
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Ν. Πετρίδου, Ε.Δ.
Αγωγή αρ.: 144/2022
Μεταξύ:
1. ΜΑΡΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ
2. ΧΡΙΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥ
3. ΙΩΑΝΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥ
4. ΑΝΤΩΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥ
Εναγόντων
-και-
ΑΝΔΡΕΑ ΚΡΗΤΙΚΟ
Εναγόμενου
Ημερομηνία: 12 Μαΐου 2025
Εμφανίσεις:
Για τον Αιτητή - Εναγόμενο: κα Λ. Δήμου
Για τους Καθ’ ων η Αίτηση – Ενάγοντες 1-4: κα Τ. Άνιφτου
Ενδιάμεση Απόφαση
(στην αίτηση ημερ. 27.6.2023 για παραμερισμό απόφασης ημερ. 7.7.2022 και του ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος ημερ. 31.3.2022, που εκδόθηκαν ερήμην)
Εισαγωγή
Με την υπό κρίση Αίτηση ο Εναγόμενος – Αιτητής (στο εξής «ο Αιτητής») επιζητεί τον παραμερισμό της τελικής απόφασης στην πιο πάνω Αγωγή, που εκδόθηκε εναντίον του, ερήμην, στις 7.7.2022 (στο εξής «η Απόφαση»), ως επίσης και τον παραμερισμό και/ή την ακύρωση του ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος ημερ. 31.3.2022[1] (στο εξής «το Διάταγμα»), το οποίο, επίσης, εκδόθηκε, ερήμην.
Βασική δικαιοδοτική βάση της υπό κρίση Αίτησης είναι η Δ.17 θ. 10 και Δ.48 θ. 1-9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως επίσης και οι γενικές εξουσίες του Δικαστηρίου.
Ως προς το πραγματικό υπόβαθρο που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση, τούτο εμφαίνεται στην συνημμένη, σε αυτήν, ένορκη δήλωση του Αιτητή.
Προς αναχαίτιση της υπό κρίση Αίτησης, οι Ενάγοντες – Καθ’ ων η Αίτηση (στο εξής «οι Καθ’ ων η Αίτηση») καταχώρησαν Ένσταση, στην οποία προβάλλουν συνολικά 11 λόγους ένστασης, οι οποίοι, ως τούτοι έχουν αποκρυσταλλωθεί και μέσα από την αγόρευση της συνηγόρου τους (βλ. Στέλιος Σάββα και Υιοί Λιμιτεδ v. Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αγωγή αρ. 1/2019, απόφαση ημερ. 28.5.2020), έχουν ως εξής: (1) Δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, (2) Η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος της παρούσας αγωγής, ως επίσης και της αίτησης ημερ. 31.1.2022[2] έγινε πλήρως νομότυπα, στη βάση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημερ. 18.3.2022, και, επομένως, δεν τίθεται ζήτημα παραμερισμού της Απόφασης ex debito justitiae, (3) Ο Αιτητής δεν έχει καταδείξει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση στην παρούσα αγωγή που να δικαιολογεί το επανάνοιγμα της, (4) Ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι υπάρχει σοβαρός λόγος και/ή οποιοσδήποτε λόγος για τη μη έγκαιρη καταχώρηση σημειώματος εμφάνισης εκ μέρους του, πριν την έκδοση της Απόφασης, (5) Ο Αιτητής επέδειξε ασύγγνωστη αδιαφορία και/ή ασυγχώρητα περιφρονητική συμπεριφορά, σε βαθμό καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας, και (6) Υπάρχει αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρηση της παρούσας Αίτησης, εκ μέρους του Αιτητή.
Η Ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της Ενάγουσας - Καθ’ ης η Αίτηση 1 (στο εξής «η ομνύουσα»), στην οποία αυτή, επί της ουσίας, υιοθετεί τους λόγους ένστασης, πλην όμως με περισσότερη λεπτομέρεια και επιχειρηματολογία, ως επίσης, και από ένορκη δήλωση του ιδιώτη επιδότη, κ. Β. Χριστοφόρου (στο εξής «ο επιδότης»), στην οποία, αυτός, επί της ουσίας, αναφέρει ότι κατόπιν οδηγιών της συνηγόρου των Καθ’ ων η Αίτηση, επέδωσε, στις 26.3.2022, «στη θύρα του υποστατικού που βρίσκεται το ακίνητο στην Πλατεία Μέλιου Χαραλάμπους, Κτηνοτροφική Περιοχή Νήσου στην Λευκωσία», το οποίο του υποδείχθηκε από την ομνύουσα, επίσημο αντίγραφο του κλητηρίου εντάλματος της πιο πάνω αγωγής, ως επίσης και της ενδιάμεσης αίτησης ημερ. 31.1.2022 (στο εξής «η Αίτηση»), ενώ στις 29.5.2022, κατά τον ίδιο τρόπο, επέδωσε την Απόφαση.
Σημειώνω, στο παρόν στάδιο, ότι δεν κρίνω σκόπιμο να καταγράψω τα όσα, λεπτομερώς, προβάλλονται είτε από τον Αιτητή, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την παρούσα Αίτηση του, είτε αυτά που προβάλλονται από την ομνύουσα, στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση, καθότι αναφορά σε αυτά θα γίνει κατωτέρω, κατά το στάδιο της εξέτασης της παρούσας Αίτησης.
Ακροαματική διαδικασία
Ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκε και αμφότερες οι πλευρές ετοίμασαν και παρέδωσαν γραπτές αγορεύσεις στο Δικαστήριο. Έχω μελετήσει με προσοχή αυτές και αναφορά στα επιχειρήματα των συνηγόρων των διαδίκων θα γίνει, όπου αυτό κριθεί απαραίτητο, κατωτέρω.
Νομική Πτυχή
Η Δ.17 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στην οποία στηρίζεται η παρούσα Αίτηση, προνοεί τα ακόλουθα:
«Where judgment is entered pursuant to any of the preceding Rules of this Order, it shall be lawful for the Court in a proper case to set aside or vary such judgment upon such terms as may be just».
Η νομολογία μας αναγνωρίζει δύο περιπτώσεις όπου είναι ορθό και δίκαιο να παραμεριστεί εκδοθείσα απόφαση που εκδόθηκε ερήμην.
Η πρώτη περίπτωση είναι όταν η εκδοθείσα απόφαση εκδόθηκε παράνομα, δηλαδή κατά παράβαση ουσιώδους τύπου ή διαδικασίας, οπόταν και τούτη παραμερίζεται ex debito justitiae, ήτοι δικαιωματικά, χωρίς να παρέχεται ζήτημα άσκησης διακριτικής ευχέρειας στο Δικαστήριο για τον παραμερισμό της (βλ. μεταξύ άλλων, Γιωργαλλίδης ν. Χρίστου (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 247, Ηλία Μανώλη ν. Ελληνικής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, Πολ. Έφεση 413/2011, ημερ. 3.2.2017, ECLI:CY:AD:2017:A37, Πολιτική Έφεση Ε129/2016, απόφαση ημερ. 16.5.2024, Μιχαήλ Διονυσίου v. 1. Dafnis Insurance Agencies & Consultants Limited κ.α.).
Η δεύτερη περίπτωση αφορά τις περιπτώσεις όπου η απόφαση είναι μεν νομότυπη, αλλά ο Αιτητής παρουσιάζει, μέσω της ένορκης του δήλωσης, εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, ενώ, επίσης, εξηγεί το λόγο που άφησε την υπόθεση να προχωρήσει στην απουσία του.
Η εξουσία που παρέχεται από την Δ.17 θ. 10 στο Δικαστήριο για παραμερισμό εκδοθείσας απόφασης, είναι διακριτική. Στα πλαίσια άσκησης αυτής της διακριτικής εξουσίας, το Δικαστήριο θα πρέπει ουσιαστικά να ισοζυγίσει δύο θεμελιώδεις παράγοντες για την απονομή της δικαιοσύνης, αφενός την ανάγκη αποτελεσματικής διασφάλισης του δικαιώματος ενός διαδίκου να ακουστεί και, αφετέρου, την ανάγκη για ταχεία διεκπεραίωση των διαδικαστικών διαδικασιών, η οποία είναι συνυφασμένη με, τον εξίσου σημαντικό παράγοντα για την απονομή της δικαιοσύνης, την ανάγκη διασφάλισης της τελεσιδικίας (βλ. Φυλακτού v. Μιχαήλ (1982) 1 CLR 204).
Στο σημείο αυτό, σημειώνω ότι το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους του Αιτητή, ο οποίος πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που έχουν νομολογιακά καθιερωθεί, ώστε η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου να ασκηθεί υπέρ της ικανοποίησης του αιτήματος του.
Οι αρχές που διέπουν το ζήτημα παραμερισμού απόφασης που εκδόθηκε ερήμην, έχουν καθορισθεί στην υπόθεση Evans v. Bartlam (1937) 2 All E.R. 646, οι οποίες έχουν υιοθετηθεί και εφαρμόζονται στην Κυπριακή νομολογία. Απαύγασμα της σχετικής νομολογίας είναι ότι, πρωταρχικής σημασίας, για να πετύχει ο Αιτητής τον παραμερισμό απόφασης, είναι κατά πόσο έχει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση στην απαίτηση που προβάλλεται εναντίον του, ώστε να του δοθεί το δικαίωμα να την προβάλει. Εντούτοις, το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του Αιτητή είναι τέτοια που πλήττει το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης. Η, χωρίς ουσιαστικό λόγο, παράλειψη του Εναγόμενου να εμφανιστεί στη διαδικασία και η αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να αποταθεί για τον παραμερισμό εκδοθείσας απόφασης, μπορεί, βάσιμα, να αποτελέσουν λόγο για την απόρριψη του αιτήματος του (βλ. μεταξύ άλλων Φυλακτού v. Μιχαήλ (1982) 1 C.L.R. 204, Ioannis Kotsapas & Sons Ltd v. Titan Constructions and Engineering Company (1961) 1 C.L.R. 317, Mine & Quarry Services Ltd v. Γεωργίου (1993) 1 ΑΑΔ 36, Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1 ΑΑΔ 941, Ζήνωνα Μερκή v. Yiannoukas Holiday Inns Limited και Άλλου (1994) 1 ΑΑΔ 736).
Όσον αφορά το θέμα της εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης, έχει νομολογιακά αποφασιστεί ότι το Δικαστήριο εξετάζει τα ενώπιον του στοιχεία προκειμένου να διαγνώσει μόνο κατά πόσο υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση ή συζητήσιμο θέμα, χωρίς να προχωρά σε αξιολόγηση οποιασδήποτε μαρτυρίας προσάγεται για σκοπούς κατάρριψης του ισχυρισμού αυτού και χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία της υπεράσπισης (βλ. Ζήνωνα Μερκή (ανωτέρω) Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 ΑΑΔ 954, Φραντζής v. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις Λτδ (1996) 1 ΑΑΔ 1094). Στην υπόθεση Φυλακτού (ανωτέρω) επεξηγήθηκε ότι θα ήταν αντινομικό εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποφασίσει επί της ορθότητας οποιωνδήποτε γεγονότων τίθενται ενώπιον του, στο στάδιο εξέτασης της αίτησης παραμερισμού, καθότι το έργο του εξαντλείται στο να διακρίνει κατά πόσο αποκαλύπτεται επαρκής υπεράσπιση που είναι και το βασικό κριτήριο που δικαιολογεί το επανάνοιγμα υπόθεσης. Ο Αιτητής έχει το βάρος να αποκαλύψει στοιχεία που αποκαλύπτουν εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, αλλά αυτό το βάρος δεν εξυπακούει και την απόδειξη αμφισβητούμενων γεγονότων ή την θεμελίωση της υπεράσπισης, ως εάν διεξαγόταν η δίκη επί της ουσίας της υπόθεσης.
Γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί δεν υποδηλούν την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης. Θα πρέπει, δηλαδή να προσκομιστούν κάποια αποδεικτικά στοιχεία, μέσω της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση, τα οποία να εμπεριέχουν κάποιο βαθμό πειστικότητας που θα καθορίζεται και αποδεικνύεται μέσα από τους ίδιους τους ισχυρισμούς, ώστε η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να μην ασκείται επί ματαίω (βλ. Πατούρης ν. Hellenic Bank Ltd (2001) 1Γ Α.Α.Δ 2118 και Καλλής v. Alpha Bank Ltd (2002) 1 AAΔ 793). Στην αγγλική υπόθεση Alpine Bulk Transport Co Inc v. Saudi Eagle Shipping Co Inc [1986] 2 Lloyd’s Rep. 221 CA, αναφορικά με το τι συνιστά «συζητήσιμη υπεράσπιση», υποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος πρέπει να πείσει το Δικαστήριο ότι η υπεράσπιση που προβάλλει έχει πραγματική πιθανότητα επιτυχίας (real prospect of success) και να φέρει κάποιο βαθμό πειστικότητας (must carry some degree of conviction). Ως δε λέχθηκε στην Πατούρης, η υπεράσπιση, ενέχει δυνητικά το στοιχείο της πειστικότητας, όταν είναι λογικοφανής, βασισμένη σε γεγονότα που την καθιστούν συζητήσιμη. Εφόσον η προβαλλόμενη υπεράσπιση έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, καθίσταται συζητήσιμη, ενώ όπου ελλείπει η αναγκαία θεμελίωση, η αίτηση απορρίπτεται.
Πέραν όμως του ζητήματος της αποκάλυψης εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης, ο Αιτητής πρέπει, επίσης, να δικαιολογήσει την παράλειψη του να εμφανιστεί στο Δικαστήριο, καθώς επίσης, θα πρέπει να αποδείξει ότι ενήργησε αμέσως και χωρίς αργοπορία προς την κατεύθυνση να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του. Στην υπόθεση Λυσιώτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 1(Α) ΑΑΔ 364 αναφέρθηκε ότι το «απαύγασμα της νομολογίας κατατείνει στο ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να επιδεικνύει υπέρμετρο ζήλο στην αποστέρηση του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεσή του, νοουμένου ότι αποκαλύπτει υπεράσπιση. Εντούτοις, το Δικαστήριο μπορεί, παρά ταύτα, να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του αιτητή είναι τέτοια, ώστε να πλήττει το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης. Όπου η διαγωγή του διαδίκου, ο οποίος εξαιτείται τον παραμερισμό εκδοθείσας απόφασης, είναι ασυγχώρητη, περιφρονητική μέχρι βαθμού καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου, το Δικαστήριο δύναται, ενασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, να αρνηθεί να παραμερίσει την απόφαση» (βλ. επίσης Φυλακτού (ανωτέρω)). Επομένως, η ανεξήγητη αργοπορία, είναι παράγοντας που ασκεί έντονα αρνητική επίδραση κατά του διαδίκου ο οποίος παρέλειψε να ενεργήσει με την πρώτη δυνατή ευκαιρία, να ασκήσει το δικαίωμα του για παραμερισμό απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του. Ο Αιτητής έχει το βάρος να αποδείξει ότι δικαιολογημένα καθυστέρησε να αποταθεί (βλ. Φυλακτού, Miluca Motor Trading Ltd και Φραντζής (ανωτέρω)).
Εξέταση της υπό κρίση Αίτησης
Εξ αρχής, σημειώνω ότι, κρίνω σκόπιμο να εξετάσω, πρωτίστως, τη βασική θέση, που προβάλλεται εκ μέρους του Αιτητή, περί του ότι αυτός ουδέποτε έλαβε γνώση της παρούσας δικαστικής διαδικασίας εναντίον του, πριν τις 21.6.2023, εφόσον, αν η θέση του αυτή γίνει αποδεκτή, τότε τόσο η Απόφαση όσο και το Διάταγμα, στη βάση των πιο πάνω νομολογιακών αρχών, θα πρέπει να παραμεριστούν δικαιωματικώς (ex debito justitiae), χωρίς να παρέχεται ζήτημα άσκησης διακριτικής ευχέρειας στο Δικαστήριο για τον παραμερισμό τους.
Κρίνω σκόπιμο, στο σημείο αυτό, να παραθέσω κατωτέρω, τα όσα λέχθηκαν στην πρόσφατη απόφαση στην Μιχαήλ Διονυσίου v. 1. Dafnis Insurance Agencies & Consultants Limited κ.α. (ανωτέρω), αναφορικά με το ζήτημα του ότι, όταν ευλόγως αμφισβητείται, από πλευράς ενός εναγόμενου, η γνώση της ύπαρξης της εναντίον του δικαστικής διαδικασίας, τότε θα πρέπει να αποδεικνύεται, στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, ότι το κλητήριο επιδόθηκε δεόντως προς αυτόν και ότι αυτός έλαβε γνώση αυτού, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου:
«Το Δικαστήριο, εξέτασε την αίτηση και την απέρριψε. Κατέληξε ως ανωτέρω, αφού παρατήρησε ότι η αγωγή επιδόθηκε στον εναγόμενο 3, δηλαδή στον εφεσείοντα, «σύμφωνα με το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης δια θυροκολλήσεως στην είσοδο της οικίας τους στις 2.1.2014.» Συμπλήρωσε δε πως στη συνέχεια εκδόθηκε απόφαση προς όφελος των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντος, προφανώς και εναντίον των άλλων δύο εναγομένων, στις 13.2.2014. Η τελευταία παρατήρηση του Δικαστηρίου είναι ορθή. Αντιθέτως, η πρώτη τελεί υπό αμφισβήτηση.
Ο εφεσείων, ακριβώς, με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλει ως λανθασμένη την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι αυτός έλαβε γνώση της αγωγής ως εκ της επικόλλησης του κλητηρίου εντάλματος στην είσοδο της κατοικίας που διέμενε με τον πατέρα του. Σημειώνεται ότι, η τέτοια θυροκόλληση του κλητηρίου εντάλματος, προφανώς, διενεργήθηκε στη βάση δικαστικού διατάγματος για υποκατάστατη επίδοση, το οποίο εκτελέστηκε από αρμόδιο επιδότη. Το γεγονός τούτο, όμως, από μόνο του, δεν προδικάζει ότι ο εφεσείων έλαβε, οπωσδήποτε, γνώση για την αγωγή. Πάντως, ο ίδιος διαφωνεί. Το ζητούμενο, επομένως, είναι κατά πόσο αυτός έλαβε, όντως, γνώση σε σχέση με αυτή, πριν από την έκδοση της απόφασης, εναντίον του, ερήμην. Υπό τις περιστάσεις, το Δικαστήριο, βασικά, είχε ενώπιον του δύο αντίθετες εκδοχές. Ωστόσο, δεν επεδίωξε να διερευνήσει το θέμα περαιτέρω, ώστε να ήταν σε θέση να προβεί το ίδιο σε ασφαλές συμπέρασμα, προς τη μία ή προς την άλλη κατεύθυνση, (βλ. Μaslenikova v. Μ. Χατζηχάννα ως Παραλήπτη/Διαχειριστή της Εταιρείας Realback Management Limited, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε197/2019, 15.1.2021, ECLI:CY:AD:2021:A6, ECLI:CY:AD:2021:A6). Παρέμεινε, έτσι, αναντίλεκτος ο ισχυρισμός του πατέρα του εφεσείοντος ότι δεν τον πληροφόρησε για την ανεύρεση από αυτόν του κλητηρίου εντάλματος, καθώς επίσης, ο ισχυρισμός, συναφώς, του εφεσείοντα, ότι ο ίδιος δεν έλαβε, εγκαίρως, γνώση αυτού, ώστε η εκδοθείσα απόφαση εναντίον του, να στερείτο εγκυρότητας. Παρόμοια ήταν τα γεγονότα και στην υπόθεση Σωτήρης Διακουρής ν. Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε61/2016, 9.10.2023, όπως και σε άλλη νομολογία που αναφέρεται σε αυτή. Το θέμα της επίδοσης της διαδικασίας σε αστικές υποθέσεις δεν τυγχάνει, προφανώς, της δέουσας προσοχής.
Στην περίπτωση που εκδίδεται απόφαση ερήμην, αφού επιχειρήθηκε κοινοποίηση της αγωγής στον εναγόμενο με υποκατάστατη επίδοση, η μη αμφισβήτηση της από τον τελευταίο, εκλαμβάνει ως δεδομένο ότι αυτός έλαβε γνώση για την ύπαρξη της. Όταν, όμως, η γνώση τούτη αμφισβητείται με εύλογους ισχυρισμούς, τότε πρέπει να αποδεικνύεται στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, ότι το κλητήριο ένταλμα επιδόθηκε δεόντως στον εναγόμενο και έτσι αυτός έλαβε γνώση για την αγωγή, προς ικανοποίηση του δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως έχει προαναφερθεί, ο ισχυρισμός του πατέρα του εφεσείοντος, ότι δεν πληροφόρησε τον τελευταίο για το συγκεκριμένο γεγονός, ουσιαστικά, ουδέποτε αμφισβητήθηκε από την πλευρά των εφεσιβλήτων. Αυτοί περιορίστηκαν να υποστηρίξουν ότι η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος έγινε, όπως η σχετική παρατήρηση, προηγουμένως, του Δικαστηρίου, δηλαδή με τη επικόλληση του στην είσοδο της κατοικίας που διέμεναν ο εφεσείων και ο πατέρας του, εναγόμενο 1 στην αγωγή.
Στην υπόθεση Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού v. Chr. P. Michaelides (Estates) Ltd (2002) 1 ΑΑΔ 43, κρίθηκε ότι η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στο εγγεγραμμένο γραφείο της εκεί εναγομένης εταιρείας, χωρίς να παραδοθεί σε κάποιο αξιωματούχο της, όπως προβλέπεται από τη Δ.5 κ.7, των εφαρμοζομένων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, δεν ήταν ικανοποιητική ώστε να μπορούσε να θεωρηθεί ότι η αυτή είχε λάβει γνώση της αγωγής. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ορθή η πρωτόδικη απόφαση με την οποία παραμερίστηκε η απόφαση που είχε εκδοθεί εναντίον της, ερήμην. Υποδείχθηκε, ότι δεδομένων των πιο πάνω περιστάσεων, παραβιάστηκε το συνταγματικό δικαίωμα της να είχε λάβει, δεόντως, γνώση της αγωγής. Αναφέρθηκαν, συναφώς, στις σελίδες 48 έως 49 τα εξής:
«Η καλή επίδοση συνδέεται αναπόφευκτα με τη δυνατότητα του ενδιαφερομένου να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους εγκαλείται στο δικαστήριο. Τότε μόνο του παρέχεται η δυνατότης να υπερασπισθεί. Πρόκειται για δικαίωμα που έχει αναχθεί σε θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα. Το Άρθρο 30.3(α) και (β) περιλαμβάνεται στο χάρτη των "θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών" του Συντάγματος.»
Όπως και στην υπόθεση εκείνη, λοιπόν, έτσι και εδώ, το Δικαστήριο δεν είχε ενώπιον του μαρτυρία ότι ο εφεσείων είχε, πράγματι, λάβει γνώση της αγωγής, μέσω της επιχειρηθείσας υποκατάστατης επίδοσης. Η απόφαση που εκδόθηκε, ως άνω, εναντίον του, έπρεπε να παραμεριστεί, δικαιωματικά, (ex debito justitiae). Η ενασχόληση του Δικαστηρίου, στη συνέχεια με τη, δήθεν, καθυστέρηση του εφεσείοντος να προβεί στην καταχώρηση της αίτησης παραμερισμού, εκ των πραγμάτων, ήταν άνευ αντικειμένου».
Εν προκειμένω, ως ήδη σημείωσα ανωτέρω, αποτελεί βασικό ισχυρισμό της πλευράς του Αιτητή ότι, αυτός, για πρώτη φορά, έλαβε γνώση της παρούσας αγωγής και κατ’ επέκταση της Αίτησης, στις 21.6.2023, όταν βρήκε «αφημένη», στην κεντρική είσοδο της κτηνοτροφικής μονάδας που κατέχει με τη σύζυγο του, στο τεμάχιο αρ. 5Α, που βρίσκεται στην Πλατεία Μέλιου Χαραλάμπους (στο εξής «η Πλατεία» και το «επίδικο τεμάχιο»), την Απόφαση, ως επίσης και το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 2.5.2023[3], βάσει του οποίου επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση της εν λόγω Απόφασης. Μάλιστα, ως ισχυρίζεται ο Αιτητής (στην υποστηρικτική, στην παρούσα Αίτηση, ένορκη του δήλωση), την εν λόγω Απόφαση ο ίδιος την βρήκε, ως ανωτέρω αναφέρεται, στις 21.6.2023, βρεγμένη, τσαλακωμένη και γενικά σε άσχημη κατάσταση, και δη κατά τρόπο που υποδείκνυε ότι τούτη είχε αφεθεί σε κάποιο μέρος που βράχηκε και κάποιος από την περιοχή που την εντόπισε και είδε ότι τον αφορούσε (τον Αιτητή), την άφησε στον εν λόγω τόπο. Ήταν δε, ουσιαστικά, η θέση του, ότι αν τούτη (η Απόφαση) του επιδίδετο, κατά τον τρόπο που αναφέρετο στο διάταγμα ημερ. 2.5.2023, τότε θα την έβλεπε, εφόσον ο ίδιος και η σύζυγος του προσέρχονται, καθημερινώς, στην εν λόγω κτηνοτροφική μονάδα, και ουδέποτε προηγουμένως, βρήκαν αυτή. Επίσης, είναι ο ισχυρισμός του ότι, ο επιδότης, στην ένορκη δήλωση επίδοσης, η οποία βρίσκεται στο φάκελο του Δικαστηρίου (ημερ. 28.3.2022), πουθενά δεν αναφέρει ότι τούτος προέβη σε επίδοση των εκεί αναφερόμενων δικαστικών εγγράφων, στο αριθμημένο τεμάχιο 5Α, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, δεν προκύπτει από την εν λόγω ένορκη δήλωση του επιδότη να έγινε επίδοση του κλητηρίου εντάλματος της παρούσας, παρά μόνο της Αίτησης. Πέραν των ανωτέρω, είναι η θέση του Αιτητή ότι η Πλατεία αποτελεί ένα τεράστιο και αχανή χώρο, ενώ το τεμάχιο 210, στο οποίο βρίσκεται το τεμάχιο 5Α και η δική του κτηνοτροφική μονάδα, είναι έκτασης πέραν των 15.000τ.μ (βλ. Τεκμήριο 2 επί της ένορκης του δήλωσης), εντός του οποίου υπάρχουν και άλλες κτηνοτροφικές μονάδες, με χωριστή μεν είσοδο για την κάθε μία, όμως σε καμία από αυτές δεν υπάρχει αρίθμηση. Επίσης, ως ανέφερε, στο τεμάχιο που βρίσκεται η κτηνοτροφική του μονάδα, υπάρχει, επίσης, και κατοικία στην οποία, περιστασιακά, διαμένει με τη σύζυγο και τα παιδιά του.
Στον αντίποδα, οι Καθ’ ων η Αίτηση ως προς το ζήτημα της επίδοσης της παρούσας αγωγής και της Αίτησης προς τον Αιτητή και το αν τούτος έλαβε γνώση των εκκρεμουσών δικαστικών διαδικασιών εναντίον του, το μόνο που αναφέρουν είναι ότι αφ’ ης στιγμής ο ίδιος ο Αιτητής αναφέρει στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση του ότι τόσο αυτός όσο και η σύζυγος του μεταβαίνουν καθημερινώς στην κτηνοτροφική μονάδα που βρίσκεται στο ακίνητο, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η παρούσα αγωγή και η Αίτηση επιδόθηκαν σε αυτόν σύμφωνα με το διάταγμα υποκατάσταστης επίδοσης ημερ. 18.3.2022, τότε είναι φανερό ότι τούτος έλαβε γνώση αυτών, όπως έλαβε γνώση και της Απόφασης η οποία του επιδόθηκε με τον ίδιο τρόπο.
Με κάθε σεβασμό στην πιο πάνω θέση των Καθ’ ων η Αίτηση, τούτη ουδόλως αποδεικνύει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων ότι ο Αιτητής είχε, πράγματι, λάβει γνώση της παρούσας αγωγής και της Αίτησης, εναντίον του, μέσω της επιχειρηθείσας υποκατάστατης επίδοσης δια θυροκόλλησης. Και εξηγώ.
Κατ’ αρχάς, και όπως τούτο προκύπτει από τον φάκελο του Δικαστηρίου, και δη από την ένορκη δήλωση του ιδιώτη επιδότη ημερ. 28.3.2022, τόσο το κλητήριο ένταλμα της παρούσας αγωγής όσο και η Αίτηση επιδόθηκαν στον Εναγόμενο «δια θυροκολλήσεως στην θύρα του υποστατικού που βρίσκεται το ακίνητο στην Πλατεία Μέλιου Χαραλάμπους, Κτηνοτροφική Περιοχή Νήσου». Εντούτοις, ως προκύπτει από το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης ημερ. 18.3.2022, εκείνο που διατάχθηκε ήταν η υποκατάστατη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής και της Αίτησης, δια θυροκόλλησης τους «στην θύρα του υποστατικού που βρίσκεται στο ακίνητο με αρ. Τεμαχίου 5Α που αποτελεί τμήμα του τουρκοκυπριακού τεμαχίου 210 του Φ/ΣχΧΧΧ/64W1 στην Πλατεία Μέλιου Χαραλάμπους, Κτηνοτροφική Περιοχή Νήσου», με αποτέλεσμα να μην προκύπτει από την ένορκη δήλωση του επιδότη (ημερ. 28.3.2022) ότι όντως η παρούσα αγωγή και η Αίτηση επιδόθηκαν, δια θυροκόλλησης, κατά τον τρόπο που διέτασσε το εν λόγω δικαστικό διάταγμα ημερ. 18.3.2022, και δη στη θύρα του υποστατικού του τεμαχίου 5Α, το οποίο αποτελεί τμήμα του τεμαχίου 210. Το γεγονός ότι ο επιδότης στην ένορκη του δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση στην παρούσα Αίτηση, αναφέρει ότι επέδωσε τα εν λόγω δικαστικά έγγραφα «στη θύρα του υποστατικού που βρίσκεται το ακίνητο» στην Πλατεία, το οποίο του υπέδειξε η ομνύουσα, ουδόλως αποτελεί απόδειξη ότι επέδωσε την παρούσα αγωγή και την Αίτηση στη θύρα του υποστατικού του τεμαχίου 5Α, και δη στη θύρα του επίδικου τεμαχίου. Επιπρόσθετα όμως, και ως προκύπτει από τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση του, και τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν από πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση, στο τεμάχιο με αρ. 5Α , πέραν της κτηνοτροφικής μονάδας, βρίσκεται και μία κατοικία, στην οποία αυτός διαμένει περιστασιακά με την οικογένεια του. Προκύπτει, επομένως, το ερώτημα, σε ποια ακριβώς θύρα θυροκολλήθηκε η παρούσα αγωγή και η σχετική Αίτηση;
Πέραν όμως των ανωτέρω, και πιο σημαντικά, στη βάση των όσων ανέφερε ο Αιτητής (στην ένορκη του δήλωση), αλλά και ως προκύπτει από το Τεκμήριο 2 που επισυνάπτει σε αυτήν, μαρτυρία η οποία, επίσης, ουδόλως τέθηκε εν αμφιβόλω από τους Καθ’ ων η Αίτηση, η Πλατεία, στην οποία βρίσκεται το τεμάχιο 210, είναι τεράστια, ενώ το τεμάχιο 210, εντός του οποίου βρίσκεται το τεμάχιο 5Α που ο Αιτητής έχει τη κτηνοτροφική του μονάδα, είναι έκτασης πέραν των 15.000 τμ, και σε αυτό υπάρχει αριθμός κτηνοτροφικών μονάδων. Προκύπτει, επομένως, εύλογα το εξής ερώτημα: στη θύρα ποιου υποστατικού (ποιας κτηνοτροφικής μονάδας) που βρίσκεται στο ακίνητο, και δη στο τεμάχιο 210, στην Πλατεία, επέδωσε ο επιδότης;
Στη βάση όλων των ανωτέρω, είναι αβίαστα που προκύπτει ότι ο Αιτητής παρουσίασε τέτοια μαρτυρία με την οποία ευλόγως αμφισβητείται ότι πράγματι έλαβε γνώση τόσο της παρούσας αγωγής όσο και της Αίτησης, μέσω της επιχειρηθείσας υποκατάστατης επίδοσης στη βάση του διατάγματος ημερ. 18.3.2022. Το γεγονός και μόνο ότι διενεργήθηκε θυροκόλληση του κλητηρίου εντάλματος και της Αίτησης, στη βάση του εν λόγω διατάγματος, από μόνο του δεν αποτελεί απόδειξη ότι ο Αιτητής όντως έλαβε γνώση των εν λόγω δικαστικών διαδικασιών εναντίον του. Ειδικότερα δε, εφόσον, ως προκύπτει και από την ίδια την ένορκη δήλωση του επιδότη, τόσο η αγωγή όσο και η Αίτηση δεν επιδόθηκαν, προς αυτόν, ως το εν λόγω διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης διέτασσε, αλλά και στη βάση των λοιπών ισχυρισμών του Αιτητή που δεν αμφισβητήθηκαν και παρέμειναν, ουσιαστικά, αναντίλεκτοι. Το ζητούμενο, επομένως, είναι κατά πόσο ο Αιτητής έλαβε, όντως, γνώση της παρούσας Αγωγής και της Αίτησης, πριν από την έκδοση της Απόφασης και του Διατάγματος. Υπό τις περιστάσεις, τούτο δεν έγινε, με αποτέλεσμα, ο Αιτητής να δικαιούται στον παραμερισμό τόσο της Απόφασης, όσο και του Διατάγματος, ex debito justitiae και δη δικαιωματικά, χωρίς να χρήζει ανάγκης η οποιαδήποτε άσκηση διακριτικής ευχέρειας από το Δικαστήριο για τον παραμερισμό τους. Όπως, επίσης, λέχθηκε στην υπόθεση Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ ν. Μιχαήλ (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 1044, όταν το Δικαστήριο αποδεχτεί ότι ο εναγόμενος δεν έλαβε γνώση της δικαστικής διαδικασίας που κινήθηκε εναντίον του «τότε έχει καθαρό δικαίωμα παραμερισμού της απόφασης για να προβάλει την όποια υπεράσπιση του».
Στη βάση των πιο πάνω κρίσεων μου, παρέλκει η ανάγκη εξέτασης οποιουδήποτε άλλου λόγου προβάλλεται εκ μέρους του Αιτητή για τον παραμερισμό της Απόφασης, ως επίσης και οποιουδήποτε, συναρτώμενου με αυτόν, λόγου ένστασης προβάλλεται από πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση.
Κατάληξη
Έχοντας κατά νου τα ανωτέρω, η υπό κρίση Αίτηση επιτυγχάνει και τόσο η απόφαση ημερ. 7.7.2022, όσο και το ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα ημερ. 31.3.2022, παραμερίζονται.
Με δεδομένο ότι ο Εναγόμενος έχει πλέον λάβει γνώση τόσο της παρούσας αγωγής εναντίον του, όσο και της ενδιάμεσης αίτησης ημερ. 31.1.2022, δίδονται οδηγίες όπως η πλευρά του καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης, στην πιο πάνω αγωγή, εντός 15 ημερών από σήμερα. Επίσης, τυχόν ένσταση εκ μέρους του στην ενδιάμεση αίτηση ημερ. 31.1.2022, να καταχωρηθεί εντός 30 ημερών από σήμερα.
Ενόψει των ανωτέρω, η ενδιάμεση αίτηση ημερ. 31.1.2022 ορίζεται για Οδηγίες στις 25.6.2025 και ώρα 8.45.
Σε ότι αφορά τα έξοδα, ενόψει του λόγου για τον οποίο τόσο η Απόφαση όσο και το ενδιάμεσο διάταγμα ημερ. 31.3.2022 παραμερίζονται, και δη δικαιωματικώς, ex debito justitiae, κρίνω ότι τούτα θα πρέπει να επιδικαστούν υπέρ του Εναγόμενου - Αιτητή. Ως εκ τούτου, επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Εναγόμενου – Αιτητή και εναντίον των Εναγόντων 1-4 – Καθ’ ων η Αίτηση (αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα), ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπογρ.)………..………………
Ν. Πετρίδου, Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Το οποίο εκδόθηκε στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αίτησης ημερ. 31.1.2022.
[2] Στη βάση της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα (ημερ. 31.3.2022).
[3] Αναφέρω εδώ ότι με το εν λόγω διάταγμα επιτρέπετο η υποκατάστατη επίδοση της Απόφασης, κατά τον ίδιο τρόπο που επιτράπηκε και η υποκατάστατη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος και της αίτησης ημερ. 31.1.2022, στη βάση του διατάγματος ημερ. 18.3.2022.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο