Αιμιλία Ανδρέα Φράγκου κ.α. ν. Θεοδώρα Θεοδώρου κ.α., Έφεση/Αίτηση αρ.: 55/2020, 24/3/2025
print
Τίτλος:
Αιμιλία Ανδρέα Φράγκου κ.α. ν. Θεοδώρα Θεοδώρου κ.α., Έφεση/Αίτηση αρ.: 55/2020, 24/3/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον: Δ-Μ Γεωργιάδου Ε.Δ.

Έφεση/Αίτηση αρ.: 55/2020

 

Αναφορικά με τον περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση)-Κεφ.224, άρθρα 50, 50 Α , 58, 61, 75, 80 και 81, όπως αυτός τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα, το άρθρο 29 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας άρθρο 23, στους περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμούς του 1956, Κανονισμοί 2, 5, 6, 7, 9, 15, 16 και 17.

 

Μεταξύ:

1. Αιμιλία Ανδρέα Φράγκου

2. Ανδρούλα Παναγιώτη Κωνσταντίνου

3. Κωνσταντίνα Παναγιώτη Κωνσταντίνου

 

Εφεσειουσών /Αιτητριών

 

-και-

 

1. Θεοδώρα Θεοδώρου

2. Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, Λευκωσία, Φ/δι Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού

 

Εφεσιβλήτων/Καθ’ ων η Αίτηση

 

Ενδιάμεση αίτηση ημερομηνίας 08/11/2023

για άδεια καταχώρισης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης

 

Ημερομηνία: 24η Μαρτίου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για τις Αιτήτριες (στην κυρίως Αίτηση και στην ενδιάμεση): κος Μ. Κονής για Πανίκος Λεωνίδου & Σία

Για την Καθ’ ης η Αίτηση 1 (στην κυρίως Αίτηση και στην ενδιάμεση): κα Μ. Νικολάου

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η παρούσα απόφαση εκδίδεται στο πλαίσιο ενδιάμεσης αίτησης, με την οποία ζητείται η άδεια του Δικαστηρίου για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης στο πλαίσιο και προς υποστήριξη της Αίτησης/Έφεσης που αφορά συνοριακή διαφορά.

 

ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

 

Στις 13/03/2020 καταχωρίσθηκε από τις Αιτήριες η παρούσα Αίτηση/Έφεση («η Κυρίως Αίτηση»), με την οποία ζητούν από το Δικαστήριο την ακύρωση απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ημερομηνίας 12/02/2020 (η «Προσβαλλόμενη Απόφαση»), η οποία λήφθηκε στο πλαίσιο συνοριακής διαφοράς μεταξύ των κτημάτων των Αιτητριών και της Καθ’ ης η Αίτηση 1. Με την Προσβαλλόμενη Απόφασή του, ο Διευθυντής ενέταξε  το διαφιλονικούμενο τμήμα γης στο ακίνητο της Καθ’ ης η Αίτηση. Η Αίτηση/Έφεση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της Αιτήτριας 2 (η «ΕΔ-ΚΠΚ1»).

 

Στις 07/10/2020 καταχώρισε Ένσταση η Καθ’ ης η Αίτηση 1 και στις 19/04/2021 καταχώρισε Ένσταση το Κτηματολόγιο. Αμφότεροι υποστηρίζουν την ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Στις 08/11/2023 καταχωρίσθηκε η υπό εξέταση ενδιάμεση αίτηση και στις 20/03/2024 καταχωρίσθηκε Ένσταση από την Καθ’ ης η Αίτηση 1.

 

Η ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ

 

Με την υπό εξέταση ενδιάμεση αίτηση οι Αιτήτριες ζητούν την άδεια του Δικαστηρίου να καταχωρίσουν ένορκη δήλωση, συμπληρωματική στην ΕΔ-ΚΠΚ1 που υποστηρίζει την Αίτηση/Έφεση. Η αίτηση βασίζεται στα άρθρα 22, 29, 30, 31, 43 του Περί Δικαστηρίων Νόμου (14/1960), στα άρθρα 50, 58, 80 και 85 του Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου (Κεφ. 224), στους Περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμούς του 1956, στους Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς Δ.39Δ.48 κ,1-4. 8 και 9, Δ.64, στο Σύνταγμα, στις αρχές το Δικαίου της Επιείκειας, του Κοινοδικαίου και στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου και τη νομολογία.

 

Την ενδιάμεση αίτηση υποστηρίζει ένορκη δήλωση της Αιτήτριας 2 (η «ΕΔ-ΚΠΚ2»), με την οποία υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο να καταχωρισθεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση για να προσκομισθεί μαρτυρία εμπειρογνώμονα για σκοπούς υποστήριξης των λόγων έφεσης και αντίκρουσης της αιτιολογημένης απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου, αφού η ίδια δεν έχει εξειδικευμένες γνώσεις. Ισχυρίζεται ότι έψαχνε αρκετό καιρό να βρει ειδικό για να στηρίξει τις θέσεις της, μέχρι που βρήκε τον κ. Νικόλα Δημητρίου, ο οποίος ετοίμασε προσχέδιο ένορκης δήλωσης με έγγραφα και σχέδια. Το προσχέδιο επισυνάφθηκε στην ΕΔ-ΚΠΚ2 ως Τεκμήριο Α.

 

Σύμφωνα με το Τεκμήριο Α, ο κος Δημητρίου είναι εγγεγραμμένος στο ΕΤΕΚ Πολιτικός Μηχανικός, εγγεγραμμένος τοπογράφος και εγγεγραμμένος Χωρομέτρης. Επισκέφθηκε το Ακίνητο των Αιτητριών και προέβη σε λεπτομερή αναγνώριση του χώρου και τοπογραφία της περιοχής, αναφέρεται στο ιστορικό ιδιοκτησίας του ακινήτου από το 1968 μέχρι και το 1993. Υποστηρίζει ότι το 1993 που διενεργήθηκαν μετρήσεις από το Κτηματολόγιο λήφθηκαν υπ’ όψη σταθερά σημεία (Σ.Σ.) που δεν τοποθετήθηκαν ορθά στο επίσημο κτηματικό σχέδιο. Το λάθος έγινε αντιληπτό όταν υποβλήθηκε αίτηση για εξωτερική οριοθέτηση του τεμαχίου (5/ΑΧ2291/18). Υποστηρίζει ότι η εργασία που έγινε από υπάλληλο του Κτηματολογίου σε σχέση με τον Φάκελο Α2855/92 είναι λανθασμένη και θα πρέπει να επαναξιολογηθεί και να γίνουν οι πρέπουσες διορθώσεις στο επίσημο κτηματικό σχέδιο και να υποδειχθούν επί τόπου τα ορθά σύνορα. Επισυνάπτονται διάφορα έγγραφα, φωτογραφίες και σχέδια.

 

Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ

 

Με την Ένσταση που καταχώριση στις 20/03/2024 η Καθ' ης  η Αίτηση 1 εγείρει 42 λόγους ένστασης που αφορούν τη μη ικανοποίηση των προϋποθέσεων έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, το περιεχόμενο και τη σχετικότητα της προτεινόμενης συμπληρωματικής μαρτυρίας και την καθυστέρηση στην καταχώριση της ενδιάμεσης αίτησης. Συνοπτικά, υποστηρίζει ότι δεν έχει καταδειχθεί «καλός λόγος» που να δικαιολογεί έγκριση της αίτησης, ότι τα γεγονότα στα οποία επιθυμούν να αναφερθούν οι Αιτήτριες ήταν ήδη γνωστά  σε αυτούς, ότι με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση αποσκοπείται η συμπλήρωση των κενών και άρση των παραλείψεων τους στην μαρτυρίας τους, ότι η προτεινόμενη μαρτυρία είναι άσχετη με τα επίδικα θέματα, περιέχει αναληθή και παραπλανητικά γεγονότα και ότι υπάρχει υπέρμετρη καθυστέρηση και έλλειψη καλής πίστης στην προώθηση της ενδιάμεσης αίτησης.

 

Η Ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του κ. Νίκου Νικολάου (η «ΕΔ-ΝΝ») – συζύγου της Καθ’ ης η Αίτηση, με την οποία σχολιάζει τους ισχυρισμούς της ΕΔ-ΚΠΔ2, το περιεχόμενο της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, υποστηρίζει ότι ουδέποτε εντοπίστηκαν λάθη σε όσες μετρήσεις έγιναν με το πέρασμα των χρόνων στα επίδικα ακίνητα, υποστηρίζει τη νομιμότητα της Προσβαλλόμενης Απόφασης και επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης. Επίσης, αναφέρει ότι ο κ. Νικόλας Δημητρίου ήταν παρών κατά την επιτόπια εξέταση που είχε λάβει χώρα στις 08/11/2019 προς επίλυση της επίδικης συνοριακής διαφοράς, περιγράφει τις ενέργειες και τις μετρήσεις που έκανε παράλληλα με εκείνες του Κτηματολογίου, διαψεύδει την ΕΔ-ΚΠΚ2 ότι δεν έβρισκαν εμπειρογνώμονα, υποστηρίζει ότι οι απόψεις του ήταν γνωστές έκτοτε στις Αιτήτριες, σχολιάζει τις θέσεις του κου Νικολάου στο Τεκμήριο Α και επισημαίνει την καθυστέρηση στην παρουσίαση μαρτυρίας από το συγκεκριμένο πρόσωπο. Αναφέρεται επίσης σε συζητήσεις για εξώδικη διευθέτηση της υπόθεσης και αποδίδει κακή πίστη στους χειρισμούς των Αιτητριών. Όσον αφορά το Τεκμήριο Α, σχολιάζει ότι δεν αποκαλύπτονται τα προσόντα και η πηγή γνώσης του κου Νικολάου, ουδέν προσθέτει στη διαδικασία και θα προκαλέσει αδικαιολόγητη καθυστέρηση και εκτροπή της διαδικασίας.

 

Η ΑΚΡΟΑΣΗ

 

Η Ακρόαση διεξήχθη με την καταχώριση γραπτώς των αγορεύσεων των μερών. Δόθηκαν επίσης προφορικές διευκρινίσεις.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Ο Κανονισμός 10(3) των Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμών του 1956, ως έχει τροποποιηθεί, προνοεί τα εξής σε σχέση με τη δυνατότητα καταχώρισης συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων:

 

«Το Δικαστήριο ή Δικαστής, μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα μπορεί για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων.  Η ακρόαση  αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών».

 

Οι αρχές που διέπουν την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων έχουν τεθεί από τη νομολογία στο πλαίσιο εφαρμογής της Διαταγή 48 θ. 4 (2) των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, που είναι πανομοιότυπη με τον προαναφερθέντα Κανονισμό και είναι σχετικές και είναι σε αυτές που παρέπεμψαν και οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των μερών.

 

Το κατά πόσο θα επιτραπεί σε ένα διάδικο να καταχωρίσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση σε αίτηση ενδιάμεσης φύσεως εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλ. Αίτηση Φυλόκυπρος Ματθαίου κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 510, 514). Σύμφωνα με την απόφαση Μαρίας Κόκκινου ν. Κυριάκου Κόκκινου, Έφεση αρ. 29/2014, ημερ. 4/3/2016, ECLI:CY:DOD:2016:6, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται σε συνάρτηση με τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα θέματα που αναδύονται ενώπιον του ως επίδικα. Η κρίση του Δικαστηρίου θα πρέπει να συναρτάται με ό,τι θα μπορούσε να κριθεί αναγκαίο για την επίλυση των επίδικων θεμάτων. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην εν λόγω απόφαση:

 

«“Καλός λόγος” προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης».

 

Όπως έχει επανειλημμένως λεχθεί σε αποφάσεις των Δικαστηρίων, δεν μπορεί να καθοριστεί εξαντλητικά τι συνιστά «καλό λόγο». Πέραν των βασικών αρχών, τα επί μέρους κριτήρια είναι αναρίθμητα όπως και οι περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Καθοδήγηση όμως και παραδείγματα, μπορούν να αντληθούν από τη νομολογία.

 

Για παράδειγμα, στην υπόθεση Α. Messios & Sons Ltd κ.α. ν. Λεωνίδα (Αρ.1) (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 195, 199 αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Κατά την εκτίμησή μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος καθ΄ ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης. Δεν πρόκειται, κατά την κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντες αιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων

 

Στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Λτδ (Αρ.4) (1997) 1(Β) ΑΑΔ 979, 982, αναφέρθηκε ότι το Δικαστήριο δύναται να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αν αναφέρεται σε νέα γεγονότα που προκύπτουν από ένορκες δηλώσεις που καταχωρήθηκαν από τους αντιδίκους. 

 

Παρέχεται επίσης δυνατότητα καταχώρισης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης προς απάντηση ή αντίκρουση ισχυρισμών που περιλήφθηκαν στην ένσταση, νοουμένου βέβαια ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της Δ.48, Θ.4(2) (βλ. Κώστα ν. Κώστα (2003) 1 Α.Α.Δ 269).

 

Επίσης, σε περιπτώσεις όπου διάδικος φέρει το βάρος απόδειξης και ισχυρισμοί του αμφισβητούνται, δύναται να αποσείσει το σχετικό βάρος που έχει, με την προσαγωγή επιπρόσθετης μαρτυρίας και διευκρινίσεων επ’ αυτής. Αυτό αποτελεί καλό λόγο για ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ του διαδίκου που επιζητεί την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης (βλ. Σεβαστού ν. Σεβαστού (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1980, Iacovou Brothers (Constructions) Ltd v. Fashionwise Ltd (2000) 1B A.A.Δ. 1377, Thinking Steel International BV v. Caramondani Bros Public Co Ltd (Πολ. Έφ. 361/08), ημερ. 29/6/2012).

 

Η προσαγωγή όμως συμπληρωματικής μαρτυρίας η οποία να απαντά ή να αντικρούει απλώς και να απορρίπτει την εκδοχή της άλλης πλευράς ως ανυπόστατης δεν μπορεί να τεκμηριώσει «καλό λόγο» (βλ. Χαράλαμπου Ανδρέα Κουππά ν. Πούλλα Σαδιώτης Λτδ κ.α. Π.Ε.312/2010, ημερομηνίας 17.7.2014). Ούτε η επανάληψη του περιεχομένου της αρχικής ένορκης δήλωσης και επιχειρηματολογίας συνιστά καλό λόγο για παροχή άδειας (βλ. Βερεγγάρια Παναγιώτη Παπακοκκίνου κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, (2012) 1Α Α.Α.Δ. 643).

 

Στόχος της καταχώρισης συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων είναι η ολοκληρωμένη παρουσίαση είτε της αίτησης, είτε της ένστασης, ώστε να οδηγηθεί το υπό εξέταση ζήτημα σε ακρόαση στη βάση ολοκληρωμένης εικόνας της διαφοράς και των εκατέρωθεν θέσεων.

 

Έχοντας κατά νου τη σχετική δικονομική πρόνοια και υπό το φως των πιο πάνω νομολογιακών αρχών, προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο είναι δικαιολογημένο το υπό εξέταση αίτημα για καταχώριση της ΣΕΔ προς υποστήριξη της Κυρίως Αίτησης.

 

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΑ ΕΠΙΔΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Η αξιολόγηση του αιτήματος των Αιτητριών για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης θα πρέπει να γίνει σε συνάρτηση με ό,τι είναι αναγκαίο και επίδικο στην κυρίως διαδικασία, δηλαδή στην Αίτηση/Έφεση.

 

Αίτηση/Έφεση για επίλυση συνοριακής διαφορά καταχωρίζεται βάσει του άρθρου 58 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου (Κεφ. 224). Όπως σαφώς έχει επεξηγηθεί από τη νομολογία, η εμβέλεια του δικονομικού διαβήματος της αμφισβήτησης της ορθότητας μιας απόφασης του Διευθυντή επί συνοριακής διαφοράς, δυνάμει του άρθρου 58, είναι περιορισμένη και αφορά την επίλυση της συνοριακής διαφοράς, «όπου το θέμα είναι η τοποθέτηση επί του εδάφους συνόρων, όπως αυτά περιγράφονται στον τίτλο ή φαίνονται στο σχετικό τοπογραφικό σχέδιο» (Παναγιώτου ν. ΧʺΚυριάκου (1991) 1 ΑΑΔ 362) και όχι την αμφισβήτηση της ορθότητας των εν χρήσει σχεδίων. Σχετικές είναι οι αποφάσεις Χατζησωφρονίου κ.ά. ν. Βασιλείου κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1534, Είκοσι Πίτσα Γεώργιου κ.ά ν. Βύρωνα Αργυρού Αργυρίδη (2012) 1 ΑΑΔ 1859 και οι πιο πρόσφατες Χατζημιχαήλ v. Φιλίππου, Πολιτική Έφεση Αρ. 160/2012, 2/6/2021, ECLI:CY:AD:2021:A214, Α. ΜΕSSIOS & SONS LTD v. COUNTRY ROSE LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 91/2013, 31/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:D137).

 

Στην υπόθεση Πίτσα Είκοσι (ανωτέρω) επιχειρήθηκε η έγερση παρόμοιου επιχειρήματος με αυτό που επιθυμούν να υποστηρίξουν οι εδώ Αιτήτριες με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, ότι, δηλαδή, το εν χρήσει επίσημο κτηματικό σχέδιο στο οποίο στηρίχθηκε η εκεί προσβληθείσα απόφαση του Διευθυντή ήταν λανθασμένο. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικυρώνοντας επί της ουσίας της την πρωτόδικη απόφαση σαφώς απεφάνθη ότι το συγκεκριμένο θέμα δεν ήταν επίδικο σε διαδικασία δυνάμει των άρθρων 58 και 80 του Κεφ. 225. Λέχθηκε συγκεκριμένα ότι το Κτηματολόγιο για επίλυση συνοριακής διαφοράς δυνάμει του άρθρου 58, οφείλει να εφαρμόσει το εν χρήσει επίσημο σχέδιο και αν οι αιτήτριες θεωρούσαν ότι τα εν χρήσει σχέδια ήταν εσφαλμένα, τότε θα έπρεπε να προέβαιναν σε διαβήματα, π.χ. δυνάμει του άρθρου 61, ώστε αφού εντοπιζόταν το λάθος και διορθωνόταν, τότε να υπέβαλλαν την αίτηση τους για συνοριακή διαφορά, δυνάμει του άρθρου 58. Το Ανώτατο Δικαστήριο παρέπεμψε επί τούτου και στην απόφαση Χατζησωφρονίου όπου το ζήτημα τέθηκα ξεκάθαρα ως εξής:

 

«Καθήκον του Κτηματολογίου επί τοιαύτης αίτησης ήταν να μεταφέρει, μέσω των μετρήσεών του, το σχέδιο επί τόπου και να καθορίσει τα προκύπτοντα σύνορα που καθόριζαν και την έκβαση της συνοριακής διαφοράς. Δεν του επιτρέπετο είτε να διορθώσει το σχέδιο ως λανθασμένο είτε να μην το εφαρμόσει ως τέτοιο, στη βάση της επί τόπου κατάστασης ως προς τα φυσικά στοιχεία, τα οποία δυνατόν να αντιστρατεύοντο την πιστότητα του ή να δημιουργούσαν αμφιβολίες για αυτήν. Αν υπήρχε τέτοια εισήγηση, η ορθή πορεία, όπως υπέδειξε και η ευπαίδευτη πρωτόδικη δικαστής, δεν ήταν η ακολουθηθείσα προσφυγή σε διαδικασία διευθέτησης συνοριακής διαφοράς δυνάμει του Άρθρου 58 αλλά η προσφυγή στο Άρθρο 61 προς διόρθωση λάθους στο σχέδιο και της προς αυτό συσχετιζόμενης εγγραφής. Η διαφορά είναι κρίσιμη διότι, ενώ το Άρθρο 58 αφορά απλώς διαφωνία ως προς τα σύνορα η οποία επιλύεται με βάση το σχέδιο, η ορθότητα του οποίου εκλαμβάνεται ως δεδομένη, το Άρθρο 61 αφορά τη διόρθωση του σχεδίου που αντανακλά στην έκταση της γης που οι ιδιοκτήτες δικαιούνται. Εδώ, εφ' όσον δεν έχει καταδειχθεί ότι η επιτόπου χωρομετρική εργασία και ο έλεγχος της δεν έγιναν ορθά, το θέμα λήγει.»

 

Με την υπό εξέταση προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιχειρείται η προσκόμιση μαρτυρίας από τον κ. Δημητρίου αναφορικά με το ιστορικό των επίδικων τεμαχίων, δηλαδή τον τρόπο που έγινε η διανομή των αρχικών τεμαχίων και προέκυψαν τα σημερινά τεμάχια των μερών και θα υποστηρίξει ότι εργασία που έγινε στο πλαίσιο αίτησης με αριθμό Α2855/92 και οδήγησε στην εγγραφή νέων τίτλων το 1993, ήταν λανθασμένη. Συγκεκριμένα, θα αναφέρει ότι έγινε λάθος κατά τη μεταφορά της επί τόπου κατάστασης στο επίσημο εν χρήσει κτηματικό σχέδιο, ότι δεν έγινε ορθή αναγνώριση των Σταθερών Σημείων και ότι αγνοήθηκαν αλλαγές που έγιναν επί τόπου στο χωράφι. Έτσι θα υποστηρίξει ότι «η εργασία που έγινε από τον υπάλληλο του Κτηματολογίου με τον Φάκελο Α2855/92 θα πρέπει να επαναξιολογηθεί, να γίνουν οι πρέπουσες διορθώσεις στο επίσημο κτηματικό σχέδιο και να υποδειχθούν επί τόπου τα ορθά σύνορα».

 

Σύμφωνα με την Προσβαλλόμενη Απόφαση, για τον καθορισμό των επίδικων συνόρων λήφθηκαν υπ’ όψη το εν χρήσει χωρομετρικό σχέδιο πάνω στο οποίο βασίζονται οι εγγραφές, καθώς και προηγούμενες δεσμευτικές χωρομετρικές εργασίες.  Η εργασία που έγινε στο πλαίσιο της επίλυσης της επίδικης συνοριακής διαφοράς, στο πλαίσιο του φακέλου ΑΧ 2291/2018, στόχευε στην καλύτερη δυνατή ταύτιση με το εν χρήσει κτηματικό σχέδιο για να καθοριστούν τα εγγεγραμμένα σύνορα των επίδικων τεμαχίων, ως αυτά προέκυπταν από προηγηθέντες διαχωρισμούς. Το τεμάχιο των Αιτητριών (213) προέκυψε κατόπιν διαχωρισμού συνόρων που έγινε στο πλαίσιο των φακέλων Α1865/1965 και Α960/1972, ενώ το τεμάχιο της Καθ’ ης η Αίτηση 1 (222) προέκυψε με τον φάκελο Α2855/1992. Είναι τα αποτελέσματα του τελευταίου φακέλου που φαίνεται ότι προτίθεται να αμφισβητήσουν οι Αιτήτριες με τη συμπληρωματική ένορκη δήλωση.

 

Στη βάση του σκεπτικού των πιο πάνω αποφάσεων Χατζησωφρονίου, Πίτσα Είκοσι και Χατζημιχαήλ, η ορθότητα του κτηματικού σχεδίου στη βάση του οποίου έγινε η επίλυση της επίδικης συνοριακής διαφοράς δεν μπορεί να είναι επίδικη στην παρούσα Αίτηση/Έφεση. Ούτε η εισήγηση ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί προηγηθείσα εργασία του Κτηματολογίου μπορεί να αποτελέσει θεραπεία που να μπορεί να δοθεί στο πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Εάν οι Αιτήτριες επιθυμούσαν να αμφισβητήσουν την ορθότητα του σχεδίου όφειλαν να είχαν ζητήσει τη διόρθωση του, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 61 του Κεφ. 224 και μετά να κατέφευγαν στην επίδικη συνοριακή διαφορά. Δεν νοείται, στο πλαίσιο της παρούσας Αίτησης/Έφεσης, η αναμόχλευση διαδικασιών που προηγήθηκαν, οδήγησαν στην διαμόρφωση επίσημων κτηματικών σχεδίων και δεν έτυχαν αμφισβήτησης μέσα από τις προβλεπόμενες από τον Νόμο διαδικασίες και προθεσμίες. Εν πάση περιπτώσει, ούτε καθίσταται σαφές σε τι συνίσταται το κατ’ ισχυρισμό σφάλμα, μέσα από τη γενικότητα και αοριστία που διέπει την προτεινόμενη μαρτυρία.

 

Συνεπώς, η μαρτυρία που οι Αιτήτριες επιχειρούν να προσκομίσουν με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση εκφεύγει των επίδικων ζητημάτων της κυρίως διαδικασίας και δεν συντρέχει λόγος να επιτραπεί η προσκόμισή της. Ακόμα και να είχε προσκομιστεί εξ αρχής, κατά πάσα πιθανότητα θα αγνοείτο. Εν όψει της κατάληξης αυτής, που άπτεται της ουσίας της μαρτυρίας που επιχειρούν να προσκομίσουν οι Αιτήτριες, παρέλκει η εξέταση οποιουδήποτε άλλου λόγου ένστασης.

 

Σημειώνεται καταληκτικά ότι αντίστοιχο αίτημα φαίνεται να υπέβαλαν οι εδώ Αιτήτριες και σε άλλη Αίτηση/Έφεση, η οποία εκκρεμεί ενώπιον άλλου αδελφού Δικαστή (με αρ. 56/2020) και εκδόθηκε ήδη απόφαση με αντίστοιχη κατάληξη, από τον αδελφό Δικαστή Κ. Πασιαρδή Ε.Δ. (βλ. Αιμιλίας Ανδρέα Φράγκου κ.α. ν. Αιμιλίας Κυπριανού Θεοδώρου κ.α., Αίτηση – Έφεση: 56/2020, 11/11/2024). Στην απόφαση αυτή παρέπεμψε το παρόν Δικαστήριο η ευπαίδευτη δικηγόρος της Καθ’ ης η Αίτηση 1. Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι η διαδικασία εκείνη αφορά την ίδια απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Η τυχόν παράλληλη προώθηση δύο διαφορετικών διαδικασιών για την αμφισβήτηση της ίδιας απόφασης προβληματίζει το Δικαστήριο, όμως, εν όψει της μη έγερσης του θέματος μέσα από την υπό εξέταση Αίτηση και Ένσταση και εφόσον δεν βρίσκονται ακόμα ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα αναγκαία δεδομένα, δεν θα εξεταστεί το ζήτημα στο παρόν στάδιο και το Δικαστήριο θα καλέσει τα μέρη να τοποθετηθούν επί τούτου ειδικώς και συγκεκριμένα.

 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Ως εκ των ανωτέρω, κρίνω ότι η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο Δικαστήριο είναι ορθό και δίκαιο, στην προκειμένη περίπτωση, να ασκηθεί εναντίον των Αιτητριών, αφού τα όσα περιέχει η σκοπούμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση εκφεύγουν των επίδικων ζητημάτων της παρούσας υπόθεσης. Συνεπώς, το αίτημα απορρίπτεται.

 

Ως προς τα έξοδα, κατ’ εφαρμογή του γενικού κανόνα, από τον οποίο δεν βρίσκω λόγο να αποκλίνω, επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση 1 και εναντίον των Αιτητριών, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.) ....................................

Δ-Μ Γεωργιάδου, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο