
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Κάρνου, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αίτησης/Έφεσης: 117/25
Αναφορικά με τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως
Νόμο του 1965 (Ν.9/1965), όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα
Αναφορικά με την ειδοποίηση «Τύπος ΙΑ» που επιδόθηκε στην Αιτήτρια/Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα στις 22/01/2025 και/ή σε άλλες
ημερομηνίες σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 44Γ(2) του Κεφαλαίου
VIA του Νόμου 9/1965 όπως τροποποιήθηκε
Αναφορικά με τον περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχής, Εγγραφής και Εκτιμήσεως) Νόμο Κεφ.224, όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα
Μεταξύ:
ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΑΡΜΑΞΗ (Α.Δ.Τ. [ ])
[ ] 8Β, [ ] Λεμεσός
Εφεσείουσας / Αιτήτριας
-και-
THEMIS PORTFOLIO (S1) MANAGEMENT HOLDINGS LIMITED
Αρμενίας 60, 2006 Στρόβολος Λευκωσία
Εφεσίβλητης /Καθ’ ης η αίτηση
13.5.2025
Για την Αιτήτρια: κα Α. Παναγή για Γαβριηλίδης & Τιμοθέου Δ.Ε.Π.Ε.
Για την Καθ’ ης η αίτηση: κα Σ. Παφίτη για Α.& Α. Κ. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Στις 11/9/2024 η εφεσείουσα παρέλαβε, δια ιδιωτικής επίδοσης, Ειδοποίηση ημερομηνίας 10/7/2024, στον Τύπο Ι του Μέρους VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, Ν.9/1965 όπως τροποποιήθηκε (εφεξής: « ο Νόμος») συνοδευόμενη από σχετική κατάσταση λογαριασμού ενυπόθηκου χρέους της. Με την εν λόγω Ειδοποίηση, (εφεξής: «η Ειδοποίηση Ι») η εφεσίβλητη ενημέρωσε την εφεσείουσα ότι το εν λόγω ενυπόθηκο χρέος της, το οποίο εξασφαλίζεται με την Υποθήκη Υ3015/2012 του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λεμεσού, κατέστη απαιτητό. Ως εκ τούτου η εφεσείουσα κλήθηκε να καταβάλει το οφειλόμενο από αυτήν ποσό πλέον τόκους και έξοδα, εντός 45 ημερών από την επίδοση της εν λόγω Ειδοποίησης Ι, καθότι σε διαφορετική περίπτωση, η εφεσίβλητη θα προχωρούσε με τη διαδικασία πλειστηριασμού και πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου της, στη βάση του Μέρους VIA του Νόμου.
Στη συνέχεια, λόγω του ότι το ενυπόθηκο χρέος της εφεσείουσας ως περιγράφεται στην Ειδοποίηση Ι, δεν πληρώθηκε εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η εφεσίβλητη, απέστειλε στην εφεσείουσα Ειδοποίηση στον Τύπο ΙΑ, ημερομηνίας 13/1/25 (εφεξής: «η Ειδοποίηση ΙΑ ημερομηνίας 13/1/25») δια της οποίας την ενημέρωσε ότι προτίθετο να προχωρήσει σε πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου της, με πλειστηριασμό, στις 14/4/2025.
Ακολούθησε η καταχώριση από πλευράς εφεσείουσας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού της Αίτησης -Έφεσης με αρ. 43/25, δια της οποίας επιχειρήθηκε ο παραμερισμός της Ειδοποίησης ΙΑ ημερομηνίας 13/1/25. Επειδή όμως πριν την εκδίκαση της εν λόγω Αίτησης – Έφεσης, η εφεσίβλητη ακύρωσε, με δική της πρωτοβουλία, τον πλειστηριασμό που είχε προγραμματιστεί για τις 14/4/25, η εφεσείουσα απέσυρε την εν λόγω Αίτηση-Έφεση, κατόπιν δήλωσης των συνηγόρων της εφεσίβλητης ότι ο πλειστηριασμός ανεστάλη με επιφύλαξη του δικαιώματος της τελευταίας να τον προγραμματίσει εκ νέου σε μεταγενέστερη ημερομηνία, δια της αποστολής νέας Ειδοποίηση ΙΑ.
Ακολούθως, στις 12/3/2025 επιδόθηκε στην εφεσείουσα η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ, ημερομηνίας 10/2/2025, δια της οποίας έλαβε ενημέρωση ότι η εφεσίβλητη όρισε πλειστηριασμό για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου της στις 14/5/2025 και ώρα 10.00 π.μ.
Στη βάση των πιο πάνω κοινώς αποδεκτών γεγονότων, η εφεσίβλητη καταχώρισε την υπό κρίση έφεση, διά της οποίας εξαιτείται τον παραμερισμό της Ειδοποίησης ΙΑ ημερομηνίας 10/2/2025 και κατ’ επέκταση την ακύρωση του επικείμενου πλειστηριασμού.
Παρά το γεγονός ότι στην Αίτηση-Έφεση δεν περιλαμβάνονται ξεχωριστοί λόγοι έφεσης, ούτε και σχετική αιτιολογία αυτών, ως έχει γίνει αντιληπτό από το Δικαστήριο, με βάση το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της εφεσείουσας που συνοδεύει την έφεση, προβάλλεται από πλευράς της η θέση ότι η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ θα πρέπει να παραμεριστεί, καθότι μετά την ακύρωση του πλειστηριασμού ημερομηνίας 14/4/2025, η εφεσίβλητη όφειλε αλλά παρέλειψε να επιδώσει στην εφεσείουσα νέα Ειδοποίηση Ι, ώστε να δώσει σε αυτήν νέα προθεσμία για αποπληρωμή του ενυπόθηκου χρέος της. Επιπλέον, ως η ομνύουσα λαμβάνει νομική συμβουλή, σε περίπτωση παραμερισμού της Ειδοποίησης ΙΑ, τερματίζεται πλήρως η διαδικασία πώλησης, με βάση το Μέρος VIA του Νόμου, η οποία άρχισε με την Ειδοποίηση Ι και δεν δύναται ο ενυπόθηκος δανειστής να συνεχίσει τη διαδικασία αποστέλλοντας νέα Ειδοποίηση ΙΑ, χωρίς προηγουμένως να αποστείλει νέα Ειδοποίηση Ι.
Δια Ειδοποιήσεως περί προθέσεως Ένστασης, η εφεσίβλητη απορρίπτει την πιο πάνω θέση και ισχυρίζεται, εν πρώτοις, ότι η υπό κρίση έφεση θα πρέπει να απορριφθεί ως παράτυπη και αντικανονική, καθότι δεν περιέχει ξεχωριστά λόγους έφεσης και αιτιολογία αυτών. Πέραν τούτου, σύμφωνα με την εφεσίβλητη, η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, καθότι η ίδια εφάρμοσε και ακολούθησε ορθά την προβλεπόμενη στο Νόμο διαδικασία για πώληση με πλειστηριασμό του ενυπόθηκου ακινήτου της εφεσείουσας και δεν συντρέχει κανένας λόγος για ακύρωση της επίμαχης Ειδοποίησης ΙΑ στη βάση του Άρθρου 44Γ(3) του Νόμου.
Διά της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση, (εφεξής: «η ΕΔ ΓΣ») εξηγείται κατ’ αρχάς η διαδικασία υποκατάστασης της Hellenic Bank Public Company Limited και η μεταβίβαση στην εφεσίβλητη των πιστωτικών διευκολύνσεων που είχαν δοθεί στην εφεσείουσα από την εν λόγω τράπεζα, μαζί με τις συναφείς εξασφαλίσεις, περιλαμβανομένης της Υποθήκης Υ3015/2012.
Ως σημειώνεται περαιτέρω από τον ομνύοντα, η εφεσείουσα είναι πρωτοφειλέτιδα και ενυπόθηκη οφειλέτιδα σε σχέση με το ενυπόθηκο ακίνητο. Η πιστωτική διευκόλυνση που παραχωρήθηκε στην εφεσείουσα, η οποία εξασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, με την πιο πάνω υποθήκη, παρουσίασε σοβαρές καθυστερήσεις στην αποπληρωμή, με αποτέλεσμα να τερματιστεί η σχετική συμφωνία και το ενυπόθηκο χρέος να καταστεί απαιτητό. Ως εκ τούτου, στις 27/2/2024 η εφεσίβλητη εξασφάλισε εναντίον της εφεσείουσας δικαστική απόφαση για το εν λόγω χρέος, στα πλαίσια της Αγωγής με αρ. 1395/23 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.
Στη συνέχεια, ένεκα της υπερημερίας που παρουσιάστηκε στην αποπληρωμή του χρέους της εφεσείουσας, η εφεσίβλητη εκκίνησε τη διαδικασία εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου, αποστέλλοντας σε όλα τα, βάσει του Νόμου, ενδιαφερόμενα πρόσωπα την Ειδοποίηση Ι, ημερομηνίας 10/7/2024 με σχετική κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήριο 5 ΕΔ ΓΣ). Η εν λόγω Ειδοποίηση Ι επιδόθηκε εν τέλει στην εφεσείουσα στις 11/9/2024 και ακολούθησε η αποστολή σε αυτήν Ειδοποίησης στον Τύπο ΙΒ, η οποία, ένεκα του ότι δεν παραλήφθηκε από το ταχυδρομείο, επιδόθηκε στην εφεσείουσα στις 6/12/2024.
Εν συνεχεία η εφεσίβλητη, στις 16/1/2025 απέστειλε στην εφεσείουσα, με συστημένο ταχυδρομείο, Ειδοποίηση ΙΑ, αναφορικά με πλειστηριασμό ο οποίος επρόκειτο να διεξαχθεί στις 14/4/2025. Αποτελεί θέση του ομνύοντα ότι ο εν λόγω πλειστηριασμός ανεστάλη, καθότι διαπιστώθηκε από την εφεσίβλητη ότι οι συστημένες επιστολές δια των οποίων είχαν αποσταλθεί οι σχετικές Ειδοποιήσεις ΙΑ στην εφεσείουσα και σε ακόμη ένα ενδιαφερόμενο πρόσωπο, δεν καταχωρίστηκαν στο ηλεκτρονικό σύστημα του ταχυδρομείου με τους αντίστοιχους διακριτικούς αριθμούς (tracking numbers), που τους είχαν δοθεί. Ως αποτέλεσμα ήταν αδύνατο για την εφεσίβλητη να ελέγξει κατά πόσο οι εν λόγω επιστολές είχαν παραδοθεί. Κατόπιν επικοινωνίας της εφεσίβλητης με το ταχυδρομείο, αυτή ενημερώθηκε ότι ενδεχομένως, λόγω λάθους του ταχυδρομείου, οι προρρηθείσες επιστολές να αποστάλθηκαν με απλό ταχυδρομείο και όχι ως συστημένες, ως επιτακτικά προνοεί ο Νόμος. Για το λόγο αυτό η εφεσίβλητη ανέστειλε τον πλειστηριασμό ημερομηνίας 14/4/2025, προκειμένου να αποστείλει εκ νέου στα ενδιαφερόμενα μέρη Ειδοποιήσεις ΙΑ με συστημένο ταχυδρομείο.
Επειδή όμως προφανώς η εφεσείουσα παρέλαβε την Ειδοποίηση ΙΑ ημερομηνίας 13/1/25, καταχωρίστηκε από πλευράς της στο Επαρχιακό Δικαστήριο η Αίτηση-Έφεση με αρ. 43/25 με σκοπό την ακύρωση της εν λόγω Ειδοποίησης. Ακολούθως, ένεκα της αναστολής του πλειστηριασμού που είχε προγραμματιστεί για τις 14/4/2025, η Έφεση αυτή κατέστη άνευ αντικειμένου και απορρίφθηκε, κατόπιν επιφύλαξης από πλευράς εφεσίβλητης του δικαιώματός της να συνεχίσει τη διαδικασία εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου της εφεσείουσας, με την αποστολή νέων Ειδοποιήσεων ΙΑ.
Στη συνέχεια, επιδόθηκε στην εφεσείουσα η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ ημερομηνίας 10/2/2025, εφόσον προηγήθηκε αποστολή της διά συστημένης επιστολής, την οποία όμως η εφεσείουσα παρέλειψε να παραλάβει, με αποτέλεσμα η εν λόγω επιστολή να επιστραφεί στην εφεσίβλητη.
Σε ότι αφορά τη θέση της εφεσείουσας ότι μετά την αναστολή του προηγούμενου πλειστηριασμού, η εφεσίβλητη όφειλε να αποστείλει νέα Ειδοποίηση Ι, ο ομνύων υποστηρίζει ότι η εν λόγω θέση θα πρέπει να απορριφθεί ως ανυπόστατη. Ως λαμβάνει νομική συμβουλή, η όλη διαδικασία που έλαβε χώρα πριν την αναστολή του προηγούμενου πλειστηριασμού, παρέμεινε σε ισχύ και δεν ακυρώθηκε. Ο λόγος για τον οποίο η εφεσίβλητη ανέστειλε καθηκόντως τον προηγούμενο πλειστηριασμό, ήταν το γεγονός ότι οι σχετικές Ειδοποιήσεις ΙΑ είχαν σταλεί με απλό ταχυδρομείο, λόγω λάθους των Κυπριακών Ταχυδρομείων. Αποτελεί θέση του ότι τυχόν μη διενέργεια ενός ορισθέντος πλειστηριασμού δεν απολήγει αυτόματα σε παραμερισμό τυχόν επιδοθείσας προγενεστέρως Ειδοποίησης Ι, με την αποστολή και επίδοση της οποίας έχει ήδη κηρυχθεί η έναρξη της διαδικασίας εκποίησης και η οποία αποσκοπεί στην κλήση του ενυπόθηκου οφειλέτη να εξοφλήσει το ενυπόθηκο χρέος.
Επιπλέον ο ομνύων αναφέρει ότι μέχρι σήμερα η εφεσείουσα ουδέποτε εξέφρασε πρόθεση να αποπληρώσει το ενυπόθηκο χρέος της και επομένως κακόπιστα παραπονείται ότι δεν της δόθηκε από την εφεσίβλητη νέα προθεσμία για αποπληρωμή του εν λόγω χρέους δια της επίδοσης νέας Ειδοποίησης Ι. Εν πάση περιπτώσει η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ στάλθηκε μετά τη λήξη της προθεσμίας των σαρανταπέντε (45) ημερών από την ημερομηνία αποστολής και επίδοσης της Ειδοποίησης Ι και της σχετικής κατάστασης λογαριασμού, προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η αίτηση – έφεση οδηγήθηκε σε ακρόαση στη βάση των ένορκων δηλώσεων που συνοδεύουν αίτηση και ένσταση αντίστοιχα. Οι ευπαίδευτες συνήγοροι προσκόμισαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις, το περιεχόμενο των οποίων έχει δεόντως μελετηθεί.
Εκ μέρους της εφεσείουσας η κα Παναγή υποστήριξε ότι η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ δεν πληροί «τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο προϋποθέσεις» ως ο Νόμος ορίζει, επειδή δεν επιδόθηκε στην εφεσείουσα νέα Ειδοποίηση Ι μετά την ακύρωση του πλειστηριασμού ημερομηνίας 14/4/25. Ως γίνεται αντιληπτό, αυτό που μάλλον επιθυμεί να υποστηρίξει η ευπαίδευτη συνήγορος, είναι ότι η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ θα πρέπει να παραμεριστεί όχι επειδή δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, αλλά επειδή έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για αποπληρωμή του χρέους, εφόσον η εφεσίβλητη όφειλε, αλλά παρέλειψε να εκκινήσει εκ νέου τη διαδικασία του πλειστηριασμού με την αποστολή νέων Ειδοποιήσεων Ι, ώστε να θέσει εκ νέου προθεσμία για αποπληρωμή του ενυπόθηκου χρέους. Συνεπώς η σχετική προθεσμία δεν έχει παρέλθει, διότι ουδέποτε τέθηκε.
Προς υποστήριξη της θέσης της η κα Παναγή παραπέμπει στην πρωτόδικη απόφαση στην Αίτηση – Έφεση αρ.123/2019 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού μεταξύ Γναύτη κ.α. v. Ελληνική Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ, ημερομηνίας 3/6/2019, στην οποία εξετάστηκε όμοιο επιχείρημα και αναφέρθηκαν από την έντιμη Ε. Εφραίμ Π.Ε.Δ. (ως ήταν τότε) τα εξής:
«Σε περίπτωση όμως που παραμερίζεται η ειδοποίηση ΙΑ, τότε διακόπτεται και τερματίζεται η ίδια διαδικασία πώλησης που είχε αρχίσει µε τη συγκεκριμένη ειδοποίηση Ι. Ανεξαρτήτως του ότι δεν έχει παραμεριστεί και η ειδοποίηση Ι, εντούτοις η διαδικασία πώλησης η οποία είχε ξεκινήσει µε την ειδοποίηση Ι σταματά ούτως ώστε να µην δύναται να προχωρήσει µε την επίδοση νέας ειδοποίησης ΙΑ. Με άλλα λόγια, υπό το φως αυτών των δεδοµένων, η αρχική διαδικασία έχει πλέον διακοπεί και η νέα ειδοποίηση ΙΑ δεν αποτελεί δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση η οποία ακολουθεί την Ι. Η διαδικασία πώλησης είχε ξεκινήσει µε την ειδοποίηση Ι, ο χρόνος συµµόρφωσης παρήλθε και στάληκε η δεύτερη ειδοποίηση ΙΑ. Με τον παραµερισµό της ΙΑ, η διαδικασία πώλησης δεν αναστέλλεται αλλά τερµατίζεται µε αποτέλεσµα τυχόν επιδίωξη νέας διαδικασίας πώλησης να απαιτεί την ενεργοποίηση εκ νέου της διαδικασίας µε την έναρξη αυτής µέσω νέας ειδοποίησης Ι. Ο παραµερισµός της ειδοποίησης ΙΑ ουσιαστικά απολήγει στο προηγούµενο στάδιο της ειδοποίησης Ι, πλην όµως η ταχθείσα προς πληρωµή προθεσµία µε την ειδοποίηση Ι έχει ήδη παρέλθει εξ ου και ακολούθησε η προγενέστερη (δεύτερη) ειδοποίηση ΙΑ η οποία όµως έχει παραµεριστεί. Εποµένως, σε περίπτωση διαδικασίας πώλησης, αυτή θα πρέπει να ξεκινήσει µε την ειδοποίηση Ι, τάσσοντας εκ νέου την προβλεπόµενη προθεσµία πριν επιδοθεί η δεύτερη ειδοποίηση ΙΑ.
Η πρόθεση του Νοµοθέτη ήταν όπως η διαδικασία πώλησης διενεργείται µε δύο ειδοποιήσεις, την Ι και την ΙΑ, από την έναρξη της µέχρι και τον καθορισµό της ίδιας της πώλησης. Σε αυτή τη διαδικασία προνόησε όπως πρώτα σταλεί η ειδοποίηση Ι η οποία πληροφορεί τον ενυπόθηκο οφειλέτη και ή οποιοδήποτε ενδιαφερόµενο πρόσωπο για το οφειλόµενο υπόλοιπο και το καλεί να το ξοφλήσει. Αυτή η ειδοποίηση συνιστά βασικά την προειδοποίηση αλλά και την ευκαιρία στον ενυπόθηκο οφειλέτη να επιλέξει να ξοφλήσει το οφειλόµενο ποσό ούτως ώστε να αποδεσμευτεί η ενυπόθηκη περιουσία του. Μόνο σε περίπτωση που δεν πληρώσει, ακολουθεί η δεύτερη ειδοποίηση ΙΑ για ορισµό ημερομηνίας πώλησης. Βασικά µε τον τροποποιητικό Ν. 87(Ι)/18 ο Νοµοθέτης επιδίωξε να προσθέσει ένα νέο τρόπο πώλησης της ενυπόθηκης περιουσίας, όχι αυτοµάτως εκ µέρους του ενυπόθηκου δανειστή, αλλά παρέχοντας πρώτα το δικαίωµα στον οφειλέτη να ξοφλήσει πριν ο πρώτος προχωρήσει µε πώληση.
Το όλο ζήτηµα θα μπορούσε να ιδωθεί και από µια άλλη σκοπιά. Όπως παρατηρείται στην υπό κρίση περίπτωση, είχε σταλεί η ειδοποίηση Ι η οποία αφορούσε την πληρωµή συγκεκριµένου ποσού. Ακολούθησε η ειδοποίηση ΙΑ στη βάση του ότι ο ενυπόθηκος οφειλέτης παρέλειψε να πληρώσει το εκεί αναγραφόµενο ποσό, εξ ου και ο ενυπόθηκος δανειστής προχώρησε µε ορισµό πώλησης δια πλειστηριασµού για το ποσό, όπως αυτό διαµορφώθηκε από την ηµεροµηνία της ειδοποίησης Ι µέχρι και την ηµεροµηνία επίδοσης της ειδοποίησης ΙΑ. Η µεταγενέστερη ειδοποίηση ΙΑ αφορούσε σε διαφορετικό και µεγαλύτερο ποσό από την πρώτη ειδοποίηση ΙΑ, για το οποίο βεβαίως δεν είχε δοθεί η ευκαιρία, µέσω της ειδοποίησης Ι, στον ενυπόθηκο οφειλέτη να ενηµερωθεί για το ύψος του οφειλόµενου ποσού και να του δοθεί η ευκαιρία να το πληρώσει πριν την επίδοση της ειδοποίησης ΙΑ, καταστρατηγώντας τις πρόνοιες του άρθρου 44Γ.
Τούτου λεχθέντος, είναι κατανοητό και φυσιολογικό το ύψος του οφειλόµενου ποσού να αυξάνεται µε την πάροδο του χρόνου, πλην όµως η διαδικασία πώλησης ξεκινά µε την παροχή ευκαιρίας στον ενυπόθηκο δανειστή να ξοφλήσει το οφειλόµενο ποσό, ευκαιρία την οποία χάνει αν του αποστέλλεται µόνο η ειδοποίηση ΙΑ και µάλιστα για µεγαλύτερο ποσό. Άλλωστε δεν µπορεί εκ προοιµίου να αποκλεισθεί και η περίπτωση µείωσης του οφειλόµενου ποσού οπότε θα έπρεπε η ειδοποίηση ΙΑ να αφορά σε µικρότερο της ειδοποίησης Ι οφειλόµενο ποσό.
…..
Δεν διαφεύγει την προσοχή του Δικαστηρίου πως στην προκειµένη περίπτωση οι Καθ΄ ων ακύρωσαν τον πλειστηριασµό, εξ ου και η Αίτηση – Έφεση αποσύρθηκε και απορρίφθηκε, δηλαδή το ∆ικαστήριο δεν εξέδωσε διάταγµα παραµερισµού της προγενέστερης ειδοποίησης ΙΑ. Αυτό όµως το γεγονός δεν διαφοροποιεί τις πιο πάνω διαπιστώσεις του ∆ικαστηρίου, καθότι και η ακύρωση του πλειστηριασµού ουσιαστικά απολήγει στον τερµατισµό της διαδικασίας πώλησης. Ούτε και το γεγονός πως οι Καθ΄ ων στην επιστολή τους ανέφεραν πως ο πλειστηριασµός ακυρώθηκε «άνευ βλάβης των δικαιώµατων της Ελληνικής ∆ηµόσιας Εταιρείας Λτδ να συνεχίσει την παρούσα διαδικασία πώλησης των Ακινήτων και/ή να επανέλθει µε σκοπό την διεξαγωγή νέου/νέων πλειστηριασµού/ών» ενέχει οποιαδήποτε σηµασία. Κατ΄ αρχάς σε αυτή την επιστολή οι Καθ΄ ων αναφέρουν ότι διατηρούν κάθε δικαίωµα τους, είτε να συνεχίσουν τη διαδικασία πώλησης είτε να επανέλθουν µε νέο πλειστηριασµό. Σαφώς πρόκειται για µια επιστολή – δήλωση των ιδίων, απευθυνόµενη προς τους Αιτητές, τον … Γναύτη (ενυπόθηκο οφειλέτη) και τη … Γναύτη (εγγυήτρια), η οποία σαφώς δεν δεσµεύει τους Αιτητές και η οποία δεν φαίνεται να έχει την όποια σύµφωνη γνώµη οποιουδήποτε των ενυπόθηκων οφειλετών επί αυτής. Εποµένως, αυτή δεν είναι δεσµευτική ως προς τους Αιτητές και δεν παρέχει το δικαίωµα στους Καθ΄ ων να επικαλούνται τη δυνατότητα επίδοσης της υπό κρίση νέας ειδοποίησης ΙΑ εντός των πλαισίων της διαδικασίας πώλησης η οποία είχε ξεκινήσει µε την ειδοποίηση Ι. Θα µπορούσε να λεχθεί µε άλλα λόγια πως στην πραγµατικότητα επέλεξαν για λόγους δικούς τους την απόσυρση, άνευ βλάβης δικαιωµάτων, της διαδικασίας εκποίησης, µε την επισήµανση πως η διαδικασία εκποίησης είναι αυτή που άρχισε µε την ειδοποίηση Ι, οπότε δεν νοείται απόσυρση της µόνο ως προς το τελευταίο σκέλος της.
Θεωρώ ακόμα πως αντίθετη προσέγγιση από το Δικαστήριο ως προς την ερμηνεία του Νόμου θα οδηγούσε σε παράλογα και άνισα αποτελέσματα μεταξύ των δύο πλευρών. Και τούτο καθότι αν ο ενυπόθηκος δανειστής διατηρούσε τη δυνατότητα να αποστέλλει µόνο µια φορά την ειδοποίηση Ι και ακολούθως να εναπόκειται στον ίδιο είτε να αποσύρει την ειδοποίηση ΙΑ είτε να ακυρώνει τον πλειστηριασμό είτε ακόμα να παραμερίζεται η ειδοποίηση ΙΑ (κατόπιν έφεσης του δανειστή) και ακολούθως να στέλνει εκ νέου µόνο την ειδοποίηση ΙΑ κατά το δοκούν, τότε θεωρώ πως αυτή η κατάσταση θα δημιουργούσε ένα πλεονέκτημα στον δανειστή, δίδοντας του µονοµερές δικαίωµα ρύθμισης της διαδικασίας πώλησης. Σε τέτοια περίπτωση ο οφειλέτης θα είχε µόνο µια ευκαιρία να ειδοποιηθεί για το εκάστοτε οφειλόµενο ποσό και ενδεχοµένως να το ξοφλήσει, ενώ ο δανειστής θα είχε απρόσκοπτη και συνεχή δυνατότητα να ρυθµίζει τη διαδικασία πώλησης και ορίζει την ημερομηνία πλειστηριασμού. Ακόµα, εφόσον δεν υπάρχει χρονικός προσδιορισμός επίδοσης της ειδοποίησης ΙΑ σε συνάρτηση µε την Ι, ο δανειστής θα διατηρούσε την ευχέρεια να επιδώσει νέα ειδοποίηση ΙΑ οποτεδήποτε αυτός επιθυµούσε, ακόµα και µετά παρέλευση µεγάλου χρονικού διαστήµατος. Θεωρώ πως η πιο πάνω περιγραφόµενη κατάσταση δεν αντανακλά την πρόθεση του Νοµοθέτη, ο οποίος µε τον τροποποιητικό Νόµο πρόσθεσε ένα νέο, πιο γρήγορο, τρόπο πώλησης παρέχοντας όµως ασφαλιστικές δικλίδες σε όλη τη διαδικασία και κυρίως δίδοντας δικαιώματα και στις δύο πλευρές. Σύμφωνα µε όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, θεωρώ πως οι Καθ΄ ων δεν ξεκίνησαν και δεν ακολούθησαν ορθά τη διαδικασία πώλησης των ενυπόθηκων ακινήτων λόγω του ότι παρέλειψαν να επιδώσουν εκ νέου την ειδοποίηση Ι πριν την επίδοση της υπό κρίση ειδοποίησης ΙΑ. Ως εκ τούτου δεν ενεργοποιήθηκε η προθεσμία για την πληρωμή από τον ενυπόθηκο δανειστή και επομένως συντρέχει ο λόγος του άρθρου 44Γ(3)(γ) που να δικαιολογεί τον παραμερισμό της υπό κρίση ειδοποίησης ΙΑ».
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε μεταγενέστερη απόφασή της ημερομηνίας 8/11/2019, η έντιμη Εφραίμ Π.Ε.Δ (ως ήταν τότε) στην Αίτηση – Έφεση αρ.264/2019 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, προέβη σε διαφορετική κατάληξη, διαφοροποιώντας την πιο πάνω απόφασή της, με βάση τα δεδομένα της υπό εξέταση υπόθεσης. Συγκεκριμένα, παραπέμποντας στο πιο πάνω σκεπτικό, ανέφερε τα εξής:
«Επαναλαμβάνω και υιοθετώ πλήρως την πιο πάνω ανάλυση αναφορικά µε τη διαδικασία πώλησης µε πλειστηριασμό. Στην προκειμένη περίπτωση όμως τα δεδομένα της διαδικασίας διαφέρουν από εκείνα στην προαναφερόμενη Αίτηση. Σε εκείνη την Αίτηση είχε παραμεριστεί η ειδοποίηση ΙΑ και επομένως θεώρησα ότι µε τον παραμερισμό διακόπτεται και τερματίζεται η συγκεκριμένη διαδικασία πώλησης η οποία δεν μπορούσε να αναβιώσει ή συνεχιστεί εξ ου και αποφάσισα πως θα έπρεπε οποιαδήποτε διαδικασία πώλησης να ξεκινούσε µε την εκ νέου επίδοση της ειδοποίησης Ι και µετά της ΙΑ. Εδώ δεν παρατηρείται κάτι τέτοιο, δηλαδή δεν παραμερίστηκε η προγενέστερη ειδοποίηση ΙΑ.
Ο Αιτητής 2 ισχυρίζεται πως στα πλαίσια της προηγούμενης Αίτησης-Έφεσης 251/18 οι Καθ΄ ων «δεσμεύτηκαν και ακύρωσαν» τον πλειστηριασμό εξ ου και απέσυραν την Αίτηση. Πέραν της απόρριψης και άρνησης αυτού του ισχυρισμού από τον ΧΜ, ο ισχυρισµός του ΧΜ πως «… ήταν ξεκάθαρο σε αυτούς [τους Αιτητές] και στους δικηγόρους τους ότι αν δεν επέρχετο διευθέτηση, θα συνέχιζε η διαδικασία από το σηµείο που είχε µείνει, εξ ου και η αναφορά «συνεχίσει» στην επιστολή 14.11.2018» δεν αντικρούστηκε µε οποιονδήποτε τρόπο και έτσι παρέµεινε αναντίλεκτος. Περαιτέρω, ο ισχυρισµός του Αιτητή 2 δεν βρίσκει έρεισµα στο ίδιο το περιεχόµενο της επιστολής των Καθ΄ ων προς την Αιτήτρια 1 ηµ. 14.11.18, Τεκµήριο ΙΖ στην ένορκη δήλωση του ΧΜ. Θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω αυτούσιο το περιεχόµενο της επιστολής µε «Θέµα: Ειδοποίηση ακύρωσης ηµεροµηνίας πλειστηριασµού»:
«Η παρούσα επιστολή αποστέλλεται εκ µέρους και για λογαριασµό της Ελληνικής Τράπεζας Δηµόσιας Εταιρείας Λτδ και επιθυμούμε όπως σας πληροφορήσουμε τα ακόλουθα:
Δια της παρούσας ειδοποιείστε ότι η ημερομηνία πλειστηριασμού του ενυπόθηκου ακινήτου που περιγράφεται στον πιο κάτω πίνακα (το «Ακίνητο»), ήτοι 23/11/18, έχει ακυρωθεί άνευ βλάβης των δικαιωµάτων της Ελληνικής Τράπεζας Δηµόσιας Εταιρείας Λτδ να συνεχίσει την παρούσα διαδικασία πώλησης του Ακινήτου και/ή να επανέλθει µε σκοπό τη διεξαγωγή νέου/ων πλειστηριασµού/ών, ως προβλέπεται στο Μέρος VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόµου. …
Η παρούσα αποστέλλεται µε πλήρη επιφύλαξη των δικαιωµάτων της Ελληνικής Τράπεζας Δημόσιας Εταιρείας Λτδ και της APS Debt Servicing Cyprus Ltd.»
Είναι σαφές πως στην προκειμένη περίπτωση εκείνο το οποίο επεσυνέβη ήταν η ακύρωση της ημερομηνίας του πλειστηριασμού και µόνο, µε πλήρη επιφύλαξη των δικαιωμάτων των Καθ΄ ων να συνεχίσουν τη διαδικασία και ή να ορίσουν νέα ημερομηνία (προφανώς µε νέα ειδοποίηση ΙΑ). Η ακύρωση της ημερομηνίας του πλειστηριασμού, υπό τις ως άνω συνθήκες, ουδόλως συνιστά ούτε και οδηγεί σε ακύρωση της όλης διαδικασίας η οποία ξεκίνησε µε την επίδοση της Ι. Αντιθέτως, η ακύρωση της ηµεροµηνίας µε την επιφύλαξη του δικαιώµατος συνέχισης της διαδικασίας και ή ορισµού νέας ηµεροµηνίας πλειστηριασµού ουσιαστικά διέκοψε και ανέστειλε τη διαδικασία, ήτοι τη συνέχιση του προγραµµατισµένου πλειστηριασμού, διαγράφοντας την ημερομηνία και αφήνοντας βασικά σε στάση την όλη διαδικασία από εκείνο το συγκεκριμένο χρονικό σημείο και µετά, χωρίς βεβαίως να αναιρείται και καταργείται η µέχρι τότε διαδικασία µε την επίδοση της ειδοποίησης Ι η οποία (διαδικασία) μπορούσε να επανέλθει και συνεχιστεί από εκείνο ακριβώς το σημείο. Με άλλα λόγια, εκείνο το οποίο συντελέστηκε ήταν η προσωρινή παύση της διαδικασίας µε την ακύρωση της ημερομηνίας, χωρίς καν την ακύρωση ή απόσυρση της ειδοποίησης ΙΑ, µε την επιφύλαξη και διατηρώντας το δικαίωµα επαναπρογραµµατισµού της ημερομηνίας πλειστηριασμού µε την εκ νέου επίδοση της ειδοποίησης ΙΑ. Αυτό προκύπτει από το περιεχόµενο της επιστολής το οποίο επισηµαίνεται πως περιήλθε εις γνώση της Αιτήτριας 1, ως ενυπόθηκης οφειλέτιδας, και η οποία δεν φαίνεται να αντέδρασε, διαµαρτυρήθηκε ή διαφώνησε µε το περιεχόμενο αυτής αλλά αντιθέτως την αποδέχθηκε, όπως άλλωστε ισχυρίζεται ο ΧΜ.
Αυτή η κατάσταση είναι σαφώς διαφορετική από εκείνη της Αίτησης-Έφεσης 123/19 και επομένως στην υπό κρίση περίπτωση θεωρώ πως απλώς επήλθε διακοπή και παύση της διαδικασίας µε επιφύλαξη του δικαιώματος καθορισμού νέου προγραµµατισµού µε την επίδοση νέας ειδοποίησης ΙΑ, χωρίς την αναγκαιότητα εκ νέου επίδοσης της ειδοποίησης Ι.
Δεν υιοθετώ τη θέση των Αιτητών πως πρόκειται για νέα διαδικασία ή ότι αφορά νέα δεδοµένα, νέα εκτίµηση και ποσό. Το ποσό στην ειδοποίηση ΙΑ έχει αυξηθεί λόγω των τόκων, σύμφωνα µε τον αναντίλεκτο ισχυρισµό του ΧΜ. Όσον αφορά την επιφυλασσόμενη τιµή, αυτή καθορίζεται στο Δελτίο Α (και όχι στην ειδοποίηση ΙΑ), το οποίο ∆ελτίο αφορά στη διαδικασία του τρόπου διενέργειας του πλειστηριασµού (βλ. άρθρο 44Ζ του Ν.9/65), αποτελεί τη δηµοσίευση του πλειστηριασµού και καλεί την υποβολή προσφορών από δηµοπράτες (βλ. άρθρα 4 και 5 της ΚΔΠ). Πέραν του ότι η αύξηση της επιφυλασσόμενης τιµής είναι προς όφελος των Αιτητών, θα πρέπει να σημειωθεί πως το Δελτίο Α ακολουθεί την ειδοποίηση ΙΑ η οποία, στην προκειμένη περίπτωση έχει σταλεί ξανά λόγω ακριβώς της ακύρωσης της πρώτης ημερομηνίας.
Επομένως η αποστολή νέου Δελτίου Α ήταν απαραίτητη ως η εύλογη και αναμενόμενη εξέλιξη και συνέχιση της διαδικασίας µετά την επίδοση της νέας ειδοποίησης ΙΑ, η οποία δικαίως είχε διασφαλίσει το δικαίωμα των Αιτητών να καταχωρίσουν την παρούσα. Επομένως θεωρώ πως η διαδικασία την οποία οι Καθ΄ ων ακολούθησαν µε την εκ νέου επίδοση της υπό κρίση ειδοποίησης ΙΑ είναι καθόλα νομότυπη και ορθή και δεν έχει καταδειχθεί πως αυτή είναι καταχρηστική».
Σε συμφωνία με την πιο πάνω προσέγγιση στην Αίτηση – Έφεση 264/2019, η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσίβλητης, δια της δικής της γραπτής αγόρευσης, παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση της έντιμης Εφραίμ Π.Ε.Δ (ως ήταν τότε) στην Αίτηση – Έφεση αρ.184/2021 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στην οποία αποφασίστηκε ότι η ακύρωση της ημερομηνίας του πλειστηριασμού υπό τις εκεί συγκεκριμένες συνθήκες δεν οδήγησε σε ακύρωση της όλης διαδικασίας η οποία είχε ξεκινήσει με την επίδοση της Ειδοποίησης Ι. Αντιθέτως η ακύρωση της ημερομηνίας του πλειστηριασμού, με την επιφύλαξη του δικαιώματος συνέχισης της διαδικασίας ή ορισμού νέας ημερομηνίας πλειστηριασμού, ουσιαστικά διέκοψε και ανέστειλε τη διαδικασία, ήτοι τη συνέχιση του προγραμματισμένου πλειστηριασμού διαγράφοντας την ημερομηνία και αφήνοντας βασικά σε στάση την όλη διαδικασία από εκείνο το συγκεκριμένο χρονικό σημείο και μετά, χωρίς βεβαίως να αναιρείται και να καταργείται η μέχρι τότε διαδικασία με την επίδοση της Ειδοποίησης Ι, η οποία διαδικασία μπορούσε να επανέλθει και να συνεχιστεί από εκείνο ακριβώς το σημείο.
Περαιτέρω, η κα Παφίτη παρέπεμψε το Δικαστήριο σε σωρεία άλλων πρωτόδικων αποφάσεων, στις οποίες εξετάστηκε το εν λόγω ζήτημα και αποφασίστηκε ότι η αναστολή και η μη διενέργεια ορισθέντος μέσω Ειδοποίησης ΙΑ πλειστηριασμού, με πρωτοβουλία του ενυπόθηκου δανειστή, δεν απολήγει αυτομάτως σε ακύρωση της όλης διαδικασίας εκποίησης και κατ’ επέκταση της προηγηθείσας Ειδοποίησης Ι.
Κρίση Δικαστηρίου
Η έναρξη της διαδικασίας αναγκαστικής πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου, με βάση τις πρόνοιες του Μέρους VIA του Νόμου, σηματοδοτείται με την επίδοση στον ενυπόθηκο οφειλέτη και σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, έγγραφης ειδοποίησης κατά τον Τύπο «Ι» του Δεύτερου Παραρτήματος του Νόμου (Ειδοποίηση Ι), συνοδευόμενη από κατάσταση λογαριασμού του οφειλόμενου ενυπόθηκου χρέους, των τόκων και όλων των εξόδων για την είσπραξή του. Με την εν λόγω ειδοποίηση, ο ενυπόθηκος οφειλέτης καλείται να εξοφλήσει το οφειλόμενο ποσό, σύμφωνα με την κατάσταση λογαριασμού που του επιδίδεται, εντός χρονικής περιόδου όχι μικρότερης των σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία της επίδοσης. Παράλληλα, με την ίδια ειδοποίηση, ο ενυπόθηκος οφειλέτης ενημερώνεται ότι σε περίπτωση μη εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να ασκήσει το δικαίωμά του για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου, με βάση τις διατάξεις του Μέρους VIA του Νόμου.
Σε περίπτωση που ο ενυπόθηκος οφειλέτης ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της Ειδοποίησης Ι που του επιδίδεται, τότε ενεργοποιούνται οι πρόνοιες του άρθρου 44Γ(2) του Νόμου, με βάση το οποίο ο ενυπόθηκος δανειστής επιδίδει στον ενυπόθηκο οφειλέτη και σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση, ήτοι την Ειδοποίηση ΙΑ, με την οποία ενημερώνει τους παραλήπτες ως προς την πρόθεσή του να πωλήσει το ενυπόθηκο ακίνητο με πλειστηριασμό. Η επίδοση της Ειδοποίησης ΙΑ, πρέπει να γίνεται εντός χρονικής περιόδου όχι μικρότερης των σαράντα πέντε (45) ημερών από την καθορισμένη ημέρα και ώρα της πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου.
Ακολούθως, με βάση το άρθρο 44Γ(3) του Νόμου, ο ενυπόθηκος οφειλέτης καθώς και οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος, δύναται, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της Ειδοποίησης ΙΑ, να καταχωρίσει αίτηση - έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο για παραμερισμό της εν λόγω ειδοποίησης, αποκλειστικά για έναν ή περισσότερους από τους λόγους που απαριθμούνται στο εν λόγω άρθρο. Στην έκταση που ενδιαφέρει για σκοπούς εκδίκασης της υπό κρίση αίτησης - έφεσης, η Ειδοποίηση ΙΑ παραμερίζεται, μεταξύ άλλων, όταν έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή (βλ. εδάφιο (γ) άρθρου 44Γ(3) του Νόμου).
Με βάση τα αναντίλεκτα γεγονότα, προκύπτει ότι με την επίδοση της Ειδοποίησης Ι στην εφεσείουσα στις 11/9/24, ξεκίνησε η διαδικασία αναγκαστικής πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου της, δυνάμει των προνοιών του Μέρους IVA του Νόμου. Λόγω της μη αποπληρωμής του ενυπόθηκου χρέους εντός της ταχθείσας δια της Ειδοποίησης Ι προθεσμίας, η εφεσίβλητη απέστειλε τη δεύτερη στη σειρά Ειδοποίηση ΙΑ ημερομηνίας 13/1/25 δια της οποίας η εφεσείουσα ενημερώθηκε ότι ορίστηκε πλειστηριασμός για πώληση του ακινήτου της στις 14/4/25. Όμως, ο εν λόγω πλειστηριασμός εν τέλει ανεστάλη από την εφεσίβλητη, καθότι εκ παραδρομής των Κυπριακών Ταχυδρομείων η σχετική Ειδοποίηση ΙΑ δεν απεστάλη στην εφεσείουσα με συστημένη επιστολή, ως ο Νόμος ορίζει, αλλά με απλό ταχυδρομείο και ως εκ τούτου η επίδοση αυτής δεν έγινε νομότυπα.
Η ενημέρωση της εφεσείουσας ως προς το ότι ο εν λόγω πλειστηριασμός ανεστάλη, έγινε κατόπιν δήλωσης των δικηγόρων της εφεσίβλητης στα πλαίσια της Αίτησης – Έφεσης 43/25. Ταυτόχρονα με την εν λόγω δήλωση, οι συνήγοροι της εφεσίβλητης επιφύλαξαν το δικαίωμα της τελευταίας να προχωρήσει σε συνέχιση της διαδικασίας πλειστηριασμού δια της αποστολής νέας Ειδοποίησης ΙΑ. Επομένως, κατέστη καθόλα αντιληπτό στην εφεσείσουσα ότι επίκειτο ο προγραμματισμός νέου πλειστηριασμού.
Ακολούθως, πράγματι απεστάλη και επιδόθηκε στην εφεσείουσα η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ, δια της οποίας αυτή ενημερώθηκε ως προς τον επικείμενο πλειστηριασμό, ο οποίος προγραμματίστηκε να λάβει χώρα στις 14/5/25.
Υπό τα πιο πάνω δεδομένα, η θέση της εφεσείουσας ότι η εφεσίβλητη όφειλε να της αποστείλει νέα Ειδοποίηση Ι, δεν με βρίσκει σύμφωνη. Η αναστολή του πλειστηριασμού που είχε προγραμματιστεί στις 14/4/25 για τους λόγους που εξηγούνται στην ΕΔ ΣΚ οι οποίοι δεν έτυχαν αμφισβήτησης, σε συνάρτηση με τη ρητή επιφύλαξη του δικαιώματος της εφεσίβλητης για συνέχιση της διαδικασίας δια της αποστολής νέας Ειδοποίησης ΙΑ, δεν οδήγησε, κατά την κρίση μου, σε ακύρωση της όλης διαδικασίας εξ υπαρχής. Η ακύρωση από πλευράς της εφεσίβλητης της ημερομηνίας κατά την οποία αρχικώς ορίστηκε ο πλειστηριασμός, με σκοπό αυτός να προγραμματιστεί σε νέα ημερομηνία δια της αποστολής νέας Ειδοποίησης ΙΑ με συστημένο ταχυδρομείο, δεν κατήργησε αλλά άφησε την όλη διαδικασία σε στάση, μέχρι τον επαναπρογραμματισμό του πλειστηριασμού σε νέα ημερομηνία. Δεν επήλθε ακύρωση ή παραμερισμός της αρχικής Ειδοποίηση ΙΑ και ως εκ τούτου δεν επήλθε ακύρωση ή παραμερισμός ούτε της Ειδοποίηση Ι. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι δια της Ειδοποίησης Ι, δόθηκε στην εφεσείουσα προθεσμία 45 ημερών, ούτως ώστε να εξοφλήσει, εάν το επιθυμούσε, το ενυπόθηκο χρέος της. Σύμφωνα όμως με την ΕΔ ΣΚ, η οποία παρέμεινε αναντίλεκτη, καμία επιθυμία δεν εξέφρασε η εφεσείουσα για αποπληρωμή του εν λόγω χρέους της, ούτε εντός 45 ημερών από τη λήψη της Ειδοποίησης Ι αλλά ούτε και μεταγενέστερα και επομένως δεν διαφάνηκε οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός του δικαιώματός της να αποπληρώσει το χρέος της, λόγω ακύρωσης του προγραμματισθέντος στις 14/4/25 πλειστηριασμού και του επαναορισμού του στις 14/5/25.
Ως εκ των ανωτέρω, καταλήγω πως δεν έχει καταδειχθεί ότι η επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ απεστάλη πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή, εφόσον η εν λόγω προθεσμία τέθηκε δια της Ειδοποίησης Ι ημερομηνίας 10/7/24, η οποία δεν έχει ακυρωθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αλλά παραμένει σε ισχύ.
Κατάληξη:
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση – έφεση απορρίπτεται, χωρίς να απαιτείται εξέταση των λοιπών λόγων ένστασης. Τα έξοδα της διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας ως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) ……………………….
Α. Κάρνου, Α.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο