
Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας
Ενώπιον: Δ. Θεοδώρου, Π. Ε. Δ.
Γενική Αίτηση αρ.:229/2022
Μεταξύ:
Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ
Αιτήτρια
-και-
1. Γεώργιος Καψούλης
2. Προκόπης Καψούλης
3. Ρένος Κούρρας
Καθ’ ων η Αίτηση
Ημερομηνία: 4 Ιουλίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για Αιτήτρια: κ. Ιωάννου
Για Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3: κ. Ξάνθου
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η Αίτηση
Με την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό Αίτηση, η Αιτήτρια επιδιώκει την λήψη άδειας και ή έκδοση διατάγματος, που να επιτρέπουν την εγγραφή, για σκοπούς εκτέλεσης, της διαιτητικής απόφασης που εξασφάλισε στις 09.01.2014 εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3 (στο εξής «οι Καθ' ων η Αίτηση»).
Στη βάση του μαρτυρικού υλικού που υποστηρίζει την Αίτηση, στις 11.12.2013 άρχισε η διαδικασία διαιτησίας, στην οποία οι Καθ' ων η Αίτηση παρουσιάστηκαν (μέσω δικηγόρου), διαδικασία η οποία συνεχίστηκε μέχρι και τις 09.01.2014. Κατ' εκείνη την ημέρα, ο διαιτητής εξέδωσε διαιτητική απόφαση, μεταξύ άλλων, και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση για συγκεκριμένο ποσό, αναγνωρίζοντας στην Αιτήτρια δικαίωμα κεφαλαιοποίησης των δεδουλευμένων τόκων, δύο φορές ετησίως, καθώς επίσης και επιδίκασε εναντίον τους συγκεκριμένο ποσό εξόδων. Η εν λόγω διαιτητική απόφαση επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 2 στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση. Τούτη δε (η διαιτητική απόφαση), γνωστοποιήθηκε στους Καθ΄ ων η Αίτηση μέσω, επίδοσης σε αυτούς, σχετικής γνωστοποίησης, στις 17.07.2014. Οι Καθ' ων η Αίτηση, παρά την πιο πάνω γνωστοποίηση, δεν άσκησαν το δικαίωμα καταχώρησης έφεσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εντός της προβλεπόμενης στον Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο του 1985, Ν.22/1985 (στο εξής «ο περί Συνεργατικών Νόμος»)[1] προθεσμία. Οι Καθ' ων η Αίτηση δεν έχουν, μέχρι σήμερα, εξοφλήσει την οφειλή τους, ως η διαιτητική απόφαση, με αποτέλεσμα να παραμένει σχετική απαίτηση από πλευράς της Αιτήτριας, ως η κατάσταση λογαριασμού ημερομηνίας 22.06.2022, η οποία και επισυνάπτεται, ως Τεκμήριο 24, στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση.
Η ένσταση
Οι Καθ' ων η Αίτηση καταχώρησαν Ειδοποίηση περί Πρόθεσης Ένστασης (στο εξής «η Ένσταση»), στο πλαίσιο της οποίας προβάλλονται 7 λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να απορριφθεί η Αίτηση. Δεν χρειάζεται να καταγραφούν, εδώ, τούτοι, με λεπτομέρεια, καθότι, κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία της Αίτησης, ο συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση, ρητώς, ανέφερε ότι:
«… δύο είναι οι λόγοι για τους οποίους ζητούμε να απορριφθεί η αίτηση. Ο πρώτος, αφορά στην καθυστέρηση που παρατηρείται στην καταχώρηση της, και ο δεύτερος αφορά στο αιτιολογημένο της διαιτητικής απόφασης, υπό την έννοια ότι τούτη δεν μπορεί να θεωρηθεί, ούτε στην όψη της, ούτε άλλως πως, ως μια έγκυρη δικαστική απόφαση, που αυτό σκοπείται να καταστεί με την επίδικη αίτηση. Κάθε τι άλλο που αναφέρεται στην ένσταση μας, στο βαθμό που παρουσιάζεται ως ξέχωρος λόγος ένστασης, εγκαταλείπεται, στο βαθμό ωστόσο, που κρίνεται σχετικό με τους δύο πιο πάνω, περιορισμένους πλέον, λόγους ένστασης, να εκληφθεί ως επικουρικό τούτων».
Στον βαθμό που αφορά στην επικαλούμενη, από τους Καθ’ ων η Αίτηση, γενικότερη καθυστέρηση στην προώθηση της Αίτησης, στη βάση του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την ένσταση τους, την οποία ετοίμασε ο Καθ' ου η Αίτηση 1, αναφέρονται αυτουσίως, τα εξής:
«9. Εξ όσων με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μου αλλά και αντιλαμβάνομαι ο ίδιος και ειλικρινώς πιστεύω, η παρούσα Αίτηση καταχωρίστηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση. Συγκεκριμένα, η διαιτητική απόφαση η εγγραφή της οποίας επιχειρείται (στο εξής «η απόφαση»), εκδόθηκε στις 09/01/2014 όπως άλλωστε προκύπτει από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 της ΕΔ ΑΝΔΡΕΟΥ και γνωστοποιήθηκε στους Καθ' ων η Αίτηση τον Ιούλιο του 2014 όπως φαίνεται από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 3 της ΕΔ ΑΝΔΡΕΟΥ.
10. Η υπό κρίση Αίτηση καταχωρίστηκε στις 28/06/2022 ήτοι 8 χρόνια μετά την έκδοση και γνωστοποίηση της απόφασης, χωρίς να επεξηγείται, όπως αντιλαμβάνομαι από την ανάγνωση του περιεχομένου της ΕΔ ΑΝΔΡΕΟΥ, ο λόγος για τον οποίο η Αιτήτρια καθυστέρησε να προβεί στην καταχώριση της υπό κρίση Αίτησης.
11. Εξ όσων με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μας και ειλικρινώς πιστεύω, η Αιτήτρια επέδειξε μεγάλη καθυστέρηση και ολιγωρία στην καταχώριση και προώθηση της υπό κρίσης Αίτησης, την οποία με κανένα τρόπο δικαιολόγησε. Περαιτέρω και επιπρόσθετα της υπέρμετρης καθυστέρησης στην καταχώριση της υπό κρίση Αίτησης, η Αιτήτρια επέδειξε ολιγωρία και στην επίδοση της υπό κρίση Αίτησης, η οποία επιδόθηκε τον Οκτώβριο του 2023, ήτοι 16 μήνες μετά την καταχώριση της.
12. Εξ όσων με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μου αλλά και αντιλαμβάνομαι ο ίδιος διαβάζοντας την ΕΔ ΑΝΔΡΕΟΥ και ειλικρινώς πιστεύω, ούτε η καθυστέρηση στην επίδοση της Αίτησης δικαιολογήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο. Όπως μου εξηγούν μάλιστα οι δικηγόροι μου, δε φαίνεται να έχει καταχωριστεί στο φάκελο του Δικαστηρίου οποιαδήποτε Αίτηση για υποκατάστατη επίδοση της Αίτησης, ώστε να μπορεί έστω από μία τέτοια ενέργεια να συναχθεί ότι υπήρχαν δυσκολίες στην επίδοση της υπό κρίση Αίτησης.
13. Όπως τυγχάνω νομικής συμβουλής και ειλικρινώς πιστεύω, η πλήρης απραξία που επέδειξε η Αιτήτρια από την έκδοση της απόφασης μέχρι την καταχώριση της παρούσας Αίτησης και στη συνέχεια η μεγάλη καθυστέρηση στην επίδοση της Αίτησης, χωρίς μάλιστα να προβάλει οποιαδήποτε δικαιολογία ή να παρέχει οποιαδήποτε εξήγηση γι' αυτές στην ΕΔ ΑΝΔΡΕΟΥ, δημιουργούν κώλυμα λόγω συμπεριφοράς στην Αιτήτρια να προωθεί την παρούσα Αίτηση και συνηγορούν υπέρ της απόρριψης της υπό κρίση Αίτησης
14 [..]
15 Επίσης, όπως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μας και ειλικρινώς πιστεύω, τυχόν έγκριση της υπό κρίση Αίτησης θα προκαλέσει αδικία στους Καθ' ων η Αίτηση και θα παραβιάσει το συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα τους σε δίκαιη δίκη, το οποίο θα καταστρατηγηθεί εξαιτίας της υπέρμετρης και αδικαιολόγητης καθυστέρησης που υπέδειξε η Αιτήτρια στην καταχώριση και προώθηση της υπό κρίση Αίτησης» .
Όσον τώρα αφορά στον δεύτερο και τελευταίο λόγο ένστασης, και δη το αναιτιολόγητο, κατά τους Καθ' ων η Αίτηση, της διαιτητικής απόφασης, η μόνη, σχετική, αναφορά, που απαντάται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, είναι η εξής:
«14. Εξ όσων τυγχάνω νομικής συμβουλής και ειλικρινώς πιστεύω, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από το Νόμο και τη νομολογία για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος[2]».
Η συμπληρωματική ένορκη δήλωση της Αιτήτριας
Κατόπιν σχετικών οδηγιών του Δικαστηρίου, δόθηκε στην Αιτήτρια άδεια να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση προς περαιτέρω υποστήριξη της Αίτησης, πράγμα που έπραξε, πλην όμως δεν κρίνεται αναγκαία η, εδώ, αναφορά στο περιεχόμενό της, καθότι τούτο καταπιάνεται με λόγους ένστασης που προβάλλονταν από τους Καθ' ων η Αίτηση, οι οποίοι, όμως, έχουν εγκαταλειφθεί.
Ακροαματική διαδικασία
Κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία της Αίτησης, πέραν του περιορισμού των λόγων ένστασης από πλευράς του συνηγόρου των Καθ' ων η Αίτηση, στον οποίο (περιορισμό) αναφορά έγινε ανωτέρω, οι συνήγοροι παρέδωσαν στο Δικαστήριο, σε φυσική μορφή, τις αγορεύσεις τους, τις οποίες και, ακολούθως, ανάρτησαν στον σύνδεσμο «Έγγραφα» του ηλεκτρονικού φακέλου της υπόθεσης. Ο δε συνήγορος της Αιτήτριας, δεδομένου ότι η αγόρευσή του καταπιάνεται με όλους τους προβαλλόμενους, στην Ένσταση, λόγους απόρριψης της Αίτησης, ζήτησε από το Δικαστήριο όπως, από αυτή, ληφθούν υπόψη μόνο τα όσα άπτονται των δύο, περιορισμένων, πλέον λόγων ένστασης.
Υπαγωγή γεγονότων που περιβάλλουν την Αίτηση στο νομικό πλαίσιο που την διέπει
Αρχίζοντας από τον λόγο ένστασης που θέλει την Αίτηση καταδικασμένη σε αποτυχία λόγω καθυστέρησής στην καταχώρισή της, ως αναφέρθηκε στην υπόθεση Στυλιανού v. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Δευτεράς ‑ Ανάγυιας, Πολ. Εφ. Αρ. 92/2014, απόφαση ημερομηνίας 22.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:A168, στο πλαίσιο της διαδικασίας εγγραφής διαιτητικής απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης της, ως η επίδικη Αίτηση, η καθυστέρηση δεν αποτελεί λόγο για απόρριψη της, καθότι δεν προβλέπεται οποιοσδήποτε χρονικός περιορισμός ως προς το πότε μπορεί τούτη να καταχωρηθεί. Σημειώθηκε, επιπροσθέτως, ότι, τέτοιο ζήτημα (καθυστέρηση), μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο της όποιας, επακόλουθης, τυχόν, διαδικασίας εκτέλεσης της απόφασης, μετά που αυτή θα έχει ήδη εγγραφεί στο σχετικό μητρώο του Πρωτοκολλητείου του οικείου Δικαστηρίου. Η σχετική περικοπή από την εν λόγω απόφαση έχει ως εξής:
«Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε την Αίτηση της Εφεσίβλητης ως αίτηση που επιζητούσε την εγγραφή της Διαιτητικής απόφασης ημερ. 17.12.03 και αφού εξέτασε όλες τις παραμέτρους της Νομοθεσίας και νομολογίας κατέληξε ως ακολούθως:
"....Ως εκ τούτου εκδίδεται διάταγμα εγγραφής της Διαιτητικής απόφασης όσον αφορά την Καθ' ης η Αίτηση 1 με έξοδα ..........".
Αυτό έγινε κατ' εφαρμογή της Δ.47 θ.1 που δίδει εξουσία εγγραφής της Διαιτητικής απόφασης στο μητρώο του Δικαστηρίου. Αφού η απόφαση εγγραφεί, τότε, σύμφωνα με την Δ.47 θ.3, μπορεί να εκτελεστεί ως απόφαση του Δικαστηρίου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που την καθιστούν εκτελεστή. Συνεπώς, αυτό θα ήτο το επόμενο βήμα εάν η Εφεσίβλητη επιθυμούσε να προχωρήσει σε διαδικασία εκτέλεσης της απόφασης. Τότε θα ετίθετο θέμα χρόνου έκδοσης της απόφασης. Σχετικά με εγγραφή διαιτητικής απόφασης δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός. Βασική προϋπόθεση εγγραφής της είναι η διαπίστωση ότι η εν λόγω απόφαση φέρει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία έγκυρης διαιτητικής απόφασης και ότι γνωστοποιήθηκε στο πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται. Η αίτηση για εγγραφή επιδίδεται στο πρόσωπο αυτό ώστε να έχει την ευκαιρία να προβάλει οτιδήποτε το οποίο ενδεχομένως έχει σχέση μόνο με το επίδικο θέμα που είναι η εγγραφή της Διαιτητικής απόφασης χωρίς το Δικαστήριο να υπεισέρχεται σε άλλα θέματα αναγόμενα στην ουσία κ.λ.π. της διαφοράς αναφορικά με την οποία εκδόθηκε η Διαιτητική απόφαση (βλ. σχετικά την XXX XXX Νικολάου ν. Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Αγλαντζιάς (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 707, 711 και Ζαμπά ν. Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ κ.λ.π. Π.Ε. 96/12 ημερ. 6.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A277, ECLI:CY:AD:2018:A277).
Στη βάση της πιο πάνω εφετειακής κρίσης, ο σχετικός λόγος ένστασης δεν μπορεί να γίνει δεκτός, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Αίτηση καταχωρήθηκε 8 χρόνια μετά την έκδοση της διαιτητικής απόφασης. Ως σημειώθηκε στην υπόθεση Στυλιανού (ανωτέρω), παρέχεται δικαίωμα στους Καθ' ων η Αίτηση, να προβάλουν το σχετικό λόγο, στο πλαίσιο της όποιας, τυχόν, προσπάθειας της Αιτήτριας να εκτελέσει την εν προκειμένω απόφαση, εάν και εφόσον εγκριθεί η επίδικη αίτηση και αποδοθεί η κατ' αίτηση θεραπεία για εγγραφή της στο μητρώο του Πρωτοκολλητείου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.
Τα ίδια ισχύουν και για την όποια καθυστέρηση παρατηρείται στην επίδοση της αίτησης στους Καθ' ων η Αίτηση. Τούτο σημειώνεται παρεμφερώς, καθότι, στη βάση του περιορισμού, από πλευράς του συνηγόρου των Καθ' ων η Αίτηση, των λόγων ένστασης, ο υπό εξέταση λόγος (η καθυστέρηση) προωθήθηκε μόνο στη βάση της καθυστέρησης στην καταχώριση της Αίτησης και όχι της όποιας, μετέπειτα, επίδοσής της.
Αναφορικά, τώρα, με τον δεύτερο, και τελευταίο, λόγο ένστασης, και δη το αιτιολογημένο ή μη της διαιτητικής απόφασης, σε συμφωνία με τα όσα προβάλλουν οι Καθ’ ων η Αίτηση, ομολογουμένως, η επίδικη διαιτητική απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη, ως, νομολογιακώς, έχει υποδειχθεί. Αν και, προς υποστήριξη του συγκεκριμένου λόγου, οι συνήγοροι των Καθ’ ων η Αίτηση παραπέμπουν μόνο σε αποφάσεις που καταπιάστηκαν με την ανάγκη αιτιολόγησης μιας δικαστικής και όχι διαιτητικής απόφασης, εντούτοις, στη βάση της σχετικής, με διαιτητικές αποφάσεις, νομολογίας, ισχύουν, κατ’ αναλογία, τα ίδια, εκτός αν τα μέρη της διαιτησίας, ρητώς, συμφώνησαν ως προς τη δομή και περιεχόμενο της διαιτητικής απόφασης που θα εκδοθεί. Πιο συγκεκριμένα, στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πιπέρη, Πόλ. Έφ. 456/2012, απόφαση ημερ. 20.09.2019, ECLI:CY:AD:2019:A383, υποδείχθηκε, από το Ανώτατο Δικαστήριο, ότι, στην περίπτωση που δεν συμφωνήθηκε από τα μέρη της διαιτησίας ειδική δομή και περιεχόμενο της απόφασης που θα εκδοθεί, η παράλειψη, από τον διαιτητή, να συμπεριλάβει στην απόφαση του, τους ισχυρισμούς των ενώπιον του διαδίκων, καθώς επίσης και το πως, ο ίδιος, χειρίστηκε τούτους, ώστε να καταλήξει στην τελική κρίση του, καθιστούν την διαιτητική απόφαση αναιτιολόγητη. Ομοίως, στην Οδηγία Πρακτικής Διεθνούς Διαιτησίας (International Arbitration Practice Guideline), υπό τον τίτλο Σύνταξη Διαιτητικής Απόφασης (Drafting Arbitral Awards), Δομή και περιεχόμενο της Απόφασης (Form and content of awards), σημειώνεται ότι στη διαιτητική απόφαση θα πρέπει να καταγράφεται και το σκεπτικό του Δικαστηρίου για την κατάληξη του στο αποτέλεσμα, εκτός εάν τα μέρη της διαιτησίας αποφάσισαν διαφορετικώς. Ως προς το σκεπτικό, την πιο πάνω Οδηγία, σημειώνεται ότι είναι αναγκαίο τούτο να περιλαμβάνεται στην απόφαση ώστε να προκύπτει ότι ο διαιτητής συνυπολόγισε, πλήρως, τις εκατέρωθεν εισηγήσεις, αλλά και για να προκύπτουν οι λόγοι που οδήγησαν στην κρίση ως προς το ποιος είναι ο επιτυχόντας και ποιος ο αποτυχόντας διάδικος. Στη βάση των ανωτέρω, συμφωνώ με τη θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι η εν προκειμένω διαιτητική απόφαση είναι αναιτιολόγητη, μια και, το μόνο που εκεί καταγράφεται είναι το επίδικο γραμμάτιο, στο οποίο αφορούσε η διαφορά και, κατ’ επέκταση, και η διαιτησία, το οφειλόμενο ποσό και τόκοι, καθώς επίσης και τα έξοδα που διατάσσονται οι Καθ’ ων η Αίτηση να καταβάλουν στην Αιτήτρια, χωρίς να περιέχεται οποιαδήποτε αναφορά στο ενώπιον του μαρτυρικό υλικό, και το πως ο διαιτητής αντιμετώπισε τούτο ώστε να οδηγηθεί στη τελική του κρίση.
Παρά τη μόλις, πιο πάνω, κρίση μου, περί του ότι η διαιτητική απόφαση είναι αναιτιολόγητη, το κατά πόσο τούτη (η κρίση μου) υπέχει ή όχι καταλυτικής σημασίας για την τύχη της επίδικης αίτησης, είναι ζήτημα που αποφασίζεται στη βάση των καθιερωμένων νομολογιακών αρχών που διέπουν τη εξέταση τέτοιων αιτήσεων και όχι αφηρημένα. Επί τούτου, ως υποδείχθηκε στην υπόθεση Πιπέρη (ανωτέρω), το αναιτιολόγητο μιας διαιτητικής απόφασης αποτελεί λόγο για παραμερισμό της, στη βάση των προνοιών του άρθρου 20 (2) του Περί Διαιτησίας Νόμου Κεφ. 4 σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του άρθρου 52(2)(β) του Περί Συνεργατικών Νόμου, (στη βάση των οποίων διεξήχθη τόσο η εκεί όσο και η εδώ διαιτησία), καθότι αποτελεί απόφαση που εκδόθηκε παράτυπα[3]. Δεδομένου δε, ότι η επίδικη διαιτησία διεξήχθη στη βάση του Περί Συνεργατικών Νόμου, οι Καθ’ ων η Αίτηση, ως διάδικοι που θεωρούν τον εαυτό τους αδικημένο από την απόφαση του διαιτητή, είχαν το δικαίωμα να καταχωρήσουν αίτηση/έφεση δυνάμει των προνοιών του άρθρου 52(4) του εν λόγω Νόμου, εντός 21 ημερών από την ημερομηνία που γνωστοποιήθηκε σε αυτούς η διαιτητική απόφαση, δικαίωμα το οποίο δεν άσκησαν.
Δεν συμφωνώ με τη σχετική εισήγηση των συνηγόρων των Καθ’ ων η Αίτηση ότι το ζήτημα μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο της επίδικης αίτησης, στη βάση της θεώρησης τους ότι επιτρεπτή είναι μόνο η εγγραφή μιας έγκυρης απόφασης. Όπως και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, που, στο πλαίσιο αίτησης, ως η επίδικη, επιχειρήθηκε να προβληθεί, ως λόγος ένστασης, η γενικότερη συμπεριφορά του διαιτητή κατά την διεξαγωγή της διαδικασίας της διαιτησίας, και, νομολογιακώς, υποδείχθηκε ότι το ζήτημα θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο στο πλαίσιο αίτησης/έφεσης που θα έπρεπε να καταχωρηθεί εντός 21 ημερών από την γνωστοποίηση στους αποτυχόντες διάδικους της απόφασης (βλ. μεταξύ άλλων, Κυριάκου v Συνεργατικό Ταμιευτήριο Εργατοϋπαλλήλων Κύπρου (ΣΥ.Τ.Ι.Ε.Κ) Λτδ, Πολ. Εφ. 129/2014, απόφαση ημερομηνίας 21.05.2021, Μανώλης Χριστοφή v. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Λατσιών (2014) 1 ΑΑΔ 1183, Χατζηγεωργίου v Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Αγλαντζιάς ( 2012) 1 Α.Δ.Δ 707 και Αναφορικά με την Αίτηση της Σωτηρούλλας Κωνσταντίνου (1995) 1 Α.Α.Δ. 827), και εν προκειμένω, το εγειρόμενο ζήτημα άπτεται, ως υποδείχθηκε στην Πιπέρης (ανωτέρω), στην επιδεικνυόμενη συμπεριφορά του διαιτητή, και κατά συνέπεια θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο στο πλαίσιο τέτοιας αίτησης/έφεσης. Σημειώνεται, συναφώς, ότι, στην Πιπέρης (ανωτέρω), το αναιτιολόγητο της διαιτητικής απόφασης αποτέλεσε τη βάση για την ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης, καθότι η πρωτόδικη διαδικασία αφορούσε σε αίτηση/έφεση για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης και όχι αίτηση για εξασφάλιση άδειας για εγγραφή της στο μητρώο του Επαρχιακού Δικαστηρίου για σκοπούς εκτέλεσης της, ως η επίδικη. Στη δε Αναφορικά με την Αίτηση της Σωτηρούλλας Κωνσταντίνου (ανωτέρω), σημειώθηκε, ειδικώς, ότι «Δεν έχει υποστηριχθεί καν ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία στο πλαίσιο εκείνης της διαδικασίας [αφορούσε αίτηση ως η επίδικη], εξέτασης τέτοιου θέματος ή οποιουδήποτε θέματος αναφερομένου στο περιεχόμενο της απόφασης του Διαιτητή …[4]».
Δεδομένης της αδυναμίας - για τους λόγους που εξήγησα πιο πάνω - το αναιτιολόγητο μιας διαιτητικής απόφασης να αποτελεί λόγο για απόρριψη αίτησης, ως η επίδικη, ο σχετικός λόγος ένστασης απορρίπτεται.
Στη βάση των πιο πάνω κρίσεων μου επί των λόγων ένστασης, και της ενώπιόν μου, κοινώς αποδεκτής, μαρτυρίας, καταλήγω ότι η Αιτήτρια κατάφερε να ικανοποιήσει όλες τις, νομολογιακώς, καθορισθείσες προϋποθέσεις, με αποτέλεσμα να δικαιούται στην απόδοση της κατ' αίτηση θεραπείας. Πιο συγκεκριμένα, απέδειξε ότι, κατόπιν διορισμού διαιτητή, άρχισε διαδικασία διαιτησίας, για την οποία ενημερώθηκαν οι Καθ' ων η Αίτηση, οι οποίοι και παρουσιάστηκαν ενώπιον του διαιτητή, μέσω δικηγόρου. Απέδειξε, επίσης, ότι, στο πλαίσιο της εν λόγω διαιτησίας, ο διαιτητής εξέδωσε, σε συγκεκριμένη μέρα, την επίδικη διαιτητική απόφαση, η οποία και γνωστοποιήθηκε στους τελευταίους, οι οποίοι δεν καταχώρησαν, εντός 21 ημερών από την εν προκειμένω γνωστοποίηση, αίτηση/έφεση για σκοπούς παραμερισμού της, και ότι το εξ αποφάσεως χρέος τους δεν έχει, μέχρι σήμερα εξοφληθεί. Ακόμη, η Αιτήτρια απέδειξε ότι η διαιτητική απόφαση, στην όψη της, φέρει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία έγκυρης διαιτητικής απόφασης, αφού, με σαφήνεια, σε αυτή αναφέρονται, οι διάδικοι, το θέμα στο οποίο αφορά, και ποιος εξ αυτών ευθύνεται έναντι του άλλου, καθώς επίσης και το ποσό για το οποίο ευθύνονται (βλ., μεταξύ άλλων, Κυριάκου (ανωτέρω), Παράσχου ν. Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Λευκωσίας Λτδ, Πολ. Εφ. 93/2014, απόφαση ημερομηνίας 22,.04. 2021, Μιχαήλ κ.ά. ν. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στρουμπίου, Πολ. Εφ. 190/2012, απόφαση ημερομηνίας 28.06.2018, Ζαμπά κ.ά. ν. Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας κ.ά., Πολ. Εφ. 169/2012, απόφαση ημερομηνίας 06.06.2018, ECLI:CY:AD:2018:A273, Παναγιώτης Κλεοβούλου ν. Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Επαγγελματικού Κλάδου και Επιχειρηματιών Κύπρου (ΣΤΕΚΕΚ) Λτδ, Πολ. Εφ. 304/2010, απόφαση ημερομηνίας 10.07.2015 και Χατζηγεωργίου (ανωτέρω). Συναφώς, στο σύγγραμμα Halsbury’s Laws of England, 3η έκδοση, τόμος 2, σελ. 42, παρα. 96, σημειώνεται, ότι, το έγκυρο μιας διαιτητικής απόφασης δεν εξαρτάται από τη χρήση συγκεκριμένου τύπου λέξεων, και ότι μπορεί να διατυπωθεί με οποιοδήποτε τρόπο θεωρεί ο διαιτητής ορθό, νοουμένου, όμως, ότι το νόημά της είναι σαφές. Η σχετική περικοπή έχει ως εξής: «No particular form of words is requisite for the validity of an award; it may be expressed in such language as the arbitrator or umpire thinks fit provided its meaning is clear».
Καθίσταται, επομένως, έκδηλο, ότι η υπό εξέταση Αίτηση θα πρέπει να επιτύχει και, κατά συνέπεια, άδεια δίδεται ως το Α της Αίτησης.
Ως προς τα έξοδα της Αίτησης, δεν έχω κανένα λόγο για να παρεκκλίνω από τον κανόνα που τα θέλει να ακολουθούν το αποτέλεσμα της διαδικασίας, και κατά συνέπεια τούτα επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας, και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση 1, 2 και 3, αλληλέγγυα και ή κεχωρισμένα, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) …………………………….
Δ. Θεοδώρου, Π. Ε. Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Στη βάση του οποίου ορίστηκε η διαδικασία της διαιτησίας.
[2] Ως οι Καθ’ ων η Αίτηση προβάλλουν, η διαιτητική απόφαση, λόγω του ότι είναι αναιτιολόγητη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως έγκυρη και, κατά συνέπεια, δεν πληρούται σχετική προϋπόθεση για να είναι επιτρεπτή η απόδοση της κατ’ αίτηση θεραπείας.
[3] «20.(2) Όταν ο διαιτητής … επέδειξε κακή συμπεριφορά ή χειρίστηκε καθώς την υπόθεση ή όταν η διαιτησία διεξάχθηκε παράτυπα ή η διαιτητική απόφαση εκδόθηκε παράτυπα, το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει τη διαιτητική απόφαση.
[4] Υπογράμμιση, δική μου.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο