ESOMTAX INVEST LIMITED ν. PENVI INVESTMENT LIMITED κ.α., Αρ. Αγωγής: 619/20, 6/3/2025
print
Τίτλος:
ESOMTAX INVEST LIMITED ν. PENVI INVESTMENT LIMITED κ.α., Αρ. Αγωγής: 619/20, 6/3/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:    Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής:  619/20

Μεταξύ:

ESOMTAX INVEST LIMITED

Ενάγουσας

και

 

PENVI INVESTMENT LTD

Εναγόμενης

 

ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος ημερομηνίας 30.03.2023

 

Μεταξύ:

ESOMTAX INVEST LIMITED

Ενάγουσας

και

 

1.      PENVI INVESTMENT LTD

2.      Maris Simanovics

3.      SIA Enrial Holdings (Sabiedriba ar

ierobezotu arbildibu “Enrial Holdings”)

Εναγομένων

- - - - - - - - - - - -

 

Αίτηση ημερομηνίας 20.03.2024

 

Ημερομηνία:  06.03.2025

Για την Ενάγουσα – Αιτήτρια:  κ. Θ. Χριστοδούλου

Για τους Εναγόμενους – Καθ’ ων η Αίτηση:  κα Λαμάρη

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την υπό κρίση διά κλήσεως αίτηση επιζητείται η έκδοση των ακόλουθων διαταγμάτων:

«Α.    Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο, μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου, να απαγορεύει στους Εναγόμενους 1 και/ή 2 και/ή 3 και/ή στους αξιωματούχους και/ή αντιπροσώπους τους και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί εκ μέρους και/ή για λογαριασμό τους, από του να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια ή απόφαση που θα έχει ως αποτέλεσμα, άμεσα ή έμμεσα, την αποξένωση και/ή δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων, κατά τρόπο που η καθαρή αξία των περιουσιακών στοιχείων κάθε ενός εκ των Εναγομένων μειωθεί σε λιγότερο από €5.000.000, περιλαμβανομένων των πιο κάτω:

α)  πώληση, ή επιβάρυνση με εμπράγματα ή συμβατικά δικαιώματα, ή με άλλο τρόπο αλλαγή της ιδιοκτησίας, ή μείωση της αξίας, των μετοχών που οι Εναγόμενοι 1 και 3 κατέχουν στην εταιρεία Joint Stock CompanyEco Baltia” (στα Λετονικά:  ASEco Baltia”) με αριθμό εγγραφής στη Λετονία 40103435432,

β)  πώληση, ή επιβάρυνση με εμπράγματα ή συμβατικά δικαιώματα, ή επένδυση, ή με άλλο τρόπο αλλαγή της ιδιοκτησίας, ή μείωση της αξίας των μετοχών που οι Εναγόμενοι 1 και/ή 2 και/ή 3 κατέχουν σε άλλες εταιρείες,

γ) πώληση, ή δωρεά, ή ενεχυρίαση ή επιβάρυνση με εμπράγματα ή συμβατικά δικαιώματα ή διενέργεια οποιωνδήποτε πράξεων που με άλλο τρόπο μειώνουν την αξία ή αλλάζουν την ιδιοκτησία της ακίνητης περιουσίας που ανήκει στους Εναγόμενους 1 και/ή 2 και/ή 3.

 

Β.      Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει τους Εναγόμενους 1, 2 και 3 όπως μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία επίδοσης του διατάγματος σε αυτούς ή στους δικηγόρους τους, καταχωρήσουν στο Δικαστήριο, παραδίδοντας αντίγραφο στους δικηγόρους των Εναγόντων, ένορκη δήλωση που να περιγράφει τα περιουσιακά τους στοιχεία και την καθαρή αξία αυτών, είτε ανήκουν άμεσα ή έμμεσα σε αυτούς, είτε κατέχονται από τρίτα πρόσωπα για λογαριασμό τους.»

 

Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι τα αιτούμενα διατάγματα είναι απαραίτητα για να διατηρηθεί το status quo αποτρέποντας την εκποίηση ή επιβάρυνση των περιουσιακών στοιχείων των Εναγομένων (στο εξής «Καθ’ ων η αίτηση»).

 

Η Ενάγουσα («στο εξής Αιτήτρια») κατείχε μετοχές στην Λετονική εταιρεία Eco Baltia (στο εξής «ΕΒ»).  Στις 10.04.2015 η Αιτήτρια συμφώνησε προφορικά με τις εταιρείες Beckinsale Ltd, Floraco Investment Ltd και την Καθ’ ης η αίτηση 1 όπως πωλήσει σε αυτές τις μετοχές που κατείχε στην ΕΒ. 

 

Στο πλαίσιο των πιο πάνω συμφωνιών πώλησης των μετοχών της Αιτήτριας συμφωνήθηκε ότι η συνολική αξία των μετοχών που κατείχε στην ΕΒ ανερχόταν σε €15.000.000.  Επομένως, το τίμημα για την αγορά των μετοχών που θα κατέβαλλε το κάθε ένα από τα προαναφερόμενα πρόσωπα ανερχόταν σε €5.000.000.  Το πιο πάνω ποσό θα καταβαλλόταν στις 31.12.2019 ή νωρίτερα σε περίπτωση πώλησης σε τρίτους. 

 

Οι μετοχές που κατείχε η Αιτήτρια στην ΕΒ μεταβιβάστηκαν στις εταιρείες Beckinsale Ltd, Floraco Investment Ltd και την Καθ’ ης η αίτηση 1 τον Απρίλιο του 2015.  Οι πρώτες δύο εταιρείες υπέγραψαν το 2019 συμφωνία μεταβίβασης των μετοχών, η οποία περιείχε όρους για τη μελλοντική καταβολή της αξίας των μετοχών που αποκτήθηκαν. 

 

Η Αιτήτρια ζήτησε από την Καθ’ ης η αίτηση 1, μέσω του Καθ’ ου η αίτηση 2, ο οποίος είναι ο τελικός πραγματικός δικαιούχος της, όπως υπογραφεί αντίστοιχη συμφωνία μεταβίβασης μετοχών.  Οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 αρνήθηκαν να υπογράψουν ανάλογη συμφωνία παρά το ότι αποδέχθηκαν τη μεταβίβαση των μετοχών στην Καθ’ ης η αίτηση 1 και την υποχρέωση καταβολής του ποσού των €5.000.000.

 

Οι εταιρείες Beckinsale Ltd και Floraco Investment Ltd αποπλήρωσαν την αξία των μετοχών που απέκτησαν μέσω συμψηφισμού με οφειλές της Αιτήτριας προς εταιρείες που σχετίζονταν με αυτές. 

 

Στις 25.03.2020 ο Καθ’ ου η αίτηση 2 ίδρυσε στη Λετονία την Καθ’ ης η αίτηση 3.  Ακολούθως, στις 20.07.2020 η Καθ’ ης η αίτηση 1 αποξένωσε 31.907.900 μετοχές που κατείχε στην ΕΒ μεταβιβάζοντάς τες στον Καθ’ ου η αίτηση 2 ο οποίος στη συνέχεια τις μεταβίβασε στην Καθ’ ης η αίτηση 3.  Περαιτέρω, την ίδια ημερομηνία αποξένωσε 34.511.420 μετοχές που κατείχε στην ΕΒ μεταβιβάζοντας τες απευθείας στην Καθ’ ης η αίτηση 3.  Ως αποτέλεσμα των εν λόγω μεταβιβάσεων, η Καθ’ ης η αίτηση 1 αποξένωσε τα περιουσιακά της στοιχεία εκτός από 3.139.500 μετοχές της ΕΒ που αποτελούν το 0,75% του μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας. 

 

Τα πιο πάνω γεγονότα συνιστούν μια σαφή προσπάθεια αποφυγής των υποχρεώσεων της Καθ’ ης η αίτηση 1 η οποία επιτεύχθηκε μέσω συνομωσίας όλων των Καθ’ ων η αίτηση.  Ειδικότερα, η Καθ’ ης η αίτηση 1 δεν έλαβε οποιοδήποτε αντάλλαγμα για τις μεταβιβάσεις των μετοχών προς τους Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3.  Οι μεταβιβάσεις έγιναν στις 20.07.2020, δηλαδή 3 μήνες μετά την καταχώρηση της παρούσας αγωγής.  Επιπρόσθετα, οι μεταβιβάσεις έγιναν 3  μέρες μετά την εξασφάλιση του προσωρινού διατάγματος παγοποίησης που εκδόθηκε στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής στις 06.07.2020 και το οποίο επιδόθηκε στην Καθ’ ης η αίτηση 1 στις 17.07.2020. 

 

Είναι προφανές ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 2, ο οποίος είναι ο τελικός δικαιούχος των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 3, μόλις ειδοποιήθηκε για την αγωγή και το εκδοθέν προσωρινό διάταγμα παγοποίησης, έσπευσε να μεταβιβάσει τις μετοχές για να εμποδίσει την εκτέλεση τυχόν απόφασης υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση 1. 

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3 προστέθηκαν ως διάδικα μέρη στην παρούσα αγωγή μετά από σχετική απόφαση του Δικαστηρίου η οποία επέτρεψε την τροποποίηση της αγωγής και την προσθήκη τους ως διαδίκων.  Μετά την πιο πάνω εξέλιξη, είναι πολύ πιθανό οι Καθ’ ων η αίτηση να μελετούν το ενδεχόμενο περαιτέρω μεταβιβάσεων των μετοχών σε άλλα πρόσωπα που δεν είναι διάδικοι στην αγωγή. 

 

Σκοπός των αιτούμενων διαταγμάτων δεν είναι η παρεμπόδιση ή παρέμβαση στην κανονική πορεία των εργασιών των Καθ’ ων η αίτηση, αλλά η διατήρηση του status quo.  Επομένως, σε περίπτωση έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων οι Καθ’ ων η αίτηση δεν θα υποστούν οποιαδήποτε βλάβη.  Σε αντίθετη περίπτωση, η Αιτήτρια μπορεί να υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη. 

 

Εν κατακλείδι αναφέρεται, ότι η Αιτήτρια επιδιώκει τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων των οποίων η αξία είναι ίση με την αξίωσή της στην παρούσα αγωγή.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση καταχώρισαν ένσταση εγείροντας 21 λόγους. Οι πολυάριθμοι λόγοι ένστασης, έχοντας κατά νου και το περιεχόμενο της αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου των Καθ’ ων η αίτηση, περιορίστηκαν στους εξής:

 

·         Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32(1) του Ν.14/60 για τη χορήγηση προσωρινού διατάγματος.

·         Η Αιτήτρια δεν προέβη σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων.

·         Η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση είναι ουσιωδώς διαφορετική και/ή αντίθετη με τη μαρτυρία που παρουσίασε η Αιτήτρια στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα παγοποίησης ημερομηνίας 06.07.2020.

·         Η επίδικη αίτηση καταχωρήθηκε με υπέρμετρη και/ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

·         Σε περίπτωση χορήγησης των αιτούμενων διαταγμάτων, οι Καθ’ ων η αίτηση θα εμποδιστούν στη συνήθη εκτέλεση των εργασιών τους και/ή θα υποστούν ζημιά καθώς τα περιουσιακά στοιχεία των οποίων ζητείται η δέσμευση είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από την ισχυριζόμενη απαίτηση.

·         Το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι η παρούσα αίτηση δεν αποσκοπεί στη διατήρηση του status quo, αλλά έχει καταχωριστεί εκδικητικά με απώτερο σκοπό την πρόκληση ταλαιπωρίας στους Καθ’ ων η αίτηση.  Περαιτέρω, η Αιτήτρια επιδιώκει την αποκάλυψη των περιουσιακών στοιχείων των Καθ’ ων η αίτηση για να τα χρησιμοποιήσει για αλλότριους σκοπούς. 

 

Η κακοπιστία της Αιτήτριας προκύπτει μέσα από τις αντικρουόμενες θέσεις που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση σε σύγκριση με την ένορκη δήλωση που καταχωρίστηκε προς υποστήριξη της αίτησής της ημερομηνίας 02.07.2020 στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα παγοποίησης ημερομηνίας 06.07.2020. Πιο συγκεκριμένα, στην προαναφερόμενη ένορκη δήλωση δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι οι συμφωνίες πώλησης των μετοχών που κατείχε η Αιτήτρια στην ΕΒ έγιναν προφορικά.  Επίσης, δεν προβλήθηκε ισχυρισμός περί δήθεν συμψηφισμού του τιμήματος αγοράς των μετοχών που κατείχε η Αιτήτρια στην ΕΒ με υποχρεώσεις που η τελευταία είχε προς εταιρείες που σχετίζονται με τις Beckinsale Ltd και Floraco Investment Ltd.

 

Ουδέποτε υπήρξε συμφωνία πώλησης μετοχών που κατείχε η Αιτήτρια στην ΕΒ προς τις προαναφερόμενες εταιρείες και την Καθ’ ης η αίτηση 1, ούτε και συμφωνήθηκε η αξία των μετοχών που κατείχε η Αιτήτρια ή το ισχυριζόμενο τίμημα πώλησής τους.  Η επίμαχη μεταβίβαση των μετοχών έγινε χωρίς να πληρωθεί οποιοδήποτε ποσό και χωρίς να συμφωνηθεί η πληρωμή οποιουδήποτε ποσού. 

 

Στις 19.12.2019 οι τελικοί πραγματικοί δικαιούχοι των εταιρειών Beckinsale Ltd και Floraco Investment Ltd αποφάσισαν να πωλήσουν τις μετοχές που κατείχαν στην ΕΒ σε τρίτο πρόσωπο.  Μετά την πώληση των μετοχών πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις στην εταιρεία ΕΒ, με αποτέλεσμα οι μετόχοι της να δικαιούνται μερίσματος.  Οι τελικοί πραγματικοί δικαιούχοι των Beckinsale Ltd και Floraco Investment Ltd δεν έλαβαν οποιοδήποτε μέρισμα, καθώς είχαν ήδη πωλήσει τις μετοχές τους.  Αυτός είναι και ο πραγματικός λόγος που καταχωρήθηκε η παρούσα αξίωση.

 

Οι μεταβιβάσεις των μετοχών που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1 στην ΕΒ έγιναν νομότυπα και κανονικά και όχι προς το σκοπό καταδολίευσης της Αιτήτριας.  Ο λόγος των μεταβιβάσεων ήταν οι περιορισμοί που είχαν τεθεί από τράπεζες σε σχέση με μετοχές που κατέχονταν από εταιρείες που οι τράπεζες θεωρούσαν ως εταιρείες «κέλυφος».  Πρόθεση του Καθ’ ου η αίτηση 2 ήταν όπως γίνουν οι πιο πάνω μεταβιβάσεις προκειμένου να αποφευχθούν προβλήματα στη λειτουργία των εταιρειών στις οποίες είναι τελικός δικαιούχος. 

 

Η όλη συμπεριφορά της Αιτήτριας δεικνύει ότι η παρούσα αίτηση καταχωρίστηκε με αλλότρια κίνητρα.  Επομένως, δεν είναι δίκαιο και εύλογο το αίτημα της για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων.  Άλλωστε, από τις 28.01.2022, ημερομηνία κατά την οποία ακυρώθηκε το προσωρινό διάταγμα παγοποίησης ημερομηνίας 06.07.2020, δεν έγινε εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση οποιαδήποτε πράξη σε σχέση με τις επίμαχες μετοχές της ΕΒ. 

 

Η ακρόαση της επίδικης αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων με τις αγορεύσεις τους προέβαλαν την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία τους. Έχω μελετήσει και έχω λάβει υπόψη μου στο σύνολό τους όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

Νομική πτυχή

Η εξουσία του Δικαστηρίου προς χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας προβλέπεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, το οποίο θέτει τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες ασκείται η εν λόγω δικαιοδοσία.  Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 32(1) του Ν.14/60, πρέπει να συντρέχουν οι ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις:

 

(α)     Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.

(β)     Ύπαρξη πιθανότητας ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία.

(γ)     Θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός αν εκδοθεί το ενδιάμεσο διάταγμα.

 

Στην κλασική αυθεντία Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o (1982) 1 C.L.R 557, λέχθηκε σε σχέση με την πρώτη προϋπόθεση που τίθεται από το άρθρο 32 (1) του Ν.14/60, ότι δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε πέραν του να καταδειχθεί μία συζητήσιμη υπόθεση (arguable case) με βάση τα δικόγραφα. Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση ειπώθηκε, ότι περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα να δικαιούται ο Αιτητής σε θεραπεία, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.  Σύμφωνα με την Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o (ανωτέρω), ο Αιτητής θα πρέπει να δείξει ότι υπάρχει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας.

 

Η τρίτη προϋπόθεση, αφορά το κατά πόσο χωρίς την έκδοση του διατάγματος θα είναι αδύνατο ή δύσκολο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Η εν λόγω προϋπόθεση ερμηνεύθηκε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην περιορίζεται μόνο στη δυνατότητα χρηματικής αποζημίωσης ή αποκατάστασης της υλικής ζημιάς (Highgate Primary School Ltd κ.ά. v. Στέλιου Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1Α Α.Α.Δ 317 και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1Γ Α.Α.Δ 1848).

Συμπεράσματα

Θα ασχοληθώ κατά προτεραιότητα με τον λόγο ένστασης που αφορά την παράβαση του καθήκοντος της πλήρους αποκάλυψης όλων των ουσιωδών γεγονότων.

 

Δεν τίθεται, κατά την κρίση μου, τέτοιο ζήτημα στην παρούσα περίπτωση. Η υπό κρίση αίτηση καταχωρήθηκε εξ αρχής δια κλήσεως. Επομένως, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι νομολογιακές αρχές που αφορούν το καθήκον της πλήρους αποκάλυψης σε αιτήσεις που καταχωρούνται μονομερώς (Κυριακίδης  ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2011) 1Β Α.Α.Δ 816). Εν προκειμένω, ενώπιον του Δικαστηρίου βρίσκονται όλοι οι διάδικοι οι οποίοι έχουν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν τους ισχυρισμούς του αντιδίκου τους και να προωθήσουν τις δικές τους θέσεις (Proquaserv Accountants Ltd κ.α ν. Κυριακίδη, Πολ. Έφ. Ε49/2018, ημερομηνίας 17.11.2023).

 

Προχωρώ, επομένως, στην εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 32(1) του Ν.14/60.

 

Στο σύγγραμμα «Διατάγματα» των κ.κ. Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη, 1η έκδοση, στη σελ.55, αναφέρονται τα εξής σε σχέση με την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν.14/60:

 

«Με την αναφορά αυτή στην ουσία εισάγεται η γενική προϋπόθεση ότι το δικαίωμα το οποίο επικαλείται ο ενάγων θα πρέπει να είναι αναγνωρισμένο είτε από το νόμο (legal right) είτε από το δίκαιο της επιείκειας (equitable right). Γι΄αυτό και το Δικαστήριο θα πρέπει να βεβαιώνεται ότι υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα αναγνωρισμένο από το νόμο και τις αρχές της επιείκειας, προτού παραχωρήσει τη θεραπεία απαγορευτικού διατάγματος.»

 

Το τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα, καθώς και η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση, αποκαλύπτουν ότι η Αιτήτρια στηρίζει την αξίωση της στην αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων της Καθ’ ης η αίτηση 1 και στη διάπραξη συνωμοσίας από όλους τους Καθ’ ων η αίτηση προς βλάβη των δικαιωμάτων της.

 

Πρόκειται για αναγνωρισμένες από τον νόμο βάσεις αγωγής, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης ενώπιον αρμόδιου Δικαστηρίου (Γενικός Εισαγγελέας κ.ά. v. Cypra Ltd, Πολ. Έφ. Ε153/14, ημερομηνίας 12.10.2022). Όσον αφορά ειδικά το αστικό αδίκημα της συνωμοσίας, αυτό εφαρμόζεται στην Κύπρο δυνάμει του άρθρου 29(1)(γ) του Ν.14/60, εφόσον πρόκειται για αστικό αδίκημα το οποίο αναγνωρίζεται στο κοινοδίκαιο (Touchstone Snail Technologies Ltd κ.α, v. K. Invest Consulting S.A.L. Offshore κ.α., Πολ. Έφ. Ε11/2021, ημερομηνίας 29.03.2024).

 

Για την ικανοποίηση της δεύτερη προϋπόθεσης του άρθρου 32(1) του Ν.14/60, αυτό το οποίο ελέγχεται είναι η αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης του διαδίκου που ζητά την ενδιάμεση θεραπεία σε συνάρτηση, για τους περιορισμένους πάντα σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, με τυχόν αντίθετη εκδοχή (Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. CyfieldNemesis κ.α., Πολ. Έφ. Ε52/21, ημερομηνίας 10.02.2022).  Το Δικαστήριο σε αυτό το στάδιο δεν προχωρεί σε εις βάθος εξέταση της ουσίας της απαίτησης. Ό,τι χρειάζεται να καταδειχθεί είναι απλώς η ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης και η πιθανότητα οι Αιτητές να δικαιούνται σε θεραπεία. Στην υπόθεση Λόρδου κ.α. ν. Σιακόλα κ.α. Πολ. Έφ. Ε143/2015, ημερομηνίας 23.03.2017, το όλο ζήτημα τέθηκε ως εξής:

 

«Όπως εξηγήθηκε στην Odysseos v. Pieris Estates Ltd (1982) 1 CLR 557, η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32, δηλαδή η ύπαρξη πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγοντας σε θεραπεία, συσχετίζεται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσής του. Συνεπώς, τηρουμένης της αρχής ότι το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία, οφείλει πάντως να προβεί σε κάποια αξιολόγηση της αποδεικτικής δύναμης της υπόθεσης εκείνου του διαδίκου ο οποίος ζητά ενδιάμεση θεραπεία. Το απαιτούμενο βέβαια επίπεδο δεν είναι πολύ ψηλό. Ό,τι απαιτείται να καταδειχθεί, είναι η πιθανότητα επιτυχίας, ήτοι κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά πολύ λιγότερο από το επίπεδο που καθορίζει το μέτρο απόδειξης στις αστικές υποθέσεις, γνωστό ως «ισοζύγιο των πιθανοτήτων». Στην υπόθεση Σεβαστού v. Σεβαστού (2002) 1 Α.Α.Δ. 1980, ελέχθη συναφώς ότι, «κάποια πρωταρχική, έστω, αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι αναγκαία για να μπορεί το δικαστήριο να συνεκτιμήσει την αποδεικτική δύναμη της κάθε πλευράς. Έστω στην περιορισμένη σφαίρα εξέτασης σε αυτό το στάδιο.»

 

Εν προκειμένω, οι ισχυρισμοί που προβάλλουν οι διάδικοι διίστανται τόσο σε σχέση με την ύπαρξη συμφωνίας πώλησης των επίμαχων μετοχών που κατείχε η Αιτήτρια στην ΕΒ προς την Καθ’ ης η αίτηση 1 έναντι του τιμήματος των €5.000.000, όσο και σε σχέση με τις μετέπειτα μεταβιβάσεις των μετοχών που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1 στην ΕΒ προς τους Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3.

 

Αποτελεί, ωστόσο, κοινό έδαφος ότι μεταβιβάστηκαν στην Καθ’ ης η αίτηση 1 μετοχές της ΕΒ οι οποίες κατέχονταν από την Αιτήτρια. Παράλληλα, δεν αμφισβητήθηκε ότι στις 20.07.2020 η Καθ’ ης η αίτηση 1 μεταβίβασε μετοχές που κατείχε στην ΕΒ, στους Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3, περιορίζοντας έτσι τη συμμετοχή της στο μετοχικό  κεφάλαιο της ΕΒ σε 3.139.500 μετοχές. Επίσης, παρέμεινε αναντίλεκτος ο ισχυρισμός της Αιτήτριας, ότι για τις μεταβιβάσεις μετοχών από την Καθ’ ης η αίτηση 1 προς τους Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3 δεν καταβλήθηκε οποιοδήποτε αντάλλαγμα.

 

Συνεκτιμώντας τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς για τους περιορισμένους πάντα σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, χωρίς ασφαλώς να υπεισέρχομαι στην ουσία της διαφοράς, θεωρώ ότι αποκαλύπτεται ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας. Το κατά πόσο η μεταβίβαση των μετοχών που κατείχε η Αιτήτρια στην ΕΒ προς την Καθ’ ης η αίτηση 1 έγινε στη βάση συμφωνίας και έναντι συγκεκριμένου ανταλλάγματος ή στη βάση άλλης διευθέτησης, θα αποτελέσει αντικείμενο εις βάθος θεώρησης της μαρτυρίας και ενδελεχούς αξιολόγησής της κατά την ακρόαση της ουσίας της αγωγής. Τα ίδια ισχύουν και σε σχέση με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διενεργήθηκαν οι μετέπειτα μεταβιβάσεις των μετοχών της ΕΒ που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1 προς τους Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3.  Μόνο μετά από πλήρη και λεπτομερή αξιολόγηση της μαρτυρίας μπορεί να διαπιστωθεί η ύπαρξη πρόθεσης καταδολίευσης ή όχι. Το πλαίσιο εξέτασης της υπό κρίση αίτησης δεν προσφέρεται για τέτοιο εις βάθος έλεγχο της μαρτυρίας. Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ό,τι απαιτείται να καταδειχθεί είναι η πιθανότητα επιτυχίας (Λόρδου κ.α. ν. Σιακόλα κ.α. ανωτέρω).

 

Ούτε, από την άλλη, έχω εντοπίσει αντιφάσεις μεταξύ της παρούσας ένορκης δήλωσης και της ένορκης δήλωσης στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα παγοποίησης ημερομηνίας 06.07.2020.  Είναι γεγονός, ότι στην παρούσα ένορκη δήλωση προβάλλονται επιπρόσθετοι ισχυρισμοί.  Οι προαναφερόμενοι, ωστόσο, ισχυρισμοί δεν συγκρούονται με άλλους αντίθετους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν στην προηγηθείσα ένορκη δήλωση.  Με τους υπό αναφορά ισχυρισμούς, η Αιτήτρια παραθέτει περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με τον τρόπο σύναψης της ισχυριζόμενης συμφωνίας πώλησης μετοχών μεταξύ της ίδιας και της Καθ’ ης η αίτηση 1 και την εξόφληση του τιμήματος των μετοχών της ΕΒ που μεταβιβάστηκαν στις εταιρείες Beckinsale Ltd και Floraco Investment Ltd

 

Προχωρώ στην εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης, ήτοι του κατά πόσο θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός αν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

 

Η έκδοση διατάγματος της φύσης που επιζητεί η Αιτήτρια, ήτοι διατάγματος παγοποίησης (Mareva injunction), αποσκοπεί στη διασφάλιση της ικανοποίησης τελικής απόφασης όταν, εύλογα, μπορεί να υποτεθεί ότι η εκτέλεσή της πιθανόν να καταστεί δύσκολη ή αδύνατη. Στην υπόθεση Shishkarev v. Lanuria Limited, Πολ. Έφ. Ε385/2016, ημερ.07.06.2018, λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

«Ακολούθως, το Δικαστήριο εξέτασε τις απαιτήσεις για ικανοποίηση της πιο πάνω τρίτης προϋπόθεσης στην περίπτωση διατάγματος παγοποίησης. Με αναφορά στη σχετική νομολογία, ορθώς διαπίστωσε πως, βασικά, η λογική της έκδοσης προσωρινού διατάγματος παγοποίησης περιουσιακών στοιχείων, γνωστού και ως διάταγμα Mareva, είναι προς το σκοπό διασφάλισης της ικανοποίησης τελικής απόφασης εναντίον εναγομένου, όταν, εύλογα, μπορεί να υποτεθεί ότι η εκτέλεσή της πιθανόν να καταστεί δύσκολη ή αδύνατη, λόγω επαπειλούμενης εξαφάνισης, από τον ίδιο, περιουσιακών του στοιχείων, επί των οποίων η απόφαση να μπορεί να εκτελεστεί, (βλ. Sunoil Bunkering v. Jaouhar Maritime (1987) 1 C.L.R. 627 και Παντελίδη ν. Πιερή (1998) 1 Α.Α.Δ. 2111). Η λογική αυτή συμπίπτει, ακριβώς, με την προαναφερθείσα τρίτη προϋπόθεση. Για την ικανοποίησή της, όπως έχει λεχθεί από τον Κωνσταντινίδη, Δ., στην υπόθεση C. Phasarias (Aut. Centre) Ltd. v. Σκυρ. “Λεωνίκ” Λτδ. (2001) 1 Α.Α.Δ. 785, στις σελίδες 789 έως 790: «Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος, δηλαδή, να μη ικανοποιηθεί η δικαστική απόφαση αν μεταβιβαστεί ή επιβαρυνθεί η περιουσία.». Ως προς το βαθμό ικανοποίησής της, είναι αρκετό να διαπιστωθεί ότι υπάρχει «πιθανότητα παρεμβολής εμποδίου (hindered) στην ικανοποίηση απόφασης η οποία ήθελε εκδοθεί υπέρ του ενάγοντος.», (βλ. Τσιολάκκη και άλλη ν. Στυλιανίδη (1992) 1 Α.Α.Δ. 782, απόφαση Πική, Δ., ως ήταν τότε, στη σελίδα 785).»

Η Αιτήτρια, όπως ήδη αναφέρθηκε, ισχυρίζεται ότι οι μεταβιβάσεις των μετοχών της ΕΒ που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1, αρχικά στον Καθ’ ου η αίτηση 2 και ακολούθως στην Καθ’ ης η αίτηση 3, δεν ήταν γνήσιες. Σύμφωνα με την Αιτήτρια, οι εν λόγω μεταβιβάσεις έγιναν στο πλαίσιο συνωμοσίας όλων των Καθ’ ων η αίτηση προκειμένου να αποξενωθεί των περιουσιακών της στοιχείων η Καθ’ ης η αίτηση 1 και να αποφύγει τις υποχρεώσεις της από ενδεχόμενη απόφαση που θα εκδοθεί εναντίον της.

 

Επισημαίνεται, ότι η αποξένωση των μετοχών που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1 στην ΕΒ είχε, ουσιαστικά, ως αποτέλεσμα τη μεταφορά σημαντικού μέρους των περιουσιακών της στοιχείων εκτός Κύπρου αφού αυτά κατέληξαν στην Καθ’ ης η αίτηση 3, η οποία είναι εγγεγραμμένη στη Λετονία και της οποίας τελικός πραγματικός δικαιούχος είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 2, οποίος, επίσης, είναι από τη Λετονία.

 

Περαιτέρω, η αποξένωση των μετοχών που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1 στην ΕΒ, έγινε 3 περίπου μήνες μετά την καταχώρηση της παρούσας αγωγής, παρά το ότι οι εν λόγω μετοχές κατέχονταν από την Καθ’ ης η αίτηση 1 από το 2015.

 

Δεν παραγνωρίζω, ότι ο αριθμός των μετοχών που μεταβίβασε η Καθ’ ης η αίτηση 1, δεν επηρεαζόταν από το αρχικό διάταγμα παγοποίησης ημερομηνίας 06.07.2020 το οποίο διαλάμβανε τη δέσμευση 3.139.500 μετοχών.  Σημειώνω, ωστόσο, τα πιο κάτω.

 

Στην ένορκη δήλωση της Αιτήτριας υποστηρίζεται, ότι το διάταγμα παγοποίησης ημερομηνίας 06.07.2020, λόγω κακής συνεννόησης της Αιτήτριας με τους συνηγόρους της, αφορούσε μόνο 3.139.500 μετοχές αντί 37.650.920. Σύμφωνα με την Αιτήτρια, με την υιοθέτηση του ευρώ ως νομίσματος της Λετονίας διαφοροποιήθηκε η ονομαστική αξία της μετοχής της ΕΒ και αυξήθηκαν αναλόγως οι μετοχές που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1. Επομένως, για την ικανοποίηση της απαίτησης της Αιτήτριας θα έπρεπε να δεσμευθούν 37.650.920 μετοχές.

 

Εν πάση περιπτώσει, σημειώνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 γνώριζαν για το ύψος της απαίτησης της Αιτήτριας (€5.000.000)  σε χρόνο πριν τη διενέργεια των επίμαχων μεταβιβάσεων. Συγκεκριμένα είχαν γνώση της επίδικης απαίτησης,  τουλάχιστον από την ημερομηνία επίδοσης της αγωγής στην Καθ’ ης η αίτηση 1.  Υπενθυμίζω, ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 2 είναι ο τελικός δικαιούχος της Καθ’ ης η αίτηση 1.

 

Τα γεγονότα που αναφέρθηκαν στις πιο πάνω 6 παραγράφους, σε συνάρτηση με το ότι τα μερίσματα που δικαιούτο η Καθ’ ης η αίτηση 1, ως μέτοχος της ΕΒ, για το έτος 2022 καταβλήθηκαν στην Καθ’ ης η αίτηση 3, αντί στην ίδια, δημιουργούν εύλογα την εντύπωση περί μεθοδευμένων ενεργειών προς αποφυγή των υποχρεώσεων της Καθ’ ης η αίτηση 1 προς την Αιτήτρια με τη συνδρομή των Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3.

 

Στη βάση, επομένως, των πιο πάνω, θεωρώ ότι πληρούται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν. 14/60.   

 

Έρχομαι στην εξέταση του ισοζυγίου της ευχέρειας. Το Δικαστήριο, κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, θα πρέπει να ισοζυγίσει τις συνέπειες που θα επιφέρει η απόφαση του στους διαδίκους και να υιοθετήσει εκείνη την πορεία, η οποία ενέχει τους λιγότερους κινδύνους αδικίας (Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1B A.A.Δ 788).

 

Εν προκειμένω, ισοζυγίζοντας όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου και ειδικότερα όσα αναφέρθηκαν κατά την ανάλυση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32(1) του Ν.14/60, θεωρώ ότι η οδός που ενέχει τους λιγότερους κινδύνους αδικίας, σε περίπτωση που φανεί ότι η απόφαση που θα δοθεί στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο είναι τελικά λανθασμένη, είναι η έγκριση της υπό κρίση αίτησης και η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Σημειώνεται, ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος της παραγράφου Α θα διατηρήσει την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων (status quo) επιτυγχάνοντας έτσι και τον βασικό σκοπό έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος (Michael v. Brevinos Ltd (1969) 1 C.L.R. 578).

 

Δεν μου διαφεύγει, ωστόσο, ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος της παραγράφου Α θα προκαλέσει κάποια δυσκολία στους Καθ’ ων η αίτηση, εφόσον θα παγοποιηθούν περιουσιακά τους στοιχεία. Προσμετρώντας την πιο πάνω παράμετρο, θεωρώ ότι θα πρέπει να περιοριστεί η ευρύτητα με την οποία είναι διατυπωμένο το αιτητικό της παραγράφου Α ούτως ώστε να περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων:

1.    Τις μετοχές της ΕΒ που κατέχουν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 3.

2.    Τις μετοχές που κατέχουν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 – 3 σε άλλες εταιρείες.

3.    Την ακίνητη περιουσία που ανήκει στους Καθ’ ων η αίτηση 1 – 3. 

 

Όσον αφορά, το αιτούμενο διάταγμα αποκάλυψης (αιτητικό της παραγράφου Β της υπό κρίση αίτησης) θεωρώ υπό τις περιστάσεις αιτιολογημένη τη χορήγησή του. Τέτοια διατάγματα ακολουθούν κατά κανόνα την έκδοση διατάγματος παγοποίησης και αποσκοπούν στην υποβοήθηση της αποτελεσματικότητας του διατάγματος παγοποίησης (Shishkarev v. Lanuria Limited, ανωτέρω). Νοείται, ότι ενόψει της διασύνδεσης του με το διάταγμα της παραγράφου Α, το διάταγμα αποκάλυψης θα περιοριστεί στις κατηγορίες των περιουσιακών στοιχείων που περιεγράφηκαν στην αμέσως προηγηθείσα παράγραφο και η αξία τους δεν θα υπερβαίνει το ποσό των €5.000.000.

 

Κάτι τελευταίο αναφορικά με τη θέση των Καθ’ ων η αίτηση περί ύπαρξης καθυστέρησης στην καταχώρηση της επίδικης αίτησης.

 

Η αναγκαιότητα καταχώρησης της επίδικης αίτησης προέκυψε, κατά την Αιτήτρια, λόγω της μεταβίβασης των μετοχών που κατείχε η Καθ’ ης η αίτηση 1 στην ΕΒ.

 

Είναι γεγονός, ότι η πιο πάνω μεταβίβαση έλαβε χώρα στις 20.07.2020 και μέχρι την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης παρήλθαν περί των 4 ετών.  Θεωρώ, ωστόσο, ότι η Αιτήτρια παρείχε ικανοποιητική εξήγηση για την προαναφερόμενη καθυστέρηση. Συγκεκριμένα, η αγωγή στρεφόταν αρχικά εναντίον μόνο της Καθ’ ης η αίτηση 1. Υπήρξε διαδικασία τροποποίησης, προκειμένου να προστεθούν οι Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3 ως Εναγόμενοι, καθώς και ισχυρισμοί περί δόλου και/ή συνωμοσίας όλων των Καθ’ ων η αίτηση. Το Δικαστήριο, υπό άλλη σύνθεση, έκδωσε μετά από ακρόαση διάταγμα τροποποίησης στις 30.03.2023 και οι Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3 καταχώρησαν σημείωμα εμφάνισης στις  29.11.2023. Ορισμένους μήνες μετά, ήτοι στις 20.03.2024, καταχωρίστηκε η υπό κρίση αίτηση.

 

Ως εκ των ανωτέρω, ο χρόνος καταχώρησης της παρούσας αίτησης είναι, υπό τις περιστάσεις, αιτιολογημένος.  Εν πάση περιπτώσει, οι Καθ’ ων η αίτηση δεν ισχυρίζονται ότι λόγω της υπό αναφορά καθυστέρησης υπέστηκαν ζημιά ή επηρεάστηκαν δυσμενώς οποιαδήποτε δικαιώματά τους.

 

Κατάληξη

Υπό το φως των πιο πάνω, η αίτηση εγκρίνεται και εκδίδονται διατάγματα στη βάση των παραγράφων Α και Β του αιτητικού, τα οποία διαμορφώνονται ως ακολούθως:

 

A.      Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο, μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου, να απαγορεύει στους Εναγόμενους 1 και/ή 2 και/ή 3 και/ή στους αξιωματούχους και/ή αντιπροσώπους τους και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί εκ μέρους και/ή για λογαριασμό τους, από του να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια ή απόφαση που θα έχει ως αποτέλεσμα, άμεσα ή έμμεσα, την αποξένωση και/ή δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων που περιγράφονται πιο κάτω, κατά τρόπο που η καθαρή αξία των πιο κάτω περιουσιακών στοιχείων κάθε ενός εκ των Εναγομένων μειωθεί σε λιγότερο από €5.000.000:

α)  πώληση, ή επιβάρυνση με εμπράγματα ή συμβατικά δικαιώματα, ή με άλλο τρόπο αλλαγή της ιδιοκτησίας, ή μείωση της αξίας, των μετοχών που οι Εναγόμενοι 1 και 3 κατέχουν στην εταιρεία Joint Stock CompanyEco Baltia” (στα Λετονικά:  ASEco Baltia”) με αριθμό εγγραφής στη Λετονία 40103435432,

β)  πώληση, ή επιβάρυνση με εμπράγματα ή συμβατικά δικαιώματα, ή επένδυση, ή με άλλο τρόπο αλλαγή της ιδιοκτησίας, ή μείωση της αξίας των μετοχών που οι Εναγόμενοι 1 και/ή 2 και/ή 3 κατέχουν σε άλλες εταιρείες,

γ) πώληση, ή δωρεά, ή ενεχυρίαση ή επιβάρυνση με εμπράγματα ή συμβατικά δικαιώματα ή διενέργεια οποιωνδήποτε πράξεων που με άλλο τρόπο μειώνουν την αξία ή αλλάζουν την ιδιοκτησία της ακίνητης περιουσίας που ανήκει στους Εναγόμενους 1 και/ή 2 και/ή 3.

 

Β.      Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει τους Εναγόμενους 1, 2 και 3 όπως μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία επίδοσης του διατάγματος σε αυτούς ή στους δικηγόρους τους, καταχωρήσουν στο Δικαστήριο, παραδίδοντας αντίγραφο στους δικηγόρους της Ενάγουσας, ένορκη δήλωση που να περιγράφει τα περιουσιακά τους στοιχεία που περιλαμβάνονται στις κατηγορίες α) -γ) ανωτέρω και των οποίων το άθροισμα της καθαρής τους αξίας για κάθε έναν εκ των Εναγομένων 1, 2 και 3 ανέρχεται μέχρι του ποσού των €5.000.000, είτε ανήκουν άμεσα ή έμμεσα σε αυτούς, είτε κατέχονται από τρίτα πρόσωπα για λογαριασμό τους.

 

Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1 – 3, ως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή, θα εγκριθούν από το Δικαστήριο και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της αγωγής.

 

 

 

                                                                        (Υπ.) …………………………………

                                                                                  Μ. Αγιομαμίτης, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής.

/ΜΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο