ΕΥΔΟΚΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ν. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ» ΛΤΔ, Αρ. Αγωγής: 6079/2016, 9/7/2025
print
Τίτλος:
ΕΥΔΟΚΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ν. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ» ΛΤΔ, Αρ. Αγωγής: 6079/2016, 9/7/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Μ-Α ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Ε.Δ.  

                

 

                                                                                       Αρ. Αγωγής: 6079/2016                                                                

Μεταξύ:

 

ΕΥΔΟΚΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

 

Ενάγουσας

 

                                                            και

 

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ» ΛΤΔ

                                                                       

             Εναγόμενης

Ημερομηνία:  09 Ιουλίου 2025

 

Εμφανίσεις:

 

Για Ενάγουσα: κος Χρ. Δημητριαδης

Για Εναγόμενη: κος Φ. Χατζηιωάννου

 

                                                        ΑΠΟΦΑΣΗ

Η απόφαση δίδεται χωρίς τη φυσική παρουσία των συνηγόρων των διαδίκων και διαβιβάζεται σε αυτούς ηλεκτρονικά, με τη συγκατάθεσή τους.

 

Με ειδικά  οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα η Ενάγουσα αξίωσε αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και ζημιές συνεπεία τροχαίου ατυχήματος το οποίο συνέβη την 25/12/2015 στην οδό Βουλγαροκτόνου στο Καιμακλί εντός της επαρχίας Λευκωσίας. Η Ενάγουσα ήταν συνοδηγός του οχήματος που οδηγούσε η θυγατέρα της Ιουλία Χριστοδούλου στην πιο πάνω οδό με κατεύθυνση από την οδό Στασίνου προς την οδό Χαλεύκας, κρατώντας την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας ως η πορεία της. Ο ασφαλισμένος της Εναγόμενης, Αντώνης Χριστοδούλου (στο εξής ως «ο Χριστοδούλου») οδηγούσε το όχημα με αριθμό εγγραφής [ ] στην οδό Αποστόλου Παύλου η οποία είναι πάροδος της οδού Βουλγαροκτόνου στα αριστερά ως η πορεία της οδηγού με κατεύθυνση την οδό Βασιλείου Βουλγαροκτόνου. Αποτελεί ισχυρισμό της Ενάγουσας ότι ο Χριστοδούλου εξήλθε από την πάροδο, εισήλθε στην οδό Βουλγαροκτόνου με αποτέλεσμα να αποκόψει την ελεύθερη πορεία του αυτοκινήτου της οδηγού και να συγκρουστεί με αυτό.

 

Παραθέτει δε λεπτομέρειες αμέλειας, παράβασης των εκ του νόμου κανονισμών και απορρεόντων καθηκόντων αλλά και λεπτομέρειες ειδικών ζημιών και σωματικών βλαβών.

 

H Eναγόμενη αρνείται τις θέσεις και ισχυρισμούς της Ενάγουσας. Παραδέχεται μόνο ότι περί την 25/12/2015 ο Χριστοδούλου οδηγούσε το όχημα του επί της οδού Αποστόλου Παύλου στο Καιμακλί με κατεύθυνση δεξιά προς την οδό Βασιλείου Βουλγαροκτόνου και επεσυνέβη σύγκρουση με το όχημα με αρ. εγγραφής [ ] που οδηγούσε η θυγατέρα της Ενάγουσας. Αρνείται ότι το ατύχημα συνέβη υπό τις συνθήκες που περιέγραψε η Ενάγουσα. Αρνείται ότι ο Χριστοδούλου είναι υπαίτιος αποκλειστικής και/ή συντρέχουσας αμέλειας και/ή παραβίασης των εκ του νόμου απορρεόντων καθηκόντων. Αποτελεί δε ισχυρισμό ότι το ατύχημα προκλήθηκε λόγω της αποκλειστικής και συντρέχουσας αμέλειας και/ή παραβίασης των καθηκόντων της οδηγού του οχήματος με αριθμό εγγραφής [ ]. Θέτουν δε λεπτομέρειες αμέλειας και/ή συντρέχουσας αμέλειας της οδηγού του οχήματος με αρ. εγγραφής [ ]. Αρνείται τους ισχυρισμούς της Ενάγουσας για σωματικές βλάβες και σε κάθε περίπτωση ισχυρίζεται ότι αυτές είναι υπερβολικές και εξογκωμένες.

 

Είναι ορθό επίσης να αναφερθεί ότι βασικός κανόνας είναι ότι τα δικόγραφα αποτελούν το θεμέλιο της δίκης και αποτελούν το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί ή να επεκταθεί σε θέματα που δε δικογραφούνται.[1]

 

Για να αποδείξει τις αξιώσεις της η Ενάγουσα καταθέσαν ο αστυφύλακας αρ. 3278 κος Μιχαήλ Άγγελος Αρναούτ (ΜΕ1), η Ενάγουσα (ΜΕ2), ο κος Μιχάλης Σιάτης (ΜΕ3), η κα Ιουλίου Χριστοδούλου (ΜΕ4), η κα Μυριάνθη Θεοδοσίου (ΜΕ5), η κα Αγγέλικα Κυριακίδου (ΜΕ6), κος Αλέξανδρος Κρουσιόφσκι (ΜΕ7). Εκ μέρους της Εναγόμενης καταθέσαν ο κος Παναγιώτης Αταλιανής (ΜΥ1) και ο κος Αντώνης Χριστοδούλου (ΜΥ2). Επιπλέον της προφορικής μαρτυρίας κατετέθηκε και έγγραφη. Η προφορική μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά της διαδικασίας, η δε έγγραφη είναι καταχωρισμένη ως Τεκμήρια. 

 

Μαρτυρία

 

ΜΕ1

 

Ο ΜΕ1 είναι ο αστυφύλακας 3278. Κατάθεσε τα Τεκμήρια 1 και 2. Εξήγησε την εμπλοκή του με τα επίδικα θέματα, αναφέροντας ότι πληροφορήθηκε για το ατύχημα περί την 26/12/2015 όταν προσήλθε στον αστυνομικό σταθμό η Ιουλία Χριστοδούλου οδηγός του οχήματος με αρ. εγγραφής [ ]. Η Αστυνομία δεν ειδοποιήθηκε στη σκηνή του ατυχήματος. Εξήγησε πως και γιατί κατέγραψε στο ηλεκτρονικό σύστημα της αστυνομίας τα όσα περιγράφονται ότι έγιναν ή του είπαν στο Τεκμήριο 1. Aνάφερε ότι μίλησε στο τηλέφωνο ο ίδιος με τον Αντώνη Χριστοδούλου οδηγού του οχήματος με αρ. εγγραφής [ ] ο οποίος επιβεβαίωσε τα όσα ανάφερε η οδηγός του άλλου οχήματος ως προς τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος. Αναφορικά με το Τεκμήριο 2 ως ανάφερε δεν ετοιμάστηκε από τον ίδιο αλλά από κάποιο συνάδελφο του, ο οποίος το ετοίμασε με βάση το Τεκμήριο 1.

 

Αντεξεταζόμενος ανάφερε ότι τηλεφώνησε ο ίδιος στο Χριστοδούλου και μίλησαν για το επίδικο ατύχημα. Επέμεινε στις θέσεις του ότι δηλαδή το τι του είπε είναι αυτό που κατέγραψε. Εξήγησε όμως ότι το ατύχημα δε διερευνήθηκε από την αστυνομία.

 

ΜΕ2

 

H ME2, Ενάγουσα ως μέρος της κυρίως εξέτασης της κατάθεσε το Έγγραφο Α. Η ΜΕ2 περιέγραψε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το ατύχημα. Ως επίσης αναφέρει στις 25/12/2015 ήταν συνοδηγός του οχήματος που οδηγούσε η θυγατέρα της Ιουλία Χριστοδούλου. Η οδηγός του οχήματος κρατούσε την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας στην οδό Βασίλειου Βουλγαροκτόνου. Σύμφωνα με τη θέση της ο Χριστοδούλου βγήκε ξαφνικά και απότομα από την πάροδο αποκόπτοντας την πορεία του οχήματος στο οποίο ήταν συνοδηγός. Ως Τεκμήριο 3 παρουσίασε ένα σχέδιο που ετοίμασε κάποιος υπάλληλος στο γκαράζ που πήρε η κόρη της το όχημα της για επιδιόρθωση σχετικά με το ατύχημα. Ως Τεκμήριο 4 κατάθεσε αντίγραφα από 3 φωτογραφίες που δείχνουν τα οχήματα μετά τη σύγκρουση. Ανάφερε ότι ο Χριστοδούλου παραδέχθηκε την ευθύνη τόσο σ’ εκείνη όσο και στην κόρη της.

Εξήγησε τι έγινε μετά το επίδικο συμβάν, τις σωματικές βλάβες, τι εξετάσεις έγιναν, θεραπεία που έλαβε και γενικά πως ένιωθε μετά. Κατάθεσε επίσης τα ακόλουθα τεκμήρια: -τεκμήριο 5 πιστοποιητικό ασθενείας, τεκμήριο 6 ιατρικό πιστοποιητικό ημερ. 29/01/2019, τεκμήριο 7 ιατρικό πιστοποιητικό Δρ. Αλεξάντερ Κρουσιόφσκι, ως Τεκμήριο 8 κατάθεσε έγγραφο με τίτλο γνωμάτευση Μιχάλη Σιάτη, ως Τεκμήρια 9 – 14 κατάθεσε αντίγραφα αποδείξεων, ως Τεκμήριο 15 κατάθεσε έγγραφο του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας του τμήματος ατυχημάτων και επειγόντων περιστατικών (ΤΑΕΠ).

 

Τόνισε ότι μετά το ατύχημα εκτός από σωματικές βλάβες αντιμετώπισε ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να αποταθεί σε κλινικό ψυχολόγο. Αντεξεταζόμενη ανάφερε ότι μετά το ατύχημα της προκλήθηκε φόβος και δεν μπορούσε να οδηγήσει ειδικά τα βράδια.

 

Αντεξεταζόμενη ανάφερε ότι η οδός Βουλγαροκτόνου δεν είχε κυρτώματα το έτος 2015.  Κατά την αντεξέταση της μάρτυρος έγινε αρκετή συζήτηση ως προς το που βρισκόταν η γραμμή αλτ και το σήμα αλτ.

 

Αρνήθηκε την υποβολή ότι ο Χριστοδούλου δεν εισήλθε μέσα στη Βουλγαροκτόνου αλλά ότι η θυγατέρα της κτύπησε το όχημα του Χριστοδούλου τονίζοντας ότι ο Χριστοδούλου βγήκε από το αλτ χωρίς να σταματήσει αλλά και ότι κρατούσε την αριστερή πλευρά του δρόμου.

 

Το όχημα της θυγατέρας της ως ανάφερε, από το κτύπημα πετάχθηκε προς τα πίσω ως η φωτογραφία του Τεκμηρίου 4 αριθμός 1, ενώ ο Χριστοδούλου μετακίνησε το όχημα του μετά το ατύχημα προς τα πίσω γιατί ήταν πέρασμα και δεν μπορούσαν να περνούν άλλα οχήματα. Σημείωσε με σχήμα αστέρι στην εν λόγω φωτογραφία με στυλό το σημείο που κατά τη θέση της έγινε το ατύχημα.

 

Κατά την αντεξέταση της μάρτυρος υποβλήθηκε σ’ αυτήν ότι οι ακτινογραφίες της ήταν καθαρές και δεν έδειξαν κάποια πάθηση. Υποδείχθηκε επίσης στη μάρτυρα ότι είχε πρόβλημα με τον αυχένα πριν το ατύχημα λόγω της εργασίας της με τη μάρτυρα να απαντά ότι είχε πόνους μετά το ατύχημα έντονους και ότι γι’ αυτό πήγε στο Νοσοκομείο. Πονούσε αριστερά τον ώμο και τον αυχένα της ως ανάφερε. Σε άλλο σημείο της μαρτυρίας της ανάφερε ότι στο γιατρό Κρουσιόφσκι ανάφερε ότι πονούσε τόσο το δεξί όσο και τον αριστερό ώμο. Όταν έγινε το ατύχημα δεν πονούσε το δεξί ώμο. Σε άλλο σημείο ανάφερε ότι ο πόνος στον αριστερό ώμο όταν επισκέφθηκε το Δρ. Κρουσιόφσκι πρέπει να είχε καταλαγιάσει.

 

Σε υποβολή ότι μετά το ατύχημα οδηγούσε το αυτοκίνητο και καθάριζε το σπίτι της απάντησε θετικά και ότι επέστρεψε στην εργασία της 5 μέρες μετά το ατύχημα με κολλάρο.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία έγινε δήλωση από το συνήγορο της Ενάγουσας ότι δε θα απαιτήσει το ποσό που αναγράφεται στην απόδειξη του Τεκμηρίου 11 ημερομηνίας 29/12/2015.

 

ΜΕ3

 

O ME3, κλινικός ψυχολόγος αναφέρθηκε στα προσόντα του, εκπαίδευση και επαγγελματική του πορεία.  Αναγνώρισε και εξήγησε το Τεκμήριο 8. Ως ανάφερε η Ενάγουσα τον επισκέφθηκε 2 φορές με τελευταία ημερομηνία την 29/02/2016.

 

Κατά την αντεξέταση του διευκρίνισε ότι στο Τεκμήριο 8 καταγράφει αυτά που του είπε ότι βίωνε η Ενάγουσα αλλά περιγράφει και την εικόνα που αυτή παρουσίαζε ως την αξιολόγησε ο ίδιος στις συναντήσεις τους.  Ως ανάφερε συγκεκριμένα ο ίδιος παρατήρησε τη συναισθηματική της κατάσταση, την ευσυγκινησία, τις διακυμάνσεις και τις μεταπτώσεις της συναισθηματικής της κατάστασης, τις σωματικές εκδηλώσεις της. Θυμάται ότι επρόκειτο για ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Εξήγησε  μετά από ερώτηση εάν κατά πόσο η σοβαρότητα ενός ατυχήματος επηρεάζει στο μετατραυματικό στρες, απάντησε ότι ένα τραυματικό γεγονός μπορεί να μην προκαλεί κατ΄ ανάγκη σωματική βλάβη, διαφωνώντας ουσιαστικά με τη θέση της Εναγόμενης. Ο μάρτυρας εξήγησε επίσης ότι μπορεί κάποιος άνθρωπος ο οποίος αντιμετωπίζει μετατραυματικό στρες να συνεχίζει κανονικά τη ζωή του και ότι αυτό δε σημαίνει ότι δεν παρουσιάζει συμπτωματολογία. Ως επίσης ανάφερε κάποιες φορές παίρνει χρόνο να επέλθει η ψυχολογική αντίδραση σε ένα τραυματικό γεγονός από μέρες μέχρι και εβδομάδες.

 

Υποδείχθηκε στο μάρτυρα το Τεκμήριο 13 αποδείξεις είσπραξης τις οποίες αναγνώρισε ως δικές του. Εξήγησε ότι έκδωσε τις αποδείξεις με ίδια ημερομηνία. Είπε ότι η πρώτη συνάντηση ενδεχομένως έγινε νωρίτερα. Επίσης ανάφερε ότι τα συμπτώματα μετατραυματικού στρες διαρκούν τουλάχιστον ένα μήνα και δε χρειάζεται συστηματική παρακολούθηση για να διαγνωστεί κάποιος με διαταραχή μετατραυματικού στρες.

 

ΜΕ4

 

Η ΜΕ4 είναι η θυγατέρα της Ενάγουσας, οδηγού του οχήματος KPB 970 η οποία ως μέρος της κυρίως εξέτασης της κατάθεσε το Έγγραφο Β. Με τη μαρτυρία της παράθεσε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ως ισχυρίζεται έγινε το επίδικο ατύχημα. Επεσήμανε ότι ο Χριστοδούλου δε σταμάτησε στο αλτ της πορείας του βγήκε από την πάροδο και τους κτύπησε.

 

Κατά την αντεξέταση της μάρτυρος υποδείχθηκε σ΄ αυτήν ότι τα οχήματα μετά το ατύχημα δε μετακινήθηκαν με τη μάρτυρα να επιμένει ότι το όχημα που οδηγούσε ο Χριστοδούλου ως φαίνεται στη φωτογραφία αριθμού 1 του Τεκμηρίου 4, μετακινήθηκε αρκετά προς τα πίσω για να μπορούν να περνούν άλλα οχήματα.  Υποβλήθηκε στη μάρτυρα ότι το ατύχημα συνέβη στην οδό Αγίου Παύλου με τη μάρτυρα να αρνείται κατηγορηματικά τη θέση και να επιμένει ότι το ατύχημα συνέβη στην οδό Βουλγαροκτόνου ενώ αυτή κατευθυνόταν ευθεία ενώ ο Χριστοδούλου είχε στρίψει δεξιά.

 

ΜΕ5

 

Η ΜΕ5 είναι ιατρός, ειδικός παθολόγος η οποία ως ανάφερε κατά τον επίδικο χρόνο εργαζόταν στο τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας στο εξής «ως το ΤΑΕΠ»).  Η μάρτυρας εξήγησε τα ευρήματα της κατά την εξέταση της Ενάγουσας όταν προσήλθε στο ΤΑΕΠ. Συγκεκριμένα ανάφερε ότι η Ενάγουσα ήταν συνοδηγός, το όχημα στο οποίο βρισκόταν κτυπήθηκε στην πλευρά του συνοδηγού και αυτή κρατούσε στο χερούλι του οχήματος. Αρχικά ανάφερε ναυτία και εμετό. Η κλινική εξέταση δεν ανέδειξε παθολογικά ευρήματα πέραν από ευαισθησία στη ψηλάφηση του ώμου, της ωμοπλάτης και του βραχιόνιου αριστερά, φυσιολογική  κινητικότητα του άνω άκρου, φυσιολογική νευρολογική κατάσταση. Υποβλήθηκε σε ακτινογραφίες αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, ώμου αριστερά, βραχιόνιου αριστερά, θώρακος και στέρνου. Διέγνωσε ευθειασμό αυχένα χωρίς εμφανές κάταγμα. Ως ανάφερε η μάρτυρας ευθειασμός αυχένα συνιστάται σε απώλεια της φυσιολογικής λόρδωσης της σπονδυλικής στήλης σύμπτωμα που φαίνεται να εμφανίζεται στις ακτινογραφίες που υποβλήθηκε η Ενάγουσα ως μια ευθεία.

 

Αναφορικά με το Τεκμήριο 15 αναγνώρισε ότι η ίδια το υπογράφει και συνέστησε στην Ενάγουσα επανεξέταση στην κλινική καταγμάτων. Η ημερομηνία 05/12/2015 τέθηκε εκ παραδρομής διότι η Ενάγουσα εξετάστηκε στις 26/12/2015 και η επόμενη διαθέσιμη ημερομηνία μετά τις αργίες ήταν 05/01/2016. Αναγνώρισε επίσης τα Τεκμήρια 5 και 6 εξηγώντας παράλληλα τι αφορούν. Η μάρτυρας σύγκρινε το Τεκμήριο 6 με το Τεκμήριο 17 αναφέροντας ότι αυτό ανταποκρίνεται στην εξέταση της.  Επισημαίνω ότι στο τεκμήριο 17  η μάρτυρας κατέγραψε ότι η Ενάγουσα υπέστη ευθειασμό αυχένα τον οποίο θεωρεί ότι προκύπτει λόγω απώλειας λόρδωσης. Στο πιστοποιητικό που η ίδια εξέδωσε ερμηνεύει το εύρημα της σε θλάση αυχένα.

 

Αντεξεταζόμενη εξήγησε με βάση το Τεκμήριο 17 ποια ήταν τα δικά της ευρήματα από την κλινική εξέταση. Επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε εξωτερική κάκωση στον αυχένα, παρά μόνο υπήρχαν ευρήματα από την ακτινογραφία. Συμφώνησε επίσης η μάρτυρας ότι οι πόνοι στον αυχένα μπορεί να οφείλονται και σε άλλους παράγοντες εκτός από τραυματισμό ή και σε άλλα προ υπάρχοντα προβλήματα. Εξήγησε ότι ευθειασμός δεν αποκλείεται να είναι αποτέλεσμα κακής στάσης σώματος ή μιας επιπλοκής χειρουργείου. Το ιστορικό της ασθενούς όπως το γνώριζε ήταν ελεύθερο. Συνήθως ευθειασμός όμως ως εξήγησε γίνεται όταν προκληθεί ένα τράνταγμα που επιφέρει βίαιη σύσπαση των μυών του αυχένα που προκαλούν τον ευθειασμό. Ως επίσης εξήγησε η Ενάγουσα δεν της παραπονέθηκε για πόνο στο δεξί ώμο.

 

ΜΕ6

 

Η κα Αγγέλικα Κυριακίδου υπήρξε η 6η μάρτυρας (ΜΕ6). Ως ανάφερε είναι φυσιοθεραπεύτρια. Την Ενάγουσα τη γνωρίζει ως ασθενή, την οποία είδε τον Ιανουάριο 2016 από τις 04/01-21/01 2016 όπου της έκανε 15 φυσιοθεραπείες μετά από τροχαίο ατύχημα. Περιέγραψε τις θεραπείες. Αναγνώρισε το Τεκμήριο 14 το οποίο και εξήγησε. Η ίδια έκρινε ότι η Ενάγουσα έπρεπε να υποβληθεί σε 15 φυσιοθεραπείες. Κατά την αντεξέταση της ουσιαστικά υποβλήθηκε σ’ αυτήν ότι οι φυσιοθεραπείες στις οποίες υποβλήθηκε η Ενάγουσα δεν ήταν αναγκαίες. Η ΜΕ6 εξήγησε ότι η Ενάγουσα προσήλθε μετά από ιατρική σύσταση. Η ίδια αποφάσισε τι θεραπεία και πόσες φυσιοθεραπείες θα της έκανε. Ως επίσης ανάφερε δεν της παραπονέθηκε για πόνο ή ενοχλήσεις στον ώμο αλλά μόνο για τον αυχένα.

 

ΜΕ7

 

Ο Δρ. Κρουσιόφσκι, ορθοπαιδικός χειρουργός, τα προσόντα του οποίου δεν αμφισβητήθηκαν, αναγνώρισε την έκθεση που ετοίμασε μετά την εξέταση της Ενάγουσας ως το Τεκμήριο 7. Ως ανάφερε εξέτασε την Ενάγουσα την 10/02/2016. Επεσήμανε ότι μελετώντας τις σημειώσεις του διαπίστωσε ότι στην έκθεση του παρατήρησε ένα λάθος στη 2η παράγραφο και ότι αυτό που ήθελε να γράψει ήταν για το αριστερό ώμο και όχι το δεξί.  Εξήγησε ότι οι πόνοι στους ώμους είναι απόρροια δύο πραγμάτων. Κατά τη διάρκεια του ατυχήματος η Ενάγουσα υπέστη τράνταγμα, η θλάση αυχένα προκαλεί μυϊκό σπασμό και πόνο στους ώμους. Αυτό περιόριζε την κίνηση. Επίσης ως ανάφερε βάσει της θέσης που ήταν το χέρι την ώρα του κτυπήματος (κρατούσε το χερούλι της πόρτας στα αριστερά) αυτό μπορεί να προκαλέσει επιδείνωση σε προϋπάρχοντα προβλήματα στους ώμους κυρίως όταν υπάρχει σύνδρομο πρόσκρουσης όπως είχε η Ενάγουσα.

 

Αντεξεταζόμενος ο μάρτυρας απάντησε ότι η Ενάγουσα του είπε ότι ο πόνος της άρχισε αμέσως μετά το ατύχημα. Εξήγησε ότι η απώλεια αυχενικής καμπύλωσης που φάνηκε στις ακτινογραφίες είναι ο ευθειασμός.

 

Όσον αφορά τα ευρήματα στένωσης δύο αυχενικών μεσοσπονδυλίων διαστημάτων εξήγησε ο μάρτυρας πότε εμφανίζονται. Ως επίσης ανάφερε το εύρημα στην ακτινογραφία με το αυχενικό μεσοσπονδύλιο διάστημα είναι άσχετο με το ατύχημα. Εξήγησε παράλληλα γιατί θεωρεί ότι ο πόνος στον αυχένα και τα ευρήματα για θλάση αυχένα σχετίζονται με το ατύχημα. Διευκρίνισε ότι οι πόνοι στον αυχένα της Ενάγουσας ξεκίνησαν τη στιγμή του τραυματισμού. Διευκρίνισε κατά την αντεξέταση του επίσης ότι κτύπησε στον αριστερό ώμο αλλά πονούσε και στους δύο ώμους στην περιοχή των τραπεζοειδών, περιορισμό κίνησης είχε στον αριστερό ώμο.

 

Αναφορικά με το θέμα της φυσιοθεραπείας ανάφερε ότι η παραπομπή πρέπει να γίνεται γραπτώς με τον αριθμό φυσιοθεραπειών και το είδος φυσιοθεραπείας.

 

ΜΥ1

 

Ο ΜΥ1 είναι ορθοπαιδικός χειρουργός τραυματιολόγος. Κατάθεσε εκ μέρους της Εναγόμενης. Τα προσόντα του δεν αμφισβητήθηκαν. Κατάθεσε το Τεκμήριο 18, ιατρική γνωμάτευση που ετοίμασε ο ίδιος, το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε. Εξήγησε τι εξέταση έκανε ο ίδιος στην Ενάγουσα και που βασίστηκε για την εξέταση. Την εξέτασε 9 χρόνια μετά το ατύχημα. Όσον αφορά τη γνώμη του ότι δηλαδή η Ενάγουσα υπέστη τραυματισμό μαλακών μορίων στην περιοχή του αυχένα και κάκωση αριστερού βραχιονίου ως ανάφερε δέχεται τη γνώμη των συναδέλφων του που την εξέτασαν.

 

Επεσήμανε ότι ο φυσιοθεραπευτής ενεργεί με βάση τις οδηγίες του ορθοπαιδικού.

 

Αντεξεταζόμενος ανάφερε ότι υπήρχε ευθειασμός του αυχένα αλλά μικρός.  Ανάφερε επίσης ότι δεν μπορεί να αμφισβητήσει τα ευρήματα του ΜΕ7 από την εξέταση που έκανε στην Ενάγουσα το Φεβρουάριο 2016.

 

ΜΥ2

 

Ο οδηγός του οχήματος [ ], ασφαλισμένου της Εναγόμενης, ως μέρος της κυρίως εξέτασης του κατάθεσε το Έγγραφο Γ. Ως αναφέρει η σύγκρουση έγινε ενώ βρισκόταν στην οδό Αγίου Παύλου. Ισχυρίζεται ότι η Ιουλία Χριστοδούλου δεν είχε τη δέουσα προσοχή και προκάλεσε ατύχημα. Δε μετακίνησε το όχημα ως ανάφερε μέχρι να έρθει η οδική βοήθεια. Δεν παραδέχθηκε σε κανένα ότι ευθύνεται για το ατύχημα ούτε απολογήθηκε. Με βάση το Τεκμήριο 4 (φωτογραφία αρ. 1) ως ανάφερε το αυτοκίνητο του βρίσκεται πάνω στη γραμμή του αλτ στην οδό Αγίου Παύλου.

 

Αντεξεταζόμενος σε ερώτηση ως προς τις συνθήκες επέλευσης του συμβάντος αρχικά ανάφερε ότι η σύγκρουση έγινε στην οδό Αγίου Παύλου ενώ ήταν σταματημένος στο σημείο αλτ προκειμένου να κατευθυνθεί δεξιά, εντέλει κατά την αντεξέταση του  συμφώνησε ότι η σύγκρουση έγινε στην οδό Βουλγαροκτόνου. Επιπρόσθετα ανάφερε ότι προτού στρίψει δεξιά έλεγξε και τις δύο πλευρές του δρόμου αλλά δεν πρόλαβε να στρίψει γιατί χτυπήθηκε από το όχημα της Ιουλίας Χριστοδούλου. Στο μεταξύ ο ίδιος ανάφερε ότι δεν πρόσεξε καν αν ερχόταν αυτοκίνητο. Ανάφερε επιπροσθέτως α) ότι έβρεχε και ήταν λίγο «ψιλοχάλια», β) ότι η Ιουλία Χριστοδούλου μπορεί να είχε αναμμένα τα ψηλά φώτα. Παραμένει ως γεγονός ότι δεν πρόσεξε καν να κινείτο το αυτοκίνητο της Ιουλίας Χριστοδούλου στην οδό Βουλγαροκτόνου. Αρνήθηκε την θέση ότι εισήλθε στην οδό Βουλγαροκτόνου χωρίς να κάνει αλτ. Όταν του υποδείχθηκαν οι φωτογραφίες του τεκμηρίου 4 συμφώνησε ότι οι ζημιές του οχήματος της άλλης οδηγού (Ιουλίας Χριστοδούλου) ήταν στην αριστερή πλαϊνή μπροστινή πλευρά. Αποδέχθηκε ότι το όχημα του το μπροστινό μέρος αυτού βρισκόταν ως φαίνεται και στη φωτογραφία αρ. 1 του Τεκμηρίου 4 στην οδό Βουλγαροκτόνου αλλά αρνήθηκε ότι μετά το δυστύχημα μετακίνησε το όχημα του προς τα πίσω για να μπορούν να περνούν άλλα οχήματα και δη ότι η θέση που φαίνεται να βρίσκεται το όχημα δεν είναι η τελική. Επέμενε με βάση τη φωτογραφία αριθμός 1 του τεκμηρίου 4 ότι τα οχήματα δεν μετακινήθηκαν καθόλου και ότι βρίσκονταν εκεί στις τελικές τους θέσεις.

 

Παραθέτω επίσης αυτολεξεί το τι ανάφερε ο μάρτυρας σε σχέση με το άλλο όχημα. «Ναι εεν πρόσεξα καν αν έρχεται αυτοκίνητο. Εν την είδα καν, αλήθεια δεν επρόσεξα καν ότι έρχεται αυτοκίνητο. Μπορεί να έτρεχε, εν τούτο που σας είπα εν έχω ιδέα. Έν την πρόσεξα καν εγώ.»

 

Αναφορικά με τη θέση ότι μίλησε με αστυνομικό σε σχέση με το τροχαίο ατύχημα ενώ αρχικά ανάφερε ότι δε μίλησε με αστυνομικό στο τηλέφωνο για το ατύχημα παρά μόνο ότι παρουσιάστηκε στο τμήμα τροχαίας, εντέλει αναφέρε ότι μίλησε με κάποιον αστυνομικό 2-3 μέρες μετά το ατύχημα. Επίσης όταν ο μάρτυρας ερωτήθηκε που έγινε η σύγκρουση δε θυμόταν. Επέμενε ότι τα οχήματα στη φωτογραφία αρ. 1 του Τεκμηρίου 4 βρίσκονται στις τελικές τους θέσεις.

 

Αξιολόγηση

 

Για σκοπούς καλύτερης συνοχής ακολουθεί η αξιολόγηση πρωτίστως της μαρτυρίας σχετική με τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος και στη συνέχεια η παράθεση και αξιολόγηση της μαρτυρίας η οποία είναι σχετική με τις σωματικές βλάβες. Σημειώνω ότι προχώρησα στην αξιολόγηση της μαρτυρίας αφού παρακολούθησα τους μάρτυρες ενώ έδιδαν τη μαρτυρία τους και έλαβα υπόψη την ποιότητα της μαρτυρίας, τη σαφήνεια στον τρόπο απάντησης, στη φυσικότητα και  αμεσότητα των απαντήσεων, την ύπαρξη τυχόν συμφέροντος, τυχόν ουσιαστικές αντιφάσεις, τη μνήμη των μαρτύρων, τους λόγους που είχαν να τα θυμούνται αυτά κοσκινίζοντας τη μαρτυρία τους, συγκρίνοντας, συσχετίζοντας και αντιπαραβάλλοντας τούτη με τα όσα ανάφερε ο κάθε μάρτυρας ξεχωριστά.[2] Στην παρούσα διαδικασία παρατέθηκε επίσης και επιστημονική μαρτυρία. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι σε σχέση με τον εμπειρογνώμονα, αυτός οφείλει να εφοδιάσει το Δικαστήριο με όλα τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια και δεδομένα που θα του επιτρέψουν να καταλήξει σε δικαστική κρίση. Ενώ η μαρτυρία πραγματογνώμονα, κατά κανόνα θεωρείται μαρτυρία ανεξάρτητου μάρτυρα, η εκτίμηση της εν λόγω μαρτυρίας δε διαφέρει από την εκτίμηση της μαρτυρίας άλλων μαρτύρων. Και τούτο, επειδή οι κανόνες που διέπουν τη μαρτυρία των πραγματογνωμόνων είναι ίδιοι με τους κανόνες που διέπουν τη μαρτυρία όλων των άλλων μαρτύρων. Ένα πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ως εμπειρογνώμονας, με βάση, είτε τα ακαδημαϊκά του προσόντα είτε την πείρα του σ' ένα τομέα, η  οποία από μόνη της μπορεί να καταστήσει το μάρτυρα εμπειρογνώμονα ή πραγματογνώμονα. Το Δικαστήριο θα αξιολογήσει όλα τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, την όλη εντύπωση και τους λόγους που δίνει ο μάρτυρας για τα όσα κατάθεσε.[3]

 

Αναφορικά με τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος σχετική είναι η μαρτυρία των ΜΕ1, ΜΕ2, ME3, MY2. Η μαρτυρία των, ΜΕ2 (μέρος της μαρτυρίας της Ενάγουσας) ΜΕ4, ΜΕ5, ΜΕ6, ΜΕ7, ΜΥ1 σχετίζεται με τις ισχυριζόμενες σωματικές βλάβες και ειδικές ζημιές. 

 

Ευθύνη

 

ΜΕ1

 

Καταρχάς επισημαίνω ότι ο ΜΕ1 δεν εξέτασε το επίδικο ατύχημα ούτε κλήθηκε στο Δικαστήριο ως εξεταστής της υπόθεσης παρά μόνο για να παραθέσει στο Δικαστήριο τι του είπαν οι εμπλεκόμενοι με το ατύχημα οδηγοί. Η δε Ενάγουσα μαζί με την Ιουλία Χριστοδούλου είχαν μεταβεί εκεί, ενώ με το Χριστοδούλου, ο μάρτυρας μίλησε τηλεφωνικώς. Εξήγησε με σαφήνεια και ειλικρίνεια τι λέχθηκε μεταξύ του και των ενεχόμενων με το ατύχημα οδηγών. Δε διαπίστωσα να ενήργησε ο εν λόγω μάρτυρας μεροληπτικά ή να είχε οποιοδήποτε συμφέρον από την έκβαση της υπόθεσης. Κρίνω λοιπόν το μάρτυρα αυτό ως ανεξάρτητο μάρτυρα. Εξήγησε πως καταρτίστηκαν τα Τεκμήρια 1 και 2. Δεν έχω λόγο ώστε να μην αποδεχθώ ότι στο Τεκμήριο 1 κατέγραψε αυτά που του είπαν οι οδηγοί των οχημάτων. Δε παραβλέπω ότι ο ΜΕ1 δε θυμόταν ακριβώς τη στιχομυθία του με το Χριστοδούλου όμως βρίσκω λογικό κάποιος να μη θυμάται 8 χρόνια μετά το επίδικο συμβάν τι ακριβώς μπορεί να λέχθηκε σε τηλεφωνική συζήτηση. Σε κάθε περίπτωση είναι αποδεκτό ότι αυτά που κατέγραψε στο Τεκμήριο 1 προέκυψαν από τη συζήτηση που είχε μαζί του.

 

Η μαρτυρία του λοιπόν κρίνεται αποδεκτή.

 

 

ΜΕ2

 

Καταρχάς επισημαίνω ότι η Ενάγουσα εκτός από συνεπιβάτης στο όχημα που οδηγούσε η Ιουλία Χριστοδούλου υπήρξε και αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος. Έχω υπόψη μου όμως ότι η Ενάγουσα έχει συμφέρον από την έκβαση της υπόθεσης η μαρτυρία της οποίας προσεγγίζεται με προσοχή.

Παρακολουθώντας τη μάρτυρα διαπίστωσα ότι ο λόγος της υπήρξε σταθερός, σαφής, περιεκτικός. Ήταν αρκετά παραστατική ως προς το πως βίωσε το επίδικο συμβάν αλλά και το πως συνέβη η σύγκρουση. Η αξιοπιστία της δε κλονίστηκε κατά την αντεξέταση της. Ήταν σαφής στις θέσεις της όταν περιέγραψε τις φωτογραφίες του Τεκμηρίου 4. Μάλιστα σημείωσε στη φωτογραφία αριθμού 1 του Τεκμηρίου 4 το σημείο σύγκρουσης.

 

Αναφορικά με τις φωτογραφίες του Τεκμηρίου 4  σημειώνω ότι ούτε το περιεχόμενο ούτε η γνησιότητα των φωτογραφιών αμφισβητήθηκε. Είναι ορθό να επισημανθεί ότι μια φωτογραφία το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει αμφισβητηθεί μπορεί να γίνει αποδεκτή ως μαρτυρία για οποιοδήποτε σκοπό όπως για την παρουσίαση κάποιου χώρου κατά τον επίδικο χρόνο και τις συνθήκες που επικρατούσαν ούτως ώστε να μπορέσει το Δικαστήριο να προβεί σε ασφαλή ευρήματα. Εν προκειμένω και οι δύο πλευρές στηρίχθηκαν στο περιεχόμενο των φωτογραφιών του Τεκμηρίου 4 και 16.  Στη φωτογραφία αριθμού 1 του Τεκμηρίου 4 απεικονίζονται τα δύο ενεχόμενα με το ατύχημα οχήματα. Το όχημα που οδηγούσε η θυγατέρα της Ενάγουσας βρίσκεται σταματημένο στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας ενώ το όχημα που οδηγούσε ο Χριστοδούλου βρίσκεται σταματημένο στην πάροδο αλλά το μπροστινό μέρος του οχήματος βρίσκεται στην οδό Βουλγαροκτόνου. Η 2η και 3η φωτογραφία απεικονίζει τις ζημιές στο όχημα της Ιουλίας Χριστοδούλου που φαίνεται να είναι στο αριστερό μπροστινό πλαϊνό μέρος κάτω από το αριστερό μπροστινό φανάρι του οχήματος.

 

Σύμφωνα με την Ενάγουσα στη φωτογραφία αρ. 1 του Τεκμηρίου 4 τα οχήματα δε βρίσκονται στις τελικές τους θέσεις καθότι ο Χριστοδούλου αναγκάστηκε να μετακινήσει το όχημα του προς τα πίσω για να μπορούν να περνούν άλλα οχήματα που χρησιμοποιούσαν το δρόμο εφόσον η σύγκρουση έγινε εντός της οδού Βουλγαροκτόνου. Η θέση της Ενάγουσας ως προς το σημείο σύγκρουσης το οποίο σημείωσε με ένα σημαδάκι σε σχήμα αστέρι, με στυλό δεν αντικρούστηκε με άλλη αξιόπιστη μαρτυρία. Επισημαίνω ότι ο ΜΥ2 δεν ήταν σε θέση να υποδείξει σημείο σύγκρουσης. Μάλιστα πέραν των διάφορων υποβολών ότι η σύγκρουση έγινε στην πάροδο δεν παρουσιάστηκε άλλη μαρτυρία για το σημείο σύγκρουσης εκτός από γενικές αναφορές ότι έγινε στην οδό Αγίου Παύλου.  Η μαρτυρία της ως προς το σημείο σύγκρουσης αλλά και ότι το όχημα του Χριστοδούλου μετακινήθηκε προς τα πίσω κρίνεται πειστική και αληθής.

 

Το Τεκμήριο 3 πρόχειρο σχεδιάγραμμα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό καθότι όχι μόνο δεν εξηγήθηκε από το πρόσωπο που το ετοίμασε, το όνομα του οποίου είναι άγνωστο αλλά επιπροσθέτως το περιεχόμενο του έρχεται σε αντίθεση με τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο αλλά και με το περιεχόμενο των φωτογραφιών του Τεκμηρίου 4. Ακόμη και η ίδια η Ενάγουσα η οποία το κατέθεσε εν τέλει δεν το υιοθέτησε χωρίς αυτό όμως να συνεπάγεται κλονισμό της εν γένει  αξιοπιστίας της ως προς τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος.

 

Επισημαίνω ότι δεν αμφισβητείται ότι προτού γίνει το επίδικο συμβάν η Ενάγουσα ήταν συνοδηγός στο όχημα που οδηγούσε η θυγατέρα της Ιουλία Χριστοδούλου, ότι η οδηγός κινείτο ευθεία πορεία στην οδό Βουλγαροκτόνου στην αριστερή λωρίδα αλλά και ότι η Ενάγουσα με το αριστερό της χέρι κρατούσε πάνω στο χερούλι της αριστερής πόρτας. Επιπροσθέτως δεν αμφισβητείται ότι μετά το ατύχημα μετέβηκε στο ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, υποβλήθηκε σε ακτινογραφία και εξετάστηκε από τη ΜΕ5.

 

Παρατήρησα μια αντίφαση στη μαρτυρία της αφού στη γραπτή δήλωση λέει ότι μετέβηκε στο ΤΑΕΠ με ασθενοφόρο αλλά αντεξεταζόμενη ανάφερε ότι τη μετάφερε η θυγατέρα της. Η αντίφαση αυτή δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι πράγματι μετάβηκε στο ΤΑΕΠ. Η εν γένει αξιοπιστία της δε κλονίστηκε από αυτή τη αντίφαση. Παρατηρώ επίσης ότι δεν ερωτήθηκε σχετικά μ’ αυτό από το δικηγόρο της Εναγόμενης.

 

Η μαρτυρία της λοιπόν ως προς τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος κρίνεται πειστική και δη γίνεται αποδεκτή. Αναφορικά με τις σωματικές βλάβες που ισχυρίζεται ότι έχει υποστεί κρίνω ότι σε ορισμένα σημεία υπήρξε λίγο υπερβολική και φαίνεται να μεγαλοποίησε τους τραυματισμούς της ειδικότερα ως προς τις συνέπειες και επιπτώσεις των τραυματισμών της για τις οποίες όμως θα αναφερθώ αμέσως πιο κάτω. Αναφορικά όμως με τα όσα βίωσε κατά το επίδικο συμβάν υπήρξε σαφής.

 

ΜΕ4

 

Έχω υπόψη μου ότι η ΜΕ4 είναι η θυγατέρα της Ενάγουσας και οδηγός του οχήματος με αρ. εγγραφής KPB 970. Η μαρτυρία της σαφώς αντιμετωπίζεται με προσοχή. Σε γενικές γραμμές όμως περιέγραψε τα γεγονότα με επάρκεια σαφήνεια και πειστικότητα. Παρά το γεγονός ότι υπέπεσε σε κάποιες μικροαντιφάσεις η μαρτυρία της σε γενικές γραμμές δεν κλονίστηκε και γίνεται αποδεκτή. Επισημαίνω ότι η μάρτυρας σημείωσε με στυλό ένα τόξο στη φωτογραφία αρ. 1 ως η πορεία του οχήματος που ακολουθούσε θέση που δεν αντικρούστηκε επιτυχώς. Δεν αντικρούστηκε επίσης η μαρτυρία της ότι κατά τον επίδικο χρόνο η σύγκρουση συνέβη εντός της οδού Βουλγαροκτόνου. Έχω υπόψη μου και τη μαρτυρία του ΜΥ2 όπου εν τέλει παραδέκτηκε ότι η σύγκρουση έγινε στην οδό Βουλγαροκτόνου.

 

Η μαρτυρία της βρίσκεται σε πλήρη συνάφεια με τη μαρτυρία της Ενάγουσας αλλά συνάδει επίσης και με τη μαρτυρία του ΜΕ1.

 

Παρατηρώ επίσης ότι υποβλήθηκε γενικά στη μάρτυρα ότι δεν ήταν προσεκτική αλλά δεν τέθηκε τι ήταν αυτό που έκανε ώστε να μην ήταν προσεκτική. Υπενθυμίζω ότι η Εναγόμενη στο δικόγραφο της δεν έθεσε γεγονότα ούτε παράθεσε τη θέση της ως προς τις συνθήκες επέλευσης του συμβάντος ώστε να είναι σε θέση να αντικρούσει τη θέση της οδηγού του οχήματος KPB970 ως προς τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος

 

Η θέση που υποβλήθηκε στη μάρτυρα ότι το συμβάν έγινε στην οδό Αγίου Παύλου δε συνάδει ούτε με την υπόλοιπη μαρτυρία. Αν ανατρέξει κανείς στη φωτογραφία αριθμού 1 του Τεκμηρίου 4 θα δει ότι ακόμα και μετά που μετακίνησε το όχημα του ο Χριστοδούλου το μπροστινό μέρος αυτού βρισκόταν εντός της οδού Βουλγαροκτόνου. Ακόμα κι αν όμως γινόταν αποδεκτή η θέση ότι το όχημα του Χριστοδούλου βρισκόταν στην τελική του θέση, από το περιεχόμενο της φωτογραφίας αυτής φαίνεται ότι το μπροστινό μέρος του οχήματος του βρίσκεται εντός της οδού Βουλγαροκτόνου με κλίση προς τα δεξιά.

 

Επίσης ενώ υποβλήθηκε στη μάρτυρα ότι με την πορεία που είχε οι ζημιές στο όχημα της θα ήταν σε άλλο σημείο και όχι εκεί που ήταν εν τέλει οι θέσεις αυτές παρέμειναν μετέωρες εφόσον δεν παρουσιάστηκε μαρτυρία που να υποστηρίζει αυτό τον ισχυρισμό της Εναγόμενης. Το Δικαστήριο ελλείψει μαρτυρίας ως προς το που και πως θα ήταν οι ζημιές στα ενεχόμενα οχήματα ώστε να καταλήξει σε ευρήματα για το που έγινε το σημείο σύγκρουσης δεν μπορεί να προβαίνει σε εικασίες.

 

Υποδείχθηκε επίσης στη μάρτυρα η φωτογραφία Τεκμήριο 16 την οποία αναγνώρισε ότι αφορά φωτογραφία σχετική με το επίδικο ατύχημα. Παρόλο που αμφισβητήθηκε η εκδοχή της ότι ο Χριστοδούλου μετακίνησε το όχημα προς τα πίσω για να περνούν οχήματα, στην εν λόγω φωτογραφία απεικονίζεται ένα όχημα στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας στην οδό Βουλγαροκτόνου. Το Τεκμήριο 16 τραβήχθηκε μετά το ατύχημα όπως και το Τεκμήριο 4. Στο Τεκμήριο 4 δε φαίνεται να υπάρχει αυτοκίνητο. Ως εύλογα προκύπτει το όχημα που απεικονίζεται στο Τεκμήριο 16 δεν ήταν καθ’ όλη τη διάρκεια στον επίδικο χώρο και αυτό επιτρέπει στο Δικαστήριο να αποδεχθεί τον ισχυρισμό της ΜΕ4 ότι περνούσαν οχήματα από το δρόμο.

 

Ως αναφέρεται στην παρούσα η ΜΕ4 σημείωσε ένα τόξο στο Τεκμήριο 4 ως η πορεία που ακολουθούσε. Επισημαίνω ότι η μάρτυρας σημείωσε με τόξο την πορεία του οχήματος όχι το σημείο σύγκρουσης. Είναι παράλογο να θεωρηθεί ότι το τόξο που σημείωσε ως πορεία ότι θα έπρεπε να συνάδει με το σχήμα αστέρι που σημειώθηκε ως σημείο σύγκρουσης από την Ενάγουσα. Είναι ορθό να αναφερθεί σε κάθε περίπτωση ότι δε ζητήθηκε από τη μάρτυρα να υποδείξει το σημείο σύγκρουσης ούτε ερωτήθηκε εάν συμφωνεί με το σημείο που είχε τοποθετήσει η Ενάγουσα. Σε κάθε περίπτωση η θέση της ΜΕ4 από την αρχή ήταν ότι το ατύχημα συνέβη εντός της οδού Βουλγαροκτόνου ενώ αυτή κινείτο ευθεία πορεία θέση που γίνεται αποδεκτή.

 

Κρίνω λοιπόν τη μαρτυρία της ΜΕ4 ως αξιόπιστη σε σχέση με τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος.

 

ΜΥ2

 

Η μαρτυρία του ΜΥ2 αναφορικά με τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος αλλά και τι συνέβηκε μετά το ατύχημα δεν υπήρξε θετική. Σε ορισμένα σημεία της μαρτυρίας του υπήρξε ασαφής ή αντιφατικός. Επιπλέον παρατήρησα ότι  παράθεσε στην ακροαματική διαδικασία γεγονότα και ισχυρισμούς σχετικά με τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος για πρώτη φορά. Η Εναγόμενη στην Υπεράσπιση της αρνείται τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος αλλά δεν παραθέτει τα γεγονότα κάτω από τα οποία συνέβη το επίδικο συμβάν. Η απλή αναφορά ότι το ατύχημα συνέβη ενώ οδηγούσε ο ΜΥ2 το όχημα του στην οδό Αγίου Παύλου με κατεύθυνση δεξιά προς οδό Βουλγαροκτόνου δεν αναπληρώνει το κενό της δικογράφησης των ουσιωδών γεγονότων που απαιτείται να δικογραφούνται είτε στηρίζουν μια απαίτηση ή μια υπεράσπιση.

 

Η μαρτυρία λοιπόν που προώθησε στην ακροαματική διαδικασία μέσω του ΜΥ2 ότι δηλαδή αυτός ήταν σταματημένος πάνω στο αλτ και δεν πρόλαβε να στρίψει δεν έχει δικογραφηθεί. Παρόλα αυτά ενώ ισχυρίστηκε αρχικά ότι η σύγκρουση έγινε στον οδό Αγίου Παύλου και αυτό το ανάφερε επειδή κατά τη θέση του βρισκόταν πάνω στη γραμμή του αλτ, εντούτοις αντεξεταζόμενος παραδέχθηκε ότι η σύγκρουση έγινε εντός της οδού Βουλγαροκτόνου. Ως πρόκυψε από το σύνολο της μαρτυρίας δεν είδε την οδηγό του οχήματος [ ] καθόλου, δεν είδε καν ως ανάφερε ότι ερχόταν αυτοκίνητο αφήνοντας να νοηθεί ότι μπορεί η ΜΕ4 να οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα. Ανάφερε για πρώτη φορά ότι το όχημα εμφανίστηκε ξαφνικά. Επισημαίνω ότι δεν αμφισβητήθηκε ότι η Ιουλία Χριστοδούλου καθ’ όν χρόνο κινείτο στην οδό Βουλγαροκτόνου στην αριστερή λωρίδα με ευθεία πορεία. Επίσης ουδέποτε αποτέλεσε ισχυρισμό της Εναγόμενης ότι το όχημα εμφανίστηκε ξαφνικά ή ότι οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα η άλλη οδηγός.

 

Είναι άξιο απορίας που ο ΜΥ2 δεν είδε το όχημα. Υπενθυμίζω το ατύχημα έγινε ενώ ήταν βράδυ και μάλιστα ο ΜΥ2 ανάφερε ότι ενδεχομένως η Ιουλία Χριστοδούλου να είχε αναμμένα τα ψηλά φώτα. Δεν αντέχει στη βάσανο της λογικής να μην έβλεπε ένα όχημα που κινείτο στη δεξιά πλευρά με ευθεία πορεία νύκτα με αναμμένα τα φώτα. Οι εικασίες ότι μπορεί να έτρεχε δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.

Σε κάθε περίπτωση ο ΜΥ2 τα όσα ανάφερε στην απέλπιδα προσπάθεια του να δείξει ότι ο ίδιος δεν εισήλθε στην οδό Βουλγαροκτόνου αναφέρθηκε σε εικασίες δικές του αλλά και σε γεγονότα που ουδέποτε τέθηκαν στο δικόγραφο. Μάλιστα σε ερώτηση τι εννοεί ότι η Ιουλία Χριστοδούλου δεν ήταν προσεκτική και ότι δεν επέδειξε τη δέουσα παρατηρητικότητα υπολόγισε ότι θα έτρεχε. Είναι αξιοπερίεργο όμως το πως είκασε ότι έτρεχε εφόσον δεν την είδε καθόλου.

 

Επίσης ενώ επέμενε ότι δε μετακίνησε το όχημα του και ότι στις φωτογραφίες του Τεκμηρίου 4 βρίσκονται και τα δύο οχήματα στις τελικές τους θέσεις, οι απαντήσεις που έδωσε δεν ήταν πειστικές. Με την τοποθέτηση του ότι τα οχήματα ήταν στις τελικές τους θέσεις γεννάται επιπροσθέτως το ερώτημα που και πως έγινε η σύγκρουση, απάντηση την οποία δε μπόρεσε να δώσει ο μάρτυρας εφόσον το όχημα της Ιουλίας Χαραλάμπους βρισκόταν στην άλλη πλευρά του δρόμου και ως φαίνεται από τη φωτογραφία αρ. 1 του Τεκμηρίου 4 βρισκόταν μακριά από το δικό του. Υπενθυμίζω ότι η Ενάγουσα και η ΜΕ4, Ιουλία Χριστοδούλου επεξήγησαν με σαφήνεια που έγινε η σύγκρουση και πως βρέθηκαν τα οχήματα στις θέσεις που βρέθηκαν.  Η μαρτυρία του ΜΥ2 παρέμεινε ασαφής και δεν μπορεί το Δικαστήριο να βασιστεί σ’ αυτή για ασφαλή ευρήματα. Το μόνο σίγουρο ως προέκυψε από τη μαρτυρία του είναι ότι η σύγκρουση έγινε στην οδό Βουλγαροκτόνου. Ο ίδιος δεν πρόσεξε καν την Ιουλία Χριστοδούλου η οποία μάλιστα κρατούσε την αριστερή λωρίδα πορείας, στην οποία κινείτο νόμιμα και κανονικά.

 

Εν κατακλείδι η μαρτυρία του δεν είναι πειστική ούτε παρέχει εχέγγυα στο Δικαστήριο ώστε να βασιστεί σ’ αυτή για ασφαλή ευρήματα και έτσι απορρίπτεται.

 

Σωματικές βλάβες/ Ειδικές ζημιές

 

ΜΕ1

 

Για τη σοβαρότητα των τραυματισμών της  Ενάγουσας θα αξιολογηθεί η ιατρική μαρτυρία. Παρατηρώ όμως ότι η Ενάγουσα παρουσίασε τους τραυματισμούς της και τις συνέπειες αυτών με δόση υπερβολής. Ενώ δηλώθηκε εκ μέρους της κατά την  ακροαματική διαδικασία ότι δεν έχει μόνιμα κατάλοιπα σήμερα και ενώ δε δικογραφεί ότι σήμερα υποβάλλεται σε φυσιοθεραπείες τόνιζε εμφαντικά ότι μέχρι σήμερα ταλαιπωρείται, ότι ορισμένες φορές πονεί και υποβάλλεται σε φυσιοθεραπείες αλλά και ότι έχει μόνιμα κατάλοιπα. Επίσης δεν αρνήθηκε τη θέση του συνηγόρου της Εναγόμενης ότι μετά το ατύχημα οδηγούσε και καθάριζε το σπίτι της με τη μάρτυρα να λέει ότι «ναι καθάριζα το σπίτι μου». Η ίδια παρουσίασε ότι ήταν σε τόσο άσχημη κατάσταση που δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Παρόλα αυτά αποδέχομαι ότι τραυματίστηκε από το ατύχημα όμως θεωρώ ότι η Ενάγουσα προσέδωσε στους τραυματισμούς της μεγαλύτερη εμβέλεια.

 

Επισημαίνω ότι αντεξεταζόμενη είπε ότι δεν ανάφερε στο ΤΑΕΠ για ενόχληση ή πόνο στο δεξιό ώμο αλλά μόνο για πόνο στον αυχένα και στον αριστερό ώμο. Όταν επισκέφθηκε το ΜΕ7 ως ανάφερε ο πόνος στα αριστερά πρέπει να καταλάγιασε.

 

Αποδέχομαι επίσης τη θέση της ότι από το περιστατικό επηρεάστηκε ψυχοσυναισθηματικά γεγονός που την ώθησε να επισκεφθεί ψυχολόγο.

 

Δεν έχει αντικρουστεί η θέση της ότι έχει τραυματιστεί. Αποδέχομαι ότι τραυματίστηκε και ότι γι΄ αυτό το σκοπό μετάβηκε στο ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας.  Την εξήγηση που παρείχε σε σχέση με το Τεκμήριο 15 ως προς την ημερομηνία 05/12/2015 την αποδέχομαι ως λογική και ειλικρινή. Επισημαίνω δεν έχω ενώπιον μου μαρτυρία ότι η Ενάγουσα είχε παρόμοιο ατύχημα με το ατύχημα ημερομηνίας 25/12/2025. Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι υποβλήθηκε σε φυσιοθεραπείες στον αυχένα παρά μόνο η αναγκαιότητα αυτών.

 

Με εξαίρεση, επομένως τα σημεία που αναφέρω πιο πάνω, η μαρτυρία της Ενάγουσας είναι μερικώς αποδεκτή. Έχει κριθεί νομολογιακά ότι όταν ένας μάρτυρας κριθεί αξιόπιστος, το Δικαστήριο μπορεί να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας του και να απορρίψει άλλο.[4]

 

Όσον αφορά τη μαρτυρία των ΜΕ5, ME7 και ΜΥ1 παρόλο που δεν αμφισβητήθηκαν τα προσόντα τους τα έχω εξετάσει αυτά και κρίνω ότι είναι εμπειρογνώμονες στην ειδικότητά τους έχοντας κατά νου τις αρχές που καθορίζουν πότε ένας μάρτυρας είναι εμπειρογνώμονας.[5] Επισημαίνω ότι τόσο ο ΜΕ7 όσο και ο ΜΥ1 είναι ορθοπαιδικοί χειρουργοί, τραυματιολόγοι. H ME5 είναι ιατρός ειδικός παθολόγος η οποία στα πλαίσια των καθηκόντων της στο ΤΑΕΠ εξέτασε την Ενάγουσα και πρόβηκε σε ευρήματα. Με βάση την εμπειρία της σαν γιατρός στο ΤΑΕΠ αλλά και με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι η ΜΕ5 μπορούσε να διαγνώσει την Ενάγουσα, να εκδώσει πιστοποιητικό ασθενείας, να δώσει συστάσεις και να ετοιμάσει ιατρική έκθεση και δη ότι κατείχε τις επιστημονικές γνώσεις να το πράξει τούτο.

 

ΜΕ5

 

Η μάρτυρας ήταν σαφής και ξεκάθαρη πως προέκυψε το εύρημα της για θλάση αυχένα. Οι εξηγήσεις που παράθεσε σε συνάρτηση με το εύρημα της ακτινογραφίας είναι επεξηγηματικές και τεκμηριωμένες ώστε να μπορώ να προβώ σε εύρημα σύνδεσης της θλάσης αυχένα με το ατύχημα. Εξήγησε το λόγο που δε ψηλάφησε τον αυχένα. Επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε εξωτερική κάκωση στον αυχένα αλλά ότι υπέστη μόνο θλάση αυχένα. Εξήγησε επίσης για ποιο λόγο δεν απόδωσε τη θλάση αυχένα (αυχενική λόρδωση που διαπίστωσε στην ακτινογραφία) σε άλλο αίτιο εκτός από το ατύχημα. Υπενθυμίζω ότι με το εύρημα για θλάση αυχένα και κάκωση αριστερού βραχιονίου το οποίο προκλήθηκε στην Ενάγουσα μετά το τροχαίο συμφώνησε σε κάθε περίπτωση και ο ΜΥ2 ιατρός ο οποίος κατάθεσε εκ μέρους της Εναγόμενης. Είναι αποδεκτά επίσης και τα λοιπά της ευρήματα από την κλινική εξέταση σε σχέση με το αριστερό άνω άκρο και την ευαισθησία που είχε εντοπίσει στον ώμο.

 

Οι εξηγήσεις της ως προς το εάν μπορεί να συστήσει σε ασθενείς φυσιοθεραπεία ήταν κατατοπιστικές. Επισημαίνω ότι δεν αμφισβητήθηκε ότι σύστησε στην Ενάγουσα να υποβληθεί σε φυσιοθεραπείες, να κάνει χρήση κολλάρου και να λάβει αναλγητική θεραπεία αλλά αμφισβητήθηκε κατά πόσο μπορούσε να συστήσει ή να παραπέμψει σε φυσιοθεραπεία.

 

Εξήγησε επίσης με ποιο σκεπτικό δόθηκε το πιστοποιητικό ασθενείας μόνο για τις εργάσιμες μέρες. Υπενθυμίζω ότι ήταν μέρες εορτών και κάποιες μέρες ήταν αργία. Η πλευρά της Εναγόμενης εισηγείται ότι είναι λάθος το σκεπτικό και ο τρόπος χορήγησης άδειας ασθενείας. Αυτό όμως δε μπορεί να ανατρέψει το γεγονός ότι η Ενάγουσα έχρηζε άδειας ασθενείας η οποία της χορηγήθηκε και ότι επέστρεψε στην εργασία της αμέσως μετά το πέρας των εορτών των Χριστουγέννων.

 

Η ΜΕ5 πέραν των πιο πάνω ως φάνηκε είναι αντικειμενική και ανεξάρτητη μάρτυρας. Κρίνω ότι προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια. Κρίνω επίσης ότι η επιστημονική της μαρτυρία παρείχε τα εχέγγυα ώστε να μπορώ να βασιστώ σ’ αυτήν με ασφάλεια.

 

ΜΕ7

 

Ο ΜΕ7 εξέτασε την Ενάγουσα 45 μέρες μετά το επίδικο ατύχημα. Eκτός από θλάση αυχένα, ο ΜΕ7 διέγνωσε επιπροσθέτως παρασπονδύλια μυικό σπασμό, επώδυνο περιορισμό κίνησης, σύνδρομο πρόσκρουσης με τενοντίτιδα στο δεξιό ώμο. Ως ανάφερε δια ζώσης αλλά και ως γράφει στην έκθεση του (βλ. Τεκμήριο 7) όταν την είδε τα παράπονα της αφορούσαν και άλλα θέματα εκτός από τον αυχένα όπως πόνο και στους δύο ώμους, περιορισμό κίνησης, ζητήματα τα οποία ήταν εις γνώση και των γιατρών στο ΤΑΕΠ. Ανάφερε επίσης ότι τα πιο πάνω προβλήματα και πόνοι στους ώμους τα είχε η Ενάγουσα από την αρχή. Επιπροσθέτως στην έκθεση (Τεκμήριο 7) γράφει ότι η Ενάγουσα παραπονέθηκε για επιδείνωση του πόνου στο δεξί ώμο, και περιορισμό της κίνησης του τα οποία προέκυψαν αμέσως μετά το ατύχημα. Συγκεκριμένα στο Τεκμήριο 7 γράφει: «In addition, the patient reported right sided shoulder pain and abduction and on rotational movements originating shortly after the time of the accident». Eπισημαίνω ότι η διόρθωση που έκανε ο γιατρός σχετικά με την έκθεση του λέγοντας ότι ήθελε να γράψει για τον αριστερό ώμο δεν αφορούσε αυτή την πρόταση αλλά διάβασε συγκεκριμένη πρόταση χωρίς να πει ότι η διόρθωση αφορούσε στο σύνολο της έκθεσης του. βλ. πρακτικά διαδικασίας ημερομηνίας 21/01/2025 σελίδα 2. Παρόλο που κατά την αντεξέταση του ανάφερε ότι εκ λάθους κατέγραψε στην έκθεση του ότι ο πόνος, ο περιορισμός της κίνησης και η τενοντίτιδα αφορούσε κυρίως τον αριστερό ώμο και όχι το δεξί ώμο, εντούτοις υπενθυμίζω ότι η ίδια η Ενάγουσα ανάφερε κατά τη δια ζώσης μαρτυρία της, ότι επισκέφθηκε το ΜΕ7 επειδή ξεκίνησε να έχει πόνους κυρίως στο δεξί της ώμο και ότι μάλλον είχε καταλαγιάσει ως ανάφερε ο πόνος στον αριστερό της ώμο. Στο δικόγραφο της επίσης η Ενάγουσα καταγράφει τις σωματικές βλάβες με έμφαση στο δεξί ώμο και όχι στον αριστερό. Συγκεκριμένα στην Έκθεση Απαίτηση της στην παράγραφο 8 (δ) ΙΙ καταγράφονται τα ακόλουθα: «Πόνο στον δεξιό ώμο, συγκεκριμένα κατά την απαγωγή του ώμου και κατά τις περιστροφικές κινήσεις, ο οποίος άρχισε λίγο μετά το δυστύχημα. (ε) Κατά την κλινική εξέταση διαπιστώθηκε: I. Σοβαρή ευαισθησία επί των σπονδυλικών σωμάτων C4/5/6 και ειδικότερα επί των δεξιών παρασπονδυλικών μυών στην περιοχή εκείνη…..III. Πόνος κατά την εξέταση στο δεξιό ώμο καθώς και επίπονη κίνηση πέραν των 60 μοιρών, καταδεικνύοντας τενοντίτιδα υπερακανθίου (supraspinatous tendinitis) και σύνδρομο πρόσκρουσης (impringement syndrome).» Αν τελικά οι ενοχλήσεις και διάγνωση αφορούν τον αριστερό ώμο αυτό συνεπάγεται ότι τα όσα δικογράφησε ως τραυματισμοί και ζημιές η Ενάγουσα σχετικά με το δεξί ώμο ότι παραμένουν αστήριχτα.

 

Επισημαίνω επίσης ότι αυτά τα οποία ανάφερε ο μάρτυρας ότι δηλαδή γνώριζαν οι γιατροί στο ΤΑΕΠ ότι η Ενάγουσα είχε ενοχλήσεις και πόνο στους ώμους ή ότι η Ενάγουσα είχε αμέσως μετά το ατύχημα πόνους σχετικά με το δεξί ώμο της έρχονται σε αντίφαση με τη μαρτυρία της ΜΕ5 αλλά και της ίδιας της Ενάγουσας. Αρχικά η Ενάγουσα ως ανάφερε δια ζώσης κατά το χρόνο του ατυχήματος δεν αντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα στο δεξί ώμο αλλά στο αριστερό χέρι και για τον αριστερό ώμο παραπονέθηκε μόνο για ευαισθησία. Η ΜΕ5 ανάφερε ότι δεν της παραπονέθηκε η Ενάγουσα για πόνο στο δεξί ώμο. Επισημαίνω ότι η Ενάγουσα όταν επισκέφθηκε το ΜΕ7 είχε πόνους κυρίως ως ανάφερε στο δεξί ώμο. Τα όσα αναφέρθηκαν προκαλούν σύγχυση.

 

Στο Τεκμήριο 7 επίσης γράφει ότι στο δεξί ώμο διαπίστωσε ο ΜΕ7 περιορισμό κίνησης, τενοντίτιδα και σύνδρομο πρόσκουσης το οποίο προυπήρχε. Τα ευρήματα στα οποία κατέληξε πέραν της θλάσης αυχένος για μυικό σπασμό κτλ τα διέγνωσε με βάση την κλινική εικόνα 45 μέρες μετά και προφανώς με βάση του τι είπε η Ενάγουσα.

 

Εξήγησε πως κατά τη γνώμη του προήλθαν οι πόνοι στους ώμους αποδίδοντας το στο τράνταγμα κατά τη διάρκεια του τροχαίου ατυχήματος όσον αφορά τον περιορισμό στην κίνηση. Σημειώνω ότι ως εξήγησε ο μάρτυρας το σύνδρομο πρόσκρουσης το είχε η Ενάγουσα σαν προ υπάρχον πρόβλημα το οποίο επιδεινώθηκε και έφερε στην επιφάνεια σύμπτωμα με φλεγμονές στους τένοντες στους ώμους. Όμως με βάση τα όσα ανάφερε δε φαίνεται να συνδέθηκε η τενοντίτιδα και φλεγμονή στους ώμους με το τροχαίο ατύχημα. Υπενθυμίζω ότι τα ευρήματα του πρόκυψαν με βάση τα όσα του είπε η Ενάγουσα. Στο μάρτυρα φαίνεται να είπε ότι λίγο μετά το ατύχημα πονούσε και στους δύο ώμους. Όμως η Ενάγουσα στο Δικαστήριο ανάφερε ότι δεν πονούσε μετά το ατύχημα το δεξί ώμο. Ούτε ανάφερε κάτι τέτοιο στη ΜΕ5 ούτε στη ΜΕ6 φυσιοθεραπεύτρια.

 

Ο ΜΥ1 δεν αμφισβητεί τα ευρήματα ούτε της ΜΕ5 ούτε του ΜΕ7. Το ερώτημα όμως είναι κατά πόσο τα ευρήματα του ΜΕ7 σε σχέση με την τενοντίτιδα και περιορισμό κίνησης ειδικότερα ως προς το δεξί ώμο (που είναι και η δικογραφημένη εκδοχή της Ενάγουσας) συνδέονται με το ατύχημα. Ο ΜΕ7 μπορεί να διάγνωσε περιορισμό κίνησης ή και πόνο αλλά ενόψει του ότι η Ενάγουσα δεν παραπονέθηκε για πόνο στους ώμους παρά για ευαισθησία στον αριστερό ώμο ούτε είχε περιορισμό στις κινήσεις της από την αρχή δεν μπορεί με ασφάλεια να συναχθεί εύρημα ότι τα περαιτέρω ευρήματα που διέγνωσε ο ΜΕ7 εκτός από θλάση αυχένα ότι προκλήθηκαν στην Ενάγουσα από το ατύχημα. Ανάφερε ότι του είπε ότι οι πόνοι ξεκίνησαν από τότε. Όμως η ίδια αναφέρθηκε για πόνο στον αυχένα. Ακόμα και η φυσιοθεραπεύτρια της ΜΕ6 ανάφερε ότι δεν της παραπονέθηκε για πόνο στους ώμους.  Σε κάθε περίπτωση δεν εξηγήθηκε στο Δικαστήριο η σύνδεση πόνου στο δεξί ώμο 45 μέρες μετά το ατύχημα. Ακόμη δηλαδή κι αν γίνει αποδεκτή η θέση της Ενάγουσας ότι άρχισε να πονεί το δεξί ώμο δεν καταδείχθηκε αυτή η σύνδεση. Αναφορικά με τον αριστερό ώμο είχε παρατηρηθεί ευαισθησία αλλά η ίδια ανάφερε ότι καταλάγιασε ο πόνος όταν πήγε στο γιατρό.

 

Επιπροσθέτως κρίνω ορθό να αναφέρω ότι το γεγονός ότι μέσω του Τεκμηρίου 7 δόθηκε έμφαση σε πρόβλημα στο δεξί ώμο  με περιορισμό κίνησης, τενοντίτιδα και σύνδρομο πρόσκρουσης, εντούτοις στην ακροαματική διαδικασία δόθηκε έμφαση στον αριστερό ώμο. Σαφώς υπάρχει μια ασάφεια ειδικότερα σε σχέση με αυτά που ανάφερε η Ενάγουσα.

 

Ο ρόλος ενός εμπειρογνώμονα στο Δικαστήριο είναι να παράσχει στο Δικαστήριο τεκμηριωμένα τα ευρήματα και συμπεράσματα του αναλόγως της ειδικότητας του ώστε να βοηθήσει το Δικαστήριο να βασιστεί σ’ αυτήν στα θέματα της ειδικότητας του. Εν προκειμένω ο ΜΕ7 εξέτασε μόνο μια φορά τον Ενάγουσα και ως φάνηκε στήριξε τα ευρήματα του σε κλινική εξέταση αλλά και στο τι του είπε η Ενάγουσα η οποία Ενάγουσα ως πρόκυψε από το σύνολο της μαρτυρίας δεν είχε ενοχλήσεις ή πόνο στο δεξί ώμο από την αρχή εκτός από ευαισθησία στον αριστερό ώμο, ούτε κάτι τέτοιο ανάφερε στη φυσιοθεραπεύτρια. Η Ενάγουσα επίσης είχε παραπεμφθεί από το ΤΑΕΠ για περαιτέρω εξέταση στην κλινική καταγμάτων αλλά δεν πήγε ούτε αναζήτησε άλλη ιατρική συμβουλή. Εύλογα διερωτάται κανείς ο λόγος που δεν αναζήτησε ιατρική συμβουλή νωρίτερα ή και πριν υποβληθεί σε φυσιοθεραπεία για τους ώμους της εάν πράγματι είχε τόσο έντονους πόνους και περιορισμό κίνησης ως ανάφερε στο ΜΕ7. Όπως εύλογα διερωτάται κανείς ως προς το λόγο που δεν ανάφερε κάτι σχετικό στη φυσιοθεραπεύτρια την οποία επισκέφθηκε πριν να επισκεφθεί το ΜΕ7.

 

Εν κατακλείδι ενόψει του ότι τα ευρήματα του ΜΕ7 δεν έχουν συνδεθεί με το ατύχημα πέραν της θλάσης του αυχένα το Δικαστήριο δεν μπορεί να βοηθηθεί περαιτέρω ούτε να στηριχθεί στο περιεχόμενο της έκθεσης.

 

Όσον αφορά τα ποσά που πληρώθηκε ο μάρτυρας ως το Τεκμήριο 10 δεν έχει αμφισβητηθεί ότι αυτά καταβλήθηκαν στο ΜΕ7 για τις υπηρεσίες του.

 

ΜΥ1

 

Επισημαίνω ότι ο ΜΥ1 εξέτασε την Ενάγουσα 9 χρόνια μετά το ατύχημα. Τα όσα φαίνεται να διέγνωσε κατά την κλινική εξέταση δεν αμφισβητούνται και γίνονται αποδεκτά. Ο ΜΥ1 ως ανάφερε δε αμφισβητεί τα ευρήματα των συναδέλφων του. Μάλιστα αποδέχεται ότι κατά τον επίδικο χρόνο η Ενάγουσα υπέστη τραυματισμό μαλακών μορίων στην περιοχή του αυχένα και πιθανή κάκωση αριστερού βραχιονίου. Εξήγησε τις θέσεις του.

 

Ο μάρτυρας παρείχε τις θέσεις του και επί των ευρημάτων των ακτινογραφιών αλλά σχολίασε και τα ευρήματα των ΜΕ5 και ΜΕ7.  Το γεγονός ότι δεν αμφισβήτησε τα ευρήματα του ΜΕ7 αυτό δε συνεπάγεται ότι έχουν συνδεθεί με το τροχαίο ατύχημα. Ο μάρτυρας εξήγησε με επάρκεια και πειστικότητα το λόγο που θεωρεί ότι η τενοντίτιδα δε συνδέεται με το τροχαίο ατύχημα 45 μέρες μετά. Οι εξηγήσεις του ήταν σαφείς και επεξηγηματικές. Ως προς τα λοιπά η μαρτυρία του δεν προσφέρει κάτι στα επίδικα θέματα εφόσον η εξέταση του έγινε 9 χρόνια μετά.

 

Κρίνω ορθό να αναφέρω ότι κατά την αντεξέταση του ΜΥ1 ο οποίος σχολίασε το εύρημα του ΜΕ7 για σύνδρομο πρόσκρουσης και τενοντίτιδα στον δεξιό ώμο και ενώ είχε ήδη καταθέσει ο ΜΕ7 δεν ερωτήθηκε η γνώμη του σχετικά με το ότι ενδεχομένως το εύρημα να αφορούσε τον αριστερό ώμο και όχι το δεξί. Επισημαίνω ότι ο ΜΥ1 δεν αμφισβήτησε τα ευρήματα του ΜΕ7 αλλά κατά την κυρίως εξέταση του κλήθηκε και σχολίασε το αίτιο πρόκλησης των ευρημάτων όπως η τενοντίτιδα και σύνδρομο πρόσκρουσης που διαπίστωσε ο ΜΕ7 το Φεβρουάριο 2016, παραθέτοντας τη γνώμη του.

 

Σε γενικές γραμμές από το σύνολο της μαρτυρίας οι βλάβες δεν είναι μόνιμης μορφής και ούτε της σοβαρότητας που προσπάθησε να παρουσιάσει η Ενάγουσα. Κρίνω ως ορθή τη γνώμη του ΜΥ1 ότι δεν ήταν σοβαρής μορφής οι τραυματισμοί.

 

ΜΕ3

 

Ο ΜΕ3 παράθεσε τα προσόντα και εμπειρία του. Με βάση τα όσα κατάθεσε κρίνω ότι έχει τη γνώση και εμπειρία να παρέχει τις επιστημονικές του γνώσεις στον τομέα ειδικότητας του. Κρίνω επιπροσθέτως ότι ο μάρτυρας παράθεσε με αντικειμενικότητα και τεκμηριωμένα τα ευρήματα του σχετικά με την Ενάγουσα και δη σχετικά με τις ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες που αντιμετώπισε η Ενάγουσα μετά το επίδικο ατύχημα. Τα ευρήματα του προκύπτουν από την κλινική εξέταση και οι διαπιστώσεις του προκύπτουν όχι απ΄ αυτά που του είπε η Ενάγουσα αλλά από τα όσα ο ίδιος διαπίστωσε. Ο μάρτυρας ήταν σαφής όταν εξήγησε ότι μπορεί κάποιο άτομο να επανέλθει στα καθήκοντα του και καθημερινές δραστηριότητες του αλλά συνεχίζουν να παρουσιάζουν μετατραυματικό στρεςς. Ο ίδιος από τις συναντήσεις του ήταν σε θέση να κρίνει ότι η Ενάγουσα παρουσίαζε μέχρι το Φεβρουάριο 2016 μετατραυματικό στρες.

 

Θεωρώ ότι μπορώ να βασιστώ με ασφάλεια στα ευρήματα του.

 

ΜΕ6

 

Τα προσόντα εμπειρία και ειδικότητα της ΜΕ6 ως φυσιοθεραπεύτρια δεν έχουν αμφισβητηθεί.  Ως και η ίδια ανάφερε δεν είναι ιατρός. Οι οποιεσδήποτε αναφορές της περί διάγνωσης δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Για παράδειγμα η ίδια ως ανάφερε θεώρησε το περιστατικό ως οξύ. Το τι συνεπάγεται οξύ και εάν αυτό συνδέεται με τη σοβαρότητα τραυματισμού δεν έχει εξηγηθεί. Σε κάθε περίπτωση με βάση τη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή η θλάση αυχένα δεν ήταν σοβαρής μορφής. Είναι ξεκάθαρο στην παρούσα περίπτωση ότι η ΜΕ6 προχώρησε σε φυσιοθεραπεία χωρίς να μιλήσει με κάποιο θεράποντα ιατρό εφόσον τότε δεν είχε αποταθεί η Ενάγουσα σε ειδικό ιατρό. Κάποιος φυσιοθεραπευτής μπορεί εάν του ζητηθεί από κάποιο πρόσωπο να του παράσχει υπηρεσίες. Εν προκειμένω από το ΤΑΕΠ υπήρχε μόνο σύσταση για φυσιοθεραπεία. Σαφώς είχε κρίνει η ΜΕ5 ότι θα έπρεπε να υποβληθεί σε φυσιοθεραπεία. Δεν έχω λόγο να μην αποδεχθώ ότι η ΜΕ6 υπέβαλε την Ενάγουσα σε 15 φυσιοθεραπείες αξίας 25 ευρώ η κάθε μία και ότι πράγματι η ΜΕ6 παρείχε τις υπηρεσίες της στα πλαίσια της ειδικότητας της. Λαμβάνω υπόψη μου ότι οι υπηρεσίες της παρασχέθηκαν χωρίς παραπομπή από ιατρό αλλά μόνο μετά από σύσταση την οποία μπορούσε να δώσει η ΜΕ5. Κατά συνέπεια αποδέχομαι ότι ήταν αναγκαία η φυσιοθεραπεία στην Ενάγουσα σχετικά με τη θλάση αυχένα που είχε διαγνώσει η ΜΕ5.

 

Λαμβάνω υπόψη μου ότι σύμφωνα με το ΜΕ7 και το ΜΥ1 η παραπομπή (όχι σύσταση) σε φυσιοθεραπεία γίνεται γραπτώς με αναφορά για το πόσες φυσιοθεραπείες και πως θα γίνουν αυτές όμως έχω κατά νου τον περί Εγγραφής Φυσιοθεραπευτών Νόμο 1989 άρθρο 9 όπου παρέχεται η δυνατότητα σε ένα φυσιοθεραπευτή να δεχθεί ένα ασθενή χωρίς παραπομπή από ιατρό. Κατ’ επέκταση με βάση την ειδικότητα της μπορούσε να αποφασίσει για το είδος της θεραπείας. Επισημαίνω ότι η ΜΕ5 σύστησε φυσιοθεραπεία και ο ΜΥ1 δεν αμφισβήτησε ότι θα έπρεπε να υποβληθεί σε φυσιοθεραπεία. Όμως η μαρτυρία της ΜΕ6 ότι έπρεπε να γίνουν 15 φυσιοθεραπείες δεν έχει επεξηγηθεί με επάρκεια. Ανάφερε ότι η ίδια επέλεξε να γίνουν. 15 συνεδρίες ενώ ένα κύκλος φυσιοθεραπειών είναι 12  επειδή το περιστατικό ήταν οξύ. Δεν έχει αντικρουστεί με άλλη μαρτυρία η θέση ότι ένας κύκλος φυσιοθεραπείας αντιστοιχεί σε 12 συνεδρίες. Δεν έχω πειστεί για την αναγκαιότητα των 15 συνεδριών. Ενόψει του ότι όμως ένα κύκλος συνεδριών είναι 12 συνεδρίες κρίνω ότι 12 συνεδρίες ήταν αναγκαίες για τη θλάση αυχένα.  Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι για κάθε συνεδρία πληρωνόταν 25 ευρώ.

 

Σύνοψη ευρημάτων

 

Επί τη βάση λοιπόν της αξιολόγησης της μαρτυρίας, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα αναφορικά με τα γεγονότα:

 

Περί την 25/12/2015  η Ενάγουσα  βρισκόταν συνεπιβάτης/συνοδηγός στο αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής [ ] που οδηγούσε η θυγατέρα της Ιουλία Χριστοδούλου  η οποία οδηγούσε εντός της οδού Βουλγαροκτόνου στο Καιμαικλί επαρχία Λευκωσίας με κατεύθυνση από την οδό Στασίνου προς την οδό Χαλεύκας, κρατώντας την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας ως η πορεία της. Η Εναγόμενη είναι ασφαλιστική εταιρεία. Το όχημα [ ] ήταν ασφαλισμένο στην Εναγόμενη.

 

Ο Αντώνης Χριστοδούλου ασφαλισμένος της Εναγόμενης οδηγούσε το όχημα με αρ. εγγραφής [ ] στην οδό Αγίου Παύλου παρόδου της οδού Βουλγαροκτόνου με κατεύθυνση την οδό Βουλγαροκτόνου. Κινείτο στα αριστερά της πορείας της οδηγού η οποία καθ’ όν χρόνο κινείτο σε ευθεία πορεία. Ο Χριστοδούλου εξήλθε από την πάροδο (οδό Αγίου Παύλου) και εισήλθε στην οδό Βουλγαροκτόνου αποκόπτοντας τη πορεία του οχήματος που οδηγούσε η Ιουλία Χριστοδούλου. Η σύγκρουση έγινε στην οδό Βουλγαροκτόνου.

 

Η Ενάγουσα κτυπήθηκε από την αριστερή πλευρά. Κρατούσε το χερούλι της πόρτας με το αριστερό της χέρι.

 

Μετά το ατύχημα η Ενάγουσα μετέβηκε με τη θυγατέρα της στο ΤΑΕΠ έγινε ακτινολογικός έλεγχος αυχενικής μοίρας σπονδυλικής στήλης, αριστερού ώμου, αριστερού βραχιονίου, στέρνου και θώρακος χωρίς εμφανές κατάγματα. Η Ενάγουσα ανάφερε αυχεναλγία, ναυτία, ευαισθησία στον αριστερό ώμο-ωμοπλάτη και στο αριστερό βραχιονίου. Από το ατύχημα υπέστη θλάση αυχένα, πιθανή κάκωση αριστερού βραχιονίο. Οι τραυματισμοί δεν ήταν σοβαρής μορφής. Δεν είχε περιορισμό κίνησης στο αριστερό ώμο όταν εξετάστηκε από το ΤΑΕΠ παρά μόνο ευαισθησία. Φόρεσε κολλάρο και της δόθηκαν για λίγες μέρες αναρρωτική άδεια ως το Τεκμήριο 5. Επέστρεψε στην εργασία της μετά το πέρας των εορτών των Χριστουγέννων. Της συνεστήθηκε η χρήση αναλγητικών φαρμάκων και φυσιοθεραπείας. Η Ενάγουσα επισκέφθηκε τη ΜΕ6 και ζήτησε να της κάνει φυσιοθεραπείες στον αυχένα. Ακολούθησε φαρμακευτική αγωγή. Περί το Φεβρουάριο 2016 επισκέφθηκε τον ορθοπαιδικό ιατρό Δρ. Κρουσιόφσκι. Επίσης μετά το ατύχημα αντιμετώπιζε ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες. Επισκέφθηκε το ΜΕ3 Ψυχολόγο ο οποίος ετοίμασε γνωμάτευση για την Ενάγουσα ως το Τεκμήριο 8 στο οποίο περιγράφονται οι διαπιστώσεις του για μετατραυματικό στρες που βίωνε περί το Φεβρουάριο 2016.

Η Ενάγουσα σήμερα δεν αντιμετωπίζει κάποια μόνιμη βλάβη ή λειτουργικό πρόβλημα σχετικό με το ατύχημα.

Ο Αντώνης Χριστοδούλου παραδέχθηκε στο ΜΕ1 ότι το ατύχημα έγινε ως περιγράφηκε από τη ΜΕ2 και ΜΕ4.

 

Νομική Πτυχή

Πρωτίστως να αναφερθεί ότι το βάρος απόδειξης της απαίτησης το φέρει η Eνάγουσα στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.[6] Θα πρέπει δηλαδή να παρουσιάσει επαρκή και αξιόπιστη μαρτυρία με την απαραίτητη αποδεικτική βαρύτητα ώστε να αποσείσουν το βάρος απόδειξης που τους βαραίνει. Το κριτήριο είναι να ικανοποιηθεί το Δικαστήριο με επαρκή στοιχεία ότι η θέση του είναι πιο πιθανή[7].

Σε υποθέσεις αμέλειας το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει πρωτίστως το θέμα της ευθύνης. Η στοιχειοθέτηση του αστικού αδικήματος της αμέλειας ουσιαστικά είναι θέμα γεγονότων και αποφασίζεται με βάση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε υπόθεσης.[8] Η ίδια η αμέλεια ως αστικό αδίκημα δεν μπορεί να εξετάζεται αφηρημένα, αλλά πάντοτε σε συνάρτηση με το συγκεκριμένο πρόσωπο που την επικαλείται και με αναφορά στην παράλειψη που προκάλεσε τη ζημιά.[9] Τα συστατικά στοιχεία που πρέπει να αποδειχθούν σε κάθε αγωγή για αμέλεια είναι τα ακόλουθα τρία: (1) αμελής πράξη ή παράλειψη, (2) υποχρέωση επιμέλειας προς το ζημιωθέν πρόσωπο και (3) πρόκληση ζημιάς.  Ο εναγόμενος για να υπέχει ευθύνη πληρωμής αποζημιώσεων για το αστικό αδίκημα της αμέλειας πρέπει να αποδειχθεί ότι: (α) απέτυχε να επιδείξει επιμέλεια, (β) υπείχε υποχρέωση επιμέλειας προς το ζημιωθέν πρόσωπο και (γ) η αποτυχία του να επιδείξει επιμέλεια ήταν η αιτία που προκάλεσε τη ζημιά. Tο καθήκον για επιμέλεια γεννάται αφότου η διακίνηση άλλων προσώπων καθιστά εξ αντικειμένου μέριμνα του προσώπου που χρησιμοποιεί το δρόμο στη λήψη προφυλακτικών μέτρων για την προστασία της ασφάλειας τους.[10]

Η  συμπεριφορά ενός οδηγού εξετάζεται και κρίνεται με βάση το επίπεδο του μέσου συνετού ανθρώπου, δηλαδή με βάση την αντίληψη ενός συνηθισμένου οδηγού όχι και του ενεχόμενου οδηγού[11], δε προσδιορισμός του καθήκοντος ποικίλλει ανάλογα με τα αντικειμενικά δεδομένα που επικρατούν στη σκηνή.  Το καθήκον για λήψη προφυλακτικών μέτρων διαφαίνεται κατά τη λογική πρόβλεψη.[12] Ο βαθμός της απαιτούμενης προσοχής από τον Ενάγοντα συσχετίζεται με τις περιστάσεις και τις συνθήκες που περιστοιχίζουν το ατύχημα. Ο κανόνας που διέπει την συμπεριφορά του Ενάγοντα είναι ότι πρέπει να φανεί ότι επέδειξε, για τη δική του ασφάλεια, την προσοχή που αναμένεται από το μέσο λογικό άνθρωπο που είναι συνυφασμένη με την έννοια της σωφροσύνης.[13]

 

Η Εναγόμενη ενάγεται με βάση το Νόμο 96 (Ι)/2000. Εάν αποδειχθεί η αμέλεια του οδηγού της Εναγόμενης τότε η Ενάγουσα θα δικαιούται αποζημίωση για τη ζημιά που αποτελεί απόρροια της αμέλειας.

 

Στην υπόθεση Siakos v Nicolaou (1980) 1 C.L.R. 333, οδηγός παρόδου εξ’ ολοκλήρου υπεύθυνος. Στην εν λόγω υπόθεση ο Ενάγοντας ισχυρίστηκε ότι οδηγούσε νύκτα το όχημα στην οδό Δελφών με κατεύθυνση την οδό Μετοχίου που ήταν στην άλλη πλευρά της Λεωφόρου Μακαρίου Γ’ στη Λευκωσία. Επειδή περνούσε συχνά απ’ εκεί γνώριζε ότι στο τέρμα της οδού Δελφών υπήρχε σήμα «αλτ». Φθάνοντας στη συμβολή ελάττωσε ταχύτητα  αλλά άφησε το όχημα να περάσει τη γραμμή του «αλτ» για να δει εάν ερχόταν αυτοκίνητο. Δεν είδε άλλο όχημα αλλά όταν θεώρησε ότι το άλλο αυτοκίνητο ήταν μακριά και επειδή ο ίδιος ήταν σχεδόν στο κέντρο του δρόμου προχώρησε αλλά κτυπήθηκε από το αυτοκίνητο του εναγόμενου. Ο εναγόμενος ισχυρίστηκε ότι ο ενάγοντας δε σταμάτησε καθόλου στο «αλτ». Το Εφετείο επιτρέποντας την έφεση ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση  στον κύριο δρόμο χωρίς να βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλές για τον ίδιο και άλλους οδηγούς. Ο εναγόμενος προ του αναπάντεχου διλήμματος δεν μπορούσε να κάνει τίποτε περισσότερο απ΄ ότι έκανε.

 

Στην υπόθεση Karikatou v Soteriou, Soteriou v Apseros (1979) 1 C.L.R. 150 ενώ η τριτοδιάδικος οδηγούσε το αυτοκίνητο της κατά μήκος παρόδου ελεγχόμενης με σήμα «Αλτ» και έχοντας σαν επιβάτη την ενάγουσα συγκρούστηκε με αυτοκίνητο που οδηγούσε στον κύριο δρόμο ο εναγόμενος. Το πρωτόδικο δικαστήριο βρήκε ότι η τριτοδιάδικος μπήκε στον κύριο δρόμο χωρίς να σταματήσει και με κάποια ταχύτητα γεγονός που αποτελούσε αρκετά ισχυρή μαρτυρία για αμέλεια. Περαιτέρω βρήκε ότι το ατύχημα θα γινόταν ακόμα κι αν ο εναγόμενος είχε συγκεντρωμένη την προσοχή του προς την κατεύθυνση της παρόδου εφόσον η μαρτυρία έδειχνε ότι η τριτοδιάδικος βγήκε από την πάροδο χωρίς προειδοποίηση. Ήταν αδύνατον για τον εναγόμενο να αποφύγει τη σύγκρουση.

 

Ως προς το θέμα της επιμελούς οδήγησης και της δέουσας παρατηρητικότητας που εύλογα αναμένεται να επιδεικνύεται από οδηγούς, παραθέτω απόσπασμα από την Κυριάκου Παύλου ν. Ανδρέα Παπακυπριανού[14]:

 

« έχει νομολογηθεί ότι το καθήκον για επιμελή οδήγηση δεν επεκτείνεται στη λήψη προληπτικών μέτρων έναντι της πιθανότητας εκδήλωσης αμέλειας εκ μέρους άλλων οδηγών. Ο νουνεχής οδηγός μπορεί εύλογα να υποθέσει ότι όπως ο ίδιος έτσι και άλλοι οδηγοί θα εκπληρώσουν το καθήκον επιμέλειας έναντι του ιδίου και άλλων οδηγών (Βλ. Varnakides v. Police (1969) 2 C.L.R. 1, Νικολαΐδης κ.α. ν. Κλεοβούλου (1992) 1 Α.Α.Δ. 422, 428, Κυριάκου κ.α. ν. Κανάρη, Πολιτική ΄Εφεση 8907/5.11.97). Σε σχέση με τον οδηγό οχήματος που οδηγεί κατά μήκος κύριου δρόμου, έχει νομολογηθεί ότι, δεν χρειάζεται, εκτός αν υπάρχουν συνθήκες τέτοιες που να προδιαθέτουν για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, να προβλέψει ότι άλλος οδηγός θα μπεί από πάροδο στον κύριο δρόμο, χωρίς πρώτα να σταματήσει και να βεβαιωθεί ότι είναι ασφαλές να το πράξει (Βλ. Varnakides v. Papamichael and Another (1970) 1 C.L.R. 367 και Χατζηγιάννη ν. Κουμάση κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 150, 154). Δεν έχει καθήκον να λάβει εξαιρετικές προφυλάξεις εκτός εάν είχε οποιαδήποτε προειδοποίηση ή ένδειξη ότι άλλος οδηγός που χρησιμοποιεί το δρόμο θα εισέρχετο στον κύριο δρόμο από πάροδο χωρίς να σταματήσει στη συμβολή των δύο δρόμων και να βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλές να προχωρήσει (Βλ. Τουλουπή ν. Λαμπασκή, Πολιτική ΄Εφεση 9605/23.9.97, Σοφοκλέους ν. Χαριλάου, Πολιτική ΄Εφεση 9761/22.9.98).

΄Εχουμε υπόψη μας ότι ο Καν. 58(1) (κγ) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 επιβάλλει στους οδηγούς την υποχρέωση να ανακόπτουν ταχύτητα εις ασφαλές όριον "κατά την διασταύρωσιν". Ωστόσο αυτή η υποχρέωση πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με τα καθήκοντα και υποχρεώσεις του οδηγού του κύριου δρόμου και τις περιστάσεις και συνθήκες της συγκεκριμένης υπόθεσης..

Αναφορικά με τη δέουσα παρατηρητικότητα (proper lookout) με την εκκαλούμενη απόφαση το πρωτόδικο δικαστήριο εναπόθεσε υποχρέωση στον εφεσείοντα να τηρεί δέουσα και συνεχή παρατηρητικότητα εντός της παρόδου Κοτσιάτη. ΄Εχουμε ήδη υποδείξει ότι οι οδηγοί του κύριου δρόμου δεν υπέχουν τέτοια υποχρέωση εκτός αν συντρέχουν οι ενδείξεις που υποδεικνύονται πιο πάνω. Και εδώ δεν υπήρχαν τέτοιες ενδείξεις. Το πρωτόδικο δικαστήριο εναπόθεσε, επίσης, υποχρέωση στον εφεσείοντα να τηρεί τη δέουσα παρατηρητικότητα για να αντιληφθεί το όχημα του εφεσίβλητου. Αυτή η θέση του πρωτόδικου δικαστηρίου εναποθέτει υποχρέωση στον προπορευόμενο οδηγό να ελέγχει συνέχεια την τροχαία που τον ακολουθεί. Δεν υφίσταται τέτοια απόλυτη υποχρέωση. Είναι μεν αλήθεια ότι η υποχρέωση τήρησης δέουσας παρατηρητικότητας βαρύνει τους οδηγούς πάντοτε και υπό όλας τας περιστάσεις (βλ. Constantinou v. Katsouris and Another (1975) 1 C.L.R. 188, 192). Ωστόσο αυτή η υποχρέωση πρέπει να κρίνεται υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της κάθε περίπτωσης και των οδικών συνθηκών κάτω από τις οποίες βρίσκεται ένας οδηγός....»

 

Εν προκειμένω με γνώμονα το σημείο σύγκρουσης και ως προκύπτει από το σύνολο της μαρτυρίας το επίδικο ατύχημα συνέβη εντός της οδού Βουλγαροκτόνου. Επίσης με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου ο Χριστοδούλου επιχείρησε στροφή προς τα δεξιά και ενώ εισήλθε εντός της οδού Βουλγαροκτόνου συγκρούστηκε με το όχημα που οδηγούσε η Ιουλία Χριστοδούλου. Ο Χριστοδούλου εισήλθε ξαφνικά χωρίς να βεβαιωθεί ότι τούτο ήταν ασφαλές. Ήταν αργά το βράδυ. Δεν περιήλθε καθόλου στην αντίληψη του το όχημα της Ιουλίας Χριστοδούλου το οποίο κινείτο σε ευθεία πορεία αλλά βρισκόταν εκ των δεξιών του Χριστοδούλου. Όχι μόνο δεν την είδε δεν πρόσεξε καν να υπάρχει όχημα στην οδό Βουλγαροκτόνου. Η είσοδος του για την Ιουλία Χριστοδούλου ήταν ξαφνική με αποτέλεσμα να μη μπορούσε να λάβει κάποιο μέτρο προς αποφυγή της σύγκρουσης. Ως εκ των πραγμάτων ο Χριστοδούλου οδηγούσε με αδιαφορία έναντι των άλλων οδηγών που χρησιμοποιούσαν το δρόμο, χωρίς τη δέουσα παρατηρητικότητα και προσοχή που θα αναμένετο από ένα οδηγό ο οποίος επιχειρούσε από πάροδο στροφή προς τα δεξιά. Μάλιστα ως φάνηκε από το σύνολο της μαρτυρίας εισήλθε στην αριστερή λωρίδα που κρατούσε η Ενάγουσα ενώ κανονικά έπρεπε να εισέλθει στην άλλη λωρίδα εφόσον ήθελε να στρίψει δεξιά για τα αυτοκίνητα που κινούνται προς εκείνη τη κατεύθυνση.

 

Είναι προφανές λοιπόν ότι ο Χριστοδούλου ενήργησε με τρόπο θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια της Ενάγουσας με το να εισέλθει στη λωρίδα που ακολουθούσε  η Ιουλία Χριστοδούλου νομίμως και κανονικώς, απροειδοποίητα και ξαφνικά.

 

Η αιτία λοιπόν πρόκλησης του δυστυχήματος δεν είναι άλλη από την οδική συμπεριφορά του Χριστοδούλου ως περιγράφεται στην παρούσα και η οποία ανάκοψε τη διέλευση του οχήματος στο οποίο βρισκόταν συνοδηγός η Ενάγουσα. Έπεται πως ο ασφαλισμένος της Εναγόμενης με τις ενέργειες του προκάλεσε το ατύχημα.

 

Ήταν προβλεπτό ότι δυνατόν να προκληθεί κίνδυνος σε άλλο χρήστη του δρόμου σε περίπτωση που κάποιος αποφάσιζε να στρίψει ξαφνικά στα δεξιά για να εισέλθει δεξιά. Ο Χριστοδούλου λοιπόν παραβίασε το καθήκον επιμέλειας του έναντι της Ενάγουσας με αποτέλεσμα να προκληθούν σ’ αυτή σωματικές βλάβες και ειδικές ζημιές. Έπεται ότι υπήρξε αμελής.

 

Συντρέχουσα αμέλεια

 

Για να αποδοθεί συντρέχουσα ευθύνη στον οδηγό του οχήματος που έχει προτεραιότητας διέλευσης, όπως εν προκειμένω στην οδηγό του οχήματος η οποία παρόλο που δεν είναι διάδικος στη παρούσα διαδικασία, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι, υπό τις περιστάσεις, το όχημα  που, αποτελούσε υπαρκτό κίνδυνο, αλλά παράλληλα είχε τη δυνατότητα να λάβει αποτρεπτικά μέτρα, μιας ενδεχόμενης σύγκρουσης και δεν τα έλαβε. Σε καμία περίπτωση δε δύναται το καθήκον επιμέλειας οδηγού του οχήματος που έχει προτεραιότητα διέλευσης, δυνατόν να επεκταθεί έναντι του κάθε δυνητικού κινδύνου, όταν ο κίνδυνος αυτός μπορεί να προκύψει μόνο συνεπεία αμέλειας του άλλου οδηγού.

 

Η ευθύνη που αναζητείται ώστε να αποδοθεί συντρέχουσα αμέλεια, είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την αποτυχία λήψης μέτρων αυτοπροστασίας εκεί που τούτα, υπό τις περιστάσεις που προκαλείται η ζημιά στο διάδικο, αποτελούν εύλογα και δυνατά μέτρα που αναμενόμενο ήταν να ληφθούν από το μέσο συνετό οδηγό που θα βρισκόταν στη θέση του. Το δε βάρος απόδειξης συντρέχουσας αμέλεια, το φέρει ο διάδικος που την αιτιάται. [15]

 

Επισημαίνω ότι δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιον μου που να δεικνύει ότι η οδηγός του οχήματος KPB 970 δε τήρησε τη δέουσα επόπτευση και παρακολούθηση του δρόμου ή ότι θα μπορούσε να λάβει μέτρα προς αποφυγή της σύγκρουσης. Πέραν τούτου παρατηρώ ότι στο δικόγραφο της Εναγόμενης παρόλο που τίθενται λεπτομέρειες αμέλειας δεν έθεσε γεγονότα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αμέλεια. [16]

 

Στο Annual Practice 1958 σελ. 456 αναφέρεται ότι σε αγωγές αμέλειας στο δικόγραφο του Ενάγοντα για να συνάδει αυτό με τους κανόνες σύνταξης δικογράφων πρέπει να παρατίθενται οι λεπτομέρειες αμέλειας και/ή τα γεγονότα που κατά τη θέση του Ενάγοντα ή Εναγόμενης σε υπεράσπιση στοιχειοθετούν αμέλεια. Εν προκειμένω η Εναγόμενη ισχυρίζεται ότι η οδηγός του οχήματος στο οποίο ήταν συνεπιβάτης υπήρξε αμελής χωρίς να παραθέσει τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η υποχρέωση επιμέλειας της οδηγού του οχήματος KPB970 και η παραβίαση αυτή και/ή τα γεγονότα που σχετίζονται με την ισχυριζόμενη αμέλεια της.

 

Με βάση τη μαρτυρία που έχει γίνει αποδεκτή δεν έχω διαπιστώσει λοιπόν να παραβίασε με οποιοδήποτε τρόπο η οδηγός του οχήματος KPB 970, το καθήκον επιμέλειας της ή να πρόβηκε σε κάποια ενέργεια που να συνέβαλε στην πρόκληση του επίδικου ατυχήματος.

 

Γενικές και Ειδικές Αποζημιώσεις

 

Αναφορικά με τις γενικές αποζημιώσεις, έχω κατά νου ότι ο σκοπός για τον οποίο επιδικάζονται είναι η δίκαιη αποζημίωση του θύματος για τη ζημιά και τραυματισμούς που έχει υποστεί και συναρτώνται άμεσα με τη σοβαρότητα των τραυμάτων, τον πόνο, την οδύνη, τη δυσχέρεια που προκαλούν τα τραύματα, τη διάρκεια των τραυμάτων και τα κατάλοιπα από τους τραυματισμούς με την όποια μορφή αυτά παίρνουν. Δεν υπάρχει μέτρο, ούτε ζυγαριά, με τα οποία θα μπορούσαμε να μετρήσουμε και να ζυγίσουμε αυτό τούτο τον τραυματισμό και τα όσα πιθανόν να έπονται απ' αυτόν, χωρίς όμως να εναποτίθεται υπέρμετρο βάρος στον αδικοπραγούντα[17]. Έχω επίσης κατά νου ότι το επιδικασθέν ποσό πρέπει να είναι εύλογο,[18] «κοινωνικά αποδεκτό»[19] και να αντανακλά την ευαισθησία για τον ανθρώπινο πόνο που υπέστη το αθώο μέρος[20]. Επίσης, χωρίς όμως να πρόκειται για απόλυτο κανόνα, διαπιστώνεται μια γενικά αυξητική τάση στα ποσά που επιδικάζονται ως γενικές αποζημιώσεις. [21]

 

Η υποτίμηση του χρήματος στην περίοδο που διέρρευσε από τον χρόνο προηγουμένων επιδικασθέντων ποσών, είναι παράγοντας που κατά τον υπολογισμό των αποζημιώσεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψη.[22] Για τον λόγο αυτό, προηγούμενες αποφάσεις δεν αποτελούν δεσμευτικό προηγούμενο με την έννοια του δεδικασμένου αλλά παρέχουν απλή καθοδήγηση στο Δικαστήριο.[23]

 

Για σκοπούς καθοδήγησης ως προς το ύψος των γενικών αποζημιώσεων έχω λάβει υπόψη μου, το ύψος των αποζημιώσεων που επιδικάστηκαν σε περιπτώσεις όπου η φύση και έκταση των τραυματισμών όπως και τα κατάλοιπα των τραυμάτων ήταν αντίστοιχα ή προσομοίαζαν με την παρούσα υπόθεση (βλέπε ενδεικτικά Δημητρίου ν Ιωάννου κ.α. (2003) 1 Α ΑΑΔ 274, Κωνσταντινίδης ν Παπαμιλτιάδους (2007) 1Β ΑΑΔ 733, Π.Ε. 288/2018 Μιρέλα Μαρκίδου Χριστάκης Παπαμάρκου ημερ. 16/07/2024, Αρετούλα Μερακλή κ.α. v. Α. Ταλιώτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 1148, Ανδρέας Νεοκλέους v. Simon John Worley (2001) 1 A.A.Δ. 652, Κασιάνα Χαραλάμπους v. Γιαννάκη Αναστασιάδη (2003)1Γ Α.Α.Δ. 1709, Δέσποινα Χριστοδούλου v Rudolf Hoffer Π.Ε. 263/2012, ημερ. 11/01/2018 Χαραλάμπους v. Αβραάμ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1441. Σε κάποιες υποθέσεις υπήρξαν και σοβαρότερα τραύματα.

 

Για σκοπούς γενικών αποζημιώσεων λοιπόν λαμβάνω υπόψη μου τον πόνο και ενόχληση που είχε η Ενάγουσα στον αυχένα, το γεγονός ότι υπέστη θλάση αυχένα, πιθανότητα κάκωση αριστερού βραχιονίου, το γεγονός ότι αντιμετώπισε ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες, μετατραυματισκό στρες, ότι ακολούθησε φαρμακευτική αγωγή, χρησιμοποίησε κολλάρο, έλαβε άδεια ασθενείας και γενικά την ταλαιπωρία και πόνο που υπέστη. Σήμερα δεν έχει κάποιο μόνιμο κατάλοιπο ή λειτουργικό πρόβλημα.

 

Συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω, θα έκρινα ως εύλογο και δίκαιο, το ποσό των €5.500 ως γενικές αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης.

 

Ειδικές Αποζημιώσεις

 

Οι ειδικές ζημιές πρέπει να καταγράφονται στις έγγραφες προτάσεις και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα. Κάθε διάδικος έχει την υποχρέωση να αποδεικνύει τη ζημία του με θετική μαρτυρία.[24] Η Ενάγουσα έχει καταθέσει διάφορα τεκμήρια προς απόδειξη των ειδικών ζημιών που έχει υποστεί.

 

Η Ενάγουσα διεκδικεί ως ειδικές ζημιές τα κάτωθι:

α) έξοδα Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας  ευρώ 32- τεκμήριο 9. Θεωρώ ότι το εν λόγω ποσό έχει αποδειχθεί. Επισημαίνω δεν αμφισβητήθηκε ούτε αντικρούστηκε.

β) ιατρικά έξοδα Δρ. Κρουσιόφσκι- ευρώ 290-τεκμήριο 10. Θεωρώ ότι το εν λόγω ποσό έχει αποδειχθεί. Επισημαίνω δεν αμφισβητήθηκε ούτε αντικρούστηκε.

γ) φάρμακα – ευρώ 30 τεκμήριο 11 (μόνο η απόδειξη ημερομηνίας 26/12/2015) Θεωρώ ότι και αυτό το ποσό έχει αποδειχθεί. Δεν αμφισβητήθηκε ότι η Ενάγουσα κατέβαλε το εν λόγω ποσό για φάρμακα.

δ)έξοδα ψυχολόγου  Δρ. Βασίλη Χριστοδούλου ευρώ 150-τεκμήριο 12. Δεν έχει αποδειχθεί με την απαιτούμενη αυστηρότητα. Μάλιστα αμφισβητήθηκε ότι η Ενάγουσα επισκεπτόταν το ψυχολόγο.

ε) έξοδα Κλινικού ψυχολόγου-κου Μιχάλη Σιάτη- ευρώ 75-τεκμήριο 13. Θεωρώ ότι το εν λόγω ποσό έχει αποδειχθεί. Επισημαίνω δεν αμφισβητήθηκε η πληρωμή του ποσού ούτε αντικρούστηκε.

στ)έξοδα φυσιοθεραπειών – ευρώ 375- τεκμήριο 14. Για τους λόγους που εξηγούνται ανωτέρω θεωρούνται αναγκαίες οι 12 συνεδρίες φυσιοθεραπειών για το συνολικό ποσό των ευρώ 300 (12 χ25 ευρώ)

 

Το ποσό των ειδικών ζημιών που δικαιούται η Ενάγουσα ανέρχεται στο ποσό των €727,00.

 

Αναφορικά με το θέμα του τόκου επί των επιδικασθέντων ποσό θα επιδίκαζα νόμιμο τόκο επί των γενικών αποζημιώσεων από την ημερομηνία γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος και δη από την 25/12/2015 καθότι  δε διαπιστώνω να υπήρξε ολιγωρία στην προώθηση της αγωγής εκ μέρους της Ενάγουσας. Και εξηγώ. Εν προκειμένω το ατύχημα συνέβη την 25/12/2015. Η αγωγή μαζί με την Έκθεση Απαίτησης καταχωρήθηκαν την 30/12/2016. Λαμβάνω υπόψη μου ότι με βάση τα Τεκμήρια που παρουσίασε η Ενάγουσα η κατάσταση της υγείας της αποκρυσταλλώθηκε Φεβρουάριο 2016 αλλά δε διαπιστώνω να υπήρξε καθυστέρηση σε βαθμό ολιγωρίας.

 

Επίσης θα επιδίκαζα κατ’ εφαρμογή των αρχών ως καθορίζονται στη νομολογία το νόμιμο τόκο και επί των ειδικών αποζημιώσεων, μειωμένο όμως κατά το ήμισυ από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής μέχρι σήμερα έτσι ώστε να αντισταθμιστεί το ότι δεν προκύπτει όλη η ζημιά από την αρχή.[25]

 

Ενόψει των ευρημάτων αναφορικά με την ευθύνη το ποσό των ειδικών ζημιών της Ενάγουσας είναι για το ποσό των €727 έχω δε καθορίσει, επίσης επί πλήρους ευθύνης, ως το κατά την κρίση μου εύλογο και δικαιολογημένο ποσό για τις γενικές αποζημιώσεις το ποσό των €5.500,00. 

 

Εν όψει λοιπόν όλων των πιο πάνω, εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγουσας και εις βάρος της Εναγόμενης:

 

Εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγόμενης για το ποσό των €5.500 πλέον νόμιμο τόκο ετησίως από την 25/12/2015 μέχρι εξόφλησης, για το ποσό των € 727 με νόμιμο τόκο από την 25/12/2015 μειωμένος στο ήμισυ μέχρι σήμερα και με νόμιμο τόκο από σήμερα μέχρι εξόφλησης, πλέον έξοδα ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                                                         (Υπ.)…………….………………
                                                                                              Μ-Α Στυλιανού, Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 



[1] Γεώργιος Παπαγεωργίου v Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd) (1991) 1 Α.Α.Δ. 24

[2] Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506

 

[3] Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 841.

[4] Ιωσηφίδης ν. Αστυνομίας (2014) 2Α Α.Α.Δ 307.

[5] Ελένη Τσαγγάρη Δημητρίου ν. Ανδριανής Κυριξιάκου Εγγλέζου κ.ά. (1997) 1 ΑΑΔ 1285.

 

 

[6] Πουρίκος v Σάββα κ.α. (1991) 1 ΑΑΔ 507.

[7] Βλ. σύγραμμα των κκ Τάκη Ηλιάδη και Νικόλα Γ. Σάντη “Το Δίκαιο της Απόδειξης Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές ” 2014, σελ. 196-198 και Σοφοκλέους ν Κυριάκου (2010) 1 Α.Α.Δ. 665 .

[8] Panayiotoy v Mavrou (1970)1 C.L.R. 215.

[9] Λάππας ν. Παφίτη (1995) 1 Α.Α.Δ. 832 και  Συκοπετρίτης ν. Χριστοδούλου (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 218.

[10] Αλεξάνδρου ν. Λεβέντη  (1996) 1 Α.Α.Δ. 420

[11] Μαρκαντώνης ν. Δημάκη (1989) 1 C.L.R. 387  

[12] Βίκης ν. Νεοφύτου (1990) 1 Α.Α.Δ. 345

[13] Αβραάμ ν. Αρέστη Στυλιανού (2002) 1 Α.Α.Δ. 50

[15] Γεωργική Εταιρεία Πλατώνια Λτδ, v. Mohammad Al Sharif, (2012) 1 Α.Α.Δ. 28, Κατσουνάρη, ν Κυπριακή Δημοκρατία ECLI:CY:AD:2018:A93, Πολ. Εφ. 57/2012, ημερ. 27/2/2018)

[16] Charalambous v Pillakouris (1976) 1 C.L.R. 198.

[17] Χαριλάου ν Νικολάου (2003)1 Α.Α.Δ. 1460, Fletcher v Autocar Transporters Ltd [1968] 1 All E.R. 726, Constantinou v Salahouris (1969) 1 C.L.R. 416.

[18] Βαρβάρα Χρίστου Μιχαήλ ν Φίλιος Συκοπετρίτης Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049, Κώστας Ιακώβου ν Αλέξανδρος Παπαδάκη κ.α. (2000) 1 Α.Α.Δ. 2079

[19] Paraskevaides (Overseas) Ltd v Christofi (1982) 1 C.L.R. 789

[20] Φοινικαρίδης κ.α. ν Γεωργίου κ.α. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, Παναγή ν Θεοδώρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Μαυροπετρή ν Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66

[21] Παναγή ν Θεοδώρου κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Κωνσταντίνου ν Ιωάννου (1993) 1 Α.Α.Δ. 669

[22] (βλ.Σύγραμμα Φρίξου Νικολαΐδη 'Αποζημιώσεις για Σωματικές Βλάβες' παρ. 1-21, σελ. 25)

[23] Ιακώβου ν Παπαδάκη κ.α (2000) 1Γ Α.Α.Δ 2079)

[24] Βλ. Ελισάβετ Ηρακλέους ν. Ρένου Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239,  Ανδρέας Σπύρου ν. Άριστου Χ΄΄ Χαραλάμπους (1989) 1Ε ΑΑΔ 298, Λαζούρας ν. Σκυλλουριώτου (1992) 1 ΑΑΔ 168, Θεμιστοκλέους ν. Παρασκευά (1992) 1 ΑΑΔ 498, Aloupou and Another v. Hadjigeorghiou and Another (1984) 1 CLR 475.

[25] Φοινικαρίδης ν. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 475 και Θεοδούλου ν. A. Panayides Contracting Ltd (1999) 1 A.A.Δ. 2134. 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο