
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ:Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Π. Ε. Δ.
Αρ. Γενικής Αίτησης:5/22
Ημερομηνία:14/07/2025
Mεταξύ:
Gardabani Holdings B.V. εξ Ολλανδίας
Αιτητών
και
Γεωργίας
Καθ’ ης η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Για Αιτητές:κ. Οικονόμου μαζί με κ. Ζιβανάρη
Για Καθ’ ων η Αίτηση: κ. Ά. Γεωργιάδης μαζί με κα Χ. Χριστοφόρου
ΑΠΟΦΑΣΗ
Οι αιτητές εξ Ολλανδίας έχουν καταχωρήσει την παρούσα αίτηση και ζητούν τα ακόλουθα:
Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να γράφεται και/ή να αναγνωρίζεται και/ή τα καθίσταται εκτελεστή στην Κύπρο ως να ήταν απόφαση και/ή διαταγή του Δικαστηρίου αυτού, η διαιτητική απόφαση του ινστιτούτου διαιτησίας του εμπορικού επιμελητηρίου της Στοκχόλμης (Arbitration Institute of the Stocholm of Commerce‑ SCC)ημερομηνίας 23/11/2021, με τίτλο Second Partial Award on Damages που εκδόθηκε στα πλαίσια της Διαιτησίας SCC Αρ. V2018/039 υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση.
Η νομική βάση της αίτησης βασίζεται στον περί Συμβάσεως περί της Αναγνωρίσεως και Εκτέλεσης Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων (Κυρωτικός) Νόμο 84/1979, στη Σύμβαση περί Αναγνωρίσεως και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων της Νέας Υόρκης, και στον περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμο 101/87.
Η ένορκη δήλωση στην οποία στηρίζεται η πραγματική βάση της αίτησης ετοιμάσθηκε από δικηγόρο και νομικό σύμβουλο της διαφοράς μεταξύ της Ρωσικής δημόσιας κρατικής εταιρείας PJSC, της inter RAO UES και οντότητες εντός του ομίλου της και το κράτος της Γεωργίας. Ως συν-αιτητές εμπλέκονται στη διαφορά θυγατρικές της Inter RAO και της εταιρείας Gardabani από την Ολλανδία. Η καθ’ ης η αίτηση είναι το κράτος της Γεωργίας εναντίον της οποίας ζητείται αναγνώριση και εγγραφή στην Κύπρο της Διαιτητικής Απόφασης του Ινστιτούτο Διαιτησίας του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Στοκχόλμης ημερομηνίας 23.11.2021 με τίτλο ‘Second Partial Award on Damages’ που εκδόθηκε στα πλαίσια της διαιτησίας V2018/039.
Έλαβε τις περισσότερες πληροφορίες από τους αιτητές και ιδιαίτερα τον επικεφαλής του τμήματος νομικής υποστήριξης για διεθνή και επενδυτικά έργα του νομικού τμήματος της Inter RAO και στη βάση εγγράφων στην κατοχή της που αφορούν νομικές διαδικασίες στη Σουηδία. Τα περισσότερα έγγραφα στην κατοχή της είναι πρωτότυπα. Η αίτηση βασίζεται στις πρόνοιες της Σύμβασης περί της Αναγνωρίσεως και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων και στην κυρωτική ημεδαπή νομοθεσία. Στην ένορκη δήλωση, επισυνάπτονται ως τεκμήρια το πιστοποιημένο αντίγραφο της διαιτητικής απόφασης και πιστοποιημένο αντίγραφο της συμφωνίας διαιτησίας.
Η Αιτήτρια είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στην Ολλανδία με αριθμό εγγραφής RSIN 8074154505. Είναι θυγατρική εταιρεία της εταιρείας Inter Rao που είναι μεγάλος εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας από την Ρωσία στο εξωτερικό. Η Inter Rao κατέχει την εταιρεία JSC Telasi που ασχολείται με τη διανομή ενέργειας και αποτελεί ένα από τους αιτητές στη διαιτησία SCC αρ. V2018/039.
Στις 12.4.2011 οι αιτητές σύνηψαν συμφωνία πώλησης μετοχών με τη Γεωργία του Υπουργείο Οικονομικών και βιώσιμης ανάπτυξης της Γεωργίας και την εταιρεία State Service Bureau Ltd.
Η Συμφωνία Πώλησης Μετοχών περιέχει στον όρο 8. 4 ρήτρα δικαιοδοσίας δυνάμει της οποίας οι συμβαλλόμενοι ανέλαβαν να υποβάλουν σε διαιτησία οποιαδήποτε διαφορά προκύψει μεταξύ τους σε σχέση με τη συμφωνία πώλησης μετοχών. Ο όρος 8. 4 της συμφωνίας πώλησης μετοχών προνοεί τα ακολούθα:
«οποιαδήποτε διαφορά διαφωνία ή αξίωση προκύπτει από ή σε σχέση με αυτήν τη συμφωνία, ή την παραβίαση, τον τερματισμό ή την ακυρότητα της θα επιλύεται μέσω διαιτησίας σύμφωνα με τους Κανόνες Διαιτησίας του Ινστιτούτου διαιτησίας του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Στοκχόλμης. Δυνάμει αυτής της συμφωνάς, τα μέρη δια της παρούσης παραιτούνται ρητά του δικαιώματος τους να χρησιμοποιήσουν οποιαδήποτε άλλη μορφή έφεσης, αναθεώρηση ή αίτηση στο Δικαστήριο οποιασδήποτε χώρας ή άλλη δικαστική αρχή, σε περίπτωση που τέτοια παραίτηση είναι νόμιμη.»
Οι όροι 8. 5 έως 8. 7 της συμφωνίας πώλησης μετοχών χωρίζουν διαδικαστικά σημεία της συμφωνίας διαιτησίας ορίζοντας:
Α)Τον αριθμό δεν Διαιτητών σε τρεις, εκ των οποίων ο ένας θα διορίζεται από τη Γεωργία μαζί με το Υπουργείο οικονομίας και βιώσιμης ανάπτυξης της Γεωργίας και τη State Service Bureau LTD ( μια κρατική γεωργιανή οντότητα), ο δεύτερος από του Αιτητές, και ο τρίτος, ο οποίος θα ενεργεί ως πρόεδρος του Διαιτητικού Δικαστηρίου, θα διορίζεται από το συμβούλιο του SCC,
Β) τη Στοκχόλμη ως έδρα της διαιτησίας, και
Γ)τα αγγλικά ως τη γλώσσα διεξαγωγής της διαιτησίας.
Η συμφωνία πώλησης μετοχών και η συμφωνία διαιτησίας συντάχθηκε και υπογράφηκε σε 3 γλώσσες Γεωργιανά, Ρωσικά και Αγγλικά. Σύμφωνα με τον όρο 9. 5 της συμφωνίας πώλησης μετοχών σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ των διάφορων μεταφράσεων θα υπερισχύει το κείμενο στα Αγγλικά. Στη συμφωνία πώλησης επισυνάπτεται και σειρά παραρτημάτων που δεν είναι σχετικά με τη συμφωνία διαιτησίας και περιλαμβάνουν τεχνικούς όρους που δεν σχετίζονται με τη διαφορά. Εξαιτίας του όγκου αυτών των τεχνικών όρων δεν επισυνάπτονται στην αίτηση με εξαίρεση το παράρτημα 1. Όλες οι διαιτητικές αποφάσεις που εκδόθηκαν στη διαιτησία δεν κάνουν οποιαδήποτε αναφορά στα παραρτήματα της συμφωνίας πώλησης μετοχών με εξαίρεση το παράρτημα 1.
Η Γεωργία ξεκίνησε διαδικασίες από τη Γεωργία για τον παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης. Επισυνάπτεται πιστοποιημένο αντίγραφο της συμφωνίας πώλησης μετοχών και περιλαμβάνει και τη συμφωνία διαιτησίας στην αγγλική γλώσσα. Επιβεβαιώνει ότι επισυνάπτεται το πιστό αντίγραφο της συμφωνίας διαιτησίας. Στην παράγραφο 2 της διαιτητικής απόφασης υπάρχει υποσημείωση 2 στην οποία παρατίθεται το κείμενο της συμφωνίας διαιτησίας απ’ όπου το Δικαστήριο μπορεί να διαπιστώσει ότι το Τεκμήριο 2Β είναι πιστό αντίγραφο της συμφωνίας διαιτησίας. Η Γεωργία ουδέποτε αμφισβήτησε την εγκυρότητα της συμφωνίας διαιτησίας ή τη δικαιοδοσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου να επιληφθεί της διαφοράς ανάμεσα στους Αιτητές και τη Γεωργία ή τον διαιτητή στη διαιτησία ή στη διαδικασία που ακολουθήθηκε μέχρι την έκδοση της διαιτητικής απόφασης. Η διαιτησία SCC και οι παράλληλες διαδικασίες διαιτησίας ICSID καταχωρήθηκαν από τον όμιλο Inter RAO έναντι της Γεωργίας και των συνδεδεμένων με αυτήν μερών το 2017.
Οι διαδικασίες του SCC ξεκίνησαν ως ξεχωριστές διαιτησίες που καταχωρήθηκαν από τους Αιτητές, δηλαδή την Inter RAO και την Telasi. Στη συνέχεια συγχωνεύτηκαν σε μια μόνο υπόθεση SCC με αριθμό V2017/097. Η αρχική διαιτησία τερματίστηκε όταν οι Αιτητές και οι Αιτητές στη διαιτησία ICSID με επιστολή τους ημερομηνίας 14/2/2018 υπέβαλαν αίτημα για τον συντονισμό της διαιτησίας SCC και της διαιτησίας ICSID. Τα μέρη συμφώνησαν να συνεχίσουν την υπόθεση ως μια συντονισμένη διαιτησία SCC και μια διαιτησία ICSID κάτω από έναν μόνο Διαιτητικό Δικαστήριο στηριζόμενοι σε ένα μόνο αποδεικτικό στοιχείο. Με συμφωνία των μερών η διαιτησία του SCC επανεκκίνησε ως διαιτητική διαδικασία με αριθμό V2018/039 από τους Αιτητές, την Inter RAO, και την Telasi εναντίον της Γεωργίας, του Υπουργείου Οικονομικών και Βιώσιμης Ανάπτυξης της Γεωργίας, και της State Service Bureau Ltd. Η αρχική και η επανεκκινημένη διαιτησία αφορούσε διαφορές που προέκυψαν από δύο ξεχωριστές συμφωνίες. Η μια αφορά την αξίωση που ήγειραν οι Αιτητές βάσει της συμφωνίας πώλησης μετοχών, η άλλη αφορά την αξίωση της Inter RAO και της Telasi εναντίον της Γεωργίας βάσει άλλης σύμβασης, το μνημόνιο ανάπτυξης συνεργασίας στον τομέα ηλεκτρικής ενέργειας και υλοποίησης προηγούμενων συμφωνιών ημερομηνίας 31/3/2013 ανάμεσα στη Γεωργία, την Inter RAO, την Telasi και Γεωργιανή κρατική εταιρεία το Partnership Fund JSC. Η διαιτησία διεξάχθηκε με βάση τους κανόνες διαιτησίας του SCC ενώπιον τριμελούς Διαιτητικού Δικαστηρίου. Παράλληλα καταχωρήθηκε ξεχωριστή διαιτητική διαιτησία από τους Αιτητές και την εταιρεία Silk Road Holdings BV εναντίον της Γεωργίας ενώπιον του «ICSID» International Centre Settlement of Investment Disputes. Οι δύο διαδικασίες αφορούσαν τα ίδια γεγονότα και εκδικάστηκαν από το ίδιο Διαιτητικό Δικαστήριο και εκδόθηκαν 3 αποφάσεις που περιλαμβάνει την εν λόγω διαιτητική απόφαση ημερομηνίας 23.11.2021. Στη διαδικασία ICSID δεν έχει ακόμη εκδοθεί απόφαση.
Το αντικείμενο της διαιτησίας αφορούσε τις υποχρεώσεις της Γεωργίας μετά το κλείσιμο της συμφωνίας της πώλησης στους Αιτητές κάτω από τη συμφωνία πώλησης μετοχών 100% δικαιωμάτων συμμετοχής στις εταιρείες Joint Stock Company Khrami HPP‑1 και Joint Stock Company Khrami HPP‑2. Αυτές οι εταιρείες ανήκαν προηγουμένως στη Γεωργία και το τίμημα ξεπερνούσε τα $100 εκατομμύρια. Οι εταιρείες αποτελούσαν εταιρείες παραγωγής ηλεκτρισμού στη Γεωργία και η αγορά των εταιρειών Khrami από τους Αιτητές έγινε στα πλαίσια ιδιωτικοποίησης των εν λόγω εταιρειών από τη Γεωργία. Ήταν μέρος σειράς εμπορικών συμφωνιών στον τομέα της ενέργειας και συνάφθηκαν ανάμεσα στον όμιλο εταιρειών της Inter RAO και της Γεωργίας. Ο τομέας της ενέργειας είναι εποπτευόμενος στη Γεωργία και οι μέγιστες τιμές που μπορούν να χρεωθούν από τις εταιρείες Khrami καθορίζονται από την εθνική αρχή εποπτείας ηλεκτρισμού. Η συμφωνία πώλησης μετοχών παράρτημα 1 προνοούσε συμφωνημένη προκαθορισμένη αύξηση των τιμών των εταιρειών Khrami. Υπήρχαν προσαρμογές τιμών προς τα πάνω που θα γίνονταν σε περίπτωση υποτίμησης του νομίσματος της Γεωργίας έναντι ξένων νομισμάτων πέραν ορισμένων ελάχιστων ορίων. Ο όρος αυτός έδινε στους Αιτητές ασφάλεια έναντι της υποτίμησης της πραγματικής αξίας του εισοδήματος τους από τις εταιρείες Khrami. Η προστασία από την υποτίμηση ήταν απαραίτητη για σκοπούς αποπληρωμής κρατικού δανείου σε μια από τις εταιρείες Khrami σε Ιαπωνικό Γεν και διασφάλιση της επιστροφής επένδυσης των Αιτητών.
Υπήρχε πρόνοια, ο όρος 5. 2. 2 για πληρωμή αποζημίωσης από τη Γεωργία σε περίπτωση που οι συμφωνημένες αυξήσεις τιμών και προσαρμογές δεν πραγματοποιούνταν. Η αξίωση των Αιτητών στη διαιτησία στηρίχθηκε σε γεγονότα που έθεταν σε εφαρμογή την υποχρέωση της Γεωργίας να προχωρήσει με συμφωνημένες αυξήσεις. Οι αυξήσεις δεν έγιναν ποτέ ή έγιναν εμπρόθεσμα. Οι Αιτητές ισχυρίστηκαν ότι η Γεωργία ουδέποτε πλήρωσε την αποζημίωση για τον όρο 5. 2. 2 της συμφωνίας πώλησης μετοχών.
Η Inter RAO και Telasi προώθησαν αξιώσεις ότι η Γεωργία παραβίασε το μνημόνιο 2013 και ότι προώθησε συγκεκριμένες ανταπαιτήσεις βάσει αυτού. Η Γεωργία και οι υπόλοιποι Καθ’ ων η Αίτηση υπερασπίστηκαν με δικηγόρους και επί της ουσίας την αξίωση των Αιτητών και τις αξιώσεις της Inter RAO και της Telasi. Όμως ουδέποτε αμφισβήτησαν την εγκυρότητα της συμφωνίας διαιτησίας ή τη δικαιοδοσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου να επιληφθεί της διαφοράς. Δεν ήγειραν στα πλαίσια της διαιτητικής διαδικασίας θέματα κρατικής ασυλίας.
Κατόπιν ακρόασης της υπόθεσης το Διαιτητικό Δικαστήριο εξέδωσε τις εξής αποφάσεις:
Α) Απόφαση ημερομηνίας 19/04/2021,η οποία καθορίζει την ευθύνη της Καθ' ης η Αίτηση για παραβίαση της συμφωνίας πώλησης μετοχών (στο εξής η « Μερική Απόφαση για την Ευθύνη»),
Β) Απόφαση για αποζημιώσεις ημερομηνίας 30/07/2021 (Πρώτη Μερική Απόφαση για Αποζημιώσεις) η οποία επέλυσε συγκεκριμένα αμφισβητούμενα ζητήματα αναφορικά με τις αποζημιώσεις αλλά δεν καθόριζε το ύψος των αποζημιώσεων ούτε επιδίκαζε ακόμα και αποζημιώσεις, και
Γ) Απόφαση για αποζημιώσεις ημερομηνίας 23/11/21 (Δεύτερη Μερική Απόφαση για Αποζημιώσεις) ήτοι η Διαιτητική Απόφαση.
Η διαιτητική απόφαση επιλύει τη διαιτησία, όμως παραμένουν ζητήματα των Αιτητών που δεν έχουν επιλυθεί. Αυτά τα ζητήματα, ανέμεναν να επιλυθούν σε τελική απόφαση που τα μέρη ανέμεναν να εκδοθεί από το Διαιτητικό Δικαστήριο τους επόμενους μήνες. Τα ζητήματα προς επίλυση που εκκρεμούσαν δεν επηρέαζαν την τελεσιδικία και εκτελεστότητα της διαιτητικής απόφασης ημερομηνίας 23.11.2021 που είναι δεσμευτική στα μέρη. Αντίγραφο της διαιτητικής απόφασης επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 2 Α και 3 Α.
Με τη διαιτητική απόφαση, το Διαιτητικό Δικαστήριο επιδίκασε προς όφελος των Αιτητών αποζημιώσεις για ποσό ύψους USD 18. 663. 000, το οποίο έπρεπε να καταβληθεί εντός 30 ημερών από τη λήψη της διαιτητικής απόφασης. Επιπρόσθετα, η διαιτητική απόφαση διατάσσει τους Καθ' ων η Αίτηση να αποζημιώσουν τους Αιτητές για οποιαδήποτε φορολογική υποχρέωση, η οποία προκύπτει στη Γεωργία σε σχέση με τα ποσά που επιδικάστηκαν. Το σχετικό διατακτικό της διαιτητικής απόφασης παρατίθεται αυτούσιο κατωτέρω:
«Για τους λόγους που τίθενται ανωτέρω, το Δικαστήριο:
Α) Καταδικάζει τους Καθ' ων η Αίτηση να καταβάλουν στην Gardabani 18.663.000 δολ. Η.Π.Α εντός τριάντα ημερών από την παραλαβή της παρούσας απόφασης.
Β) Καταδικάζει τους Εναγόμενους να καταβάλουν στην Telasi 61. 860. 000 USD εντός τριάντα ημερών από την παραλαβή της παρούσας απόφασης
Γ) Δηλώνει ότι τα ποσά που χορηγούνται σύμφωνα με την παράγραφο 69 (α) και (β) ανωτέρω χορηγούνται μετά φόρων.
Δ)Διατάσσει τους Καθ' ων η Αίτηση να αποζημιώσουν τους Ενάγοντες για οποιαδήποτε φορολογική υποχρέωση που προκύπτει στη Γεωργία σε σχέση με τα ποσά που απονέμονται στις παραγράφους 69 (α) και (β) παραπάνω
Ε) Αναβάλλει τον ποσοτικό προσδιορισμό τυχόν ζημιών που οφείλονται σε ζημιές που υπέστησαν η Τelasi και η Inter RAO για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2021 έως τις 31 Δεκέμβρη 2021.
Στ)Αναβάλλει τις αξιώσεις των μερών για τόκους επί της τελικής απόφασης.
Η) Αναβάλλει τις αξιώσεις των μερών για έξοδα στην τελική απόφαση. »
Η διαιτητική απόφαση επίλυσε αξιώσεις της Telasi και της Inter RAO. Η αίτηση δεν αφορά αξιώσεις αυτών των μερών και περιορίζεται στην αξίωση εκτέλεσης της διαιτητικής απόφασης μόνο σε ό,τι αφορά τους Αιτητές. Η καθ’ ης η αίτηση καταχώρισε διαδικασία για παραμερισμό της μερικής απόφασης για το ζήτημα της ευθύνης ενώπιον του εφετείου SVEA στη Σουηδία τον Ιούνιο του 2021. Επίσης καταχώρισε ξεχωριστές διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου SVEA για τον παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης και ζήτησε όπως αυτή η αίτηση συνενωθεί από το Δικαστήριο SVEA με την αίτηση που αφορά την μερική απόφαση για την ευθύνη. Οι αιτήσεις παραμερισμού κατά την καταχώριση της αίτησης εκκρεμούσαν.
Μέχρι σήμερα το κράτος της Γεωργίας δεν έχει καταβάλει κανένα ποσό προς ικανοποίηση της διαιτητικής απόφασης με αποτέλεσμα όλο το ποσό να παραμένει οφειλόμενο. Το Τεκμήριο 6 είναι επιστολή απαίτησης που απέστειλαν οι αιτητές στη Γεωργία και με την οποία οι Αιτητές παρείχαν στη Γεωργία τραπεζικά στοιχεία για πληρωμή των αποζημιώσεων εντός 30 ημερών. Η Γεωργία ουδέποτε απάντησε στην εν λόγω επιστολή και δεν κατέβαλε κανένα ποσό προς ικανοποίηση της διαιτητικής απόφασης.
Προς τα τέλη του 2024 οι Αιτητές καταχώρησαν συμπληρωματική ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης του Ελευθερίου Οικονόμου, δικηγόρου των Αιτητών.
Σκοπός της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ήταν να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου η απόφαση ημερομηνίας 15/7/2024 του Σουηδικού Εφετείου στις διαδικασίες Τ7600/21, Τ15496/21 καιΤ13071/22.
Επισυνάπτεται στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση η απόφαση του Σουηδικού Δικαστηρίου 15/7/24 με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της Καθ' ης η αίτηση για ακύρωση των διαιτητικών αποφάσεων ημερομηνίας 19/4/21, 23/11/2 και 9/9/22 του Ινστιτούτου Διαιτησίας Του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Στοκχόλμης στα πλαίσια της διαδικασίας Τ7600/21.
Η Γεωργία καταχώρισε ένσταση στην αίτηση και πρόβαλε 9 λόγους ένστασης ως ακολούθως:
1. Η εκδίκαση της αίτησης πρέπει να αναβληθεί μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης στην αίτηση ακύρωσης της διαιτητικής απόφασης από το αρμόδιο Δικαστήριο της χώρας στην οποία εκδόθηκε.
2. Τα Κυπριακά Δικαστήρια είναι αναρμόδια και/ή στερούνται δικαιοδοσίας να επιλυθούν των θεμάτων που εγείρονται και/ή να εκδώσουν τα διατάγματα που ζητούνται με την αίτηση.
3. Η νομική βάση της αίτησης είναι ελλιπής αφού δεν αναφέρεται σε αυτή ο περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (αναγνώριση, εγγραφή και εκτέλεση δυνάμει συμβάσεως) Νόμος του 2000.
4. Διαιτησία στην οποία αφορά η αίτηση δεν είναι « εμπορική » και δεν εφαρμόζεται ο περί διεθνούς εμπορικής διαιτησίας Νόμος του 1987 και/ή δεν παρέχεται από τον εν λόγω Νόμο και/ή τον περί Διαιτησίας Νόμο ή διαφορετική εξουσία έκδοσης των διαταγμάτων που ζητούνται με την αίτηση.
5. Ελλείπουν ανάγκες οι διάδικοι και/ή ζητούνται διατάγματα που επηρεάζουν δικαιώματα και/ή υποχρεώσεις τρίτων.
6. Η αίτηση πρέπει να απορριφθεί λόγω προνομίου ασυλίας και/ή ετεροδικίας της Καθ' ης η Αίτηση.
7. Δεν είναι δυνατή η εξέταση της αίτησης, επειδή ζητείται η αναγνώριση μη αυτοτελούς διαιτητικής απόφασης που αφορά σε τμήμα της διαφοράς που παραπέμφθηκε σε διαιτησία και/ή η οποία απόφαση εξαρτάται από και/ή βασίζεται σε ευρήματα και/ή συμπέρασμα και/ή αιτιολογία που περιλήφθηκαν σε άλλες διαιτητικές αποφάσεις επί διαφορετικών τμημάτων της διαφοράς και/ή που δεν είναι δεόντως και/ή πλήρως αιτιολογημένη και/ή η αίτηση είναι εικονική που και/ή γίνεται χωρίς καλή πίστη και/ή συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.
8. Η καταχώρηση και προώθηση της αίτησης συνιστά κατάχρηση διαδικασίας και λόγω της καταχώρησης και προώθησης από τους Αιτητές (στην παρούσα) της Γεν. Αίτησης Ε. Δ. Λευκωσίας Aρ.: 60/23 εναντίον της Καθ' ης η Αίτηση (στην παρούσα) με την οποία Γεν. Αίτηση ζητείται η αναγνώριση και εκτέλεση διαιτητικής απόφασης μεταξύ των ίδιων διαδίκων, με τα ίδια και/ή παρόμοια επίδικα θέματα και/ή θεραπείες όπως στην παρούσα.
9. Η διαιτητική απόφαση είναι άκυρη και/ή αναμένεται να ακυρωθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο της χώρας στην οποία εκδόθηκε και/ή κατά το δίκαιο της οποίας εκδόθηκε και η αναγνώριση και/ή εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης προσκρούει σε διατάξεις δημόσιας τάξεως.
Η ένσταση στηρίζεται σε ένορκη δήωση που έχει ετοιμάσει ο Beka Dzamashvili, Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης της Γεωργίας και αναφέρει ότι όλα τα γεγονότα τα ξέρει και είναι εξουσιοδοτημένος να τα ορκιστεί. Η διαιτησία που είχε διεξαχθεί σύμφωνα με τους κανόνες του Ινστιτούτου Διαιτησίας του Eμπορικού Eπιμελητηρίου της Στοκχόλμης έγινε μεταξύ της Αιτήτριας της Inter RAO, της Telasi ως Αιτητές εναντίον της Γεωργίας, του Υπουργείου Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης της Γεωργίας και της State Service Bureau Ltd. Στην εν λόγω διαιτησία εκδόθηκαν μέχρι σήμερα 3 μερικές διαιτητικές αποφάσεις και μία τελική απόφαση. Η Καθ' ης η Αίτηση δεσμεύεται από συμφωνία εμπιστευτικότητας που της απαγορεύει να παρουσιάσει το πλήρες κείμενο των αποφάσεων. Η πρώτη απόφαση μερική, εκδόθηκε στις 19/4/21 υπέρ των Αιτητριών και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση 1 ‑ 3. Επέλυσε εν μέρει τις διαφορές που παραπέμφθηκαν σε διαιτησία και άφησε ορισμένες αξιώσεις και υπολογισμούς στην τελική απόφαση. Η δεύτερη απόφαση εκδόθηκε στις 30/7/21 υπέρ των Αιτητριών 1 ‑ 3 και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση 1 ‑ 3. Δεν είναι αυτοτελής αλλά βασίζεται και εξαρτάται από ευρήματα που περιλαμβάνονται στη μερική απόφαση αναφορικά με την ευθύνη. Δεν έλυσε πλήρως τις διαφορές που παραπέμφθηκαν σε διαιτησία και άφησε ορισμένα ζητήματα σε τελική απόφαση. Η τρίτη απόφαση είναι η δεύτερη μερική απόφαση αναφορικά με τις αποζημιώσεις και εκδόθηκε την 23/11/21 πάλι υπέρ των Αιτητριών 1 ‑ 3 και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ‑ 3. Ούτε αυτή η απόφαση είναι αυτοτελής και εξαρτάται από τα ευρήματα που περιλαμβάνονται στις προηγούμενες μερικές αποφάσεις. Αυτή η απόφαση άφησε ορισμένα θέματα για την τελική απόφαση.
Η τελική απόφαση εκδόθηκε στις 9/9/22. Και αντιμετωπίζει τα υπόλοιπα ζητήματα που σχετίζονται με τον υπολογισμό των αποζημιώσεων που απορρέουν από την μερική απόφαση αναφορικά με την ευθύνη, την πρώτη μερική απόφαση αναφορικά με τις αποζημιώσεις και την απόφαση αναφορικά με τόκους και έξοδα. Η Αιτήτρια δεν παρουσίασε την τελική απόφαση ή τη μερική απόφαση αναφορικά με την ευθύνη ή την πρώτη μερική απόφαση αναφορικά με τις αποζημιώσεις. Δεν υπέβαλε αίτηση για αναγνώριση αυτών των αποφάσεων στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Πρωταρχικός σκοπός της Αιτήτριας δεν είναι η αναγνώριση ή εκτέλεση της απόφασης στην Κύπρο. Συνεχίζει καταχρηστικά την παρούσα διαδικασία μόνο και μόνο για να διατηρήσει τα προσωρινά μέτρα που ισχύουν κατά της Γεωργίας. Παρέλειψε σκόπιμα να συμπεριλάβει τους άλλους δύο Αιτητές, δηλαδή την Inter RAO δημόσια ανώνυμη εταιρεία που έχει συσταθεί σύμφωνα με τους νόμους της Ρωσίας και την Telasi ανώνυμη εταιρεία διανομής ελεγκτικής εταιρείας με έδρα τη Γεωργία. Τα Κυπριακά Δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν και να αποφασίσουν την παρούσα αίτηση. Κανένα από τα μέρη δεν διαμένει στην Κύπρο. Το γεγονός ότι η Γεωργία κατέχει περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο δεν επαρκεί για να δώσει δικαιοδοσία στα Κυπριακά Δικαστήρια. Η αίτηση δεν μπορεί να προχωρήσει λόγω κανόνων περί Κρατικής Ασυλίας.
Σύμφωνα με την έκθεση εμπειρογνώμονα του καθηγητή Dr. Paata Turava που υποβλήθηκε για σκοπούς απόδειξης των θέσεων των Καθ' εις η Αίτηση στη διαιτησία, οι υποκειμενικές συμφωνίες μεταξύ των Αιτητριών και των Καθ' ων η Αίτηση (που αναφέρονται ως Συμφωνία Αγοράς Μετοχών Khrami και το σχετικό Καταστατικό του 2013) εμπίπτουν στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου. Το Δικαστήριο αποδέχθηκε τη θέση αυτή κρίνοντας ως εξής στο άρθρο 404 της Μερικής Απόφασης όσον αφορά την ευθύνη (Τεκμήριο 1):
«Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι το Καταστατικό του 2013 και η Συμφωνία Αγοράς Μετοχών Khrami είναι δημόσιες συμβάσεις που καλούνται να εξισορροπήσουν τα δημόσια και ιδιωτικά συμφέροντα των μερών τους κατά την ερμηνεία των επίμαχων διατάξεων των εν λόγω συμφωνιών. ».
Οι συμφωνίες μεταξύ των Αιτητών και Καθ΄ ων η Αίτηση δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα και δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις από τον κανόνα της κρατικής ασυλίας. Επίσης στην αίτηση δεν έχουν περιλάβει τα μέρη της διαιτησίας, δηλαδή τις άλλες δύο Αιτήτριες. Οι μερικές αποφάσεις και η τελική απόφαση που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της διαιτησίας δημιούργησαν δικαιώματα και υποχρεώσεις που επηρέασαν τα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της Inter RAO και της Telasi. Η Αιτήτρια δεν αιτιολόγησε την παράλειψη της να συνενώσει αυτά τα μέρη. Η απόφαση επιδίκασε ποσά προς την Telasi. Αντί να επιδιώξει την εκτέλεση της τελικής απόφασης και να ζητά ποσά προς ικανοποίηση της αποζημίωσης που επιδικάστηκε στην Gardabani , Telasi, ή Inter RAO προσπάθησε να επιβάλλει μόνο την απόφαση τα ποσά που επιδικάστηκαν στην Gardabani. Η παράλειψη είναι σκόπιμη και επιβεβαιώνει ότι η Αιτήτρια δεν επιδιώκει πραγματικά την αναγνώριση ή την εκτέλεση της απόφασης στην Κύπρο αλλά καταχρηστικά προωθεί την αίτηση για να διατηρήσει τα προσωρινά απαγορευτικά διατάγματα εναντίον της Γεωργίας και για να προκαλέσει δυσκολίες.
Στις 27/10/22 εκδόθηκε τελική διαιτητική απόφαση στην υπόθεση διαιτησίας ICSID/17/29. Η διαιτησία αφορούσε τα ίδια μέρη, τα ίδια επίμαχα πραγματικά περιστατικά και τις ίδιες θεραπείες με τη διαιτησία που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης. Η Γεωργία προσπάθησε να ακυρώσει την απόφαση και η αίτησή της εκκρεμεί επί του παρόντος. Η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για αναγνώριση και εκτέλεση της εν λόγω απόφασης στην Κυπριακή Δημοκρατία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αριθμός 60/23. Η εκτέλεση της απόφασης ημερομηνίας 27/10/22 έχει ανασταλεί με απόφαση ημερομηνίας 8/8/22.
Η Αιτήτρια αρνήθηκε να αποσύρει την αίτηση αναγνώρισης αλλά συμφώνησε να μην τη συνεχίσει, ενώ η εκτέλεση της απόφασης ημερομηνίας 27/10/22 αναστάλθηκε. Η εν λόγω αίτηση ορίστηκε για οδηγίες στις 3/6/24. Οι αποφάσεις που εκδόθηκαν στα πλαίσια της διαιτητικής διαδικασίας θα πρέπει να παραμεριστούν, διότι δεν έχουν αιτιολογία και πρέπει να ακυρωθούν, διότι αντίκεινται στη δημόσια τάξη.
Οι Καθ' ων η Αίτηση κίνησαν τη διαδικασία στη Σουηδία εναντίον της Αιτήτριας και των άλλων δύο Αιτητών για τον παραμερισμό και την ακύρωση της μερικής απόφασης αναφορικά με την ευθύνη, την απόφαση και την τελική διαιτητική απόφαση. Οι διαδικασίες στις υποθέσεις Τ7600/21,Τ15496/21 και Τ13071/22 εκκρεμούσαν ενώπιον του εφετείου της Σουηδίας και εκδόθηκε απόφαση τον Ιούνιο του 2024. Η αίτηση αυτή θα πρέπει να εκδικαστεί μετά την έκδοση τελικής απόφασης από το εφετείο της Σουηδίας στη διαδικασία παραμερισμού και ακύρωσης της απόφασης. Ο παραμερισμός και ακύρωση της απόφασης θα καταστήσει την παρούσα αίτηση άνευ αντικειμένου.
Στο εφετείο της Σουηδίας οι Καθ' ων η Αίτηση υποστηρίζουν αναφορικά με την ευθύνη ότι η μερική δεύτερη απόφαση και η τελική απόφαση πρέπει να παραμεριστούν και να ακυρωθούν σύμφωνα με το άρθρο 34 του Σουηδικού Νόμου περί Διαιτησίας. Το σκεπτικό είναι ότι το Διαιτητικό Δικαστήριο δεν παρέχει επαρκείς λόγους για τις αποφάσεις του και διέπραξε διαδικαστικό σφάλμα και/ή είχε υπερβεί την εντολή του. Επίσης υποστηρίζουν ότι η μερική απόφαση που αφορά την ευθύνη και η τελική απόφαση πρέπει να ακυρωθούν σύμφωνα με το άρθρο 33 του Σουηδικού Νόμου περί Διαιτησίας. Το σκεπτικό είναι ότι αυτές οι αποφάσεις είναι ασυμβίβαστες με θεμελιώδες αρχές του Σουηδικού νομικού συστήματος. Οι σχετικές αποφάσεις παραβιάζουν θεμελιώδεις διεθνείς αρχές του δικαίου, ανταγωνισμού και προστασίας των καταναλωτών. Ο όμιλος Inter RAO έχει λάβει διπλή αποζημίωση σύμφωνα με τις αποφάσεις που αναφέρονται, πιο πάνω, και σύμφωνα με την τελική διαιτητική απόφαση ημερομηνίας 27/10/22 που εκδόθηκε στην υπόθεση διαιτησίας ICSID17/29.
Ανάλυση και κατάληξη
Η σύμβαση της Νέας Υόρκης του 1958 της οποίας η Κυπριακή Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενο μέρος με θέμα Διεθνές Συμφωνία περί της Αναγνώρισης και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων κυρώθηκε με τον νόμο 84/79. Ο περί Κυρών της Σύμβασης περί της Αναγνωρίσεως και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων Νόμου 84/1979 παρέχει το ουσιαστικό δίκαιο εντός του οποίου θα πρέπει να εξετασθεί το αίτημα των Αιτητών ώστε η απόφαση του Ινστιτούτου Διαιτησίας του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Στοκχόλμης ημερομηνίας 23.11.2021 να εγγραφεί, και να αναγνωριστεί ώστε να καθίσταται εκτελεστή στην Κύπρο. Το δικονομικό μέτρο και η διαδικασία που ακολουθείται ώστε να καταχωρηθεί, να εξετασθεί και να εγγραφεί τέτοια απόφαση διέπεται από την εθνική νομοθεσία των συμβαλλόμενων χωρών που έχουν συνομολογήσει συμφωνία περί διαιτησίας. Συγκεκριμένα, έχει θεσπισθεί ο Νόμος που προνοεί για Διεθνή Διαιτησία σε εμπορικά ζητήματα και για Συναφή Θέματα 101/87. Το άρθρο 35 του Νόμου 101/87 προνοεί ότι η διαιτητική απόφαση είναι δεσμευτική και αναγνωρίζεται ως δεσμευτική μετά από γραπτή αίτηση οποιουδήποτε των μερών και ότι το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα εκτέλεσης της απόφασης. Η αίτηση θα πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται με την πρωτότυπη ή κυρωμένη διαιτητική απόφαση εκτός αν αποδειχθεί μια από τις προϋποθέσεις του άρθρου 36 που απαριθμεί τους λόγους που το Δικαστήριο δύναται να αρνηθεί την αναγνώριση και/ή εκτέλεση της απόφασης. Εκδίδεται το διάταγμα εκτέλεσης ως συνέπεια της δεσμευτικότητας της διαιτητικής απόφασης.
Η εν λόγω αίτηση συνοδεύεται με το Τεκμήριο 2 Α που είναι δεόντως πιστοποιημένο αντίγραφο της διαιτητικής απόφασης. Η εν λόγω απόφαση ημερομηνίας 23.11.2021 συνοδεύεται με επιστολή του Ινστιτούτου Διαιτησίας του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Στοκχόλμης που επίσημα έχει αναφέρει ότι η απόφαση είναι τελική και δεσμευτική κατά τον χρόνο που εκδόθηκε η απόφαση. Σύμφωνα με την νομοθεσία της Σουηδίας η εν λόγω διαιτητική απόφαση δεν μπορεί να εφεσιβληθεί. Η εν λόγω απόφαση συνιστά δεύτερη μερική απόφαση στα πλαίσια της διαιτησίας V2018/039 Gardabani Holdings v Government of the Republic of Georgia και επιδικάζει μερικώς τις οφειλόμενες αποζημιώσεις υπέρ των Αιτητών στα πλαίσια της διαιτησίας. Συγκεκριμένα, η απόφαση διατάσσει όπως η Καθ’ ης η αίτηση, το Υπουργείο Οικονομικών και Ανάπτυξης της Καθ’ ης η αίτηση και η εταιρεία State Service Bureau Ltd, αποκλειστικός ιδιοκτήτης της οποίας είναι η καθ’ ης η αίτηση, πληρώσουν στην Αιτήτρια το ποσό των USD 18,663,00 εντός 30 ημερών από την παραλαβή της απόφασης.
Οι Καθ’ ων η αίτηση δεν αμφισβητούν με την ένστασή τους ότι η απόφαση που επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης ως τεκμήριο 2Α είναι πιστοποιημένο αντίγραφο της διαιτητικής απόφασης ημερομηνίας 23.11.2023. Δεν εγείρεται με την ένσταση οποιοδήποτε θέμα που να αφορά την εγκυρότητα της απόφασης και τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου συμπληρωματική ένορκη δήλωση που παραθέτει την απόφαση του Svea Court of Appeal με την οποία απορρίφθηκε η απαίτηση της Καθ’ ης η αίτηση να ακυρωθεί η διαιτητική απόφαση ημερομηνίας 23.11.2023. Κατά συνέπεια η εν λόγω απόφαση είναι τελική και δεσμευτική.
Η Καθ’ ης η αίτηση έχει εγείρει διάφορα ζητήματα στα πλαίσια της ένστασης που κατά την κρίση της δικαιολογούν την απόρριψη της αίτησης. Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι η παρούσα αίτηση δεν έχει κοινοποιηθεί στα άλλα μέρη που έλαβαν μέρος στην διαδικασία της διαιτησίας και ότι η απόφαση που επιδικάζει μερικές αποζημιώσεις στην Αιτήτρια δεν μπορεί να είναι δεσμευτική και τελική απόφαση εξαιτίας της αιτιολογίας της απόφασης και τα ευρήματα του διαιτητικού δικαστηρίου. Εγείρεται ζήτημα ότι η παρούσα διαδικασία είναι καταχρηστική ενόψει παράλληλης διαιτητικής διαδικασίας ενώπιον του ICSID και τέλος ότι το Διαιτητικό Δικαστήριο στη Στοκχόλμη εις το οποίο η Καθ’ ης η αίτηση είχε υποκύψει στη δικαιοδοσία του Ινστιτούτου και ενώπιον του οποίου είχε εμφανιστεί με σκοπό να υπερασπίσει τις θέσεις της προκειμένου να εκδοθεί απόφαση ήταν αναρμόδιο, με αποτέλεσμα η απόφαση να μην παράγει αποτέλεσμα σε σχέση με αντικείμενο που εμπίπτει στην δημόσια σφαίρα με τρόπο που παρεμβαίνει στην κρατική κυριαρχία της Γεωργίας.
Κρίνω ότι θα ήταν λάθος η σποραδική εξέταση των λόγων ενστάσεων που προβάλλονται με την ένσταση. Αφετηρία για την εξέταση της αίτησης είναι το νομικό πλαίσιο της Σύμβασης της Νέας Υόρκης που θέτει συγκεκριμένες προϋποθέσεις που πρέπει να ικανοποιηθούν για να γίνει αναγνώριση της διαιτητικής απόφασης με σκοπό την εκτέλεση αυτής και στη συνέχεια η εξέταση της ύπαρξης θεσμοθετημένων λόγων που προνοεί η σύμβαση ως αιτία για την άρνηση της αναγνώρισης. Αφ’ ης στιγμής το Δικαστήριο ικανοποιηθεί στα πλαίσια της Σύμβασης ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο ΙV της Σύμβασης κυρωτικού νόμου 84/79 δεν τίθεται ζήτημα αναρμοδιότητας του διαιτητικού Δικαστηρίου και το θέμα της αναγνώρισης θα πρέπει να εξετασθεί με αναφορά τις θεσμοθετημένες προϋποθέσεις πιο κάτω:
Άρθρον ΙV
1. Προς επίτευξιν της εν τω προηγουµένω άρθρω αναφεροµένης αναγνωρίσεως και εκτελέσεως, το αιτούν την αναγνώρισιν και εκτέλεσιν µέρος οφείλει, κατά τον χρόνον της υποβολής της αιτήσεως, να προσκοµίση:
(α) το δεόντως κεκυρωµένον πρωτότυπον της αποφάσεως ή δεόντως πιστοποιηµένον αντίγραφον αυτής·
(β) το πρωτότυπον της εν άρθρω ΙΙ αναφεροµένης συµφωνίας ή δεόντως πιστοποιηµένον αντίγραφον αυτής.
2. Εάν η ειρηµένη απόφασις ή συµφωνία δεν συνετάχθη εις την επίσηµον γλώσσαν της χώρας εις την οποίαν γίνεται επίκλησις αυτής, το αιτούν την αναγνώρισιν και εκτέλεσιν της αποφάσεως µέρος δέον να προσκοµίση µετάφρασιν των εγγράφων τούτων, εις την , εις την γλώσσαν ταύτην. Η µετάφρασις δέον να πιστοποιήται υπό επισήµου ή ορκωτού µεταφραστού ή υπό διπλωµατικού ή προξενικού αντιπροσώπου. γλώσσαν ταύτην. Η µετάφρασις δέον να πιστοποιήται υπό επισήµου ή ορκωτού µεταφραστού ή υπό διπλωµατικού ή προξενικού αντιπροσώπου.
Στην περίπτωση που πληρούνται οι προϋποθέσεις, πιο πάνω, τότε ως το άρθρο III της Σύμβασης προβλέπει η Κυπριακή Δημοκρατία ως συμβαλλόμενο κράτος της Σύμβασης θα αναγνωρίσει την εν λόγω διαιτητική απόφαση ως δεσμευτική και θα εκτελεί αυτή συμφώνως προς τους κανόνες της ημεδαπής διαδικασίας εντός της εδαφικής επικρατείας της χώρας.
Όπως επεξηγήθηκε στην υπόθεση Svenska Petroleum and exploration AB v. Lithuania [2006] EWCA 1529 όταν ικανοποιηθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου IV που αφορούν την προσαγωγή των απαραίτητων εγγράφων στα πλαίσια αίτησης αναγνώρισης και αποκλειστούν οι λόγοι που το Δικαστήριο δύναται να αρνηθεί να αναγνωρίσει τη διαιτητική απόφαση δυνάμει του άρθρου V δεν υποχρεούται και απαγορεύεται το παρόν Δικαστήριο να αναθεωρήσει τη διαιτητική απόφαση, την αιτιολογία και τα ευρήματα της καθώς να υποκαταστήσει την δική του κρίση με την κρίση του διαιτητικού Δικαστηρίου.
In the case of a New York Convention award, s 103(2) gives the court the right not to recognize the award if the person against whom it is invoked is able to prove any of the matters set out in that subsection and if the court is satisfied that the award should not be recognized, the matter ends there.
Η ίδια η σύμβαση διακρίνει μεταξύ της αναγνώρισης της απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης αυτής και την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης εντός της εδαφικής επικρατείας του κράτους αφού έχει επέλθει η αναγνώριση και εκτέλεση της απόφασης με αντικείμενο τις διαφορές μεταξύ προσώπων, φυσικών ή νομικών. Το διαδικαστικό πλαίσιο για την αναγνώριση και την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης είναι απλό και εύκολο ώστε χωρίς εμπόδια να πετυχαίνεται η αναγνώριση. Οι πρόνοιες του άρθρου III επιτρέπουν στα συμβαλλόμενα κράτη της Σύμβασης να προχωρήσουν εύκολα στην αναγνώριση και εκτέλεση διαιτητικών αποφάσεων περιορίζοντας την δυνατότητα τους να αρνηθούν την αναγνώριση και εκτέλεση της απόφασης εντός του lex fori.
Εκείνο που επεξήγησε το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της υπόθεσης Ιntersputnik International Organization of Space Communications v. Alrena Investments Πολιτική Έφεση 298/2013 ημερομηνίας 4.4.2017, ECLI:CY:AD:2017:A122 είναι ότι η φιλοσοφία των Διεθνών Συμβάσεων που διέπουν τις διεθνείς εμπορικές διαιτησίες, είναι η παροχή ενός γρήγορου μηχανισμού απονομής δικαιοσύνης και επίλυσης των διαφορών σε διεθνές επίπεδο. Τόσο ο Νόμος αρ. 84/79, που έχει ως βάση τη Σύμβαση της Νέας Υόρκης του 1958, όπως ο περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμος αρ. 101/87, και ο περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή, και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμος αρ. 121(Ι)/2000, παρέχουν μια ιδιάζουσα και αυτόνομη διαδικασία.
Αναφορικά με τη Σύμβαση της Νέας Υόρκης ειδικά λέχθηκαν τα ακόλουθα:
Η πιο φιλελεύθερη αυτή προσέγγιση συνάδει με το σκοπό και φιλοσοφία της ίδιας της Σύμβασης της Νέας Υόρκης, όπως αυτή εξηγείται στο Guide to the Interpretation of the 1958 New York Convention: A Handbook for Judges (May 2012 Edition), το οποίο αποσαφηνίζει ότι η Σύμβαση βασίζεται σε «pro-enforcement bias», εξυπηρετώντας έτσι το σκοπό του διεθνούς εμπορίου και των επιχειρήσεων.
Ιδωμένα διαφορετικά δεν υπάρχει θετική υποχρέωση των συμβαλλόμενων κρατών να εξετάσουν την αίτηση μικροσκοπικά και εξαντλητικά ώστε να αρνηθούν την αναγνώριση και εκτέλεση διαιτητικής απόφασης που συνάδει με τις ελάχιστες προϋποθέσεις που θέτει η σύμβαση. Τα μέρη έχουν συνάψει συμφωνία που παραπέμπει τη διαφορά σε διεθνή διαιτησία και εκ των πραγμάτων έχουν υποκύψει στη δικαιοδοσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου προς επίλυση της εν λόγω διαφοράς. Η απόφαση έχει εκδοθεί από Διεθνή Δικαστήριο Διαιτησίας ως προνοεί η σύμβαση. Συνεπώς αναφορικά με το ζήτημα της δικαιοδοσίας το Lex Fori του Δικαστηρίου που καλείται να αναγνωρίσει ή να εκτελέσει την διαιτητική απόφαση καθορίζει το ζήτημα της δικαιοδοσίας. Στην Κύπρο το ζήτημα της δικαιοδοσίας για σκοπούς αναγνώρισης και εκτέλεσης της διαιτητικής απόφασης δεν περιορίζεται νομοθετικά και η ίδια η Σύμβαση θέτει το ουσιαστικό δίκαιο που οριοθετεί την δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (βλ. Άρθρο III). Eπομένως, το παρόν Δικαστήριο ως Δικαστήριο συμβαλλόμενου κράτους της Σύμβασης είναι αρμόδιο στην επικράτεια του κράτους για την αναγνώριση της απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης αυτής. Περαιτέρω, το άρθρο III προβλέπει ότι διάδικος που διεκδικεί την αναγνώριση και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης που έχει εκδοθεί σε συμμόρφωση με τους κανόνες της Σύμβασης δεν πρέπει να αντιμετωπίζει αυστηρότερους κανόνες από τον διάδικο που επιδιώκει την εκτέλεση ημεδαπής απόφασης.
Αναφορικά με τη δεσμευτικότητα της απόφασης που έχει εκδοθεί σε επί μέρους ζητήματα δημιουργείται ζήτημα δεσμευτικότητας μεταξύ των μερών (issue estoppel) επί των μερικών θεμάτων που έχουν αποφασισθεί τελικώς. Το ζήτημα τελικών και δεσμευτικών αποφάσεων σε επί μέρους ζητήματα ή αναφορικά με όλη την διαφορά εμπίπτει στις πρόνοιες της Σύμβασης και έτσι δύναται να υπάρχει τελεσιδικία σε σχέση με αποφάσεις που αφορούν μέρους της διαφοράς και που δύναται να αναγνωριστούν για σκοπούς εκτέλεσης επί των ζητημάτων για τα οποία υπάρχει απόφαση. Το επί μέρους ζήτημα όμως θα πρέπει να διαχωρίζεται από την υπόλοιπη διαφορά. Στην παρούσα περίπτωση το ζήτημα των αποζημιώσεων που αφορά τους αιτητές έχει αποφασιστεί ξεχωριστά καθότι το Διαιτητικό Δικαστήριο διέταξε την πληρωμή των συγκεκριμένων αποζημιώσεων εντός 30 ημερών. Παραπέμπω σε Νομολογία Δικαιοδοσίας άλλων συμβαλλόμενων μερών της σύμβασης με αντικείμενο πραγματικές περιπτώσεις αναγνώρισης και εκτελεστότητας ξεχωριστών αποφάσεων που να αφορούν μόνο μέρος της διαφοράς. Επί παραδείγματι, στην υπόθεση Techsnabexport v.Globe NuclearServs 656 F.Supp 2d 550 επικυρώθηκε πρωτόδικη κρίση Ομόσπονδου Δικαστηρίου των ΗΠΑ το οποίο βρήκε σε επί μέρους διαιτητική απόφαση τους εναγόμενους υπεύθυνους για παράβαση συμφωνίας ενώ στην τελική απόφαση επιδίκασε ποσό υπέρ των εναγόμενων. Ο απαιτητής ζήτησε την ακύρωση της τελικής απόφασης σε Σουηδικό Δικαστήριο και επικύρωση της επί μέρους απόφασης σε Δικαστήριο των ΗΠΑ. Αντιστρόφως ο εναγόμενος ζήτησε την αναγνώριση και εφαρμογή της τελικής απόφασης ενώπιον Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Το Δικαστήριο επικύρωσε και αναγνώρισε την τελική απόφαση και αρνήθηκε την εφαρμογή της επί μέρους απόφασης. Κρίθηκε ότι δεν υπήρχε σύγκρουση μεταξύ των δύο αποφάσεων εξαιτίας του γεγονότος ότι αφορούσαν αποφάσεις επί ξεχωριστών αυτοτελών θεμάτων και οι διαιτητές δεν είχαν καταστεί functus officio μετά την έκδοση της απόφασης σε σχέση με το επί μέρους ζήτημα. Στην δική μας περίπτωση η επί μέρους απόφαση ημερομηνίας 23.11.2021 δεν επηρεάζεται ως προς την τελεσιδικότητα της και την εφαρμογή της σε σχέση με την πληρωμή των USD 18 εκατομμυρίων ενόψει της έκδοσης μεταγενέστερης τελικής απόφασης. Περαιτέρω, η Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει επικαλεστεί επιχείρημα ότι η απόφαση δεν είναι έγκυρη για λόγους που την καθιστούν τρωτή. Περαιτέρω, δεν έχουν θέσει υπόψη του Δικαστηρίου το περιεχόμενο της μεταγενέστερης τελικής απόφασης με την οποία να εισηγούνται ότι η μια ανατρέπει ή επηρεάζει την άλλη σε σχέση με την πληρωμή των χρημάτων. Η απόφαση αποδεικνύεται ότι είναι αυτοτελής ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα και είναι τελική και δεσμευτική. Το πώς κατέληξε το Διαιτητικό Δικαστήριο στην εν λόγω απόφαση δεν ενδιαφέρει και δεν επηρεάζει την αναγνώριση της απόφασης.
Από το κείμενο της διαιτητικής απόφασης προκύπτει ρητώς ότι η απόφαση ασχολείται και επιδικάζει αποζημιώσεις που αφορούν την Gardaani ‘for the period from 31.3.2013 to 31.12.2025 and the forecast period from 1.1.2021 to 31.12.2025.’ Το Διαιτητικό Δικαστήριο εξέδωσε διαφορετικές αποφάσεις για διαφορετικά ξεχωριστά ποσά χρημάτων σε σχέση με τους αιτητές και την Telasi. Τα ποσά επιδικάσθηκαν και διατάχθηκαν να πληρωθούν αμέσως. Το μόνο επίδικο χρέος που παραπέμφθηκε να πληρωθεί και να επιλυθεί σε κατοπινό στάδιο με την τελική απόφαση ήταν η απαίτηση των Αιτητών για οφειλόμενο τόκο επί του επιδικασθέντος ποσού. Ενόψει του ότι η απόφαση για κάθε μέρος της διαφοράς είναι ξεχωριστή είναι αβάσιμο το επιχείρημα των καθ’ ων η αίτηση ότι αυτή η διαδικασία πάσχει επειδή δεν έχει επιδοθεί σε άλλα μέρη που εμπλέκονται στην όλη διαδικασία της διαιτησίας. Αυτό διότι το θέμα αναγνώρισης ξεχωριστής απόφασης για πληρωμή με σκοπό την εκτέλεσης αυτής δεν επηρεάζει τους άλλους απαιτητές της όλης διαφοράς. Η έκδοση της τελικής απόφασης ως προκύπτει από την μερική απόφαση ημερομηνίας 23.11.2025 δεν θα επηρέαζε την υποχρέωση των Καθ’ ων η αίτηση να πληρώσουν το ποσό των USD 18,663,000. Τα ποσά που επιδικάσθηκαν σε άλλους να πληρώσουν στα πλαίσια της μερικής απόφασης δεν επηρεάζουν την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής. Είναι πρόνοια της Σύμβασης (βλ. Άρθρο III) ότι η δικονομική δυνατότητα της αναγνώρισης και εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης δεν πρέπει να περιέχει αυστηρότερους όρους από διαιτητική διαδικασία αναγνώρισης που να αφορά ημεδαπή διαφορά. Το δικονομικό πλαίσιο σε ημεδαπές αστικές διαδικασίες επιτρέπει την εκτέλεση επί μέρους αποφάσεων και /ή προσωρινών ενδιάμεσων αποφάσεων κατά ξεχωριστών διαδίκων εάν αυτό προβλέπεται στην απόφαση. Οι Καθ’ ων η αίτηση δεν έχουν καταδείξει ότι η εν λόγω απόφαση που είναι αυτοτελής επηρεάζει άλλο μέρος της διαδικασίας παρά μόνο τους αιτητές στους οποίους το ποσό οφείλεται από το 2021. Η διαιτητική απόφαση αφορά ξεχωριστή απαίτηση των Αιτητών για την οποία επιδιώκεται αναγνώριση για σκοπούς εκτέλεσης της απόφασης. Ενόψει της αυτοτέλειας της απόφασης σε σχέση με το συγκεκριμένο ποσό δεν εμπλέκεται άλλο μέρος για να ήταν αναγκαίος διάδικος να προστεθεί στην παρούσα διαδικασία.
Αναφορικά με τις διαδικασίες διαιτησίας ενώπιον του International Centre for Settlements of Investment Disputes (ICSID) under the agreement on Encouragement and reciprocal protection of investments between Georgia and the Kingdom of the Netherlands που τέθηκε σε ισχύ την 1 Απριλίου 1999 ήταν θέση των Αιτητών ότι δεν θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα διπλής αποζημίωσης των Αιτητών αφ’ ης στιγμής δεν έχει πληρωθεί καμία αποζημίωση των Αιτητών. Η προώθηση των παράλληλων διαιτησιών έγινε με αναφορά την δυνατότητα αναγνώρισης αντίστοιχων διαιτητικών αποφάσεων και της δυνατότητας εκτέλεσης τέτοιας ξεχωριστής απόφασης. Το άρθρο VII της Σύμβασης προνοεί ότι η σκοπός της σύμβασης δεν είναι να επηρεάζει άλλες διμερείς ή διεθνές συμβάσεις που να αφορούν την αναγνώριση και/η εκτέλεση διαιτητικών Δικαστηρίων στις οποίες τα κράτη είναι συμβαλλόμενοι. Ούτε επιτρέπεται η απαγόρευση σε προσφυγή σε Διαιτητικό Δικαστήριο άλλου νομικού σχήματος διαιτησίας ώστε ο διάδικος ‘ to avail himself of an arbitral award in the manner and to the extent allowed by the law or the treaties of the country where such an award is sought to be relied upon.’ Επομένως, δεν υπάρχει κάτι που να εμποδίζει την προώθηση παράλληλων διαδικασιών που να παράγουν αποτέλεσμα ακόμη και για τα ίδια ζητήματα. Σε κάθε περίπτωση οι δύο διαδικασίες φαίνεται να διαφέρουν ως προς το αντικείμενο τους και δεν τίθεται ζήτημα οι αιτητές να έχουν εισπράξει το ίδιο οφειλόμενο ποσό διπλά. Ακόμη και με δεδομένο ότι οι αιτητές έχουν αποταθεί στο (ICSIS) για θεραπεία το παρόν ένδικο διάβημα δεν έχει σκοπό την επίλυση κάποιας ή ίδιας διαφοράς με εκείνη. Πρόκειται για μέτρο αναγνώρισης διαιτητικής απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης. Δεν είναι πρωτάκουστο επιτυχόντας διάδικος σε δικαστική διαφορά να προωθεί πέραν του ενός μέτρου εκτέλεσης. Λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό της παρούσας διαδικασίας και το ενδεχόμενο προώθησης παράλληλων διαδικασιών που στοχεύουν στην εκτέλεση της απόφασης δεν τίθεται ζήτημα καταχρηστικότητας παράλληλων ή πολλαπλών μέτρων εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία στα πλαίσια της γενικής αίτησης 60/2023 έχει συμφωνήσει να μην προωθείται μέχρι το Διαιτητικό Δικαστήριο να εξετάσει αίτηση της καθ’ ης η αίτηση για ακύρωση της εν λόγω απόφασης.
Δεν συντρέχει καμία από τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 5 της σύμβασης το οποίο συνθέτει τους λόγους που δικαιούται το Δικαστήριο να αρνηθεί την αναγνώριση της διαιτητικής απόφασης ως εξής:
Άρθρον V
1. Η αναγνώρισις και εκτέλεσις της αποφάσεως δύναται να απορριφθή, τη αιτήσει του µέρους εναντίον του οποίου γίνεται επίκλησις αυτής, µόνον εάν το εν λόγω µέρος παράσχη εις την αρµοδίαν αρχήν, ενώπιον της οποίας επιζητείται η αναγνώρισις και εκτέλεσις, απόδειξιν ότι:
(α) τα µέρη της εν άρθρω 11 αναφεροµένης συµφωνίας διετέλουν, κατά την εφαρµοστέαν επ’ αυτών νοµοθεσίαν, υπό τινά ανικανότητα, ή ότι η ειρηµένη, συμφωνία δεν είναι έγκυρος δυνάµει της νοµοθεσίας εις την οποίαν τα µέρη έχουν υποβάλει ταύτην ή, εν ελλείψει οιασδήποτε προς τούτο ενδείξεως, δυνάµει της νοµοθεσίας της χώρας ένθα εξεδοθή η απόφασις· ή
(β) το µέρος εναντίον του οποίου γίνεται επίκλησις της αποφάσεως δεν είχεν ειδοποιηθή προσηκόντως περί του διορισµού του διαιτητού ή περί της διαιτητικής διαδικασίας ή άλλως πως δεν ηδυνήθη να παρουσιάση την υπόθεσιν αυτού·
ή (γ) η διαιτητική απόφασις πραγµατεύεται διαφοράν µη προβλεποµένην υπό των όρων, ή µη εµπίπτουσαν εντός των όρων της υποβολής εις διαιτησίαν, ή ότι αύτη περιέχει αποφάσεις επί θεµάτων πέραν των ορίων της υποβολής εις διαιτησίαν νοείται ότι, εάν αι αποφάσεις επί θεµάτων υποβληθέντων εις διαιτησίαν είναι δυνατόν να αποχωρισθούν εκ των µη υποβληθέντων τοιούτων, το µέρος της αποφάσεως το οποίον περιέχει αποφάσεις επί θεµάτων υποβληθέντων εις διαιτησίαν δύναται να αναγνωρισθή και εκτελεσθή· ή
(δ) η σύνθεσις της διαιτητικής αρχής ή η διαιτητική διαδικασία δεν ήτο σύµφωνος προς την συµφωνίαν των µερών ή ελλείψει τοιαύτης συµφωνίας, δεν ήτο σύµφωνος προς την νοµοθεσίαν της χώρας ένθα έλαβε χώραν η διαιτησία· ή
(ε) η διαιτητική απόφασις δεν κατέστη εισέτι δεσµευτική διά τα µέρη, ή ότι αύτη, ηκυρώθη, ή ανεστάλη υπό τινός αρµοδίας αρχής της χώρας εις την οποίαν, δυνάµει της νοµοθεσίας της οποίας, εξεδόθη, η απόφασις
2. Η αναγνώρισις και εκτέλεσις διαιτητικής τινος αποφάσεως δύναται ωσαύτως να απορριφθή εάν η αρµοδία αρχή της χώρας ένθα επιζητείται η αναγνώρισις και εκτέλεσις διαπιστώση ότι—
(α) το αντικείµενον της διαφοράς δεν δύναται να διευθετηθή διά διαιτησίας δυνάµει της νοµοθεσίας της χώρας ταύτης· ή
(β) η αναγνώρισις ή εκτέλεσις της αποφάσεως αντίκειται προς την δηµοσίαν τάξιν της χώρας ταύτης
Δεν έχει προβληθεί κανένας από τους πιο πάνω λόγους στα πλαίσια της ένστασης των καθ’ ων η αίτηση ώστε να δικαιολογείται η εξέταση άρνησης του Δικαστηρίου να προχωρήσει με την αναγνώριση της διαιτητικής απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης. Περαιτέρω, οι καθ’ ων η αίτηση δεν έχουν θέσει κανένα ζήτημα σε σχέση με την εγκυρότητα της διαιτητικής απόφασης η οποία μέχρι σήμερα δεν έχει ακυρωθεί ή ανατραπεί και ακόμη ισχύει.
Μοναδικό επιχείρημα που προβάλλεται στην ένσταση από την Καθ’ ης η αίτηση προς απόρριψη της αίτησης είναι ότι η διαιτητική απόφαση στρέφεται κατά κυρίαρχο κράτος. Το αντικείμενο με το οποίο καταπιάνεται η διαιτητική απόφαση ανήκει στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου και ως απόφαση που ασχολείται με ζητήματα δημόσιου δικαίου συνιστά λόγο που δύναται το Δικαστήριο να αρνηθεί την αναγνώριση της απόφασης με σκοπό την εκτέλεση εξαιτίας ασυλίας της Καθ’ ης η αίτηση ως κυρίαρχο κράτος. Όπως έχει επεξηγηθεί στο σύγγραμμα New York Convention Beck, Somon, Hart, Second Edition Section I paragraph 140:
Today it is generally established under the doctrine of restrictive sovereign immunity that a state’s immunity against liability applies only where that state performs public acts in the exercise of governmental authority ( acta Jure imperii). On the other hand a, State cannot rely on immunity where it or its subdivisions or agencies participate in commercial activity (acta jure gestionis).
Θα πρέπει επίσης να γίνει διαχωρισμός μεταξύ της ασυλίας που επικαλείται κύριαρχο κράτος ώστε να υποκύψει στη διαδικασία της διαιτησίας προς επίλυση διαφοράς που διέπεται από πρόνοια στη συμφωνία παραπομπής της διαφοράς σε διαιτησία και ασυλίας που επικαλείται το κυρίαρχο κράτος ώστε να αντισταθεί στην εκτέλεση διαιτητικής απόφασης που έχει εκδοθεί από Διαιτητικό Δικαστήριο ενώπιον του οποίου έχει νομίμως υποκύψει στη δικαιοδοσία του προς επίλυση της διαφοράς για την οποία έχει συμβληθεί. Η συμφωνία της διαιτησίας (τεκμήριο 2Β στην αίτηση) προνοεί τα ακόλουθα στην παράγραφο 8.4 σε σχέση με την παραπομπή ζητήματος προς επίλυση σε διαιτησία:
Any dispute controversy or claim arising out of or in connection with this agreement or the breach termination or invalidity thereof shall be finally settled by arbitration in accordance with the Arbitration rules of the arbitration Institute of the Stockholm Chamber of Commerce. By virtue of this agreement the parties hereby unambiguously waive their rights to use any other form of appeal reconsideration or application to the court of any other country or other judicial authority in case if such waiver is legal.
Ξεκάθαρα ως η πιο πάνω συμβατική πρόνοια η Καθ’ ης η αίτηση είχε συγκατατεθεί να υποκύψει στη δικαιοδοσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου προς επίλυση συμβατικής διαφοράς που να αφορά τις υποχρεώσεις και δικαιώματα της δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας. Κατά συνέπεια δεν τίθεται ζήτημα κρατικής ασυλίας ώστε η Καθ’ ης η αίτηση που έχει υποκύψει στη δικαιοδοσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου προς επίλυση συμβατικής διαφοράς, και που με την ένστασή της δεν έχει αμφισβητήσει τα ευρήματα του Διαιτητικού Δικαστηρίου ή την εγκυρότητα της διαιτητικής απόφασης, να θέτει ζήτημα κρατικής ασυλίας σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου. Η συμβατική πρόνοια βάση της οποίας το κυρίαρχο κράτος συγκατατέθηκε να υποκύψει στην δικαιοδοσία του διαιτητικού Δικαστηρίου προς επίλυση της διαφοράς που τελεσφόρησε με διαιτητική απόφαση δημιουργεί κώλυμα σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα της επί μέρους απόφασης (issue estoppel). Αυτό το κώλυμα περιλαμβάνει σιωπηρή αποποίηση της κρατικής ασυλίας σε σχέση με το αποτέλεσμα της απόφασης και κώλυμα στο στάδιο της αναγνώρισης της απόφασης προς εκτέλεση της απόφασης (enforcement proceedings) του δικαιώματος της Καθ’ ης η αίτηση προς αναθεώρηση της συμφωνίας από τα Δικαστήρια των συμβαλλόμενων κρατών μελών της Σύμβασης. Το ότι σιωπηρά οι καθ’ ων η αίτηση έχουν αποποιηθεί το δικαίωμα να εγείρουν κρατική ασυλία σε σχέση με το αντικείμενο της απόφασης ημερομηνίας 23.11.2021 υποστηρίζεται δυνάμει της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών 2004 άρθρο 17 (Effect of Arbitration Agreement) και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση του 1972 για την κρατική ασυλία όπου στο προοίμιο της Σύμβασης του 2004 επεξηγείται ότι ‘consenting to a commercial arbitration necessarily implies consent to all the natural and logical consequences of the commercial arbitration contemplated.’ Τούτο όπως επεξηγείται στην παράγραφο 143 του Συγγράμματος, «New York Convention» πιο πάνω, συνεπάγεται και περιλαμβάνει την υποταγή του κυρίαρχου κράτους σε Δικαστήριο άλλου συμβαλλόμενου κράτους με δικαιοδοσία να εποπτεύει την εφαρμογή της διαιτητικής συμφωνίας.
Ο χαρακτήρας της διαιτητικής διαφοράς ήταν εμπορικός καθότι πραγματοποιήθηκε η πώληση μετοχών των δύο εταιρειών Khrami τα οποία ανήκαν προηγουμένως στην Γεωργία. Το αντικείμενο της διαφοράς είναι αναφορικά με τις υποχρεώσεις της Γεωργίας κάτω από τη συμφωνία πώλησης των μετοχών 100% δικαιωμάτων συμμετοχής στις δύο εταιρείες για ποσό που ξεπερνά το ποσό των USD 100 εκατομμύρια. Οι εταιρείες αφορούσαν την παραγωγή ηλεκτρισμού στη Γεωργία και η συμφωνία έγινε στα πλαίσια της ιδιωτικοποίησης των εν λόγω εταιρειών.
Σε σχόλια πρόσφατης απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου Κύπρου Alison Fashion v Κυπριακής Δημοκρατίας 28/2020 ημερομηνίας 12.5.2025 διατυπώνεται η διάκριση μεταξύ της σύμβασης δημόσιου δικαίου και της σύμβασης που έχει ιδιωτικό σκοπό. Σε εκείνη την υπόθεση ο σκοπός της δημόσιας σύμβασης ήταν η κάλυψη στεγαστικών αναγκών του τμήματος φορολογίας. Εξαιτίας του χαρακτήρα του σκοπού κρίθηκε ότι η σύμβαση ήταν ιδιωτικής φύσεως με αποτέλεσμα να μην ελέγχεται η απόφαση της διοίκησης στη βάση του άρθρου 146 του συντάγματος.
Στην υπόθεση Svenska Petroleum Exploration v Government of the Republic of Lithuania [2006] EWCA Civ 1529 κρίθηκε ότι η συμφωνία εκμετάλλευσης φυσικών πόρων του κράτους από ιδιώτη επρόκειτο για εμπορική συμφωνία παρόλο ότι αφορούσε την διαχείριση φυσικών πόρων του κράτους.
At the time the Agreement was entered into Geonafta (EPG), although a state body, had separate legal personality from the Government and was put forward by the Government for the express purpose of entering into the Agreement with Svenska. It seems odd to say that the agreement between Svenska and Geonafta is anything other than a commercial transaction (especially in the light of the fact that Geonafta is a private company), or that the Agreement can be characterised as a commercial transaction as far as Geonafta is concerned but as an exercise of sovereign authority as far as the Government is concerned. The reality is that at the time the parties entered into the Agreement (which is the point at which we think the transaction falls to be characterised) both Geonafta and the Government were playing their respective parts on behalf of the state in a transaction entered into for the purpose of exploiting the country's natural resources.
Ομοίως στη δική μας την περίπτωση η διαφορά που αφορούσε συμφωνία διαχείρισης των 100% μετοχών δικαιωμάτων συμμετοχής σε δύο εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντάσσεται στο πεδίο της εμπορικής συναλλαγής. Η εκμετάλλευση των μετοχών που είχαν σκοπό το εμπορικό κέρδος για τους αγοραστές αιτητές δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως δημόσια σύμβαση παρόλο ότι ο έλεγχος και ρύθμιση της τιμής ηλεκτρικού ρεύματος θα μπορούσε να έχει χαρακτήρα δημόσιας ωφέλειας. Το ότι η συμφωνία ήταν εμπορική ενισχύεται και από το γεγονός ότι ο δεύτερος πωλητής των μετοχών προς του αγοραστές-αιτητές των μετοχών αφορούσε την εταιρεία «State Service Bureau» ξεχωριστή νομική οντότητα που ελέγχεται από το κράτος της Γεωργίας.
Είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη ότι η έννοια της αναγνώρισης με σκοπό την εκτέλεση διαιτητικής απόφασης (enforcement proceedings) διαφέρει ως προς το αποτέλεσμα της διαδικασίας με βάση το διεθνές δίκαιο με την απλή εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης κατά συγκεκριμένης περιουσίας της Καθ’ ης η αίτηση με σκοπό την είσπραξη του ποσού αποζημίωσης ή την εφαρμογή της συμφωνίας. H διαδικασία της αναγνώρισης με σκοπό την εκτέλεση είναι το πρώτο βήμα που λαμβάνεται προκειμένου ο αιτούντος της θεραπείας να προχωρήσει με την εκτέλεση της απόφασης. Το στάδιο της αναγνώρισης της εκτέλεσης της απόφασης είναι επέκταση του σταδίου της εκδίκασης της διαιτητικής διαφοράς ενώπιον του διαιτητικού Δικαστηρίου και η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου που καλείται να αναγνωρίσει την απόφαση με σκοπό να την εφαρμόσει πηγάζει από τη Σύμβαση. Το ερώτημα που τέθηκε στην υπόθεση Svenka, πιο πάνω, είναι κατά πόσο η αίτηση για την αναγνώριση της απόφασης με σκοπό την εκτέλεση συνιστά ‘adjudication’ σε σχέση με θέμα που εμπίπτει στη συμφωνία για παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία. Το Αγγλικό Δικαστήριο στην υπόθεση Svenska αποφάνθηκε ότι οι λέξεις ‘related to’ σε σχέση με την νομοθεσία που αφορά την άρση κρατικής ασυλίας σε σχέση με εμπορικά ζητήματα που τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι θα επιλυθεί στα πλαίσια διαιτησίας περιλαμβάνει και την αναγνώριση της απόφασης με σκοπό την εκτέλεσή της.
That gave rise to two questions: whether s 1 of the State Immunity Act 1978 applies to an application to register a judgment under the 1920 Act; and, if so, whether, in a case where the underlying cause of action arises out of a commercial transaction, such an application involves proceedings “in relation to” the transaction within the meaning of s 3 of the Act. In Alcom Ltd v Republic of Colombia [1984] AC 580, [1984] 2 All ER 6, [1984] 2 WLR 750Lord Diplock at p 600 drew attention to the fact that the State Immunity Act 1978 draws a distinction between the jurisdiction of the courts of the United Kingdom to adjudicate on claims against foreign states (the “adjudicative” jurisdiction) and the jurisdiction to enforce by legal process judgments pronounced in the exercise of that adjudicative jurisdiction (the “enforcement” jurisdiction). Stanley Burnton J held that an application to register a foreign judgment under the 1920 Act involves the exercise of the court's jurisdiction to adjudicate on matters before it, involving, as it does, consideration of certain aspects of the circumstances surrounding the judgment and an exercise of its discretion. We think that must be correct. More difficult is the question whether an application of that kind involves proceedings “relating to” the transaction on which the judgment is based. The judge in that case held that it does not, because the issues that arise on an application of that kind relate to the regularity of the judgment, not to whether it is correct as a matter of fact or law. He noted that in Holland v Lampen-Wolfe Lord Millett had drawn a distinction between claims arising out of a transaction and claims in tort arising independently of the transactions but in the course of its performance.
[136] Mr Bools submitted that AIcom Ltd v Federal Government of Nigeria was wrongly decided. He submitted that the expression “relating to” naturally bears a broad meaning and does not require that the proceedings arise directly out of the transaction in question. He argued that Svenska's application in the present case “related to” the Agreement and therefore fell within the scope of s 3. Construing s 3 in that way, he submitted, would ensure that proper effect was given to the principle that a state should not be immune from suit in relation to its commercial activities.
[137] In our view the expression “relating to” is capable of bearing a broader or narrower meaning as the context requires. Section 3 is one of a group of sections dealing with the courts' adjudicative jurisdiction and it is natural, therefore, to interpret the phrase in that context as being directed to the subject matter of the proceedings themselves rather than the source of the legal relationship which has given rise to them. To construe s 3 in this way does not give rise to any conflict with s 9, which is concerned with arbitration as the parties' chosen means of resolving disputes rather than with the underlying transaction. In our view Alcom Ltd v Federal Government of Nigeria was correctly decided and Gloster J was right to follow it in the present case.
[138] For these reasons we think the judge was right to hold that the Government of Lithuania is not immune from proceedings to enforce the second award. We therefore dismiss the appeal.
Έχω εξηγήσει αναλυτικά ,πιο πάνω, γιατί η αίτηση εμπίπτει στην δικαιοδοσία του Δικαστηρίου δυνάμει του νόμου 84/1979. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης. Ως εκ τούτου έχει την υποχρέωση να εφαρμόσει τη σύμβαση και τις πρόνοιες αυτής που καθορίζουν τα όρια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου στα πλαίσια αίτησης αναγνώρισης της απόφασης με σκοπό την εκτέλεση (enforcement proceedings). Το κατά πόσο θα πρέπει να πληρωθεί το ποσό που επιδίκασε το Διαιτητικό Δικαστήριο υπέρ των Αιτητών στα πλαίσια της επί μέρους απόφασης ημερομηνίας 23.11.2021 είναι ζήτημα που εμπίπτει στην εμπορική συμβατική διαφορά που οριοθετείται στη βάση της συμφωνίας τεκμήριο 2Β της αίτησης. Το ζήτημα της αναγνώρισης με σκοπό την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης πηγάζει από τη διαφορά που προέκυψε μεταξύ των μερών και για την οποία διαφορά η Καθ’ ης η αίτηση υπέκυψε στη δικαιοδοσία του Διαιτητικού Δικαστηρίου προς επίλυση της διαφοράς και για τη διάγνωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών της με βάση την εν λόγω εμπορική συμφωνία. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η Καθ’ ης η αίτηση στο στάδιο αυτό και ενόψει του ότι δεν έχει επικαλεστεί νόμιμο λόγο άρνησης της αναγνώρισης ως προβλέπει η σύμβαση και συγκεκριμένα το άρθρο V, κωλύεται να εγείρει ζήτημα κρατικής ασυλίας για να αποφύγει την αναγνώριση της απόφασης με σκοπό την εκτέλεσή της στην επικράτεια της Κύπρου.
Εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος Α της αίτησης. Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ των αιτητών και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση όπως αυτά υπολογισθούν από τον πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.)…………………..…………………….
Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Π. Ε. Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο