ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΜΑΤΩΝ ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ν. CYPRUS PUPULAR BANK PUBLIC CO. LTD κ.α., Αρ. Αγωγής: 7457/2014, 22/8/2025
print
Τίτλος:
ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΜΑΤΩΝ ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ν. CYPRUS PUPULAR BANK PUBLIC CO. LTD κ.α., Αρ. Αγωγής: 7457/2014, 22/8/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 7457/2014

 

Μεταξύ:

ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΜΑΤΩΝ ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

Ενάγοντες

 

και

 

1. CYPRUS PUPULAR BANK PUBLIC CO. LTD

2. ΑΝΤΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ ως ειδική διαχειρίστρια της Cyprus Popular Bank Public Co. Ltd

Εναγόμενοι

 

και ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου ημερομηνίας 11.5.2016

 

Μεταξύ:

ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΜΑΤΩΝ ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

Ενάγοντες

 

και

 

1. CYPRUS PUPULAR BANK PUBLIC CO. LTD

2. ΑΝΤΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

ως ειδική διαχειρίστρια της Cyprus Popular Bank Public Co. Ltd

3. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

4. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ως Αρχή Εξυγίανσης

5. ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ως εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας

Εναγόμενοι

 

Αίτηση Εναγόμενου 5/Αιτητή ημερομηνίας 14.1.2025

για Άδεια Τροποποίησης της Υπεράσπισης

 

 

22 Αυγούστου, 2025.

 

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενο 5/Αιτητή: κα Τσαγκάρη για Γενικό Εισαγγελέα

Για Ενάγοντες/Καθ’ ων η Αίτηση: κα Χριστοδούλου για Γεώργιος Κολοκασίδης & Συνεταίροι Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Με την υπό κρίση αίτηση, ο Εναγόμενος 5, Γενικός Εισαγγελέας, ζητά άδεια για τροποποίηση της Υπεράσπισης που έχει καταχωρήσει.

 

Η αγωγή αφορά αξιώσεις που εγείρουν οι Ενάγοντες συνεπεία των μέτρων εξυγίανσης που λήφθηκαν στην Λαϊκή Τράπεζα και, ειδικότερα, ως αποτέλεσμα της απομείωσης καταθέσεων που διατηρούσαν. Οι Ενάγοντες αποδίδουν στον Εναγόμενο 5 αμέλεια, δόλο, κακή πίστη και παράβαση θέσμιων καθηκόντων σε σχέση με γεγονότα που προηγήθηκαν της εξυγίανσης της Λαϊκής Τράπεζας και κατά τη λήψη των μέτρων εξυγίανσης που – σύμφωνα με τους Ενάγοντες - οδήγησαν στην απομείωση των καταθέσεων τους.

 

Στην Υπεράσπιση που καταχώρησε ο Εναγόμενος 5, αρνείται την αποδιδόμενη αμέλεια κτλ και προβάλλει δικούς του ισχυρισμούς που – είναι η θέση του ότι- καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς της άλλης πλευράς.

 

Για σκοπούς πληρότητας σημειώνω ότι η αγωγή είχε αρχικά εγερθεί εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας και της ειδικής διαχειρίστριας. Το 2016 προστέθηκαν οι νυν Εναγόμενοι 3, 4 και 5. Στην πορεία η Λαϊκή Τράπεζα τέθηκε σε εκκαθάριση και η διαδικασία αναφορικά με εκείνη δεν προχώρησε ενώ η αγωγή αποσύρθηκε εναντίον της Εναγόμενης 2. Σήμερα η αγωγή προωθείται μόνο εναντίον των Εναγόμενων 3, 4 και 5.

 

Τα δικόγραφα της αγωγής έκλεισαν το 2019. Έκτοτε, συνεπεία της αίτησης εκκαθάρισης της Λαϊκής Τράπεζας, κάποιων άλλων ενδιάμεσων διαβημάτων που μεσολάβησαν στον φάκελο, αναβολών κατόπιν αιτημάτων από τα μέρη αλλά και ένεκα του δικαστικού προγράμματος, η ακρόαση της υπόθεσης δεν έχει ξεκινήσει.

 

Όπως ανέφερα στην αρχή, μέσω της παρούσας Αίτησης ο Εναγόμενος 5/Αιτητής ζητά να του επιτραπεί να τροποποιήσει την υφιστάμενη Υπεράσπιση. Μέσω της αιτούμενης τροποποίησης επιδιώκει να εισαγάγει προδικαστική ένσταση και ισχυρισμούς ότι οι Ενάγοντες κωλύονται να εγείρουν την αγωγή εναντίον του λόγω εγγράφου και/ή συμπεριφοράς (estoppel by deed or by conduct).

 

Σύμφωνα με τις ένορκες δηλώσεις που συνοδεύει την Αίτηση, πρόσφατα περιήλθαν εις γνώση της δικηγόρου που χειρίζεται την υπόθεση έγγραφα που είχε στην κατοχή του το Υπουργείο Οικονομικών. Πρόκειται για έντυπα που υποβλήθηκαν και αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε περί το 2013 μεταξύ Εναγόντων και Υπουργείου κατά την παραχώρηση κρατικής χορηγίας στους Ενάγοντες ύψους 52,5% των καταθέσεων που απομειώθηκαν. Στα πλαίσια εκείνης της διαδικασίας, ο Εναγόμενος 5/Αιτητής υποστηρίζει ότι οι Ενάγοντες είχαν υπογράψει δήλωση σύμφωνα με την οποία καμία πρόσθετη απαίτηση είχαν έναντι της Δημοκρατίας. Ο Εναγόμενος 5/Αιτητής επιθυμεί να συμπεριλάβει σχετικούς ισχυρισμούς στην Υπεράσπιση και να τους καταστήσει επίδικους.

 

Η πλευρά του Εναγόμενου 5/Αιτητή υποστηρίζει ότι ένεκα του μεγάλου όγκου υποθέσεων αυτής της φύσης που είχαν καταχωρηθεί εναντίον της Δημοκρατίας και του αντίστοιχου φόρτου εργασίας στο Υπουργείο Οικονομικών, τα εν λόγω έγγραφα δεν είχαν εντοπιστεί ενωρίτερα αλλά η ύπαρξη τους διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια πρόσφατης μελέτης του φακέλου.

 

Οι Εναγόμενοι 3 και 4 δήλωσαν ότι δεν έχουν ένσταση στην Αίτηση.

 

Οι Ενάγοντες όμως διαφωνούν ότι πρέπει να χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια και έχουν καταχωρήσει ένσταση. Υποστηρίζουν ότι η Αίτηση υποβάλλεται με υπέρμετρη καθυστέρηση, η οποία δεν δικαιολογείται επαρκώς, και ότι μέσω της αιτούμενης τροποποίησης επιχειρείται να εισαχθεί νέα υπεράσπιση. Υποστηρίζουν επίσης ότι τυχόν έγκριση της Αίτησης θα επηρεάσει τη δυνατότητα τους να αντικρούσουν τους νέους ισχυρισμούς. Αυτό γιατί, ένεκα του χρόνου που έχει μεσολαβήσει, τα εμπλεκόμενα άτομα από την πλευρά τους έχουν αφυπηρετήσει και ενδέχεται να είναι δύσκολος ο εντοπισμός τους για να δώσουν μαρτυρία.

 

Πριν προχωρήσω σημειώνω ότι έχω εξετάσει την Αίτηση και ένσταση, τις ένορκες δηλώσεις που τις υποστηρίζουν, τις γραπτές αγορεύσεις των συνηγόρων αλλά και το περιεχόμενο του φακέλου της αγωγής.

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να επιτρέψει την τροποποίηση δικογράφου εδράζεται στην Δ.25, Θ. 1 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών (στη μορφή που εφαρμόζεται σε αγωγές που καταχωρήθηκαν προ της 1.1.2015).

 

Η διάταξη αυτή δεν καθορίζει τις παραμέτρους που πρέπει να λαμβάνει το Δικαστήριο υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, όμως σχετική καθοδήγηση παρέχεται από τη νομολογία.

 

Η κλασσική διατύπωση των αρχών συναντάται στην υπόθεση Στέλιου Φοινιώτη ν Greenmar Navigation Ltd κ.ά. (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 33, όπου αναφέρονται τα εξής:

 

            «(1)      Η τροποποίηση της δικογραφίας επιτρέπεται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας δεδομένου ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που την καθιστούν απαραίτητη για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.

 

            (2)        Στον προσδιορισμό των συμφερόντων της δικαιοσύνης όπως διαγράφονται στη συγκεκριμένη υπόθεση συνεκτιμούνται και οι επιπτώσεις από την τροποποίηση στα δικαιώματα και συμφέροντα του αντίδικου. Η διεξαγωγή της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο καθιερώνεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος ως θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε διαδίκου.

 

            (3)        Η τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα εφόσον δεν προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά στον αντίδικο, δηλαδή ζημία άλλη από εκείνη που μπορεί να θεραπευτεί με την έκδοση της κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα. Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της καθυστέρησης στη διατύπωση των θέσεων του Αιτητή ποικίλει ανάλογα με το στάδιο κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση ανάλογα επαυξάνεται και το βάρος το οποίο πρέπει να αποσείσει ο αιτητής για την έκδοση διατάγματος για την τροποποίηση.

 

            (4)        Η έναρξη της δίκης δεν δημιουργεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στην επιδίωξη της τροποποίησης της υπεράσπισης. Στο στάδιο αυτό όμως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με φειδώ, λαμβάνοντας υπόψη τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα του αντιδίκου…»

 

Συνοπτικά σημειώνω ότι η κατεύθυνση που δίνει η νομολογία, τόσο η Κυπριακή όσο και η Αγγλική, αναφορικά με αιτήσεις αυτής της φύσεως (πάντα σε αγωγές που καταχωρήθηκαν προ της 1.1.2015), είναι ότι το Δικαστήριο – με κάποιες εξαιρέσεις στις οποίες αναφέρομαι κατωτέρω – τείνει να ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ του αιτητή, επιτρέποντας την αιτούμενη τροποποίηση[1].

 

Η νομολογία εισηγείται ότι η τροποποίηση επιτρέπεται ακόμα και σε περιπτώσεις όπου ο αιτητής προσπαθεί, μέσω αυτής, να διορθώσει παραλείψεις ή λάθη στο αρχικό δικόγραφο λόγω αμέλειας, ή ακόμα και σε περιπτώσεις όπου υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στην υποβολή του σχετικού αιτήματος[2].

 

Εξαιρέσεις στη γενική τάση αποτελούν περιπτώσεις όπου, ως αποτέλεσμα της τροποποίησης, θα προκαλείτο αδικία στην άλλη πλευρά η οποία δεν μπορεί να αποζημιωθεί με χρήμα[3].

 

Επίσης, περιπτώσεις όπου η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ενδεχομένως να ασκηθεί εναντίον της παραχώρησης άδειας για τροποποίηση περιλαμβάνουν εκείνες όπου η τροποποίηση θα επέφερε ριζική μετατροπή της φύσης της αξίωσης καθώς και εκείνες όπου ο αιτητής ενεργεί με εμφανή κακοπιστία. Όπου προβάλλεται η κακοπιστία ως λόγος ένστασης τότε το βάρος για την απόδειξή της το φέρει ο διάδικος ο οποίος την επικαλείται[4].

 

Στη βάση των πιο πάνω νομικών αρχών, και με δεδομένες τις θέσεις της κάθε πλευράς, προχωρώ να εξετάσω εάν στην παρούσα περίπτωση πρέπει να εγκριθεί το αίτημα του Εναγόμενου 5/Αιτητή.

 

Όπως ανέφερα πιο πάνω, η πλευρά των Εναγόντων/Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζει ότι η Αίτηση καταχωρήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση. Επί αυτού σημειώνω ότι υπάρχει όντως μεγάλη καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης αφού υφιστάμενη Υπεράσπιση καταχωρήθηκε το 2019 και οι ισχυρισμοί που επιχειρείται να εισαχθούν στο δικόγραφο φαίνεται να αφορούν γεγονότα που συνέβησαν το 2013. Έχω ήδη παραθέσει συνοπτικά πιο πάνω τους λόγους που επικαλείται η πλευρά του Εναγόμενου 5/Αιτητή δικαιολογώντας την καθυστέρηση αυτή.

 

Το τι συνιστά υπέρμετρη καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης τροποποίησης εξετάστηκε και αναλύθηκε σε αριθμό υποθέσεων από το Ανώτατο Δικαστήριο. Στην υπόθεση Federal Bank of Lebanon v. Νίκου Σιακόλα (ανωτέρω) υιοθετήθηκε το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Saba & Co (T.M.P.) v. T.M.P. Agents (1994) 1 Α.Α.Δ. 426:

 

"Μένει το ερώτημα της δικαιολόγησης της καθυστέρησης. Η σημασία του ποικίλει ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης κυρίως σε συσχετισμό προς την γνησιότητα των προθέσεων του αιτητή και την αναγκαιότητα ή τον βαθμό της χρησιμότητας της τροποποίησης. Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει γίνει τέτοιος ή ανάλογος συσχετισμός και δεν συμφωνούμε πως καλόπιστη αίτηση για τροποποίηση προς κάλυψη πραγματικής ή σημαντικής ανάγκης θα πρέπει να απορριφθεί επειδή ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο η καθυστέρηση δικαιολογήθηκε με αναφορά σε αβλεψία ή παραδρομή".

 

Αδιαμφισβήτητα, η καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό κρίση Αίτησης είναι μεγάλη, και η Αίτηση καταχωρήθηκε αφού η υπόθεση είχε οριστεί για ακρόαση (και αναβληθεί) πολλές φορές. Όμως, συνυπολογίζοντας όλα τα ενώπιον μου δεδομένα, θεωρώ ότι παρά την καθυστέρηση που έχει επιδείξει ο Εναγόμενος 5/Αιτητής, δεν θα ήταν ορθό να απορριφθεί η Αίτηση του για αυτό το λόγο.

 

Εξάλλου, και στη Saba & Co (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει ότι η καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος, δεν μπορεί από μόνη της να οδηγήσει στην απόρριψη του, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι συνοδεύεται από κακοπιστία. Στην προκειμένη περίπτωση, από το φάκελο της υπόθεσης και μελετώντας την τροποποίηση που επιχειρεί να εισαγάγει ο Εναγόμενος 5/Αιτητής, δεν διακρίνω ότι ενεργεί με εμφανή κακή πίστη ή με πρόθεση κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας.

 

Περαιτέρω, έχοντας εξετάσει την αιτούμενη τροποποίηση σε συνάρτηση με το υφιστάμενο δικόγραφο, δεν διαπιστώνω ότι μεταβάλλεται ριζικά η φύση της υπόθεσης. Το αγώγιμο δικαίωμα καθορίζεται στην Έκθεση Απαίτησης όπου οι Ενάγοντες περιλαμβάνουν ισχυρισμούς για τα ουσιώδη γεγονότα που θα επικαλεστούν κατά την ακρόαση. Ήταν ανέκαθεν η θέση του Εναγόμενου/Αιτητή ότι δεν υπέχει ευθύνη για τις αξιώσεις που εγείρουν οι Ενάγοντες και προβάλλει διάφορους ισχυρισμούς για να υποστηρίξει αυτή τη θέση. Μέσω της αιτούμενης τροποποίησης επιχειρεί να εισαγάγει ακόμα μια βάση υπεράσπισης. Οι Ενάγοντες διατηρούν τη δυνατότητα να απαντήσουν στους νέους ισχυρισμούς κατά τον ίδιο τρόπο ως εάν οι νέοι ισχυρισμοί περιλαμβάνονταν στο δικόγραφο εξ αρχής.

 

Ενδεχόμενες δυσκολίες στον εντοπισμό μαρτύρων από τους Ενάγοντες θα υπήρχαν ούτως ή άλλως αφού η ακρόαση της υπόθεσης (ακόμα και στη βάση των υφιστάμενων δικογράφων) δεν έχει ακόμα ξεκινήσει και οι μάρτυρες που θα εντοπιστούν και θα κληθούν αναμένεται να καταθέσουν για γεγονότα του 2013 και προγενέστερα. Δεν πρόκειται δηλαδή για «νέα δυσκολία».

 

Τέλος σημειώνω το εξής. Εάν επιτραπεί η αιτούμενη τροποποίηση, αναπόφευκτα θα προκληθεί κάποια περαιτέρω καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης. Κρίνω όμως ότι η καθυστέρηση που θα προκληθεί δεν θα είναι τέτοιας έκτασης ώστε να επιφέρει ανεπανόρθωτη ζημιά στους Ενάγοντες/Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

Αντίθετα, στην παρούσα περίπτωση θεωρώ ότι η όποια ζημιά προκληθεί στους Ενάγοντες/Καθ΄ ων η Αίτηση μπορεί να θεραπευτεί με την κατάλληλη διαταγή αναφορικά με τα έξοδα[5].

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, καταλήγω ότι εξυπηρετούνται περισσότερο τα συμφέροντα της δικαιοσύνης με την έγκριση παρά με την απόρριψη της Αίτησης και ότι η αιτούμενη τροποποίηση θα συντείνει στην εκδίκαση της πραγματικής διαφοράς μεταξύ των μερών.

 

Καταλήγω επομένως ότι η Αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος Α1 και Α2 αυτής (με τις διορθώσεις στο αιτητικό ως το πρακτικό ημερομηνίας 17.3.2025).

 

Ως προς τον περαιτέρω χειρισμό της υπόθεσης, η τροποποιημένη Υπεράσπιση να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από σήμερα και αντίγραφο να παραδοθεί στους αντίδικους την ίδια μέρα. Κατά τα λοιπά να ακολουθηθούν οι διατάξεις των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Σε σχέση με τα έξοδα της Αίτησης, θεωρώ ότι δεν πρέπει να τα επιβαρυνθούν οι Ενάγοντες αφού η ανάγκη για καταχώρηση της Αίτησης δεν ήταν αποτέλεσμα της δικής της δικονομικής συμπεριφοράς. Το ίδιο ισχύει και για τα έξοδα που χάνονται συνεπεία της τροποποίησης.

 

Συνεπώς, παρά την επιτυχία της αίτησης, τόσο τα έξοδα της Αίτησης όσο και τα έξοδα της αγωγής που χάνονται από την τροποποίηση επιδικάζονται εναντίον του Εναγόμενου 5/Αιτητή και υπέρ των Εναγόντων/Καθ΄ ων η Αίτηση. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.)  ……………………..………………………..
Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής



[1] Ενδεικτικά, Easton v Ford Motor Co Ltd (1993) 4 All E.R. 257, Federal Bank of Lebanon v Νίκου Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44

[2] Federal Bank of Lebanon v Νίκου Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44

[3] Χριστοδούλου ν Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934

[4] Σχετικές οι Astor Manufacturing Ltd κ.ά. v. A & G Leventis κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726 και Saba & Co (T.M.P.) v. T.M.P. Agents (1994) 1 Α.Α.Δ. 426

[5] Σχετική είναι η παράγραφος (3) του αποσπάσματος από την υπόθεση Στέλιος Φοινιώτης ν Greenmar Navigation Ltd κα (ανωτέρω).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο