Seawave Fisheries Ltd ν. Χ. Δράκος Ψαραγορά Λτδ, Αγ. Αγωγής: 2304/17, 16/5/2025
print
Τίτλος:
Seawave Fisheries Ltd ν. Χ. Δράκος Ψαραγορά Λτδ, Αγ. Αγωγής: 2304/17, 16/5/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

Αγ. Αγωγής: 2304/17

Μεταξύ:

Seawave Fisheries Ltd

Εναγόντων

-και-

Χ. Δράκος Ψαραγορά Λτδ

Εναγόμενων

 

Ημερομηνία: 16 Μαΐου 2025

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες: κα Μ. Σκαρπάρη για Δ. Χατζηνέστορος & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενους: κ. Α. Παπασιάντης

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

(α) Εισαγωγή

1.    Η παρούσα αγωγή αφορά αξίωση της Ενάγουσας έναντι της Εναγόμενης για υπόλοιπο οφειλόμενο λογαριασμού για το ποσό των €25.162,96, ποσού «οφειλόμενου δυνάμει πώλησης και παράδοσης εμπορευμάτων και/ή τρεχούμενου λογαριασμού και/ή οφειλόμενου δυνάμει παραδεδεγμένου λογαριασμού και/ή συμφωνιών πώλησης.» Η Ενάγουσα ασχολείτο, μεταξύ άλλων, με την προμήθεια ψαριών τα οποία και παρέδιδε κατά τους ουσιώδεις με την παρούσα αγωγή χρόνο στην Εναγόμενη, η οποία διατηρούσε δύο ψαραγορές στην Επαρχία Λευκωσίας κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

2.    Παρά την αξία της διαφοράς και με τη σύμφωνη γνώμη των μερών, η παρούσα εκδικάστηκε ως «Ταχείας Εκδίκασης» δυνάμει των προνοιών της Διαταγής 30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

3.    Προς συμμόρφωση με τις οδηγίες του Δικαστηρίου, για την πλευρά της Ενάγουσας καταχωρήθηκε έγγραφη μαρτυρία, υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων, από τον κ. Γεώργιο Χριστοδούλου, Διευθυντή της («η ΕΔ Χριστοδούλου») και από τον κ. Ανδρέα Καλοπετρίτη, λογιστή της («η ΕΔ Καλοπετρίτη»). Για την πλευρά της Εναγόμενης ένορκη δήλωση καταχωρήθηκε από τον κ. Στυλιανού, Διευθυντή της Εναγόμενης («η ΕΔ Στυλιανού»). Ουδείς αντεξετάστηκε και τα μέρη παραχώρησαν στο Δικαστήριο της γραπτές τους αγορεύσεις. Το σύνολο των πιο πάνω λαμβάνω υπόψιν στην πλήρη τους έκταση και ειδική αναφορά στις εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις και αγορεύσεις θα προβώ στον βαθμό που τούτου κρίνεται αναγκαίο.

 

(β) Κοινώς αποδεκτό υπόβαθρο γεγονότων

4.    Στη βάση της δικογραφίας και της ενώπιον μου μαρτυρίας, αποτελεί κοινό έδαφος ότι, μεταξύ των διαδίκων συνήφθη προφορική συμφωνία περί τον Νοέμβριο το έτος 2009, όπως η Ενάγουσα προμηθεύει την Εναγόμενη με διάφορες ποσότητες ψαριών αναλόγως των αναγκών των ψαραγορών που διατηρούσε στην Επαρχία Λευκωσίας και κατόπιν εντολής της τελευταίας. Κατά τον ουσιώδη χρόνο η Ενάγουσα, με έδρα στην Επαρχία Λάρνακας, ασχολείτο με την επιχείρηση της ιχθυοκαλλιέργειας, της εκκολάψεως εκτροφής και διαθέσεως κάθε ποικιλίας ψαριών και την εμπορία οδρόβιων οργανισμών τόσο χονδρικά όσο και λιανικά. Η δε Εναγόμενη, με έδρα στην Επαρχία Λευκωσίας, διατηρούσε δύο ψαραγορές εντός της Λευκωσίας. Στο πιο πάνω πλαίσιο, η Ενάγουσα πώλησε και παρέδωσε στην Εναγόμενη διάφορες ποσότητες ψαριών, έχοντας υιοθετήσει την εξής πρακτική: Υποβαλλόταν σχετική παραγγελία από την Εναγόμενη προς την Ενάγουσα, η οποία στη συνέχεια παρέδιδε τα προϊόντα στις ως άνω ψαραγορές της Εναγόμενης και με την παράδοση εκδιδόταν σχετικό τιμολόγιο. Τα τιμολόγια ήταν πληρωτέα σε πρώτη ζήτηση. Η συνεργασία των μερών έληξε τον Φεβρουάριο του 2015. Συνεπώς, τα πιο πάνω καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου.

(γ) Επίδικο θέματα προς επίλυση

5.    Η διαφωνία των μερών περιορίζεται στο ύψος της οφειλής της Εναγόμενης προς την Ενάγουσα. Ειδικότερα, δικογραφεί η Ενάγουσα ότι ανοίχθηκε συγκεκριμένος λογαριασμός που να αντικατοπτρίζει τις χρεωπιστώσεις που διενεργούντο στα πλαίσια της συνεργασίας των διαδίκων, το ύψος του οποίου κατά τον χρόνο καταχώρησης της παρούσας αγωγής ανερχόταν στο αξιούμενο ποσό. Από την αντίπερα όχθη, η Εναγόμενη περιορίστηκε στην Υπεράσπιση της σε μία γενική άρνηση ως προς την «ύπαρξη οφειλής» του αξιούμενου ποσού.[1] Όμως, κατά την προσκόμιση της μαρτυρίας της, η Εναγόμενη αποδέχθηκε την ύπαρξη κάποιας οφειλής της προς την Ενάγουσα, εντούτοις, ισχυρίστηκε ότι το οφειλόμενο ποσό είναι πολύ μικρότερο από το αξιούμενο.[2] Συναφώς, το μοναδικό ζήτημα προς επίλυση είναι το ύψος της οφειλής της Εναγόμενης προς την Ενάγουσα.

 

(δ) Σύνοψη και αξιολόγηση της προσκομισθείσας μαρτυρίας

6.    Επί του ως άνω επίδικου ζητήματος, κατέθεσε ο κ. Χριστοδούλου, Διευθυντής της Ενάγουσας, ότι, από την έναρξη της συνεργασίας των μερών, συμφωνήθηκε μεταξύ τους όπως ανοιχθεί λογαριασμός επί του οποίου η Εναγόμενη θα χρεωνόταν αναλόγως με την αξία των εκάστοτε πωληθέντων και παραδιδομένων προϊόντων και θα πιστωνόταν, αναλόγως, με τις πληρωμές στις οποίες προέβαινε έναντι του υπολοίπου του λογαριασμού αυτού. Προσθέτει ότι επισυνάπτει ως Τεκμήριο 2 αντίγραφο κατάστασης του εν λόγω λογαριασμού, στην ΕΔ Χριστοδούλου.  Ανατρέχοντας με προσοχή στη μαρτυρία του κ. Στυλιανού, προκύπτει ότι οι ως άνω θέσεις του κ. Χριστοδούλου δεν αποτέλεσαν αντικείμενο αμφισβήτησης. Ειδικότερα, δεν αμφισβήτησε ο κ. Στυλιανού ότι ανοίχθηκε ο ως άνω αναφερόμενος λογαριασμός για τον προαναφερόμενο σκοπό, ούτε και αμφισβήτησε τη θέση του κ. Χριστοδούλου ότι ο εν λόγω λογαριασμός αποτελείται από το Τεκμήριο 2 στην ΕΔ Χριστοδούλου («ο Λογαριασμός»). Η διαφωνία του κ. Στυλιανού περιορίστηκε στην ορθότητα των εκεί εγγραφών και στα πλαίσια αυτά, μάλιστα, προέβη και σε σχετική επιχειρηματολογία επί τη βάση του ιδίου του Τεκμηρίου 2 στην ΕΔ Χριστοδούλου (βλ. παρ. 5 της ΕΔ Στυλιανού). Συνεπώς, αποδέχομαι τις πιο πάνω θέσεις του κ. Χριστοδούλου.  

 

7.    Αποτέλεσε πρόσθετα τη θέση του κ. Χριστοδούλου ότι:

 

(α) Με δικές του οδηγίες αποστελλόταν μέσω του λογιστηρίου της Ενάγουσας προς την Εναγόμενη, μηνιαίως, αντίγραφο του Λογαριασμού και ότι ουδέποτε η Εναγόμενη αμφισβήτησε το περιεχόμενο του, με την ίδια να προβαίνει σε πληρωμές έναντι του υπολοίπου του Λογαριασμού και να λαμβάνει και σχετικές αποδείξεις·

 

(β) Ο κ. Χριστοδούλου επανειλημμένα επικοινώνησε με τον Διευθυντή της Εναγόμενης, κ. Στυλιανού, εφιστώντας την προσοχή του για το υπόλοιπο οφειλόμενο του, με τον τελευταίο να επικαλείται οικονομικές δυσκολίες και να αιτείται πίστωση χρόνου·  

 

(γ) Παρά τα πιο πάνω, η Εναγόμενη σε καμία πληρωμή προέβη, με αποτέλεσμα να αποταθεί στους δικηγόρους της Ενάγουσας οι οποίοι και επέδωσαν σχετική επιστολή ημερ. 4.3.15 προς την Εναγόμενη, η οποία, ως ανέφερε, περιλαμβάνεται επί των εγγράφων που επισύναψε ως Δέσμη Τεκμηρίων 3 στην ΕΔ Χριστοδούλου·  

 

(δ) Όμως, το έτος 2017 καμία πληρωμή έγινε και επιδόθηκε στις 15.2.17 δεύτερη επιστολή από τη Ενάγουσα προς την Εναγόμενη, ως η Δέσμη Τεκμηρίων 4 στην ΕΔ Χριστοδούλου·  

 

(ε) Η Εναγόμενη σε καμία πληρωμή προέβη μέχρι και σήμερα.

 

8.    Το σύνολο των πιο πάνω θέσεων του κ. Χριστοδούλου απέμειναν αναντίλεκτες. Επιπλέον, στηρίζονται και στην ενώπιον μου έγγραφη μαρτυρία και δη στα Τεκμήρια 3 και 4 της ΕΔ Χριστοδούλου, το περιεχόμενο των οποίων δεν αποτέλεσε αντικείμενο αμφισβήτησης. Στηρίζονται πρόσθετα και στη μαρτυρία του κ. Καλοπετρίτη η οποία κρίνεται εξίσου αξιόπιστη. Ειδικότερα. Ο κ. Καλοπετρίτης, κατέθεσε ότι ο ίδιος απέστελλε μηνιαίως κατάσταση του Λογαριασμού προς την Εναγόμενη, η οποία προέβαινε σε πληρωμές, χωρίς οποιαδήποτε αμφισβήτηση του υπολοίπου. Επί τούτου, κατέθεσε δέσμη τιμολογίων και αποδείξεων από τις οποίες προκύπτουν οι εκάστοτε πληρωμές της Εναγόμενης. Οι θέσεις του κ. Καλοπετρίτη χαρακτηρίζονται από πλήρεις λεπτομέρειες και επεξηγήσεις, ενώ εξίσου ερείδονται επί της ενώπιον μου έγγραφης μαρτυρίας, την οποία και παρουσίασε αυτούσια και, συνεπώς, τις αποδέχομαι.

 

9.    Συνεπώς, αποδέχομαι το σύνολο των πιο πάνω θέσεων του κ. Χριστοδούλου.

 

10. Η μοναδική αιτιολόγηση που παραχώρησε ο κ. Στυλιανού στα πλαίσια της ΕΔ Στυλιανού ως προς το ότι η οφειλή της Εναγόμενης προς την Ενάγουσα, είναι χαμηλότερη από την αξιούμενη είναι η εξής:

 

«Μου έχουν παραδοθεί αντίγραφα των σχετικών τιμολογίων της επίδικης περιόδου στα οποία παρατηρώ ότι σε πολλά δεν υπάρχει δική μου υπογραφή ενώ σε άλλα απουσιάζει παντελώς οποιαδήποτε υπογραφή. Τα τιμολόγια αυτά δεν τα αποδέχομαι και θεωρώ ότι η εναγόμενη εταιρεία δεν υπέχει υποχρέωση πληρωμής για τα ποσά αυτά.»[3]

 

11. Στρεφόμενη στην πιο πάνω θέση του κ. Στυλιανού, παρατηρώ τα εξής.

 

12. Ως ο ίδιος αναφέρει, τα τιμολόγια τα οποία η Εναγόμενη αμφισβητεί αποτελούνται από τα τιμολόγια που έχει επισυνάψει στην ΕΔ Στυλιανού ως Δέσμη Τεκμηρίων Α. Ανατρέχοντας στο περιεχόμενο τους, διαπιστώνεται ότι πρόκειται για εννέα τιμολόγια, το οποία παρουσιάζουν διάφορα οφειλόμενα ποσά, το άθροισμα των οποίων είναι €2000. Η αμφισβήτηση της ορθότητας του Λογαριασμού από την Εναγόμενη, ερείδεται αποκλειστικά στην πιο πάνω βάση, ήτοι στη βάση του ότι ο Λογαριασμός «παρουσίαζε στις χρεώσεις του και τα ως άνω αναφερόμενα τιμολόγια και συνακόλουθα είναι ανακριβής»[4] και τίποτε άλλο. Από τα πιο πάνω λοιπόν συνάγεται ότι η Εναγόμενη δεν αμφισβήτησε οιοδήποτε άλλο οφειλόμενο ποσό που παρουσιάζεται επί της κατάστασης του Λογαριασμού, εκτός του προαναφερόμενου συνολικού ποσού των €2000. Συναφώς, στη βάση των δικών του ισχυρισμών, δεν είναι ευλόγως αντιληπτό για ποιον λόγο ο ίδιος διατείνεται ότι το οφειλόμενο ποσό είναι «σαφώς πολύ χαμηλότερο»[5] από το αξιούμενο.

 

13. Στρεφόμενη τώρα στις θέσεις του αναφορικά με τα ως άνω αναφερόμενα εννέα τιμολόγια,  τα οποία, επαναλαμβάνω, αθροίζονται στο ποσό των €2000, ανατρέχοντας στο περιεχόμενο τους προκύπτει ότι έξι από αυτά φέρουν τις υπογραφές του αποστολέα και του παραλήπτη και τα τρία φέρουν υπογραφή μόνο του αποστολέα.

 

14. Σε σχέση με τα τιμολόγια που φέρουν υπογραφή παραλήπτη, δεν επεξηγήθηκε από τον κ. Στυλιανού ποια είναι η θέση της Εναγόμενης εν σχέσει με τις εκεί υπογραφές. Ο κ. Στυλιανού περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι δεν τα υπογράφει ο ίδιος, χωρίς όμως να αναφέρει κατά πόσο ο ίδιος ήταν το μόνο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο από την Εναγόμενη να υπογράφει τα τιμολόγια που εκδίδονταν στα πλαίσια της συνεργασίας των διαδίκων. Ούτε όμως και προέβαλε οιαδήποτε θέση περί πλαστογραφίας της εκεί υπογραφής ή υπογραφών ή οποιαδήποτε άλλη θέση αναφορικά με την όποια εκδοχή της Εναγόμενης.  

 

15. Περιπλέον, παρατηρούνται και τα εξής σε σχέση τα τιμολόγια επί της Δέσμης Τεκμηρίων Α στην ΕΔ Στυλιανού: Πρώτον, ουδόλως αμφισβήτησε ο κ. Στυλιανού ότι η Εναγόμενη παρέλαβε από την Ενάγουσα τα προϊόντα που εκεί καταγράφονται αλλά και τα ίδια τα τιμολόγια. Δεύτερον, ουδέν άλλο θετικό ισχυρισμό αναφορικά με τα εν λόγω τιμολόγια προέβαλε ο κ. Στυλιανού ήτοι για παράδειγμα, κατά πόσο αυτά ήταν χαλκευμένα ή άλλως πως. Τρίτον, τα τιμολόγια αυτά με βάση τις ημερομηνίες και τα ποσά που εκεί αναγράφονται αντιστοιχούν στις εγγραφές επί του Τεκμηρίου 2 στην ΕΔ Χριστοδούλου, το περιεχόμενο του οποίου, σύμφωνα με την αναντίλεκτη μαρτυρία της Ενάγουσας, η Εναγόμενη παραλάμβανε χωρίς οιαδήποτε αμφισβήτηση, προβαίνοντας μάλιστα και σε αντίστοιχες πληρωμές. Το γεγονός των πληρωμών σε ημερομηνίες μεταγενέστερες από αυτές που αναγράφονται επί των εννέα αυτών τιμολογίων, προκύπτει και από το ίδιο το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 στην ΕΔ Χριστοδούλου, ήτοι, του Λογαριασμού αλλά και της Δέσμης Τεκμηρίων Α στην ΕΔ Καλοπετρίτη.

 

16. Των πιο πάνω δοθέντων, διαπιστώνεται ότι οι θέσεις που κατέγραψε ο κ. Στυλιανού στις παρ. 4 και 5 της ΕΔ Στυλιανού, διέπονται από τέτοια ασάφεια και γενικότητα που δεν δύναμαι να αποδώσω οιαδήποτε αξία σε αυτές και δεν αποδέχομαι την μαρτυρία του επί του επίδικου ζητήματος.

 

17. Αντιθέτως, πλήρως επεξηγηματικοί ήταν οι κ.κ. Χριστοδούλου και Καλοπετρίτης οι οποίοι παρείχαν πλήρεις λεπτομέρειες ως προς την λειτουργία του Λογαριασμού, με τις εκεί εγγραφές να στηρίζονται των τιμολογίων που καταχωρήθηκαν ως Δέσμη Τεκμηρίων 5 στην ΕΔ Χριστοδούλου αλλά και στην ίδια την αποδοχή του κ. Στυλιανού ότι υπάρχει οφειλή (βλ. παρ. 5 πιο πάνω). Συνεπώς, αποδέχομαι την μαρτυρία τους στην πλήρη της έκταση.

 

(ε) Ευρήματα

18. Πέραν των ευρημάτων που καταγράφηκαν στην παρ. 5 πιο πάνω, στη βάση της ενώπιον μου αποδεκτής και αξιόπιστης μαρτυρίας, βρίσκω πρόσθετα ότι από την έναρξη της συνεργασίας των μερών, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων όπως ανοιχθεί λογαριασμός επί του οποίου η Εναγόμενη θα χρεωνόταν αναλόγως με την αξία των εκάστοτε πωληθέντων και παραδιδόμενων προϊόντων και θα πιστωνόταν, αναλόγως, με τις πληρωμές στις οποίες προέβαινε έναντι του υπολοίπου του λογαριασμού αυτού, όπως και έγινε. Ο εν λόγω λογαριασμός (ο Λογαριασμός) αποτελείται από το Τεκμήριο 2 στην ΕΔ Χριστοδούλου. Περιπλέον, βρίσκω ότι στα πλαίσια της συνεργασίας των μερών εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στην Εναγόμενη τα τιμολόγια που επισυνάπτονται ως Δέσμη Τεκμηρίων 5 στην ΕΔ Χριστοδούλου. Αντίγραφο του Λογαριασμού αποστελλόταν μηνιαίως στην Εναγόμενη η οποία ουδέποτε αμφισβήτησε το περιεχόμενο του. Λόγω του ύψους του υπόλοιπου οφειλόμενου η Ενάγουσα επέδωσε στην Εναγόμενη μέσω των συνηγόρων της επιστολές, ως τα Τεκμήρια 3 και 4 στην ΕΔ Χριστοδούλου αξιώνοντας την εξόφληση του υπολοίπου του Λογαριασμού, η οποία παρέλειψε να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό έναντι του χρέους της.

 

(στ) Νομική πτυχή και συμπεράσματα

19. Λόγος έγινε στις αγορεύσεις των μερών αναφορικά με το κατά πόσο αποδείχθηκε η υπόθεση της Ενάγουσας επί τη βάση της αυτοτελούς αιτίας αγωγής εκκαθαρισμένου λογαριασμού (account stated) με παραπομπή στις αυθεντίες Επίσημος Παραλήπτης, υπό την ιδιότητά του ως εκκαθαριστής ης υπό διάλυση εταιρείας Loukos Trading Co Ltd κ.ά. ν. Ρέινμποου Πλήτσιηγκ και Ντάιγκ Κο Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 610 και Ανδρόνικος Κουρουκλάρης ν. Ανδρέα Κωνσταντίνου Πολ. Έφ. 205/12, 6.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:A440. Ειδικότερα, παραπέμπει η συνήγορος της Ενάγουσας στο πιο κάτω απόσπασμα στην Loukos Trading (ανωτέρω), η οποία και υιοθετήθηκε στην Κουρουκλάρης (ανωτέρω), όπου αναφέρονται τα εξής (η έμφαση είναι του Δικαστηρίου):

 

«Παραδεδεγμένος ή εκκαθαρισμένος λογαριασμός (account stated) σημαίνει συμφωνία μεταξύ των μερών σύμφωνα με την οποία όλα τα στοιχεία του λογαριασμού καθώς και το υπόλοιπο είναι ορθά, συνδυασμένη με υπόσχεση ρητή ή εξυπακουόμενη να πληρωθεί το υπόλοιπο. Επενεργεί ως νέα σύμβαση χωρίς να είναι αναγκαία νέα αντιπαροχή και ο ενάγοντας, του οποίου η αιτία αγωγής είναι ο παραδεδεγμένος ή εκκαθαρισμένος λογαριασμός, δεν είναι υποχρεωμένος να δικογραφήσει και να αποδείξει καθένα από τα στοιχεία του εκκαθαρισμένου λογαριασμού ξεχωριστά. Η συμφωνία των μερών ότι το υπόλοιπο είναι ορθό μπορεί να συναχθεί και από την παράδοση της κατάστασης λογαριασμού και την παράλειψη του χρεώστη να ενστεί για τα ποσά του λογαριασμού, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Βέβαια το τί συνιστά εύλογο χρονικό διάστημα είναι ζήτημα πραγματικό και νομικό στην κάθε περίπτωση

 

20. Όπως αναφέρθηκε στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Μιχάλη Ιωάννου ν. S.G. Massif Wooden Doors & Windows Limited Πολ. Έφ. 81/2019, 21.3.2025 (η έμφαση είναι του Δικαστηρίου):

 

«Είναι αποδεκτό νομολογιακά, ότι η απαίτηση από εκκαθαρισμένο λογαριασμό (account stated) προκύπτει ως ξεχωριστή ενοχική αξίωση, που βασίζεται στην ανάληψη υποχρέωσης από τον οφειλέτη, για αποπληρωμή του υπολοίπου του λογαριασμού. Υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι προηγήθηκε αντιστάθμιση των εκατέρωθεν κονδυλίων του λογαριασμού (βλ. Τόκου ν. Σεργίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 60).

 

Στην παρούσα περίπτωση, δεν υπάρχει ισχυρισμός στο δικόγραφο της υπεράσπισης και ανταπαίτησης, ούτε προκύπτει από τη δοθείσα πρωτοδίκως μαρτυρία, ότι ο εφεσείων ρητά αποδέχθηκε την οφειλή εκκαθαρισμένου λογαριασμού ή ακόμα ότι έλεγξε όλες τις εκατέρωθεν χρεώσεις και πιστώσεις και συμφώνησε ρητά και ανεπιφύλακτα στο αιτούμενο από την εφεσίβλητη ποσό.

 

Δεν ευσταθεί, ως εκ τούτου, η θέση του εφεσείοντος ότι η ανταπαίτηση στηρίχθηκε σε αξίωση για εκκαθαρισμένο λογαριασμό και όχι σε αποζημίωση από παράβαση σύμβασης. Αντιθέτως, είναι σαφές, από τις δικογραφημένες θέσεις της εφεσίβλητης, ότι η ανταπαίτηση της στηρίζεται σε αποζημιώσεις, λόγω παράβασης των επίδικων συμβάσεων από τον εφεσείοντα.»

 

21. Εν προκειμένω, ναι μεν έγινε αποδεκτή η θέση της Ενάγουσας ότι αποστελλόταν η κατάσταση του λογαριασμού από καιρού εις καιρόν προς την Εναγόμενη, χωρίς να προβληθεί αμφισβήτησης, πλην όμως απουσιάζει το στοιχείο της ρητής παραδοχής και συμφωνίας στη βάση του ακριβούς υπολοίπου που σήμερα δεικνύει το Τεκμήριο 2 ενώπιον του Δικαστηρίου, ήτοι του αξιούμενου ποσού, ώστε να δύναται να στοιχειοθετείται η σχετική αιτία αγωγής για εκκαθαρισμένο λογαριασμό (Μιχαήλ Ιωάννου ανωτέρω).

 

22. Η Ενάγουσα όμως στην Έκθεση Απαίτηση της δικογραφεί και οφειλόμενο ποσό δυνάμει πώλησης και παράδοσης εμπορευμάτων και/ή τρεχούμενου λογαριασμού και/ή συμφωνιών πώλησης. Συναφώς, η βάση αγωγής της Ενάγουσας παραπέμπει σε παράβαση συμφωνίας η οποία συνήφθη μεταξύ των διαδίκων, δυνάμει της οποίας παραδίδονταν εμπορεύματα από την Ενάγουσα προς την Εναγόμενη, εκδίδονταν τιμολόγια και ανοίχθηκε ο Λογαριασμός ώστε να καταγράφονται οι εκάστοτε χρεοπιστώσεις στα πλαίσια εκπλήρωσης της συμφωνίας αυτής. Αυτό επομένως που θα πρέπει να έχει αποδειχθεί από την Ενάγουσα είναι η σύναψη συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων, η εκπλήρωση της από την Ενάγουσα με την παράδοση των εμπορευμάτων, η παράβαση της από την Εναγόμενη, η πρόκληση ζημιάς στην Ενάγουσα συνεπεία της παράβασης αυτής και το ύψος της ζημιάς αυτής.

 

23. Από τα πιο πάνω το μοναδικό στοιχείο που αποτέλεσε αντικείμενο αμφισβήτησης είναι τελευταίο (βλ. παρ. 5 πιο πάνω) εν σχέσει με το οποίο παρουσιάστηκε η κατάσταση Λογαριασμού και τα επισυναπτόμενα επί της ΕΔ Χριστοδούλου, τιμολόγια.  Υπό αυτές τις συνθήκες, επί του ζητήματος της απόδειξης του ύψους της ζημιάς αυτής, εφαρμόζονται τα όσα αναφέρθηκαν στην πρωτόδικη απόφαση SAKRET ZEIPEKKIS LTD ν. MAVROPOULOS CONSTRUCTIONS & DEVELOPMENTS LIMITED  Αρ. Αγωγής:   554/2012, 9.8.2018 (υπό Έντιμο Λ. Πασχαλίδη, Ε.Δ. (ως ήταν τότε)) η οποία επικυρώθηκε στην απόφαση του Εφετείου MAVROPOULOS CONSTRUCTIONS & DEVELOPMENTS LIMITED v. SAKRET ZEIPEKKIS LTD Πολ. Έφ. Αρ. 306/18, 10.4.2018.)

 

«Πρόκειται για μια συνηθισμένη περίπτωση, ισχυριζόμενου χρεωστικού υπολοίπου λογαριασμού, που ως προκύπτει και από την Ε/Α, αφορά στο υπόλοιπο που κατά τους Ενάγοντες παρουσίαζε ο λογαριασμός που τηρούσαν σε σχέση με τα εμπορεύματα που κατά καιρούς αγόραζαν από αυτούς οι Εναγόμενοι, από την αρχή της συνεργασίας τους μέχρι τέλους. Αυτό άλλωστε είναι και που προκύπτει ξεκάθαρα από το δικόγραφο των Εναγόντων, ανεξαρτήτως του πώς χαρακτηρίστηκε η υπόθεση από τους διάδικους ή της μαρτυρίας που αμφότεροι οι διάδικοι επέλεξαν να προσκομίσουν. (βλ. CHEESELINE LTD ν. ΑΝΘΟΥΛΛΗΣ ΘΩΜΑ ΥΙΟΙ ΛΤΔ, Πολιτική Εφεση Αρ. 45/2009, 14/5/2014 Demil CoLtd ν. A Panayides Contracting Ltd, (2008) 1 Α.Α.Δ. 661 και Evangelou κ.ά. v. Minerva Finance (2004) 1 A.A.Δ. 1734) […]

 

[…] Υπενθυμίζω κατ' αρχή ότι η απαίτηση των εναγόντων βασίζεται σε υπόλοιπο κατάστασης λογαριασμού και όχι σε εκδοθέντα τιμολόγια, η παρουσίαση βέβαια των οποίων τείνει απλά να αποδείξει την απαίτηση (βλ. Παναγιώτης Μαστρής Λτδ ν. Επιπλώσεις Λάσκο Λτδ (2006) 1 Α.Α.Δ. 728).

 

Οι λογαριασμοί δε εμπορευομένου, δεν αποτελούν αφεαυτών απόδειξη των γεγονότων που καταγράφουν, εφόσον τα γεγονότα που απεικονίζουν πρέπει να αποδειχθούν μέσω αποδεκτής και αξιόπιστης μαρτυρίας. Στην απουσία τέτοιας μαρτυρίας που να στοιχειοθετεί γεγονότα που θα μπορούσαν να προσμετρήσουν ως αποδεικτικά της υπόθεσης, δεν εγείρεται ζήτημα βάρους απόδειξης το οποίο εγείρεται μόνο όπου αποδεικνύονται γεγονότα που τείνουν να υποστηρίξουν την απαίτηση (βλ. D. & G. Products Ltd v. Premixco Asphalting Company Limited (1999) 1(A) Α.Α.Δ. 263, A.L. Mantovani & Sons Ltd v. Christis Travel & Tourism Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 156).

 

Η απλή δήλωση περί χρέους της άλλης πλευράς βέβαια, χωρίς οτιδήποτε που να το τεκμηριώνει, δεν συνιστά τίποτε περισσότερο από ένα απλό ισχυρισμό που στερείται αποδεικτικής αξίας και είναι για το λόγο αυτό που η νομολογία επιβάλλει όπως σε υποθέσεις αυτής της φύσης, απαιτείται θετική μαρτυρία, με την οποία να αποδεικνύονται οι εγγραφές του επίδικου λογαριασμού (βλ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΡΑΣΑΡΗΣ ν. CYPRUS INVERSTMENT SECURITIES CORPORATION LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 95/2010, 10/7/2015 και D. & G. Products Ltd v. Premixco Asphalting Company Limited (1999) 1(A) Α.Α.Δ. 263).

 

Εκεί όμως που η προσκομισθείσα μαρτυρία είναι εκ πρώτης όψεως αρκετή για να αποδείξει το υπόλοιπο των λογαριασμών, εναπόκειται πλέον στους Εναγόμενους να αντικρούσουν τα στοιχεία που αποτελούσαν το λογαριασμό, ώστε να πείσουν το δικαστήριο ότι οι Ενάγοντες δεν απέδειξαν την υπόθεση τους επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (βλ. Demil Imports Exports Ltd ν. Zήνων H Kωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 Α.Α.Δ. 462Κλεάνθους Κλεάνθης και άλλος ν. Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ (2012) 1 Α.Α.Δ. 1344 και Μαστρής ανωτέρω και κατ' αναλογία CHEESELINE LTD ν. ΑΝΘΟΥΛΛΗΣ ΘΩΜΑ ΥΙΟΙ ΛΤΔ Πολιτική Εφεση Αρ. 45/2009, 14/5/2014).»

 

 

24. Για τους λόγους που ήδη επεξήγησα στα πλαίσια αξιολόγησης της μαρτυρίας, υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου αξιόπιστη μαρτυρία από την οποία να προκύπτει ότι ο Λογαριασμός λειτουργούσε κατά τον τρόπο που περιέγραψε τη Ενάγουσα και το υπόλοιπο που δεικνύει είναι το ορθό. Υπενθυμίζω εδώ ότι η πλευρά της Εναγόμενης περιορίστηκε σε αμφισβήτηση συγκεκριμένων τιμολογίων, με τις θέσεις της να έχουν απορριφθεί. Σημειώνω επίσης εδώ ότι στην κατάσταση του Λογαριασμού παρουσιάζονται εκτενείς εγγραφές, οι οποίες αντιστοιχούν στα τιμολόγια που παρουσίασε ο κ. Χριστοδούλου στα πλαίσια της έγγραφης μαρτυρίας του, με την πλευρά της Εναγόμενης να μην έχει παρουσιάσει οιαδήποτε θετική θέση ως προς τα γεγονότα στη βάση, έστω, των τιμολογίων που η ίδια αμφισβήτησε. Σημειώνω ακόμη ότι, ουδόλως η Εναγόμενη προέβαλε τη θέση ότι κατέβαλε οιαδήποτε στην Ενάγουσα από τις 2.2.15, τελευταία ημερομηνία εγγραφής που παρουσιάζεται επί του Λογαριασμού.

 

25. Έχοντας τα πιο πάνω δεδομένα κατά νουν, κρίνω ότι η Ενάγουσα απέδειξε ότι κατά το χρόνο καταχώρησης της αγωγής η Εναγόμενη όφειλε στην Ενάγουσα, και συνεχίζει να οφείλει, το ποσό που παρουσιάζεται επί του Λογαριασμού, ήτοι το αξιούμενο ποσό.

 

(ζ)  Κατάληξη

26. Υπό το φως όλων των πιο πάνω η απαίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης για το ποσό των €25.162,96 πλέον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής, πλέον έξοδα όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(Υπ.)……………………………..

Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

Πιστόν αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 



[1] Βλ. παρ. 6 της Έκθεσης Υπεράσπισης.

[2] Βλ. παρ. 6 της ΕΔ Στυλιανού.

[3] Βλ. παρ. 4 της ΕΔ Στυλιανού.

[4] Βλ. παρ. 5 της ΕΔ Στυλιανού.

[5] Βλ. παρ. 6 της ΕΔ Στυλιανού.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο