
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Χαραλάμπους, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 613/2024 (i-Justice)
Μεταξύ:
Ανδρέας Χατζηστερκώτης
Ενάγοντα
-και-
Roman Galiev
Εναγομένου
……………………………….
Ημερομηνία: 10.6.2025
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντα - Αιτητή: Ο κ. Χ. Aντρέου για Χατζηλοιζου, Χατζηνικολάου & Σία Δ.Ε.Π.Ε
Για Εναγόμενο-Καθ’ου η Αίτηση : Ο κ. Α. Ν Νεοκλέους για Ν.Ε Νεοκλέους Δ.Ε.Π Ε
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
(αναφορικά με το ζήτημα δικαιοδοσίας)
Στις 3.7.2024 ο Ενάγοντας καταχώρησε, δυνάμει του Μέρους 7 των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, Έντυπο Απαίτησης εναντίον του Εναγομένου, στο οποίο ενσωματώνεται και Έκθεση Απαίτησης του.
Με την απαίτηση του ο Ενάγοντας αξιώνει από τον Εναγόμενο διάταγμα του Δικαστηρίου που να τον διατάσσει όπως του παραδώσει ελεύθερη και κενή κατοχή ενός διαμερίσματος (τα στοιχεία του οποίου καταγράφονται με λεπτομέρεια στην έκθεση απαίτησης) (στο εξής «το επίδικο ακίνητο»), απόφαση σε σχέση με οφειλόμενα ενοίκια καθώς και αποζημιώσεις.
Στις 9.8.2024 ο Εναγόμενος καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης.
Ακολούθως, στις 18.9.2024 ο Ενάγοντας καταχώρησε, δυνάμει του Μέρους 23 των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, αίτηση εναντίον του Εναγομένου για την έκδοση συνοπτικής απόφασης.
Η εν λόγω αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση του Εναγομένου. Προβάλλει επί της ουσίας ως μοναδικό λόγο ένστασης ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει την παρούσα απαίτηση και ότι αρμόδιο Δικαστήριο είναι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Αποτελεί ισχυρισμό του ότι αφενός μεν ο Εναγόμενος είναι θέσμιος ενοικιαστής, αφετέρου δε ότι το επίδικο ακίνητο εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων εφόσον αυτό ήταν ενοικιασμένο ή προσφέρετο για ενοικίαση κατά την 31.12.1999.
Κατά την ακρόαση της αίτησης για συνοπτική απόφαση, το Δικαστήριο, στη βάση σχετικού πρακτικού του, ημερομηνίας 17.3.2025, και με τη σύμφωνη γνώμη αμφοτέρων των διαδίκων, εξέδωσε διάταγμα αναστολής εκδίκασης της αίτησης για την έκδοση συνοπτικής απόφασης, δυνάμει του Μέρους 3.1.(2)(στ) και στα πλαίσια των γενικών εξουσιών του σε σχέση με τη διαχείριση υποθέσεων, μέχρι ωσότου το Δικαστήριο αποφασίσει, κατά προτεραιότητα, το εγερθέν από τον Εναγόμενο ζήτημα δικαιοδοσίας. Αυτό δε κρίθηκε αναγκαίο εφόσον στα πλαίσια εκδίκασης συνοπτικής απόφασης το Δικαστήριο δεν αποφασίζει ζητήματα δικαιοδοσίας και ότι το κατάλληλο στάδιο εκδίκασης τέτοιου ζητήματος είναι αυτό της ακροαματικής διαδικασίας (LCA Domiki Limited v. ICE Developers Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 473/2011, ημερομηνίας 28.9.2017), ECLI:CY:AD:2017:A323.
Μέσα στα πλαίσια αυτά και με σκοπό το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του ζητήματος της δικαιοδοσίας δόθηκαν και στις δύο πλευρές οδηγίες όπως καταχωρήσουν γραπτή μαρτυρία προς υποστήριξη των θέσεων τους.
Ο Εναγόμενος, ο οποίος στη βάση των οδηγιών του Δικαστηρίου διατάχθηκε πρώτος να καταχωρήσει την γραπτή του μαρτυρία, δεν συμμορφώθηκε με αυτές εφόσον επέλεξε, για δικούς του άγνωστους λόγους προς το Δικαστήριο, να μην καταχωρήσει οποιαδήποτε σχετική γραπτή μαρτυρία.
Αντίθετα, ο Ενάγοντας καταχώρησε ένορκη δήλωση στις 9.4.2025.
Προέβαλε σε αυτή την θέση ότι εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του επίδικου ακινήτου είναι η θυγατέρα του. Της το μεταβίβασε κατόπιν δωρεάς. Ο ίδιος διατηρεί δικαίωμα οίκησης και επικαρπίας εφ΄ όρου ζωής του εν λόγω ακινήτου. Ισχυρίζεται δε ότι αυτό δεν υπάγεται στις πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου εφόσον ο ίδιος διέμενε σε αυτό, ως ο ιδιοκτήτης του, από την ημερομηνία αγοράς του (1991) μέχρι και το έτος 2010. Προς τεκμηρίωση του πιο πάνω ισχυρισμού του επισύναψε ως Τεκμήρια 2 και 3, αντιστοίχως, δηλώσεις του διαχειριστή της πολυκατοικίας που βρίσκεται το εν λόγω επίδικο ακίνητο καθώς και του Κοινοτάρχη της ενορίας όπου αυτό βρίσκεται.
Η ακρόαση της αίτησης έγινε στη βάση της ένορκης δήλωσης του Ενάγοντα και των γραπτών αγορεύσεων που αμφότερες οι πλευρές προσκόμισαν στο Δικαστήριο.
Έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τις θέσεις και τα επιχειρήματα εκάστης πλευράς.
Το ζήτημα αμφισβήτησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τυγχάνει διαπραγμάτευσης στο Μέρος 12 των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας Σύμφωνα με το Μέρος 12 (1) Εναγόμενος, ο οποίος επιθυμεί να αμφισβητήσει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, δύναται να αιτηθεί από το Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος το οποίο να αναγνωρίζει ότι στερείται τέτοιας δικαιοδοσίας ή δεν θα πρέπει να ασκήσει οποιαδήποτε δικαιοδοσία δυνατόν να έχει. Σύμφωνα με το Μέρος 12.1(2) Εναγόμενος, ο οποίος επιθυμεί να υποβάλει τέτοια αίτηση, οφείλει πρώτα να καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης, σύμφωνα με το Μέρος 10, και να σημειώσει την κατάλληλη επιλογή, η οποία υποδηλώνει την πρόθεση του αυτή. Σύμφωνα επίσης με το Μέρος 12.1(3) τέτοια αίτηση πρέπει να υποβάλλεται εντός 14 ημερών από την καταχώρηση του σημειώματος εμφάνισης και να υποστηρίζεται από μαρτυρία.
Αποτελεί κοινό τόπο αλλά και ως προκύπτει από το φάκελο του Δικαστηρίου ότι ο Εναγόμενος δεν προέβη στις πιο πάνω ενέργειες. Για το ποιες είναι οι συνέπειες ενός Εναγομένου αναφορικά με τις πιο πάνω παραλείψεις του η απάντηση δίδεται στο Μέρος 12.1 (4) η οποία αναφέρει πως, παράλειψη των πιο πάνω ενεργειών, θεωρείται ότι ο Εναγόμενος έχει αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και δεν δύναται να ισχυριστεί ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να ασκήσει τη δικαιοδοσία του. Το θέμα όμως δεν τελειώνει εδώ. Σύμφωνα με το Μέρος 12.1(5) η αποδοχή από διάδικο δικαιοδοσίας δεν συνεπάγεται ανάληψη δικαιοδοσίας από Δικαστήριο εκεί όπου αυτό στερείται δικαιοδοσίας δυνάμει Νόμου. Επομένως έστω και αν ο Εναγόμενος με τις πιο πάνω παραλείψεις του τεκμαίρεται ότι έχει αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου και ότι δεν δύναται να ισχυριστεί ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να ασκήσει τη δικαιοδοσία του, από τη στιγμή που εγείρεται ζήτημα δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου δυνάμει Νόμου, δηλαδή ότι η επίδικη διαφορά εμπίπτει εντός των προνοιών του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, οφείλει το Δικαστήριο καθηκόντος να εξετάσει το ζήτημα αυτό.
Σημειώνω κατ' αρχάς ότι η ανάληψη και άσκηση δικαστικής εξουσίας από το Επαρχιακό Δικαστήριο συναρτάται τόσο με την καθ' ύλην όσο και με την κατά τόπο αρμοδιότητα του. Η αρμοδιότητα αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση των δικαιοδοσιών του Επαρχιακού Δικαστηρίου (Θεοχάρους v. Παστελλή (1993) 1ΑΑΔ 240).
Ο Περί Ενοικιοστασίου Νόμος του 1983, Ν.23/1983 καθίδρυσε τα Δικαστήρια Ελέγχου Ενοικιάσεων.
Στην πρόσφατη υπόθεση ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΛΕΖΟΥ κ.α. v. ΧΑΡΗΣ ΚΑΦΑΡΙΔΗΣ ΕΣΤΕΗΤ ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση Αρ.: 295/2018, 28/3/2024, λέχθηκε ότι:
«Για να υπάγεται μία διαφορά στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων πρέπει να τηρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) το ακίνητο να υπάγεται στα πλαίσια εφαρμογής του Ν.23/83, δηλαδή να ευρίσκεται εντός των ορίων ελεγχόμενης περιοχής και να συμπληρώθηκε μέχρι και την 31.12.1999,
β) να υφίσταται ενοικίαση ή άλλη κατοχή του ακίνητου δυνάμει της οποίας δημιουργείται η σχέση ιδιοκτήτη και ενοικιαστή και
γ) ο ενοικιαστής να είναι θέσμιος και κατ' επέκταση η ενοικίαση να είναι θέσμια.
Σύμφωνα με τον νόμο, «θέσμιος ενοικιαστής» σημαίνει ενοικιαστής ακίνητου o οποίος κατά τη λήξη ή τον τερματισμό της πρώτης ενοικίασης εξακολουθεί να κατέχει το ακίνητο. Ως «πρώτη ενοικίαση» ορίζεται η πρώτη ενοικίαση του ακίνητου από τον εκάστοτε ενοικιαστή και η διάρκεια της καθορίζεται από το ενοικιαστήριο έγγραφο ή την προφορική συμφωνία ή ελλείψει αυτών από τον τρόπο πληρωμής του ενοικίου.»
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται σωρευτικώς.
Σύμφωνα με το ερμηνευτικό άρθρο 2 του πιο πάνω Νόμου «ακίνητο» σημαίνει «κτίριο υπό ή προς ενοικίαση για κατοικία ή κατάστημα που βρίσκεται μέσα στα όρια ελεγχόμενης περιοχής και συμπληρώθηκε μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1999» ενώ «ελεγχόμενη περιοχή» σημαίνει «οποιαδήποτε περιοχή της Κύπρου ήθελε κηρυχθεί ως τέτοια με διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (3) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου».
Στην υπόθεση ΦΥΣΕΝΤΖΙΔΗ v. K&C SNOOKER & POOL ENTERTAINMENT, Πολιτική Έφεση Αρ. 30/2019, ημερομηνίας 1/6/2020, ECLI:CY:AD:2020:A171, εξετάστηκε και έτυχε ερμηνείας η έννοια της λέξης «ακίνητο» όπως αυτή καταγράφεται στον πιο πάνω Νόμο, ως προς το δικαιοδοτικό θέμα της δημιουργίας θέσμιας ενοικίασης και κατ' επέκταση της απόκτησης αποκλειστικής δικαιοδοσίας από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Αυτό που προκύπτει μέσα από το Δικαστικό λόγο της εν λόγω απόφασης είναι ότι πέραν από την ανάγκη να αποδεικνύεται ότι το ακίνητο βρίσκεται σε ελεγχόμενη περιοχή και ότι συμπληρώθηκε μέχρι την 31.12.1999, πρέπει επιπρόσθετα να προσκομίζεται μαρτυρία με την οποία να καταδεικνύεται ότι το ακίνητο προσφερόταν προς ενοικίαση ή να ήταν ενοικιασμένο κατά την πιο πάνω περίοδο, ώστε η επίδικη διαφορά να εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων.
Το βάρος απόδειξης περί του ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας και ότι αρμόδιο Δικαστήριο είναι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως το φέρει ο Εναγόμενος εφόσον αυτός έχει εγείρει το υπό εξέταση ζήτημα μέσω της ένστασης που καταχώρησε στα πλαίσια της αίτησης για έκδοση συνοπτικής απόφασης αλλά και μέσω των προφορικών του παραστάσεων κατά την ακροαματική διαδικασία της αίτησης για την έκδοση συνοπτικής απόφασης (Thinking Still International BV v. Caramontani Bros Public Co Ltd (2012)1 (B) A.A.Δ 1460).
Αποτελεί βασική θέση του Εναγομένου, μέσω της γραπτής αγόρευσης του συνηγόρου του, αλλά και ως διευκρίνισε προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι το επίδικο ακίνητο εμπίπτει στον όρο του ακινήτου με βάση τις πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου εφόσον αυτό κατά την 31.12.1999 αυτό ήταν ενοικιασμένο και προσφέρετο για ενοικίαση. Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων το Επαρχιακό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας.
Με δεδομένο ότι ο Εναγόμενος δεν καταχώρησε οποιαδήποτε γραπτή μαρτυρία, οι οποιοιδήποτε ισχυρισμοί του που προβάλλονται μέσω της γραπτής μαρτυρίας του συνηγόρου του δεν μπορούν να ληφθούν υπόψιν αλλά ούτε και να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο. Ως αναφέρεται στο νομικό σύγγραμμα Ηλιάδη, Σάντη, Το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές
«οι αγορεύσεις των διαδίκων δεν αποτελούν μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων (ΝΑ Theophanous (Matic) Laundries Ltd v Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 739, Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1995) 3 ΑΑΔ 379), ούτε και μέθοδο αμφισβήτησης άλλων γεγονότων (Ζαχαρία ν Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3(Α) ΑΑΔ 293) ή συστατικό στοιχείο απόδειξης της υπόθεσης ή οποιωνδήποτε συναφών επιχειρημάτων και εκεί όπου δεν υποστηρίζονται από μαρτυρία, θα πρέπει να αγνοούνται (βλ. Ιωσηφίδη ν Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 243/12, ημ. 2.5.14 Yugos Finance BV και Άλλων ν Halebay Holdings Limited, ΠΕ 180/09, ημ. 8.3.13, Χαραλάμπους ν. Χριστοφόρου, ΠΕ 177/09, ημ. 21.12.12, Λοϊζος Λουκά & Υιοί Λτδ ν Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος ΑΕ (1999) 1 (Β) ΑΑΔ 1316, Mitsui and Co Ltd and Others v Rockwell Marine Ltd and Another (1989) 1 CLR 112).»
Το Δικαστήριο αποφασίζει επί αμφισβητούμενων γεγονότων αντιπαραβάλλοντας τους ισχυρισμούς που περιέχονται στις εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις ώστε να είναι σε θέση να καταλήξει στα αναγκαία συμπεράσματα επί των εγειρόμενων επίδικων γεγονότων.
Από τη στιγμή που ο Εναγόμενος δεν προσκόμισε οποιαδήποτε θετική μαρτυρία που να τεκμηριώνει με οποιοδήποτε τρόπο τους ισχυρισμούς του περί το ότι συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, και ειδικότερα η προϋπόθεση ότι το επίδικο ακίνητο ήταν ενοικιασμένο ή προσφέρετο για ενοικίαση κατά την 31.12.99, με αποτέλεσμα το παρόν Δικαστήριο να στερείται δικαιοδοσίας ώστε να εκδικάσει την παρούσα απαίτηση είναι αυτό του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, αυτοί υπόκεινται σε απόρριψη εφόσον δεν έχουν το αναγκαίο πραγματικό και νομικό έρεισμα. Αντίθετα, τα όσα ο Ενάγοντας προέβαλε μέσω της μαρτυρίας του και των προσκομισθέντων Τεκμηρίων που προσκόμισε στο Δικαστήριο, μαρτυρία η οποία παρέμεινε αδιαμφησβήτητη, προκύπτει ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιδοσίας ώστε να εκδικάσει την παρούσα αγωγή εφόσον ως προκύπτει το επίδικο διαμέρισμα, κατ΄ εφαρμογή του δικαστικού λόγου της υπόθεσης Φυσεντζίδης (ανωτέρω), ούτε προσφερόταν προς ενοικίαση ούτε ήταν ενοικιασμένο κατά την 31.12.1999 (έστω και αν συμπληρώθηκε μέχρι τότε), εφόσον ο Ενάγοντας διέμενε σε αυτό από το 1991 μέχρι το 2010. Συνεπακόλουθα, ενόψει αυτής της αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας αποτελεί κατάληξη του Δικαστηρίου ότι δεν πληρούνται οι σωρευτικές προϋποθέσεις που απαιτούνται ώστε η υπό κρίση απαίτηση να υπάγεται στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Συνεπώς, δεν έχει καταδειχθεί έλλειψη δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Συνεπακόλουθα η θέση του Εναγομένου ότι το παρόν Δικαστήριο είναι αναρμόδιο και δεν κέκτηται δικαιοδοσίας απορρίπτεται ως ατεκμηρίωτη και αβάσιμη.
Σε σχέση με τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας παρατηρώ ότι ουδείς εκ των διαδίκων δεν συμμορφώθηκε με τις πρόνοιες του Μέρους 39.9 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Βάσει των όσων προνοούνται στο Μέρος 39 αποτελεί καθήκον των διαδίκων και των δικηγόρων τους να υποβοηθούν το Δικαστήριο στην πραγματοποίηση συνοπτικού υπολογισμού εξόδων σε οποιαδήποτε ακρόαση που διήρκησε λιγότερο από 6 ώρες, όπως η παρούσα, υποβάλλοντας σχετικό κατάλογο εξόδων δύο ημέρες πριν την ακρόαση, κάτι το οποίο συνυπολογίζεται κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για επιδίκαση εξόδων.
Λαμβάνω επίσης υπόψιν ότι ο γενικός κανόνας αναφορικά με τα έξοδα, δυνάμει του Μέρους 39.2(1), είναι ότι ο αποτυχών διάδικος διατάσσεται να καταβάλει τα έξοδα του επιτυχόντα διαδίκου και ότι τέτοια διαταγή ή διαταγές θα εκδίδονται σε σχέση με οποιαδήποτε αίτηση υποβάλλεται κατά την πορεία της δικαστικής διαδικασίας.
Συνεπώς, ασκώντας την διακριτική μου ευχέρεια και αφού λαμβάνω υπόψιν και το Μέρος 39.9(2) έχω αποφασίσει να επιδικάσω κατόπιν συνοπτικού υπολογισμού, σε συνεννόηση με το Πρωτοκολλητείο, δικηγορικά έξοδα ύψους €1200 πλέον Φ.Π.Α
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης θα προχωρήσω ευθύς αμέσως να εξετάσω την αίτηση για την έκδοση συνοπτικής απόφασης.
(Υπ.).....................................
Μ. Χαραλάμπους, Α.E.Δ
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο