
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 32/2024
Μεταξύ:
Ε. Γ., ανήλικη, δια των γονέων και φυσικών κηδεμόνων
της Μ. Σ. Χ. και Δ. Χ.
Ενάγουσα
και
1. Δρ. Ηλίας Παπαδόπουλος
2. AIMIS SPINE PLC
Εναγόμενη
27 Μαΐου, 2025
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενους 1 και 2/Αιτητές: κα Θεοδώρου για Τάσσος Παπαδόπουλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση: κα Νικήτα για Γ. Γεωργιάδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
στην αίτηση των Εναγόμενων 1 & 2/Αιτητών ημερομηνίας 13.9.2024
για αναστολή της αγωγής μέχρι την τήρηση των προδικαστηριακών πρωτοκόλλων
Με την παρούσα Αίτηση, οι Εναγόμενοι ζητούν την αναστολή της διαδικασίας μέχρι η πλευρά της Ενάγουσας να συμμορφωθεί με τα προδικαστηριακά πρωτόκολλα.
Η αγωγή αφορά αξιώσεις της ανήλικης Ενάγουσας για αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και ειδικές ζημιές συνεπεία ισχυριζόμενης ιατρικής αμέλειας που συντέλεστηκε τον Φεβρουάριο 2021 όταν η Ενάγουσα υποβλήθηκε σε επέμβαση σπονδυλοδεσίας και επακόλουθο δεύτερο χειρουργείο. Ο Εναγόμενος 1 ήταν ο γιατρός που διενήργησε τις επεμβάσεις και η Εναγόμενη 2 είναι εταιρεία που παρέχει ιατρικές και χειρουργικές υπηρεσίες. Αυτά σύμφωνα με τη θέση της Ενάγουσας.
Η αγωγή καταχωρήθηκε στις 17.1.2024 με έντυπο απαίτησης χωρίς έκθεση απαίτησης. Η έκθεση απαίτησης καταχωρήθηκε αργότερα και τροποποιήθηκε στις 29.4.2024. Είναι δεδομένο ότι δεν τηρήθηκαν τα προδικαστηριακά πρωτόκολλα. Η πλευρά της Ενάγουσας το είχε δηλώσει εξ αρχής. Αυτό, ως ήταν η θέση της, έγινε για να αποφευχθεί ο κίνδυνος παραγραφής του αγώγιμου δικαιώματος λόγω της καθυστερημένης ανάθεσης της υπόθεσης σε δικηγόρο. Αντί της προβλεπόμενης προδικαστηριακής διαδικασίας, η πλευρά της Ενάγουσας είχε ειδοποιήσει μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 28.12.2023 τους Εναγόμενους 1 και 2 για την πρόθεση έγερσης της αγωγής (σχετικό το Μέρος 3.11.(1)). Στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα επισυνάπτονταν δύο ιατρικά πιστοποιητικά που είχε εκδώσει ο Εναγόμενος 1 μετά τα δύο χειρουργεία.
Οι Εναγόμενοι εξηγούν ότι καταχώρησαν την παρούσα Αίτηση όταν διαπίστωσαν «κατά τη μελέτη της υπόθεσης» (παράγραφος 9 της ένορκης δήλωσης) ότι δεν υπήρχε επικείμενος κίνδυνος παραγραφής του αγώγιμου δικαιώματος ένεκα του τροποποιητικού Νόμου Ν.26(Ι)/2023. Τότε διαπίστωσαν ότι λανθασμένα η πλευρά της Ενάγουσας είχε αποστείλει την ειδοποίηση ημερομηνίας 28.12.2023 περί έγερσης δικαστικής διαδικασίας λόγω επικείμενης παρόδου της προθεσμίας παραγραφής. Συνεπώς, είναι η θέση τους ότι θα έπρεπε να είχε ακολουθηθεί η διαδικασία των προδικαστηριακών πρωτοκόλλων.
Αναφέρουν επίσης ότι «πολλά από τα θέματα τα οποία αναφέρονται στην Έκθεση Απαίτησης της Ενάγουσας θα μπορούν να διευκρινιστούν ή να επιλυθούν μέσα από την προδικαστηριακή διαδικασία, ενώ στην παρούσα φάση παραμένουν υπό αμφισβήτηση με τους Εναγόμενους, για τους οποίους δεν έχουν λάβει καμία ουσιαστική υποστηρικτική μαρτυρία μέχρι σήμερα και 9 μήνες μετά την καταχώρηση της αγωγής» (παράγραφος 19 της ένορκης δήλωσης).
Η πλευρά της Ενάγουσας έχει εγείρει ένσταση στην αίτηση. Η θέση τους είναι ότι η Αίτηση προωθείται καταχρηστικά, με υπέρμετρη καθυστέρηση και δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να εγκριθεί.
Πριν προχωρήσω σημειώνω ότι έχω εξετάσει την Αίτηση και ένσταση, τις ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν έκαστη και γνωρίζω το περιεχόμενο του φακέλου. Εξέτασα επίσης όσα οι συνήγοροι των δύο πλευρών ανέφεραν στις αγορεύσεις τους.
Οι Εναγόμενοι επικαλούνται τις πρόνοιες του Μέρους 3.10 των Θεσμών οι σχετικές διατάξεις του οποίου προβλέπουν τα εξής:
«3.10. Συμμόρφωση με πρωτόκολλα
(1) Τα μέρη οφείλουν να συμμορφώνονται ουσιωδώς με τους όρους εγκεκριμένου πρωτοκόλλου σύμφωνα με τους σκοπούς, οι οποίοι παρατίθενται στον κανονισμό 3.9 (3) του παρόντος Μέρους.
(2) Όταν ένα μέρος παραλείπει να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες της παρούσας Ενότητας ή συγκεκριμένου προδικαστηριακού πρωτοκόλλου και εγείρεται δικαστική διαδικασία, το δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη του τέτοια παράλειψη κατά την άσκηση των εξουσιών του, δυνάμει του Μέρους 28 ή του Μέρους 39 ή όταν αποφασίζει κατά πόσον πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις.
[…]
(4) Όταν κατά την κρίση του δικαστηρίου, η μη συμμόρφωση με την παρούσα Ενότητα ή πρωτόκολλο έχει οδηγήσει σε έναρξη δικαστικής διαδικασίας, η οποία διαφορετικά δεν θα χρειαζόταν να είχε ξεκινήσει, ή έχει οδηγήσει στη δημιουργία εξόδων, τα οποία διαφορετικά δεν θα είχαν δημιουργηθεί, το δικαστήριο δύναται να εκδώσει τέτοιο διάταγμα όπως αυτό κρίνει δίκαιο ώστε να μην τεθεί το ανυπαίτιο μέρος σε δυσμενέστερη θέση από εκείνη στην οποία θα βρισκόταν αν υπήρχε συμμόρφωση, περιλαμβανομένου διατάγματος που διατάζει το μέρος, το οποίο βρίσκεται σε παράβαση, να καταβάλει το σύνολο ή μέρος των εξόδων της διαδικασίας ή του άλλου μέρους ή μερών.
(5) Μη συμμόρφωση με πρωτόκολλο περιλαμβάνει:
(α) στην περίπτωση απαιτητή,
(i) την παράλειψη να παράσχει επαρκείς πληροφορίες,
(ii) την παράλειψη να ακολουθήσει τη διαδικασία η οποία απαιτείται από το πρωτόκολλο,
(iii) οποιαδήποτε άλλη μη συμμόρφωση, η οποία, κατά την κρίση του δικαστηρίου, συνιστά παράλειψη[…]».
Για τους λόγους που θα εξηγήσω στη συνέχεια κρίνω ότι στην παρούσα περίπτωση δεν είναι ορθό να διαταχθεί η αναστολή της διαδικασίας μέχρι την «αποστολή Επιστολής Απαίτησης συνοδευόμενη από όλα τα απαιτούμενα έγγραφα ή/και έγγραφα που υποστηρίζουν την αξίωση της Ενάγουσας» ή «μέχρι τη συμπλήρωση της προδικαστηριακής συμπεριφοράς ή/και διαδικασίας», όπως οι Εναγόμενοι ζητούν.
Κατά πρώτον, η δυνατότητα αναστολής της διαδικασίας δυνάμει του Μέρους 28.3 (ως το Μέρος 3.10(2)) δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση γιατί δεν έχουν καταχωρηθεί ερωτηματολόγια οδηγιών – δεν έχουν καν κλείσει τα δικόγραφα.
Κατά δεύτερον σημειώνω το εξής. Σαφώς τα προδικαστηριακά πρωτόκολλα συνιστούν «τη συνήθη και εύλογη προσέγγιση σε σχέση με προδικαστηριακή συμπεριφορά και αναμένεται ότι θα ακολουθούνται» (Μέρος 3.9(2) των Θεσμών).
Στην παρούσα περίπτωση η πλευρά της Ενάγουσας προσέφερε εξ αρχής κάποια εξήγηση για τη μη ακολούθηση των πρωτοκόλλων και συγκεκριμένα επικαλέστηκε τον κίνδυνο παραγραφής του αγώγιμου δικαιώματος ένεκα της καθυστέρησης που ενδέχετο να προκληθεί. Κατά πόσο ο λόγος αυτός ευσταθεί ή όχι δεν είναι καθοριστικής σημασίας σε σχέση με την αιτούμενη αναστολή.
Από τις πιο πάνω διατάξεις του Μέρους 3.10 προκύπτει ότι εάν διαπιστωθεί πως κάποια πλευρά δεν έχει τηρήσει τα πρωτόκολλα, αυτό δεν οδηγεί αυτόματα σε αναστολή της διαδικασίας. Εάν διαφανεί στη συνέχεια ότι η έγερση της αγωγής θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί ή ότι τα έξοδα θα μπορούσαν να περιοριστούν με την τήρηση των πρωτοκόλλων, αυτό είναι κάτι που θα ληφθεί υπόψη σε κατοπινό στάδιο.
Παραμένει να εξεταστεί εάν διαφαίνεται από τα ενώπιον μου στοιχεία κάποιος ουσιαστικός λόγος που θα δικαιολογούσε την αναστολή της διαδικασίας για να ολοκληρωθεί η διαδικασία των προδικαστηριακών πρωτοκόλλων. Από την Αίτηση και όσα λέχθηκαν κατά την ακρόαση αυτής δεν διακρίνω τέτοιο λόγο.
Καμία απάντηση υπήρξε από την πλευρά των Εναγόμενων 1 και 2 στην επιστολή που τους είχε σταλθεί στις 28.12.2023 με την οποία ειδοποιήθηκαν για την έγερση της αγωγής. Επίσης, κατά την ακρόαση φάνηκε ότι οι Εναγόμενοι αρνούνται την ευθύνη που τους καταλογίζεται και την ισχυριζόμενη αμέλεια.
Συνεπώς το παράπονο που εκφράζεται μέσω της Αίτησης για ελλιπή στοιχεία που εμποδίζουν τους Εναγόμενους να καταχωρήσουν Υπεράσπιση ή που να εμποδίζουν περιορισμό των επίδικων θεμάτων, δεν είναι αντιληπτό.
Η Ενάγουσα είχε επισυνάψει στο ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 28.12.2023 αντίγραφα δύο πιστοποιητικών που είχαν εκδοθεί από τον Εναγόμενο 1 σε σχέση με την ιατρική κατάσταση της Ενάγουσας. Κατά την ακρόαση προέκυψε ότι ο ιατρικός φάκελος της Ενάγουσας παραμένει στην κατοχή του Εναγόμενου που μάλιστα δεν έχει δώσει αντίγραφο στην Ενάγουσα. Παρά τις επανειλημμένες παραινέσεις από το Δικαστήριο, η συνήγορος των Εναγόμενων δεν ήταν σε θέση να αναφέρει συγκεκριμένα, πρόσθετα στοιχεία που χρειάζεται η πλευρά τους τα οποία δεν έχει λάβει για να είναι σε θέση να καταχωρήσει την Υπεράσπιση της. Η θέση που εκφράστηκε μέσω της δικηγόρου τους, είναι πως αρνούνται την ισχυριζόμενη αμέλεια. Οι αναφορές σε ενδεχόμενη εξέταση της Ενάγουσας από ιατρό κοινής αποδοχής για διερεύνηση της σημερινής κατάστασης της υγείας της είναι ζήτημα που άπτεται του θέματος των αποζημιώσεων. Εφόσον οι Εναγόμενοι αρνούνται ευθύνη, δεν φαίνεται να τίθεται τέτοιο θέμα επί του παρόντος.
Για τους πιο πάνω λόγους, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης και της διαδικασίας γενικότερα να ανασταλεί η αγωγή. Οι Εναγόμενοι ζητούν την αναστολή για να λάβουν στοιχεία και έγγραφα χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσουν πώς θα τους βοηθήσουν να απαντήσουν στην αγωγή, αφ’ ης στιγμής αρνούνται ευθύνη για τη βλάβη που η Ενάγουσα αποδίδει σε ιατρική αμέλεια. Σε σχέση με την Εναγόμενη 2 εταιρεία και πάλιν, εφόσον αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή με τα γεγονότα, όπως δήλωσε η συνήγορος της, δεν διακρίνω ποια επιπλέον στοιχεία χρειάζεται η πλευρά της στο προδικαστικό στάδιο.
Επιπρόσθετα των πιο πάνω, κρίνω ότι η Αίτηση υποβάλλεται με αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Οι Εναγόμενοι 1 και 2 καταχώρησαν εμφάνιση στην αγωγή στις 13.5.2024. Μπορούσαν τότε να εγείρουν το ζήτημα και δεν το έπραξαν. Αντ’ αυτού, στις 6.6.2024, ζήτησαν παράταση 42 ημερών για την καταχώρηση Υπεράσπισης την οποία έλαβαν. Ουδέποτε ζήτησαν επιπλέον έγγραφα ή πληροφορίες από τους αντίδικους. Ενώ η παραταθείσα προθεσμία για καταχώρηση της Υπεράσπισης παρήλθε άπρακτη, στις 13.9.2024 καταχώρησαν την παρούσα Αίτηση.
Προβλήθηκε ως δικαιολογία η αλλαγή στη νομική εκπροσώπηση. Σύμφωνα με την αίτηση «για να μην παρέλθει η προθεσμία καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης άπρακτη, το δικηγορικό γραφείο […], οι οποίοι σήμερα εκπροσωπούν αποκλειστικά την Εναγόμενη 2, καταχώρησε Σημείωμα Εμφάνισης εκ μέρους των Εναγόμενων 1 και 2 στις 13/5/2024, μέχρι να ξεκαθαρίσει το ζήτημα της εκπροσώπησης των Εναγόμενων 1 και 2. Έπειτα ως με ενημερώνει ο Εναγόμενος 1 και οι δικηγόροι του η ασφαλιστική εταιρεία διόρισε το δικηγορικό γραφείο […] για χειρισμό της υπεράσπισης του Εναγόμενου 1 και δια τούτου καταχωρίστηκε σημείωμα εμφάνισης στις 6/6/2024 από κοινού των δύο δικηγορικών γραφείων.» (παράγραφοι 6 και 7 της ένορκης δήλωσης). Κρίνω ότι αυτό δεν είναι επαρκής δικαιολογία. Ο δικηγόρος που εμφανίζεται σε μια υπόθεση έχει, έναντι του Δικαστηρίου και έναντι του αντιδίκου, την ευθύνη χειρισμού της υπόθεσης για τον πελάτη του. «Τυπική», τρόπον τινά, εμφάνιση δεν υπάρχει.
Καταληκτικά, κρίνω ότι δεν είναι ούτε προς το συμφέρον της δικαιοσύνης ούτε προς το συμφέρον της ίδιας της διαδικασίας να εγκριθεί η Αίτηση. Πέραν όσων προανέφερα, τυχόν έγκριση της θα προκαλούσε περαιτέρω καθυστέρηση στην ενασχόληση με την ουσία χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρο όφελος. Συνεπώς, η Αίτηση απορρίπτεται.
Αναφορικά με τα έξοδα, ακολουθώντας το αποτέλεσμα επιδικάζονται υπέρ της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση και εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2/Αιτητών.
Έχουν αναρτηθεί προτεινόμενοι κατάλογοι εξόδων για σκοπούς συνοπτικού υπολογισμού. Από μια απλή αντιπαραβολή των δύο καταλόγων, διαπιστώνω ότι τα ποσά που αξιώνει η Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση συμφωνούν πλήρως με τα αντίστοιχα ποσά που περιλαμβάνονται στον κατάλογο εξόδων της άλλης πλευράς. Εξαίρεση αποτελεί μόνο ποσό €188 που διεκδικεί η πλευρά της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση για καταχώρηση του καταλόγου εξόδων, ποσό που θεωρώ ότι δικαιούται. Διαπιστώνω επίσης ότι τα επί μέρους ποσά που διεκδικεί η Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση συνάδουν με τον σχετικό Πίνακα δικηγορικών εξόδων.
Συνεπώς, ο κατάλογος εξόδων της Ενάγουσας/Καθ΄ ης η Αίτηση εγκρίνεται στην ολότητά του. Τα έξοδα της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση καθορίζονται σε €7.318 πλέον Φ.Π.Α., ποσό που επιδικάζεται υπέρ της και εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2/Αιτητών.
……………………………………………
Γ. Κυθραιώτου Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο