: C&H Heat Flow Mechanical Contractors Ltd ν. Α. Aristotelous Constructions Ltd & Lakis Georgiou Construction Ltd Joint Venture κ.α., Aρ. Αγωγής: 4135/15, 26/5/2025
print
Τίτλος:
: C&H Heat Flow Mechanical Contractors Ltd ν. Α. Aristotelous Constructions Ltd & Lakis Georgiou Construction Ltd Joint Venture κ.α., Aρ. Αγωγής: 4135/15, 26/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Π. Ε. Δ.

                                                    Aρ. Αγωγής: 4135/15

 

Ημερομηνία:26/05/2025

Μεταξύ: C&H Heat Flow Mechanical Contractors Ltd, Από τη Λευκωσία

Εναγόντων

Και

1.    Α. Aristotelous Constructions Ltd & Lakis Georgiou Construction Ltd Joint Venture, Από την Πάφο

2.    Δήμος Πάφου, Από την Πάφο

Εναγομένων

 

Εμφανίσεις:

Για τους Ενάγοντες: κ. Γ. Παπαθεοδώρου

Για τους Εναγόμενους 1:κ. Ά. Γεωργιάδης μαζί με κα Χ. Χριστοφόρου

Για τους Εναγόμενους 2:κα Ά. Νεοφύτου

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Η αξίωση των Εναγόντων έναντι και των δύο Εναγομένων, είναι για το ποσό των €427.613, 25 ως αξία εργασιών και υλικών που τους πρόσφεραν για αποζημιώσεις για ζημιές που υπέστηκαν συνεπεία παράβασης συμφωνιών και παράβαση γραπτής συμφωνίας που έγινε το 2012 που αφορούσε τους Ενάγοντες ως υπεργολάβους των μηχανολογικών εγκαταστάσεων σχετικά με την ανέγερση του Νέου Δημοτικού Μεγάρου Πάφου, στο εξής Μέγαρο.

Η δικογραφημένη θέση των Εναγόντων, είναι ότι οι Εναγόμενοι 1 είχαν καταστεί επιτυχόντες προσφοροδότες της προσφοράς του Δήμου Πάφου με αριθμό 19/2010 που ανατέθηκε στους Εναγόμενους 1. Η συμφωνημένη περίοδος ολοκλήρωσης του έργου, ήταν 24 μήνες. Οι Ενάγοντες έκαναν γραπτή προσφορά προς τους Εναγόμενους 2 για να αναλάβουν την εκτέλεση και συμπλήρωση μηχανολογικών εγκαταστάσεων. Η προσφορά τους έγινε αποδεκτή στις 20/03/2012 από τους Εναγόμενους 2 για το συνολικό ποσό των €1.297.155. Ανέθεσαν και έδωσαν οδηγίες στους Εναγόμενους 1 που ήταν κύριοι εργολάβοι του έργου να προβούν σε γραπτή συμφωνία μεταξύ τους υπό των Εναγόντων ως διορισμένοι υπεργολάβοι για την εκτέλεση μηχανολογικών εγκαταστάσεων του Μεγάρου. Οι Ενάγοντες συνήψαν γραπτή συμφωνία τον Ιούνιο του 2012 υπεργολαβίας με τους Εναγόμενους 1. Οι Εναγόμενοι 1 ως κύριοι εργολάβοι είχαν τη συνολική ευθύνη για την εκτέλεση του έργου. Αρχιτέκτονες του έργου, ήταν ο Φίλιος Χαραλαμπίδης και Αργύρης Σολωμού. Οι εν λόγω αρχιτέκτονες ήταν μηχανικοί διορισμένοι από τους Εναγόμενους 2 ως σύμβουλοι ηλεκτρολόγων και μηχανολογικών μηχανικών του έργου. Οι Ενάγοντες έκαναν προπαρασκευαστικές εργασίες και ξεκίνησαν κανονικά την εκτέλεση των ανατεθέντων σε αυτούς εργασίες. Εκτέλεσαν εργασία αξίας €5.868. Οι μηχανικοί τους εξέδωσαν πιστοποιητικό στις 19/06/2013 και έδωσαν οδηγίες στους Εναγόμενους 1 και 2 να καταβάλουν στους Ενάγοντες €5.768. Αυτό το ποσό δεν είχε πληρωθεί μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής. Οι Εναγόμενοι 2 αποφάσισαν τη διακοπή των εργασιών ανέγερσης του Μεγάρου συνεπεία απρόβλεπτων οικονομικών συνθηκών. Η Εναγόμενη με επιστολή ημερομηνίας 11/12/2013 προς τους Ενάγοντες, τους ειδοποίησε ότι προέβηκαν σε λύση του συμβολαίου εξαιτίας υπαιτιότητας των Εναγομένων 2 και προέβησαν σε λύση της μεταξύ τους σύμβασης υπεργολαβίας.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΖΗΜΙΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΠΟΥ ΥΠΕΣΤΕΙΣΑΝ ΟΙ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ

A. Οι Ενάγοντες υπέστησαν τις ακόλουθες απώλειες/ζημίες τις οποίες αυτοί αξιούν εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 από κοινού ή/και κεχωρισμένα:

1.(α) €118.806.92σ. ως απώλειες/ζημίες που έχουν υποστεί οι Ενάγοντες

για υπολογιζόμενη περίοδο 19 μηνών ήτοι μεταξύ της ή περί της 16.1.2012 ημερομηνίας έναρξης των εργασιών υπό των Εναγόντων μέχρι την λύση της συμφωνίας υπό των Εναγομένων 1 την ή περί την 11.12.2013. Κατά την περίοδο αυτή δεν είχε καταστεί δυνατή η εκτέλεση οποιοσδήποτε ουσιαστικής εργασίας υπό των Εναγόντων, για λόγους μη οφειλομένους σε αυτούς αλλά στους Εναγομένους ή στον ένα από τους δύο Εναγομένους ή και στους δύο μαζί από κοινού.

 

(β) Οι Ενάγοντες είχαν δεσμεύσει κατάλληλο τεχνικό προσωπικό και εργατικό δυναμικό για την στην παράγραφο 14 A (1) (α) αναφερόμενη περίοδο για να είναι σε θέση να αρχίσουν και ολοκληρώσουν εμπρόθεσμα τις υπ’ αυτών αναληφθείσες εργασίες. Το προσωπικό αυτό των Εναγόντων υποαπασχολείτο εν αναμονή της συνέχισης της εκτέλεσης του έργου - ΜΕΓΑΡΟΥ του οποίου η ανέγερση σημείωσε μεγάλες καθυστερίσεις μη οφειλόμενες στους Ενάγοντες.

(γ) Συνεπεία της υπό των Εναγομένων δημιουργηθείσης μεγάλης καθυστέρισης υπήρχε έλλειψη μετώπου εργασίας αναφορικά με τους Ενάγοντες με αποτέλεσμα οι Ενάγοντες να απασχολούν προσωπικό με ζημία - κόστος το οποίο ανήλθε σε €118.806.92σ. ποσό το οποίο αυτοί αξιούν ως αποζημιώσεις εναντίον των Εναγομένων.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΞΙΩΜΕΝΟΥ αυτού ποσού των €118.851,92σ.

 

1.     €32.205.00 ως απώλεια - ζημίες λόγω υποαπασχόλησης

     προσωπικού διοίκησης των Εναγόντων και επίβλεψης του εργοταξίου που αποτελείτο από ένα μηχανικό, ένα μηχανικό εργοταξίου και ένα επιστάτη για περίοδο 19 μηνών.

2.     €86.601.92 ως απώλεια λόγω υποαπασχόλησης εργατικού

     δυναμικού των Εναγόντων, ήτοι τριών τεχνικών και ενός βοηθού τεχνικού για περίοδο 19 μηνών ΣΥΝΟΛΟ €118.806.92σ. Α (γ) (1) και (2) πιο πάνω.

Β. €2.550.00σ. ως το κόστος για τεχνικό προσωπικό για περίοδο 85 ωρών

προς €30.- την ώρα το οποίο απαιτήθηκε από τους Ενάγοντες για την ετοιμασία με σκοπό την υποβολή των μηχανημάτων για έγκριση από τους Εναγομένους και την ετοιμασία συντονιστικών σχεδίων ως και τον υπολογισμό και διακρίβωση των αναγκών με σκοπό την εξασφάλιση των αναγκαίων μηχανημάτων των απαραίτητων για την εκτέλεση του έργου.

Γ. €300.388.33σ.ως αποζημιώσεις για ζημίες τις οποίες οι Ενάγοντες έχουν

υποστεί όπως αυτές έχουν προκύψει από την συνεισφορά στα γενικά έξοδα λειτουργίας της Εταιρείας τους και το προσδοκόμενο/αναμενόμενο κέρδος το οποίο αυτοί θα είχαν εάν το έργο δεν διακόπτετο ή εάν το έργο/ΜΕΓΑΡΟ ολοκληρώνετο. Το αξιούμενο ποσό αντιστοιχεί στο 21.5% του ποσού των €1.397.155.00.- που ήταν το συμφωνηθέν ποσό με το οποίο ανατέθηκε από τους Εναγομένους προς τους Ενάγοντες για την ολοκλήρωση των εις αυτούς ανατεθεισών εργασιών όπως στην παράγραφο 5 πιο πάνω εκτίθεται.

Για τους λόγους οι οποίοι εκτίθενται πιο πάνω οι Ενάγοντες αξιούν εναντίον των Εναγομένων από κοινού ή και ξεχωριστά τα ακόλουθα ποσά:

    Α. € 5.868.00σ.όπως στη παράγραφο 8 πιο πάνω εκτίθεται πλέον ΦΠΑ

    B. €118.806.92σ. όπως στη παράγραφο 14 Α. 1 (α) μέχρι και 1 (γ) πιο πάνω     εκτίθεται πλέον ΦΠΑ

    Γ.  €2.500.00σ. όπως στην παράγραφο 14Β. πιο πάνω εκτίθεται πλέον ΦΠΑ

    Δ. €300.388.33σ. όπως στη παράγραφο 14 Γ. πιο πάνω εκτίθεται πλέον ΦΠΑ €427.613.25σ. ΣΥΝΟΛΟ αξίωσης των Εναγόντων εναντίον των Εναγομένων όπως τα Α+Β+Γ+Δ πιο πάνω πλέον ΦΠΑ

Η δικογραφημένη Υπεράσπιση των Εναγομένων 1, είναι ότι αποκλειστική αρμοδιότητα για την εκδίκαση της διαφοράς είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου. Επίσης εγείρουν προδικαστικό ζήτημα κατάχρησης διαδικασίας, ενόψει του περιεχομένου της αγωγής, που είναι όμοιο με την αγωγή 2521/15 εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 και της Τράπεζας Κύπρου Λτδ. Επίσης εγείρουν θέμα, ότι οι σύμβουλοι δεν είχαν δικαίωμα να εκδίδουν πιστοποιητικό πληρωμής προς τους Ενάγοντες. Η πληρωμή στους Ενάγοντες θα γινόταν εντός 14 ημερών από την καταβολή από τους Εναγόμενους 2 στους Εναγόμενους 1. Το ποσό που θα είχε καταστεί οφειλόμενο δυνάμει πιστοποιητικού πληρωμής θα εκδιδόταν από τους αρχιτέκτονες και το ποσό αφορούσε εργασίες και απαιτήσεις των Εναγόντων. Οι Ενάγοντες με επιστολές τους, εγκατέλειψαν και παραιτήθηκαν και κωλύονται να προωθήσουν αξίωση εναντίον των Εναγομένων 1. Η αγωγή δεν ήταν λογικά αναγκαία και συνεπώς, όλα τα έξοδα της αγωγής, πρέπει να πληρωθούν από τους Ενάγοντες. Αρνούνται ισχυρισμούς ότι οι Ενάγοντες υπέστηκαν απώλειες και ζημιές που αναφέρονται στην έκθεση απαίτησης.

Η δικογραφημένη θέση του Εναγόμενου 2, είναι ότι οι Ενάγοντες δεν νομιμοποιούνται στην καταχώρηση της αγωγής, επειδή δεν υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα εναντίον τους. Το συμβόλαιο υπεργολαβίας που υπογράφηκε μεταξύ των Εναγόντων και του Εναγόμενου 1, δεν δημιουργεί συμβατική σχέση μεταξύ των Εναγόντων ως υπεργολάβο και του Εναγόμενου 2 ως εργοδότη και παραπέμπουν στο άρθρο 4.3 του συμβολαίου υπεργολαβίας. Επίσης το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο επειδή η βάση της αγωγής προέκυψε εξ' ολόκληρου εντός των ορίων της Επαρχίας Πάφου. Οι Εναγόμενοι 1 και 2, δραστηριοποιούνται εντός της Επαρχίας Πάφου. Το συμβόλαιο εργολαβίας υπογράφτηκε μεταξύ των Εναγομένων 1 και 2 για την ανέγερση του Νέου Δημοτικού Μεγάρου Πάφου. Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις αφορούσαν μηχανολογική εγκατάσταση του Δημοτικού Μεγάρου Πάφου. Επίσης η καταχώρηση της αγωγής είναι κατάχρηση της διαδικασίας, διότι είναι όμοια με την αγωγή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με αριθμό 2521/15.

Μεταξύ των Εναγομένων 1 και 2, διεξάχθηκε στα πλαίσια της αγωγής διαδικασία συνεναγομένων με αποτέλεσμα οι Εναγόμενοι 1 και 2 να ανταλλάξουν μεταξύ τους δικόγραφα. Προβάλλουν οι Εναγόμενοι 1 τα εξής:

Οι Εναγόμενοι  αρ.1 αμφισβητούν την αξίωση των εναγόντων για τους λόγους που εκτίθενται στην έκθεση υπεράσπισης  τους ημερ.10/05/2016 αλλά, στην περίπτωση που η εν λόγω αξίωση επιτύχει ολικά ή μερικά, οι εναγόμενοι αρ.1 απαιτούν και ισχυρίζονται πως δικαιούνται σε κάλυψη  και/ή αποζημίωση  από τους εναγόμενους αρ.2 για τέτοιο ποσό της απόφασης, περιλαμβανομένων τόκων, εξόδων και ΦΠΑ, όσο οι εναγόμενοι αρ.1 κληθούν να πληρώσουν στους ενάγοντες, καθώς επίσης για τα έξοδα υπεράσπισης των εναγόμενων αρ.1 και τα έξοδα απαίτησής τους εναντίον των εναγόμενων αρ.2, επειδή ο λόγος που προκάλεσε έγερση της αγωγής, δηλαδή ο τερματισμός της σύμβασης της παρ.6, είναι υπαιτιότητα των εναγόμενων αρ.2 και/ή του μη προσδιορισμού και/ή τη μη καταβολή από τους εναγόμενους αρ.2 στους εναγόμενους αρ.1 οποιουδήποτε ποσού συνεπεία του τερματισμού της σύμβασης της παρ.4.

Ήταν ρητοί και/ή εξυπακουόμενοι όροι του Συμβολαίου ότι:

Α) Οι πληρωμές από τους εναγόμενους αρ.2 στους εναγόμενους αρ.1 θα γίνονταν με τη μέθοδο της έκδοσης της έκδοσης πιστοποιητικών πληρωμής από τους αρχιτέκτονες Φίλιο Χαραλαμπίδη και Αργυρό Σολωμού («οι Μηχανικοί»)

Β)Τα Πιστοποιητικά Ενδιάμεσων Πληρωμών θα ήταν πληρωτέα εντός 28 ημερών από την παράδοσή τους στους εναγόμενους αρ.2

Γ)Οι εναγόμενοι αρ.1 θα είχαν το δικαίωμα να τερματίσουν το Συμβόλαιο με ειδοποίηση προς τους εναγόμενους αρ.2, που θα καθίστατο ενεργός 14 ημέρες μετά την επίδοση της ειδοποίησης, μεταξύ άλλων, στις περιπτώσεις που:

1. Οι εναγόμενοι αρ.2 θα παρέλειπαν εντός 56 ημερών από τη λήξη της περιόδου της υποπαραγράφου (β), παραπάνω, να καταβάλουν  στους εναγόμενους αρ.1 οποιοδήποτε ποσό που θα ήταν οφειλόμενο σύμφωνα με Ενδιάμεσο Πιστοποιητικό Πληρωμής ή

2. Οι εναγόμενοι αρ.2 θα επέδιδαν ειδοποίηση στους εναγόμενους αρ.1 ότι για απρόβλεπτους οικονομικούς λόγους είναι αδύνατο για τους εναγόμενους αρ.2 να συνεχίσουν να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους από το Συμβόλαιο.

Δ)Σε περίπτωση τερματισμού του Συμβολαίου από τους εναγόμενους αρ.1, οι ίδιοι θα όφειλαν με κάθε εύλογη ταχύτητα οι ίδιοι να απομακρυνθούν και να απομακρύνουν το προσωπικό, τους συνεργάτες, τα μηχανήματα, εργαλεία, υλικά και οποιαδήποτε άλλα κινητά τους, και επίσης να διευκολύνουν τους υπεργολάβους τους να απομακρυνθούν, από το Έργο.

      Ε)Σε περίπτωση τερματισμού του Συμβολαίου από τους εναγόμενους αρ.1 όπως προνοείται στην υποπαράγραφο (γ), παραπάνω, οι Μηχανικοί θα όφειλαν, αφού διαβουλεύονταν πρώτα με τους Εναγόμενους αρ.1 και τους εναγόμενους αρ.2, να προσδιορίσουν τα πρακτικά ενωρίτερο και/ή εντός εύλογου χρόνου από τον τερματισμό και/ή την παράδοση του εργοταξίου του Έργου από τους εναγόμενους αρ.1 στους εναγόμενους αρ.2, οποιαδήποτε ποσά ήταν πληρωτέα, λαμβάνοντας υπόψη και/ή συμψηφίζοντας τα δικαιώματα των εναγόμενων αρ.1 και, μεταξύ άλλων, αυτά της υποπαραγράφου (στ), παρακάτω, με οποιεσδήποτε εκκρεμείς οφειλές των εναγομένων αρ.1 προς τους εναγόμενους αρ.2 για προκαταβολές και άλλα ποσά.

ΣΤ)Σε περίπτωση τερματισμού του Συμβολαίου από τους εναγόμενους αρ.1 όπως προνοείται στην υποπαράγραφο (γ), παραπάνω, οι ίδιοι θα είχαν το δικαίωμα να αξιώσουν από τους εναγόμενους αρ.2 πληρωμή, μεταξύ άλλων για:

               i.        Οποιαδήποτε εργασία εκτελέστηκε πριν τον τερματισμό του Συμβολαίου,

              ii.        Τα πληρωτέα ποσά αναφορικά με οποιαδήποτε προκαταρκτικά έξοδα και το κατάλληλο ποσοστό τέτοιων εξόδων,

             iii.        Τα έξοδα υλικών, μηχανικού εξοπλισμού και εμπορευμάτων που εύλογα είχαν παραγγελθεί για το Έργο,

            iv.        Τα έξοδα που εύλογα προέκυψαν από την αναμονή και/ή  προσδοκία συμπλήρωσης του Έργου

              v.        Τα έξοδα απομάκρυνσης από το Έργο του προσωπικού, των συνεργατών, μηχανημάτων, εργαλείων, υλικών και οποιωνδήποτε υλικών τους,

            vi.        Την απώλεια κέρδους και/ή άλλη απώλεια και ζημιά που θα προέκυπτε σε σχέση και/ή ως συνέπεια του τερματισμού, περιλαμβανομένης της απώλειας και ζημιάς των εναγόμενων αρ.1 που θα προέκυπτε από την αποζημίωση των διορισμένων υπεργολάβων του Έργου λόγω του τερματισμού των συμβολαίων τους με τους εναγόμενους αρ.1 και

           vii.        Οποιαδήποτε ποσά ήταν και/ή θα καθίσταντο οφειλόμενα από τους εναγόμενους αρ.1 προς υπεργολάβους και/ή προμηθευτές του Έργου, πέραν αυτών της υποπαραγράφου (vi), παραπάνω.

 

Οι μηχανικοί στις 14/12/2012 εξέδωσαν και παρέδωσαν στους Εναγόμενους 2 το πιστοποιητικό ενδιάμεσης πληρωμής ποσού €582.452 πλέον ΦΠΑ που ήταν πληρωτέο μέχρι 15/01. Έναντι του πιστοποιητικού πληρώθηκε το ποσό των €400.000. Στις 16/04/2013 οι μηχανικοί παρέδωσαν στους Εναγόμενους 2 το πιστοποιητικό ενδιάμεσης πληρωμής για το ποσό των €220.285 πλέον ΦΠΑ. Πλήρωσαν οι Εναγόμενοι 2 στους Εναγόμενους 1 €100.000 και επίσης €120.812 στις 11/07/2013, αλλά δεν πλήρωσαν το υπόλοιπο. Επίσης οι μηχανικοί παρέδωσαν πιστοποιητικό ενδιάμεσης πληρωμής ύψους €192.867. Οι Εναγόμενοι πλήρωσαν το ποσό των €96.443, αλλά αρνήθηκαν να πληρώσουν το υπόλοιπο οφειλόμενο. Εκδόθηκε επίσης το πιστοποιητικό πληρωμής 9 για το ποσό των €53.804. Οι Εναγόμενοι 2 αρνήθηκαν να πληρώσουν το πιστοποιητικό 9. Στις 26/09/2013 οι Εναγόμενοι 2 επέδωσαν ειδοποίηση στους Εναγόμενους 1 ότι για απρόβλεπτους, οικονομικούς λόγους τερματίζουν το συμβόλαιο εξαιτίας υπαιτιότητας των Εναγομένων 2. Την ίδια ημέρα, οι Εναγόμενοι 1 τερμάτισαν το συμβόλαιο του εργολάβου στις 19/12/2013 και επίσης, οι ενάγοντες τερμάτισαν τη συμφωνία υπεργολαβίας στις 11/12/2013. Οι μηχανικοί στις 17/12/2013 εξέδωσαν και παρέδωσαν στους Εναγόμενους 2 πιστοποιητικό ενδιάμεσης πληρωμής 10 για το ποσό €38.763 πλέον ΦΠΑ. Οι Εναγόμενοι απομάκρυναν το προσωπικό τους, τους συνεργάτες και τα εργαλεία τους από το έργο και παρέδωσαν το εργοτάξιο στους Εναγόμενους 2. Οι μηχανικοί αρνήθηκαν και παρέλειψαν και δεν συνεργάστηκαν οι Εναγόμενοι 2 με τους μηχανικούς για να συμψηφίσουν δυνάμει του συμβολαίου τα ποσά που όφειλαν στους Εναγόμενους 1. Οι Εναγόμενοι 1, καταχώρησαν αγωγή εναντίον των Εναγομένων 2 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου την αγωγή 144/15.

Η θέση των Εναγομένων 2 έναντι των Εναγομένων 1, είναι ότι το Δικαστήριο Λευκωσίας είναι αναρμόδιο να εκδικάσει την αγωγή. Επίσης o Εναγόμενος 1 δεν συμφώνησε να μειώσει και να μετριάσει τις ζημιές του και δεν απέδειξε τις ζημιές του.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Πρώτος μάρτυρας ΜΕ1, ήταν ο Νίκος Κωνσταντίνου διευθυντής της Ενάγουσας εταιρείας που ξέρει προσωπικά τα γεγονότα. Επαλήθευσε ουσιώδη γεγονότα που δικογραφούνται στην αγωγή. Στις 14/09/2011 έκαναν γραπτή προσφορά προς τους Εναγόμενους 2 και προσφέρθηκαν να αναλάβουν την εκτέλεση και συμπλήρωση μηχανολογικών εγκαταστάσεων στο Μέγαρο. Την 20/03/2012 η προσφορά τους έγινε αποδεκτή από τους Εναγόμενους 2 για το συνολικό ποσό των €1.397.155 και έδωσαν οδηγίες στους Εναγόμενους 1 που ήταν κυρίως οι εργολάβοι να προβούν σε γραπτή συμφωνία μεταξύ τους. Τον Ιούνιο του 2011 οι Ενάγοντες συνήψαν γραπτή συμφωνία υπεργολαβίας με τους Εναγόμενους 1 που είχε ως βάση τους όρους της προηγηθείσας συμφωνίας που είχε επιτευχθεί μεταξύ Εναγομένων 1 και 2. Οι Εναγόμενη 1 είχε συνολική ευθύνη για την εκτέλεση του έργου. Μέχρι την 19/06/2013 οι Ενάγοντες είχαν εκτελέσει εργασίες συνολικής αξίας €5.868. Μέχρι σήμερα το ποσό αυτό δεν έχει πληρωθεί. Οι Εναγόμενοι 2 στις 26/09/2013 πληροφόρησαν τους Εναγόμενους 1 ότι αποφάσισαν τη διακοπή των εργασιών συνεπεία απρόβλεπτων οικονομικών συνθηκών που οδήγησε τους Εναγόμενους 2 σε αδυναμία ολοκλήρωσης του έργου και οι Εναγόμενοι προχώρησαν στη λύση του συμβολαίου εξ' υπαιτιότητας του Εναγόμενου 2. Μετά από προτροπή των Εναγομένων 1, οι Ενάγοντες στις 25/06/2014 υπέβαλαν γραπτή απαίτηση για οικονομικές αποζημιώσεις που θα υπέβαλλαν προς τους μηχανικούς. Το έκαναν αυτό χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων τους.

Ειδικότερα συνεπεία της αντισυμβατικής συμπεριφοράς των Εναγομένων 1 και 2 ή/και εκατέρου τούτων είτε συνεπεία της υπ’ αυτών παράβασης των ρητών ή/και εξυπακουόμενων όρων των πιο πάνω περιγραφόμενων συμφωνιών, οι Ενάγοντες υπέστησαν ζημίες και έξοδα. Οι ζημίες συνίστανται σε ζημίες/απώλειες που αυτοί υπέστησαν συνεπεία της υποαπασχόλησης του προσωπικού τους και εργατικού δυναμικού το οποίο προορίζετο να εργασθεί για την εκτέλεση του έργου/«ΜΕΓΑΡΟΥ», στην ετοιμασία κατασκευαστικών σχεδίων, ετοιμασία και υποβολή μηχανημάτων προς έγκριση, απώλειας συνεισφοράς στα γενικά έξοδα των Εναγόντων και στο κέρδος το οποίο οι Ενάγοντες θα πραγματοποιούσαν εάν δεν επεσυνέβαινε η καταγγελία των συμφωνιών και το οποίο κέρδος αυτοί θα πραγματοποιούσαν συνεπεία της κανονικής πορείας των πραγμάτων ή ως το λογικό, αναμενόμενο και προσδοκώμενο υπό τις περιστάσεις κέρδος το οποίο αυτοί θα πραγματοποιούσαν εάν η υπό αναφορά συμφωνία/προσφορά για το «ΜΕΓΑΡΟ» εκτελείτο κανονικά από αυτούς, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις των προσφορών/συμφωνιών οι οποίες είχαν συναφθεί αφ’ ενός μεταξύ των Εναγόντων και των Εναγομένων και αφ’ ετέρου.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΖΗΜΙΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΠΟΥ ΥΠΕΣΤΕΙΣΑΝ ΟΙ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ

1.(α) Οι Ενάγοντες υπέστησαν τις ακόλουθες απώλειες/ζημίες τις οποίες αυτοί αξιούν εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 από κοινού ή/και κεχωρισμένα: €118.806.92σ. ως απώλειες/ζημίες που έχουν υποστεί οι Ενάγοντες για υπολογιζόμενη περίοδο 19 μηνών ήτοι μεταξύ της ή περί της 16.1.2012 ημερομηνίας έναρξης των εργασιών αναφορικά με το «ΜΕΓΑΡΟ» υπό των Εναγόντων μέχρι την λύση της συμφωνίας υπό των Εναγομένων 1 την ή περί την 11.12.2013 όπως στο ΤΕΚΜΗΡΙΟ «6» εκτίθεται. Κατά την περίοδο αυτή δεν είχε καταστεί δυνατή η εκτέλεση οποιοσδήποτε ουσιαστικής εργασίας υπό των Εναγόντων, πέραν αυτής η οποία περιγράφεται στο ΤΕΚΜΗΡΙΟ «4» σχετικά με το ΜΕΓΑΡΟ για λόγους μη οφειλόμενους σε αυτούς αλλά στους Εναγομένους ή στον ένα από τους δύο Εναγομένους ή και στους δύο μαζί από κοινού.

(β) Οι Ενάγοντες είχαν δεσμεύσει κατάλληλο τεχνικό προσωπικό και εργατικό δυναμικό για την στην παράγραφο 17 A (1) (α) αναφερόμενη περίοδο για να είναι σε θέση να αρχίσουν και ολοκληρώσουν εμπρόθεσμα τις υπ' αυτών αναληφθείσες εργασίες. Το προσωπικό αυτό των Εναγόντων υποαπασχολείτο εν αναμονή της συνέχισης της εκτέλεσης του έργου - ΜΕΓΑΡΟΥ του οποίου η ανέγερση σημείωσε μεγάλες καθυστερήσεις μη οφειλόμενες στους Ενάγοντες. (γ) Συνεπεία της υπό των Εναγομένων δημιουργηθείσης μεγάλης καθυστέρησης για την έναρξη του έργου υπήρχε έλλειψη μετώπου εργασίας αναφορικά με τους Ενάγοντες με αποτέλεσμα οι Ενάγοντες να απασχολούν προσωπικό με ζημία - κόστος το οποίο ανήλθε σε €118.806.92σ. ποσό το οποίο αυτοί αξιούν ως αποζημιώσεις εναντίον των Εναγομένων. Αυτό υπολογίζεται ως ακολούθως:

(1)   €32.205.00 €86.601.92 ως απώλεια - ζημίες λόγω υποαπασχόλησης προσωπικού διοίκησης των Εναγόντων και επίβλεψης του εργοταξίου που αποτελείτο από ένα μηχανικό, ένα μηχανικό εργοταξίου και ένα επιστάτη για περίοδο 19 μηνών.

(2)   €86.601.92 ως απώλεια λόγω υποαπασχόλησης εργατικού δυναμικού των Εναγόντων, ήτοι τριών τεχνικών και ενός βοηθού τεχνικού για περίοδο 19 μηνών

ΣΥΝΟΛΟ €118.806.92σ.

Επίσης αξιώνουν τα ακόλουθα:

Β. €2.550.00σ. ως το κόστος για τεχνικό προσωπικό για περίοδο 85 ωρών προς €30.- την ώρα το οποίο απαιτήθηκε από τους Ενάγοντες για την ετοιμασία με σκοπό την υποβολή των μηχανημάτων για έγκριση από τους Εναγομένους και την ετοιμασία συντονιστικών σχεδίων ως και τον υπολογισμό και διακρίβωση των αναγκών με σκοπό την εξασφάλιση των αναγκαίων μηχανημάτων των απαραίτητων για την εκτέλεση του έργου.

Γ. €300.388.33σ.ως αποζημιώσεις για ζημίες τις οποίες οι Ενάγοντες έχουν υποστεί όπως αυτές έχουν προκόψει από την συνεισφορά στα γενικά έξοδα λειτουργίας της Εταιρείας τους και το προσδοκόμενο/αναμενόμενο κέρδος το οποίο αυτοί θα είχαν εάν το έργο δεν διακόπτετο ή εάν το έργο/ΜΕΓΑΡΟ ολοκληρώνετο. Το αξιούμενο ποσό αντιστοιχεί στο 21.5% του ποσού των €1.397.155.00.- που ήταν το συμφωνηθέν ποσό με το οποίο ανατέθηκε από τους Εναγομένους προς τους Ενάγοντες για την ολοκλήρωση των εις αυτούς ανατεθεισών εργασιών όπως στην παράγραφο 7 πιο πάνω εκτίθεται.

Αντεξεταζόμενος, ο μάρτυρας ανέφερε ότι είχε υπόψη του πρακτικά του Δήμου Πάφου που είχαν κατατεθεί ως Τεκμήρια. Όσον αφορά τη διαδικασία για να πληρωθεί ως υπεργολάβος, ανέφερε ότι όταν κατακυρωθεί η προσφορά, αρχίζουν στο γραφείο την ετοιμασία υλικών για έγκριση κατασκευαστικών σχεδίων και παραγγελίες μηχανημάτων υλικών. Γίνονταν συναντήσεις περίπου κάθε 15 μέρες. Ετοίμαζαν πιστοποιητικό πληρωμής προς τους συμβούλους μηχανολόγους που είχε διορίσει το δημαρχείο και τους έστελναν πιστοποιητικό πληρωμής. Στη συνέχεια τα έστελναν στον επιμετρητή ποσοτήτων για να εκδώσει διατακτικό για να πληρωθούν. Αυτό αφορούσε διατακτικό όλων των διαδίκων των εργολάβων και των υπεργολάβων. Ήταν διατακτικό το οποίο συμπεριλάμβανε και τους Ενάγοντες που το υπέγραφε και ο αρχιτέκτονας. Υπέδειξε πιστοποιητικό πληρωμής, όπου φαίνεται το ποσό που δικαιούνται οι Ενάγοντες, ήτοι την επιστολή του επιμετρητή ημερομηνίας 05/12/2013. Το διατακτικό συμπεριλαμβάνει τα πάντα. Είναι οι πληρωμές και η ανάλυση των πληρωμών. Παραδέχτηκε ότι του ζητήθηκε από τους Εναγόμενους 1 να δώσει τις απαιτήσεις του για να υποβληθούν στον Δήμο Πάφου. Τα έχουν δώσει και τα χειρίζεται ο δικηγόρος τους. Για τα ποσά που ζητά, οι υπολογισμοί είχαν ανατεθεί στην εταιρεία ηλεκτρονικά. Αναφορικά με το θέμα της εγγυητικής, ανέφερε ότι απροειδοποίητα η Τράπεζα Κύπρου είχε πάρει από τον λογαριασμό τους το ποσό των €131.000 και τα έδωσε στον Δήμο Πάφου χωρίς να τους ενημερώσει κανείς. Αναφορικά με τον λόγο που έκαναν ξεχωριστή αγωγή, απάντησε ότι θα τους απαντήσει ο δικηγόρος. Κατά τον επίδικο χρόνο, δεν παρείχαν άλλες υπηρεσίες σε άλλους , εκτός από την εκτέλεση του έργου. Αυτή η απαίτηση αφορά την υποβολή και προετοιμασία προσφοράς και προσφορά για την χρήση μηχανημάτων και κατασκευαστικών σχεδίων. Δεν αφορά εκτελεσθείσα εργασία στο εργοτάξιο. Για τη διαδικασία με την οποία προχώρησαν προς τον εργολάβο παρέπεμψε στο Τεκμήριο 4. Ζήτησαν αποζημιώσεις και για άλλην εκτελεσθείσα εργασία με πιστοποιητικό πληρωμής προς τον σύμβουλο, αλλά αυτό δεν είναι μέσα στα έγγραφα που παρουσίασε. Για το ποσό εκείνο οι εργολάβοι, Εναγόμενοι 1 δεν πληρώθηκαν κάποιο ποσό. Αναφορικά με τη διαδικασία καθορισμού τύπου και ποσότητας μηχανημάτων, στο στάδιο της κατακύρωσης της προσφοράς, αναφερόταν σε συγκεκριμένο μηχάνημα αν έπρεπε να εγκατασταθεί. Ζήτησαν κάποιο ποσό για υλικά και μηχανήματα. Αυτή η εργασία έγινε μετά που υπέβαλαν προσφορά. Όσον αφορά χρέωση για τεχνικό προσωπικό €30 την ώρα, ο μάρτυρας ανέφερε ότι αυτά είναι θέματα λογιστών και επιμετρητών και δεν γνωρίζει αν είναι στο συμβόλαιο. Όσον αφορά τα δεδομένα πάνω στα οποία βασίστηκε ο κύριος Σφήκας για να κάνει τους υπολογισμούς του, πιθανόν να του τα έδωσε ο ίδιος ο μάρτυρας. Με βάση τα στοιχεία που φαίνονται στο Τεκμήριο 11, προκύπτει ότι ξεκίνησε και εργάστηκε ο εργολάβος μέχρι τις 30/09/2013. Η συμφωνία προνοούσε 10 μέρες ηλεκτρολογικής διασωλήνωσης τον Ιούλιο του 2013. Πραγματοποιήθηκαν επίσης 14 μέρες για ηλεκτρομηχανολογική εγκατάσταση και 8 μέρες διασωλήνωσης τον Οκτώβριο του 2013. Μέχρι τον Σεπτέμβρη του 2013, οι Ενάγοντες εκτέλεσαν αξία εργασίας το ποσό των  €6.520. Συμφώνησε ο μάρτυρας ότι οι Εναγόμενοι 1 δεν πληρώθηκαν κάποιο ποσό που θα έπρεπε να το αποδώσουν στους Ενάγοντες. Το ότι το έργο διεξαγόταν στην Πάφο, δεν θα είχε αντίχτυπο στην κερδοφορία της εταιρείας. Επίσης, κατά το επίδικο διάστημα 2012‑2013 είχαν και άλλο εργατικό προσωπικό για άλλο έργο στην Πάφο. Το συγκεκριμένο έργο ήταν τετραπλάσιο σε μέγεθος. Στην προσφορά του 2011 δεν υπήρχε ανάλυση για το αναμενόμενο κέρδος των Εναγόντων. Είναι σωστό ότι θα έκαναν πρόταση για τα μηχανήματα που θα χρησιμοποιούσαν στο έργο. Για τους λογαριασμούς της εταιρείας για το έτος 2008 και 2011, δεν μπορούσε να πει κατά πόσο τα έξοδα που καταγράφονται, σχετίζονται με την εκτέλεση έργων ή με εργασίες συντήρησης ή άλλες υπηρεσίες. Ούτε μπορούσε να προσδιορίσει γιατί αυξήθηκαν εισοδήματα από το 2010 σε σύγκριση με το 2009. Στην υποβολή ότι δεν μπορούσε στη βάση των λογαριασμών να εξαχθεί συμπέρασμα για αναμενόμενο κέρδος των Εναγόντων, απάντησε ο μάρτυρας ότι θα το πουν οι εμπειρογνώμονες. Συμφώνησε ότι δεν υπέγραψε η Ενάγουσα εταιρεία σύμβαση με τον Δήμο Πάφου για το έργο. Ο οικονομικός τους σύμβουλος, ήταν ανεξάρτητος.

Ο Μ.Ε.2, Ανδρέας Σφήκας, είναι πολιτικός μηχανικός από το 2006 και η εμπειρογνωμοσύνη του έγινε παραδεκτή. Μετά τον τερματισμό του συμβολαίου κλήθηκε να εξετάσει έκθεση για ό,τι αφορά τις αποζημιώσεις που προκύπτουν από τον τερματισμό του συμβολαίου που έγινε από τους ιδιοκτήτες του έργου. Η έκθεση που ετοίμασε, είναι το Τεκμήριο 7. Επί της έκθεσης έκανε κάποιες διορθώσεις. Διευκρίνισε ότι το κόστος €91.159 στη σελίδα 6 της έκθεσης, τελικά δεν μπορεί να τεκμηριωθεί διότι δεν έχει πάρει στοιχεία για την υποαπασχόληση του εργατικού δυναμικού. Το μόνο ποσό που μπορεί να τεκμηριώσει, είναι το ποσό των €9.805. Το αποτέλεσμα ήταν η μείωση της απαίτησης κατά €82.000. Το ποσό των ωρών που έχουν καταναλωθεί για την ετοιμασία των κατασκευαστικών σχεδίων, προς €ζ30 την ώρα, το βρίσκει λογικό να το διεκδικήσει η ενάγουσα.

Έχει δώσει ξανά μαρτυρία στα πλαίσια του έργου στο Δικαστήριο της Πάφου εκ μέρους του Αριστοτέλη και Λάκη Κοινοπραξία εναντίον του Δήμου Πάφου. Εκείνη η διαδικασία έχει ολοκληρωθεί και έχει επιφυλαχθεί απόφαση. Ο μηχανικός του έργου με βάση το συμβόλαιο, είναι ο μόνος που έχει την αρμοδιότητα να εκδίδει πιστοποιητικά πληρωμής προς τον εργοδότη. Αναγνώρισε το πιστοποιητικό αριθμός 10. Επί του πιστοποιητικού γίνεται αναφορά στους ενάγοντες στην προτελευταία σελίδα στον βασικό πίνακα που επισυνάπτεται με κάθε πιστοποιητικό πληρωμής. Κατατέθηκε ως Τεκμήριο 15 το ποσό προς πληρωμή ύψους €5.216 που διαφοροποιήθηκε με βάση τους όρους του συμβολαίου που προνοούν για επιστροφή μέρος της προκαταβολής και για το ποσό της κράτησης. Στη στήλη 8 φαίνεται ότι έχει γίνει €652 κράτηση προκαταβολής και στη στήλη 9 φαίνεται η προκαταβολή για το ποσό των €652, σύνολο κρατήσεων €1.304. Προκύπτει ότι το τελικό πληρωτέο ποσό από τον εργοδότη ήταν ποσό €5.216. Στην αρχή του έργου έγινε μία προκαταβολή που πρέπει να επιστραφεί σταδιακά στον εργοδότη με βάση την εκτελεσθείσα εργασία. Πέραν της επιστροφής της κράτησης, γίνεται μία άλλη κράτηση ούτως ώστε να υπάρχουν κάποια λεφτά μέχρι το τέλος του συμβολαίου για τυχόν επιδιορθώσεις ελαττωματικής εργασίας. Συμφώνησε ότι στην περίπτωση που εισέπραξε ο υπεργολάβος την προκαταβολή, θα έπρεπε να επιστραφεί το ποσό της προκαταβολής μείον το ποσό που είναι στη στήλη 8 που αφαιρέθηκε ήδη από τον πελάτη. Διαφορετικά είναι σαν να έδωσε ο εργοδότης προκαταβολή €100.131 και πήρε πίσω 131.652. Το ποσό του τελικού λογαριασμού για την εταιρεία, είναι €6.520. Οι επιμετρητές ποσοτήτων συνήθως διορίζονται από τον εργοδότη. Το πιστοποιητικό είναι το Τεκμήριο 15. Το Τεκμήριο 14, είναι απόσπασμα της Αίτησης για τελικό λογαριασμό που υπέβαλε ο εργολάβος. Σε αυτό το έγγραφο, οι Εναγόμενοι 1 περιέλαβαν όλες τις απαιτήσεις των Εναγόντων, όμως δεν βλέπει να υπάρχει απαίτηση για απώλεια κέρδους του εργολάβου.

Διευκρίνισε αντεξεταζόμενος, ότι δεν γνωρίζει αν έχει περιλάβει ο Εναγόμενος 1 το συγκεκριμένο σημείο ως μέρος των αποζημιώσεων διότι δεν καταγράφεται ολόκληρος ο λογαριασμός στο έγγραφο. Συμφώνησε ότι όποιο ποσό που θα πληρωθεί ο εργολάβος που αναλογεί στον υπεργολάβο, θα πρέπει να πληρωθεί στον υπεργολάβο. Δεν υπάρχει απαίτηση στο Τεκμήριο 7 που να αφορά την παράγραφο 1.3. Η παράγραφος 1.3 είναι ο χρόνος εκτέλεσης του συμβολαίου υπεργολάβου που έχει αυξηθεί από 24 μήνες σε 36 μήνες. Για την αλλαγή από 24 σε 36 μήνες, ο εργολάβος έκανε συμφωνία, αλλά  για την αλλαγή δεν έγινε οικονομική απαίτηση από τον υπεργολάβο. Δεν γνωρίζει κατά πόσο το ποσό των €6.520 πληρώθηκε στους  Ενάγοντες. Αυτό το ποσό ενόψει της έκδοσης του πιστοποιητικού πληρωμής αριθμός 10, Τεκμήριο 13, θα έπρεπε να πληρωθεί εντός 28 ημερών. Αφορά εκτελεσθείσα εργασία τοποθέτησης σωλήνων μέσα στον σκελετό από oπλισμένο σκυρόδεμα. Όταν τερματίστηκε το συμβόλαιο, το έργο είχε ήδη προχωρήσει υπόγεια και ήταν έτοιμη η πλάκα του υπογείου. Τα έξοδα στον πίνακα εάν ετοίμασε έχουν να κάνουν μόνο με τα έξοδα ετοιμασίας κατασκευαστικών σχεδίων, τα έξοδα διερεύνησης αγοράς χρήσης προσφορών και υποβολής μηχανημάτων και υποβολής τους για έγκριση. Για τις εργασίες που αναφέρονται στο Τεκμήριο 7, παρέπεμψε στο πιστοποιητικό 10. Επί του Τεκμηρίου 15 φαίνεται η πιστοποίηση του μηχανικού ως εκτελεσθείσα εργασία στη στήλη 2, το ποσό των €6.520. Το ποσό των €15.000 αφορά ετοιμασία των κατασκευαστικών σχεδίων και υποβολές για υλικά που ανακτώνται μέσα από την εργασία. Για να υπολογίσει τις ώρες που απαιτήθηκαν για την εργασία των σχεδίων, έκανε χρήση τα σχέδια που είχαν ετοιμαστεί και τον πίνακα μηχανημάτων που ήταν πλήρη για όλο το έργο. Στην ανάλυση προσφοράς αναφορικά με την ετοιμασία σχεδίων συμπεριλαμβάνει ένα κόστος ύψους €3.500.

Τελικά ανέφερε ότι δεν του έδωσαν στοιχεία για να αποδείξει την απαίτηση για απώλεια παραγωγικότητας και είναι εκτίμηση που θα πρέπει να αναιρεθεί. Ως εκ τούτου η απαίτηση αυτή πρέπει να αφαιρεθεί. Τέθηκαν υπόψη του επισκέψεις που είχαν κάνει άνθρωποι του υπεργολάβου σε περίπου 17 συναντήσεις και άλλες 15 φορές που είχαν πάει επί τόπου. Στη βάση των στοιχείων αυτών έβαλε αναλογικά τον χρόνο πάνω στον πίνακα με σκοπό τον υπολογισμό των ωρών εργασίας. Έχει άποψη για την υποαπασχόληση εξαιτίας της διακοπής του έργου , αλλά δεν μπορεί να αποδείξει την συγκεκριμένη απώλεια. Όσον αφορά την απώλεια κέρδους, σχετική είναι η πρώτη τιμολόγηση του έργου. Τα γενικά έξοδα και το κέρδος, είναι τα αποδεδειγμένα αποτελέσματα μίας δρώσας επιχείρησης που δουλεύοντας στον τομέα, τα περασμένα 3 χρόνια πριν την προσφορά, είχε συγκεκριμένη απόδοση και επικερδότητα της τάξης των 21.5%. Το ότι οι Ενάγοντες ήταν στην Πάφο, έχει να κάνει με τη συγκεκριμένη τιμολόγηση και όχι με τα γενικά έξοδα και κέρδος. Δεν μπορούσε να υποδείξει κατά πόσο στην τιμολόγηση λήφθηκε υπόψη ότι το έργο ήταν απομακρυσμένο από την έδρα των Εναγόντων. Οι εργολάβοι όταν τιμολογούν, έχουν ένα μέτρο για το κέρδος τα προηγούμενα αποτελέσματα ετών. Ξέρουν τα γενικά τους έξοδα και ποιο είναι το ποσοστό κέρδους που θέλουν. Όσον αφορά τα έξοδα στους λογαριασμούς για τα έτη 2008, 2009 και 2010, δεν μπορούσε να πει κατά πόσο σχετίζονται με την εκτέλεση έργων ή με άλλες υπηρεσίες που πρόσφεραν οι Ενάγοντες. Συμφώνησε ότι στη βάση των λογαριασμών, το κέρδος των δύο ετών, 2009‑2010, δεν αυξήθηκε αναλογικά με τις εισπράξεις της εταιρείας, αλλά δεν μπορούσε να προσδιορίσει την αιτία. Συμφώνησε στην υποβολή της συνηγόρου του Εναγόμενου 2, ότι η αλλαγή στους ψύκτες τπου αποφασίστηκε στο έργο επηρέαζε τα αποτελέσματα της έκθεσής του, όπως τα παρουσίασε στο Δικαστήριο.

Ο μάρτυρας που προσήλθε για τους Εναγόμενους 1, M.Y.1 ήταν ο διευθυντής της εταιρείας Αριστοτέλης Αριστοτέλους. Ανέφερε ότι το συμβόλαιο εργολαβίας ημερομηνίας 9/12/2011 ανέθεσε στους εργολάβους την ανέγερση του νέου δημοτικού μεγάρου για το ποσό των €9.784.979,56 πλέον ΦΠΑ. Η συμφωνία προνοούσε ότι οι πληρωμές από τον Δήμο στους εργολάβους θα γινόταν με τη μέθοδο της έκδοσης πιστοποιητικού πληρωμής από τους αρχιτέκτονες Φίλιο Χαραλαμπίδη και Αργυρό Σολωμού. Τα πιστοποιητικά θα ήταν πληρωτέα εντός 28 ημερών από την παράδοσή τους στον Δήμο. Οι εργολάβοι είχαν το δικαίωμα να τερματίσουν το συμβόλαιο εργολαβίας στις περιπτώσεις που ο Δήμος θα παρέλειπε να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό ή θα επέδιδε ειδοποίηση ότι για απρόβλεπτους οικονομικούς λόγους, ήταν αδύνατο να συνεχίσει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση τερματισμού του συμβολαίου εργολαβίας οι μηχανικοί όφειλαν να προσδιορίσουν τα ποσά που ήταν πληρωτέα και οι εργολάβοι θα είχαν το δικαίωμα να αξιώσουν πληρωμή για οποιαδήποτε ποσά που θα ήταν οφειλόμενα. Οι εργολάβοι συνήψαν με τους Ενάγοντες συμφωνία υπεργολαβίας που κατατέθηκε ως Τεκμήρια 1 ‑ 3.

Ήταν όρος του συμβολαίου υπεργολαβίας ότι οι πληρωμές στους Ενάγοντες, θα γίνονταν εντός 14 ημερών από την καταβολή από τον Δήμο στους εργολάβους το αντίστοιχο ποσό, δηλαδή το συμβόλαιο υπεργολαβίας εξαρτιόταν από το συμβόλαιο εργολαβίας. Στις 22/1/13 οι μηχανικοί εξέδωσαν το πιστοποιητικό 5 για το ποσό των €582,452 πλέον ΦΠΑ, ο Δήμος πλήρωσε €400.000 στις 15/1/13 και €180.552 στις 14/2/2013 και αρνήθηκε να πληρώσει το υπόλοιπο, δηλαδή €1.900 πλέον ΦΠΑ και τόκους. Έγιναν τα γεγονότα του Μάρτη 2013 που οδήγησε στο προσωρινό κλείσιμο των τραπεζών και για κάποια περίοδο οι συναλλαγές γίνονταν με μετρητά. Οι εργολάβοι ενημέρωσαν τον Δήμο ότι δεν είχαν αποθέματα μετρητών και θα αναγκάζονταν να διακόψουν προσωρινά τις εργασίες τους. Έγινε κάποια διατάραξη των εργασιών, όχι τέτοιου βαθμού που να καταστήσει αδύνατη την εκτέλεση του έργου βάσει του προγράμματος. Στις 16/04/13 οι μηχανικοί εξέδωσαν το πιστοποιητικό 7 για το ποσό των €220.285,69 πλέον ΦΠΑ, ο Δήμος πλήρωσε το ποσό των €100.000 στις 30/4/13 και €120.812 στις 11/7/13, αλλά αρνήθηκε να πληρώσει το υπόλοιπο. Επίσης οι μηχανικοί εξέδωσαν το πιστοποιητικό 8 στις 21/6/13 για το ποσό των €192.867 πλέον ΦΠΑ και ο Δήμος πλήρωσε το ποσό των €96.433 την 1/8/13, αλλά αρνήθηκε να πληρώσει το υπόλοιπο των €96.433 πλέον ΦΠΑ και τόκους. Στις 4/9/13 οι μηχανικοί εξέδωσαν το πιστοποιητικό 9 για το ποσό των €53.804,64 πλέον ΦΠΑ και ο Δήμος αρνήθηκε να πληρώσει.

Οι μηχανικοί περιέλαβαν στο εν λόγω πιστοποιητικό το ποσό των €5.858 μείον το ποσό της κράτησης που αναλογούσαν στους Ενάγοντες. Αυτό το ποσό πληρώθηκε στους εργολάβους μετά την καταχώριση της αγωγής. Μέσα στην τραπεζική κρίση οι εργολάβοι χρηματοδοτούσαν το έργο λόγω κατακράτησης μεγάλου μέρους πιστοποιημένων ποσών από τον Δήμο. Συνέχισαν κανονικά τις εργασίες χωρίς να προκαλούν καθυστέρηση. Στις 27/5/13 οι μηχανικοί ενημέρωσαν τους εργολάβους ότι εξέταζαν το ενδεχόμενο αναστολής του έργου και οι εργολάβοι ήταν πρόθυμοι να το συζητήσουν το θέμα με τον Δήμο. Ο Δήμος προβληματιζόταν κατά πόσο θα συνέχιζε το έργο αλλά δεν έλαβε ξεκάθαρη απόφαση. Στις 2/8/13 δόθηκαν οδηγίες στους εργολάβους να εκτελούνται μόνο σωστικές εργασίες. Στις 26/9/13 ο Δήμος επέδωσε στους εργολάβους ειδοποίηση ότι ήταν αδύνατο να συνεχίσει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του από το συμβόλαιο εργολαβίας και κάλεσε τους εργολάβους να το τερματίσουν από υπαιτιότητα του Δήμου. Οι εργολάβοι δεν αρνήθηκαν να τερματίσουν αλλά έπρεπε να επιλυθούν κάποια σοβαρά θέματα πρώτα. Με επιστολή ημερομηνίας 2/10/13 έθεσαν κάποια ερωτήματα.

Εν τω μεταξύ ο Δήμος εξακολουθούσε να μην πληρώνει τους εργολάβους και οι εργολάβοι έδωσαν ειδοποίηση για αναστολή εργασιών ημερομηνίας 23/10/2013. Χωρίς να έχει δικαίωμα ο Δήμος έστειλε την επιστολή ημερομηνίας 25/11/13 και δήλωσε ότι θεωρούσε ότι το συμβόλαιο εργολαβίας είχε τερματιστεί. Οι εργολάβοι με επιστολή ημερομηνίας 2/12/13 προσπάθησαν να συνεννοηθούν με τον Δήμο αλλά ο Δήμος δεν συνεργάστηκε. Με ειδοποίηση ημερομηνίας 5/12/13 οι εργολάβοι τερμάτισαν το συμβόλαιο εργολαβίας στις 19/12/13 και κατά συνέπεια οι εργολάβοι στις 11/12/13 τερμάτισαν το συμβόλαιο υπεργολαβίας. Για τα οφειλόμενα ποσά με βάση τα πιστοποιητικά 5, 7, 8 και 9 οι εργολάβοι καταχώρισαν την αγωγή εναντίον του Δήμου με αριθμό 3116/13. Η αγωγή αυτή διευθετήθηκε στις 29/12/2016. Στις 17/12/13 οι μηχανικοί εξέδωσαν το πιστοποιητικό αριθμός 10 για το ποσό των €38.763 πλέον ΦΠΑ. Οι εργολάβοι καταχώρησαν εναντίον του Δήμου την αγωγή 1243/14 για το πιο πάνω υπόλοιπο ποσό που δεν έχει πληρωθεί μέχρι σήμερα. Στις 10/11/14 οι εργολάβοι υπέβαλαν στους μηχανικούς αίτηση για προσδιορισμό των πόσων που κατέστησαν πληρωτέα εξαιτίας τερματισμού του συμβολαίου εργολαβίας. Αυτό περιλάμβανε και αξιώσεις των Εναγόντων βάσει του συμβολαίου υπεργολαβίας που αναφέρονται και στο Τεκμήριο 7. Οι αξιώσεις των Εναγόντων θα εξετάζονταν από τους μηχανικούς. Οτιδήποτε επιδικαζόταν προς όφελος των Εναγόντων και πληρωνόταν από τον Δήμο στους εργολάβους, οι εργολάβοι θα το απέδιδαν στους Ενάγοντες όμως μέχρι σήμερα κανένα ποσό δεν έχει πληρωθεί.

Η καταχώρηση αυτής της αγωγής ήταν περιττή, αυτό επειδή οι μηχανικοί δεν προσδιόρισαν τα πληρωτέα ποσά δυνάμει του συμβολαίου εργολαβίας και του συμβολαίου υπεργολαβίας και οι εργολάβοι καταχώρισαν την αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στις 3/2/2015 αριθμός 144/2015. Οι εργολάβοι είχαν προτείνει να περιλάβουν όλες τις αξιώσεις των Εναγόντων στην αγωγή 144/15. Οι Ενάγοντες δεν αποδέχτηκαν την εισήγηση και καταχώρησαν την παρούσα αγωγή. Οι εργολάβοι στα πλαίσια της αγωγής 144/2015 αξίωσαν τα ποσά της απαίτησης ημερομηνίας 10/11/2014 μείον της αξίωσης της παρούσας αγωγής και αυτών της αγωγής 2521/15. Η αγωγή 144/15 συνεκδικάστηκε με την αγωγή 1243/14 και έχει επιφυλαχθεί απόφαση αλλά δεν έχει εκδοθεί απόφαση. Μέχρι σήμερα κανένα ποσό δεν πληρώθηκε από τον Δήμο για τις αξιώσεις αυτών των αγωγών.

Μοναδικός μάρτυρας για τον εναγόμενο 2 εξ’ ανταπαιτήσεως συνεναγόμενου ήταν ο Χρίστος Κωνσταντινίδης αρχιτέκτονας μηχανικός του Δήμου. Ανέφερε ότι ο εναγόμενος 2 ήταν ο αναθέτοντας φορέας για την ανέγερση του έργου ‘ Νέου Δημοτικού Μεγάρου Πάφου’. Προς τούτο υπογράφθηκε συμφωνία μεταξύ του εναγόμενου 2 και 1 ως εργολάβο του έργου την 9.12.2011. Υπογράφτηκε και συμπληρωματική συμφωνία ημερομηνίας 8.12.2011 έναντι του ποσού των €100000 πλέον ΦΠΑ που αφορούσε την επέκταση του έργου κατά 12 μήνες. Το Τεκμήριο 3 που είναι το συμβόλαιο υπεργολαβίας μεταξύ του ενάγοντα και εναγόμενου 1 δεν το υπέγραψε ο εναγόμενος 2 και δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας. Όλες οι πληρωμές του έργου γινόταν από τον Δήμο προς τους εργολάβους εναγόμενους 1.

Μελετητές για το σχεδίασμα και την επίβλεψη του Έργου είχαν επιλεγεί από τους εναγόμενους, κατόπιν συμφωνίας που υπεγράφη στις 14.7.2008, ήτοι οι Αργυρός Σολωμού και Φίλιος Χαραλαμπίδης, Αρχιτέκτονες. Οι Αρχιτέκτονες είχαν ορίσει στο έργο σύμβουλο Πολιτικό Μηχανικό, Μηχανολόγο Μηχανικό, Ηλεκτρολόγο Μηχανικό και Επιμετρητή Ποσοτήτων. Οι Αρχιτέκτονες είχαν ορίσει Επιμετρητή Ποσοτήτων στο έργο τον κ. Γουίδο Καπιρή.

Οι πληρωμές του έργου γίνονταν με την έκδοση μηνιαίων πιστοποιητικών πληρωμής από τον μηχανικό του έργου που ήταν και αρχιτέκτονας. Η διαδικασία της πληρωμής προβλέπεται στα άρθρα 60.1 μέχρι 62.2 του τόμου Β της συμφωνίας. Οι εναγόμενοι 2 επέλεξαν ως υπεργολάβους ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων την εταιρεία Ανδρέας Ηρακλέους Ηλεκτρικές Εγκαταστάσεις Λτδ και ως υπεργολάβους μηχανολογικών εγκαταστάσεων τους ενάγοντες. Οι μηχανικοί του έργου εκδίδαν πιστοποιητικά για τις πληρωμές. Για το θέμα των πιστοποιητικό εκδικάσθηκε η αγωγή 144/15.

Το πιστοποιητικό αρ.5 ημερ.18/12/2012 ημερομηνίας 22.1.2013 αφορούσε το ποσό των €582.452,00 πλέον ΦΠΑ (αρχικά το ποσό ήταν €801.151,00). Οι Εναγόμενοι πλήρωσαν έναντι €400.000,00 στις 15.1.2013 και €180.552,00 στις 14.2.2013. Η διαφορά των €1.900,00, που αναφέρεται ο μάρτυρας των εναγόμενων 1 στην γραπτή του δήλωση , μεταξύ του πιστοποιητικού ενδιάμεσης πληρωμής και του συνολικού ποσού που τελικά πληρώθηκε, ενδεχομένως να οφείλετο σε αριθμητικό λάθος ή σε προηγούμενη υπερπληρωμή που διορθώθηκε με το αναφερόμενο πιστοποιητικό. Να σημειωθεί ότι ίδια διαφορά, κατ' αντίστροφο ως προς τον δικαιούχο τρόπο, υπήρξε και στο προηγούμενο ενδιάμεσο πιστοποιητικό αρ. 4 όπου ενώ οι μηχανικοί είχαν πιστοποιήσει το ποσό των €284.228,00, ο εργολάβος εναγόμενος 1 πληρώθηκε το ποσό των €286.128,00 (προπληρωμή €1.900,00).

Ενδιάμεσα πιστοποιητικά πληρωμής είχαν εκδοθεί και αν υπήρχαν διορθώσεις το λάθος θα διορθωνόταν με το επόμενο πιστοποιητικό πληρωμής ως προβλέπεται στο άρθρο 60.4 της συμφωνίας.

Στις 16.4.2013 εκδόθηκε το Πιστοποιητικό Ενδιάμεσης Πληρωμής αρ. 7 για το ποσό €220.285,69 πλέον ΦΠΑ. Οι Εναγόμενοι 2 πλήρωσαν έναντι €100.000,00 πλέον ΦΠΑ. στις 30.4.2013 και €120.812,52 πλέον ΦΠΑ στις 11.7.2013. Ενώ είχε πιστοποιηθεί το ποσό των €220.285,69, το σύνολο των δύο πληρωμών ανήλθε στο ποσό των €220.812,52.

Στις 21.6.2013 εκδόθηκε το Πιστοποιητικό Ενδιάμεσης Πληρωμής αρ. 8 για το ποσό των €192.867,67 πλέον ΦΠΑ. Οι Εναγόμενοι 2 πλήρωσαν έναντι €96.443,92 πλέον ΦΠΑ. στις 01.08.2013 και €96.443,95 πλέον ΦΠΑ στις 09.01.2014.

Η αγωγή 3116/2013 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου με απόφαση που εκδόθηκε στις 29.2.2016 αφορούσε τους τόκους των πιστοποιητικών 5,7,8,9.

Στη συνέχεια κατά τον Μάρτη 2013 εξαιτίας των γεγονότων των κουρεμάτων στις τράπεζες της χώρας οι εναγόμενοι 2 εξέφρασαν την πρόθεσή τους για διακοπή και/ή αναστολή του έργου βάσει το άρθρο 66.1 της συμφωνίας.

Κατόπιν απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου Πάφου στις 23.9.2013, στις 26.09.2013 οι Εναγόμενοι 2 επέδωσαν ειδοποίηση λύσης εργοδότησης (εργολάβου και υπεργολάβων) (τεκμήριο 28) συνεπεία απρόβλεπτων οικονομικών λόγων, στους Εναγόμενους 1 και κάλεσαν αυτούς όπως λύσουν το συμβόλαιο στη βάση των προνοιών του άρθρου 69.1(γ) του Τόμου Β, του Συμβολαίου του Έργου. Οι Εναγόμενοι 1 δεν αποδέχτηκαν το περιεχόμενο της ειδοποίησης. Αυτό φαίνεται και στην επιστολή που απέστειλαν οι εναγόμενοι 1 προς τους εναγόμενους 2 ημερ. 25.11.2013 (Τεκμήριο 31), οπότε και λόγω της επιμονής των εναγομένων για μη ενεργοποίηση, εκ μέρους τους, των προνοιών του άρθρου 69.1(γ), οι εναγόμενοι 2 ειδοποίησαν τους Εναγόμενους 1 για λύση του συμβολαίου εργολαβίας, στη βάση των προνοιών του άρθρου 66.1 του Τόμου Β, του Συμβολαίου του Έργου και κάλεσαν τους εναγόμενους 1 να εγκαταλείψουν τον χώρο του εργοταξίου εντός 14 ημερών.

Οι Εναγόμενοι 1 μη αποδεχόμενοι το περιεχόμενο της επιστολής των Εναγομένων 2 ημερ. 25.11.2013 ειδοποίησαν με επιστολή τους ημερ. 5.12.2013 (Τεκμήριο 33) ότι προχωρούν με λύση του Συμβολαίου Εργολαβίας και υπεργολαβιών για το Έργο, στη βάση των προνοιών της παραγράφου 69.1(a) και(γ) του Τόμου Β των όρων του Έργου αρχομένης από 19.12.2013.

Με βάση επιστολή των εναγόμενων ημερομηνίας 29.5.2014 οι μηχανικοί του έργου ζήτησαν από τους εναγόμενους να ετοιμάσουν προσωρινό τελικό λογαριασμό του έργου μαζί με υποστηρικτικά έγγραφα. Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 60.5 ο εναγόμενος 1 οφείλει εντός 84 ημερών από την έκδοση πιστοποιητικού παραλαβής να ετοιμάσει και να παραδώσει στον μηχανικό του έργου αντίγραφα του προσωρινού τελικού λογαριασμού. Στις 07/07/2014 και 11/8/2014 ο Δήμος απέστειλε επιστολές ότι οι εναγόμενοι δεν είχαν αποστείλει οτιδήποτε μη συμμορφούμενοι στους όρους του συμβολαίου. Στις 10/11/2014 ήτοι, 187 μέρες μετά την έκδοση του πιστοποιητικού παραλαβής οι εναγόμενοι 1 υπέβαλαν στους μηχανικούς αίτηση για προσδιορισμό πληρωτέων ποσών και έκδοση τελικού λογαριασμού του έργου. Οι εναγόμενοι 2 δεν αποδέχθηκαν την παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία επειδή οι εναγόμενοι 1 είχαν ήδη προσφύγει στο Δικαστήριο με την καταχώρηση της αγωγής 144/2015. Ζητούν όπως οι εναγόμενοι συνεισφέρουν στις αποζημιώσεις για τις καθυστερήσεις στο έργο.

Με βάση αυτά ο Δήμος έθεσε, αρχικά, θέμα διακοπής του συμβολαίου στη βάση των προνοιών του άρθρου 66.1 του Τόμου Β των όρων Συμβολαίου του Έργου εντούτοις τον Σεπτέμβριο 2013 εξέφρασε την πρόθεση να αναλάβει όλη την ευθύνη για την διακοπή του Συμβολαίου παραπέμποντας τους εναγόμενους 1 στις πρόνοιες του άρθρου 69.1γ. Παρόλα αυτά ο εναγόμενος 1 δεν αξιοποίησε τις πρόνοιες του άρθρου αυτού και ο Δήμος αναγκάστηκε να προχωρήσει σε διακοπή του Συμβολαίου στη βάση των προνοιών του άρθρου 66.1 τον Νοέμβριο 2013.

Στις 18/06/2013 εκπρόσωποι του εργολάβου ήταν παρόντες σε συνεδρία της επιτροπής πολεοδομίας και τεχνικών θεμάτων. Δεν συμφωνούν ότι οι εναγόμενοι 2 οφείλουν να πληρώσουν στους ενάγοντες για ισχυριζόμενες καθυστερήσεις και απώλειες κερδών. Εξέφρασαν τους προβληματισμούς τους για ενδεχόμενο διακοπής της σύμβασης από πολύ πριν τον τελικό τερματισμό αυτής. Ο ενάγοντας και οι εναγόμενοι 1 όφειλαν να συνεργαστούν και οι υπεργολάβοι όφειλαν να συντονίζονται με τον εργολάβο για θέματα παραγωγικότητας των εργασιών. Δεν υπήρχε διατάραξη των έργων του έργου πριν τον τερματισμό στο έργο και πριν τον τερματισμό της συμφωνίας που να ζημίωσε τους ενάγοντες εξαιτίας υπαιτιότητας του Δήμου. Όφειλαν οι ενάγοντες να μειώσουν τις ζημιές τους εφόσον ενημερώθηκαν για την διακοπή του έργου.

Η κατανομή των επί όρους ποσών σε κάθε πιστοποιητικό πληρωμής από τον εργολάβο προς τους υπεργολάβους δεν ήταν θέμα που αφορούσε τον εργοδότη και δεν μπορούσε να ξέρει ο εργοδότης εάν ο εργολάβος πλήρωνε τους υπεργολάβους. Ο Δήμος Πάφου κατακύρωσε προσφορά στους ενάγοντες αλλά με επιστολή ζήτησε όπως οι υπεργολάβοι συμβληθεί με τους εναγόμενους 1 για την εκτέλεση των μηχανολογικών εργασιών. Η σύμβαση αυτή υπογράφτηκε τον Ιούνιο 2013 και οι εργασίες εκτελούνταν μέχρι Ιούνιο 2013. Η περίοδος απασχόλησης ήταν μόνο 12 μήνες. Εφόσον το έργο τερματίστηκε εντός της κανονικής διάρκειας του έργου που διεξάγονταν εργασίες ο υπεργολάβος δεν δικαιούται αποζημίωση. Όλοι ενημερώθηκαν έγκαιρα αμέσως μετά τα γεγονότα για το κούρεμα καταθέσεων στην Κύπρο και ξεκίνησε διαδικασία διαπραγμάτευσης μεταξύ του εργοδότη, του εργολάβου και του υπεργολάβου. Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 66.1 ζητήθηκε από τον εργολάβο τον Ιούλιο 2013 να διακοπεί το συμβόλαιο στη βάση των προνοιών του συμβολαίου. Αυτό θα συμπαράσυρε και την εργασία των υπεργολάβων. Στη βάση των προνοιών της παραγράφου 69.1 επιδόθηκε επιστολή στις 26.9.2013 και έγινε συνεδρία αρμόδιας επιτροπής του Δήμου Πάφου και παρευρέθηκαν εκπρόσωποι του κυρίως εργολάβου για να εξετάσουν σενάρια πως να συνεχίσουν οι εργασίες.

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι στη συγκεκριμένη συνεδρία δεν ήταν παρόντες αντιπρόσωποι των εναγόντων. Επί του συμβολαίου υπεργολαβίας δεν υπέγραψε ο Δήμος Πάφου. Μέσα στο πιστοποιητικό πληρωμής 9 περιλαμβάνονταν εργασίες μηχανολογικών εγκαταστάσεων για διεκπεραίωση μηχανικών εγκαταστάσεων εργασιών σε σχέση με μηχανικές εγκαταστάσεις που εκτέλεσαν οι ενάγοντες μείον 10% κράτηση ύψους €5868. Το συγκεκριμένο πιστοποιητικό το πλήρωσε ο εναγόμενος 2 πριν από την καταχώρηση της αγωγής την 16.1.2014. Αυτό που εκκρεμούσε ήταν η αποπληρωμή των τόκων που στην πορεία άλλης δικαστικής μάχης το 2016 τελεσφόρησε και ξοφλήθηκαν από τον Δήμο Πάφο στους εναγόμενους 1. Δεν αναγνώρισε το Τεκμήριο 4. Αναγνώρισε μόνο  το πιστοποιητικό που εκδίδουν οι μηχανικοί του έργου και ήταν μέρος του πιστοποιητικού οι εργασίες των εναγόντων σε επιμέρους σημεία. Τα πιστοποιητικά περιλάμβαναν τα επιμέρους ζητήματα των υπεργολάβων που εξετάζονταν από τον αντίστοιχο μηχανικό της ομάδας μελετητών. Το πιστοποιητικό πληρωμής που εξέδωσαν οι μηχανικοί αποστάλθηκε στον Δήμο Πάφου για πληρωμή. Εφόσον ο Δήμος Πάφου τερμάτισε τη διαδικασία πριν από την κανονική διάρκεια του συμβολαίου δεν οφείλεται καμία αποζημίωση, τόσο στον κύριο εργολάβο, όσο και στους υπεργολάβους σε σχέση με θέματα παρατάσεων ή άλλοσπως. Όφειλαν να κάνουν οικονομική διαχείριση των πόρων τους και αυτό αναφέρεται στην συγκεκριμένη επιστολή που αποστάλθηκε από τον Δήμο Πάφου και καλούσε τον υπεργολάβο να συμβληθεί με τον εργολάβο να διαχειρίζεται τους πόρους του ανάλογα με το χρονοδιάγραμμα προκειμένου το έργο να ολοκληρωθεί έγκαιρα και σωστά. Στην περίοδο Ιουλίου 2013 συνεχίζονταν οι εργασίες του έργου αλλά με πιο αργούς ρυθμούς και υποβλήθηκε κοστολόγιο για εκπλήρωση σωστικών εργασιών. Το Δημοτικό Συμβούλιο με επιστολή ημερομηνίας 23 Σεπτεμβρίου 2013 αποφάσισε διακοπή συμβολαίου εργολαβίας με βάση την παράγραφο 69.1 (γ) του συμβολαίου. Μέχρι τις 26 Νοεμβρίου ο εργολάβος δεν είχε αξιοποιήσει πρόνοια για διακοπή του συμβολαίου. Θα έπρεπε να αξιοποιήσουν τις πρόνοιες του συμβολαίου να ζητήσουν συνεργασία όλων των εμπλεκομένων μερών και να βρουν τον τρόπο ομαλής αποχώρησης από το εργοτάξιο. Ο εργολάβος χρονοτριβούσε χωρίς να δηλώνει ότι αποδέχεται τις πρόνοιες της παράγραφοι 69.1 (γ). Αντ’ αυτού προχώρησε με αναστολή εργασιών. Στις 5/12/2013 απέστειλαν επιστολή για ενεργοποίηση των προνοιών του άρθρου 69.1 (γ) γιατί προηγήθηκε η επιστολή των εναγόμενων ημερομηνίας 26/11/2013 με την οποία ενεργοποίησαν πρόνοιες του άρθρου 66.1.

Αξιολόγηση

Το επίδικο ζήτημα στην παρούσα αγωγή αφορά και επικεντρώνεται στο κατά πόσο οι ενάγοντες θα μπορούσαν ανεξάρτητα των εναγόμενων 1 να έχουν αξίωση εναντίον των δύο εναγόμενων για παράβαση των συμφωνηθέντων ενόψει του ότι είναι αναντίλεκτο γεγονός ότι η συμφωνία κυρίως εργολάβου λύθηκε από υπαιτιότητα του εναγόμενου 2 (εργοδότη του/Δήμου Πάφου) και οι ενάγοντες δεν είχαν συμβληθεί απευθείας με τον εναγόμενο 2 αλλά υπέγραψαν ξεχωριστή συμφωνία υπεργολαβίας με τους εναγόμενους 1 Τεκμήριο 3. Η απαίτηση των εναγόντων αφορούσε το ποσό των €427.613,25 ως αξία εργασιών και υλικών που τους πρόφεραν δηλαδή για αποζημιώσεις και επακόλουθες ζημιές που υπέστηκαν συνεπεία παράβασης συμφωνιών και παράβαση γραπτής συμφωνίας που έγινε το 2012 που αφορούσε τους Ενάγοντες ως υπεργολάβους των μηχανολογικών εγκαταστάσεων στο έργο με την ανέγερση του Νέου Δημοτικού Μεγάρου Πάφου, στο εξής Μέγαρο.

Ενόψει του ότι δεν προωθείται αξίωση έναντι των εναγομένων επί άλλης βάσης πέραν της συμβατικής σχέσης τίθεται ζήτημα αξιοπιστίας των μαρτύρων ενόψει του γεγονότος ότι είναι συμβαλλόμενοι των γραπτών συμφωνιών που περιείχαν ρητές και ολοκληρωμένες πρόνοιες σε σχέση με τις υποχρεώσεις και δικαιώματα των μερών στα πλαίσια εκτέλεσης συγκεκριμένων μηχανολογικών εργασιών του έργου.

Προς αναζήτηση απαντήσεων στα πιο πάνω ερωτήματα, άκουσα με προσοχή την προφορική μαρτυρία που προσκόμισαν τα μέρη. Βοηθητική για τη διασταύρωση των πραγματικών παραστάσεων των μερών ως είχαν λεχθεί από τους μάρτυρες της υπόθεσης, ήταν τα γραπτά συμβόλαια που περιέχουν λεπτομερείς πρόνοιες για κάθε πτυχή των σχέσεων, των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μερών με αναφορά το έργο, την αλληλογραφία μεταξύ των μερών σε ανύποπτο χρόνο και κατά τον επίδικο χρόνο της συνεργασίας τους και τα πιστοποιητικά πληρωμής που ανταλλάχθηκαν μεταξύ του εργοδότη και του εναγόμενου 1 ως εργολάβου του έργου. Η πεποίθησή μου ότι ήταν μάρτυρας της αλήθειας, βεβαιώνεται με συγκεκριμένα στοιχεία της υπόθεσης. Το ερώτημα ως προς την αξιοπιστία, πρέπει να απαντηθεί με αυτοτέλεια έτσι που να δημιουργείται η απαραίτητη εικόνα της βεβαιότητας αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας πρέπει να γίνεται με βάση το περιεχόμενο της μαρτυρίας, την ποιότητα της και την πειστικότητα της σε σύγκριση με την υπόλοιπη μαρτυρία της υπόθεσης. (βλ. Ομήρου ν Δημοκρατία (2001) 2 ΑΑΔ 506). Ως εκ τούτου έχω αξιολογήσει ξεχωριστά κάθε μάρτυρα σε σχέση με τα λεγόμενα του και τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει προσκομίσει για να πείσει για την αλήθεια της εκδοχής του. Επιπρόσθετα, έχω αναλύσει τη μαρτυρία του κάθε μάρτυρα με αναφορά και την υπόλοιπη μαρτυρία της υπόθεσης, ώστε σε κάθε περίπτωση η προφορική μαρτυρία να έχει διασταυρωθεί με άλλα στοιχεία ή να έχει καταρριφθεί από άλλα στοιχεία και/ή μαρτυρία που αποδεικνύονται ως αναντίλεκτη στην υπόθεση. Έλαβα υπόψη μου πιθανά ελατήρια που μπορεί να είχε κάθε μάρτυρας να πει ή να μην πει την αλήθεια ώστε να διαπιστωθούν με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τα γεγονότα της υπόθεσης.

 

Ο Μ.Ε.1 παραδέχθηκε ότι ο εναγόμενος 1 ήταν υπεύθυνος για την εκτέλεση όλου του έργου. Παραδέχθηκε επίσης ότι δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος του κύριου συμβολαίου του έργου μεταξύ των εναγόμενων 1 και 2. Ενόψει αυτής της πραγματικότητας και ενόψει της λύσης του συμβολαίου του εργολάβου που του κοινοποιήθηκε επίσημα με την λήψη του Τεκμήριου 6 (επιστολή ημερομηνίας 11.12.2013) προχώρησε στις 25/06/2014 και υπέβαλε γραπτή απαίτηση για οικονομικές αποζημιώσεις που θα υπέβαλλαν προς τους μηχανικούς που αφορούσε το ποσό των €6520 για εκτελεσθείσα εργασία και το ποσό των €405206 ως ο πίνακας στη σελίδα 6 του Τεκμηρίου 7. Το έκαναν αυτό χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων τους. Σε διάστημα δύο μηνών καταχώρησαν την παρούσα αγωγή. Τούτο έγινε χωρίς να συζητηθεί με τους εναγόμενους 1 κατά πόσο το ποσό των €405206, θα μπορούσε να είχε συμπεριληφθεί στην κυρίως αγωγή που είχε καταχωρηθεί εναντίον του εναγόμενου 2 και αφορούσε και άλλους υπεργολάβους του έργου με τους οποίους είχε συμβληθεί ο εναγόμενος 1.

Τα πλείστα ζητήματα που καταγράφονται στην σελίδα 6 του τεκμηρίου 7 δεν αφορούν εκτελεσθείσα εργασία για την οποία να είχε εκδοθεί πιστοποιητικό πληρωμής του μηχανικού/αρχιτέκτονα του έργου ( βλ. Τεκμήριο 4 ημερομηνίας 19/6/2013) αλλά έξοδα του υπεργολάβου που αφορούσαν σταθερά έξοδα για την εκτέλεση του έργου (overhead costs), και απώλεια κέρδους για τη λύση της συμφωνίας εργολάβου από τον εναγόμενο 1 εξαιτίας του εναγόμενου 2 για οικονομικούς λόγους ανωτέρας βίας ως λέχθηκε στους ενάγοντες. Κατ’ αρχάς προβληματίζει το γεγονός ότι ο ΜΕ1 ως διευθύνων σύμβουλος των εναγόντων αδυνατούσε να επεξηγήσει ποια ήταν τα γεγονότα και οι συνθήκες που προκύπτουν ώστε να είχε υποστεί η ενάγουσα τέτοιες ζημιές ενόψει τερματισμού του έργου. Κατά δεύτερο λόγο δεν αιτιολόγησε το γεγονός ότι υπήρχε αλληλογραφία και συναντήσεις στο εργοτάξιο από το καλοκαίρι του 2013 που καταδεικνύουν ότι ήταν εις γνώση όλων ότι υπήρχε πραγματικό ενδεχόμενο διακοπής του έργου εξαιτίας του οικονομικού κλίματος που υπήρχε τότε. Μέχρι την 30/9/2013 οι ενάγοντες το καλοκαίρι του 2013 απασχολήθηκαν με πραγματική εκτέλεση εργασίας μόνο κάποιες ημέρες. Επομένως, εφόσον οι πραγματικές ημέρες της εργασίας ήταν λίγες, όφειλε ο ΜΕ1 να εξηγήσει γιατί δέσμευσε εργατικό προσωπικό και εξοπλισμό στο έργο αντί να καταβάλει προσπάθεια να μειώσει τις απώλειές του.

Αυτή η αγωγή δεν είναι η μοναδική αγωγή που καταχωρήθηκε. Καταχωρήθηκε και η αγωγή που αφορούσε την εγγυητική των εναγόντων. Δεν έπεισε ότι εξάντλησε όλες τις προσπάθειες διευθέτησης των αξιώσεών του ως προέβλεπαν οι γραπτές πρόνοιες του συμβολαίου υπεργολαβίας με τους εναγόμενους 1 ενόψει του ότι γνώριζε συγκεκριμένες πρόνοιες του Τεκμηρίου 3 που υπαγόρευαν ότι δεν θα έπρεπε να στραφεί εναντίον του εναγόμενου 1 στην περίπτωση λύσης της σύμβασης του κυρίου εργολάβου. Το ποσό που του οφείλεται σύμφωνα με την εκδοχή του ιδίου για εκτελεσθείσες εργασίες αφορούσε το ποσό των €6520.00 κατά συνέπεια το πως έχει υποστεί ζημιές πάνω από €400,000 ενόψει των συνθηκών που επικρατούσαν τότε και ενόψει των συμφωνηθέντων εγγράφων που καθορίζουν τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών είναι ζήτημα που όφειλε να το εξηγήσει ειδικά και θα έπρεπε να αιτιολογήσει.

Επίσης ενόψει του ότι η προσφορά του το 2011 δεν είχε πρόνοια για το κέρδος του είναι άξιο απορίας πως ήταν σε θέση το 2015 (δηλαδή 4 χρόνια αργότερα) να ανακαλύψει το κέρδος που έχασε. Παραδέχθηκε ότι ο εναγόμενος 1 δεν απέτυχε να του αποδώσει οποιοδήποτε ποσό για εκτελεσθείσα εργασία. Η αγωγή του δεν κάνει καμία μνεία για το πιστοποιητικό πληρωμής 9 (ημερομηνίας 4.9.2013 τεκμήριο 22) που σχετίζεται με το Τεκμήριο 4 (ημερομηνίας 19.6.2013). Ούτε και θα μπορούσε να καταχωρήσει αγωγή εναντίον των εναγόμενων 1 μόνο για το ποσό αυτό εφόσον εκκρεμούσε μέχρι την καταχώρηση αυτής της αγωγής η άλλη αγωγή που αφορούσε την επιστροφή της εγγύησης του υπεργολάβου που ήταν ζήτημα άμεσα σχετικό με την προκαταβολική πληρωμή στον υπεργολάβο για το ποσό των €55,000 (Τεκμήριο 15). Οπότε ο τρόπος που επέλεξε ο Μ.Ε.1 να προωθήσει την απαίτησή του που είναι μέρος μεγαλύτερης διαφοράς και/ή ενέργεια του να καταχωρήσει την παρούσα αγωγή  ενόψει και δεύτερης αγωγής για το θέμα της εγγυητικής χωρίς να αποκαλύψει στο Δικαστήριο όλη την εικόνα του έργου και των υπόλοιπων εκκρεμούσων αγωγών δημιουργεί ερώτημα για το γνήσιο της απαιτήσεως του. Μου δημιουργείται η αντίληψη ότι δεν απεκάλυψε όλες τις ενέργειες και τα γεγονότα που περιστοιχίζουν τη διαφορά. Η εκδοχή του ήταν επιλεκτική και μεροληπτική ως εκ τούτου δεν τον αποδέχομαι ως αξιόπιστο μάρτυρα. Ιδιαίτερα απέτυχε να με πείσει ότι το υπερβολικό ποσό που ζήτησε τεκμηριώνεται με αναφορά τα πραγματικά έξοδα που έκανε για το έργο και πραγματικό κέρδος που απώλεσε επειδή δέσμευσε τους πόρους του στο συγκεκριμένο έργο. Ούτε και προσκόμισε μαρτυρία για να πείσει ότι επιχείρησε να μειώσει τις απώλειες του ενόψει του ότι πήγαινε κάθε 15 μέρες σε συναντήσεις όπου ενημερωνόταν και γνώριζε από πολύ νωρίς ότι υπήρχε το ενδεχόμενο διακοπής του έργου ώστε να μην βάλει όλα τα αυγά του σε ένα καλάθι.

Ο Μ.Ε.2 είναι πολιτικός μηχανικός αλλά κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας για να ετοιμάσει το τεκμήριο 7 που αφορά έκθεση για οικονομικές αποζημιώσεις ενόψει διακοπής του έργου. Δεν έπεισε ότι ήταν το κατάλληλο πρόσωπο για να ετοιμάσει τέτοια έκθεση και δεν καταπιάστηκε καθόλου με τα συγκεκριμένα στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι προκύπτουν οι συγκεκριμένες αποζημιώσεις. Κρίνω ότι η εργασία που έκανε ήταν πρόχειρη και χωρίς επαρκή αιτιολογία. Σε πρώτο βαθμό ανέφερε ότι το ποσό των €91159.92 που συμπεριέλαβε στην έκθεσή του για την υποαπασχόληση που προκλήθηκε από την διακοπή της εργασίας τελικά δεν στοιχειοθετείται. Κρίνω ότι η ετοιμασία έκθεσης που να περιλαμβάνει αξία αποζημιώσεων πέραν των €90000 που αργότερα ο ίδιος ο μάρτυρας παραδέχεται ότι δεν στοιχειοθετείται επαρκώς στην συνέχεια είναι σημάδι της επιπολαιότητας της εργασίας,

Η αξιοπιστία ενός εμπειρογνώμονα, κρίνεται με τον ίδιο τρόπο που κρίνεται η αξιοπιστία κι άλλων μαρτύρων. (Βλ. Ψάλτης ν. Αστυνομίας 2 AAD 113 (2001). Όμως ένας εμπειρογνώμονας, θεωρείται κατά κανόνα ανεξάρτητος μάρτυρας. (Μέλας ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Kοφίνου 1 ΑΑΔ 113 (2003). Η εγκυρότητα της γνώμης του ελέγχεται ενόψει αιτιολογημένου πορίσματος που ετοίμασε και περιέχει την πραγματική βάση της γνώμης του.

 

Λαμβάνω υπόψη μου την αρχή που διατυπώθηκε με σαφήνεια στην υπόθεση Kayat Trading Ltd. V. Genzyme Construction (2013) 1 ΑΑΔ 438, ότι η αποδεκτότητα μαρτυρίας εμπειρογνώμονα είναι η εξαίρεση στον κανόνα ότι ένας μάρτυρας, δεν μπορεί να εκφέρει τη γνώμη του επί του επίδικου ζητήματος, εκτός και εάν καταδειχθεί ότι η μαρτυρία γνώμης είναι αναγκαία στα περιστατικά της υπόθεσης και ότι ο προτιθέμενος εμπειρογνώμονας που πρόκειται να καταθέσει, έχει τα προσόντα που χρειάζεται ώστε να δώσει τέτοια μαρτυρία. Πρόσωπο το οποίο έχει τις γνώσεις, πείρα και/ή κατάρτιση επί συγκεκριμένου ζητήματος, μπορεί να εκφέρει τη γνώμη του επί ζητήματος που αμφισβητείται. Επίσης στην υπόθεση Ομήρου ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση αρ. 91/2017 ημερομηνίας 02/05/2018, ECLI:CY:AD:2018:B214, το Εφετείο επεξήγησε ότι η αποδεκτότητα της γνώμης εμπειρογνώμονα ως μαρτυρία σε δίκη, συναρτάται κατά πρώτο λόγο με τη σχετικότητα της προς το επίδικο θέμα, δηλαδή κατά πόσο πρόκειται για μαρτυρία η οποία κρίνεται ευλόγως αποδεικτική ή ανταποδεικτική ενός ζητήματος, το οποίο χρήζει απόδειξης. Πέραν της σχετικότητας, απαιτείται η μαρτυρία ενός εμπειρογνώμονα να παρέχει εξειδικευμένη επιστημονική γνώμη και πληροφορίες που βρίσκονται έξω από το πεδίο κοινής γνώμης και εμπειρίας. Υπάρχει διχοτομία μεταξύ της μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων που εκφέρουν την άποψη τους και καταλήγουν σε συμπεράσματα στη βάση γεγονότων που έχουν ήδη αποδειχθεί και μάρτυρες εμπειρογνώμονες που εξαιτίας των γνώσεων τους και τη χρήση ειδικών εργαλείων, ανακαλύπτουν γεγονότα της υπόθεσης που δεν είναι ορατά στους κοινούς ανθρώπους. (βλ. R v. Luttrell [2004] 2 Cr. App.R 31 at 35). Στη δεύτερη περίπτωση, αυτοί οι μάρτυρες θεωρούνται μάρτυρες γεγονότων, παρ’ όλο που θεωρούνται εμπειρογνώμονες. Κάποτε είναι δύσκολο να γίνει η σωστή κατάταξη μεταξύ μαρτυρίας της γνώμης που προκύπτει ως συμπέρασμα από την ανάλυση των γεγονότων και της μαρτυρίας εμπειρογνώμονα που σκοπό έχει τη διακρίβωση των γεγονότων.

A microbiologist who looks through a microscope and identifies a microbe is perceiving a fact no less than the bank clerk who sees an armed robbery committed. The only difference is the former can use a particular instrument and can ascribe objective significance to the data he perceives. The question of subjective assessment and interpretation which is the essence of opinion evidence hardly enters into the matter at all (Phipson on Evidence Sweet and Maxwell 18th edition paragraph 33-10).

Ο συγκεκριμένος μάρτυρας κλήθηκε για να κοστολογήσει αποζημιώσεις που καθορίζονται στον πίνακα στην τελευταία σελίδα του τεκμηρίου 7. Δεν είναι λογιστής ή ελεγκτής της εταιρείας ώστε να έχει γνώσεις για την κερδοφορία της εταιρείας με βάση τις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας. Η θέση ότι ο υπεργολάβος καθορίζει μόνος του το ποσοστό κερδοφορίας σε κάθε περίπτωση είναι άγνωστο ποια σχέση έχει με τις επιστημονικές του γνώσεις ως πολιτικός μηχανικός. Δεν εξήγησε γιατί η ιδιότητα του ως πολιτικός μηχανικός του δίνει εκτόπισμα πέραν του οποιουδήποτε άλλου που γνωρίζει τα γεγονότα να κάνει την ίδια εκτίμηση. Σε σχέση με ζητήματα κερδοφορίας δεν τον θεωρώ ειδικό γι’ αυτά που ετοίμασε. Εξάλλου εμμέσως πλην σαφώς παραδέχθηκε ότι ο πίνακας δεν είναι το αποτέλεσμα εμπεριστατωμένης μελέτης αφ’ ης στιγμής βρήκε απώλειες πέραν των €90000 για υποαπασχόληση χωρίς να γνωρίζει και να εξηγήσει πως προκύπτουν. Το ίδιο ισχύει για το θέμα της κερδοφόρας ύψους €29898653  που συνιστά την μερίδα του λέοντος των επιδιωκόμενων αποζημιώσεων. Κατέληξε σε ένα ποσό που φαίνεται συγκεκριμένο αλλά δεν παρέθεσε συγκεκριμένα στοιχεία που παράγουν τον συγκεκριμένο αριθμό. Το στοιχείο αυτό εξάγεται από την αξία της εργασίας μείον το κόστος που δεν ήταν σε θέση να το κοστολογήσει ώστε να εξάξει συγκεκριμένο ποσοστό κέρδους. Παραδέχεται ότι η πραγματική εργασία που εκτελέστηκε ήταν λίγη όχι πέραν των 15 ημερών για την περίοδο μέχρι τον Σεπτέμβριο 2013. Επομένως, ενόψει της πραγματικής αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας και αυτό που ζητεί σε αποζημιώσεις πέραν των €400,000 τα συμπεράσματα του είναι αυθαίρετα και ετσιθελικά. Προς επίρρωση της θέσης ότι η έκθεση αυτή είναι αυθαίρετη είναι και το γεγονός που έθιξε ο κ. Γεωργιάδης με την αγόρευση του. Στα πλαίσια της έκθεσης απαίτησης οι ενάγοντες αξίωσαν το ποσό των €2550 ως το κόστος του τεχνικού προσωπικού για περίοδο 85 ωρών ενώ με την έκθεση Τεκμήριο 7 ο Μ.Ε.2 ζήτησε για την ετοιμασία κατασκευαστικών σχεδίων και την ετοιμασία για την υποβολή μηχανημάτων το ποσό των €4980 και για τον τεχνικό του γραφείου το ποσό των €10080. Δεν διαφώτισε το Δικαστήριο κατά πόσο έλαβε μαρτυρίες για τις ώρες που υποτίθεται αναλώθηκαν σε τέτοιες εργασίες. Η έκθεσή  του δεν λαμβάνει υπόψη ότι οι ενάγοντες γνώριζαν ότι γίνονταν διαβουλεύσεις για την αναστολή του έργου ώστε να μετρά ως στοιχείο για την έκθεση την υποχρέωση των εναγόντων να μειώσουν τις απώλειές τους και να διαθέσουν αλλιώς τους πόρους τους και το εργατικό προσωπικό. Ούτε και καθόρισε το εργατικό προσωπικό το οποίο ήταν σε αναμονή για να εκτελέσει την εργασία που δεν είχε άλλη απασχόληση το συγκεκριμένο διάστημα.

Επιχείρησε να αναφερθεί σε καθυστερήσεις που αφορούν τον εργοδότη κατά την διάρκεια του έργου ενώ η δικογραφία αφορά αξίωση που προκύπτει ενόψει της διακοπής του έργου. Τα έξοδα που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της ετοιμασίας των μηχανολογικών σχεδίων, ως ανέφερε, θα είχαν ανακτηθεί, στην περίπτωση που θα είχε εκτελεστεί το έργο. Δεν παρέθεσε στο Δικαστήριο τα σχέδια για να πείσει ότι η εργασία αυτή έγινε καθώς και πρωτογενή στοιχεία για τις εργατοώρες που αναλώθηκαν ώστε να ετοιμασθούν τα σχέδια. Όλα όσα κατέγραψε εστιάζονται σε γενικές θεωρήσεις και όχι συγκεκριμένα στοιχεία. Για την κερδοφορία δεν προσκόμισε συγκεκριμένα στοιχεία για την παραγωγικότητα των εναγόντων. Δεν ήταν σε θέση να διαχωρίσει έξοδα από τα κέρδη επομένως, δεν είναι δυνατόν η εκτίμηση του να είναι ορθή.

Δέχομαι ότι είναι σωστό ότι οι ενάγοντες εκτέλεσαν εργασία αξίας €6520 διότι ως εξήγησε εκδόθηκε το πιστοποιητικό πληρωμής 9 για τη συγκεκριμένη εργασία. Όμως το κατά πόσο αυτό το ποσό θα μπορούσε να πληρωθεί στους ενάγοντες είναι θέμα που αφορά τις συμφωνίες και σχετίζεται με όλες τις δοσοληψίες μεταξύ των μερών, εγγυητικές, ποσό κατακράτησης κτλ. θέμα για το οποίο ο μάρτυρας δεν μπορούσε να τοποθετηθεί θετικά.

Ως εκ τούτου δεν αποδίδω καμία βαρύτητα στη μαρτυρία του ΜΕ2 και την απορρίπτω.

Τα όσα ανέφερε ο Μ.Υ.1 για τους εναγόμενους 1 συνάδει με το έγγραφο υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Η θέση του ότι το ποσό των €5818 που αφορά το πιστοποιητικό πληρωμής 9 πληρώθηκε μετά την έγερση της αγωγής φαίνεται να στοιχειοθετείται διότι σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης στην αγωγή 144/2015 το πιστοποιητικό πληρωμής εκδόθηκε την 4.9.2013 και παρέμεινε απλήρωτο. Η αγωγή 3116/2013 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου με απόφαση που εκδόθηκε στις 29.2.2016 αφορούσε τους τόκους των πιστοποιητικών 5,7,8,9. Γίνεται ειδική μνεία στην αγωγή 3116/2013 στην αγωγή 144/2015 παράγραφος 14 που τροποποιήθηκε το 2021. Επίσης με αναφορά τα πιστοποιητικά πληρωμής 5 έως 9 (Τεκμήρια 19 μέχρι 22) προκύπτει ότι οι πληρωμές καθορίζονταν με αναφορά τον κύριο εργολάβο και όχι τους υπεργολάβους. Με την επιστολή ημερομηνίας 23.10.2013 τεκμήριο (30) οι εναγόμενοι είχαν κοινοποιήσει στους εναγόμενους 2 ότι ακόμη δεν τους είχε καταβληθεί το ποσό που αφορούσε το πιστοποιητικό πληρωμής Υπήρχε ξεχωριστό συμβόλαιο υπεργολαβίας που υποχρέωνε τον εργολάβο να πληρώνει τον υπεργολάβο εντός 14 ημερών από την πληρωμή του Δήμου Πάφου.

Επίσης παραδέχθηκε ότι ο τρόπος που συνέχιζε να χρηματοδοτεί το έργο ενόψει μη πληρωμής των οφειλόμενων από τον Δήμο ήταν κατακρατώντας όλες τις πληρωμές που τους είχαν πληρωθεί. Εκείνο για το οποίο δεν γίνεται πιστευτός είναι για την ορθότητα  της ολιγωρίας των εναγόμενων 1 να αναστείλουν τις εργασίες ενόψει των υποδείξεων του Δήμου από το καλοκαίρι του 2013  διάστημα κατά το οποίο ετίθετο θέμα διακοπής του έργου. Τους υποδείχθηκε από τον Αύγουστο 2013 να προχωρήσουν μόνο με σωστικές εργασίες. Ενόψει αυτού ήταν παράλογη η τοποθέτησή του την 2.10.2023 (Τεκμήριο 29) ότι οι Εναγόμενοι 2 δεν μπορούσαν να προχωρήσουν στη λύση του συμβολαίου ενεργοποιώντας το άρθρο 691(γ) του συμβολαίου και ότι τίθετο θέμα ασφάλειας εργοταξίου εξαιτίας ημιτελείς εργασιών. Ο πραγματικός λόγος που δεν προχώρησαν με τις υποδείξεις των εναγόμενων 2 είναι ότι αμφισβητούσαν τον ισχυρισμό του Δήμου περί οικονομικής αδυναμίας διαφορετικά ενόψει των προειδοποιήσεων που είχαν και το ότι εκτελούσαν μόνο σωστικές εργασίες είναι αδικαιολόγητη η καθυστέρηση μέχρι τον Δεκέμβριο η οριστική λύση του συμβολαίου. Με επιστολή ημερομηνίας 25.11.2013 Τεκμήριο 3,  ο Δήμαρχος Πάφου είχε αναφέρει ότι οι εναγόμενοι είχαν ήδη κληθεί από την 23.9.2013 να μετακινήσουν τον εξοπλισμό τους από το εργοτάξιο εντός 14 ημερών. Η καθυστέρηση 4 μηνών δεν δικαιολογείται και δεν θεωρώ ότι οι δικαιολογίες που προέβαλε ο μάρτυρας προκειμένου να δικαιολογήσει την καθυστέρηση είναι πειστικές.

Ενόψει της καταχώρησης της παρούσας αγωγής και το περιεχόμενο της αγωγής 144/15 πείθει ότι κάλεσε του ενάγοντες να συμπεριλάβουν τις απαιτήσεις τους στην εν λόγω αγωγή και ότι αρνήθηκαν να το πράξουν τούτο. Επομένως, το ποσό που αφορά το πιστοποιητικό πληρωμής 9 ζητήθηκε με την αγωγή 144/2015 και αυτός ήταν λόγος που οι ενάγοντες αξίωσαν χρηματικό ποσό για εκτελεσθείσα εργασία όχι με αναφορά τα πιστοποιητικά πληρωμής αλλά με αναφορά την εκτίμηση πληρωμής υπεργολάβου ως η παράγραφος 8 της έκθεσης απαιτήσεως.

Γίνεται πιστευτός ως αξιόπιστος μάρτυρας και απορρίπτω το σημείο της μαρτυρίας του που αφορούσε την καθυστέρηση τους να προχωρήσουν στη λύση της σύμβασης.

O M.Y.1 για τους εναγόμενους 2 ήταν άμεσα εμπλεκόμενος στις διεργασίες του Δήμου Πάφου σε σχέση με το έργο κατά το έτος 2013. Τα όσα ανέφερε σε σχέση με τα πρωτογενή γεγονότα περιήλθαν στην γνώση του. Τα όσα ανέφερε σε σχέση με τις συμβάσεις και την πορεία του έργου τεκμηριώνεται από την αλληλογραφία και άλλα έγγραφα που κατέθεσε και συντάχθηκαν κατά τον επίδικο χρόνο δηλαδή, σε ανύποπτο χρόνο σε σχέση με τα αμφισβητούμενα γεγονότα. Το ότι οι εναγόμενοι χρονοτριβούσαν να προχωρήσουν ως η παράγραφος 69.1 της κυρίως συμφωνίας υποστηρίζεται από την αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε μεταξύ των μερών σε ανύποπτο χρόνο. Από τον Μάιο 2013 πληροφορήθηκαν οι εναγόμενοι 1 ότι υπήρχε σοβαρό ενδεχόμενο διακοπής του έργου.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι το πιστοποιητικό πληρωμής 9 πληρώθηκε πριν την καταχώρηση της αγωγής δεν πείθει επειδή ανέφερε ότι δεν γνωρίζει για τις πληρωμές προς τους ενάγοντες ως ζήτημα που εμπίπτει στις υποχρεώσεις του εναγόμενου 1 ως ο κυρίως εργολάβος. Ανέφερε ότι τα πιστοποιητικά πληρωμής ήταν ενιαία και το πιστοποιητικό πληρωμής 6 ως ενδιάμεσο πιστοποιητικό υπόκειτο σε αναπροσαρμογή εν αναμονή της έκδοσης του τελικού λογαριασμού του έργου. Οι εναγόμενοι 1 καταχώρησαν την αγωγή 144/2015 στην οποία ισχυρίστηκαν, μεταξύ άλλων , ότι το συγκεκριμένο πιστοποιητικό δεν είχε πληρωθεί. Περαιτέρω, εάν η θέση τους ήταν ότι το ποσό αυτό είχε πληρωθεί θα έπρεπε να δικογραφηθεί στα πλαίσια της δικογραφίας των συνεναγόμενων. Αντίθετα, προβλήθηκε δικογραφημένος ισχυρισμός (παράγραφος 12 της υπεράσπισης συνεναγόμενων) ότι τα διατακτικά πληρωμών που επικαλείται ο εναγόμενος εκδόθηκαν παράτυπα και/ή παράνομα και/ή δεν αντικατοπτρίζουν εκτελεσθείσα εργασία.

Τα όσα ανέφερε για τις μεταξύ τους διαφορές με τον κυρίως εργολάβο ήταν το αντικείμενο άλλης διαδικασίας και το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξάξει το Δικαστήριο σε σχέση με την διακοπή του έργου είναι ότι τελικώς αυτό έγινε κατορθωτό μετά την αποστολή της επιστολής ημερομηνίας 25.11 2013 ( τεκμήριο 31) δηλαδή όπου πληροφόρησαν τους εναγόμενους για την λύση συμβολαίου εργολαβίας βάση τις πρόνοιες του άρθρου 66.1 της συμφωνίας για απαλλαγή αμφοτέρων συμβαλλόμενων της υποχρέωσης εκπλήρωσης του έργου. Ήταν αναγκαίο να προχωρήσει ο εργοδότης με το μέτρο αυτό διότι ως προκύπτει από το Τεκμήριο 49 οι τραπεζικές εγγυήσεις που είχαν παραχωρήσει στον εργοδότη οι ενάγοντες και οι εναγόμενοι 1 θα έληγαν στις 14.2.2015. Μετά την πάροδο της λήξης της εγγυητικής ο εργοδότης επειδή τους είχε υπερπληρώσει σύμφωνα με την αξία της εκτελεσθείσας εργασίας δεν θα είχε διαπραγματευτική ισχύ να ανακτήσει τις προκαταβολές που είχε πληρώσει. Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε τον Αύγουστο του 2015, δηλαδή σε χρόνο που κατασχέθηκε η εγγυητική του υπεργολάβου και ενόψει του ότι οι ενάγοντες δεν επέστρεφαν τις προκαταβολικές πληρωμές.

Επομένως ο Μ.Υ.1 για τους εναγόμενους 2 κρίνεται αξιόπιστος αλλά δεν πείθει ότι η πληρωμή που επικαλέστηκε με αναφορά τον τραπεζικό λογαριασμό του Δήμου αφορούσε ειδικά το ποσό που όφειλαν οι εναγόμενοι 1 στους ενάγοντες για εκτελεσθείσα εργασία.

Ευρήματα

Ενόψει της αξιόπιστης μαρτυρίας καταλήγω στο συμπέρασμα ότι οι ενάγοντες υπέγραψαν συμφωνία υπεργολαβίας, Τεκμήριο 3 και ότι ουδέποτε υπέγραψαν συμφωνία με τους εναγόμενους 2. Ακόμη και η επιστολή αποδοχής της προσφοράς των εναγόντων, Τεκμήριο 2 κάνει αναφορά ότι το έγγραφο το συγκεκριμένο δημιουργεί συμβατική σχέση μεταξύ των εναγόντων και των εναγόμενων 1 εν αναμονή της υπογραφής επίσημης συμφωνίας υπεργολαβίας. Ο τρόπος πληρωμής του έργου ήταν με την έκδοση ενδιάμεσων πιστοποιητικών πληρωμής από τον μηχανικό του έργου. Αυτά τα πιστοποιητικά υπόκεινται σε αναπροσαρμογή ενόψει έκδοσης τελικού λογαριασμού κατά την παράδοση του έργου. Τα πιστοποιητικά πληρωμής ήταν ενιαία παρόλο ότι περιείχαν απαιτήσεις πληρωμής των εναγόντων και λαμβάναν υπόψη αξία εκτελεσθείσας εργασίας αφαιρούμενου ποσοστού για την πληρωθείσα προκαταβολή και κατακράτηση για την πιστή εκτέλεση της εργασίας. Μοναδική εργασία που εκτέλεσαν οι ενάγοντες στα πλαίσια του έργου είναι ως ανέφερε ο Μ.Υ.1 των εναγόμενων 1. Αυτή η εργασία υπολογίσθηκε και πιστοποιήθηκε η πληρωμή της με το πιστοποιητικό πληρωμής αριθμός 9 που εν τέλει σε κάποιο χρόνο μετά την έγερση της αγωγής πληρώθηκε στους εναγόμενους 1. Ενόψει της οικονομικής κρίσης το 2013 ο Δήμος κοινοποίησε σε όλους είτε απευθείας ή μέσω των εναγόμενων 1 από τον Μάιο 2013 ότι τίθετο θέμα διακοπής του έργου. Προειδοποιήθηκαν όλοι να κάνουν σωστή διαχείριση τους πόρους τους και κατά τον Αύγουστο 2013 υποδείχθηκε στον κύριο εργολάβο να κάνει μόνο σωστικές εργασίας. Τον Σεπτέμβριο 2013 οι εναγόμενοι 2 κάλεσαν τους εναγόμενους να προβούν στην διακοπή του συμβολαίου δυνάμει του άρθρου 66.1 της σύμβασης εργολαβίας, Τεκμήριο 18 αλλά οι εναγόμενοι 1 αδικαιολόγητα καθυστέρησαν με αποτέλεσμα ο εναγόμενος 2 να ενεργοποιήσει πρόνοιες του συμβολαίου που να απαλλάσσει και τα δύο τα μέρη από την εκτέλεση της συμφωνίας. Ακολούθησε η διακοπή της συμφωνίας τον Δεκέμβρη 2013 από τους εναγόμενους 1 και στη συνέχεια τερματισμός του συμβολαίου υπεργολαβίας που κοινοποιήθηκε στους ενάγοντες. Ο Δήμος κάλεσε τον εργολάβο να υποβάλει τελικό λογαριασμό μετά την παραλαβή του έργου. Ενόψει διαφωνίας των μερών σε σχέση με τις οικονομικές τους απαιτήσεις και επειδή ο εργοδότης προχώρησε και έκανε κατάσχεση της εγγύησης οι εναγόμενοι καταχώρησαν διάφορες αγωγές συμπεριλαμβανομένου και της αγωγής 144/2015. Οι ενάγοντες καταχώρησαν αγωγή για την κατάσχεση της εγγύησης τους το 2015 και επίσης αρνήθηκαν να συμπεριλάβουν οικονομικές τους απαιτήσεις μέσω του εργολάβου και αντ’ αυτού καταχώρησαν την παρούσα αγωγή.

Κατά πόσο οι ενάγοντες έχουν αγώγιμο δικαίωμα βασιζόμενο σε παράβαση συμφωνίας;

Είναι αναντίλεκτο ότι το γραπτό συμβόλαιο μεταξύ των εναγόμενων 1 και 2 για την εκτέλεση του έργου δεν αφορούσε τους ενάγοντες ως συμβαλλόμενο μέρος. Οι ενάγοντες υπέβαλαν απευθείας προσφορά στους εναγόμενους 2 η οποία έγινε αποδεκτή (Τεκμήριο 2) και τους υποδείχθηκε να συνάψουν γραπτή συμφωνία υπεργολαβίας με τους εναγόμενους 1 (Τεκμήριο 3). Τους υποδείχθηκε στην επιστολή κατακύρωσης της προσφοράς όπως προβούν σε τραπεζική εγγύηση για πιστή εκτέλεση του συμβολαίου . Η ολοκληρωμένη γραπτή συμφωνία μεταξύ των εναγόντων και εναγόμενων περιείχε όλους τους όρους για την εκτέλεση της εργασίας. Προκειμένου να αποφασιστεί κατά πόσο υπάρχει συμβατική εγγύτητα (privity of contract)  μεταξύ των εναγόντων και των εναγόμενων 2 θα πρέπει να αξιολογήσει το Δικαστήριο το περιεχόμενο των δύο συμβολαίων.

Παρόλο ότι το έργο εκτελέστηκε  στην Πάφο οι ενάγοντες έχουν έδρα τη Λευκωσία. Δεν ήταν καθαρό κατά πόσο η βάση της αγωγής έχει προκύψει είτε καθ’ ολοκληρίαν είτε εν μέρει εντός των ορίων της επαρχίας. Κρίνω ότι δεν τίθεται ζήτημα αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου δυνάμει της προσαχθείσας μαρτυρίας. Διά την ορθή ερμηνεία μίας συμφωνίας, είναι ανάγκη να ληφθούν υπόψη κάποιοι κανόνες που διέπουν το ζήτημα αυτό. Ο γενικός κανόνας είναι ότι σκοπός της ερμηνείας της συμφωνίας, είναι να εξευρεθεί η πρόθεση των μερών. Στην Αλεξάνδρου Λτδ ν. Συμβούλιο Αποχετεύσεως Λευκωσία 1ΑΑΔ (1999) σελ. 630, λέχθηκε ότι διαπιστώνεται η πρόθεση των μερών από τη γλωσσική διατύπωση της συμφωνίας, όμως η ερμηνεία που θα αποδοθεί σε αυτές τις λέξεις δεν μπορεί να βρεθεί εντελώς ανεξάρτητα και ασύνδετα από το πραγματικό υπόβαθρο που πλαισιώνει τη σύναψη της συμφωνίας. Επίσης στην Κουνούνα ν. Κώστας Κυριάκου Υιοί Λτδ 1ΑΑΔ (2001) 2126, ως και επίσης στη Λάμπρου ν. Παράσχου 1ΑΑΔ (1993) σελ. 397, επεξηγήθηκε ότι ο σκοπός των μερών μπορεί να συναχθεί μόνο από το σύνολο του κειμένου και όταν η σύμβαση είναι σαφής ως προς το νόημά της, το Δικαστήριο δεν μπορεί να προσδώσει διαφορετικό νόημα στη σύμβαση από αυτό που οι ίδιες οι λέξεις της σύμβασης ενέχουν. Η υπόθεση Φούτας ν. Εταιρεία Βάσος Λτδ 1ΑΑΔ (1993) σελ. 168, επεξηγεί ότι η προσαγωγή εξωγενούς μαρτυρίας για την ορθή ερμηνεία των όρων της σύμβασης επιτρέπεται, όποτε διαπιστώνεται η ύπαρξη κενού ή αμφιβολιών. Τούτο ισχύει όχι μόνο σε σχέση με την ερμηνεία της συμφωνίας, αλλά και για την εφαρμογή της. Παραθέτω πιο κάτω απόσπασμα αυτής της απόφασης το οποίο είναι βοηθητικό.

 

“When any doubt arises upon the true meaning or sense of the words themselves, or any difficulty as to their application under the surrounding circumstances, the sense and meaning of the language may be investigated and ascertained by evidence dehors the instrument itself; for both reason and common sense agree that by no other means can the language of the instrument be made to speak the real mind of the party.”

 

Ελεύθερη μετάφραση:

 

«Όταν υπάρχει αμφιβολία σε σχέση με την πραγματική ερμηνεία και έννοια των λέξεων της σύμβασης ή υπάρχει δυσκολία σε σχέση με την εφαρμογή τους έχοντας υπόψη τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, τότε η ερμηνεία των λέξεων μπορεί να εξεταστεί και να διαπιστωθεί λαμβάνοντας υπόψη μαρτυρία που βρίσκεται εκτός του κειμένου της σύμβασης. Η λογική και κοινή λογική υπαγορεύουν ότι πρέπει να αποδοθεί τέτοια ερμηνεία στις λέξεις της σύμβασης που να φανερώνουν την πραγματική πρόθεση του συμβαλλόμενου μέρους».

 

 

Για τον καθορισμό των δικαιωμάτων και ευθυνών των μερών, σημασία έχει η πρόθεση των μερών κατά τη σύναψη της συμφωνίας. Αυτοί οι κανόνες επεξηγήθηκαν με σαφήνεια από τον Δικαστή κ. Π. Καλλή στην απόφαση Μετάλλικα Ηρακλής Μιχαηλίδης Λτδ. ν G & C Exhaust Systems Ltd. 1 ΑΑΔ 500(2001) στο ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Σύμφωνα με τους ερμηνευτικούς κανόνες, μία σύμβαση πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με το λεκτικό της και με τρόπο που θα πραγματοποιείται η πρόθεση των μερών, όπως αυτή συνάγεται από το σύνολο της σύμβασης...

Αν οι πρόνοιες μίας συμφωνίας εκφράζονται με σαφήνεια και δεν υπάρχει τίποτα που καθιστά ικανό το Δικαστήριο να το ερμηνεύσει με τρόπο διαφορετικό από εκείνο που επιτρέπεται από το λεκτικό του, χωρίς αμφιβολία πρέπει να επικρατήσει το λεκτικό. Αν όμως οι πρόνοιες και οι φράσεις είναι αντιφατικές και αν υπάρχουν λόγοι οι οποίοι φαίνονται στην όψη του εγγράφου οι οποίοι προσφέρουν απόδειξη της πραγματικής πρόθεσης των μερών, τότε εκείνη η πρόθεση θα επικρατήσει έναντι της φανερής και συνήθους έννοιας των λέξεων».

 

    Το Τεκμήριο 3 είναι η ολοκληρωμένη συμφωνία μεταξύ των μερών. Τα τεχνικά ζητήματα περιέχονται στα σχέδια και στα έντυπα προσφορών όμως ενόψει ειδικής πρόνοιας σε σχέση με την ιεράρχηση των εγγράφων στην περίπτωση που προκύπτει αντιφατικό νόημα από τη σύγκριση των εγγράφων, επικρατεί και δεσμεύουν οι πρόνοιες του Τεκμηρίου 3 (βλ. τον όρο 3.4 της συμφωνίας εργολαβίας) ότι τα έγγραφα συμπληρώνουν το ένα το άλλο με συγκεκριμένη σειρά προτεραιότητας των εγγράφων. Το Τεκμήριο 3 συνιστά αναλυτική συμφωνία που περιέχει τις υποχρεώσεις και δικαιώματα των μερών για κάθε ζήτημα, σε κάθε στάδιο της εκτέλεσης της συμφωνίας και για κάθε ενδεχόμενο ή περίπτωση που ήθελε συμβεί στη σχέση του εργολάβου και του εργοδότη , του εργολάβου και του υπεργολάβου που αναντίλεκτα στην προκειμένη περίπτωση, είναι ο Δήμος Πάφου. Το τεκμήριο 3 προβλέπει ρητώς ότι δεν υπάρχει καμία συμβατική σχέση με τον εργοδότη ως ακολούθως:

 

  4.3  Ουδεμία συμβατική σχέση με τον Εργοδότη

Ουδεμία πρόνοια των παρόντων όρων πρέπει να ερμηνεύεται  ως δημιουργούσα οποιαδήποτε συμβατική σχέση μεταξύ του Διορισμένου Υπεργολάβου και του Εργοδότη.

 

    Δίδεται αντίγραφο του κυρίως συμβολαίου μεταξύ εναγόμενων 1 και 2 στον υπεργολάβο και έτσι οι ενάγοντες είχαν πλήρη γνώση των προνοιών του κυρίως συμβολαίου. Ενόψει ρητής πρόνοιας ότι οι ενάγοντες δεν είναι συμβαλλόμενοι του Τεκμηρίου 2, και ενόψει της ιεραρχίας των εγγράφων δεν μπορεί να εξαχθεί πρόθεση των μερών που να έρχεται σε αντίθεση με τις πρόνοιες της παραγράφου 4.3 του Τεκμηρίου 3 που είναι δεσμευτική. Σχετική δεσμευτική πρόνοια του τεκμηρίου 3 που αφορά το δικαίωμα του ενάγοντα να πληρωθεί αφορά την παράγραφο 16.3 ως ακολούθως:

 

16.3 Εντός 14 ημερών μετά την καταβολή από τον Εργοδότη στον Εργολάβο του ποσού που του οφείλεται με βάση οποιοδήποτε πιστοποιητικό πληρωμής που εκδίδεται από το Μηχανικό σύμφωνα με το Κυρίως Συμβόλαιο, ή όπως διαφορετικά συμφωνηθεί αλλά τηρουμένων των πιο κάτω επιφυλάξεων, τα ποσά τα οποία περιλαμβάνονται σε ένα Λογαριασμό θα είναι οφειλόμενα και πληρωτέα στο Διορισμένο Υπεργολάβο, πάντοτε αφαιρουμένων των προηγούμενων πληρωμών, καθώς και των προς κράτηση ποσών σύμφωνα με τα ποσοστά κράτησης που καθορίζονται στο Παράρτημα Προσφοράς Υπεργολαβίας και μέχρι του χρόνου εκείνου που οι κρατήσεις θα έχουν φθάσει στα όρια κρατήσεων (εάν υπάρχουν) που καθορίζονται στο ίδιο Παράρτημα.

Ο Εργολάβος έχει δικαίωμα να κατακρατήσει ή να αναβάλει την πληρωμή ολόκληρου ή μέρους οποιοσδήποτε ποσού που, υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν οφειλόμενο με βάση τις πιο πάνω πρόνοιες όταν:

(α) το ποσό που περιλαμβάνεται σε οποιοδήποτε Λογαριασμό, αυξημένο με οποιαδήποτε άλλα ποσά τα οποία, κατά τη γνώμη του Εργολάβου, δικαιούται ο Διορισμένος Υπεργολάβος, αλλά μετά από όλες τις κρατήσεις και αφαιρέσεις, είναι στο σύνολο του μικρότερο από το ελάχιστο ποσό (εάν υπάρχει) που αναφέρεται στο Παράρτημα Προσφοράς Υπεργολαβίας,

(β) (γ) (δ) (ε) το ποσό που περιλαμβάνεται σε οποιοδήποτε Λογαριασμό, αυξημένο με οποιαδήποτε άλλα ποσά τα οποία αποτελούν αντικείμενο αίτησης για πληρωμή που υποβάλλεται από τον Εργολάβο με βάση το Κυρίως Συμβόλαιο σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου 16.2, αλλά μετά από όλες τις κρατήσεις και αφαιρέσεις (μη περιλαμβανομένων κρατήσεων και αφαιρέσεων λόγω πράξεων ή παραλείψεων του Εργολάβου), είναι στο σύνολο του ανεπαρκές για να δικαιολογήσει την έκδοση Πιστοποιητικού Ενδιάμεσης Πληρωμής από το Μηχανικό με βάση το Κυρίως Συμβόλαιο, το ποσό που περιλαμβάνεται σε οποιοδήποτε Λογαριασμό δεν πιστοποιείται στην ολότητα του από το Μηχανικό, νοουμένου ότι η μη πιστοποίηση αυτή δεν οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη του Εργολάβου, ο Εργολάβος έχει περιλάβει το ποσό που καθορίζεται στο Λογαριασμό, στο δικό του λογαριασμό που υποβάλλει σύμφωνα με το Κυρίως Συμβόλαιο, και ενώ ο Μηχανικός έχει πιστοποιήσει το ποσό, ο Εργοδότη έχει παραλείψει να καταβάλει το ποσό στην ολότητα του, νοουμένου ότι η μη πληρωμή αυτή δεν οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη του Εργολάβου, ή έχει προκόψει κάποια διαφορά μεταξύ του Διορισμένου Υπεργολάβου και του Εργολάβου και/ή μεταξύ του Εργολάβου και του Εργοδότη αναφορικά με αμφισβήτηση επιμέτρησης ή ποσοτήτων ή οποιοσδήποτε άλλου θέματος που περιλαμβάνονται στο Λογαριασμό.

 

Οποιαδήποτε κατακράτηση πληρωμής που γίνεται με βάση τις πρόνοιες των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) πιο πάνω πρέπει να περιορίζεται στο βαθμό που το ποσό που περιλαμβάνεται στο Λογαριασμό δεν έχει πιστοποιηθεί, δεν έχει καταβληθεί από τον Εργοδότη, ή έχει αμφισβητηθεί, ανάλογα με την περίπτωση. Σε περίπτωση που ο Εργολάβος κατακρατεί ή αναβάλλει οποιαδήποτε πληρωμή οφείλει να ειδοποιεί το Διορισμένο Υπεργολάβο, με κοινοποίηση στον Εργοδότη και το Μηχανικό, για τους λόγους της κατακράτησης ή αναβολής αυτής, το πρακτικά ενωρίτερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει όχι αργότερα από την ημερομηνία στην οποία το ποσό αυτό θα καταστεί πληρωτέο.

 

Η παράγραφος 16.2 της συμφωνίας υποχρεώνει τον υπεργολάβο να περιλαμβάνει όλα τα ποσά που αφορούν τις εργασίες υπεργολαβίας που έχουν πιστοποιηθεί και δεν έχουν πληρωθεί σε διαδικασία που έχει εγερθεί από τον εργολάβο εναντίον του εργοδότη.

 

Το δικαίωμα των εναγόντων να πληρώνονται καθορίζεται από την παράγραφο 16.3 της συμφωνίας και ο εργολάβος δικαιούται να μην πληρώσει όταν υπάρχει διαφορά μεταξύ του εργολάβου και του εργοδότη αναφορικά με «αμφισβήτηση επιμέτρησης ή ποσοτήτων ή οποιουδήποτε άλλου θέματος που περιλαμβάνεται στον λογαριασμό».

    Η γραπτή συμφωνία που υπέγραψαν τα μέρη καθορίζει το νομικό σχήμα που καθορίζει τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών. Αυτή ήταν η πρόθεση των μερών που υπέγραψαν το τεκμήριο 3 σε πλήρη γνώση των όρων του κυρίως συμβόλαιο που δεν είχε ιεραρχία ως προς τους όρους του σε σχέση με το Τεκμήριο 18.

 

Ενόψει αυτού του λεκτικού δεν μπορεί να υποτεθεί σιωπηρός όρος στη συμφωνία των μερών για συμβατική σχέση μεταξύ των εναγόντων και των εναγόμενων. Οι εναγόμενοι 2 αποφάσισαν να συμβληθούν μόνο με τους εναγόμενους 1. Ο κύριος λόγος για τη σύνταξη συγκεκριμένου νομικού σχήματος που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι επειδή ως εξηγήθηκε στο σύγγραμμα Hudsons Building and Contracts, Chambers, Sweet and Maxwell 13th edition par. 9-063. Των πλεονεκτημάτων για τον εργοδότη αυτού του σχήματος.

     «is that an informed employer wishing to have construction work carried out usually sees overriding advantages in dealing with one contractor for the performance of the whole work»

 

Στην παράγραφο 9-064 του συγγράμματος επεξηγείται ότι σε τέτοια περίπτωση που επιθυμία του εργοδότη είναι η λογοδοσία μόνο του κυρίως εργολάβου για το έργο υπάρχει η γενική θεώρηση των πραγμάτων ότι «privity of contract between the employer and sub-contractor does not exist». Ζητήματα που αφορούν την πληρωμή του υπεργολάβου εξαρτώνται από την έκδοση πιστοποιητικών πληρωμής των αρχιτεκτόνων του έργου στα πλαίσια του κυρίως συμβολαίου  Στην περίπτωση αυτή ο αρχιτέκτονας ενεργεί στα πλαίσια της συνεργασίας του με τον εργολάβο ως «the main contractors administrative agent in the same sense that the architect is the employers agent under the main contract». Ούτε έχει σημασία ότι ο υπεργολάβος μπορεί να επικαλεστεί ότι έχει εκτελέσει εργασία που επωφελεί τον εργοδότη ώστε να δημιουργηθεί συμβατική σχέση εκτός και εάν καταφέρει να αποδείξει ‘unjust enrichment or restitution’ κατά του εργοδότη.

 

Η Αγγλική υπόθεση  Northern Regional Health Authority v Derek Crouch Construction Co Ltd [1984] 2 All ER 175 είναι σχετική ως ακολούθως:

The position, therefore, as between the health authority and Crown is quite different to that between the health authority and Crouch. Standing back from the technicalities of privity of contract, Crown in its own right has an overwhelming case to be allowed to go forward with its own arbitration. Only by such arbitration can it directly establish its rights against the health authority, and Crown, as opposed to Crouch, has never sought to have any of the issues litigated as opposed to arbitrated.

However, the technicalities of privity of contract cannot be ignored. Since, for some reason, the parties have chosen to cloak the reality of their commercial relationship in a particular legal guise, the court can only give effect to the legal relationships they have, to my mind unwisely, chosen to adopt, ie that Crown's 'rights' against the health authority can only be established through Crouch. How far is it proper to treat Crown as having rights to arbitrate separate from those of Crouch? Can Crown have any better right than Crouch as against the health authority? As regards issues of fact or law decided in an arbitration at the instigation of Crown, will there be issue estoppel in the High Court action as between Crouch and the health authority? If there is no such issue estoppel, the same matters may have to be litigated twice at great expense and with the risk of two inconsistent decisions on each issue.

Έτσι είναι τα πράγματα και στην περίπτωση που έχει τεθεί ενώπιον μου. Οι ενάγοντες δικαιούνται να προωθήσουν το δικαίωμα τους να πληρωθούν από τον εναγόμενο 2 μόνο διά μέσω των εναγόμενων 1. Ο μόνος τρόπος να προωθείται από τους ενάγοντες αξίωση απευθείας εναντίον των εναγόμενων 2 είναι με την συγκατάθεση και την αντικατάσταση των εναγόμενων 1. Ακόμη και σε τέτοια περίπτωση δεν είναι δυνατόν οι ενάγοντες να προωθούν ξεχωριστή αξίωση εναντίον των εναγόμενων παράλληλα με τους εναγόμενους 1 και το ενδεχόμενο να περιπλέκονται ή να δικάζονται διπλά τα ίδια θέματα με διπλό κόστος είναι ορατό και μη επιθυμητό. Οπότε το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 3 ενσωματώνει πλήρως την πρόθεση των μερών ως προς τη φύση των συμβατικών τους δικαιωμάτων και ο μόνος τρόπος που μπορούν οι ενάγοντες να προωθούν την αγωγή εναντίον των εναγόμενων 1 είναι στην βάση των συμφωνηθέντων. Το πιο κάτω απόσπασμα είναι σχετικό.

Can Crown litigate its claims separately from Crouch?

There is no way in which Crown can litigate any claims under the main contract in its own name. Its only right is either to make claims against Crouch under the sub-contract,leaving it to Crouch to pass its claims on under the main contract, or to seek to use Crouch's name to claim under the main contract. The latter claim will be Crouch's claim and every conceivable complication will arise if Crouch disagrees with the case which Crown wishes to submit in its name.

Στη βάση των, πιο πάνω, προκύπτει ότι οι ενάγοντες δεν έχουν εκφράσει αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των εναγόμενων 2 για παράβαση των συμφωνηθέντων με τους οποίους δεν έχουν συμβατική σχέση . Αναπόφευκτα αποτυγχάνει πλήρως η αξίωση των εναγόντων εναντίον των εναγόμενων 2.

Αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των εναγόμενων 1

Με εξαίρεση την αξίωση των εναγόντων για το ποσό των €5868 οι υπόλοιπες αξιώσεις δεν αφορούν εκτελεσθείσες εργασίες για τις οποίες θέλουν να πληρωθούν.

Αναφορικά με το ποσό των €5868 η δικογραφημένη θέση των εναγόντων δεν καταπιάνεται με την έκδοση του πιστοποιητικού πληρωμής 9 το οποίο αναφέρθηκε στην μαρτυρία αλλά αναφέρουν ότι έχουν δικαίωμα να πληρωθούν για εργασία που εκτέλεσαν για τις οποίες εργασίες οι UNEMEC την 19.6.2013 εξέδωσαν πιστοποιητικό το καλούμενο εκτίμηση πληρωμής του υπεργολάβου. Αυτό το έγγραφο πράγματι κατατέθηκε ως τεκμήριο 4. Το τεκμήριο 3 της συμφωνίας είναι καθαρό ότι οποιαδήποτε αξίωση των εναγόντων για εκτελεσθείσα εργασία προκύπτει μόνο κατόπιν και με βάση πιστοποιητικού πληρωμής (πρόνοια 16.3). Μόνο με τον συγκεκριμένο τρόπο αποκρυσταλλώνεται στη γραπτή συμφωνία υπεργολαβίας το δικαίωμα των εναγόντων να πληρωθούν. Συμφώνησαν να πληρωθούν ‘όπως διαπιστώνεται η υποχρέωση των εναγόμενων 1 να τους πληρώνουν’. Δεν συμφώνησαν να προκύπτει υποχρέωση πληρωμής με αναφορά την έκδοση του Τεκμηρίου 4. Η υφιστάμενη δικογραφία δεν καλύπτει αγώγιμο δικαίωμα για πληρωμή εκτελεσθείσας εργασίας σε σχέση με πιστοποιητικό πληρωμής που εκδόθηκε προς όφελος των εναγόντων ως είχε συμφωνηθεί μεταξύ των μερών και που οι εναγόμενοι 1 παρέλειψαν και/ή αρνήθηκαν να πληρώσουν συμφώνως της παραγράφου 16.3 του Τεκμηρίου 3.

Όπως επεξηγήθηκε στην υπόθεση Γιαννάκης Πελεκάνος ν. Ανδρέα Πελεκάνου (2006) 1 ΑΑΔ 3990, οι προϋποθέσεις χορήγησης της θεραπείας που δεν ειδικεύονται στην έκθεση απαιτήσεως, είναι κατά πόσο η θεραπεία στοιχειοθετείται από τα γεγονότα που περιέχονται στην έκθεση απαιτήσεως και δεύτερον, κατά πόσο στη συνέχεια αυτά τα γεγονότα έχουν αποδειχθεί στη δίκη. Θα πρέπει να παρατίθεται ένας σκελετός γεγονότων στην απαίτηση που διαμορφώνει τις θέσεις των Εναγόντων.

Η σωστή και ακριβή διατύπωση της απαίτησης ή της Υπεράσπισης, είναι σημαντική ώστε να προσδιοριστούν τα επίδικα θέματα στην αγωγή. Όμως όπως επεξηγήθηκε στην αγγλική υπόθεση Loveridge v. Healey [2004] EWCA Civ 173, ακόμη και στην περίπτωση που διάδικος προωθεί ζητήματα που αποκλίνουν από τη δικογραφημένη θέση, δυνατόν να μην δημιουργείται θέμα εάν ο αντίδικος δεν έχει επηρεαστεί δυσμενώς από την απόκλιση:

‘’Ιt is on the basis of the pleadings that the parties decide what evidence they will need to place before the court and what preparations are necessary before the trial. Where one party advances a case that is inconsistent with his pleadings, it often happens that the other party takes no point on this. Where the departure from the pleadings causes no prejudice, or where for some other reason it is obvious that the court, if asked, will give permission to amend the pleading, the other party may be sensible to take no pleading point. Where, however, departure from a pleading will cause prejudice, it is in the interests of justice that the other party should be entitled to insist that this is not permitted unless the pleading is appropriately amended. That then introduces, in its proper context, the issue of whether or not the party in question should be permitted to advance a case which has not hitherto been pleaded’’.

Δεν δικογραφείται επί της έκθεσης απαίτησης ότι αξιώνουν πληρωμή για εκτελεσθείσα εργασία στη βάση πιστοποιητικού πληρωμής. Τα όσα αναφέρθηκαν στην δίκη σε σχέση με το πιστοποιητικό πληρωμής 9 δεν συνάδει με τη δικογραφία ώστε να εξετασθεί η απαίτηση των εναγόντων επί αυτής της βάσης. Τέτοια θεώρηση των πραγμάτων θα συνιστούσε αδικία για τους εναγόμενους που δεν προειδοποιήθηκαν ότι αυτή ήταν η υπόθεση που είχαν να αντιμετωπίσουν. Δεν είχαν διατυπώσει την απαίτησή τους με τέτοιο τρόπο ώστε οι εκ των υστέρων θέσεις που προβλήθηκαν με την αντεξέταση, να θεωρείται ότι εκφράζονται με σαφήνεια και με συγκεκριμένο τρόπο, ώστε να δικαιολογείται η εξέταση τους και η αξιολόγηση τους στο στάδιο αυτό προς επίλυση της αγωγής.

Όπως αναφέρθηκε στη Μελάς v. Κυριάκου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 826, η έκθεση Υπεράσπισης αποτελεί δικόγραφο στο οποίο προσδιορίζονται οι θέσεις του Εναγόμενου έναντι των διεκδικήσεων του αντιδίκου του και το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποφασίζει ζητήματα που δεν αποτελούν μέρος της δικογραφίας.

‘’Οι αρχές του δικονομικού δικαίου, περιορίζουν τα επίδικα θέματα σε εκείνα τα οποία προσδιορίζονται από τη δικογραφία δηλαδή την απαίτηση, την Υπεράσπιση και την απάντηση όπου υπάρχει. Ο επακριβής προσδιορισμός των επίδικων θεμάτων, συναρτάται άμεσα με το αντιπαραθετικό σύστημα δίκης που ισχύει στο δικαιϊκό μας σύστημα και απόρροια της φυσικής δικαιοσύνης που επιβάλλει τη διασφάλιση του δικαιώματος διαδίκου για ουσιαστική ευκαιρία απάντησης στις θέσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου του. Η δίκη δρομολογείται, όπως επιγραμματικά ανέφερε ο τότε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Βασιλειάδης στην υπόθεση Homeros Th. Courtis and Others v. Panos K. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, (βλέπε επίσης Christakis Loucaides v. C.D. Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134 κατά μήκος των γραμμών που οριοθετεί η δικογραφία και η δίκη διατρέχει την ίδια πορεία όπως και το τρένο κατά μήκος των προκαθορισμένων γραμμών της διαδρομής’’.

Δεν αποδίδουν οι ενάγοντες στη βάση διατυπωμένων θέσεων ότι οι εναγόμενοι 1 παρέλειψαν να πληρώσουν βάση πιστοποιητικού πληρωμής. Η έκδοση της εκτίμησης της UNEMEC δεν αποδεικνύει την έκδοση πιστοποιητικού πληρωμής που ήταν όρος που είχε συμφωνηθεί μεταξύ των μερών ως προς τον τρόπο εξακρίβωσης της υποχρέωσης αποπληρωμής. Η απαίτηση των εναγόντων κατά των εναγόμενων 1 θα πρέπει να αποτύχει μόνο για τον λόγο αυτό.

Μπορεί να πετύχει η αξίωση των εναγόντων έναντι των εναγομένων για τις €5868 διότι στη βάση των συμφωνηθέντων δυνάμει του Τεκμηρίου 3 παράγραφος 16.3 οι εναγόμενοι θα πρέπει να καταβάλουν στους ενάγοντες εντός 14 ημερών από την έκδοση πιστοποιητικού πληρωμής που εκδίδεται από τον μηχανικό στο πλαίσιο του κυρίως συμβολαίου μόνο ποσό που οι κύριοι εργολάβοι έχουν ήδη πληρωθεί. Το οφειλόμενο ποσό θα πρέπει να περιλαμβάνεται σε έναν λογαριασμό και θα πρέπει να είναι οφειλόμενο και πληρωτέο στον διορισμένο υπεργολάβο πάντοτε αφαιρουμένων των προηγούμενων πληρωμών και το ποσό της κράτησης ως καθορίζεται στο παράρτημα προσφοράς υπεργολαβίας και μέχρι του χρόνου εκείνου που οι κρατήσεις θα έχουν φθάσει στα όρια των κρατήσεων. Ο Μ.Ε.2 εξήγησε με αναφορά το Τεκμήριο 7 το ποσό της εκτελεσθείσας εργασίας ύψους €6520. Με βάση το άρθρο 16.3 της συμφωνίας υπεργολαβίας δίδεται δικαίωμα στον εργολάβο να αναβάλει ή να κατακρατήσει οποιοδήποτε ποσό που θα ήταν οφειλόμενο οποτεδήποτε και εάν έχει προκύψει διαφορά μεταξύ του εργολάβου και του εργοδότη αναφορικά με «αμφισβήτηση επιμέτρησης ή ποσοτήτων ή οποιουδήποτε άλλου θέματος που περιλαμβάνονται στον λογαριασμό». Επομένως, ανεξάρτητα από τη διαφορά των εναγόμενων 1 με τους εναγόμενους 2 για το όλο έργο μοναδικό θέμα αμφισβήτησης που αφορά την πληρωμή του ποσού που οφείλεται στους ενάγοντες δυνάμει του πιστοποιητικού πληρωμής 9 ,που η έκδοση του δεν αμφισβητείται, θα πρέπει να αφορά τον ίδιο τον λογαριασμό και όχι άλλες διαφορές μεταξύ του εργολάβου και του εργοδότη. Με λίγα λόγια το ποσό αυτό πιστοποιήθηκε και παραμένει αναντίλεκτη η μαρτυρία ότι το ποσό των €5858 αφορά εκτελεσθείσα εργασία των εναγόντων που πιστοποιήθηκε από τους μηχανικούς του έργου και οφείλεται. Στις 4/9/13 οι μηχανικοί εξέδωσαν το πιστοποιητικό 9 για το ποσό των €53.804,64 πλέον ΦΠΑ και ο Δήμος αρνήθηκε να πληρώσει. Οι μηχανικοί περιέλαβαν στο εν λόγω πιστοποιητικό το ποσό των €5.858 από το ποσό των €6.520,10 προς κράτηση που αναλογούσαν στους Ενάγοντες. Αυτό το ποσό πληρώθηκε στους εργολάβους μετά την καταχώριση της αγωγής. Επομένως, το ποσό οφείλεται στους ενάγοντες εφόσον δεν διαπιστώνεται να υπάρχει διαφορά επί του συγκεκριμένου λογαριασμού. Όμως κατά τον χρόνο καταχώρησης της αγωγής αυτό το ποσό δεν είχε ανακτηθεί και υπήρχε διαφορά του εργολάβου και του εργοδότη σε σχέση με την συγκεκριμένη πληρωμή.

Αυτή η διαφορά ήταν το αντικείμενο της αγωγής 144/2015 και 3116/2013. Ενόψει της παραδοχής των εναγόμενων 1 ότι πληρώθηκαν το εν λόγω ποσό έστω και μετά την καταχώρηση της αγωγής συνιστά παραδοχή ότι οφείλεται εφόσον δεν προβάλλεται άλλος ισχυρισμός στην υπεράσπιση σε σχέση με την υποχρέωση των εναγόμενων 1 να αποδώσουν στους υπεργολάβους τους ποσά που τους οφείλονται. Επομένως, το ποσό θα πρέπει να αποδοθεί στους ενάγοντες.

Είναι δεδομένο ότι οι εναγόμενοι 1 δεν πληρώθηκαν τα υπόλοιπα τα χρήματα που αξιώνουν οι ενάγοντες με την αγωγή τους. Η συμφωνία που υπέγραψαν με τους εναγόμενους 1 δεν προβλέπει για τέτοιες αποζημιώσεις και υποχρεούται ο ενάγοντας να προωθήσει τις απαιτήσεις του μέσω του εργολάβου με βάση τα άρθρα 11.1, 11.2 και 11.3 του Τεκμηρίου 3. Τα εν λόγω άρθρα παρατίθενται ως ακολούθως:

11.1 Χωρίς περιορισμό της γενικότητας του άρθρου 4, και εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά στους Όρους Συμβολαίου Υπεργολαβίας, όποτε ο Εργολάβος οφείλει με βάση τις πρόνοιες του Κυρίως Συμβολαίου να δώσει στο Μηχανικό ή στον Εργοδότη οποιαδήποτε ειδοποίηση ή άλλες πληροφορίες, ή να τηρήσει οποιαδήποτε στοιχεία, ο Διορισμένος Υπεργολάβος οφείλει να δίνει γραπτώς στον Εργολάβο παρόμοια ειδοποίηση ή άλλες πληροφορίες και να τηρεί παρόμοια στοιχεία, τα οποία θα επιτρέψουν στον Εργολάβο να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες αυτές του Κυρίως Συμβολαίου. Ο Διορισμένος Υπεργολάβος οφείλει να κάνει τα πιο πάνω έγκαιρα ώστε να δίνεται στον Εργολάβο ικανοποιητικός χρόνος για να συμμορφωθεί πλήρως με τις πρόνοιες αυτές.

Νοείται ότι δεν θα θεωρείται ότι ο Διορισμένος Υπεργολάβος έχει παραβιάσει την υποχρέωση του για συμμόρφωση με τα πιο πάνω, για όσο διάστημα δεν γνώριζε ή δεν όφειλε να γνωρίζει για την υποχρέωση του Εργολάβου να δώσει τέτοια ειδοποίηση ή πληροφορίες ή να τηρήσει τέτοια στοιχεία.

11.2 Τηρουμένης της υποχρέωσης του Διορισμένου Υπεργολάβου για συμμόρφωση με το παρόν εδάφιο, ο Εργολάβος οφείλει να λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για να εξασφαλίσει από τον Εργοδότη (περιλαμβανομένου του Μηχανικού) τέτοια συμβατικά οφέλη (περιλαμβανομένων πρόσθετων πληρωμών, παρατάσεων χρόνου, ή και των δύο), εάν υπάρχουν, τα οποία ενδεχομένως να είναι δυνατό να απαιτηθούν σύμφωνα με το Κυρίως Συμβόλαιο εξ αιτίας οποιωνδήποτε δυσμενών φυσικών ή τεχνητών εμποδίων ή φυσικών συνθηκών ή άλλων καταστάσεων τα οποία ενδεχομένως να συναντηθούν κατά την εκτέλεση των Εργασιών Υπεργολαβίας. Ο Διορισμένος Υπεργολάβος οφείλει να παρέχει έγκαιρα στον Εργολάβο κάθε πληροφορία και βοήθεια που θα απαιτηθούν ώστε να μπορέσει ο Εργολάβος να απαιτήσει τα συμβατικά αυτά οφέλη. Με τη λήψη οποιωνδήποτε τέτοιων συμβατικών οφελών από τον Εργοδότη, ο Εργολάβος οφείλει να διαβιβάσει προς το Διορισμένο Υπεργολάβο τέτοια αναλογία των οφελών αυτών που θα είναι δίκαιη και λογική υπό όλες τις περιστάσεις, πάντοτε νοουμένου ότι, σε περίπτωση οποιοσδήποτε απαίτησης του Εργολάβου για πρόσθετη πληρωμή, η λήψη από τον Εργολάβο πληρωμής από τον Εργοδότη για την απαίτηση αυτή, θα συνιστά προϋπόθεση για την αποδοχή από τον Εργολάβο ευθύνης έναντι του Διορισμένου Υπεργολάβου για την απαίτηση αυτή. Ο Εργολάβος οφείλει να ενημερώνει τακτικά το Διορισμένο Υπεργολάβο για τις ενέργειες στις οποίες προβαίνει για εξασφάλιση και λήψη τέτοιων συμβατικών οφελών. Εκτός όπως προβλέπεται στο παρόν εδάφιο ή στο εδάφιο 7.2, ουδεμία ευθύνη έχει ο Εργολάβος έναντι του Διορισμένου Υπεργολάβου για οποιοδήποτε εμπόδιο, συνθήκη ή κατάσταση που ενδεχομένως ο Διορισμένος Υπεργολάβος να συναντήσει κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των Εργασιών Υπεργολαβίας. Ο Διορισμένος Υπεργολάβος θα θεωρείται ότι έχει ικανοποιήσει τον εαυτό του για την ορθότητα και επάρκεια του Ποσού Συμβολαίου Υπεργολαβίας για να καλύψει την προμήθεια και εκτέλεση από αυτόν όλων όσων είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του σύμφωνα με το Συμβόλαιο Υπεργολαβίας. Νοείται ότι το παρόν άρθρο σε ουδεμία περίπτωση εμποδίζει το Διορισμένο Υπεργολάβο από την υποβολή απαίτησης έναντι του Εργολάβου για καθυστερήσεις στην εκτέλεση των Εργασιών Υπεργολαβίας, ή για άλλες καταστάσεις, που προκαλούνται από πράξεις ή παραλείψεις του Εργολάβου.

11.3 Εάν λόγω οποιοσδήποτε παράλειψης του Διορισμένου Υπεργολάβου να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του εδαφίου 11.1 ο Εργολάβος εμποδίζεται στην ανάκτηση οποιουδήποτε ποσού από τον Εργοδότη σύμφωνα με το Κυρίως Συμβόλαιο σε σχέση με το Έργο, τότε, χωρίς βλάβη του δικαιώματος του Εργολάβου για οποιαδήποτε άλλη θεραπεία για τέτοια παράλειψη, ο Εργολάβος μπορεί να αφαιρέσει τέτοιο ποσό από τα ποσά που οφείλονται ή θα οφείλονται στο Διορισμένο Υπεργολάβο σύμφωνα με το Συμβόλαιο Υπεργολαβίας.

Εφόσον η απαίτηση των εναγόντων δεν έχει απαιτηθεί με τον τρόπο που προνοεί η συμφωνία δεν μπορεί να ζητεί αποζημίωση από τον εργοδότη. Το δικαίωμα των εναγόντων σε αποζημιώσεις περιορίζεται σε αυτό που προβλέπεται στις παραγράφους 17.1 και 17.3 του Τεκμηρίου 3.

17.1 Εάν, πριν ο Διορισμένος Υπεργολάβος εκπληρώσει πλήρως τις υποχρεώσεις του με βάση το Συμβόλαιο Υπεργολαβίας, η εργοδότηση του Εργολάβου με βάση το Κυρίως Συμβόλαιο λυθεί, ή εάν το Κυρίως Συμβόλαιο λυθεί με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για οποιοδήποτε λόγο, τότε, κατ' άμεση συνέπεια θα λυθεί και η εργοδότηση του Διορισμένου Υπεργολάβου με βάση το Συμβόλαιο Υπεργολαβίας και ο Διορισμένος Υπεργολάβος θα οφείλει, τηρουμένων των προνοιών του άρθρου 12, να απομακρύνει από το Εργοτάξιο, με την απαιτούμενη ταχύτητα, τους εργοδοτούμενους του και τα Μηχανήματα Υπεργολαβίας.

 

 


17.3 Εάν η εργοδότηση του Εργολάβου με βάση το Κυρίως Συμβόλαιο λυθεί, ή εάν το Κυρίως Συμβόλαιο λυθεί με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, από τον J r ί Εργοδότη ως συνέπεια οποιοσδήποτε παράβασης του Συμβολαίου Υπεργολαβίας από το Διορισμένο Υπεργολάβο, τότε οι πρόνοιες του εδαφίου 17.2 όσον αφορά την πληρωμή δεν θα εφαρμόζονται, αλλά τα δικαιώματα του Εργολάβου και του Διορισμένου Υπεργολάβου με βάση το παρόν εδάφιο θα είναι τα ίδια όπως εάν ο Διορισμένος Υπεργολάβος είχε, με την παράβαση αυτή, υπαναχωρήσει από το Συμβόλαιο Υπεργολαβίας και ο Εργολάβος, με την ειδοποίηση του για λύση που αναφέρεται στο εδάφιο 18.1, είχε επιλέξει να αποδεχθεί την υπαναχώρηση αυτή.

Το άρθρο 69.1 του τεκμηρίου 18 (συμφωνία εργολαβίας) δίδει δικαίωμα στον εργοδότη να αποστείλει ειδοποίηση ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις για οικονομικούς λόγους.

Σε περίπτωση που ο Εργοδότης:

69.1 Α) παραλείψει να καταβάλει στον Εργολάβο το ποσό που είναι οφειλόμενο σύμφωνα με οποιοδήποτε πιστοποιητικό πληρωμής εντός 56 ημερών μετά την πάροδο του χρόνου που αναφέρεται  στο εδάφιο 60.10 ως χρονικό όριο για καταβολή της πληρωμής, αυτής υποκείμενη σε οποιαδήποτε μείωση που σύμφωνα με το Συμβόλαιο έχει δικαίωμα να εφαρμόσει ο Εργοδότης,

Β) χωρίς λόγο παρεμβαίνει ή παρεμποδίζει ή αρνείται οποιαδήποτε απαιτούμενη έγκριση για την έκδοση οποιουδήποτε τέτοιου πιστοποιητικού, ή

Γ)επιδώσει ειδοποίηση στον Εργολάβο ότι για απρόβλεπτους οικονομικούς λόγους είναι αδύνατο γι’ αυτόν να συνεχίσει να εκπληρώνει τις συμβατικές υποχρεώσεις του, ο Εργολάβος θα έχει δικαίωμα να λύσει την εργοδότησή του σύμφωνα με το Συμβόλαιο δίνοντας ειδοποίηση στον Εργοδότη, με κοινοποίηση στον Μηχανικό. Η λύση αυτή καθίσταται ενεργός  14 ημέρες μετά την επίδοση της ειδοποίησης.

 

Σε τέτοια περίπτωση δυνάμει του άρθρου 69.3 ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει στον εργολάβο το ποσό οποιασδήποτε απώλειας ή ζημιάς που προκύπτει συνέπεια της λύσης αυτής. Ο εναγόμενος 1 δεν προχώρησε με την λύση της εργοδότησης δυνάμει του άρθρου 69.1 καθυστέρησε και αγνόησε τις υποδείξεις του εναγόμενου 2 και τελικά ο εργοδότης προχώρησε με το άρθρο 66.1 που αφορά απαλλαγή από την υποχρέωση εκπλήρωσης του έργου και των δύο μερών.

66.1 Εάν, μετά την έκδοση της Επιστολής Αποδοχής, προκύψουν οποιεσδήποτε περιστάσεις εκτός του ελέγχου και των δύο μερών οι οποίες καταστήσουν αδύνατη ή παράνομη για οποιοδήποτε ή και τα δύο μέρη την εκπλήρωση  των συμβατικών υποχρεώσεων τους, ή σύμφωνα με τους νόμους που διέπουν το Συμβόλαιο τα μέρη απαλλαγούν από την υποχρέωση για εκπλήρωση του Συμβολαίου, τότε τα μέρη θα απαλλαγούν  από το Συμβόλαιο, εκτός όσον αφορά τα δικαιώματα  τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 67 και χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων οποιουδήποτε  μέρους αναφορικά με οποιαδήποτε προηγηθείσα παράβαση του Συμβολαίου, και το ποσό που θα είναι πληρωτέο από τον Εργοδότη στον Εργολάβο αναφορικά με την εργασία που έχει εκτελεστεί θα είναι ίσο με το ποσό που θα ήταν πληρωτέο σύμφωνα με το άρθρο 65 εάν το Συμβόλαιο είχε λυθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 65.

Δεν έχει καταδειχθεί ότι οι εναγόμενοι 1 αδυνατούσαν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Το ότι αμέλησαν να αποστείλουν ειδοποίηση για λύση του συμβολαίου δυνάμει του άρθρου 69.1 δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι εργοδότες αδυνατούσαν να εκτελέσουν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις που αυτό έδινε στους εναγόμενους 1 το δικαίωμα σε αποζημιώσεις ως προνοεί η συμφωνία. Δεν είναι επί του παρόντος να κρίνει το Δικαστήριο κατά πόσο οι εναγόμενοι 1 απέδειξαν νόμιμες αποζημιώσεις. Ούτε είναι επίδικο θέμα της αγωγής κατά πόσο οι εναγόμενοι 1 κατόρθωσαν να μειώσουν τις αποζημιώσεις τους ως συνέπεια της έγκαιρης ενημέρωσης τους για το ενδεχόμενο διακοπής ή αναστολής του έργου. Αυτό ήταν το αντικείμενο άλλης αγωγής. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι οι ενάγοντες αρνήθηκαν και/ή παρέλειψαν να υποβάλουν τις οικονομικές τους απαιτήσεις για αποζημιώσεις ενόψει της λύσης του κυρίως συμβολαίου μέσω των εναγόμενων 1 που ουδεμία ευθύνη έχουν για την διακοπή του έργου. Το συμβόλαιο υπεργολαβίας προνοούσε ρητώς ότι οι ενάγοντες κωλύονται να εγείρουν οποιεσδήποτε οικονομικές απαιτήσεις έναντι του εργοδότη εκτός και εάν τις υποβάλουν με τον καθορισμένο τρόπο μέσω των εναγόμενων 1. Δεν το έκαναν αυτό και δεν μπορούν να αξιώνουν αποζημιώσεις από τους εναγόμενους 1 που δεν έχουν ευθύνη για την διακοπή του έργου.

Σε κάθε περίπτωση κατά τη λύση εργοδότησης του διορισμένου υπεργολάβου σύμφωνα με το άρθρο 17.2 της συμφωνίας, πιο πάνω, δικαιούνται μόνο τις καθορισμένες αποζημιώσεις δηλαδή αποζημιώσεις για αξία εκτελεσθείσας εργασίας και υλικών που έχουν παραγγείλει ή έχουν παραδοθεί καθώς και έξοδα για επαναπατρισμό προσωπικού και απομάκρυνση υλικών.

Οι ζητούμενες αποζημιώσεις που αφορούν την απώλεια συνεισφοράς και κέρδος είναι απόμακρες και δεν έχουν αποδειχθεί. Αναφορικά με τη δαπάνη για την ετοιμασία κατασκευαστικών σχεδίων και μηχανημάτων ήταν θέση του Μ.Ε.2 ότι αυτές οι δαπάνες θα αφαιρούνταν σταδιακά κατά τη διάρκεια των ενδιάμεσων πληρωμών. Δεν έγινε ανάλυση των ενδιάμεσων πληρωμών προς τους εργολάβους για να φανεί κατά πόσο έχουν ήδη πληρωθεί για τα δύο πιο πάνω ποσά. Περαιτέρω, έλαβαν προκαταβολή πληρωμής και οι ενάγοντες έχουν κινήσει δεύτερη αγωγή για την επιστροφή της εγγυητικής, επομένως δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί κατά πόσο οφείλεται ποσό γι’ αυτά τα ζητήματα. Σε κάθε περίπτωση όφειλε ο υπεργολάβος να διεκδικήσει τις αποζημιώσεις του διά μέσω του εναγόμενου 1. Ενόψει του ότι οι ενάγοντες δεν έχουν συμβατική σχέση με τον εναγόμενο 2 δεν έχουν αποδείξει ότι αυτός επωφελήθηκε τέτοια εργασία άδικα εις βάρος των εναγόντων στη βάση του άδικου πλουτισμού.  Ούτε δικαιούνται να διεκδικήσουν ποσό από τον εργολάβο με τον οποίο έχουν συμβατική σχέση πλην της αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας που πληρώθηκε ο εργολάβος διότι ο εργολάβος δεν είναι υπεύθυνος για τη λύση της συμφωνίας εάν αυτό είναι το γεγονός που τους προκάλεσε τέτοια ζημιά.

Ως εκ τούτο εκδίδεται απόφαση υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου 1 για το ποσό των €5858. Τα έξοδα της αγωγής επιδικάζονται υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου 1 όπως υπολογισθούν από τον πρωτοκολλητή στην κλίμακα του επιδικασθέντος ποσού. Ενόψει του ότι οι εναγόμενοι 1 πληρώθηκαν το οφειλόμενο ποσό στην ολότητά του με την αποπεράτωση της αγωγής 3116/2013 στις 29.2.2016, θα πρέπει να αποζημιωθούν για τα έξοδα της αγωγής μέχρι εκείνη την ημερομηνία από τους εναγόμενους 2 για απώλειες που προέκυψαν από τη λύση της συμφωνίας, καθώς και την αποτυχία των εναγόμενων 2 να πληρώσουν χρήματα στους εναγόμενους 1 στη βάση των πιστοποιητικών πληρωμής. Εκδίδεται διαταγή όπως οι εναγόμενοι 2 πληρώσουν στους εναγόμενους 1 όλα τα έξοδα αγωγής που επιδικάσθηκαν προς όφελος των εναγόντων μέχρι τις 29.2.2016, ECLI:CY:AD:2016:D147. Η αγωγή και απαίτηση των εναγόντων απορρίπτεται εναντίον των εναγόμενων 2.

 

                                                                        (Υπ.) Ν. Ταλαρίδου- Κοντοπούλου, Π.Ε.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο