Prolific Insurance Consultants Ltd ν. ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ κ.α., Αγωγή αρ.: 175/2014, 30/10/2025
print
Τίτλος:
Prolific Insurance Consultants Ltd ν. ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ κ.α., Αγωγή αρ.: 175/2014, 30/10/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Π.Ε.Δ.

Αγωγή αρ.: 175/2014

Μεταξύ:

Prolific Insurance Consultants Ltd

                                                                                                             Εναγόντων

-και-

 

1.  ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

                               2.  ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

                                                                                                             Εναγομένων

 

Και Εξ’ Ανταπαιτήσεως

Μεταξύ:

1.  ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

            2.  ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

Εξ’ Ανταπαιτήσεως Ενάγοντες

-και-

Γεώργιος Φωτίου

            Εξ’ Ανταπαιτήσεως Εναγομένου

 

Και ως ετροποποιήθει δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερ. 22.6.2016

 

Αγωγή αρ.: 175/2014

Μεταξύ:

Prolific Insurance Consultants Ltd

                                                                                                             Εναγόντων

-και-

 

       1.  ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

                               2.  ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

                                                                                                             Εναγομένων

Και Εξ’ Ανταπαιτήσεως

Μεταξύ:

1.  ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

            2.  ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

 

Εξ’ Ανταπαιτήσεως Ενάγοντες

-και-

 

Prolific Insurance Consultants Ltd

Μαζί με:

Γεώργιος Φωτίου

Εξ’ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενοι

Ημερομηνία: 30 Οκτωβρίου 2025

Εμφανίσεις:

Για ενάγοντες/εξ ανταπαιτήσεως εναγόμενους: κα Α. Γεωργίου με κ. Σ. Αργυρού για Σωτήρης Αργυρού Δ.Ε.Π.Ε.

Για εναγόμενους 1 και 2: κ. Σ. Βασιλακκάς

Για εξ ανταπαιτήσεως εναγόμενο: Αυτοπροσώπως

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η απαίτηση των εναγόντων ισούται στο ποσό των €210.000 ως συμφωνηθείσες προμήθειες σχετικές με την σύναψη από τους εναγόμενου δύο ομαδικές ασφάλειες και επιβεβαιωτικής συμφωνίας  ημερομηνίας 7.7.2005.

 

Δικογραφείται ότι οι  εναγόμενοι κατά τον ουσιώδη χρόνο ασκούσαν ασφαλιστικές εργασίες και συνήψαν γραπτές συμφωνίες με τις οποίες οι ενάγοντες διορίσθηκαν ασφαλιστικοί πράκτορες. Συμφώνησαν ότι οι ενάγοντες θα εισέπρατταν  προμήθειες συγκεκριμένου ύψους ανάλογα με το είδος συμβολαίου που θα κατάρτιζαν. Οι ενάγοντες ήταν εγγεγραμμένοι σε μητρώο που τηρείτο στον Έφορο Ασφαλιστών ως ασφαλιστικοί πράκτορες. Οι εναγόμενοι είχαν υποχρέωση να εγγράψουν τους ενάγοντες ως ασφαλιστικούς πράκτορες.

 

Οι ενάγοντες κατά ή περί τις ίδιες ημερομηνίες απεφάσισαν, σαν αποτέλεσμα της έναρξης της συνεργασίας τους με τους εναγομένους και εμετέφεραν από άλλη Ασφαλιστική Εταιρεία δύο ομαδικά συμβόλαια πελατών τους στις εναγόμενες Εταιρείες. Το ένα συμβόλαιο αφορούσε την ομαδική ασφάλιση 200 περίπου ατόμων στον Κλάδο Ζωής και το δεύτερο την ομαδική ασφάλιση 200 επίσης ατόμων στον Κλάδο Ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Τα ετήσια ασφάλιστρα των εν λόγω συμβολαίων, ανήρχοντο στο ποσό των €700.000.

 

Οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι οι εργασίες αυτές που εμετέφεραν στους εναγομένους δεν εμπίπτουν στην έννοια των εργασιών διαμεσολάβησης, όπως προνοείται από τον Περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμο, απετέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν αυθύπαρκτη και/ή μεμονωμένη παροχή υπηρεσιών, για τις οποίες έλαβε χώραν ιδιαίτερη προφορική συμφωνία, η οποία επιβεβαιώθηκε και γραπτώς, όπως αναφέρεται κατωτέρω.

 

Συνεφωνήθη μεταξύ εναγόντων και Εναγομένων την  7/7/2005 ότι ο! ενάγοντες Θα εδικαιούντο επί των ανωτέρω δύο ομαδικών συμβολαίων να εισπράττουν από τους Εναγομένους αμοιβές και/ή προμήθειες, για όσο χρονικό διάστημα τα συμβόλαια αυτά Θα παρέμεναν στις εναγόμενες Εταιρείες και ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι Θα συνεχιζόταν ή όχι η συνεργασία τους δυνάμει των συμφωνιών ημερ. 14/1/2005. Σχετική για τα συμφωνηθέντα είναι η επιστολή των εναγόμενων προς τους ενάγοντες ιδίας ημερομηνίας, η οποία υπεγράφη από τον τότε Γενικό Διευθυντή των Εναγομένων και τον τότε διευθυντή του Κλάδου Ζωής και Υγείας των ιδίων.

 

Συνεφωνήθη περαιτέρω ότι οι ενάγοντες επειδή δεν θα εξυπηρετούσαν τα ασφαλιστικά αυτά συμβόλαια, η αμοιβή τους θα ήταν κατά 20% χαμηλότερη εκείνης που συνεφωνήθη την 14/2/2005 και θα εμειώνετο περαιτέρω, ανάλογα με την μείωση των ασφαλίστρων που θα εθεωρείτο αναγκαία ένεκα της συνέχισης της ισχύος των δύο συμβολαίων. 

 

Με βάση τα συμφωνηθέντα οι ενάγοντες είχαν δικαίωμα σε αμοιβές σε ποσοστό 23% επί του ύψους των ετήσιων ασφαλίστρων. Οι αμοιβές των εναγόντων για τις δύο ομαδικές ασφάλειες ήταν μειωμένες κατά 20% και μειωνόταν αναλόγως της μείωσης των ασφαλίστρων τους. Η μεταφορά των δύο ασφαλιστικών συμβολαίων από άλλη ασφαλιστική εταιρείας δεν ενέπιπτε στην έννοια ασφαλιστικής πρακτόρευσης που προέκυπτε από τις συμφωνίες 14/1/2005. Η μόνη διασύνδεση καθοριζόταν στη βάση αμοιβών που θα δικαιούνταν με τις συμφωνίες 14.1.2005. Τα δύο ομαδικά συμβόλαια εξακολουθούν να είναι σε ισχύ.

 

Ως αποτέλεσμα των συμφωνηθέντων τους κατέβαλαν τις αμοιβές τους αλλά παραλείπουν να πληρώσουν τις συμφωνηθέντες αμοιβές για τα έτη 2011, 2012, και 2013. Υπάρχει κώλυμα εναντίον των εναγόμενων εξαιτίας προηγούμενης πληρωμής της αμοιβής.

 

Οι εναγόμενοι καταχώρησαν ανταπαίτηση μαζί με την υπεράσπιση και ισχυρίστηκαν ότι οι επίδικες συμφωνίες ημερομηνίας 14/1/2025 δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα με βάση τον νόμο επειδή οι ενάγοντες για να εξασφαλίσουν πιστοποιητικό εγγραφής δεν προβήκαν στις απαραίτητες ενέργειες. Οι προμήθειες που πληρώθηκαν καταβλήθηκαν παράνομα.

 

Με την εισαγωγή της νέας νομοθεσίας περί Ασφαλιστικών Εργασιών και άλλων συναφών θεμάτων οποιαδήποτε προγενέστερη εγγραφή έπαυε να έχει οποιαδήποτε ισχύ και έπρεπε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες εκ μέρους των εναγόντων για εγγραφή τους στο μητρώο.

 

Οι εναγόμενοι έδωσαν τις σχετικές ειδοποιήσεις (για τον Έφορο Ασφαλειών όσο και για το Υπουργείο Οικονομικών) πού απαιτούνται μαζί με άλλα έγγραφα για την υποβολή της αίτησης για εγγραφή τους στα αντίστοιχα μητρώα της Εφόρου πλην όμως οι ενάγοντες δεν προσκόμισαν στην αρμόδια υπηρεσία του Εφόρου Ασφαλειών τα προαπαιτούμενα από τον νόμο έγγραφα για να καταστεί δυνατή η εγγραφή τους.

 

Ως εκ των άνω αποκλειστικά υπεύθυνοι για την μη εγγραφή τους είναι οι ενάγοντες. Επιπλέον οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι με βάση την νομοθεσία οι ενάγοντες ήσαν υπεύθυνοι για την εγγραφή τους.

 

Τα δύο αναφερόμενα συμβόλαια καταρτισθήκαν και εισήχθησαν απευθείας από τους πελάτες, αφού οι ίδιοι μόνοι το είχαν ζητήσει.

 

Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι εξαπατήθηκαν τόσο από τούς ενάγοντες όσο και από τον εξ' ανταπαιτήσεως εναγόμενο με στόχο την καταβολή προμηθειών άνευ νόμιμης αιτίας και/ή παράνομα χωρίς καμία αντιπαροχή και/ή άλλως πως.

 

Διαζευκτικά και/ή άνευ βλάβης και/ή άνευ επηρεασμού του ανωτέρω ισχυρισμού οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι και εάν ακόμη ήθελε ευρεθεί ότι τα δύο ομαδικά συμβόλαια καταρτίσθηκαν με την μεσολάβηση των Εναγομένων, αυτοί κανένα δικαίωμα δεν μπορούν να επικαλούνται αφού οι συμβάσεις ημερ. 14/1/2005 ήσαν εξ' υπαρχής άκυρες και/ή ως μη γενομένες αφού ήσαν παράνομες και συγκρούοντο με το Δημόσιο συμφέρον και τη Δημόσια τάξη.

 

Είναι ακριβώς γι' αυτούς τούς λόγους που οι εναγόμενοι αξιούν εξ' ανταπαιτήσεως από τον εναγόμενο αποζημιώσεις για δόλο και/η ψευδείς παραστάσεις θεμελιώνοντας έτσι το δικαίωμα προσεπίκλησης τον ως εξ' ανταπαιτήσεως τρίτον. Οι εργασίες που ισχυρίζονται ότι μετέφεραν στους εναγομένους δεν εμπίπτουν στην έννοια των εργασιών διαμεσολάβησης όπως προνοείται από τη σχετική νομοθεσία και ότι αποτελούν αυθύπαρκτη και/η μεμονωμένη παροχή υπηρεσιών, που μάλιστα έγινε ιδιαίτερη προφορική συμφωνία απορρίπτεται.  Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι η σχετική νομοθεσία καλύπτει αυτές τις εργασίες εάν και εφ' όσον αυτές παραχωρούνται κατά νόμιμο τρόπο.

 

Επειδή οι συμφωνίες ήταν από την αρχή άκυρες και συγκρουόμενες με το  νόμο και δημόσια τάξη η μετέπειτα πράξη ημερομηνίας 7.7.2005 ήταν άκυρη.

 

Ανταπαιτούν την επιστροφή των ήδη καταβληθέντων ποσών ύψους €240.000 ευρώ.

 

Επίσης ανταπαντούν το ποσό  των €240.000 έναντι του Γιώργου Φωτίου στην περίπτωση που κληθούν να πληρώσουν τους ενάγοντες εξαιτίας αμέλειας του και ψευδών παραστάσεων.

 

Οι εναγόμενοι εγείρουν αξίωση ανταπαιτητικά εναντίον τρίτου προσώπου, ήτοι του κ. Γιώργου Φωτίου για το ποσό των €240,838.00.- και/η για οποιοδήποτε άλλο ποσό κληθούν να καταβάλουν προς τους ενάγοντες πλέον τόκους, έξοδα και Φ.Π.Α λόγω τον ότι δόλια και/η με ψευδείς παραστάσεις και/η λόγω αμέλειας και/η παράβασης καθήκοντος ενήργησε ως ακολούθως:

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΔΟΛΟΥ ΚΑΙ/Η ΨΕΥΔΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΩΤΙΟΥ:

 

Ενώ εγνώριζε και/η όφειλε να γνωρίζει ότι τα δύο ομαδικά συμβόλαια ούτε εισήχθηκαν και/η ούτε προτάθηκαν και/η ουδέποτε διαμεσολάβησαν γι' αυτά οι ενάγοντες, εντούτοις εξουσιοδότησε ή ενέκρινε την πληρωμή προμηθειών σε αυτούς με αποτέλεσμα οι εναγόμενοι ως χρεώστες να καταβάλουν το ποσό των €240,838.00.- στους ενάγοντες.

 

Ενώ γνώριζε και/η όφειλε να γνωρίζει ότι τα δύο ομαδικά συμβόλαια ασφάλισης προτάθηκαν και/η εισήχθηκαν από τους ιδίους τους ενδιαφερόμενους υπαλλήλους και κανένα συνεπώς δικαίωμα σε προμήθεια δεν είχαν οι ενάγοντες, κατέβαλε σε αυτούς προμήθειες.

 

Ενώ γνώριζε και/η όφειλε να γνωρίζει ότι οι ενάγοντες δεν κατείχαν πιστοποιητικό εγγραφής και/η δεν προσκόμισαν αυτό ως η υποχρέωση τους δυνάμει τον σχετικού νόμου, εντούτοις κατέβαλε σε αυτούς ποσά προμηθειών και/η εξουσιοδότησε την πληρωμή τούς, ενώ γνώριζε ότι αυτό ήταν παράνομο.

 

Με σκοπό την καταβολή προμηθειών στους ενάγοντες δολίως και/η σκοπίμως συνήψε συμφωνίες μαζί τους, δεσμεύοντας τις εναγόμενες χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε βάση για καταβολή προμηθειών.

 

Ο εξ' ανταπαιτήσεως εναγόμενος παράνομα συνεργάστηκε με τους ενάγοντες για επίτευξη τον στόχου είσπραξης προμηθειών από τους ενάγοντες.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΜΕΛΕΙΑΣ ΚΑΙ/Η ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΩΤΙΟΥ:

           

Ενώ εγνώριζε και/η όφειλε να γνωρίζει ότι οι ενάγοντες δεν ήσαν εγγεγραμμένοι στο τηρούμενο από τον Έφορο Ασφαλειών μητρώο συνήψε συμφωνία μαζί τους.

 

Ενώ οι ενάγοντες δήλωναν ότι είναι εγγεγραμμένοι στο υπό του Νόμου απαιτούμενο μητρώο δεν ζήτησε καθηκόντως και/η ως όφειλε να πράξει το πιστοποιητικό εγγραφής τους για να διασφαλίσει την χρησιμοποίηση νόμιμων πρακτόρων ή διαμεσολαβητών, και/η δεν απαίτησε την προσκόμιση τον μετά την αποστολή από τους εναγομένους των υπό τον νόμου προβλεπόμενων ειδοποιήσεων.

 

Ενώ γνώριζε και/η όφειλε να γνωρίζει ότι οι ενάγοντες δεν ήσαν εγγεγραμμένοι και/η δεν κατέστησαν εαυτούς εγγεγραμμένους προχώρησε σε σύμβαση μαζί τούς καθιστώντας τους εναγομένους ποινικά αδικοπραγήσαντες.

 

Ενώ εκ της θέσεως του είχε καθήκον να προστατεύσει τα συμφέροντα των εναγομένων έπραξε ότι ήτο δυνατό να καταστρατηγηθούν τα καλώς νοούμενα συμφέροντα αυτών.

 

Γενικώς ενήργησε επιπλέον τόσο αμελώς με αποτέλεσμα οι πράξεις και ενέργειες του να πλήξουν οικονομικά τούς εναγομένους.

 

Με την δικογραφημένη υπεράσπιση του ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος αρνείται ότι οι εναγόμενοι έχουν δικαίωμα σε αποζημίωση διότι οι επίδικες συμφωνίες δεν δύναται να διαβασθούν αποσπασματικά. Αγνοούσε κατά την έναρξη συνεργασίας των διαδίκων ότι οι Ενάγοντες δεν ήταν εγγεγραμμένοι αφού υπεύθυνοι για την συνεργασία ήταν άλλα πρόσωπα εκ μέρους των Εναγόμενων. Αρνείται ότι παρέστησε κάποιο γεγονός με δόλο και μόλις έγινε αντιληπτό ότι ασκούσαν υπηρεσίες διαμεσολάβησης εκτός του πλαισίου του νόμου ενήργησε άμεσα διακόπτοντας την συνεργασία προς αποφυγή προβλημάτων. Eίχαν διαφορές και ήταν στο Δικαστήριο. Ενημερώθηκε ότι ήταν διαμεσολαβητής της FBME όταν είχε συνεργασία με ασφαλιστική εταιρεία την Κόσμος και δεν επιθυμούσαν σχέση μαζί του. Είχε πιστέψει ότι ο Μ.Ε.1 επιδρούσε  θετικά για να εξασφαλίσει το συμβόλαιο. Στην συνέχεια έδωσε οδηγίες στον Νικόλα Λάμπρου να μην εξουσιοδοτήσει οποιαδήποτε πληρωμή και να μην πει τίποτε στον ΜΕ1 για να μην κινδυνεύσει  η συνεργασία τους με την FBME . Ενημέρωσε τον οικονομικό διευθυντή Γιάννο Παλάζη και αποφάσισαν να μην καταβάλουν άλλες προμήθειες στην ενάγουσα. Στην συνέχεια ενημέρωσε τον ΜΕ1 ο οποίος δεν είχε καμία εξήγηση για τα όσα τους είπαν τα δύο στελέχη της FBME. Του ζήτησε να προσκομίσει επιστολή από την FBME ότι την εκπροσωπούσε σε σχέση με τα δύο συμβόλαια.  Μέχρι που αποχώρησε από τις εναγόμενες το 2013 δεν του προσκόμισε τέτοια επιστολή. Ζήτησε και τον φάκελο της ενάγουσας και διαπίστωσε ότι δεν είχε εκδοθεί πιστοποιητικό για την διαδικασία εγγραφής της ενάγουσας στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων για λογαριασμό των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών . Η ενάγουσα δεν προσκόμισε τα απαραίτητα έγγραφα στις εναγόμενες για να τα προωθήσουν στον Έφορο Ασφαλίσεων. Ούτε και η ενάγουσα προώθησε την αίτηση της στον Έφορο Ασφαλίσεων για να επιτύχει η εγγραφή της.  Τα πιο πάνω διέφυγαν της προσοχής του αρμόδιου διευθυντή και του προσωπικού του τμήματος των εναγόμενων εξαιτίας όγκου εργασίας κατά τα έτη 2004-2005 που θεσπίσθηκε εναρμονιστική νομοθεσία. Έπρεπε να φροντίσουν την εγγραφή όλων των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών των εναγόμενων. Τέλος 2004 τέθηκαν οι διατάξεις του νέου νόμου του περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και άλλων συναφών θεμάτων Νόμου 35(1)/2002. Έπρεπε εκ νέου να υποβληθούν εγγραφές για διαμεσολαβητές ασφαλιστικών εταιρειών και καταργούσαν προγενέστερες εγγραφές. Η ενάγουσα δεν είχε εγγραφή να εξασκεί διαμεσολάβηση εκ μέρους των εναγόμενων.

 

Για το ζήτημα προσπάθησε να λάβει εξηγήσεις από τον Χρίστο Πατσαλίδη χωρίς αποτέλεσμα. Μέλημα του ήταν να συνεχίσουν τα δύο ασφαλιστήρια με την FBME. Έτσι έγινε και  τα δύο ασφαλιστήρια έμειναν σε ισχύ μέχρι  την αποχώρηση του το 2013 και εξυπηρετούνταν από στελέχη και προσωπικό των εναγόμενων.

 

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

Κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας τα μέρη είχαν προβεί στα ακόλουθα παραδεκτά γεγονότα:

 

O Solomon Ammar είναι o Διευθυντής της Ενάγουσας εταιρείας στην αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο. Η ενάγουσα εταιρεία είναι Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης Εγγεγραμμένης σύμφωνα με τον Νόμο υπό την επωνυμία PROLIFIC INSURANCE CONSLTANTS LTD και κατά πάντα ουσιώδη χρόνο διατηρούσαν ασφαλιστικό γραφείο. Σήμερα η εν λόγω εταιρεία έχει μετονομαστεί σε Α.Α Prolific & Gold Ltd.

 

Οι εναγόμενες εταιρείες αποτελούν επίσης Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης εγγεγραμμένες σύμφωνα με τον Νόμο υπό την επωνυμία ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ και ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ και ασκούν ασφαλιστικές εργασίες, σύμφωνα με τους Περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμου, η μεν πρώτη στον Γενικό Κλάδο των ασφαλίσεων και η δεύτερη στον Κλάδο ζωής. Τα δύο ομαδικά συμβόλαια αφορούσαν ασφάλεια ζωής και ασφάλεια υγείας των υπαλλήλων της FBME Bank η οποία δραστηριοποιούταν στην Κύπρο μέχρι και το 2017 και στη συνέχεια συνέχιζε να έχει υπαλληλικό προσωπικό για το οποίο συνέχιζε να καταβάλλει ασφάλιστρα μέχρι το 2021.

 

Στις 14/01/2005 η ενάγουσα εταιρεία Prolific σύναψε γραπτή συμφωνία με τους εναγόμενους με την οποία διορίστηκε ως ασφαλιστική πράκτορας και διαμεσολαβητής των εναγόμενων εταιρειών. Η νομική ισχύς, η ερμηνεία της και τα  νομικά αποτελέσματα παραμένουν διαφιλονικούμενα.

 

Στις 07/07/2005, και σε συνέχεια της πρώτης συμφωνίας (14/01/2005), υπογράφτηκε μεταξύ της Ενάγουσας εταιρείας και των Εναγομένων εταιρειών επιπρόσθετη συμφωνία. Την συγκεκριμένη συμφωνία υπογράφουν ο κ. Solomon Ammar εκ μέρους της ενάγουσας και οι κ.κ. Χρίστος Πατσαλίδης και Γιώργος Φωτίου εκ μέρους των Εναγομένων 1 και 2. H νομική ισχύς, η ερμηνεία της και τα νομικά αποτελέσματα της είναι επίδικα ζητήματα μεταξύ των διαδίκων και η σχέση της με  την πρώτη συμφωνία παραμένει το ίδιο.

 

Στη βάση της συνεργασίας των μερών και των πιο πάνω συμφωνιών έγιναν οι εξής πληρωμές για τα ομαδικά συμβόλαια της FBME προς την Ενάγουσα για:

 

i.       14,595.60 κυπριακές λίρες που ανέρχεται στα 24,812.52 ευρώ για το έτος το 2006. Σχετική βεβαίωση ημερομηνίας 23/3/2007 ως Τεκμήριο.... .

ii.     Το 2007 πλήρωσαν την ενάγουσα το ποσό των 17,583.25 λιρών Κύπρου που αντίστοιχή σε 29,912.52 ευρώ

iii.    Το 2008 πλήρωσαν την ενάγουσα το συνολικό ποσό των 54,988.92 ευρώ

iv.    Το 2009 πλήρωσαν την ενάγουσα το συνολικό ποσό των 70,731.42 ευρώ

v.      Το 2010 πλήρωσαν την ενάγουσα το συνολικό ποσό των 54,541.21 ευρώ.

vi.    Το 2011 πλήρωσαν την ενάγουσα μόνο το πόσο των 38 ευρώ.

 

Στη βάση της συνεργασίας των μερών και των πιο πάνω συμφωνιών έγιναν οι εξής πληρωμές από την FBME προς τις Εναγόμενες 1 και 2 για:

 

Α/Α                 Χρονικές Περιόδους                      Ποσό σε ευρώ

 

 1.                    08/03/2011-20/12/2011       €573.236,43

 2.                    02/02/2012-28/11/2012       €618.895,17

 3.                    08/03/2011-20/12/2011       €573.054,77

 4.                    08/03/2011-20/12/2011       €229.758,03

 5.                    08/03/2011-20/12/2011       €816,040,44

 6.                    08/03/2011-20/12/2011       €65.865,81

 7.                    08/03/2011-20/12/2011       €117.786,00

 8.                    08/03/2011-20/12/2011       €110.659,84

 9.                    01/02/2011-28/02/2020       €110.853,45

10.                   01/02/2020-01/02/2021       €82.263,82

 

Σύνολο πληρωτέων ασφαλίστρων                   €3.305.413,76

 

Οι πιο πάνω βεβαιώσεις της παραγράφους 5 φέρουν την υπογραφή του οικονομικού διευθυντή της εναγόμενης 1 κ. Γιάννη Παλάζη.

 

Οι εναγόμενες εταιρείες συνέχισαν να παρέχουν ασφαλιστικές υπηρεσίες στους υπαλλήλους της FBME Bank Ltd μέχρι και το 2021.

 

Τα μέρη αντάλλαξαν σχετική επιστολογραφία με τις θέσεις και αξιώσεις τους και συγκεκριμένα:

 

i.      H ενάγουσα απέστειλε επιστολή δια μέσω δικηγόρου της με επιστολή ημερ. 20.03.2013.

ii.    Οι εναγόμενες απάντησαν στην εν λόγω επιστολή δια μέσω δικηγόρου τους με επιστολή ημερ. 27/3/2013.

iii         H ενάγουσα απάντησε εκ νέου δια μέσω νέου δικηγόρου με επιστολή ημερ. 30/05/2013.

 

Ο Μ.Ε.1  Solomon Ammar  διευθυντής της ενάγουσας ανέφερε ότι την 14.1.2005 υπεγράφησαν εκ μέρους της ενάγουσας δύο γραπτές συμφωνίες όπως αυτή διορισθεί ασφαλιστικός διαμεσολαβητής  των εναγόμενων. Οι αρχικές συμφωνίες ήταν τυποποιημένες και ήταν δύο συμφωνίες. Στην ουσία η ενάγουσα δεν ήταν διαμεσολαβητής και η ενάγουσα δραστηριοποιείτο σε μεγάλα εταιρικά συμβόλαια ομαδικής φύσεως και πριν από κάθε συμβόλαιο συμφωνούσαν προμήθειες και υπέγραφαν νέα συμφωνία. Δεν παρείχε υπηρεσίες που ορίζονται ως υπηρεσίες διαμεσολάβησης. Ήταν εγγεγραμμένη στον Έφορο ασφαλίσεων ως ασφαλιστική πράκτορας και εγγεγραμμένη ως συνεργαζόμενη με τις εναγόμενες και άλλες ασφαλιστικές εταιρείες.

 

Εκείνο το χρονικό διάστημα, δηλαδή τον Ιανουάριο του 2005, η Prolific συνεργαζόταν με την τράπεζα FBME Bank Ltd («η FBME»). Για τον λόγο αυτό, ο ΜΕ1 εισηγήθηκε στην FBME όπως μεταφέρει στις Εναγόμενες τα ομαδικά ασφαλιστικά της συμβόλαια ζωής και υγείας τα οποία τότε ήταν σε άλλη ασφαλιστική εταιρεία. Μαζί με τις Αρχικές Συμφωνίες, η Prolific και οι αντιπρόσωποι των Εναγομένων, προχωρήσαν σε προφορική συμφωνία με την οποία:

 

Δεσμεύτηκε η Prolίfιc να εισηγηθεί και να πείσει την FMBE να μεταφέρει τα ομαδικά της συμβόλαια στις Εναγόμενες και δεσμεύτηκαν οι Εναγόμενοι να ξεκινήσουν να την πληρώνουν προμήθειες με την έναρξη πληρωμών ασφαλίστρων από την FBME προς τις ίδιες. Οι προμήθειες που θα δικαιούτο η Prolific ήταν αυτές που προνοούνταν στις Αρχικές Συμφωνίες.

 

Το ένα ασφαλιστικό συμβόλαιο αφορούσε ομαδική ασφάλιση 200 ατόμων στον κλάδο ζωής και το άλλο αφορούσε ομαδική ασφάλιση 200 ατόμων που κάλυπτε εργαζόμενους στον κλάδο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Τα ασφαλιστικά συμβόλαια της  FBME  ήταν σε άλλη ασφαλιστική εταιρεία προηγουμένως με την οποία συνεργαζόταν η ενάγουσα ως ασφαλιστικός πράκτορας και στην οποία εργαζόταν ο  Χρίστος Πατσαλίδης που έγινε διευθυντής στον κλάδο ζωής και υγείας των εναγόμενων. Τον προσέγγισε να παρέμβει για την μεταφορά των συμβολαίων. Συμφώνησαν ότι οι εναγόμενες θα εξυπηρετούσαν απευθείας τους ασφαλισμένους πελάτες και η ενάγουσα θα πληρωνόταν συγκεκριμένη προμήθεια. Η ενάγουσα ήταν η εταιρεία που βρήκε τον πελάτη. Στην περίπτωση που ακυρωνόταν οι αρχικές συμφωνίες οι εναγόμενοι είχαν υποχρέωση να καταβάλουν στην ενάγουσα τα ποσοστά προμήθειας. Ζήτησε αυτό που συμφωνήθηκε να γίνει γραπτώς και αυτό έγινε με την συμφωνία κείμενο ημερομηνίας 7.7.2005. Υπέγραψε την συμφωνία εκ μέρους της ενάγουσας και ο Χρίστος Πατσαλίδης εκ μέρους της εναγόμενης.

 

H δεύτερη συμφωνία προνοούσε μεταξύ άλλων ότι:

 

Η Prolific θα εδικαιούτο, επί όλων των ομαδικών συμβολαίων που Θα εξασφαλίζονταν μέσω της και συγκεκριμένα των συμβολαίων που αφορούσαν την FBME, να συνεχίσει να εισπράττει από τις Εναγόμενες τις προμήθειες που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των μερών, για όσο χρονικό διάστημα τα συμβόλαια αυτά Θα παρέμεναν στις Εναγόμενες και οι προμήθειες Θα ακολουθούσαν τα ποσοστά που είχαν επισυναφθεί ως Παραρτήματα στις Αρχικές Συμφωνίες αλλά, ανεξαρτήτως του γεγονότος αν οι Αρχικές Συμφωνίες θα ακυρώνονταν (cancelled) και/ή αν το ομαδικό συμβόλαιο ακυρωθεί και στη συνέχεια επανεκδοθεί από τις Εναγόμενες εντός 12 μηνών, η Prolific Θα συνέχιζε να δικαιούται και οι εναγόμενες θα είχαν υποχρέωση να την πληρώνουν τις προμήθειες.

 

Τέλος, από την συμφωνηθείσα προμήθεια Θα αφαιρείτο ποσό 20% της προμήθειας, ως αμοιβή προς τις Εναγόμενες λόγω της άμεσης παροχής ασφαλιστικών υπηρεσιών που Θα διενεργούσαν οι ίδιες (fee for servicing the business directly).

 

Δεν είχε επαφή με τον πελάτη σε ζητήματα εκτέλεσης των συμφωνιών ασφάλισης και η επικοινωνία γινόταν απευθείας από τους εναγόμενους με τον πελάτη. Με τη δεύτερη συμφωνία ξεκαθαριζόταν ότι η συμβολή της ενάγουσας δεν ήταν αυτή του διαμεσολαβητή και γι’ αυτό έγινε μείωση κατά 20% της αμοιβής των εναγόντων.

 

Είχε άψογες σχέσεις με ένα από τους ιδιοκτήτες της  FBME  και τον εμπιστευόταν για την πείρα του στην Κυπριακή αγορά. Με την υπογραφή της δεύτερης συμφωνίας συνέχισαν να πληρώνουν την ενάγουσα.

 

Συγκεκριμένα πλήρωσαν στην Prolific τα ακόλουθα:

 

i.       Για το έτος 2006: 14,595.60 κυπριακές λίρες που αντιστοιχεί σε €24,812.52.

ii.      Για το έτος 2007: 17,583.25 κυπριακές λίρες που αντίστοιχή σε €29,912.52.

iii.     Για το έτος 2008: των €54,988.92.

iv.     Για το έτος 2009: €70,731.42.

ν.    Για το έτος 2010: €54,541.21.

vi.   Για το έτος 2011: €38.

 

Όλες οι βεβαιώσεις φέρουν την υπογραφή του οικονομικού διευθυντή Γιάννη Παλάζη και έκανε τις πληρωμές με βάση την δεύτερη συμφωνία. Σε κάποιες περιπτώσεις οι πληρωμές γίνονταν απευθείας στον μάρτυρα.

 

Με βάση τα συμφωνηθέντα, οι προμήθειες και/ή οι αμοιβές που θα δικαιούτο ετησίως η ενάγουσα εταιρεία θα ανερχόταν σε μέσον όρο ποσοστό 23% επί του ύψους των ετησίων ασφαλίστρων. Οι αμοιβές και/ή προμήθειες της ενάγουσας εταιρείας για τα ανωτέρω δύο ομαδικά συμβόλαια ήταν μειωμένες κατά 20% και θα μειώνονταν περαιτέρω αναλόγως της μείωσης των ασφαλίστρων τους.  Είναι δύσκολο να εξηγηθεί με ακρίβεια το ποσοστό επειδή το κάθε είδος ασφάλισης είχε διαφορετικά ποσοστά. H ασφάλεια ζωής, η ασφάλεια υγείας, η ασφάλεια για ατυχήματα κτλ. είχαν η κάθε μια το δικό τους ποσοστό. Το πως υπολόγιζαν το ακριβές ποσό κάθε χρόνο ήταν μετά από συνάντηση που είχε με υπαλλήλους των εναγομένων οι οποίοι του έδιναν αναλυτικά τα στοιχεία των πληρωμών που έκανε o πελάτης για κάθε είδος ασφάλειας και από εκεί υπολόγίζαν τα ποσοστά και μετά το συνολικό ποσό. Μαζί με τον τερματισμό των πληρωμών προς την Prolific οι εναγόμενες σταμάτησαν να δίνουν τις απαραίτητες λεπτομέρειες και στοιχεία για τις εισπράξεις τους από την FBME για να μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια το ποσό που θα δικαιούτο n Prolific.

 

Τα ομαδικά συμβόλαια της  FBME  εξακολουθούν να είναι σε ισχύ μέχρι και το 2021. Η ενάγουσα έχασε γύρω στο ποσό των €240.000 για τα ποσά που θα έπρεπε να της πληρωθεί για τα έτη 2014-2018.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι η συμφωνία έγινε γύρω στο 2004‑2005 και ήταν διευθυντής της εταιρείας το 2005. Δεν θυμάται ποιοι ήταν οι ελεγκτές της εταιρείας για την περίοδο 2005‑2012.  Οι μέτοχοι της εταιρείας ήταν διαφορετικοί κατά τη διάρκεια των ετών  και η εταιρεία δημιουργήθηκε το 1998‑1999. Οι μέτοχοι ήταν μια ντόπια εταιρεία που κατείχε τις μετοχές και τότε σύμφωνα με τον Κυπριακό Νόμο δεν ήταν υπόχρεοι να κατονομάσουν ποιος ήταν ο τελικός δικαιούχος. Τότε οι τελικοί δικαιούχοι ήταν η Αλίκη Αμούρ και ο μάρτυρας. Η εταιρεία εργαζόταν από το 1999 μέχρι το 2019 και η εταιρεία αποφάσισε να σταματήσει τις ασφαλιστικές τις εργασίες. Ο ίδιος εργαζόταν στη βιομηχανία ασφάλισης από το 1981, υπέγραψε πολλά συμβόλαια με πολλές ασφαλιστικές εταιρείες αλλά δεν είναι δικηγόρος. Οι συμφωνίες είναι τυποποιημένες και εγκρίνονται από τον προϊστάμενο ασφαλειών για να μην υπάρχει απόκλιση στους όρους και/ή προϋποθέσεις μεταξύ διάφορων ασφαλιστικών εταιρειών, αλλάζουν μόνο οι προμήθειες.

 

Οι πελάτες τους ήταν μεγάλοι εταιρικοί πελάτες, δεν έκαναν λιανική ασφάλιση, ήταν γνωστοί στην αγορά ότι είχαν ομαδικές ασφάλειες, ομαδικές ασφάλειες ιατρικής περίθαλψης.  Ήταν από τους πρώτους ασφαλιστές/πράκτορες στην Κύπρο και διασφάλιζαν μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες. Τους παρείχαν ασφάλεια, επαγγελματική αποζημίωση στους διευθυντές και τους παρείχαν μέχρι και 50 εκατομμύρια ασφαλιστική κάλυψη. Δεν έβγαιναν έξω να πουλήσουν ασφάλειες για να παίρνουν ασφάλιστρα. Η εργασία τους ήταν εξειδικευμένη. Πολλές ασφαλιστικές εταιρείες του τηλεφωνούσαν προσωπικά και του έλεγαν γιατί να μην τους παρουσιάσει συγκεκριμένη επιχείρηση ή ένα μεγάλο συμβόλαιο. Ήταν υπεύθυνος για να βρει πελάτες. Οι πελάτες πλήρωναν τον πράκτορα και ο πράκτορας πλήρωνε την ασφαλιστική εταιρεία. Ένα συμβόλαιο από μόνο του μπορεί να άξιζε και μισό εκατομμύριο λίρες. Η Ενάγουσα δεν ήταν υπεύθυνη να παραλάβει τα ασφάλιστρα, η συμφωνία ήταν ότι ο πελάτης έπρεπε να πληρώσει την ασφαλιστική εταιρεία απευθείας. Όταν είχαν ασφάλεια ζωής επί παραδείγματι, συλλογική, το ασφάλιστρο ήταν ευθύνη του πελάτη και έτσι επέμεναν με τις ασφαλιστικές εταιρείες που εργάζονταν να χρεώνεται ο πελάτης να πληρώνονται από τον πελάτη. Μόλις παραλάμβαναν οι ασφάλειες την πληρωμή θα λάμβανε η Ενάγουσα εταιρεία την προμήθεια. Τις περισσότερες φορές μιλούσαν απευθείας με τον Γενικό Διευθυντή και θα του έστελναν απόδειξη προσωπική της πληρωμής. Η εταιρεία έχει εγγραφεί το 1999. Για να πάρουν άδεια από τον Έφορο Ασφαλειών έπρεπε να στείλουν σχετικά έγγραφα για τους διευθυντές της εταιρείας και τους γραμματείς. Μόλις εκδοθεί η άδεια μπορούν να εργαστούν στους τομείς που είχαν κάνει αίτηση, έτσι η Ενάγουσα εταιρεία είχε συμφωνία από το 1999, με τη Μanulife και την Πανευρωπαϊκή. Εργάστηκαν με πολλές ασφαλιστικές εταιρείες και δεν φάνηκε να υπάρχει πρόβλημα.

 

Η σχέση της FBME προς την Εθνική δεν ήταν σχέση διαμεσολαβητή. Ανέφερε ότι δεν είναι δικηγόρος και ότι απεχθάνεται να διαβάζει συμβόλαια και ότι πιστεύει ότι η βιομηχανία των ασφαλειών δεν πληρώνει ΦΠΑ. Οποιεσδήποτε προμήθειες πληρώνονταν σε πράκτορες από εταιρείες ήταν απαλλαγμένες από ΦΠΑ. Οι ασφαλιστικές εταιρείες έδιναν χρήματα στους ασφαλιστές για διάφορες εργασίες και τα ονόμαζαν προμήθεια. Στην υποβολή για τις υπηρεσίες που πρόσφερε αν ενέπιπταν εντός των εργασιών διαμεσολάβησης που εξαιρούνται του ΦΠΑ απάντησε ότι διαφωνεί έντονα.  Όλα είχαν συμφωνηθεί με τους διευθυντές της Εθνικής και τους πληρώθηκαν υπό μoρφή προμήθειας. H Eνάγουσα ήταν γραμμένη στον φόρο εισοδήματος.  Αναγνώρισε την υπογραφή του στα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β). Δεν είναι απαραίτητο να είχε  διαβάσει  τα συμβόλαια πριν να τα υπογράψει επειδή τα συμβόλαια ήταν τυποποιημένα και έτσι δεν χρειάστηκε να τα διαβάσει. Υπήρξε προφορική συμφωνία που έγινε μέρος του συμβολαίου υπό μορφή μίας επιστολής που υπογράφτηκε από τον κύριο Φωτίου και τον Χρήστο Πατσαλίδη. Το Τεκμήριο 2 ήταν συμπληρωματική συμφωνία και είναι βάση αυτής που τους είχαν πληρώσει προμήθειες για τα έτη 2005‑2010. Σε όλο αυτό το διάστημα ποτέ δεν ήρθε η Εθνική να τους πει ότι πρέπει να εργάζονται με τον τρόπο τον συγκεκριμένο ή να πληρώσουν ΦΠΑ. Χρησιμοποίησαν ως δικαιολογία να μην τους πληρώνουν ότι δεν εντάσσονταν οι υπηρεσίες  που παρείχαν σε υπηρεσίες διαμεσολαβητή ενώ  τα συμβόλαια της FBME ομαδικά μεταφέρθηκαν στην Εθνική Ασφαλιστική. Κάποια στιγμή το 2005 ήταν τότε που ξεκίνησε να λαμβάνουν προμήθειες εισοδήματος από την Εθνική. Παρέπεμψε στην παράγραφο 16 του Τεκμηρίου 14. Τα τυποποιημένα συμβόλαια Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) υπογράφτηκαν ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν στον έφορο. Τα ποσά των προμηθειών ήταν λιγότερα και μετά αυξήθηκαν. Οι ασφαλιστικές εταιρείες προσπαθούν να κλέψουν μεγάλα συμβόλαια από τους πράκτορές τους, αυτός είναι ο λόγος που υπέγραψαν το Τεκμήριο 2. Υπογράψαν το Τεκμήριο 2, διότι πίστευαν ότι κάποια στιγμή θα ερχόντουσαν και θα σταματούσαν την πληρωμή των προμηθειών. Επέμενε αυτή η συνεννόηση να γίνει γραπτώς επειδή πάντα είχε υποψίες για τα συμβόλαια ασφαλιστικών εταιρειών και ήθελε να προστατεύσει την Ενάγουσα. Μετακίνησε μόνο έναν μικρό αριθμό από τους πελάτες τους τα πρώτα χρόνια. Πήγαν στην FBME τα πρώτα 3 χρόνια και ήταν πιο χαμηλή η προμήθεια και τα επόμενα χρόνια τριπλασιάστηκε και του έδωσαν και άλλη εργασία. Είχε πολύ καλή σχέση με τον εκτελεστικό διευθυντή τον Γιάννη Παλαζή και τον Χρήστο Πατσαλίδη. Ακόμα και με τον κύριο Φωτίου πήγαιναν για γεύματα στο εστιατόριο πάνω από την Τράπεζα Κύπρου 2 φορές τον χρόνο. Το 2011 τους έδωσαν €38 για όλη την διάρκεια του χρόνου και μετά από 4 χρόνια τους μήνυσαν λόγω μη πληρωμής των προμηθειών. Σε κάποια χρονική στιγμή δεν τους έστειλαν ούτε μια επιστολή, ούτε ένα τηλεφώνημα για να προωθήσουν το θέμα. Στην υποβολή ότι είχε υποχρέωση να παρουσιάσει  τα Τεκμήρια 1 (Α) στον Έφορο Ασφαλειών απάντησε ότι συμφωνά ότι αυτή ήταν η θεωρεία, ωστόσο οι ασφαλιστικές εταιρείες στη βιασύνη τους να λάβουν καινούργια μεγάλα συμβόλαια το έκαναν για εκείνους. Είχαν παρόμοιες ασφαλιστικές συμφωνίες με άλλες ασφαλιστικές εταιρείες. Αναρωτήθηκε εάν δεν είχαν αποστείλει τις συμφωνίες στον έφορο γιατί τους πλήρωναν προμήθειες για 5 χρόνια. Έβλεπε τον Χρήστο Πατσαλίδη που έφυγε από την προηγούμενη ασφαλιστική εταιρεία που εργαζόταν ως διευθυντής ομάδας και μεταφέρθηκε στην Εθνική. Τον έβλεπε συχνά και τον ρωτούσε γιατί δεν του έφερε τη δουλειά της FBME και του έλεγε σιγά – σιγά.  Τον εμπιστευόταν ενώ τον κύριο Φωτίου δεν τον εμπιστευόταν. Η Εθνική πιστεύει ότι τον απέλυσαν και κατέθεσαν αγωγή εναντίον του, διότι πίστευαν ότι τους έκλεβε χρήματα. Στην υποβολή κατά πόσο τελικά γράφτηκαν ως διαμεσολαβητές της Εθνικής απάντησε “νομίζω πώς εσείς πρέπει να απαντήσετε αυτήν την ερώτηση”. Δεν παρέλαβε την επιστολή ημερομηνίας 27/11/2023.

 

Αναφορικά με τις προμήθειες διαβεβαίωσε ότι η Ενάγουσα εταιρεία τις έλαβε. Το ποσό της προμήθειας καθοριζόταν μετά από συνάντηση που θα είχε με υπαλλήλους των Εναγόμενων. Υπολόγιζαν το ποσοστό και το τελικό ποσό μαζί. Αν κάποιος κοιτάξει τις προμήθειες που πλήρωσε η FΒΜΕ στην  Εθνική και μετά κοιτάξει τις προμήθειες που πληρώθηκε η Ενάγουσα εταιρεία μπορεί εύκολα να εξάξει τον αριθμό και το ποσοστό των προμηθειών. Πoτέ δεν τους ανέφερε η Εθνική ότι δεν είχαν συμβόλαιο και  προμήθειες για 5 χρόνια. Δεν είχε υπόψιν του την επιστολή του δικηγόρου του, Τεκμήριο 10. Αναφορικά με τη διαδικασία και κανόνες εγγραφής πράκτορα εταιρείας ασφαλιστικής αυτό που γινόταν είναι ότι η ασφαλιστική εταιρεία τα έστελνε στον Έφορο Εταιρειών. Σε κάποια χρονική περίοδο άλλαξαν οι κανονισμοί και οι ασφαλιστικές εταιρείες υπέγραφαν τις συμφωνίες και ανέμεναν από τους πράκτορες να πάρουν τα συμβόλαια στον Έφορο Ασφαλειών. Η διαδικασία άλλαξε 2 ‑ 3 φορές κατά τη διάρκεια των 40 ετών που εργαζόταν στη βιομηχανία ασφαλειών. Η Ενάγουσα εταιρεία ήταν εγγεγραμμένη ως πράκτορας ασφαλιστικός, επειδή είχε συμβόλαια και με άλλες ασφαλιστικές εταιρείες που είχαν δώσει συμβόλαια στον Έφορο Ασφαλειών. Είχε τα προσόντα να διεξάγει αυτές τις διεργασίες. Από την προμήθεια του 23% η Εθνική θα αφαιρούσε 4,6% για την εξυπηρέτηση της εταιρείας απευθείας. Η συμφωνία υπογράφτηκε από 3 άτομα, από τον ίδιο, τον Χρήστο Πατσαλίδη και τον Γιώργο Φωτίου. Το Τεκμήριο 2 υπογράφτηκε 6 μήνες αργότερα και εν τω μεταξύ είχαν ήδη προφορικές συμφωνίες ότι εκείνοι θα έπαιρναν τα συμβόλαια στον έφορο και για αυτό τους πλήρωναν προμήθεια για 5 χρόνια. Αυτή η προμήθεια δεν ήταν διάρκειας 1 ή 2 χρόνια, αφορούσε προμήθεια εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Ως ασφαλιστικοί πράκτορες έπρεπε να δώσουν συγκεκριμένα έγγραφα στον Έφορο Ασφαλειών, δηλαδή το έγγραφο μη χρεοκοπίας και καθαρό ποινικό μητρώο. Η  Ενάγουσα εταιρεία ήταν σε θέση να δώσει όλα τα έγγραφα μη χρεοκοπίας των διευθυντών της στον Έφορο. Ο μάρτυρας είχε κηρυχθεί προσωπικά πτωχεύσας το 2011 και βγήκε από αξιωματούχος της εταιρείας αλλά αποκαταστάθηκε το 2015, όμως η προσωπική του πτώχευση δεν αφορούσε την Ενάγουσα που πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για εγγραφή. Επειδή οι Εναγόμενοι θα εκτελούσαν απευθείας τις ασφαλιστικές υπηρεσίες θα αφαιρείτο το 20% από την προμήθεια ως αποζημίωση. Δεν μπορούσε να θυμηθεί η Εθνική κατά πόσο ο δικηγόρος του ο Ιακώβου απέστειλε επιστολή ημερομηνίας 23/7/2013 στον Έφορο Ασφαλίσεων. Ο κύριος Φωτίου ήταν γνώστης των συμφωνιών Τεκμήρια 1 (Α) και 1(Β). Πριν τη συνεργασία με την Eναγόμενη Εταιρεία ο Χρίστος Πατσαλίδης είχε συνεργασία με τη Liberty και Cosmos. Είχε άψογη συνεργασία με τον κύριο Πατσαλίδη και ρώτησαν τον κύριο Πατσαλίδη αν μπορούσε να βάλει  γραπτώς επιπλέον συμφωνία με τις αρχικές που θα κάλυπτε συγκεκριμένα θέματα και εκείνος μίλησε με τον κύριο Φωτίου και υπέγραψαν το Τεκμήριο 2.

 

Η συμφωνία με την Εθνική ήταν αυταπόδεικτη, καθόριζε ξεκάθαρα τι έπρεπε να κάνουν εκείνοι και τι η Ενάγουσα. Ήταν προσωπικός φίλος ενός εκ των ιδιοκτητών της FBME, τον έβλεπε σε κοινωνικές υποχρεώσεις και ήταν και στενός φίλος με τον ανώτερο αντιπρόεδρό της που απεβίωσε το 2008. Επίσης είχε συναντήσεις με τον μεγαλύτερο αδελφό του φίλου του ιδιοκτήτη της FBME που ήταν διευθύνων σύμβουλος και είχε στενή σχέση με αυτούς τους κύριους από το 1986. Ήταν πελάτες του. Ο κύριος Φωτίου τον έπαιρνε κάποιες φορές κατά τη διάρκεια του χρόνου σε πολύ ωραίο εστιατόριο πάνω από το Αρχηγείο της Τράπεζας Κύπρου. Εκεί μιλούσαν για την εργασία και εκεί κατά τη διάρκεια των 5 ετών του έδινε τα στοιχεία. Κάποτε είχε και συναντήσεις και με τον Παλαζή και τον Πατσαλίδη. Αυτοί οι τρείς ήταν οι πιο σημαντικοί στην Εθνική εκείνο το διάστημα. Όταν σταμάτησαν να πληρώνουν την προμήθεια δεν το αιτιολόγησαν, απλά σταμάτησαν να πληρώνουν. Το Τεκμήριο 2 το ανακάλυψε όταν μετροφυλλούσε φακέλους και το ανακάλυψε το 2012 ‑ 2013 και το πήρε στον δικηγόρο.

 

Όσον αφορά την προμήθεια του ποσοστού 23% επέμενε σε αυτό το οποίο είχε αναφέρει στην παράγραφο 18 της δήλωσής του. Με αναφορά τα ποσά που πληρώθηκαν στην Εθνική από τον πελάτη και τις προμήθειες που πλήρωσε η FBME στην Εθνική προκύπτει το ποσοστό προμηθειών. Η Εθνική δεν τους είχε πει ότι δεν είχαν συμβόλαιο για προμήθειες. Η Ενάγουσα είχε όλα τα προσόντα ως εγγεγραμμένη πράκτορας ασφαλιστικός, ήταν απλά θέμα του έφορου ασφαλειών να ειδοποιηθεί. Από την προμήθεια του 23% η Εθνική θα αφαιρούσε το 4,6% ποσοστό για την εξυπηρέτηση της εταιρείας απευθείας. Η συμφωνία αυτή υπογράφτηκε από τρία άτομα τον Χρήστο Πατσαλίδη, τον Γιώργο Φωτίου και από τον ίδιο. Το Τεκμήριο 2 υπογράφτηκε στις 7/72005 ενώ το συμβόλαιο Τεκμήριο 1 (Β) υπογράφτηκε στις 14/1/2005, 6 μήνες αργότερα και είχαν εν τω μεταξύ προφορικές συμφωνίες μεταξύ τους. Αναφορικά με το Τεκμήριο 2 συναντήθηκαν όλοι και υπέγραψαν τη συμφωνία. Συντάχθηκε συμφωνία με την Εθνική και εκείνος απλά την υπέγραψε και ανέφερε στον κύριο Πατσαλίδη ότι η Εθνική θα φρόντιζε τους πελάτες.

 

Εκτός από την FBME δεν θυμάται να είχαν άλλους πελάτες με την FBME. Όσον αφορά τη διακοπή των προμηθειών κανείς δεν τους πληροφόρησε απλά σταμάτησαν να τους πληρώνουν. Είχε μιλήσει τότε με τον Οικονομικό Διευθυντή Γιάννο Παλαζή. Ο Γιώργος Φωτίου αρνήθηκε κατηγορηματικά την ύπαρξη της δεύτερης γραπτής συμφωνίας και εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι κατά το επίδικο διάστημα την είχε χάσει, διότι παρέπεσε η συμφωνία. Ο Φωτίου αρνήθηκε την ύπαρξη του Τεκμηρίου 2 όταν πήγε να τον συναντήσει. Δεν έγινε γεγονός ο Φωτίου κατά το 2011 να συμμετέχει σε συνάντηση που έγινε στις 21/4/2011 στα γραφεία της FBME μεταξύ του ίδιου και των στελεχών των Εναγομένων. Διαφώνησε με τη θέση ότι τα στελέχη της FBME τελούσαν σε άγνοια ότι ο Φωτίου και η Ενάγουσα είχαν ρόλο στην ασφάλισή τους με τις Εναγόμενες εταιρείες. Μετά από την αρχική συνάντηση με τον Φωτίου που αρνήθηκε την ύπαρξη του Τεκμηρίου 2 δεν αποδέχθηκε άλλη συνάντηση και αρνήθηκε ακόμη και να λάβει τηλεφωνήματα. Το μόνο που έγινε στη συνάντηση είναι να κάθεται πίσω από το γραφείο του και να έχει ειρωνικό χαμόγελο και να του λέει ότι αποφάσισε να σταματήσει τις πληρωμές. Πιστεύει ότι κατά το διάστημα 2005‑2011 πληρωνόταν από τις ασφαλιστικές εταιρείες με επιταγές. Κάποιες φορές οι επιταγές εκδίδονταν στο όνομά του. Η FBME ήταν πελάτης του από το 1986 και στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 τους μετέφερε στην Metropolitan. Αργότερα η Alpha που ονομάζεται Altius μετάφερε τον πελάτη από την Alpha στην Liberty Life. Είναι μόνο όταν ο Φωτίου κατάλαβε ότι δεν είχε την επιστολή Τεκμήριο 2 που σταμάτησε να πληρώνει την Ενάγουσα και αυτό διότι τα συνηθισμένα συμβόλαια ασφάλισης μπορούσαν να ακυρωθούν από την ασφαλιστική εταιρεία οποιαδήποτε στιγμή με την ακύρωση της συμφωνίας του μεσάζων πράκτορα. Οι προμήθειες που έλαβαν από την Εθνική για τα έτη 2005 ‑ 2010 ήταν πιο υψηλές από το 10% και ο μόνος λόγος που σταμάτησαν να πληρώνουν τις προμήθειες είναι, διότι κάθε χρόνο η FBME πλήρωνε την Εθνική περισσότερα χρήματα και δεν ήθελαν να πληρώσουν τις προμήθειες των Εναγόντων έτσι απλά.

 

Ο Μ.Ε.2 Κώστας Αγαθαγγέλου κατέχει τη θέση του Ανώτερου Επιθεωρητή Λογαριασμών στην Υπηρεσία Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών του Υπουργείου Οικονομικών και  κατέχει τη θέση από το 1986. Υπέγραψε την επιστολή ημερομηνίας 24/10/23, Τεκμήριο  6. Κατά τον επίδικο χρόνο η Ενάγουσα ήταν εγγεγραμμένη στο μητρώο διαμεσολαβητών που είναι στο μητρώο που προνοείται από το άρθρο 170 του Νόμου του περί Ασφαλιστικό Εταιρειών. Την περίοδο εκείνη κάθε πωλητής είχε  το δικαίωμα να επιθεωρήσει τον δημόσιο φάκελο της εταιρείας ή του διαμεσολαβητή. Για να εξασφαλιστεί τέτοια άδεια γινόταν αίτηση στην υπηρεσία τους και πλήρωνε σχετικό αντίτιμο. Σε σχέση με την Ενάγουσα από την ημερομηνία της πρώτης εγγραφής της εταιρείας μέχρι την τελική ημερομηνία διαγραφής της δεν έγινε οποιαδήποτε καταγγελία ή οποιαδήποτε έρευνα για τον φάκελο της εν λόγω εταιρείας. Δεν υπάρχει κάτι στον φάκελο της εταιρείας για διοικητική έρευνα ή κυρώσεις. Κατέθεσε το Τεκμήριο 17, επιστολή ημερομηνίας 27/11/2023 που συντάχθηκε μετά από έρευνα και έγινε διόρθωση της επιστολής ημερομηνίας 29/11. Διαπιστώθηκε μετά από δεύτερο έλεγχο ότι η Ενάγουσα είχε εγγραφεί και υπήρχε συγκεκριμένη εγγραφή για λογαριασμό των Εθνικών Εταιρειών, Εθνική Ασφαλιστική Κύπρου και Εθνική Γενικών Ασφαλειών Κύπρου. Το τυπογραφικό λάθος αφορούσε τις λέξεις «ουδέποτε εξασφάλισε εγγραφή». Οι 6 μήνες που έγινε η υπογραφή εξέπνευσαν την 1/12/2004, από τη στιγμή που η Ενάγουσα δεν άσκησε το δικαίωμά της να εγγραφεί στα νέα μητρώα δεν μπορούσε να ασκεί εργασίες διότι ο Νόμος λέγει «ουδείς δύναται να ενεργεί για θέματα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης χωρίς τη σχετική εγγραφή για συγκεκριμένη εταιρεία». Μετά την εφαρμογή της νέας Νομοθεσίας ήταν υπόχρεη η Ενάγουσα να φέρει τα απαιτούμενα έγγραφα για να ανανεώσει την εγγραφή. Δηλαδή, να υποβάλει τα έγγραφα που προνοούσε ο κανονισμός. Η υποβολή τέτοιας αίτησης κατατίθεται από τον διαμεσολαβητή. Στις 14/1/2005 είχαν παρέλθει οι 6 μήνες της προθεσμίας για εκ νέου εγγραφή, έπρεπε κάποιος που συνεργαζόταν με την Εθνική να ξαναγραφτεί. Από τη στιγμή που υποβάλλεται αίτηση δεν σημαίνει ότι ο διαμεσολαβητής έχει δικαίωμα να εξασκεί εργασίες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης. Ο Νόμος τους παρέχει περιθώρια για εξέταση της αίτησης μέχρι και 3 μήνες. Η σύμβαση διαμεσολάβησης τίθεται σε εφαρμογή και αν δεν γίνει η εγγραφή η σύμβαση δεν έχει καμιά νομική ισχύ.

 

Ο Μ.Ε.3 Χαράλαμπος Ζερβός είναι λογιστής της FBME . Κατέθεσε το τεκμήριο 19 καταστάσεις λογαριασμού με τις πληρωμές που έγιναν στην Εθνική Ασφαλιστική. Αντεξεταζόμενος εξήγησε ότι αυτές οι καταστάσεις αφορούν ταυτόχρονες καταχωρήσεις των δεδομένων από φυσικό πρόσωπο και στην συνέχεια αυτόματη ηλεκτρονική επεξεργασία των δεδομένων. Η πλειοψηφία των πληρωμών έγιναν με επιταγές και καταχωρήθηκαν στο σύστημα. Γινόταν συμψηφισμός των λογαριασμών για κάθε τράπεζα κάθε τέλος του μήνα. Τα τιμολόγια τα οποία αφορούν τα έξοδα καταστρέφονται μετά την πάροδο του χρόνου. Αναφορικά με πληρωμές travelling expenses αφορά το προσωπικό που ταξίδευε και έτσι αυτές οι χρεώσεις σταματούν το έτος 2014. Τα στοιχεία  αφορούν όλες τις  πληρωμές που έγιναν απευθείας στην Εθνική Ασφαλιστική. Η κάθε πληρωμή γινόταν έγκριση από το λογιστήριο της FBME.

 

Η πρώτη μάρτυρας για την Υπεράσπιση των Εναγομένων 1 και 2 ( M.Y.1)  ήταν η Μαρία Χριστοδουλίδου η οποία εργάζεται στην Εθνική Ασφαλιστική. Είναι λειτουργός στην εσωτερική Νομική Υπηρεσία και υπεύθυνη για την αρχειοθέτηση εγγράφων που έρχονται στη Νομική Υπηρεσία. Αναγνώρισε την επιστολή ημερομηνίας 23/7/2013 και την κατάθεσε ως τεκμήριο.  Άλλη μάρτυρας που προσήλθε είναι η Μαρία Μηνά Μ.Υ.2, η οποία επίσης εργάζεται στο Τμήμα Πωλήσεων της Εθνικής Γενικών Ασφαλειών Κύπρου για 28 χρόνια. Η Εθνική Ασφαλιστική Κύπρου Ltd είναι μητρική εταιρεία της Εθνικής Γενικών Ασφαλειών Κύπρου Ltd και εργάζεται στο Τμήμα Πωλήσεων. Μέσα στα καθήκοντά της είναι η ετοιμασία των συμβάσεων και δηλώσεων που οι εταιρείες έχουν υποχρέωση να παραδώσουν στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές για σκοπούς εγγραφής τους στο μητρώο ασφαλιστικών διαμεσολαβητών της Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών ως διαμεσολαβητές των εταιρειών. Την επίδικη περίοδο Ιανουάριο του 2005 εργαζόταν στο Τμήμα Πωλήσεων των εταιρειών υπό την επίβλεψη του Χρίστου Χριστοδούλου.  Άμεση επαφή με τους διαμεσολαβητές είχε ο Χρήστος Χριστοδούλου ως Διευθυντής Πωλήσεων και ο Γιώργος Φωτίου, τότε Γενικός Διευθυντής των εταιρειών. Στην περίπτωση της Ενάγουσας έλαβε οδηγίες από τον κύριο Φωτίου να ετοιμαστούν συμφωνίες διαμεσολάβησης μεταξύ της εταιρείας και της Ενάγουσας εταιρείας. Δεν ήταν παρούσα κατά τη διαπραγμάτευση των συμφωνιών. Ετοίμασε δύο συμφωνίες διαμεσολάβησης, μια μεταξύ της Εθνικής Γενικών Ασφαλειών Κύπρου Ltd και της Ενάγουσας εταιρείας και μια μεταξύ της Εθνικής Ασφαλιστικής Κύπρου και της Ενάγουσας εταιρείας, ήτοι τα Τεκμήρια 1 (Α) και 1(Β). Για σκοπούς υπογραφής από τον Γιώργο Φωτίου ετοίμασε και για τις δύο εταιρείες υπεύθυνη δήλωση βάσει του κανονισμού 38(δ) για εγγραφή της Ενάγουσας στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων για σκοπούς συνεργασίας με τις εταιρείες. Επίσης ετοίμασε τη βεβαίωση κατάλληλης εκπαίδευσης για θέματα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης κανονισμός 37(1)Γ. Τρίτο ετοίμασε εκ μέρους της Εναγόμενης δήλωση αναφορικά με το άρθρο 185.4 για την απόδοση ασφαλίστρων. Όλες οι δηλώσεις και βεβαιώσεις υπογράφηκαν από τον Γιώργο Φωτίου και απευθύνονταν προς τον Υπουργό Οικονομικών και πιο συγκεκριμένα προς την Υπηρεσία Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών. Οι συμφωνίες ετοιμάστηκαν εις διπλούν και τα συμβαλλόμενα μέρη θα λάμβαναν ένα πρωτότυπο αντίγραφο της σύμβασης διαμεσολάβησης και των συνοδευτικών δηλώσεων και βεβαιώσεων. Μέσα στον φάκελο που διατηρούσε το Τμήμα Πωλήσεων υπάρχει μόνο μια δέσμη πρωτοτύπων εγγράφων. Άρα σημαίνει ότι εκπρόσωπος της Ενάγουσας έλαβε ένα πρωτότυπο της σύμβασης ασφαλιστικού πράκτορα για σκοπούς εγγραφής στο μητρώο δηλώσεων  και βεβαιώσεων και πρωτότυπο σύμβασης ασφαλιστικού πράκτορα και τις απαραίτητες δηλώσεις και βεβαιώσεις για το μητρώο με την Εθνική Ασφαλιστική Κύπρου. Δεν είχε άλλη εμπλοκή στην υπόθεση. Η υπογραφή των συμβάσεων διαμεσολάβησης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αρχίσει η συνεργασία με τους διαμεσολαβητές.  Με τον τερματισμό της σύμβασης τερματίζεται και η συνεργασία. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει διαμεσολαβητής των εταιρειών ο οποίος να μην έχει υπογράψει προηγουμένως την εν λόγω σύμβαση διαμεσολάβησης με την εταιρεία. Οι όροι της συνεργασίας και η καταβολή των προμηθειών διέπονται από το περιεχόμενό της σύμβασης διαμεσολάβησης. Υπήρχε ρητός όρος συμμόρφωσης έκαστου διαμεσολαβητή με τον Νόμο και ο διαμεσολαβητής όφειλε να ενεργήσει για την εγγραφή του ως ασφαλιστικός πράκτορας ή άλλης κατηγορίας διαμεσολαβητής στα μητρώα της Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών. Έπρεπε να προσκομίσει τις συμβάσεις διαμεσολάβησης και τις σχετικές δηλώσεις και βεβαιώσεις. Το ίδιο ίσχυε και για την ανανέωση οποιασδήποτε εγγραφής στα μητρώα διαμεσολαβητών.

 

Αντεξεταζόμενη διευκρίνισε ότι για τον κάθε διαμεσολαβητή διατηρούσε φάκελο στο Τμήμα Πωλήσεων. Στον φάκελο διατηρούσε αλληλογραφία μαζί με τις συμβάσεις συνεργασίας που είχε ο συνεργάτης. Υπήρχαν μόνο οι συμβάσεις και αλληλογραφία. Επίσης μέσα στον φάκελο έρχεται η εγγραφή από τον έφορο και ενημέρωση.  Η εγγραφή ήταν στην κατοχή της γενικής διεύθυνσης που τις κοινοποιούσε τις συγκεκριμένες επιστολές και ήταν δικό της καθήκον να ενημερώσει το λογιστήριο όταν ένας διαμεσολαβητής ήταν εγγεγραμμένος κανονικά για να προχωρήσουν οι πληρωμές προς τον ίδιο. Ο έλεγχος αν ένας διαμεσολαβητής ήταν εγγεγραμμένος στο μητρώο περνούσε από την ίδια και τις γενικές διευθύνσεις.  Δεν έδινε έγκριση όμως για να προχωρήσει η πληρωμή σε όλα τα τμήματα της εταιρείας.  Όταν είχε εγγραφεί ενημέρωνε όλα τα τμήματα της εταιρείας αλλά για να πληρωθεί συνεργάτης δεν ήταν δική της αρμοδιότητα. Της ζητήθηκε να ετοιμάσει τις συμβάσεις για κάθε διαμεσολαβητή. Δεν ξέρει κατά πόσο και γιατί σταμάτησαν να πληρώνουν την Ενάγουσα το 2011. Ξέρει όμως ότι στην περίπτωση της Ενάγουσας ο Μ.Ε.1 έπρεπε να πάρει το συμβόλαιο στον έφορο για να γίνει εγγραφή. Κατά το 2011 δεν της ζήτησε κάποιος να ελέγξει τον φάκελο για να δει αν υπάρχει πιστοποιητικό εγγραφής της Ενάγουσας ούτε προγενέστερα δεν θυμάται κάτι τέτοιο. Για το θέμα της εγγραφής ήταν κοντά της το θέμα αλλά δεν είχαν οποιοδήποτε πρόβλημα για να της πει ο διευθυντής να ελέγξει τον φάκελο ή οτιδήποτε. Αν γίνονταν πληρωμές δεν μπορούσε να το γνωρίζει. Δεν γνώριζε αν γινόταν πληρωμή ούτως ώστε να σταματήσει και να τους πει να μην πληρώσουν, διότι δεν έγινε η εγγραφή. Το καθήκον της περιοριζόταν στην ετοιμασία συμβολαίων και επίσης είχε στον φάκελό της και επιστολές που έπρεπε να πάρει ο συνεργάτης στον έφορο. Τις συμφωνίες δεν τις σύνταξε, ήταν ήδη γραμμένες. Μέσα στον φάκελο της ζητήθηκε από τον κύριο Φωτίου να ετοιμάσει τις συμβάσεις μαζί με τις συνοδευτικές επιστολές οι οποίες έγιναν από την Ενάγουσα και από τη γενική διεύθυνση.  Μέσα στον φάκελο ήταν το αντίγραφο το δικό της. Το άλλο αντίγραφο μαζί με τις συνοδευτικές επιστολές θεωρεί ότι δόθηκε στον Μ.Ε.1 για να τα πάρει μαζί με τα υπόλοιπα έντυπα στην υπηρεσία του Εφόρου Ασφαλειών. Ήταν ευθύνη του ίδιου η κατάθεση των εντύπων στον έφορο και μέσα στον φάκελο υπήρχε μόνο ένα αντίγραφο της πρωτότυπης σύμβασης. Οι συμβάσεις ετοιμάστηκαν από τη Νομική υπηρεσία και της δόθηκαν για να τις δώσει στους διαμεσολαβητές. Αν υπέγραψε η Ενάγουσα ως αντιπρόσωπος εκπρόσωπος της Εθνικής στα ομαδικά συμβόλαια ασφάλισης δεν γνωρίζει, ούτε γνωρίζει κατά πόσο η ενάγουσα  παρείχε βοήθεια στην διαχείριση, στην εκτέλεση των ομαδικών συμβολαίων. Δεν γνωρίζει αν πήρε  αποζημιώσεις για να τα αποδώσει σε ασφαλιζόμενους. Δεν ξέρει τίποτε, παρά τη δική της εμπλοκή στο κομμάτι της σύμβασης. Όμως θα έπρεπε ο διαμεσολαβητής να ήταν στην υπηρεσία του έφορου, διότι εκείνοι δεν θα μπορούσαν να πληρώνουν προμήθειες σε ένα άτομο το οποίο δεν έχει εγγραφεί στον έφορο.

 

Έπαιρνε οδηγίες από τον κύριο Φωτίου, ο οποίος ήταν στην εταιρεία μέχρι το 2012‑2013. Δεν ξέρει γιατί αποχώρησε από την εταιρεία, τον απόλυσαν περισσότερα δεν ξέρει. Δεν γνωρίζει για τις συνέπειες του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγόμενης 2 κατά τις 14/11/2006 και 20/2/07. Ο κύριος Παλαιολόγου ήταν στο Διοικητικό Συμβούλιο διευθύνων σύμβουλος. Για το θέμα των μη αδειούχων διαμεσολαβητών είναι θέμα που τα χειρίζεται η γενική διεύθυνση με τους εξ Ελλάδος. Ούτε θυμάται τα έτη '06 και '07 να της ζητήθηκε να ερευνήσουν τις άδειες για την εγγραφή στο μητρώο της συγκεκριμένης εταιρείας. Δεν  της ζητήθηκε να μαζέψει συγκεκριμένους φάκελους διαμεσολαβητών και να τους πάρει στο διοικητικό συμβούλιο ή στον κύριο Φωτίου για να ελεγχθούν για το θέμα αδειών. Δεν αναγνώρισε το Τεκμήριο 2. Πρώτη φορά  το είδε. Φαίνεται να ετοιμάστηκε από τον κύριο Πατσαλίδη, διευθυντή του Κλάδου Ζωής και τον Γιώργο Φωτίου. Ο κύριος Φωτίου ήταν Γενικός Διευθυντής, ο κύριος Χριστοδούλου ήταν Διευθυντής Πωλήσεων και ο Χρήστος Πατσαλίδης ήταν διευθυντής του Κλάδου Ζωής. Το 2004 υπήρχε εγγραφή για την Ενάγουσα, μετά που αλλάχθηκε η νομοθεσία τον Δεκέμβρη του 2004 θα έπρεπε τα έντυπα, η σύμβαση με τις συμπληρωματικές επιστολές που ήδη έδωσαν και δόθηκαν στην Ενάγουσα να ξανακατατεθούν στο γραφείο του Εφόρου Ασφαλειών.

 

Αναφορικά με τον φάκελο της Ενάγουσας δεν θυμάται ποια περίοδο έδωσαν τον φάκελο στη Νομική Υπηρεσία. Επί του Τεκμηρίου 1 (Α) αναγνώρισε την υπογραφή της ως μάρτυρας. Μάλλον θα υπογράφτηκε ενώπιον της. Το ένα αντίγραφο θα το έπαιρνε η Ενάγουσα και το άλλο αντίγραφο παρέμεινε στον φάκελο. Τώρα αν είναι τη συγκεκριμένη στιγμή που ο κύριος Φωτίου της έδωσε το συμβόλαιο ή αν της το έστειλε με εσωτερική αλληλογραφία δεν μπορεί να θυμάται. Τις συμφωνίες της διαμεσολάβησης τις υπέγραφε ο Γενικός Διευθυντής και ο Διευθυντής Πωλήσεων. Υπήρχαν και φορές που έφεραν την υπογραφή μόνο του Γενικού Διευθυντή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση  δεν ξέρει γιατί δεν υπέγραψε ο Χρήστος Χριστοδούλου. Στην υποβολή ότι πάντοτε αυτές οι συμφωνίες έφεραν δύο υπογραφές απάντησε ότι υπήρχαν και περιπτώσεις που δεν ήταν δύο υπογραφές και ούτε χαρτόσημο. Όταν άλλαξε ο νέος ασφαλιστικός Νόμος έγινε εκ νέου εγγραφή όλων των διαμεσολαβητών και ετοίμασε συμφωνίες διαμεσολάβησης για όλους τους διαμεσολαβητές της εταιρείας. Στην υποβολή γιατί θυμόταν ότι είχε πάρει οδηγίες από τον κύριο Φωτίου και όχι τον Χρίστο Χριστοδούλου απάντησε ότι  εκείνος με διάφορες στρατολογήσεις της κτυπούσε το τηλέφωνο ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο  και της ανέφερε για κάποιο συνεργάτη που χρειαζόταν να του ετοιμάσει τις συμβάσεις. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση μπορούσε να θυμηθεί ότι  το χειριζόταν ο Φωτίου και ο Χρήστος Πατσαλίδης.

 

Για την Ενάγουσα ήταν υφιστάμενη συνεργάτης εγγεγραμμένη στον έφορο με το προηγούμενο καθεστώς. Μέσα στον φάκελο έκαμε έλεγχο μάλλον του χρόνου που καταχώρησαν την αγωγή. Ο έλεγχος έγινε για να επιβεβαιώσουν ότι δεν υπήρχε το άλλο αντίγραφο του συμβολαίου μες τον φάκελο που δόθηκε στον συνεργάτη. Υποθέτει ότι ο Φωτίου έδωσε τις συμβάσεις στην Ενάγουσα. Επενέβαινε ο Φωτίου και δεν άφηνε τον Διευθυντή Πωλήσεων να κάμει τη δουλειά του όπως έπρεπε. Πολλές φορές ο Φωτίου έφερνε νέους συνεργάτες και έκανε τις συναντήσεις. Δέχτηκε ότι αυτές οι συμβάσεις πάντοτε έπρεπε να φέρουν δύο υπογραφές για λογαριασμό της εταιρείας και μια από τις δύο υπογραφές ήταν του Φωτίου.

 

Στην υποβολή ότι μόνο ο Διευθυντής Πωλήσεων υπέγραφε τις συμβάσεις απάντησε ότι δεν είχε τέτοιες οδηγίες από τον Φωτίου και ούτε είδε καμία φορά τέτοια σύμβαση. Απέρριψε την υποβολή ότι εκείνη ήταν υπεύθυνη για παρακολούθηση της διαδικασίας εγγραφής των διαμεσολαβητών. Ήταν θέση της ότι για την εγγραφή των διαμεσολαβητών ευθύνη είχαν οι ίδιοι διαμεσολαβητές.

Συμφωνεί ότι ήταν υπεύθυνοι για να παρακολουθούν τη διαδικασία διορισμού των διαμεσολαβητών στον Έφορο Ασφαλίσεων.

 

Ο Μ.Υ.3 Δημοσθένης Τζιαζάς ήταν διευθυντής πωλήσεων της θυγατρικής της εναγόμενης από τον Σεπτέμβριο 2009. Είχε καθήκον την ετοιμασία και διαχείριση συμβάσεων συνεργασίας των εκάστοτε διαμεσολαβητών και την διαχείριση των ωφελημάτων τους. Επί του καιρού του εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενου διαπίστωσε ότι υπήρχαν περιπτώσεις που ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος αποφάσισε ότι οι συνεργασίες διαμεσολάβησης θα τύγχαναν χειρισμού από το ίδιο προσωπικά . Για την περίοδο 2010 μέχρι 2014 δεν είχε επαφή με τον ΜΕ1 που δεν τον γνωρίζει και ουδέποτε τον έχει συναντήσει. Ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος είναι το πρόσωπο που έδιδε οδηγίες για τον καταρτισμό συμβάσεων διαμεσολάβησης. Κατά τον χρόνο 2010 -2014 ήρθε στην αντίληψη του η διαφορά των διαδίκων και  ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος του είπε ότι χειριζόταν το θέμα προσωπικά.

 

Η συνήθης πρακτική του Τμήματος Πωλήσεων ήταν όπως ετοιμάζει τις συμβάσεις διαμεσολάβησης προς τους συνεργάτες και στη συνέχεια όπως ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για την υπογραφή τούς. H υπογραφή γινόταν πρώτα μεταξύ τον Διευθυντή Πωλήσεων και του συνεργάτη και ακολούθως τη σύμβαση υπέγραφε και o Γενικός Διευθυντής των Εταιρειών. Υπήρξαν περιπτώσεις όμως συνεργασιών με διαμεσολαβητές όπου οι συμφωνίες υπογράφηκαν αποκλειστικά από τον ίδιο τον Γενικό Διευθυντή. Στη συνέχεια οι συνεργάτες ήταν υπεύθυνοι να καταθέτουν τα σχετικά έγγραφα και τις υπεύθυνες δηλώσεις στις αρμόδιες εποπτικές αρχές για σκοπούς εγγραφής τους στα μητρώα διαμεσολαβητών.

 

Ήταν και παραμένει ρητός όρος της πρότυπης σύμβασης διαμεσολάβησης, η συμμόρφωση έκαστου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή με τον Νόμο. Συγκεκριμένα η εγγραφή του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή στα μητρώα Εφόρου Ασφαλιστικών Εργασιών, η ανανέωση της εγγραφής στα σχετικά μητρώα και η εξασφάλιση των οποιωνδήποτε απαραίτητων πιστοποιητικών είναι υποχρέωση του διαμεσολαβητή.

 

Κατά την παραλαβή των καθηκόντων του, οι μόνες συμβάσεις με συνεργάτες που βρίσκονταν σε ισχύ και συνάπτονταν από την Εταιρεία, ήταν οι συμβάσεις διαμεσολάβησης. Οι μόνες προμήθειες που καταβάλλονταν από την εταιρεία στους συνεργάτες ήταν προμήθειες διαμεσολάβησης. Δεν υπάρχει στην Εταιρεία οποιαδήποτε άλλου είδους σύμβαση συνεργασίας για σκοπούς καταβολής προμηθειών. Οποιαδήποτε διαφορετική σύμβαση για σκοπούς καταβολής προμηθειών, εκτός του ότι θα αντιστρατευόταν το Νόμο, θα αντιστρατευόταν, περαιτέρω και το δίκτυο πωλήσεων, ήτοι τους αδειούχους συνεργάτες, που επί της ουσίας αποτελούν την κυριότερη και ουσιαστικότερη πηγή εσόδων της Εταιρείας.

 

Αντεξεταζόμενος με αναφορά τα Τεκμήρια 3 ‑ 8 ανέφερε ότι πρόκειται για βεβαιώσεις προμηθειών τις οποίες η εταιρεία κάθε χρόνο εκδίδει και που εισέπραξαν οι διαμεσολαβητές και είναι έγγραφα που εκδίδονται κάθε χρόνο για όλους τους διαμεσολαβητές για σκοπούς Φόρου Εισοδήματος. Αναγνώρισε καθιερωμένη τυποποιημένη σύμβαση ασφαλιστικού πράκτορα που διατηρούσε με τους συνεργάτες διαμεσολαβητές με υπογραφή του Γιώργου Φωτίου. Αναφορικά με τα συμβόλαια της FBME δεν τα χειρίστηκε και η συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήρθε στην αντίληψή του. Ως Διευθυντής Πωλήσεων δεν ήταν αρμοδιότητά του να ψάχνει μεμονωμένους πελάτες για το τι ποσά ασφαλίστρων έχουν φέρει στην εταιρεία, όμως συμφώνησε ότι ήταν υπεύθυνος να εγκρίνει ή να ελέγξει τα ωφελήματα των διαμεσολαβητών. Σε σχέση με την πληρωμή του 2009 για €70.000 στην Ενάγουσα δεν είδε και ποτέ δεν υπέγραψε. Δεν ασχολήθηκε με την Ενάγουσα. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση  συζητώντας με τον κύριο Φωτίου του είπε να μην ασχοληθεί ως δική του προσωπική υπόθεση που τη χειρίζεται. Ποτέ δεν πέρασαν από τη διαχείριση των προμηθειών τα συγκεκριμένα ποσά στη δήλωση από τη διεύθυνση πωλήσεων. Το θέμα αναδύθηκε όταν η ίδια η Ενάγουσα είχε αξίωση εναντίον των εναγόμενων  και η νομική σύμβουλος τον ρώτησε για την υπόθεση και τότε έμαθε όλη την ιστορία. Αναφορικά με τους διαμεσολαβητές γενικά υπάρχει πρόνοια στον Νόμο και ελέγχουν την υποχρέωση των ασφαλιστικών πρακτόρων να διασφαλίσουν την εγγραφή τους εις τα μητρώα του Εφόρου Ασφαλίσεων. Του υποδείχθηκε το Τεκμήριο 2 και ανέφερε ότι το είδε για πρώτη φορά πρόσφατα. Στο Τεκμήριο 2 αναγνώρισε την υπογραφή του κύριου Φωτίου και του Χρίστου Πατσαλίδη, Διευθυντή Ασφάλειας Ζωής. Ούτε ήταν σε θέση να γνωρίζει εάν η Ενάγουσα εισέπραξε ασφάλιστρα εκ μέρους των Εναγομένων από τους ασφαλιζόμενους. Δεν  ξέρει εάν η Ενάγουσα υπέγραψε εκ μέρους τους οποιαδήποτε σύμβαση ασφάλισης. Επέμενε ότι δεν γνωρίζει για την υπόθεση. Όμως δεν μπορεί να δεχτεί ότι η Ενάγουσα δεν ήταν διαμεσολαβητής, διότι υπήρχε η συγκεκριμένη συμφωνία, Τεκμήρια 1Α και 1Β. Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι ο κύριος Φωτίου είχε προσωπική επαφή με τον συγκεκριμένο συνεργάτη διευκρίνισε ότι όταν κάνουν συμφωνία συζητά με τον συνεργάτη τον τρόπο με τον οποίο θα αναπτύξει τις εργασίες του, στοχοθετούν συγκεκριμένο αριθμό συμβολαίων τα οποία θα τα φέρει. Εδώ δεν έγινε κάτι τέτοιο, επειδή χειρίστηκε το θέμα προσωπικά ο κύριος Φωτίου. Στη εταιρεία τους τις συμβάσεις τις ετοιμάζει η λειτουργός της διεύθυνσης πωλήσεων με υπόδειξη του Γενικού Διευθυντή ή του Διευθυντή Πωλήσεων. Συμφώνησε ότι το Τεκμήριο 1Α υπογράφεται από τον κύριο Φωτίου. Συμφώνησε ότι δεν υπήρχε εμπόδιο τα συγκεκριμένα Τεκμήρια 1Α και 1Β να εγγραφούν ως διαμεσολαβητές. Δεν ξέρει γιατί δεν γράφτηκαν. Θεωρεί ότι οι Ενάγοντες γνώριζαν πολύ καλά ότι δεν ήταν εγγεγραμμένοι. Όταν ο Έφορος Ασφαλίσεων εκδίδει άδεια σε ασφαλιστικούς πράκτορες είναι ένα μονοσέλιδο και πάνω στην άδεια αναφέρει όλες τις ασφαλιστικές εταιρείες με τις οποίες ο συγκεκριμένος ασφαλιστικός πράκτορας συνεργάζεται. Δεν θυμάται αν υπήρχε συνεχής εγγραφή και ανανέωση της άδειάς τους, αλλά ήξεραν πάρα πολύ καλά αν ήταν γραμμένοι ή όχι με την Εθνική Ασφαλιστική.

 

Την Μαρία Μηνά την αναγνώρισε ως τη λειτουργό που ασχολείται με τις συμβάσεις. Το ζήτημα που αφορά τους Ενάγοντες το έμαθε με την καταχώρηση της αγωγής. Όταν ξεκίνησαν οι διεκδικήσεις εκ μέρους της Ενάγουσας εταιρείας ρωτήθηκε από την εσωτερική Νομική σύμβουλο αν είχε υπόψη του τη συγκεκριμένη περίπτωση. Διαφώνησε στην υποβολή ότι γνώριζε, κάτι επειδή ο κύριος Φωτίου είχε φύγει από την εταιρεία πριν από 1,5 χρόνο. Επεξήγησε ότι ο Νόμος είναι σαφής, καθορίζει ότι ο ασφαλιστικός πράκτορας έχει ευθύνη να γραφτεί στον έφορο. Αυτήν την ευθύνη την έχουν μεταφέρει ως όρο στη σύμβαση τους. Ο πράκτορας έχει την υποχρέωση να γραφτεί στον έφορο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ενάγουσα δεν είχε γραφτεί στα μητρώα τους ως διαμεσολαβητής. Υπέγραψαν μια συμφωνία και ανέλαβαν να την καταθέσουν στον έφορο για να τους εγκρίνει τη σχετική άδεια συνεργασίας. Ήταν πάγια αρχή οι διαμεσολαβητές τους να είναι εγγεγραμμένοι στον έφορο, να έχουν άδεια να μπορέσουν να εργαστούν και να τους στείλουν αντίγραφο της άδειας που παίρνουν από τον έφορο. Η οδηγία που είχε και η πρακτική που  εφάρμοζαν είναι να προχωρήσουν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση μόνο όταν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του Νόμου, δηλαδή να ελέγξουν το ποινικό μητρώο, αν έχουν πιστοποιητικό μη πτώχευσης και όλα εκείνα τα έγγραφα τα οποία καθορίζει η νομοθεσία προκειμένου να προχωρήσει η εγγραφή τους στο μητρώο.

 

Ο εξ ανταπαιτήσεως εναγόμενος ξεκίνησε την υπόθεσή του με τη μαρτυρία του Νικόλα Λάμπρου οποίος είχε εργαστεί στην Εθνική από τα έτη 2007 ‑ 2017 και γνώριζε για τα δύο ομαδικά ασφάλιστρα της FBME. Διαχειρίστηκε την ανανέωση των συμβολαίων και μέρος τη εξυπηρέτησης των συμβολαίων. Του υποδείχθηκε έγγραφο που δεν το αναγνώρισε.  Ανέφερε ότι αφορούσε περίοδο που δεν θυμάται πολλά πράγματα. Θυμάται ότι το συμβόλαιο ήταν πάνω στον Soli Amar και όταν γίνονταν οι ανανεώσεις ερχόταν ο ίδιος με τον προκάτοχο διευθυντή και ήξερε ότι ήταν του Soli Amar της FBME. Δεν είχε κάποιο λόγο να ψάξει κάτι. Ο διευθυντής του ήταν αρχικά ο Χρήστος Πατσαλίδης, συμφώνησε ότι όταν έφυγε ο Πατσαλίδης και μέχρι να αναλάβει ο μάρτυρας είχε αναλάβει ο κύριος Φωτίου τα καθήκοντα του. Δεν είχε κάποια σχέση με την έρευνα για τα δύο ασφαλιστήρια. Στις ανανεώσεις των συμβολαίων παρών ήταν ο Soli Amar.  Αναφορικά με τις απαιτήσεις αποζημιώσεις της FBME υπεύθυνη ήταν η Ζωή Μιχαηλίδου. Ανέφερε ότι μετά το 2014 ο Soli δεν ήταν υπεύθυνος για τις προμήθειες της FBME από ένα σημείο και μετά.

 

Δεύτερη μάρτυρας η Ζωή Μιχαηλίδου εργάζεται στην Εθνική Ασφαλιστική από το 1999. Διαχειρίζεται τις απαιτήσεις που υποβάλλονται στις Εναγόμενες. Επισκέφθηκε τα γραφεία της FBME μαζί με τον κύριο Λάμπρου για να συζητήσουν  κάποιες εξηγήσεις. Μέχρι το 2010 το εσωτερικό ηλεκτρονικό σύστημα των Εναγομένων έδειχνε τον Soli Amar ως διαμεσολαβητή για την FBME.. Μετά από κάποιο χρόνο έφυγε από το σύστημα ο Soli Amar. Μετά το 2011 φαίνεται η Εθνική Γενικών ως διαμεσολαβητής. Για την περίοδο 2005 ‑ 2010 ο προϊστάμενος της ήταν ο Χρήστος Πατσαλίδης.

 

Τρίτη μάρτυρας ήταν η Άντρη Καραϊσκάκη που ήταν υπάλληλος στις δύο ασφαλιστικές εταιρείες από το 1994 μέχρι το τέλος του 2024. Αναγνώρισε το Τεκμήριο 30. Για το θέμα θυμάται ότι είχε μιλήσει με το τμήμα πωλήσεων δηλαδή, με  την κυρία Μηνά, τον κύριο Λάμπρου, και τον κύριο Πατσαλίδη. Ρωτήθηκε για τις προμήθειες για τις απαιτήσεις της FBME και υπέδειξε σημείο στο Τεκμήριο 30. Συμφώνησε ότι απέρριψε το αίτημα της Ενάγουσας και του Soli Amar να καταβάλει η Eναγόμενη Εταιρεία προμήθειες. Η επιστολή ημερομηνίας 27/6/2013 προήλθε από την FBME. Συμφώνησε ότι το 2014 είχαν λάβει παράκληση από την FBME να μην έχουν καμιά σχέση με τον Solommon Amar. Όταν προέκυψε το θέμα το 2013 με τους  δικηγόρους του Solommon Amar ρώτησε το Τμήμα Πωλήσεων και η απάντηση  τους ήταν ότι εκείνοι δεν είχαν καμιά ιδέα για την υπόθεση, διότι τη χειρίστηκε ο κύριος Φωτίου προσωπικά. Το ίδιο ήταν και η θέση του λογιστηρίου, της κυρίας Σαββούλλας Χριστοδούλου. Ο μόνος που ήξερε για την υπόθεση ήταν ο κύριος Φωτίου που μόνος του σταμάτησε τις πληρωμές το 2011. Μίλησε και με τη διεύθυνση πωλήσεων με την κυρία Μηνά η οποία ούτε αυτή ασχολήθηκε με το θέμα. Ούτε ο κύριος Τζιάζα είχε πληροφόρηση. Δεν ξέρει τον λόγο που σταμάτησαν οι προμήθειες να πληρώνονται στον Soli Amar. Δεν γνώριζε τίποτε πριν το '14 . Είχαν πληρώσει προμήθειες για 5 χρόνια στον Soli Amar και την εταιρεία του, οι οποίοι δεν ήταν εγγεγραμμένοι διαμεσολαβητές για λογαριασμό της εταιρείας τους. Οι πληρωμές αυτές πληρώθηκαν για τα έτη 2005 ‑ 2010 και σταμάτησαν το 2011. Μίλησε με τους δύο δικηγόρους των Εναγόντων, τον κύριο Δημητριάδη και τον Μιχάλη Ιακώβου. Το πρόβλημα ήταν η εγγραφή που δεν γίνεται σε μια ημέρα. Πρέπει να υποβληθούν έγγραφα τα οποία θα πρέπει να εξεταστούν και να δοθεί απάντηση από τον έφορο. Η επιστολή της FBME  Τεκμήριο 31 έγραφε ότι δεν είχαν δοσοληψίες με τον Soli Amar από το 2007. Το Τεκμήριο 10 είναι επιστολή που απάντησε η μάρτυρας  στην οποία καταγράφεται  ότι οι Ενάγοντες ουδέποτε εξασφάλισαν την απαιτούμενη από τον Νόμο άδεια. Η επιστολή της Εποπτικής Αρχής απαντούσε στην επιστολή του Μιχάλη Ιακώβου, Τεκμήριο 20. Τους απάντησε ότι οι Ενάγοντες δεν ήταν εγγεγραμμένοι και θα έπρεπε να αποταθούν εκ νέου για να πάρουν άδεια από τον έφορο και δεν μπορούσαν να ασκούν εργασίες διαμεσολάβησης. Ο ισχυρισμός τους ήταν ότι δικαιούνται τις προμήθειες, διότι ήταν διαμεσολαβητές των συμβολαίων που αφορούσαν την FBME.  Ο κύριος Δημητριάδης είναι πρόσωπο με το οποίο είχε άριστη σχέση. Αναφορικά με το Τεκμήριο 2 ανέφερε ότι δεν είχε καμιά σχέση με τη σύνταξη του.

 

Αντεξεταζόμενη ανέφερε ότι ενημερώθηκε για το Τεκμήριο 2 το 2013. Επί των τεκμηρίων 3 ‑ 8 αναγνώρισε την υπογραφή του κύριου Παλαζή οικονομικού διευθυντή της εταιρείας. Αυτά τα έγγραφα τα περισυνέλλεξε και τα έδωσε το 2013. Την περίπτωση της Ενάγουσας τη χειρίστηκε το 2006 και το 2007 προσωπικά ο κύριος Φωτίου μαζί με τον κύριο Παλαιολόγο που είδαν την Εποπτική Αρχή. Τότε ο κύριος Παλαιολόγος είχε δώσει σαφείς οδηγίες στον διευθύνοντα σύμβουλο ότι η εταιρεία πρέπει να είναι καθόλα νόμιμη να υπακούει στις νομοθεσίες και να συνάδουν οι συνεργασίες με ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές εντός των ορίων και πλαισίων του Νόμου. Οι διαμεσολαβητές με την έναρξη της νέας Νομοθεσίας είχαν υποχρέωση οι ίδιοι να αποταθούν στην υπηρεσία ελέγχου ασφαλιστικών εταιρειών. Στην υποβολή ότι κύριος Δημητριάδης σταμάτησε να αντιπροσωπεύει την Ενάγουσα λόγω σύγκρουσης συμφερόντων απάντησε ότι δεν συμφωνεί διότι υπήρξαν  και άλλες υποθέσεις που  ο κύριος Δημητριάδης επικοινώνησε μαζί τους για τον πελάτη του και είχαν χειριστεί το ζήτημα σε συνεννόηση. Είχαν ανταλλάξει θέσεις και είχαν  συμφωνήσει.  Απάντησε στην επιστολή του κύριου Ιακώβου που έστειλε στην Εποπτική Αρχή. Οι επιστολές των δικηγόρων αναφέρονταν στη σύμβαση ασφαλιστικού πράκτορα που είχαν υπογράψει ως εταιρεία με τον Soli Amar. Αναφορικά με τα όσα έγραψε η ίδια στην Εποπτική Αρχή ανάφερε ότι έκανε έλεγχο και μίλησε με τον κύριο Αγαθαγγέλου στην Εποπτική Αρχή.  Όταν διαπίστωσε ότι ο Soli Amar και η ενάγουσα εταιρεία δεν ήταν εγγεγραμμένοι  μίλησε με την Εποπτική Αρχή και διαβεβαιώθηκε ότι πράγματι δεν υπήρχε εγγραφή κοντά τους, διότι δεν αποτάθηκαν ποτέ να εγγράφουν μετά την υπογραφή της συμφωνίας. Ήταν ξεκάθαρο σε εκείνη ότι δεν ήταν εγγεγραμμένοι. Αναφορικά με το θέμα της δεύτερης συμφωνίας ήταν άποψή της ότι όλα τα  στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον της δεν συμφωνούσαν με αυτά που έλεγε ο κύριος Ιακώβου και οι πελάτες του. Η Εναγόμενη είναι ασφαλιστική εταιρεία, πουλά ασφαλιστικά συμβόλαια, όλες οι πράξεις και ενέργειες και υποχρεώσεις της πρέπει να συμφωνούν και να υπακούν στη νομοθεσία. Οι θέσεις τους ότι εισήγαγαν μεμονωμένη πράξη με σκοπό να καταστρατηγήσουν τον Νόμο δεν ήταν εντός των πλαισίων τα οποία η εταιρεία θα μπορούσε να ακολουθήσει ή ήθελε να ακολουθήσει γι' αυτό απορρίφθηκε η θέση τους. Δεν υπάρχει άλλη κατηγορία εισαγωγής ή κατάρτισης ή πώλησης ασφαλιστικών προϊόντων εκτός της Νομοθεσίας.

 

Η FBME τους έστειλε μια επιστολή το 2013 που δεν τη γνώριζαν και τους έλεγε ότι δεν ήθελε να τους εξυπηρετά ο Soli Amar. Αυτό το πληροφορήθηκαν το 2013 όχι προηγουμένως. Η θέση της είναι ξεκάθαρη ότι δεν μπορεί θα αξιώνει προμήθειες η FBME από πράξεις τις οποίες συμμετείχε παράνομα και η ίδια. Και ο μόνος υπεύθυνος που γνώριζε για την  παρανομία ήταν ο κύριος Φωτίου και με αυτό τον όρο “παρανομία” εννοούσε το Τεκμήριο 2. Πληροφορήθηκε ότι ο διευθυντής πωλήσεων δεν ήταν ενήμερος, διότι το θέμα το χειρίστηκε αποκλειστικά ο κύριος Φωτίου.  Για την διαδικασία του 2005 η μάρτυρας δεν είχε καμιά εμπλοκή. Επανεξεταζόμενη ανάφερε ότι Διευθυντής Πωλήσεων το 2006 ήταν ο κύριος Χριστοδούλου αλλά η κυρία Μηνά με την οποία μίλησε της είπε ότι προετοίμασε τις συμφωνίες κατόπιν οδηγιών του κύριου Φωτίου. Το 2011 ο κύριος Χριστοδούλου και ο κύριος Πατσαλίδης δεν ήταν στην εταιρεία τους. Ο μόνος που μπορούσε να δώσει οδηγίες για να σταματήσουν οι προμήθειες ήταν ο κύριος Φωτίου και κανένας άλλος.

 

Τέταρτη μάρτυρας ήταν η Φλώρα Σταύρου που εργαζόταν στην Εθνική Ασφαλιστική μέχρι το 2011. Ήταν στην υπηρεσία ανθρώπινου δυναμικού και είχε ευθύνες όπως την επιλογή, πρόσληψη, εκπαίδευση, κατάρτιση, και αξιολόγηση του προσωπικού. Κατέθεσε το  Τεκμήριο 32 που  αφορά την οργάνωση και καθήκοντα του προσωπικού. Στη θέση του Διευθυντή Πωλήσεων γράφει ότι είναι το αρμόδιο άτομο για τη σύμβαση για τις συμβάσεις διαμεσολαβητών.

 

Αντεξεταζόμενη συμφώνησε  ότι η  διεύθυνση πωλήσεων δεν είναι η κορυφή στην ιεραρχική πυραμίδα. Πάνω από όλους είναι ο Γενικός Διευθυντής και δεν υπάρχει κάτι που να απαγορεύει στον Γενικό Διευθυντή να ασχοληθεί με κάθε εξουσία που αφορά τις αρμοδιότητες που χωρίστηκαν ανά τμήματα. Ο Γενικός Διευθυντής μπορούσε να έχει τον τελευταίο λόγο για οτιδήποτε.

 

Ο Γιώργος Φωτίου (υπεράσπιση στην ανταπαίτηση Μ5)  ήταν Γενικός Διευθυντής των εναγόντων και είχε γενική εποπτεία για την λειτουργία των εναγόμενων.  Κάθε τομέας ευθύνης είχε δικό του επικεφαλής τμημάτων. Τα δύο συμβόλαια εισήχθηκαν από την ενάγουσα και ΜΕ1 μέσω του διευθυντή Κλάδου ζωής και Υγείας των εναγόμενων Χρήστου Πατσαλίδη και αναλογιστή μέχρι την αποχώρηση του κατά τα έτη 2009. Ο Πατσαλίδης έκανε συνάντηση με στελέχη της FBME  και συμφώνησε τα ασφάλιστρα και το ύψος των προμηθειών με την χρήση της αναλογιστικής.  Τα ασφαλιστήρια τα εξυπηρετούσε εκείνο το τμήμα. Εξυπηρετούνταν από την εναγόμενη απευθείας χωρίς εμπλοκή της ενάγουσας και έτσι και αλλιώς η ενάγουσα δεν διέθετε προσωπικό να εξυπηρετεί το συμβόλαιο. Συμφωνήθηκε πως αν θα πληρωνόταν οποιαδήποτε προμήθεια στην ενάγουσα θα υπήρχε μείωση 20%. Τα ασφάλιστρα καλύπταν το σύνολο του προσωπικού της FBME περίπου 200 άτομα με ετήσια ασφάλιστρα που ξεπερνούσαν τις €500.000.

 

Μετά την αποχώρηση του Πατσαλίδη ανέλαβε να υποστηρίζει το προσωπικό του τμήματος. Στις 21.4.2011 επισκέφθηκε την FBME για να τους γνωρίσει  και τον συνόδευαν  η Ζωή Μιχαηλίδου και Νικόλας Λάμπρου. Στην συνάντηση ήταν η κα Ματθαίου και Νάντια Παπαχαραλάμπους και αναμένονταν να παρευρεθεί ο Costi Piphani Διευθυντής ανθρώπινου δυναμικού.  Τελικά δεν παρευρέθηκε επειδή ήταν στο εξωτερικό.  Προσκάλεσε και τον ΜΕ1 να παρευρεθεί ως τον διαμεσολαβητή. Ο Μ.Ε.1 πρόβαλε κάποιο κώλυμα και δεν εμφανίσθηκε. Στην συνάντηση οι αντιπρόσωποι της  FBME του είπαν ότι δεν γνωρίζουν τον ΜΕ1. Του είπαν ότι δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση μαζί του διότι διασαλεύτηκαν οι σχέσεις μαζί του. Είχαν διαφορές και ήταν στο Δικαστήριο. Ο Μ.Ε.1 ήταν διαμεσολαβητής όταν η  FBME σε συνεργασία με την ασφαλιστική εταιρεία Κόσμος και δεν επιθυμούσαν σχέση μαζί του. Είχε πιστέψει ότι ο ΜΕ1 επιδρούσε  θετικά για να εξασφαλίσει τo συμβόλαιο. Στη συνέχεια έδωσε οδηγίες στον Νικόλα Λάμπρου να μην εξουσιοδοτήσει οποιαδήποτε πληρωμή και να μην πει τίποτε στον ΜΕ1 για να μην κινδυνεύσει συνεργασία με την FBME. Ενημέρωσε τον οικονομικό διευθυντή Γιάννο Παλάζη και αποφάσισαν να μην καταβάλουν άλλες προμήθειες στην ενάγουσα. Στην συνέχεια ενημέρωσε τον Μ.Ε.1 ο οποίος δεν είχε καμία εξήγηση για τα όσα του είπαν τα δύο στελέχη της FBME. Του ζήτησε να προσκομίσει επιστολή από την FBME ότι την εκπροσωπούσε σε σχέση με τα δύο συμβόλαια. Μέχρι που αποχώρησε από τις Εναγόμενες το 2013 δεν του προσκόμισε τέτοια επιστολή. Ζήτησε και τον φάκελο της ενάγουσας και διαπίστωσε ότι δεν είχε εκδοθεί πιστοποιητικό για την διαδικασία εγγραφής της ενάγουσας στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων για λογαριασμό των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών. Η Ενάγουσα δεν προσκόμισε τα απαραίτητα στις εναγόμενες για να προχωρήσουν στον Έφορο ασφαλίσεων ούτε και η Ενάγουσα προώθησε την αίτηση της στον Έφορο Ασφαλίσεων για να επιτύχει εγγραφή της. Διέφυγε της προσοχής του αρμόδιου διευθυντή και του προσωπικού του τμήματος των εναγόμενων εξαιτίας όγκου εργασίας κατά τα έτη 2004-2005 που θεσπίσθηκε εναρμονιστική νομοθεσία. Έπρεπε να φροντίσουν την εγγραφή όλων των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών των εναγόμενων. Τέλος 2004 τέθηκαν οι διατάξεις του νέου νόμου του περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και άλλων συναφών θεμάτων Νόμου 35(1)/2002. Έπρεπε εκ νέου να υποβληθούν εγγραφές για διαμεσολαβητές ασφαλιστικών εταιρειών και καταργήθηκαν προγενέστερες εγγραφές. Η Ενάγουσα δεν είχε εγγραφή να εξασκεί διαμεσολάβηση εκ μέρους των Εναγόμενων.

 

Για το ζήτημα προσπάθησε να λάβει εξηγήσεις από τον Χρίστο Πατσαλίδη χωρίς αποτέλεσμα. Μέλημα του ήταν να συνεχίσουν τα δύο ασφαλιστήρια με την FBME. Έτσι έγινε και τα δύο ασφαλιστήρια έμειναν σε ισχύ μέχρι  την αποχώρηση του το 2013 και εξυπηρετούνταν από στελέχη και προσωπικό των Εναγόμενων. Δεν πληρώθηκε άλλη προμήθεια και οι αναλογούσες προμήθειες που κρατήθηκαν σε λογαριασμό εκκρεμότητας μεταφέρθηκαν στον λογαριασμό κερδών/ζημιών των εναγόμενων.

 

Αρνείται ότι είχε προβεί σε παραστάσεις  δόλου. Οι πράξεις του βασίστηκαν στην πληροφόρηση που έλαβε από τον Χρήστο Πατσαλίδη. Οι εναγόμενοι γνώριζαν όλα τα γεγονότα που οδήγησαν στην διακοπή πληρωμής προμηθειών προς την ενάγουσα και αφορούσε τι είχε γίνει στην συνάντηση το 2011. Ο Γιάννος Παλάζης, Νίκολας Λάμπρου, Ζωή Μιχαηλίδη γνώριζαν τα γεγονότα. Οι δύο τελευταίοι ήταν παρόντες στην συνάντηση. Η FBME  δεν γνώριζε ότι υπήρχε σχέση της ενάγουσας και του ΜΕ1 αναφορικά με τα δύο επίδικα ασφαλιστήρια.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι τα δύο ομαδικά ασφάλιστρα αφορούσαν ασφάλιση υγείας και ασφάλιση θανάτου και ατυχημάτων. Ανέφερε ότι σε κάποιο χρονικό διάστημα το 2007 ή το 2008 ο ασφαλιστικός κλάδος υγείας μεταφέρθηκε στην θυγατρική εταιρεία στην Εθνική Γενικών Ασφαλειών Εθνική Γενικών Ασφαλειών. Η πιο πάνω χειριζόταν το ασφαλιστήριο υγείας και η εθνική ασφαλιστική η ιθύνουσα χειριζόταν το ασφαλιστήριο ζωής. Αναφορικά με τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) ανέφερε ότι τη συγκεκριμένα ημέρα της υπογραφής των συμφωνιών υπήρχε δήλωση της Ενάγουσας ότι εκείνην την ημέρα κατείχε πιστοποιητικό εγγραφής ασφαλιστικού πράκτορα. Όσον αφορά το Τεκμήριο 2 απορρέει από τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β). Δεν θα μπορούσε να γίνει αυτή η συμφωνία μόνη της. Πρόκειται για ξεχωριστό έγγραφο, επειδή υπήρχαν συμβάσεις και διευκρινίσεις για συγκεκριμένες εργασίες.  Η αντίληψη του ήταν ότι σε σχέση με το Τεκμήριο 2  η Ενάγουσα διαμεσολάβησε ώστε να έρθουν τα συγκεκριμένα συμβόλαια στις Εναγόμενες. Αναφορικά με τα καθήκοντα του Πατσαλίδη ήταν αναλογιστής της εταιρείας και υπεύθυνος του Κλάδου Ζωής και Υγείας. Τα δύο ασφαλιστήρια δεν θα μπορούσαν να καταρτιστούν και να τιμολογηθούν εάν δεν εφάρμοζε ο Πατσαλίδης τις εξειδικευμένες αναλογιστικές του γνώσεις. Κανείς άλλος από την εταιρεία μπορούσε να συντάξει αυτά τα δύο ομαδικά ασφαλιστήρια. Ήταν  αρμόδιος να διαχειριστεί αυτά τα ασφαλιστήρια. Ήταν ο διορισμένος εντεταγμένος αναλογιστής της εταιρείας. Ο διορισμός του γίνεται με βάση τον Νόμο στον Έφορο Ασφαλίσεων.

 

Συμφώνησε ότι ήταν υπεύθυνος  όλων των τμημάτων όμως  τις διαπραγματεύσεις του συμβολαίου με την Ενάγουσα ήταν καθήκον του κύριου Πατσαλίδη ως επικεφαλής του συγκεκριμένου τμήματος. Η κα Καραϊσκάκη ήταν υπεύθυνη για την κανονιστική συμμόρφωση της εταιρείας και υπήρχε εσωτερικός και εξωτερικός έλεγχος.  Η εταιρεία είχε προσωπικό περίπου 65 άτομα. Για τα δύο επίδικα ασφάλιστρα ήταν υπεύθυνα τα δύο τμήματα και κυρίως αρμοδιότητα του Πατσαλίδη, διευθυντή πωλήσεων της εταιρείας. Τις προμήθειες των δύο συμβολαίων τις προσδιορίζει ο αναλογιστής της εταιρείας που ήταν ο κύριος Πατσαλίδης. Αυτές διαμορφώνονται αναλόγως των περιστάσεων. Οι προμήθειες αποτελούν μέρος του ασφαλίστρου και οι προμήθειες λαμβάνονται στην εξίσωση του κέρδους που καθορίζεται σε επίπεδο ασφαλίστρου. Αυτά τα καθορίζει ο αναλογιστής που έχει τη γνώση για να κάνει τους υπολογισμούς. Ως Γενικός Διευθυντής γνώριζε τα καθήκοντα του κάθε διευθυντή.. Διευκρίνισε ότι το Τεκμήριο 2 εφαρμόστηκε μόνο στη συγκεκριμένη περίπτωση. Όσον αφορά την ημερομηνία αποχώρησης του Πατσαλίδη δεν θυμάται, μπορεί να ήταν το 2009 ή το 2010. Δεν θυμάται πότε ήρθε ο αντικαταστάτης του. Νομίζει ότι δεν ήρθε άμεσα.

 

Τη συνάντηση με την FBME την έκανε 21/4/2011. Πήγε στη συνάντηση ως αντικαταστάτης του Πατσαλίδη και ο Πατσαλίδης αποχωρώντας είχε κάνει μαζί του μια συμφωνία να τους παρέχει υποστήριξη ως αναλογιστής για την  διαχείριση των δύο συμβολαίων που χρειάζονταν εξειδίκευση. Υπάρχει και συμφωνία και υπάρχουν και πληρωμές προς τον Πατσαλίδη γι' αυτές τις εργασίες που έκανε. Πήγε στη συνάντηση στην περίοδο ανανέωσης των ομαδικών ασφαλιστηρίων. Στη συνέχεια ο Πατσαλίδης πήγε στο εξωτερικό. Τα δύο ομαδικά ασφαλιστήρια δεν κατατέθηκαν ως τεκμήριο. Αυτά φέρουν την υπογραφή του διότι θεωρεί ότι έκαμε τη δουλειά του για να μπορεί το τμήμα να προωθήσει να γίνουν οι εγγραφές.

 

Οι Εναγόμενοι έλαβαν τα γράμματα του Soli Ammar και των δικηγόρων του όταν είχε αποχωρήσει από την εταιρεία. Αναφορικά με τα συμβόλαια και τις προμήθειες.  Όλες οι πληροφορίες είναι στα λογισμικά συστήματα  της εταιρείας και είναι προσβάσιμα από όλους τους διευθυντές και από το προσωπικό που χειρίζεται τον κάθε τομέα. Εάν ο κύριος Τζιάζας ουδέποτε συνάντησε τον Soli Amar κακώς, διότι η σύμβαση ήταν στο αρχείο του Τζιάζα ως Διευθυντής Πωλήσεων. Αρνήθηκε την υποβολή ότι ο Τζιάζας δεν συνάντησε τον Soli Amar, επειδή του είπε ότι θα τύγχαναν διαχείρισης αποκλειστικά από τον μάρτυρα. Ο Λάμπρου δεν ήταν διευθυντής ήταν χαμηλότερης κλίμακας υπάλληλος και σχετικά άπειρος. Δεν είχε ωριμάσει για να χειρίζεται μόνος του τέτοιες υποθέσεις. Έτσι ήταν επιλογή του να πάει στους πελάτες και το έκανε και με άλλους κλάδους αυτού το είδος των συναντήσεων. Το έκανε στο πλαίσιο των μεγάλων πελατών. Έστειλε και πρόσκληση στον Solommon Amar. Είπε ότι αυτές οι προσκλήσεις γίνονταν τηλεφωνικώς με email, ή με άλλο τρόπο. Δεν θυμάται ακριβώς πώς κλήθηκε ο Solommon Amar και επιμένει ότι στη συνάντηση ήταν η κυρία Μιχαηλίδου. Μετά από τη συνάντηση κατάλαβε ότι κάτι δεν πάει καλά με το θέμα FBME, Χρίστου Πατσαλίδη και Solommon Amar. Από τότε κανένας δεν πλήρωσε οποιοδήποτε ποσό στον Amar ή στους Ενάγοντες. Η Νομική Υπηρεσία σε αυτό το ζήτημα θα εμπλεκόταν αν προέκυπτε νομικό ζήτημα.  Δεν υπήρχε νομικό  θέμα για δύο λόγους: Πρώτα διότι ο πελάτης είπε ότι δεν τον ξέρουν και έχουν αγωγές μαζί του στα Δικαστήρια και δεν τους εκπροσωπεί, και δεύτερο ο Soli Amar, δεν ήταν καν διορισμένος και έτσι έπρεπε να ξεκαθαρίσουν τα δύο ζητήματα. Ο πελάτης δεν ήθελε να δει ζωγραφιστό τον Soli Ammar.

 

Οι εκπρόσωποι του FBME  στην συνάντηση του είπαν ότι ο λόγος που ήρθαν στην Εθνική είναι ότι στην προηγούμενη ασφαλιστική που ήταν η FBME, η COSMOS, ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ήταν ο Soli Ammar που δεν τον θέλουν και για αυτόν τον λόγο ήρθαν στους Εναγόμενους το 2005 για την έναρξη των ασφαλιστηρίων. Γι' αυτά τα  πράγματα έλαβαν γνώση εκείνοι που ήταν μαζί του, ο κύριος Λάμπρου και η κα Μιχαηλίδου. Όταν έφυγε από εκεί έδωσε οδηγίες για να διερευνηθεί το θέμα και  έπρεπε να καλέσουν τον Soli Ammar και να μιλήσουν με τον Χρήστο Πατσαλίδη. Όταν πήγαν στη συνάντηση δεν ήρθε  ο Soli Ammar.  Εκπλάγηκαν τα πλάσματα και του είπαν ότι ο  Soli Ammar  δεν έχει σχέση μαζί τους  και  τότε ξεκίνησαν οι υποψίες του.

 

Οι υφιστάμενες βάσεις διαμεσολαβητών καταργήθηκαν στη βάση του νέου Νόμου που τέθηκε σε ισχύ το 2005. Υπήρχε γενική οδηγία στο αρμόδιο τμήμα να ετοιμάσει συμβάσεις με βάση τον καινούργιο Νόμο ακόμα και με τους διαμεσολαβητές που είχαν ήδη σύμβαση με την προηγούμενη νομοθεσία. Αναφορικά με τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) ανάφερε ότι ήρθε κοντά του το συμβόλαιο μέσω της Μαρίας Μηνά. Συμβάσεις έρχονταν σε στοίβες για να τις υπογράψει για να μπορέσουν να προχωρήσουν και να προωθήσει η εταιρεία την εγγραφή των διαμεσολαβητών. Δεν το κοινοποίησε το πρόβλημα σε όλους διότι το ζήτημα ήταν λεπτό. Δεν μπορούσε να κυκλοφορούν έγγραφα προτού εξεταστούν όλες τις πληροφορίες για να διαφανεί ποια ήταν τα πραγματικά γεγονότα. Ήταν εκτεθειμένος ο Πατσαλίδης, διότι αυτός είχε τη διαχείριση αυτών των εγγράφων. Είχε αμφιβολίες κατά πόσο διαχειρίστηκε αυτό το θέμα.

 

Η μόνη του έννοια ήταν να διασφαλίσει τη συνέχιση των ασφαλιστηρίων. Μίλησε και με τον Costi Piphani που υπογράφει το Τεκμήριο 31. Στη συνάντηση που πήγε δεν ήρθε ο Costi Piphani, και απολογήθηκαν εκ μέρους τη FBME.  Τελικά τα ασφαλιστήρια τα διαχειρίζονταν οι Εναγόμενες μέχρι που διαλύθηκε η FBME. Τα χρήματα των προμηθειών τα έβαλε σε λογαριασμό εκκρεμότητας. Δεν πιστώθηκαν υπέρ της Ενάγουσας και παρέμειναν εκεί μέχρι να λυθεί το ζήτημα όταν κατέληξαν ότι δεν θα πλήρωναν προμήθειες. Τελειωτικά αυτά τα χρήματα πήγαν στον λογαριασμό κερδών των Εναγομένων. Είναι ξεκάθαρα λογιστική πράξη. Συμφώνησε με την υποβολή ότι την υποχρέωση εγγραφής στα αρμόδια μητρώα ως διαμεσολαβητής της εθνικής την είχε δυνάμει συμβατικού όρου ο εκάστοτε διαμεσολαβητής και όχι η εθνική. Το Τμήμα Πωλήσεων των Εναγομένων είχε την ευθύνη να βεβαιωθεί ότι έγινε η εγγραφή. Έπρεπε να γίνει εγγραφή και ο έφορος να τους αποστείλει και να κοινοποιεί στην εταιρεία ότι συμπληρώθηκε η εγγραφή του διαμεσολαβητή. Το Τμήμα Πωλήσεων αφού ετοίμαζε τα έγγραφα, ανέλαβε  να παραλάβει από τον διαμεσολαβητή όλα τα σχετικά και όλες τις βεβαιώσεις που απαιτούνταν για την εγγραφή του. Αυτή ήταν η πρακτική που ακολουθούσαν οι εταιρείες από το 1995 που ήταν Διευθυντής Πωλήσεων της εταιρείας. Για να διενεργήσει κάποιος διαμεσολάβηση βάσει τις πρόνοιες και διατάξεις του Νόμου ένας που είναι εγγεγραμμένος κάνει αίτημα και ονομάζεται αίτημα επέκτασης εγγραφής και τέτοια ήταν η περίπτωση η συγκεκριμένη. Ο διαμεσολαβητής είχε το δικαίωμα να πάει στον έφορο υποβοηθούμενος από όλα τα τμήματα των Εναγομένων να κάνει τη εγγραφή. Ο άνθρωπος, δεν πήγε. Δεν πήγε να το κάνει και ούτε οι Εναγόμενες έκαναν τη δουλειά τους, δεν το παρακολούθησαν το ζήτημα. Θα μπορούσε να πάει εκεί στον έφορο και να τον γράψει ξανά αφού ήταν αδειούχος, καταρτισμένος και είχε το τα προσόντα. Στην υποβολή γιατί δεν έγινε είπε «να τον ρωτήσετε τον ίδιο». Το 2011 όταν πήρε τον φάκελο ζήτησε από τον Soli Ammar να πάρει τα χαρτιά που έλειπαν για να γίνει η εγγραφή και για να υπάρχουν επικαιροποιήμενα χαρτιά πιστοποιητικά, όπως ότι είναι μη πτωχεύσαντας, λευκού ποινικού μητρώου κλπ. Του είπε να τα φέρει και να φέρει και χαρτί από τους πελάτες ότι δεν έχει πρόβλημα και δεν έκανε κανένα από τα δύο.

 

Ο Πατσαλίδης ήταν στην υπηρεσία των Εναγόμενων από το 2004 και η Ενάγουσα ήταν κατά το 2004 ειδικά εγγεγραμμένη διαμεσολαβητής ως αντιπρόσωπος των Εναγόμενων Εταιρειών. Τροποποιήθηκε ο Νόμος περί Ασφαλιστικής Διαμεσολάβησης το 2004. Ήταν εναρμονιστικός Νόμος, έπρεπε να εναρμονιστούν και υπήρχε τεράστιος φόρτος εργασίας σε όλες τις ασφαλιστικές και στην υπηρεσία του Εφόρου. Όλοι οι διαμεσολαβητές αποτάθηκαν ξανά και υπήρχε μόνο ένας υπάλληλος στον έφορο για να γίνουν αυτές οι καταχωρίσεις. Τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) έγιναν στα πλαίσια της διαδικασίας επικαιροποίησης της εγγραφής του διαμεσολαβητή. Ανέφερε ότι δεν ενέπιπτε τότε η μεταφορά των συμβολαίων της FBME. Έτσι και αλλιώς οι συμφωνίες διαμεσολάβησης έπρεπε να ξαναγραφτούν και αυτές οι βάσεις έγιναν για όλους τους διαμεσολαβητές.

 

Η Ενάγουσα ήταν ήδη ασφαλιστικός αντιπρόσωπος με βάση τον παλαιότερο Νόμο. Με τον καινούργιο Νόμο πήρε την ιδιότητα ως διαμεσολαβητής και υπήρχαν διάφορες κατηγορίες διαμεσολαβητών. Η προσέγγιση της Ενάγουσας προς τις Εναγόμενες έγινε μέσω του Πατσαλίδη που ήταν προϊστάμενος του Κλάδου Ζωής και Υγείας. Ήταν γνωστός και φίλος του Soli Ammar. Εργάζονταν στις ίδιες εταιρείες προηγουμένως. Ήρθε στο γραφείο του ο Πατσαλίδης με τον Soli Ammar και τον ενημέρωσαν εκ νέου και προέκυψε μετά από εκείνη την ενημέρωση το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2. Ο Πατσαλίδης ήρθε στο γραφείο του μια ημέρα και τον ενημέρωσε γι' αυτά τα δύο συμβόλαια. Γνωρίζει ότι τα συμβόλαια εξ αρχής τα χειρίστηκε ο Πατσαλίδης και διαπίστωσε εκ των υστέρων ότι η Ενάγουσα δεν ήταν μέρος της διαδικασίας εξασφάλισης και ανανέωσης των ασφαλιστηρίων.  Αυτό τους το ανέφεραν και το έγραψε η ίδια η FBME. Για το πότε ήρθαν τα ομαδικά συμβόλαια βγαίνει ότι παρουσιάστηκε στον ίδιο γύρω στο 2005. Δεν ξέρει τις ημερομηνίες έναρξης τον ασφαλιστηρίων της FBME, δεν ξέρει αν είναι πριν την ημερομηνία 7/7, όμως ήταν εκείνην τη χρονιά, το 2005. Η διεκπεραίωση των συμβολαίων δηλαδή η διαχείριση τους γινόταν αποκλειστικά από τις Εναγόμενες χωρίς κανένα πρόβλημα. Όσον αφορά την συνάντηση το 2011 οι αντιπρόσωποι της FBME εκείνην την ημέρα του διαβίβασαν ότι οι σχέσεις της Ενάγουσας με την FBME είχαν χαλάσει πριν την έναρξη των ασφαλιστηρίων. Δεν είχαν ιδέα ότι ο Soli Ammar ήταν εμπλεκόμενος στα δύο επίδικα ασφαλιστήρια. Διαφώνησε με την εισήγηση ότι διασαλεύθηκαν οι σχέσεις τους από το 2007 και μετά. Ανέφερε ότι έχει σημειώσεις προσωπικές που τις κράτησε. Είχαν και αγωγές μεταξύ τους στο Δικαστήριο. Ο Soli Ammar εμφανίστηκε ως διαμεσολαβητής για λογαριασμό της FBME και η FBME το διέψευσε. Ο Soli Ammar δεν μπήκε καν στον κόπο να προσκομίσει ή να διευθετήσει ή να ανατρέψει αυτήν τη θέση που έλαβε και δεν είχε την καλή διάθεση να γραφτεί στον έφορο. Έπρεπε να αποδείξει ότι είχε σχέση διαμεσολαβητή μεταξύ των Εναγομένων και του πελάτη επειδή το διέψευσε ο ίδιος ο πελάτης και έπρεπε να βγάλει πιστοποιητικό μη πτώχευσης και καθαρό ποινικό μητρώο και αυτό απαιτούσε η εγγραφή του. Επίσης, ο Πατσαλίδης δεν του έδωσε καμιά εξήγηση, δεν θυμότανε και εχάνετουν. Ο ρόλος του διαμεσολαβητή είναι να εξυπηρετά, να ερμηνεύει, να βοηθά, να προσκομίζει τη δουλειά και να διεκπεραιώνει τις απαιτήσεις που πηγάζουν από τα συμβόλαια προς εξυπηρέτηση του πελάτη. Ο Soli Ammar δεν είχε καμιά σχέση με τους πελάτες. Όσον αφορά την υποβολή ότι οι Ενάγοντες ήταν εισηγητές απάντησε ο μάρτυρας ότι τέτοιος ρόλος δεν ρυθμίζεται, δεν είναι Νομική σχέση που κατοχυρώνεται στον Νόμο. Ο ρόλος που κατοχυρώνει ο Νόμος είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής σε 4 κατηγορίες. Τα ομαδικά ασφαλιστήρια είχαν συγκεκριμένη διάρκεια, συνήθως ετήσια. Πριν τη λήξη του κάθε ασφαλιστηρίου και νοουμένου ότι υπήρχε διάθεση συνέχισης μεταξύ των μερών του πελάτη για την νέα περίοδο ξαναυπολογίζονται τα ασφαλιστήρια με βάση την εμπειρία και τα δεδομένα εκείνης της στιγμής. Στην υποβολή ότι ο μάρτυρας είχε δεχτεί το 2005 ότι εισήχθηκαν στις Εναγόμενες τα ομαδικά συμβόλαια της FBME με τη συμβολή της Ενάγουσας, ο μάρτυρας απάντησε ότι στο Τεκμήριο 2 δεν αναφέρονται τα δύο ασφαλιστήρια. Έτσι και αλλιώς το Τεκμήριο 2 δεν ισχύει, διότι τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) ουδέποτε τέθηκαν σε ισχύ από αμέλεια του ίδιου του Soli Ammar και αβλεψία των Εναγομένων.

 

Αξιολόγηση

 

Το ότι οι Ενάγοντες είχαν αποκλίνει από τις δικογραφημένες τους θέσεις για να ισχυριστούν ότι δεν είχαν διεξάγει υπηρεσίες διαμεσολάβησης είναι αναντίλεκτο. Το ότι συμφώνησαν επίσης ότι είχαν ευθύνη εκείνοι σύμφωνα με τη νομοθεσία να προβούν στην εγγραφή τους, συγκεκριμένα εκ μέρους της Εναγόμενης Εταιρείας σε αντίθεση με τη δικογραφημένη τους θέση επίσης είναι αναντίλεκτο γεγονός. Στην ουσία εξετάστηκαν δύο πτυχές της υπόθεσης όσον αφορά τη μαρτυρία που προσκόμισαν τα μέρη. Το ένα θέμα  είναι τι έγινε σε σχέση με το θέμα της εγγραφής και κατά πόσο είπαν την αλήθεια.  Άλλο θέμα είναι το τι ακολούθησε για να γίνει η εγγραφή.  Το τρίτο  σημαντικό επίδικο θέμα ήταν κατά πόσο η FBME είχε διακόψει τις σχέσεις της με τον Soli Amar. Προς τούτο ακούσα κυρίως την εκδοχή του Soli Amar Μ.Ε.1 σε αντιδιαστολή με τη μαρτυρία λειτουργών των Εναγόντων και αυτή του Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενου του Μ.Υ.5.

 

Έχω  αξιολογήσει τη μαρτυρία στο σύνολό της.  Δεν έχω  αρκεστεί μόνο στην εντύπωση και εικόνα που μου έχει δημιουργήσει ο κάθε μάρτυρας για να καταλήξω  σε συμπέρασμα  σε σχέση με την αξιοπιστία των μαρτύρων. Έχω αξιολογήσει τη μαρτυρία σε συνάρτηση με όλα τα τεκμήρια της υπόθεσης και άλλη αποδεκτή και αξιόπιστη μαρτυρία. (Βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας Ποινικές Εφέσεις 13‑17/2017 ημερομηνίας 4.7.17). Ως επεξηγείται στην υπόθεση Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506, δεν είναι αρκετό να καταλήξω σε συμπέρασμα ότι συγκεκριμένος μάρτυρας είπε την αλήθεια εξαιτίας της θετικής εικόνας που έχει δημιουργηθεί στο Δικαστήριο. Η ευχέρεια του Δικαστηρίου να δεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να απορρίψει άλλο μέρος δεν είναι απόλυτη πρέπει να αιτιολογείται η σχετική προσέγγιση. Ναι μεν η πεποίθηση ότι κάποιος μάρτυρας λέει την αλήθεια είναι το καλύτερο εχέγγυο για την ορθότητα της κρίσης μου αλλά ως κριτής των γεγονότων η πεποίθηση μου και εντύπωση μου πρέπει να επιβεβαιώνεται με συγκεκριμένα στοιχεία της υπόθεσης. Δεν έχω  αποδεχθεί ή απορρίψει μαρτυρία ανάλογα μόνο με τις εντυπώσεις μου  και δεν έχω συγκρίνει τους μάρτυρες μόνο μ’ αυτό το κριτήριο αλλά έχω δεχθεί ή απορρίψει μαρτυρία με τρόπο θετικό και με αυτοτέλεια έτσι που να δημιουργείται μία εικόνα βεβαιότητας ως προς τα πραγματικά και αληθινά γεγονότα της υπόθεσης. Έχω  αξιολογήσει ξεχωριστά κάθε μάρτυρα σε σχέση με τα λεγόμενα του και τα  αποδεικτικά στοιχεία που έχει προσκομίσει για να πείσει για την αλήθεια της εκδοχής του. Επιπρόσθετα, έχω αναλύσει τη μαρτυρία του κάθε μάρτυρα με αναφορά και την υπόλοιπη μαρτυρία της υπόθεσης ώστε  σε κάθε περίπτωση η μαρτυρία αυτή  να έχει διασταυρωθεί με άλλα στοιχεία ή να έχει  καταρριφθεί από άλλα στοιχεία και/ή μαρτυρία που αποδεικνύονται ως αναντίλεκτα στην υπόθεση.  Έλαβα  υπόψη μου  πιθανά ελατήρια που μπορεί να είχε κάθε μάρτυρας να πει ή να μην πει την αλήθεια ώστε να διαπιστωθούν με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Είχα κατά νου ότι η αξιοπιστία ενός μάρτυρα κρίνεται μετά από προσεκτική εξέταση της ολότητας της μαρτυρίας του κάθε μάρτυρα. Επίσης έλαβα  υπόψη μου  ότι είναι σημαντικό να εξετασθούν οι κατά μέρους ισχυρισμοί της μαρτυρίας του κάθε μάρτυρα καθώς και οι λεπτομέρειες που αφορούν το κάθε μέρος της μαρτυρίας. Είχα κατά νου επίσης ότι όσο διαφωτιστικές και να είναι οι επί μέρους πτυχές της μαρτυρίας ενός μάρτυρα πρέπει αυτές να μην επισκιάσουν τη συνολική εικόνα και εντύπωση που δημιουργεί ο μάρτυρας ως αυτή προκύπτει από το σύνολο της μαρτυρίας του. (R v. Sayers and others Northern Ireland Unreported Judgements Court of Appeal (Criminal Division 19 November 1984).

 

Η εκδοχή του Μ.Ε.1 ήταν ότι είχε μακρόχρονη συνεργασία με την FBME με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις και ότι χρησιμοποίησε τις γνωριμίες του για να μπορέσει να εξασφαλίσει αυτό το συμβόλαιο για τους Εναγόμενους και περιέγραψε τη μακρόχρονη αυτή συνεργασία που όπως σύμφωνα με τον ίδιο το 2011 σταμάτησαν να τον πληρώνουν. Δεν ήταν σε θέση να απαντήσει τις εύλογες απορίες που θα είχε ο οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος σε σχέση με τις ενέργειες του  ενόψει της διακοπής των πληρωμών το 2011. Δεν εξήγησε το τι είχε αντιληφθεί τότε  για τους λόγους που είχε συμβεί αυτό το πράγμα. Ένας λογικός άνθρωπος αντιμέτωπος με τέτοιο πρόβλημα την διακοπή πληρωμής προμηθειών πολλών χιλιάδων ευρώ και ενόψει της θέσης του ότι  τον πλήρωναν για τα έτη 2005 – 2010, θα μιλούσε με όλους τους παράγοντες των εναγόμενων , να αντιληφθεί τι είχε γίνει για να μπορέσει να εξηγήσει κιόλας στο Δικαστήριο τι έγινε και διακόπηκε η πληρωμή της προμήθειας. Στο κάτω κάτω εάν είχε προβεί σε τέτοια αναζήτηση θα μπορούσε να διορθώσει το γεγονός ότι δεν είχε προβεί στην εγγραφή ως διαμεσολαβητής των εναγόμενων από το 2011.  Ενώ προέβαλε διάφορες δικαιολογίες για το γεγονός ότι δεν πήγε ο ίδιος να φροντίσει για την εγγραφή του στον Έφορο Ασφαλειών ως διαμεσολαβητής των Εναγομένων, δεν έδωσε  εξήγηση γιατί δεν επικοινώνησε  αμέσως με τους εναγόμενους για να μάθει για ποιον λόγο είχαν διακόψει τις πληρωμές. Σε τέτοια περίπτωση  θα ανακάλυπτε ότι δεν είχε γίνει η εγγραφή και θα έπρεπε τότε να φροντίσει να γίνει η εγγραφή το 2011. Θεωρώ ότι σκόπιμα προσπαθούσε να αποφύγει να απαντήσει γιατί δεν είχε προσεγγίσει επίσημα τους εναγόμενους για να του δοθεί η ευκαιρία να κάνει η ενάγουσα εγγραφή και παρέμεινε κενό  σε ποιες πράξεις και ενέργειες είχε προβεί έγκαιρά για να διορθώσει την κατάσταση.  Επίσης, δεν επικαλέστηκε τότε τις καλές σχέσεις του  με τον κύριο Παλάζη ή  με τον κύριο Πατσαλίδη με τους οποίους είχε άψογη συνεργασία  για να διορθώσει την κατάσταση και να τους φέρει προ των ευθυνών τους εφόσον είχε στην κατοχή του το Τεκμήριο 2. Δεν επικαλέστηκε τότε τους παράγοντες, γνωριμίες του  από την FBME  ώστε να επιβεβαιώσει την θέση του ότι είχε δικαίωμα σε πληρωμή.  Ούτε κάλεσε κάποιο  από αυτούς για μαρτυρία  να υποστηρίξει την εκδοχή του που θα ήταν λογικό να το έκανε για να επιβεβαιώσει τα λεχθέντα του ως προς το περιεχόμενο των συνεννοήσεων των μερών.

 

Επίσης ήταν θέση του ότι οι Εναγόμενες είχαν συνεργασία με την FBME και κατείχαν τα ομαδικά ασφάλιστρα και λάμβαναν ωφελήματα από την FBME μέχρι το 2021. Δεδομένης της θέσης της Eναγόμενης ότι η συνεργασία της με την FBME αφορούσε απευθείας εξυπηρέτηση των συμβολαίων και τα ασφάλιστρα, όφειλε να δώσει κάποια εξήγηση για το ποιος θα ήταν ο δικός του ο ρόλος και για ποιο πράγμα ακριβώς θα πληρωνόταν στη βάση των συμβολαίων Τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β)  ενόψει της τοποθέτησης του ότι δεν ήταν η ενάγουσα εταιρεία διαμεσολαβητής. Δεν έδωσε εξήγηση για το γεγονός ότι το Τεκμήριο 2, συμβόλαιο που διαφοροποιεί τους όρους των τεκμηρίων 1α και 1β) δεν βρέθηκε μέσα στον φάκελο των Εναγομένων ώστε επίσημα να το επικαλεστεί το 2011. Περιορίστηκε να αναφέρει  ότι  κατά τύχη  θυμήθηκε το τεκμήριο 2  και το παρουσίασε από τα δικά του τα αρχεία για να υποστηρίξει τη θέση του. Η λογική υπαγορεύει ότι το συγκεκριμένο τεκμήριο που τον κατοχύρωνε θα έπρεπε να είχε αποσταλεί  από το 2011 σε όλους τους σχετικούς παράγοντες  όταν σταμάτησαν οι πληρωμές. Δεν είχε καμιά εξήγηση για το ότι δεν είχε κάνει τέτοια ενέργεια. Το ότι βρέθηκε αυτό το Τεκμήριο πρόσφατα για σκοπούς χρήσης του στο Δικαστήριο δεν πείθει και είναι υστερόβουλη ενέργεια.

 

Επίσης ανάφερε ότι τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) ήταν τυποποιημένα συμβόλαια τα οποία δεν τα διάβασε προτού να τα υπογράψει. Για να δικαιολογήσει αυτήν τη θέση ανέφερε ότι ποτέ δεν διαβάζει συμβόλαια πριν να τα υπογράψει. Η θέση αυτή είναι μη πιστευτή. Οι συγκεκριμένες συμφωνίες περιέχουν πρόνοιες που αφορούν  το καθήκον του να φροντίσει για την εγγραφή του ως αντιπρόσωπος των Εναγόμενων και έτσι θεωρώ ότι σκόπιμα προέβαλε τη θέση ότι δεν διάβαζε τις τυποποιημένες συμφωνίες όπως τις επικαλέστηκε για να δικαιολογήσει  το γεγονός ότι δεν συμμορφώθηκε με τις συγκεκριμένες πρόνοιες των συμφωνιών. Το άλλο πράγμα που πλήττει την αξιοπιστία του είναι το  γεγονός ότι  η μαρτυρία του δεν ήταν ευθυγραμμισμένη με τις δικογραφημένες θέσεις. Η δικογραφημένη θέση που προβλήθηκε είναι ότι οι Ενάγοντες ήταν πράκτορες διαμεσολαβητές των Εναγομένων. Θέση του ενόρκως ήταν ότι οι ενάγοντες ουδέποτε υπήρξαν  διαμεσολαβητές επειδή δεν παρείχαν στους Εναγόμενους υπηρεσίες διαμεσολάβησης . Ενόψει της τοποθέτησης του ότι δεν παρείχαν υπηρεσίες στους εναγόμενους όφειλε να δώσει εξηγήσεις για ποιο πράγμα θα πληρώνονταν προμήθεια σε βάθος χρόνου και αυτή η θέση να διατυπωθεί καθαρά στην δικογραφία . Εφόσον δεν παρείχε άλλη υπηρεσία προς τους Εναγόμενους, και εκείνοι εξυπηρετούσαν τα ασφαλιστικά συμβόλαια που λάμβαναν από την FBME όφειλε να διατυπώσει ευθαρσώς τους λόγους που δικαιούται τις αξιούμενες προμήθειες.

 

Προέκυψε επίσης κατά τη διάρκεια της αντεξέτασης ότι κατά το έτος 2011 τελούσε υπό καθεστώς πτώχευσης ο ίδιος. Αυτό παρέλειψε  να το αναφέρει  στην κυρίως εξέτασή  ενώ πρόκειται για μια από τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για να δικαιούται διά νόμου κάποιος να κάνει εγγραφή ως διαμεσολαβητής. Περιορίστηκε να πει μόνο ότι παρόλο που τελούσε υπό αυτό το καθεστώς, η Ενάγουσα δεν είχε κανένα πρόβλημα ως εταιρεία για  να γίνει εγγραφή. Επίσης, από το 2011 που σταμάτησαν οι πληρωμές που θεωρούσε την παύση πληρωμών παράβαση συμφωνίας περίμενε μέχρι το 2014 για να καταχωρίσει την παρούσα αγωγή. Δεν έδωσε καμία δικαιολογία για το γεγονός ότι περίμενε τρία χρόνια να καταχωρήσει την αγωγή χρόνο κατά τον οποίο ο εξ. Ανταπαιτήσεως εναγόμενος είχε ήδη αποχωρήσει από την εταιρεία. Αρνήθηκε την υποβολή ότι δεν είχε καμιά σχέση με την FBME  ως αντιπρόσωπος της για τα έτη 2010 και το 2011 . Για να δεσμεύει την FBME με την υπογραφή του επί της συμφωνίας θα έπρεπε λογικά να τεκμηριώσει ότι ήταν αντιπρόσωπος της  αλλά δεν έδωσε εξήγηση ούτε πρόβαλε στοιχεία και έγγραφα για να αποδείξει ότι εξακολουθούσε να έχει σχέσεις με την FBME  κατά τα έτη 2005-2014 ώστε να στοιχειοθετήσει τη θέση του ότι ενεργούσε πάντοτε ως αντιπρόσωπός τους έναντι των Εναγομένων.

 

Ακόμα ένα στοιχείο που διαβρώνει την αξιοπιστία του ήταν η θέση του ότι αυτά τα συμβόλαια είχαν έρθει στις Εναγόμενες από δικές του προσπάθειες επειδή είχε τόσο καλές σχέσεις με την FBME. Εάν ευσταθούσε ο συγκεκριμένος ισχυρισμός  λογικό θα ήταν εφόσον σταμάτησαν να του πληρώνουν προμήθειες από το '11  να ασκήσει την επιρροή του και να φύγει τα συμβόλαια από τους Εναγόμενους και να τα πάρει αλλού ως πρόσωπο με τόσο στενές σχέσεις με την FBME.  Εν ολίγοις η συμπεριφορά του ΜΕ1 δεν ήταν αυτή λογικού ανθρώπου που είχε συμβληθεί νόμιμα με τους εναγόμενους και διεκδικούσε τα συμβατικά του δικαιώματα. Δεν προώθησε θέσεις που να συνάδουν με την δικογραφία.   Η μαρτυρία του ήταν αντιφατική σε σχέση με τις δικογραφημένες του θέσεις, ήταν επιλεκτικός στο να θυμάται κάποια πράγματα και κάποια όχι.  Δεν προσκόμισε οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία επιβεβαιωτική είτε με έγγραφα είτε τη μαρτυρία προσώπων που επικαλέστηκε ως υποστηρικτές  της δικής του εκδοχής για να πείσει την αλήθεια των όσων είχε πει. Γι' αυτούς τους λόγους τον κρίνω αναξιόπιστο.

 

Αναφορικά με τον Μ.Ε.2 που ήρθε από τον Έφορο Ασφαλίσεων πρόκειται για τυπικό και αμερόληπτο μάρτυρα που προσκόμισε τον φάκελο της υπόθεσης για να αναφερθεί στα στοιχεία της εγγραφής των Εναγόντων και διαφώτισε το Δικαστήριο ότι από τη στιγμή που η Ενάγουσα δεν άσκησε το δικαίωμά της να εγγραφεί στα νέα μητρώα δεν μπορούσε να ασκεί εργασίες διότι ο Νόμος προνοεί ότι «ουδείς δύναται να ενεργεί για θέματα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης χωρίς τη σχετική εγγραφή για συγκεκριμένη εταιρεία ». 

 

Επίσης θεωρώ τυπικό και αμερόληπτο τον Μ.Ε.3 Χαράλαμπο Ζερβό, λογιστή της FBME που κατάθεσε και επεξήγησε τις πληρωμές, και άλλες  καταστάσεις λογαριασμών  που αφορούσαν τους Εναγόμενους. Εξήγησε ότι όλες τις σχετικές  καταχωρήσεις των δεδομένων έγιναν από φυσικό πρόσωπο της FBMΕ. Περαιτέρω, η εν λόγω  καταχωρήσεις έγιναν παράλληλα με τις εν λόγω πληρωμές. Ενόψει της ταυτόχρονης καταγραφής των δεδομένων  με την διενέργεια της συναλλαγής της πληρωμής πρόκειται για έγκυρη καταγραφή των δεδομένων που συνάδει με τις διατάξεις του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ. 9  δηλαδή, καταγραφή που ανταποκρίνεται σε  μέρος αρχείου μιας επιχείρησης. Συνεπώς, θεωρώ ότι αυτά τα δεδομένα αντικατοπτρίζουν την αλήθεια σε σχέση με τις πληρωμές.

 

Όσον αφορά τους μάρτυρες Υπεράσπισης, οι μάρτυρες Υπεράσπισης 1 και 2 πρόκειται για τυπικούς μάρτυρες που δεν είχαν σχέση με τις διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στην υπογραφή των Τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β). Στην ουσία κατέθεσαν το περιεχόμενο του φάκελου και η μάρτυρας Μ.Υ. 2 επιβεβαίωσε τα λεχθέντα του Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενου ότι μαζί με τα Τεκμήρια 1 (Α) και 1(Β) της είχε δώσει οδηγίες για να ετοιμάσει υπεύθυνη δήλωση βάσει του κανονισμού 38Δ για εγγραφή της Ενάγουσας στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων για σκοπούς συνεργασίας με τις Εναγόμενες.  Προϋπόθεση για την εγγραφή είναι να ικανοποιηθεί το προσόν της βεβαίωσης κατάλληλης εκπαίδευσης για θέματα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης και δήλωσης αναφορικά με το άρθρο 185.4 για την απόδοση ασφαλίστρων. Η προεργασία αυτή  καταδεικνύει την πρόθεση των Εναγομένων να προχωρήσει η εγγραφή των Εναγόντων ως συνεργάτης και διαμεσολαβητής της συγκεκριμένης εταιρείας. Παρέπεμψε στον ρητό όρο των συμφωνιών που προνοεί ότι έκαστος διαμεσολαβητής πρέπει να συμμορφώνεται με τον Νόμο και ότι οι ενάγοντες  όφειλαν  να ενεργήσουν  για την εγγραφή τους ως ασφαλιστικός πράκτορες ή άλλης κατηγορίας διαμεσολάβησης στα μητρώα της Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών. Με προβλημάτισε η τοποθέτηση της ότι απλά κατείχε τον φάκελο αλλά δεν έκανε κανέναν έλεγχο για να ελέγξει το θέμα της εγγραφής προτού πληρωθούν οι προμήθειες για τα έτη μέχρι 2010. Προβλημάτισε η άγνοια της για το γεγονός ότι οι εναγόμενοι  σταμάτησαν να πληρώνουν την Ενάγουσα το 2011. Η μόνη δικαιολογία που πρόβαλε για την αδυναμία της να απαντήσει αυτές τις λογικές απορίες  είναι ότι κατά το 2011  κανείς δεν της ζήτησε να ελέγξει τον φάκελο για να δει αν υπάρχει πιστοποιητικό εγγραφής της Ενάγουσας. Η γνώση της για το αντικείμενο των καθηκόντων της προκύπτει ελλιπής. Μπορούσε να γνωρίζει  αν  είχε γίνει  η εγγραφή,  αλλά δεν είχε γνώση κατά πόσο η μη εγγραφή θα επηρέαζε τις πληρωμές. Κατείχε τον φάκελο της υπόθεσης αλλά δεν γνώριζε κατά πόσο είχε εγκριθεί η πληρωμή.  Αυτή κατείχε τον φάκελο και είναι άξιο απορίας ποια ήταν τα καθήκοντά της αν δεν ήταν να γνωρίζει γι' αυτά τα ζητήματα.

 

Επιχείρησε να υποδείξει τον εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενο ως το πρόσωπο που την καθοδηγούσε και της έδινε οδηγίες για τα πάντα. Δεν ήξερε τίποτε, ούτε γιατί ο εξ ‘ ανταπαιτήσεως εναγόμενος  αποχώρησε από την εταιρεία. Δεν θυμάται κατά πόσο της ζητήθηκε να μαζέψει τους συγκεκριμένους φακέλους διαμεσολαβητών για να τους πάρει στο Διοικητικό Συμβούλιο ή στον Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενο για να ελέγξουν το θέμα αδειών. Η μαρτυρία της δεν ήταν βοηθητική. Πιστεύω η μνήμη της ήταν επιλεκτική, και έτσι πέραν από τη θέση της ότι ο φάκελος που κατείχε αφορούσε όλα τα έγγραφα που αφορούσαν τη συγκεκριμένη υπόθεση και κάποια πράγματα  που ανέφερε γενικά για το καθήκον της Ενάγουσας να προχωρήσει στην εγγραφή δεν αποδέχομαι τα υπόλοιπα τα λεγόμενα της. Μάλλον ο σκοπός της ήταν να αποφύγει την οποιαδήποτε ευθύνη για τα όσα είχαν γίνει.

 

Αναφορικά με τον Μ.Υ.3, ο Διευθυντής Πωλήσεων της θυγατρικής της Εναγόμενης, απέκτησε αυτήν την ιδιότητα τον Σεπτέμβριο του 2009. Επομένως είναι λογικό να μην είχε γνώση και αντίληψη των όσων είχαν γίνει για τις δύο συμφωνίες το 2005. Είναι λογική η θέση του ότι το ζήτημα ήρθε στην αντίληψή του όταν οι Ενάγοντες υπέβαλαν απαίτηση το 2013 και γίνεται πιστευτός ότι στο διάστημα μεταξύ του 2009 μέχρι την ημέρα που ήρθε στην αντίληψή του η απαίτηση των Εναγόντων το θέμα αυτό το χειριζόταν ο Γιώργος Φωτίου. Όμως εφόσον συμφώνησε ότι ήταν υπεύθυνος να εγκρίνει και να ελέγχει τα ωφελήματα των διαμεσολαβητών και πάλι προβληματίζει η θέση του ότι σε σχέση με την  πληρωμή προς τους Ενάγοντες το 2009 ύψους €70 χιλ. δεν είδε και ποτέ δεν υπέγραψε και δεν ασχολήθηκε με το ζήτημα.  Ήταν Διευθυντής Πωλήσεων και δύσκολα γίνεται πιστευτός ότι δεν γνώριζε τίποτε, επειδή ήταν προσωπική υπόθεση του κύριου Φωτίου. Κατά το 2011 που σταμάτησαν οι Εναγόμενες να πληρώνουν δεν είχε ιδέα τους λόγους  της διακοπής της πληρωμής. Δεν ήταν αρκετό να επιμένει ότι δεν γνωρίζει για την υπόθεση, εφόσον μέσα στις αρμοδιότητές του  ήταν όπως παραδέχθηκε ο ίδιος να ελέγχει την πληρωμή και ωφελήματα των διαμεσολαβητών. Επίσης, ήταν η θέση του ότι ο Νόμος είναι σαφής και καθορίζει ότι ο ασφαλιστικός πράκτορας έχει ευθύνη να γραφτεί στον έφορο.  Αυτή η ευθύνη μεταφέρεται στην  ενάγουσα  ως όρος στις συμβάσεις διαμεσολάβησης. Εφόσον ήταν υπεύθυνος για την πληρωμή ωφελημάτων και γνώριζε πάρα πολύ καλά τις πρόνοιες του Νόμου και πάλι δεν ήταν αρκετό να παραπέμψει στον κύριο Φωτίου ώστε να αποποιηθεί την  ευθύνη για την άγνοια του σε σχέση με τα γεγονότα της υπόθεσης. Θεωρώ ότι η δική του μαρτυρία, όσο και η μαρτυρία της Μαρίας Μηνά είχαν σκοπό έντεχνα να ρίξουν όλο το φταίξιμο για την όλη την κατάσταση στον εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενο. Εφόσον αυτοί οι υπάλληλοι ήταν οι αρμόδιοι για να ελέγχουν αυτά τα ζητήματα ακόμα και αν αληθεύει ότι είχαν την αντίληψη ότι υπεύθυνος για την συγκεκριμένη ενάγουσα ήταν ο Φωτίου όφειλαν εξηγήσεις.  Η  υπεύθυνη στάση θα ήταν να εκτελούσαν τα καθήκοντά τους και να ερευνήσουν την περίπτωση εφόσον έφευγαν από την εταιρεία δεκάδες χιλιάδες ευρώ για ωφελήματα της Ενάγουσας. Η στάση αυτών των μαρτύρων ότι «δεν ξέρω, δεν είδα και δεν αντιλήφθηκα» κρίνω ότι δεν μπορεί να γίνει πιστευτή. Πιστεύω ότι απλά απέφυγαν να αποκαλύψουν στο Δικαστήριο όλη την αλήθεια και έτσι σε σχέση με αυτό το ζήτημα δεν αποδέχομαι τη μαρτυρία τους.

 

Αναφορικά με τον M.Y.1 στην υπόθεση του Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενου Νικόλα Λάμπρου και αυτός κρίνω ότι όφειλε να δώσει εξηγήσεις για το γεγονός ότι παρατήρησε ότι από το 2014 ο Soli Amar δεν ήταν υπεύθυνος για τις προμήθειες της FBME από ένα σημείο και μετά. Ναι, ανέλαβε τη θέση του Χρίστου Πατσαλίδη και στο ενδιάμεσο την υπόθεση την αναλάβανε ο Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενος αλλά εφόσον δημιουργήθηκε θέμα ειδικά υπό την απειλή δικαστικών μέτρων  δεν έδωσε εξήγηση για το γεγονός ότι δεν διερεύνησε την υπόθεση πλήρως ώστε να ανακαλύψει τι ακριβώς έγινε. Του υποδείχθηκε ένα έγγραφο που δεν το αναγνώρισε και η μόνη του εξήγηση ήταν ότι αφορούσε περίοδο που δεν θυμάται πολλά πράγματα. Κρίνω ότι απέφυγε να απαντήσει τα δύσκολα ερωτήματα και απορίες σε σχέση με την υπόθεση.

 

Η μάρτυρας Ζωή Μιχαηλίδου Μ.Υ. 2 στην ανταπαίτηση ήταν τυπική, την κρίνω αξιόπιστη μάρτυρα, ξεκαθάρισε ότι Διευθυντής Πωλήσεων ήταν μέχρι το 2010 ο Χρήστος Πατσαλίδης και ότι από το 2011 και μετά ο Soli Αmar σταμάτησε να εμφανίζεται στο σύστημα ως διαμεσολαβητής για την FBME.

 

Επίσης αξιόπιστη μάρτυρας είναι η Άντρη Καραϊσκάκη που και αυτή θεωρείται αμερόληπτη και τυπική μάρτυρας. Επιβεβαίωσε ότι η επιστολή ημερομηνίας 27/6/2013, Tεκμήριο 31 προήλθε από την FBME και συμφώνησε ότι έλαβαν αυτήν την επιστολή από την FBME που τους έλεγε ότι δεν έχουν καμιά σχέση με τον Solomon Amar. Επίσης επιβεβαίωσε ότι τότε είχαν  επικοινωνήσει  με το Τμήμα Πωλήσεων και αυτοί  τους είπαν ότι δεν είχαν ιδέα για την  υπόθεση γιατί το χειρίστηκε το θέμα ο κύριος Φωτίου προσωπικά. Σε αντίθεση με τους άλλους μάρτυρες που είχαν προσέλθει από την Εναγόμενη ήταν αρκετά γενναία να αναφέρει ότι ήταν ο κύριος Φωτίου που μόνος του σταμάτησε τις πληρωμές προς την Ενάγουσα το 2011, πράγμα που θεωρώ ότι όφειλαν να το γνωρίζουν όλοι όσοι είχαν θέσεις που αφορούσαν τα ωφελήματα των διαμεσολαβητών ή που θα μπορούσαν να το ανακαλύψουν με κάποια έρευνα. Ανάφερε ότι ο κύριος Τζιάζας και η Μαρία Μηνά δεν είχαν καμιά γνώση για τις προμήθειες ούτε γιατί σταμάτησε η πληρωμή τους. Η μάρτυρας ήταν συνεπής με όλες τις θέσεις που είχε  προβάλει γραπτώς  στο Υπουργείο Οικονομικών  στις 23 Ιουλίου του 2013, Τεκμήριο 30. Ήταν  η  πρώτη μάρτυρας της υπόθεσης που έδωσε εξήγηση για το πρόβλημα που προέκυψε σε σχέση με τον Solommon Amar. Η θέση  αυτή είναι διατυπωμένη σε επιστολή που έγραψε στο Υπουργείο Οικονομικών . Ακολούθησε επιστολή που έλαβε από δύο δικηγόρους που ενεργούσαν εκ μέρους των Εναγόντων και που ανέφερε ότι απάντησε στις θέσεις τους . Είχε γράψει τότε σε ανύποπτο χρόνο ότι «οι ασφαλιζόμενοι ζήτησαν από παλαιότερα όπως τα συμβόλαιά τους γίνονται απευθείας με την εταιρεία χωρίς τη διαμεσολάβηση του Solommon Amar ή της Ενάγουσας εταιρείας». Επιβεβαίωσε ότι δεν είχε υπόψη της το Τεκμήριο 2 και ότι αυτό το έγγραφο δεν ήταν μες τον φάκελο  αρχικά και ότι ενημερώθηκε γι' αυτό πολύ αργότερα. Η θέση της γίνεται πιστευτή και είναι λογική. Δεν θα είχε κανέναν λόγο ο Μ.Ε.1 να θέλει την ετοιμασία και τη σύνταξη του Τεκμηρίου 2 εκτός και εάν μπορούσε να προβλέψει ή να ανησυχήσει για το ενδεχόμενο διακοπής των συμβολαίων Τεκμήριο 1(Α) και 1(Β). Το κίνητρο  του ΜΕ1 να επιθυμεί  την ετοιμασία του Τεκμηρίου 2 θα πρέπει να προέκυψε μετά την σύναψη των Τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β). Ο λόγος που θα ήταν αναγκαίο η  ετοιμασία τέτοιου εγγράφου δεν μπορεί να ήταν άλλος παρά  η διασφάλιση της ενάγουσας  για το ενδεχόμενο  διακοπής της συνεργασίας των εναγόντων με την  FBME. Εάν οι σχέσεις των εναγόντων με την  FBME  στηρίζονταν σε στερεά βάση δεν θα υπήρχε πρόβλημα   εγγραφής των εναγόντων  ως αντιπρόσωποι των Εναγόμενων στον Έφορο Ασφαλίσεων ως μια τυπική προϋπόθεση ως την αποκάλεσε ο Μ.Ε.1.  Στο χέρι των εναγόντων ήταν  να  προχωρούσαν με τις τυπικές συμβατικές τους υποχρεώσεις προκειμένου να διασφαλίσουν την απρόσκοπτη πληρωμή των προμηθειών τους. Επομένως, η θέση της μάρτυρας ότι υπήρχε σοβαρή διαφορά του ΜΕ1 με την FBME  θα πρέπει να αληθεύει.  Επίσης θεωρώ ότι ήταν η πρώτη μάρτυρας που σε όλη την υπόθεση ενήργησε με πλήρη διαφάνεια ως προς τι γνώριζε, τι έκανε όταν έμαθε τα γεγονότα και πώς αντέδρασε όταν τα έμαθε τα γεγονότα. Εξήγησε ότι δεν υπήρχε περίπτωση η Εναγόμενη που είναι ασφαλιστική εταιρεία και που  αυτή είναι η μόνη της δραστηριότητα, οι πράξεις της,  ενέργειές της και υποχρεώσεις της να μην συμφωνούν και να μην υπακούν με τη νομοθεσία.  Είναι απόλυτα λογική η θέση της ότι ουδέποτε θα εισήγαγαν μεμονωμένη πράξη με σκοπό να καταστρατηγήσουν τον Νόμο. Με τη θέση της αυτή συγκλίνει και το γεγονός ότι το Τεκμήριο 2 δεν βρέθηκε μέσα στον φάκελο/αρχείο της Eναγόμενης που αφορούν την Ενάγουσα. Εξήγησε επίσης ότι δεν υπάρχει άλλη κατηγορία εισαγωγής ή κατάρτισης ή πώλησης ασφαλιστικών προϊόντων εκτός της Νομοθεσίας. Επίσης αποδέχομαι τη θέση της ότι το '11 ο μόνος που θα μπορούσε να δώσει οδηγίες για να σταματήσουν να πληρώνουν προμήθειες ήταν ο εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενος. Την κρίνω αξιόπιστη μάρτυρα και όσα ανέφερε συνιστούν πραγματικό  υπόβαθρο για την εξαγωγή πραγματικών ευρημάτων.

 

Η Μ.Υ. 4 για τον εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενο υπεύθυνη στην υπηρεσία ανθρώπινου δυναμικού είναι τυπική μαρτυρία και εξήγησε το οργανόγραμμα της εταιρείας σε σχέση με τα καθήκοντα και αρμοδιότητες του καθενός. Την αποδέχομαι ως αξιόπιστη μάρτυρα.

 

Κάποια πράγματα που ανέφερε ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος ήταν λογικά. Είναι λογικό ότι ο Πατσαλίδης είχε σχέση με τον τρόπο και την διαπραγμάτευση που προηγήθηκε την σύναψη των τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β) διότι  γνώριζε τον Μ.Ε.1. Ο Πατσαλίδης και ο Μ.Ε.1 συνεργάζονταν παλαιά  στην ασφαλιστική εταιρεία Cosmos.  Η ημερομηνία διακοπής της πληρωμής των προμηθειών συμπίπτει με την ημερομηνία που απεχώρησε ο Πατσαλίδης από την εταιρεία επομένως, λογική κρίνεται η τοποθέτηση του ότι ο συγκεκριμένος είχε τον χειρισμό της υπόθεσης.  Δεν γίνεται πιστευτός ο μάρτυρας ως προς το ότι δεν γνωρίζει πότε εισήχθηκαν τα ομαδικά ασφάλιστρα της FBME  στις εναγόμενες  ώστε να τοποθετηθεί θετικά κατά πόσο τα Tεκμήρια 1(Α) και 1(Β) επρόκειτο για νέα συνεργασία ή ανανέωση υφιστάμενης συνεργασίας που έπρεπε να πραγματοποιηθεί ως συνέπεια της εναρμονιστικής νομοθεσίας του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και άλλων συναφών θεμάτων Νόμου 153(1)/2004. Στη βάση του Τεκμηρίου 18 η ενάγουσα εξασφάλισε εγγραφή ως αντιπρόσωπος  για λογαριασμό των εναγόμενων στις 30.6.2004. Αυτό σημαίνει ότι οι διαπραγματεύσεις των μερών είχαν διάρκεια τουλάχιστον 6 μηνών μέχρι να συναφθούν τα τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) τον Ιανουάριο 2005. Ήταν επίσης γνωστό εξ’ αρχής ότι ο Μ.Ε.1 δεν είχε προσωπικό στην εταιρεία του  για να ασχολείται με την διαχείριση των ομαδικών ασφαλιστικών συμβολαίων. Παρόλο τούτου τα Tεκμήρια 1(Α) και 1(Β)  περιείχαν ουσιώδης πρόνοιες που αφορούσαν τις νομικές υποχρεώσεις των εναγόντων σε σχέση με τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Το τεκμήριο 2 συντάχθηκε 7 μήνες αργότερα των Tεκμηρίων 1(Α) και 1(Β. Μέχρι την ημέρα που συντάχθηκε το Τεκμήριο 2 που ακολούθησε χρονικά την ετοιμασία των τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β) θα μπορούσε ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος  να αναρωτηθεί κατά πόσο είχε επιτευχθεί  στο ενδιάμεσο η εγγραφή της ενάγουσας για λογαριασμό των εναγόμενων. Εφόσον θέση του ήταν ότι μέλημα του ήταν να ελέγξει ότι όλοι οι διαμεσολαβητές  είχαν κάνει  εγγραφή για λογαριασμό των εναγόμενων γιατί συναίνεσε στην ετοιμασία του Τεκμηρίου 2 χωρίς να ελέγξει θέμα συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις του νόμου.  Ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος γνώριζε πολύ καλά τις προϋποθέσεις του νόμου και έτσι είναι παράδοξο ότι υπέγραψε το Τεκμήριο 2 που αφορά  και περιέχει όρο για την πιθανότητα ακύρωσης των τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β) που είχαν συναφθεί 7 μήνες προηγουμένως χωρίς να αναρωτηθεί κατά πόσο οι ενάγοντες είχαν εξασφαλίσει εγγραφή για λογαριασμό των εναγόμενων.

 

Για την συνάντηση του 2011 επικαλέστηκε μάρτυρες που ήταν παρόντες και γνώριζαν τι είχε γίνει. Κανείς δεν επιβεβαίωσε την εκδοχή του και αντιθέτως όλοι οι μάρτυρες εξέφρασαν άγνοια για το γεγονός ότι η  FBME  δεν είχε σχέση με τον Soli Ammar  κατά το έτος 2013. Δεν είναι δυνατόν να έλαβε την απόφαση να σταματήσει να πληρώνει δεκάδες χιλιάδες προμήθεια το 2011 και να μην είχε ενημερώσει κανένα. Η δικαιολογία ότι δεν ήθελε να διαταράξει τα δύο ομαδικά συμβόλαια που παρείχαν στις εναγόμενες πολλές εκατοντάδες χιλιάδες όφελος δεν πείθει. Η πιθανότητα να συρθούν οι εναγόμενες στο Δικαστήριο διότι σταμάτησε να πληρώνει προμήθειες ήταν μια ορατή προοπτική που θα στοίχιζε τις εναγόμενες πολύ περισσότερο. Η πιθανότητα της αγωγής πραγματοποιήθηκε εν τέλει το 2014 μετά την αποχώρηση του από την εταιρεία. Για το ενδεχόμενο αυτό και προτού αποχωρήσει  δεν φρόντισε να ενημερώσει κανένα ώστε να καλύψει τον εαυτό του και την εταιρεία του  που ως ανέφερε ήθελε να την  προστατέψει από την έκθεση  σε οικονομική απώλεια. Δεν έδωσε λογική εξήγηση για το γεγονός ότι αποφάσισε τον Ιούλιο 2005 να υπογράψει το Τεκμήριο 2. Δεν θα υπήρχε λόγος να υπογράψει τέτοια συμφωνία  εκτός και εάν είχε συμβεί κάτι που θα έκανε πιθανόν την διακοπή των συμβολαίων. Το ότι οι Ενάγοντες δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τα ομαδικά συμβόλαια ήταν γνωστό από τον Ιανουάριο 2005.  Επομένως ο λόγος της μειωμένης προμήθειας, η αδυναμία  και το ενδεχόμενο διακοπής  των συμβολαίων θα έπρεπε να προβλεφθεί εξ’ αρχής στην αρχική συμφωνία.  Ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος θα πρέπει να γνωρίζει τι άλλαξε για να είναι ανάγκη η ετοιμασία του τεκμηρίου 2. Επίσης, πρέπει να γνώριζε ότι δεν τηρήθηκαν όλες οι νόμιμες και τυπικές προϋποθέσεις του νόμου με την υπογραφή του τεκμηρίου 2 διαφορετικά θα λάμβανε μέτρα να τους  ενημερώσει όλους και να φροντίσει να καταχωρηθεί αντίγραφο του τεκμηρίου 2  στον φάκελο της ενάγουσας μαζί με τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β). Δεν αποκάλυψε όλη την αλήθεια στο Δικαστήριο  τι έγινε, γιατί έγινε και ποιο ήταν το κίνητρο του για την  υπογραφή του Τεκμηρίου 2 που παραμένει  μυστικό. Κρίνεται αναξιόπιστος σε σχέση με αυτά τα ζητήματα.  Τα υπόλοιπα ζητήματα όπως ότι αυτός διέταξε την διακοπή πληρωμής προμήθειών η μαρτυρία του όπως έχω εξηγήσει, πιο πάνω, γίνεται αποδεκτή.

 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ

 

Τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) είναι η πλήρης και ολοκληρωμένη συμφωνία των μερών. Οι Ενάγοντες όφειλαν να φροντίσουν την εγγραφή τους ως προνοεί ο Νόμος 153(1)/2004. Οι Ενάγοντες σκόπιμα δεν φρόντισαν να πραγματοποιηθεί η εγγραφή. Αντ’ αυτού χρησιμοποίησαν τις γνωριμίες τους  με τους κ. Πατσαλίδη και κ. Φωτίου για να επιτευχθεί η υπογραφή του τεκμηρίου 2 και να εξασφαλίσουν την συνεχή ροή των πληρωμών προμηθειών στην βάση των ομαδικών συμβολαίων ακόμη και στο ενδεχόμενο τα τεκμήρια 1α και 1β να ακυρωθούν. Δεν προσδιορίζεται ο χρόνος που διασαλεύθηκαν οι σχέσεις του  Soli Ammar  με την  FBME  αλλά ως καταγράφεται στο τεκμήριο 31 μέχρι το 2007 είναι βέβαιο ότι δεν ενεργούσε ως αντιπρόσωπος τους ώστε να εξασκεί οποιαδήποτε επιρροή ανανέωσης ομαδικών συμβολαίων. Οι Ενάγοντες ουδέποτε παρείχαν υπηρεσίες διαμεσολάβησης ως ορίζει ο νόμος και δεν είναι γνωστό πως ακριβώς οι εναγόμενες εξασφάλισαν τα ομαδικά συμβόλαια της FBME  τα οποία δεν κατατέθηκαν ως τεκμήριο στο Δικαστήριο. Οι Εναγόμενοι είχαν απευθείας διαπραγματεύσεις  με  FBME ώστε να ανανεώνονται τα συμβόλαια, να γίνει η διαχείριση τους και η πληρωμή απαιτήσεων  που προκύπταν από τα ασφάλιστρα και για να εισπραχθούν τα ασφάλιστρα. Οι Ενάγοντες σκόπιμα δεν φρόντισαν την εγγραφή τους στο Έφορο Ασφαλίσεων για λογαριασμό των Εναγόμενων μετά την υπογραφή των Τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β).  Κάποιοι στις Εναγόμενες εταιρείες δεν ελέγξαν ότι είχε γίνει η εγγραφή με αποτέλεσμα να συνεχίζει η καταβολή των προμηθειών μέχρι το 2010. Το τεκμήριο 2 δεν κατατέθηκε στον φάκελο της ενάγουσας και πλην αυτών που το υπέγραψαν δεν φαίνεται να έλαβε γνώση κάποιο άλλο άτομο. Η FBME  σταμάτησε να έχει οποιαδήποτε επαφή με τον  Soli Ammar  τουλάχιστον από το 2007.

 

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Ο  Μ.E.1  παρουσίασε το ζευγάρι συμβάσεων Τεκμήριο 1(Α) και 1(Β) και παράλληλα παρουσίασε το Τεκμήριο 2 που οι όροι του έρχονται σε αντίθεση με τους όρους των εν λόγω συμφωνιών. Όχι μόνο υπάρχουν αντικρουόμενοι όροι αλλά το περιεχόμενο του τεκμηρίου 2 κινείται και  διέπεται από διαφορετική φιλοσοφία. Δημιουργεί άλλης φύσης υποχρεώσεις και δικαιώματα των μερών. Το επίδικο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι ποια ήταν η πρόθεση των μερών κατά την σύναψη των συμφωνιών Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) και Τεκμήριο 2; Με δεδομένο ότι η συμφωνία Τεκμήριο 2 φέρει υπογραφές εκ μέρους των εναγόμενων,  προσώπων που δεν εργάζονται πλέον  στις εναγόμενες  εταιρείες και η αποχώρηση τους σημαδεύεται με αρνητικά γεγονότα καθώς και το ότι κανείς άλλος γνώριζε για την ύπαρξη του τεκμηρίου 2 το δεύτερο ερώτημα είναι κατά πόσο οι εναγόμενες δεσμεύονται από την υπογραφή του Πατσαλίδη και του Φωτίου επί του Τεκμηρίου 2.  Τέλος με δεδομένο ότι οι σχέσεις ασφαλιστικών εταιρειών και αυτών που διαμεσολαβούν ή ασκούν επιρροή ή τις γνώσεις τους για να εξασφαλίσουν ομαδικά ασφάλειες των πελατών τους διέπεται από συγκεκριμένη νομοθεσία για λόγους δημόσιας ωφέλειας πρέπει να κριθεί εάν το τεκμήριο 2 είναι απαράδεκτο ως προς τον σκοπό του με αποτέλεσμα να μην θεωρείται νομικά εφαρμόσιμη συμφωνία.

 

Τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) προσδιόριζαν ότι οι εναγόμενες διόριζαν την ενάγουσα να ενεργεί ως διαμεσολαβητής της εταιρείας όπως ο ρόλος του διαμεσολαβητή  ορίζεται στο σχετικό νόμο με μοναδικό σκοπό εργασιών διαμεσολάβησης. Οι συμφωνίες περιείχαν ρητή πρόνοια ότι οι ενάγοντες ως οι ασφαλιστικοί πράκτορες έφεραν την ευθύνη να προχωρήσουν με την εγγραφή ή την ανανέωση της εγγραφής στα μητρώα διαμεσολαβητών και την εξασφάλιση οποιουδήποτε πιστοποιητικού και την υποβολή εγγράφων για την τήρηση του νόμου. Οι συμφωνίες προνοούσαν τερματισμό της συμφωνίας με την ακύρωση της εγγραφής του ασφαλιστικού πράκτορα που απαιτείται από τον νόμο στα αντίστοιχα μητρώα διαμεσολαβητών ή την λήξη της ισχύος και ή την μη λήψη διαβημάτων για την ανανέωση της.

 

Σε αντίθεση με τις πρόνοιες των συμφωνιών πιο πάνω το Τεκμήριο 2 προνοεί ότι:

 

further to your agency agreement of January 14 2005 it is hereby agreed that with respect to all group insurance contracts secured through you the company will continue to pay the commission agreed between us…for as long as a particular group insurance contract remains insured with Ethniki Insurance Ltd even in case that your agency agreement is cancelled and/or the group insurance contract is cancelled …’.

 

Η ουσία του θέματος είναι ότι το τεκμήριο 2 προνοούσε ότι στην περίπτωση ακύρωσης των συμφωνιών 1(A) και 1(B) και στην περίπτωση που οι εναγόμενες εξασφάλιζαν την συνέχιση των ομαδικών ασφαλειών μέσω ενεργειών των εναγόντων θα εξακολουθούσαν να υποχρεούνται να πληρώνουν προμήθειες. Ήταν η εκδοχή των Eναγόντων ότι το Tεκμήριο 2 θα έπρεπε να ερμηνευθεί ως μια αυτοτελή συμφωνία που να μην εξαρτάται από τις πρόνοιες των τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β). Όμως με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον μου προκύπτει ότι το τεκμήριο 2 ουδέποτε θα μπορούσε και δεν ήταν πρόθεση των  μερών να αποτελέσει αυτόνομη συμφωνία των μερών.

 

Διά την ορθή ερμηνεία μίας συμφωνίας, είναι ανάγκη να ληφθούν υπόψη κάποιοι κανόνες που διέπουν το ζήτημα αυτό. Ο γενικός κανόνας είναι ότι σκοπός της ερμηνείας της συμφωνίας, είναι να εξευρεθεί η πρόθεση των μερών. Στην Αλεξάνδρου Λτδ ν. Συμβούλιο Αποχετεύσεως Λευκωσία 1 AΑΔ (1999) σελ. 630, λέχθηκε ότι διαπιστώνεται η πρόθεση των μερών από τη γλωσσική διατύπωση της συμφωνίας, όμως η ερμηνεία που θα αποδοθεί σε αυτές τις λέξεις δεν μπορεί να βρεθεί εντελώς ανεξάρτητα και ασύνδετα από το πραγματικό υπόβαθρο που πλαισιώνει τη σύναψη της συμφωνίας. Επίσης στην Κουνούνα ν. Κώστας Κυριάκου Υιοί Λτδ 1 ΑΑΔ (2001) 2126, ως και επίσης στη Λάμπρου ν. Παράσχου 1 ΑΑΔ (1993) σελ. 397, επεξηγήθηκε ότι ο σκοπός των μερών μπορεί να συναχθεί μόνο από το σύνολο του κειμένου και όταν η σύμβαση είναι σαφής ως προς το νόημά της, το Δικαστήριο δεν μπορεί να προσδώσει διαφορετικό νόημα στη σύμβαση από αυτό που οι ίδιες οι λέξεις της σύμβασης ενέχουν. Η υπόθεση Φούτας ν. Εταιρεία Βάσος Λτδ 1ΑΑΔ (1993) σελ. 168, επεξηγεί ότι η προσαγωγή εξωγενούς μαρτυρίας για την ορθή ερμηνεία των όρων της σύμβασης επιτρέπεται, όποτε διαπιστώνεται η ύπαρξη κενού ή αμφιβολιών. Τούτο ισχύει όχι μόνο σε σχέση με την ερμηνεία της συμφωνίας, αλλά και για την εφαρμογή της. Παραθέτω πιο κάτω απόσπασμα αυτής της απόφασης το οποίο είναι βοηθητικό.

 

“When any doubt arises upon the true meaning or sense of the words themselves, or any difficulty as to their application under the surrounding circumstances, the sense and meaning of the language may be investigated and ascertained by evidence dehors the instrument itself; for both reason and common sense agree that by no other means can the language of the instrument be made to speak the real mind of the party.”

 

Ελεύθερη μετάφραση:

 

«Όταν υπάρχει αμφιβολία σε σχέση με την πραγματική ερμηνεία και έννοια των λέξεων της σύμβασης ή υπάρχει δυσκολία σε σχέση με την εφαρμογή τους έχοντας υπόψη τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, τότε η ερμηνεία των λέξεων μπορεί να εξεταστεί και να διαπιστωθεί λαμβάνοντας υπόψη μαρτυρία που βρίσκεται εκτός του κειμένου της σύμβασης. Η λογική και κοινή λογική υπαγορεύουν ότι πρέπει να αποδοθεί τέτοια ερμηνεία στις λέξεις της σύμβασης που να φανερώνουν την πραγματική πρόθεση του συμβαλλόμενου μέρους».

 

Για τον καθορισμό των δικαιωμάτων και ευθυνών των μερών, σημασία έχει η πρόθεση των μερών κατά τη σύναψη της συμφωνίας. Αυτοί οι κανόνες επεξηγήθηκαν με σαφήνεια από τον Δικαστήριο  στην απόφαση Μεταλλικά Ηρακλής Μιχαηλίδης Λτδ. ν G & C Exhaust Systems Ltd. 1 ΑΑΔ 500(2001) στο ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Σύμφωνα με τους ερμηνευτικούς κανόνες, μία σύμβαση πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με το λεκτικό της και με τρόπο που θα πραγματοποιείται η πρόθεση των μερών, όπως αυτή συνάγεται από το σύνολο της σύμβασης...

Αν οι πρόνοιες μίας συμφωνίας εκφράζονται με σαφήνεια και δεν υπάρχει τίποτα που καθιστά ικανό το Δικαστήριο να το ερμηνεύσει με τρόπο διαφορετικό από εκείνο που επιτρέπεται από το λεκτικό του, χωρίς αμφιβολία πρέπει να επικρατήσει το λεκτικό. Αν όμως οι πρόνοιες και οι φράσεις είναι αντιφατικές και αν υπάρχουν λόγοι οι οποίοι φαίνονται στην όψη του εγγράφου οι οποίοι προσφέρουν απόδειξη της πραγματικής πρόθεσης των μερών, τότε εκείνη η πρόθεση θα επικρατήσει έναντι της φανερής και συνήθους έννοιας των λέξεων».

 

Τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) είναι η ολοκληρωμένη συμφωνία μεταξύ των μερών. Αυτή ήταν η συμφωνία που οι ενάγοντες θα έπρεπε να προσκομίσουν στον έφορο ασφαλειών για να εξασφαλίσουν εγγραφή να ενεργούν ως διαμεσολαβητές εκ μέρους των εναγόμενων. Οι συγκεκριμένες συμφωνίες περιέχουν λεπτομερείς πρόνοιες που διέπουν κάθε τι σε σχέση με τις υποχρεώσεις και δικαιώματα των μερών. Σε αντίθεση με τις συμφωνίες αυτές, ως προκύπτει από την αξιόπιστη μαρτυρία, το Τεκμήριο 2 δεν βρέθηκε στον φάκελο των εναγόμενων. Ακόμη και ο Μ.Ε.1 ανέφερε μάλλον υστερόβουλα ότι  ξέχασε για την εν λόγω συμφωνία με αποτέλεσμα να μην την παρουσιάσει το 2011-2013 και ότι είναι ευτύχημα που την βρήκε μέσα στα πράγματα του. Με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία της ΜΥ4 προκύπτει ότι ποτέ δεν θα μπορούσε να είναι επίσημη θέση της εναγόμενης μια συμφωνία που διέπεται από το καθεστώς σχέσης μεταξύ ενάγουσας και εναγόμενων ως το Τεκμήριο 2. Οι Εναγόμενες είναι ασφαλιστικές εταιρείες, πουλούν ασφαλιστικά συμβόλαια, όλες οι πράξεις και ενέργειες και υποχρεώσεις τους είναι να συμφωνούν και να υπακούν στη νομοθεσία.  Οι θέσεις τους ότι εισήγαγαν μεμονωμένη πράξη με σκοπό να καταστρατηγήσουν τον Νόμο δεν ήταν εντός των πλαισίων που οι εναγόμενες εταιρείες θα μπορούσαν  να ακολουθήσουν  ή  που θα  ήθελαν να ακολουθήσουν. Δεν υπάρχει άλλη κατηγορία εισαγωγής ή κατάρτισης ή πώλησης ασφαλιστικών προϊόντων εκτός της Νομοθεσίας. Οπότε το τεκμήριο 2 είναι μια κρυφή συμφωνία που παρουσιάστηκε από τον ΜΕ1 στα πλαίσια της αγωγής και που υπογράφτηκε από τους Πατσαλίδη και Φωτίου με πρόθεση αυτή η συμφωνία να καταστεί ασφάλεια στο ενδεχόμενο ακύρωσης των επίσημων συμφωνιών. Σκόπιμα δεν τέθηκε στον φάκελο των εναγόμενων ώστε να περιπέσει στα μάτια της νομικής υπηρεσίας των εναγόμενων. Κανένας από τους δικηγόρους των εναγόντων στις επιστολές απευθυνόμενες στις εναγόμενες τεκμήρια 9 και 20 αντίστοιχα δεν έκαναν αναφορά στο τεκμήριο 2 ημερομηνίας 7.7.2005. Μάλιστα η επιστολή του δικηγόρου Ιακώβου κάνει αναφορά ότι ‘ οι πελάτες μας κατά ή περί την 14.1.2005 υπέγραψαν με την εθνική ασφαλιστική την τυποποιημένη συμφωνία ασφαλιστικού πράκτορα  και αντιπροσώπου και ή διαμεσολαβητή και σαν αποτέλεσμα αυτής της συμφωνίας αυτής εισήγαγαν στην εταιρεία ομαδικά συμβόλαια τα ετήσια ασφάλιστρα υπερβαίνουν τα 700.000 ευρώ.’  Εκείνο το στάδιο ήταν αυτό που οι δικηγόροι των εναγόντων όφειλαν να παραπέμψουν σε μια άλλη συμφωνία που περιείχε άλλους όρους διαφορετικούς από τα ‘τυποποιημένα συμβόλαια’ τα οποία επικαλέστηκαν. Δεν το έπραξαν όμως και βασίστηκαν μόνο στο επιχείρημα ότι οι εναγόμενοι επωφελήθηκαν πολλών χιλιάδων ευρώ από τα ομαδικά συμβόλαια της  FBME.

 

O τρίτος λόγος που δεν μπορεί να υπάρχει συγκερασμός των προνοιών του Tεκμηρίου 2 με αυτών των Τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β) είναι επειδή το ίδιο το λεκτικό του τεκμηρίου 2 παραπέμπει σε συμβόλαια που οι ενάγοντες έχουν εξασφαλίσει για τους εναγόμενους. Τα ομαδικά συμβόλαια ανανεώνονταν κάθε χρόνο σύμφωνα με την αξιόπιστη μαρτυρία. Όλες τις υπηρεσίες  της διαχείρισης των συμβολαίων τα εκτελούσαν οι εναγόμενοι απευθείας. Επομένως, στην καλύτερη των περιπτώσεων μπορεί να ειπωθεί ότι ο ΜΕ1 έκανε χρήση των γνωριμιών του και της σχέσης του με τον Πατσαλίδη που εργοδοτήθηκε στους εναγόμενους για να ασκήσει επιρροή ώστε να γίνει η πρώτη επαφή των εναγόμενων με την FBME.  Δεν έχει προσκομιστεί αξιόπιστη μαρτυρία ότι οι ενάγοντες έλαβαν οποιαδήποτε ενέργεια μετά το 2010 για να κάνουν ‘ secured  τα εν λόγω ομαδικά συμβόλαια. Τουναντίον, υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον μου ότι από το 2007 και μετά οι ενάγοντες δεν αντιπροσώπευαν και δεν ασκούσαν καμία επιρροή στην FBME  ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η συνεργασία με τους εναγόμενους για να συναφθούν τα ομαδικά συμβόλαια.

 

Κατά συνέπεια το τεκμήριο 2 ουδέποτε θα μπορούσε να αποτελέσει αυτόνομη συμφωνία. Η πραγματική συμφωνία και η μόνη που θα μπορούσε να διέπει τις σχέσεις των εναγόμενων και του διαμεσολαβητή της είναι τα Tεκμήρια 1(Α) και 1(Β. Δεν είναι τυποποιημένη συμφωνία αλλά η επίσημη συμφωνία των μερών που περιέχει όλους τους αναγκαίους όρους για την λειτουργία της συνεργασίας μέσα στο πλαίσιο που επιτρέπει ο νόμος που να αφορά ασφαλιστικές εργασίες. Το τεκμήριο 2 είναι συμφωνία της πίσω πόρτας που επινόησαν αυτοί που υπέγραψαν την συμφωνία και που ο Μ.Ε.1 είχε την πρόθεση να παρουσιάσει ώστε να τεθούν οι υπόλοιποι παράγοντες της εναγόμενης εξ’ απήνης και για να τους πιέσει ώστε να εξασφαλίσει χρηματικό όφελος στην περίπτωση διακοπής των Tεκμηρίων 1(Α) και 1(Β).

 

Σε κάθε περίπτωση κρίνω ότι στην βάση των συνθηκών που επικρατούσαν  κατά την υπογραφή του τεκμηρίου 2 θεωρώ ότι ο Πατσαλίδης και ο Φωτίου δεν θα μπορούσαν να δεσμεύσουν τις εναγόμενες με τον τρόπο που ενήργησαν ώστε να συντάξουν το Τεκμήριο 2. Όπως προκύπτει από την αξιόπιστη μαρτυρία ο Μ.Ε.1 γνώριζε ότι δεν ήταν εγγεγραμμένος ως ασφαλιστικός αντιπρόσωπος των Εναγόμενων.  Κρίνω ότι σκόπιμα απέφυγε να αναζητήσει εγγραφή εφόσον από το 2007 δεν είχε καλές σχέσεις με την FBME  και το 2011 τελούσε υπό το καθεστώς πτώχευσης και δεν θα μπορούσε να διατελέσει διευθυντής της ενάγουσας. Αυτός είναι ο λόγος που δεν παρουσίασε το Tεκμήριο 2 και την κρατούσε άσσο στο μανίκι για να την παρουσιάσει σε κατάλληλο χρόνο ώστε να εξασφαλίσει χρηματικό πλεονέκτημα.

 

Δεν είναι η περίπτωση που οι ενάγοντες ξεγελάστηκαν να υπογράψουν τις συμφωνίες εις βάρους των συμφερόντων τους. Η επίσημη συμφωνία ήταν τα τεκμήρια 1α και 1Β και εντέχνως ο ΜΕ1 επειδή βρήκε υποστήριξη από τα δύο πρόσωπα με τους οποίους είχε διαπροσωπικές σχέσεις απέφυγε να κάνει την εγγραφή ως όφειλε να κάνει.  Δεν είναι λογικό να υπέγραφε τα τεκμήρια 1 α και 1Β και να προσδοκούσε ότι σε  μελλοντικό χρόνο αυτές οι συμφωνίες θα  είχαν ανακληθεί  εκτός και εάν είχε αντίληψη ότι υπήρχε πρόβλημα και ότι έπρεπε να διασφαλίσει ότι θα συνέχιζε να λαμβάνει τις προμήθειες ανεξάρτητα από την ισχύος των δύο συμφωνιών.

 

Το Tεκμήριο 2 ήταν η ασφάλεια του Μ.Ε.1 διότι πιθανόν να ανέμενε συγκεκριμένη εξέλιξη των πραγμάτων με δεδομένο ότι δεν θα προχωρούσε σε εγγραφή. Οι υπογράφοντες του τεκμηρίου 2 εκ μέρους των εναγόμενων παρουσιάσθηκαν ως  εξουσιοδοτημένα πρόσωπα εκ μέρους των εναγόμενων . Ως τα πρόσωπα που είχαν την αρμοδιότητα να υπογράψουν τέτοια συμβόλαια δυνατόν να δεσμεύουν την εταιρεία. Ένας εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος των εναγομένων δυνάμει του άρθρου 197 του Κεφ. 149  είναι αυτός που εμφανίζεται στον άλλο ως πρόσωπο που δεσμεύει τις εταιρείες (ostensible or apparent authority).  Το γεγονός ότι οι προμήθειες συνέχιζαν να πληρώνονται μέχρι το 2010 ενισχύουν την θεώρηση των πραγμάτων ότι δεσμεύεται η εταιρεία από τις καθαρές πράξεις των εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων της την δεδομένη στιγμή . Όμως με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου προκύπτει ότι οι πράξεις του Πατσαλίδη κ. Φωτίου δεν φαίνεται να είχαν επικυρωθεί από την εταιρεία τουλάχιστον αναφορικά με το Τεκμήριο 2.  Παρόλο ότι οι προμήθειες πληρώθηκαν για τα επόμενα χρόνια ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος ανέφερε ότι μετά την αποχώρηση του Πατσαλίδη από τις εταιρείες δεν υπήρχε άλλο διευθυντικό στέλεχος αρμόδιο για να ελέγξει και  να αμφισβητήσει τις πράξεις του.  Ο λόγος που θα πρέπει να αποτύχει η ανταπαίτηση των εναγόμενων είναι επειδή οι εναγόμενες μέχρι το 2011 δεν είχαν αποκηρύξει τις συμφωνίες τεκμήριο 1 Α και 1 Β και οι πληρωμές εξουσιοδοτήθηκαν από αρμόδια πρόσωπα της εταιρείας. Τα τεκμήρια 1Α και 1Β , σε αντίθεση με το τεκμήριο 2 πρόκειται για δεσμευτικές συμφωνίες. Δεν είμαι σε θέση στην βάση της υπάρχουσας μαρτυρία να κάνω εύρημα ότι τα πρόσωπα που εξουσιοδότησαν τις πληρωμές ενήργησαν δόλια ή να διαπιστώσω ότι κακώς πληρώθηκαν οι προμήθειες για τα έτη 2005 μέχρι 2010.  Mόνο η μάρτυρας 4 του εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενου ανέφερε για την διακοπή της συνεργασίας εναγόντων με FBME. Κανείς δεν ανέφερε πως έγινε η διακοπή και υπό ποιες συνθήκες ώστε να κάνω εύρημα καταληκτικά ότι οι εναγόμενοι δεν είχαν όφελος από τις συμφωνίες τότε σε ισχύ Τεκμήρια 1 Α και 1Β. Όλοι οι μάρτυρες των  εναγόμενων εξέφρασαν άγνοια για τα δεδομένα. Την στιγμή όμως που λειτουργοί των εναγόμενων αποκήρυξαν τις συμφωνίες Τεκμήρια 1Α και 1Β και σταμάτησαν να πληρώνουν τις προμήθειες οι ενάγοντες δεν μπορεί να επικαλούνται κώλυμα στην δυνατότητα των εναγόμενων να σταματήσουν την συνεργασία.  Δεν είναι η περίπτωση που θα πρέπει οι ενάγοντες να δικαιωθούν με βάση την αρχή της φαινομενικής πληρεξουσιότητας προς τρίτους, επειδή γνώριζαν ότι η συνεργασία τους με την  FBME  είχε διακοπεί και εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός αυτό να αποφύγουν την εγγραφή τους στον έφορο ασφαλίσεων και να συνεχίζουν να πληρώνονται προμήθειες παρά το γεγονός ότι δεν παρείχαν αντιπαροχή για τις εν λόγω πληρωμές. Δεν είναι η περίπτωση που έγιναν θετικές παραστάσεις στους ενάγοντες με αποτέλεσμα να ξεγελασθούν και να ενεργήσουν κατά των συμφερόντων τους.

 

Οι πρόνοιες του άρθρου 197 του Περί συμβάσεων  Νόμου είναι ως ακολούθως:

 

«Ευθύνη αντιπροσωπευόμενου που εξωθεί τρίτους να πιστεύουν ότι ο αντιπρόσωπος ενεργούσε εντός της πληρεξουσιότητας του

197. Αν ο αντιπρόσωπος, χωρίς πληρεξουσιότητα, διενέργησε πράξεις ή ανέλαβε υποχρεώσεις έναντι τρίτων για λογαριασμό του αντιπροσωπευόμενου, ο αντιπροσωπευόμενος δεσμεύεται από τις πράξεις ή υποχρεώσεις αυτές, αν προφορικά ή με τη συμπεριφορά του εξώθησε τους τρίτους να πιστεύουν ότι οι πράξεις και υποχρεώσεις αυτές διενεργήθηκαν εντός των ορίων της πληρεξουσιότητας του αντιπροσώπου».

 

Στην υπόθεση Paneuropean Insurance Co. Ltd. v. Νίκου Χειμάρη 1Β ΑΑΔ 713 (2004) το Εφετείο επεξήγησε ότι οι συνέπειες από την φαινόμενη πληρεξουσιότητα προς τρίτους δεσμεύουν την εναγόμενη εταιρεία. 

 

«Οι συνέπειες από τη φαινομενική πληρεξουσιότητα βρίσκουν έρεισμα κατά τα επικρατούντα, στις αρχές του κωλύματος (estoppel) που αποτελούν μέρος του δικαίου μας κατά το άρθρο 29 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60, αφού δεν μπορεί να θεωρηθεί, ούτε βέβαια προβλήθηκε τέτοιος ισχυρισμός, ότι αποκλείονται από τις διατάξεις του Κεφ. 149. (βλ. σχετικά Παΐκκος ν. Κοντεμενιώτη  (1989) 1 C.L.R. 50.

Βρίσκεται στον πυρήνα της δέσμευσης η εμφάνιση των πραγμάτων όπως αυτή μπορεί να συνδεθεί προς παράσταση, ρητή ή με τη συμπεριφορά.  Κωλύεται εκείνος που παριστά ή που επιτρέπει με αυτό τον τρόπο να παρίσταται άλλος ως αντιπρόσωπός του, να αρνηθεί δέσμευση όταν ο τρίτος, στηριγμένος σ’ αυτή την παράσταση, ενεργεί προς βλάβη του ή, ακόμα ευρύτερα, διαφοροποιεί τη θέση του.»

 

Ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος είχε υπερβεί τις εξουσίες του όταν υπέγραψε το Τεκμήριο 2. Όμως η συναλλαγή  με τους ενάγοντες δεν ήταν περίπτωση κατά την οποία αυτοί είχαν την εντύπωση ότι η συναλλαγή ήταν καθόλα νόμιμη και εξωθήθηκαν  από τον εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενο να πιστεύουν με την συμπεριφορά του και ως εκ της θέσης του ως διευθυντής του εναγόμενων ότι  η εταιρεία  τον είχε εξουσιοδοτήσει και ότι είχε επικυρώσει τη συμφωνία.  Προκύπτει στη βάση τις αξιόπιστης μαρτυρίας που έχει τεθεί ενώπιον μου ότι ανέμεναν την ακύρωση των Τεκμηρίων 1(Α) και 1(Β) και επωφελήθηκαν των γνωριμιών τους να αποφύγουν τις συνέπειες τέτοιου ενδεχόμενου προς ίδιον συμφέρον.

 

Κατά δεύτερο λόγο η σύνταξη και συνομολόγηση του τεκμηρίου 2 ήταν πράξη  ultra vires  εξαιτίας του γεγονότος της παρανομίας.

 

Το άρθρο 277 του περί της ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών και άλλων συναφών θεμάτων Νόμου του 2002 153(1) /2004 προνοεί ως ακολούθως :

 

227.  (1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), οι εγγεγραμμένοι κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου αντιπρόσωποι ασφαλειών, μεσίτες ή αντιπρόσωποι μεσιτών, θα εξακολουθήσουν να ασκούν τις εργασίες τους σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 έως 65 των περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμων του 1984 έως 2001, μέχρι  της εγγραφής τους στα Μητρώα της παραγράφου (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 170 σύμφωνα με το επόμενο εδάφιο.

(2) Όσα πρόσωπα είναι εγγεγραμμένα κατά την έναρξη της ισχύος του Μέρους  XII, σύμφωνα με το εδάφιο (1), δυνάμει του άρθρου 64 του δια του παρόντος καταργούμενου νόμου οφείλουν εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του Μέρους XII να υποβάλουν αίτηση για την εγγραφή τους στα, σχετικά με τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης που πράγματι παρέχουν, οικεία Μητρώα του άρθρου 170:

Νοείται ότι οι αιτητές θεωρούνται ικανοί για την παροχή των υπηρεσιών αυτών κατά την έννοια του εδαφίου (2) του άρθρου 172 του Νόμου.

(3) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) οφείλουν:

(α) Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής αιτήσεως για εγγραφή στα Μητρώα σύμφωνα με το εδάφιο (2), να παύσουν την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης με το πέρας της προθεσμίας ή

(β) σε περίπτωση απορρίψεως της υποβληθείσης αιτήσεως, οφείλουν να παύσουν την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης από της κοινοποιήσεως της απορριπτικής αποφάσεως του Εφόρου.

(4) Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στο Μέρος ΧΙΙ του Νόμου:

(α) Οι, δυνάμει του εδαφίου (2), εγγραφόμενοι στα Μητρώα της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 170 οφείλουν να συμμορφωθούν, εντός τριετίας από της ενάρξεως ισχύος του Μέρους ΧΙΙ, με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 165 προκειμένου για εταιρεία ασφαλιστικής πρακτόρευσης, του εδαφίου (2) του άρθρου 166 προκειμένου για εταιρεία ασφαλειομεσιτών, του εδαφίου (2) του άρθρου 167 προκειμένου για εταιρία ασφαλιστικών μεσαζόντων και του εδαφίου (2) του άρθρου 168 προκειμένου για εταιρία ασφαλιστικών συμβούλων σχετικά με την επωνυμία τους κατά τον χρόνο εγγραφής τους. Ο Έφορος Εταιριών και Επίσημος Παραλήπτης πάντως δεν επιτρέπει από την έναρξη ισχύος του Μέρους ΧΙΙ, την τροποποίηση του ιδρυτικού εγγράφου των εταιριών αυτών, εφόσον με την τροποποίηση δεν προσαρμόζεται η επωνυμία τους όπως προβλέπεται αντίστοιχα στα άρθρα 165, 166, 167 και 168,

(β) οι δυνάμει του εδαφίου (2) εγγραφόμενοι στα Μητρώα της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 170 του Νόμου οφείλουν να συμμορφωθούν εντός προθεσμίας έξι (6) ετών από την έναρξη ισχύος του Μέρους ΧΙΙ του Νόμου προς την υποχρέωση να έχουν ως αποκλειστικό τους σκοπό την άσκηση εργασιών διαμεσολάβησης σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 173 του Νόμου και

(γ) οι δυνάμει του εδαφίου (2) εγγραφόμενοι στα Μητρώα της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 170 του Νόμου  απαλλάσσονται από την υποχρέωση εγγραφής κατ’ ελάχιστον δύο διευθυνόντων ή εταίρων, ανάλογα με την περίπτωση,στα Μητρώα της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 170 του Νόμου σύμφωνα  με την παράγραφο (β) ή (γ) αντίστοιχα του εδαφίου (1) του άρθρου173 του Νόμου.

(5) Οι διατάξεις του άρθρου 171 σχετικά με τις κοινές προϋποθέσεις εγγραφής νομικών και φυσικών προσώπων στα Μητρώα του άρθρου 170 θα τεθούν σε ισχύ την 15η Ιανουαρίου 2005:

Νοείται ότι μέχρι την ημερομηνία αυτή οι διαμεσολαβητές οφείλουν να έχουν υποβάλει τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει η συμμόρφωσή τους με το παρόν εδάφιο.

(6) Μέχρι την 15η Ιανουαρίου 2005, εφόσον σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως δεν υφίσταται μητρώο αρμοδίας αρχής κατά την έννοια του άρθρου 188 ή η αρμόδια αρχή αυτή δεν παρέχει την ενημέρωση που προβλέπεται στη διάταξη αυτή, ο Έφορος εγγράφει στα Μητρώα των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 170, κατόπιν αιτήσεώς τους, τους ασκούντες εργασίες διαμεσολάβησης σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης τηρουμένων των προϋποθέσεων των άρθρων 171 έως 173.

(7) Μέχρι την έκδοση των Κανονισμών που αναφέρονται στον Μέρος ΧΙΙ του Νόμου οι ισχύοντες περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Κανονισμοί του 1995 και 2001, που έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 81 των περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμων του 1984 έως 2001, παραμένουν σε ισχύ και εφαρμόζονται για όλους τους αιτητές που προτίθενται να ασκήσουν για πρώτη φορά εργασίες διαμεσολάβησης στην Δημοκρατία και αιτούνται την εγγραφή τους στα Μητρώα του εδαφίου (1) του άρθρου 170 του Νόμου. O Έφορος δύναται με Οδηγίες να ρυθμίζει θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κανονισμών που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 81 των περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμων του 1984 έως 2001 ιδίως σε σχέση με τις διατάξεις του Μέρους ΧΙΙ του Νόμου.

(8) Όπου στους Κανονισμούς που έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 81 των περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμων του 1984 έως 2001 αναφέρονται οι όροι «αντιπρόσωπος ασφαλειών, μεσίτης ή και αντιπρόσωπος μεσιτών» νοείται οιοσδήποτε διαμεσολαβητής εγγεγραμμένος στα Μητρώα του εδαφίου (1) του άρθρου 170 του Νόμου.

 

Το πιο πάνω άρθρο είναι καθαρό ως προς το νόημα του. Οι διαμεσολαβητές για τις εναγόμενες θα εξακολουθούσαν να ασκούν εργασίες σύμφωνα με το άρθρο 63 του νόμου αλλά όφειλαν εντός 6 μηνών από την έναρξη της ισχύος του νόμου 153(1)/2004 να υποβάλλουν αίτηση για την εγγραφή τους. Υπήρχε ρητή νομική υποχρέωση τους να παύσουν να παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης στην περίπτωση μη υποβολής αίτησης για εγγραφή στο μητρώο:

 

(3) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) οφείλουν:

(α) Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής αιτήσεως για εγγραφή στα Μητρώα σύμφωνα με το εδάφιο (2), να παύσουν την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης με το πέρας της προθεσμίας ή

 

Έχει επεξηγηθεί τι σημαίνει με την μαρτυρία τι περιλαμβάνει υπηρεσίες διαμεσολάβησης ως μια από τις κατηγορίες παρεχόμενων ασφαλιστικών υπηρεσιών που επιτρέπονται από τον νόμο. Εάν οι ενάγοντες διεξήγαγαν τέτοιες υπηρεσίες είτε να συνάπτουν ασφαλιστήρια και να κάνουν διαχείριση των ασφαλιστικών συμβολαίων προς όφελος των εναγόμενων όφειλαν να συμμορφωθούν με τον νόμο. Με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία προκύπτει ότι οι Ενάγοντες απέφυγαν να υποβάλουν τέτοια  αίτηση για εγγραφή και ότι αυτό έγινε εν αγνοία των εναγόμενων.  Τίθεται το ζήτημα κατά πόσο τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) πρόκειται για παράνομα συμβόλαια που δεν δύναται να εφαρμοσθούν ένεκα της παρανομίας που προάγουν.

 

Το άρθρο 23 του Περί συμβάσεων Νόμου Κεφ. 145 προνοεί τα ακόλουθα:

 

23. Η αντιπαροχή ή ο σκοπός της συμφωνίας είναι νόμιμος εκτός αν-

(α) είναι απαγορευμένος από νόμο~ ή

(β) είναι τέτοιας φύσης ώστε, αν επιτρεπόταν, θα καταστρατηγούσε τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου~ ή

(γ) συνιστά απάτη~ ή

(δ) επιφέρει ή ενέχει βλάβη στο πρόσωπο ή την περιουσία άλλου~ ή

(ε) το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτός αντίκειται στα χρηστά ήθη ή τη δημόσια πολιτική.

 

Σε καθεμιά από τις περιπτώσεις αυτές η αντιπαροχή ή ο σκοπός της συμφωνίας θεωρείται παράνομος. Κάθε συμφωνία της οποίας ο σκοπός ή αντιπαροχή είναι παράνομος, είναι άκυρη.

 

Άκυρη συμφωνία κρίνεται και εκείνη η συμφωνία που ο σκοπός της συμφωνίας είναι μερικώς παράνομη, άρθρο 24 του Κεφ.149.

 

24. Αν οποιοδήποτε μέρος μιας και μόνης αντιπαροχής για ένα ή περισσότερους σκοπούς ή μία οποιαδήποτε αντιπαροχή ή οποιοδήποτε μέρος μιας από περισσότερες αντιπαροχές για ένα και μόνο σκοπό, είναι παράνομος, η συμφωνία είναι άκυρη.

 

Το Εφετείο έχει ασχοληθεί με την ορθή ερμηνεία και διάσταση του άρθρου 23 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149 στις υποθέσεις Kanaris v. Tosun  1 CLR 637 (1969) και Αγαθοκλέους v. Λάππα  1 ΑΑΔ 202 (1998) όπου λέχθησαν ότι μία συμφωνία θεωρείται παράνομη εάν η παρανομία παρατηρείται είτε στην συνομολόγηση της είτε στην εκτέλεση της.

 

Στο Αγγλικό σύγγραμμα Chitty on Contracts, Sweet & Maxwell 27th edition, 1994, Vol. 1,  par. 16-010 επεξηγείται ότι ουδείς εκ των δύο συμβληθέντων μπορεί να επιμένει στην εκτέλεση συμφωνίας όταν συντρέχουν τα ακόλουθα:

 

(a)  both knew that it necessarily involved the commission of an act which to their knowledge is legally objectionable that it is illegal or otherwise against public policy

(b)  both knew that the contract is intended to be performed in a manner which, to their knowledge is legally objectionable in that sense

(c)  the purpose of the contract is legally objectionable and that purpose is shared by both parties

(d)  both participate in permitting the contract in a manner which they know to be legally objectionable

 

(ελεύθερη μετάφραση)

 

(α) και οι δύο γνωρίζουν ότι η εκτέλεση της συμφωνίας αφορά πράξη η οποία είναι παράνομη ή που αντίκειται στην δημόσια πολιτική

 

(β) και οι δύο γνωρίζουν ότι η συμφωνία θα πρέπει να εκτελεσθεί με τρόπο παράνομο

(γ) ο σκοπός της συμφωνίας είναι παράνομος και αυτός ο σκοπός είναι η πραγματική πρόθεση των μερών

(δ) συμμετέχουν και οι δύο στην εκτέλεση της συμφωνίας με τρόπο που γνωρίζουν και οι δύο ότι είναι παράνομος.

 

Στην  Πολιτική Έφεση Αρκαδίου ν. Porto Lara Estates Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ. 2035, επεξηγήθηκε ότι το παράνομο της συμφωνίας δεν είναι μόνο ως προς τα συμφωνηθέντα του άρθρα αλλά και ως προς τον επιδιωκόμενο του σκοπό είτε αυτός προκύπτει άμεσα ή έμμεσα από την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.

 

«Αποτελεί αρχή του δικαίου ότι παρανομία σε σύμβαση καθιστά τα συμφωνηθέντα ανεφάρμοστα διότι κανένα Δικαστήριο δεν είναι δυνατό να εφαρμόσει σύμβαση η οποία ρητά ή εξυπακουόμενα είναι εκ του νόμου απαγορευμένη. Αυτό είναι και το νόημα της κωδικοποιημένης αρχής στο Άρθρο 23 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149, το οποίο προνοεί ότι όπου η αντιπαροχή ή ο σκοπός της συμφωνίας είναι απαγορευμένος από νόμο, η συμφωνία είναι παράνομη και άκυρη. (Δέστε Perihan Mustafa Korkut v. Γεωργίου (2008) 1 Α.Α.Δ. 905).

 

Η συμφωνία είναι ξεκάθαρη ως προς το νόημα της που δεν είναι δυνατόν οποιαδήποτε από τα μέρη να μην είχαν αντιληφθεί ότι με βάση το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας ότι οι ενάγοντες δεν  θα είχαν το δικαίωμα να ασκούν διαδικασίες διαμεσολάβησης εκ μέρους των εναγόμενων χωρίς να προβούν στα αναγκαία διαβήματα για εγγραφή τους στα μητρώα. Οι ίδιες οι συμφωνίες περιέχουν πρόνοιες που επεξηγούν τις συνέπειες μη συμμόρφωσης με την νομοθεσία ότι ήταν ουσιώδης όρος με το οποίο οι ενάγοντες όφειλαν να συμμορφωθούν. Το ότι ήταν κατανοητό ποιες θα ήταν οι συνέπειες μη συμμόρφωσης με την νομοθεσία για το θέμα της εγγραφής προκύπτει από το γεγονός ότι ο ΜΕ1 φρόντισε να συνταχθεί το τεκμήριο 2 που μιλά για ενδεχόμενη διακοπή των συμβολαίων και εσαεί πληρωμή στους ενάγοντες προμηθειών.

 

Στις περιπτώσεις όπου εγείρεται υπεράσπιση ότι η εκτέλεση της συμφωνίας θα πρέπει να μην επιτραπεί διότι είναι παράνομη και/ή αντίκειται στα δημόσια ήθη και πολιτική το ερώτημα που θα πρέπει πάντοτε να απασχολεί το Δικαστήριο είναι κατά πόσο ο ενάγοντας δεν μπορεί να αποδείξει την απαίτηση του χωρίς να δείξει ότι διέπραξε κάποια παρανομία. (βλ. Kanaris v Tosoun πιο πάνω).  Εάν τα γεγονότα της υπόθεσης δείχνουν ότι ο ενάγοντας προέβη σε παράνομη συμφωνία τότε το Δικαστήριο δεν θα βοηθήσει τον ενάγοντα με το να διατάξει την πιστή εκτέλεση της εν λόγω συμφωνίας.

 

Το κριτήριο που εφαρμόζεται για να αποφανθεί το Δικαστήριο κατά πόσο θα θέσει σε εφαρμογή την συμφωνία διατυπώνεται με σαφήνεια στο σύγγραμμα Chitty on Contracts Supra note 3 par. 16-001 ως ακολούθως:

 

«Does public policy require that this claimant, in the circumstances which have occurred, should be refused relief to which he would otherwise have been entitled with respect to all or part of his claim”.

 

(Ελεύθερη μετάφραση)

 

«Επιβάλει η αρχή των δημόσιων ηθών και/ή πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, την απόρριψη της απαίτησης του ενάγοντα η οποία  έχει αποδειχθεί εξ’ ολοκλήρου ή σε σχέση με μέρος της απαίτησης του».

 

Επομένως το Δικαστήριο θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εξετάσει όλη την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του για να αποφασίσει αυτό το ζήτημα με σκοπό πάντοτε την απονομή της δικαιοσύνης. Μόνο στην περίπτωση που το Δικαστήριο θεωρεί  ότι  επιστρατεύεται η βοήθεια του σε σχέση με την εκτέλεση παράνομης συμφωνίας ή άλλων απεχθών  πράξεων  θα αρνηθεί  να δώσει την  αιτούμενη θεραπεία στον ενάγοντα. Θεωρώ ότι οι ενάγοντες που απέφυγαν σκόπιμα να προχωρήσουν στην εγγραφή  ακόμη και όταν τους δόθηκε τέτοια ευκαιρία το 2011 δεν  μπορούν να επιμένουν  στην εκτέλεση της συμφωνίας. Τέτοια συμφωνία θα επέτρεπε στους ενάγοντες να διαμεσολαβούν εκ μέρους των εναγόμενων και να συνάπτουν με πελάτες ασφαλιστήρια συμβόλαια παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως διαμεσολαβητές των εναγόμενων ενώ τέτοια σχέση δεν υπήρχε.

 

Ακόμη και όταν από το λεκτικό της συμφωνίας δεν διαφαίνεται αμέσως η προοπτική της παρανομίας ο τρόπος που το Δικαστήριο θα πρέπει να προσεγγίσει το ζήτημα της ερμηνείας της συμφωνίας ως προς τις πιθανές επιπτώσεις της εφαρμογής της είναι ως ακολούθως:

 

''If a contract has as its whole object the doing of the very act which the statute prohibits, it can be argued that you can hardly make sense of a statute which forbids an act and yet permits to be made a contract to do it; that is a clear implication. But unless you get a clear implication of that sort, I think that a court ought to be very slow to hold that a statute intends to interfere with the rights and remedies given by the ordinary law of contract. Caution in this respect is, I think, especially necessary in these times when so much of commercial life is governed by regulations of some sort or another; which may easily be broken without wicked intent.'5' ( βλSt John Shipping Corp v Joseph Rank Ltd [1957] 1 OB 267 at 288).

 

Στην παρούσα περίπτωση οι συμφωνίες περιείχαν ρητή πρόνοια σε σχέση με την εφαρμογή της συμφωνίας στην περίπτωση μη συμμόρφωσης με τον νόμο. Επιχείρησαν να αποδείξουν την απαίτηση τους αποκλίνοντας από τις δικογραφημένες τους θέσεις βασιζόμενοι επί του τεκμηρίου 2 που ως ανέφεραν δεν αφορούσε υπηρεσία διαμεσολάβησης. Ως το επεξήγησαν η αντιπαροχή για τις προμήθειες που θα λάμβαναν είναι ότι θα ασκούσε ο Μ.Ε.1 την επιρροή του με τις ιδιοκτήτες της  FBME  για να εξασφαλίσει τα ομαδικά συμβόλαια. Για την συγκεκριμένη διευθέτηση γνώριζε μόνο ο Πατσαλίδης και ο εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενος που υπέγραψαν το τεκμήριο 2. Την συγκεκριμένη συμφωνία την έκρυψαν από την εταιρεία εξού και δεν βρέθηκε στον φάκελο της υπόθεσης και ο ΜΕ1 ανέφερε ότι είναι κατά τύχη που την βρήκε για να την επικαλεστεί. Περαιτέρω, υπάρχει χειροπιαστή μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου ότι ο Μ.Ε.1 δεν είχε επιρροή με παράγοντες της FBME  από το 2007 και μετά. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να ανέμενε να λάμβανε χρηματικό όφελος στην βάση συμφωνηθέντων αφ’ ης στιγμής  δεν έκανε τίποτε για την συνέχιση της συνεργασίας. Βασίστηκε σε μία συμφωνία για την οποία δεν γνώριζε κανείς παρά μόνο αυτοί που την υπέγραψαν. Εν όψει και της μαρτυρίας του εξ’ ανταπαιτήσεως εναγόμενου ότι ανακάλυψε την παρανομία και το γεγονός ότι τους ξεγελούσε ο Μ.Ε.1 παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως φίλος των ιδιοκτητών της  FBME  μετά το 2010 και διέκοψε την συνεργασία δεν είναι δυνατόν ο Μ.Ε.1 να θεωρούσε ότι το Τεκμήριο 2 ήταν δεσμευτική συμφωνία. Σε διαφορετική περίπτωση θα την επικαλείτο από τότε και στην δικογραφία της αγωγής. Αντ’ αυτού στηρίχθηκε στα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) που εκ των προνοιών των συμφωνιών προβλέπουν διακοπή των συμφωνιών εάν δεν υπάρχει συμμόρφωση με τον νόμο. Κατά συνέπεια ενόψει του ότι οι ενάγοντες ουδέποτε προχώρησαν σε εγγραφή ως προβλέπει ο νόμος και ουδέποτε παρείχαν υπηρεσίες διαμεσολαβητής προς όφελος των εναγόμενων δεν έχουν δικαίωμα να αξιώνουν προμήθειες τουλάχιστον μετά το στάδιο της διακοπής των συμφωνιών Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) το 2011. Δεν υπήρχε καμία αντιπαροχή για την υπόσχεση των εναγόμενων να πληρώνουν προμήθειες στους ενάγοντες δυνάμει των συμφωνιών Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β). Αναφορικά με το τεκμήριο 2 δεν είναι συμφωνία που δεσμεύει τις εναγόμενες επειδή δεν αποκαλύφθηκε σε αυτή και ο Μ.Ε.1 γνώριζε από το 2011 γιατί διακόπηκε η πληρωμή της προμήθειας. Πρόκειται για μια σκοτεινή κρυφή συμφωνία που έγινε με παράγοντες των εναγόμενων ως (insurance policy) ενόψει της προοπτικής διακοπής των τεκμηρίων 1α και 1β επειδή δεν είχε προχωρήσει με εγγραφή ως προβλέπει ο νόμος και επειδή είχαν διασαλευθεί οι σχέσεις του με την  FBME  ώστε να μην ασκεί επιρροή με τον τρόπο που εισηγήθηκε. Το Τεκμήριο 2 ήταν και θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν  μια παρανομία  που επιχείρησαν οι ενάγοντες και αυτοί που υπέγραψαν εκ μέρους των εναγόμενων να επιβάλουν στις εναγόμενες εταιρείες.

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη σε σχέση με τα χρόνια μέχρι 2010 οι εναγόμενες συνέχιζαν να πληρώνουν τις προμήθειες και δεν έχει τεθεί ενώπιον μου μαρτυρία ότι τα Τεκμήρια 1(Α) και 1(Β) είχαν ακυρωθεί. Οι πληρωμές εξουσιοδοτήθηκαν από τα αρμόδια τμήματα των εταιρειών μέχρι το 2010. Ως εκ τούτου η ανταπαίτηση απορρίπτεται.

 

Περαιτέρω, η αγωγή απορρίπτεται. Τα έξοδα της αγωγής επιδικάζονται υπέρ των εναγόμενων και εναντίον των εναγόντων όπως αυτά υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Καμία διαταγή για έξοδα αναφορικά με τον εξ ανταπαιτήσεως εναγόμενο ο οποίος θα πληρώσει τα δικά του έξοδα.

 

(Υπ.) ...........................................................

                                                        Ν. Ταλαρίδου‑Κοντοπούλου, Π.Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

/ΕΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο