ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.
Αριθμός Αγωγής: 2478/2021
Μεταξύ:
MORDEN FINANCE LIMITED, από Βρετανικές Παρθένες Νήσους
Ενάγουσα
και
1. PJSC NATIONAL BANK ‘TRUST’, από Ρωσική Ομοσπονδία
2. NIVERSON HOLDINGS LIMITED, από Λευκωσία
3. DARWOOD INVESTMENS LIMITED, από Λευκωσία
4. BROKENFORD HOLDINGS LIMITED, από Λευκωσία
5. MEDITERRANEAN DIRECTORS LIMITED, από Λευκωσία
6. MEDITERRANEAN SECRETARIES LIMITED, από Λευκωσία
7. ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡ. ΚΥΡΟΥ, από Λευκωσία
8. AURENO LIMITED, από Λευκωσία
9. GALANTOR FINANCE LIMITED, από Λευκωσία
Εναγόμενοι
9 Οκτωβρίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενη 1/Αιτήτρια: κ. Αλ. Τσιρίδης για Κώστας Τσιρίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγοντες/Καθ’ ων η Αίτηση: κα Καραβιώτου για D. Katsis LLC
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Στην αίτηση της Εναγόμενης 1/Αιτήτριας ημερομηνίας 22.7.2022 για παραμερισμό και/ή ακύρωση διατάγματος ημερομηνίας 12.11.2021 με το οποίο επιτράπηκε η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας του κλητηρίου εντάλματος κ.α.
Με την υπό κρίση Αίτηση, η Εναγόμενη 1 εταιρεία PJSC National Bank “Trust” (στο εξής η «NBT») επιδιώκει τον παραμερισμό των διαταγμάτων ημερομηνίας 12.11.2021 με τα οποία επιτράπηκε η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος προς αυτήν εκτός δικαιοδοσίας και με υποκατάστατο τρόπο. Ζητά επίσης τον παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος επικαλούμενη ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας καθώς και ότι δεν συνιστά τον καταλληλότερο φορέα (forum convenience) εκδίκασης της διαφοράς.
Προς καλύτερη κατανόηση των προς απόφαση ζητημάτων, ξεκινώ με μια σύντομη αναφορά σε όσα προηγήθηκαν όπως προκύπτουν από το φάκελο.
Η παρούσα αγωγή εγέρθηκε από την Morden Finance Limited (στο εξής η «Morden»), ως διπλή παράγωγη αγωγή (double derivative action), εκ μέρους της Εναγόμενης 8 εταιρείας Aurevo Limited (στο εξής η «Aurevo»).
Επιγραμματικά, η Aurevo (εκ των δικαιούχων της οποίας είναι η Morden) ήταν μέτοχος κατά 100% στη Ρωσική εταιρεία CJSC Inteco (στο εξής η «Inteco»), που είναι εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων στη Ρωσία. Δυνάμει συμφωνίας πώλησης μετοχών ημερομηνίας 9.9.2020 (στο εξής η «ΣΑΜ»), η Aurevo πώλησε τις μετοχές που κατείχε στην Inteco προς την Εναγόμενη 1, PJSC National Bank “Trust” (στο εξής η «NBT»).
Μέσω της αγωγής, η Morden (που υποστηρίζει ότι είναι η δικαιούχος μεριδίου 4,75% στην Inteco) ουσιαστικά επιδιώκει την ακύρωση της ΣΑΜ, ισχυριζόμενη ότι η πώληση των μετοχών ήταν μέρος ενός δόλιου σχεδίου των Εναγόμενων 1-7 και 9 εξαιτίας του οποίου η Aurevo (και κατ’ επέκταση η Morden) αποστερήθηκε των ιδιοκτησιακών της δικαιωμάτων στην Inteco. Ζητά διατάγματα που να κηρύσσουν άκυρη τη μεταβίβαση των μετοχών, να διατάσσουν την επιστροφή των μετοχών στην Aurevo και αποζημιώσεις.
Μαζί με την καταχώρηση της αγωγής, η Morden είχε καταχωρήσει και μονομερή αίτηση ημερομηνίας 5.11.2021 (στο εξής η «Μονομερής Αίτηση») στα πλαίσια της οποίας εξασφάλισε προσωρινά απαγορευτικά διατάγματα στις 8.11.2021 (στο εξής τα «Προσωρινά Διατάγματα»). Μέσω των Προσωρινών Διαταγμάτων η Morden πέτυχε, μεταξύ άλλων, την ακύρωση πλειστηριασμού των μετοχών στην Inteco που είχε προγραμματίσει η ΝΒΤ.
Στις 12.11.2021, η Morden καταχώρησε μονομερή αίτηση στα πλαίσια της οποίας εξασφάλισε άδεια για επίδοση ειδοποίησης περί του κλητηρίου εντάλματος, της Μονομερούς Αίτησης και των Προσωρινών Διαταγμάτων εκτός δικαιοδοσίας καθώς και διάταγμα για υποκατάστατη επίδοση προς την Εναγόμενη 1 (στο εξής τα «Επίδικα Διατάγματα»).
Όταν διενεργήθηκε η επίδοση, η NBT έλαβε άδεια για καταχώρηση εμφάνισης υπό διαμαρτυρία. Ακολούθως καταχώρησε ένσταση στα Προσωρινά Διατάγματα τα οποία, κατόπιν εκδίκασης, ακυρώθηκαν από το παρόν Δικαστήριο (με άλλη σύνθεση) με ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 26.4.2022. Στην απόφαση αυτή θα επανέλθω.
Ακολούθως, στις 22.7.2022, η ΝΒΤ καταχώρησε την παρούσα Αίτηση. Όπως ανέφερα στην αρχή με αυτή την Αίτηση η ΝΒΤ ζητά τον παραμερισμό των Επίδικων Διαταγμάτων που εκδόθηκαν μονομερώς στις 12.11.2022 με τα οποία χορηγήθηκε άδεια για επίδοση της ειδοποίησης περί του κλητηρίου εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας και επιτράπηκε η υποκατάσταση επίδοση προς την ΝΒΤ. Ζητά επίσης τον παραμερισμό της αγωγής επικαλούμενη αναρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου να εκδικάσει τη διαφορά και υποστηρίζοντας ότι το παρόν Δικαστήριο δεν είναι ο κατάλληλος φορέας (forum convenience) να εκδικάσει την υπόθεση.
Οι λόγοι που προβάλλονται από την πλευρά της ΝΒΤ είναι ότι η Morden εξασφάλισε τα Επίδικα Διατάγματα αποκρύβοντας διάφορα ουσιώδη γεγονότα από το Δικαστήριο. Υποστηρίζει επίσης ότι η ουσία της διαφοράς προκύπτει από τη ΣΑΜ η οποία περιλαμβάνει πρόνοιες που καθορίζουν ότι το εφαρμοστέο δίκαιο είναι το Ρωσικό δίκαιο και ότι αρμοδιότητα σε σχέση με τυχόν διαφορές που προκύπτουν από τη ΣΑΜ έχει το Εμπορικό Δικαστήριο της Μόσχας.
Η Morden έχει εγείρει ένσταση στην Αίτηση. Η δική της θέση είναι ότι καμία απόκρυψη υπήρξε, ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις για να επιτραπεί η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, ότι οι αξιώσεις που εγείρονται με την αγωγή δεν περιορίζονται στη ΣΑΜ αλλά υπάρχουν επίδικα θέματα (ισχυριζόμενος δόλος, συνωμοσία κτλ) που είναι εκτός της ρήτρας δικαιοδοσίας (jurisdiction clause) της ΣΑΜ και που είναι ορθό και πρόσφορο να δικαστούν στην Κύπρο ενόψει και της συμπερίληψης των Εναγόμενων 2-9 στην αγωγή. Υποστηρίζουν επίσης ότι αυτή η Αίτηση προωθείται με υπέρμετρη καθυστέρηση από την ΝΒΤ.
Δεν θα επεκταθώ περαιτέρω στις εκατέρωθεν θέσεις. Σημειώνω μόνο ότι έχω εξετάσει την Αίτηση και ένσταση, τις αρχικές και συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις που τις υποστηρίζουν και όσα αναφέρθηκαν στις αγορεύσεις των συνηγόρων για σκοπούς ακρόασης. Γνωρίζω επίσης το περιεχόμενο του φακέλου.
Ένας από τους λόγους που προβάλλει η πλευρά της ΝΒΤ ζητώντας τον παραμερισμό της άδειας επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας είναι ότι η Morden εξασφάλισε τα επίδικα διατάγματα, αποκρύβοντας ουσιώδη γεγονότα από το Δικαστήριο. Είναι η θέση της ότι εάν το Δικαστήριο είχε πλήρη και αντιπροσωπευτική εικόνα των πραγμάτων ενώπιον του, τότε ενδέχεται να μην είχε εκδώσει τα Επίδικα Διατάγματα. Η Morden με τη σειρά της, διαφωνεί ότι υπήρξε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων. Η δική της θέση είναι ότι έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα γεγονότα που ήταν ικανά να επενεργήσουν στην κρίση του όταν εξέδιδε τα Επίδικα Διατάγματα.
Σε σχέση με αυτό το ζήτημα πρέπει να σημειώσω τα εξής.
Τα Επίδικα Διατάγματα εκδόθηκαν στα πλαίσια μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 12.11.2021. Τα γεγονότα που περιλαμβάνονταν στην αρχική ένορκη δήλωση που συνόδευε εκείνη την μονομερή αίτηση είναι, εν πολλοίς, τα ίδια με τα γεγονότα που περιλαμβάνονταν στην ένορκη δήλωση της Μονομερούς Αίτησης που οδήγησε στην έκδοση των Προσωρινών Διαταγμάτων.
Κατά την εκδίκαση της Μονομερούς Αίτησης είχε εγερθεί ζήτημα απόκρυψης γεγονότων από την πλευρά των εναγόμενων. Εκείνη η αίτηση εκδικάστηκε και, όπως ανέφερα πιο πάνω, εκδόθηκε σχετική ενδιάμεση απόφαση από το παρόν Δικαστήριο (με άλλη σύνθεση) στις 26.4.2022. Σε εκείνη την ενδιάμεση απόφαση, το παρόν Δικαστήριο είχε διαπιστώσει ότι η Morden δεν απεκάλυψε σωρεία γεγονότων και ακύρωσε τα Προσωρινά Διατάγματα καταλήγοντας ότι:
«Όλα τα πιο πάνω ήταν κατά την κρίση μου πολύ σημαντικά γεγονότα που αν αποκαλύπτονταν θα άλλαζαν την συνολική εικόνα που η ενάγουσα παρουσίασε στο Δικαστήριο, προκειμένου να πετύχει την μονομερή έκδοση των υπό κρίση διαταγμάτων. Δεν έχω δε καμία αμφιβολία ότι αν όλα τα πιο πάνω στοιχεία ήταν σε γνώση του Δικαστηρίου, πιθανόν να μην εκδίδονταν μονομερώς τα υπό κρίση διατάγματα.»
Ο αιτητής σε κάθε διάβημα που προωθείται μονομερώς στο Δικαστήριο και αποφασίζεται στην απουσία της άλλης πλευράς, έχει καθήκον για πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των γεγονότων που είναι σχετικά με τα προς απόφαση ζητήματα[1]. Το καθήκον αυτό εκτείνεται τόσο σε γεγονότα που γνωρίζει ο αιτητής αλλά και σε γεγονότα που θα περιέρχονταν σε γνώση του εάν επεδείκνυε την προσήκουσα επιμέλεια.
Σε μονομερή διαβήματα, δεν είναι αναγκαίο να αποδειχθεί ότι η μη αποκάλυψη έγινε με πρόθεση παραπλάνησης του Δικαστηρίου. Το καθοριστικό κριτήριο είναι εάν, ως αποτέλεσμα της μη αποκάλυψης, το Δικαστήριο δεν είχε πλήρη και αντιπροσωπευτική εικόνα στη βάση της οποίας να ασκήσει δικαστική κρίση[2].
Η μεταγενέστερη καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων με πρόσθετα στοιχεία δεν διασώζει την κατάσταση. Ο ουσιώδης χρόνος είναι ο χρόνος που το Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια μονομερώς, εν αγνοία και στην απουσία της άλλης πλευράς. Εάν διαπιστωθεί κατά τον χρόνο εκείνο ότι δεν είχαν παρουσιαστεί όλα τα δεδομένα πλήρως και ειλικρινά, τότε δεν επιτρέπεται ο αιτητής να διατηρήσει το όφελος που απέκτησε κατ’ αυτό τον τρόπο.
Ακριβώς αυτό το ζήτημα εξετάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην El-Savegh Hani Moussa v Credit Suisse (1996) 1 ΑΑΔ 836. Αφορούσε έφεση κατά απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία ακυρώθηκε, λόγω απόκρυψης, διάταγμα για σφράγιση και επίδοση εκτός δικαιοδοσίας. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και κατέληξε ως εξής:
«Εν τέλει το δικαστήριο κατέληξε, στην αίτηση διά κλήσεως, ότι δεν υπήρξε από τον εφεσείοντα πλήρης και ειλικρινής αποκάλυψη στοιχείων όταν αποτάθηκε για άδεια σφράγισης και επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας. Σύμφωνα με καθιερωμένες αρχές, αυτό καθιστούσε τη διαδικασία μεμπτή και δικαιολογούσε τον παραμερισμό ή ακύρωση του αποτελέσματος. Το δικαστήριο αναφέρθηκε εκτενώς στη νομολογία. Οι αρχές αυτές συζητήθηκαν και εντελώς πρόσφατα και αποσαφηνίστηκαν από την Ολομέλεια στην Demstar Ltd v. Zim Israel Navigation Co. Ltd και Άλλου (1996) 1 A.A.Δ. 597, με την οποία συμφωνούμε. Επισημαίνουμε ότι και για περιπτώσεις αυτής της φύσης ισχύει το ίδιο όπως και για περιπτώσεις έκδοσης ασφαλιστικών διαταγμάτων: η πρόθεση εξαπάτησης δεν αποτελεί προϋπόθεση για τον παραμερισμό ή ακύρωση διατάγματος εκδοθέντος σε μονομερή αίτηση. Ωστόσο, κατά το πρωτόδικο εύρημα, στην προκείμενη περίπτωση υπήρχε από μέρους του εφεσείοντος πρόθεση να παραπλανήσει το δικαστήριο.
Κατά την κρίση μας, η εν λόγω κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου όχι μόνο δεν μπορεί να θεωρηθεί εσφαλμένη αλλά και αναδεικνύεται από τα στοιχεία που παραθέσαμε, ακόμα και χωρίς εξειδικεύσεις ή συλλογισμούς, ως η μόνη προσφερόμενη. Ορθά λοιπόν ήταν που αποφασίστηκε, σε σχέση με το ζήτημα μη αποκάλυψης, η επιτυχία της αίτησης σε ό,τι αφορά τον παραμερισμό. Που εν τέλει επιτεύχθηκε με την έκδοση του διατάγματος για παραμερισμό της επίδοσης.»
Όπως έχω σημειώσει, στην ενδιάμεση απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.4.2022 διαπιστώθηκαν διάφορες παραλείψεις στην παρουσίαση των γεγονότων από την Morden. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από εκείνη την ενδιάμεση απόφαση (οι αναφορές στο απόσπασμα σε «καθ’ ων η αίτηση» παραπέμπουν στους Εναγόμενους ενώ «αιτήτρια» είναι η Morden):
«Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία που κατά τους καθ' ων η αίτηση δεν αποκαλύφθηκαν, αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ενάγουσας σε συνδυασμό με την διοίκηση της Inteco. Ισχυρίστηκαν συγκεκριμένα ότι οι ιδιοκτήτες και τελικοί δικαιούχοι της ενάγουσας, εργάζονταν και ήταν υψηλόβαθμα στελέχη της Inteco. Δεν μπορούν ως εκ τούτου να επικαλούνται άγνοια για την πώληση των μετοχών της στην εναγομένη 1.
Ο συνήγορος της ενάγουσας αντέτεινε στην αγόρευση του ότι τα ζητήματα αυτά είναι εντελώς άσχετα με την αίτηση. Ισχυρίστηκε ότι είναι η αιτήτρια που προωθεί την παρούσα αγωγή και το κρίσιμο ζήτημα είναι κατά πόσον αυτή νομιμοποιείται να την εγείρει. Δέχθηκε εντούτοις ότι ο κ. Soloschanskiy, εκ των προηγούμενων τελικών δικαιούχων της αιτήτριας, προηγουμένως διοικούσε την Inteco. Η απασχόληση του όμως όπως είπε Inteco, τερματίστηκε από την 22.12.2017. Ούτε κατά τον συνήγορο μπορεί να αποδοθεί οποιαδήποτε γνώση για την επίδικη πώληση των μετοχών από το γεγονός πως η θετή κόρη του [ ] Soloschanskiy, εργαζόταν στην Inteco κατά τον επίδικο χρόνο.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση του συνηγόρου για την ενάγουσα. Η όποια εμπλοκή των δικαιούχων της ενάγουσας έστω και σε προγενέστερο χρόνο με την διοίκηση της Inteco, είναι απόλυτα σχετική με τα γεγονότα της παρούσας αίτησης και θα έπρεπε να αποκαλυφθεί στην μονομερή διαδικασία.
Σημειώνεται ότι κατά την μονομερή διαδικασία, η ενάγουσα παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο ως εντελώς ανεξάρτητος επενδυτής της Inteco χωρίς έλεγχο των αποφάσεων που κατόπιν συνομωσίας των εναγομένων, έχασε την επένδυση της, ήτοι τις μετοχές που κατείχε. Βασικό δε επιχείρημα της ενάγουσας, ήταν ότι μέρος της συνομωσίας ήταν η μη ενημέρωση της ως επενδύτριας από τους εναγομένους για την πώληση των μετοχών στην εναγομένη 1. Αυτό γιατί ήταν απλά έμμεσος μέτοχος αφού κατείχε το 50% των μετοχών της εναγομένης 9 που ήταν μέτοχος μειοψηφίας στην εναγομένη 8 κατά 9.5%, η οποία με την σειρά της κατείχε το 100% των μετοχών της Inteco.
Το γεγονός όμως ότι οι τελικοί δικαιούχοι της ενάγουσας δεν ήσαν απλοί επενδυτές και μέτοχοι μειοψηφίας αλλά αντιθέτως εμπλέκονταν στην διοίκηση της Inteco έστω και σε προγενέστερο στάδιο, αλλάζει πλήρως το σκηνικό και θέτει σε σοβαρή αμφιβολία την θέση της ενάγουσας για την απουσία γνώσης ως προς την πώληση των μετοχών. Το ίδιο αποτέλεσμα έχει και το γεγονός ότι δεν αποκαλύφθηκε ότι κατά την επίδικη περίοδο, η θετή κόρη του [ ] Soloschanskiy εκ των δικαιούχων της ενάγουσας, εργαζόταν στην Inteco. Επίσης σημαντική πληροφορία που δεν αποκαλύφθηκε είναι ότι η ενάγουσα κατέστη μέτοχος στην Inteco όταν οι τελικοί ιδιοκτήτες της, ενεργούσαν ως η διοίκηση σε αυτήν. Όλα αυτά τα στοιχεία θα έπρεπε να τεθούν υπόψη του Δικαστηρίου στην μονομερή διαδικασία εξέτασης της αίτησης, ώστε έχοντας το σύνολο των γεγονότων ενώπιον του, να μπορεί να αξιολογήσει επαρκώς την θέση της ενάγουσας για την μη πληροφόρηση της, αναφορικά με την επίδικη πώληση των μετοχών.
Αλλά σημαντικό συμβάν που παραλήφθηκε, είναι και το γεγονός ότι η ενάγουσα δεν εξόφλησε το αντίτιμο για τις υπό κρίση μετοχές, οι οποίες είναι ενεχυριασμένες για τον σκοπό αυτό στην Bank Otkiritie. Το στοιχείο αυτό άπτεται άμεσα της προϋπόθεσης της ζημιάς που πιθανόν να υποστεί η ενάγουσα αν δεν εκδιδόταν το διάταγμα και οπωσδήποτε θα έπρεπε να είχε αποκαλυφθεί. Η ενάγουσα επικαλέστηκε επί του προκειμένου, συνομωσία προκειμένου να απωλέσει τις μετοχές της χωρίς να αποκαλύψει την ενεχυρίαση τους και ότι δεν μπορεί άμεσα να της επιστραφούν οι μετοχές, οι οποίες δεν είναι ελεύθερες παντός βάρους και εν πάση περιπτώσει χωρίς την έγκριση της Bank Otkiritie.
Το ίδιο ισχύει και για το γεγονός ότι η εναγομένη 1 ανήκει στην Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας. Η θέση του συνηγόρου για την ενάγουσα ότι το στοιχείο αυτό αποκαλύπτεται πλήρως στην παράγραφο 10.2 της ένορκης δήλωσης Yusov δεν ευσταθεί. Εκεί γίνεται αναφορά για την δημιουργία από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, μια τράπεζας με σκοπό την μεταφορά σε αυτήν επισφαλών χρεών και περιουσιακών στοιχείων από τους ισολογισμούς ορισμένων προβληματικών ρωσικών τραπεζών. Δεν υπάρχει σαφής αναφορά και πλήρης αποκάλυψη ότι η εναγομένη 1 ανήκει κατά 99% στην Κεντρική Τράπεζα, και της οποίας σκοπός είναι να ενοποιήσει, αποκαταστήσει και διαθέσει τα μη βασικά περιουσιακά στοιχεία Ρωσικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Σαφώς και το στοιχείο αυτό άπτεται επίσης της 3ης προϋπόθεσης του άρθρου 32 και της δυνατότητας της εναγομένης 1 να αποζημιώσει την ενάγουσα σε περίπτωση που πετύχει στην αγωγή της.
Από εξέταση του συνόλου του υλικού που τέθηκε ενώπιον μου, προκύπτει ότι και άλλα ουσιαστικά στοιχεία δεν έχουν αποκαλυφθεί πλήρως κατά την μονομερή έκδοση των διαταγμάτων. Όπως η πρόθεση καταχώρησης παρόμοιων διαδικασιών στην Ρωσική Ομοσπονδία αλλά και η κακή οικονομική κατάσταση των εναγομένων 8 και 9 καθώς και ότι η ενάγουσα είχε αναγνωρίσει, μέσω της έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων της εναγομένης 9, ότι το μερίδιο της στην Inteco ήταν χωρίς αξία (worthless). Εντούτοις υποστήριξε στην μονομερή διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι πρόκειται για σημαντικής αξίας επένδυση που οι εναγόμενοι συνωμότησαν να της αποσπάσουν. Σημειώθηκε δε η μεγάλη διαφορά στην επιφυλαχθείσα τιμή των μετοχών κατά τον πλειστηριασμό με αυτή της αγοράς τους από την ενάγουσα. Ισχυρισμό στον οποίο απάντησε η ενάγουσα ότι δικαιολογείται από την εξάλειψη των υποχρεώσεων της Inteco από την εναγομένη 1 αφού αυτός είναι ο σκοπός της δημιουργίας της εναγομένης 1.
Όλα τα πιο πάνω ήταν κατά την κρίση μου πολύ σημαντικά γεγονότα που αν αποκαλύπτονταν θα άλλαζαν την συνολική εικόνα που η ενάγουσα παρουσίασε στο Δικαστήριο, προκειμένου να πετύχει την μονομερή έκδοση των υπό κρίση διαταγμάτων. Δεν έχω δε καμία αμφιβολία ότι αν όλα τα πιο πάνω στοιχεία ήταν σε γνώση του Δικαστηρίου, πιθανόν να μην εκδίδονταν μονομερώς τα υπό κρίση διατάγματα.»
Όλες οι πιο πάνω διαπιστώσεις ισχύουν και στην παρούσα περίπτωση.
Δηλαδή, η Morden δεν παρουσίασε τα πιο πάνω στοιχεία και δεδομένα ώστε να θέσει στο Δικαστήριο πλήρη και αντιπροσωπευτική εικόνα των πραγμάτων όταν εξέδιδε τα Επίδικα Διατάγματα.
Ενόψει αυτής της διαπίστωσης, το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο. Τα επίδικα διατάγματα δεν μπορούν να διατηρηθούν.
Σε σχέση με το θέμα της καθυστέρησης στην καταχώρηση αυτής της Αίτησης, που η Morden εγείρει, δεν συμφωνώ. Η παρούσα Αίτηση καταχωρήθηκε σε σύντομο χρόνο μετά την εκδίκαση της Μονομερούς Αίτησης που οδήγησε τελικά στην ακύρωση των Προσωρινών Διαταγμάτων.
Τέλος, μέσω αυτής της Αίτησης, η ΝΒΤ υποστηρίζει ότι το Κυπριακό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να δικάσει την υπόθεση ένεκα ρήτρας δικαιοδοσίας στην ΣΑΜ και γιατί δεν συνιστά forum convenience. Αντίστοιχα ζητήματα είχαν εγερθεί πρωτόδικα και στην Moussa (ανωτέρω). Εκεί, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ενόψει του παραμερισμού των διαταγμάτων σε σχέση με την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος, η εξέταση εκείνων των θεμάτων:
«καθίσταται όχι μόνο αχρείαστη ενόψει του ανωτέρω αποτελέσματος αλλά και άτοπη εφόσον προϋποθέτει κατάσταση που με τον παραμερισμό της επίδοσης δεν υπάρχει πια».
Κατ’ ακολουθία της ίδιας συλλογιστικής, ο παραμερισμός των Επίδικων Διαταγμάτων, καθιστά άτοπη την εξέταση των υπόλοιπων θεμάτων που εγείρει η ΝΒΤ μέσω της Αίτησης. Συνεπώς, εκείνα τα ζητήματα δεν θα με απασχολήσουν.
Καταληκτικά, η Αίτηση επιτυγχάνει μερικώς.
Εκδίδεται διάταγμα για τον παραμερισμό και ακύρωση του διατάγματος ημερομηνίας 12.11.2021 ως το αιτητικό 1 της Αίτησης. Εκδίδεται επίσης διάταγμα για τον παραμερισμό και ακύρωση της επίδοσης της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος ως το αιτητικό 2 της Αίτησης. Τα αιτητικά 3 και 4 απορρίπτονται.
Αναφορικά με τα έξοδα, ακολουθώντας το αποτέλεσμα, επιδικάζονται υπέρ της Εναγόμενης 1/Αιτήτριας και εναντίον των Εναγόντων/Καθ’ ων η Αίτηση, όπως θα υπολογιστούν και θα εγκριθούν.
(Υπ.) .……………….………………………..
Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Gircotis & Achilleos Limited v Chr. M. Sarlis & Co. M.S. κ.α (1992) 1 (Α) Α.Α.Δ 360
[2] Resola Cyprus Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ 598 και Ahmet Zein κ.α. v. Παράσχος Καμπανέλλας Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ 606
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο