
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 1815/21
Μεταξύ:
1. Ελένης (ΧΕΛΕΝ) Ζαρταριάν
2. Αλεξάν Ζαρταριάν
3. Ιωάννα Χαραλάμπους
Εναγόντων
και
1. Δημήτρης Χατζηαργυρού
2. Ελένη Χατζηαργυρού
Εναγομένων
---------------------------------------
Αίτηση ημερομ. 28/03/2025 για τροποποίηση
του διατάγματος ημερομ. 10/12/2024
Ημερομηνία: 29 Ιουλίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενο 1 - Αιτητή: κ. Βορκάς με κα Λούτσιου, για Μ. Βορκά & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. και Πόλεος & Λούτσιου Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση: κ. Χατζησέργης με κ. Παπαντωνίου
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την υπό κρίση αίτηση ζητείται διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παραμερίζεται ή και να διαφοροποιείται το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομ. 10/12/2024, σε σχέση με το αιτητικό Δ της αίτησης ημερομ. 20/07/2021, το οποίο αφορά απαγόρευση μεταφοράς ποσού μέχρι €2.000.000. Ζητείται επίσης διάταγμα με το οποίο να αντικαθίσταται το ακίνητο, όπως αυτό περιγράφεται στην παράγραφο (Α) του διατάγματος ημερομ. 10/12/2024, με το ακίνητο με στοιχεία 0/[ ], Φ/Σχ.:21/53W1, τεμάχιο [ ] και 0/[ ], Φ/Σχ.:21/53W1, τεμάχιο [ ] στην οδό [ ] 16, [ ].
Νομική βάση για την αίτηση αποτέλεσαν οι Δ.17 θ.10, Δ.19, Δ.25, Δ.26 θ.14, Δ.27 θ.3, Δ.33 θ.θ.1-5 και 15, Δ.34, Δ.35, Δ.39, Δ.40 θ.θ.7(β) 11 και 16, Δ.42, Δ.42Α, Δ.43, Δ.43(Α), Δ.48 θ.θ.1-4, 6, 7, 8(3)-(4), 9, 11, 12 και 13, Δ.57, Δ.59, Δ.63 και Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών, τα άρθρα 2, 21, 29, 30, 32 και 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα άρθρα 1-9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, τα Άρθρα 30.2 και 30.3 του Συντάγματος, οι αρχές του Δικαίου της Επιείκειας, η νομολογία, οι αρχές της Φυσικής Δικαιοσύνης και οι γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.
Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης παρατίθενται σε ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 1, ο οποίος τα γνωρίζει προσωπικά. Είναι η θέση του ότι στις 10/12/2024 το Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση του, στην αίτηση των Εναγόντων ημερ. 20/07/2021, η οποία έχει εφεσιβληθεί. Υποστηρίζει ότι όλα τα περιουσιακά του στοιχεία είναι βεβαρυμμένα με υποθήκες, Μέμο και αποφάσεις Δικαστηρίου και ότι η έκταση των συνολικών υποθηκών και των αποφάσεων του Δικαστηρίου επί της ακίνητης περιουσίας του εκτείνεται στο ποσό των €8.689.735,84. Ισχυρίζεται ότι οι εξασφαλισμένοι πιστωτές έχουν κινήσει νομικές διαδικασίες προς εξασφάλιση των οφειλόμενων, ενώ η AstroBank έχει καταχωρίσει διαδικασία πτώχευσης εις βάρος του, λόγω της αδυναμίας του να πωλήσει οποιαδήποτε περιουσία και να της καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά.
Είναι ο ισχυρισμός του ότι ως αποτέλεσμα της έκδοσης του διατάγματος υπό παράγραφο Δ ο ίδιος έχει εγκλωβιστεί και δεν μπορεί να μετακινήσει οποιαδήποτε κεφάλαια μέχρι το ποσό των €2.000.000. Αυτό τον θέτει σε κίνδυνο πτώχευσης και υποστηρίζει ότι τυχόν πτώχευσή του θα έχει καταστροφικές συνέπειες ως προς την οικονομική του ευχέρεια και τη διακίνηση κεφαλαίων μέχρι του ποσού των €8.689.735,84 αφού όλη του η περιουσία θα περιέλθει πλέον στα χέρια διαχειριστών. Είναι η θέση του ότι προηγούνται οι εξασφαλισμένοι πιστωτές που έχουν υποθήκες και Μέμο από την Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση, υπέρ της οποίας έχει εκδοθεί το συγκεκριμένο διάταγμα.
Υποστηρίζει ότι η Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση επιμένει να τον κρατά εγκλωβισμένο και δέσμιο με ένα διάταγμα γιατί δεν είχε χωρίσει τη σύζυγο του για να παντρευτεί την ίδια. Εισηγείται ότι το διάταγμα υπό την παράγραφο Δ είναι αχρείαστο και χωρίς αντικείμενο αλλά συνάμα έχει οδηγήσει στον εγκλωβισμό του αφού του στερεί το δικαίωμα να διακινεί κεφάλαια προς εξόφληση των πιστωτών του. Υποδεικνύει ότι η επιμονή της Ενάγουσας 1 - Καθ΄ης η αίτηση θα τον καταστρέψει οικονομικά και θα της προσδώσει οικονομικό όφελος χωρίς στην ουσία να ακουστεί η υπόθεση, αφού η ίδια καθυστερεί την καταχώριση της Απάντησης στην Υπεράσπιση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση με αποτέλεσμα τα δικόγραφα να μην έχουν κλείσει.
Προκύπτει, είναι ο ισχυρισμός του, από το διάταγμα Α του συγκεκριμένου διατάγματος ότι η Ενάγουσα 1 είναι εξασφαλισμένη με την υποθήκη επί του ακινήτου στην οδό [ ] 14 στον Στρόβολο, το οποίο έχει εκτιμηθεί το 2017 στα €3.030.000 και η ίδια στη δική της ένορκη δήλωση ημερ. 20/07/2021 καθορίζει την αξία της συγκεκριμένης κατοικίας ως να υπερβαίνει τα €4.000.000. Ως εκ τούτου, η αξία της ακίνητης περιουσίας που έχει δεσμευτεί με το διάταγμα Α υπερβαίνει κατά πολύ τα €2.000.000 και η Καθ’ ης η αίτηση, ως προκύπτει, έχει διασφαλίσει τη δέσμευση περιουσίας μεγαλύτερης από €2.000.000, ενώ ταυτόχρονα επωφελείται με εξασφαλίσεις ύψους €5.030.000, το οποίο είναι διπλάσιο των αξιώσεων της στην υπό κρίση αγωγή.
Προωθεί τη θέση ότι η Ενάγουσα 1 - Καθ’ ης η αίτηση μπορεί να εξασφαλιστεί με άλλο ακίνητο, το οποίο της προσφέρεται από τους Εναγόμενους - Αιτητές, αξίας €2.300.000 το οποίο βρίσκεται στην οδό [ ] στην Έγκωμη και με αυτό τον τρόπο να είναι πιο ακριβοδίκαιη η εξασφάλισή της μέχρι την εκδίκαση της Αγωγής. Σε αντίθετη περίπτωση, η χρεοκοπία του είναι ορατή, αφού σύμφωνα με το λεκτικό του διατάγματος, ως έχει εκδοθεί, απαγορεύεται στον ίδιο η μεταφορά περιουσιακών του στοιχείων με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αυτοσυντηρηθεί ή να χρησιμοποιεί τραπεζικό λογαριασμό για τις καθημερινές συναλλαγές διαβίωσης του εάν το πιστωτικό υπόλοιπο του συγκεκριμένου λογαριασμού δεν υπερβαίνει τα €2.000.000. Ο ίδιος έχει εκδώσει μεταχρονολογημένες επιταγές προς όφελος τρίτων προσώπων για αποπληρωμή των υποχρεώσεών του, πλην όμως ένεκα της παγοποίησης του λογαριασμού αυτές θα επιστραφούν απλήρωτες προκαλώντας του τεράστια και ανεπανόρθωτη ζημιά. Υποστηρίζει ότι το αποτέλεσμα της επίδοσης του εκδοθέντος διατάγματος στις Τράπεζες ήταν η παγοποίηση των λογαριασμών του και αυτό οδήγησε στην ανικανότητα πληρωμής των δανειακών του συμβάσεων με εμφανή και άμεσο τον κίνδυνο να ενεργοποιηθούν διαδικασίες εκποίησης των περιουσιακών του στοιχείων.
Εισηγείται ότι το εκδοθέν διάταγμα ταυτόχρονα του στερεί το συνταγματικό του δικαίωμα να εργοδοτήσει τους κατάλληλους δικηγόρους προς προώθηση της υπεράσπισης του στην Ποινική Υπόθεση 16716/22 του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας αφού αδυνατεί να χρηματοδοτήσει την υπεράσπιση του, παρά το γεγονός ότι επιθυμεί τη γρήγορη εκδίκασή της για να αποδείξει την αθωότητα του. Τα ίδια ισχύουν σε σχέση με την Ποινική Υπόθεση 17279/22 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην οποία παραπονούμενη είναι η Ενάγουσα 1.
Η αίτηση αντιμετωπίστηκε με ένσταση στην οποία καταγράφονται έντεκα (11) λόγοι ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι η αίτηση στηρίζεται σε λανθασμένη και μη σχετική νομική και πραγματική βάση. Ότι η αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη. Ότι είναι καταχρηστική και γίνεται κακόπιστα. Ότι υποβάλλεται με πλήρη περιφρόνηση των δικαιωμάτων της Ενάγουσας 1 - Καθ’ ης η αίτηση. Ότι ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής δεν προσέρχεται με καθαρά χέρια και δεν αποκαλύπτει όλα τα ουσιαστικά γεγονότα ή και τα αποκρύπτει παρουσιάζοντας στο Δικαστήριο παραπλανητικά στοιχεία. Ότι υποβλήθηκε με υπερβολική καθυστέρηση. Ότι καταχωρίστηκε εκδικητικά και για αλλότριους σκοπούς. Ότι αποτελεί λανθασμένο δικονομικό διάβημα. Ότι τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων σημαίνει την καταστρατήγηση του σκοπού που εξυπηρετούν τα εκδοθέντα διατάγματα. Ότι με την καταχώριση της αίτησης καταργείται η υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων και ότι τα αιτούμενα διατάγματα έπρεπε να προβλεφθούν και να συμπεριληφθούν στην ένσταση που καταχωρίστηκε από τον Εναγόμενο 1-Αιτητή στα πλαίσια της αίτησης ημερομ. 20/07/2021.
Νομικό υπόβαθρο για την ένσταση αποτέλεσαν οι ίδιοι κανονισμοί και νόμοι που καταγράφηκαν στην αίτηση και ως εκ τούτου δεν θα επαναληφθούν.
Τα γεγονότα παρατίθενται από την ίδια την Εναγόμενη 1- Καθ’ ης η αίτηση η οποία τα γνωρίζει πολύ καλά. Υποστηρίζει ότι η υπό κρίση αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας αφού ο Εναγόμενος 1-Αιτητής καταχώρισε την Έφεση Αρ. 106/24, με την οποία ζητά την ακύρωση του διατάγματος υπό παράγραφο Δ που αφορά την δήμευση του ποσού των €2.000.000. Είναι η θέση της ότι η αίτηση είναι αναληθής στην ολότητά της και σκοπεί στην παραπλάνηση του Δικαστηρίου, ενώ παράλληλα εισηγείται ότι καταχωρίστηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση και αποτελεί προϊόν υστεροβουλίας και καταχρηστικής συμπεριφοράς που σκοπεί στον αποπροσανατολισμό του Δικαστηρίου. Υποστηρίζει ότι τα αιτούμενα διατάγματα έπρεπε να συμπεριληφθούν στην ένσταση που καταχώρισε ο Εναγόμενος στα πλαίσια της αίτησης ημερομ. 20/07/2021, αφού δεν παρουσιάζουν οποιοδήποτε καινούριο γεγονός και αποτελούν γεγονότα τα οποία μπορούσαν να προβλεφθούν κατά τη σύνταξη της ένστασης και της ένορκης δήλωσης σε εκείνη την αίτηση. Κατά τη δική της άποψη, μοναδική πρόθεση του Εναγόμενου 1 - Αιτητή είναι να την οδηγήσει στην οικονομική και ψυχολογική εξαθλίωση και έτσι να παραιτηθεί των δικαιωμάτων της.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό του Εναγόμενου 1 - Αιτητή ότι κινδυνεύει με πτώχευση, διατείνεται ότι ο Εναγόμενος 1-Αιτητής διέπραξε πράξη πτώχευσης ένα και πλέον χρόνο πριν την έκδοση των διαταγμάτων των οποίων αιτείται την τροποποίηση, παραμερισμό, διαφοροποίηση και αντικατάσταση, σύμφωνα με το Τεκμήριο 2 το οποίο υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση. Καταγράφει ότι σύμφωνα με την απόφαση στην Αγωγή Αρ. 5543/13 Ε.Δ. Λευκωσίας, ημερομ. 14/03/2022, ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής οφείλει στην Astrobank το ποσό των €6.140.634,96. Εισηγείται ότι διαφαίνεται από τα γεγονότα ότι δεν έχει πρόθεση είτε για συμμόρφωση με την απόφαση είτε για εξόφληση των πιστωτών του.
Προωθεί τη θέση ότι υπάρχει επιβάρυνση επί της συγκεκριμένης οικίας, στην οδό [ ], από την Εναγόμενη 2, σύζυγο του Εναγόμενου 1, ύψους €7.189.585, η οποία επιβάρυνση τοποθετήθηκε για λόγους σκοπιμότητας για να αποφύγει τους οποιουσδήποτε πιστωτές του, μεταξύ αυτών και της ιδίας. Ο Εναγόμενος 1-Αιτητής απέκρυψε το γεγονός αυτό, ήτοι του Μέμο με αρ. 1/ΕΒ/635/2020 προς όφελος της συζύγου του επί της συγκεκριμένης κατοικίας, που ήταν το αποτέλεσμα της έκδοσης απόφασης σε αγωγή που καταχωρίστηκε τον Ιανουάριο 2020 και εκδόθηκε απόφαση τον Φεβρουάριο 2020.
Προωθεί την άποψη ότι η δικονομική συμπεριφορά του Εναγόμενου 1 - Αιτητή σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για άνθρωπο αδίστακτο που με κάθε ευκαιρία εξαπατεί χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ανθρώπους χωρίς να ενδιαφέρεται για τα αποτελέσματα των πράξεων του. Η ίδια εξαναγκάστηκε έτσι ώστε να εξαρτηθεί οικονομικά και ψυχικά από αυτόν με την παραχώρηση κενών υποσχέσεων και διαβεβαιώσεων και την υπογραφή των, προς όφελός της, γραμματίων από τον ίδιο και τελικά την άφησε να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Υποστηρίζει ότι η ίδια έχει υποστεί τρόμο λόγω της εμμονικής και επιβλητικής συμπεριφοράς του Εναγόμενου 1-Αιτητή, ο οποίος την παρακολουθεί, διανυκτερεύει μέσα στην αυλή του σπιτιού της και εμφανίζεται μπροστά της προκαλώντας της τρόμο και άγχος.
Ισχυρίζεται ότι ο Εναγόμενος 1-Αιτητής διατηρεί πολλούς λογαριασμούς σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και δραστηριοποιείται οικονομικά και επιχειρηματικά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Φαίνεται από τις βεβαιώσεις του λογιστή του Εναγόμενου 1 - Αιτητή ότι το 2019 το εισόδημά του ξεπέρασε τις £200.000 (STG), ενώ από τις καταστάσεις λογαριασμού του προκύπτει ότι προσπορίζεται οικονομικό όφελος περί των £3.400 (STG) μηνιαίως από την ενοικίαση ιδιόκτητων ακινήτων στο Λονδίνο. Επιπρόσθετα, εκμεταλλεύεται την κατοικία στην οδό [ ] λαμβάνοντας το ποσό των €9.000 μηνιαίως από την ενοικίαση της. Το συγκεκριμένο ποσό εμβάζεται σε λογαριασμό στην Τράπεζα COUTTS στο Ηνωμένο Βασίλειο. Επίσης, είναι ιδιοκτήτης διαμερίσματος στον Πρωταρά, το οποίο φαίνεται να ενοικιάζει με τεράστιο οικονομικό όφελος που ανέρχεται στις €14.400 μηνιαίως, αφού προσφέρεται για ενοικίαση για το ποσό των €480 για κάθε βράδυ. Προκύπτει από την ιστοσελίδα του Εφόρου Εταιρειών ότι ο Εναγόμενος 1-Αιτητής είναι διευθυντής και μέτοχος σε πολλές εταιρείες. Αντίγραφο από την ιστοσελίδα www.gov.uk φανερώνει ότι ο Εναγόμενος 1-Αιτητής διατηρεί εταιρεία η οποία φαίνεται να έχει εγγραφεί στις 04/02/2023 στα British Virgin Islands, ενώ παράλληλα εργάζεται και είναι διευθυντής της εταιρείας Ridgeway London Properties Limited στο Ηνωμένο Βασίλειο. Κατά τη δική της άποψη αποκαλύπτεται ότι, παρά τα όσα δηλώνει στην ένορκη δήλωσή του ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής, οι επιχειρηματικές του δραστηριότητες είναι αρκετά κερδοφόρες.
Προωθεί την άποψη ότι ο Εναγόμενος 1-Αιτητής δεν έχει καταδείξει οποιοδήποτε πειστικό ή ουσιαστικό λόγο για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, ενώ δεν έχει προσκομίσει κανένα έγγραφο το οποίο να καταδεικνύει τα έξοδα διαβίωσης του ή τα τρέχοντα έξοδα του. Όσον αφορά δε τους ισχυρισμούς του ότι δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει τους δικηγόρους του, επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου στο γεγονός ότι στην υπό κρίση διαδικασία έχει διοριστεί ακόμα ένα δικηγορικό γραφείο, ως ομόδικο, με το δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπούσε τον ίδιο στην υπό κρίση αίτηση. Εισηγείται ότι είναι καταχρηστικό ο Εναγόμενος 1-Αιτητής από τη μια να επιζητεί την έκδοση την αιτούμενων διαταγμάτων επικαλούμενος την αδυναμία του να πληρώσει τη δικηγορική αμοιβή για την εκπροσώπηση του και από την άλλη να διορίζει ακόμα ένα δικηγόρο για την προώθηση της υπό κρίση αίτησης.
Προβάλλει τη θέση ότι η ίδια βρίσκεται σε πραγματικό κίνδυνο διαβίωσης και οικονομικής εξαθλίωσης αφού κινδυνεύει να απωλέσει τη στέγη της, ένεκα της απάνθρωπης συμπεριφοράς του Εναγόμενου 1-Αιτητή. Δηλώνει ότι έχει δανειστεί λεφτά για να εφεσιβάλει την απόφαση ημερομ. 10/12/2024 και θεωρεί την έγκριση της επίδικης αίτησης ως τεράστια αδικία τόσο προς την ίδια όσο και προς τα παιδιά της. Είναι η θέση της ότι για 4 χρόνια αγωνίζεται να προστατεύσει τον εαυτό της και τα παιδιά της, αλλά παράλληλα να δώσει και κουράγιο σε άλλα θύματα που υπέστησαν ψυχολογική, σωματική και σεξουαλική βία. Υποστηρίζει ότι ο Εναγόμενος 1-Αιτητής προσπαθεί να την οδηγήσει σε οικονομική εξάντληση με την ελπίδα να παραιτηθεί από τα νόμιμα δικαιώματά της. Η αγωγή που καταχώρησε αφορά παράβαση συμφωνίας και γραμμάτια συνήθους τύπου εκδοθέντα προς όφελός της, το ποσό των οποίων ξεπερνά τα €2.000.000, πλέον τόκους πέραν του €1.000.000. Ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα υπερεξασφάλισής της, ως εισηγείται ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής.
Καταλήγει ότι η διαφοροποίηση ή η τροποποίηση των διαταγμάτων εγκρίνεται μόνο στις περιπτώσεις όπου οι όροι είναι ιδιαίτερα καταπιεστικοί για τον Εναγόμενο και εισηγείται ότι στην υπό κρίση περίπτωση δεν έχει καταδειχθεί κανένας πειστικός λόγος ότι καταπιέζεται, ενώ περαιτέρω υποστηρίζει ότι, σε σχέση με την παράγραφο Δ του διατάγματος, τα συγκεκριμένα ποσά που δεσμεύτηκαν αποτελούν το αντικείμενο της αγωγής.
Δεν αντεξετάστηκε οποιοσδήποτε εκ των ενόρκως δηλούντων και η ακρόαση της αίτησης προχώρησε με την καταχώριση εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων και από τις δύο πλευρές. Το Δικαστήριο έχει υπόψη του τα όσα καταγράφονται με πολύ λεπτομέρεια στις γραπτές αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων, καθώς και τα όσα παρατέθηκαν δια ζώσης. Θα αναφερθεί σ’ αυτά όπου κρίνει τούτο απαραίτητο.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Σύμφωνα με το άρθρο 32(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/1960:
« Οιονδήποτε παρεμπίπτον διάταγμα, εκδοθέν συμφώνως τω εδαφίω (Ι), δύναται να εκδοθεί υπό τοιούτους όρους και προϋποθέσεις ως το δικαστήριον θεωρεί δίκαιον, και το δικαστήριον δύναται καθ' οιονδήποτε χρόνον, επί αποδείξει ευλόγου αιτίας, να ακυρώσει ή τροποποίηση οιονδήποτε τοιούτον διάταγμα».
Το Δικαστήριο, σύμφωνα και με το περιεχόμενο του πιο πάνω εδαφίου, διατηρεί την εξουσία, εάν αποδειχθεί ενώπιόν του εύλογη αιτία προς τούτο, να ακυρώσει ή τροποποιήσει, σε οποιονδήποτε χρόνο, διάταγμα που σε προγενέστερο στάδιο έχει εκδώσει. Δυνατότητα που διατηρεί εξάλλου στο πλαίσιο της ευρύτατης σύμφυτης εξουσίας που έχει, καθοδηγούμενο από τις αρχές του Δικαίου της Επιείκειας. Πρόκειται για θεραπεία που διέπεται από τις Αρχές της Επιείκειας και ακριβώς, λόγω του συγκεκριμένου γεγονότος, παρέχεται στο Δικαστήριο ένα ευρύτατο πεδίο λειτουργίας και εξουσιών έτσι ώστε οποτεδήποτε το Δικαστήριο θεωρεί τούτο δίκαιο και «επί αποδείξει ευλόγου αιτίας», να παρεμβαίνει κατά τον τρόπο που η ίδια η νομολογία έχει καθορίσει, ακυρώνοντας ή τροποποιώντας τέτοιο διάταγμα. Στη συγκεκριμένη δε περίπτωση η δυνατότητα αυτή έχει καταγραφεί ρητά στο σχετικό διάταγμα ημερ. 10/12/2024, στο οποίο έχει ενσωματωθεί ρητή πρόνοια ότι το εκδοθέν διάταγμα θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι «της εκδικάσεως και της πλήρους αποπερατώσεως της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής και/ή μέχρι νεώτερης διαταγής του Δικαστηρίου».
Στην απόφαση Ikos Cif Ltd (2015) 1 Α.Α.Δ. 421 διαβάζονται τα ακόλουθα σχετικά με το υπό συζήτηση θέμα:
«Με όλο το σεβασμό, το γεγονός ότι ένα διάταγμα έγινε (είτε εκ συμφώνου είτε όχι) απόλυτο, δεν αναιρεί το προσωρινό χαρακτήρα του διατάγματος αφού εκ της φύσεως του ισχύει απλώς μέχρι τέλους της αγωγής.
Η πρώτη αίτηση και το επίδικο διάταγμα είχε κριθεί - και παρέμεινε στα πλαίσια της ίδιας νομικής βάσης - επί του άρθρου 32 του Ν.14/60. Το άρθρο 32(2) του νόμου έχει ως εξής:
"(2) Οιονδήποτε παρεµπίπτον διάταγµα, εκδοθέν συµφώνως τω εδαφίω (1), δύναται να εκδοθή υπό τοιούτους όρους και προϋποθέσεις ως το δικαστήριον θεωρεί δίκαιον, και το δικαστήριον δύναται καθ' οιονδήποτε χρόνον, επί αποδείξει ευλόγου αιτίας, να ακυρώση ή τροποποιήση οιονδήποτε τοιούτον διάταγµα.»
Στην υπόθεση Avila Management Services Limited κ.ά. ν. Frantisek Stepanek κ.ά. (2012) 1 ΑΑΔ 1403, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε τα ακόλουθα:
«Κατ΄ αρχάς η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση, αναθεωρήσιμη ανά πάσα στιγμή θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος. Πρόσθετα, ενώ το εκδοθέν διάταγμα παραχωρείται ως λύση επείγουσας και παρεμπίπτουσας μορφής, οι ίδιες οι θεραπείες που ζητούνται με το κλητήριο, εάν επιτύχουν, χορηγούνται τελεσίδικα και στο διηνεκές, (δέστε και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd - ανωτέρω -). Εξαρτάται από την κρίση του Δικαστηρίου, αναλόγως των περιστάσεων (Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co. Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 2015).»
Επίσης δέον να σημειωθεί ότι στις ενδιάμεσες αιτήσεις και στα ενδιάμεσα διατάγματα δεν υπάρχει εν αυστηρή εννοία δεδικασμένο και τέτοια διατάγματα μπορεί να τροποποιηθούν ή και να ακυρωθούν ανάλογα με τις περιστάσεις (βλ. Recnex Trading Ltd κ.άλ. ν. Τράπεζα Πειραιώς Κύπρου Λτδ., ECLI:CY:AD:2014:A269, ECLI:CY:AD:2014:A269, Πολ. Έφεση 71/11, ημερ. 16.4.2014).».
Σχετική είναι και η απόφαση στην Compagnie Noga D' Importation et D' exportation SA and another v. Australian and New Zealand Banking Group and others [2006] EWHC 602 (Comm), στην οποία διατυπώθηκαν ολοκληρωμένα κριτήρια για να εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αιτημάτων διαφοροποίησης απαγορευτικών διαταγμάτων. Η υπόθεση εκείνη αφορούσε περίπτωση με αίτημα για αποδέσμευση χρημάτων προκειμένου να πληρωθεί εγγύηση για αποφυλάκιση επιχειρηματικού εταίρου του αιτούντος το οποίο και απορρίφθηκε. Το Δικαστήριο έθεσε τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές και συνόψισε τα κριτήρια για έκδοση τροποποιητικών διαταγμάτων:
« The relevant principles that I have to apply may be summarised as follows:
i. The essential test is whether it is in the interests of justice to make the variation sought;
ii. Since the court has already determined that, in the absence of a freezing order, there is a real risk of dissipation sufficient to justify the making of an order it is for the Applicant to satisfy the court that it is appropriate make the variation sought and to adduce any evidence that is necessary to persuade the court that that is so;
iii. In determining whether or not to allow the variation proposed the court is concerned to examine whether to do so would be consistent with the policy that underpins the jurisdiction, namely that a defendant should be restrained from evading justice by disposing of assets otherwise than in the ordinary course of business with the result that any judgment goes unsatisfied; Gangway Ltd v Caledonian Park Investments (Jersey) Ltd [2001] 2 Lloyd's Rep 715; TTMI Ltd of England v ASM Shipping Ltd of India [2005] EWHC 2666 (Comm).
iv. The correct test is "to consider objectively the overall justice of allowing the payment to be made including the likely consequence of permitting it on the prospects of a future judgment being left unsatisfied, and bearing in mind that the assets belong to the Defendant and that the injunction is not intended to provide the Claimant with security for his claim or to create an untouchable pot which will be available to satisfy an eventual judgement" : Gee, para 20.054;
v. If the question is whether or not the Mareva should be varied so as to allow frozen monies to be used to fund a defence it may be necessary to show that there are no other funds or sources of payment which should as a matter of objective fairness be used for that purpose in preference to the frozen funds. The same principle must apply if what is sought is to fund the giving of a recognizance in favour of another.
vi. Because the court has already been satisfied of a risk of dissipation judges are entitled, on an application to vary, to have a healthy scepticism about assertions made by the Applicant particularly where the Applicant, or those to whom his evidence or contentions relate, have been less than frank in dealing with the court or the Claimant».
Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφώς ότι, εφόσον έχει ήδη εκδοθεί ένα απαγορευτικό διάταγμα, επειδή το Δικαστήριο πείστηκε ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος εξανεμισμού περιουσιακών στοιχείων, εναπόκειται στον αιτούντα την αποδέσμευση χρημάτων να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την αναγκαιότητα της τροποποίησης και να παρουσιάσει ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να μπορεί να εξεταστεί το αίτημά του. Λαμβάνεται υπόψη το ενδεχόμενο εξουδετέρωσης του εκδοθέντος διατάγματος εάν η ζητούμενη αποδέσμευση οδηγεί σταδιακά στον εξανεμισμό των δεσμευθέντων χρημάτων, ενώ είναι αναγκαίο για τον αιτούντα να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν άλλοι πόροι ή πηγές εσόδων, που να μπορούν δικαίως να χρησιμοποιηθούν για κάλυψη των αναγκών του, πέραν από τα δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής φαίνεται ότι δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων, ούτε πριν καταχωρίσει την υπό εξέταση Αίτηση, ούτε και στην ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής δεν έκαμε καμιά αναφορά στο εισόδημα που λαμβάνει από το Ηνωμένο Βασίλειο, στις εταιρείες που διατηρεί στο εξωτερικό ή ακόμα και στο ενοίκιο που λαμβάνει από την ενοικίαση της οικίας στην οδό Κωστάκη Όμπασιη 14.
Στην υπό συζήτηση περίπτωση, το Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει, στη βάση όλων όσων έχουν τεθεί υπόψη του, κατά πόσο δικαιολογείται η παρέμβαση του στη βάση του άρθρου 32(2) του Ν.14/60 για τροποποίηση ή αντικατάσταση του εκδοθέντος διατάγματος, ως επιδιώκεται από τον Εναγόμενο 1 - Αιτητή. Τα όσα προβλήθηκαν από την πλευρά του Εναγόμενου 1 - Αιτητή στα πλαίσια της παρούσας αίτησης, προς υποστήριξή της διαπιστώνεται ότι αφορούν γεγονότα και στοιχεία τα οποία προϋπήρχαν της καταχώρησης ένστασης σε σχέση με το Προσωρινό Διάταγμα και ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής δεν έχει δώσει στο Δικαστήριο οποιαδήποτε εξήγηση σε σχέση με την μη αποκάλυψη των στοιχείων αυτών κατά την εκδίκαση της αίτησης για οριστικοποίηση του Προσωρινού Διατάγματος. Συγκεκριμένα, όλες οι υποχρεώσεις του στην AstroBank και στην Eurobank φαίνεται να προϋπήρχαν, το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για την επιβάρυνση που η σύζυγός του τοποθέτησε επι της οικίας στην οδό Αντώνη Παπαδοπούλου στις 18/02/2020. Ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής τήρησε σιωπή ιχθύος όχι μόνο για αυτά, αλλά και για εισοδήματα που λαμβάνει από άλλες πηγές.
Έχοντας υπόψη το σύνολο των γεγονότων που έχουν παρατεθεί στην ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 1 - Αιτητή που υποστηρίζει την αίτηση και της εξέλιξης των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό συζήτηση περίπτωση, ως έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου από την Ενάγουσα 1 - Καθ΄ης η αίτηση, και εξετάζοντας το υπό συζήτηση ζήτημα από κάθε σχετική οπτική γωνία και παράμετρο, δεν φαίνεται να έχουν μεσολαβήσει οποιαδήποτε νέα στοιχεία, γεγονότα, συμπεριφορές ή άλλες περιστάσεις, ικανές να οδηγήσουν στην υιοθέτηση της εισήγησης του Εναγόμενου 1 - Αιτητή έτσι ώστε να δικαιολογείται η παρέμβαση του Δικαστηρίου με τον τρόπο που ο τελευταίος αιτείται. Προκύπτει από τα ίδια τα Τεκμήρια που επισυνάφθηκαν στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, ότι η Αίτηση Πτώχευσης 15/23, την οποία ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής επικαλείται για να δικαιολογήσει την απαίτησή του για τροποποίηση των εκδοθέντων διαταγμάτων, καταχωρίστηκε στις 11/12/2023 και ότι από τις 16/11/2023 ο ίδιος έχει διαπράξει πράξη πτώχευσης. Έχουν παρέλθει έκτοτε σχεδόν 2 χρόνια χωρίς να φαίνεται να έχει γίνει οποιαδήποτε προσπάθεια για τακτοποίηση των υποχρεώσεών του. Επίσης, διαφαίνεται ότι η ακίνητη περιουσία του είναι βαριά βεβαρυμμένη. Δεν διαλανθάνει της προσοχής του Δικαστηρίου πως ακόμα και η διαπίστωση της συνύπαρξης όλων των προϋποθέσεων για την τροποποίηση ενός διατάγματος, πράγμα που δεν ισχύει στην υπό κρίση αίτηση, δεν θα ήταν από μόνη της αρκετή αφού το Δικαστήριο έχει πρόσθετα την υποχρέωση να σταθμίσει κατά πόσο, υπό το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν μια υπόθεση, είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα (βλ. Κούνουνα ν. C & A Simonοs Ltd (2002) 1 (B) A.A.Δ. 1361 και Κ.Ο.Τ. ν. Θεωρή (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 255).
Όπως υπεδείχθη στην υπόθεση Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1 (Β) Α.Α.Δ. 788 με παραπομπή σε σχετική Αγγλική νομολογία:
« Αναφορικά, με το ισοζύγιο της ευχέρειας αυτό υποδηλώνει το ενδιαφέρον του δικαστηρίου να ισοζυγίσει τον κίνδυνο αδικίας η οποία θα προκύψει αν φανεί ότι η απόφασή του που δόθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο ήταν εσφαλμένη. Όπως το έχει θέσει ο δικαστής Huffman στην Films Rover International Limited ν. Cannon Film Sales Limited [1987] 1 W.L.R. 670:
"To κύριο δίλημμα σε σχέση με την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, είτε αυτά είναι απαγορευτικά ή επιτακτικά, είναι ότι υπάρχει εξ ορισμού ο κίνδυνος ότι το δικαστήριο μπορεί να πάρει εσφαλμένη απόφαση, με το νόημα ότι έχει χορηγήσει διάταγμα σε διάδικο ο οποίος αποτυγχάνει να αποδείξει τα δικαιώματα του κατά τη δίκη (η θα αποτύγχανε αν υπήρχε δίκη) ή διαζευκτικά με το να παραλείψει να χορηγήσει διάταγμα σε διάδικο που επιτυγχάνει (ή θα πετύχει) στη δίκη. Αποτελεί επομένως θεμελιώδη αρχή ότι το δικαστήριο πρέπει να υιοθετήσει εκείνη την πορεία η οποία φαίνεται ότι ενέχει τους λιγότερους κινδύνους αδικίας εάν ήθελε φανεί ότι η απόφαση του ήταν «εσφαλμένη» με το πιο πάνω νόημα. Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη χορήγηση και των δυο ειδών προσωρινών διαταγμάτων πηγάζουν από αυτή την αρχή».
Κάτω από το σύνολο των παραμέτρων και πτυχών που λαμβάνονται υπόψη σε διαδικασίες ως η υπό συζήτηση, η διαφοροποίηση του διατάγματος κατά τον τρόπο που επιζητείται στην υπό εξέταση περίπτωση από την πλευρά του Εναγόμενου 1 - Αιτητή είναι φανερό ότι δεν θα συνιστούσε συντήρηση του status quo ante. Με δεδομένο άλλωστε ότι ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής δεν κατέγραψε οποιαδήποτε διαφοροποίηση των συνθηκών του αλλά ούτε και αποκάλυψε πώς στερείται, με την έκδοση των διαταγμάτων, των οποιωνδήποτε δικαιωμάτων του, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων δεν θα στερούσε από τον Εναγόμενο 1 - Αιτητή οποιαδήποτε δικαιώματα αφού φαίνεται να είναι σε τέτοια οικονομική κατάσταση έτσι ώστε όχι μόνο να μπορεί να εργοδοτεί πρόσθετους δικηγόρους για προώθηση της υπό κρίση αίτησης, αλλά και να διατηρεί εταιρείες ακόμη και στα British Virgin Islands.
Δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι η αξίωση της Ενάγουσας 1 - Καθ΄ης η αίτηση βασίζεται στην έκδοση προς όφελός της γραμματίων συνήθους τύπου ύψους €2.000.000 πλέον τόκους. Εν πάση περιπτώσει, η ορθότητα της απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 10/12/2024 απομένει να κριθεί από το Εφετείο στα πλαίσια της έφεσης που έχει ασκηθεί και το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να εξετάσει τα θέματα αυτά στα πλαίσια της παρούσας ή οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας.
Για τους λόγους που το Δικαστήριο προσπάθησε να εξηγήσει, αποτελεί κατάληξή του ότι δεν συντρέχουν οι περιστάσεις εκείνες που θα επέτρεπαν την παρέμβαση του κατά τον τρόπο που επιζητεί ο Εναγόμενος 1 - Αιτητής και την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, αφού απέτυχε να αποδείξει την ύπαρξη εύλογης αιτίας.
Συνακόλουθα, η αίτηση οδηγείται σε απόρριψη, με έξοδα προς όφελος της Ενάγουσας 1 - Καθ΄ης η αίτηση και εναντίον του Εναγόμενου 1 - Αιτητή, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, τα οποία θα είναι καταβλητέα στο τέλος της πρωτόδικης διαδικασίας.
(Υπ.) …………………………………….
Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο