
ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 3162/12
Μεταξύ:
1. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΓΚΑΥ
2. ΦΡΑΝΣΙΣ ΓΚΑΥ
3. ΟΙΝΟΥΣ Α.Γ. ΛΤΔ
Εναγόντων
-και-
1. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΟΥΡΙΟΥ
2. ΠΑΝΙΚΟΥ Χ”ΧΑΜΠΗ
3. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ Χ”ΧΑΜΠΗ
Εναγομένων
και ως ετροποποιήθη δυνάμει διατάγματος ημερομηνίας 24.09.2021
1. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΓΚΑΥ
2. ΦΡΑΝΣΙΣ ΓΚΑΥ
3. ΟΙΝΟΥΣ Α.Γ. ΛΤΔ
Εναγόντων
-και-
1. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ
2. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ Χ”ΧΑΜΠΗ υπό την ιδιότητα της ως Διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα Πανίκου Χατζηχαμπή
3. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ Χ”ΧΑΜΠΗ
Εναγομένων
και ως ετροποποιήθη δυνάμει ειδοποίησης ημερομηνίας 18.01.2023
(άρθρο 18(6) Νόμος 2015 (Ν.169(Ι)/2015)
1. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΓΚΑΥ
2. ΦΡΑΝΣΙΣ ΓΚΑΥ
3. ΟΙΝΟΥΣ Α.Γ. ΛΤΔ
Εναγόντων
-και-
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ (Η ΚΕΔΙΠΕΣ)
2. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ Χ”ΧΑΜΠΗ υπό την ιδιότητα της ως Διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα Πανίκου Χατζηχαμπή
3. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ Χ”ΧΑΜΠΗ
Εναγομένων
- - - - - - - - - - - - -
Αίτηση ημερομηνίας 11.12.2024
Ημερομηνία: 15.05.2025
Για τις Ενάγουσες 1 και 3 – Αιτήτριες 1 και 2: κ. Αχ. Δημητριάδης για Λέλλος Π. Δημητριάδης Δικηγορικό Γραφείο ΔΕΠΕ με κ. Α. Κυπρίζογλου
Για την Εναγόμενη 1 - Καθ’ ης η Αίτηση: κ. Μ. Λουκά για Χριστάκης Λουκά & Σία ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Στις 22.12.2023 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση εναντίον των Εναγουσών 1 και 3 – εξ Ανταπαιτήσεως Εναγομένων (στο εξής «Αιτήτριες») και υπέρ της Εναγόμενης 1 – εξ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσας (στο εξής «Καθ’ ης η αίτηση»). Η απόφαση εκδόθηκε για το ποσό των €576.553,61 πλέον τόκο προς 6,5% με κεφαλαιοποίησή του στις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους μέχρι εξοφλήσεως. Περαιτέρω, εκδόθηκε διάταγμα εκποίησης της υποθήκης με αριθμό Υ56/2002. Η εκτέλεση της απόφασης, περιλαμβανομένου του διατάγματος εκποίησης της υποθήκης, συμφωνήθηκε όπως ανασταλεί μέχρι και τις 22.12.2024.
Οι Αιτήτριες καταχώρισαν στις 11.12.2024 την υπό κρίση αίτηση αξιώνοντας την έκδοση του ακόλουθου διατάγματος:
«Διάταγμα Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η αναστολή εκτέλεσης του συνόλου της δικαστικής απόφασης ημερ. 22.12.2024, που εκδόθηκε στα πλαίσια της πιο πάνω με αριθμό και τίτλο αγωγής σε βάρος των Αιτητριών 1 και/ή 2, για περίοδο 2 ετών από την ημερομηνία έκδοσης σχετικού δικαστικού διατάγματος και/ή για χρονικό διάστημα που ήθελε καθορίσει το Σεβαστό Δικαστήριο, ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα στις Αιτήτριες 1 και/ή 2 να εξοφλήσουν το εξ αποφάσεως χρέος τους προς την Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (ΗΕ-387704), υπό την ιδιότητα της ως της ειδικής διαδόχου της Εναγόμενης 1, Καθ’ ης η Αίτηση.»
Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Αιτήτριας 1 η οποία αναφέρει, ανάμεσα σε άλλα, ότι οι δικαστικές διαμάχες στις οποίες εμπλάκηκε η ίδια και η Αιτήτρια 2 προκειμένου να αποδείξουν το πραγματικά οφειλόμενο προς την Καθ’ ης η αίτηση ποσό είχαν ως αποτέλεσμα την οικονομική και ψυχική εξάντλησή τους. Ειδικότερα, καταστράφηκε η καριέρα της Αιτήτριας 1 ως συνθέτριας και μουσικολόγου, ενώ εξανεμίστηκαν οι οικονομικοί πόροι της Αιτήτριας 2 οι οποίοι προέρχονταν από τις δραστηριότητες του Κυπριακού Οινομουσείου.
Οι Αιτήτριες, λόγω των προαναφερόμενων συνθηκών, αδυνατούν να αποπληρώσουν εντός της συμφωνηθείσας περιόδου αναστολής το εξ αποφάσεως χρέος τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υποβλήθηκε προς την Καθ’ ης η αίτηση πρόταση, όπως η εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους διενεργηθεί μέσω της εγγραφής επ’ ονόματί της συγκεκριμένου ακινήτου συνολικής εκτιμημένης αξίας €650.000.
Η Καθ’ ης η αίτηση, μετά από αδικαιολόγητη καθυστέρηση, απάντησε αρνητικά στην πρόταση των Αιτητριών τον Οκτώβριο του 2024.
Το συμφέρον της δικαιοσύνης, οι κανόνες του δικαίου της επιείκειας, τα συνταγματικά και ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου, θα πρέπει να ασκηθούν υπέρ της έγκρισης της υπό κρίση αίτησης. Οι Αιτήτριες υπέστηκαν αδικίες και παρανομίες για τις οποίες υπεύθυνη είναι η Καθ’ ης η αίτηση η οποία αξίωνε για σειρά ετών την αποπληρωμή υπέρογκων ποσών στη βάση εικονικών δανείων. Οι Αιτήτριες είχαν εξ αρχής τη δυνατότητα αποπληρωμής του πραγματικά οφειλόμενου χρέους, αλλά λόγω της στάσης της Καθ’ ης η αίτηση, αναγκάστηκαν να εμπλακούν σε δαπανηρές δικαστικές διαδικασίες μέσω των οποίων αποδείχθηκε εντέλει το πραγματικά οφειλόμενο χρέος τους.
Σε περίπτωση άρνησης χορήγησης του αιτούμενου διατάγματος οι Αιτήτριες θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά. Στα ενυπόθηκα ακίνητα βρίσκονται η οικία της Αιτήτριας 1 και το Κυπριακό Οινομουσείο, μέσω του οποίου ασκούν επαγγελματικές δραστηριότητες οι Αιτήτριες. Αντιθέτως, η Καθ’ ης η αίτηση δεν θα υποστεί οποιαδήποτε ζημιά, πέραν της καθυστέρησης στην αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους. Η καθυστέρηση, ωστόσο, αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι το εξ αποφάσεως χρέος επιβαρύνεται με τόκους διά των οποίων θα αποζημιωθεί η Καθ’ ης η αίτηση.
Η Καθ’ ης η αίτηση καταχώρισε ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης εγείροντας 12 λόγους ένστασης. Οι λόγοι ένστασης συνοψίζονται στο ότι η αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη, καθώς και στο ότι είναι καταχρηστική αφού αποσκοπεί στην άσκηση πίεσης στην Καθ’ ης η αίτηση προκειμένου να αποδεχτεί τις ασύμφορες προτάσεις των Αιτητριών.
Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση αναφέρεται, ανάμεσα σε άλλα, ότι η Καθ’ ης η αίτηση ενημέρωσε εξ αρχής την Αιτήτρια 1, ότι η πρότασή της ήταν δύσκολο να εγκριθεί. Αυτό, διότι η πρόταση περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, μεταφορά συντελεστή δόμησης από ένα ακίνητο σε άλλο, χωρίς μάλιστα να ήταν βέβαιο το κατά πόσο θα επιτρεπόταν από τα αρμόδια τμήματα η πραγματοποίηση της εν λόγω μεταφοράς.
Η Καθ’ ης η αίτηση δεν επέδειξε οποιαδήποτε καθυστέρηση στην εξέταση της πρότασης των Αιτητριών. Αντιθέτως, η Αιτήτρια 1 ήταν αυτή η οποία κατ’ επανάληψη ακύρωσε προγραμματισμένα ραντεβού αναβάλλοντας τη διαδικασία εκτίμησης του ακινήτου τη μεταβίβαση του οποίου πρότειναν οι Αιτήτριες.
Η ισχυριζόμενη από τις Αιτήτριες αξία του προαναφερόμενου ακινήτου είναι αυθαίρετη και υπερεκτιμημένη. Από τις εκτιμήσεις δύο εκτιμητών, οι οποίοι διορίστηκαν από την Καθ’ ης η αίτηση, προκύπτει ότι ακόμη και με το υποθετικό σενάριο μεταφοράς συντελεστή δόμησης η εκτιμημένη αξία ανέρχεται περίπου στο ποσό των €380.000.
Οι Αιτήτριες ενημερώθηκαν τόσο για το αποτέλεσμα της εκτίμησης, όσο και για το ότι η πρόταση τους δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή, από τον Οκτώβριο του 2024. Έκτοτε δεν επανήλθαν με οποιαδήποτε άλλη πρόταση εξόφλησης του εξ αποφάσεως χρέους.
Εν κατακλείδι, η Καθ’ ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι τυχόν έγκριση της υπό κρίση αίτησης θα συνιστούσε κατάφορη αδικία και παραβίαση των δικαιωμάτων της. Συγκεκριμένα, θα αποστερήσει από την Καθ’ ης η αίτηση τη δυνατότητα είσπραξης του εξ αποφάσεως χρέους το οποίο αποτελεί προϊόν εκ συμφώνου απόφασης για την οποία ήδη χορηγήθηκε αναστολή εκτέλεσης για περίοδο ενός έτους από την ημερομηνία έκδοσής της.
Η ακρόαση της επίδικης αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων με τις αγορεύσεις τους προέβαλαν την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία τους. Έχω μελετήσει και έχω λάβει υπόψη μου στο σύνολό τους όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου.
Συμπεράσματα
Η επίδικη αίτηση διακρίνεται από την κλασική περίπτωση αναστολής εκτέλεσης μίας απόφασης λόγω εκκρεμούσης έφεσης. Εν προκειμένω, αυτό το οποίο ζητείται είναι η αναστολή εκτέλεσης μίας εκ συμφώνου εκδοθείσας απόφασης.
Οι πολυάριθμες διατάξεις που επικαλούνται οι Αιτήτριες στη νομική βάση της αίτησης δεν μπορούν, κατά την κρίση μου, να αποτελέσουν έγκυρο νομικό υπόβαθρο για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Αμέσως πιο κάτω θα αναφερθώ σε όσες διατάξεις προώθησαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητριών με την αγόρευσή τους.
Το άρθρο 23.1 του Συντάγματος, ως επίσης και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α, τα οποία αμφότερα προστατεύουν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, καθώς και το άρθρο 8 της Ε.Σ.Δ.Α, το οποίο προστατεύει ειδικότερα την κατοικία, δεν εφαρμόζονται στην προκείμενη περίπτωση. Αυτό, διότι δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας η τυχόν στέρηση ή ο περιορισμός του δικαιώματος ιδιοκτησίας των Αιτητριών ή της κατοικίας της Αιτήτριας 1. Αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης είναι η αναστολή εκτέλεσης της εκ συμφώνου απόφασης ημερομηνίας 22.12.2023. Δεν τίθεται, επομένως, προς εξέταση οποιοδήποτε περιουσιακό ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα των Αιτητριών. Οι τελευταίες, με την έκδοση της εκ συμφώνου απόφασης, αναγνώρισαν αυτοβούλως τη νομιμότητα της υποθήκης που παραχωρήθηκε προς εξασφάλιση της Καθ’ ης η αίτηση και οικειοθελώς αποδέχθηκαν την έκδοση διατάγματος εκποίησή της.
Περαιτέρω, σημειώνω ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε εκκρεμούσα διαδικασία για παραμερισμό της επίμαχης απόφασης, ούτε και προβάλλεται στην υποστηρικτική ένορκη δήλωση ισχυρισμός περί έκδοσης της απόφασης κατόπιν δόλου. Πρόκειται, επομένως, για απόφαση η οποία έχει ήδη περιβληθεί τον μανδύα της τελεσιδικίας. Ως εκ τούτου δεν μπορεί, κατά την άποψή μου, να εγείρεται ζήτημα αναστολής εκτέλεσής της.
Επικαλούνται, επίσης, οι Αιτήτριες το άρθρο 6.1 της Ε.Σ.Δ.Α και το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη. Συγκεκριμένα υποστηρίζουν, ότι η υπό κρίση αίτηση αποτελεί το μοναδικό μέσο για να αχθούν ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα μετά την έκδοση της εκ συμφώνου απόφασης και να διαγνωστούν κατάλληλα τα αστικά δικαιώματα των Αιτητριών.
Δεν διαβλέπω οποιαδήποτε διασύνδεση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη με τα γεγονότα της παρούσας αίτησης. Το Δικαστήριο δεν μπορεί, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, να κινηθεί πίσω από την εκδοθείσα απόφαση. Επαναλαμβάνω, ότι η επίμαχη τελεσίδικη απόφαση είναι προϊόν συμφωνίας των διαδίκων. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αποστέρηση του δικαιώματος των Αιτητριών σε δίκαιη δίκη.
Η θέση, τώρα, των Αιτητριών ότι προέκυψαν μεταγενέστερα γεγονότα που δικαιολογούν την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Δεν έχω εντοπίσει τέτοια γεγονότα στην υποστηρικτική ένορκη δήλωση. Η ισχυριζόμενη οικονομική και ψυχική εξαθλίωση, πέραν του ότι παρέμεινε μετέωρη, δεν αποτέλεσε γεγονός που ακολούθησε την έκδοση της εκ συμφώνου απόφασης. Όπως προκύπτει από την ένορκη δήλωση, τα ισχυριζόμενα γεγονότα που οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή των Αιτητριών και την αδυναμία τους να εξοφλήσουν το εξ αποφάσεως χρέος συντελέστηκαν κατά τα 12 έτη της εκκρεμοδικίας της παρούσας αγωγής.
Το μοναδικό γεγονός που μεσολάβησε μετά την έκδοση της απόφασης ήταν η πρόταση των Αιτητριών για εξόφληση του χρέους μέσω εγγραφής ακίνητης περιουσίας επ’ ονόματι της Καθ’ ης η αίτηση. Η άρνηση της Καθ’ ης η αίτηση στην προτεινόμενη διευθέτηση του εξ αποφάσεως χρέους, δεν άπτεται του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Ούτε και μπορεί το Δικαστήριο να επέμβει σε συζητήσεις που διεξάχθηκαν μεταξύ των διαδίκων μετά την έκδοση της απόφασης και εκτός του πλαισίου της δίκης.
Για όλους τους λόγους που έχουν αναφερθεί πιο πάνω, θεωρώ ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής ούτε και το άρθρο 13 της Ε.Σ.Δ.Α το οποίο επίσης μνημονεύουν οι Αιτήτριες στην αγόρευσή τους.
Οι Αιτήτριες επικαλούνται και τη Δ.40 θ.11 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Κρίνω, ότι δεν εφαρμόζεται στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Το εύρος της υπό αναφορά διάταξης ξεκαθαρίστηκε εδώ και αρκετά χρόνια στην υπόθεση Ιωσηφάκης ν. Αριστοδήμου (1990) 1 Α.Α.Δ 284, όπου αναφέρθηκε ότι η Δ.40 θ.11 δεν παρέχει εξουσία αναστολής διαδικασίας άλλης από εκείνη που αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης.
Ομοίως άσχετα με την παρούσα διαδικασία κρίνονται και τα άρθρα 35 και 36 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, Ν.9/65, καθώς η παρούσα αίτηση δεν αποσκοπεί στην εξάλειψη ή την ακύρωση υποθήκης.
Τέλος, οι Αιτήτριες υποστηρίζουν ότι το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της αναστολής εκτέλεσης της απόφασης εφόσον θεωρήσει τούτο ως ορθό και δίκαιο.
Λόγος για άσκηση διακριτικής ευχέρειας μπορεί να γίνεται μόνον εκεί και όπου ο νόμος παρέχει στο Δικαστήριο διακριτική ευχέρεια. Αυτό υποστηρίζεται και από τη νομολογία στην οποία παρέπεμψαν οι συνήγοροι των Αιτητριών (Αντωνία Λύρα ν. Alpha Bank Ltd (2015) 1 A.A.Δ 899, Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ 984, Re Pelmako Development Limited (1991) 1 Α.Α.Δ 246 και Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (SAL) (1992) 1 Α.Α.Δ 710).
Εν προκειμένω, δεν τίθεται ζήτημα άσκησης διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Δεν εντοπίζεται νομοθετική διάταξη που να επιτρέπει σε ένα Δικαστήριο να ασκήσει διακριτική ευχέρεια σε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης τελεσίδικης εκ συμφώνου απόφασης. Ούτε, από την άλλη, η διακριτική ευχέρεια αποτελεί ανεξάρτητη πηγή εξουσίας.
Κατάληξη
Υπό το φως των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον των Αιτητριών, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) ……………………………………
Μ. Αγιομαμίτης, Π.Ε.Δ.
Πιστόν αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΜΔ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο