
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Χ. Στρόππου, Ε.Δ.
Αριθμός Αγωγής: 801/2021
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΦΡΑΓΚΟΥ
Ενάγοντας
-και-
DAVID SCHOEPPEN ή SCHOPPEN
Εναγόμενος
Ημερομηνία: 09/05/2025
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενο/Αιτητή: κύριος Αθανασίου Α. για ΜΕΡΚΟΥΡΗΣ ΤΕΛΩΝΗΣ & ΓΙΟΛΑΝΤΑ ΖΥΜΠΟΥΛΑΚΗ ΤΕΛΩΝΗ Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγοντα/Καθ’ ου η Αίτηση: κυρία Αντωνίου Χ. για ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ Δ.Ε.Π.Ε.
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Αίτηση για παραμερισμό Απόφασης του Δικαστηρίου)
I. Εισαγωγή
1. Επίδικη στην παρούσα διαδικασία είναι η Αίτηση ημερομηνίας 18/12/2023 δια της οποίας ζητείται ο παραμερισμός ή/και η ακύρωση της Απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 22/06/2021 που εκδόθηκε στην απουσία του Εναγόμενου.
H θέση του Ενάγοντα στην βάση της οποίας εκδόθηκε Απόφαση ερήμην
2. Ο Ενάγων είναι ιδιοκτήτης του επίδικου Ακινήτου, το οποίο αποτελεί κατοικία, η οποία παραχωρήθηκε στον Εναγόμενο δυνάμει ενοικιαστήριου εγγράφου ημερομηνίας 25/02/2020 έναντι συμφωνημένου ενοικίου 2.500 Ευρώ μηνιαίως.
3. Η ενοικίαση του Ακινήτου θα είχε διάρκεια ενός έτους και θα έληγε στις 31/03/2021. Ο Εναγόμενος εγκατέλειψε την οικία τον Αύγουστο του 2020 χωρίς να καταβάλει το ενοίκιο του Αυγούστου του 2020.
4. Εξαιτίας της πρόωρης αποχώρησης του Εναγόμενου, προκλήθηκαν ζημιές στον Ενάγοντα καθότι δεν κατέστη εφικτή η ενοικίαση του επίδικου Ακινήτου. Ταυτόχρονα, ο Εναγόμενος δεν κατέβαλε τους λογαριασμούς κοινής ωφελείας, ήτοι τους λογαριασμούς για το διαδίκτυο, τα σκύβαλα και το ηλεκτρικό ρεύμα.
5. Αποτελούσε συμβατικό όρο του Ενοικιαστήριου εγγράφου ότι ο Εναγόμενος θα αποζημίωνε τον Ενάγοντα για οποιαδήποτε ζημιά ήθελε προκληθεί από πρόωρο τερματισμό του ενοικιαστήριου εγγράφου. Ταυτόχρονα, οι λογαριασμοί κοινής ωφελείας θα βάρυναν τον Εναγόμενο.
6. Συγκεκριμένα, οφείλονται α) το ενοίκιο του Αυγούστου του 2020 που ανέρχεται στο ποσό των 2.500 Ευρώ β) στα διαφυγόντα κέρδη που ανέρχονται στο ποσό των 6.250 Ευρώ και αντιστοιχούν στα ενοίκια Σεπτεμβρίου και μέρος του μηνός Οκτωβρίου, όπου η κατοικία δεν είχε ακόμα ενοικιαστεί σε τρίτο πρόσωπο και γ) στον λογαριασμό ρεύματος των μηνών Απριλίου μέχρι Αυγούστου 2020 ύψους 872.72 Ευρώ, στον λογαριασμό διαδικτύου ύψους 170 Ευρώ για την περίοδο από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο 2020 και μέρος της αναλογίας σκυβάλων ύψους 72 Ευρώ.
Το δικονομικό ιστορικό
7. Η επίδικη Αγωγή καταχωρίστηκε στις 10/05/2021 και η Αίτηση για Απόφαση λόγω μη καταχώρισης Σημειώματος Εμφάνισης καταχωρίστηκε στις 07/06/2021.
8. Στις 17/06/2021 καταχωρίστηκε Ένορκη Δήλωση προς Απόδειξη της υπόθεσης του Ενάγοντα. Στις 22/06/2021 και αφού το Δικαστήριο ικανοποιήθηκε από την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του, εξέδωσε την Απόφαση του στην απουσία του Εναγόμενου.
9. Ακολούθησε στις 12/11/2021 η καταχώριση Αίτησης για Οικονομική Εξέταση του Εναγόμενου, η οποία εν τέλει αποσύρθηκε.
10. Καταχωρίστηκε εκ νέου στις 12/05/2023 Αίτηση για Οικονομική Εξέταση και ο Εναγόμενος καταχώρισε σημείωμα εμφάνισης και την επίδικη Αίτηση. Στις 19/12/2023.
11. Η Ένσταση στην επίδικη Αίτηση καταχωρίστηκε στις 29/03/2024 και στηρίζεται στην Ένορκη Δήλωση του Ενάγοντα και του κύριου Βαλανίδη Γ., ιδιώτη επιδότη.
II. Νομική Πτυχή
12. Η νομική βάση μιας αίτησης είναι ιδιαίτερα σημαντική. Για να είναι έγκυρο ένα δικονομικό μέτρο, θα πρέπει να καθορίζονται στη νομική βάση της ενδιάμεσης Αίτησης οι διατάξεις στις οποίες στηρίζεται το αίτημα.[1]
13. Νομική βάση της επίδικης Αίτησης είναι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας, Δ.5 θ. 2, Δ.33 θ. 15, Δ.48 θ. 1-6 και 9 (h), Δ.64, Δ.16 θ. 7, Δ.17 θ. 10, Δ.26 θ.1-14, το άρθρο 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, η νομολογία, οι συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και οι γενικές εξουσίες του Δικαστηρίου και η νομική αυθεντία White v. Weston [1968] 2 All E.R. 842.
14. Νομική βάση της Ένστασης είναι Δ.5, Δ.16, Δ.17, 39, Δ.40 Θ. 7, Δ.48 Θ.1 - 7, 8-13 Δ.64, στον περί Δικαστηρίων Νόμο Ν.14/1960, άρθρα 29-32, 47, άρθρα 28 και 30 του Συντάγματος, στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, στην γενική πρακτική, στην νομολογία, επί των Γενικών Εξουσιών, πρακτική και διακριτικής ευχέρεια του Δικαστηρίου.
15. H Δ.17 θ. 10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας δίνει την δυνατότητα παραμερισμού Δικαστικής Απόφασης παρέχοντας προς τούτο διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο.
16. Από μια συνδυαστική ανάγνωση της νομολογίας του Ανώτατου Δικαστηρίου προκύπτει το ακόλουθο νομολογιακό πλέγμα αρχών σχετικά με τον παραμερισμό Απόφασης του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στην απουσία του Εναγόμενου.
17. Καταρχάς, εκεί και όπου η Απόφαση του Δικαστηρίου εκδόθηκε παράνομα, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου ή διαδικασίας τότε η Απόφαση παραμερίζεται ως καθήκον έναντι της δικαιοσύνης (ex debito justitiae) χωρίς να λαμβάνεται υπόψη οποιοσδήποτε άλλος παράγοντας.[2] Μια τέτοια περίπτωση είναι η κακή επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος.
18. Σε περίπτωση που δεν παραμερίζεται η Απόφαση του Δικαστηρίου ως καθήκον έναντι της δικαιοσύνης, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εξισορροπούνται διάφοροι παράγοντες. Πρώτον, το δικαίωμα ενός διαδίκου να ακουστεί. Δεύτερον, η ανάγκη διασφάλισης της ταχείας διεκπεραίωσης των δικαστικών υποθέσεων. Τρίτον, η διαφύλαξη της τελεσιδικίας των Δικαστικών Αποφάσεων.
19. Η ύπαρξη καλής υπεράσπισης είναι πρωταρχικής σημασίας. Κατά την αξιολόγηση της «εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης» που προβάλλει ο εκάστοτε Αιτητής, αυτή θα πρέπει να καταδειχθεί, χωρίς το Δικαστήριο να προχωρεί σε αξιολόγηση οποιασδήποτε μαρτυρίας που προσάγεται για σκοπούς κατάρριψης του ισχυρισμού αυτού.[3]
20. Το Δικαστήριο στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο δεν θα υπεισέλθει στην ουσία της Υπεράσπισης που προβάλλει ο Αιτητής και δεν θα κάνει οποιαδήποτε συγκεκριμένα και τελικά συμπεράσματα επί των ισχυρισμών και θέσεων που προβάλλει ο Αιτητής.[4]
21. Αυτό το οποίο εξετάζεται είναι το κατά πόσο αποκαλύπτονται επαρκή θετικά στοιχεία που να δικαιολογούν το επανάνοιγμα της υπόθεσης. Για να καταστεί αυτό εφικτό θα πρέπει να παρουσιαστούν κάποια αποδεικτικά στοιχεία και γεγονότα που διαθέτουν κάποιο βαθμό πειστικότητας και τεκμηρίωσης.[5]
22. Πρόκειται για ένα περιορισμένο βάρος, το οποίο βρίσκεται στους ώμους του εκάστοτε Αιτητή. Σε περίπτωση που προβληθεί υπεράσπιση χωρίς τα πιο πάνω χαρακτηριστικά τότε η Αίτηση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.[6] Απλή αποδοχή ισχυρισμών χωρίς ίχνος υποστηρικτικού υλικού που να προσδίδει σε αυτούς κάποια βαρύτητα ισοδυναμεί με κλονισμό της βεβαιότητας που πρέπει να υπάρχει, τόσο για την τελεσιδικία των δικαστικών αποφάσεων, όσο και για τα δικαιώματα των πολιτών.[7]
23. Παράλληλα θα πρέπει να καταδεικνύεται ότι υπήρχε σοβαρός και εύλογος λόγος που δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο ο Αιτητής και άφησε την υπόθεση να εκδικαστεί στην απουσία του και ότι έδρασε με επιμέλεια και ταχύτητα μετά την έκδοση απόφασης εναντίον του.[8]
24. Ο Αιτητής έχει το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού ότι δικαιολογημένα καθυστέρησε να αποταθεί στο Δικαστήριο και απλή εξήγηση της καθυστέρησης δεν συνιστά και ικανοποιητική δικαιολόγησή της.[9] Σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε ένας διάδικος απρόσκοπτα να επιδιώκει το επανάνοιγμα της υπόθεσης και η σφραγίδα της οριστικότητας, την οποία φέρει η απόφαση και όλα όσα εξυπακούει, καθώς και η βεβαιότητα την οποία εισάγει στη διαχείριση των υποθέσεων του ανθρώπου, θα καθίσταντο άνευ αντικειμένου, με οδυνηρές συνέπειες για την απονομή της δικαιοσύνης. Όταν καταδειχθεί ότι η συμπεριφορά του διαδίκου που επιζητεί τον παραμερισμό της απόφασης ισοδυναμεί με καταφρόνηση του Δικαστηρίου ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου, το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση.[10]
25. Με άλλα λόγια το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του Αιτητή είναι τέτοια, ώστε να πλήττει το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης. Όπου η διαγωγή του διαδίκου, ο οποίος εξαιτείται τον παραμερισμό Απόφασης που εκδόθηκε στην απουσία του, είναι ασυγχώρητη, περιφρονητική μέχρι βαθμού καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου του, το Δικαστήριο δύναται, ενασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, να αρνηθεί να παραμερίσει την απόφαση.[11]
26. Από την άλλη όμως το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να επιδεικνύει υπέρμετρο ζήλο στην αποστέρηση του δικαιώματος του διαδίκου να ακουσθεί στην υπόθεση του, νοουμένου ότι αποκαλύπτει υπεράσπιση.[12]
27. Το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους του Αιτητή, ο οποίος θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που καθιερώνει η νομολογία ώστε η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου να ασκηθεί υπέρ της ικανοποίησης του αιτήματος του.
28. Το Δικαστήριο μπορεί να αντλήσει πληροφορίες και άλλα στοιχεία που αποτελούν μέρος του φακέλου της υπόθεσης.[13]
29. Καταληκτικά, το τι πρέπει να καταδείξει ο Αιτητής για παραμερισμό απόφασης (όχι να αποδείξει) είναι, αν δεν καταδειχθεί παράβαση ουσιώδους τύπου ή διαδικασίας, μια εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, αλλά και να θεμελιώσει ότι δεν υπάρχει αδικαιολόγητη ολιγωρία ή καταφρονητική συμπεριφορά προς τη δικαστική διαδικασία.[14]
III. Η επίδικη Αίτηση
30. Οι Συνήγοροι των μερών παρέδωσαν στο Δικαστήριο τις γραπτές αγορεύσεις τους, τις οποίες το Δικαστήριο έλαβε δεόντως υπόψη. Εκεί και όπου κρίνεται αναγκαίο θα γίνεται συγκεκριμένη αναφορά σε αυτές. Εκ προοιμίου σημειώνεται ότι δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αιτιολόγησης δικαστικής απόφασης ειδική αναφορά ή διαπραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται.
31. Κάθε επιχείρημα συναρτάται με την επίδραση που μπορεί να έχει στη θεώρηση των επιδίκων θεμάτων.[15] Όσα δεν αναπτύχθηκαν με την αγόρευση κρίνονται ότι έχουν εγκαταλειφθεί.[16] Σημειώνεται δε ότι καμία πλευρά δεν επέλεξε να αντεξετάσει ή να υποβάλει αίτημα για να καταχωρίσει Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση προς απάντηση των ισχυρισμών της άλλης πλευράς.[17]
32. Στην επίδικη Αίτηση, ο Εναγόμενος/Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρισε Ένσταση προβάλλοντας 29 λόγους για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιτύχει η Αίτηση. Επιχειρώντας μια ομαδοποίηση των λόγων ένστασης, αυτοί συνοψίζονται ως ακολούθως (α) δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τάσσει ο Νόμος ή/και η Νομολογία ή/και οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας (β) δεν υπήρξε διαμαρτυρία του Εναγόμενου/Αιτητή κατά την εμφάνιση του στο Δικαστήριο στις 14/11/2023 στο πλαίσιο της Αίτησης Έρευνας ημερομηνίας 12/05/2023, (γ) Ο Εναγόμενος/Αιτητής δεν παρουσιάζει στο Δικαστήριο την αλήθεια αναφορικά με το ότι η Αγωγή επιδόθηκε σε λάθος πρόσωπο (δ) ο Εναγόμενος δεν κατέδειξε καμία καλή υπεράσπιση (ε) η επίδοση έγινε νομότυπα στον Εναγόμενο (στ) πρόκειται για προσπάθειες του Εναγόμενου/Αιτητή να προκαλέσει καθυστέρηση στην διαδικασία (ζ) ο Εναγόμενος επέδειξε μεγάλη καθυστέρηση και η συμπεριφορά του είναι περιφρονητική (στ) η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την επίδικη αίτηση είναι ελαττωματική (ζ) θα προκληθεί μεγάλη αδικία στα συμφέροντα του Ενάγοντα αν επιτύχει η επίδικη Αίτηση (η) η επίδικη Αίτηση είναι καταχρηστική.
Σύνοψη της επιχειρηματολογίας του Αιτητή
33. Η επιχειρηματολογία του Αιτητή, όπως αυτή προβάλλεται μέσα από την Ένορκη Δήλωση της κυρίας Ιωάννου, Δικηγόρου που εργάζεται στην Δικηγορική Εταιρεία που εκπροσωπεί τον Εναγόμενο/Αιτητή που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση είναι συνοπτικά η ακόλουθη:
(i) Ο Εναγόμενος δεν έλαβε ποτέ γνώση της επίδικης Αγωγής που εκκρεμούσε εναντίον του. Συγκεκριμένα, όταν ο ιδιώτης επιδότης επισκέφτηκε το Διαμέρισμα στο οποίο διέμενε ο Εναγόμενος στις 17/05/2025 ο Εναγόμενος δεν βρισκόταν εκεί με αποτέλεσμα ο ιδιώτης επιδότης να αφήσει το Κλητήριο ένταλμα στην παρουσία άλλου προσώπου. Το εν λόγω πρόσωπο δεν ήταν ούτε οικογένεια αλλά ούτε και συγκάτοικος του Εναγόμενου αλλά άπλα «έτυχε να ήταν την συγκεκριμένη στιγμή στον συγκεκριμένο χώρο» και ενόψει του ότι ο ιδιώτης επιδότης δεν μιλούσε την αγγλική γλώσσα άφησε το Κλητήριο Ένταλμα στην παρουσία του εν λόγω προσώπου και αποχώρησε. Προς το σκοπό αυτό επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1 σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα από το πρόσωπο αυτό, υπό τύπο «βεβαίωσης» που σύμφωνα με τους σχετικούς ισχυρισμούς «επιβεβαιώνει» τα όσα αναφέρει ο Εναγόμενος. Ο λόγος για τον οποίο δεν καταχωρίστηκε ένορκη δήλωση είναι λόγω του ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι κάτοικος εξωτερικού.
(ii) Ο Εναγόμενος έλαβε για πρώτη φορά γνώση της Αγωγής στις 08/11/2023 όταν επιδόθηκε στον Εναγόμενο, η Αίτηση Οικονομικής Εξέτασης ημερομηνίας 12/05/2023. Στο σημείο εκείνο άρχισε ο Εναγόμενος να προσπαθεί να αντιληφθεί τι είχε συμβεί και προσπάθησε να έρθει σε επαφή με γνωστά του πρόσωπα και «υπέθεσε ότι οποιαδήποτε Αγωγή και Αίτηση πιθανότατα να είχε επιδοθεί σε κάποιο άλλο πρόσωπο που βρισκόταν εκεί εκείνη την στιγμή».
(iii) Αποτελεί θέση του Εναγόμενου/Αιτητή ότι έχει εξοφλήσει όλες τις υποχρεώσεις του προς τον Ενάγοντα. Παρ’ όλα αυτά ήταν ο Ενάγοντας που διέρρηξε πρώτος την Συμφωνία Ενοικίασης αφού «το ενοικιαζόμενο διαμέρισμα […] είχε ζημιές που προϋπήρχαν και το διαμέρισμα είχε τρωκτικά και ποντίκια και έντομα […]». Παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του Εναγόμενου, ο Ενάγοντας δεν αποκατέστησε την υγιεινή και σε κάθε περίπτωση δεν δικαιούται να αξιώνει αποζημιώσεις αφού δεν τερμάτισε ποτέ το Ενοικιαστήριο Έγγραφο. Την Συμφωνία Ενοικίασης τερμάτισε ο Εναγόμενος λόγω της κατάστασης που επικρατούσε.
(iv) Ο Εναγόμενος είχε ενημερώσει τον Ενάγοντα για την κατάσταση επανειλημμένα και του είχε αναφέρει ότι θα εγκατέλειπε το «διαμέρισμα». Ενόψει της παράλειψης του Ενάγοντα να απαντήσει, ο Εναγόμενος θεωρεί ότι ο Ενάγοντας έχει σιωπηρώς αποδεχτεί την θέση του Εναγόμενου. Ταυτόχρονα, «κατά την τελευταία ημέρα τον επισκέφτηκε η σύζυγος του Ενάγοντα» την οποία ενημέρωσαν για την πρόθεση τους να αποχωρήσουν χωρίς «να φέρει την οποιαδήποτε ένσταση». Η κατάσταση του «Διαμερίσματος» που παρέδωσε ήταν ακριβώς η ίδια με αυτή που το παρέλαβε.
(v) Ο Εναγόμενος κατέβαλε όλες τις οφειλές του προς τον Ενάγοντα, καταβάλλοντας μάλιστα και επιπλέον 500 Ευρώ για «το γκάζι» πλέον το ποσό των 2.500 Ευρώ ως «ντεπόζιτο» για ασφάλεια προς την μεσίτρια «τοις μετρητοίς».
(vi) Δεν παρατηρείται καμία καθυστέρηση στην προώθηση της παρούσας Αίτησης καθότι ο Εναγόμενος έλαβε όλα τα δέοντα μέτρα από την ημέρα που έλαβε γνώση της εναντίον του Αγωγής.
Σύνοψη της επιχειρηματολογίας του Καθ’ ου η Αίτηση
34. Ο Ενάγοντας/Καθ’ ου η Αίτηση αρνείται τους ισχυρισμούς που προβάλλει ο Εναγόμενος/Αιτητής και επιχειρηματολογεί ότι οι όποιοι ισχυρισμοί προβάλλονται από την πλευρά του Εναγόμενου είναι γενικοί και αόριστοι.
35. Στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση του ιδιώτη επιδότη σημειώνεται ότι αρνείται τα όσα αναφέρει ο Εναγόμενος και ότι «διαφωνεί πλήρως». Αναφέρει συγκεκριμένα ότι στις 17/05/2021 επέδωσε κανονικά στον Εναγόμενο/Αιτητή, ο οποίος αρνήθηκε να υπογράψει την επίδοση και το άφησε στην παρουσία του. Αναφέρει επιπλέον ότι επέδωσε αυτοπροσώπως στον Αιτητή την Αίτηση Οικονομικής Εξέτασης ημερομηνίας 12/05/2023.
36. Στην Ένορκη του που υποστηρίζει την Αίτηση, ο Ενάγοντας αναφέρει ότι:
(i) Η κατοικία που ενοικιάστηκε δεν ήταν «διαμέρισμα» αλλά κατοικία. Η Συμφωνία Ενοικίασης θα έληγε στις 31/03/2021, σε περίπτωση που δεν διδόταν ειδοποίηση έξι μήνες πριν από την λήξη του.
(ii) Ο Εναγόμενος εγκατέλειψε την επίδικη κατοικία τον Αύγουστο του 2020 και κατέβαλε τα ενοίκια μέχρι τον Ιούλιο του 2020. Αποτέλεσμα τούτου ήταν να οφείλει τα ενοίκια από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο του 2020, όπου το επίδικο ακίνητο παρέμεινε χωρίς να έχει ενοικιαστεί, παρά τις προσπάθειες του Ενάγοντα. Ταυτόχρονα, οφείλει τους λογαριασμούς κοινής ωφελείας.[18]
(iii) Παρά το ότι αποστάλθηκαν δύο επιστολές προς τον Εναγόμενο, αυτός παρέλειψε να απαντήσει σε αυτές.
(iv) Σε σχέση με την επίδοση, ο Ενάγοντας αναφέρει ότι οι ισχυρισμοί του Εναγόμενου για το τρίτο πρόσωπο προς το οποίο επιδόθηκε η Αγωγή, είναι εντελώς αόριστοι αφού δεν δίνεται επαρκής πληροφόρηση ή στοιχεία «για το πως εντοπίστηκε το πρόσωπο στο οποίο όπως ισχυρίζεται του επιδόθηκε το κλητήριο ένταλμα αφού αυτό το πρόσωπο […] ζει στην Γερμανία.». Ιδιαίτερα διερωτάται ο Ενάγοντας «πως ένα άγνωστο πρόσωπο βρισκόταν στην οικία που διέμενε ο Αιτητής και υπήρχε οικειότητα μεταξύ τους για να ανοίγει ένα τρίτο πρόσωπο την πόρτα της οικίας του Αιτητή […]».
(v) Ο Ενάγοντας αρνείται ότι είχε ενημερωθεί για τις συνθήκες υγιεινής του σπιτιού ενώ τα όσα αναφέρει για την σύζυγο του είναι αναληθή καθότι η σύζυγος του Ενάγοντα, εντόπισε τον Εναγόμενο την ημέρα που αποχωρούσε από την οικία ενώ προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν μαζί του επί καθημερινής βάσης για αρκετές ημέρες.
(vi) Ο Ενάγοντας είχε λάβει γνώση για την Αγωγή αφού στις 03/08/2021 είχε καταχωριστεί ένταλμα κινητής περιουσίας που επιστράφηκε αφού ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν είχε κινητή περιουσία. Επιπλέον είχε καταβληθεί προσπάθεια να εκτελεστεί ένταλμα κινητής περιουσίας ημερομηνίας 28/03/2023 σε νέα διεύθυνση του Εναγόμενου, το οποίο και πάλι επιστράφηκε ανεκτέλεστο αφού δεν εντοπίστηκε κινητή περιουσία.
Οι Συμπληρωματικές Ένορκες Δηλώσεις
37. Δια της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης της η κυρία Ιωάννου, αναφέρει ότι ο Εναγόμενος δεν είχε λάβει ποτέ γνώση των ενταλμάτων κατάσχεσης κινητής περιουσίας. Μάλιστα, αναφέρει ότι δεν είναι σε θέση ο Εναγόμενος να γνωρίζει κατά πόσο επισκέφτηκαν το Διαμέρισμα στο οποίο διέμενε ή το Διαμέρισμα στο οποίο διέμενε η σύζυγος του, με την οποία βρίσκεται σε διάσταση. Αντίθετα, ο Εναγόμενος κατά τις ημερομηνίες που επισκέφτηκαν το Διαμέρισμα στο οποίο διέμενε βρισκόταν στο εξωτερικό. Από ενημέρωση που έλαβε από την σύζυγο του, πληροφορήθηκε ότι «τον έψαχνε κάποιος όμως τον ενημέρωσε ότι ο Εναγόμενος – Αιτητής δεν διέμενε εκεί».
38. Δια της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης της η κυρία Κεραυνού, εκ μέρους του Ενάγοντα αναφέρει ότι σε επικοινωνία που είχε με τους δικαστικούς επιδότες που εκτέλεσαν το ένταλμα ημερομηνίας 27/09/2021 και 04/05/2023 και όπως αναφέρει «και οι δύο θυμόντουσαν τον Αιτητή/Εναγόμενο και με ενημέρωσαν ότι ήταν παρών και τις δύο φορές στην διαδικασία εκτέλεσης των ενταλμάτων.». Μάλιστα όπως αναφέρεται σε σχέση με το Ένταλμα ημερομηνίας 27/09/2021 ο Εναγόμενος «υπέδειξε στον δικαστικό επιδότη τα αντικείμενα και/ή έπιπλα που υπήρχαν στην οικία». Αντίστοιχα σε σχέση με το Ένταλμα ημερομηνίας 04/05/2023 αναφέρεται ότι η Δικαστικός επιδότης ενημέρωσε την ενόρκως δηλούσα ότι «σε περίπτωση που δεν τον εντόπιζε, δεν θα μπορούσε να εισέλθει εντός της οικίας που διέμενε ο Αιτητής/Εναγόμενος γεγονός το οποίο θα σημείωνε στην ειδοποίηση ημερομηνίας 04/05/2023. Θα γινόταν αναφορά ότι ο Εναγόμενος δεν εντοπίστηκε ή απουσιάζει στο εξωτερικό ή έχει εγκαταλείψει την οικία».
Θα πρέπει να παραμεριστεί η Απόφαση λόγω κακής επίδοσης ως χρέος προς την δικαιοσύνη (ex debito justitiae);
39. Αναφορικά με την επίδοση, έχουν κατατεθεί αντικρουόμενες μεταξύ τους θέσεις και από τις δύο πλευρές. Από την μια ο Εναγόμενος ισχυρίζεται ότι δεν βρισκόταν στην οικία κατά την ημέρα που έγινε η επίδοση και από την άλλη ο Ενάγοντας και ο ιδιώτης επιδότης, ισχυρίζονται ότι η επίδοση έγινε στον Ενάγοντα/Αιτητή χωρίς την υπογραφή του αφού αυτός αρνήθηκε να υπογράψει και η Αγωγή αφέθηκε στην παρουσία του.
40. Αυτός που είχε το βάρος να αποδείξει τον ισχυρισμό του, ήταν ο Εναγόμενος, ο οποίος καταχώρισε και την επίδικη Αίτηση. Όμως ο Εναγόμενος, δεν προσκόμισε κανένα συγκεκριμένο στοιχείο από το οποίο να τεκμηριώνεται ο ισχυρισμός περί απουσίας του από την οικία, με αποτέλεσμα να παραμένει αυτός ο ισχυρισμός μετέωρος. Ιδιαίτερα δε αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι από την πλευρά του ο Ενάγοντας/Αιτητής, προσκόμισε μαρτυρία δια της οποίας ο ιδιώτης επιδότης ισχυρίζεται ότι επέδωσε προσωπικά την Αγωγή στον Εναγόμενο, αφήνοντας το στην παρουσία του το Κλητήριο ενόψει της άρνησης του να υπογράψει.
41. Μοναδική επιβεβαίωση της θέσης του Εναγόμενου αποτελεί η «βεβαίωση» που επισυνάπτεται ως ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, όπου το τρίτο αυτό πρόσωπο αναφέρει «i have nothing to do with David Schoppen, we are not roomates, i was just at that time at this place. […]».
42. Όπως διαπιστώνεται από τα πιο πάνω δεν προσφέρεται καμία εξήγηση για τον λόγο που τρίτο πρόσωπο βρισκόταν στην οικία του Ενάγοντα, το οποίο δεν ήταν «ούτε συγκάτοικος, ούτε οικογένεια, ούτε είχαν την οποιαδήποτε σχέση, απλά έτυχε να ήταν την συγκεκριμένη στιγμή στον συγκεκριμένο χώρο».
43. Όταν ένας διάδικος προβάλλει εύλογους ισχυρισμούς ότι δεν έλαβε γνώση της Αγωγής, τότε πρέπει να αποδεικνύεται στην βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι το Κλητήριο Ένταλμα δεν επιδόθηκε δεόντως στον Εναγόμενο και έτσι αυτός ουδέποτε δεν έλαβε γνώση για την Αγωγή προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου (Διονυσίου v. Dafnis Insurance Agencies & Consultants Limited κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε129/2016, 16.5.2024).
44. Υπενθυμίζεται ότι όπου υπάρχουν αντικρουόμενες εκδοχές, το Δικαστήριο, σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, θα πρέπει στο βαθμό του δυνατού, να αποφεύγει να προβαίνει σε ευρήματα αξιοπιστίας, έχοντας όμως πάντοτε κατά νουν ότι είναι ο Αιτητής που φέρει το βάρος απόδειξης (βλ. Irena Knitting Ltd κ.α. v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (2006) 1 Α.Α.Δ. 816). Συνεπώς, όταν ο Καθ’ ου η Αίτηση με την αρχική και/ή συμπληρωματική ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση του, θέτει εκποδών ουσιώδεις ισχυρισμούς που παρατίθενται στην Αίτηση, τότε, αναμένεται από τον Αιτητή όπως ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς που παρέχονται από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας για να αποκαταστήσει την υποβαλλόμενη εικόνα των πραγμάτων. Τούτο, όχι ως ζήτημα ενδελεχούς αποτίμησης της αξιοπιστίας της κάθε πλευράς, αλλά στα πλαίσια απόσεισης του βάρους απόδειξης που αυτός επωμίζεται (ΒΑΣΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ v. CPH INVESTMENTS LIMITED, Πολιτική Έφεση Αρ.: Ε203/19, 18/6/2024). Το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού ότι δεν έχει λάβει πραγματική γνώση της εναντίον του Αγωγής το φέρει ο Εναγόμενος στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (Δανιήλ v. Eλληνικής Τράπεζας Λτδ, Πολιτική Έφεση αρ. 340/2010, ημερ. 17/1/2017, ECLI:CY:AD:2017:A7).
45. Με κάθε σεβασμό στα όσα προβάλλονται αλλά η θέση του Εναγόμενου στερείται ευλογοφάνειας και πειστικότητας (βλ. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου ν. Μιχαήλ (2003) 1Β Α.Α.Δ. 1044). Από την μια δεν είναι κατανοητό και ούτε έχει δοθεί κάποια λογική εξήγηση για το πως ένα τρίτο πρόσωπο «έτυχε» να βρισκόταν στο σπίτι του Εναγόμενου, να αφέθηκε στην παρουσία του ένα έγγραφο που αναφέρει το όνομα του Εναγόμενου και να μην ειδοποιήθηκε σχετικά ο Εναγόμενος. Λαμβάνοντας βέβαια υπόψη ότι το τρίτο αυτό πρόσωπο επανήλθε δύο σχεδόν χρόνια μετά, ετοιμάζοντας βεβαίωση που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1 στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση και που αναφέρει ότι δεν ειδοποίησε ποτέ τον Εναγόμενο.
46. Από την άλλη, υπάρχει η ένορκη δήλωση του ιδιώτη επιδότη που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση και ο οποίος επέδωσε την Αγωγή και αναφέρει ότι «Κατά την επίδοση ημερομηνίας 17/05/2021 κτυπώντας το κουδούνι της οικίας που διέμενε τότε ο Αιτητής […] μου άνοιξε την πόρτα ο Αιτητής του έδειξα το όνομα στον τίτλο της Αγωγής και το παρέλαβε χωρίς καμία αντίρρηση αλλά αρνήθηκε να μου υπογράψει. […]». Τα όσα αναφέρει στην σχετική ένορκη δήλωση του, επιβεβαιώνονται και από την Ένορκη Δήλωση επίδοσης ημερομηνίας 19/05/2021 που βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου και στην οποία αναφέρεται ότι επέδωσε το Κλητήριο Ένταλμα «[…] αφήνοντας το στην παρουσία του ίδιου προσωπικά».
47. Η θέση αυτή του επιδότη ήταν ήδη γνωστή και από την στιγμή που ο Εναγόμενος/Αιτητής επιθυμούσε να προβάλει μια εκ διαμέτρου αντίθετη θέση, τότε έπρεπε αυτή του η θέση να είναι όσο πιο συγκεκριμένη και πειστική γίνεται και εφόσον συνέχιζε να την αμφισβητεί θα έπρεπε να προχωρήσει και να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που προσφέρουν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας για να κλονίσει την θέση αυτή του ιδιώτη επιδότη.
48. Με δεδομένη την έλλειψη πειστικότητας και ευλογοφάνειας των ισχυρισμών του Εναγόμενου/Αιτητή και λαμβάνοντας υπόψη την θετική διαβεβαίωση του ιδιώτη επιδότη ότι άφησε αντίγραφο του Κλητηρίου Εντάλματος στην παρουσία του Εναγόμενου/Αιτητή συνάγεται ότι ο Εναγόμενος έλαβε δεόντως γνώση της Αγωγής στις 17/05/2021 και δεν συντρέχει λόγος παραμερισμού λόγω κακής επίδοσης.
Εκδόθηκε Απόφαση για μεγαλύτερο ποσό από το οφειλόμενο;
49. Στο αγγλικό νομικό σύγγραμμα Halsbury' s Laws of England, 4η έκδοση, Τόμος 26, παράγραφος 559 αναφέρεται ότι πέραν της κακής επίδοσης, η Απόφαση του Δικαστηρίου παραμερίζεται και ως χρέος προς την Δικαιοσύνη και όταν εκδόθηκε Απόφαση για μεγαλύτερο ποσό από που οφειλόταν, ήτοι:
«When a judgment in default of appearance or defence has been entered before the proper time, or there has been no service or no sufficient service, or it has been entered for a greater amount than in due, or there has been a breach of good faith, it will be set aside ex debito justitiae, apart from any consideration as to whether there is a good defence on the merits and the plaintiff is usually ordered to pay the costs occasioned by the judgment or order.»
(ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)
50. Συναφώς παρατηρείται ότι αποτελεί ισχυρισμό του Ενάγοντα ότι ο Εναγόμενος κατά την αποχώρηση του από την οικία του «άφησε» οφειλές που σχετίζονταν με τα εξής για τα οποία εκδόθηκε μάλιστα Απόφαση του Δικαστηρίου. Παρατίθεται πιο κάτω σε συντομία η Απόφαση του Δικαστηρίου όπως εκδόθηκε:
(i) 2.500 Ευρώ ως δεδουλευμένο ενοίκιο πλέον τόκο προς 2% ετησίως×
(ii) Ο Εναγόμενος να πληρώσει στον Ενάγοντα το ποσό των 3.750 Ευρώ ως διαφυγόντα και/ή ειδικές αποζημιώσεις με τόκο προς 2%×
(iii) Ο Εναγόμενος να πληρώσει στον Ενάγοντα το ποσό των 827.27 Ευρώ για λογαριασμό ρεύματος με τόκο προς 2%×
(iv) Ο Εναγόμενος να πληρώσει στον Ενάγοντα το ποσό των 170 Ευρώ λογαριασμό Internet με τόκο προς 2% ετησίως.
(v) Ο Εναγόμενος να πληρώσει στον Ενάγοντα το ποσό των 72 Ευρώ μέρος της αναλογίας σκυβάλων.
51. Στην παράγραφο 15 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση ο Εναγόμενος/Αιτητής προβάλλει τον ισχυρισμό ότι:
«έχει προβεί στην αποπληρωμή όλων των ποσών των ενοικίων, καθώς και του επιπλέον ποσού των 500 Ευρώ που αφορούσε το γκάζι για το διαμέρισμα, ασχέτως του γεγονότος ότι αυτό ουδέποτε συμπεριλήφθηκε ρητώς στην επίδικη συμφωνία ενοικίασης […] πλέον 2.500 Ευρώ ως ντεπόζιτο για ασφάλεια στην μεσίτρια με την οποία ο Ενάγοντας συνεργαζόταν […] και το οποίο καταβλήθηκε τοις μετρητοίς. […]»
52. Για το σκοπό αυτό ο Εναγόμενος/Αιτητής επισυνάπτει ως Τεκμήριο 2 «αναλυτική κατάσταση της κίνησης του λογαριασμού που διατηρεί ο Εναγόμενος στην Ελληνική Τράπεζα». Στην εν λόγω κατάσταση λογαριασμού εντοπίζονται, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες καταγραφές:
(i) Καταγραφή ημερομηνίας 04/08/2020 για το ποσό των 128 Ευρώ που αναφέρει «PHILIPPOS FRANGOS INTERNET BILL»×
(ii) Καταγραφή ημερομηνίας 04/08/2020 για το ποσό των 411 Ευρώ που αναφέρει «PHILIPPOS FRANGOS ELECTRICITY BILL 2» ×
(iii) Καταγραφή ημερομηνίας 01/06/2020 για το ποσό των 138 Ευρώ που αναφέρει «PHILIPPOS FRANGOS ELECTRICITY BILL 1».
53. Αυτό το οποίο προκύπτει εκ πρώτης όψεως είναι ότι η καταγραφή που αφορά τον λογαριασμό ρεύματος για το ποσό των 411 Ευρώ αντιστοιχεί στο ποσό για το οποίο εκδόθηκε Απόφαση του Δικαστηρίου για το οφειλόμενο ηλεκτρικό ρεύμα για την περίοδο από 08/05/2025 μέχρι και 07/07/2025.
54. Αντίστοιχα, στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε προς Απόδειξη της υπόθεσης στις 17/06/2021 αλλά και στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση του Ενάγοντα/Καθ’ ου η Αίτηση αναφέρεται ότι η υπηρεσία διαδικτύου αντιστοιχούσε σε 34 Ευρώ μηνιαίως και ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 170 Ευρώ και αντιστοιχούσε στους μήνες από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 2020. Από το Τεκμήριο 2 που κατέθεσε ο Εναγόμενος/Αιτητής προκύπτει ότι κατέβαλε στις 04/08/2020 το ποσό των 128 Ευρώ για τον λογαριασμό του διαδικτύου.
55. Επιπλέον, υπάρχει ισχυρισμός ότι καταβλήθηκε το ποσό των 2.500 Ευρώ «ως ντεπόζιτο».
56. Τα πιο πάνω θα πρέπει να διαβάζονται με τα όσα αναφέρει ο Εναγόμενος/Αιτητής ισχυριζόμενος ότι «πλήρωσε τις υποχρεώσεις του» και δεν οφείλει το οτιδήποτε στον Ενάγοντα.
57. Στους πιο πάνω ισχυρισμούς του Εναγόμενου, ο Ενάγοντας δεν προβάλλει καμία εξήγηση ενώ στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση δεν εντοπίζεται καμία συγκεκριμένη αναφορά. Αντίθετα, ο Ενάγοντας επιμένει στην θέση του ότι ο Εναγόμενος «παρέλειψε να πληρώσει τον λογαριασμό ρεύματος» επισυνάπτοντας εκ νέου τους σχετικούς λογαριασμούς ρεύματος χωρίς να προσδιορίσει κατά πόσο τα ποσά στα οποία κάνει αναφορά είναι εκείνα για τα οποία ο Εναγόμενος/Αιτητής ισχυρίζεται ότι έχει εξοφλήσει ή κατά πόσο πρόκειται για άλλα ποσά άσχετα με αυτά για τα οποία εκδόθηκε Απόφαση του Δικαστηρίου.
58. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, δεν επισυνάπτει κανένα Τεκμήριο ο Ενάγοντας/Καθ’ ου η Αίτηση από το οποίο να προκύπτει η οφειλή του Εναγόμενου σε σχέση με τις υπηρεσίες διαδικτύου. Αρκείται ο Ενάγοντας/Καθ’ ου η Αίτηση στο να επαναλάβει την θέση του και να αναφέρει ότι «τα όσα αναγράφονται και διαφαίνονται στο Τεκμήριο 3 της Ένορκης Δήλωσης της κυρίας Ιωάννου ημερομηνίας 19/12/2023 είναι υποχρεώσεις του Αιτητή τις οποίες ήταν όφειλε και είχε υποχρέωση να πληρώσει αφού διέμενε στην οικία μέχρι το τέλος Αυγούστου.»
59. Αυτό ακριβώς ήταν όμως το ζητούμενο, να εξηγήσει ο Ενάγοντας/Καθ’ ου η Αίτηση κατά πόσο οι ισχυρισμοί του Εναγόμενου/Αιτητή ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Κατά πόσο δηλαδή τα ποσά που αναφέρει ο Εναγόμενος στην Ένορκη Δήλωση του αντιστοιχούν πράγματι σε εκείνα για τα οποία εκδόθηκε η Απόφαση του Δικαστηρίου.
60. Στην Ετήσια Δικονομική Πρακτική του 1958 σελ. 219 (Annual Practice) αναλύεται ο παλαιός αγγλικός θεσμός O.13 r.3, ο οποίος αντιστοιχεί με τη δική μας Δ.17 θ.3. Στην εν λόγω σελίδα και στον υπότιτλο Judgment entered for too much οι συγγραφείς παραπέμπουν στη Διαταγή O.27 r.15 (αντίστοιχη της δικής μας Δ.26 θ.14), όπου αναφέρεται:
« Judgment entered for too much.- A judgment for more than the amount actually due at the time judgment is entered is bad and will be set aside (Hughes v. Justin, [1894] 1 Q.B. 667), and bankruptcy proceedings taken on such a judgment are bad even though the bankruptcy notice was issued for the correct amount (Muir v. Jenks & Co [1913] 2 K.B. 412, C.A.).»
61. Στην υπό κρίση περίπτωση διαφαίνεται ότι η Απόφαση του Δικαστηρίου εκδόθηκε για ποσό μεγαλύτερο από αυτό που πράγματι οφείλεται από τον Εναγόμενο. Συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου καθότι η Απόφαση του Δικαστηρίου παραμερίζεται ως χρέος στην Δικαιοσύνη (Γιωργαλλίδη ν. Χρίστου (1997) 1 Α.Α.Δ 247, Κτηματικές Επιχειρήσεις Μάκης Αυξεντίου Λτδ ν. Ι. Κυριακίδη κ.α., (2000) 1 Α.Α.Δ 601, Ευθυμίου ν. Χαραλάμπους (2004) 1 Α.Α.Δ 700).
IV. Κατάληξη
62. Υπό το φως των όσων έχουν σημειωθεί η Αίτηση επιτυγχάνει και η Απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 22/06/2021 παραμερίζεται ex debito justitiae.
63. Ενόψει του πιο πάνω αποτελέσματος και του λόγου για τον οποίο παραμερίστηκε η Απόφαση του Δικαστηρίου, τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται υπέρ του Εναγόμενου/Αιτητή και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση/Ενάγοντα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας.
64. Η Έκθεση Υπεράσπισης του Εναγόμενου να καταχωριστεί εντός 20 ημερών από σήμερα. Κατά τα λοιπά, να ακολουθηθούν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας.
(Υπ.)…………………………………………..
Χ. Στρόππος, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Μαχλουζαρίδης ν. Ιωαννίδη και Άλλων (1990) 1A.A.Δ. 965, Φλουρέντζου κ.ά ν. Cashgrove Betting Ltd κ.ά (2007) 1 A.A.Δ. 393 και Egiazaryan κ.ά ν. Denoro Investments Limited (2013) 1 A.A.Δ. 409.
[2] βλ. Γεωργαλλίδης Νικόλας ν Χρυσοστόμου Χρίστου (1997) 1 Α.Α.Δ.247, Κτηματικές Επιχειρήσεις Μάκης Αυξεντίου Λτδ v. 1. Ιωάννη Κυριακίδη 2. Σόλωνα Συμεού (2000) 1Α Α.Α.Δ 601, Bank de Binary Limited v Philip Lalor, Πολιτική Έφεση E41/18 ημερ.31/10/2023.
[3] Φραντζής v. Λαϊκής Κυπρ. Τράπεζας (Χρημ.) Λτδ (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 1094.
[4] Νεάρχου v. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954.
[5] Λοΐζου ν Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολ. Εφ. Ε419/16 ημερ. 7.2.2024.
[6] Τεγγεράκης v. Δήμου Λευκωσίας (2005) 1(Α) Α.Α.Δ. 289, Πατούρης ν. Hellenic Bank (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2118.
[8] βλ. Phylactou v. Michael (1982) 1 CLR 204, Βίκα Πίκα Ντίσκο Λτδ κ.ά. ν. Χάπυ Στρητς Ντίσκο Λτδ (1997) 1 ΑΑΔ 28, Πίττας v. Unigoods Trading Co. Ltd (2004) 1(Γ) ΑΑΔ 1761 και Κωνσταντινίδη ν. Hissin (2004) 1 (Γ) ΑΑΔ 1774.
[9] Φραντζής v. Λαϊκής Κυπρ. Τράπεζας (Χρημ.) Λτδ (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 1094.
[10] Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτης, (1997) 1Β ΑΑΔ 941.
[12] Λυσιώτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 1(Α) ΑΑΔ 364.
[13] Γεωργίου ν. Οργ. Χρημ. Τραπ. Κύπρου Λτδ (Αρ.2) (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1938.
[14] Wakeham v. Bhattti κ.α. Πολ. Έφεση 49/2011, ημερ. 25.5.2016.
[15] Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 490.
[16] Στέλιος Σάββα και Υιοί Λίμιτεδ ν. Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αγωγή Αρ. 1/2019, ημερομηνίας 28/05/2020.
[17] Iacovou Bros. v. Fashionwise Ltd (2000) 1 (B) Α.Α.Δ. 1377 και Thinking Steel International BV ν. Caramondani Bros Public Co Ltd (2012) 1 ΑΑΔ 1460
[18] Βλ. ανωτέρω.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο