
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Π. Αγαπητού, Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 837/24 (ijustice)
1. Κωνσταντίνος Θεοφανίδης
2. Φίλιππος Θεοφανίδης
Ενάγοντες
-και-
Κώστας Αντωνιάδης
Εναγόμενος
Αίτηση από τον Εναγόμενο ημερομηνίας 13.1.25 για παραμερισμό και διαγραφή Απαίτησης
Ημερομηνία: 6η Αυγούστου, 2025
Για Ενάγοντες 1 & 2 – Καθ’ ων η Αίτηση: κος Χατζηδημτηρίου
Για Εναγόμενο – Αιτητή: κα. Σοφοκλέους και κα Κολακκίδου
Ενδιάμεση Απόφαση
(αποστέλλεται στους δικηγόρους των διαδίκων με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και θεωρείται δημόσια απαγγελθείσα)
Με την κρίσιμη Αίτηση οι Εναγόμενοι – Αιτητές (οι «Αιτητές») ζητούν από το Δικαστήριο (διατηρείται αυτούσιο το λεκτικό):
Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η ακύρωση και/ή η απόρριψη και/ή η διαγραφή και/ή ο παραμερισμός της υπό κρίση Απαίτησης υπ’ αριθμό 837/2024 λόγω του ότι συνιστά κατάχρηση διαδικασίας (abuse of process) και/ή λόγω του ότι οι Ενάγοντες κωλύονται εκ της συμπεριφοράς τους (estopped by conduct) να προωθούν την υπό κρίση Απαίτηση.
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η ακύρωση και/ή η απόρριψη και/ή διαγραφή και/ή ο παραμερισμός (set aside) του Εντύπου Απαίτησης (Έντυπο Αρ. 4, Μέρος 7, Κανονισμός 1(1)(α)) της υπό κρίσης Απαίτησης και/ή η αναστολή της ενώπιον του Δικαστηρίου Διαδικασίας.
Γ. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία και/ή διάταγμα το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο και/ή εύλογο υπό τις περιστάσεις.
Δ. Έξοδα, πλέον ΦΠΑ.
Παραθέτω – σκόπιμα - αυτούσια τη Νομική Βάση της Αίτησης όπως συμπληρώθηκε στο Έντυπο 34 από τον Αιτητή, προς ευχερέστερη αναφορά και κατανόηση της κατάληξης του Δικαστηρίου. Η Αίτηση λοιπόν ερείδεται – όπως αναφέρει: περιλαμβανομένων αλλά χωρίς περιορισμό - επί των:
περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, περιλαμβανομένων αλλά χωρίς περιορισμό στο Μέρος 4 – Κανονισμός 4.1(2), Μέρος 10 – Κανονισμός 10.1(5), Μέρος 12 – Κανονισμός 12(1)(1)(α)(β), 12.1(2), 12.1(3), 12.1(9), Μέρος 22 – Κανονισμός 22.1, Μέρος 23 – Κανονισμοί 23.1(1), 23.3, 23.4, 23.5, 23.8(1), 23.10, 23.11, 23.12, 23.13, 23.15, 23.16, στον περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμος (Κεφ. 189), στα άρθρα 2, 13, 54(2), στον περί Δικαστηρίων Νόμου Ν.14/60, στο κοινοδίκαιο, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στη νομολογία, στις αρχές της επιείκειας, στις γενικές και συμφυείς εξουσίες και στην διακριτική εξουσία και πρακτική του Δικαστηρίου.
Πραγματικό υπόβαθρο στην Αίτηση δίδεται με ένορκη δήλωση την οποία συνοψίζω ως ακολούθως: Την ένορκη δήλωση υπογράφει δικηγόρος στο γραφείο που εκπροσωπεί τον Αιτητή, επειδή, όπως επεξηγείται, αφενός ο ίδιος διαμένει μόνιμα στο εξωτερικό και αφετέρου τα ζητήματα τα οποία συναποτελούν την ουσία της Αίτησης είναι κυρίως νομικά. Ουσιαστικά η ομνύουσα υποστηρίζει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση κωλύονται να προωθούν την Απαίτηση, μια και οι ίδιοι δεν προέβησαν σε οποιοδήποτε διάβημα για ν’ αμφισβητήσουν νόμιμα διαθήκη θανούσης, πράγμα που προσπαθούν – ανεπίτρεπτα – να πράξουν με την παρούσα Απαίτηση. Με τα 6 συνημμένα Τεκμήρια παρουσιάζει, μεταξύ άλλων, τη διαδικασία με την οποία η διαδικασία επικυρώθηκε, το ότι οι Ενάγοντες έλαβαν γνώση της διαδικασίας και ότι - παρά ταύτα - αδράνησαν να λάβουν μέτρα, για να καταλήξει ότι η Απαίτηση θα πρέπει να παραμεριστεί, ως η Αίτηση.
Το Δικαστήριο, υπό άλλη σύνθεση, κατά τον ορισμό της Αίτησης για Ακρόαση Διαδικαστικών Οδηγιών («ΑΔΟ»), καθόρισε σχετικό χρονοδιάγραμμα μέχρι και την Ακρόασή της. Την ημέρα της Ακρόασης, διαπιστώθηκε ότι η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψε να καταχωρίσει Ένσταση κι αγόρευση. Ο συνήγορός τους, εμφανιζόμενος ενώπιον μου, δήλωσε ότι η παράλειψη οφειλόταν σε αβλεψία, αλλά, αναγνωρίζοντας ότι τυχόν αίτημα αναβολής θ’ ανέτρεπε την ημερομηνία Ακρόασης της Αίτησης, δεν την αιτήθηκε κι έτσι η διαδικασία προχώρησε χωρίς την ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση.
Oι δικηγόροι του Αιτητή καταχώρισαν γραπτή αγόρευση, με την οποία τονίζουν τη μη συμμόρφωση της άλλης πλευράς με την υποχρέωση καταχώρισης της ένστασης, πράγμα που άφησε τα όσα προβάλλονται με την ένορκη δήλωση που στήριξε την Αίτηση, κατ’ ουσία, αναντίλεκτα. Κατά τους συνηγόρους, από αυτά προκύπτει ότι τόσο οι νομικές όσο και οι πραγματικές προϋποθέσεις πληρούνται, αλλά και ότι η περίπτωση είναι κατάλληλη ούτως ώστε η Απαίτηση των Καθ’ ων η Αίτηση να παραμεριστεί.
Έχοντας επιφυλάξει Απόφαση επί της Αίτησης και κατά τη μελέτη της, προέκυψε ζήτημα αναφορικά με το κατά πόσο η Αίτηση περιλαμβάνει την ορθή νομική βάση. Διότι ανεξάρτητα του ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν να καταχωρίσουν Ένσταση, το βάρος των Αιτητών να προωθήσουν την Αίτησή τους επί της ορθής νομικής βάσης και να πείσουν το Δικαστήριο περί της καταλληλότητάς της, δεν ατονεί, ειδικά μια και η αιτούμενη θεραπεία αφορά σε διαγραφή της Απαίτησης.
Εν όψει, λοιπόν, των Αιτητικών που προωθήθηκαν και τα οποία αφορούν στη διαγραφή και παραμερισμό του δικογράφου της Απαίτησης, παρατηρώ ότι τούτα προνοούνται από τους Κανονισμούς ως ακολούθως:
Στο Μέρος 3 – στα σχετικά για σκοπούς της παρούσας Απόφασης μέρη:
3.3. Εξουσία διαγραφής δικογράφου
(1) Στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό 3.4, αναφορά σε δικόγραφο περιλαμβάνει αναφορά και σε μέρος δικογράφου.
(2) Το δικαστήριο δύναται να διαγράψει δικόγραφο αν διαπιστώσει ότι:
(α) το δικόγραφο δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία έγερσης απαίτησης ή υπεράσπισης·
(β) το δικόγραφο συνιστά κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ή διαφορετικά ενδέχεται να παρεμποδίσει τη δίκαιη διεκπεραίωση της διαδικασίας· ή
(γ) υπήρξε παράλειψη συμμόρφωσης με κανονισμό ή δικαστικό διάταγμα.
[…]
(6) Αίτηση για έκδοση συνοπτικής απόφασης δυνάμει του Μέρους 24 μπορεί να καταχωριστεί και εκδικαστεί ταυτόχρονα με αίτηση δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
Επίσης στο Μέρος 24 – κι επίσης στα σχετικά με την παρούσα Αίτηση σημεία - ως ακολούθως:
(1) Υπό την επιφύλαξη των προνοιών του παρόντος Μέρους, η αίτηση υποβάλλεται σύμφωνα με το Μέρος 23.
(2) Η αίτηση ή η μαρτυρία η οποία περιέχεται ή αναφέρεται σε αυτή ή επιδίδεται με αυτή:
(α) προσδιορίζει περιεκτικά οποιοδήποτε νομικό σημείο ή πρόνοια σε έγγραφο στα οποία στηρίζεται ο αιτητής, ή/και
(β) αναφέρει ότι υποβάλλεται διότι ο αιτητής πιστεύει ότι, με βάση τη μαρτυρία, ο καθ’ ου η αίτηση δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας επί της απαίτησης ή του ζητήματος ή (ανάλογα με την περίπτωση) προοπτική επιτυχούς υπεράσπισης της απαίτησης και σε οποιαδήποτε από τις δύο περιπτώσεις αναφέρει ότι ο αιτητής δεν γνωρίζει άλλο λόγο για τον οποίο η απαίτηση ή το ζήτημα πρέπει να εκδικαστεί.
[…]
24.6. Διατάγματα τα οποία δύναται να εκδώσει το δικαστήριο
(1) Τα διατάγματα τα οποία δύναται να εκδώσει το δικαστήριο κατόπιν αίτησης, δυνάμει του Μέρους 24 περιλαμβάνουν:
(α) απόφαση επί της απαίτησης,
(β) διαγραφή ή απόρριψη της απαίτησης,
(γ) απόρριψη της αίτησης,
(δ) διάταγμα υπό όρους.
Ενδεχομένως εκ του περισσού, αλλά προκειμένου να τονίσω την ύπαρξη περισσότερων από μία βάση στην οποία θα μπορούσε να ενταχθεί το αίτημα του Αιτητή, αναφέρω ότι οι διαδικασίες που προνοούνται στα Μέρη 3 και 24, μέχρις ενός βαθμού, αλληλοκαλύπτονται[1].
Απλή όμως ανάγνωση της νομικής βάσης της εδώ κρίσιμης Αίτησης, η οποία παρατέθηκε αυτούσια πιο πάνω, φανερώνει ότι από αυτή λείπει το υπόβαθρο προς νομική υποστύλωση του αιτήματος. Πιο συγκεκριμένα, μια και το Αίτημα αφορά σε ακύρωση, παραμερισμό, απόρριψη ή και διαγραφή του Εντύπου Απαίτησης, θα αναμενόταν ότι στη νομική βάση θα περιλαμβάνονταν είτε το Μέρος 3 είτε το Μέρος 24 των Κανονισμών, είτε ακόμη και τα δύο. Αντ’ αυτών περιλαμβάνονται το Μέρος 4, το οποίο προνοεί γενικά για Έντυπα, το Μέρος 10, το οποίο αφορά το Σημείωμα Εμφάνισης, το Μέρος 12, το οποίο ρυθμίζει τη διαδικασία αμφισβήτησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, το Μέρος 22, τ’ οποίο καταπιάνεται με τις Δηλώσεις αλήθειας και το Μέρος 23, στο οποίο παρατίθενται οι Γενικοί Κανόνες για Αιτήσεις Έκδοσης Δικαστικών Διαταγμάτων.
Μάλιστα, στο ίδιο το Μέρος 23, Κανονισμός 4(1)(β) καθορίζεται ότι στην Αίτηση πρέπει να περιλαμβάνεται η «[…] συγκεκριμένη νομοθετική πρόνοια ή ο συγκεκριμένος κανονισμός στα οποία αυτή στηρίζεται», πρόνοια με την οποία ως φαίνεται, δεν υπήρξε συμμόρφωση από την πλευρά του Αιτητή στην προκείμενη περίπτωση. Σημειώνω ότι η αναφορά στη νομική βάση της Αίτησης ότι οι Κανονισμοί που επικαλείται περιλαμβάνουν τους όσους ρητώς αναγράφονται «αλλά χωρίς περιορισμό», δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί αρκούντως προσδιοριστική εν όψει της αναφοράς στο πιο πάνω Μέρος 23 για την ανάγκη και συμπερίληψη στην Αίτηση συγκεκριμένου κανονισμού.
Το ζήτημα της παράλειψης συμπερίληψης ορθής νομικής βάσης, στο πλαίσιο των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, απασχόλησε και, σχετικά πρόσφατα, το Εφετείο. Στην Απόφασή του στην υπόθεση Zurab Jincharadze v. CBR Capital Limited, Πολ. Έφεση 39/2019, ημερομηνίας 12.09.2024, ενώ το επίμαχο ζήτημα αφορούσε τροποποίηση, εντοπίζεται το εξής απόσπασμα:
«Υπάρχει πλούσια νομολογία η οποία καθορίζει ότι ο καθορισμός του νομικού βάθρου αφορά στα άρθρα που το στοιχειοθετούν. Αποτελεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παλαιάς Δ.48 θ.1 όρο απαράβατο για την εγκυρότητα του δικονομικού μέτρου. Παραπέμπουμε σχετικά στις υποθέσεις Μαχλουζαρίδης v. Ιωαννίδη κ.ά. (1990) 1Α.Α.Δ. 965 και Kouppa v. Vassiliades (1981) 1 J.S.C.120. Στην υπόθεση Φλουρέντζου Γιαννάκης και Άλλη ν. Cashgrove Betting Ltd και Άλλων (2007) 1 Α.Α.Δ. 393, έχει υπογραμμιστεί η αρχή ότι μία ενδιάμεση αίτηση πρέπει απαραιτήτως να προσδιορίζει τις δικονομικές διατάξεις πάνω στις οποίες βασίζεται. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει η αίτηση να στηρίζεται στην ορθή δικονομική και/ή νομική διάταξη. Εάν η διάταξη στην οποία στηρίζεται είναι εντελώς άσχετη, τότε η νομική της βάση είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Συμπληρώνουμε ότι η ανάγκη παράθεσης συγκεκριμένης πρόνοιας στην οποία στηρίζεται μια αίτηση προκύπτει και από το γράμμα των νέων Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023 (Μέρος 23.4(1)(β) και (6))*».
Και το Εφετείο κατέληξε ότι:
«[…] με το δεδομένο ότι ελλείπει από τη νομική βάση της αίτησης η ουσιαστική πρόνοια που επιτρέπει στο Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια να διατάξει τροποποίηση δικογράφων, η αίτηση δεν έχει στηριχτεί στην ορθή δικονομική διάταξη και επομένως ο λόγος αυτός είναι αρκετός για την απόρριψη της*.»
*Εμφάσεις δοθείσες.
Όπως και στην Zurab (αμέσως ανωτέρω), εκτός του ότι η εδώ αναγραφείσα νομική βάση κρίνεται άσχετη με τις αιτούμενες θεραπείες, ελλείπει από αυτή και το Μέρος 3.8 των Κανονισμών, που όπως επεξηγήθηκε στην ίδια τη Zurab: «[…] αντιστοιχεί στη Διαταγή 64 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στη βάση του οποίου το Δικαστήριο θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο να θεραπεύσει την παρατυπία στο πλαίσιο των εξουσιών του σε σχέση με τη διαχείριση υποθέσεων και να διορθώνει θέματα που αφορούν την ύπαρξη διαδικαστικού σφάλματος».
Επομένως, έχοντας διαπιστώσει ότι η νομική βάση στην οποία στηρίζεται η Αίτηση δεν σχετίζεται με τις αιτούμενες θεραπείες και ότι δεν έγινε επίκληση της εξουσίας του Δικαστηρίου να θεραπεύσει τυχόν παρατυπία, αλλά και κατ’ εφαρμογή του σκεπτικού του Εφετείου όπως αυτό προκύπτει εμφατικά από το λόγο στη Zurab, κρίνω ότι η παρούσα Αίτηση δεν έχει οποιαδήποτε περιθώρια επιτυχίας και ότι η εξέτασή της επί της ουσίας, εν προκειμένω, παρέλκει.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Εν όψει του ότι η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση δεν καταχώρισε ούτε Ένσταση ούτε αγόρευση στην Αίτηση κρίνω, λαμβανομένων υπόψη και των λόγων που οδήγησαν το Δικαστήριο στην απόρριψή της, ότι δεν τίθεται ζήτημα εξόδων και συνεπώς δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή γι’ αυτά.
…………………………
Π. Αγαπητός
Επαρχιακός Δικαστής
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Βλ. επίσης Moroney v Anglo-European College of Chriropractice [2009] EWCA Civ 1560 στην οποία ο Λόρδος Ward ανέφερε: «So it seems to me that the rule that there is an overlap between Part 3.4 and Part 24 is firmly established, and it is accurately recorded in the notes in the White Book at paragraph 3.4.6 […]»
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο