ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον : Μ. Παπαθανασίου, Α.Ε.Δ.
Αγωγή Αρ. 80/2015
Μεταξύ:
ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ (Κ.Ο.Α.Π.)
Ενάγοντα
-και-
Γ.Θ.
Εναγόμενος
-και-
LACON INSTITUTE FOR INSPECTION & CERTIFICATION IN AGRICULURE AND FOOD PROCESSING LIMITED
Τριτοδιάδικος
----------------------------------------------------------------
Αίτηση υπό του εναγόμενου ημερομηνίας 30/4/25 για τροποποίηση της Υπεράσπισης και προσθήκη Ανταπαίτησης
Ημερομηνία: 2/10/2025
Εμφανίσεις:
Για τον εναγόμενο/αιτητή: κ. Μ. Χατζηδάκης για Μανούσος Χατζηδάκης & Σια ΔΕΠΕ
Για τον ενάγοντα/καθ’ ου η αίτηση: κ. Χρ. Γεωργίου για Ιωαννίδης Δημητρίου ΔΕΠΕ
Για τον τριτοδιάδικο/καθ’ ου η αίτηση: κα Π. Κακογιάννη για Χρυσάνθου & Χρυσάνθου ΔΕΠΕ
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
Εισαγωγικά
Ο ενάγοντας / καθ’ ου η αίτηση (στο εξής ο ενάγοντας) καταχώρησε την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή εναντίον του εναγόμενου / αιτητή (στο εξής ο εναγόμενος) και αξιώνει απόφαση εναντίον του για το ποσό των €51.310,55.- πλέον τόκους. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της έκθεσης απαίτησης, ο ενάγοντας ενέκρινε προκαταρτικά την αίτηση του εναγόμενου για συμμετοχή στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013 (Κανονισμός (ΕΚ) 834/2007 και Ν.227(Ι)/2004) και ο εναγόμενος παρέλαβε το ποσό της ενίσχυσης για τα έτη 2008 και 2009 ύψους €80.961,90, με την επιφύλαξη τήρησης των όρων και κριτηρίων που τέθηκαν. Στη συνέχεια όμως διαπιστώθηκε από το Φορέα Ελέγχου (Τριτοδιάδικος), στον οποίο χορηγήθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας άδεια λειτουργίας και πιστοποίησης δυνάμει των διατάξεων του εν λόγω Κανονισμού και νομοθεσίας και επίσης πιστοποιητικό διαπίστευσης με βάση το Ν.156(Ι)/2002, σοβαρή μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Κανονισμού και της νομοθεσίας, με αποτέλεσμα να επιβληθούν κυρώσεις στον εναγόμενο. Ο ενάγοντας δε απέστειλε επιστολές στον τελευταίο, με τις οποίες τον ενημέρωνε πως τον έχει καταστήσει χρεώστη για το ποσό των €80.961,90 και τον καλούσε να πληρώσει το ποσό εντός 15 ημερών, διαφορετικά θα επιβαρυνόταν με τόκο 5%. Ο ενάγοντας προχώρησε σε συμψηφισμό ύψους €29.651,05 για ποσά που δικαιούτο ο εναγόμενος σε σχέση με άλλες αιτήσεις, όμως παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις για πληρωμή του ποσού των €51.310,55.- ο τελευταίος παρέλειψε να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό.
Ο εναγόμενος, με την υπεράσπιση που καταχώρησε, παραδέχεται ότι υπέβαλε την αίτηση για συμμετοχή στο Πρόγραμμα, ότι παρέλαβε τα ποσά και ότι ίσχυαν οι όροι που καταγράφονται στην έκθεση απαίτησης για τη συμμετοχή στο Πρόγραμμα. Αποτελεί θέση του δε ότι η άδεια λειτουργίας και πιστοποίησης στον Τριτοδιάδικο δεν χορηγήθηκε νόμιμα και αρνείται ότι δεν έχουν εκπληρωθεί οι όροι και τα κριτήρια του προγράμματος ή ότι έπραξε οτιδήποτε που δικαιολογεί την επιβολή κυρώσεων με βάση το πρόγραμμα. Περιπλέον αρνείται ότι η βεβαίωση του Φορέα Ελέγχου ήταν δεσμευτική για τον ίδιο και ισχυρίζεται ότι οι όροι που του επιβλήθηκαν ήταν παράνομοι, καθώς επίσης ότι ο Φορέας Ελέγχου ενήργησε αμελώς και ή κατά παράβαση της νομοθεσίας και ή των κανονισμών και επομένως εσφαλμένα διαπίστωσε σοβαρή μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Κανονισμού και του νόμου. Τέλος, αφου παραδέχεται ότι έλαβε τις επιστολές του ενάγοντα, αρνείται ότι είναι υποχρεωμένος να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό και ισχυρίζεται ότι λανθασμένα ο ενάγοντας προχώρησε σε συμψηφισμό με ποσά που ο εναγόμενος δικαιούται. Ενόψει δε της τελευταίας του θέσης, ο εναγόμενος εγείρει ανταπαίτηση και αξιώνει από τον ενάγοντα το ποσό των €29.651,05 πλέον νόμιμο τόκο.
Με την απάντηση του στην υπεράσπιση και την υπεράσπιση του στην ανταπαίτηση, ο ενάγοντας βεβαίως απορρίπτει τους πιο πάνω ισχυρισμούς του εναγόμενου και ζητά την απόρριψη της ανταπαίτησης.
Μετά την προσθήκη του τριτοδιάδικου στη διαδικασία, ακολούθησε βεβαίως με οδηγίες του Δικαστηρίου η ανταλλαγή δικογράφων μεταξύ εναγόμενου και τριτοδιαδίκου. Δεν κρίνεται σκοπιμη η αναφορά εδώ στο περιεχόμενο των δικογράφων αυτών. Ούτως ή άλλως η ουσία των θέσεων του εναγόμενου ως προς τον τριτοδιάδικο έχει καταγραφεί ανωτέρω και αρκεί ν’ αναφερθεί ότι ο τελευταίος τις απορρίπτει.
Επίδικη Αίτηση
Ο εναγόμενος ζητά διάταγμα, με το οποίο να παρέχεται άδεια τροποποίησης της υπεράσπισης και ανταπαίτησης του, ως ακολούθως:
« 1. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να επιτρέπει την τροποποίηση της Έκθεσης Υπεράσπισης ημερομηνίας 07.01.2016 την οποίαν καταχώρησε ο εναγόμενος εις την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή ως ακολούθως
Α. Μετά την παράγραφο 4 της Έκθεσης Υπεράσπισης ημερομηνίας 07.01.2016 την προσθήκη νέας παραγράφου με αρίθμηση 5 ως ακολούθως:
5. Ο εναγόμενος για σκοπούς της άνω συμφωνίας συμπεριέλαβε στο πρόγραμμα τα κάτωθι αναφερόμενα ακίνητα: (ακολουθεί η καταγραφή 111 τεμαχίων)
Β. Με την προσθήκη μετά το τέλος της παραγράφου 5 της Έκθεσης Υπεράσπισης ημερομηνίας 07.01.2016 των εξής «Περαιτέρω, και άνευ βλάβης των ανωτέρω ο Εναγόμενος λέει ότι ο Ενάγοντας στην παράγραφο 7 της απαίτησης του δεν αναφέρει και/ή παραλείπει να αναφέρει σε ποιο και/ή ποια από τα ανωτέρω αναφερόμενα τεμάχια έγινε ο έλεγχος και σε ποια υπήρξε η κατ’ ισχυρισμό μη συμμόρφωση.
Συγκεκριμένα ο δειγματοληπτικός έλεγχος έγινε σε μικρό μέρος των τεμαχίων, ως αναφέρονται και κατωτέρω στην υπεράσπιση του εναγόμενου, που αξιοποιούσε ο εναγόμενος για σκοπούς του προγράμματος και σε τεμάχια τα οποία γειτνίαζαν με τεμάχια παραγωγών που χρησιμοποιούσαν συμβατικές μεθόδους παραγωγής και/ή καλλιεργούσαν μη βιολογικά προϊόντα.»
Γ. Μετά την παράγραφο 5 της Έκθεσης Υπεράσπισης ημερομηνίας 07.01.2016 την προσθήκη νέας παραγράφου με αρίθμηση 6 ως ακολούθως:
« Ο εναγόμενος σε σχέση με τους ισχυρισμούς της παραγράφου 7 της Έκθεσης Απαίτησης περαιτέρω λέγει ότι ο Ενάγοντας και/ή αντιπρόσωποι αυτού και/ή η LACON δεν πρόβηκαν στους δειγματοληπτικούς ελέγχους και/ή στους ελέγχους σύμφωνα με της οδηγίες και/ή κανονισμούς όπως αυτοί επιβάλλονται και/ή προβλέπονται από την νομοθεσία και τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και Ευρωπαϊκές Οδηγίες (Directives) ώστε να έχουν ακριβείς αποτελέσματα.
Συγκεκριμένα το Τμήμα Γεωργίας στις 20.07.2012 πρόβηκε σε δειγματοληπτικό έλεγχο στα τεμάχια που αναφέρονται ανωτέρω και στα οποία έκανε έλεγχο αργότερα και η LACON και στα οποία δεν είχε βρει καμία παράβαση ή μη Βιολογικό σκεύασμα και/ή ουσία η οποία ήταν και/ή είναι απαγορευμένη για βιολογικές καλλιέργειες. Κατά ή περί τις 10.08.2012 η LACON πρόβηκε ξανά σε έλεγχο στα ίδια τεμάχια χωρίς να είναι παρών ο Εναγόμενος κατά παράβαση των οδηγιών και/ή μέτρων και/ή προϋποθέσεων και/ή ορθής πρακτικής και/ή ως όφειλε για την διενέργεια δειγματοληπτικών ελέγχων πράγμα που καθιστά τον δειγματοληπτικό έλεγχο ημερομηνίας 10.08.2012 άκυρο και ως μη γενόμενο. Ο ενάγοντας κατά παράβαση της συμφωνίας συμπεριέλαβε και/ή θεώρησε τον δειγματοληπτικό έλεγχο ημερομηνίας 10.08.2012 ως αποδεχτό και το συμπεριέλαβε ώστε να προχωρήσει στην ακύρωση της συμμετοχής του εναγόμενου στο Πρόγραμμα»
Ο Εναγόμενος επιφυλάσσει το δικαίωμα του να αναφερθεί με λεπτομέρειες και να παρουσιάσει μαρτυρία για τους ισχυρισμούς του κατά την δικάσιμο»
Δ. Μετά την παράγραφο 10 της Έκθεσης Υπεράσπισης ημερομηνίας 07.01.2016 την προσθήκη νέας παραγράφου με αρίθμηση 11 ως ακολούθως: «14 Ο ενάγοντας ενώ ενέκρινε και έλαβε από την LACON και/ή φορέα την απαιτούμενη βεβαίωση και/ή έγγραφο πιστοποίησης για το έτος 2011 από τους αντιπροσώπους αυτού δεν προχώρησε στην καταβολή του ποσού των €40.000 σύμφωνα με το πρόγραμμα που υπογράφηκε μεταξύ των διαδίκων και αρνήθηκε να το καταβάλει ενώ όφειλε να το πράξη αφού ο εναγόμενος μετά από τους ελέγχους που του έγιναν κατά το 2011 θεωρήθηκε ότι πληρούσε τις προϋποθέσεις.».
Ε. Με την διαγραφή της παραγράφου με τίτλο ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗ και παραγράφου 11 και την προσθήκη νέας παραγράφου με αριθμό 15 με την οποίαν αναφέρεται ως τίτλος ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗ και η οποία εξειδικεύεται ότι ο εναγόμενος λέγει ότι αξιώνει παρά του Ενάγοντα ως τα κάτωθι:
« ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗ
15. Ο εναγόμενος επαναλαμβάνει όλους τους ανωτέρω εις την Έκθεση Υπερασπίσεως του, υπό 1 έως 14 αμφοτέρων συμπεριλαμβανομένων ήδη εκτεθέντας ισχυρισμούς τους και αιτείται ανταπαιτητικώς παρά του Σεβαστού Δικαστηρίου:
Α. Το ποσό των €29.651.05, το οποίο παράνομα συμψηφίστηκε με τις κατ’ ισχυρισμό απαιτήσεις του Ενάγοντα ως παράνομα κατακρατείθεν ποσόν όπως εξηγείται ανωτέρω.
Γ. Γενικές Αποζημιώσεις για ζημιές και/ή απώλειες που υπέστη ο εναγόμενος λόγο των πράξεων και/ή παραλείψεων του ενάγοντα και/ή αντιπροσώπου αυτού.
Δ. Έξοδα πλέον Φ.Π.Α. »
2. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να τροποποιεί τον τίτλο του δικογράφου από «ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ» σε «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΚΘΕΣΗ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗ».
3. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να τροποποιεί και/ή να αντικαθιστά την «ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ» ημερομηνίας 07.01.2016 ως κάτωθι:
(ακολουθεί η καταγραφή ολόκληρης της υπεράσπισης και ανταπαίτησης με ενσωματωμένες τις προσθήκες με βάση τα αιτητικά υπό Α-Ε ανωτέρω) »
Η επίδικη αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του εναγόμενου, ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα:
« 4. Η παρούσα αίτηση τροποποίησης καταχωρείται καθ’ ότι, μόλις το δικηγορικό γραφείο Μανούσος Χατζηδάκης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., ανέλαβε την παρούσα υπόθεση σε αντικατάσταση του δικηγορικού γραφείου Ρίκκος Μαππουρίδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., και μετά από μελέτη του φακέλου, όσο και του μεγάλου όγκου από έγγραφα, τεκμήρια και πιστοποιητικά της υπόθεσης, διαπίστωσαν και θεώρησαν ότι προκύπτει ουσιαστική ανάγκη τροποποίησης της εν λόγω Έκθεσης Υπεράσπισης μου, ώστε να δικογραφηθούν τα υφιστάμενα και προκύψαντα νέα γεγονότα, ως και δεδομένα, προκειμένου να δοθεί η σωστή και πραγματική εικόνα όλων των γεγονότων ενώπιον του Σεβαστού Δικαστηρίου, με σκοπό να καταλήξει σε ορθή, ασφαλή και δίκαιη απόφαση.
5. Ένας επιπρόσθετα σημαντικός λόγος που αιτούμαι την τροποποίηση των δικογράφων μου, είναι οι σοβαρές ελλείψεις που παρουσιάζει το υφιστάμενο δικόγραφο της Έκθεσης Υπεράσπισης ημερομηνίας 07.01.2016.
6. Η αιτούμενη τροποποίηση είναι απαραίτητη ούτως ώστε το Σεβαστό Δικαστήριο να έχει ενώπιον του όλα τα πραγματικά γεγονότα, προκειμένου να αποφασίσει ορθά και δίκαια στην υπό εκδίκαση υπόθεση.
7. Δεν υπάρχει αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος τροποποίησης, αφού ακόμη δεν έχει ξεκινήσει η ακρόαση της υπόθεσης, και με βάση την άδεια που ζητήθηκε από το δικαστήριο σύμφωνα με των περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022 (35/2022) ζητήθηκε και δόθηκε άδεια, με την σύμφωνη γνώμη των δικηγόρων των διαδίκων στις 08.04.2025, και σύμφωνα με τις οδηγίες του Δικαστηρίου που δόθηκαν στις 08.04.2025, έχει αναφερθεί από τους νεοδιορισθέντες δικηγόρους μου ότι θα καταχωρηθεί η παρούσα αίτηση τροποποίησης και ως εκ τούτου το Δικαστήριο την όρισε για οδηγίες την αγωγή στις 06.05.2025, με δικαίωμα καταχώρησης αίτησης πριν από την εν λόγω ημερομηνία ακρόασης και συγκεκριμένα στις 30.04.2025.
8. Εν πάση περίπτωση, είναι φανερό ότι οι σκοπούμενες τροποποιήσεις, είναι ουσιώδεις και απαραίτητες για την ορθή, αντικειμενική και ολοκληρωμένη παρουσίαση της υπόθεσης από πλευράς μου ενώπιον του Δικαστηρίου.
9. Η πλευρά μου είναι έτοιμη να καταχωρήσει και να επιδώσει τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα και έκθεση απαίτησης, άμεσα με την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
10. Δεν προξενείτε αδικία σε βάρος της άλλης πλευράς με την αιτούμενη τροποποίηση και δεν επηρεάζονται κεκτημένα δικαιώματα της άλλης πλευράς. Η άλλη πλευρά θα έχει τη δυνατότητα καταχώρησης τροποποιημένης Απάντησης της Ε/Α και να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου τις δικές της θέσεις και απαντήσεις.
11. Το αίτημα τροποποίησης, επαναλαμβάνω ότι υποβάλλεται έγκαιρα.
12. Εν όψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι υπό τις περιστάσεις θα πρέπει να εκδοθεί το σχετικό διάταγμα τροποποίησης ως η αίτηση. »
Οι ενστάσεις
Ο ενάγοντας και ο τριτοδιάδικος αντέδρασαν στην αίτηση με την καταχώρηση ενστάσεων. Ο ενάγοντας στην ένσταση του προβάλλει 15 λόγους ένστασης και ο τριτοδιάδικος 11 λόγους ένστασης. Οι ενστάσεις δε υποστηρίζονται από ένορκες δηλώσεις δικηγόρων που εργάζονται στα δικηγορικά γραφεία που εκπροσωπούν τον ενάγοντα και τον τριτοδιάδικο αντίστοιχα και οι οποίες εξηγούν γιατί δεν πρέπει να εγκριθεί η αίτηση.
Ως προκύπτει από τη μελέτη των δύο ενστάσεων, οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η απόρριψη της αίτησης είναι ουσιαστικά κοινοί. Τούτοι μπορούν να συνοψισθούν δε ως εξής:
1. Η αίτηση είναι αβάσιμη, δεν δικαιολογείται και δεν είναι αναγκαία.
2. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις παραβιάζουν τους κανόνες σύνταξης δικογράφων.
3. Η αίτηση είναι καταχρηστική, καθώς οι επιζητούμενες τροποποιήσεις αποτελούν επανάληψη ισχυρισμών και ή γεγονότων που έχουν ήδη καταγραφεί.
4. Υπάρχει υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης.
5. Τα γεγονότα και ή οι ισχυρισμοί που επιδιώκει να εισάξει ο εναγόμενος ηταν σε γνώση του πριν την καταχώρηση της αρχικής υπεράσπισης του και ή θα μπορούσαν με εύλογη επιμέλεια να εντοπιστούν εγκαίρως από τα πρώτα στάδια της διαδικασίας.
6. Η αίτηση είναι κακόπιστη και σε περίπτωση επιτυχίας της, θα προκληθεί αδικαιολόγητη καθυστέρηση και οι καθ’ων η αίτηση θα υποστούν ζημιά.
Επιχειρηματολογία των συνηγόρων-Γραπτές αγορεύσεις
Οι θέσεις όλων των πλευρών, περιλαμβάνονται στις γραπτές αγορεύσεις των συνηγόρων τους. Οι αγορεύσεις έχουν τύχει ενδελεχούς μελέτης από το Δικαστήριο. Δεν κρίνω όμως σκόπιμο να παραθέσω εδώ ό,τι οι συνήγοροι αναφέρουν με τις αγορεύσεις τους και θα αναφερθώ σε συγκεκριμένα σημεία των αγορεύσεων κατωτέρω, αν αυτό κριθεί αναγκαίο.
Νομική πτυχή
Εν προκειμένω, όπως πολύ ορθά αναφέρει στην αγόρευση της η συνήγορος του ενάγοντα, σε σχέση τις αιτούμενες θεραπείες εφαρμογής τυγχάνει η Δ. 25, θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως ίσχυε πριν την 1/1/2015. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διάταξη:
«The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, allow either party to alter or amend his indorsement or pleadings, in such manner and on such terms as may be just, and all such amendments shall be made as may be necessary for the purpose of determining the real questions in controversy between the parties».
Η Νομολογία αναφορικά με το θέμα της τροποποίησης δικογράφων, με βάση την πιο πάνω διάταξη, είναι ομολογουμένως πλούσια. Να παρεμβάλλω εδώ ότι σε αρκετές αυθεντίες αναφέρθηκαν βεβαίως και οι συνήγοροι στις αγορεύσεις τους.
Οι αρχές της νομολογίας δε, θα μπορούσε να λεχθεί πως συνοψίζονται ως ακολούθως:
(1) Η τροποποίηση της δικογραφίας επιτρέπεται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, δεδομένου ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που την καθιστούν απαραίτητη για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης (βλ. Φοινιώτης ν. Grenmar Navigation (1989) 1Ε 33, σελ 36-37).
(2) Στον προσδιορισμό των συμφερόντων της δικαιοσύνης, όπως διαγράφονται στη συγκεκριμένη υπόθεση, συνεκτιμούνται και οι επιπτώσεις από την τροποποίηση στα δικαιώματα και συμφέροντα του αντιδίκου. Η διεξαγωγή της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο, καθιερώνεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος ως θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε διαδίκου (βλ. Φοινιώτης ν. Grenmar Navigation πιο πάνω).
(3) Η τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα εφόσον δεν προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά στον αντίδικο, δηλαδή ζημιά άλλη από εκείνη που μπορεί να θεραπευθεί με την έκδοση της κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα. Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της καθυστέρησης στη διατύπωση των θέσεων του αιτητή ποικίλει, ανάλογα με το στάδιο κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση ανάλογα επαυξάνει και το βάρος το οποίο πρέπει να αποσείσει ο αιτητής για την έκδοση διατάγματος για την τροποποίηση (βλ. Φοινιώτης ν. Grenmar Navigation πιο πάνω και Περικτιόνη Χρίστου ν. Αζά (1992) 1 ΑΑΔ 704, σελ. 707).
(4) Η καθυστέρηση είναι σχετικός παράγοντας σε αιτήσεις για τροποποίηση της δικογραφίας, αλλά δεν είναι εκ προοιμίου και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας (βλ. Astor Manufacturing v. A & G Leventis & Company (1993) 1 ΑΑΔ 726, σελ. 730).
(5) Η σημασία του θέματος της δικαιολόγησης της καθυστέρησης ποικίλλει ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης και σχετίζεται με τη γνησιότητα των προθέσεων του αιτητή και την αναγκαιότητα ή το βαθμό της χρησιμότητας της τροποποίησης (βλ. SABA & CO (T.M.P) v. T.M.P. Agents (1994) 1 AΑΔ 426, στη σελ. 432).
(6) Η τροποποίηση είναι εφικτή σε κάθε περίπτωση που κρίνεται αναγκαίο για τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς και για αποτροπή πολλαπλότητας των νομικών διαδικασιών. Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις που η τροποποίηση δυνατό να επιφέρει βλάβη στον αντίδικο ή ακόμη εκεί που η κακή πίστη του Αιτητή είναι εμφανής (βλ. Περικτιόνη Χρίστου ν. Αζά πιο πάνω).
(7) Η σύγχρονη τάση είναι τα Δικαστήρια να επιτρέπουν τροποποιήσεις στις κατάλληλες περιπτώσεις, ακόμα και αν η αναγκαιότητα τροποποίησης είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης, νοουμένου βέβαια ότι δεν θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα (βλ. Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 ΑΑΔ 934 και Evripidou v. Kannaourou (1985) 1 CLR 21, στην σελ. 27).
(8) Όσο φιλελεύθερη και αν δικαιολογείται να είναι η προσέγγιση στο θέμα τροποποίησης δικογράφων, το ζήτημα εξακολουθεί να υπόκειται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου. Γνώμονας για την άσκηση αυτής της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου είναι το σύνολο των περιστατικών και όχι μόνο το επανορθώσιμο των συνεπειών της τροποποίησης ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο (βλ. Ταξί Κυριάκος Λτδ ν. Παύλου (1995) 1 ΑΑΔ 560).
(9) Το ότι με την τροποποίηση επιδιώκεται η εισαγωγή νέας βάσης αγωγής, δεν σημαίνει αφ’ εαυτού ότι η τροποποίηση δεν μπορεί να επιτραπεί (βλ. SABA & CO (T.M.P) v. T.M.P. Agents πιο πάνω).
(10) Όπου τα γεγονότα που ο αιτητής προτίθεται να εισαγάγει με την αίτησή του είναι γνωστά στον καθ’ ου η αίτηση, τότε το πλαίσιο της δίκης δεν μεταβάλλεται και ούτε επιφέρονται ζημιογόνες συνέπειες στα δικαιώματά του (βλ. BAUER SPEZIALTIENFBAU GMBH, κ.α. ν. DIVNOGORSK SHIPPING CO LTD (2002) 1Α ΑΑΔ 618 σελ. 625) ή όπου θα συγκεκριμενοποιηθούν υφιστάμενοι ισχυρισμοί που θα θέσουν τα δικόγραφα σε τάξη (Federal Bank of Lebanon v. Σιακόλα (1999) 1 ΑΑΔ 44) ή όπου θα εισαχθούν περαιτέρω και καλύτερες λεπτομέρειες υφιστάμενου ισχυρισμού (βλ. Alexandrou Rent a Car v. Δήμητρας Α. Νεάρχου (1992) 1 ΑΑΔ 111).
Εξέταση της Αίτησης
Έχω μελετήσει με προσοχή όλη τη μαρτυρία που ευρίσκεται ενώπιον μου, η οποία υποστηρίζει την αίτηση και τις ενστάσεις αντίστοιχα και βεβαίως όσα ανέφεραν οι συνήγοροι όλων των πλευρών στις αγορεύσεις τους, σε συνάρτηση με την υπάρχουσα δικογραφία. Αποτελεί κατάληξη μου ότι η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί. Εξηγώ.
Κατ’ αρχάς οφείλω να παρατηρήσω πως σε αντίθεση με ό,τι ισχυρίζεται ο εναγόμενος, κανένα νέο γεγονός ή και δεδομένο δεν φαίνεται να προέκυψε μετά την καταχώρηση εμφάνισης από τους νέους δικηγόρους του στις 19/3/2025, αλλά ούτε διαπιστώνεται να προέκυψε τέτοιο γεγονός μετά την καταχώρηση της αρχικής του υπεράσπισης. Ποια τεμάχια συμπεριλήφθηκαν στο πρόγραμμα, ήταν βεβαίως γνωστά στον ίδιο από το χρονικό σημείο που υπέβαλε την αίτηση του. Ως προς το ότι έγινε δε δειγματοληπτικός έλεγχος με λανθασμένο τρόπο, ότι τα τεμάχια γειτνίαζαν με άλλη φυτεία και πιθανόν να υπήρξε επιμόλυνση των φυτών του εναγόμενου, αλλά και ότι ο τριτοδιάδικος ενήργησε παράνομα ή και παράτυπα κατά τη διενέργεια του ελέγχου, είναι ισχυρισμοί που περιλαμβάνονται ήδη στην υπεράσπιση του εναγόμενου. Σε σχέση τώρα με τον αναφερόμενο έλεγχο από το Τμήμα Γεωργίας το 2012 και τη μη καταβολή ενός ποσού για το 2011, δεν ήταν ποτέ η θέση του εναγόμενου ότι αποτελούν γεγονότα τα οποία δεν γνώριζε και τα πληροφορήθηκε εκ των υστέρων και εν πάση περιπτώσει σε χρόνο είτε μετά την καταχώρηση της υπεράσπισης του είτε αμέσως πριν την καταχώρηση της επίδικης αίτησης του.
Με αυτά υπόψη, αυτό που πραγματικά φαίνεται να συμβαίνει εν προκειμένω είναι ότι οι νέοι δικηγόροι του εναγόμενου έκριναν ότι υπάρχουν ελλείψεις στην υπεράσπιση και επιθυμούν να τις καλύψουν. Πάντως θα πρέπει να επισημανθεί εδώ πως δεν προωθείται θέση περί παράλειψης ή λάθους από πλευράς του εναγόμενου να επιδιώξει την τροποποίηση σε προγενέστερο χρόνο ή ότι ήταν γενικά αμελής αναφορικά με τον χρόνο που επέλεξε να την προωθήσει. Ενόψει των όσων έχουν αναφερθεί και πιο πάνω, η ύπαρξη ελλείψεων είναι το μοναδικό υπόβαθρο ουσιαστικά επί του οποίου στηρίζεται η αίτηση.
Πριν υπεισέλθω όμως στην εξέταση των κατ’ ισχυρισμό ελλείψεων - επίκληση των οποίων από μόνη της βέβαια δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αίτηση - και τη θέση του εναγόμενου περί ουσιαστικής ανάγκης για τροποποίηση, σημειώνω εδώ πως η θέση του τελευταίου πως δεν υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης, είναι σαφές πως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η επίδικη αίτηση καταχωρίστηκε πέραν των εννέα ετών μετά την αρχική υπεράσπιση και το γεγονός βεβαίως ότι δόθηκε άδεια από το Δικαστήριο με βάση τον Κανονισμό για τις καθυστερημένες υποθέσεις για την καταχώρηση της ή και ότι δεν υπήρξε ένσταση από τις άλλες πλευρές για να καταχωριστεί η αίτηση, ουδόλως συνεπάγεται ότι δικαιολογείται ο χρόνος που μεσολάβησε. Δεν διαλανθάνει βεβαίως την προσοχή μου ότι η ακρόαση δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, στοιχείο που συνυπολογίζεται, όμως και πάλιν η ύπαρξη αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην καταχώρηση της αίτησης αποτελεί ένα πραγματικό γεγονός.
Από εκεί και πέρα όμως είναι θεωρώ σαφές πως δεν προκύπτει καμία ουσιαστική ανάγκη για την τροποποίηση της υπεράσπισης με βάση τα αιτητικά Α-Γ της αίτησης, ενώ περαιτέρω δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κανένα μαρτυρικό υπόβαθρο προκειμένου να συζητηθεί έγκριση των αιτητικών Δ-Ε. Πιο συγκεκριμένα.
Κατ’ αρχάς η καταγραφή στην υπεράσπιση όλων των τεμαχίων που συμπεριλήφθηκαν στο πρόγραμμα δεν εξυπηρετεί κανένα καλό σκοπό. Η υποβολή αίτησης από τον εναγόμενο, η προκαταρτική έγκριση για συμμετοχή του εναγόμενου στο πρόγραμμα, η παραλαβή των ποσών και η δέσμευση τεμαχίων του εναγόμενου στο πλαίσιο του προγράμματος αποτελούν παραδεκτά γεγονότα μεταξύ ενάγοντα και εναγόμενου. Ως προς το ποια τεμάχια συμπεριλήφθηκαν στην αίτηση ή και στο πρόγραμμα αποτελεί θέμα μαρτυρίας. Συναφώς η έγκριση του αιτητικού Α της αίτησης δεν δικαιολογείται.
Επίσης, ως ήδη αναφέρθηκε, αποτελεί βασική θέση του εναγόμενου στην υφιστάμενη υπεράσπιση του ότι έγινε δειγματοληπτικός έλεγχος από τον τριτοδιάδικο σε μέρος των κτημάτων, ότι τα τεμάχια του γειτνίαζαν με φυτείες τρίτου προσώπου και πιθανόν να υπήρξε επιμόλυνση των δικών του φυτών και ότι ο έλεγχος που προέβη ο τριτοδιάδικος ήταν παράνομος και ή παράτυπος. Με αυτά υπόψη λοιπόν είναι σαφές πως και όσα θέλει να προσθέσει με τα αιτητικά Β και Γ δεν αποτελούν τίποτε περισσότερο παρά επανάληψη ισχυρισμών που περιλαμβάνονται στην υφιστάμενη υπεράσπιση του. Η αναφορά δε και σε κατ’ ισχυρισμό έλεγχο από το Τμήμα Γεωργίας είναι άσχετη με την παρούσα, στο πλαίσιο της οποίας ενδιαφέρει ο έλεγχος του τριτοδιαδίκου με βάση τον οποίο διαπιστώθηκε η ισχυριζόμενη «σοβαρή μη συμμόρφωση» του εναγόμενου.
Τέλος, ως προς την έγερση του εντελώς καινούριου ζητήματος περί μη καταβολής ενός ποσού που αφορούσε το 2011 και την επέκταση ουσιαστικά της ανταπαίτησης που επιχειρεί ο εναγόμενος μέσω των αιτητικών Δ και Ε, επισημαίνεται ότι καμία εξήγηση δεν έχει δοθεί από τον εναγόμενο στη μαρτυρία του σε σχέση με αυτά, ούτε και έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κάποιο υποστηριχτικό έγγραφο. Υπό τις περιστάσεις θεωρώ πως η γενική αναφορά του εναγόμενου περί ελλείψεων, δεν μπορεί βεβαίως να δικαιολογήσει την επέκταση της υπεράσπισης και της ανταπαίτησης σε άλλα, καινοφανή ζητήματα και μάλιστα σχεδόν 11 χρόνια μετά την καταχώρηση της αγωγής.
Δεν θα με απασχολήσει το αιτητικό 3 της αίτησης, με το οποίο ζητείται η «αντικατάσταση» της υπεράσπισης. Εδώ ο εναγόμενος καταγράφει ουσιαστικά το σύνολο του δικογράφου του, ενσωματώνοντας σ’ αυτό και τις προσθήκες που ζητά με τα πιο πάνω αναφερόμενα αιτητικά του. Εν πάση περιπτώσει, αν και ίσως εκ του περισσού, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το συγκεκριμένο αιτητικό είναι εντελώς αχρείαστο. Θα πρόσθετα όμως και ότι λανθασμένα ζητείται «αντικατάσταση» της υπεράσπισης, από τη στιγμή που απλά ζητούνται κάποιες προσθήκες στο υφιστάμενο δικόγραφο. Αν η πλευρά δε του εναγόμενου επιθυμούσε να παρουσιάσει ενώπιον του Δικαστηρίου ολοκληρωμένη την υπεράσπιση και ανταπαίτηση μαζί με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις, προκειμένου να έχει το Δικαστήριο ολοκληρωμένη εικόνα για το δικόγραφο που θα προκύψει, θα μπορούσε πολύ απλά να το επισυνάψει ως τεκμήριο στη μαρτυρία του εναγόμενου ή και ως παράρτημα στην αίτηση.
Συνοψίζοντας, σημειώνω πως η γενική αναφορά περί ελλείψεων στην υπεράσπιση και η μη κατάδειξη αναγκαιότητας για την τροποποίηση, σε συνδυασμό με την, ομολογουμένως, υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης, μαζί ιδωμένα δεν αφήνουν περιθώρια για άλλη κατάληξη παρά μόνον την απόρριψη της αίτησης. Και για να το θέσω διαφορετικά, θεωρώ πως είναι τόσο μεγάλη η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης, ώστε μαζί με την απουσία αιτιολογίας για τη μη υποβολή της αίτησης σε προγενέστερο χρόνο, τη γενικότητα και την αοριστία που διακρίνει τη θέση περί ελλείψεων και τη μη κατάδειξη στο τέλος της ημέρας, μέσω μαρτυρίας, ύπαρξης ουσιαστικής ανάγκης για την τροποποίηση, να κρίνεται πως ο εναγόμενος δεν κατάφερε να αποσείσει το επαυξημένο βάρος που βρισκόταν στους ώμους του σε αυτό το στάδιο για την έκδοση του διατάγματος τροποποίησης.
Με αυτά υπόψη, δεν χρειάζεται θεωρώ να εξεταστεί οποιοσδήποτε άλλος λόγος ένστασης.
Κατάληξη
Υπό το φως όλων των ανωτέρω και συνεκτιμώντας όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, κρίνω ότι η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ της απόρριψης της αίτησης και η αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα της αίτησης όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του ενάγοντα και του τριτοδιάδικου, και εναντίον του εναγόμενου.
(Υπ.) …………………………………..
Μ. Παπαθανασίου, Α.Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο