ALEKSANDR YARCHUK κ.α. ν. BELLEZAR LTD κ.α., Αριθμός Αγωγής: 1847/2021, 19/5/2025
print
Τίτλος:
ALEKSANDR YARCHUK κ.α. ν. BELLEZAR LTD κ.α., Αριθμός Αγωγής: 1847/2021, 19/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

Αριθμός Αγωγής: 1847/2021

 

Μεταξύ:

1. ALEKSANDR YARCHUK, εκ Ρωσίας

2. OLESSTAR LIMITED, εκ Βρετανικών Παρθένων Νήσων

Ενάγοντες

και

 

1. BELLEZAR LTD, εκ Βρετανικών Παρθένων Νήσων

2. SOLTANOV RIXVAN SOLTAN OGLY, εκ Ρωσίας

3. EOS NOMINEES LTD, εκ Βρετανικών Παρθένων Νήσων

4. LLC FIRM GRAVITON, εκ Ρωσίας

5. ΕΛΕΝΗ ΚΕΡΑΜΙΔΑ, εκ Λευκωσίας

6. LEV VLADIMIROVICH KURBATSKLY, εκ Ρωσίας

7. LLC “INVESTCONSULTING”, εκ Ρωσίας

Εναγόμενοι

 

 

19 Μαΐου, 2025

 

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενη 1/Αιτήτρια: κ. Π. Σ. Γεωργίου

Για Ενάγοντες/Καθ’ ων η Αίτηση: κ. Παναγιώτου για Κωνσταντίνου - Παναγιώτου & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στην αίτηση της Εναγόμενης 1 /Αιτήτριας ημερομηνίας 20.9.2023 για διαγραφή (strike out) και/ή παραμερισμό και/ή ακύρωση και/ή αναστολή του κλητηρίου εντάλματος

 

Με την υπό κρίση αίτηση η Εναγόμενη 1 επιδιώκει, (α) τον παραμερισμό διατάγματος ημερομηνίας 5.8.2021 για την επίδοση προς εκείνη της αγωγής, μονομερούς αίτησης που εκκρεμούσε τότε και ενδιάμεσου διατάγματος που είχε εκδοθεί ένεκα του ότι το Κυπριακό Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να επιλύσει την επίδικη διαφορά, (β) τον παραμερισμό διατάγματος ημερομηνίας 4.11.2021 για την επίδοση άλλης ενδιάμεσης αίτησης και διατάγματος για τον ίδιο λόγο, (γ) τον παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος ένεκα αναρμοδιότητας του Κυπριακού Δικαστηρίου και (δ) εάν κριθεί ότι υπάρχει δικαιοδοσία, τότε τον παραμερισμό ενδιάμεσων διαταγμάτων που εκδόθηκαν εναντίον της Εναγόμενης 1 λόγω κακής επίδοσης της αγωγής και των σχετικών αιτήσεων.

 

Η Αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση διευθύντριας της Εναγόμενης 1 εταιρείας, που τυγχάνει να είναι δικηγόρος. Η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι περί τον Ιανουάριο 2022 είχε αναλάβει την εκπροσώπηση της Εναγόμενης 7 στην παρούσα αγωγή. Δεν γνώριζε τότε κανένα από τους υπόλοιπους Εναγόμενους ή τους δικηγόρους που τους εκπροσωπούσαν. Μέσω της αγωγής γνώρισε στην πορεία τους Εναγόμενους 2 και 6 στους οποίους παρείχε δικηγορικές υπηρεσίες για άλλα θέματα. Περί τον Ιούλιο 2022 οι Εναγόμενοι 2 και 6 της πρότειναν να διοριστεί ως διευθύντρια στην Εναγόμενη 1 εταιρεία γιατί δεν ήταν ευχαριστημένοι με την υφιστάμενη πάροχο διοικητικών υπηρεσιών, που τυγχάνει να ήταν η Εναγόμενη 3. Η ίδια αποδέχτηκε και ο διορισμός της προχώρησε υπό τον όρο ότι θα ενεργούσε με βάση οδηγίες από τον μέτοχο (nominee director ή μη εκτελεστική διευθύντρια, όπως η ίδια περιγράφει το ρόλο της).

 

Ακολούθως, υπό την ιδιότητα αυτή, εξουσιοδότησε τον Εναγόμενο 2 να προβεί σε διαβήματα και καταγγελίες στη Ρωσία εναντίον του Ενάγοντα 1 για παράνομες πράξεις.

 

Αναφέρει επίσης ότι, μετά το διορισμό της, έλαβε επιστολή ημερομηνίας 16.6.2023 από τους δικηγόρους της Εναγόμενης 3 με την οποία ενημερώθηκε ότι έχει εκδοθεί διάταγμα που απαγορεύει οποιαδήποτε εσωτερική αλλαγή στην Εναγόμενη 1 εταιρεία. Μετά τη λήψη της επιστολής αυτής προέβη σε έρευνα στο φάκελο της αγωγής. Η έρευνα έγινε στις 31.7.2023 οπόταν εντόπισε το εν λόγω διάταγμα. Σημειώνει ότι είχε προβεί σε έρευνα στο φάκελο και προηγουμένως, στις 18.1.2022 όταν ανέλαβε την εκπροσώπηση της Εναγόμενης 7. Κατά τη διεξαγωγή εκείνης της έρευνας όμως ασχολήθηκε μόνο με έγγραφα που αφορούσαν την Εναγόμενη 7 και, για το λόγο αυτό, δεν είχε εντοπίσει τότε το διάταγμα που αφορούσε την Εναγόμενη 1.

 

Συνεχίζει αναφέροντας ότι περί τον Μάιο 2023 της ζητήθηκε από το Ρώσο δικηγόρο της Εναγόμενης 6 να αναλάβει την εκπροσώπηση των Εναγόμενων 2, 4 και 6 στην αγωγή και τότε η ίδια ρώτησε γιατί δεν εκπροσωπείτο η Εναγόμενη 1 στην υπόθεση και είχε αφεθεί να εκδοθούν εναντίον της διατάγματα. Εκείνος της απάντησε ότι δεν είχαν επιδοθεί έγγραφα της αγωγής στην Εναγόμενη 1 και ότι «πιθανόν οι εναγόμενοι 3/EOS Nominees Limited, ως διευθυντές της Εναγόμενης 1/Αιτήτριας να έλαβαν τέτοια έγγραφα αλλά να τα απέκρυψαν διότι διέκοψαν κάθε επικοινωνία» (παράγραφος 29 της ένορκης δήλωσης). Η ίδια ήγειρε το ζήτημα με τον τότε δικηγόρο των Εναγόμενων 2, 4 και 6 ο οποίος σε συνάντηση που είχαν στις 15.5.2023 την ενημέρωσε ότι δεν είχε λάβει οδηγίες από το Ρώσο δικηγόρο για την εκπροσώπηση της Εναγόμενης 1. Μετά τη συνάντηση εκείνη, η ενόρκως δηλούσα επικοινώνησε με τον Εναγόμενο 2 και τον πληροφόρησε ότι είχαν εκδοθεί διατάγματα εναντίον της Εναγόμενης 1. Ο Εναγόμενος 2 τη διαβεβαίωσε ότι δεν είχαν λάβει έγγραφα για την Εναγόμενη 1 και ότι εάν ο ίδιος γνώριζε ότι είχαν επιδοθεί έγγραφα τότε θα έδινε οδηγίες για εκπροσώπηση της εταιρείας.

 

Επειδή επρόκειτο περί «πακτωλού και ιδιαζόντων γεγονότων και εγγράφων», όπως τα περιγράφει, η ενόρκως δηλούσα διευθέτησε συνάντηση με τους Εναγόμενους 2 και 6 στη Ρωσία όπου ταξίδεψε στις 26.6.2023. Η καθυστέρηση στον προγραμματισμό του ταξιδιού οφειλόταν σε πρακτικές δυσκολίες ένεκα του πολέμου στην Ουκρανία. Κατά τη συνάντηση, συζητήθηκε η υπόθεση και η ενόρκως δηλούσα ζήτησε περαιτέρω πληροφορίες τις οποίες έλαβε τον Ιούλιο 2023. Μετά την επιστροφή της στην Κύπρο, περί τα μέσα Ιουλίου, διόρισε τον νυν δικηγόρο της Εναγόμενης 1. Αυτός μελέτησε τον όγκο εγγράφων που του δόθηκε, ζήτησε περαιτέρω διευκρινίσεις και τελικά καταχώρησε την παρούσα Αίτηση στις 20.9.2023.

 

Αναφορικά την Εναγόμενη 3 που παρείχε διοικητικές υπηρεσίες ως διευθύντρια της Εναγόμενης 1 εταιρείας, η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι ο διορισμός της Εναγόμενης 3 είχε γίνει με πρωτοβουλία της εταιρείας ατζέντη («agent company») στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους που συνεργαζόταν με την Εναγόμενη 3. Οι σχέσεις όμως μεταξύ της διευθύντριας της Εναγόμενης 3 (Εναγόμενη 5 στην παρούσα αγωγή) και των Εναγόμενων 2 και 6 που, κατά την ενόρκως δηλούσα, είναι τα φυσικά πρόσωπα που ελέγχουν τις Εναγόμενες 1, 4 και 7 εταιρείες, διασαλεύτηκαν περί το 2018. Τότε, η Εναγόμενη 3 και Εναγόμενη 5 «συνήργησαν δολίως με τους ενάγοντες εναντίον των Εναγόμενων 1, 2, 4 και 6» (παράγραφος 49 της ένορκης δήλωσης). Αυτό οδήγησε στην παύση της Εναγόμενης 3 από τη θέση της διευθύντριας της Εναγόμενης 1 με ψήφισμα των μετόχων ημερομηνίας 2.11.2019. Το εν λόγω ψήφισμα για παύση της Εναγόμενης 3 κοινοποιήθηκε στους δικηγόρους της Εναγόμενης 3 μέσω της agent company. Η ενόρκως δηλούσα ισχυρίζεται ότι η αλληλογραφία αγνοήθηκε από την Εναγόμενη 3.

 

Η ενόρκως δηλούσα παρουσιάζει σειρά αλληλογραφίας μεταξύ εκπροσώπων των λοιπών Εναγόμενων και των δικηγόρων των Εναγόμενων 3 και 5 που, όπως υποστηρίζει, «είναι αποκαλυπτική των δόλιων μέσων των οποίων οι Ενάγοντες σε συνεννόηση και συνεργασία με τους Εναγόμενους 3 και 5 μετήλθαν για να καταφέρουν να εκδώσουν διατάγματα εναντίον της Εναγόμενης 1, ερήμην της αλλά και για να καταστήσουν ως αρμόδιο Δικαστήριο, τα Δικαστήρια της Κύπρου» (παράγραφος 53 της ένορκης δήλωσης).

 

Από την αλληλογραφία αυτή, σύμφωνα με την ενόρκως δηλούσα «προκύπτει ξεκάθαρα ότι οι Εναγόμενοι 3 μέσω των αντιπροσώπων τους, μεταξύ των οποίων οι δικηγόροι των Εναγόντων, θέτουν παράλογους όρους και προσκόμματα με κάθε τρόπο για να εμποδίσουν την αποδέσμευση των στοιχείων και/ή τη διαχείριση της Εναγόμενης 1. Με αυτό τον τρόπο επέτυχαν να έχουν υπό τον έλεγχο τους την Εναγόμενη 1 και όταν οι Ενάγοντες καταχώρησαν την παρούσα αγωγή και άλλες στην αλλοδαπή, η Εναγόμενη 1 και ο Εναγόμενος 2 να μην μπορούν να αντιδράσουν και να προστατεύσουν τα συμφέροντα τους» (παράγραφος 57 της ένορκης δήλωσης).

 

Η ενόρκως δηλούσα σημειώνει ότι από τις 9.2.2021 οι Εναγόμενοι 3 «τερματίζουν την επικοινωνία με την Εναγόμενη 1 και έκτοτε καμία άλλη επικοινωνία ή μήνυμα αποστέλλουν στην Εναγόμενη 1» (παράγραφος 61 της ένορκης δήλωσης).

 

Παραπονείται ότι οι δικηγόροι που απέστελλαν τις επιστολές εκ μέρους της Εναγόμενης 3 στην πιο πάνω αλληλογραφία, στα πλαίσια αυτής της αγωγής εκπροσωπούν τους Ενάγοντες και υποστηρίζει πως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι Εναγόμενοι 3 και 5 καταχώρησαν εμφάνιση στην αγωγή στις 6.12.2022, μετά που είχαν εκδοθεί τα διατάγματα εναντίον των Εναγόμενων 1 και 7.

 

Καταλήγει η ενόρκως δηλούσα αναφέροντας ότι «εάν οι ενάγοντες επέδωσαν οτιδήποτε αυτό έγινε στους Εναγόμενους 3, ενώ οι Ενάγοντες ήτο σε συνεννόηση και γνώρισαν, αφού σχετίζονταν στενότατα και έχουν κοινούς δικηγόρους και εκπροσώπους με τους Εναγόμενους 3 και οι εν λόγω δικηγόροι προέβαιναν σε ένορκες δηλώσεις στην παρούσα, ότι οι Εναγόμενοι 3 δεν θα γνωστοποιήσουν την εν λόγω επίδοση στην Εναγόμενη 1. Περαιτέρω οι Ενάγοντες επέδωσαν σε διεύθυνση την οποία, οι ίδιοι ή η εταιρεία ατζέντης ή οι Εναγόμενοι 3, οι οποίοι είναι υπό τον έλεγχο των Εναγόντων, καθόρισαν για την Εναγόμενη 1» (παράγραφος 62 της ένορκης δήλωσης).

 

Υποστηρίζει η ενόρκως δηλούσα ότι ο μόνος λόγος που κατέστη εναγόμενη η Εναγόμενη 5 είναι για να αποκτήσουν αρμοδιότητα τα Κυπριακά Δικαστήρια ενώ «δεν παρουσιάζεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός για άρση του εταιρικού πέπλου της Εναγόμενης 3» (παράγραφος 65 της ένορκης δήλωσης).

 

Παρενθετικά αναφέρω ότι τελικά η ενόρκως δηλούσα, στις 14.9.2023 ανέλαβε την εκπροσώπηση των Εναγόμενων 2, 4 και 6 (όπως και της Εναγόμενης 7 προηγουμένως) στην αγωγή.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό για αντικανονική επίδοση προς την Εναγόμενη 1, η ενόρκως δηλούσα σημειώνει ότι σύμφωνα με το περιεχόμενο του φακέλου οι επιδόσεις έγιναν στη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της Εναγόμενης 1 στην οδό Wichams Cay II, P.O.Box 3159, Road Town, Tortola, Βρετανικές Παρθένες Νήσοι. Σύμφωνα με πληροφορίες που λήφθηκαν από την εταιρεία ταχυμεταφορών DHL που διενήργησε την αποστολή των δικαστικών εγγράφων, αυτά παραλήφθηκαν από κάποιο «Graham» που «εξ όσων ο Εναγόμενος 2 με πληροφορεί ουδεμία σχέση έχει με την Ενάγουσα 1 (σημ. εννοεί Εναγόμενη 1) ή μαζί του» και «οι Εναγόμενοι 3, ως διευθυντές και παροχείς υπηρεσιών των Εναγόμενων 1, κατά τον ουσιώδη χρόνο επίδοσης της δικογραφίας συνεργάζονταν, συσχετίζονταν και διευθύνονταν (και διευθύνονται εισέτι) από τους Ενάγοντες, μέσω των εκπροσώπων τους, οι οποίοι καταχώρισαν την παρούσα υπόθεση εναντίον των Εναγόμενων 1 και επέδωσαν σε κάποιο Graham ο οποίος ουδεμία σχέση έχει με την Εναγόμενη 1, ούτε με τον Εναγόμενο 2 και τους είναι άγνωστο πρόσωπο» (παράγραφοι 68 και 70 της ένορκης δήλωσης).

 

Σε σχέση με τη θέση για έλλειψη δικαιοδοσίας του Κυπριακού Δικαστηρίου, η θέση της Εναγόμενης 1 είναι ότι οι Ενάγοντες «τεχνηέντως κατέστησαν την Εναγόμενη 5 ως εναγόμενη χωρίς να δικαιολογούν ή να αναφέρουν, είτε στο κλητήριο ένταλμα 2:1 είτε στην αρχική ένορκη δήλωση της Μαρίας Προκοπίου ημερ. 26/7/2021, λόγους άρσης του εταιρικού πέπλου των Εναγόμενων 3. Ακόμη και πολύ αργότερα, όταν καταχώρησαν την έκθεση απαίτησης τους, στις 06/02/2023 και την τροποποιημένη 06/09/2023, δεν συμπεριέλαβαν οιονδήποτε λόγο άρσης του εταιρικού πέπλου των Εναγόμενων 3 με σκοπό να λογοδοτήσει η Εναγόμενη 5. Καθίσταται αυταπόδεικτο ότι ο μόνος λόγος που την έθεσαν ως εναγόμενη είναι για να αποκτήσουν αρμοδιότητα τα Κυπριακά Δικαστήρια. Επειδή οι Εναγόμενοι 3 και 5 διευθύνονται και είναι σε συνεννόηση με τους Ενάγοντες και τους εκπροσώπους τους, δεν καταχώρησαν σημείωμα εμφάνισης έως ότου όλη η υπόθεση στηθεί. Εν τη απουσία της Εναγόμενης 5, ως εναγόμενη, η οποία είναι η μόνη Κύπρια πολίτης, ελλείπει οποιοδήποτε άλλο στοιχείο το οποίο να συνδέει την παρούσα υπόθεση με τα Κυπριακά Δικαστήρια» (παράγραφοι 74 και 75 της ένορκης δήλωσης).

 

Αυτά σε σχέση με την Αίτηση.

 

Η πλευρά των Εναγόντων έχει εγείρει ένσταση. Στους λόγους ένστασης που προβάλλονται περιλαμβάνεται ότι η επίδοση διενεργήθηκε νομότυπα στη διεύθυνση που κατά το χρόνο εκείνο ήταν το εγγεγραμμένο γραφείο της Εναγόμενης 1 και έγινε σύμφωνα με τα διατάγματα που είχαν εκδοθεί από το Δικαστήριο. Υποστηρίζουν επίσης οι Ενάγοντες ότι δεν έχει δοθεί ικανοποιητικός λόγος για τη μη έγκαιρη εμφάνιση της Εναγόμενης 1 στην αγωγή. Είναι επίσης η θέση των Εναγόντων ότι τα γεγονότα που επικαλείται η Εναγόμενη 1 δεν δικαιολογούν τη χορήγηση των αιτούμενων διαταγμάτων γιατί δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Αναφορικά με το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Κυπριακού Δικαστηρίου, η θέση των Εναγόντων είναι ότι η Εναγόμενη 1 συμμετείχε σε αδικοπραξίες που διενεργήθηκαν εις βάρος της Εναγόμενης 4 και που επηρεάζουν τους Ενάγοντες (ως μετόχους αυτής). Περαιτέρω η Εναγόμενη 1 έχει παραιτηθεί (waive) του δικαιώματος της να αμφισβητεί τη δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων. Είναι τέλος η θέση των Εναγουσών ότι η Εναγόμενη 1 ενεργεί καταχρηστικά της διαδικασίας.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, σημειώνεται ότι οι επιδόσεις των δικαστικών εγγράφων προς την Εναγόμενη 1 και τον Εναγόμενο 3 έγιναν στις 7.9.2021. Η μεν Εναγόμενη 3 καταχώρησε εμφάνιση στις 6.12.2022 και η Εναγόμενη 1 καταχώρησε εμφάνιση υπό διαμαρτυρία στις 20.9.2023, δύο χρόνια μετά την επίδοση.

 

Σημειώνεται στην ένορκη δήλωση της ένστασης ότι οι Εναγόμενοι 2, 4, 6 και 7 εκπροσωπούνται από τη δικηγόρο που ορκίζεται την ένορκη δήλωση της παρούσας Αίτησης. Οι Εναγόμενοι 2, 4 και 6, είχαν καταχωρήσει ένσταση στις 27.1.2022 στην αίτηση των Εναγόντων ημερομηνίας 26.7.2021 προβάλλονταν παρόμοιους λόγους ως στην παρούσα. Επίσης στις 8.4.2022 η Εναγόμενη 7 είχε καταχωρήσει αίτηση ζητώντας παρόμοιες θεραπείες με την παρούσα. Τόσο η ένσταση των Εναγόμενων 2, 4 και 6 όσο και η αίτηση εκείνη της Εναγόμενης 7 απορρίφθηκαν με ενδιάμεσες αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου (με άλλη σύνθεση) ημερομηνίας 28.4.2023 και 5.1.2023.

 

Επισημαίνουν οι Ενάγοντες ότι η ενόρκως δηλούσα στην παρούσα Αίτηση είναι μη εκτελεστική διευθύντρια (όπως αναφέρει) στην Εναγόμενη 1 και ταυτόχρονα είναι δικηγόρος των Εναγόμενων 2, 4, 6 και 7. Αυτή η διπλή ιδιότητα, σε συνάρτηση με την προβολή αντίστοιχων θέσεων με αυτών που πραγματεύεται η παρούσα Αίτηση από τους Εναγόμενους 2, 4, 6 και 7 σε άλλα ενδιάμεσα διαβήματα, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.

 

Επισημαίνεται ότι η ενόρκως δηλούσα στην Αίτηση είχε διενεργήσει έρευνα στο φάκελο στις 18.1.2022, την ίδια μέρα που καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης για την Εναγόμενη 7. Συνεπώς όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τις επιδόσεις και διαβήματα που έγιναν σε σχέση με την Εναγόμενη 1 ήταν διαθέσιμα έκτοτε.

 

Απορρίπτουν οι Ενάγοντες ως ανεπαρκείς δικαιολογίες όσα προβάλλονται για να εξηγήσουν το χρόνο που καταχωρήθηκε η παρούσα Αίτηση.

 

Πριν προχωρήσω σημειώνω ότι επιτράπηκε η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης από την Εναγόμενη 1 στην οποία η ενόρκως δηλούσα ουσιαστικά απαντά στους λόγους ένστασης που προβάλλονται από τους Ενάγοντες.

 

Αυτά σε σχέση με την Αίτηση και ένσταση, αντίστοιχα.

 

Αναφέρω ότι έχω μελετήσει όλα τα στοιχεία που είναι ενώπιον μου καθώς και όσα αναφέρονται στις γραπτές αγορεύσεις των συνηγόρων των δύο πλευρών.

 

Η παρούσα Αίτηση βασίζεται στη Δ.17 Θ.10 και Δ.26 Θ.14 των (παλαιών) Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Σύμφωνα με τη Δ.17 Θ.10 (default of appearance):

 

«Where judgment is entered pursuant to any of the preceding Rules of this Order, it shall be lawful for the Court in a proper case to set aside or vary such judgment upon such terms as may be just.»

 

Σύμφωνα με τη Δ.26 Θ.14 (default of pleading):

 

Any judgment by default, whether under this Order or under any other of these Rules, may in a proper case be set aside by the Court upon such terms as to costs or otherwise as the Court may think fit.

 

Η νομολογία αναγνωρίζει δύο περιπτώσεις στις οποίες εκ δοθείσα απόφαση μπορεί να παραμεριστεί[1].

 

Η πρώτη περίπτωση είναι όταν διαπιστώνεται αντικανονικότητα στη διαδικασία που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης. Σε αυτή την περίπτωση η απόφαση δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί και ο εναγόμενος δικαιωματικά (ex debito justiciae) δικαιούται σε παραμερισμό της απόφασης και το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να την παραμερίσει.

 

Η δεύτερη περίπτωση είναι αυτή κατά την οποία η επίδοση ήταν κανονική και ορθά είχε εκδοθεί η απόφαση αλλά ο εναγόμενος λόγω αβλεψίας ή παραλείψεως του δεν εμφανίστηκε στην αγωγή με αποτέλεσμα να εκδοθεί απόφαση εναντίον του. Σε αυτή την περίπτωση το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να παραμερίσει την απόφαση εάν ο εναγόμενος ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση στην αγωγή και η μη εμφάνιση του ήταν δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις. Λαμβάνονται υπόψη οι λόγοι που προβάλλονται για την αιτιολόγηση της απουσίας του διαδίκου κατά την ημερομηνία που εκδόθηκε η απόφαση στην απουσία του καθώς και η επίδειξη καλής υπόθεσης από πλευράς του.

 

Επί της ουσίας, στην υπό κρίση Αίτηση εγείρονται προς απόφαση δύο ζητήματα. Κατά πρώτον, πρέπει να εξεταστεί ο ισχυρισμός της Εναγόμενης 1 ότι το Κυπριακό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει την επίδικη διαφορά. Κατά δεύτερον, πρέπει να εξετάσω εάν συντρέχει άλλος λόγος που να καθιστά ορθό και δίκαιο τον παραμερισμό της επίδοσης και εκδοθέντων διαταγμάτων.

 

Ξεκινώ με το ζήτημα της αρμοδιότητας του Κυπριακού Δικαστηρίου να εκδικάσει την αγωγή. Σε σχέση με αυτό, η θέση της Εναγόμενης 1 είναι ότι η μόνη σύνδεση με την Κύπρο είναι η συμπερίληψη της Εναγόμενης 5 ως διάδικου. Υποστηρίζει ότι αυτό έγινε τεχνηέντως και ότι συνιστά μέρος ευρύτερης απάτης και δόλου των Εναγόμενων 3 και 5 από τη μια και των Εναγόντων από την άλλη. Οι Ενάγοντες διαφωνούν και αρνούνται τους ισχυρισμούς για συνέργεια και δόλο.

 

Κατ’ αρχάς, έχω σημειώσει τις εκατέρωθεν θέσεις σε σχέση με τον ισχυριζόμενο δόλο και συμπαιγνία. Όμως το παρόν στάδιο δεν είναι κατάλληλο για διαμόρφωση συμπερασμάτων σε σχέση με αμφισβητούμενα γεγονότα τέτοιας φύσης και έκτασης.

 

Περαιτέρω, το ζήτημα της αρμοδιότητας του Κυπριακού Δικαστηρίου εξετάστηκε από το παρόν Δικαστήριο (με άλλη σύνθεση) σε ενωρίτερο στάδιο. Συγκεκριμένα, σε ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 28.4.2023 είχαν αναφερθεί τα εξής:

 

«Η παρούσα Αγωγή είναι ιδιόμορφη λόγω της φύσης και των αιτητικών της και η τύχη της δεν μπορεί να επηρεαστεί από την ύπαρξη ή μη άλλων διαδικασιών στο εξωτερικό. Τόσο η αγωγή όσο και η αίτηση νομότυπα ασκήθηκαν και προωθούνται ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας καθότι μέσω αυτών οι Αιτητές επιθυμούν να προστατεύσουν και να διαφυλάξουν τα νόμιμα δικαιώματα τους εξαιτίας των αδικοπραξιών που έχουν λάβει χώρα εναντίον τους και επιδιώκοντας την ανεύρεση των πληροφοριών και στοιχείων που θα τους βοηθήσουν να προωθήσουν τα αιτήματα τους.

 

[…]

 

Συνοψίζοντας κρίνω ότι η αίτηση πληροί όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις σχετικά με την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων καθότι: α) Έχει πραγματωθεί -αδίκημα εναντίον των Αιτητών, β) η αποκάλυψη αφορά στοιχεία που θα επιτρέψουν στους Αιτητές να μπορέσουν να δικογραφήσουν (plead their case) την υπόθεση τους και να προωθήσουν δικαστικές διαδικασίες εναντίον των αδικοπραγούντων, γ) δεν είναι εφικτό να αποκτήσουν οι Αιτητές τις πληροφορίες από άλλη πηγή, δ) οι Καθ' ων η αίτηση 1 - 7 έχουν εμπλακεί κάποιοι αθώα και κάποιοι ένοχα, διευκολύνοντας ή συμμετέχοντας στην αδικοπραξία, την οποία έχουν υποστεί οι Αιτητές και είναι σε θέση να παράσχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες, για να εναχθούν οι Αιτητές.»

 

Εκείνη η ενδιάμεση απόφαση αφορούσε αίτηση για έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων και διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, εντούτοις η εξέταση των σχετικών προϋποθέσεων ικανοποίησε το παρόν Δικαστήριο ότι υπάρχει επαρκής σύνδεση των επίδικων θεμάτων με την Κύπρο ώστε κατέληξε στην πιο πάνω διαπίστωση. Το γεγονός ότι η σύνθεση του Δικαστηρίου άλλαξε έκτοτε, δεν είναι λόγος για αναθεώρηση του πιο πάνω συμπεράσματος. Το Δικαστήριο, ως θεσμικό όργανο, έχει συνέχεια και συνέπεια, ανεξάρτητα από αλλαγές στη σύνθεση. Δεν έχουν αποκαλυφθεί μέσω αυτής της Αίτησης νέα στοιχεία ή μαρτυρία τέτοιας έκτασης που να δικαιολογούν την αναθεώρηση του πιο πάνω συμπεράσματος στο παρόν στάδιο που, επαναλαμβάνω, δεν είναι το κατάλληλο για εις βάθος αξιολόγηση μαρτυρίας και διατύπωση ευρημάτων για αμφισβητούμενα γεγονότα.

 

Προχωρώ στο δεύτερο προς απόφαση ζήτημα. Ξεκινώ με την εξέταση του τρόπου που διενεργήθηκε η επίδοση της αγωγής και ενδιάμεσων αιτήσεων και διαταγμάτων (στο εξής, συλλογικά, τα «Δικαστικά Έγγραφα») προς την Εναγόμενη 1 για να αποφασίσω εάν υπήρχε αντικανονικότητα.

 

Σημειώνω ότι η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας διενεργήθηκε στη βάση σχετικών διαταγμάτων που εξασφάλισαν οι Ενάγοντες. Είναι επίσης  παραδεκτό από την πλευρά της Εναγόμενης 1 ότι η επίδοση διενεργήθηκε στη διεύθυνση που ήταν το εγγεγραμμένο γραφείο της Εναγόμενης 1 κατά τον επίδικο χρόνο. Το παράπονο της Εναγόμενης 1 είναι ότι τα Δικαστικά Έγγραφα είχαν παραδοθεί σε πρόσωπο άγνωστο. Θεωρώ ότι αυτό, ακόμα και αν είναι αλήθεια δεν είναι ικανό να καταστήσει την επίδοση αντικανονική ή παράτυπη. Η Εναγόμενη 1 παραδέχεται ότι η διεύθυνση εγγεγραμμένου γραφείου ανήκε σε παροχέα διοικητικών υπηρεσιών (εταιρεία ατζέντη, όπως την περιγράφει η ενόρκως δηλούσα) στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Επρόκειτο δηλαδή για διεύθυνση όπου εδράζεται ο παροχέας και όχι η διεύθυνση όπου διατηρούσε εγκαταστάσεις/γραφεία και προσωπικό η Εναγόμενη 1. Συνεπώς λογικό είναι ότι η Εναγόμενη 1 δεν γνώριζε τα ονόματα του προσωπικού του παροχέα. Άρα αναμενόμενο να μην γνωρίζει το πρόσωπο που υπέγραψε για την παραλαβή των Δικαστικών Εγγράφων. Συνεπώς, δεν μπορώ να δεχτώ αυτό το επιχείρημα. Οι αναφορές στην ένορκη δήλωση σε διαφωνίες της Εναγόμενης 1 με τις Εναγόμενες 3 και 5 και προβλήματα επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ τους δεν διαφοροποιούν τα δεδομένα. Πρόκειται για εσωτερικά ζητήματα ενός νομικού προσώπου.

 

Συνεπώς, η παρούσα περίπτωση δεν εμπίπτει στην πρώτη κατηγορία όπου το Δικαστήριο υποχρεούται να παραμερίσει απόφαση που εκδόθηκε ερήμην ένεκα αντικανονικότητας στην επίδοση. Επομένως, το ζήτημα επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου που ασκείται δικαστικά, με γνώμονα τις παραμέτρους που σημείωσα πιο πάνω.

 

Στην παρούσα περίπτωση κρίνω ότι δεν θα ήταν ορθό ούτε δίκαιο να ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια προς ικανοποίηση του αιτήματος. Αυτό διότι θεωρώ πως η Εναγόμενη 1 έχει καθυστερήσει αδικαιολόγητα στην προώθηση αυτής της Αίτησης. Ενημερώθηκε για το εκδοθέν εναντίον της διάταγμα τουλάχιστον από τον Ιούνιο του 2023 (όταν η ενόρκως δηλούσα ενημερώθηκε από τους δικηγόρους της Εναγόμενης 3), όμως η παρούσα Αίτηση καταχωρήθηκε 3 μήνες αργότερα. Η συνάντηση στη Ρωσία, η αναφορά ότι τον Ιούλιο έλαβε η ενόρκως δηλούσα πληροφορίες από τους πελάτες της και η αναφορά ότι ο δικηγόρος που διορίστηκε από την Εναγόμενη 1 χρειάστηκε ακόμα δύο περίπου μήνες να συλλέξει στοιχεία δεν συνιστούν ικανοποιητική δικαιολογία. Οι βασικές πληροφορίες αναφορικά με την επίδοση ήταν άμεσα διαθέσιμες με μια έρευνα στον φάκελο του δικαστηρίου. Πρέπει επίσης να σημειώσω ότι η εκδοχή της Εναγόμενης 1 είναι ανακόλουθα. Από τη μια η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι ενημερώθηκε από τους δικηγόρους της Εναγόμενης 3 τον Ιούνιο του 2023 για το εκδοθέν διάταγμα. Από την άλλη, στην ίδια ένορκη δήλωση αναφέρει ότι γνώριζε για το διάταγμα από τον Μάιο 2023 και συζήτησε μάλιστα το θέμα με άλλους Εναγόμενους.

 

Σε σχέση με τις αναφορές σε δόλο και συμπαιγνία, όπως εξήγησα αμφισβητούμενα γεγονότα τέτοιας έκτασης και φύσης δεν μπορούν να αποφασιστούν στο παρόν στάδιο. Το κατάλληλο πλαίσιο να εξεταστούν είναι κατά τη δίκη της αγωγής. Συνεπώς, κρίνω ότι δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγο για παραμερισμό της επίδοσης ή των ενδιάμεσων διαταγμάτων που εκδόθηκαν και οριστικοποιήθηκαν.

 

Από τα πιο πάνω, διαφαίνεται ότι η Αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.

 

Παραμένει το θέμα των εξόδων της παρούσας Αίτησης. Ακολουθώντας το αποτέλεσμα, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Εναγόντων 1 & 2/Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον της Εναγόμενης 1/Αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν και θα εγκριθούν.

 

Πριν ολοκληρώσω σημειώνω και το εξής. Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε το 2021 και μέχρι σήμερα δεν έχουν κλείσει τα δικόγραφα αφού εκκρεμεί η καταχώρηση Υπεράσπισης από τους Εναγόμενους. Αντί τα μέρη να εστιάσουν στην ουσία της αγωγής, ο χρόνος αναλώνεται στην εκδίκαση διαδοχικών ενδιάμεσων διαβημάτων. Προτρέπονται όλες οι πλευρές να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στην εκδίκαση της ουσίας.

 

 

 

(Υπ.)  ……………….………………………..
Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής



[1] Μεταξύ άλλων, Evans v Bartlam (1937) 2 All E.R. 646, Kotsapas v Titan Construction and Engineering Company (1961) C.L.R. 317, Christoforou v Kyriakoulli (1963) 2 C.L.R. 159, Phylactou v Michael (1982) 1 C.L.R. 204, Mine and Quarry Services Ltd v A. Γεωργίου (Μαύρου) (1993) 1 Α.Α.Δ. 26 κ.α.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο