ΑΝΔΡΕΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ ν. EUROLIFE LIMITED, Αρ. Αγωγής: 7481/14, 30/4/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΔΡΕΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ ν. EUROLIFE LIMITED, Αρ. Αγωγής: 7481/14, 30/4/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 7481/14

 

Μεταξύ:

ΑΝΔΡΕΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ

Ενάγουσας

και

 

EUROLIFE LIMITED

Εναγομένων

---------------------------------------

Ημερομηνία: 30 Απριλίου, 2025

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντα: κ. Κορομίας, για Δράκος & Ευθυμίου Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενη Εταιρεία: κα Στ. Ανδρέου, για Χρυσαφίνης και Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο Ενάγοντας αξιώνει αποζημιώσεις ύψους €150.517, ως ποσό που του οφείλεται από την Eναγόμενη Εταιρεία, σύμφωνα με το Ωφέλημα Ολικής και Μόνιμης Ανικανότητας που προβλέπεται στη Σύμβαση Ασφάλισής του. Ταυτόχρονα, αξιώνει δήλωση ότι η Σύμβαση Ασφάλισης ημερομηνίας 12/09/1996 και η τροποποίησή της ημερομηνίας 10/11/2008 ήταν και είναι έγκυρη και βρίσκεται σε ισχύ και ως εκ τούτου, παρείχε και παρέχει κάθε προβλεπόμενη από αυτή κάλυψη και ή αποζημίωση και ή Ωφέλημα Μόνιμης Ανικανότητας.

Στην Έκθεση Απαίτησης καταγράφεται ότι ο Ενάγοντας είναι 57 ετών και κατά τον επίδικο χρόνο επαγγέλλετο τον τεχνίτη ψευδοροφών εργαζόμενος ως χειρωνάκτης πελεκάνος. Στις 27/07/1996 μετά από πρόταση του Ενάγοντα και αποδοχή της πρότασης από την Εναγόμενη Εταιρεία, η οποία παρέχει ασφαλιστικές υπηρεσίες, συνάφθηκε ασφαλιστήριο ζωής τύπου «Life Plan», ισόβιας διάρκειας έναντι ετήσιου ασφαλίστρου Λ.Κ.503,64. Σύμφωνα με τους όρους του συγκεκριμένου ασφαλιστικού σχεδίου στα Επιπρόσθετα Ωφελήματα περιλαμβανόταν το Ωφέλημα ύψους Λ.Κ.40.000 σε περίπτωση Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας και συνεπακόλουθη Απαλλαγή Πληρωμής Ασφαλίστρου. Στις 10/11/2008, με τη σύμφωνη γνώμη και των δύο πλευρών, τροποποιήθηκε η Σύμβαση Ασφάλισης με την αύξηση των ποσών κάλυψης. Για τη Μόνιμη Ολική Ανικανότητα στο ποσό των €150.157 με ασφάλιστρο €296,33, με έναρξη ισχύος από 28/03/2003 και λήξη στις 28/07/2018 και περαιτέρω για Προστασία Ασφαλίστρου έναντι ασφαλίστρου €65,31.

 

Στις 05/05/2010 ενώ ο Ενάγοντας ασχολείτο με την εργασία του, έπεσε από σκαλωσιά και υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες. Ως λεπτομέρειες των σωματικών βλαβών καταγράφει: Βαρεία κάκωση του μυοτενοντίου πετάλου του δεξιού ώμου, ρήξη του στροφικού πετάλου του δεξιού ώμου και βαρεία κάκωση της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης με συνέπεια κήλη του μεσοσπονδυλίου δίσκου 02‑03 με πλήρη συνδρομή εκ του δεξιού κάτω άκρου. Λόγω των συγκεκριμένων σωματικών βλαβών κατέστη μόνιμα ανίκανος για οποιαδήποτε εργασία. Υπέβαλε απαίτηση για Ωφέλημα Προστασίας Ασφαλίστρου και ή Απαλλαγής Ασφαλίστρου, το οποίο εγκρίθηκε από την Eναγόμενη Εταιρεία με ισχύ από 15/02/2011, ενώ του επιστράφηκε οποιοδήποτε ποσό είχε καταβληθεί από τις 28/05/2010 μέχρι τις 15/02/2011. Για τον τραυματισμό του έτυχε περίθαλψης και ιατρικής φροντίδας και παραπέμφθηκε για απεικονιστικές εξετάσεις τόσο του δεξιού ώμου όσο και της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και τα πορίσματα καταγράφηκαν σε ιατρικά πιστοποιητικά, τα οποία διαβιβάστηκαν προς την Eναγόμενη. Λόγω των αποτελεσμάτων των εξετάσεων, υπέβαλε για τον τραυματισμό του απαίτηση για το Ωφέλημα Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας για ποσό των €150.517. Η Εναγόμενη Εταιρεία με επιστολή της ημερομηνίας 01/11/2011 απέρριψε την απαίτηση με τη δικαιολογία ότι δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί σύμφωνα με τους όρους της ασφαλιστικής Σύμβασης. Ο Ενάγοντας προσωπικά αλλά και μέσω των δικηγόρων του διαβίβασε επιστολές προς την Εναγόμενη Εταιρεία επιμένοντας στην απαίτηση, αλλά η Εναγόμενη Εταιρεία παρέμεινε σταθερή στη θέση της για απόρριψη ή και μη ικανοποίηση της απαίτησής του, όμως συνέχιζε να ικανοποιεί την απαίτηση του Ενάγοντα για το Ωφέλημα Προστασίας Ασφαλίστρου αναγνωρίζοντας ότι ήταν ανίκανος για εργασία. Στις 28/07/2012 η Εναγόμενη Εταιρεία τερμάτισε την ικανοποίηση του Ωφελήματος Προστασίας Ασφαλίστρου από 21/05/2012 και κάλεσε τον Ενάγοντα να αναλάβει την ευθύνη καταβολής των ασφαλίστρων. Ο Ενάγοντας αρνήθηκε να αποδεχθεί την απόφαση και υπέβαλε ξανά τα ιατρικά δικαιολογητικά χωρίς, όμως, να γίνεται αποδεκτό το αίτημά του. Η Εναγόμενη Εταιρεία επαναξιολόγησε την απαίτηση και με επιστολή της ημερομηνίας 16/09/2014 τον ενημέρωσε ότι συνέχιζε να εμμένει στη θέση της. Τελικά τερμάτισε τη Σύμβαση Ασφάλισης και ειδοποίησε τον Ενάγοντα για την απόφαση αυτή με επιστολή ημερομηνίας 04/09/2015.

 

Ο Ενάγοντας ισχυρίζεται ότι λόγω του γεγονότος ότι το Συμβόλαιο βρισκόταν σε ισχύ και με δεδομένα τα αποτελέσματα των απεικονιστικών εξετάσεων και των ευρημάτων MRI, καθώς και του Πορίσματος του Ιατρικού Συμβουλίου του Υπουργείου Εργασίας, αυτός δικαιούται στην καταβολή του Ωφελήματος Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας από τις 06/07/2012. Ο τερματισμός του Ωφελήματος Προστασίας Ασφαλίστρου και η απόρριψη της απαίτησης καταβολής του Ωφελήματος Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας παραβιάζουν τους όρους της Σύμβασης Ασφάλισης. Γι’ αυτό αξιώνει το ποσό των €150.517, ως οφειλόμενο από την Εναγόμενη Εταιρεία και δικαιούμενο από τον ίδιο, ως ωφέλημα Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας στη βάση των όρων της Σύμβασης Ασφάλισης ημερομηνίας 12/09/1996, ως τροποποιήθηκε κατά ή περί την 10/11/2008.

 

Η Εναγόμενη Εταιρεία στην Υπεράσπισή της παραδέχεται ότι ο Ενάγοντας διατηρούσε ασφαλιστήριο συμβόλαιο τύπου «Life Plan», με αριθμό Συμβολαίου 90/0055263, από τις 27/07/1996 και ότι ως ασφαλισμένος είχε βασικό ασφαλισμένο ποσό ύψους £40.000, αλλά και τα επιπρόσθετα ωφελήματα Θάνατος από Ατύχημα για το ποσό των £40.000, της Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας για το ποσό των £40.000 και το ωφέλημα Απαλλαγής Ασφαλίστρου. Η συγκεκριμένη σύμβαση τροποποιήθηκε στις 26/10/2008 και το ασφαλισμένο ποσό για το επιπρόσθετο Ωφέλημα της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας αυξήθηκε στις €150.517 με ημερομηνία ισχύος της τροποποίησης από 28/10/2008 και ημερομηνία λήξης στις 28/07/2018 έναντι ασφαλίστρου ύψους €296,33. Επιπλέον, ο Ενάγοντας είχε και το επιπρόσθετο ωφέλημα Προστασίας Ασφαλίστρου έναντι ασφαλίστρου ύψους €65,31 για την περίοδο από 28/07/1996 μέχρι 28/07/2018. Η Εναγόμενη παραδέχεται ότι ο Ενάγοντας είχε πάθει ατύχημα, πλην όμως, αρνείται ότι αυτός κατέστη μονίμως ανίκανος για οποιαδήποτε εργασία. Το έντυπο απαίτησης του Ενάγοντα ημερομηνίας 14/07/2010 για τα Ωφελήματα Απαλλαγής Ασφαλίστρου και Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας παραλήφθηκε από την Εναγόμενη, πλην όμως, σύμφωνα με τους όρους του ασφαλιστηρίου Συμβολαίου, το συγκεκριμένο ωφέλημα συνέχιζε να ισχύει εφόσον ο ασφαλισμένος παραμένει ολικά ανίκανος για εργασία και το γεγονός αυτό πιστοποιείται από τα απαραίτητα πιστοποιητικά και βεβαιώσεις. Ως εκ τούτου, με επιστολή ημερομηνίας 15/02/2011, ενημέρωσε τον Ενάγοντα ότι η απαίτησή του για το Ωφέλημα Προστασίας Ασφαλίστρου είχε εγκριθεί και επέστρεψε τα ασφάλιστρα που αυτός είχε καταβάλει από τις 28/05/2010. Το συγκεκριμένο Ωφέλημα Προστασίας επιστράφηκε στον Ενάγοντα από την ημερομηνία του ατυχήματός του μέχρι τις 28/07/2012, όταν επαναξιολογήθηκε η απαίτησή του για το Ωφέλημα της Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας. Η Eναγόμενη Εταιρεία παρέλαβε τα αποτελέσματα των εξετάσεων του MRI, στα οποία είχε υποβληθεί ο Ενάγοντας στις 02/07/2010 και 18/09/2011, καθώς επίσης και ιατρικές εκθέσεις που παραδόθηκαν στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομηνίας 08/10/2010 και 06/04/2011 και το συμπληρωμένο ερωτηματολόγιο για εκπαίδευση, μόρφωση και εμπειρία ημερομηνίας 14/02/2011. Λόγω του ότι το πιστοποιητικό ημερομηνίας 29/09/2011 που διαβιβάστηκε στην Εναγόμενη, καθώς και η Έκθεση του θεράποντα ιατρού κατέγραφαν ότι ο Ενάγοντας έχρηζε χειρουργικής επέμβασης και περιέγραφαν την κατάσταση του ως «πρόσκαιρη μέχρι να χειρουργηθεί και να γίνει αποκατάσταση», η Eναγόμενη τον ειδοποίησε ότι θα κατέβαλλε το ασφαλισμένο ποσό του ωφελήματος αφού λάμβανε ικανοποιητικές αποδείξεις ότι είναι μόνιμα και ολικά ανίκανος, λόγω του ότι ο ίδιος ο Ενάγοντας, παρά τις εισηγήσεις του θεράποντος ιατρού του, αρνείτο και αρνείται να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Ακολούθως, η Εναγόμενη προς εξέταση της απαίτησης του Ενάγοντα, ζήτησε από τον θεράπων ιατρό να συμπληρώσει σχετικό έντυπο που του διαβιβάστηκε με περισσότερη λεπτομέρεια. Ο Ενάγοντας στη συνέχεια εξετάστηκε από τον ιατρό εργασίας της Εναγόμενης στις 03/10/2011, ο οποίος είχε την άποψη ότι το ποσοστό επιτυχίας της χειρουργικής επέμβασης για αποκατάσταση στη βλάβη του δεξιού ώμου του Ενάγοντα είναι αρκετά υψηλό. Το γεγονός ότι ο Ενάγοντας αρνείται να υποβληθεί στην ενδεδειγμένη χειρουργική θεραπεία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτός δεν βρίσκεται στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης, το οποίο θα μπορούσε να αξιολογηθεί για μόνιμη ολική ανικανότητα. Για αυτόν τον λόγο, με επιστολή της ημερομηνίας 01/11/2011 η Εναγόμενη ειδοποίησε τον Ενάγοντα ότι η απαίτησή του για το Ωφέλημα της Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί με βάση τους όρους του ασφαλιστηρίου εγγράφου.

Προωθείται η θέση ότι ο Ενάγοντας δεν είναι μόνιμα και ολικά ανίκανος σύμφωνα με τους όρους συμβολαίου ασφάλισης καθώς το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει χρήζει περαιτέρω περίθαλψης και παράλληλα δεν τεκμηριώνεται η ύπαρξη οποιουδήποτε προβλήματος υγείας που να εμποδίζει τη διενέργεια περαιτέρω περίθαλψης για αποκατάσταση του προβλήματος υγείας του. Για αυτό και η Εναγόμενη αρνήθηκε την καταβολή της οποιασδήποτε αποζημίωσης.

 

Κατά την έναρξη της ακρόασης κατατέθηκε εκ συμφώνου δέσμη εγγράφων ως έγγραφα στην κατοχή του Ενάγοντα και η πλευρά της Εναγόμενης Εταιρείας επιφύλαξε το δικαίωμα αντεξέτασης. Κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 αντίγραφο του πιστοποιητικού ασφαλίστρου με ημερομηνία 12/09/1996, ως Τεκμήριο 2 αντίγραφο του Ασφαλιστικού Συμβολαίου «Life Plan», ως Τεκμήριο 3 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 10/11/2008 για την έγκριση της τροποποίησης της Σύμβασης Ασφάλισης, ως Τεκμήριο 4 αντίγραφο της Έκθεσης MRI δεξιού ώμου ημερομ. 02/07/2010, ως Τεκμήριο 5 αντίγραφο του Εντύπου Απαίτησης Απαλλαγής Ασφαλίστρου και Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας ημερομ. 14/07/2010, ως Τεκμήριο 6 αντίγραφο του Εντύπου Απαίτησης Απαλλαγής Ασφαλίστρου και Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας συμπληρωμένο από τον Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 14/07/2010, ως Τεκμήριο 7 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 15/02/2011, ως Τεκμήριο 8 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 05/07/2011 προς τον Δρ. Χριστοφόρου, ως Τεκμήριο 9 αντίγραφο του Εντύπου Απαίτησης Ωφελήματος Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας συμπληρωμένο από τον Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 06/07/2011, ως Τεκμήριο 10 αντίγραφο του Εντύπου Απαίτησης Ωφελήματος Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας συμπληρωμένο από τον Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 12/09/2011, ως Τεκμήριο 11 αντίγραφο της Έκθεσης MRI οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης ημερομ. 28/09/2011, ως Τεκμήριο 12 αντίγραφο του ιατρικού πιστοποιητικού του Δρ. Κιτρομηλή ημερομ. 29/09/2011, ως Τεκμήριο 13 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 01/11/2011 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για παραχώρηση του Ωφελήματος Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας, ως Τεκμήριο 14 αντίγραφο του ιατρικού πιστοποιητικού του Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 11/11/2011, ως Τεκμήριο 15 αντίγραφο του παραπεμπτικού του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας χωρίς ημερομηνία, ως Τεκμήριο 16 καρδιογράφημα ημερομ. 23/12/2011, ως Τεκμήριο 17 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 09/01/2012 με την οποία ζητούσε διευκρινήσεις από τον Δρ. Χριστοφόρου, ως Τεκμήριο 18 αντίγραφο του ιατρικού πιστοποιητικού του Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 31/01/2012, ως Τεκμήριο 19 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 02/03/2012, ως Τεκμήριο 20 αντίγραφο του ιατρικού πιστοποιητικού του Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 05/03/2012, ως Τεκμήριο 21 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 09/05/2012, ως Τεκμήριο 22 αντίγραφο της επιστολής της δικηγόρου του Ενάγοντα κας Χατζηιωάννου ημερομ. 24/05/2012, ως Τεκμήριο 23 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 29/06/2012, ως Τεκμήριο 24 αντίγραφο της Έκθεσης MRI δεξιού ώμου ημερομ. 06/07/2012, ως Τεκμήριο 25 αντίγραφο της Έκθεσης MRI οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης ημερομ. 06/07/2012, ως Τεκμήριο 26 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 28/07/2012 για τερματισμό του Ωφελήματος Προστασίας Ασφαλίστρου, ως Τεκμήριο 27 αντίγραφο της επιστολής του Ενάγοντα ημερομ. 09/08/2012, ως Τεκμήριο 28 αντίγραφο εγγράφου με τίτλο «Τροποποίηση Σύμβασης» ημερομ.18/09/2012, Τεκμήριο 29 αντίγραφο Βεβαίωσης του Δρ. Χριστοφόρου ημερομ. 22/10/2012, ως Τεκμήριο 30 αντίγραφο της επιστολής της δικηγόρου κας Χατζηιωάννου ημερομ. 25/10/2012, ως Τεκμήριο 31 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 31/10/2012, ως Τεκμήριο 32 αντίγραφο της επιστολής του Ενάγοντα προς την Εναγόμενη ημερομ. 05/11/2012, ως Τεκμήριο 33 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 06/11/2012, ως Τεκμήριο 34 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 07/11/2012, ως Τεκμήριο 35 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 20/11/2012, ως Τεκμήριο 36 αντίγραφο της επιστολής της Υπουργού Υγείας ημερομ. 27/11/2012, ως Τεκμήριο 37 αντίγραφο της χειρόγραφης επιστολής του Ενάγοντα προς την Εναγόμενη ημερομ. 14/01/2013 με επισυνημμένη την επιστολή της Υπουργού Υγείας, ως Τεκμήριο 38 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 16/01/2013, ως Τεκμήριο 39 αντίγραφο της επιστολής του Ενάγοντα προς την Εναγόμενη ημερομ. 19/03/2013, ως Τεκμήριο 40 αντίγραφο της επιστολής των δικηγόρων του Ενάγοντα Δράκος & Ευθυμίου ημερομ. 07/10/2013 προς τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως Τεκμήριο 41 την επιστολή του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομ. 06/11/2013 με επισυνημμένα αντίγραφα της αίτησης για σύνταξη ανικανότητας, ιατρικών εκθέσεων και ιατρικών εξετάσεων, ως Τεκμήριο 42 αντίγραφο επιστολής του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομ. 13/01/2013, ως Τεκμήριο 43 αντίγραφο της επιστολής των δικηγόρων Δράκος & Ευθυμίου ημερομ. 18/02/2014 προς την Εναγόμενη, ως Τεκμήριο 45 αντίγραφο ενημερωτικής επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 14/03/2014, ως Τεκμήριο 46 αντίγραφο απαντητικής επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 17/03/2014 προς τους δικηγόρους του Ενάγοντα, ως Τεκμήριο 47 αντίγραφο ιατρικής βεβαίωσης Δρ. Χριστοδούλου ημερομ. 12/06/2014, ως Τεκμήριο 48 αντίγραφο της επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 16/09/2014 προς τους δικηγόρους του Ενάγοντα, ως Τεκμήριο 49 αντίγραφο της Έκθεσης Μαγνητικής Τομογραφίας δεξιού ώμου ημερομ. 14/01/2015, ως Τεκμήριο 50 αντίγραφο της Έκθεσης Μαγνητικής Τομογραφίας οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης ημερομ. 14/01/2015, ως Τεκμήριο 51 την επιστολή του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομ. 19/02/2015, ως Τεκμήριο 52 αντίγραφο ενημερωτικής επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 11/03/2015 ότι το Συμβόλαιο Ασφάλισης μετατράπηκε σε «Ελεύθερο Περαιτέρω Πληρωμών» και τα Ωφελήματα ακυρώθηκαν, ως Τεκμήριο 53 αντίγραφο επιστολής της Εναγόμενης ημερομ. 04/09/2015 με την οποία ακυρώθηκε η Ασφαλιστική Σύμβαση, ως Τεκμήριο 54 αντίγραφο Έκθεσης Μαγνητικής Τομογραφίας δεξιού ώμου ημερομ. 27/10/2015, ως Τεκμήριο 55 αντίγραφο Έκθεσης Μαγνητικής Τομογραφίας δεξιού ώμου ημερομ. 05/03/2017, ως Τεκμήριο 56 την επιστολή του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομ. 13/03/2017.

 

Για να προωθήσει την υπόθεσή του ο Ενάγοντας έδωσε ο ίδιος μαρτυρία, ενώ μαρτυρία δόθηκε και από τον θεράποντα γιατρό του, Δρ. Χριστοφόρου. Ο Δρ. Χριστοφόρου, Μ.Ε.1, ορθοπεδικός χειρούργος έδωσε πρώτος μαρτυρία. Εξήγησε ότι ασκεί το επάγγελμα στην Κύπρο ανελλιπώς από το 2006. Ανάφερε ότι είχε εξετάσει τον Ενάγοντα μετά το ατύχημα που υπέστη τον Μάη του 2010, δεν μπορούσε να θυμηθεί όμως πότε. Όταν του υποδείχθηκε το Τεκμήριο 4 εξήγησε ότι είναι η Μαγνητική Τομογραφία στην οποία είχε υποβληθεί ο Ενάγοντας στις 02/07/10. Όταν του υποδείχθηκε το Τεκμήριο 6 το αναγνώρισε ως το έγγραφο που είχε συμπληρωθεί από τον ίδιο και συμφώνησε με το περιεχόμενό του. Όσον αφορά το Τεκμήριο 8 εξήγησε ότι ήταν το αποτέλεσμα του Ιατροσυμβουλίου, στο οποίο είχε υποβληθεί ο Ενάγοντας. Αναγνώρισε, επίσης, το Τεκμήριο 10 ως έντυπο το οποίο είχε συμπληρώσει ο ίδιος και το οποίο είχε υποβληθεί προς την Ασφάλεια, το Τεκμήριο 14 ως πιστοποιητικό που είχε εκδώσει ο ίδιος, το Τεκμήριο 17 ως έγγραφο που στάλθηκε από την Eναγόμενη προς τον ίδιο, καθώς επίσης και τα Τεκμήρια 18, 19, 20, 24, 29 και 41 ως αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε μεταξύ του και της Εναγόμενης. Ισχυρίστηκε ότι σύμφωνα με την κλινική εξέταση στην οποία υπέβαλε ο ίδιος τον Ενάγοντα καθώς και το MRI, η πρώτη εντύπωση που είχε ο ίδιος ήταν ότι ο ασθενής έχρηζε χειρουργείου. Στην πορεία έπρεπε να γίνει προ εγχειρητικός έλεγχος πριν μπει ο ασθενής στο χειρουργείο, όμως ο ίδιος ο Ενάγοντας του ανέφερε ότι είχε καρδιολογικό πρόβλημα και παρακολουθείτο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας και στη συνέχεια του ανάφερε ότι ανάπτυξε σακχαρώδη διαβήτη και λόγω αυτών των δεδομένων η εγχείρηση δεν προχώρησε. Όσον αφορά το ποσοστό επιτυχίας της συγκεκριμένης εγχείρησης από την εμπειρία του μπορούσε να το καθορίσει στο 95%, όμως, ο ίδιος δεν μπορούσε να εξασφαλίσει στον ασθενή την πλήρη ίασή του ή και την επιστροφή του στην εργασία του, γιατί υπήρχε πιθανότητα να υπάρξουν επαναρίξεις, επιπλοκές, μολύνσεις ή δυσκαμψία του ώμου. Η δική του άποψη ήταν ότι ακόμα και αν πετύχαινε απόλυτα η επέμβαση, δεν θα μπορούσε να επιστρέψει στην εργασία του. Συμφώνησε απόλυτα με το περιεχόμενο της έκθεσης του Δρ. Χριστοδούλου, Τεκμήριο 47.

 

Αντεξετασθείς υποστήριξε ότι ο Ενάγοντας ήταν ασθενής του από τον Μάϊο του 2010 όμως δεν τον είχε επισκεφθεί αμέσως μετά το ατύχημα. Δεν μπορούσε να θυμηθεί επακριβώς πότε τον είχε επισκεφθεί. Παραδέχτηκε ότι είχε εισηγηθεί στον Ενάγοντα φυσιοθεραπείες για τον ώμο και στη συνέχεια, αν δεν καλυτέρευε, όπως υποβληθεί σε μαγνητική τομογραφία, Τεκμήριο 4, καθώς επίσης και ότι στο συγκεκριμένο Τεκμήριο καταγράφετο εισήγηση για χειρουργική επέμβαση. Υποστήριξε ότι δεν γνώριζε, όταν τον επισκέφθηκε ο Ενάγοντας, για οποιαδήποτε άλλα προβλήματα υγείας του. Ερωτηθείς εξήγησε ότι η επέμβαση στην οποία θα υποβάλλετο ο Ενάγοντας γίνεται με δύο τρόπους, είτε με ανοικτή τομή και καθήλωση του τένοντα με άγκυρες, είτε αρθροσκοπικά και πάλι με καθήλωση του τένοντα στον ώμο με άγκυρες. Προώθησε τη θέση ότι η συγκεκριμένη επέμβαση δεν είναι κάτι το επείγον αλλά εξήγησε ότι με την πάροδο του χρόνου, λόγω της ρήξης του ώμου, η βραχιόνιος κεφαλή μετακινείται προς τα πάνω και δυναμικά ελαττώνεται ο χώρος μεταξύ ακρωνυμίου και κεφαλής. Ισχυρίστηκε ότι η ελάττωση της απόστασης δεν είναι ένδειξη για χειρουργείο εάν ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα πόνου, δυσκαμψίας και προβλήματα ανύψωσης του άκρου. Αναγνώρισε ότι οι κομμένοι τένοντες δεν διορθώνονται με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εκτός από χειρουργείο και ότι το χειρουργείο είναι ο μόνος τρόπος αποκατάστασης. Ερωτηθείς ανάφερε ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να προγραμματίσει χειρουργείο με το ζόρι, πλην όμως, παραδέχτηκε ότι η συγκεκριμένη ζημιά, για να μπορεί να αποκατασταθεί, θα πρέπει να προχωρήσει η επέμβαση όσο πιο γρήγορα γίνεται για καλύτερη αποκατάσταση και ότι όσο πιο γρήγορα γίνει τόσο το καλύτερο για τον ασθενή. Βέβαια, αναγνώρισε ότι ακόμα και μετά την πάροδο ενός χρόνου, όταν ο ασθενής υποβληθεί σε εγχείρηση, η αποκατάσταση μπορεί να είναι καλή.

 

Υποστήριξε ότι βλέποντας έναν ασθενή με το MRI του Ενάγοντα, ημερομηνίας 02/07/2010, ο ίδιος θα προέβαινε σε χειρουργείο όμως οι πιθανότητες αποκατάστασης μειώνονται. Παραδέχτηκε ότι στα 200 χειρουργεία που είχε ο ίδιος διενεργήσει οι ασθενείς του είχαν αποκατάσταση της τάξεως του 80%. Παραδέχτηκε ότι βλέποντας το MRI ημερομηνίας 06/07/2012, Τεκμήριο 24, ήτοι δύο χρόνια μετά το ατύχημα, οι πιθανότητες για αποκατάσταση με χειρουργείο ήταν μειωμένες. Επίσης, παραδέχτηκε ότι στο πρώτο MRI δεν υπήρχε συρρίκνωση του τένοντα ενώ στο δεύτερο υπήρχε συρρίκνωση του τένοντα 4,5 εκατοστόμετρα. Όμως, αρνήθηκε ότι η καθυστέρηση καθιστούσε ανέφικτη την εγχείρηση.

 

Όσον αφορά τα προβλήματα υγείας του Ενάγοντα, ήταν η θέση του ότι δεν του είχαν αναφερθεί από τον ίδιο τον Ενάγοντα αρχικά, όμως στη συνέχεια του ανάφερε ότι είχε καρδιολογικό πρόβλημα και ανέπτυξε και σακχαρώδη διαβήτη. Ο ίδιος του εισηγήθηκε να επισκεφθεί καρδιολόγο, πλην όμως, δεν του προσκόμισε οποιοδήποτε πιστοποιητικό, ούτε και έγιναν οποιοιδήποτε προ εγχειρητικοί έλεγχοι, έτσι ώστε ο ίδιος να γνωρίζει κατά πόσο ο Ενάγοντας μπορούσε να χειρουργηθεί. Παραδέχτηκε ότι ο Ενάγοντας τον είχε ενημερώσει ένα χρόνο μετά το πρώτο MRI ότι είχε προβλήματα καρδίας και διαβήτη, χωρίς όμως να του προσκομίσει οποιοδήποτε πιστοποιητικό. Όταν του υποδείχθηκε το Τεκμήριο 10 προώθησε τη θέση ότι ο ίδιος κατέγραψε ό,τι του είχε λεχθεί και ότι δεν γνώριζε κατά πόσο στην πραγματικότητα παρακολουθείτο, ο Ενάγοντας, από καρδιολόγο. Σε σχέση με το Τεκμήριο 18, ανέφερε ότι κατέγραψε «κλινικά και παρακλινικά αποτελέσματα» σύμφωνα με τα όσα του είχαν λεχθεί από τον ίδιο τον Ενάγοντα, πλην όμως, δεν του είχε προσκομίσει οποιαδήποτε έγγραφα. Προώθησε τη θέση ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να πιέσει κάποιον να χειρουργηθεί και από τη στιγμή που δεν είχε τη συναίνεση του δεν μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερο. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν τον έστειλε στην εργασία του. Ισχυρίστηκε ότι ο Ενάγοντας είχε συγχιστεί όταν του αναφέρθηκε ότι θα έπρεπε να χειρουργηθεί και του είχε ζητήσει χρόνο να το σκεφτεί γιατί δεν περίμενε να χρειάζεται χειρουργείο. Υποστήριξε ότι ο ίδιος είχε καταγράψει στο Τεκμήριο 18 ότι ο Ενάγοντας δεν μπορούσε να χειρουργηθεί γιατί δεν είχαν γίνει οι απαραίτητες εξετάσεις.

 

Όταν του υποβλήθηκε ότι λόγω της συρρίκνωσης που παρουσιάστηκε 2 χρόνια μετά δεν θα μπορούσε να υπάρξει αποκατάσταση, ο ίδιος προώθησε τη θέση ότι θα μπορούσε να υπάρξει αποκατάσταση. Με αναφορά στο Τεκμήριο 47 συμφώνησε με τη γνωμάτευση του Δρ. Χριστοδούλου ότι δεν θα μπορούσε να υπάρχει πλήρης αποκατάσταση. Εξήγησε ότι ο Ενάγοντας μπορούσε να χειρουργηθεί, όμως, δεν υπήρχε σιγουριά ότι το αποτέλεσμα της αποκατάστασης της δυσκαμψίας θα ήταν τέτοιο που να μπορεί να εκτελεί την εργασία του. Το γεγονός αυτό οφειλόταν στη χρόνια βλάβη καθώς και στο ότι είχαν μαζέψει οι τένοντες. Συμφώνησε ότι όσο πιο μεγάλη η καθυστέρηση στο να χειρουργηθεί κάποιος, τόσο πιο δύσκολη είναι η αποκατάσταση. Όμως, ήταν η δική του άποψη ότι με διάφορους χειρισμούς η συρρίκνωση του τένοντα θα μπορούσε να επανέλθει σε σχέση με τον Ενάγοντα. Παραδέχτηκε ότι στις απαντήσεις του προς την Eναγόμενη Εταιρεία, Τεκμήριο 20, ο ίδιος δεν είχε ιδίαν γνώση για οποιοδήποτε εξακριβωθέν καρδιολογικό πρόβλημα του Ενάγοντα. Επίσης, παραδέχτηκε ως ιατρός, ότι ένα πρόβλημα καρδίας δεν θα μπορούσε να είναι υπό διερεύνηση για δύο χρόνια και ότι ο ίδιος δεν είχε μιλήσει με κανέναν από τους ιατρούς του Ενάγοντα για τα κατ’ ισχυρισμό προβλήματα υγείας του.

Όσον αφορά την καταγραφή, στο Τεκμήριο 11, του ερεθισμού στον σπόνδυλο υποστήριξε ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να το συνδέσει με το ατύχημα, αφού είχε αναγνωριστεί έναν χρόνο μετά. Σε σχέση με το Τεκμήριο 41 υποστήριξε ότι η αναφορά του σε καρδιολογικό πρόβλημα ήταν με ερωτηματικό, λόγω του ότι ο ίδιος δεν είχε οποιαδήποτε στοιχεία που να το αποδεικνύουν. Όσον αφορά τον σακχαρώδη διαβήτη, παρόλο που δεν είχε ιατρική γνωμάτευση, ο Ενάγοντας του είχε αναφέρει ότι λάμβανε φαρμακευτική αγωγή. Όταν του υποβλήθηκε ότι ο Ενάγοντας θα έπρεπε να είχε χειρουργηθεί από το πρώτο MRI, συμφώνησε ότι εάν η υγεία του του το επέτρεπε θα έπρεπε να είχε χειρουργηθεί, ενώ παραδέχτηκε ότι ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο μπορούσε να εγχειρηθεί ή όχι, γιατί δεν είχε προχωρήσει σε οποιουσδήποτε προ εγχειρητικούς ελέγχους. Όταν του υποβλήθηκε ότι το πρόβλημα του Ενάγοντα είχε προκληθεί λόγω της άρνησής του να εγχειριστεί, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν σε θέση να το γνωρίζει.

 

Ο Ενάγοντας, Μ.Ε.2, παρέθεσε τις δικές του θέσεις σε γραπτό κείμενο, το οποίο σημειώθηκε ως Έγγραφο 1. Σε αυτό καταγράφει ότι στις 27/07/1996 μετά από δική του πρόταση, την οποία αποδέχτηκε η Eναγόμενη Εταιρεία, συνάφθηκε ασφαλιστήριο ζωής του τύπου «Life Plan» με ισχύ από 28/07/1996 και για το υπόλοιπο της ζωής του έναντι ετήσιου ασφαλίστρου ύψους Λ.Κ.503,64. Σύμφωνα με τους όρους του συγκεκριμένου ασφαλιστικού σχεδίου στα Επιπρόσθετα Ωφελήματα περιλαμβανόταν και ωφέλημα ύψους Λ.Κ.40.000 σε περίπτωση Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας και συνεπακόλουθη Απαλλαγή Πληρωμής Ασφαλίστρου. Στις 10/11/2008, με τη σύμφωνη γνώμη και των δύο πλευρών, τροποποιήθηκε η Σύμβαση Ασφάλισης με την αύξηση των ποσών κάλυψης. Για τη Μόνιμη Ολική Ανικανότητα το ποσό αυξήθηκε στις €150.157 με ασφάλιστρο €296,33 και με έναρξη ισχύος από 28/02/2003 και λήξη στις 28/07/2018 και περαιτέρω για Προστασία Ασφαλίστρου έναντι ασφαλίστρου €65,31. Στις 05/05/2010 ενώ ασχολείτο με την εργασία του, έπεσε από σκαλωσιά ύψους 4 μέτρων και υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες. Ως λεπτομέρειες των σωματικών του βλαβών καταγράφει: Βαρεία κάκωση του μυοτενοντίου πετάλου του δεξιού ώμου, ρήξη του στροφικού πετάλου του δεξιού ώμου και βαρεία κάκωση της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης με συνέπεια κήλη του μεσοσπονδυλίου δίσκου 02‑03 με πλήρη συνδρομή εκ του δεξιού κάτω άκρου. Λόγω των συγκεκριμένων σωματικών βλαβών κατέστη μόνιμα ανίκανος για οποιαδήποτε εργασία αφού δεν μπορεί να υψώσει το δεξί του χέρι ή να σηκώσει οποιοδήποτε βάρος. Το επίπεδο μόρφωσής του δεν του επιτρέπει να ασκήσει οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα. Υπέβαλε, σύμφωνα με τους όρους του Ασφαλιστηρίου Εγγράφου Αρ.90/0055263, απαίτηση για Ωφέλημα Προστασίας Ασφαλίστρου και ή Απαλλαγής Ασφαλίστρου, το οποίο εγκρίθηκε από την Eναγόμενη Εταιρεία με ισχύ από 15/02/2011, ενώ του επιστράφηκε οποιοδήποτε ποσό είχε καταβληθεί από τις 28/05/2010 μέχρι τις 15/02/2011. Για τον τραυματισμό του έτυχε περίθαλψης και ιατρικής φροντίδας και παραπέμφθηκε για απεικονιστικές εξετάσεις τόσο του δεξιού ώμου όσο και της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και τα πορίσματα καταγράφηκαν σε ιατρικά πιστοποιητικά, τα οποία διαβιβάστηκαν προς την Eναγόμενη. Ο ιατρός του, Δρ. Χριστοφόρου, του είχε συστήσει την αποφυγή της επέμβασης γιατί θα έθετε σε κίνδυνο την ζωή του αφού λίγους μήνες μετά το ατύχημα ανέπτυξε σακχαρώδη διαβήτη και καρδιολογικό πρόβλημα το οποίο βρισκόταν υπό διερεύνηση. Ο Δρ. Χριστοφόρου τον συμβούλεψε ότι ήταν αβέβαιος ο βαθμός αποκατάστασης της ζημιάς στον δεξιό του ώμο και ότι δεν θα μπορούσε να εργαστεί ξανά ως γυψοσανιδάς. Υπέβαλε, λόγω των συνεπειών του τραυματισμού του, απαίτηση για το Επιπρόσθετο Ωφέλημα Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας για ποσό των €150.517. Η Εναγόμενη Εταιρεία με επιστολή της ημερομηνίας 01/11/2011 απέρριψε την απαίτηση με τη δικαιολογία ότι δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί σύμφωνα με τους όρους της Ασφαλιστικής Σύμβασης. Ο ίδιος προσωπικά αλλά και μέσω των δικηγόρων του διαβίβασε επιστολές προς την Εναγόμενη Εταιρεία επιμένοντας στην απαίτηση, αλλά η Εναγόμενη Εταιρεία παρέμεινε σταθερή στη θέση της για απόρριψη ή και μη ικανοποίηση της απαίτησής του, όμως συνέχιζε να ικανοποιεί την απαίτηση του για το Ωφέλημα Προστασίας Ασφαλίστρου αναγνωρίζοντας ότι ήταν ανίκανος για εργασία. Στις 28/07/2012 η Εναγόμενη Εταιρεία τερμάτισε την ικανοποίηση του Ωφελήματος Προστασίας Ασφαλίστρου από 21/05/2012 και κάλεσε τον Ενάγοντα να αναλάβει την ευθύνη καταβολής των ασφαλίστρων. Ο ίδιος αρνήθηκε να αποδεχθεί την απόφαση και υπέβαλε ξανά τα ιατρικά δικαιολογητικά χωρίς, όμως, να γίνεται αποδεκτό το αίτημά του. Η Εναγόμενη Εταιρεία, κατά την επαναξιολόγηση της απαίτησης, τον παρέπεμψε στον Δρ. Χριστοδούλου ο οποίος είχε την άποψη ότι ακόμη και σε περίπτωση χειρουργικής επέμβασης δεν θα μπορούσε πλέον να ξανά εργαστεί ή να σηκώνει βάρη. Με επιστολή ημερομηνίας 16/09/2014 η Εναγόμενη Εταιρεία τον ενημέρωσε ότι συνέχιζε να εμμένει στη θέση της. Τελικά τερμάτισε τη Σύμβαση Ασφάλισης και τον ειδοποίησε για την απόφαση αυτή με επιστολή ημερομηνίας 04/09/2015. Ο τερματισμός του Ωφελήματος Προστασίας Ασφαλίστρου και η απόρριψη της απαίτησης καταβολής του Ωφελήματος Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας, κατά την δική του άποψη, παραβιάζουν τους όρους της Σύμβασης Ασφάλισης. Απώλεσε, λόγω του τερματισμού, τη δυνατότητα εξαργύρωσης της αξίας της ασφάλισης που θα ανερχόταν, το 2018, στο ποσό των €22.260.

 

Κατέθεσε, ως Τεκμήριο 44, αντίγραφο ιατρικής γνωμάτευσης του Δρ. Φωτίου ημερομ. 11/03/2014 ως έγγραφο στην κατοχή του.

 

Αντεξεταζόμενος ανάφερε ότι ασχολείτο ως πελεκάνος και ως γυψοσανιδάς και ότι ουδέποτε είχε εργαστεί σε οποιαδήποτε άλλη εργασία. Ερωτηθείς τι απαιτούσε η δουλειά του γυψοσανίδα εξήγησε ότι η συγκεκριμένη εργασία ενέπλεκε την κατασκευή ταβανιών και τοίχων με γυψοσανίδες. Όσον αφορά το Ασφαλιστήριο Έγγραφο, ερωτηθείς ανάφερε ότι το Ωφέλημα της Μόνιμης Ανικανότητας υπήρχε στο Ασφαλιστήριο Έγγραφο που συνάφθηκε το 1994. Αρνήθηκε τη θέση ότι είχε γίνει τροποποίηση των ποσών της ασφάλισης και όταν του ζητήθηκε να υποδείξει, στο Τεκμήριο 1, πού καταγράφετο το Ωφέλιμα της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας, υποστήριξε ότι κάπου το είχε δει στο Συμβόλαιο.

 

Ερωτηθείς για το ατύχημα υποστήριξε ότι όταν είχε συμβεί βρισκόταν στην Λεμεσό και επισκέφθηκε το Νοσοκομείο Λεμεσού, όπου υποβλήθηκε σε ακτινογραφία. Του είχε λεχθεί, στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, ότι δεν είχε οτιδήποτε, όμως, λόγω του γεγονότος ότι συνέχιζε να πονάει επισκέφθηκε ιατρό, ο οποίος του συνέστησε φυσικοθεραπεία. Το χέρι του δεν μπορούσε να κινηθεί γι’ αυτό και ο ιατρός του σύστησε φυσικοθεραπεία, την οποία ακολουθούσε στο 20% με 25%, πλην όμως η κατάσταση εξακολουθούσε να παραμένει η ίδια, δεν μπορούσε να ψηλώσει το χέρι του, να το κινήσει δεξιά ή να πιάσει οποιοδήποτε βάρος. Σήμερα το χέρι του βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου δεν μπορεί να το ανοίξει ή να πιάσει οποιοδήποτε βάρος. Παραδέχτηκε ότι οδηγεί αυτοκίνητο, πλην όμως, αυτόματο. Όταν ερωτήθηκε κατά πόσο είχε δοκιμάσει να εργαστεί σε οποιαδήποτε άλλη εργασία προώθησε τη θέση ότι το χέρι του δεν τον βοηθά και ότι δεν είχε οποιεσδήποτε άλλες γνώσεις, αφού ολοκλήρωσε μόνο το Δημοτικό Σχολείο. Υποστήριξε ότι στην ηλικία των 53 ετών χωρίς οποιοδήποτε χαρτί και με την ανεργία που υπάρχει δεν θα έβρισκε οποιαδήποτε άλλη δουλειά. Ερωτηθείς ανέφερε ότι είχε υποβληθεί σε εγχείρηση πριν από 25 με 30 χρόνια με τοπική αναισθησία. Όσον αφορά το αίτημα για Προστασία Απαλλαγής Ασφαλίστρου παραδέχτηκε ότι του είχε επιστραφεί μέρος από τα λεφτά από την ημέρα που είχε υποστεί το ατύχημα μέχρι και τις 28/07/2012, όπου αποκόπηκε και η απαλλαγή. Ερωτηθείς ανάφερε ότι γνώριζε ότι υπήρχαν κάποιες εξαιρέσεις για την καταβολή του Ωφελήματος Απαλλαγής των Ασφαλίστρων και της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας και ότι μεταξύ αυτών ήταν η εξαίρεση την οποία επικαλείται η Εναγόμενη, ήτοι ότι δεν ακολούθησε την ιατρική συμβουλή, δηλαδή δεν υποβλήθηκε σε εγχείρηση. Εξήγησε ότι όταν ο ιατρός του, ο Δρ. Χριστοφόρου, του ανάφερε το 2010 ότι έχρηζε χειρουργικής επέμβασης ο ίδιος είχε διαγνωστεί σε διαβήτη, ο οποίος είναι οικογενειακός και για τον οποίο λαμβάνει 6 χάπια την ημέρα. Αυτό είχε συμβεί δύο μήνες μετά το MRI στο οποίο είχε υποβληθεί λόγω του ατυχήματός του. Ερωτηθείς ποιος είναι ο διαβητολόγος του υποστήριξε ότι αρχικά επισκεπτόταν παθολόγο, στη συνέχεια τον Δρ. Πίκολο και ακολούθως πηγαίνει σε κάποιον στο Νοσοκομείο, του οποίου το όνομα, δεν μπορούσε να θυμηθεί.

 

Παραδέχτηκε ότι το συγκεκριμένο πρόβλημα υγείας προέκυψε μετά τις 02/07/2014 και υποστήριξε ότι ο ίδιος ο ιατρός του δεν κατέγραψε το συγκεκριμένο πρόβλημα στα χαρτιά που του δόθηκαν από την Eναγόμενη. Ερωτηθείς κατά πόσο είχε υποβληθεί σε οποιεσδήποτε εξετάσεις για να διαπιστώσει κατά πόσο μπορεί να εγχειριστεί, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν εγχειρίζεσαι όταν έχεις διαβήτη και προώθησε τη θέση ότι ο Δρ. Χριστοφόρου του συνέστησε, λόγω του διαβήτη, όπως αποφύγει την εγχείρηση, ενώ του είχε αναφέρει ανεξάρτητα από το κατά πόσο θα αποκαθίστατο η ζημιά του ότι δεν θα μπορούσε να ξαναεργαστεί, γιατί ποτέ δεν θα μπορούσε να είναι όπως πριν. Ισχυρίστηκε ότι από το 2011 είχε προβεί σε καρδιογράφημα και του δόθηκε ένα χάπι, γιατί είχε έκτακτες. Υποστήριξε ότι ο ίδιος δεν προώθησε οποιοδήποτε πιστοποιητικό σε σχέση με τα προβλήματα της καρδίας του, ήτοι τις έκτακτες, γιατί θεώρησε ότι δεν μπορούσε να πει του γιατρού να του ετοιμάσει τέτοιο πιστοποιητικό. Όταν του υποβλήθηκε ότι ο Δρ. Χριστοφόρου δεν γνώριζε για το πρόβλημα υγείας που αφορούσε στην καρδιά του, ο ίδιος προώθησε την άποψη ότι κατά τον δεδομένο χρόνο το πρόβλημα της καρδίας βρισκόταν υπό διερεύνηση. Παραδέχτηκε ότι η Εναγόμενη του είχε ζητήσει, όπως εξεταστεί από δικούς της ιατρούς, τον Δρ. Ελπιδοφόρο Σωτηριάδη, ο οποίος του είχε λάβει μια συνέντευξη. Δεν μπορούσε να θυμηθεί την ημερομηνία στην οποία είχε επισκεφθεί τον Δρ. Σωτηριάδη, όμως αποδέχτηκε ότι είχε καταρτιστεί σχετική έκθεση, την οποία αναγνώρισε και κατατέθηκε ως Τεκμήριο Α προς Αναγνώριση. Βλέποντας την έκθεση υποστήριξε ότι υπάρχουν 2‑3 γεγονότα με τα οποία δεν συμφωνεί. Η καταγραφή ότι ο ίδιος είχε πέσει από τρίποδα ενώ είχε πέσει από σκαλωσιά, καθώς και το γεγονός ότι είχε εξεταστεί από τον Δρ. Λοΐζου, ενώ δεν είχε εξεταστεί ποτέ από τον Δρ. Λοΐζου. Αρνήθηκε ότι είχε αναφέρει στον Δρ. Σωτηριάδη ότι είχε φοβία για την εγχείρηση και προώθησε τη θέση ότι αυτό που είχε αναφέρει ήταν ότι είχε δυσκολευτεί να ξυπνήσει μετά από επέμβαση πριν χρόνια. Παραδέχτηκε ότι είχε επισκεφθεί τον Δρ. Χριστοδούλου, στον οποίο τον είχε παραπέμψει η Εναγόμενη.

 

Όσον αφορά την αξία εξαγοράς του Ασφαλιστικού Συμβολαίου του, υποστήριξε ότι γνωρίζει πώς να την υπολογίσει και προώθησε τη θέση ότι στα 20 χρόνια η αξία της ήταν €15.120. Το συγκεκριμένο ποσό το υπολόγισε από πίνακα που του δόθηκε από την Eναγόμενη, όταν έλαβε ένα μέρος από την αποταμίευση. Όταν του υποδείχθηκε ο συγκεκριμένος πίνακας υποστήριξε ότι ο ίδιος είχε στην κατοχή του άλλο πίνακα, ο οποίος του δόθηκε όταν έλαβε μέρος των αποταμιεύσεων του, πριν υποστεί το ατύχημα.

 

Ανάφερε ότι είχε επισκεφθεί ιατροσυμβούλιο για να λάβει επίδομα ανικανότητας για πρώτη φορά στις 27/11/2012 και ότι είχε υποβληθεί σε 4 ιατροσυμβούλια, τα οποία καθόριζαν το ίδιο ποσοστό ανικανότητας για εργασία της τάξεως του 75%. Στο τελευταίο, δε, κατατάχτηκε ως ανίκανος για εργασία και έλαβε σύνταξη. Όταν του υποβλήθηκε ότι ο ίδιος ευθυνόταν για το ποσοστό της ανικανότητάς του λόγω του ότι δεν είχε προβεί σε οποιαδήποτε εγχείρηση ήταν η θέση του ότι ο ίδιος είχε διαβήτη και καρδιολογικά προβλήματα και δεν θα υποβάλλετο σε επέμβαση. Σήμερα ασχολείται με το εγγόνι του, το οποίο παίρνει στο σχολείο ενώ επισκέπτεται και την αδελφή του στην Ξυλοτύμπου. Υποστήριξε ότι όταν μεταβαίνει στην Ξυλοτύμπου οδηγώντας χρησιμοποιεί το άλλο χέρι. Επέμενε στη θέση του ότι στην κατάσταση που βρισκόταν μετά το ατύχημα, με τους πόνους του χεριού που υπέφερε, τις γνώσεις που δεν είχε, αφού δεν ήξερε οποιαδήποτε άλλη εργασία, καθώς και το προχωρημένο της ηλικίας του ήταν πολύ δύσκολο να βρει οποιαδήποτε άλλη εργασία. Επίσης, επέμενε ότι είχε διαβιβάσει στην Eναγόμενη όλα τα πιστοποιητικά και δικαιολογητικά που είχε στην κατοχή του και ότι ακόμα και στην περίπτωση του χειρουργείου πάλι δεν θα μπορούσε να πάει να δουλειά.

 

Για την Υπεράσπιση μαρτυρία δόθηκε από τρεις μάρτυρες, οι δύο από αυτούς ιατροί. Πρώτος έδωσε μαρτυρία ο Δρ. Σωτηριάδης, Μ.Υ.1, ο οποίος είναι ιατρός εργασίας. Εξήγησε ότι η ειδικότητα του ασχολείται με τα θέματα που έχουν σχέση με την υγεία των εργαζομένων σε διάφορες επιχειρήσεις και οργανισμούς. Ο συγκεκριμένος ιατρός είναι υπεύθυνος για να αξιολογεί την υγεία των εργαζομένων καθώς και τους παράγοντες κινδύνου στους χώρους εργασίας, ενώ παράλληλα προσπαθεί να αναδείξει προβλήματα και να εισηγηθεί τρόπους πρόληψης που αφορούν την υγεία των εργαζομένων σε οργανισμούς. Παράλληλα, αξιολογεί τις επαγγελματικές ασθένειες καθώς και την προσωρινή ή και μόνιμη ανικανότητα εργασίας των εργαζομένων. Ερωτηθείς εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο αξιολογείται η ανικανότητα εργασίας και προώθησε τη θέση ότι η αξιολόγηση ανικανότητας σε εργασία στηρίζεται σε διάφορα δεδομένα που περιλαμβάνουν την κλινική εξέταση του ασθενούς, τις αιματολογικές και άλλες εξετάσεις, τις διάφορες απεικονιστικές εξετάσεις, τη λειτουργικότητα του εργαζομένου, τα καθήκοντα του και τη γενικότητα της δουλειάς του τόσο στον χώρο εργασίας όσο και γενικότερα στη ζωή του. Όσον αφορά τον Ενάγοντα ο ίδιος τον είχε εξετάσει και είχε ετοιμάσει σχετική Έκθεση την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 57.

 

Ανέφερε ότι ο Ενάγοντας είχε αξιολογηθεί μετά από αίτημα της Εναγόμενης εταιρείας για να καθοριστεί κατά πόσο ήταν μόνιμα ανίκανος για εργασία. Έλαβε το πλήρες ιστορικό του, τόσο το επαγγελματικό καθώς και το κοινωνικό, ενώ του παραχωρήθηκαν και αιματολογικές και άλλες εξετάσεις που ο Ενάγοντας είχε στη διάθεση του. Με βάση όλα τα στοιχεία που του διατέθηκαν ο ίδιος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Ενάγοντας, κατά τη χρονική στιγμή που τον εξέταζε, δεν βρισκόταν στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης οπόταν δεν μπορούσε να καταλήξει σε συμπέρασμα για την ικανότητα ή ανικανότητα του για εργασία. Εξηγώντας τον όρο «βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης» ανέφερε ότι όταν ένας εργαζόμενος αξιολογείται σε σχέση με την ικανότητα του για εργασία θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει όλες τις ενδεικνυόμενες ιατρικές παρεμβάσεις με σκοπό να βελτιωθεί η κατάσταση του στον μέγιστο δυνατό βαθμό, για να αξιολογηθεί από τον ίδιο κατά πόσο υπάρχουν μόνιμες ή επιμένουσες διαταραχές οι οποίες τον καθιστούν προσωρινά ή και μόνιμα ή και μερικά ή και ολικά ανίκανο για εργασία. Το μόνο θέμα που τέθηκε από τον Ενάγοντα, κατά την εξέτασή του, αφορούσε το αυξημένο επίπεδο ζαχάρου και την αυξημένη χοληστερόλη για την οποία λάμβανε περιστασιακά θεραπεία. Η συγκεκριμένη κατάσταση υγείας, κατά τη δική του άποψη, δεν είναι αποτρεπτική στο να μπορεί ο Ενάγοντας να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Υποστήριξε ότι ο Ενάγοντας, από όσο μπορούσε να θυμηθεί, είχε εκφράσει κάποιους φόβους σε σχέση με τη χειρουργική επέμβαση για πιθανές επιπλοκές αλλά και τη νάρκωση. Όμως δεν του είχε αναφέρει ο Ενάγοντας οποιαδήποτε άλλα προβλήματα που να τον εμποδίζουν από το να χειρουργηθεί. Όταν του υποδείχθηκε το Τεκμήριο 47 ήταν η δική του άποψη ότι ο κατ’ εξοχήν ειδικός για να εκφέρει άποψη σε σχέση με το κατά πόσο ένας ασθενής μπορεί να εργαστεί ή όχι, είναι ο ιατρός εργασίας. Αναγνώρισε ότι ιατροί άλλων ειδικοτήτων μπορούν να εκφράσουν άποψη, όμως η συγκεκριμένη άποψη αξιολογείται με βάση την εμπειρία και τη γνώση που έχουν. Η κατ’ εξοχήν ιατρική ειδικότητα που αποφασίζει είναι της ιατρικής εργασίας, αφού χρειάζεται κατάρτιση και κλινική εκπαίδευση στην αξιολόγηση της ικανότητας για εργασία. Υποστήριξε ότι ο Δρ. Χριστοδούλου στο Τεκμήριο 47 εξέφρασε μια εκτίμηση για την ικανότητα για εργασία χωρίς ο ασθενής να έχει φτάσει στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης. Κατά τη δική του άποψη δεν μπορεί κάποιος να εκφράζει πρόβλεψη για ανικανότητα εργασίας πριν ολοκληρωθεί η ιατρική εισήγηση προς τον ασθενή, δηλαδή η εισήγηση για χειρουργική επέμβαση. Ισχυρίστηκε ότι σε περίπτωση μη έγκαιρης χειρουργικής επέμβασης, υπήρχε πιθανότητα επιδείνωσης της κατάστασης του χεριού του Ενάγοντα και ότι όσο πιο γρήγορα γινόταν το χειρουργείο τόσο πιο δυνατή θα ήταν η αποκατάσταση.

 

Αντεξετασθείς ανέφερε ότι κατά τη δική του άποψη ο Ενάγοντας έπρεπε να χειρουργηθεί στον ώμο, ο οποίος είχε τραυματιστεί και είχαν δημιουργηθεί βλάβες που ενίσχυαν την ιατρική άποψη για χειρουργική επέμβαση. Με βάση τις Εκθέσεις των ειδικών ιατρών που τον είχαν εξετάσει, είχε παρουσιάσει ρήξη των τενόντων στροφικού πετάλου και ατροφία υπερακάνθιου και υποακάνθιου με κακώσεις της περιοχής για τις οποίες έχρηζε χειρουργικής επέμβασης. Ερωτηθείς ανέφερε ότι ο ίδιος δεν είναι χειρούργος ιατρός. Υποστήριξε ότι τα όσα σημείωσε στην Έκθεσή του του τα είχε αναφέρει ο Ενάγοντας και ο ίδιος δεν είχε κανένα λόγο να γράψει κάτι διαφορετικό από αυτά που του είχαν λεχθεί από τον Ενάγοντα. Αρνήθηκε την υποβολή ότι ο Ενάγοντας του είχε αναφέρει ότι είχε πέσει από σκαλωσιά ή ότι του είχε αναφέρει για το περιστατικό που του είχε συμβεί στην Λιβύη. Ερωτηθείς ανέφερε ότι ο ίδιος δεν προέβη σε κλινική εξέταση του Ενάγοντα αλλά σε επισκόπηση των συστημάτων του ανθρώπινου σώματος. Η κατάληξή του, ότι ο Ενάγοντας δεν βρισκόταν στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης, προέκυψε από το γεγονός ότι έχρηζε χειρουργικής επέμβασης η οποία δεν είχε πραγματοποιηθεί. Εξήγησε ότι η συνέντευξη την οποία διενήργησε αφορούσε τη λήψη του πλήρους ιατρικού ιστορικού του Ενάγοντα καθώς και την επισκόπηση του σώματος του. Ερωτηθείς γιατί δεν ζήτησε από τον Ενάγοντα να υπογράψει το ιστορικό του ισχυρίστηκε ότι δεν είναι διαδικασία που απαιτείται, στην σύνταξη ιατρικής έκθεσης, η υπογραφή του ασθενούς αφού δεν αποτελεί ιατρική πρακτική να υπογράφει ο ασθενής τις σημειώσεις των ιατρών. Επέμενε στη θέση του ότι ο ίδιος είχε ρωτήσει τον Ενάγοντα κατά πόσο υπέφερε από οποιοδήποτε καρδιολογικό πρόβλημα ή πρόβλημα στο νευρικό σύστημα. Κατά την αξιολόγηση του Ενάγοντα διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε συστημικό πρόβλημα που να επηρεάζει χρόνια το νευρικό σύστημα. Υπήρχε εστιακό πρόβλημα, στη συγκεκριμένη μοίρα της σπονδυλικής στήλης, η οποία ασκούσε πίεση σε συγκεκριμένη νευρική ρίζα η οποία νεκρώνει τα κάτω άκρα, οπόταν οι δύο καταγραφές που υπάρχουν στην Έκθεση συμπληρώνουν η μια την άλλη.

 

Ερωτηθείς αναφορικά με το Συμβόλαιο του Ενάγοντα με την Εναγόμενη ανέφερε ότι ο ίδιος το έχει μελετήσει και έχει πλήρη γνώση αναφορικά με το πώς καθορίζεται η μόνιμη ή ολική ανικανότητα. Προώθησε τη θέση ότι ο ίδιος ακολουθεί, για την αξιολόγηση της ικανότητας για εργασία ενός ασθενούς, τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας, του Αμερικανικού Συλλόγου, οι οποίες εκδόθηκαν και κατά καιρούς επανεκδίδονται και επικυρώνουν με τον πιο λεπτομερή και εκτεταμένο τρόπο όλες τις οδηγίες προς διενέργεια της συγκεκριμένης αξιολόγησης. Περιέχονται σε συγκεκριμένο τόμο βιβλιογραφίας, ο οποίος μπορεί να εντοπιστεί και στο διαδίκτυο. Ερωτηθείς για τα κλινικά ευρήματα στα οποία είχε αναφερθεί στην Έκθεσή του ισχυρίστηκε ότι αφορούν αυτά που καταγράφονται στις ιατρικές Εκθέσεις που ο ίδιος είχε ενώπιον του. Όσον αφορά το πρόβλημα της οσφυϊκής μοίρας ο ίδιος κατέγραψε τη δική του άποψη. Ισχυρίστηκε ότι τα όσα καταγράφει ο ίδιος στην ιατρική του Έκθεση είναι μια ανασκόπηση όλων των θεμάτων υγείας που αντιμετώπιζε ο Ενάγοντας και προέκυψαν είτε από τις ιατρικές εκθέσεις ή τις εξετάσεις ή τις απεικονίσεις ή άλλα ευρήματα που τέθηκαν στη διάθεση του, καθώς και από την προσωπική ιατρική του εκτίμηση με βάση το ιστορικό και τη γενικότερη αξιολόγηση που είχε προηγηθεί. Ουσιαστικά, περιέγραψε συνολικά την κατάσταση έτσι ώστε να μπορέσει να διατυπώσει το δικό του συμπέρασμα, το οποίο ήταν ότι ο Ενάγοντας δεν μπορούσε να αξιολογηθεί επειδή δεν είχε υποβληθεί στην επέμβαση. Κατά τη δική του άποψη, εάν μια επέμβαση θα βελτιώσει το επίπεδο υγείας ενός ασθενούς αναμένεται ότι θα βελτιώσει και τη δυνατότητα του να εργάζεται. Όσον αφορά τον πόνο, ισχυρίστηκε ότι είναι ένα σύμπτωμα το οποίο περιορίζει τη συμμετοχή στις εμπειρίες της ζωής, αξιολογείται σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα και συνεκτιμάται στη συνολική αξιολόγηση της ικανότητας για εργασία.

 

Ερωτηθείς γιατί δεν προσκόμισε επιστημονική βιβλιογραφία για να τεκμηριώσει τις θέσεις του, υποστήριξε ότι όταν υποβάλλονται ιατρικές εκθέσεις συνήθως δεν συνοδεύονται από επιστημονική βιβλιογραφία. Τα όσα ο ίδιος παρέθεσε στην Έκθεσή του προέκυψαν από επιστημονική βιβλιογραφία που ο ίδιος είχε μελετήσει για να συντάξει στη συγκεκριμένη επιστημονική Έκθεση. Εξήγησε ότι υπάρχουν πάρα πολλές επιστημονικές μελέτες και επιστημονικά άρθρα που καλύπτουν το θέμα της ικανότητας επανόδου στην εργασία. Κατά τη δική του άποψη, εφόσον η αποκατάσταση φτάσει στο ποσοστό του 80% με 90%, τότε ένας ασθενής μπορεί να χρησιμοποιεί το άνω άκρο του χεριού για να σηκώνει βάρη. Η συγκεκριμένη άποψη προέκυψε από βιβλιογραφία, η οποία υποστηρίζει την αποκατάσταση του άνω άκρου μετά από χειρουργική επέμβαση, καθώς και την επάνοδο του ασθενή στην εργασία.

 

Μαρτυρία δόθηκε και από την Ελένη Μιχαήλ, Μ.Υ.2, Λειτουργό Απαιτήσεων της Εναγόμενης. Παρέθεσε τις θέσεις της σε γραπτό κείμενο το οποίο σημειώθηκε ως Έγγραφο 2. Κατέγραψε ότι εργάζεται στην Εναγομένη Εταιρεία από το 2000 και από το 2013 εργάζεται στο Τμήμα Απαιτήσεων. Η ίδια έχει προσωπική γνώση των γεγονότων λόγω της θέσης της, ενώ γνωρίζει επίσης το περιεχόμενο των ασφαλιστικών συμβολαίων που παρέχει η Εναγόμενη Εταιρεία και τη διαδικασία που ακολουθείται κατά την εξέταση αιτημάτων για μόνιμη ολική ανικανότητα και για απαλλαγή πληρωμής ασφαλίστρου. Ο Ενάγοντας είχε συνάψει με την Εναγόμενη ασφαλιστήριο συμβόλαιο τύπου «Life Plan» στις 27/07/1996 στο οποίο είχε περιλάβει επιπρόσθετο Ωφέλημα για Μόνιμη Ολική Ανικανότητα και Απαλλαγή Πληρωμής Ασφαλίστρου. Η ημερομηνία έναρξης της ασφαλιστικής κάλυψης ήταν 28/07/1996 έναντι πληρωμής καθορισμένου ασφαλίστρου. Ο Ενάγοντας, ως ασφαλισμένος, είχε βασικό ασφαλισμένο ποσό £40.000 αλλά και τα επιπρόσθετα ωφελήματα Θάνατος από Ατύχημα για το ποσό των £40.000, της μόνιμης και ολικής ανικανότητας για το ποσό των £40.000 και το ωφέλημα απαλλαγής ασφαλίστρου. Με αίτημα τροποποίησης ημερομ. 28/01/2007, ο Ενάγοντας αύξησε το ασφαλισμένο ποσό για το επιπρόσθετο Ωφέλημα της Μόνιμης και Ολικής αναπηρίας από £40.000 σε £60.000 και ακολούθως αύξησε, στις 26/10/2008, το ασφαλισμένο ποσό για το ίδιο επιπρόσθετο Ωφέλημα σε €150.517 με ημερομηνία ισχύος της τροποποίησης 28/10/2008 και ημερομηνία λήξης του ωφελήματος 28/07/2018. Είχε επιπλέον και το επιπρόσθετο Ωφέλημα της Απαλλαγής καταβολής Ασφαλίστρου για την περίοδο 28/07/1996 μέχρι 28/07/2018. Λόγω του ατυχήματος που συνέβη στις 05/05/2010, ο Ενάγοντας στις 19/07/2010 υπέβαλε απαίτηση για εξασφάλιση των Ωφελημάτων Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας και Απαλλαγής Πληρωμής Ασφαλίστρου. Τα συγκεκριμένα επιδόματα καταβάλλονται όταν αποδειχθούν οι προϋποθέσεις που περιέχονται στο ασφαλιστικό συμβόλαιο. Η Ασφαλιστική Εταιρεία καταβάλλει το συγκεκριμένο Ωφέλημα υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδειχθεί ότι ο ασφαλιζόμενος έχει καταστεί πλήρως ανίκανος και θα παραμείνει πλήρως ανίκανος για περίοδο 6 μηνών. Ο όρος «πλήρης ανικανότητα» ερμηνεύεται στο ασφαλιστικό συμβόλαιο ως να σημαίνει «ανικανότητα η οποία οφείλεται σε σωματική βλάβη ή ασθένεια η οποία εμποδίζει πλήρως τον ασφαλισμένο από το να ασχολείται σε οποιοδήποτε επάγγελμα ή από το να εκτελεί οποιαδήποτε εργασία έναντι αμοιβής ή κέρδους». Η Ασφαλιστική Εταιρεία επαναξιολογεί συνεχώς τις απαιτήσεις για να αποδειχθεί ότι η πλήρης ανικανότητα συνεχίζει να ισχύει. Σε σχέση με τον Ενάγοντα η Εναγόμενη Εταιρεία παρείχε σε αυτόν το Ωφέλημα της Απαλλαγής Ασφαλίστρου μέχρι τις 28/07/2012, όπου τον ενημέρωσε με επιστολή ότι από τον Αύγουστο του 2012 θα έπρεπε να αναλάβει ξανά την ευθύνη καταβολής των ασφαλίστρων του. Όμως για να καταβληθεί το Ωφέλημα της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας η ανικανότητα πρέπει να είναι και να παραμείνει μόνιμης φύσης, δηλαδή να μην τίθεται θέμα αποκατάστασης της ζημιάς του ασφαλιζόμενου σε μεταγενέστερο χρόνο. Σύμφωνα με τις εξαιρέσεις του συμβολαίου, το συγκεκριμένο Ωφέλημα δεν καταβάλλεται όταν η ανικανότητα προκύψει άμεσα ή έμμεσα από λόγους οι οποίοι καθορίζονται στο ίδιο το συμβόλαιο ασφάλισης, οι οποίοι μεταξύ άλλων περιέχουν και τη «σκόπιμη παραμέληση της υγείας από άρνηση του ασφαλισμένου να ζητήσει ή να ακολουθήσει ιατρική συμβουλή ή θεραπεία». Το συγκεκριμένο επίδομα καταβάλλεται νοουμένου ότι η Εναγόμενη Εταιρεία λάβει ικανοποιητικές αποδείξεις ότι ο ασφαλιζόμενος είναι μόνιμα και ολικά ανίκανος και ότι δεν εμπίπτει σε κάποια από τις εξαιρέσεις που καταγράφονται στη σύμβαση ασφάλισης. Τα στοιχεία που η Εναγόμενη είχε στην κατοχή της σε σχέση με τον Ενάγοντα δεν ήταν ικανοποιητικά, αλλά ούτε και απεδείκνυαν ότι ο Ενάγοντας ήταν μόνιμα και ολικά ανίκανος. Παράλληλα, είχε διαφανεί ότι το πρόβλημα υγείας του Ενάγοντα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αφού ήταν χειρουργήσιμο και όχι μόνιμο και λόγω των δικών του παραλείψεων να ακολουθήσει τις ιατρικές συμβουλές ή τη θεραπεία είχε επιδεινωθεί. Η Εναγόμενη είχε ζητήσει από τον θεράποντα ιατρό του Ενάγοντα να συμπληρώσει το σχετικό έντυπο απαίτησης ωφελήματος, το οποίο και αρχικά συμπληρώθηκε στις 14/07/2010. Στο συγκεκριμένο έντυπο ο Δρ. Χριστοφόρου κατέγραψε ότι ο Ενάγοντας είναι πρόσκαιρα ανίκανος μέχρι να χειρουργηθεί και ότι χρήζει χειρουργικής επέμβασης. Η Εναγόμενη ζήτησε εκ νέου, με επιστολή ημερομ. 05/07/2011, από τον Δρ. Χριστοφόρου όπως συμπληρώσει τα σχετικά έντυπα και το δεύτερο συμπληρωμένο έντυπο παραλήφθηκε από την Εναγόμενη στις 14/09/2011 στο οποίο ο Δρ. Χριστοφόρου κατέγραψε ότι ο Ενάγοντας έχει μόνιμη αναπηρία και ότι είναι ολικά ανίκανος. Ακολούθησε η παραπομπή του Ενάγοντα στον Δρ. Σωτηριάδη στις 30/09/2012, ο οποίος μετά από την εξέτασή του ετοίμασε ιατρική Έκθεση στην οποία κατέγραψε ότι ο ασθενής χρήζει χειρουργικής επέμβασης η οποία αναμένεται να αποκαταστήσει τη σωματική βλάβη του, πλην όμως λόγω έντονης φοβίας για την νάρκωση και τη χειρουργική επέμβαση αρνήθηκε να υποβληθεί σε χειρουργείο. Όσον αφορά το ποσοστό επιτυχίας της χειρουργικής επέμβασης και την αποκατάσταση της βλάβης του δεξιού ώμου του Ενάγοντα ο Δρ. Σωτηριάδης το καθόρισε στο 90% με 95% που είναι αρκετά υψηλό. Λόγω του ότι ο ασθενής αρνείτο να υποβληθεί σε χειρουργική θεραπεία χαρακτηρίστηκε ότι δεν βρίσκεται στο «βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης» από το οποίο θα μπορούσε να αξιολογηθεί για μόνιμη ολική ανικανότητα. Η Εναγόμενη Εταιρεία με επιστολή της ημερομ. 01/11/2011, ενημέρωσε τον Ενάγοντα ότι η απαίτηση του για το Ωφέλημα της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί με βάση τους όρους του Ασφαλιστικού Συμβολαίου. Ακολούθησε η διαβίβαση νέου ιατρικού πιστοποιητικού από τον Δρ. Χριστοφόρου στις 11/11/2011, στο οποίο κατέγραφε ότι λόγω της φύσεως του τραυματισμού του Ενάγοντα, του ιατρικού ιστορικού του, καθώς και των άλλων πολλαπλών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, το αποτέλεσμα της προσπάθειας αποκατάστασης της υγείας μετά από χειρουργική επέμβαση είναι αβέβαιο και με αυξημένο ρίσκο. Η Εναγόμενη με επιστολή της ημερομ. 09/01/2012, ζήτησε διευκρινίσεις από τον Δρ. Χριστοφόρου, ενόψει της αλλαγής της θέσης του και σε απάντηση ο Δρ. Χριστοφόρου προώθησε νέο ιατρικό πιστοποιητικό ημερομ. 31/01/2012, στο οποίο, γενικά και αόριστα, κατέγραφε ότι για διάφορους λόγους ο Ενάγοντας δεν μπορούσε να χειρουργηθεί γιατί κινδυνεύει η ζωή του. Ζητήθηκαν από την Εναγόμενη, με επιστολή ημερομ. 02/03/2012, λεπτομέρειες και απαντήσεις αναφορικά με τις θέσεις του Δρ. Χριστοφόρου. Αντί απάντησης, λήφθηκε ιατρικό πιστοποιητικό ημερομ. 05/03/2012 με πανομοιότυπο περιεχόμενο με το πιστοποιητικό ημερομ. 31/01/2012. Το περιεχόμενο των πιστοποιητικών δεν κρίθηκε ικανοποιητικό γιατί δεν κατέγραφαν ποια ήταν τα προβλήματα του Ενάγοντα τα οποία τον απέτρεπαν από το να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Δεν αποκάλυπταν κάποιο ιατρικό πιστοποιητικό ή ύπαρξη προβλήματος υγείας που να εμποδίζει τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης και αποκατάστασης της ικανότητας του Ενάγοντα. Ως εκ τούτου, η Εναγόμενη με επιστολή ημερομ. 09/05/2012 ενημέρωσε τον Ενάγοντα ότι εμμένει στην αρχική της θέση, ήτοι την απόρριψη του αιτήματος του. Ο Ενάγοντας με επιστολή του ημερομ. 05/11/2012, ζήτησε όπως ενημερωθεί για τους λόγους απόρριψης του αιτήματος. Στις 06/11/2012 η Εναγόμενη διαβίβασε επιστολή στην οποία κατέγραψε τους λόγους απόρριψης. Επειδή ο Ενάγοντας δεν κατέβαλλε τα ασφάλιστρα, στις 07/11/2012 η Εναγόμενη τον ενημέρωσε ότι το Ασφαλιστικό του Συμβόλαιο μετατράπηκε έτσι ώστε η βασική κάλυψη να διατηρείται σε ισχύ αλλά τα επιπρόσθετα Ωφελήματα τερματίζονταν. Μετά από επιστολή των δικηγόρων του Ενάγοντα ημερομ. 18/02/2014, η Εναγόμενη παρέπεμψε τον Ενάγοντα εκ νέου για εξέταση από δεύτερο γιατρό. Εξετάστηκε από τον Δρ. Χριστοδούλου στις 02/06/2014 και ετοιμάστηκε σχετική έκθεση. Με βάση το περιεχόμενο της συγκεκριμένης έκθεσης ο Ενάγοντας έχρηζε αρθροσκοπικής χειρουργικής επέμβασης, γεγονός για το οποίο ο Ενάγοντας είχε ενημερωθεί. Η Εναγόμενη ενημέρωσε με επιστολή της τον Ενάγοντα, ότι η θέση της για την καταβολή του ωφελήματος μόνιμης ολικής ανικανότητας παρέμενε η ίδια. Η διαδικασία αξιολόγησης των απαιτήσεων για τα ωφελήματα προβλέπει την υποβολή, από τον ασφαλισμένο, των απαιτούμενων δικαιολογητικών, τη μελέτη και αξιολόγηση των σχετικών εγγράφων της απαίτησης, την υποβολή έκθεσης-γνωμάτευσης από γιατρό εργασίας της εταιρείας μετά από επίσκεψη του ασφαλισμένου για εξέταση, την παραπομπή του ασφαλισμένου, σε κάποιες περιπτώσεις, για ιατρική εξέταση από ιατρό ειδικότητας ανάλογα με το πρόβλημα υγείας του, την απόφαση από την Επιτροπή Απαιτήσεων και την επαναξιολόγηση της απαίτησης, σε περίπτωση που αυτό ζητηθεί από τον ασφαλισμένο. Η θέση της Εναγόμενης είναι ότι ο Ενάγοντας δεν είναι μόνιμα και ολικά ανίκανος σύμφωνα με τους ορισμούς του Ασφαλιστικού Συμβολαίου καθώς το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει χρήζει περαιτέρω περίθαλψης, ενώ δεν τεκμηριώθηκε η ύπαρξη οποιουδήποτε προβλήματος υγείας που να εμποδίζει τη διενέργεια περαιτέρω περίθαλψης για αποκατάσταση του προβλήματος υγείας του. Σε μια ύστατη προσπάθεια ικανοποίησης της απαίτησης του Ενάγοντα, παραπέμφθηκε στις 12/02/2020 για εξέταση από τον Δρ. Λαπίθη. Στην έκθεση του κατέγραψε ότι εάν ο Ενάγοντας χειρουργείτο το 2010 θα είχε καλές πιθανότητες να είχε ένα ώμο πλήρως λειτουργικό και καλές πιθανότητες πλήρους επιστροφής στις δραστηριότητες του από το 2010 και ότι ακόμα και αν χειρουργείτο το 2020 θα είχε αυξημένες πιθανότητες να έχει ένα σχεδόν πλήρως λειτουργικό ώμο. Συνακόλουθα, εάν ο Ενάγοντας προέβαινε στην ενδεδειγμένη περίθαλψη και χειρουργική επέμβαση, την οποία οι γιατροί του συνέστησαν, θα μπορούσε να ασκήσει τόσο την εργασία του όσο και άλλη εργασία. Η Εναγόμενη κατέχει στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ο Ενάγοντας εργαζόταν. Το συγκεκριμένο Ασφαλιστικό Συμβόλαιο τερματίστηκε με επιστολή της Εναγομένης ημερομ. 04/09/2015.

 

Κατέθεσε, ως Τεκμήριο 59, σημείωση αναφορικά με το τι είχε λεχθεί μεταξύ του Δρ. Σωτηριάδη και του Δρ. Χριστοφόρου.

 

Αντεξεταζόμενη, ισχυρίστηκε ότι υπηρετεί στο Τμήμα Απαιτήσεων της Εναγόμενης από το 2013 και στα πλαίσια των καθηκόντων της εξετάζει αιτήματα για παραχώρηση του ωφελήματος της ανικανότητας και τις απαιτήσεις που τα αφορούν. Η ίδια είχε παραλάβει τον φάκελο του Ενάγοντα το 2020 όταν έγινε επίσκεψη του ιδίου στον Δρ. Λαπίθη και αναγνώρισε την επιστολή που η ίδια είχε διαβιβάσει στον Δρ. Λαπίθη στο Τεκμήριο 58. Ερωτηθείσα, κατά πόσο είχαν διαβιβαστεί στον Δρ. Σωτηριάδη από την Εναγόμενη οποιαδήποτε ερωτήματα προς απάντηση, ισχυρίστηκε ότι ερωτήματα είχαν διαβιβαστεί προς τον ιατρό του Ενάγοντα, τον Δρ. Χριστοφόρου, λόγω του ότι είχε αλλάξει τη γνώμη του σε σχέση με την κατάσταση της υγείας του Ενάγοντα. Εξήγησε περαιτέρω ότι στον ιατρό εργασίας δεν διαβιβάζονται ερωτήματα αλλά διευθετείται επίσκεψη για εξέταση του ασφαλιζόμενου έτσι ώστε να καταρτιστεί έκθεση, το περιεχόμενο της οποίας μελετάται από την Επιτροπή Απαιτήσεων. Ο ιατρός εργασίας βοηθά την Επιτροπή στο έργο της αφού εξετάζει τον ασφαλιζόμενο, εξετάζει την ιατρική του κατάσταση και γενικά τον τρόπο ζωής του και γνωματεύει κατά πόσο εμπίπτει στα ωφελήματα της ανικανότητας το συγκεκριμένο περιστατικό. Η εμπειρία του Δρ. Σωτηριάδη είναι μεγάλη και γνωρίζει κατά πόσο το συγκεκριμένο περιστατικό εμπίπτει ή όχι στον ορισμό του συγκεκριμένου ωφελήματος. Με αναφορά στο Τεκμήριο 2, την Σύμβαση Ασφάλισης, προώθησε τη θέση ότι ο Ενάγοντας υπέγραψε διαφοροποιημένο όρο σε σχέση με το Ωφέλημα της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας. Εξήγησε ότι όταν παραπεμφθεί κάποιος ασφαλισμένος για αξιολόγηση σε ιατρό ειδικότητας, ετοιμάζεται μια επιστολή στην οποία καταγράφονται οι όροι του ωφελήματος που επιζητεί και οι ερωτήσεις που θα πρέπει να απαντηθούν από τον ίδιο. Δεν θυμόταν το περιεχόμενο της επιστολής που είχε διαβιβαστεί στον Δρ. Χριστοδούλου, όμως προώθησε τη θέση ότι ήταν παρόμοιο με την επιστολή που διαβιβάστηκε στον Δρ. Λαπίθη. Όταν της υποβλήθηκε ότι δεν διαβιβάστηκε η ερμηνεία των όρων του ασφαλιστικού συμβολαίου προς τον Δρ. Σωτηριάδη, υποστήριξε ότι ο Δρ. Σωτηριάδης συνεργάζεται με την Εναγόμενη και γνωρίζει του όρους των ωφελημάτων. Όσον αφορά τον Δρ. Λαπίθη, ήταν η θέση της ότι υπήρξαν και τηλεφωνικές επικοινωνίες και ενημερώθηκε αναφορικά με το ωφέλημα, ενώ ακολούθησε και η επιστολή. Σε σχέση με τον Δρ. Χριστοδούλου, δεν μπορούσε να θυμηθεί.

 

Ερωτηθείσα σε σχέση με το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 47 προώθησε τη θέση ότι δεν μπορεί να παραβλεφθεί η καταγραφή του ιατρού ότι ο Ενάγοντας χρήζει χειρουργικής επέμβασης για να καλυτερεύσει η κατάσταση του, δηλαδή να μειωθεί ο πόνος του δεξιού ώμου και να αποτραπεί η περαιτέρω επιδείνωση των συμπτωμάτων. Την ίδια άποψη είχε και ο άλλος γιατρός και το γεγονός ότι δεν υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση είχε οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν είχε φτάσει στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης. Ήταν η θέση της ότι δεν μπορούσε να προβλεφθεί προκαταβολικά ότι ακόμα και σε περίπτωση χειρουργικής επέμβασης ο ασθενής δεν θα μπορεί να ξανά εργαστεί. Παραδέχθηκε ότι για να εξεταστεί μια απαίτηση για μόνιμη ολική ανικανότητα ο ασφαλισμένος θα πρέπει να βρίσκεται στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης. Από τη στιγμή που καταγράφηκε από τους ιατρούς ότι υπήρχε μεγάλη πιθανότητα επιτυχίας της χειρουργικής επέμβασης, η περίπτωση του Ενάγοντα δεν μπορούσε να αξιολογηθεί αφού για να εξετάσεις κατά πόσο η κατάσταση του ασφαλισμένου είναι μόνιμη ή όχι, θα πρέπει να υποβληθεί στην επέμβαση. Οπόταν, στην περίπτωση του Ενάγοντα, εφαρμοζόταν η εξαίρεση που μιλά για την παραμέληση της υγείας. Όταν της υποβλήθηκε ότι η απόρριψη της απαίτησης του Ενάγοντα παραβίασε την Σύμβαση Ασφάλισης, η ίδια ισχυρίστηκε ότι η απόρριψη ήταν σύμφωνη με τους όρους του Ωφελήματος.

 

Τελευταίος έδωσε μαρτυρία ο Δρ. Χριστοδούλου, Μ.Υ.3, χειρούργος ορθοπεδικός με εξειδίκευση στο άνω άκρο. Υποστήριξε ότι εξέτασε τον Ενάγοντα στις 02/06/2014 και ετοίμασε ιατρική βεβαίωση. Όταν τον είχε εξετάσει, ο Ενάγοντας του ανέφερε ότι είχε τραυματιστεί στις 05/05/2010 και ο ίδιος προώθησε τη θέση ότι αν χειρουργείτο μετά τον Μάιο του 2010 θα είχε πολύ καλά αποτελέσματα, σύμφωνα με την παγκόσμια βιβλιογραφία, ιδιαίτερα αν χειρουργείτο τους πρώτους τρεις μήνες. Ακόμα και 6 μήνες μετά θα μπορούσε να έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Εξήγησε ότι στη συνέχεια σκληραίνει το στροφικό πέταλο και λόγω της ποιότητας του τένοντα τα αποτελέσματα αρχίζουν να γίνονται πιο μέτρια. Σύμφωνα με την εξέταση και με το MRI, διαφάνηκε ότι προϋπήρχε κάτι το οποίο επιδεινώθηκε με τον τραυματισμό και αυτός ήταν ακόμα ένας λόγος για τον οποίο θα έπρεπε να χειρουργηθεί άμεσα, για να γίνει η αποκατάσταση των πετάλων. Εξήγησε, ότι το στροφικό πέταλο των τενόντων αποτελείται από 4 τένοντες, τον υποπλάτιο, τον υπερακάνθιο, τον υπακάνθιο και τον ελάσσονα στρογγύλο. Η βασική λειτουργία των τενόντων είναι να σπρώχνουν τον ώμο προς τα κάτω έτσι ώστε το βραχιόνιο να μην μετακινείται προς τα πάνω. Όταν γίνεται ρήξη ενός από τους 4 τένοντες, ο ώμος βρίσκει την ευκαιρία να μεταναστεύσει προς τα πάνω. Όταν υπάρξει ρήξη σε δύο τένοντες, τότε τα προβλήματα προχωρούν και αυτό, σε σχέση με τον Ενάγοντα, φάνηκε στο MRI του 2017. Εάν κάποιος συγκρίνει τα MRI του 2010 και του 2017 θα διαπιστώσει εντυπωσιακή επιδείνωση. Στο MRI του 2012 διαπιστώνεται ότι είχε ξεκινήσει φθορά του υποπλάτιου τένοντα, ότι το κάλυμμα του δικεφάλου τένοντα είχε χαλάσει και στο επόμενο MRI, του 2015, καταγράφεται μερική ρήξη του υποπλάτιου και μετακίνηση του δικέφαλου από τον τόπο του ενώ ο τένοντας σουρώθηκε προς τα μέσα γύρω στα 5 εκατοστά, κάτι που δεν φαίνεται στο MRI του 2010. Η κεφαλή του ώμου είχε μετακινηθεί προς τα πάνω και είχε ξεκινήσει να δημιουργείται μέτριου, ως μεγάλου βαθμού, οστεοαρθρίτιδα. Ερωτηθείς προώθησε τη θέση ότι ο Ενάγοντας έπρεπε να χειρουργηθεί το 2010 για να μην υπάρχει η αλυσίδα προβλημάτων που διαφάνηκε στα δύο μεταγενέστερα MRI έτσι ώστε να γίνει μερική αποκατάσταση του στροφικού πετάλου, λόγω του ότι υπήρχε πιθανότητα να μην γίνει πλήρης αποκατάσταση διότι ο τένοντας είχε εκτοπιστεί προς τα έσω και είχε πάθει λιπώδη διήθηση. Το 2010 θα γινόταν μια καλή προσπάθεια συρραφής του στροφικού πετάλου και η λειτουργία του θα ήταν αρκετά καλή αλλά όχι πλήρης όπως κάποιου τριαντάχρονου. Αν ακολουθούσε τα βήματα που θα του εισηγείτο ο ιατρός του, μετά την επέμβαση θα είχε ένα λειτουργικό ώμο, θα μπορούσε να κάνει αρκετές δουλειές και να χρησιμοποιήσει τον ώμο και το χέρι του σε κινήσεις 110 μέχρι 120 μοίρες κάμψης και απαγωγής, χωρίς να σημαίνει ότι το χέρι δεν θα είχε πλήρη λειτουργικότητα. Κατά τη δική του άποψη, με τα συγκεκριμένα σημερινά ευρήματα, είναι πλέον πολύ αργά και δεν μπορεί να γίνει αποκατάσταση. Εάν γινόταν η επέμβαση θα μπορούσε να εργαστεί σαν οδηγός ταξί και σε οποιαδήποτε χειρωνακτικά επαγγέλματα που έχουν ελαφρύ φόρτο εργασίας και χρήση του άνω άκρου κάτω από 110 μοιρών σε κάμψη. Ερωτηθείς ανέφερε ότι οποιοσδήποτε ασθενής με καρδιολογικό πρόβλημα ή με διαβήτη μπορεί να υποβληθεί στη συγκεκριμένη επέμβαση και προώθησε τη θέση ότι ένας σημαντικός αριθμός των ασθενών, που ανέρχεται πέραν του 30%, έχει καρδιολογικά προβλήματα. Η διαδικασία που ακολουθείται είναι ότι ο ασθενής παραπέμπεται σε καρδιολόγο και η έκθεση που καταρτίζεται εκτιμάται από αναισθησιολόγο, για να αποφασιστεί κατά πόσο θα προχωρήσει η επέμβαση ή θα ακυρωθεί. Στις πλείστες των περιπτώσεων δεν ακυρώνεται γιατί υπάρχουν αντιπηκτικά φάρμακα για την πίεση και για τις αρρυθμίες. Όσον αφορά το θέμα του διαβήτη, ρυθμίζεται από τον διαβητολόγο-ενδοκρινολόγο.

 

Αντεξετασθείς ισχυρίστηκε ότι είναι ειδικός σε θέματα ώμου. Όμως, προώθησε τη θέση ότι και ένας γιατρός με εμπειρία 20-30 χρόνων, ο οποίος ασχολείται με θέματα τραυματισμού, θα μπορούσε να δώσει υπεύθυνη άποψη αναφορικά με τον συγκεκριμένο τραυματισμό αλλά όχι εξειδικευμένη. Ερωτηθείς ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος έχει τη μεγαλύτερη εμπειρία παγκοσμίως σε θέματα χειρούργησης ώμων. Υποστήριξε ότι ο ίδιος είχε ετοιμάσει την Έκθεσή του με βάση τα δεδομένα του MRI και εξήγησε ότι αρκετές φορές με το χειρουργείο, λόγω του ότι η επέμβαση γίνεται αρθροσκοπικά, επιτυγχάνεται σε ποσοστό 50-60% να γίνει πλήρης συρραφή του στροφικού πετάλου. Όμως λόγω των ευρημάτων που διαφαίνονται στο MRI, το είδος της ρήξης του Ενάγοντα θα μπορούσε να οδηγήσει στην επανάρηξη μετά το πέρας της επέμβασης.

 

Και οι δύο πλευρές προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις με τη διαβίβαση εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων. Στοιχειοθέτησαν τις θέσεις τους με αναφορά στη μαρτυρία αλλά και σε νομολογία. Το Δικαστήριο έχει κατά νου τις εκατέρωθεν εισηγήσεις και θα κάνει αναφορά σ’ αυτές όπου κρίνει τούτο απαραίτητο.

 

AΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ – ΕΥΡΗΜΑΤΑ

 

Η αξιολόγηση του συνόλου της μαρτυρίας, όπως έχει νομολογηθεί, δεν μπορεί να απομονωθεί από τα τεκμήρια που κατατέθηκαν. Στην υπόθεση Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Πολυβίου (2009) 1 Α.Α.Δ. 339, έχει εξηγηθεί ότι είναι ανάγκη μια μαρτυρία να τίθεται στη βάσανο της αξιολόγησης από απόψεως περιεχομένου και να μην γίνεται αποδεκτή ή να απορρίπτεται με μόνο την εξωτερική εντύπωση που προκαλεί ο μάρτυρας. Η αποδοχή ή η απόρριψη μιας μαρτυρίας θα πρέπει να γίνεται με γνώμονα όχι μόνο την καθ' αυτή εξωτερική εμφάνιση της μαρτυρίας του μάρτυρα στο εδώλιο, αλλά και σε συσχετισμό με τα υπόλοιπα στοιχεία της δίκης, είτε αυτά προέρχονται από άλλη ζώσα μαρτυρία, είτε από τεκμήρια.

 

Για το θέμα της αξιοπιστίας της μαρτυρίας, αναφορά μπορεί να γίνει και στην ανάπτυξη του θέματος στο βιβλίο των Σάντη - Ηλιάδη, Δίκαιο της Απόδειξης, εκδ. 2014, Κεφάλαιο 3, IB. Η θετική εντύπωση που αφήνει στο Δικαστήριο ο μάρτυς που καταθέτει, αποτελεί σε γενικές γραμμές στοιχείο εξαιρετικής σπουδαιότητας για την κρίση της αξιοπιστίας του. Η αξιοπιστία αποτελεί έννοια πολυσήμαντη. Η εμφάνιση και συμπεριφορά του μάρτυρα ενόσω καταθέτει, η μνήμη του, οι αντιδράσεις του (κατά πόσο δηλαδή είναι φυσικές ή αφύσικες), ο τρόπος που απαντά, η νευρικότητα ή η επιφυλακτικότητά του και η ιδιοσυγκρασία που εκδηλώνει, είναι μεταξύ των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση (βλ. Κεντρική Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Ηροδότου (2013) 1 Α.Α.Δ. 1166, C. & A. Pelekanos Associates Limited ν. Πελεκάνου (1999) 1(B) Α.Α.Δ. 1273).

Στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει με προσοχή όλους τους μάρτυρες ενώ κατέθεταν ενόρκως. Αξιολόγησε τη μαρτυρία τους με βάση το περιεχόμενο, ποιότητα και σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία καθοδηγούμενο από σειρά παραγόντων που είναι αδύνατο να καταγραφούν εξαντλητικά. Τέτοιοι παράγοντες είναι, μεταξύ άλλων, η σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων των μαρτύρων και η ύπαρξη σ΄ αυτές υπερβολών ή ουσιαστικών αντιφάσεων, η λογικοφάνεια και αληθοφάνεια της εκδοχής τους, η ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος ή προκατάληψης στην υπόθεση, οι ευκαιρίες που είχαν να αντιληφθούν τα διαδραματισθέντα, η μνήμη τους και οι λόγοι που είχαν να ενθυμούνται ή να πιστεύουν αυτά για τα οποία καταθέτουν.

 

Δόθηκε μαρτυρία από τρείς ιατρούς, τον Μ.Ε.1, τον Μ.Υ.1 και τον Μ.Υ.3, ήτοι εμπειρογνώμονες. Όπως έχει συναφώς νομολογηθεί, ο εμπειρογνώμονας, κατ΄ εξαίρεση προς τον γενικό κανόνα που απαγορεύει την έκφραση γνώμης από μάρτυρα, μπορεί να εκφράσει γνώμη αναφορικά με ζητήματα που εμπίπτουν στη σφαίρα της ειδικότητας του. Σε τέτοια περίπτωση ο εμπειρογνώμονας εφοδιάζει το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για τον έλεγχο της ακρίβειας των συμπερασμάτων του, έτσι που να μπορέσει το Δικαστήριο να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση με την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων πάνω στα γεγονότα που αποδεικνύει η μαρτυρία. Όσον αφορά τους μάρτυρες ιατρούς είναι γνωστή η αρχή ότι η συμπεριφορά ειδικών μαρτύρων, όπως οι ιατροί, στο εδώλιο του μάρτυρα δεν είναι τόσο σημαντική για τους σκοπούς εκτιμήσεως της αξιοπιστίας τους όπως στην περίπτωση ενός μάρτυρα πάνω σε γεγονότα (βλ. Σάββα ν Α/φοί Κουρίδη Λτδ, Πολ. Εφ. 74/12, ημερ. 26/02/2018).

 

Ως προς το καθήκον των εμπειρογνωμόνων έναντι του Δικαστηρίου αναφέρονται τα ακόλουθα στο σύγγραμμα των κ.κ. Ηλιάδη και Σάντη «Το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές», έκδοση 2014, σελ. 580-581:

 

« Tο καθήκον των πραγματογνωμόνων έναντι του Δικαστηρίου κατά τη μαρτυρία τους έγκειται στην αιτιολογημένη, αντικειμενική και αμερόληπτη παρουσίαση των αναγκαίων επιστημονικών κριτηρίων ώστε να δώσουν τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να κρίνει ευχερώς την ακρίβεια των επίδικων συμπερασμάτων τους και να διαμορφώσει συναφώς τη δική του ανεξάρτητη άποψη δια της εφαρμογής των κριτηρίων αυτών στα γεγονότα της υπόθεσης (Παναγρίτη ν. Χαραλάμπους, ΠΕ320/08, ημ. 15.3.12, Σαρρής ν. Καλλέγιας και Πιττάλης και Άλλων ν Ianira Enterprises Ltd και Άλλων (1997) 1(Β) ΑΑΔ 814 Philippou v. Odysseos (1989) 1 CLR1).».

 

Όπως αναφέρεται και πιο πάνω, στην σελίδα 581 του συγκεκριμένου συγγράμματος, το καθήκον αυτό έχει προτεραιότητα έναντι των όποιων υποχρεώσεων του πραγματογνώμονα προς τον πελάτη.

 

Η ιατρική μαρτυρία, όπως και κάθε άλλη μαρτυρία εμπειρογνώμονα, θεωρείται ότι είναι μαρτυρία ανεξάρτητου μάρτυρα. Στην απόφαση Σπύρου ν. Χ’ Χαραλάμπους (1989) 1Ε Α.Α.Δ. 298 υιοθετήθηκε απόσπασμα από διάλεξη του Lord Macmillan στην οποία τονίζεται, μεταξύ άλλων, η ανεξαρτησία που πρέπει να έχει ο εμπειρογνώμονας. Παρατίθεται αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:

 

«      Of one thing I am certain, and that is that no scientific man ought ever to become the partisan of a side; he may be the partisan of an opinion in his own science, if he honestly entertains it, but he ought never to accept a retainer to advocate in evidence a particular view merely because it is the view which it is in the interests of the party who has retained him to maintain. To do so is to prostitute science and to practice a fraud on the administration of justice.»

 

Στην υπόθεση National Justice Compania Naviera SA v. Purdential Assurance Company Ltd,"The Ikarian Reefer"[1993] 2 Lloyd’s Rep. 68 στη σελ. 81 - 82 ο Δικαστής Cresswell J. τονίζει, μεταξύ άλλων, ότι η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα πρέπει να παραμένει ανεπηρέαστη από τις απαιτήσεις της υπόθεσης. Ο εμπειρογνώμονας πρέπει να παρέχει στο Δικαστήριο ανεξάρτητη βοήθεια μέσω της αντικειμενικής και αμερόληπτης γνώμης του. 

 

«(i) Expert evidence presented to the court should be, and should be seen to be, the independent product of the expert uninfluenced as to form or content by the exigencies of litigation;

 (ii)  An expert witness should provide independent assistance to the court by way of objective unbiased opinion in relation to matters within his expertise.  An expert witness should never assume the role of an advocate;

 (iii) An expert witness should state the facts or assumptions upon which his opinion is based.  He should not omit to consider material facts which could detract from his concluded opinion;

 (iv) An expert witness should make it clear when a particular question or issue falls outside his expertise;

 (v)  If an expert's opinion is not properly researched because he considers that insufficient data is available, then this must be stated with an indication that the opinion is no more than a provisional one.  In cases where an expert witness, who has prepared a report, cannot assert that the report contains the truth, the whole truth and nothing but the truth without some qualification, that qualification should be stated in the report; .»

 

Παρενθετικά επισημαίνω ότι τα προσόντα των πιο πάνω προσώπων αναφορικά με τα θέματα για τα οποία κλήθηκαν να καταθέσουν, δεν έχουν αμφισβητηθεί, στοιχείο που σε συνάρτηση με την εμπειρία, εκπαίδευση και κατάρτιση τους, αποδέχομαι ότι τους κατατάσσει στην κατηγορία των μαρτύρων εμπειρογνωμόνων. Αξιολόγηση των θέσεων που πρόβαλε έκαστος των εμπειρογνωμόνων θα γίνει στη συνέχεια.

 

Ο Δρ. Χριστοφόρου, Μ.Ε.1, προσπάθησε να βοηθήσει τον Ενάγοντα. Όμως αυτή του η προσπάθεια απέτυχε γιατί τον οδήγησε στο να υποπέσει σε αντιφάσεις που δεν μπορούσε ιατρικά να δικαιολογήσει. Ενώ αρχικά, στις 14/07/2010, δηλώνει ότι ο Ενάγοντας χρήζει χειρουργικής επέμβασης και ότι η ανικανότητά του για εργασία είναι «πρόσκαιρη μέχρι να χειρουργηθεί και να γίνει αποκατάσταση» Τεκμήριο 6, στη συνέχεια ένα χρόνο μετά, στις 06/07/2011, καταγράφει ότι ο Ενάγοντας έχει μόνιμη αναπηρία, Τεκμήριο 9, χωρίς να προσφέρει οποιαδήποτε αιτιολόγηση για το συγκεκριμένο συμπέρασμα. Λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο 2011 καταγράφει στο ιατρικό πιστοποιητικό που παραχώρησε σε σχέση με τον Ενάγοντα ότι λόγω του «ιατρικού του ιστορικού αλλά και των πολλαπλών άλλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο ασθενής το αποτέλεσμα αποκατάστασης της υγείας του μετά από χειρουργική επέμβαση είναι αβέβαιο με αυξημένο ρίσκο ….» Τεκμήριο 14. Δεν απαριθμεί ποια είναι τα πολλαπλά προβλήματα υγείας στα οποία κάνει αναφορά. Ένα χρόνο μετά, στις 05/03/2012, Τεκμήριο 20, αναφέρεται σε χρονιότητα της βλάβης και καρδιολογικά προβλήματα τα οποία είναι υπό διερεύνηση στο Γενικό Νοσοκομείο, χωρίς ο Ενάγοντας να του έχει προσκομίσει οποιοδήποτε πιστοποιητικό ή άλλο έντυπο που να υποστηρίζει την θέση ότι πράγματι υπάρχουν αυτά τα ιατρικά προβλήματα. Προχωρά δε να καταλήξει ότι δεν μπορεί να χειρουργηθεί γιατί κινδυνεύει η ζωή του, χωρίς να έχει στα χέρια του οποιαδήποτε έκθεση ιατρού ή οποιαδήποτε άλλη εξέταση που να ενισχύει το συγκεκριμένο συμπέρασμα. Με μεγάλη ελαφρότητα κατέληγε σε συμπεράσματα χωρίς να τα τεκμηριώνει με απτά δεδομένα. Όμως, στο Σύγγραμμα «Το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές» των κ.κ. Τ. Ηλιάδη και Ν. Σάντη, με αναφορά στους πραγματογνώμονες διαβάζεται το εξής: «Ξεχωριστή σπουδαιότητα έχει επίσης η βάση επί της οποίας στηρίζουν τη γνώμη τους.». Αυτή τη βάση ο Μ.Ε.1 την αγνόησε παντελώς (βλ. Παύλου ν. Ανδρέου (2014) 1 Α.Α.Δ. 693) και αποστέρησε από το Δικαστήριο τη δυνατότητα ελέγχου και αποδοχής των ισχυρισμών του. Τα συμπεράσματά του παρέμειναν αστήριχτα αφού δεν υπάρχει ή υπήρχε ίχνος ιατρικών δεδομένων που να τα πλαισιώσουν. Χαρακτηριστική η φράση του «Δεν μου προσκόμισε κάποια έγγραφα».

 

Αναγνώρισε, αντεξεταζόμενος, ότι ο ίδιος βασιζόταν σε αυτά που του λέχθηκαν από τον Ενάγοντα χωρίς ο Ενάγοντας να του έχει προσκομίσει οποιοδήποτε ιατρικό πιστοποιητικό σε σχέση με το κατ΄ισχυρσιμό καρδιολογικό πρόβλημα και χωρίς ο ίδιος να διενεργήσει οποιοδήποτε προ εγχειρητικό έλεγχο. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποδεχθεί τις θέσεις του με τη γενικότητα και την έλλειψη στοιχειοθέτησης που τις χαρακτηρίζει. Ελλείπει παντελώς η θεμελίωσή τους. Δεν μπορεί να παραγνωριστεί η θέση που εξέφρασε κατά την αντεξέτασή του ότι ο Ενάγοντας θα μπορούσε μέχρι και σήμερα να χειρουργηθεί και να υπάρξει αποκατάσταση γιατί με διάφορους χειρισμούς η συρρίκνωση του τένοντα θα μπορούσε να επανέλθει. Οι συγκεκριμένες διαπιστώσεις καθιστούν την μαρτυρία του ακροσφαλή και το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί σ’ αυτήν για την εξαγωγή οποιωνδήποτε συμπερασμάτων.

 

Ο Ενάγοντας, Μ.Ε.2, προσπάθησε να επιρρίψει ευθύνες στον Μ.Ε.1, ήτοι ότι ήταν εκείνος που του συνέστησε να αποφύγει την εγχείρηση σε μια προσπάθειά του να δικαιολογήσει την άρνησή του να χειρουργηθεί. Στη συνέχεια προσπάθησε να αποδώσει την άρνησή του να χειρουργηθεί στο γεγονός ότι το 2011 του είχε παραχωρηθεί ένα χάπι για την καρδία του και στο γεγονός ότι είχε προδιάθεση για διαβήτη τον οποίο τελικά ανέπτυξε. Όλα αυτά σχεδόν ένα χρόνο μετά τον τραυματισμό του, ενώ στη συνέχεια παραδέχθηκε ότι προβλήματα υγείας αντιμετώπισε το 2014. Βέβαια, για όλους τους ισχυρισμούς του που αφορούσαν την κατάσταση της υγείας του δεν προσκόμισε οποιοδήποτε πειστήριο. Επέμενε στη θέση του ότι ήταν εισήγηση του Μ.Ε.1 να μην εγχειριστεί, μια θέση που δεν προωθήθηκε από τον ίδιο τον Μ.Ε.1. Αντίθετα, ο Μ.Ε.1 προώθησε τη θέση ότι δεν μπορούσε να εγχειρήσει τον Ενάγοντα με το ζόρι. Δεν έπεισε ο Ενάγοντας, που είχε το βάρος να αποδείξει ότι έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να αποκατασταθεί η κατάσταση της υγείας του, ότι πράγματι είχε κάνει ό,τι απαιτείτο ιατρικά για την αποκατάσταση του χεριού του. Ακόμη και τις φυσικοθεραπείες που του εισηγήθηκε ο Μ.Ε.1, σύμφωνα με δική του παραδοχή, τις ακολούθησε στο 20% με 25%, δηλαδή δεν τις ολοκλήρωσε. Σίγουρα δεν αναμένει να γίνει αποδεκτή η θέση του ότι όποιος έχει προδιάθεση για διαβήτη ή κάποιο πρόβλημα καρδίας δεν μπορεί να υποβληθεί σε λαπαροσκοπική επέμβαση. Όσον αφορά την κατ΄ ισχυρισμό βλάβη στην οσφυϊκή μοίρα δεν προσέφερε ίχνος μαρτυρίας. Οι θέσεις του ήταν εξωπραγματικές και δεν ήταν αντικειμενικές. Η μόνη του έγνοια ήταν να πείσει το Δικαστήριο ότι είναι ανίκανος για εργασία και όχι να πει την αλήθεια στο Δικαστήριο. Άφησε το Δικαστήριο με την εντύπωση ότι σκόπιμα δεν αποδέχθηκε να υποβληθεί σε λαπαροσκοπική επέμβαση ακριβώς για να κριθεί ανίκανος για εργασία έτσι ώστε να λάβει το Ωφέλημα της Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας για εργασία.

 

Όσον αφορά τον Δρ. Σωτηριάδη, Μ.Υ.1, η μαρτυρία του θα αξιολογηθεί με βάση τις αρχές που προαναφέρθηκαν και αφορούν τους εμπειρογνώμονες. Εξήγησε τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για να αξιολογηθεί η ικανότητα για εργασία ενός ασθενούς και ήταν ειλικρινής αναφέροντας ότι δεν ήταν σε θέση να κρίνει την ικανότητα ή ανικανότητά του Ενάγοντα για εργασία λόγω του γεγονότος ότι «δεν βρισκόταν στο βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης». Εξήγησε τι εννοούσε με τη φράση «βέλτιστο σημείο ιατρικής αποκατάστασης» και η θέση του αυτή ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Ο Ενάγοντας δεν είχε ολοκληρώσει την φυσικοθεραπεία του και δεν είχε ακούσει την εισήγηση του θεράποντα ιατρού του για επέμβαση για αποκατάσταση της βλάβης στο χέρι του οπόταν, δεν μπορούσε να αξιολογηθεί κατά πόσο η ιατρική του κατάσταση ήταν τέτοια που να τον καθιστά ανίκανο για εργασία. Το Δικαστήριο δεν έχει λόγο να απορρίψει τη θέση του ότι δεν μπορούσε να κρίνει κατά πόσο ο Ενάγοντας ήταν μόνιμα ανίκανος για εργασία.

 

Η Ελένη Μιχαήλ, Μ.Υ.2, ήταν μάρτυρας γεγονότων αφού είναι λειτουργός στο Τμήμα Απαιτήσεων της Εναγόμενης. Εξήγησε με λεπτομέρεια τη διαδικασία που ακολουθείται κατά την εξέταση απαιτήσεων που άπτονται ασφαλιστικών συμβολαίων και εξήγησε τι είχε συμβεί στην περίπτωση του Ενάγοντα. Επέσυρε την προσοχή του Δικαστηρίου στο περιεχόμενο του Ασφαλιστικού Συμβολαίου του Ενάγοντα και στην ερμηνεία που αποδίδεται στους όρους «ολική ανικανότητα», «μόνιμη ανικανότητα», καθώς και στις εξαιρέσεις. Εξήγησε τον ρόλο του ιατρού εργασίας και πώς αυτός βοηθά την Επιτροπή Απαιτήσεων στο έργο της. Ο λόγος της ήταν σταθερός και χωρίς να αμφιταλαντεύεται έπεισε το Δικαστήριο ότι προσήλθε για να το βοηθήσει να αντιληφθεί τους λόγους που το αίτημα του Ενάγοντα είχε απορριφθεί, παρά τις προσπάθειες για αποδοχή του αφού ουσιαστικά η Εναγόμενη Εταιρεία δεν αρνήθηκε να το επανεξετάσει δίδοντας ευκαιρίες στον Ενάγοντα να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του για μόνιμη και ολική ανικανότητα. Έπεισε για την αλήθεια των λεχθέντων της τα οποία, εν πάση περιπτώσει, υποστηρίζονται και από το περιεχόμενο των εγγράφων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και της μαρτυρίας του Μ.Υ.3.

 

Ο Δρ. Χριστοδούλου, Μ.Υ.3, εξέτασε τον Ενάγοντα το 2014, σχεδόν 4 χρόνια μετά τον τραυματισμό του. Ειδικός στα θέματα ώμου εξήγησε με πολύ λεπτομέρεια κατά την δια ζώσης μαρτυρία του την βλάβη που υπέστη ο Ενάγοντας στον τένοντα του ώμου του. Υποστήριξε έντονα τη θέση ότι αν χειρουργείτο τους πρώτους μήνες του τραυματισμού του θα είχε πάρα πολύ καλά αποτελέσματα και εξήγησε το γιατί. Η συγκεκριμένη θέση ήταν αποδεκτή και από τον Μ.Ε.1. Με αναφορά στις εξετάσεις MRI υπέδειξε πως είχε χειροτερεύσει η κατάσταση του Ενάγοντα λόγω του γεγονότος ότι δεν είχε εγχειριστεί έτσι ώστε να διορθωθεί η βλάβη από τον τραυματισμό. Εξέφρασε με σιγουριά τη θέση ότι έπρεπε να χειρουργηθεί το 2010 για να αποφευχθεί η αλυσίδα προβλημάτων που αποτυπώθηκε στα MRI του 2012 και του 2017. Μέχρι και εναλλακτικές εργασίες εισηγήθηκε για την περίπτωση του Ενάγοντα. Έπεισε με την σταθερότητα του λόγου του, την εμπειρογνωμοσύνη του και την αμεροληψία του.

 

Ενόψει της αξιολόγησης, το Δικαστήριο καταλήγει στα ακόλουθα συμπεράσματα: Ο Ενάγοντας είχε Ασφαλιστικό Συμβόλαιο τύπου «Life Plan», το Τεκμήριο 2, σε ισχύ με την Εναγόμενη Εταιρεία κατά τον χρόνο που είχε υποστεί ατύχημα, ήτοι στις 05/05/2010. Η συγκεκριμένη Ασφαλιστική Σύμβαση, ως είχε τροποποιηθεί, συμπεριλάμβανε Ωφέλημα για Μόνιμη Ολική Ανικανότητα και για Απαλλαγή Πληρωμής Ασφαλίστρου. Από το ατύχημα είχε διαπιστωθεί βλάβη του πετάλου του δεξιού ώμου και ο θεράπων ιατρός του Ενάγοντα του είχε εισηγηθεί φυσιοθεραπείες και την διενέργεια MRI. Όσον αφορά τις φυσιοθεραπείες ο Ενάγοντας δεν τις ολοκλήρωσε αφού διενήργησε μόνο το 20% των φυσικοθεραπειών. Μετά τη διενέργεια του MRI του 2010, Τεκμήριο 4, ο θεράπων ιατρός εισηγήθηκε, στον Ενάγοντα, την διενέργεια λαμπαροσκοπικής επέμβασης για αποκατάσταση της βλάβης, εισήγηση που δεν έγινε αποδεκτή από τον Ενάγοντα. Ακολούθησε διαδικασία υποβολής απαίτησης για Απαλλαγή του Ασφαλίστρου, η οποία εγκρίθηκε από την Εναγόμενη και απαλλάχθηκε από την καταβολή του ασφαλίστρου μέχρι τις 28/07/2012. Το αίτημα για καταβολή του Ωφελήματος της Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας απορρίφθηκε από την Ενάγουσα γιατί ο Ενάγοντας δεν είχε τεκμηριώσει με ιατρικά πιστοποιητικά ότι ήταν ανίκανος για εργασία αφού αρνείτο να υποβληθεί σε επέμβαση για επιδιόρθωση της βλάβης επικαλούμενος πρόβλημα καρδίας και προδιάθεση για διαβήτη, χωρίς ποτέ να προσκομίσει οποιοδήποτε πιστοποιητικό σε σχέση με την κατάσταση της υγείας του είτε στον θεράπων ιατρό του είτε στους ιατρούς στους οποίους είχε παραπεμφθεί εκ μέρους της Εναγόμενης για εξέταση. Άφησε τον χρόνο να κυλήσει χωρίς να λαμβάνει οποιαδήποτε διαβήματα για επιδιόρθωση της βλάβης στο χέρι του και στο τέλος κατέληξε να εφαρμοστεί η εξαίρεση της Σύμβασης Ασφάλισης που αφορούσε την «σκόπιμη παραμέληση της υγείας από άρνηση του ασφαλισμένου να ακολουθήσει ιατρική συμβουλή ή θεραπεία».

 

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί στην υπό κρίση υπόθεση είναι κατά πόσο ο Ενάγοντας έχει αποδείξει ότι εμπίπτει εντός του ορισμού του Ωφελήματος της Μόνιμης και Ολικής Ανικανότητας όπως αυτό ερμηνεύεται στην ίδια την σύμβαση. Στην Σύμβαση Ασφάλισης, Τεκμήριο 2, ο συγκεκριμένος όρος ερμηνεύεται ως ακολούθως:

 

« «Ολική Ανικανότητα» σημαίνει ανικανότητα η οποία οφείλεται σε σωματική βλάβη ή ασθένεια επήλθε ή εκδηλώθηκε ενώ το Ασφαλιστήριο ήταν σε ισχύ και η οποία εμποδίζει πλήρως τον Ασφαλισμένο από το να ασχολείται με το επάγγελμα του ή με οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα ή ασχολία που είναι ανάλογο προς τη μόρφωση, την εκπαίδευση ή την εμπειρία του.

   «Μόνιμη Ανικανότητα» σημαίνει ολική ανικανότητα η οποία συνεχίζει χωρίς διακοπή για 6 τουλάχιστον μήνες και η οποία κατά τη γνώμη του ιατρού της Εταιρείας είναι μόνιμης φύσεως.».

 

Για να καταβληθεί το συγκεκριμένο ωφέλημα θα πρέπει η Ασφαλιστική Εταιρεία να λάβει «ικανοποιητικές αποδείξεις ότι ο Ασφαλισμένος είναι Μόνιμα και Ολικά Ανίκανος».

 

Έχει νομολογηθεί ότι οι ασφαλιστικές συμβάσεις ερμηνεύονται με τον ίδιο τρόπο που ερμηνεύονται οι υπόλοιπες συμβάσεις. Συγκεκριμένα, διαβάζονται τα ακόλουθα επί του θέματος στην απόφαση Λαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Βλάχου κ.α. Πολ. Εφ. 194/13 ημερ. 25/10/2019:

 

« Ο τρόπος που πρέπει να ερμηνεύονται οι όροι των ασφαλιστηρίων συμβολαίων υπήρξε αντικείμενο εξέτασης στην πρόσφατη υπόθεση χχχ χχχ Λιπερή, υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Ελευθερίου Γεώργιου Πουντζιουρή τέως εξ Αραδίππου v.  Ecclesiastical Insurance Office PLC κ.άΠολ. Έφ 42/2013, ημερ. 19/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:A329.

Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:

   «Είναι νομολογημένο ότι τα ασφαλιστικά συμβόλαια ερμηνεύονται όπως κάθε άλλο έγγραφο σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας σε σχέση βέβαια με συμβάσεις εμπορικού ή καταναλωτικού τύπου.  Ο σκοπός είναι να αποδοθεί στο κείμενο και στις λέξεις που χρησιμοποιούνται η πρόθεση των μερών ώστε να ανευρεθεί εκείνη η σημασία που το κείμενο θα μετέδιδε στο συνετό και λογικό άνθρωπο που κατέχει όλες τις πληροφορίες που θα ήταν λογικά διαθέσιμες στα μέρη στην κατάσταση που αυτά ήταν όταν συνομολογούσαν τη σύμβαση (Investors Compensation Scheme Ltd# v. West Bromwich Building Soc. (1998) 1 W.L.R. 896).».

 

Στην Αλεξάνδρου ν. Κόσμος Ασφαλιστική Εταιρεία Δημόσια Λτδ Πολ. Εφ. 34/13 ημερ. 04/02/2019 επι του ιδίου θέματος αξίζει να υπομνησθούν τα ακόλουθα:

 

« Είναι νομολογιακά γνωστό ότι η ερμηνεία των πιο πάνω όρων επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου και είναι μια άσκηση με αμιγώς νομικό χαρακτήρα.  Στην υπόθεση Liberty Life Insurance Ltd v. Άντρης Μιχαήλ κ.αΠολ. Έφεση 88/10 ημ. 8/3/15 αναφέρθησαν τα εξής ως προς την ερμηνεία συμφωνίας:

«Υπάρχει δε, συναφώς, πάντοτε κατά νου ότι μια γραπτή συμφωνία περιέχει τα συμφωνηθέντα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά το χρόνο σύναψής της αντανακλούν την κοινή πρόθεσή τους αναφορικά με το αντικείμενό της. ΄Οταν, στη συνέχεια, κατά την εκτέλεση της συμφωνίας, προκύψει διαφορά ως προς τη σημασία κάποιων όρων της, κριτής αυτής είναι ο ουδέτερος αναγνώστης του κειμένου της.  Εφόσον δε η διαφορά αχθεί ενώπιον δικαστηρίου, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει ο αρμόδιος για την εκδίκαση της υπόθεσης δικαστής, εφαρμόζοντας καθιερωμένους κανόνες ερμηνείας εγγράφων συμφωνιών.  Ο συνήθης κανόνας, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει και σε συμπέρασμα ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει, στους επίδικους όρους μιας συμφωνίας, οποιαδήποτε ασάφεια ή δυσκολία στην αντίληψη της σημασίας τους, συνίσταται στην απόδοση σ' αυτούς της συνήθους λεξικολογικής σημασίας, δηλαδή της σημασίας την οποία αυτοί φέρουν όταν χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη, (βλ. Χ.Π.Θ. Αλεξάνδρου Λτδ ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λ/σίας (1999) 1 Α.Α.Δ. 630Pell Frischmann Cons. Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 33∙ Χαραλάμπους ν. Αχιλλέως κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1058 και Maison Jenny Ltd v. Krashias Footwear Industry Ltd (2002) 1 A.A.Δ. 1156).»

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση Progressive Insurance Co Ltd v. 1. S. Kaniklides (Cyprus) Ltd κ.α Πολ. Εφ. 411/19 ημερομ. 10/02/2025 συνοψίστηκε η νομολογία που διέπει την ερμηνεία των ασφαλιστικών συμβάσεων. Διαβάζονται τα ακόλουθα:

 

« Οι αρχές ερμηνείας συμβάσεων και γενικότερα εγγράφων καθορίστηκαν μέσα από πλούσια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, στην υπόθεση Αλεξάνδρου v. Κωμοδρόμου κα (1997) 1 Α.Α.Δ. 576, αποφασίστηκε ότι η ερμηνεία ενός εγγράφου είναι ζήτημα νομικό και έργο του Δικαστηρίου και ως εκ τούτου δεν ανήκει στους διαδίκους ή τους μάρτυρες τους, ο προσδιορισμός της έννοιας ή της φύσης του. Πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζει η με αντικειμενικό τρόπο διαπιστωθείσα πρόθεση των συμβαλλομένων, προς αναζήτηση της οποίας συνυπολογίζεται ολόκληρο το περιεχόμενο της σύμβασης.

Στο σύγγραμμα του Π. Πολυβίου "Το Δίκαιο των Συμβάσεων" τόμος Β, σελ. 455, με αναφορά στην απόφαση του Δικαστή Sedley στην υπόθεση Wasa International Insurance Co Ltd v. Lexdington Insurance Co [2008] Bus. L.R. 1029, παρατίθενται τα πιο κάτω:

« Καταρχάς, είναι φανερό ότι, σε τελική ανάλυση, η ερμηνεία των συμβάσεων, που αποτελεί αναγκαίο στάδιο στην εφαρμογή τους, είναι αποκλειστικό έργο του Δικαστηρίου. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των συμβαλλομένων, πρέπει να υπάρχει κάποιο όργανο που να αποφασίζει τελεσίδικα για την ερμηνεία της σύμβασης μεταξύ των μερών και να επιλύει τα προβλήματα που έχουν προκύψει. Η ανάθεση του έργου αυτού στην δικαστική εξουσία, αποτελεί μέρος του ιδίου του κράτους δικαίου, καθότι είναι μόνο κάποιο θεσμικά κατοχυρωμένο, ανεξάρτητο και αμερόληπτο όργανο της πολιτείας που έχει το δικαίωμα να επιλύει νομικές διαφορές μεταξύ πολιτών. Αυτό το όργανο δεν μπορεί να είναι άλλο από το Δικαστήριο. Επομένως όπως έχει λεχθεί, η ερμηνεία κάποιας σύμβασης, είναι η ερμηνεία που έχει επιλεγεί από το ίδιο το Δικαστήριο, στο οποίο τα μέρη έχουν προσφύγει.»

Στην συνέχεια γίνεται εκτενής αναφορά στο ίδιο σύγγραμμα, στις μεθόδους ερμηνείας μιας σύμβασης από το Δικαστήριο και στις διάφορες προσεγγίσεις που προκύπτουν από την νομολογία. Η συνήθης ερμηνευτική προσέγγιση του κοινοδικαίου, όπως γίνεται αποδεκτή και από την Κυπριακή νομολογία, είναι με επικέντρωση στο κείμενο της συμφωνίας αλλά και στις φράσεις και λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό. Σχετική είναι μεταξύ άλλων η υπόθεση Ανόρθωσις ν. Απόλλων (2002) 1 Α.Α.Δ 518 όπου λέχθηκε ότι βασικό κριτήριο, είναι η συνήθης σημασία των λέξεων και όρων της σύμβασης και ότι αυτή πρέπει να ερμηνεύεται συνολικά και όχι μεμονωμένα ή αποσπασματικά ούτως ώστε να αντικατοπτρίζει αντικειμενικά την πρόθεση των συμβαλλομένων μερών. Η προσέγγιση αυτή είναι γνωστή και ως «γραμματική ερμηνεία» της σύμβασης (literal construction).

Όσον αφορά την γραμματική ερμηνεία, έχει λεχθεί στην Κυπριακή υπόθεση Λίλλης ν. Ξενή (2009) 1 Α.Α.Δ. 217 ότι ο κάθε όρος μιας σύμβασης δεν θα πρέπει να διαβάζεται απομονωμένα από το όλο πνεύμα της συμφωνίας και της πρόθεσης των συμβαλλομένων. Η ερμηνεία που δίδεται σε μια σύμβαση πρέπει να είναι λογική και να οδηγεί στην πραγμάτωση του σκοπού και της πρόθεσης των συμβαλλομένων, όπως αυτή συνάγεται από το κείμενο εξεταζόμενο ως ένα σύνολο, χωρίς να απομονώνεται οποιαδήποτε φράση.

Αναφορά γίνεται στο πιο πάνω σύγγραμμα του Π. Πολυβίου "Το Δίκαιο των Συμβάσεων" τόμος Β στην σελίδα 456, και σε μια πιο σύγχρονη ερμηνευτική προσέγγιση που υιοθέτησαν τα Αγγλικά Δικαστήρια, στην οποία διαπιστώνεται προσπάθεια απαγκίστρωσης από το λεκτικό των μερών και επικέντρωσης σε ευρύτατη ερμηνεία, με βάση τις εμπορικές πραγματικότητες της περίπτωσης και στο πλαίσιο εξέτασης όλων των γεγονότων και δεδομένων της συναλλαγής. Σχετική επί του προκειμένου, είναι η απόφαση του Δικαστή Hoffman στην υπόθεση Mannai Investment Co Ltd v. Eagle Star Assurance Society Ltd [1997] AC 749.

Στην απόφαση Αλεξάνδρου ν. Κόσμος Ασφαλιστική Εταιρεία Δημόσια Λτδ (ανωτέρω) στην οποία γίνεται αναφορά και στην πρωτόδικη απόφαση, επαναλαμβάνεται η πάγια νομολογιακή αρχή ότι η ερμηνεία των συμβατικών όρων, επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου και ότι είναι μια άσκηση με αμιγώς νομικό χαρακτήρα. Γίνεται επίσης παραπομπή στην υπόθεση Liberty Life Insurance Ltd v. Άντρης Μιχαήλ κ.α. (2015) 1 Α.Α.Δ 471, όπου αναφέρθηκαν τα εξής ως προς την ερμηνεία σύμβασης:

«Υπάρχει δε, συναφώς, πάντοτε κατά νου ότι μια γραπτή συμφωνία περιέχει τα συμφωνηθέντα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά το χρόνο σύναψής της· αντανακλούν την κοινή πρόθεσή τους αναφορικά με το αντικείμενό της. Όταν, στη συνέχεια, κατά την εκτέλεση της συμφωνίας, προκύψει διαφορά ως προς τη σημασία κάποιων όρων της, κριτής αυτής είναι ο ουδέτερος αναγνώστης του κειμένου της.  Εφόσον δε η διαφορά αχθεί ενώπιον δικαστηρίου, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει ο αρμόδιος για την εκδίκαση της υπόθεσης δικαστής, εφαρμόζοντας καθιερωμένους κανόνες ερμηνείας εγγράφων συμφωνιών. Ο συνήθης κανόνας, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει και σε συμπέρασμα ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει, στους επίδικους όρους μιας συμφωνίας, οποιαδήποτε ασάφεια ή δυσκολία στην αντίληψη της σημασίας τους, συνίσταται στην απόδοση σ' αυτούς της συνήθους λεξικολογικής σημασίας, δηλαδή της σημασίας την οποία αυτοί φέρουν όταν χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη, (βλ. Χ.Π.Θ. Αλεξάνδρου Λτδ ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λ/σίας (1999) 1 Α.Α.Δ. 630∙ Pell Frischmann Cons. Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 33∙ Χαραλάμπους ν. Αχιλλέως κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1058 και Maison Jenny Ltd v. Krashias Footwear Industry Ltd (2002) 1 A.A.Δ. 1156).»

Ειδικότερα για την ερμηνεία των ασφαλιστικών συμβάσεων, σχετική είναι η υπόθεση Αλεξάνδρου ν. Eurolife Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 242. Στην εν λόγω υπόθεση τονίστηκε ότι καθήκον των ασφαλιστών είναι να εξαιρούν την ευθύνη τους για ασφαλιστική κάλυψη, με καθαρές και σαφείς πρόνοιες. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα στη σελ. 246:

«Έχοντας τα πιο πάνω  υπόψη αλλά και το ότι το επίδικο ασφαλιστήριο συμβόλαιο αφορά ασφάλιση προσωπικών ατυχημάτων, το λιγότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι, παρά τη φαινομενική της γενικότητα, η πρόνοια για την εξαίρεση είναι ασαφής.  Στο σύγγραμμα Ivamy, General Principles of Insurance Law, 2η έκδοση στη σελ. 225, αναφέρεται ότι επειδή οι εξαιρέσεις εισάγονται στο συμβόλαιο κυρίως για να απαλλάξουν τους ασφαλιστές από ευθύνη για απώλεια, που κατά τα άλλα θα καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο, αυτές ερμηνεύονται εναντίον των ασφαλιστών με τη μεγαλύτερη αυστηρότητα. Είναι, όπως αναφέρεται, καθήκον των ασφαλιστών να εξαιρούν την ευθύνη τους με καθαρές και σαφείς πρόνοιες. Αν εδώ πρόθεση ήταν να εξαιρούνται τέτοιες περιπτώσεις, έστω κι αν προέρχονταν από ατύχημα και τραυματισμό, τούτο θα αναμενόταν να προνοείται σαφώς και ρητώς.».

 

Σχετικό με το θέμα της ερμηνείας ασφαλιστικών συμβολαίων είναι και το ακόλουθα απόσπασμα από σύγγραμμα MacGillivary on Insurance Law, 12th ed., όπου στην σελίδα 301 διαβάζονται τα ακόλουθα:

 

« Insurance policies are to be construed according to the principles of construction generally applicable to commercial and consumer contracts. The task of the tribunal endeavouring to interpret a contract of insurance is to ascertain and give effect to the intention of the parties in relation to the facts in dispute. Their intention is, however, to be gathered from the wording chosen to express their agreement in the policy itself and from the wording of any other documents incorporated in it, so that:

“the methology is not to probe the real intentions of the parties, but to ascertain the contextual meaning of the relevant contractual language. Intention is determined by reference to expressed rather than actual intention. The question resolves itself in a search for the true meaning of language in its contractual setting.”

More recently the process of interpretation has been described by Lord Hoffmann as,

“the ascertainment of the meaning which a document would convey to a reasonable person having all the background knowledge which would reasonably have been available to the parties in the situation in which they were at the time of the contract”».

 

Και στην παράγραφο 11-007, στην σελίδα 304, του ίδιου συγγράμματος διαβάζονται τα ακόλουθα:

 

« Businesslike interpretation. It is an accepted canon of construction that a commercial contract, such as an insurance policy, should be construed in accordance with sound commercial principles and good business sense, so that its provisions receive a fair and sensible application. »

 

Εφαρμόζοντας τις πιο πάνω αρχές ερμηνείας, διαπιστώνεται ξεκάθαρα ότι στο επίδικο Ασφαλιστικό Συμβόλαιο, η πρόθεση των μερών ήταν ότι θα έπρεπε να παρασχεθούν στην Εναγόμενη Εταιρεία «ικανοποιητικές αποδείξεις» ότι ο Ενάγοντας είναι Μόνιμα και Ολικά Ανίκανος. Οι αποδείξεις που παρασχέθηκαν ήταν συγκεχυμένες αφού στην υποβολή της πρώτης απαίτησης του Ωφελήματος από τον Δρ. Χριστοφόρου, Τεκμήριο 6, ο λόγος που προτάθηκε για το γεγονός ότι δεν μπορούσε να δουλέψει ο Ενάγοντας ήταν γιατί έχριζε χειρουργικής επέμβασης. Αρκεί να σημειωθεί ότι καταγράφηκε ότι ο Ενάγοντας ήταν «πρόσκαιρα ανίκανος μέχρι να χειρουργηθεί». Αυτό έγινε στις 14/07/2010. Ένα χρόνο μετά, Τεκμήριο 9, ο Δρ. Χριστοφόρου δηλώνει ότι ο Ενάγοντας είναι ανίκανος για εργασία γιατί δεν μπορεί να υψώσει το δεξί του χέρι. Λίγους μήνες μετά, Τεκμήριο 14, ο Δρ. Χριστοφόρου δηλώνει ότι το αποτέλεσμα της προσπάθειας αποκατάστασης με χειρουργική επέμβαση είναι αβέβαιο με αυξημένο ρίσκο χωρίς οποιαδήποτε ιατρική αιτιολόγηση, θέση την οποία ανέτρεψε ενώπιον του Δικαστηρίου. Όσον αφορά το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 20, στο οποίο αναφέρεται σε κίνδυνο της ζωής του Ενάγοντα αν εγχειριστεί και πάλι ενώπιον του Δικαστηρίου δήλωσε ότι δεν γνώριζε τα άλλα προβλήματα στα οποία είχε κάνει αναφορά ο ίδιος ο Ενάγοντας αφού δεν του είχε προσκομίσει οποιαδήποτε πιστοποιητικά. Δηλαδή κατέγραφε θέσεις στα έντυπα απαίτησης που υποβάλλονταν στην Εναγόμενη τα οποία περιείχαν πληροφορίες ατεκμηρίωτες ιατρικά. Ακόμη και όταν του ζητούντο από την Εναγόμενη διευκρινήσεις για τις θέσεις του αδυνατούσε να τις παραχωρήσει γιατί δεν κατείχε οποιοδήποτε ιατρικό πιστοποιητικό που να τις υποστηρίζει.

 

Έχοντας όλα τα δεδομένα κατά νου, καθώς και το περιεχόμενο των αποδεκτών Τεκμηρίων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο ο Ενάγοντας εμπίπτει εντός των «Εξαιρέσεων» που προβλέπονται στην Σύμβαση Ασφάλισης. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι:

 

« Δεν θα πληρωθεί κανένα ωφέλημα σε σχέση με Μόνιμη και Ολική Ανικανότητα που προήλθε άμεσα ή έμμεσα από:

………………………………………………………………………………………………………

(vii) Σκόπιμη παραμέληση της υγείας από άρνηση του Ασφαλισμένου να ζητήσει ή να ακολουθήσει ιατρική συμβουλή ή θεραπεία.».

 

Το επόμενο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο ο Ενάγοντας αρνήθηκε να ακολουθήσει ιατρική θεραπεία έτσι ώστε να εμπίπτει στην συγκεκριμένη εξαίρεση. Δεν τέθηκε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου που να συνηγορεί ότι ο Ενάγοντας πράγματι υπέφερε από την καρδία του ή ότι είχε σακχαρώδη διαβήτη. Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι δεν ολοκλήρωσε όλη την σειρά της φυσιοθεραπείας που του είχε εισηγηθεί ο θεράπων ιατρός του ενώ αρνήθηκε να υποβληθεί σε εγχείρηση για διόρθωση του τένοντα του στροφικού πετάλου ο οποίος είχε πάθει ρήξη, παρά τις εισηγήσεις του θεράποντα ιατρού του Μ.Ε.1. Δέον να σημειωθεί ότι ούτε προ εγχειρητικός έλεγχος διενεργήθηκε λόγω της άρνησης του Ενάγοντα να εγχειριστεί. Συνακόλουθα, ενώ υπήρχε εισήγηση στις 14/07/2010 από τον Δρ. Χριστοφόρου για επέμβαση έτσι ώστε να γίνει αποκατάσταση, Τεκμήριο 6, ο Ενάγοντας επέλεξε να μην την ακολουθήσει με αποτέλεσμα ένα περίπου χρόνο μετά, στις 07/07/2011, Τεκμήριο 9, ο θεράπων ιατρός του να θεωρεί την αναπηρία του μόνιμη, πλην όμως να υποστηρίζει δια ζώσης ενώπιον του Δικαστηρίου ότι ακόμη και σήμερα υπάρχει πιθανότητα καλυτέρευσης με την χειρουργική επέμβαση.

 

Η χωρίς πραγματικό ιατρικό υπόβαθρο συνεχιζόμενη άρνηση του Ενάγοντα να χειρουργηθεί δεν μπορεί παρά να εντάξει την περίπτωσή του στις εξαιρέσεις. Η μόνη λογική κατάληξη είναι ότι η άρνησή του να εγχειριστεί του αποστέρησε την πιθανότητα είτε να αποκατασταθεί η βλάβη του χεριού του είτε να μπορεί να κριθεί Μόνιμα και Ολικά Ανίκανος, στην περίπτωση που αποτύγχανε η εγχείρηση, έτσι που να δικαιούται στην καταβολή του συγκεκριμένου ωφελήματος.

 

Όσον αφορά την διαζευκτική αξίωση για το ποσό των €31.581,36 που σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Ενάγοντα συνιστά το συνολικό ποσό του Ωφελήματος Απαλλαγής Ασφαλίστρου ή για το ποσό των €22.260 που αφορά το ποσό εξαγοράς της Σύμβασης Ασφάλισης δεν προσκομίστηκε μαρτυρία που να αποδεικνύει είτε το ένα είτε το άλλο ποσό. Εν πάση περιπτώσει, ο Ενάγοντας επέλεξε, ως αντιλήφθηκε το Δικαστήριο, να προωθήσει την αξίωση του που αφορά την μη παραχώρηση από την Εναγόμενη του Ωφελήματος της Μόνιμης Ολικής Ανικανότητας.

 

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης, η Αγωγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Τα έξοδα, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα είναι υπέρ της Εναγόμενης Εταιρείας και εναντίον του Ενάγοντα.

 

(Υπ.) ……………………………………

      Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο