
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Χ. Στρόππου, Ε.Δ.
Αρ. Απαίτησης: 393/2024
1. ΟΛΥΜΠΙΑ ΜΕΝΕΛΑΟΥ
2. ΔΕΝΑ ΜΕΝΕΛΑΟΥ
3. ΜΑΡΟΥΛΑ ΜΕΝΕΛΑΟΥ
Ενάγοντες/Αιτητές
-και-
1. ΔΗΜΟΣ ΑΜΑΘΟΥΝΤΑΣ – ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
2. ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΛΕΜΕΣΟΥ
Εναγόμενοι/Καθ’ ων
Ημερομηνία: 05/03/2025
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντες/Αιτητές: Κυρία Φιλίππου Μ. για Α.Γ. ΠΑΦΙΤΗΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ
Για Εναγόμενους/Καθ’ ων η Αίτηση: Καμία Εμφάνιση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
I. Εισαγωγή
1. Επίδικη στην παρούσα διαδικασία είναι η Αίτηση ημερομηνίας 19/12/2024 δια της οποίας ζητείται Διάταγμα του Δικαστηρίου που να επιτρέπει την εκταφή της σορού ή/και του λειψάνου του αποθανόντος Μόρις Μενελάου που απεβίωσε στις 10/03/2006. Σκοπός της επιδιωκόμενης εκταφής είναι η λήψη κατάλληλου γενετικού υλικού από το λείψανο και/ή του μηριαίου οστού και/ή του οστού του αστραγάλου προς εξέταση και σύγκριση του από το Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου με το γενετικό υλικό του αποθανόντα Τουρκοκύπριου Χασάν Καγιά που απεβίωσε στις 28/02/1958 στην Λεμεσό και για το οποίο έγινε ήδη εκταφή της σορού και/ή του λειψάνου του δυνάμει Διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερομηνίας 09/07/2024 για το οποίο έγινε στις 17/07/2024 ανάλυση του γενετικού υλικού από το Εργαστήριο Δικανικής Γενετικής του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου.
2. Παράλληλα, ζητούνται τα ακόλουθα Διατάγματα:[1]
(i) Διάταγμα που να διατάσσει το Δημοτικό Διαμέρισμα Αγίου Αθανασίου του Δήμου Αμαθούντας, της Επαρχίας Λεμεσού ως η αρμόδια Αρχή Τοπικής Διοίκησης να επιτρέψει την είσοδο εντός του Κοιμητηρίου, εντός του οποίου έχει ταφεί ο Μόρις Μενελάου σε διάφορους πραγματογνώμονες με ειδίκευση στην Ανθρωπολογία και Αρχαιολογία, οι οποίοι κατονομάζονται στα σχετικά αιτητικά.
(ii) Διάταγμα που να δίδει άδεια στον πραγματογνώμονα με ειδίκευση στην Ανθρωπολογία να προβεί σε δειγματοληψία κατάλληλου γενετικού υλικού από το μηριαίο οστό και/ή το οστό του αστραγάλου και/ή άλλο κατάλληλο οστό ως ήθελε κρίνει ορθό και να το παραδώσει στο εργαστήριο του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου για σκοπούς σύγκρισης με το γενετικό υλικό του Χασάν Καγιά.
(iii) Διάταγμα που να επιτρέπει στον πραγματογνώμονα με ειδίκευση στην Αρχαιολογία να προβεί σε ανασκαφή και άνοιγμα του Τάφου του Μόρις Μενελάου και της εκταφής της σωρού και των λειψάνων και στην λήψη κατάλληλου γενετικού υλικού από την σωρό ή/και λείψανο του αποθανόντα και παράδοση του προς τον Ανθρωπολόγο επιλογής των Αιτητών.
(iv) Διάταγμα που να διατάσσει όπως παρόντες κατά τον χρόνο διενέργειας της ανασκαφής και του ανοίγματος του τάφου του αποθανόντα Μόρις Μενελάου θα είναι άτομα για τα οποία οι εμπειρογνώμονες θα επιτρέψουν.
(v) Διατάγματα που να διατάσσουν την επαναταφή του λειψάνου και/ή του εναπομείναντος μέρους του μηριαίου οστού μετά την ολοκλήρωση των εξετάσεων από το Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου δια του ανοίγματος του τάφου και επαναφοράς αυτού στην προτέρα της ανασκαφής κατάσταση.
Το δικονομικό ιστορικό
3. Η επίδικη Απαίτηση καταχωρίστηκε δυνάμει του Μέρους 8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας στις 19/12/2024 και κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου ορίστηκε για πρώτη φορά στις 07/01/2025. Το Έντυπο Απαίτησης συνοδεύεται από δύο Ένορκες Δηλώσεις, ήτοι την ένορκη δήλωση της κυρίας Ολυμπίας Μενελάου και του κύριου Φώτη Ανδρονίκου.
4. Κατά την εμφάνιση στο Δικαστήριο κατά την πιο πάνω ημερομηνία δόθηκε άδεια για καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης. Η σχετική Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση καταχωρίστηκε στις 24/01/2025.
5. Στις 22/01/2025 καταχωρίστηκε εμφάνιση από το Δικηγορικό Γραφείο ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΤΣΙΩΤΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. Ωστόσο, κατόπιν επικοινωνίας που καταχώρισε το εν λόγω Δικηγορικό Γραφείο στην πλατφόρμα i-justice, οι Συνήγοροι σημείωσαν ότι συμφωνούν με την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων με κάποιες διαφοροποιήσεις, οι οποίες ήταν συμφωνημένες μεταξύ των μερών.
6. Εκ μέρους του Δήμου Αμαθούντος δεν υπήρξε καμία εμφάνιση, καίτοι το Έντυπο Απαίτηση επιδόθηκε.
7. Ενόψει των πιο πάνω, η υπόθεση ορίστηκε για Ακρόαση στις 28/01/2025, ημερομηνία κατά την οποία εμφανίστηκε η κυρία Φιλίππου εκ μέρους των Εναγόντων και αγόρευσε προφορικά, υποστηρίζοντας τις θέσεις της.
II. Οι Ένορκες Δηλώσεις που συνοδεύουν την Αίτηση
8. Στο Έντυπο Απαίτησης καταγράφεται ως νομική βάση ο περί Κοιμητηρίων (Ταφή και Εκταφή) Νόμος του 2004, Ν. 257(1)/2004, άρθρα 2 και 25, ο περί Δικαστηρίων Νόμος του 1960 (14/1960), το Μέρος 8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, καθώς επίσης οι εγγενείς και σύμφυτες εξουσίες και η πρακτική του Δικαστηρίου.
9. Προτού εξετάσω την ουσία της παρούσας υπόθεσης, κρίνω σκόπιμο να κάνω σύντομη αναφορά στα όσα αναφέρονται στις Ένορκες Δηλώσεις που βρίσκονται στο φάκελο της δικογραφίας. Πιστεύω ότι η καταγραφή του ιστορικού θα καταστήσει δυνατή την καλύτερη κατανόηση της παρούσας Απόφασης.
Η Αρχική Ένορκη Δήλωση της Ολυμπίας Μενελάου
10. Η παρούσα Αίτηση καταχωρίστηκε από την Ενάγουσα, κυρία Ολυμπία Μενελάου, καθώς επίσης και από την αδελφή της, η οποία είναι η Αιτήτρια 2 και την μητέρα της, ήτοι την Αιτήτρια 3. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η Ενάγουσα στην σχετική ένορκη δήλωση της, ο πατέρας της ήταν ο Μόρις Μενελάου, ο οποίος απεβίωσε στις 10/03/2006 στην Επαρχία Λεμεσού. Μητέρα του Μόρις Μενελάου ήταν η Δέσποινα Μελή που απεβίωσε στις 27/08/1994 στην Επαρχία Λεμεσού και πατέρας της Δέσποινας Μελή ήταν ο Μενέλαος Βασίλη.
11. Αυτό που ενδιαφέρει για την παρούσα υπόθεση είναι τα αναφέρονται σχετικά με τον πατέρα της Αιτήτριας 1, δηλαδή τον Μόρις Μενελάου. Στο πιστοποιητικό γέννησης του πατέρα της Αιτήτριας 1 αναφέρεται ότι ο πατέρας του ήταν ο Μενέλαος Βασιλείου. Σύμφωνα όμως με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας 1, η αναφορά αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα καθότι το εν λόγω πρόσωπο ήταν ο πατέρα της μητέρας του Μόρις Μενελάου, δηλαδή της γιαγιάς της Αιτήτριας 1. Για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της αυτό η Αιτήτρια επισυνάπτει πιστοποιητικό από τον πρώην κοινοτάρχη Επισκοπής Λεμεσού.
12. Την εσφαλμένη αναφορά αυτή στο πιστοποιητικό γέννησης του πατέρα της την αποδίδει στο ότι ο Μόρις Μενελάου, δεν γνώριζε ποτέ ποιος ήταν ο πατέρας του. Αναφέρει μάλιστα η Αιτήτρια 1 ότι θυμάται τον πατέρα της «να λέει με μαράζι και να συζητά αποκαρδιωμένος ότι ουδέποτε γνώρισε τον πατέρα του, ότι στο σπίτι τους δεν ζούσε μαζί τους ο πατέρας του»[2]. Ήταν μάλιστα όπως αναφέρεται «διακαής πόθος ανέκαθεν όπως ανακαλύψει την ταυτότητα του βιολογικού του πατέρα, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες λόγω και του θανάτου του».
13. Παρά τις επίμονες προσπάθειες του Μόρις Μενελάου να μάθει την αλήθεια από την μητέρα του, Δέσποινα Μενελάου, η τελευταία αρνιόταν «λες και ντρεπόταν για την αλήθεια.». Η εντύπωση που προκλήθηκε στην Αιτήτρια 1 ήταν ότι «είχε πάρει όρκο να μην πει τίποτε και σαν να ντρεπόταν να το πει». Την ίδια στάση τηρούσαν και άλλοι συγγενείς και φίλοι της «γιαγιάς Δέσποινας» σεβόμενοι το μυστικό της.
14. Το μυστικό αυτό της «γιαγιάς Δέσποινας» αποκαλύφθηκε όταν παραθέριζε τον Αύγουστο του 2023 ο ξάδελφος της Αιτήτριας 1, Χριστάκης Μενελάου, στο ορεινό θέρετρο της Κακοπετριάς. Κατά τις στιγμές χαλάρωσης του, ο Χριστάκης Μενελάου, συνάντησε τυχαία τον λαόγραφο Κύπρο Κυπριανού, ο οποίος «ως λάτρης της λαογραφίας και των τοπικών παραδόσεων, εθίμων, ηθών και τοπικών ιστοριών του χωριού της Επισκοπής Λεμεσού» ανέφερε στον «ξάδελφο» Χριστάκη Μενελάου ότι κατά την έρευνα του για την συγγραφή του βιβλίου του για το χωριό της Επισκοπής «ανακάλυψε ότι ο βιολογικός πατέρας του πατέρα» της Αιτήτριας ήταν ο αποθανών Τουρκοκύπριος Χασάν Καγιά που απεβίωσε στις 28/02/1958 και διετέλεσε επί χρόνια «μουχτάρης της Επισκοπής Λεμεσού» και ο οποίος σήμερα βρίσκεται «θαμμένος στο Τουρκικό Κοιμητήριο Επισκοπής ή/και στο Μουσουλμανικό Κοιμητήριο Επισκοπής». Η αποκάλυψη αυτή δεν ήταν η μοναδική καθότι ο λαογράφος Κύπρος Κυπριανού ανέφερε ότι η γιαγιά Δέσποινα διατηρούσε εξωσυζυγικό δεσμό με τον Χασάν Καγιά από τον οποίο απέκτησε ακόμα δύο παιδιά, τα δύο αδέλφια του Μόρις Μενελάου ενώ ο Χασάν Καγιά «κατείχε τεράστιες εκτάσεις γης στην πρώην κοινότητα Επισκοπής της Λεμεσού, ως επίσης και σε άλλες επαρχίες της Κύπρου».
15. Οι πιο πάνω αποκαλύψεις οδήγησαν τον Χριστάκη Μενελάου, ένα εκ των παιδιών της γιαγιάς Δέσποινας να καταχωρίσει αίτηση εκταφής της σωρού του Χασάν Καγιά στις 21/06/2024 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε σχετικό διάταγμα στις 09/07/2024. Αφού πραγματοποιήθηκε η εκταφή του λειψάνου του Χασάν Καγιά, το Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου έκανε ανάλυση του γενετικού υλικού του Χασάν Καγιά για σκοπούς διακρίβωσης της ύπαρξης συγγένειας. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν όπως αναφέρει η Αιτήτρια 1 ότι ο «Χασάν Καγιά είναι 340 ενδεκάκις εκατομμύρια φορές πιο πιθανό να είναι ο παππούς μου, ως επίσης και ο παππούς της αδελφής μου Ενάγουσας/Αιτήτριας 2 στην παρούσα, παρά το δείγμα να ανήκει σε κάποιο άγνωστο και τυχαίο άνδρα που να μην έχει οποιαδήποτε συγγένεια με εμάς. Επίσης η εν λόγω έκθεση συμπεραίνει ότι με βεβαιότητα που προσεγγίζει το 100% εγώ και η αδελφή μου, Ενάγουσα/Αιτήτρια 2 στην παρούσα, είμαστε εγγονές του Χασάν Καγιά».
16. Κατά ομολογία της Αιτήτριας 1, επρόκειτο για μια «πολύ συγκινητική στιγμή» αφού η αποκάλυψη αυτή της έδωσε την αίσθηση του «ανήκειν» ενώ αυτό θα της επέτρεπε να εντοπίσει όλο το γενεαλογικό της δέντρο. Ταυτόχρονα όμως αντιλήφθηκε τον λόγο που η γιαγιά Δέσποινα δεν αποκάλυπτε την αλήθεια όλα αυτά τα χρόνια. Σκοπός πλέον της Αιτήτριας 1 είναι να επιτύχει η επίδικη Αίτηση και να καταστεί δυνατή η εκταφή του οστού του πατέρα της και να το συγκρίνει με αυτό του Χασάν Καγιά για να αποκαταστήσει την «ρετσινιά που κουβαλούσε τόσα χρόνια» ο πατέρας της ως «μπάσταρδο και/ή εξώγαμο τέκνο της μητέρας του και να ταυτοποιηθεί αυτός με τον πατέρα του». Αυτό παράλληλα θα της επιτρέψει να ολοκληρώσει το «παζλ των προγόνων» της και θα μπορεί να γνωρίζει επιτέλους με βεβαιότητα «σε ποιο γενεαλογικό δέντρο» ανήκει.
17. Εκτός από την συναισθηματική και ηθική ικανοποίηση που θα προσφέρει η εκταφή αυτή, η ταυτοποίηση θα επιτρέψει στην Αιτήτρια και στους συγγενείς της να προχωρήσουν με την καταχώριση αίτησης διαχείρισης της περιουσίας του Χασάν Καγιά. Συνεπώς η εκταφή αυτή είναι απαραίτητη για να μπορέσουν οι Αιτήτριες 1 και 2 να εδραιώσουν τα δικαιώματα τους ως νόμιμες κληρονόμοι του Χασάν Καγιά και να συμμετέχουν στην διανομή της περιουσίας του μαζί με τους υπόλοιπους συγγενείς τους. Όπως αναφέρεται στην Ένορκη Δήλωση, η ταυτοποίηση είναι απαραίτητη αφού παρά το γεγονός ότι έχουν ήδη ταυτοποιηθεί ως εγγονές του Χασάν Καγιά, η σχετική νομοθεσία δεν τους επιτρέπει να προχωρήσουν αφού θα πρέπει να ταυτοποιηθεί και να αναγνωριστεί πρώτα ο πατέρας τους ως εξώγαμο τέκνο του Χασάν Καγιά. Αφού εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα και γίνει η αναγκαία ταυτοποίηση, τότε θα προχωρήσουν με σχετικές διαδικασίες στο αρμόδιο Δικαστήριο. Η αναγνώριση αυτή θα δώσει απευθείας κληρονομικό δικαίωμα στις Αιτήτριες 1 και 2.
Η Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση
18. Κατά την εμφάνιση της στο Δικαστήριο στις 07/01/2025, το Δικαστήριο ζήτησε διευκρινίσεις κατά πόσο έγιναν και άλλες διαδικασίες για την εκταφή του Χασάν Καγιά στο πρόσφατο παρελθόν για να ταυτοποιηθεί με τον Μόρις Μενελάου. Η απάντηση της Συνηγόρου των Αιτητών ήταν καταφατική και κατόπιν σχετικού αιτήματος της δόθηκε άδεια για να καταχωριστεί Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση.
19. Σε σχέση με το πιο πάνω αναφέρει η Αιτήτρια 1 στην Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση της, τα οποία παραθέτω αυτολεξεί:
«Στις 31/10/2024 καταχώρησα την γενική αίτηση αρ. 319/2024 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία ζητούσα την εκταφή του λειψάνου του αποβιώσαντα πατέρα μου Μόρις Μενελάου με σκοπό την λήψη
κατάλληλου γενετικού υλικού από το λείψανο του προς εξέταση και σύγκριση του από το Ινστιτούτο Γενετικής και Νευρολογίας Κύπρου (ΙΝΓΚ) με το γενετικό υλικό του του αποθανόντα Τουρκοκύπριου Χασάν Καγιά και/ή Hassan Kahya και/ή Houssein Kayia Kassan και/ή Kiaya Hassan και/ή Kayia Housein Hasan Moulla και/ή Kayia Hassan και/ή Kayίa Moulla - Housseίn Hassan (έφεξης ο «Χασάν Καγιά») με τελικό σκοπό όπως διακριβωθεί η ύπαρξη συγγένειας μεταξύ τους, ήτοι να αποδειχτεί ότι ο Χασάν Καγιά είναι ο βιολογικός πατέρας του πατέρα μου. Επίσης με την εν λόγω αίτηση ζητούσα και άλλα διατάγματα συναφή με την παραγράφους 29 -30 της παρούσας αίτησης, που αφορούν θέματα δικαιοδοσίας του Δικαστήριού και των αναγκαίων διαδίκων. Επίσης με την νέα αίτηση ημερομηνίας 19/12/2024 (παρούσα αίτηση) και κατόπιν νομικής συμβουλής που λάβαμε από την δικηγόρο που χειρίζεται την παρούσα υπόθεση, αποφασίσαμε όπως αλλάξουμε τα διάδικο μέρη ήτοι με την παρούσα αίτηση προστέθηκε και η μητέρα μου, Μαρούλα Μενελάου ως Αιτήτρια, αφού είναι η σύζυγος του αποβιώσαντα πατέρα μου Μόρις Μενελάου και ιδιοκτήτριά του τάφου στον οποίο είναι ενταφιασμένος, ενώ σε σχέση με τους Εναγόμενους /Καθ' ων η αίτηση αφαιρέθηκε το ΙΝΓΚ1 καθότι κρίθηκε ότι με βάση την σχετική νομοθεσία (Ν. 257/2004) δεν θεωρείται αναγκαίος διάδικος, ενώ προστέθηκε η Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού ως Εναγόμενος στη βάση του ότι έχει τον θρησκευτικό έλεγχο του Κοιμητηρίου. Ως εκ των πιο πάνω με την παρούσα αίτηση αρ. 393/2024 οι διάδικοι είναι διαφορετικοί συγκριτικά με τους διάδικους της αίτησης αρ. 319/2024.»
20. Όπως προκύπτει από το Τεκμήριο ΟΜ2, η αδελφή Δικαστής κυρία Βαρωσιώτου, αποφάσισε στις 18/12/2024 ότι η πιο πάνω Αίτηση δεν μπορούσε να εξεταστεί καθότι στην βάση του άρθρου 25 του περί Κοιμητηρίων (Ταφή και Εκταφή) Νόμος του 2004 (Ν. 257 (Ι)/2004) «δεν κατονομάζει ποιο είναι το αρμόδιο Δικαστήριο». Ακολούθως, αφού εφάρμοσε το πιο πάνω άρθρο σε συνδυασμό με το άρθρο 28 του ίδιου Νόμου αποφάσισε ότι «ο Νομοθέτης προσέδωσε την αρμοδιότητα έκδοσης διατάγματος εκταφής στον θανατικό ανακριτή».
21. Ακολούθως κατέληξε ότι «τα Επαρχιακά Δικαστήρια ασκώντας πολιτική δικαιοδοσία δεν έχουν αρμοδιότητα έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων. Ούτε υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα πατρικής αναγνώρισης ή ταυτοποίησης συγγενικών σχέσεων στη σφαίρα της πολιτικής δικαιοδοσίας.». Τέλος σημειώνει ότι «Εκ των ανωτέρω, συνάγεται ότι οπό τη στιγμή που η λήψη γενετικού υλικού από ζώντα άτομο γιο σκοπούς ταυτοποίησης συγγενικών σχέσεων δεν επιτρέπεται χωρίς τη συγκατάθεση του πώς είναι δυνατόν να δοθεi άδεια να γίνει τούτο από θανόντα. Ο Τουρκοκύπριος Hassan Kahya ακόμη και αν ευρίσκετο εν ζωή θα είχε το δικαlωμα να αρνηθεl ή να αμφισβητήσει ότι είναι βιολογικός πατέρας του nοτέpο των Αιτητριών. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο πατέρας τους.»
Η θέση της Αιτήτριας
22. Σύμφωνα και με την ρητή παραδοχή της Αιτήτριας 1 στην σχετική Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση της αλλά και από εξέταση και σύγκριση του Τεκμηρίου ΟΜ1 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης της κυρίας Μενελάου με την επίδικη Αίτηση διαπιστώθηκε εκ πρώτης όψεως από το Δικαστήριο ότι υφίστατο ταυτοσημία στο αιτητικό και στους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην Ένορκη Δήλωση (με μικρές διαφοροποιήσεις) παρά την προσθήκη της μητέρας της Αιτήτριας 1 ως Αιτήτρια αλλά και της Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού, η Συνήγορος των Αιτητών.
23. Τέθηκε λοιπόν στους Συνηγόρους το ερώτημα του κατά πόσο η απορριπτική Απόφαση της αδελφής Δικαστού κυρίας Βαρωσιώτου θα μπορούσε να επηρεάσει την τύχη της επίδικης Αίτησης, λόγω κυρίως της ταυτοσημίας του αντικειμένου των δύο Αιτήσεων.
24. Κατά την αγόρευση της ενώπιον του Δικαστηρίου, η κυρία Φιλίππου, επανέλαβε σε μεγάλο βαθμό τα όσα αναφέρονται στην Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση σε σχέση με το δεδικασμένο. Συνοπτικά η θέση, όπως αυτή καθορίζεται μέσα από την Ένορκη Δήλωση της αλλά και όπως τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν ότι:
(i) Δεν υφίσταται ταύτιση των διαδίκων παρά το γεγονός ότι το αντικείμενο και των δύο Αιτήσεων είναι ταυτόσημο. Από την στιγμή που υφίστανται διαφορετικοί διάδικοι, δεν εφαρμόζεται η αρχή του «δεδικασμένου».
(ii) Η Απόφαση ημερομηνίας 18/12/2024 που εκδόθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης υπ’ αριθμό 319/2024 δεν έχει ακόμα καταστεί τελεσίδικη καθότι η προθεσμία για την καταχώριση της Έφεσης εκπνέει στις 29/01/2025.
(iii) Από την στιγμή που η Απόφαση ημερομηνίας 18/12/2024 εκδόθηκε από Δικαστήριο που «κατά την θέση του ήταν αναρμόδιο να επιληφθεί του θέματος» τότε δεν μπορεί να εφαρμόζεται η α5ρχή του δεδικασμένου.
(iv) Η αρχή του δεδικασμένου έχει ως στόχο την προστασία του διαδίκου να υπερασπιστεί τον εαυτό του δύο φορές. Όμως στην παρούσα υπόθεση δεν τίθεται ένα τέτοιο ζήτημα καθότι οι Εναγόμενοι 1 και 2 στην Αίτηση υπ’ αριθμό 319/2024 δεν έφεραν καμία ένσταση στην έκδοση του εκεί επίδικου διατάγματος. Ούτε στην παρούσα υπόθεση έφεραν ένσταση στην έκδοση του επίδικου διατάγματος.
(v) Είναι σε κάθε περίπτωση εφικτή η παράκαμψη της αρχής του δεδικασμένου όταν θα δημιουργείτο αδικία και δεν δημιουργείται κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. Σε αυτή την περίπτωση υφίστανται οι εξαιρετικές αυτές περιστάσεις καθότι η επικείμενη καταχώριση αίτησης για διαχείριση της περιουσίας του Χασάν Καγιά από τον θείο της Αιτήτριας 1, Σάββα Μενελάου, χωρίς να προηγηθεί η εκταφή των οστών του Μόρις Μενελάου, θα αποκλείσει τις Αιτήτριες από το πρώτο στάδιο της διαχείρισης. Μοναδική οδός για να διεκδικήσουν τα δικαιώματα τους θα είναι η καταχώριση κληρονομικής Αγωγής, η οποία είναι χρονοβόρα και πολύπλοκη.
(vi) Κατά την ακρόαση, η Συνήγορος των Αιτητών, ανέφερε επίσης στο Δικαστήριο ότι από την στιγμή που κανένας από του διαδίκους δεν επικαλέστηκε την αρχή του δεδικασμένου, τότε το Δικαστήριο δεν μπορεί να το λάβει αυτεπάγγελτα υπόψη.
25. Στη βάση των πιο πάνω, εγείρεται λοιπόν το ερώτημα κατά πόσο μπορεί το Δικαστήριο να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα μετά την απορριπτική Απόφαση της αδελφού Δικαστού κυρίας Βαρωσιώτου, δηλαδή μιας Αίτησης που αφορά ουσιαστικά το ίδιο ακριβώς αντικείμενο, την εκταφή του Μόρις Μενελάου για τους ίδιους ακριβώς σκοπούς με την προγενέστερη αίτηση. Παρά την διαφοροποίηση που διαπιστώνεται ως προς τους Εναγόμενους. Μόνο αφότου επιλυθεί το ζήτημα αυτό, το Δικαστήριο δύναται να προχωρήσει στην εξέταση της ουσίας της επίδικης Αίτησης.
Η Κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας
26. H παρούσα διαδικασία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 (βλ. Μέρος 60 Κανονισμός 2 των ΚΠΔ του 2023). Οι ΚΠΔ του 2023 παρέχουν την εξουσία στο Δικαστήριο να διαχειρίζεται ενεργά τις υποθέσεις που βρίσκονται ενώπιον του προάγοντας τον πρωταρχικό σκοπό, δηλαδή τον χειρισμό των υποθέσεων με τρόπο δίκαιο και αναλογικό.
27. Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο έχει την εξουσία αυτεπάγγελτα να εκδίδει διάταγμα διαγραφής δικογράφου όταν διαπιστώνεται ότι το δικόγραφο συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας (Μέρος 3.3. Κανονισμός 2 (β) των ΚΠΔ του 2023).
28. Δικόγραφο αποτελεί «οποιοδήποτε έγγραφο περιλαμβανομένων εντύπου απαίτησης, έκθεσης απαίτησης, όταν αυτή δεν περιλαμβάνεται σε έντυπο απαίτησης, υπεράσπισης, απαίτησης και ένστασης δυνάμει του Μέρους 8, απάντησης στην υπεράσπιση και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο χρησιμοποιείται στην απαίτηση ή οποιοδήποτε έγγραφο τέτοιας φύσης.».[3]
29. Τα πιο πάνω θα πρέπει να διαβάζονται σε συνάρτηση με τα όσα αναφέρει το άρθρο 31 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/1960)[4].
30. Τα Δικαστήρια διαθέτουν την δικαιοδοσία να εξετάζουν αυτεπάγγελτα το κατά πόσο υφίσταται κατάχρηση της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου. Πρόκειται για εξουσία που εκπηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαστικής λειτουργίας που αποσκοπεί στην απόδοση του δικαίου και αποτελεί το μέσο και διαθέτει τους μηχανισμούς που προάγουν την κατίσχυσή του. Τα μέσα για την αποτροπή της κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, δε συναρτώνται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο διάταγμα ή διατάγματα και μπορεί να προσλάβουν οποιαδήποτε μορφή που επιβάλλει η ανάγκη στη συγκεκριμένη περίπτωση για την περιφρούρηση του σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου. Τα Δικαστήρια έχουν την ίδια εξουσία όπως και τα αγγλικά Δικαστήρια να ελέγχουν τις διαδικασίες προς αποφυγή κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας (βλ. Beogradska D.D. (1996) 1 Α.Α.Δ. 911). Η εξουσία αυτή των Δικαστηρίων έχει χαρακτηριστεί μάλιστα ότι δεν αποτελεί άσκηση διακριτικής ευχέρειας αλλά «θέμα αρχής» για τα Δικαστήρια. [5]
31. Η κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας μπορεί να προσλάβει πολλές μορφές και η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για την παρεμπόδιση της είναι ευρεία (βλ. Constantinides v. Vima Ltd (1983) 1 C.L.R. 348).
32. Μορφή κατάχρησης αποτελεί σύμφωνα με την νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων η καταχώριση πολλαπλών διαδικασιών προς επίτευξη του ίδιου σκοπού (βλ. την Williams v. Hunt [1905] 1 Κ.Β. 512 που υιοθετήθηκε στην Διευθυντής των Φυλακών ν. Αναφορικά με τον ΤΖΕΝΝΑΡΟΣ ΠΕΡΕΛΛΑ, (1995) 1 ΑΑΔ 217, 16 Μαρτίου 1995 καθώς επίσης και την Re Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (1993) 1 C.L.R. 248). Για τον λόγο αυτό εκεί και όπου η διαπιστώνεται κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών, το Δικαστήριο θα απορρίψει την μεταγενέστερη διαδικασία αν αυτή καλύπτει ουσιωδώς τα ίδια ζητήματα (βλ. Beogradska ανωτέρω).
33. Ο πρωταρχικός σκοπός επιβεβαιώνει ουσιαστικά την ανάγκη για αποφυγή της πολλαπλότητας των δικαστικών διαδικασιών και την ανάγκη να επέρχεται ένα οριστικό τέλος στις δικαστικές διαδικασίες (Sainsbury's Supermarkets Ltd v Visa Europe Services LLC and others [2020] 4 All ER 807 στην παράγραφο 238 και 239). Αυτό είναι εύλογο καθότι δεν μπορεί ένα Δικαστήριο να διαχειρίζεται τις υποθέσεις που άγονται ενώπιον του με δίκαιο και αναλογικό κόστος εκτός και αν ένα μέρος προωθεί την υπόθεση του εξ’ ολοκλήρου ενώπιον του Δικαστηρίου με σκοπό την οριστική επίλυση της διαφοράς (βλ. AIC Ltd v Federal Airports Authority of Nigeria [2022] UKSC 16; [2022] 1 W.L.R. 3223 στις παραγράφους 30 και 31 με αναφορά σε Henderson v. Henderson, 1843-1860, All ER Rep 378). Όπως αναφέρεται στην FAGE UK Ltd v Chobani UK Ltd [2014] EWCA Civ 5; [2014] FSR 29, παράγραφος 114 «Τhe trial is not a dress rehearsal. It is the first and last night of the show.»
34. Όπως σημειώθηκε τα Δικαστήρια διαθέτουν σύμφυτη εξουσία να αποτρέψουν την κατάχρηση της διαδικασία όταν αυτή η κατάχρηση θα οδηγούσε το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης σε ανυποληψία. Μια τέτοια περίπτωση αποτελούν, σε κάποιες περιπτώσεις, οι υποθέσεις που οι διάδικοι επιδιώκουν να «επιτεθούν έμμεσα» (collateral attack) στο αποτέλεσμα της προγενέστερης διαδικασίας (Hunter v Chief Constable of the West Midlands Police [1982] AC 529 Ashmore v British Cool Corp. (1990) 2 Q.B. 338). Η έμμεση επίθεση στο αποτέλεσμα της προγενέστερης διαδικασίας αποτελεί ένα στοιχείο το οποίο καταδεικνύει κατά τρόπο προφανή την κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας (βλ. Johnson v. Gore Wood & Co. (2002) 1 AC, παρ. 30 – 31).
35. Στην υπόθεση Harris v Society of Lloyd's; Adams v Society of Lloyd's [2008] EWHC 1433 (Comm) αποφασίστηκε ότι το γεγονός ότι η μεταγενέστερη διαδικασία στηριζόταν στην ίδια βάση αγωγής και τα ίδια έγγραφα συνιστούσε κατάχρηση διαδικασίας.
36. Στην υπόθεση Laing v Taylor Walton [2007] EWCA Civ 1146 στις παραγράφους 25, 26 και 27 επισημάνθηκε ότι το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης θα ερχόταν σε ανυποληψία αν επιτρεπόταν σε μια μεταγενέστερη διαδικασία να προωθηθεί ακριβώς η ίδια με την πρώτη, η οποία δικάστηκε και απορρίφθηκε. Η ορθή διαδικασία για να αμφισβητηθεί η Απόφαση ενός Δικαστή ίδιας δικαιοδοσίας είναι η καταχώριση Έφεσης στο αρμόδιο Δικαστήριο. Σε τέτοιες περιπτώσεις η καταχώριση της δεύτερης διαδικασίας είναι μια προσπάθεια να ανατραπεί η Απόφαση άλλου Δικαστή.
37. Για να διαπιστωθεί κατάχρηση στις περιπτώσεις «έμμεσης επίθεσης» σε προγενέστερη διαδικασία δεν είναι αναγκαίο οι διάδικοι της μεταγενέστερης διαδικασίας να ήταν μέρος της προηγούμενης διαδικασίας (βλ. Secretary of State for Trade and Industry v Bairstow [2004] Ch 1 στην παράγραφο 38, Shalabayev v JSC BTA Bank [2016] EWCA Civ 987 στην παράγραφο 56, BTI 2014 LLC v PricewaterhouseCoopers LLP and Windward Prospects Limited [2019] EWHC 3034 (Ch) στις παραγράφους 81-83).
38. Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Hodgson v National House Building Council [2018] EWHC 2226 (TCC) στην παράγραφο 44, η μη αναγκαιότητα στην ταυτοσημία των διαδίκων έγκειται στο ότι το δημόσιο συμφέρον επεκτείνεται πέραν της προστασίας ενός διαδίκου από το να βρεθεί αντιμέτωπος με την ίδια υπόθεση ενώπιον των Δικαστηρίων. Το δημόσιο συμφέρον απαιτεί όπως δεν εκδικάζεται το ίδιο αντικείμενο με τα ίδια Τεκμήρια επανειλημμένα.
Η επίδικη Αίτηση
39. Εξετάζοντας τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και αντιπαραβάλλοντας τα όσα αναφέρονται στο Έντυπο Απαίτησης και στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση σε συνδυασμό με τα όσα αναφέρονται στην Αίτηση 319/2024 και την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει καταδεικνύεται η απόλυτη ταυτότητα των επίδικων ζητημάτων που εγείρονται και στις δύο διαδικασίας παρά την προσθήκη της Αιτήτριας 3 και της Καθ’ ης η Αίτηση 2.
40. Σκοπός και των δύο διαδικασιών, παραμένει η εκταφή του Μόρις Μενελάου για να ταυτοποιηθεί ως τέκνο του Χασάν Καγιά. Και οι δύο αιτήσεις στηρίζονται ακριβώς στα ίδια επιχειρήματα και στα ίδια ακριβώς Τεκμήρια. Η όποια διαφοροποίηση διαπιστώνεται είναι ελάχιστη και δεν προσθέτει το οτιδήποτε νέο με τρόπο που να καλεί το Δικαστήριο να αξιολογήσει την υπόθεση εκ νέου.
41. Αυτό που επιδιώκεται ουσιαστικά και στις δύο Αιτήσεις είναι η γενετική ταυτοποίηση του Μόρις Μενελάου με τον Χασάν Καγιά, η οποία στη συνέχεια θα καταστήσει δυνατή, πέραν δηλαδή της ηθικής ικανοποίησης την οποία έχουν ήδη αισθανθεί οι Αιτήτριες, την έγερση διαδικασιών από τις Αιτήτριες 1 και 2 για διαχείριση της περιουσίας του Χασάν Καγιά και την συμμετοχή τους στην περιουσία του μαζί με άλλους συγγενείς τους.
42. Η προσθήκη της Αιτήτριας 3, μητέρας των Αιτητριών 1 και 2 και σύζυγος του αποβιώσαντα Μόρις Μενελάου, τίποτε νέο δεν προσθέτει στην διαδικασία καθότι αυτή προστέθηκε, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η ενόρκως δηλούσα ως ιδιοκτήτρια του τάφου στον οποίο έχει ταφεί ο αποβιώσαντας. Με απλά λόγια, η προσθήκη της Αιτήτριας 3 και της Καθ’ ης η Αίτηση 2 δεν διαφοροποιεί την ουσία της επίδικης Αίτησης και την ταυτοσημία της με την διαδικασία που εγέρθηκε και απορρίφθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης 391/2024.
43. Σε κάθε περίπτωση, η Αιτήτρια 3 λόγω ακριβώς της εγγύτητας που διατηρεί με το κύριο αντικείμενο της διαφοράς, ήτοι ως μητέρα των Αιτητριών 1 και 2, σύζυγος του αποβιώσαντα και ιδιοκτήτρια του τάφου στον οποίο βρίσκεται ο Μόρις Μενελάου, θα έπρεπε να ήταν διάδικος στην Αίτηση 319/2024 (βλ. ενδεικτικά Secretary of State for Trade and Industry v Bairstow [2004] Ch 1 στην παράγραφο 38).
44. Επιπλέον των πιο πάνω, δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι οι Αιτήτριες απέκρυψαν αρχικά από το Δικαστήριο την καταχώριση της Αίτησης 319/2024 και την απορριπτική Απόφαση της αδελφής Δικαστού κυρίας Βαρωσιώτου. Μόνο όταν πλέον ερωτήθηκαν από το Δικαστήριο για το κατά πόσο υπήρξαν άλλες αντίστοιχες διαδικασίες το αποκάλυψαν δια μέσου συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
45. Η ταυτοσημία του αντικειμένου των δύο Αιτήσεων, σε συνδυασμό με την αρχική απόκρυψη της ύπαρξης της απορριπτικής Απόφασης στο πλαίσιο της Αίτησης 319/2024, δεν μου αφήνουν καμία αμφιβολία ότι αυτό το οποίο επιδιώκουν οι Αιτήτριες είναι μια έμμεση επίθεση στο αποτέλεσμα της πρώτης διαδικασίας. Πρόκειται δηλαδή για μια προσπάθεια αμφισβήτησης της Απόφασης της αδελφής Δικαστού, δια μέσου της παρούσας διαδικασίας ενώ η ορθή οδός θα ήταν η καταχώριση Έφεσης στο αρμόδιο Δικαστήριο.
46. Η προσπάθεια αυτή των Αιτητριών αποτελεί μια ξεκάθαρη περίπτωση κατάχρησης των διαδικασιών του Δικαστηρίου. Από την στιγμή που για το ίδιο αντικείμενο της παρούσας Αίτησης εκδόθηκε απορριπτική Απόφαση από άλλο Δικαστή, η ορθή διαδικασία παραμένει, αν οι διάδικοι διαφωνούν με την Απόφαση, η καταχώριση Έφεσης στο αρμόδιο Δικαστήριο.
47. Τυχόν εξέταση της παρούσας Αίτησης στην ουσία της θα σήμαινε κατά την άποψη μου, παράκαμψη της Απόφασης που εκδόθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης 319/2024, πλήγμα στην οριστικότητα που πρέπει να έχουν οι διαδικασίες ενώπιον των Δικαστηρίων και θα ήταν δυνατή η επ’ αόριστο διαιώνιση μιας διαδικασίας και η δυνατότητα επανανοίγματος της μέχρι οι διάδικοι να επιτύχουν τον επιδιωκόμενο σκοπό, καταχωρώντας δηλαδή σχετικές Αιτήσεις με πανομοιότυπα δηλαδή Τεκμήρια μέχρι να εξασφαλίσουν το επιθυμητό γι’ αυτούς αποτέλεσμα. Μια τέτοια προσέγγιση όμως είναι παντελώς αντίθετη με την ορθή διαχείριση των δικαστικών διαδικασιών και της κατανομής του δικαστικού χρόνου και οδηγεί το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης σε ανυποληψία.
48. Με απλά λόγια, τυχόν εξέταση της ουσίας της διαφοράς θα σήμαινε ότι αποφαίνομαι για την ύπαρξη αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου κάτι που θα συνιστούσε κατά κάποιο τρόπο ανατροπή της Απόφασης της κυρίας Βαρωσιώτου και την ύπαρξη δύο αντιφατικών μεταξύ τους Αποφάσεων για το ίδιο επίδικο ζήτημα.
49. Από αυτή την άποψη δεν με βρίσκει σύμφωνο η θέση της Συνηγόρου των Αιτητριών ότι από την στιγμή που κανένας διάδικος δεν εγείρει ζητήματα δεδικασμένου στην παρούσα διαδικασία το Δικαστήριο δεν μπορεί να τα λάβει υπόψη. Η νομολογία των κυπριακών Δικαστηρίων όπως και των αγγλικών αλλά και οι ίδιοι οι ΚΠΔ του 2023 παρέχουν στο Δικαστήριο ένα ευρύ οπλοστάσιο για να διαφυλάξουν το κύρος απονομή της δικαιοσύνης και να περιστέλλουν την κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών. Υιοθέτηση διαφορετικής προσέγγισης θα συνεπαγόταν ότι τα Δικαστήρια θα έπρεπε να παρακολουθούν τις διαδικασίες που συμβαίνουν ενώπιον τους, χωρίς να μπορούν να διαφυλάξουν το κύρος της Δικαιοσύνης όταν διαπίστωναν ότι υφίσταται κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών.
III. Κατάληξη
50. Υπό το φως των όσων έχουν σημειωθεί πιο πάνω και δυνάμει της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου να περιστέλλει την κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών η Αίτηση απορρίπτεται.
51. Ενόψει του ότι οι Συνήγοροι των Καθ’ ων η Αίτηση δεν προώθησαν το οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα, δεν επιδικάζονται έξοδα.
(Υπ.)…………………………………………..
Χ. Στρόππος, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Σημειώνεται ότι πρόκειται για συνοπτική καταγραφή του Δικαστηρίου.
[2] Οι αναφορές σε πλάγια γραφή είναι φράσεις που καταγράφονται στην Ένορκη Δήλωση της κυρίας Μενελάου.
[3] Βλ. Μέρος 2.3 (γ) των ΚΠΔ του 2023.
[4] 31. Έκαστov δικαστήριov εv τη ασκήσει της πoλιτικής αυτoύ δικαιoδoσίας oφείλει εv εκάστη δίκη ή άλλη διαδικασία, vα παρέχη είτε απoλύτως ή υπό τoιoύτoυς όρoυς και πρoϋπoθέσεις, ως τo δικαστήριov κρίvει δίκαιov, πάσας τας θεραπείας εις ας oιoσδήπoτε τωv διαδίκωv θα εδικαιoύτo εv σχέσει πρoς oιαvδήπoτε εγερθείσαv υπ' αυτoύ αξίωσιv στηριζoμέvηv επί τoυ vόμoυ ή τωv αρχώv της επιεικίας (equity) κατά τoιoύτov τρόπov, εφ' όσov τoύτo είvαι δυvατόv, ώστε πάvτα τα αμφισβητoύμεvα θέματα μεταξύ τωv διαδίκωv vα διαγιγvώσκωvται πλήρως και τελικώς και πάσα πoλλαπλότης της διαδικασίας αφoρώσης εις oιovδήπoτε τωv θεμάτωv τoύτωv vα απoφεύγεται.
[5] Βλ. Spicer v Metropolitan Police Commissioner [2020] EWHC 1778 (QB), παρ. 12.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο