπό κρίση αίτηση. Επομένως, το Δικαστήριο θεωρεί ότι στα πλαίσια και για σκοπούς της υπό κρίση αίτησης, δεν υπάρχει τέτοια μαρτυρία η οποία ικανοποιεί τα κριτήρια που θέτει η νομολογία και ειδικότερα το κριτήριο ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα δεν έχει περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης για τυχόν κάλυψη εξόδων που ενδεχομένως να επιδικαστούν εναντίον της.

 

Απομένει να εξεταστεί η ισχύς της υπόθεσης της Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσας. Το θέμα που εδώ απασχολεί είναι η έλλειψη καταχώρισης Υπεράσπισης εκ μέρους του Αιτητή - Εναγόμενου. Αυτό αποστερεί από το Δικαστήριο την ευχέρεια να εξετάσει, σ’ αντιδιαστολή με την αξίωση της Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσας, την δυναμική της υπόθεσης του Αιτητή - Εναγόμενου. Ως προκύπτει από την Έκθεση Απαίτησης, η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα επικαλείται παράβαση της σύμβασης δανείου και αξιώνει την επιστροφή του ποσού του £1.000.000,00 αγγλικών λιρών από τον Αιτητή - Εναγόμενο, πλέον τόκους και έξοδα. Ο Αιτητής - Εναγόμενος δεν έχει καταχωρίσει Υπεράσπιση στην οποία να προβάλλει οποιαδήποτε αναγνωρισμένη από το Νόμο υπεράσπιση.

 

Έχει νομολογηθεί ότι το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε λεπτομερή εξέταση του θέματος. Το κριτήριο είναι η «ισχύς της υπόθεσης» όπως μπορεί να συναχθεί από τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα. Από τα δικόγραφα τα οποία ευρίσκονται στον φάκελο του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι υπήρχε μια συμφωνία παραχώρησης δανείου από την Καθ΄ης η αίτηση στον Αιτητή. Το ερώτημα που το Δικαστήριο θα κληθεί να απαντήσει είναι κατά πόσο όντως είχε παραχωρηθεί το δάνειο και αν ναι, κατά πόσο έχει εξοφληθεί. Οπόταν, αν η αγωγή κριθεί υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση - Ενάγουσας θα της επιδικαστεί το ποσό του £1.000.000,00 και θα καταβληθούν τα έξοδα της διαδικασίας από τον Αιτητή - Εναγόμενο. Αν όμως κριθεί η αγωγή υπέρ του Αιτητή - Εναγόμενου τότε θα δικαιούται μόνο στην καταβολή των δικηγορικών του εξόδων, τα οποία η Καθ’ ης η αίτηση - Ενάγουσα θα πρέπει να καταβάλει αφαιρουμένων των δικών της εξόδων. Έχοντας υπόψη τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση και χωρίς να γνωρίζει το Δικαστήριο την υπερασπιστική γραμμή του Αιτητή – Εναγόμενου, θεωρεί, χωρίς να αξιολογεί τα γεγονότα της υπόθεσης, ότι όπως έχουν τώρα τα πράγματα, δεν μπορεί να αποκλείσει το γεγονός ότι η Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα έχει πιθανότητες επιτυχίας στην αξίωσή της. Ο δικαστής Brown-Wilkinson V.C. στην υπόθεση Porzelack K.G v. Porzelack (UK) Ltd (1987) 1 All E.R. 1074, ανέφερε τα ακόλουθα σε σχέση με το υπό συζήτηση θέμα:

 

«It seems to me that I have an entirely general discretion either to award or refuse security, having regard to all the circumstances of the case. However, it is clear on the authorities that, if other matters are equal, it is normally just to exercise that discretion by ordering security against a non-resident plaintiff.  The question is what, in all the circumstances of the case, is the just answer.  ……………………..This is the second occasion recently on which I have had a major hearing on security for costs and in which the parties have sought to investigate in considerable detail the likelihood or otherwise of success in the action.  I do not think that is a right course to adopt on a application for security for costs.  The decision is necessarily made at an interlocutory stage on inadequate material and without any hearing of the evidence.  A detailed examination of the possibilities of success or failure merely blows the case up into a large interlocutory hearing involving great expenditure of both money and time.

Undoubtedly, if it can clearly be demonstrated that the plaintiff is likely to succeed, in the sense that there is a very high probability of success, then that is a matter that can properly be weighted in the balance.  Similarly, if it can be shown that there is a very high probability that the defendant will succeed, that is a matter that can be weighted.  But for myself I deplore the attempt to go into the merits of the case unless it can be clearly demonstrated one way or another that there is a high degree of probability of success or failure.».

Η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου διέπεται και από το συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα κάθε προσώπου να προσφεύγει στη δικαιοσύνη σύμφωνα με το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και το Άρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Έτσι, η δικαστική κρίση συναρτάται με τη δυνατότητα του ενάγοντος, αναλόγως της οικονομικής του ευχέρειας, να παράσχει ασφάλεια εξόδων. Εάν ο ενάγων δεν διαθέτει τέτοια δυνατότητα τότε η αίτηση απορρίπτεται «… δεν χωρεί διαταγή για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα όπου η έκδοσή της απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο του ενάγοντος ...» (βλ. Conway v. Ηλία (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1653, 1657). Οι ρυθμίσεις της Δ.60 δεν σκοπεύουν να εμποδίσουν ούτε να αποτρέψουν αλλοδαπούς ή και κύπριους να προσφύγουν στο Δικαστήριο για να διεκδικήσουν τα νόμιμα συμφέροντά τους (βλ. ΗΕ.ΝΙ.PA. ESTATES Co. Ltd v. CLUB DIDO GESMBH (1995) 1 C.L.R. 371).

 

Εξετάζοντας την αίτηση θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ένορκη δήλωση που την συνοδεύει και κατ’ επέκταση οι ισχυρισμοί οι οποίοι περιέχονται σε αυτή έχουν μείνει ατεκμηρίωτοι αφού δεν επισυνάπτονται οποιαδήποτε τεκμήρια τα οποία να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς του Αιτητή-Εναγόμενου. Σ’ αντίθεση με την Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσα η οποία τεκμηρίωσε τη θέση της ότι διατηρεί περιουσία στην Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Ηνωμένο Βασίλειο που διαμένουν και τα δύο μέρη. Το ζητούμενο είναι σε κάθε περίσταση, κατά πόσο η παροχή ασφάλειας είναι αντικειμενικά δικαιολογημένη έχοντας υπόψη όλες τις συνθήκες, καθώς και το πιθανό βάρος επί των ώμων του διαδίκου που θα διαταχθεί να καταβάλει αυτή την ασφάλεια (βλ. Genemp Trading Ltd ανωτέρω).

 

Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα περιστατικά της παρούσας, ως τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι δεν συντρέχουν οποιεσδήποτε περιστάσεις που να δικαιολογούν την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Αντίθετα, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα, κρίνεται ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ της απόρριψης της αίτησης.

 

Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα ύψους €2.700 υπέρ της Καθ΄ης η αίτηση - Ενάγουσας, τα οποία θα είναι άμεσα καταβλητέα.

 

 

 

 

(Υπ.) ………………………………………

    Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

 

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο