
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 2368/21
Μεταξύ:
LEO TRUST CYPRUS LTD
Ενάγουσα
-και-
1. ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ
2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
3. ROMAN KELLER
4. ΜΑΡΚΟΣ ΣΟΦΙΑΝΟΣ
5. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ
6. XLENCE SERVICES LTD
7. XLENCE CONSULTING LTD
Εναγόμενοι
---------------------------------
Αίτηση ημερομ. 25/09/2024 για παραμερισμό ή διαγραφή
ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 31 Ιουλίου, 2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Εναγόμενους 1-7 - Αιτητές: κ. Χρ. Κληρίδης, για Χριστόδουλος Π. Κληρίδης & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση: κα Μ. Πέτρου, για Πολάκης Σαρρής & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την υπό κρίση αίτηση επιζητείται η έκδοση διατάγματος παραμερισμού και/ή διαγραφής του Παραρτήματος Α, Μέρος 2 της Ένορκης Δήλωσης Αποκάλυψης Εγγράφων του Χάρη Μακρυγιάννη ημερομ. 11/01/2024.
Νομική βάση της αίτησης αποτέλεσαν οι Δ.28 θ.θ.1-4, 11 και 12, Δ.30 θ.θ.1-4, 8 και 9, Δ.39, Δ.48 θ.θ.1-9, Δ.59 και Δ.64, η νομολογία, οι συμφυείς εξουσίες και η πρακτική του Δικαστηρίου.
Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης παρατίθενται σε ένορκη δήλωση του Χρίστου Τρύφωνος, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους Εναγόμενους. Δηλώνει γνώστης των γεγονότων και ότι έχει εξουσιοδοτηθεί από τους Εναγόμενους στην κατάρτιση της συγκεκριμένης ένορκης δήλωσης. Είναι η θέση του ότι το Δικαστήριο, στις 27/03/2022, έδωσε οδηγίες όπως οι διάδικοι καταχωρίσουν εντός 60 ημερών αποκάλυψη εγγράφων και εντός 90 ημερών τον κατάλογο μαρτύρων και τη σύνοψη μαρτυρίας. Οι συγκεκριμένοι χρόνοι παρατάθηκαν και στις 11/01/2024 η Ενάγουσα καταχώρισε ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων του κ. Χάρη Μακρυγιάννη. Ισχυρίζεται ότι στην καταχωρισθείσα ένορκη δήλωση αποκάλυψης η Ενάγουσα ενίσταται στην παρουσίαση των εγγράφων που αναφέρονται στο Παράρτημα Α, Μέρος 2 και καταγράφει ως πρώτο λόγο ένστασης για την μη παρουσίαση των εγγράφων ότι περιέχουν μαρτυρία η οποία θα χρησιμοποιηθεί για να καταδειχθεί η υπόθεση της Ενάγουσας και ως δεύτερο λόγο μη αποκάλυψης ότι τα έγγραφα καλύπτονται από προνόμιο. Υποστηρίζει ότι στο Παράρτημα Α, Μέρος 2 γίνεται μια γενική, ασαφής και αόριστη περιγραφή πολλών εγγράφων μαζί και ως εκ τούτου, δεν είναι αντιληπτό σε σχέση με ποια έγγραφα υπάρχει ένσταση στην παρουσίαση τους και ότι δεν αναφέρονται λεπτομέρειες σε σχέση με τον λόγο που κάποιο συγκεκριμένο έγγραφο καλύπτεται από προνόμιο.
Προωθεί τη θέση ότι γίνεται αναφορά σε έγγραφα που δόθηκαν από την Ενάγουσα ή και κατατέθηκαν στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας δυνάμει διατάγματος Anton Piller, το οποίο εκδόθηκε στην Γενική Αίτ. 472/22, χωρίς τα συγκεκριμένα έγγραφα να συγκεκριμενοποιούνται ή να περιγράφονται και χωρίς να αναφέρεται ο λόγος ένστασης στην παρουσίασή τους. Επίσης, καταγράφεται στο Παράρτημα Α ότι υπάρχει ένσταση στην παρουσίαση της καταγγελίας της Ενάγουσας εναντίον των Εναγομένων στην Αστυνομική Διεύθυνση Κύπρου, χωρίς να εξειδικεύεται τι αφορά το συγκεκριμένο έγγραφο. Κατά τη δική του άποψη η γενική, ασαφής και αόριστη περιγραφή εγγράφων αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο η Ενάγουσα είτε να παρουσιάσει ό,τι επιθυμεί, είτε να αποκλείσει ό,τι επιθυμεί κατά τη δίκη.
Η Αίτηση αντιμετωπίστηκε με Ένσταση, στην οποία καταγράφονται οι ακόλουθοι λόγοι ενστάσεως: Ότι η αίτηση είναι νομικά αβάσιμη, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση του διατάγματος και ότι οι λόγοι που προβάλλονται από τους Αιτητές - Εναγόμενους 1-7 δεν είναι επαρκείς ή και δεν δικαιολογούν την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Νομική βάση για την Ένσταση αποτέλεσαν οι ίδιοι Κανονισμοί που παρατίθενται στην Αίτηση και το Δικαστήριο δεν προτίθεται να τους επαναλάβει.
Τα γεγονότα προς υποστήριξη της Ένστασης παρατέθηκαν από τον Χρήστο Κοσιάρη, δικηγόρο στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση. Δηλώνει γνώστης των γεγονότων και δεόντως εξουσιοδοτημένος στην κατάρτιση της συγκεκριμένης ένορκης δήλωσης. Αναφέρεται στα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση και συγκεκριμένα καταγράφει ότι η Κλήση για Οδηγίες ημερομ. 20/01/2023 είχε οριστεί στις 27/03/2023 ενώπιον του Δικαστηρίου. Αναβλήθηκε για τις 12/09/2023, με οδηγίες όπως γίνει εντός 60 ημερών εκατέρωθεν καταχώριση ενόρκων δηλώσεων αποκάλυψης εγγράφων, όπως εντός περαιτέρω 15 ημερών γίνει η ανταλλαγή των εγγράφων και όπως εντός περαιτέρω 90 ημερών καταχωρηθεί από τα μέρη ονομαστικός κατάλογος μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας. Στις 12/09/2023 ζητήθηκε και από τους δύο διαδίκους περαιτέρω χρόνος για συμμόρφωση με τις οδηγίες του Δικαστηρίου και η υπόθεση ορίστηκε στις 12/12/2023, ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκε και πάλι περαιτέρω χρόνος και η αγωγή ορίστηκε στις 05/02/2024. Στις 11/01/2024 η Ενάγουσα-Καθ’ ης η αίτηση καταχώρισε ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων καθώς και ονομαστικό κατάλογο μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας. Οι Αιτητές ζήτησαν, τόσο στις 05/02/2024 καθώς και την 01/03/2024, περαιτέρω χρόνο για να συμμορφωθούν.
Είναι η δική του θέση ότι η Δ.28 και η Δ.39 δεν δίδουν τη δυνατότητα διαγραφής Παραρτήματος ή και μέρους Παραρτήματος ή και Τεκμηρίου συνημμένου σε ένορκη δήλωση εγγράφων. Εισηγείται ότι ενόψει της έλλειψης δικονομικού ερείσματος στο αίτημα των Αιτητών η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί. Υποστηρίζει περαιτέρω ότι στην περίπτωση που δεν γίνει αποδεκτή η συγκεκριμένη εισήγηση, το Παράρτημα Α Μέρος 2 της συγκεκριμένης ένορκης δήλωσης δεν είναι ούτε άσχετο, ούτε σκανδαλώδες και ως εκ τούτου, οι πρόνοιες της Δ.39 θ.18 δεν μπορούν να εφαρμοστούν. Κατά τη δική του άποψη εάν οι Αιτητές επιθυμούσαν να αμφισβητήσουν ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα είναι προνομιούχα, τότε θα έπρεπε να προωθήσουν το σωστό δικονομικό διάβημα. Υποστηρίζει περαιτέρω ότι η περιγραφή των εγγράφων είναι ικανοποιητική γιατί είναι προνομιούχα ή θα χρησιμοποιηθούν για να προωθηθεί η συγκεκριμένη αγωγή και τυχόν περαιτέρω περιγραφή τους ή συγκεκριμενοποίηση τους θα ενείχε τον κίνδυνο αποκάλυψης τους και κατάργησης του χαρακτηρισμού τους ως προνομιούχων.
Ισχυρίζεται ότι σε κανένα σημείο της ένορκη δήλωσης που υποστηρίζει την Αίτηση δεν καταγράφεται ο λόγος για τον οποίο οι Αιτητές ζητούν την έκδοση του συγκεκριμένου διατάγματος, ούτε και αναφέρονται στις συνέπειες ή και επιπτώσεις που θα υποστούν εάν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα. Υποστηρίζει ότι οι Αιτητές επικαλούνται τη μη αποκάλυψη του λόγου που τα έγγραφα καλύπτονται από προνόμιο ως εφαλτήριο για την απόρριψή τους. Προτείνει ότι ο συγκεκριμένος λόγος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως βάση για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Προωθεί τη θέση ότι η διαγραφή οποιουδήποτε εγγράφου και δη της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων θεωρείται ως επαχθέστατο μέσο και ως η έσχατη λύση για τα Δικαστήρια. Υποβάλλει ότι σε περίπτωση έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος η Ενάγουσα - Καθ’ ης η αίτηση θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά και θα παραβιαστεί το δικαίωμα της σε δίκαιη δίκη αφού θα αποστερηθεί του δικαιώματος παρουσίασης της υπόθεσής της ως η ίδια επιθυμεί.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι κατέγραψαν τις θέσεις τους σε εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις τις οποίες παρέδωσαν στο Δικαστήριο, ενώ προέβησαν και σε δια ζώσης διευκρινήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου. Οι θέσεις και των δύο συνηγόρων είναι υπόψη του Δικαστηρίου και θα αναφερθεί σ’ αυτές όπου κρίνει τούτο απαραίτητο.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Όπως έχει νομολογηθεί στην υπόθεση Τηλλυρή ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ 2271, η αποκάλυψη εγγράφων στοχεύει στη λήψη πληροφοριών και στην παρουσίαση εγγράφων που σχετίζονται με τη διαφορά που προέκυψε μεταξύ των διαδίκων για τον σκοπό προετοιμασίας για την ακρόαση ούτως ώστε η αντίδικη πλευρά να μην καταλαμβάνεται εξ απροόπτου στο τι έχει να αντιμετωπίσει στη δίκη. Διαβάζονται τα ακόλουθα στην συγκεκριμένη απόφαση:
« Είναι σημαντικό για ένα διάδικο να έχει την πρέπουσα αποκάλυψη πριν προχωρήσει στη δίκη. (βλ. Μεταξύ άλλων O΄Rourke v. Darbishire [1920] A.C. 581, H.L., 630, Compagnie Financierev. Peruvian Guano Co. [1882] 11 Q.B.D. 55, Board v. Thomas Hedley & Co Ltd [1951] 2 All E.R. 43, Lagos Ltd v. Πλοίου FT Zolotets κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ., σελ. 600, The National Bank of Greece S.A. v. Paraskevas Mitsides Debtor and Another (1962) C.L.R. 40).».
Σχετική είναι και η απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση των Alpha Bank Cyprus Ltd κ.α. Πολ. Εφ.65/23 ημερ. 02/05/2024, στην οποία ο Έντιμος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Δαυίδ καταγράφει τα ακόλουθα:
« Εν πάση περιπτώσει, αποκάλυψη που στοχεύει στο «ψάρεμα» μαρτυρίας ή που εύλογα μπορεί να λεχθεί ότι δεν θα χρησιμεύσει σε οτιδήποτε ή θεωρηθεί ως μη αναγκαία κατά τη δίκαιη διεκπεραίωση της δίκης, δεν είναι επιτρεπτή The National Bank of Greece S.S. v. Mitsides & Anor (1962) C.L.R. 40 και Τυλληρή v. Λαϊκής Κυπραικής Τράπεζας Λτδ (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ 2271).».
Από τα γεγονότα ως τέθηκαν στο Δικαστήριο η πλευρά της Ενάγουσας-Καθ’ ης η αίτηση στην ένορκη δήλωσή της που αφορά την αποκάλυψη εγγράφων στο Παράρτημα Α, Μέρος 2 προβαίνει σε γενική αναφορά σε έγγραφα που δόθηκαν από την Ενάγουσα ή και κατατέθηκαν στο Πρωτοκολλητείο δυνάμει διατάγματος Anton Piller το οποίο εκδόθηκε στην Γενική Αίτ. 472/20, πλην όμως αρνείται να αποκαλύψει τα συγκεκριμένα έγγραφα γιατί, ως ισχυρίζεται, είναι έγγραφα που θα χρησιμοποιηθούν για να καταδειχθεί η υπόθεση της αλλά και γιατί καλύπτονται από προνόμιο. Δεν επεξηγήθηκε γιατί καλύπτονται από προνόμιο οι πραγματολογικές εκθέσεις για τα πεπραγμένα της Ενάγουσας κατά τους επίδικους χρόνους και τα λοιπά στοιχεία στα οποία η Ενάγουσα θα βασίσει την υπόθεσή της.
Η πλευρά των Εναγομένων-Αιτητών ισχυρίζεται ότι η αναφορά στα συγκεκριμένα έγγραφα είναι γενική, ασαφής και αόριστη σε σημείο που επιτρέπει στην Ενάγουσα να προσκομίσει κατά τη δίκη οποιαδήποτε έγγραφα επιθυμεί.
Σχετικό με τα υπό συζήτηση θέματα είναι το Μέρος 31, Κανονισμοί 3(5) και (6) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας 2023 το οποίο αφορά την αποκάλυψη εγγράφων. Διαλαμβάνει τα ακόλουθα:
« (5) Διάδικος ή πρόσωπο το οποίο προβαίνει σε αποκάλυψη απαριθμεί με χρονολογική σειρά, χρησιμοποιώντας τον Πίνακα Α των Εντύπων αρ. 43 & 44, τα αποκαλυφθέντα έγγραφα στην προσαγωγή των οποίων δεν ενίσταται ο διάδικος ή το πρόσωπο το οποίο προβαίνει στην αποκάλυψη και προσάγει τα έγγραφα αυτά επισυνάπτοντάς τα στο αντίγραφο της δήλωσης μάρτυρα η οποία παραδίδεται σε κάθε άλλο διάδικο στην απαίτηση, αιτία ή θέμα. Τα αποκαλυφθέντα έγγραφα δεν χρειάζεται να επισυναφθούν στη δήλωση μάρτυρα η οποία καταχωρίζεται στο δικαστήριο.
(6) Διάδικος ή πρόσωπο το οποίο προβαίνει σε αποκάλυψη, απαριθμεί με χρονολογική σειρά χρησιμοποιώντας τον Πίνακα Β των Εντύπων αρ. 43 & 44, τα αποκαλυφθέντα έγγραφα στην προσαγωγή των οποίων ενίσταται ο διάδικος ή το πρόσωπο το οποίο προβαίνει στην αποκάλυψη και αναφέρει περιεκτικά, αλλά συγκεκριμένα τους λόγους της ένστασης.».
Σύμφωνα με τους παλαιούς Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας η αποκάλυψη εγγράφων δυνατόν να είναι είτε γενική, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.28 θ.1 που αντιστοιχεί με την Αγγλική διάταξη O.31 r.12 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών, είτε ειδική, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.28 θ.11 που αντιστοιχεί με την O.31 r.19A(3). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως εξάλλου αναφέρεται από τους Αιτητές, η υπό κρίση Αίτηση βασίζεται και στις δύο πρόνοιες αλλά κυρίως στην Δ.28 θ.11, η οποία προνοεί τα ακόλουθα:
« The Court or a Judge may, on the application of any party to a cause or matter at any time, and whether an affidavit of documents shall or shall not have already been ordered or made, make an order requiring any other party to state by affidavit whether any particular document or documents or any class or classes of documents specified or indicated in the application, is or are, or has or have at any time been, in his possession, custody or power; and, if not then in his possession, custody or power, when he parted with the same and what has become thereof. Such application shall be made on an affidavit stating that in the belief of the deponent the party against whom the application is made has, or has at some time had in his possession, custody or power, the particular document or documents or the class or classes of documents specified or indicated in the application, and that they relate to the matters in question in the cause or matter, or to some or one of them.».
Παρά το γεγονός ότι οι Αιτητές - Εναγόμενοι 1-7 βασίζουν την αίτησή τους στην Δ.28 θ.θ.1 και 11, δεν ζητούν διάταγμα ειδικής αποκάλυψης αλλά διάταγμα παραμερισμού ή και διαγραφής του Παραρτήματος Α, Μέρος 2 της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων της Ενάγουσας. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποδώσει την θεραπεία που ζητείται από τους Αιτητές-Εναγόμενους αφού η θεραπεία που προβλέπεται από την Δ.28 θ.1 και 11 είναι διαφορετική. Η Δ.28 θ.11 προβλέπει για την ειδική αποκάλυψη όπου ένας διάδικος κρίνει ότι η ειδική αποκάλυψη είναι σχετική με τα επίδικα θέματα και θα βοηθήσει την υπόθεση του. Το στοιχείο αυτό, προκύπτει από το λεκτικό της ίδιας της Δ.28 θ.11 όπου αναφέρεται ότι η σχετική αίτηση μπορεί να καταχωρηθεί, ανεξάρτητα του αν έχει προηγηθεί ένορκη δήλωση γενικής αποκάλυψης. Στην περίπτωση που επιδιώκεται η αποκάλυψη συγκεκριμένης κατηγορίας εγγράφων δυνάμει της Δ.28 θ.11, είναι αναγκαίο να αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως η ύπαρξη αυτών των εγγράφων, όπως βέβαια και η σχετικότητα τους με τα επίδικα θέματα. Θα πρέπει επιπλέον να αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως ότι τα έγγραφα, είναι ή ήταν καθ' οιονδήποτε χρόνο στην κατοχή του καθ' ου η αίτηση.
Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση TBF (Cyprus) Ltd v. Εμπορικής Μελετών Σχεδιασμού και Επιχειρηματικού Κεφαλαίου A.E κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 153, η Δ.28 θ.11 χρησιμοποιείται εφόσον η προηγηθείσα διαταγή για γενική αποκάλυψη δεν απέληξε στην αποκάλυψη συγκεκριμένων εγγράφων τα οποία πλέον, επικαλούμενος την Δ.28 θ.11, ο διάδικος μπορεί να ζητήσει την ειδική αποκάλυψη για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Astra - Nat Productions v. Neo - Art Productions [1928] W.N.218, ως αποκαλυπτικό του σκοπού της πανομοιότυπης διάταξης O.31 r.19 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών αλλά και της κοινής αντιμετώπισης με την κυπριακή Διάταξη:
« The present application was one under Order XXXI, rule 19 A (3), which gave power to the Court to order discovery of a particular document or class of documents where a prima facie case was made out that the original affidavit of documents of the party against whom the application was made was insufficient.
.............................................................................................................................................
In his Lordhip's opinion, upon an application under the Order and rule, it was necessary for the applicant to displace the oath of the party on the other side, at any rate to this extent, by making a prima facie case that there were in existence some documents which were relevant to the matters in issue in the action which had not been included in the other party's affidavit of documents».
Διαπιστώνεται σύγχυση αναφορικά με το τι επιδιώκουν οι Αιτητές-Εναγόμενοι 1-7 αφού, αντί να ζητήσουν την ειδική αποκάλυψη των εγγράφων που περιγράφονται στο Παράρτημα Α, Μέρος 2 της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης, ζητούν την διαγραφή του συγκεκριμένου Παραρτήματος. Αυτό που λησμονούν είναι ότι η ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων δεν συνιστά δικόγραφο για να μπορεί το Δικαστήριο να διαγράψει οτιδήποτε από το περιεχόμενό της. Ο ίδιος ο νομοθέτης προνόησε για περιπτώσεις όπως η υπό εξέταση και έδωσε το δικαίωμα στην έκδοση διατάγματος για ειδική αποκάλυψη. Οι Αιτητές - Εναγόμενοι δεν αιτούνται όμως την έκδοση τέτοιου διατάγματος.
Η Δ.64, την οποία η πλευρά των Αιτητών - Εναγομένων 1-7 επικαλείται, παρέχει τη δυνατότητα καταχώρισης αίτησης «…..για παραμερισμό οποιασδήποτε διαδικασίας, οποιουδήποτε διαβήματος που έγινε σε οποιαδήποτε διαδικασία, ή οποιουδήποτε εγγράφου, αποφάσεως ή διατάγματος σε αυτή, λόγω παρατυπίας.». Η συγκεκριμένη διάταξη καλύπτει τις περιπτώσεις όπου επιζητείται ο παραμερισμός εγγράφου το οποίο καταχωρίστηκε κατ΄ ισχυρισμό αντικανονικά και παράτυπα. Στην υπό κρίση υπόθεση δεν τίθεται θέμα παράτυπης ή αντικανονικής καταχώρισης της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων της Ενάγουσας αφού καταχωρίστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του Δικαστηρίου. Μάλλον το αντίθετο αφού η Ένορκη Δήλωση αποκάλυψης εγγράφων της Ενάγουσας φαίνεται να είναι σύμφωνη τόσο με τους παλαιούς Θεσμούς καθώς και με τους νέους.
Ενόψει όλων των προαναφερθέντων, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η συγκεκριμένη αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί αφού δεν ανταποκρίνεται στο ορθό νομικό διάβημα που προβλέπεται από τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας σε περίπτωση που διάδικος δεν αποκαλύπτει όλα τα έγγραφα που έχει στην κατοχή του ή ενίσταται στην παρουσίασή τους.
Συνακόλουθα της πιο πάνω κατάληξης, η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της Ενάγουσας - Καθ΄ης η αίτηση, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, τα οποία θα καταβληθούν στο τέλος της διαδικασίας.
(Υπ.) …………………………………….
Ε. Γεωργίου - Αντωνίου, Π.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο