Πανίκος Λοβαρής κ.α. ν. Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Αρ. Αγωγής: 7085/15, 4/8/2025
print
Τίτλος:
Πανίκος Λοβαρής κ.α. ν. Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Αρ. Αγωγής: 7085/15, 4/8/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 7085/15

Μεταξύ:

1.    Πανίκος Λοβαρής

2.    Αστέρω Λοβαρή

Ενάγοντες

- και -

 

Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ

Εναγόμενη

----------------------------------

 

Ημερομηνία: 4 Αυγούστου, 2025

 

Εμφανίσεις:

Για ενάγοντες: κ. Χρ. Πουτζιουρής

Για εναγόμενη: κ. Στ. Βασιλειάδης  

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι ενάγοντες, στην έκθεση απαίτησης, αναφέρουν ότι το 2009 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον τους σε σχέση με δάνειο που έλαβαν από την εναγόμενη.  Λίγους μήνες μετά εκδόθηκε Διάταγμα εγγραφής της διαιτητικής απόφασης.  Αποδίδουν στην εναγόμενη και στον διαιτητή δόλο, ψευδείς παραστάσεις και απάτη.  Ζητούν να ακυρωθεί η διαιτητική απόφαση και το Διάταγμα εγγραφής, καθώς και να τους επιδικαστούν αποζημιώσεις.

Η εναγόμενη, στην υπεράσπιση, απορρίπτει τους ισχυρισμούς των ενάγοντων.

Οι ενάγοντες, στην απάντηση, επαναλαμβάνουν τους ισχυρισμούς τους.

Ως παραδεκτά γεγονότα δηλώθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής:

Οι ενάγοντες το 2005 υπέγραψαν συμφωνία δανείου με την εναγόμενη (Τεκμήριο 1) και σύμβαση υποθήκης προς όφελος της τελευταίας (Τεκμήριο 2).  Εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον των ενάγοντων στις 24.6.09.  Δύο μέρες μετά (26.6.09), οι ενάγοντες υπέγραψαν έντυπο με το οποίο δήλωναν ότι η διαιτητική απόφαση τους γνωστοποιήθηκε (Τεκμήριο 7).  Η ενάγουσα στις 19.10.09 καταχώρισε αίτηση στο Δικαστήριο για εγγραφή της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 3).  Η αίτηση επιδόθηκε στον γιο των ενάγοντων εκ μέρους τους (Τεκμήρια 5 και 6).  Το Διάταγμα για εγγραφή της διαιτητικής απόφασης εκδόθηκε στις 24.11.09 (Τεκμήριο 4).

Τα παραδεκτά γεγονότα καθίστανται ευρήματα του Δικαστηρίου.

Προς απόδειξη της απαίτησης κατέθεσε ο ενάγοντας 1.

Για την εναγόμενη κατέθεσε ο ΜΥ.

Η μαρτυρία λήφθηκε υπόψη στην ολότητά της, έστω κι αν δεν γίνεται ρητή αναφορά στο κείμενο της απόφασης.  Μπορεί να συνοψισθεί ως εξής:

Ο ενάγοντας 1 συμφώνησε με τη γραπτή δήλωσή του (Έγγραφο Α).  Είναι ο σύζυγος της εναγόμενης 2. 

Δεν έλαβαν μέρος στη διαιτησία γιατί δεν ειδοποιήθηκαν. 

Έμαθαν ότι εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση, ημερ. 24.6.09, δύο μέρες μετά (26.6.09) από τον διαιτητή.  Εκείνη τη μέρα (26.6.09), ο διαιτητής και η εναγόμενη τους παραπλάνησαν, λέγοντάς τους ότι θα συζητήσουν για το δάνειο.  Ο διαιτητής τους ζήτησε να υπογράψουν ένα σχετικό έγγραφο, όπως τους είχε πει.  Για το λόγο αυτό, οι ενάγοντες υπέγραψαν τη γνωστοποίηση της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 7).  Δεν αντιλήφθηκαν ότι ο διαιτητής και η εναγόμενη τους εξαπατούσαν καθότι νόμιζαν ότι υπέγραφαν για να αρχίσει προσπάθεια αναδιάρθρωσης του δανείου.  Αντιλήφθηκαν την εξαπάτηση πριν καταχωρίσουν την παρούσα αγωγή.    

Ο διαιτητής και η εναγόμενη αμέλησαν να τους πληροφορήσουν για τους κινδύνους και τις οικονομικές συνέπειες της διαιτησίας και να τους πουν να λάβουν νομική συμβουλή.  Αμφότεροι, ενώ γνώριζαν ότι οι ενάγοντες δεν είχαν δικηγόρο, εκμεταλλεύτηκαν την άγνοιά τους για τις διαδικασίες διαιτησίας και δολίως τους έβαλαν να υπογράψουν τη γνωστοποίηση της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 7).   

Ο διαιτητής επέδειξε ανάρμοστη συμπεριφορά, παρέλειψε να ακολουθήσει τη δικονομική διαδικασία και δεν καταχωρήθηκαν δικόγραφα.  Δεν τους υποδείχθηκαν στις 26.6.09 οποιαδήποτε πρακτικά, δικόγραφα ή τεκμήρια για τη διαιτησία.  Ούτε ο διαιτητής τους έδειξε το διορισμό του από τον Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών, ούτε υπάρχει κάποιο έγγραφο που να αναφέρει ποια θέματα παραπέμφθηκαν σε διαιτησία. Ο διαιτητής διορίστηκε παράνομα από τον Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών ενώ γνώριζε ότι (ο διαιτητής) «εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των Συνεργατικών εκδίδοντας αποφάσεις εναντίον των μελών τους χωρίς δίκη και χωρίς οποιαδήποτε δικόγραφα, μαρτυρία και αποδείξεις». 

Ο διαιτητής δόλια και με πρόθεση μαζί με την εναγόμενη έκδωσαν απόφαση παράνομα, με λανθασμένο επιτόκιο και άλλες παράνομες χρεώσεις.  Σκοπός τους ήταν να κερδοσκοπήσουν σε βάρος των ενάγοντων.  Ο διαιτητής δόλια αγνόησε το γεγονός ότι η εναγόμενη δεν συμμορφώθηκε με την υποχρέωσή της να μετατρέψει το επιτόκιο σε ευρώ.  Επίσης, έκδωσε απόφαση για εκποίηση της υποθήκης ενώ δεν είχε τέτοιο δικαίωμα.

Η εναγόμενη συνέχιζε να χρεοπιστώνει το λογαριασμό δανείου, ακόμη και μετά την έκδοση της διαιτητικής απόφασης ωσάν να μην είχε τερματισθεί ποτέ.  Η εναγόμενη, με τη συμπεριφορά της, έχει παραιτηθεί από τα δικαιώματά της από τη διαιτητική απόφαση.  Οι ενάγοντες συνέχισαν να κάνουν πληρωμές στο δάνειο, εφόσον δεν είχαν αντιληφθεί τότε ότι είχε εκδοθεί η διαιτητική απόφαση.

Οι ενάγοντες, λόγω της δόλιας συμπεριφοράς της εναγόμενης, έχουν υποστεί ζημιές και έξοδα για τα οποία «θα δώσει μαρτυρία ειδικός που έχου[ν] εργοδοτήσει με σκοπό να κάνει μελέτη για το επίδικο δάνειο και τις ορθές χρεώσεις σε αυτά που έπρεπε να γίνονται και για το ορθό επιτόκιο που έπρεπε να εφαρμόζεται στον επίδικο λογαριασμό δανείου».  Ζητά να τους επιστραφεί οποιαδήποτε ποσά χρεώθηκαν παράνομα και αντισυμβατικά και να αναδομηθεί ο λογαριασμός με το ορθό υπόλοιπο. 

Ζητά, επίσης, να ακυρωθεί η διαιτητική απόφαση και το Διάταγμα εγγραφής, γενικές αποζημιώσεις για ψυχική οδύνη, αναστάτωση και ταλαιπωρία, ειδικές αποζημιώσεις για τις οποίες θα δώσει μαρτυρία εμπειρογνώμονας, τιμωρητικές, παραδειγματικές και επαυξημένες αποζημιώσεις.

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι υπέγραψε τη γνωστοποίηση της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 7) στο διάδρομο, χωρίς να διαβάσει τι έγραφε.  Ρωτήθηκε: «Εσείς, ως διευθυντής ιδιοκτήτης εταιρείας, σας λένε στο διάδρομο «“υπογράψετε κάποια απόφαση” και εσείς, χωρίς να γνωρίζετε τόσο εσείς όσο και η σύζυγός σας, υπογράψατε χωρίς να γνωρίζετε κάτι;».  Απάντησε: «Λάθος μου γιατί τόση εμπιστοσύνη είχα στην τράπεζα, δυστυχώς».

Έμαθε για την αίτηση εγγραφής της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 3) το 2015.  Όταν του υποβλήθηκε ότι η αίτηση του επιδόθηκε το 2009 απάντησε: «Ήταν ο γιος μου που την παρέλαβε, ο οποίος ήταν στην Αγγλία που σπούδαζε και ήρθε holidays.  Έπιασέν την δίχως να μας ενημερώσει και δεν ήξερα καθόλου εγώ». 

Έχει παράπονο από τον διαιτητή, ο οποίος εργαζόταν για την εναγόμενη και «προσπάθησε να τον κλέψει κανονικά» με τη διαιτητική απόφαση.

Του υποβλήθηκε: «Αν δεν ήσασταν επιχειρηματίας ή άνθρωπος που συναλλάσσετουν καθημερινά με τούτα που λέγετε πιθανόν να το αποδεχτώ, σήμερα στέκει ένας επιχειρηματίας απέναντι μου και λέει δεν γνώριζε, υπέγραψε, δεν είχε υπόψη του.  Σας υποβάλλω ότι και γνωρίζατε για τα υπόλοιπα και γνωρίζατε για τη διαιτητική και δεν λάβατε οποιαδήποτε μέτρα και ο λόγος που σήμερα είμαστε ενώπιον του Δικαστηρίου, ο μοναδικός λόγος, είναι γιατί δεν θέλετε να πληρώσετε».  Απάντησε:  «Εγώ θέλω απλά να ακυρωθεί η απόφαση του [διαιτητή]».   

Ο ΜΥ συμφώνησε με τη γραπτή δήλωσή του (Έγγραφο Β). 

Του υποβλήθηκε ότι οι ενάγοντες δεν έλαβαν μέρος στη διαιτησία.  Απάντησε ότι στη διαιτητική απόφαση (Τεκμήριο 10) καταγράφεται ότι ήταν παρόντες και παραδέχθηκαν το χρέος τους: «Η ειδοποίηση επιδόθηκε στους πρωτοφειλέτες οι οποίοι παρουσιάζονται στη διαιτησία και παραδέχονται το χρέος τους».

Οι ενάγοντες δεν αμφισβήτησαν τη διαιτητική απόφαση εντός της προθεσμίας, παρόλο που ενημερώθηκαν για την έκδοσή της, όπως προκύπτει από τη γνωστοποίηση την οποία υπέγραψαν (Τεκμήριο 7). 

Οι ενάγοντες δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο στην αίτηση για εγγραφή της διαιτητικής απόφασης, παρόλο που ενημερώθηκαν μέσω επίδοσης (Τεκμήρια 5 και 6) και το Διάταγμα εγγραφής εκδόθηκε στην απουσία τους (Τεκμήριο 4). 

Ο λογαριασμός των ενάγοντων, όταν παρουσίασε καθυστερήσεις, τερματίστηκε.  Επειδή οι ενάγοντες δεν πλήρωσαν το οφειλόμενο ποσό, η εναγόμενη παρέπεμψε την υπόθεση σε διαιτησία.  Στις 2.6.09 η εναγόμενη κάλεσε τους ενάγοντες, με γραπτή ειδοποίηση η οποία παραλήφθηκε ενυπογράφως από τον γιο τους στη διεύθυνση διαμονής τους (Τεκμήριο 11),  να παραστούν στη διαιτησία.

Δεν ήταν παρών στη διαιτησία και για το λόγο αυτό δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι έγγραφα παρουσιάστηκαν στη διαδικασία.  Γνωρίζει τι αναφέρουν τα τεκμήρια που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο.

Του υποβλήθηκε ότι είναι «προσηλωμένος να εξυπηρετεί τα συμφέροντα» της εναγόμενης.  Απάντησε: «Αυτή είναι η δουλειά μου, δεν έχω συμφέρον, παρουσιάζω τη δουλειά μου, τις γνώσεις μου, την εμπειρία μου και δεδομένα που έχω στην κατοχή μου…».   

Οι δύο πλευρές αγόρευσαν γραπτώς και προφορικώς. 

Έλαβα υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου, έστω κι αν δεν γίνεται αναφορά στο κείμενο της απόφασης.  Αναφορά θα γίνει όπου αυτό κριθεί σκόπιμο.

Παρακολούθησα τους μάρτυρες έχοντας υπόψη τις σχετικές αρχές (Νεοφύτου v. Μ.Χ.Τ., Πολιτική Έφεση 145/16, ημερ. 11.3.25, Lipscombe κ.ά. v. Nicos Demetriou Finance and Construction Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση 248/15, ημερ. 18.10.24).  Η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται σε συνάρτηση με τις δικογραφημένες θέσεις και τα τεκμήρια (Ιωαννίδης v. Στυλιανός & Γεώργιος Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση 369/14, ημερ. 25.5.22), ECLI:CY:AD:2022:A214.

Η μαρτυρία του ενάγοντα 1 παρουσιάζει αδυναμίες. 

Ήταν η θέση του ότι ο διαιτητής στις 26.6.09 τον παραπλάνησε λέγοντάς του ότι θα συζητούσαν για το δάνειο και του έδωσε να υπογράψει τη γνωστοποίηση της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 7).  Ο ίδιος, ανέφερε, νόμιζε ότι, υπογράφοντας, θα άρχιζε προσπάθεια αναδιάρθρωσης του δανείου. 

Πουθενά, όμως, στη γνωστοποίηση (Τεκμήριο 7), δεν γίνεται αναφορά σε αναδιάρθρωση δανείου.  Αντίθετα, ό,τι καταγράφεται -με τη μοναδική πρόταση που υπάρχει- στη γνωστοποίηση (Τεκμήριο 7) είναι: «Δηλώνω με το παρόν ότι μου έχει γνωστοποιηθεί γραπτώς η απόφαση του διαιτητή κ. Κυριάκου Νεοφύτου ημερομηνίας 24/06/2009 σχετικά με διαφορά μεταξύ μου και της [εναγόμενης]».  Ο ενάγοντας 1 υπέγραψε κάτω από τη φράση «Υπογρ. Παραλήπτη». 

Αντεξεταζόμενος του υποδείχθηκε η μοναδική πρόταση που καταγράφεται στη γνωστοποίηση της διαιτητικής απόφασης (Τεκμήριο 7), πάνω από την υπογραφή του.  Τότε -για πρώτη φορά- ανέφερε ότι «δεν μπορούσε να διαβάσει τι υπέγραφε».

Ρωτήθηκε πώς γίνεται ένας ιδιοκτήτης επιχείρησης, όπως είναι ο ίδιος, να υπέγραψε ένα έγγραφο, χωρίς καν να το διαβάσει και χωρίς να γνωρίζει τι αφορούσε.  Τότε -για πρώτη φορά- ανέφερε ότι «δεν τον άφησαν να το διαβάσει».      

Ήταν, περαιτέρω, η θέση του στην κυρίως εξέταση ότι έλαβε γνώση της διαιτητικής απόφασης, δύο μέρες μετά την έκδοσή της.  Αντίθετα, αντεξεταζόμενος ισχυρίστηκε ότι το ανακάλυψε το 2015 και, προς υποστήριξη του ισχυρισμού του, ανέφερε ότι μέχρι τότε, πλήρωνε τις δόσεις του.  Αντίθετα, σε άλλο σημείο της αντεξέτασής του, συμφώνησε ότι η τελευταία φορά που πλήρωσε ήταν το 2013. 

Ήταν, ακόμη, η θέση του αντεξεταζόμενος ότι, όταν υπέγραψε τη συμφωνία δανείου, διάβασε τους όρους της.  Τότε ρωτήθηκε: «Άρα είδατε τους όρους υπό τους οποίους θα λαμβάνατε δανεισμό από τον Συνεργατισμό;».  Απάντησε: «Ποιος διαβάζει τους όρους όταν τα λεφτά τα δανείστηκα για να αγοράσω το μαγαζί του Μυτιληνιού, πουλιέτουν και ή έπρεπε να το αγοράσω ή να φύγω, so αποφάσισα να αγοράσω.  Δεν δέχονταν να βάλω υποθήκη το μαγαζί, έπρεπε να βάλω το σπίτι μου υποθήκη».  Του υποβλήθηκε ότι ο λόγος που υπογράφονται συμφωνίες με όρους είναι για να τους διαβάζει η κάθε πλευρά και να προστατευτεί.  Απάντησε τότε: «Δεν τους διάβασα».  

Οι αδυναμίες στη μαρτυρία του -σε ουσιώδεις και μη πτυχές της εκδοχής του- δεν μπορούν να αγνοηθούν.  Το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία του.

Ο ΜΥ μου έκανε καλή εντύπωση.  Απαντούσε στις ερωτήσεις με πληρότητα, παραπέμποντας σε τεκμήρια, τα πλείστα από τα οποία κατατέθηκαν ως παραδεκτά.  Η αξιοπιστία του δεν κλονίστηκε.  Παρέμεινε σταθερός στις θέσεις του.  Οι ενάγοντες στην αγόρευσή τους αναφέρουν ότι ο μάρτυρας δεν έχει προσωπική γνώση και ότι πρόκειται για «“επαγγελματία” μάρτυρα που δίνει τακτικά μαρτυρίες στο Δικαστήριο».  Με κάθε σεβασμό, κάθε υπόθεση εξετάζεται με βάση τα δικά της γεγονότα.  Εδώ, ο μάρτυρας ανέφερε ότι γνωρίζει τα γεγονότα από προσωπική γνώση και από έγγραφα που κατέχει (Κόκκινου κ.ά.  v. Themis Portfolio Management Holdings Ltd, Πολιτική Έφεση 336/18, ημερ. 31.3.25, Ρώσσου v. Ελληνικής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, Πολιτική Έφεση 448/12, ημερ. 17.12.18), ECLI:CY:AD:2018:A543.  Το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία του. 

Εκεί όπου το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία του είναι στο έγγραφο Τεκμήριο 11, το οποίο, σύμφωνα με τον μάρτυρα, είναι το έγγραφο με το οποίο οι ενάγοντες κλήθηκαν στη διαιτησία και φέρει την υπογραφή του γιου τους.  Το έγγραφο δεν υποδείχθηκε στον ενάγοντα 1 για να του δοθεί η ευκαιρία να τοποθετηθεί.  Η διαπίστωση αυτή δεν επηρεάζει την αξιοπιστία του ΜΥ.

Το βάρος απόδειξης της απαίτησης είναι στους ενάγοντες στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων (Κωνσταντάς v. Διέτης κ.ά., Πολιτική Έφεση 289/13, ημερ. 6.11.20), ECLI:CY:AD:2020:A380.

 Η μαρτυρία του ενάγοντα 1 απορρίφθηκε.  Ούτε τα παραδεκτά γεγονότα, ούτε η αξιόπιστη μαρτυρία του ΜΥ, μπορούν, υπό τις περιστάσεις, να αποδείξουν την απαίτηση.  Οι ενάγοντες είχαν το βάρος να θεμελιώσουν την απαίτησή τους (Εταιρεία Μωσαϊκών ΜΑ.ΜΙ.ΠΑ. Λτδ v. Veligalouskaya, Πολιτική Έφεση 139/15, ημερ. 12.12.23).  Δεν το έπραξαν.  Ουδεμία αξιόπιστη μαρτυρία προσκομίστηκε, η οποία να αποδεικνύει τα όσα οι ενάγοντες επικαλούνται στην απαίτησή τους. 

Δεν προσκομίστηκε, για παράδειγμα, αξιόπιστη μαρτυρία ότι η διαιτητική απόφαση και το Διάταγμα εγγραφής εκδόθηκαν συνεπεία δόλου, ψευδών παραστάσεων ή απάτης.  Δεν προσκομίστηκε αξιόπιστη μαρτυρία, η οποία να αποδεικνύει τις αποζημιώσεις που απαιτούν.  Ούτε προσκομίστηκε αξιόπιστη μαρτυρία ότι η εναγόμενη παραβίασε συνταγματικά τους δικαιώματα ή τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης. 

Τέλος, οι ενάγοντες στην αγόρευσή τους εισηγούνται ότι η διαιτητική απόφαση και το Διάταγμα εγγραφής πρέπει να ακυρωθούν επειδή η εναγόμενη αποποιήθηκε των δικαιωμάτων της καθότι, μετά την έκδοση της διαιτητικής απόφασης και του Διατάγματος εγγραφής, «συνέχιζαν να λειτουργούν τον επίδικο λογαριασμό δανείου και να βασίζονται σε όρους της συμφωνίας δανείου».  Με κάθε σεβασμό, ουδεμία μαρτυρία προσκομίστηκε που να δεικνύει ότι η εναγόμενη αποποιήθηκε οποιουδήποτε δικαιώματός της.   Εξάλλου, ο ΜΥ επεξήγησε ότι όταν τερματιστεί ένας λογαριασμός, οι χρεοπιστώσεις συνεχίζονται μέχρι να εξοφληθεί το οφειλόμενο ποσό.

Η απαίτηση απορρίπτεται.

Τα έξοδα, αφού δεν εντοπίζεται λόγος να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα, επιδικάζονται υπέρ της εναγόμενης και εναντίον των ενάγοντων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. 

 

(Υπ.) ……………………..

Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο