Tsevtkov, ως κηδεμόνας και/ή το πρόσωπο που ασκεί την γονική μέριμνα του ανήλικου Tsvetkov ν. Magdeev κ.α., Αρ. Αγωγής: 3031/17, 7/1/2021

ECLI:CY:EDLEM:2021:A10

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Παπαδοπούλου, Π.Ε.Δ.

                                                                                     Αρ. Αγωγής: 3031/17

Μεταξύ:

XXX Tsevtkov, ως κηδεμόνας και/ή το πρόσωπο που ασκεί την γονική μέριμνα του ανήλικου XXX Tsvetkov, από τη Λεμεσό

Ενάγοντα

ν

 

1.    XXX Magdeev, από τη Λεμεσό

2.    LLC Falkon Air, από τη Ρωσική Ομοσπονδία

Εναγομένων

 

                                    Αίτηση ημερομηνίας 9.1.2018

 

Ημερομηνία:  7 Ιανουαρίου, 2021

Για τον Εναγόμενο αρ. 1 - Αιτητή: κα Μ. Αυξεντίου

Για τον Ενάγοντα – Καθ’ου η Αίτηση: κα Α. Σάββα

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

            Ο Ενάγοντας καταχώρισε την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή την 27.10.2017 και την ίδια μέρα αιτήθηκε διατάγματος για σφράγιση και επίδοση της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος στην Εναγόμενη αρ. 2 εκτός δικαιοδοσίας καθώς και προσωρινού διατάγματος. Αμφότερα εξεδόθησαν την 30.10.2017. Την 10.11.2017 προωθήθηκε νέα αίτηση για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στην Εναγόμενη αρ. 2 με διαφορετική διεύθυνση επίδοσης. Την ίδια μέρα καταχωρίστηκε αίτηση με την οποία ζητείτο διάταγμα για υποκατάσταση επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος, της Μονομερούς Αιτήσεως και του Προσωρινού Διατάγματος στον Εναγόμενο αρ. 1 δια της αποστολής αντιγράφων αυτών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Την 13.11.2017 εξεδόθησαν διατάγματα και στις δύο προαναφερόμενες αιτήσεις. Ακολούθησε αίτηση από μέρους του Εναγομένου αρ. 1 για άδεια καταχώρισης Εμφάνισης υπό Διαμαρτυρία και οδηγίες για καταχώριση αίτησης για παραμερισμό του Κλητηρίου Εντάλματος και των διαταγμάτων με τα οποία επετράπη η επίδοση του, η οποία άδεια και δόθηκε.

 

            Με την υπό εκδίκαση Αίτηση ο Εναγόμενος αρ. 1 εξαιτείται τα πιο κάτω:

 

«Α.       Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να παραμερίζει ή/και ακυρώνει ή/και απορρίπτει ή/και διαγράφει το κλητήριο ένταλμα ημερομηνίας 27/10/2017 ή/και την αγωγή με τον υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό εναντίον του Αιτητή.

Β.         Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να παραμερίζει ή/και ακυρώνει ή/και απορρίπτει ή/και διαγράφει το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017, το οποίο εκδόθηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής, και τη μονομερή αίτηση ημερομηνίας 27/10/2017, η οποία καταχωρίστηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής και στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017.

Γ.         Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να παραμερίζει ή/και ακυρώνει ή/και απορρίπτει ή/και διαγράφει το διάταγμα ημερομηνίας 13/11/2017 το οποίο εκδόθηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής και δια του οποίου επιτράπηκε η υποκατάσταση επίδοση στον Αιτητή: (i) του Κλητηρίου Εντάλματος της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής, (ii) του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 οποίο εκδόθηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής, (iii) της Μονομερούς Αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 η οποία καταχωρίστηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής και στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017 δια της αποστολής τους μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email).

 

Δ.         Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να παραμερίζει ή/και ακυρώνει τη διαδικασία της υποκατάστατης επίδοσης ή/και την υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1: (i) του Κλητηρίου Εντάλματος της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής, (ii) του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 οποίο εκδόθηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής, (iii) της Μονομερούς Αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 η οποία καταχωρίστηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής και στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017».

Η Αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.2 Θ.Θ.2 – 5, 11 και 12, Δ.5, Δ.5Α, Δ.6 Θ.Θ. 1 – 9, Δ.16 Θ.Θ. 1 – 9, Δ.19 Θ.26, Δ.27 Θ.Θ. 1 - 4, Δ.48 Θ.Θ. 1-9, Δ.64, στα αρ. 21 και 22 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στο αρ. 3 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6, στο Αρ. 30 του Συντάγματος, στο Αρ. 6 της ΕΣΔΑ, στις πρόνοιες της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για Παροχή Νομικής Συνδρομής σε Θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου και στον Κυρωτικό Νόμο 172/1986 (αρ. 5 – 8), στις πρόνοιες της Σύμβασης της Χάγης, η οποία κυρώθηκε από τον περί της Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Κεφαλαίων Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις (Κυρωτικό) Νόμο του 1982 (Ν.40/1982), στη Σύμβαση της Βιέννης επί του δικαίου των συνθηκών του 1969, στη Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στους κανόνες της επιείκειας, στην πρακτική και σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου. Συνοδεύεται από Ένορκη Δήλωση του κ. XXXXX Θεοδοσίου εκ των δικηγόρων του Εναγομένου αρ. 1 – Αιτητή.

 

Ο κ. Θεοδοσίου αναφέρει ότι πριν από την καταχώριση της αγωγής δεν λήφθηκε άδεια για σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος ή για επίδοση του εκτός δικαιοδοσίας.  Ο Ενάγοντας, ισχυρίζεται ο Ομνύοντας, δεν έχει αποκαλύψει ούτε στην Μονομερή Αίτηση ούτε στην αίτηση για υποκατάστατη επίδοση ότι διατηρεί εδώ και αρκετά χρόνια στενή επαγγελματική σχέση με τον Ενάγοντα με εκτεταμένες συναλλαγές και συνεργασία η οποία δεν εξαντλείται στην επίδικη συναλλαγή. Η σχέση αυτή διαταράχθηκε λόγω του ότι διαφάνηκε ότι ο Ενάγοντας είχε εξαπατήσει τον Εναγόμενο αρ. 1 με αποτέλεσμα ο τελευταίος να έχει ξεκινήσει δικαστικές διαδικασίες εναντίον του Ενάγοντα οι οποίες εκκρεμούν. Επιπλέον ο Ενάγοντας γνώριζε ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 διέμενε στην Ρωσία και ότι δεν ομιλεί την Ελληνική ή Αγγλική γλώσσα.

 

Είναι η θέση του κ. Θεοδοσίου ότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ο Εναγόμενος αρ. 1 ήταν, και εξακολουθεί να είναι, μόνιμος κάτοικος εξωτερικού και δεν ομιλεί  την Ελληνική ή Αγγλική, γεγονότα τα οποία ο Ενάγοντας δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο όταν αποτάθηκε σε αυτό με την Μονομερή Αίτηση, αλλά παραπλάνησε το Δικαστήριο παρουσιάζοντας τον Εναγόμενο αρ. 1 ως δήθεν κάτοικο Λεμεσού, πράγμα που είναι ψευδές. Φαίνεται, εισηγείται, ότι ο Ενάγοντας στηρίζει την θέση του περί συνήθους διαμονής του Εναγομένου αρ. 1 εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας στο γεγονός ότι το καλοκαίρι του 2014 είχε αγοράσει οικία στην Λεμεσό για σκοπούς επένδυσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του σχεδίου για παραχώρηση Κυπριακής υπηκοότητας σε ξένους επενδυτές. Ο Εναγόμενος αρ. 1 ενίοτε επισκέπτετο την Κύπρο για διακοπές οι οποίες δεν ξεπερνούσαν τις 10 συνεχείς μέρες. Ο ίδιος ο Ενάγοντας αναφέρει στην αίτηση του για υποκατάστατη επίδοση ότι ο ιδιώτης επιδότης δεν βρήκε κανένα πρόσωπο στην οικία όταν προσπάθησε να επιδώσει, ο κ. Θεοδοσίου εισηγείται δε ότι ο Ενάγοντας γνώριζε εκ των προτέρων ότι ο επιδότης δεν θα εντόπιζε κανένα πρόσωπο στην εν λόγω οικία. Ισχυρίζεται ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 χρησιμοποιεί το τοπικό του Ρωσικό διαβατήριο εντός της Ρωσίας και είναι ιδιοκτήτης ακίνητης ιδιοκτησίας στην Μόσχα όπου διαμένει μόνιμα από το 1999. Δεν είναι φορολογικός κάτοικος Κύπρου αλλά από το 2005 είναι φορολογικός κάτοικος Μόσχας. Από το διεθνές διαβατήριο που επισυνάπτεται, ο κ. Θεοδοσίου εισηγείται ότι φαίνεται πόσες μέρες ο Εναγόμενος αρ. 1 βρισκόταν εκτός Ρωσίας το 2017. Οι επισκέψεις του στην Κύπρο κατά το 2017 ήσαν 4 και δεν ξεπέρασαν το συνολικό χρονικό διάστημα των 5 ημερών.

 

Θέση του Ομνύοντα είναι ότι η μόνιμη διαμονή του Εναγομένου αρ. 1 εκτός δικαιοδοσίας καθιστούσε επιτακτική την εξασφάλιση άδειας για σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος πριν την καταχώριση αυτού και ακολούθως την εξασφάλιση άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, η δε παράλειψη να ληφθεί η άδεια για σφράγιση είναι μοιραία για όλη την αγωγή αφού εξαιτίας της το εναρκτήριο έγγραφο δεν έχει ισχύ και το θεμελιώδες αυτό ελάττωμα δεν μπορεί να θεραπευτεί. Καθίσταται επιπλέον άκυρο κάθε μεταγενέστερο διάταγμα και αίτηση που ακολούθησε.

 

Σε περίπτωση, εισηγείται, που ήθελε θεωρηθεί από το Δικαστήριο ότι η παράλειψη λήψης άδειας για σφράγιση μπορεί να θεραπευτεί, η διενεργηθείσα επίδοση θα πρέπει να παραμεριστεί για τον επιπρόσθετο λόγο ότι διενεργήθηκε κατά παράβαση της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοσιαλιστικών Δημοκρατικών για Παροχή Νομικής Συνδρομής σε Θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου καθώς και στην Σύμβαση περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Κεφαλαίων Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις οι πρόνοιες των οποίων δεν επιτρέπουν επίδοση στην Ρωσία μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

 

Ο Ενάγοντας καταχώρισε Ένσταση στην Αίτηση η οποία στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.2 Θ.Θ. 1-3, 5, 11 και 12, Δ.5 Θ.Θ. 1-3 και 9, Δ.5Α, Δ.5Β, Δ.6 Θ.Θ. 1 – 9, Δ.16 Θ.Θ. 1 – 9, Δ.19 Θ.26, Δ.27 Θ.3, Δ.39, Δ.48, Δ.51 Θ.Θ. 1 – 7 και Δ.64, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6 αρ. 2 – 5 και 9, στον περί Δικαστηρίων Νόμο αρ. 2, 21 (1)(α), 29, 31 και 32, στα αρ. 1 – 10 του περί Επιβαρυντικών Διαταγμάτων Νόμου Ν.31(Ι)/1992, στα αρ. 2, 110, 111, 11Α του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου Ν.141(Ι)/2002, στο Σχέδιο για την Κατ’ Εξαίρεση Πολιτογράφηση Επενδυτών στην Κύπρο, στα αρ. 2, 5, 7 και 11 του περί Άδειας Οδήγησης Νόμου 94(Ι)/2001, στο Αρ. 30 του Συντάγματος, στο Αρ. 6 της ΕΣΔΑ και στην πρακτική και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. Σε αυτήν προβάλλονται 15 λόγοι ένστασης τους οποίους και κρίνω χρήσιμο να παραθέσω αυτούσιους:

 

          «1.         Η υπό κρίση αίτηση δεν αποκαλύπτει οποιοδήποτε βάσιμο και/ή έγκυρο λόγο για παραμερισμό ή ακύρωση ή απόρριψη ή διαγραφή του κλητηρίου εντάλματος της παρούσας αγωγής ή του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 ή της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017, στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017, ή του διατάγματος ημερομηνίας 13/11/2017, διά του οποίου επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1 ή της διαδικασίας για υποκατάστατη επίδοση ή/και η υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1 του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής, του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 ως επίσης και της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017.

          2.            Η υπό κρίση αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη, παράτυπη και/ή αντικανονική και/ή συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και/ή εξυπηρετεί αλλότριους σκοπούς κατά παράβαση των δικονομικών και ουσιαστικών αρχών.

          3.            Ουδεμία παράβαση των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και/ή καμία παρατυπία στοιχειοθετείται με την υπό κρίση αίτηση η οποία να ακυρώνει και/ή να παραμερίζει το κλητήριο ένταλμα της παρούσας αγωγής, το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017, την μονομερή αίτηση ημερομηνίας 27/10/2017, στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017, το διάταγμα ημερομηνίας 13/11/2017, διά του οποίου επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1 ή τη διαδικασία για υποκατάστατη επίδοση ή/και την υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1 του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής, του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 ως επίσης και της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017, ως ο Εναγόμενος 1 διατείνεται με την υπό κρίση αίτηση ή άλλως πως.

          4.            Δεν ήταν αναγκαία υπό τις περιστάσεις η εξασφάλιση άδειας για σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής πριν από την καταχώρηση της αγωγής, ή η εξασφάλιση άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεδομένου, μεταξύ άλλων, ότι:

(i)         στο κλητήριο ένταλμα ο Εναγόμενος 1 εμφανίζεται ως ημεδαπός εναγόμενος και/ή εναγόμενος εντός της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου ο οποίος έχει νομότυπα εναχθεί στην Κύπρο και στον οποίο νομότυπα έχει επιδοθεί η αγωγή,

(ii)        ο Εναγόμενος 1 απέκτησε και διατηρεί την Κυπριακή υπηκοότητα με βάση το σχετικό σχέδιο κατ' εξαίρεσης πολιτογράφησης επενδυτών στην Κύπρο (το «Σχέδιο Πολιτογράφησης») δυνάμει του οποίου υποχρεούτο και συνεχίζει να υποχρεούται μεταξύ άλλων να είναι κάτοχος μόνιμης ιδιόκτητης κατοικίας στην Κυπριακή Δημοκρατία ανεξάρτητα από την εγκεκριμένη επένδυση στην οποία έχει προβεί βάσει του εν λόγω σχεδίου και η οποία κατοικία βρίσκεται στην οδό XXXXX 14, XXXXX, XXXXX Λεμεσός.

(iii)          η συμφωνία ημερομηνίας 04/04/2015, μεταξύ του Εναγομένου 1 υπό την προσωπική του ιδιότητα και υπό την ιδιότητα του ως τελικού δικαιούχου της Εναγομένης 2 και του Ενάγοντα, (στο εξής «η Συμφωνία») αντικείμενο μεταξύ άλλων της παρούσας αγωγής, υπεγράφη στην Λεμεσό, περιλάμβανε ρήτρα αποκλειστικής δικαιοδοσίας των κυπριακών δικαστηρίων να εκδικάσουν οποιεσδήποτε διαφορές μεταξύ των διαδίκων και διέπετο και/ή προνοούσε ότι εφαρμοστέο δίκαιο είναι το κυπριακό δίκαιο,

(iv)          ο Εναγόμενος 1 στην Συμφωνία συμβάλλεται ως Κύπριος υπήκοος,

(ν)           ο Εναγόμενος 1 εμφανίζεται να διατηρεί και/ή να δηλώνει στα αρχεία του Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη ως εγγεγραμμένος μέτοχος της κυπριακής εταιρείας EQUIX GROUP LIMITED (HE 339009) (στο εξής η «EQUIX»), η οποία βρίσκεται υπό την εταιρική και/ή διοικητική διαχείριση του ομίλου των δικηγόρων του Εναγομένου 1 και/ή εταιρείας συνδεδεμένης με τους δικηγόρους του Εναγόμενου 1, καθώς και ως μέτοχος και διευθυντής της κυπριακής εταιρείας ZUMBRODIKA LTD (HE 341046), διεύθυνση διαμονής και/ή συνήθη τόπο διαμονής του την Κύπρο, ήτοι την οδό XXXXX 14, XXXXX, XXXXX Λεμεσός.

(vi)          Ο Εναγόμενος 1 εργοδοτήθηκε δυνάμει σύμβασης εργοδότησης ημερομηνίας 01/10/2014 ως BUSINESS DEVELOPMENT MANAGER στην εταιρεία ΕΚ DIAMONDS DMCC (στο εξής η «ΕΚ DIAMONDS») με έδρα το Dubai (στο εξής η «Σύμβαση Εργοδότησης στην ΕΚ DIAMONDS» ), για περίοδο τριών χρόνων, ήτοι μέχρι 29/09/2017 την οποία υπέγραψε στην αγγλική γλώσσα, ως Κύπριος υπήκοος με διεύθυνση διαμονής και/ή συνήθη τόπο διαμονής του την Κύπρο ήτοι την οδό XXXXX 14, XXXXX, XXXXX Λεμεσός.

(vii)         Ο Εναγόμενος 1 άμεσα και/ή έμμεσα αποδέχθηκε και/ή επικαλέστηκε και/ή συνήψε και/ή χρησιμοποίησε έγγραφη συμφωνία επένδυσης ημερομηνίας 22/12/14 καλούμενη «Agreement No.l- RM/GRAFFCY», η οποία συνήφθη μεταξύ της EQUIX (πρώην ΕΚ LUXURY GOODS LIMITED), του DM και του ίδιου ως Κύπριου υπηκόου.

(viii)        Η εταιρεία EQUIX διαβίβασε ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 08/04/2015 μεταξύ άλλων στον DM και στον Εναγόμενο 1, στο οποίο επισυνάφθηκαν έγγραφο εκδήλωσης ενδιαφέροντος «Letter of Intent" μεταξύ της εταιρείας ESTABLISHMENTS ZILLI S.A. και της εταιρείας EQUIX (πρώην ΕΚ LUXURY GOODS LIMITED), αναφορικά με το έργο «MARINA MALL Boutique» συμπεριλαμβανομένων και αντίγραφο κυπριακού διαβατηρίου και ταυτότητας του Εναγόμενου 1 ο οποίος διατηρεί μετοχικό συμφέρον στην EQUIX.

(ix)          Ο Εναγόμενος 1 συνήψε και/ή υπέγραψε συμφωνία πάγιας επιβάρυνσης ημερομηνίας 8/7/17 επί περιουσιακών στοιχείων της EQUIX για το ποσό των USD21.421.990 και/ή αποδέχθηκε προς όφελος του πάγια επιβάρυνση επί περιουσιακών στοιχείων της EQUIX για το ποσό των USD21.421.990 η οποία επιβάρυνση ενεγγράφη και/ή αποστάληκε για εγγραφή στο Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών στις 12/07/17 με το νενομισμένο έντυπο Η.Ε.24 Ε στο οποίο εμφαίνεται ο Εναγόμενος 1 ως δικαιούχος της επιβάρυνσης με δηλωμένη ως διεύθυνση του την οδό XXXXX 14, XXXXX, XXXXX Λεμεσός.

(x)          Ο Εναγόμενος 1 αιτήθηκε την έκδοση σε αυτόν Κυπριακής Άδειας Οδήγησης και κατά ή περί την 15/01/2015 απέκτησε Κυπριακή Άδεια Οδήγησης για την οποία είναι προαπαιτούμενο βάσει της σχετικής Νομοθεσίας ο αιτητής για άδεια οδήγησης να έχει την συνήθη διαμονή του δηλαδή διαμονή για τουλάχιστον 185 μέρες κάθε χρόνο στη Κυπριακή Δημοκρατία και για την απόκτηση της οποίας ο αιτητής για άδεια οδήγησης πρέπει να δηλώσει σε συγκεκριμένο έντυπο ότι έχει την συνήθη διαμονή του δηλαδή διαμονή για τουλάχιστον 185 μέρες κάθε χρόνο στη Κυπριακή Δημοκρατία και/ή ο Εναγόμενος 1 στα πλαίσια αίτησης του για έκδοση σε αυτόν Κυπριακής Άδειας Οδήγησης και στα πλαίσια απόκτησης Κυπριακής Άδειας Οδήγησης δήλωσε γραπτώς ότι έχει την συνήθη διαμονή του δηλαδή διαμονή για τουλάχιστον 185 μέρες κάθε χρόνο στη Κυπριακή Δημοκρατία και συγκεκριμένα στην οδό XXXXX 14, XXXXX, XXXXX Λεμεσός.

5.           Ο Εναγόμενος 1 καθ’ όλους τους ουσιώδεις για την παρούσα αγωγή χρόνους εμφανίζεται να είναι Κύπριος υπήκοος με συνήθη τόπο διαμονής και/ή διεύθυνση μόνιμης κατοικίας και/ή διεύθυνση επίδοσης και/ή αλληλογραφίας την διεύθυνση του στην Κύπρο ήτοι την οδό XXXXX 14 XXXXX, XXXXX Λεμεσός και συναφώς ο Εναγόμενος 1 εμποδίζεται (estopped) και δεν νομιμοποιείται να επιζητεί τις θεραπείες που επιζητεί με την υπό κρίση αίτηση και/ή να ισχυρίζεται ότι ουδέποτε είχε την συνήθη διαμονή του στην Κύπρο.

6.           Ουδείς έγκυρος ή βάσιμος λόγος συντρέχει ή καταδεικνύεται για παραμερισμό της επίδοσης των εγγράφων που επιδόθηκαν στον Εναγόμενο 1 βάσει του διατάγματος ημερομηνίας 13/11/2017, διά του οποίου επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1.

7.           Η επίδοση του κλητήριου εντάλματος της αγωγής, του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 ως επίσης και της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017, καθώς και του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 13/11/2017 και της αίτησης για υποκατάστατο επίδοσης ημερομηνίας 10/11/2017 στον Εναγόμενο 1 είναι σύμφωνη με τον νόμο, καθώς επίσης και με το Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 13/11/2017 για υποκατάστατη επίδοση.

8.           Ο Εναγόμενος 1 έλαβε γνώση των δικαστικών διαδικασιών έγκαιρα και εκπροσωπείται από δικηγόρους της επιλογής του και έχει την ευκαιρία να υπερασπιστεί και συναφώς ουδεμία ζημιά έχει υποστεί ένεκα της επίδοσης των προαναφερόμενων δικαστικών εγγράφων.

9.           Η υπό κρίση αίτηση και η ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει είναι έκνομη, παράνομη και/ή αντικανονική και/ή στερείται του αναγκαίου νομικού και/ή πραγματικού υπόβαθρου και/ή της αναγκαίας νομικής βάσης και/ή άλλως πως δεδομένου, μεταξύ άλλων, ότι:

(i)         η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση δεν έγινε από τον ίδιο τον Εναγόμενο 1 αλλά από τον Αντώνη Θεοδοσίου, δικηγόρο στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων του Εναγομένου 1 (στο εξής «η Ε.Δ Θεοδοσίου»), ο οποίος ενώ κατονομάζει τον XXX Slizikov, συνεργάτη του Εναγομένου 1, (στο εξής «ο Slizikov») ως πηγή της πληροφόρησης του και άτομο που ομιλεί την αγγλική γλώσσα, ως επίσης και άτομο που έχει προβεί σε μεταφράσεις εγγράφων που επισυνάπτονται ως Τεκμήρια και αποτελούν μαρτυρία στην Ε.Δ Θεοδοσίου, παραλείπει να επεξηγήσει επαρκώς και/ή καθόλου γιατί αυτή δεν έγινε από τον ίδιο τον Slizikov ή για ποιο λόγο η υπό κρίση αίτηση δεν υποστηρίζεται και από επιπρόσθετη ένορκη δήλωση του Slizikov και αναπόφευκτα αυτό απολήγει στο συμπέρασμα και/ή στο νομικό αποτέλεσμα ή/και στην κατάληξη ότι η εν λόγω ένορκη δήλωση είναι σαν να μην υφίσταται καθόλου και ενόψει τούτου η υπό κρίση αίτηση πάσχει και/ή είναι μετέωρη και/ή δεν υποστηρίζεται από οποιανδήποτε ένορκη δήλωση ή μαρτυρία και/ή η αξιοπιστία και/ή βαρύτητα της προσαχθείσας μαρτυρίας έχει πληγεί και/ή τρωθεί και/ή υποβαθμισθεί και/ή άλλως πως,

(ii)        Ενόψει των όσων αναφέρονται πιο πάνω στη παράγραφο 9(i) αλλά και όλων των λόγων ένστασης που εκτίθενται στη παρούσα η αξιοπιστία και/ή βαρύτητα της Ε.Δ. Θεοδοσίου καθώς επίσης και η προσκομισθείσα εκ μέρους του Εναγόμενου 1 μαρτυρία έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα και/ή η Ε.Δ. Θεοδοσίου στερείται του αναγκαίου πραγματικού και νομικού υποβάθρου και/ή της απαραίτητης δύναμης με αποτέλεσμα η υπό κρίση αίτηση να είναι έκθετη σε απόρριψη.

(iii)       η Ε.Δ. Θεοδοσίου που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση συνιστά ή και περιέχει μη αποδεκτή μαρτυρία.

          10.          Ο Εναγόμενος 1 με το να ισχυρίζεται στην Ε.Δ. Θεοδοσίου ότι δεν ομιλεί ούτε γράφει μεταξύ άλλων στα αγγλικά, επιχειρεί να παραπλανήσει και/ή να παραπληροφορήσει το Δικαστήριο δεδομένου, μεταξύ άλλων, ότι:

(i)         Ο Εναγόμενος 1 συνήψε και/ή υπέγραψε τη Σύμβαση Εργοδότησης καθώς και τροποποιητική της Σύμβασης Εργοδότησης συμφωνία στην αγγλική γλώσσα;

(ii)        Ο Εναγόμενος 1 συνήψε και/ή υπέγραψε εκ μέρους των εταιρειών Bronzeway Holdings Limited από την Κύπρο και Ashaja Investments Limited από τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, τροποποιητική συμφωνία σύμβασης επένδυσης, «Amendment to the Investment Agreement No.1/GR-2013» ημερομηνίας 09/10/2014 στην αγγλική γλώσσα.

(iii)       ο Εναγόμενος 1 υπέγραψε γραπτή απόφαση για μεταβίβαση και/ή έγγραφο μεταβίβασης μετοχών «BOARD RESOLUTION, Shareholder's Resolution Regarding Transfer of Shares» της ΕΚ DIAMONDS ημερομηνίας 25/03/2015 στην αγγλική γλώσσα;

(iv)       Ο Εναγόμενος 1 υπέγραψε την επιστολή παραίτησης του στην ΕΚ DIAMONDS ημερομηνίας 31/07/2016 στα αγγλικά.

11.         Ο Εναγόμενος 1 παραπλανεί και/ή παραπληροφορεί το Δικαστήριο με το να ισχυρίζεται στην Ε.Δ. Θεοδοσίου ότι η αγορά κατοικίας στη Λεμεσό το καλοκαίρι του έτους 2014 έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες του Σχεδίου Πολιτογράφησης, αποκρύβοντας από το Δικαστήριο ότι προϋπόθεση του ρηθέντος Σχεδίου για την απόκτηση Κυπριακής υπηκοότητας αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί η διαμονή του αιτητή στη Κύπρο και/ή η κατοχή μόνιμης ιδιόκτητης κατοικίας στην Κυπριακή Δημοκρατία και η οποία στην περίπτωση του Εναγόμενου 1 είναι αυτή που βρίσκεται στην οδό XXXXX 14 XXXXX, XXXXX Λεμεσός.

12.         Οι ισχυρισμοί του Εναγομένου 1 στην Ε.Δ. Θεοδοσίου ότι ο DΜ δεν έχει αποκαλύψει στο Δικαστήριο ότι διατηρεί εδώ και αρκετά χρόνια στενή επαγγελματική σχέση με τον Εναγόμενο 1 είναι άσχετοι και/ή αυθαίρετοι και/ή παραπλανητικοί και/ή αντινομικοί και/ή ανεδαφικοί δεδομένου μεταξύ άλλων ότι:

(i)         Ο DM εγείρει την παρούσα αγωγή ως κηδεμόνας και/ή πρόσωπο που ασκεί την γονική μέριμνα του ανήλικου του υιού XXX Tsvetkov (στο εξής ο «Δικαιούχος») αναφορικά μεταξύ άλλων για παράβαση των όρων της Συμφωνίας σε σχέση με την παράνομη και/ή δόλια αποξένωση ποσοστού 50% επί των 301.865 μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Ρώσικης εταιρείας ανοικτού τύπου «ΟΚΒ imeni Μ.Ρ. Simonova» (OGRN XXXXX6622) που κατείχε η Εναγόμενη 2 και/ή ο Εναγόμενος 1 ως τελικός δικαιούχος της Εναγόμενης 2 εταιρείας οι οποίες συνιστούσαν και/ή αποτελούσαν αντικείμενο εμπιστεύματος και ή καταπιστεύματος και/ή κατέχονταν από την Εναγόμενη 2 και/ή τον Εναγόμενο 1 ως εμπιστευματοδόχους προς όφελος και/ή για λογαριασμό του Δικαιούχου δυνάμει των όρων της Συμφωνίας.

(ii)        Χωρίς παραδοχή ως προς την ορθότητα και/ή αλήθεια του περιεχομένου των εν λόγω ισχυρισμών, τους οποίους ισχυρισμούς ο Ενάγοντας αρνείται, ο Ενάγοντας ισχυρίζεται ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί που προβάλλονται στην Ε.Δ. Θεοδοσίου είναι άσχετοι με τη παρούσα διαδικασία, δεν μπορούν να προβληθούν στην υπό κρίση αίτηση δεδομένου ότι αποτελούν ισχυρισμούς που θα μπορούσαν να προβληθούν δυνητικά σε ένσταση του Εναγομένου 1 ενάντια στην μονομερή αίτηση ημερομηνίας 27/10/2017 για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017.

13.         Υπάρχει αδιαμφισβήτητη και/ή ακλόνητη και/ή ισχυρή μαρτυρία από την οποία προκύπτει ότι ο Εναγόμενος 1 ηθελημένα επιχείρησε να παραπλανήσει το Δικαστήριο προβάλλοντας ψευδείς και/ή παραπλανητικούς και/ή αντιφατικούς ισχυρισμούς. Χωρίς επηρεασμό των πιο πάνω και/ή περαιτέρω, ο Εναγόμενος 1 φάσκει και αντιφάσκει αναφορικά με τη μόνιμη και/η συνήθη διεύθυνση διαμονής του.

         14.          Δεν στοιχειοθετούνται οι αναγνωρισμένες δικονομικές και/ή ουσιαστικές και/ή νομολογιακές προϋποθέσεις για τον παραμερισμό και/ή διαγραφή και/ή ακύρωση και/ή άλλως του κλητηρίου εντάλματος της παρούσας αγωγής ή/και του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 ή/και της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017 ή/και του διατάγματος ημερομηνίας 13/11/2017 διά του οποίου επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1 ή/και της διαδικασίας για υποκατάστατη επίδοση ή/και της υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο 1 του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής ή/και του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30/10/2017 ή/και και της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27/10/2017 στην βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 30/10/2017.

         15.          Ουδείς έγκυρος λόγος συντρέχει ή καταδεικνύεται για έκδοση οιουδήποτε εκ των Διαταγμάτων που επιζητούνται με την υπό κρίση Αίτηση».

            Η Ένσταση συνοδεύεται από Ένορκη Δήλωση του κ. XXX Tsvetkov - Ενάγοντα ο οποίος αναφέρει ότι ως το άτομο που ασκεί την γονική μέριμνα του ανηλίκου XXX Tsvetkov καταχώρισε την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή καθώς και την αίτηση για Προσωρινό Διάταγμα στο πλαίσιο της οποίας εξεδόθησαν προσωρινά διατάγματα σε σχέση με περιουσιακά στοιχεία του Εναγομένου αρ. 1. Το Προσωρινό Διάταγμα επιδόθηκε στα γραφεία ενδιαφερόμενης εταιρείας και στον Έφορο Εταιρειών, ενώ την 8.11.2017 ο επιδότης κ. XXXXX Κλείτου επέδωσε το Διάταγμα στην Prime Property Group, όπου βρίσκεται η οικία του Εναγομένου αρ. 1.

 

            Επισημαίνει ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 εξασφάλισε την Κυπριακή υπηκοότητα κατ’ εξαίρεση και δηλώνει ότι έχει μόνιμη διαμονή στην οδό XXXXX 14, στον XXXXX στην Λεμεσό. Παρά τις προσπάθειες, όμως, του επιδότη δεν κατέστη δυνατό να επιδοθούν τα έγγραφα στην προαναφερόμενη διεύθυνση ένεκα του ότι δεν ανευρέθη κάποιος στην οικία. Λόγω τούτου ο Ενάγοντας καταχώρισε αίτηση για υποκατάστατη επίδοση της αίτησης για Προσωρινό Διάταγμα και του Προσωρινού Διατάγματος μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

 

            Κατά την 13.11.2017, ημερομηνία κατά την οποία το Προσωρινό Διάταγμα είχε οριστεί επιστρεπτέο, εμφανίστηκε εκ μέρους της ενδιαφερόμενης εταιρείας Equix το γραφείο Χάρης Κυριακίδης ΔΕΠΕ. Την 15.11.2017 τα έγγραφα επιδόθηκαν στον Εναγόμενο αρ. 1 μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και οι συνήγοροι αυτού καταχώρισαν Σημείωμα Εμφάνισης υπό Διαμαρτυρία. Επιπλέον τα έγγραφα επιδόθηκαν στην Εναγόμενη αρ. 2 με ταχυμεταφορέα στην Ρωσία.

 

            Είναι η θέση του Ενάγοντα ότι η Αίτηση είναι αβάσιμη, ενώ απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Εναγομένου αρ. 1 περί απόκρυψης της μακροχρόνιας επαγγελματικής σχέσης μεταξύ των ή της λήψης δικαστικών μέτρων στο Ηνωμένο Βασίλειο, ισχυριζόμενος μεταξύ άλλων ότι είναι άσχετα για σκοπούς της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής, ενώ οι ισχυρισμοί περί μη αποκάλυψης δεν έχουν σχέση με την υπό εκδίκαση Αίτηση.

 

            Θέση του Ενάγοντα είναι ότι δεν ήταν απαραίτητη η λήψη άδειας για σφράγιση πριν την καταχώριση της αγωγής. Στο πλαίσιο του Προγράμματος για παροχή υπηκοότητας σε επενδυτές κατ’ εξαίρεση, άτομο το οποίο πληρούσε τα οικονομικά κριτήρια μπορούσε να υποβάλει αίτηση για απόκτηση υπηκοότητας. Μία από τις προϋποθέσεις του προαναφερόμενου Προγράμματος ήταν όπως ο αιτητής κατέχει μόνιμη ιδιόκτητη οικία στην Κυπριακή Δημοκρατία. Ο Εναγόμενος αρ. 1 απέκτησε ακίνητη περιουσία στην Λεμεσό. Σύμφωνα με τους όρους του Προγράμματος, ισχυρίζεται ο Ενάγοντας, ο Εναγόμενος αρ. 1 θα έπρεπε να διατηρήσει την περιουσία για τουλάχιστον 3 χρόνια και, σε περίπτωση όπου επιθυμούσε να την αποξενώσει, θα έπρεπε με άλλο τρόπο να φροντίσει ώστε να πληροί την προϋπόθεση διαμονής. Στον δε Έφορο Εταιρειών ως μέτοχος της εταιρείας Equix ο Εναγόμενος αρ. 1 δηλώνει διεύθυνση από το 2016 την XXXXX 14, στην Λεμεσό. Ισχυρίζεται επίσης ότι σύμφωνα με Οδηγία του Παγκυπρίου Δικηγορικού Συλλόγου οι δικηγόροι οφείλουν να επιβεβαιώνουν την ιδιότητα και μόνιμη διεύθυνση των μετόχων εταιρείας. Με την ίδια διεύθυνση ο Εναγόμενος αρ. 1 είναι εγγεγραμμένος στον Έφορο Εταιρειών και ως μέτοχος της εταιρείας Zumbrodika Ltd. Διεξήγαγε επιπλέον επαγγελματικές συναλλαγές και σύνηψε συμφωνίες και υπέγραφε έγγραφα ως πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας που διαμένει σε αυτήν. Κατέχει Κυπριακή άδεια οδήγησης στην οποία δηλώνει ως διεύθυνση διαμονής την οδό XXXXX στην Λεμεσό, για να λάβει την οποία θα πρέπει σύμφωνα με τον Νόμο να είχε δηλώσει ότι η συνήθης διαμονή του είναι στην Κυπριακή Δημοκρατία. Εισηγείται, ο Ενάγοντας, συναφώς ότι δεν μπορεί να ισχύει ο ισχυρισμός του Εναγομένου αρ. 1 ότι αγόρασε την ακίνητη ιδιοκτησία για σκοπούς επένδυσης μόνο, αφού σύμφωνα με το Επενδυτικό Πρόγραμμα αιτητής πρέπει να έχει μόνιμο ιδιόκτητο τόπο διαμονής στην Κύπρο. Έπεται πως, εάν οι ισχυρισμοί του Εναγόμενου αρ. 1 ευσταθούν, αυτός έχει εσκεμμένα καταδολιεύσει τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

            Όπως λέει ο Ενάγοντας, το τοπικό διαβατήριο της Ρωσίας ισχύει μόνο στην Ρωσία και είναι δικαίωμα αλλά όχι υποχρέωση Ρώσου υπηκόου που διαμένει στο εξωτερικό να εγγραφεί στις διπλωματικές υπηρεσίες της Ρωσίας στην αλλοδαπή. Ούτε και αποδεικνύεται η διαμονή του Εναγομένου αρ. 1 στην Ρωσία από το ότι αυτός και η σύζυγος του είναι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες διαμερίσματος εκεί, όπως δεν αποδεικνύεται από το ότι αυτός πληρώνει φόρους στην Ρωσία. Απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Εναγομένου αρ.1 ότι δήθεν γνώριζε πως ο Εναγόμενος είναι μόνιμος κάτοικος Ρωσίας. Με δεδομένο ότι οι πλείστες συναντήσεις που είχε με τον Εναγόμενο αρ. 1 έλαβαν χώρα στην Κύπρο και ότι ο Εναγόμενος ουδέποτε του ανέφερε ότι διαμένει στην Ρωσία, ο Ενάγοντας δεν είχε καμία υποχρέωση να αναζητήσει το που ο Εναγόμενος αρ. 1 βρισκόταν, ενώ ο τελευταίος του παρουσιάζετο ως Κύπριος υπήκοος που διαμένει στην Κύπρο. Ούτε και του είχε αναφέρει ποτέ ότι δεν ομιλεί την Αγγλική υπέγραφε δε συμφωνίες και έγγραφα στην γλώσσα αυτή.

 

            Η επίδοση στον Εναγόμενο αρ. 1 έγινε σύμφωνα με το Διάταγμα του Δικαστηρίου για υποκατάστατη επίδοση, τον Νόμο και τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Από αυτήν ο Εναγόμενος αρ. 1 έλαβε γνώση των επιδοθέντων εγγράφων και κανένα από τα δικαιώματα του δεν έχει επηρεαστεί με οποιοδήποτε τρόπο.

 

Μετά από την εκδίκαση σχετικής αίτησης, την 5.6.2018 ο κ. Θεοδοσίου καταχώρισε Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση στην οποία επισυνάπτει δύο ηλεκτρονικά μηνύματα που απέστειλε ο Ενάγοντας στον Εναγόμενο αρ. 1 στα οποία ο ίδιος ο Ενάγοντας αναγνωρίζει ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 είναι μόνιμος κάτοικος Ρωσίας. Εισηγείται ότι η μαρτυρία αυτή επιβεβαιώνει τα αλλότρια κίνητρα του Ενάγοντα και την εμφανή του προσπάθεια να παραπλανήσει το Δικαστήριο.

 

Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση κατόπιν εκδίκασης σχετικής αίτησης προς τούτο καταχώρισε και ο Ενάγοντας την 28.2.2019 στην οποία, αναφερόμενος στα δύο ηλεκτρονικά μηνύματα, επεξηγεί τις περιστάσεις υπό τις οποίες συντάχθηκαν τα προσχέδια του Settlement Agreement στο οποίο ο Εναγόμενος αρ. 1 δηλώνεται να διαμένει μόνιμα στην Ρωσία. Αποτελεί θέση του ότι, μεταξύ άλλων, τόσο αυτός όσο και ο Εναγόμενος αρ. 1 είναι μέτοχοι στην εταιρεία Equix και, μετά από διαφωνίες μεταξύ των μετόχων της εν λόγω εταιρείας, έλαβαν χώρα συναντήσεις στην Λεμεσό σε μία προσπάθεια εξεύρεσης διευθέτησης. Παρών στην συνάντηση αυτή ήταν και ο κ. Iusurpov, γνωστός ως άτομο που ηγείται μίας εκ των σκληρότερων εγκληματικών οργανώσεων του Ταταρστάν απ’ όπου κατάγεται ο Εναγόμενος αρ. 1, μέσω του οποίου ασκήθηκαν πιέσεις στον Ενάγοντα να ετοιμάσει και να αποστείλει την προαναφερόμενη συμφωνία. Την συμφωνία ετοίμασε σε φορητό υπολογιστή ενώ βρισκόταν σε κλινική στην Αυστρία και υποβάλλετο σε θεραπείες με αποτέλεσμα να μην δώσει ιδιαίτερη σημασία στο προοίμιο της συμφωνίας και στην αναφορά σε μόνιμη κατοικία του Εναγομένου αρ. 1. Επιπρόσθετα είχε συμφωνηθεί ότι, εάν όλοι ήσαν σύμφωνοι με το περιεχόμενο του προσχεδίου, θα συντάσσετο το επίσημο έγγραφο από τους Κύπριους δικηγόρους του Ενάγοντα.  Ουδέποτε ήταν πρόθεση του να δηλώσει ότι η μόνιμη κατοικία του Εναγομένου αρ. 1 είναι στην Ρωσία αφού δεν πίστευε κάτι τέτοιο ούτε είχε λόγο να το πιστεύει.

 

Ακολούθως αμφότεροι οι συνήγοροι αγόρευσαν προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων τους επικαλούμενοι τώρα και σχετική Νομολογία. Συγκεκριμένη αναφορά σε επιμέρους εισηγήσεις αυτών θα γίνει πιο κάτω στην παρούσα όπου κριθεί αναγκαίο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Εν όψει του ότι μεταξύ αυτών που ζητούνται με την Αίτηση είναι ο παραμερισμός διαταγμάτων, τυγχάνει εφαρμογής η Δ.48 Θ. 8 (4) η οποία αναφέρει τα ακόλουθα, σε μετάφραση:

 

«Οποιοδήποτε πρόσωπο (πλην του αιτητή) που επηρεάζεται από ένα διάταγμα που έγινε μονομερώς μπορεί να αποταθεί δια κλήσεως για παραμερισμό ή διαφοροποίηση του και το Δικαστήριο ή Δικαστής μπορεί να το παραμερίσει ή να το διαφοροποιήσει με τοιούτους όρους που θα ήθελον φανεί δίκαιοι».

 

            Επιπλέον έρεισμα για παραμερισμό της επίδοσης παρέχεται από την Δ.16 Θ.9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας η οποία προβλέπει τα εξής:

 

«A defendant before appearing shall be at liberty, without obtaining an order to enter or entering a conditional appearance, to take out a summons to set aside the service upon him of the writ or of notice of the writ, or to discharge the order authorizing such service».

 

            Δεδομένου ότι ζητείται ο παραμερισμός του Κλητηρίου Εντάλματος, του Προσωρινού Διατάγματος ημερ. 30.10.2017, του Διατάγματος για Υποκατάστατη Επίδοση ημερ. 13.11.2018 αλλά και της ίδιας της Επίδοσης στον Εναγόμενο αρ. 1, θεωρώ χρήσιμη την εξέταση των εγειρόμενων ζητημάτων με την χρονική σειρά που λήφθηκαν τα διαβήματα, αφού από την κρίση επί της ορθότητας εκάστου διαβήματος επηρεάζεται και η εγκυρότητα ή ορθότητα του επόμενου ληφθέντος διαβήματος.

 

Ανάγκη για Σφράγιση Κλητηρίου Εντάλματος

 

            Η ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εναγόμενο αρ. 1 – Αιτητή προβάλλει την εισήγηση ότι, εφόσον αυτός είναι μόνιμος κάτοικος Ρωσίας και όχι της Κυπριακής Δημοκρατίας, η μη σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος πριν από την καταχώριση επιτάσσει τον παραμερισμό αυτού. Αντίθετη είναι η θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Ενάγοντα – Καθ’ου η Αίτηση η οποία στην δική της εμπεριστατωμένη αγόρευση εισηγείται ότι δεν απαιτείται άδεια για σφράγιση εφόσον δεν επιδιώκεται η επίδοση εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

 

            Η Δ.2 Θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει τα εξής:

 

«2.       No writ of summons for service out of Cyprus, or of which notice is to be given out of Cyprus, shall be sealed without the leave of the Court or a Judge».

 

            Από το λεκτικό δε της Δ.2 Θ.12 προκύπτει ότι Κλητήριο Ένταλμα θεωρείται ότι έχει εκδοθεί και η αγωγή ξεκινήσει με την σφράγιση ακριβώς του Κλητηρίου Εντάλματος (βλ. Πατσαλίδου κ.α. (2010) 1 Α.Α.Δ.587). Θα πρέπει να τονιστεί ότι η προηγούμενη άδεια για σφράγιση ενός Κλητηρίου που προορίζεται για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεν συνιστά τυπική προϋπόθεση αλλά άπτεται της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου να εκδικάσει υπόθεση με αλλοδαπούς εναγομένους.

 

            Όπως, όμως, προκύπτει από την Νομολογία δεν απαιτείται άδεια για σφράγιση πριν από την καταχώριση Κλητηρίου Εντάλματος όπου σε αυτό υπάρχουν τόσο ημεδαποί όσο και αλλοδαποί εναγόμενοι. Σε τέτοια περίπτωση το Κλητήριο Ένταλμα καταχωρείται χωρίς να έχει ζητηθεί προηγουμένως άδεια του Δικαστηρίου για σφράγιση. Όπως αναφέρεται στο Annual Practice του 1958 στην σελ. 146 (με αντιστοίχιση των σχετικών Κυπριακών Διαταγών) η δική μας Δ.2 Θ.2 θα πρέπει να διαβάζεται μαζί με την Δ.6 Θ.1 με αποτέλεσμα:

 

«In such cases the writ is issued without leave, and the plaintiff, having served the writ on the defendant within the jurisdiction, applies for leave to issue a concurrent writ for the service on the defendant out of the jurisdiction, as stated, supra, O. 6, r. 2, (n) "Concurrent Writ" etc.» 

 

            Όπως έχει εξελιχθεί η πρακτική στην Κύπρο (όπου δεν υπάρχει πρόνοια για Παράλληλο Κλητήριο) το Κλητήριο Ένταλμα εκδίδεται χωρίς άδεια και ο ενάγοντας, αφού επιδώσει στον εναγόμενο εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, αποτείνεται για άδεια για επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στον εναγόμενο που βρίσκεται εκτός της δικαιοδοσίας. Με την απόφαση του Δικαστηρίου να επιτρέψει την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας επεκτείνεται και η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου έναντι των αλλοδαπών εναγομένων.

 

            Κρίνω χρήσιμη την παράθεση του πιο κάτω αποσπάσματος από την απόφαση ANS Secretaries Ltd v Orianda Management FZ LLC, ECLI:CY:AD:2014:A458, Πολ. Εφ. 362/09 ημερ. 3.7.2014 όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Η Δ.2 θ.2 αντιστοιχεί με την O.2 r.4 των παλαιών αγγλικών θεσμών (βλ. The Annual Practice 1955, σελ. 12).  Η μόνη διαφορά είναι ότι στην αγγλική διάταξη προβλεπόταν ότι κανένα κλητήριο ή ειδοποίηση που προοριζόταν για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας θα «εκδίδεται» («issued») χωρίς άδεια του δικαστηρίου, ενώ η αντίστοιχη διάταξη των δικών μας Θεσμών προβλέπει ότι κανένα κλητήριο για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας «σφραγίζεται» («sealed») χωρίς άδεια του δικαστηρίου (βλ. Riverside Navigation Co Ltd v. Michael Antony Hambury Co Ltd a.o. (1988) 1 CLR 195).  Οι δύο όροι φαίνονται ταυτόσημοι και αποβλέπουν στο δικαστικό έλεγχο της επίδοσης εκτός της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου.  Σύμφωνα με το Σύγγραμμα Annual Practice 1955, στη σελίδα 12 και 112, στην Αγγλία, κατά τον χρόνο που ίσχυε η σχετική αγγλική διάταξη, όταν υπήρχε εναγόμενος εντός της δικαιοδοσίας και άλλος εναγόμενος εκτός, σημειωνόταν στο κλητήριο ότι αυτό δεν προοριζόταν για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.  Στη συνέχεια θα έπρεπε να υποβληθεί αίτηση για έκδοση «παράλληλου κλητηρίου» («concurrent writ») για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.  Με αφορμή την πιο πάνω πρακτική, φαίνεται από ορισμένες υποθέσεις που έφτασαν στο Εφετείο, να ακολουθήθηκε παρόμοια πρακτική και στην Κύπρο.  Στην απουσία συγκεκριμένης δικονομικής διάταξης, αρκετοί δικηγόροι για άρση κάθε νομικού εμποδίου υιοθέτησαν την πρακτική, στις περιπτώσεις που υπήρχαν και εναγόμενοι εκτός Κύπρου, να σημειώνουν στο πάνω μέρος του κλητηρίου εντάλματος που καταχωρούν για επίδοση στους εναγομένους που βρίσκονται εντός Κύπρου, τη φράση «όχι για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στους εναγομένους αρ. .. χωρίς τη σχετική άδεια του δικαστηρίου» (βλ. Larticon Co v. Detergenta Developments Ltd, ανωτέρω και Niki Christophorou Cosmetics Ltd v. Στυλιανού κ.α., ανωτέρω).  Όμως και αυτό να μη γίνει, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα του εκδοθέντος κλητηρίου εντάλματος, εφόσον σ' αυτό υπάρχουν ημεδαποί εναγόμενοι». 

           

Σημειώνω ότι, όπως αναφέρεται στην Philis Padley v Dorothy Mary Dobson (1999) 1 Α.Α.Δ.1583, οι πρόνοιες των Δ.2 Θ.2 και Δ.6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας δεν εφαρμόζονται περί εναγομένου ο οποίος είναι αλλοδαπός αλλά μπορεί να του γίνει η συνήθης επίδοση δυνάμει της Δ.5 εφόσον βρίσκεται στην Κύπρο, αλλά εφαρμόζονται σε όσον αφορά σε επίδοση που σκοπείται να γίνει εκτός δικαιοδοσίας. Συγκεκριμένα, όπως λέχθηκε:

 

«Αναφέρονται δηλαδή όχι στον ίδιο τον εναγόμενο ….. ως κάτοικο της αλλοδαπής αλλά στην επίδοση στην αλλοδαπή».

 

Προβάλλει η εξής ενδιαφέρουσα παράμετρος από την πιο πάνω απόφαση:

 

«Το όλο θέμα πραγματεύεται ο Lord Denning, M.R., στην υπόθεση Myerson v. Martin [1979] 3 All E.R. 667, στη σ. 671, όπως παρατέθηκε με επιδοκιμασία από το Στυλιανίδη, Δ., ως ήτο τότε, δίδοντας την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Philippou v. Philippou (1986) 1 C.L.R.689:

"The weight of authority is overwhelming that one should look at the time when the writ was issued.  If the defendant was in fact outside the jurisdiction at the time the writ was issued, and the plaintiff in ignorance of it issued a writ for service within the jurisdiction, then the plaintiff must wait until the defendant comes back within the jurisdiction and serve him personally on his return.  There cannot be substituted service on the defendant.

If the defendant was in fact within the jurisdiction at the time the writ was issued, and the plaintiff issues a writ for service within the jurisdiction, the plaintiff can get an order for substituted service on him, even if he has gone overseas since the issue of the writ.

If the defendant was in fact outside the jurisdiction at the time the writ was issued and plaintiff knows it, the plaintiff can take his choice and issue a writ for service within the jurisdiction, but in that case he has to wait his opportunity and hope that the defendant will return to England and be served personally.  There cannot be substituted service."

Στην προκειμένη περίπτωση, αν θεωρηθεί ότι η εφεσείουσα-τριτοδιάδικος ήταν εκτός Κύπρου κατά την έκδοση της ειδοποίησης, ο εφεσίβλητος-εναγόμενος, είτε το γνώριζε είτε όχι, ουσιαστικά επέλεξε να ζητήσει την επίδοση της εντός Κύπρου και όχι εκτός Κύπρου. Υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί να μην εδικαιούτο να εξασφαλίσει σε μετέπειτα στάδιο άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, αλλά η ίδια η διαταγή με την οποία εξασφάλισε έκδοση της ειδοποίησης τριτοδιαδίκου για επίδοση εντός της δικαιοδοσίας δεν είναι άκυρη».

 

            Δηλαδή, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί εν προκειμένω ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 ήταν όντως κάτοικος εξωτερικού κατά την καταχώριση του Κλητηρίου Εντάλματος στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή, η μη λήψη άδειας για σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος πριν από την καταχώριση του δεν το καθιστά εξ αρχής άκυρο αλλά ενδεχομένως να περιορίζει την δυνατότητα επίδοσης αυτού εντός Κύπρου.

 

Συνεπώς για να υπάρξει κατάληξη ως προς το κατά πόσο απαιτείτο η λήψη άδειας για σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος πριν από την καταχώριση αυτού θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο το Κλητήριο στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή σκοπείτο να επιδοθεί στον Εναγόμενο αρ. 1 εκτός δικαιοδοσίας ή εάν ο Εναγόμενος αρ. 1 θα πρέπει να θεωρηθεί ότι βρίσκετο εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

 

Αποτελεί κοινό έδαφος μεταξύ των διαδίκων ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 απέκτησε την Κυπριακή Υπηκοότητα με κατ’ εξαίρεση πολιτογράφηση σε μη Κύπριους επενδυτές δυνάμει του αρ. 111Α του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου Ν.141(Ι)/2002έχοντας αγοράσει την οικία στην οδό XXXXX στην Λεμεσό. Είναι γεγονός ότι στο εδάφιο (2) του αρ. 111Α αναφέρεται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να επιτρέψει την πολιτογράφηση αλλοδαπών επιχειρηματιών και επενδυτών χωρίς να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που περιγράφονται στις παραγράφους 1 (α), (β) και (δ) του Τρίτου Πίνακα του Ν.141(Ι)/2002, ήτοι μεταξύ άλλων η ανάγκη να διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία για όλο το χρονικό διάστημα των αμέσως προηγούμενων 12 μηνών από την ημερομηνία της αίτησης, ή του να έχει πρόθεση με την χορήγηση σε αυτόν πιστοποιητικού, να διαμένει στην Δημοκρατία.

 

Το ζήτημα, όμως, του κατά πόσο ο συγκεκριμένος Εναγόμενος αρ. 1 θα θεωρηθεί ότι είχε συνήθη διαμονή στην Κύπρο για σκοπούς επίδοσης του Κλητηρίου Εντάλματος δεν τελειώνει εκεί. Ο κ. Γ. Μπαμπινιώτης στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη Β. Έκδοση ορίζει τον «ημεδαπό» ως ακολούθως:

 

«ημεδαπός, , -ό 1. (λόγ.) αυτός που η προέλευση, η καταγωγή του είναι από το εσωτερικό μιας χώρας ΣΥΝ. ιθαγενής, ντόπιος ANT. αλλοδαπός, ξένος 2μεδαπός (ο), ημεδαπή (η) αλλοδαπός που έχει αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια: οι σύζυγοι Ελλήνων θεωρούνται ημεδαπές 3. ημεδαπή (η) η χώρα στην οποία ανήκουμε, η χώρα μας: μεγάλωσε και σπούδασε στην ~ ΣΥΝ.αλλοδαπή, εξωτερικό. [ΕΤΥΜ. < αρχ. ημεδαπός < ήμε-δ-απός < θ. ήμε- (<ημείς) + πρόσφυμα -δ- (κατ' αναλογίαν προς το αντώνυμο αλλοδαπός, βλ.λ.)…»

 

                        (η έμφαση είναι του Δικαστηρίου)

 

            Ο Εναγόμενος αρ. 1 έχει ο ίδιος δηλώσει ως διεύθυνση διαμονής του την οδό XXXXX 14 στην Λεμεσό σε διάφορα έγγραφα, αλλά ιδιαίτερης σημασίας έχει η δήλωση του αυτή σε επίσημες Αρχές της Δημοκρατίας. Ειδικότερα:

 

-       Στον Έφορο Εταιρειών ως μέτοχος της εταιρείας Equix Group Limited.

-       Στον Έφορο Εταιρειών ως Διευθυντής και μέτοχος της εταιρείας Zumbrodika Ltd.

-       Σε συμφωνία εργοδότησης του από την εταιρεία EK Diamonds DMCC του Ντουμπάι.

 

Όπως αναφέρεται στο αρ. 192 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113:

 

«(2) Το αναφερόμενο μητρώο περιέχει τις ακόλουθες λεπτομέρειες αναφορικά με κάθε σύμβουλο, δηλαδή-

(α) σε περίπτωση φυσικού προσώπου, το όνομα και επίθετο του, τη συνηθισμένη διεύθυνση διαμονής του, την υπηκοότητά του»·

 

Επιπλέον ο Εναγόμενος αρ. 1 είναι κάτοχος Άδειας Οδήγησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κάποιο στοιχείο που να δείχνει ότι ενημέρωσε τις Αρχές ότι δεν είναι μόνιμος κάτοικος της Δημοκρατίας. Οι θέσεις του ευπαιδεύτου συνηγόρου περί παραβίασης προσωπικών δεδομένων δεν αφορούν την παρούσα διαδικασία και δεν θα εξεταστούν στο πλαίσιο της απόφασης αυτής. Επισημαίνω, όμως, όπως εντόπισε και ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Ενάγοντα, ότι σύμφωνα με τα αρ. 5 και 11 του περί Άδειας Οδήγησης Νόμου Ν.94(Ι)/2001τέτοια άδεια χορηγείται σε αιτητή ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του στην Δημοκρατία. Ο ορισμός της συνήθους διαμονής στο αρ. 2 του εν λόγω Νόμου δίδεται ως εξής:

 

««συνήθης διαμονή» σημαίνει τον τόπο όπου ένα πρόσωπο διαμένει συνήθως, δηλαδή για εκατόν ογδόντα πέντε (185) τουλάχιστον ημέρες κατά ημερολογιακό έτος, λόγω προσωπικών ή επαγγελματικών δεσμών, σε περίπτωση δε που οι προσωπικοί του δεσμοί βρίσκονται σε διαφορετικό τόπο από τους επαγγελματικούς του δεσμούς και για το λόγο αυτό υποχρεούται να διαμένει διαδοχικά στους διαφορετικούς αυτούς τόπους που βρίσκονται σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, ως συνήθης διαμονή θεωρείται ο τόπος όπου βρίσκονται οι προσωπικοί του δεσμοί, νοουμένου ότι το πρόσωπο επιστρέφει στον τόπο αυτό τακτικάː

Νοείται ότι, ο όρος αυτός δεν απαιτείται όταν το άτομο διαμένει στη Δημοκρατία για την εκτέλεση έργου με καθορισμένη διάρκειαː

Νοείται περαιτέρω ότι, σε κάθε περίπτωση η φοίτηση σε πανεπιστήμιο ή άλλη σχολή δε συνεπάγεται μεταφορά της συνήθους διαμονής στον τόπο φοίτησης».

 

            Όπως αναφέρθηκε στην Γιαννόπουλος Κωνσταντίνος ν Μόνικα Γιαννόπουλου (2010) 1 Α.Α.Δ. 1917 ο όρος «συνήθης διαμονή» καθορίζεται με βάση τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. Ως θέμα δημόσιας πολιτικής και δημοσίου συμφέροντος, όμως, δεν μπορεί να επιτρέπεται σε άτομο να προβαίνει σε ψευδείς δηλώσεις σε επίσημα έγγραφα, ή να επικαλείται την Κυπριακή Υπηκοότητα κατά το δοκούν και να αποποιείται των δηλώσεων του περί διαμονής όπου αυτό προσφέρει όφελος (βλ. Νίκη Ανδρέα Ορφανίδη ν Ανδρέα Στέλιου Ορφανίδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1889). Κατ’ αναλογία τυγχάνουν εφαρμογής και τα όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση Γιαννάκης Ιωάννου ν Άγγελου Καζέλα, ECLI:CY:AD:2017:A115, Πολ. Εφ. 360/11 ημερ. 28.3.2017 όπου ο Εφεσείοντας είχε δηλωμένη διεύθυνση στον Στρόβολο σε Εκλογικό Κατάλογο, καθώς και δηλωμένη διεύθυνση στο Γέρι στο πλαίσιο έκδοσης πολιτικής ταυτότητας. Όταν η διεύθυνση αυτή ανεγράφη επί Κλητηρίου Εντάλματος κρίθηκε ότι η επίδοση που έγινε στην σύζυγο του εκεί ήταν νομότυπη και ορθή έστω και αν ο Εφεσείοντας παρέμεινε για κάποιο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό για σκοπούς εργασίας. Παραθέτω το εξής απόσπασμα:

 

«Η καταχώρηση της αγωγής δεν έθετε θέμα επέκτασης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, κάτι που θα συζητείτο εάν η διεύθυνση του εναγομένου φερόταν να ήταν στην αλλοδαπή, ούτε και ήταν περίπτωση στην οποία παρά το γεγονός ότι  εναγόμενος αναφερόταν να έχει την κατοικία του στο εξωτερικό, απέφευγε ενσυνείδητα την επίδοση ώστε να ήταν δυνατή η υποκατάστατη επίδοση εντός της δικαιοδοσίας, (δέστε τις υποθέσεις Myerson v. Martin (1979) 1 W.L.R. 1390 και Φραγκέσκου ν. Γρηγορίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1765).  Πρόκειτο για μια συνηθισμένη επίδοση επιτευχθείσα εντός δικαιοδοσίας στην οποία έγινε δέουσα επίδοση με δικαστικό επιδότη ώστε να μην υπόκειται σε ακύρωση, (δέστε Supreme Court Practice 1970 Tόμος Ι, σελ. 999)». 

 

            Αυτό ακριβώς διαφοροποιεί και την υπό εκδίκαση περίπτωση από τα λεχθέντα στην Σταύρος Φραγκέσκου ν Γεώργιου Γρηγορίου (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1765. εφόσον εδώ δεν απαιτείτο η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας. Δικαιολογημένα ο Ενάγοντας καταχώρισε το Κλητήριο Ένταλμα με διεύθυνση του Εναγομένου αρ. 1 την οδό Αρτέμιδος στην Λεμεσό και άρα, αφού δεν σκοπείτο η επίδοση του Κλητηρίου εκτός δικαιοδοσίας, δεν απαιτείτο και η προηγούμενη λήψη άδειας για σφράγιση αυτού.

 

Η κατάληξη αυτή οδηγεί και στο ότι, όταν η επίδοση στον Εναγόμενο αρ. 1 στην οδό Αρτέμιδος δεν κατέστη εφικτή, ορθά αποτάθηκε ο Ενάγοντας με αίτηση για υποκατάστατη επίδοση των δικαστικών εγγράφων σε αυτόν. Τέτοια υποκατάστατη επίδοση μπορούσε να λάβει χώρα με οποιοδήποτε εκ των τρόπων που προβλέπονται στην Δ.5 Θ.9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας[1], η οποία περιλαμβάνει και την επίδοση με ηλεκτρονικό μήνυμα. Δεν τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα προβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εναγόμενο αρ. 1 σε σχέση με την Συνθήκη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για Παροχή Συνδρομής σε θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου ή σε σχέση με την Σύμβαση της Χάγης εφόσον δεν επρόκειτο για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.

 

Ακόμη, όμως, και αν ήθελε θεωρηθεί ότι οι πιο πάνω Συνθήκες έχουν εφαρμογή, παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση στην Sergei Petrovich Poymanov v Aletarro Limited, Αρ. Αγωγής 3463/13 ημερ. 29.4.2014 της κας Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Π.Ε.Δ. (όπως ήταν τότε) με το οποίο συμφωνώ και το οποίο υιοθετώ για σκοπούς της παρούσης:

 

«Στη κρινόμενη περίπτωση το Δικαστήριο, αφού είχε ενώπιον του όλα τα δεδομένα, που αφορούσαν την ισχυριζόμενη εμπλοκή των Εναγομένων 9 αλλά και το θέμα της καταλληλότερης επίδοσης προς αυτούς στη Ρωσία, αποφάσισε ότι ο συγκεκριμένος τρόπος επίδοσης, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, ήταν ο πλέον κατάλληλος.  Η επείγουσα υφή της διαδικασίας δεν μπορούσε να θεωρηθεί παράλογη από το στάδιο εκείνο απλώς επειδή η αίτηση και το συντηρητικό διάταγμα δεν αφορούσε τους Εναγόμενους 9.  Η ύπαρξη διατάγματος, κατά το χρόνο εκείνο, δηλαδή στις 20.08.2013, κατά τη κρίση μου, έθετε το όλο θέμα της αγωγής ως επείγουσας, αφού η όλη στάση του Ενάγοντα στη προώθηση της αγωγής είναι ένα απόλυτα σχετικό θέμα σε συνάρτηση με το διάταγμα.  Ακριβώς, ακολουθώντας την αιτιολογική βάση της υπόθεσης Φραγκέσκου (ανωτέρω) αλλά και των συναφών αναφορών στο Annual Practice, εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο διαταχθείς τρόπος επίδοσης να θέσει, κατά λογική προοπτική, τη διαδικασία υπόψη του Εναγομένου.  Πράγμα, που εδώ, έχει συντελεστεί αφού η διαδικασία έχει γνωστοποιηθεί στους Εναγομένους 9 αναφορικά με το κλητήριο ένταλμα, την ειδοποίηση του κλητηρίου εντάλματος, μαζί με το σχετικό διάταγμα και τη μονομερή αίτηση, με βάση την οποία εκδόθηκε το διάταγμα που αφορούσε την επίδοση.  Επίσης, περιλαμβανόταν στα δοθέντα έγγραφα, τόσο η ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση όπως επίσης και τα σχετικά τεκμήρια.  Σημειώνεται ακόμη- και είναι πολύ σημαντικό- ότι όλα τα έγγραφα ήταν μεταφρασμένα στη Ρωσική γλώσσα.  Στη παράγραφο 7 της ένορκης δήλωσης που στηρίζει την αίτηση, γίνεται ρητή παραδοχή ότι οι Εναγόμενοι έλαβαν όλα τα έγγραφα στις 26.08.2013, με αποτέλεσμα ο σκοπός της επίδοσης να επιτευχθεί, σύμφωνα με τη πιο πάνω νομολογία.  Θα συμφωνήσω δε με τους ευπαίδευτους συνηγόρους του Ενάγοντα ότι η Σύμβαση της Χάγης και η συνθήκη μεταξύ Ρωσίας και Κύπρου δεν αναιρούν τις εξουσίες του Δικαστηρίου, εφόσον βέβαια δοθεί το κατάλληλο υπόβαθρο, να ασκήσει τις εξουσίες που πηγάζουν από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας αλλά και με βάση τις συμφυείς εξουσίες.  Το Δικαστήριο αυτό έπραξε, αποφασίζοντας για τη μορφή επίδοσης, η οποία υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, θα ήταν αρκούντως γρήγορη και ικανοποιητική ως προς την πλήρωση της απαραίτητης προϋπόθεσης της γνωστοποίησης της διαδικασίας στον Εναγόμενο.  Πράγμα το οποίο έχει συντελεστεί.

 

Άλλωστε η θεώρηση μου είναι ότι η ένσταση της Ρωσίας για τον τρόπο επίδοσης με ταχυδρομείο ή άμεσα σε πολίτη της, όπως προβλήθηκε από τον Αιτητή, ακριβώς δεν ισχύει όταν υπάρχει σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου, όπως εν προκειμένω.

 

Ωστόσο και αν ακόμη δεν είναι ορθή η πιο πάνω προσέγγιση μου και αν όντως υπήρξε λάθος ή παρατυπία στην συντελεσθείσα επίδοση, κρίνω ότι αυτό δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε ακύρωση της επίδοσης, αφού ακριβώς καμία ζημιά δεν φάνηκε να προκαλείται στον Εναγόμενο (βλ. Pat Jones ν.  Ξένια Δημητρίου κ.α. (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ.1526).  Άλλωστε, αναρωτιέται εύλογα κανείς τι νόημα θα υπήρχε αν ακυρωνόταν η επίδοση και λάμβαναν χώρα άλλα διαβήματα για γνωστοποίηση εκ νέου στον Εναγόμενο μιας διαδικασίας που ήδη γνώριζε.  Αυτό δεν θα ήταν λογικό και θα είχε ως αποτέλεσμα απλώς την καθυστέρηση της διαδικασίας της αγωγής».

 

Μη απόκαλυψη

 

Αποτελεί καλά νομολογημένη αρχή ότι άτομο που απευθύνεται σε Δικαστήριο με μονομερή αίτηση έχει υποχρέωση να προβαίνει σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων. Αυτή η υποχρέωση επεκτείνεται σε όλα τα είδη μονομερών αιτήσεων και περιλαμβάνει και την αίτηση με την οποία ζητήθηκε άδεια για υποκατάστατη επίδοση στον Εναγόμενο αρ. 1. Προς τούτο παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση The Cyprus Potato Marketing Board v Primlaks  (Pacific Violet) BV κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ 219 όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:

 

«Πρέπει να υπομνησθεί εδώ ότι πλήθος αποφάσεων καθιέρωσε την αρχή ότι σε αιτήσεις για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας υφίσταται υποχρέωση για ειλικρινή αποκάλυψη όλων των σημαντικών στοιχείων με βάση τα οποία το δικαστήριο θα κληθεί να ασκήσει τη διακριτική εξουσία που έχει στο προκείμενο. Η raisondetre του κανόνα είναι ότι η επίδοση αγωγής εκτός δικαιοδοσίας θεωρείται κατά τρόπο επέμβαση στην κυριαρχία ξένου κράτους και η έννοια της αβροφροσύνης στις διεθνείς σχέσεις (comitas) επιβάλλει στα ημεδαπά δικαστήρια προσεκτική εξέταση κάθε περίπτωσης και πιστή συμμόρφωση προς τους κανόνες που καθιστούν επιτρεπτή την επίδοση. George Monro Ltd. v. American Cyanamid Corporation [1944] K.B. 432, 437, The Brado [1949] A.C. 326, 357 και The Siskina v. DistoscompaniaNaviera S.A.[1979] A.C. 210, 254. Παρεπιμπτόντως, η αρχή που επιτάσσει την παράθεση των ουσιαστικών περιστατικών έχει ευρύτερη εφαρμογή και καλύπτει πλήν των επιδόσεων και όλες τις περιπτώσεις αιτήσεων χωρίς κοινοποίηση στο αντίδικο. The Hagen[19081910] All E.R. Rep. 21, The Andria[1984] 1 All E.R. 1126 Altobeigi v. M/V Nada & Another[1985] 1 C.L.R. 543. Οι Dicey&Morris "TheConflictofLaws" έκδοση 1980 τόμος 1 σελ 197 αναφέρουν επιγραμματικά επί του θέματος:

 

"Since the application for leave is made exparte a full and fair disclosure of all relevant facts ought to be made."»

           

Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι το κατά πόσο τα γεγονότα που δεν αποκαλύφθηκαν κατά την εισήγηση του Εναγομένου αρ. 1 ήσαν ουσιώδη γεγονότα για την αίτηση με την οποία ζητήθηκε άδεια για υποκατάσταση επίδοση.

 

Ο Εναγόμενος αρ. 1 – Αιτητής προβάλλει την θέση ότι ο Ενάγοντας δεν αποκάλυψε την στενή επαγγελματική σχέση για χρόνια που είχε με τον Εναγόμενο αρ. 1 και ότι αυτή δεν εξαντλείται στην επίδικη συναλλαγή καθώς και ότι γνώριζε πολύ καλά ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 διαμένει μόνιμα στην Ρωσία και δεν ομιλεί την Ελληνική ή την Αγγλική γλώσσα. Αντίθετα, εισηγείται ότι ο Ενάγοντας ψευδώς παρουσιάσει τον Εναγόμενο αρ. 1 ως δήθεν μόνιμο κάτοικο Λεμεσού.

 

Θεωρώ ότι η επαγγελματικές σχέσεις των διαδίκων δεν αποτελούσαν ουσιώδη θέματα όσον αφορά στην αίτηση για υποκατάστατη επίδοση. Εάν θα έπρεπε να είχαν αποκαλυφθεί στο πλαίσιο της αίτησης για προσωρινό διάταγμα είναι ζήτημα που θα εξεταστεί κατά την εκδίκαση της αίτησης και του διατάγματος εκείνου.

 

Όσον αφορά στο θέμα της διαμονής, οι θέσεις του Εναγόμενου αρ. 1 έχουν αντικρουστεί από τον Ενάγοντα ο οποίος ισχυρίζεται ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 κατά τα έτη 2015 και 2016 διέμενε για μεγάλα διαστήματα στην οικία στην Λεμεσό αλλά και ότι μεταξύ των δύο έλαβαν χώρα πολλές συναντήσεις στην Κύπρο, ενώ ουδέποτε ο Εναγόμενος αρ. 1 του είχε πει ότι διαμένει μόνιμα στην Ρωσία. Σημειώνω ότι ο Εναγόμενος αρ. 1 δεν αντέκρουσε τους ισχυρισμούς αυτούς του Ενάγοντα.

 

Συνεπώς δεν πρόκειται για γεγονότα αλλά για εκδοχή του Εναγόμενου αρ. 1, και άρα η μη αναφορά αυτών στην αίτηση για υποκατάστατη επίδοση δεν μπορεί να οδηγήσει σε παραμερισμό του σχετικού διατάγματος.

 

Γλώσσα των Επιδοθέντων Εγγράφων

 

Θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Εναγόμενο αρ. 1 – Αιτητή είναι ότι τα Δικαστικά έγγραφα που επιδόθηκαν στον Εναγόμενο ήσαν στην Ελληνική και Αγγλική γλώσσα, τις οποίες και δεν ομιλεί ο διάδικος αυτός.  

 

Ακόμη και αν όντως αυτό ευσταθεί, εκείνο που έχει σημασία εν προκειμένω είναι το γεγονός ότι η επίδοση δεν έγινε εκτός δικαιοδοσίας, περίπτωση σε σχέση με την οποία υπάρχει θεσμοθετημένη υποχρέωση για μετάφραση των εγγράφων σε γλώσσα κατανοητή στον Εναγόμενο. Καμία ανάλογη πρόνοια με αυτήν της Δ.6 Θ.7[2] δεν υπάρχει όσον αφορά σε επίδοση σε άτομο που βρίσκεται εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

 

            Εν πάση περιπτώσει, σκοπός της επίδοσης είναι να λάβει γνώση ο Εναγόμενος των διαδικασιών εναντίον του, πράγμα το οποίο εν προκειμένω έγινε. Τίποτε δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου που να οδηγεί στο ότι επηρεάστηκαν οποιαδήποτε δικαιώματα του Εναγομένου αρ. 1 από την επίδοση των εγγράφων στην Ελληνική, αφού αυτός εκπροσωπείται σε όλες τις διαδικασίες στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή από συνήγορους και έχει προβάλει σε όλες την θέση του.

 

Των πιο πάνω δεδομένων η Αίτηση δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται.

 

            Τα έξοδα δεν υπάρχει λόγος να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα και επιδικάζονται υπέρ του Ενάγοντα – Καθ’ου η Αίτηση και εναντίον του Εναγόμενου αρ. 1 - Αιτητή όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

                                                            (Υπ.)

 

 

 

                                                            Μαρίνα Παπαδοπούλου, Π.Ε.Δ.

                                                           

Πιστό Αντίγραφο

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 



[1]    9. Σε κάθε περίπτωση που ήθελε φανεί στο Δικαστήριο ότι λόγω οποιασδήποτε αιτίας δεν     είναι εφικτό να επιτευχθεί εγκαίρως επίδοση με τον τρόπο που προβλέπεται στο θεσμό 2 της παρούσας Διαταγής, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα για υποκατάστατη ή άλλη επίδοση ή για την υποκατάσταση της ειδοποίησης επίδοσης με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε φανεί σ΄αυτό δίκαιο και ορθό υπό τις περιστάσεις, περιλαμβανομένης και δημοσίευσης σε οποιοδήποτε μέσο με ηλεκτρονική μορφή, ή άλλο ευλόγως προσφερόμενο από την εκάστοτε τεχνολογία, τρόπο».

[2] Where leave is given by the Court or a Judge for service of a writ of summons or notice of such writ in any foreign country with which a convention relating to such service has been or shall be extended to Cyprus the following procedure shall, subject to any special terms in the convention, be adopted :

(1) The party bespeaking such service shall file with the Registrar a request in Form 7, which request shall state whether the service is desired to be effected (i) directly through the British Consul, or (ii) through the foreign judicial authority, and shall be accompanied by-

(a) …………..;

(b) …………..;

(c) a translation thereof in the official language of the country in which service is to be effected ΄              verified. upon oath by or on behalf of the person making the request; and

(d) two copies of such translation».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο