Commercial General Insurance Ltd ν. Αλεξάνδρας Παπακόκκινου, Αρ. Αγωγής: 7336/14, 4/8/2025
print
Τίτλος:
Commercial General Insurance Ltd ν. Αλεξάνδρας Παπακόκκινου, Αρ. Αγωγής: 7336/14, 4/8/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΛΟΥΚΑ Ε.Δ

ΑρΑγωγής: 7336/14

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Commercial General Insurance Ltd

Ενάγουσας

-και-

 

Αλεξάνδρας Παπακόκκινου

Εναγόμενης

 

Ημερομηνία: 4/8/2025

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Μ. Φιερός

Η Εναγόμενη αυτοπροσώπως.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

1.    Εισαγωγή/ Δικόγραφα

Η Ενάγουσα αξιώνει ποσό ύψους €3.395,60, ως χρέος δυνάμει λογαριασμού, ήτοι ως οφειλόμενα δυνάμει ασφαλιστηρίων συμβολαίων, τα οποία διατηρούσε η Εναγόμενη. Διαζευκτικά διεκδικούν το ως άνω ποσό δυνάμει των αρχών του αδικαιολόγητου πλουτισμού.

Η Ενάγουσα παρείχε λεπτομέρειες σχετικά με την Απαίτηση της, διευκρινίζοντας ότι ο ουσιώδης χρόνος εκτείνεται από την 28/12/2007 μέχρι την 14/10/2014. Εκεί γίνεται αναφορά σε τέσσερα ασφαλιστήρια έγγραφα, δύο για ασφάλιση οχημάτων, ένα για ασφάλιση καταστημάτων και μία ταξιδιωτική ασφάλιση. Η Εναγόμενη πλήρωσε ποσό €7960.33 και οφείλει το αξιούμενο ποσό. Επισυνάπτουν ενιαία, για όλα τα ασφαλιστήρια, κατάσταση λογαριασμού.

Η Εναγόμενη εγείρει Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση. Ειδικότερα υποστηρίζει ότι δεν τηρείτο κατάσταση λογαριασμού για κάθε ασφαλιστήριο, ως είχε συμφωνηθεί, ότι την 12/12/2012 τερμάτισε όλα τα συμβόλαια που είχε με την Ενάγουσα, λόγω μη ασφάλισης ενός οχήματος της παρά το ότι είχε καταβάλει το σχετικό τίμημα και ότι η Ενάγουσα προέβαινε σε υπερχρεώσεις. Η Εναγόμενη μάλιστα αναφέρεται επακριβώς στο ποσό που χρεωνόταν ο λογαριασμός της και καταγράφει και το επιπλέον ποσό, αυτό της υπερχρέωσης, ως η θέση της (παρ. 10 (3) – 10 (6), 11 (2)-11(6), 12 (1) και 12 (2)). Αυτά τα ποσά υπερχρεώσεων τα αξιώνει ανταπαιτητικώς (παρ. 19 (3) έως 19 (13) και 19 (15) έως 19 (17)), όπως και ποσό ύψους €785,21 το οποίο κατέβαλε και δεν έτυχε ασφάλισης (παρ. 19 (2)). Ανταπαιτεί ακόμη ποσό €1.000 δια διάρρηξη προφορικής συμφωνίας, αφού αυτό το ποσό της είπε λειτουργός της Ενάγουσας ότι θα της καταβληθεί για επισκευή οχήματος της (παρ. 19 (1)), αλλά και μια σειρά από άλλες αξιώσεις όπως προέκυπταν από τα Ασφαλιστικά Συμβόλαια (παρ. 19 (14) και 19 (18) έως 19 (20)).

Η Ενάγουσα απορρίπτει τους ισχυρισμούς της Υπεράσπισης και τις αξιώσεις της Ανταπαίτησης της Εναγόμενης, μέσω της Απάντησης της στην Υπεράσπιση και Υπεράσπισης στην Ανταπαίτηση.

 

2.    Επίδικα και παραδεκτά ζητήματα

Για σκοπούς περιορισμού των επίδικων θεμάτων, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι μέσω των δικογράφων, της αντεξέτασης μαρτύρων, αλλά και των θέσεων που προωθήθηκαν από τους διάδικους κατά τις τελικές τους αγορεύσεις, προκύπτει παραδεκτώς ότι τα μέρη είχαν συμβληθεί. Συγκεκριμένα είχε συμφωνηθεί, ως παραδέχεται και η Εναγόμενη στην παράγραφο 2 της Υπεράσπισης της, η ασφάλιση των οχημάτων της με αριθμούς [ ] από την 28/12/2007 και [ ] από την 11/9/2008, όπως και η ασφάλιση πυρός και άλλων κινδύνων 3 καταστημάτων της στην Πάφο, την 28/12/2008.

Τα ως άνω, ως παραδεκτά και αναντίλεκτα, καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου. Παραμένουν λοιπόν, ως επίδικα, όπως προκύπτει από τα δικόγραφα και την επ’ ακροατηρίω μαρτυρία τα εξής:

Α. Τα ποσά με τα οποία χρεώθηκε ο λογαριασμός της Εναγόμενης, για τα ως άνω ασφαλιστικά συμβόλαια και αν τελικώς αυτά τα ποσά οφείλονται, είχαν αντίκρισμα ή εξοφλήθηκαν. Σχετικός με το εν λόγω επίδικο είναι και ο καίριος ισχυρισμός της Εναγόμενης, ότι τερμάτισε όλα τα Ασφαλιστικά Συμβόλαια με την Ενάγουσα την 12/12/2012.

Β. Η Εναγόμενη υποστηρίζει ότι έτυχε υπερχρεώσεων του λογαριασμού της από την Ενάγουσα, ποσά τα οποία ανταπαιτεί.

Γ. Η Εναγόμενη επίσης εγείρει μια σειρά απαιτήσεων, οι οποίες θα αναλυθούν κατωτέρω, ώστε να αποδειχθεί αν της οφείλεται το οποιοδήποτε ποσό δυνάμει των Ασφαλιστικών Συμβολαίων, από την Ενάγουσα.

 

3. Μαρτυρία

Δεν θα παρατεθούν με λεπτομέρεια τα όσα ισχυρίστηκε ο κάθε μάρτυρας, αφού το σύνολο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της διαδικασίας και τα έχω υπόψη μου. Έχω αναγνώσει τις γραπτές αγορεύσεις των διαδίκων και αναφορά σε αυτές θα γίνεται όπου κρίνεται σκόπιμο. Ως μάρτυρες στην επ ακροατηρίω διαδικασία κατέθεσαν ο Γενικός Διευθυντής των Οικονομικών Υπηρεσιών της Ενάγουσας κ. Αντώνης Πασχάλη (ΜΕ1), η γραφέας ασφαλίσεων της Ενάγουσας κα. Ειρήνη Καραμανή (ΜΕ2) και ο πρώην Διευθυντής Καταστήματος της Ενάγουσας κ. Άθως Σιακαλλής (ΜΕ 3) ενώ για την Εναγόμενη κατέθεσε η ίδια (ΜΥ 1) και ο κ. Σωτήρης Χαπούπης (ΜΥ 2), υπεύθυνος πωλήσεων στη Λευκωσία, της εταιρείας Cyprus Import Corporation Limited.

Προχωρώ στην ανάλυση και αξιολόγηση της μαρτυρίας, έχοντας υπόψη τα επίδικα θέματα, με σκοπό να καταστεί δυνατή η εξαγωγή διαπιστώσεων αναφορικά με τα πραγματικά, καθοριστικά για το αποτέλεσμα, γεγονότα[1]. Ως είναι νομολογιακά καθιερωμένο η αξιολόγηση λαμβάνει χώρα επί σημείων που αφορούν τα επίδικα θέματα[2]. Η ανάλυση και αξιολόγηση της μαρτυρίας θα γίνει ανά επίδικο ζήτημα, με αντιπαραβολή και διερεύνηση της αντικειμενικής υπόστασης των εκατέρωθεν θέσεων, με αναφορά στα Τεκμήρια ώστε να εξαχθούν σχετικά ευρήματα, ενώ θα αξιολογηθεί κάθε μάρτυρας ξεχωριστά, ως και η νομολογία εισηγείται[3].

3.1. Τα ποσά των ασφαλίστρων και ο κατ’ ισχυρισμό τερματισμός

Κύρια θέση των μαρτύρων που κατέθεσαν υπέρ της Ενάγουσας είναι ότι τα Ασφαλιστικά Συμβόλαια ήταν χρονιαία, κάθε έτος υπήρχε επικοινωνία με την Εναγόμενη, η τελευταία επιβεβαίωνε ότι επιθυμούσε την ανανέωση και της αποστελλόταν σχετικό έγγραφο, όπου αναγραφόταν και το σχετικό κόστος. Προς τούτο κατατέθηκε σειρά Τεκμηρίων από τον ΜΕ 1.

Συγκεκριμένα το Τεκμήριο 1 αποτελεί την Πρόταση Ασφάλισης με αριθμό MΡ 201-009025 του οχήματος με αριθμούς εγγραφής [ ]. Εκεί καταγράφονται οι όροι που η Εναγόμενη αποδέχθηκε τον Δεκέμβριο του 2007 και το σχετικό ασφάλιστρο. Κατατέθηκαν επίσης οι βεβαιώσεις ανανέωσης του εν λόγω Ασφαλιστήριου Συμβολαίου για τα επόμενα έτη μέχρι το έτος 2012, όταν και το εν λόγω συμβόλαιο ανανεώθηκε για ακόμα ένα έτος (Τεκμήρια 2 έως 6). Αναλόγως και για τα άλλα Ασφαλιστικά Συμβόλαια, οι Προτάσεις Ασφάλισης για το [ ], με αριθμό ΜΡ 201-009743 (Τεκμήριο 7 Α) και πυρός και ειδικών κινδύνων με αριθμό FI 201-001085 (Τεκμήριο 13), κατατέθηκαν σχετικές βεβαιώσεις ανανέωσης, Τεκμήρια 8 έως 12 και 14 έως 17 αντίστοιχα.

Οι ως άνω βεβαιώσεις προκύπτει τόσο από τη μαρτυρία των μαρτύρων της Ενάγουσας, όσο και από το σώμα των εγγράφων, να αποστέλλονταν στην Εναγόμενη και μάλιστα να φέρουν και τη σχετική ημερομηνία αποστολής. Οι αιτιάσεις της Εναγόμενης ότι τα εν λόγω έγγραφα είναι κατασκευασμένα δεν αντέχουν στη βάσανο της λογικής, καθώς αφενός ανανεώνουν συμβάσεις στη βάση των οποίων και η ίδια η Εναγόμενη εγείρει απαιτήσεις και αφετέρου παραδεκτώς κατέβαλλε ποσά προς πληρωμή τους, ως η ίδια παραδέχθηκε.

Ο ΜΕ 1 με την μαρτυρία του κατέθεσε όλα τα ασφαλιστικά συμβόλαια, όπως τα συνέλεξε εκ της θέσεως του ως Οικονομικός Διευθυντής της Ενάγουσας. Η ΜΕ 2 εξήγησε τη συνήθη πρακτική ανανέωσης, ήτοι την αποστολή ειδοποίησης ανανέωσης, και όπου δεν υπάρχει ανταπόκριση την τηλεφωνική επικοινωνία με τον πελάτη. Με την επικοινωνία εξηγούνται και οι αλλαγές που επέρχονται με την ανανέωση. Κατέθεσε μάλιστα η ΜΕ 2 ότι χειριζόταν προσωπικά τις ανανεώσεις της Εναγόμενης, αναφέροντας ότι η τελευταία συμφωνούσε με την ανανέωση και τότε εκδίδονταν οι σχετικές βεβαιώσεις. Ο ΜΕ 3, δε, κατέθεσε και αντεξετάστηκε, σε σχέση με τη συχνή επικοινωνία του με την Εναγόμενη και για την καταβολή των επίδικων οφειλόμενων. Επανέλαβε όσα είχε εξηγήσει και η ΜΕ 2, ως προς την διαδικασία ανανέωσης, για να προσθέσει ότι στην Εναγόμενη παρεχόταν απρόσκοπτη ασφαλιστική κάλυψη μέχρι το 2013.

Τα ως άνω έγγραφα και η μαρτυρία των ΜΕ 1 έως 3 ήταν σαφής, επεξηγηματική και σταθερή, με τρόπο που να μην επιδεχόταν ιδιαίτερης αμφισβήτησης, παρά την σφοδρή αντεξέταση της Εναγόμενης. Συγκεκριμένα ο ΜΕ 1 εξήγησε ότι δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα με την υπόθεση, παρά μόνο κατέθεσε τα τεκμήρια που είχε στην κατοχή του και εξήγησε τις διαδικασίες της Ενάγουσας. Η ΜΕ 2 ήρθε για να συμπληρώσει ότι την εν λόγω διαδικασία ανανέωσης τήρησε και στην περίπτωση της Εναγόμενης, με τον ΜΕ 3 να επιβεβαιώνει ότι όχι μόνο παρεχόταν απρόσκοπτη ασφάλιση στην Εναγόμενη αλλά την όχλησε ανά διαστήματα για να καταβάλει τα επίδικα οφειλόμενα. Ο ΜΕ 3 κατέθεσε και ως προς τις περιόδους κάλυψης κάθε ασφαλιστηρίου, ως εξής:

Ασφαλιστήριο Έγγραφο με αρ. ΜΡ201-009025 για την περίοδο 21.12.2007 -20.12.2013

Ασφαλιστήριο Έγγραφο με αρ. ΜΡ201-009743 για την περίοδο 15.05.2008 - 14.05.2013.

Ασφαλιστήριο Έγγραφο με αρ FI201-001085 για την περίοδο 23.12.2008 -22.12.2013.

Σχετική είναι και η κατάσταση λογαριασμού, Τεκμήριο 20, ημερομηνίας 14/10/2014, στην οποία φαίνονται οι χρεώσεις και οι πιστώσεις στο λογαριασμό της Εναγόμενης. Φαίνονται οι χρεώσεις των ασφαλίστρων, οι πιστώσεις για απαιτήσεις της και πληρωμές που έγιναν από την Εναγόμενη μέχρι και την 11/9/2013. Η καθυστέρηση στην έκδοση του Τεκμηρίου 20, ήτοι η 14/10/2014, σχεδόν 2 χρόνια δηλαδή, μετά την τελευταία χρέωση ασφαλίστρου, εξηγήθηκε από τον ΜΕ 3. Είπε ότι υπήρχαν απλήρωτες απαιτήσεις της Εναγόμενης, για τις οποίες δεν συνεργαζόταν, παρά τις οχλήσεις τους (σχετικές είναι και οι καταγραφές στα Τεκμήρια 28, 31 και 35) και αναγκάστηκαν να τις πληρώσουν όπως οι ίδιοι έκριναν ορθό, σε μεταγενέστερο χρόνο.

Υποστηρικτικές των θέσεων της Ενάγουσας είναι και οι επιστολές προς την Εναγόμενη Τεκμήρια 36 έως 38. Στην πρώτη, ημ. 20/6/2013 τονίζεται ότι παρά τις οχλήσεις της η Εναγόμενη δεν ανταποκρίνεται και αν δεν διευθετηθεί συνάντηση θα διευθετήσουν μονομερώς απαιτήσεις της, θα ακυρώσουν τα Ασφαλιστικά Συμβόλαια και θα λάβουν μέτρα για διασφάλιση των ασφαλίστρων. Στο Τεκμήριο 37, ημ. 2/9/2013 γίνεται αναφορά σε τηλεφωνική επικοινωνία με την Εναγόμενη, επιβεβαιώνονται συγκεκριμένες ασφαλιστικές καλύψεις και αναφέρεται ότι θα συζητηθεί σε επικείμενη συνάντηση το υπόλοιπο των τριών λογαριασμών της. Σημειώνεται ότι αυτής της επιστολής ακολούθησε πληρωμή ποσού από την Εναγόμενη, όπως η ίδια παραδέχθηκε και φαίνεται στο Τεκμήριο 20. Τέλος με το Τεκμήριο 38, ημ. 10/7/2014 η Εναγόμενη κλήθηκε εκ νέου σε συνάντηση και αν δεν το έπραττε προειδοποιείτο ότι θα λάμβαναν όλα τα μέτρα για πληρωμή των υπολοίπων. Το Τεκμήριο 37 απεστάλη με τηλεομοιότυπο ενώ το Τεκμήριο 38 παραλήφθηκε από την Εναγόμενη τη 2/10/2014.

Σε αντίθεση με την ως άνω σταθερή θέση των μαρτύρων της Ενάγουσας, η μαρτυρία της Εναγόμενης παρέμεινε ατεκμηρίωτη και σε κάποια, καίρια σημεία, υπήρξαν αντιφάσεις. Ειδικότερα, η θέση της όπως υποβλήθηκε στον ΜΕ 1 ήταν ότι τα ασφαλιστήρια ήταν πληρωμένα μέχρι το 2012 και την 12/12/2012 τα ακύρωσαν, ενώ και η ίδια στην αντεξέταση της ανέφερε ότι προπλήρωνε τα ασφάλιστρα. Τούτη η θέση αντιφάσκει με το γεγονός ότι, όπως και η ίδια παραδέχθηκε, κατέβαλε ποσό έναντι οφειλόμενων ασφαλίστρων την 11/9/2013, 9 δηλαδή μήνες μετά την κατ’ ισχυρισμό της διακοπή κάθε σχέσης με την Ενάγουσα. Επίσης, η ως άνω πληρωμή, διαψεύδει και τον ισχυρισμό της Εναγόμενης ότι ουδέποτε ειδοποιείτο για τις ανανεώσεις των Ασφαλιστικών της Συμβολαίων. Αν ουδέποτε ειδοποιήθηκε από το 2007 που τέθηκαν σε ισχύ τα εν λόγω συμβόλαια, πως για 5 έτη πλήρωνε ασφάλιστρα, και πως διεκδικεί ποσά δυνάμει αυτών των ασφαλιστηρίων, χωρίς, ως είναι η θέση της, αυτά να ήταν σε ισχύ. Ακόμα και ο ισχυρισμός της ότι είχε παραμείνει ανασφάλιστη σε σχέση με το Ασφαλιστικό Συμβόλαιο Τεκμήριο 7, για ένα διάστημα, ενώ είχε προπληρώσει ασφάλιστρα, παρέμεινε έωλος και ατεκμηρίωτος και προσκρούει με τις βεβαιώσεις ανανέωσης που δεικνύουν ότι απρόσκοπτα της παρεχόταν ασφάλιση και για τα 3 επίδικα συμβόλαια.

Αξίζει να αναφερθεί ότι σε κάθε ένα από τα επίδικα Ασφαλιστικά Συμβόλαια, καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνούν τα μέρη και τερματίζεται η σύμβαση. Συγκεκριμένα στην σελίδα 8 από 10 του Ασφαλιστηρίου Μηχανοκίνητων Οχημάτων, μέρος του Τεκμηρίου 1, όρος 3 ορίζεται ότι κάθε ειδοποίηση δίδεται στην Ενάγουσα γραπτώς, ενώ στον όρο 8, στην επόμενη σελίδα, καθορίζεται ότι η Ενάγουσα μπορούσε να ακυρώσει το Ασφαλιστήριο με ειδοποίηση. Ανάλογοι όροι υφίστανται και στο Τεκμήριο 7 (βλ. τρεις τελευταίες σελίδες) και στο Τεκμήριο 13 (σελ. 5/5). Όπως η ίδια η Εναγόμενη παραδέχτηκε δεν ακύρωσε ή τερμάτισε ποτέ γραπτώς τα ανωτέρω Ασφαλιστήρια. Αναλόγως καμία γραπτή διαμαρτυρία δεν εγέρθηκε από την Εναγόμενη για το κόστος της ασφαλιστικής της κάλυψης, αντιθέτως πληρώνονταν ποσά έναντι αυτού μέχρι το 2013.

Με βάση τα πιο πάνω προκύπτει ότι η Ενάγουσα παρείχε απρόσκοπτη ασφαλιστική κάλυψη στην Εναγόμενη μέχρι το 2013, με κόστος το οποίο κοινοποιείτο στην Εναγόμενη κάθε έτος και το αποδεχόταν.

 

3.2. Υπερχρεώσεις

Ένας εκ των καίριων ισχυρισμών της Εναγόμενης ήταν ότι η Ενάγουσα την υπερχρέωνε, χρέωνε με ασφάλιστρα παρανόμως υψηλά. Στην ανταπαίτηση της αξιώνει:

«3.       Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] διαταγμα διαγραφής και ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €480,00 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €480,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων καλή παράνομα χρεωθέντων κανή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 10.(3) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγόμενη.

4.         Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €563,00 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €563,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέν και/ή χρεωθέν, και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης κανή απάτης κανή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 10.(4) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

5.         Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €489,00 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €489,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων, και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 10.(5) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

6.         Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €235,00 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €235,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού κανή πλάνης κανή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως, ως ανωτέρω παραγρώ(&/και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

7.         Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και ακυρώσεως του χρεωθέντος ποσού των €785/21 ως αχρεωστήτως χρεωθέντος.

Επίσης διαγραφήν και επιστροφήν και/ή ακύρωση λόγω παρανομίας και/ή αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως χρεωθεντος τούτου παράνομα αντισυμβατικά και/ή αμελώς και/ή δολίως και/ή απατηλώς του ποσού των €785,21 ως μη οφειλόμενου δια ολοκλήρου του ποσού των λεγομένων «ασφαλίστρων» €785, 21 που χρέωσαν για την περίοδον 5/2012 - 5/2013 για ολόκληρον τον χρόνο ενώ δεν είχαν ασφαλίσει, το αυτοκίνητο παράνομα από 5/2012 και εντεύθεν, και παρόλον εδώ ήταν εξοφλημένοι, όμως δεν ανανέωσαν το συμβόλαιο και παραπέμπω στα ανωτέρω και ζητείται ολόκληρο το ποσό των €785,21 λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού και και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως τα οποία αξιούνται. Ανταπαιτητικώς. ανωτέρω παραγρ. 10.(2), 10.(7), 10.(8), 10.(9) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 τα οποία και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

8.         Σε σχέσει με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €249,13 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €249, 13 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων κανή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης κανή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παρα Η ,11 .(2) και 11.(1) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

9.         Σε σχέσει με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €436,62 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €436,62 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 11 .(3) και 11.(1) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

10.       Σε σχέσει με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €424,00 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των 424,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάτης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 11.(4) και 11.(1) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

11 Σε σχέσει με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €335,00 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €335,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 11.(5) και 11.(1) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

12.       Σε σχέσει με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €330,22 και επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €330,22 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 11 .(6) και 11 .(1) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.

13.       Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του χρεωθέντος ποσού των €480,22 ως αχρεωστήτως χρεωθέντος, χρεωθέντος τούτου παράνομα αντισυμβατικά και/ή αμελώς και/ή δολίως και/ή απατηλώς του ποσού των €480,22 ως μη οφειλομένου δια την περίοδον 12/2012 μέχρι 12/2013 που ήταν ακυρωμένη η ασφάλεια, ως ανωτέρω παραγρ. 11 .(7) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 τα οποία και επαναλαμβάνω….

15.       Εν σχέσει με το Ασφαλιστικό Συμβόλαιο F201-01085 Fire Business 3 καταστημάτων της Εναγομένης στην Πάφο οδός [ ] αρ. 33 διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €306,00 και/ή επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €306,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 12.(1) και Γ.12 και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνω.

16.       Εν σχέσει με το Ασφαλιστικό Συμβόλαιο F201-01085 Fire Business 3 καταστημάτων ως ανωτέρω διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του υπερχρεωθέντος ποσού των €129,00 και/ή επιστροφήν του καταβληθέντος ποσού των €129,00 ως αχρεωστήτως καταβληθέντων και/ή χρεωθέντων και/ή το αυτό ποσόν αποζημιώσεις συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή πλάνης και/ή απάτης και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή άλλως πως ως ανωτέρω παραγρ. 12.(2) και Γ.12 και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω τις οποίες και επαναλαμβάνει η Εναγόμενη.

17.       Σε σχέση με το Ασφαλιστικό Συμβόλαιο των 3 καταστημάτων ως ανωτέρω παραγρ. 15 διάταγμα διαγραφής και/ή ακυρώσεως του χρεωθέντος ποσού των €634,00 ως αχρεωστήτως χρεωθέντος, χρεωθέντος τούτου παράνομα αντισυμβατικά και/ή αμελώς και/ή δολίως και/ή απατηλώς του ποσού των €634,00 ως μη οφειλομένου δια την περίοδον 12/2012 μέχρι 12/2013 που ήταν ακυρωμένη η ασφάλεια, ως ανωτέρω παραγρ. 12.(3) και Γ.12 και παραγρ. 1 μέχρι και 18 τα οποία και επαναλαμβάνει η Εναγομένη.»

Ο ΜΥ 2 κατέθεσε ότι χωρίς να είναι επίσημος εκτιμητής, αλλά πωλητής οχημάτων τύπου Mercedes, κάθε όχημα από τον πρώτο χρόνο μειώνεται η αξία του από 10-15%. Παρά ταύτα για κάθε όχημα θα πρέπει να προηγηθεί μελέτη πολλών στοιχείων του αυτοκινήτου, ώστε να διαπιστωθεί η μείωση, όπως η κατάστασή του, τα χιλιόμετρά του, εάν είναι κτυπημένο ή εάν δεν είναι κτυπημένο, το service του εάν γίνεται κανονικά, η ταπετσαρία του εάν είναι σε κανονική κατάσταση, τα λάστιχα του αυτοκινήτου. Όλα αυτά επηρεάζουν την τελική τιμή του αυτοκινήτου, την τελική αξία.

Ο ΜΕ 1 εξήγησε ότι πάγια πρακτική είναι να αποστέλλονται καταστάσεις λογαριασμού στους πελάτες, μαζί με τις επιπρόσθετες χρεοπιστώσεις του λογαριασμού τους, και αν διαπιστώσουν λάθος αποζημιώνουν τον πελάτη. Θυμόταν μάλιστα ότι κάτι τέτοιο έγινε και στην περίπτωση της Εναγόμενης, δηλαδή της αφαιρέθηκαν ποσά, κάτι που επιβεβαιώνεται και από την κατάσταση λογαριασμού Τεκμήριο 20, όπου φαίνονται πιστώσεις αναφορικά με συγκεκριμένα Ασφαλιστικά Συμβόλαια.

Ο ΜΕ 1 εξήγησε ακόμη ότι οι χρεώσεις ασφαλίστρων γίνονται λαμβάνοντας υπόψη την αξία του αυτοκινήτου, την ηλικία του πελάτη ή τα διάφορα χαρακτηριστικά του. Η αξία και μόνο του οχήματος δηλαδή, δεν μπορεί να αποτελέσει τον μόνο και αποφασιστικό παράγοντα για την χρέωση των ασφαλίστρων. Ο ΜΕ 3 μάλιστα κατέθεσε ότι κάποια από τα ασφάλιστρα της Εναγόμενης αυξήθηκαν γιατί είχε υπερβεί συγκεκριμένο ηλικιακό όριο. Εξ’ άλλου και ο ΜΥ 2 όχι μόνο δεν είναι ειδικός στον καθορισμό αξιών αυτοκινήτου, αλλά δεν κατέθεσε καν σε σχέση με ασφάλιστρα ή την κατάσταση των ασφαλιζόμενων οχημάτων. Ακόμα όμως και ακριβή εκτίμηση του οχήματος της Εναγόμενης να τίθετο ενώπιον μου, όπως εξηγήθηκε, η αξία αυτή δεν είναι ο μόνος παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη, έτσι οι θέσεις της Εναγόμενης θα καταρρίπτονταν. Παρά την αναφορά σε προβλήματα του οχήματος με αριθμούς εγγραφής ΚΚΖ 852, καμία μαρτυρία δεν παρουσιάστηκε που να δεικνύει την ακριβή ζημιά του, αλλά κυρίως και πως αυτή επενεργούσε στο κόστος της κάλυψης του από την Ενάγουσα. Εν πάση περιπτώσει δεν έχει προσφερθεί μαρτυρία, με την οποία να εξηγείται με ποια μέθοδο υπολογίστηκαν οι υπερχρεώσεις των ασφαλίστρων που δικογραφούνται, ενώ το Δικαστήριο δεν έχει την τεχνογνωσία ή τη δικαστική γνώση να αποφασίσει σχετικώς. Δεν υφίσταται, λοιπόν, στέρεο βάθρο, μαρτυρία ειδικού ή άλλου που να καταδεικνύει υπερχρεώσεις στα ασφάλιστρα που η Ενάγουσα χρέωνε την Εναγόμενη και οι σχετικοί ισχυρισμοί δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί.

 

3.3. Οι απαιτήσεις της Εναγόμενης, δυνάμει των Ασφαλιστικών Συμβολαίων

 

Η Εναγόμενη ανταπαιτεί τα ακόλουθα:

«19.1.Σε σχέση με το αυτοκίνητο [ ] αποζημιώσεις ύψους €1.000 και μάλιστα εντόκως, δια διάρρηξη προφορικής συμφωνίας μεταξύ Ενάγοντος και Εναγόμενης εν σχέσει με τις επιδιορθώσεις κλπ του αυτοκινήτου [ ] και/ή το αυτό ποσόν δια διάρρηξη ασφαλιστικού Συμβολαίου κατ/ή συνεπεία δόλου απάτης και ψευδών παραστάσεων του Εναγόμενου, και/ή οφειλομένου συνεπεία αδικαιολογήτου πλουτισμού και/ή άλλως πως ως ανωτέρω, παραγρ. Α.10., 10.(1) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 σε σχέσει με το αυτοκίνητο [ ] τα οποία και επαναλαμβάνει….

14.       Αποζημιώσεις ύψους €500,00 δια ζημίας προκληθείσας εις το αυτοκίνητο της Εναγομένης [ ] από τρίτους ως ανωτέρω παραγρ. 11.(8) και παραγρ. 1 μέχρι και 18 ανωτέρω….

18.       Εν σχέση με το Ασφαλιστικό Συμβόλαιο F201- 01085 Fire Business 3 καταστημάτων ως ανωτέρω αποζημιώσεις ύψους €3.000,00 ως ανωτέρω δια την πλήρη καταστροφήν της στέγης και των συνεπακολούθων ζημιών ως ανωτέρω παραγρ. 12.(4) και 12.(5) και Γ. 12 και       παραγρ. 1 μέχρι και 18 τα οποία και επαναλαμβάνω.

19.       Αποζημιώσεις ύψους €3.000,00 ως ανωτέρω παραγρ. 13 ανωτέρω δια την αξία του βάζου - Αμπαζούρ Αντίκας που έσπασε και κατεστράφη κατά την μεταφορά του από το Λονδίνο στην Κύπρο κατά ή περί το 2010 και εκαλύπτετο από την Ασφάλεια, και έγινε απαίτηση και ακόμη οφείλεται το εν λόγω ποσό στην Εναγομένη και παραπέμπω ανωτέρω παραγρ. 13 και παραγρ. 1-18 ανωτέρω.

20.       Αποζημιώσεις ύψους €3.500,00 δια τον τραυματισμό της Εναγομένης την ταλαιπωρία και την ζημία που υπέστη κατά ή περί το 2010 στο Λονδίνο ως ανωτέρω παραγρ. 14 και παραγρ. 1-18 ανωτέρω τα οποία και επαναλαμβάνει.»

Αξίζει να αναφερθεί ότι η Εναγόμενη δεν παρουσίασε καμία γραπτή απαίτηση. Παρά ταύτα θα εξεταστεί έκαστη απαίτηση της και οι εκατέρωθεν θέσεις της Εναγόμενης και του ΜΕ 3, ο οποίος κατέθεσε σχετικώς εκ μέρους της Ενάγουσας.

Ως προς την προφορική συμφωνία για την πληρωμή €1000 για επιδιορθώσεις του αυτοκινήτου [ ], η Εναγόμενη υποστηρίζει ότι ο ΜΕ 3 της υποσχέθηκε προφορικώς ότι θα της δοθεί αυτό το ποσό, δυνάμει του ασφαλιστηρίου συμβολαίου της. Ο ΜΕ 3 απορρίπτει αυτή την θέση και μάλιστα αντιτείνει ότι: είχε υποβληθεί Απαίτηση με αρ. ΜΡ 201-11-0376. Η Ενάγουσα αρνήθηκε ότι η ζημιά στο όχημα της με αριθμούς εγγραφής [ ] ανέρχετο σε €1,000 και ότι συμφωνήθηκε το ποσό των €1,000. Ο ΜΕ 3 παρουσίασε Έκθεση Εκτίμησης Ζημιάς, Τεκμήριο 26, όπου η ζημιά εκτιμάται στα €565 πλέον ΦΠΑ. Προς επίρρωση των επιχειρημάτων του κατέθεσε το Τεκμήριο 28, όπου φαίνονται χειρόγραφες σημειώσεις στο φάκελο της Απαίτησης με αρ. ΜΡ 201-11-0376 και επιστολή ημερομηνίας 14/10/2014 προς την Εναγόμενη σχετικά με την εξόφληση της Απαίτησης με αρ. ΜΡ 201-11-0376, Τεκμήριο 29. Ο ΜΕ 3 τεκμηρίωσε τη θέση του ότι η ζημιά της Εναγόμενης ήταν πολύ μικρότερη και αυτή πληρώθηκε όπως φαίνεται και στο Τεκμήριο 20. Κατέθεσε σχετική εκτίμηση, αλληλογραφία και ενισχυτική μαρτυρία, τεκμήρια απτά που τεκμηριώνουν τις θέσεις του, σε αντίθεση με την Εναγόμενη, της οποίας η όποια τοποθέτηση ήταν προφορική και χωρίς τεκμηρίωση.

Αναφορικά με ανταπαίτηση της παραγράφου 19.14 ο ΜΕ 3 ανέφερε ότι η Ενάγουσα κάλυψε το ποσό των €348,00 εκ μέρους τρίτου προσώπου καθ' ότι από τα περιστατικά του ατυχήματος προέκυπτε ότι ευθυνόταν η Εναγόμενη για το ατύχημα. Το όχημα που η ίδια οδηγούσε κτύπησε στο πίσω μέρος του οχήματος άλλου προσώπου. Παρουσίασε ως Τεκμήρια χειρόγραφες σημειώσεις στο φάκελο της Απαίτησης με αρ. ΜΡ 201-08-0017, Τεκμήριο 21, χειρόγραφη επιστολή του ιδιοκτήτη του άλλου οχήματος ημερομηνίας 28.12.2007 προς το Τμήμα Απαιτήσεων της Ενάγουσας, στην οποία φαίνεται ότι η Εναγόμενη με δική της ευθύνη συγκρούστηκε στο πίσω μέρος προπορευόμενου οχήματος, Τεκμήριο 22 και Έκθεση Εκτίμησης Ζημιάς (Accident Damage Report) ημερομηνίας 03.12.2007 με την εκτίμηση ζημιάς να ανέρχεται στα €302,41 πλέον ΦΠΑ (Τεκμήριο 23). Λόγω της ευθύνης της Εναγόμενης, η Ενάγουσα κάλυψε το κόστος επισκευής του τρίτου οχήματος (Τεκμήριο 24). Όπως εξήγησε ο ΜΕ 3, η ημερομηνία του Τεκμηρίου 23 είναι λανθασμένη. Αξίζει να αναφερθεί ότι ως προς τούτο το ζήτημα η θέση της Εναγόμενης ήταν ασαφής. Σε κάποιες περιπτώσεις ανέφερε ότι ο οδηγός του προπορευόμενου οχήματος ήταν αφηρημένος και καθώς έβλεπε βιτρίνες σταμάτησε απότομα και σε άλλες ότι κινήθηκε προς τα πίσω με αποτέλεσμα να την κτυπήσει. Πέραν της μετέωρης θέσης της δεν κατέθεσε και το όποιο τεκμήριο προς απόδειξη των ισχυρισμών της. Συνεπώς οι εν λόγω θέσεις της δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.

Σε σχέση με την καταστροφή της στέγης ακινήτου της Εναγόμενης, το οποίο τύγχανε ασφαλιστική κάλυψης από την Ενάγουσα, η πρώτη κατέθεσε το Τεκμήριο 39. Το συγκεκριμένο Τεκμήριο αποτελεί προσφορά επιπλοποιείου για επιδιόρθωση στέγης, η οποία ανέρχεται στα €3200. Προς τούτο ο ΜΕ 3 ανέφερε ότι έγινε εκτίμηση της ζημιάς (Τεκμήριο 32) η οποία σύμφωνα με τον Εκτιμητή ανέρχετο σε €1,055.- και μετά το ποσό απαλλαγής (excess) €425.- πιστώθηκε ο λογαριασμός της Εναγόμενης στις 14.10.2014. Παρατηρείται ότι το Τεκμήριο 32 είναι λεπτομερές αναφέρεται στις ζημιές, στον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε από πολιτικό μηχανικό και καταλήγει σε εκτίμηση θεραπείας. Επισυνάπτοντα μάλιστα φωτογραφίες. Το Τεκμήριο 32 είναι πολύ πιο λεπτομερές και αιτιολογημένο από το Τεκμήριο 39, στο οποίο εμφαίνεται απλώς μια τιμή. Αυτή της την εκτίμηση, από ειδικό, πολιτικό μηχανικό, δικαιολογημένα έλαβε υπόψη η Ενάγουσα, για να πληρώσει τη ζημιά της Εναγόμενης.

Η Εναγόμενη εγείρει ακόμη δύο απαιτήσεις, οι οποίες βάση έχουν ασφαλιστήριο συμβόλαιο το οποίο έγινε σχετικά με ταξίδι στο Λονδίνο. Αφενός αξιώνει €3.500 για τραυματισμό από κυλιόμενες σκάλες εμπορικού κέντρου και αφετέρου €3.000,00 για ζημιά σε βάζο που έσπασε και κατεστράφη κατά την μεταφορά του από το Λονδίνο στην Κύπρο. Φωτογραφίες του εν λόγω βάζου κατέθεσε ως Τεκμήριο 40. Ο ΜΕ 3 αντέτεινε ότι ζημιά και ταλαιπωρία δεν καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο, ενώ η ίδια η Εναγόμενη του είχε πει ότι τα ιατρικά έξοδα ήταν μηδαμινά. Δεν κατατέθηκαν αποδείξεις αναφορικά με τα όποια ιατρικά έξοδα. Σχετικά με το βάζο ο ΜΕ 3 αναφέρει στο Έγγραφο Γ ότι η Εναγόμενη δεν υπέβαλε απαίτηση. Η Εναγόμενη δεν παρουσίασε μαρτυρία σε σχέση με τις ζημιές που υπέστη από την πτώση της από τις κυλιόμενες σκάλες, ώστε να δύναται το Δικαστήριο να τις αξιολογήσει. Ούτε υπέβαλε αποδείξεις πληρωμής, εκτίμηση αξίας ή έστω την απαίτηση σχετικά με το βάζο που καταστράφηκε. Εν τη απουσία τέτοιας μαρτυρίας δεν μπορεί το Δικαστήριο να προβεί σε σαφή ευρήματα και δη να υπολογίσει την όποια ζημιά της Εναγόμενης.

 

3.4. Αξιολόγηση μαρτύρων

Ο ΜΕ 1 μέσω της γραπτής του δήλωσης Έγγραφο Α έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου το θεμέλιο για την Απαίτηση της Ενάγουσας. Κατέθεσε τα σχετικά τεκμήρια που είχε στην κατοχή του, εξήγησε τις πρακτικές της Ενάγουσας, αλλά και σημαντικά στοιχεία αναφορικά με ζητήματα που εγέρθηκαν όπως το τι λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή ασφαλίστρων. Ειλικρινώς παραδέχθηκε ότι δεν ενεπλάκη στη συμβατική σχέση με την Εναγόμενη τον επίδικο χρόνο, ούτε γνώριζε για τις απαιτήσεις της. Τέλος δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά η θέση του ότι η Ενάγουσα είναι εταιρεία δεόντως εγγεγραμμένη και εξασκεί ασφαλιστικές εργασίες. Παρέμεινε σταθερός στις θέσεις του και δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις.

Η ΜΕ 2 κατέθεσε τη γραπτή δήλωση Έγγραφο Β. Σε κανένα σημείο δεν παρεξέκλινε των όσων εκεί τίθενται, τουναντίον παρέμεινε απαρασάλευτη η θέση της ότι επικοινώνησε με την Εναγόμενη για την ανανέωση των συμβολαίων της. Τούτη η θέση της ενισχύεται από τις πληρωμές της Εναγόμενης έναντι ασφαλίστρων από το 2008 μέχρι το 2013 (Τεκμήριο 20), αλλά και την αντίληψη της ίδιας της Εναγόμενης ότι καλυπτόταν και έτσι ήγειρε τις επίδικες απαιτήσεις.

Ο ΜΕ 3 αντεξετάστηκε σφοδρά αλλά σε καμία περίπτωση δεν αναίρεσε ή υπήρξε ασυνεπής με τα όσα έθεσε στη γραπτή του δήλωση, Έγγραφο Γ. Εναργώς εξήγησε το πως χειρίστηκε κάθε απαίτηση της Εναγόμενης. Εκ των πραγμάτων αποδείχθηκε η συχνή επαφή του μαζί της, αφού η Εναγόμενη είχε υποβάλει σειρά απαιτήσεων και ο χειρισμός αυτών απαιτούσε την επικοινωνία του ΜΕ 3 μαζί της, όπως φαίνεται και από τις σημειώσεις στους φακέλους Τεκμήρια 21, 28, 31 και 35. Η επικοινωνία του με την Εναγόμενη καταδεικνύεται και από το περιεχόμενο των επιστολών Τεκμήρια 36 έως 38. Παρέμενε ήρεμος κατά την αντεξέταση του, παρά το γεγονός ότι η Εναγόμενη σε υψηλούς τόνους καταφερόταν εναντίον του με χαρακτηρισμούς και επίθετα.

Η Εναγόμενη ήταν συναισθηματικά φορτισμένη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Ανέβαζε τον τόνο της φωνής της και προέβαινε σε λεκτικές επιθέσεις εναντίον των μαρτύρων. Αυτή η ένταση δεν βοήθησε την υπόθεση της. Υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων, ενώ οι πλείστοι ισχυρισμοί της παρέμειναν ατεκμηρίωτοι. Ενώ εισηγείτο ότι δεν ανανεώνονταν τα Ασφαλιστικά της Συμβόλαια υπέβαλλε σειρά απαιτήσεων, στις πλείστες από τις οποίες πληρώθηκε. Ενώ υποστήριζε ότι προπλήρωσε όλα τα Ασφαλιστικά Συμβόλαια και τα ακύρωσε το Δεκέμβριο του 2012, προκύπτει ότι προέβη σε πληρωμή έναντι αυτών το Σεπτέμβριο του 2013, μετά από όχληση της Ενάγουσας με τις επιστολές Τεκμήρια 36 και 37. Ενώ εγείρει σωρεία ισχυρισμών για υπερχρεώσεις, ποτέ δεν προκύπτει η όποια γραπτή της διαμαρτυρία ως προς τούτες. Ενώ είναι δικηγόρος και τα Ασφαλιστήρια Συμβόλαια ρητώς απαιτούν την γραπτή ειδοποίηση για τερματισμό, η ίδια αναφέρει ότι προφορικά τερμάτισε την 12/12/2012, χωρίς κανένα τεκμήριο ή πρόσωπο να επιβεβαιώνει την εν λόγω εκδοχή της. Η θέση της αναφορικά με το ατύχημα του Δεκεμβρίου του 2007 μεταλλασσόταν από το ότι ο προπορευόμενος οδηγός σταμάτησε απότομα στο ότι κινήθηκε πισινή, αναλόγως περίστασης. Αυτή η ασυνεπής στάση της Εναγόμενης δεν επιτρέπει την αποδοχή της μαρτυρίας της.

Ο ΜΥ 2 κατέθεσε όσα ο ίδιος γνωρίζει ως προς την εκάστοτε μείωση της τιμής οχημάτων, κατά την πείρα του ως πωλητής οχημάτων. Η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή, ως προς τη γενική θέση ότι τα οχήματα χάνουν αξία περί το 15% ετησίως, πάντα αναλόγως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του. Δεν κατέθεσε άλλωστε για συγκεκριμένα οχήματα που να είδε και να αξιολόγησε ο ίδιος από κοντά.

 

4.    Ευρήματα

 

Η Ενάγουσα είναι εταιρεία δεόντως εγγεγραμμένη και εξασκεί ασφαλιστικές εργασίες. Τα μέρη είχαν συνάψει τα ακόλουθα:

Ασφαλιστήριο Έγγραφο με αρ. ΜΡ201-009025 για την περίοδο 21.12.2007 -20.12.2013

Ασφαλιστήριο Έγγραφο με αρ. ΜΡ201-009743 για την περίοδο 15.05.2008 - 14.05.2013.

Ασφαλιστήριο Έγγραφο με αρ FI201-001085 για την περίοδο 23.12.2008 -22.12.2013.

Η Ενάγουσα παρείχε απρόσκοπτα για τις ως άνω περιόδους σχετική κάλυψη στην Εναγόμενη. Η ανανέωση των ως άνω Συμβολαίων λάμβανε χώρα με αποστολή βεβαίωσης ανανέωσης και τηλεφωνική επικοινωνία της Ενάγουσας με την Εναγόμενη. Η Εναγόμενη δεν είχε ειδοποιήσει γραπτώς την Ενάγουσα για την όποια υπερχρέωση, αλλά όταν τέτοια διαπιστωνόταν από την τελευταία, γινόταν σχετική πίστωση στο λογαριασμό της πρώτης. Οι όποιες απαιτήσεις έγιναν με τον καθορισμένο στις μεταξύ των μερών συμβάσεις από την Εναγόμενη, διευθετήθηκαν από την Ενάγουσα και έγιναν επίσης οι σχετικές πιστώσεις στο λογαριασμό της. Ως αποτέλεσμα των ως άνω, το Τεκμήριο 20, η κατάσταση λογαριασμού να αποτυπώνει το υπόλοιπο που η Εναγόμενη οφείλει προς την Ενάγουσα.

 

5.    Νομική Βάση

 

Η νομολογία αναφορικά με τις καταστάσεις λογαριασμού, όπως και εδώ όπου κατατέθηκε το Τεκμήριο 20, ορίζει ότι μια κατάσταση λογαριασμού, δεν αποτελεί αφ' εαυτής απόδειξη των όσων καταγράφονται. Τα γεγονότα που φέρεται να αναπαραγάγει, σε περίπτωση αμφισβήτησης, καθίστανται επίδικα και θα πρέπει απαρέγκλιτα να αποδειχθούν[4]. Εκεί όμως που η προσκομισθείσα μαρτυρία είναι εκ πρώτης όψεως αρκετή για να αποδείξει το υπόλοιπο των λογαριασμών, εναπόκειται πλέον στους Εναγόμενους να αντικρούσουν τα στοιχεία που αποτελούσαν το λογαριασμό, ώστε να πείσουν το δικαστήριο ότι οι Ενάγοντες δεν απέδειξαν την υπόθεση τους επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων[5]. Ακόμα και τα τιμολόγια δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική σημασία, ούτε προβάλλονται ως τέτοια. Υπάρχουν για να συνεκτιμηθούν στο σύνολο της μαρτυρίας[6].

Στην προκείμενη περίπτωση τα αναφερόμενα στην κατάσταση λογαριασμού έχουν αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως. Παρουσιάστηκε μαρτυρία για τα εκάστοτε ασφάλιστρα με τα οποία χρεωνόταν ο λογαριασμούς (Τεκμήρια 1 έως 18), φαίνονται οι πληρωμές από την Εναγόμενη μέχρι το Σεπτέμβριο του 2013, ακόμα και επιστροφές ποσού σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αλλά και πληρωμές απαιτήσεων της Εναγόμενης, όπως τις ανέλυσε ο ΜΕ 3.

Η Εναγόμενη αμφισβήτησε την ανανέωση των Ασφαλιστικών Συμβολαίων. Αν και οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί της απορρίφθηκαν, χρήσιμα είναι τα όσα καταγράφονται στο σύγγραμμα MacGillivray & Parkington on Insurance Law, 6th edition, par. 1047, ως εξής:

«1047. Renewal notice. Prima facie insurers are not bound to give notice to the assured that the premium is due or that if unpaid a forfeiture will be incurred. Thus, in Simpson v. Accidental Death where the assured met with a fatal accident during the days of grace while the premium was unpaid, it was held that, even if payment by the assured’s executors would have revived the policy, there was no duty upon the insurers to intimate to them that the premium was unpaid, but that they might deliberately keep silence until the days of grace had expired, and then claim a forfeiture. Most, insurance companies are in the habit of sending a notice to each assured before his renewal premium falls due, but the assured is not entitled to rely upon that act of courtesy being continued and, if for some reason or other a renewal notice is not sent or received, the assured cannot rely upon the omission as an excuse for unpunctuality in paying the premium…. » (σ.σ.)

 

Αναλόγως και εν προκειμένω όπου η Ενάγουσα ενημέρωνε την Εναγόμενη για την ανανέωση κάθε έτος με τον ίδιο τρόπο. Αυτό δεικνύουν τα Τεκμήρια 2 έως 6, 8 έως 12 και 14 έως 17. Η Εναγόμενη γνώριζε για την εν λόγω ανανέωση αφού αφενός κατέβαλλε ποσά έναντι ασφαλίστρων για τα επίδικα Ασφαλιστικά Συμβόλαια και αφετέρου προέβαινε και σε σχετικές απαιτήσεις. Επομένως ακόμα και αν σε κάποια εκ των περιπτώσεων δεν λάμβανε σχετική γνώση της ανανέωσης αυτό δεν αποτελεί από μόνο του λόγο μη πληρωμής του ασφάλιστρου. Σε κάθε περίπτωση η αποστολή των Τεκμηρίων 36 και 37 προς την Ενάγουσα και η συνακόλουθη πληρωμή ποσού έναντι ασφαλίστρου τον Σεπτέμβριο του 2013 καταδεικνύουν την απρόσκοπτη ασφαλιστική κάλυψη της Εναγόμενης από την Ενάγουσας, με τα επίδικα Ασφαλιστικά Συμβόλαια.

Ούτε η θέση της Εναγόμενης περί ακύρωσης των εν λόγω συμβολαίων ευσταθεί. Οι αρχές της ερμηνείας των όρων συμβάσεων επιτάσσουν όπως το Δικαστήριο μέσα από το λεκτικό, αναζητά τις προθέσεις των συμβαλλομένων, με κριτήριο πάντοτε να είναι η έννοια την οποία μεταδίδει στο μέσο λογικό άνθρωπο[7]. Οι όροι της σύμβασης δεν θα πρέπει να διαβάζονται απομονωμένοι από το όλο πνεύμα της σύμβασης και την πρόθεση των συμβαλλομένων, αλλά να δίδεται η ερμηνεία η οποία οδηγεί στην πραγμάτωση του σκοπού και της πρόθεσης των συμβαλλομένων, όπως αυτή συνάγεται από το κείμενο το οποίο εξετάζεται ως ενιαίο σύνολο, χωρίς να απομονώνεται οποιαδήποτε φράση[8]. Οι ερμηνευτικοί κανόνες χρησιμοποιούνται μόνο όταν το νόημα ενός όρου, είναι ασαφές[9]. Τα ασφαλιστικά συμβόλαια ερμηνεύονται όπως κάθε άλλο έγγραφο σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας σε σχέση βέβαια με συμβάσεις εμπορικού ή καταναλωτικού τύπου[10].

Ακόμα και αν γινόταν αποδεκτή η θέση της περί προφορικής ακύρωσης, τα επίδικα συμβόλαια, Τεκμήρια 1, 7 και 13, ορίζουν ότι κάθε ειδοποίηση δίδεται στην Ενάγουσα γραπτώς, ενώ καθορίζεται ότι η Ενάγουσα μπορούσε να ακυρώσει Ασφαλιστήριο με ειδοποίηση. Επομένως είναι σαφές ότι η Εναγόμενη δεν δύνατο να ακυρώσει τα επίδικα συμβόλαια προφορικώς, ως είναι η θέση της ότι έπραξε. Σε καμία δηλαδή περίπτωση δεν υπήρξε ακύρωση των συμβολαίων, ως τα ίδια προβλέπουν ότι επέρχεται.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της Εναγόμενης περί υπερχρεώσεων, στην ALPHA BANK CYPRUS LTD v. ZAΛΟΥΜΗ κ.α, Πολιτική Έφεση Αρ. 149/2013 ημερομηνίας 14/4/2020, ECLI:CY:AD:2020:A123, ECLI:CY:AD:2020:A123, καταγράφονται τα ακόλουθα:

«Λανθασμένα το Δικαστήριο, συνεπώς, απέρριψε ολόκληρη την αγωγή (εξουδετερώνοντας ουσιαστικά την καθ΄ αυτή ύπαρξη του δανείου και της οφειλής), επειδή ο μάρτυρας της τράπεζας δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με ακρίβεια ορισμένες χρεοπιστώσεις και τον τρόπο με τον οποίο χρεώνονταν οι τόκοι και οι διάφορες άλλες χρεώσεις διότι δεν είχε μαζί του τα υποστηρικτικά έντυπα για κάθε εγγραφή. Η αμφισβήτηση αυτών των ζητημάτων όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να ανατρέψει το μαχητό τεκμήριο του άρθρου 22 που έδειχνε εκ πρώτης όψεως την ορθότητα των καταχωρήσεων και των σχετικών δοσοληψιών. Όπως αναφέρθηκε και στην υπόθεση Ιωαννίδης ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2014) 1 Α.Α.Δ. 1491, ECLI:CY:AD:2014:A484, οι καταστάσεις λογαριασμού κατατέθηκαν χωρίς ένσταση και δεν απεδείχθη με σαφή μαρτυρία το εσφαλμένο του υπόλοιπου του λογαριασμού από την πλευρά των εγγυητών. Ακόμη και η αναγνώριση και ο εντοπισμός από την τράπεζα κάποιου λάθους και η διόρθωση του, δεν ανατρέπει το μαχητό τεκμήριο αλλά, αντίθετα, ενισχύει την αξιοπιστία των λογαριασμών. Οι εφεσίβλητοι, με δεδομένη στην ουσία τη μετατόπιση του βάρους επί των ώμων των, δεν προσκόμισαν σαφή μαρτυρία περί του τελικού οφειλόμενου ποσού προβάλλοντας προς το Δικαστήριο τη δική τους εκδοχή που θα παρέμενε βεβαίως προς αξιολόγηση, ως προς την ορθότητα των χρεώσεων, την εκάστοτε επιβολή τόκων και το τυχόν λανθασμένο των όποιων ποσών καταγράφηκαν ή εμφαίνονταν στους λογαριασμούς. Οι γενικές και αόριστες υποβολές δεν ήταν επαρκείς. Η υποβολή, για παράδειγμα, προς το μάρτυρα από το συνήγορο του εφεσίβλητου 1 ότι «το υπόλοιπο είναι λανθασμένο κατά £10.000», χωρίς ουσιαστική επεξήγηση και χωρίς μαρτυρία από πλευράς του εφεσίβλητου 1, δεν ήταν παρά μια άσφαιρη υποβολή.»

 

Αν και στην υπό εξέταση περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η Ενάγουσα λειτουργεί  ως τράπεζα, ούτε ότι κατέθεσε τραπεζικό έγγραφο, ισχύουν mutatis mutandis, τα πιο πάνω. Η Εναγόμενη δεν παρουσίασε μαρτυρία που να δεικνύει πως κρίνει ως υπερβολικές τις χρεώσεις της Ενάγουσας. Στον αντίποδα η Ενάγουσα εξήγησε πως υπολογίζεται το κόστος των Ασφαλίστρων και γιατί αυξήθηκαν στην περίπτωση της Εναγόμενης. Διαφάνηκε μάλιστα να απέκοψαν ποσά, τα οποία είχαν χρεωθεί λανθασμένα. Ήταν τέτοια λοιπόν η μαρτυρία εκ μέρους της Ενάγουσας, μέσω της οποίας καταδείχθηκαν τα όσα η κατάσταση λογαριασμού καταγράφει, χωρίς να μπορέσουν να αμφισβητηθούν από τη μαρτυρία της Εναγόμενης.

Τέλος σε ότι αφορά τις απαιτήσεις της Εναγόμενης, δυνάμει των ασφαλιστικών συμβολαίων, αρκεί να αναφερθεί ότι αυτές δεν αποδείχθηκαν με αποδεκτή μαρτυρία, ως αναλύεται στην παράγραφο 3.3 πιο πάνω.

 

6.    Κατάληξη

 

Βάσει των ως άνω εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης, ως το (Α) της Έκθεσης Απαίτησης, πλέον νόμιμο τόκο από 15/12/2014. Η Ανταπαίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, ένα σετ, καθώς Απαίτηση και Ανταπαίτηση συνεκδικάστηκαν.

 

 (Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής



[1] Barry Wyne v. David Costaki Mavronicola [2009] 1 ΑΑΔ 1138

[2] Χριστίνα Ρασποπουλου ν. Θεοδώρα Μακρή, Ποινική Έφεση αρ.287/2015, 11/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:B171

[3] Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα [1992] 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa Mossa (Mussa) Mohammed ν. Ανδρέα Κακουρή και Άλλων [2002] 1 ΑΑΔ 165

[4] βλ. A.I. Mantovani & Sons Ltd v. Christie Travel & Tourism Ltd [1999] 1 Α.Α.Δ. 156, D and G Products Ltd v. Premixco Asphalting Company Ltd [1999] 1 Α.Α.Δ. 263 και Παναγιώτης Μαστρης Λτδ ν. Επιπλώσεις Λάσκο Λτδ [2006] 1 Α.Α.Δ 728

[5] Κλεάνθους Κλεάνθης και άλλος ν. Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ, [2012] 1 Α.Α.Δ. 1344

[6] Palatino Developments Limited v. Telectronics Communication Limited [2002] 1(B) A.A.Δ.962

[7] Χατζησωτηρίου Γιολάντα ν. Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Εταιρεία Λτδ [2011] 1 ΑΑΔ 1406

[8] Δ. Κυθρεώτης & Συνεργάτες ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Πολιτική Έφεση αρ. 352/2014, 16/3/2023, ECLI:CY:AD:2023:A104 και MARK ASHLEY SAUL κ.α. v. NICOS DEMETRIOU FINANCE AND CONSTRUCTION LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 246/2015, 4/6/2024

[9] Amethyst Distributors Ltd ν. Iεράς Mονής Kύκκου [2011] 1 ΑΑΔ 199

[10] ΛΙΠΕΡΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΟΥΝΤΖΙΟΥΡΗ ν. ECCLESIASTICAL INSURANCE OFFICE PLC κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 42/2013, 19/7/2019


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο