Επίσημου παραλήπτη ως εκκαθαριστή της περιουσίας της M.E.A. IOANNOU PROPERTIES LIMITED κ.α. ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ως το αποκτών πρόσωπο που έχει υποκαταστήσει και/ή αντικαταστήσει την CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED κ.α., Αρ. Αγωγής: 4020/13, 30/6/2025
print
Τίτλος:
Επίσημου παραλήπτη ως εκκαθαριστή της περιουσίας της M.E.A. IOANNOU PROPERTIES LIMITED κ.α. ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ως το αποκτών πρόσωπο που έχει υποκαταστήσει και/ή αντικαταστήσει την CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED κ.α., Αρ. Αγωγής: 4020/13, 30/6/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:    Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής:  4020/13

 

Μεταξύ:

1.  M.E.A. IOANNOU PROPERTIES LIMITED

2.  ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

3.  JERMACO INVESTMENTS LIMITED

 Εναγόντων

-και-

 

1.  ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ως το

     αποκτών πρόσωπο που έχει υποκαταστήσει και/ή αντικαταστήσει

     την CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

2.  CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

3.  Άντρη Αντωνιάδου υπό την ιδιότητά της ως Ειδικής Διαχειρίστριας

     για την εκτέλεση των μέτρων εξυγίανσης στη Λαϊκή Τράπεζα

4.  Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

5.  Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

6.  Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

Εναγομένων

 

Και ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 05.04.2017

 

Μεταξύ:

1.    M.E.A. IOANNOU PROPERTIES LIMITED

2.  ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

3.  JERMACO INVESTMENTS LIMITED

 Εναγόντων

-και-

 

1.  ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ως το

     αποκτών πρόσωπο που έχει υποκαταστήσει και/ή αντικαταστήσει

     την CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

2.  CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

3.  Κλεόβουλος Αλεξάνδρου ως Ειδικός Διαχειριστής της CYPRUS

     POPULAR BANK PUBLIC CO LTD

4.  Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

5.  Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

6.  Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

Εναγομένων

Και ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 27.11.2023

 

Μεταξύ:

1.    Επίσημου παραλήπτη ως εκκαθαριστή της περιουσίας της

           M.E.A. IOANNOU PROPERTIES LIMITED

2.  ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

3.  JERMACO INVESTMENTS LIMITED

 Εναγόντων

-και-

 

1.  ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ως το

     αποκτών πρόσωπο που έχει υποκαταστήσει και/ή αντικαταστήσει

     την CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

2.  CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

3.  Κλεόβουλος Αλεξάνδρου ως ειδικός διαχειριστής της CYPRUS

     POPULAR BANK PUBLIC CO LTD

4.  Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

5.  Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

6.  Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

Εναγομένων

 

Και ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 25.04.2024

 

Μεταξύ:

1.    Επίσημου παραλήπτη ως εκκαθαριστή της περιουσίας της

           M.E.A. IOANNOU PROPERTIES LIMITED

2.  ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

3.  JERMACO INVESTMENTS LIMITED

 Εναγόντων

-και-

 

1.  ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ως το

     αποκτών πρόσωπο που έχει υποκαταστήσει και/ή αντικαταστήσει

     την CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

2.  ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΘΩΜΑ ως εκκαθαριστής της εταιρείας

     CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED

3.  Κλεόβουλος Αλεξάνδρου ως ειδικός διαχειριστής της CYPRUS

     POPULAR BANK PUBLIC CO LTD

4.  Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

5.  Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

6.  Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

Εναγομένων

Ημερομηνία:  30.06.2025

Για την Ενάγουσα 1:  κ.κ. Α. και Ε. Ιωάννου για Μιχάλης Βορκάς & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Για τον Ενάγοντα 2:  κ. Μ. Ιωάννου αυτοπροσώπως

Για την Εναγόμενη 1: κ. Σ. Κόκκινος για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε από τρεις Ενάγοντες και στρεφόταν εναντίον έξι Εναγομένων. Εν τέλει προωθήθηκε εναντίον μόνο της Εναγόμενης 1 από τους Ενάγοντες 1 και 2.

 

Σύμφωνα με την τροποποιημένη Έκθεση Απαίτησης, η Ενάγουσα 1, κατόπιν παροτρύνσεων της πρώην Εναγόμενης 2, έλαβε δάνειο σε ελβετικό φράγκο. Η πρώην Εναγόμενη 2 δεν παρείχε πληροφόρηση στην Ενάγουσα 1 για τους κινδύνους που ελλόχευαν από τη δανειοδότησή της σε ξένο νόμισμα και ειδικότερα για τον συναλλαγματικό και επιτοκιακό κίνδυνο που διέτρεχε.

 

Κατόπιν αιτημάτων της Ενάγουσας 1 προς εξόφληση του δανείου στην ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ που ίσχυε κατά τον χρόνο σύναψης της συμφωνίας δανείου, η πρώην Εναγόμενη 2 προέτρεψε την Ενάγουσα 1 όπως πωλήσει ακίνητη περιουσία της και αποπληρώσει με τον τρόπο αυτό το δάνειο.

 

Η Ενάγουσα 1 προχώρησε σε πώληση ακίνητης περιουσίας της στην πρώην Ενάγουσα 3. Στη βάση της πιο πάνω πώλησης δόθηκαν εντολές στην πρώην Εναγόμενη 2 για εξόφληση του δανείου, καθώς και προσωπικών λογαριασμών του Ενάγοντα 2. Η πρώην Εναγόμενη 2, καθώς και η Εναγόμενη 1 δεν υλοποίησαν τις πιο πάνω εντολές, με αποτέλεσμα το δάνειο να εξακολουθεί να παρουσιάζει χρεωστικό υπόλοιπο ενώ τούτο θα έπρεπε να είχε εξοφληθεί.

 

Η Εναγόμενη 1 στην τροποποιημένη Υπεράσπισή της ισχυρίζεται ότι η Ενάγουσα 1 ήταν αυτή που επέλεξε όπως λάβει δάνειο σε ελβετικό φράγκο έχοντας αντιληφθεί πλήρως τη φύση και τη σημασία του εν λόγω δανείου. Περαιτέρω, η Ενάγουσα 1 είχε τύχει ενημέρωσης για τον συναλλαγματικό και επιτοκιακό κίνδυνο που διέτρεχε λόγω της εξασφάλισης δανείου σε ξένο νόμισμα.

 

Η Εναγόμενη 1 ουδεμία σχέση έχει και/ή υποχρέωση για την εκτέλεση εντολών πληρωμής και/ή οδηγιών που δόθηκαν από τους Ενάγοντες. Η μοναδική υποχρέωση που μεταβιβάστηκε, στη βάση σχετικών διαταγμάτων, στην Εναγόμενη 1 από την πρώην Εναγόμενη 2 ήταν το εγγυημένο ποσό που παρέμεινε στους λογαριασμούς που διατηρούσε η πρώην Ενάγουσα 3 στην πρώην Εναγόμενη 2 και το οποίο δεν υπερέβαινε το ποσό των €100.000.

 

Μαρτυρία

Θα επιχειρήσω στη συνέχεια να παραθέσω το ουσιαστικό μέρος της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα (Καννάουρου κ.ά ν. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ 35).

 

Ο Ενάγων 2 (Μ.Ε.1) ως μέρος της κυρίως εξέτασής του υιοθέτησε το περιεχόμενο γραπτής δήλωσης την οποία κατέθεσε ως Έγγραφο Α.  Ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι κατά τον επίδικο χρόνο ήταν διευθυντής της Ενάγουσας 1.

 

Η Ενάγουσα 1 έλαβε δάνειο σε ελβετικά φράγκα (CHF) ύψους 925.000.  Το δάνειο παραχωρήθηκε δυνάμει σχετικής συμφωνίας δανείου ημερομηνίας 10.09.2008 (Τεκμήριο 1) ανάμεσα στην Ενάγουσα 1 και την πρώην Εναγόμενη 2.  Κατά τον χρόνο σύναψης του δανείου η ισοτιμία του ελβετικού φράγκου με το ευρώ ήταν 1,52.

 

Στις 24.02.2012 έγινε νέα συμφωνία μεταξύ της Ενάγουσας 1 και της πρώην Εναγόμενης 2 (Τεκμήριο 2) στη βάση της οποίας τροποποιήθηκε το πρόγραμμα αποπληρωμής του δανείου. Η πιο πάνω αλλαγή έγινε, διότι η ισοτιμία μεταξύ ελβετικού φράγκου και ευρώ μειωνόταν διαρκώς με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι δόσεις του δανείου χωρίς να μειώνεται το υπόλοιπο αυτού. Η Ενάγουσα 1 διαμαρτυρήθηκε επανειλημμένα για την αύξηση των μηνιαίων δόσεών της και υπέβαλε προφορικά αιτήματα προς την πρώην Εναγόμενη 2 προκειμένου το δάνειο να αποπληρωθεί στη βάση της ισοτιμίας που ίσχυε κατά τον χρόνο υπογραφής του Τεκμηρίου 1.

 

Ενώ η Ενάγουσα 1 ανέμενε την απάντηση της πρώην Εναγόμενης 2 στα πιο πάνω αιτήματά της, η τελευταία, με σχετική επιστολή της ημερομηνίας 16.11.2012 (Τεκμήριο 3), προχώρησε σε αλλαγή του επιτοκίου του δανείου μετατρέποντάς το σε Libor ενός μήνα πλέον 6,9% περιθώριο.  Η Ενάγουσα 1 αρνήθηκε την εν λόγω μεταβολή και επανέλαβε το αίτημά της όπως η αποπληρωμή του δανείου γίνει στη βάση της ισοτιμίας που ίσχυε κατά τον χρόνο υπογραφής του Τεκμηρίου 1. 

 

Η πρώην Εναγόμενη 2, αντί απάντησης προς το αίτημα της Ενάγουσας 1, ανέφερε προς την τελευταία ότι θα ήταν καλύτερα να πωληθεί ακίνητη περιουσία της και με τον τρόπο αυτό να εξοφληθεί το δάνειο. 

 

Η Ενάγουσα 1 ακολουθώντας την προτροπή της πρώην Εναγόμενης 2 συμφώνησε όπως πωλήσει ακίνητό της στην πρώην Ενάγουσα 3 δυνάμει αγοραπωλητηρίου συμβολαίου ημερομηνίας 04.02.2013 (Τεκμήριο 5) έναντι του ποσού των €746.000.  Από το τίμημα πώλησης, ποσό ύψους €581.067 (ισόποσο CHF708.611) και οποιοδήποτε άλλο ποσό οφειλόταν από την Ενάγουσα 1 στην πρώην Εναγόμενη 2 θα πληρωνόταν από την πρώην Ενάγουσα 3 προς πλήρη εξόφληση του δανείου το αργότερο εντός δύο μηνών από την υπογραφή του Τεκμηρίου 5. Η Ενάγουσα 1 ενημέρωσε για την πιο πάνω εξέλιξη την πρώην Εναγόμενη 2 τον Φεβρουάριο του 2013.

 

Η πρώην Ενάγουσα 3 παρέδωσε στην πρώην Εναγόμενη 2 στις 02.04.2013 εντολή πληρωμής (Τεκμήριο 6) ζητώντας όπως μεταφερθεί από τον λογαριασμό της το ποσό των €581.067 (ισόποσο CHF708.611) και οποιοδήποτε περαιτέρω ποσό χρειαζόταν προς πλήρη εξόφληση του δανείου της Ενάγουσας 1. Περαιτέρω, η Ενάγουσα 1 με επιστολή της ιδίας ημερομηνίας προς την πρώην Εναγόμενη 2 (Τεκμήριο 7) ζήτησε όπως, από το πιστωτικό υπόλοιπο που θα υπήρχε στο λογαριασμό της από το έμβασμα που θα διενεργούσε η πρώην Ενάγουσα 3, εξοφληθεί το χρεωστικό υπόλοιπο προσωπικού λογαριασμού του Μ.Ε.1 καθώς και το χρεωστικό υπόλοιπο πιστωτικής κάρτας που επίσης διατηρούσε ο Μ.Ε.1.

 

Η πρώην Εναγόμενη 2 καθυστερούσε να εξοφλήσει τους προαναφερόμενους λογαριασμούς και η Ενάγουσα 1 με επιστολές της ζητούσε την υλοποίηση των εντολών πληρωμής. Η Ενάγουσα 1 παρέλαβε κατάσταση λογαριασμού ημερομηνίας 31.05.2013 σε σχέση με τον λογαριασμό δανείου η οποία παρουσίαζε ως χρεωστικό υπόλοιπο το ποσό των CHF717.088,76. Συνεπώς, η πρώην Εναγόμενη 2 δεν υλοποίησε την εντολή πληρωμής.

 

Η πρώην Εναγόμενη 2 κατά τον χρόνο παραχώρησης του δανείου δεν παρέδωσε στην Ενάγουσα 1 οποιοδήποτε πληροφοριακό υλικό αναφορικά με δάνεια σε ελβετικό φράγκο, ούτε και ενημέρωσε την τελευταία ότι το εν λόγω τραπεζικό προϊόν δεν ήταν απλώς δάνειο αλλά προϊόν χαρτοφυλακίου συνδεδεμένο ευθέως με την αγορά συναλλάγματος. Επίσης, δεν δόθηκε οποιαδήποτε πληροφόρηση για τους κινδύνους που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η Ενάγουσα 1 σε περίπτωση μίας σοβαρής μεταβολής της ισοτιμίας του ελβετικού φράγκου με το ευρώ και της επίδρασης που θα είχε στην αποπληρωμή του δανείου. Ούτε και πληροφόρησε την Ενάγουσα 1, ότι οι δόσεις του δανείου θα επιβαρύνονταν με κόστος μετατροπής, καθώς η Ενάγουσα 1 θα πλήρωνε σε ευρώ και η πρώην Εναγόμενη 2 θα μετέτρεπε το ποσό της δόσης σε ελβετικό φράγκο.

 

Επιπροσθέτως, η πρώην Εναγόμενη 2 χρησιμοποίησε δόλο και απάτη για να πείσει την Ενάγουσα 1 να συνάψει το δάνειο. Συγκεκριμένα, αρμόδια υπάλληλος της πρώην Εναγόμενης 2 ανέφερε ότι ακύρωσε δάνειο που τηρούσε σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα και κατάρτισε νέο δάνειο με την πρώην Εναγόμενη 2 σε ελβετικό φράγκο, καθώς οι όροι του ήταν ευνοϊκότεροι και δεν υπήρχε περίπτωση αλλαγής της ισοτιμίας. Μέσα στο πιο πάνω πλαίσιο, η Ενάγουσα 1 αναγκάστηκε προς εξασφάλιση του δανείου να υποθηκεύσει ακίνητη περιουσία της με το έγγραφο υποθήκης με αρ. Υ10143/2008 του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λεμεσού.

 

Στη διά ζώσης μαρτυρία του ανέφερε ότι η Ενάγουσα 1, στη βάση της εντολής πληρωμής, εξόφλησε το ποσό που όφειλε προς την πρώην Εναγόμενη 2 και ως εκ τούτου ουδέν ποσό οφείλεται στην Εναγόμενη 1.

 

Αντεξεταζόμενος δήλωσε ότι η Ενάγουσα 1 δεν αιτήθηκε την παραχώρηση του δανείου.  Τραπεζικοί υπάλληλοι της πρώην Εναγόμενης 2 προσπαθούσαν να πείσουν τον ίδιο, ως διευθυντή της Ενάγουσας 1, να προχωρήσει στη σύναψη του δανείου με το επιχείρημα ότι θα ήταν επωφελές για την ίδια. Συγκεκριμένα, τραπεζική υπάλληλος της πρώην Εναγόμενης 2, ονόματι Λίζα, την οποία γνώριζε προσωπικά, τον πληροφόρησε ότι μετέφερε δάνειο που διατηρούσε σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα στην πρώην Εναγόμενη 2 καταρτίζοντας σχετική συμφωνία σε ελβετικό φράγκο λόγω του ότι οι όροι ήταν ευνοϊκότεροι. Κάτω από αυτές τις συνθήκες και επειδή δεν είχε γνώση οικονομικών θεμάτων, πείστηκε από την εν λόγω υπάλληλο, την οποία γνώριζε, και προχώρησε στη συμφωνία δανείου.

 

Συμφώνησε, ότι επί του Τεκμηρίου 1 υπόγραψε σχετική δήλωση περί ενημέρωσής του για τον συναλλαγματικό και τον επιτοκιακό κίνδυνο που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η Ενάγουσα 1 λόγω της δανειοδότησής της σε ελβετικό φράγκο. Ανέφερε, ωστόσο, ότι η εν λόγω δήλωση υπογράφηκε αφού έλαβε διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις ότι δεν θα υπήρχε περίπτωση διακύμανσης. Ήταν ένα έγγραφο τυπικό και άνευ σημασίας. 

 

Δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το ύψος του χρεωστικού υπολοίπου του δανείου και παρέπεμψε προς τούτο στον Μ.Ε.3. Πρόθεση της Ενάγουσας 1, είναι η αποπληρωμή του δανείου στην ισοτιμία που υπήρχε κατά τον χρόνο σύναψής του. Επανέλαβε, ωστόσο, ότι το δάνειο θα έπρεπε να εξοφληθεί πλήρως μέσω της πώλησης ακίνητης περιουσίας της Ενάγουσας 1 προς την πρώην Ενάγουσα 3. 

 

Ερωτηθείς για ποιο λόγο το αγοραπωλητήριο έγγραφο – Τεκμήριο 5 χαρτοσημάνθηκε στις 02.04.2013 ενώ η συμφωνία φέρεται να υπογράφηκε τον Φεβρουάριο του 2013, απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Επίσης, ανέφερε ότι δεν γνωρίζει κατά πόσο η πρώην Ενάγουσα 3 είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στη Δημοκρατία, ούτε και θυμάται το άτομο που εκπροσωπούσε την πρώην Ενάγουσα 3 στις συνομιλίες για την πώληση της ακίνητης ιδιοκτησίας της Ενάγουσας 1. Περαιτέρω, σε ερώτηση του κ. Κόκκινου,  ως προς το πρόσωπο που υπέγραψε το Τεκμήριο 5 εκ μέρους της πρώην Ενάγουσας 3, απάντησε και πάλι ότι δεν γνωρίζει. Ομοίως, δεν θυμάται κατά πόσο το αγοραπωλητήριο έγγραφο – Τεκμήριο 5 κατατέθηκε στο αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο.

 

Στην επισήμανση του κ. Κόκκινου, ότι απέστειλε επιστολή ενεργώντας ως δικηγόρος της πρώην Ενάγουσας 3, είπε ότι η εν λόγω επιστολή (Τεκμήριο 9) στάλθηκε στην πρώην Εναγόμενη 4 και αφορούσε το παράπονο εναντίον της πρώην Εναγόμενης 2.

 

Τέλος, ερωτηθείς κατά πόσο και υπό την ιδιότητά του ως δικηγόρος γνωρίζει αν υφίστατο η πρώην Εναγόμενη 2 στις 02.04.2013, απάντησε ότι δεν γνωρίζει.

 

Η Μ.Ε.2 είναι βοηθός κτηματολογικός λειτουργός στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού.  Η υποθήκη με αρ. Υ10143/2008 εγγράφηκε το 2008 με ενυπόθηκο δανειστή την πρώην Εναγόμενη 2. Από τις 15.07.2021, ως ενυπόθηκος δανειστής εμφανίζεται η Themis Portfolio Management Limited (στο εξής «Themis»).  Προηγουμένως, περί το 2016, έγινε μεταγραφή της υποθήκης από την πρώην Εναγόμενη 2 στην Εναγόμενη 1. 

 

Η Μ.Ε.2 δεν αντεξετάστηκε.

 

Ο Μ.Ε.3 διατηρεί εταιρεία η οποία ασχολείται με χρηματοοικονομικά. Ετοίμασε κατάσταση λογαριασμού του επίδικου δανείου, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 16. Για την ετοιμασία του πιο πάνω Τεκμηρίου έλαβε υπόψη του τον αρχικό λογαριασμό του δανείου στη βάση καταστάσεων της πρώην Εναγόμενης 2 και της Εναγόμενης 1, καθώς και τις αναδομημένες καταστάσεις λογαριασμού οι οποίες ετοιμάστηκαν από την Themis. Οι αναδομημένες καταστάσεις λογαριασμού της Themis κατατέθηκαν ως Τεκμήρια 18 και 18Α.

 

Για την ετοιμασία του Τεκμηρίου 16 αντίγραψε όλες τις λογιστικές πράξεις που περιλαμβάνονται στα Τεκμήρια 18 και 18Α. Χρησιμοποίησε ως επιτόκιο αυτό το οποίο προβλέπεται στη σύμβαση δανείου, δηλαδή Libor ενός μήνα πλέον 2% περιθώριο. Ως διαιρέτη χρησιμοποίησε τις 365 μέρες και εφάρμοσε τη χρεολυτική αρχή υπολογισμού του υπολοίπου με κεφαλαιοποίηση των τόκων δύο φορές ετησίως στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. Περαιτέρω, χρησιμοποίησε την αρχική ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ, τόσο για τις καταθέσεις, όσο και για τη μεταφορά του χρεωστικού υπολοίπου η οποία έλαβε χώρα στις 03.04.2014.

 

Η Themis, στα Τεκμήρια 18 και 18Α, χρησιμοποίησε την τοκοχρεολυτική μέθοδο με αποτέλεσμα να μην μειώνεται το κεφάλαιο στην ίδια έκταση όπως στη βάση της χρεολυτικής αρχής που εφάρμοσε ο ίδιος. Επίσης, προχώρησε σε αύξηση του περιθωρίου το οποίο επέφερε ανάλογη αύξηση στο σύνολο του επιτοκίου με το οποίο χρεωνόταν ο λογαριασμός. Συγκρίνοντας το Τεκμήριο 16 με τα Τεκμήρια 18 και 18Α εντοπίζεται, για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω, διαφορά ύψους €321.379,27.

 

Αντεξεταζόμενος ανέφερε, ότι στη βάση του Τεκμηρίου 16 προκύπτει ότι η Ενάγουσα 1 στις 30.06.2024 οφείλει, σε σχέση με το δάνειο, το ποσό των €543.109,33.

 

Συμφώνησε με τον συνήγορο της Εναγόμενης 1, ότι η Themis στα Τεκμήρια 18 και 18Α «κλείδωσε» την ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ στο 1,5212. Επίσης, συμφώνησε, ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η παροχή χρηματοδότησης σε ευρώ θα έφερε υψηλότερο επιτόκιο σε σύγκριση με τη χρηματοδότηση σε ελβετικό φράγκο.

 

Επιπροσθέτως, αποδέχθηκε την αναφορά του κ. Κόκκινου, ότι από την ημερομηνία μεταφοράς του δανείου στην Εναγόμενη 1 και εντεύθεν δεν υπήρξε οποιαδήποτε κατάθεση στο δάνειο. Διαφώνησε, ωστόσο, με τη θέση του ότι δεν διαδραματίζει οποιοδήποτε ρόλο η χρησιμοποίηση της τοκοχρεολυτικής αντί της χρεολυτικής μεθόδου αφ’ ης στιγμής δεν υπήρξαν καταθέσεις.  Ο Μ.Ε.3 επισήμανε ότι τα Τεκμήρια 18 και 18Α ξεκινούν από την ημερομηνία εκταμίευσης του δανείου και, τόσο η Εναγόμενη 1, όσο και η Themis εφάρμοσαν από την εν λόγω ημερομηνία την τοκοχρεολυτική μέθοδο.  

 

Ο Μ.Ε.3 ήταν ο τελευταίος μάρτυρας, καθώς η Εναγόμενη 1 δεν πρόσφερε μαρτυρία.

 

 

Αξιολόγηση

Μέσα από τις δικογραφημένες θέσεις των διαδίκων και τη μη αμφισβητηθείσα μαρτυρία αναδεικνύονται τα πιο κάτω γεγονότα ως παραδεκτά:

 

  • Η Ενάγουσα 1 και η πρώην Εναγόμενη 2 συνήψαν στις 10.09.2008 συμφωνία δανείου, δυνάμει της οποίας η τελευταία παραχώρησε στην πρώτη δάνειο ύψους CHF925.000.
  • Η συμφωνία δανείου για λογαριασμό της Ενάγουσας 1 υπογράφηκε από τον Ενάγοντα 2, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν διευθυντής της.
  • Το δάνειο θα χρεωνόταν με κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο αποτελούνταν από το Libor ενός μηνός πλέον περιθώριο 2%.
  • Κατά τον χρόνο σύναψης του δανείου η ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ ήταν 1,5212.

·         Προς εξασφάλιση του δανείου η Ενάγουσα 1 παραχώρησε την υποθήκη με αρ.Υ10143/2008 του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λεμεσού. Η πιο πάνω υποθήκη εξακολουθεί να είναι εγγεγραμμένη με ενυπόθηκο δανειστή, από τις 15.07.2021, τη Themis Portfolio Management Limited. Προηγήθηκε το έτος 2016 η μεταγραφή της υποθήκης από την πρώην Εναγόμενη 2 στην Εναγόμενη 1.

  • Υπήρξαν διακυμάνσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και ελβετικού φράγκου, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των δόσεων και του επιτοκίου.

·         Στις 24.02.2012 συμφωνήθηκε μεταξύ της Ενάγουσας 1 και της πρώην Εναγόμενης 2, η αλλαγή του προγράμματος αποπληρωμής του δανείου. Το δάνειο θα συνέχιζε, ωστόσο, να αποπληρώνεται με δόσεις σε CHF και να χρεώνεται με Libor 1 μηνός πλέον περιθώριο, το οποίο συμφωνήθηκε ότι θα ανέρχεται σε 4,50%.

  • Η πρώην Εναγόμενη 2 με επιστολή της ημερομηνίας 16.11.2012 πληροφόρησε την Ενάγουσα 1, ότι από τις 29.11.2012 το επιτόκιο θα τροποποιούνταν και συγκεκριμένα θα αυξανόταν σε Libor 1 μηνός πλέον περιθώριο προς 6,90%.
  • Η Ενάγουσα 1, με επιστολή της ημερομηνίας 11.12.2012, αρνήθηκε την εν λόγω αύξηση και ζήτησε όπως η αποπληρωμή του δανείου γίνει στη βάση της ισοτιμίας ελβετικού φράγκου και ευρώ που ίσχυε κατά την ημερομηνία σύναψης της συμφωνίας, ήτοι 1,5212.
  • Η Ενάγουσα 1 και η πρώην Ενάγουσα 3 υπέγραψαν αγοραπωλητήριο έγγραφο ημερομηνίας 04.02.2013 για την πώληση ακίνητης περιουσίας της πρώτης στη δεύτερη έναντι του ποσού των €746.000.
  • Το προαναφερόμενο αγοραπωλητήριο έγγραφο χαρτοσημάνθηκε στις 02.04.2013.
  • Την ίδια ημερομηνία (02.04.2013), η πρώην Ενάγουσα 3 ζήτησε με εντολή πληρωμής απευθυνόμενη προς την πρώην Εναγόμενη 2 όπως, έναντι του τιμήματος πώλησης, μεταφερθεί από λογαριασμό που διατηρούσε στην τελευταία το ποσό των €581.607 ή το ισόποσο CHF708.611 και οποιοδήποτε περαιτέρω τυχόν ποσό χρειαζόταν προς εξόφληση του λογαριασμού δανείου της Ενάγουσας 1. Επιπρόσθετα, προς εξόφληση του τιμήματος πώλησης, ζήτησε όπως το ποσό των €156.933 μεταφερθεί σε άλλο λογαριασμό της Ενάγουσας 1.

·         Η Ενάγουσα 1 συμφώνησε με τα πιο πάνω και με δική της επιστολή ίδιας ημερομηνίας (02.04.2013) έδωσε περαιτέρω οδηγίες στην πρώην Εναγόμενη 2, όπως, από το υπόλοιπο που θα δημιουργούνταν από το προαναφερόμενο έμβασμα της πρώην Ενάγουσας 3, εξοφληθεί το χρεωστικό υπόλοιπο λογαριασμού που διατηρούσε ο Ενάγων 2, καθώς και το χρεωστικό υπόλοιπο πιστωτικής κάρτας του τελευταίου.

  • Η Ενάγουσα 1 με επιστολή της ημερομηνίας 09.04.2013 ζήτησε από την πρώην Εναγόμενη 2 κατάσταση λογαριασμού του δανείου στην οποία να παρουσιάζεται η εξόφλησή του.
  • Στις 11.04.2013 με νέα επιστολή της προς την πρώην Εναγόμενη 2 ζήτησε την υλοποίηση των πιο πάνω εντολών.
  • Η Εναγόμενη 1 με επιστολή της  ημερομηνίας 22.07.2013 πληροφόρησε την Ενάγουσα 1, ότι η εκτέλεση των οδηγιών της πρώην Ενάγουσας 3 δεν ήταν εφικτή.
  • Η Εναγόμενη 1 με επιστολή της ημερομηνίας 03.04.2014 τερμάτισε τη συμφωνία δανείου.

 

Πέραν των πιο πάνω μη αμφισβητούμενων γεγονότων, θα πρέπει να λεχθεί ότι το Δικαστήριο λαμβάνει δικαστική γνώση σε σχέση με νομικά θέματα και διαδικασίες («Το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές» των κ.κ. Ηλιάδη και Σάντη, έκδοση 2014, σελ.258 -260). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, έχω δικαστική γνώση για τις Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις που εκδόθηκαν την επίδικη περίοδο και αφορούσαν την Εναγόμενη 1 και την πρώην Εναγόμενη 2 (άρθρο 7 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ.1, Χριστοδούλου κ.α ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ.α (2013) 3 Α.Α.Δ 427 και Πιτσιλλίδης ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Πολ. Έφ.Ε67/2020, ημερομηνίας 29.11.2021). Συγκεκριμένα, έχω δικαστική γνώση ότι στις 25.03.2013 εκδόθηκε η Κ.Δ.Π 94/2013 με την οποία εφαρμόστηκε, σε σχέση με την πρώην Εναγόμενη 2, το μέτρο εξυγίανσης της πώλησης εργασιών. Ακολούθως, στις 29.03.2013 εκδόθηκε η Κ.Δ.Π 104/2013 δυνάμει της οποίας πωλήθηκαν ορισμένες εργασίες της πρώην Εναγόμενης 2 στην Εναγόμενη 1. Ως ημερομηνία μεταβίβασης ορίστηκε η 29.03.2013 και ώρα 06:10 π.μ. Ανάμεσα στα περιουσιακά στοιχεία που μεταβιβάστηκαν από την πρώην Εναγόμενη 2 στην Εναγόμενη 1 από την πιο πάνω ημερομηνία ήταν και οι καταθέσεις μέχρι ποσού €100.000 (παράγραφος 5(2) της Κ.Δ.Π 104/2013). Σημειώνεται, ότι στην τροποποιημένη Υπεράσπιση της Εναγόμενης 1 (παράγραφοι 1, 8 και 9) γίνεται επίκληση των πιο πάνω ρυθμίσεων (Καρατσιώλης ν. Royal Sports Betting Ltd (2008) 1A A.A.Δ 669).

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας θα γίνει μόνο επί των διιστάμενων εκδοχών και σε σχέση με τα επίδικα θέματα (Παπαλλής κ.ά. ν. Κυριακίδη (2008) 1Α Α.Α.Δ 83 και SP CONSULTANCY LTD κ.α v. TRANSTEAM LTD κ.α (2016) 1Β Α.Α.Δ 980), με κριτήρια, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος στην υπόθεση, την ευκαιρία που είχαν οι μάρτυρες να παρακολουθήσουν τα επίδικα γεγονότα, τη λογικότητα και τη συνοχή της μαρτυρίας τους, αλλά και τη σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία (Μαυροσκούφη ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ (2014) 1Α Α.Α.Δ. 339).

 

Η μαρτυρία του Μ.Ε.1 περιστράφηκε σε δύο άξονες. Αφενός, στο ότι δεν δόθηκε οποιαδήποτε ενημέρωση στην Ενάγουσα 1 από την πρώην Εναγόμενη 2 σε σχέση με τους κινδύνους που αναλάμβανε με τη δανειοδότηση σε ξένο νόμισμα. Αφετέρου, στο ότι το δάνειο εξοφλήθηκε μέσω της πώλησης ακίνητης περιουσίας της Ενάγουσας 1 στην πρώην Ενάγουσα 3 και την εντολή που έδωσε η τελευταία για εξόφληση του δανείου, μέσω της καταβολής μέρους του τιμήματος πώλησης στον λογαριασμό δανείου.

 

Θεωρώ, ότι δεν μπορεί να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στη μαρτυρία του Μ.Ε.1.

 

Η δήλωσή του περί μη πληροφόρησης της Ενάγουσας 1 για τον συναλλαγματικό και επιτοκιακό κίνδυνο που συνεπαγόταν η λήψη δανείου σε ελβετικό φράγκο βρίσκεται σε σύγκρουση με το Τεκμήριο 1. Στον όρο 9 του Τεκμηρίου 1 (σελ. 6/14), στο Παράρτημα Β του Τεκμηρίου 1 (σελ. 14/14), καθώς και στη συνημμένη σε αυτό «ΔΗΛΩΣΗ», περιλαμβάνονται ρητές αναφορές στον συναλλαγματικό και επιτοκιακό κίνδυνο. Περαιτέρω, σε άλλο έγγραφο που επισυνάπτεται στο Τεκμήριο 1 και φέρει, επίσης, την υπογραφή του Μ.Ε.1,  ο τελευταίος δήλωσε ότι κατανόησε τη σημασία και τη φύση των εγγράφων που υπέγραψε εκ μέρους της Ενάγουσας 1 αποποιούμενος ταυτόχρονα του δικαιώματός του για να συμβουλευτεί δικηγόρο της εκλογής του. Συνεπώς, η μαρτυρία του βρίσκεται σε ευθεία σύγκρουση με όσα κατά τον ουσιώδη χρόνο υπέγραψε. Υπενθυμίζω, ότι το Τεκμήριο 1 κατατέθηκε από τον ίδιο και φέρει την υπογραφή του ως διευθυντή της Ενάγουσας 1.

 

Δεν παραβλέπω τη δήλωση του Μ.Ε.1, ότι παρασύρθηκε από μία τραπεζική υπάλληλο, ονόματι Λίζα, την οποία γνώριζε και έδειξε εμπιστοσύνη στις αναφορές της περί του ότι τα έγγραφα που υπέγραψε ήταν τυπικά και δεν υπήρχε οποιοσδήποτε κίνδυνος. Η πιο πάνω δήλωση στερείται, κατά την άποψή μου, πειστικότητας. Το περιεχόμενο των εγγράφων που ο Μ.Ε.1 υπέγραψε ήταν ξεκάθαρο. Όπως υποδείχθηκε πιο πάνω, σε τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις στο Τεκμήριο 1 γίνεται ρητή αναφορά στον συναλλαγματικό και επιτοκιακό κίνδυνο που μπορούσε να αντιμετωπίσει η Ενάγουσα 1. Μαρτυρία η οποία αντικρούει όρους που περιλαμβάνονται σε έγγραφη συμφωνία, δεν είναι αποδεκτή. Στην Χατζηστυλλή ν. Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ (2012) 1 Α.Α.Δ 989, λέχθηκαν τα ακόλουθα ως προς τη σημασία της υπογραφής ενός εγγράφου:

 

«Όπως έχει προσφυώς αναφερθεί στην αγγλική υπόθεση Gallie v. Lee [1971] A.C. 1004, το πρόσωπο που υπογράφει έγγραφο, έχει την ευθύνη να προσέχει τι υπογράφει και εμποδίζεται από του να αρνηθεί την ευθύνη του με βάση το έγγραφο και σύμφωνα με το περιεχόμενό του.

 

Ο κανόνας του νόμου της απόδειξης ότι δεν επιτρέπεται η αποδοχή μαρτυρίας που αντικρούει ή τροποποιεί τους όρους εγγράφου, αναπτύχθηκε για να προσδώσει βεβαιότητα στις καθημερινές συναλλαγές (Polykarpou v. Polykarpou (1982) 1 C.L.R. 182).»

 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν μπορεί να αγνοηθεί και η εξής παράμετρος.  Ότι το πρόσωπο που υπέγραψε για λογαριασμό της Ενάγουσας 1 το Τεκμήριο 1, ήτοι ο Μ.Ε.1, είναι δικηγόρος.

 

Όσον αφορά τους ισχυρισμούς του Μ.Ε.1 περί δόλου, απάτης, ψευδών παραστάσεων και αμέλειας που επέδειξαν αντιπρόσωποι της πρώην Εναγόμενης 2, θεωρώ ότι δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης καθώς δεν αποτελούν πλέον επίδικα ζητήματα. Πέραν του ότι η πρώην Εναγόμενη 2 δεν είναι πλέον διάδικος, οι Ενάγοντες απέσυραν στις 10.01.2025 τις σχετικές με τα πιο πάνω ζητήματα θεραπείες που απαιτούσαν εναντίον της πρώην Εναγόμενης 2 (βλ. παράγραφοι Η και Ξ του παρακλητικού της τροποποιημένης Έκθεσης Απαίτησης).

 

Τα ίδια ισχύουν και για τους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο Μ.Ε.1 σε σχέση με την ισχυριζόμενη βαριά αμέλεια που επέδειξαν η Εναγόμενη 1 και οι πρώην Εναγόμενοι 2, 4 – 6, αναφορικά με τη ψήφιση και εφαρμογή του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμου του 2013 (Ν.17(Ι)/2013). Η πρώην Ενάγουσα 3 δεν είναι πλέον διάδικο μέρος και οι σχετικές αξιούμενες θεραπείες έχουν αποσυρθεί (βλ. παράγραφοι Θ, Ι, Κ και Λ του παρακλητικού της τροποποιημένης Έκθεσης Απαίτησης).

 

Ούτε και ο ισχυρισμός περί εξόφλησης του δανείου μπορεί να γίνει αποδεκτός. Η εντολή πληρωμής της πρώην Ενάγουσας 3, η οποία συνυπογράφεται από την Ενάγουσα 1 (Τεκμήριο 6), δόθηκε στις 02.04.2013. Αυτή η εντολή, όμως, δεν μπορούσε να εκτελεστεί. Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω το Δικαστήριο λαμβάνει δικαστική γνώση, ότι στις 29.03.2013, δηλαδή πριν την ημερομηνία της εντολής πληρωμής – Τεκμήριο 6, εκδόθηκε η Κ.Δ.Π 104/2013. Σύμφωνα με αυτήν μεταβιβάστηκαν στην Εναγόμενη 1 από τις 29.03.2013 και ώρα 06:10 π.μ όλα τα περιουσιακά στοιχεία της πρώην Εναγόμενης 2, πλην εκείνων που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι της Κ.Δ.Π 104/2013.  Σύμφωνα δε με την παράγραφο 5(2) της Κ.Δ.Π 104/2013, μεταβιβάστηκαν, μεταξύ άλλων, στην Εναγόμενη 1 οι υποχρεώσεις της πρώην Εναγόμενης 2  έναντι των ασφαλισμένων καταθετών της μέχρι του ποσού των €100.000. 

 

Αυτά τα δεδομένα, ήτοι της λήψης μέτρων εξυγίανσης που είχαν ως αποτέλεσμα την απομείωση των καταθέσεων των καταθετών της πρώην Εναγόμενης 2, ήταν πρωτοφανή και συντάραξαν την κυπριακή κοινωνία.  Δεν μπορεί, επομένως, παρά να ήταν γνωστά και στον ίδιο τον Μ.Ε.1. Άλλωστε, η γνώση των Εναγόντων για τα πιο πάνω μέτρα, επιβεβαιώνεται και από τη σελ.7 της αγόρευσής τους στην οποία γίνεται ρητή αναφορά στην Κ.Δ.Π 104/2013.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η εντολή της πρώην Ενάγουσας 3 προς την πρώην Εναγόμενη 2 για μεταφορά ποσού €581.067 από λογαριασμό που διατηρούσε στην τελευταία προς εξόφληση του δανείου της Ενάγουσας 1 δεν μπορούσε εκ των πραγμάτων να εκτελεστεί. Κατά τον ουσιώδη χρόνο, η κατάθεση της πρώην Ενάγουσας 3 είχε μεταβιβαστεί στην Εναγόμενη 1 και αυτή δεν ξεπερνούσε το ποσό των €100.000.

 

Εν πάση περιπτώσει, δεν προσφέρθηκε μαρτυρία από την πρώην Ενάγουσα 3 ή άλλο μαρτυρικό υλικό που να υποστηρίζει ότι ο τραπεζικός λογαριασμός της χρεώθηκε με το αντίστοιχο ποσό που αφορούσε την εξόφληση του δανείου. Ούτε και έχει τεθεί ενώπιόν μου μαρτυρία που να υποστηρίζει, ότι η Ενάγουσα 1 τήρησε τη συμβατική υποχρέωση που ανέλαβε δυνάμει του αγοραπωλητηρίου εγγράφου (Τεκμήριο 5) για πώληση του επίμαχου ακινήτου στην πρώην Ενάγουσα 3. Ειδικότερα, δεν τέθηκε ενώπιον μου μαρτυρία που να υποστηρίζει ότι το πιο πάνω ακίνητο μεταβιβάστηκε, δυνάμει του Τεκμηρίου 5, στην πρώην Ενάγουσα 3.

 

Καταληκτικά, σημειώνω και τον εξής προβληματισμό ως προς τη μαρτυρία του Μ.Ε.1. Εφόσον, ως ισχυρίστηκε, στηρίχθηκε στις διαβεβαιώσεις της Λίζας, οι οποίες στην πορεία δεν επιβεβαιώθηκαν, τότε γιατί αποδέχθηκε την εισήγηση της πρώην Εναγόμενης 2 για εξόφληση του δανείου μέσω πώλησης ακίνητης περιουσίας χωρίς να έχει προηγουμένως διασαφηνιστεί το ζήτημα της συναλλαγματικής ισοτιμίας και κατ’ επέκταση του υπολοίπου του δανείου. Υπενθυμίζω, ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε.1, η πρώην Εναγόμενη 2 δεν απάντησε στο αίτημα της Ενάγουσας 1 για αποπληρωμή στην ισοτιμία που ίσχυε κατά τον χρόνο σύναψης της συμφωνίας. Επομένως, στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, στις 02.04.2013 το υπόλοιπο του δανείου θα υπολογιζόταν με την τρέχουσα και όχι την αρχική ισοτιμία ως η επιθυμία της Ενάγουσας 1. Με άλλα λόγια αποδέχθηκε στην πράξη και ανεπιφύλακτα την ισοτιμία που εφάρμοζε η πρώην Εναγόμενη 2.  Τονίζεται, ότι στο Τεκμήριο 6, όπως και στο Τεκμήριο 15, ουδεμία αναφορά ή επιφύλαξη υπάρχει σε σχέση με τη συναλλαγματική ισοτιμία και το χρεωστικό υπόλοιπο του δανείου. Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε γιατί διαμαρτύρεται για τη συναλλαγματική ισοτιμία και για το ότι παραπλανήθηκε από υπαλλήλους της πρώην Εναγόμενης 2; Το αναμενόμενο θα ήταν να λάμβανε άλλα μέτρα σε σχέση με τη συμφωνία δανείου και όχι να προχωρούσε στην ισχυριζόμενη εξόφλησή του.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, θεωρώ ότι ουδεμία βαρύτητα μπορεί να δοθεί στη μαρτυρία του Μ.Ε.1.

 

Η μαρτυρία της Μ.Ε.2 κρίνεται ως αποδεκτή και αξιόπιστη. Πέραν του ότι δεν αντεξετάστηκε, σημειώνω ότι η παραχώρηση της υποθήκης με αριθμό Υ10143/2008 από την Ενάγουσα 1 προς εξασφάλιση του δανείου αποτελεί παραδεκτό γεγονός.

 

Ο Μ.Ε.3 κατέθεσε υπό την ιδιότητα του εμπειρογνώμονα.  Το καθήκον των εμπειρογνωμόνων έναντι του Δικαστηρίου και ο τρόπος προσέγγισης της μαρτυρίας τους απασχόλησε σε αρκετές περιπτώσεις τη νομολογία. Στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Γεώργιος Ευριπίδου κ.ά., (2015) 2Α Α.Α.Δ 140, λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

 

«Υπενθυμίζουμε ότι με βάση καλά εδραιωμένες νομολογιακές αρχές, η υποχρέωση ενός εμπειρογνώμονα είναι να προμηθεύσει το δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για αξιολόγηση της ορθότητας των συμπερασμάτων του ώστε να σχηματίσει ίδιαν ανεξάρτητη γνώμη [βλ. Σπύρου ν. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1(Ε) ΑΑΔ 298]. Ο εμπειρογνώμονας μάρτυρας, δεν πρέπει επίσης να αρκείται στην παρουσίαση της άποψης του με γυμνές δηλώσεις οι οποίες δεν παρέχουν στο Δικαστήριο δυνατότητα ελέγχου της επιστημονικής άποψης του [βλ. Δημοκρατία ν. Ηροδότου Αγιώτου (2000) 1 ΑΑΔ 1020].»

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας των εμπειρογνωμόνων γίνεται εφαρμόζοντας τις ίδιες αρχές όπως και για κάθε άλλο μάρτυρα (Βασιλείου v. Πέτρου, Πολ. Έφ. 106/2015, ημερομηνίας 19.03.2025).

 

Προέχει η κρίση του κατά πόσο ο Μ.Ε.3 είναι εμπειρογνώμονας επί των ζητημάτων για τα οποία κλήθηκε να καταθέσει. Θεωρώ, ότι διαθέτει τα ακαδημαϊκά προσόντα για να καταθέσει ως εμπειρογνώμονας αναφορικά με τη μελέτη και ετοιμασία τραπεζικών καταστάσεων λογαριασμού (Halil κ.α ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. 271/2018, ημερομηνίας 15.03.2024).  Επιπροσθέτως, η ικανότητα του Μ.Ε.3 να προσφέρει μαρτυρία επί των πιο πάνω ζητημάτων δεν έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση. 

 

Προχωρώ στην ουσία της μαρτυρίας του, η οποία αποσκοπούσε στην εξακρίβωση του οφειλόμενου, δυνάμει του Τεκμηρίου 1, ποσού. Προς τον σκοπό αυτό ετοίμασε σχετική κατάσταση λογαριασμού – Τεκμήριο 16. 

 

Η μαρτυρία του Μ.Ε.3 εκφεύγει, κατά την κρίση μου, των επιδίκων θεμάτων της παρούσας αγωγής. Η αγωγή των Εναγόντων, ως αυτή έχει διαμορφωθεί μέσω της τροποποιημένης Έκθεσης Απαίτησης και των διεκδικούμενων θεραπειών, δεν καθιστά ως επίδικο ζήτημα τον καθορισμό του οφειλόμενου από την Ενάγουσα 1 ποσού δυνάμει του επίδικου δανείου.

 

Είναι καλά γνωστή η αρχή, ότι τα δικόγραφα αποτελούν το θεμέλιο της δίκης και αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων (Γεωργιάδη κ.α ν. Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Πολ. Έφ. αρ.376/2014, ημερ.16.03.2023), ECLI:CY:AD:2023:A90.  Αποτελεί δε πάγια αρχή της νομολογίας, ότι μαρτυρία η οποία εκφεύγει των δικογραφημένων θέσεων δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη (Μελάς ν. Κυριάκου (2003) 1Β Α.Α.Δ 826, Παπά ν. D. Stavrinos Constructions Ltd, Πολ. Έφ. αρ.217/2008, ημερομηνίας 21.02.2017, ECLI:CY:AD:2017:A56 και Demar Kronos Limited v. Gray κ.α., Πολ. Έφ. αρ.264/2014, ημερομηνίας 22.02.2023), ECLI:CY:AD:2023:A62. Συνεπώς, η μελέτη που διενήργησε ο Μ.Ε.3 και αποτυπώθηκε στο Τεκμήριο 16 συνιστά μη αποδεκτή μαρτυρία. 

 

Ανοίγω μία παρένθεση για να σημειώσω τα ακόλουθα.  Στην αγόρευση των ευπαίδευτων συνηγόρων των Εναγόντων αναφέρεται, ότι στο πρακτικό ημερομηνίας 05.11.2024 το Δικαστήριο επισήμανε ότι το μόνο θέμα που παρέμενε ήταν η εξεύρεση του οφειλόμενου ποσού. Η αναφορά του Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 05.11.2024 έγινε στο πλαίσιο κοινού αιτήματος των διαδίκων για αναβολή της ακρόασης. Συγκεκριμένα, προς αιτιολόγηση του πιο πάνω αιτήματος αναφέρθηκε από τη συνήγορο των Εναγόντων ότι γίνονταν συζητήσεις με την Εναγόμενη 1 προς εξεύρεση του οφειλόμενου ποσού, καθώς και ότι στο πλαίσιο των πιο πάνω συζητήσεων δόθηκαν αναδομημένοι λογαριασμοί στις αγωγές με αρ. 2084/15, 2085/15, 2086/15 και 2221/15 στις οποίες Ενάγουσα είναι η νυν Εναγόμενη 1. Το Δικαστήριο, αποφασίζοντας να εγκρίνει το αίτημα για αναβολή, αναφέρθηκε και στο ζήτημα των προσπαθειών που καταβάλλονταν για εξεύρεση του οφειλόμενου ποσού.

 

Επομένως, με την πιο πάνω αναφορά, το Δικαστήριο δεν προχώρησε στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων. Άλλωστε, δεν θα ήταν επιτρεπτό για το Δικαστήριο να ορίσει ως επίδικο θέμα, ζήτημα το οποίο δεν περιλαμβάνεται στις δικογραφημένες θέσεις των Εναγόντων.

 

Κλείνω την πιο πάνω παρένθεση και επανέρχομαι στη μαρτυρία του Μ.Ε.3. Δεν παραβλέπω το γεγονός, ότι μία από τις παραμέτρους που χρησιμοποίησε ο Μ.Ε.3 για την ετοιμασία του Τεκμηρίου 16 αφορούσε τη συναλλαγματική ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ. Το ζήτημα της συναλλαγματικής ισοτιμίας εγείρεται στα δικόγραφα και συγκεκριμένα προβάλλεται η θέση, ότι το δάνειο θα πρέπει να εξοφληθεί στη βάση της ισοτιμίας που ίσχυε κατά τον χρόνο σύναψης της συμφωνίας.

 

Οι δηλώσεις του Μ.Ε.3 επί του ζητήματος της συναλλαγματικής ισοτιμίας δεν αποτελούν προϊόν εμπειρογνωμοσύνης. Καταρχάς, όσα δήλωσε δεν ήταν αποτέλεσμα των επαγγελματικών του γνώσεων ή της εμπειρίας του σε σχέση με το πώς εφαρμόζεται η ισοτιμία σε περιπτώσεις δανεισμού σε ξένο νόμισμα. Αντιθέτως, όπως ο ίδιος διευκρίνισε,  εφάρμοσε την αρχική ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ στηριζόμενος στις καταστάσεις λογαριασμού που ετοιμάστηκαν από την Themis (Τεκμήρια 18 και 18Α) η οποία ακολούθησε την εν λόγω ισοτιμία.  Πέραν τούτου, ο Μ.Ε.3 δεν παρέθεσε οποιαδήποτε επιστημονικά ή εμπειρικά κριτήρια τα οποία να υποστηρίζουν ότι σε περιπτώσεις χορήγησης δανείων σε ξένο νόμισμα η ισοτιμία «κλειδώνει» κατά την ημερομηνία κατάρτισης της εκάστοτε συμφωνίας. 

 

Επιπροσθέτως, τα Τεκμήρια 18 και 18Α επί των οποίων στηρίχθηκε ο Μ.Ε.3, δεν προσφέρονται για εξαγωγή συμπερασμάτων. Σημειώνω, ότι κατά την κατάθεση των εν λόγω Τεκμηρίων στις 12.12.2024 υπήρξε ένσταση από μέρους του συνηγόρου της Εναγόμενης 1. Το Δικαστήριο, επιτρέποντας την κατάθεσή τους, επισήμανε ότι τα ζητήματα που ηγέρθηκαν από τον κ. Κόκκινο στο πλαίσιο της ένστασής του, άπτονται ζητημάτων που αφορούν τη βαρύτητα που μπορεί να αποδοθεί στα εν λόγω Τεκμήρια. Η βαρύτητα εξετάζεται σε αυτό το στάδιο, ήτοι στο στάδιο της αξιολόγησης της μαρτυρίας.

 

Θεωρώ, ότι δεν μπορεί να αποδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στα εν λόγω Τεκμήρια για τους λόγους που θα εξηγηθούν αμέσως πιο κάτω.

 

Πρώτον, τα Τεκμήρια 18 και 18Α αποτελούν αναδομημένες καταστάσεις λογαριασμού οι οποίες καταλήγουν στο υπόλοιπο του δανείου σε συγκεκριμένη ημερομηνία.  Το πλαίσιο, επομένως, εντός του οποίου ετοιμάστηκαν δεν αποτελεί επίδικο ζήτημα της υπό κρίση αγωγής.  Επαναλαμβάνω, ότι το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού δεν είναι επίδικο θέμα στην παρούσα.

 

Δεύτερον, τα Τεκμήρια 18 και 18Α φέρουν την ένδειξη «άνευ βλάβης» και στον τίτλο αυτών καταγράφεται ως αριθμός δικαστικής αγωγής ο αριθμός 2221/2015. Πρόκειται, προφανώς, για Τεκμήρια τα οποία ετοιμάστηκαν στο πλαίσιο προσπαθειών εξώδικου διακανονισμού άλλης υπόθεσης.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η μαρτυρία του Μ.Ε.3 δεν γίνεται αποδεκτή καθώς εκφεύγει των επιδίκων ζητημάτων της παρούσας αγωγής.

 

Ευρήματα

Τα μοναδικά ευρήματα στα οποία μπορεί να καταλήξει το Δικαστήριο είναι τα γεγονότα που καταγράφηκαν στο κεφάλαιο της αξιολόγησης της μαρτυρίας ως παραδεκτά ή μη αμφισβητούμενα, καθώς και ως γεγονότα για τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει δικαστική γνώση. Όλα τα προαναφερόμενα γεγονότα καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου. Για σκοπούς οικονομίας θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να καταγραφούν εκ νέου.

 

Συμπεράσματα

Πριν την παράθεση των συμπερασμάτων του Δικαστηρίου, θεωρώ χρήσιμη την παρεμβολή των διεκδικούμενων θεραπειών από τους Ενάγοντες, ως αυτές διαμορφώθηκαν στις 10.01.2025:

 

«Β.  Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι Ενάγοντες 1 εξόφλησαν τον λογαριασμό δανείου αρ. [ ] τον οποίο διατηρούσαν στον Εναγόμενο 2, Αυγουστίνος Παπαθωμά ως Εκκαθαριστής της εταιρείας CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED εκ Λευκωσίας.

 

Γ.    Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι Ενάγων 2 εξόφλησε τον λογαριασμό [ ] καθώς και την πιστωτική κάρτα αρ. [ ].

 

Δ.    Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον τους Εναγομένους 1, τον Εναγόμενο 2, Αυγουστίνος Παπαθωμά ως Εκκαθαριστής της εταιρείας CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED εκ Λευκωσίας και 3 όπως αποσύρουν και/ή εξαλείψουν και/ή ακυρώσουν την υποθήκη Υ10143/08 του Κτηματολογίου Λεμεσού η οποία εκτελέσθη προς εξασφάλιση του Εναγομένου 2, Αυγουστίνος Παπαθωμά ως Εκκαθαριστής της εταιρείας CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED εκ Λευκωσίας εις το δάνειο εις ξένο νόμισμα.

 

Ζ.    Διάταγμα και/ή απόφαση του Δικαστηρίου όπως το δάνειο υπ’ αρ. λογαριασμού [ ] ημερ. 10.09.2008 με βάσει το οποίο ο Εναγόμενος 2, Αυγουστίνος Παπαθωμά ως Εκκαθαριστής της εταιρείας CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED εκ Λευκωσίας παρεχώρησε προς τους Ενάγοντες 1 δάνειο 925.000.- ελβετικών φράγκων ισόποσο σε €573.000.- με τόκο 4,51% και μηνιαία δόση 8.781 ελβετικών φράγκων αποπληρωθεί και εξοφληθεί εις την ισοτιμία του ευρώ – ελβετικού φράγκου που ίσχυε κατά τον χρόνο που υπεγράφη η σύμβαση την 10.09.2008 και ήτο 1,52.

 

Ο.   €736.645,18 ελβετικά φράγκα και/ή το ισόποσο τούτο εις ευρώ διά ζημία την οποία υπέστησαν οι Ενάγοντες 1 ως αναφέρεται στην παράγραφο 43α ανωτέρω.

 

Π.   €269.154,14 ευρώ διά ζημία την οποία υπέστησαν οι Ενάγοντες 1 ως αναφέρεται στην παράγραφο 43β ανωτέρω.

 

Ρ.    €150.000 ευρώ διά ζημία την οποία υπέστησαν οι Ενάγοντες 1 ως αναφέρεται στην παράγραφο 43γ ανωτέρω.

 

Σ.    Γενικές Αποζημιώσεις για παράβαση και/ή αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων και/ή ως άνωθι αναφέρεται.

 

Τ.    Επαυξημένες και/ή Τιμωρητικές Αποζημιώσεις.

 

Υ.    Νόμιμο τόκο.

 

Φ.   Οποιοδήποτε άλλο διάταγμα και/ή θεραπεία ήθελε κρίνει το Σεβαστό Δικαστήριο δίκαιη ή αναγκαία υπό τις περιστάσεις να παράσχει.»

 

 

Οι Ενάγοντες 1 και 2 δεν απέδειξαν στο πλαίσιο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, ότι η Εναγόμενη 1 ευθύνεται για την μη εκτέλεση της εντολής πληρωμής της πρώην Ενάγουσας 3 ημερομηνίας 02.04.2013 η οποία απευθυνόταν στην πρώην Εναγόμενη 2. 

 

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, στις 29.03.2013 εκδόθηκε και εφαρμόστηκε το διάταγμα πώλησης ορισμένων εργασιών της πρώην Εναγόμενης 2 στην Εναγόμενη 1 στη βάση των προνοιών της Κ.Δ.Π 104/2013. Επομένως, από τις 29.03.2013, η πρώην Ενάγουσα 3 είχε στη διάθεσή της ποσό το οποίο δεν υπερέβαινε τις €100.000 και το οποίο μεταφέρθηκε στην Εναγόμενη 1. Κατά συνέπεια, ήταν αδύνατη η εκτέλεση της πιο πάνω εντολής στις 02.04.2013.

 

Εν πάση περιπτώσει, το πρόσωπο που θα νομιμοποιούνταν να διαμαρτύρεται για τη μη εκτέλεση της εντολής πληρωμής είναι η πρώην Ενάγουσα 3. Στην υπόθεση Cyprus Popular Bank Public Co Ltd ν. Otis Elevator (Cyprus) Ltd κ.α. (2015) 1Α Α.Α.Δ 277, αναφέρθηκε ότι η παράβαση καθήκοντος φροντίδας και επιμέλειας της Τράπεζας, όταν η τελευταία δέχεται οδηγίες από τον πελάτη της, δίδει δικαίωμα στον τελευταίο για να καταχωρίσει αγωγή για αποζημιώσεις εφόσον υπέστη απώλεια. Στην προκείμενη περίπτωση, οι οδηγίες δόθηκαν από την πρώην Ενάγουσα 3 προς την πρώην Εναγόμενη 2.  Μεταξύ των δύο υπήρχε σχέση πελάτη και τραπεζίτη. Ούτε η μία, ούτε η άλλη, είναι πλέον διάδικοι. Περαιτέρω, δεν έχει καταδειχθεί οποιαδήποτε απώλεια στο πρόσωπο της πρώην Ενάγουσας 3 εφόσον δεν υπήρξε ισχυρισμός ότι η τελευταία κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό έναντι του τιμήματος αγοράς του ακινήτου.

 

Η αποτυχία των Εναγόντων να αποδείξουν ευθύνη της Εναγόμενης 1 για τη μη εκτέλεση της επίμαχης εντολής πληρωμής συμπαρασύρει και τις αξιώσεις τους περί εξόφλησης των προσωπικών λογαριασμών του Ενάγοντα 2, εξάλειψης της υποθήκης με αριθμό Υ10143/2008, καθώς και της διεκδίκησης αποζημιώσεων λόγω ισχυριζόμενης ζημιάς που υπέστησαν από τη μη εξόφληση του δανείου και των λογαριασμών των Εναγόντων 1 και 2 αντίστοιχα ή λόγω παράβασης συμβατικών υποχρεώσεων.

 

Έρχομαι στην απαίτηση των Εναγόντων για αποπληρωμή και εξόφληση του δανείου στην ισοτιμία ελβετικού φράγκου και ευρώ που ίσχυε κατά τον χρόνο κατάρτισης της συμφωνίας.

 

Δεν υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία που να τεκμηριώνει την πιο πάνω απαίτηση των Εναγόντων. Αντιθέτως, όπως αναφέρθηκε κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Ε.1, σε τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις γίνεται επί του Τεκμηρίου 1 (όρος 9, Παράρτημα Β και «ΔΗΛΩΣΗ») ρητή αναφορά στον συναλλαγματικό και επιτοκιακό κίνδυνο που μπορούσε να αντιμετωπίσει η Ενάγουσα 1. Ενδεικτικά αναφέρομαι στο Παράρτημα Β του Τεκμηρίου 1, σύμφωνα με το οποίο η πρώην Εναγόμενη 2 είχε το δικαίωμα να αναπροσαρμόζει το ποσό των μηνιαίων δόσεων κατά τη διάρκεια του δανείου, ούτως ώστε το τελευταίο να αποπληρωθεί πλήρως εντός της συμφωνηθείσας περιόδου των 14 ετών. Μάλιστα, η πιο πάνω αναπροσαρμογή θα γινόταν κατά την ημερομηνία της πληρωμής εκάστης δόσης. Υπενθυμίζω, ότι η υπογραφή του Τεκμηρίου 1 είναι αναντίλεκτο γεγονός.   

 

Ούτε και τίθεται ζήτημα ελέγχου ενδεχόμενου καταχρηστικού χαρακτήρα της πιο πάνω ρήτρας. Καταρχάς δεν εγέρθηκε τέτοιο ζήτημα, είτε στο δικόγραφο, είτε μέσω της προσκομισθείσας μαρτυρίας. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Varbedian κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ. Έφ. 302/2019, ημερομηνίας 23.06.2025, η ευχέρεια του Δικαστηρίου να επιληφθεί ακόμη και αυτεπάγγελτα ζητήματος καταχρηστικών ρητρών δεν ισοδυναμεί με απόφανση εκ μέρους του χωρίς συγκεκριμενοποίηση και παράθεση των απαραίτητων προς τούτο στοιχείων.

 

Περαιτέρω, ο καθορισμός του χρεωστικού υπολοίπου του επίδικου δανείου στη βάση των προνοιών του Τεκμηρίου 1 δεν αποτελεί επίδικο ζήτημα.  Η απόφανση ως προς το κατά πόσο ρήτρα, ως η προαναφερόμενη, είναι καταχρηστική ή όχι, είναι άμεσα συνυφασμένη με το χρεωστικό υπόλοιπο του δανείου. Άλλωστε, όπως διεφάνη από την αντεξέταση του Μ.Ε.3, εκκρεμεί άλλη αγωγή αντικείμενο της οποίας είναι το υπόλοιπο του δανείου.

 

Καταληκτικά αναφέρω τα ακόλουθα σε σχέση με τη θέση του συνηγόρου της Εναγόμενης 1 ότι δικαιούχος του επίδικου δανείου είναι η Themis. Θέση την οποία ενστερνίζονται και οι Ενάγοντες στην αγόρευσή τους. Καταρχάς, η Themis δεν είναι διάδικο μέρος.  Περαιτέρω, ισχυρισμός ότι η Themis είναι δικαιούχος του δανείου δεν εντοπίζεται στα τροποποιημένα δικόγραφα. Επιπροσθέτως, δεν έχει προσφερθεί μαρτυρία που να καταδεικνύει κάτι τέτοιο. Η μαρτυρία της Μ.Ε.2 περιορίστηκε μόνο στο πρόσωπο το οποίο εμφαίνεται ως ενυπόθηκος δανειστής στην υποθήκη με αριθμό Υ10143/2008. Δεν επεκτάθηκε σε οτιδήποτε άλλο πέραν τούτου. Όσον αφορά τα Τεκμήρια 18 και 18A, πέραν του ότι για τους λόγους που επεξηγήθηκαν στο στάδιο αξιολόγησης της μαρτυρίας στερούνται αποδεικτικής βαρύτητας, δεν καταδεικνύουν από μόνα τους ότι ο δικαιούχος του δανείου είναι η Themis και όχι η Εναγόμενη 1.

 

Κατάληξη

Υπό το φως των πιο πάνω, η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Εναγόμενης 1 και εναντίον των Εναγόντων 1 και 2 αλληλέγγυα και/ή ξεχωριστά ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 13.12.2013 ακυρώνεται.

 

 

                                                                        (Υπ.) …………………………………….

                                                                                        Μ. Αγιομαμίτης, Π.Ε.Δ.

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

/ΜΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο