
ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ.
Αρ. Απαίτησης: 245/2025
Μεταξύ:
P. HARAKIS LIMITED
Ενάγουσας
-και-
BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LIMITED
Εναγόμενης
- - - - - - - - - - - -
Αίτηση ημερομηνίας 06.03.2025
20.08.2025
Για την Αιτήτρια-Ενάγουσα: κ. Σ. Μελινιώτης με κα Μ. Καραπατέα για Andreas L. Neocleous Chambers LLC
Για την Καθ’ ης η Αίτηση-Εναγόμενη: κ. Χρ. Ιωσήφ για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η Ενάγουσα (στο εξής «Αιτήτρια») αξιώνει την έκδοση των ακόλουθων προσωρινών διαταγμάτων εναντίον της Εναγόμενης (στο εξής «Καθ’ ης η αίτηση»):
«1. Προσωρινό προστακτικό και/ή άλλο διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την Εναγόμενη να προβεί σε όλες τις δέουσες ενέργειες προς κάθε αρμόδια αρχή για την εξάλειψη και/ή ακύρωση τόσο των υποθηκών Υ3906/2022 ημερομηνίας 12/12/2002 επί των Ακινήτων με αριθμούς εγγραφής 0/7865 στην Σωτήρα στη Λεμεσό και 0/20159 στην Γερμασόγεια στη Λεμεσό για το ποσό των ΕΥΡΩ 100,000 και Υ1532/2022 ημερομηνίας 12/12/2022 επί του Ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/8183 στην Τίμη στην Πάφο για το ποσό των ΕΥΡΩ 100,000, όσο και του Ομολόγου Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης επί ολόκληρης της περιουσίας της Εναγόμενης για το ποσό των ΕΥΡΩ 500,000, τα οποία η Ενάγουσα παρείχε ως εξασφάλιση στην Εναγόμενη για να της παρέχει την πιστωτική διευκόλυνση υπό μορφή ορίου στον τρεχούμενο λογαριασμό της με αριθμό [ ] που από την 12/4/2023 είναι πλήρως εξοφλημένη και/ή που η Εναγόμενη αρνείται να παρέχει και/ή εξυπηρετήσει και/ή έχει μονομερώς τερματίσει κατά τρόπο έμμεσο (indirectly) και/ή σιωπηρό (silently) και/ή εξυπακουόμενο (impliedly), τηρώντας παγοποιημένο τον συνδεδεμένο τρεχούμενο λογαριασμό και έχοντας τοιουτοτρόπως καταστήσει την διευκόλυνση τερματισθείσα και/ή μη υφιστάμενη και/ή ανέφικτη, μέχρι την τελική εκδίκαση της με τον ως άνω αριθμό και τίτλο υπόθεσης και/ή μέχρι νεώτερης διαταγής του Δικαστηρίου.
2. Προσωρινό προστακτικό και/ή άλλο διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την Εναγόμενη όπως αποπαγοποιήσει (unblock) και/ή ξεμπλοκάρει τον συνδεδεμένο με την πιστωτική διευκόλυνση τρεχούμενο λογαριασμό της Ενάγουσας με αριθμό [ ] και/ή επιτρέψει την αποδέσμευση και/ή μεταφορά του υπολοίπου χρημάτων (balance) από αυτόν, που κατά την 12/4/2023 ανέρχετο σε ΕΥΡΩ 476,644.63, σε άλλο λογαριασμό της Ενάγουσας που θα της υποδείξει.
3. Προσωρινό προστακτικό και/ή άλλο διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την Εναγόμενη να παύσει τις οποιεσδήποτε ενέργειες άμεσης ή έμμεσης δυσφήμησης της Ενάγουσας ή και εσκεμμένης πρόκλησης ζημιάς σε αυτήν, μεταξύ των οποίων και να παύσει να αποκλείει αυτήν από επιλέξιμο αντισυμβαλλόμενο (eligible counterparty) και/ή αντισυμβαλλόμενο των πελατών της (counterparty) και/ή από το να απορρίπτει και/ή να αρνείται να εκτελεί εντολή πληρωμής από λογαριασμούς των πελατών της προς τους λογαριασμούς της Αιτήτριας και/ή vice versa και/ή από το να αποτρέπει αυτήν κατά τρόπο γενικό από το να συναλλάσσεται με τους πελάτες της.»
Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση ενός εκ των τριών διευθυντών της Αιτήτριας. Σύμφωνα με αυτήν η Αιτήτρια αποτελεί όμιλο εταιρειών. Τόσο η ίδια, όσο και όλες οι συνδεδεμένες με αυτήν εταιρείες, είναι πελάτες της Καθ’ ης η αίτηση εδώ και αρκετές δεκαετίες. Ειδικότερα, κατά τον Απρίλιο του 2023 η Αιτήρια διατηρούσε διάφορες πιστωτικές διευκολύνσεις στην Καθ’ ης η αίτηση μεταξύ των οποίων και τρεχούμενο λογαριασμό με όριο υπερανάληψης ύψους €2.200.000.
Στο πλαίσιο των πιο πάνω τραπεζικών διευκολύνσεων, η Αιτήτρια παραχώρησε προς εξασφάλιση δύο υποθήκες για το ποσό των €100.000 έκαστη οι οποίες αφορούσαν ακίνητα με αγοραία αξία, με τιμές του 2021, σε €1.180.500 και €1.656.500 αντίστοιχα. Επιπρόσθετα, η Αιτήτρια παραχώρησε ομόλογο κυμαινόμενης επιβάρυνσης επί ολόκληρης της περιουσίας της για το ποσό των €500.000.
Στις 12.04.2023 δημοσιεύθηκαν οι κυρώσεις που επέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο έναντι φυσικών και νομικών προσώπων σε σχέση με την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία. Στις πιο πάνω κυρώσεις συμπεριλήφθηκε και το όνομα του Δημήτρη Ιωαννίδη (στο εξής «Δ.Ι.»). Την ίδια ημερομηνία, η Καθ’ ης η αίτηση παγοποίησε όλους τους λογαριασμούς της Αιτήτριας περιλαμβανομένου και του τρεχούμενου λογαριασμού με όριο υπερανάληψης και απέκλεισε την Αιτήτρια από επιλέξιμο αντισυμβαλλόμενο των πελατών της.
Η Αιτήτρια με επιστολές της ζήτησε εξηγήσεις από την Καθ’ ης η αίτηση για τις πιο πάνω ενέργειές της. Η Καθ’ ης η αίτηση με επιστολή της ημερομηνίας 31.05.2023 ανέφερε, ότι λόγω κυρώσεων που έχουν ανακοινωθεί, καθώς και επειδή οι λογαριασμοί της Αιτήτριας ενδέχεται να έχουν χρησιμοποιηθεί κατά παράβαση των όρων και προϋποθέσεων που διέπουν τη λειτουργία τους, αποφασίστηκε η παγοποίηση των εν λόγω λογαριασμών.
Η Καθ’ ης η αίτηση, ωστόσο, δεν έχει οποιαδήποτε συμβατική ή νομική υποχρέωση για να εφαρμόσει τις κυρώσεις που ανακοινώθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο, αφού αυτές δεν είναι νομικά δεσμευτικές στη Δημοκρατία. Σε κάθε περίπτωση, η Καθ’ ης η αίτηση λανθασμένα θεωρεί ότι ο Δ.Ι. ασκεί ουσιαστικό έλεγχο επί της Αιτήτριας. Σύμφωνα με δύο νομικές γνωματεύσεις που εξασφάλισε η Αιτήτρια από Άγγλους και Κύπριους δικηγόρους, ο Δ.Ι. δεν θεωρείται τελικός δικαιούχος της Αιτήτριας και δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο σε αυτήν.
Πιο συγκεκριμένα, ο Δ.Ι. και η σύζυγός του κατέχουν σωρευτικά ποσοστό περίπου μόνο 5% των μετοχών της ιθύνουσας εταιρείας του ομίλου εταιρειών της Αιτήτριας, ήτοι της εταιρείας ADI HOLDINGS LTD. Επομένως, ο Δ.Ι. δεν έχει καθοριστικό ρόλο στην ιθύνουσα εταιρεία και κατ’ επέκταση στην Αιτήτρια. Επιπροσθέτως των πιο πάνω, ο Δ.Ι. ουδέποτε έλαβε αποφάσεις για λογαριασμό της Αιτήτριας, ούτε και καθόρισε καθ’ οιονδήποτε τρόπο την επιχειρηματική ή οικονομική πολιτική της τελευταίας.
Η Αιτήτρια ενημέρωσε κατ’ επανάληψη την Καθ’ ης η αίτηση για τις συνέπειες των παράνομων ενεργειών της οι οποίες πλήττουν οικονομικά την Αιτήτρια και προκαλούν βλάβη στη φήμη της. Ειδικότερα, οι ενέργειες της Καθ’ ης η αίτηση καθιστούν, μεταξύ άλλων, αδύνατη για την Αιτήτρια τη διενέργεια οποιωνδήποτε εξερχόμενων ή εισερχόμενων συναλλαγών σε οποιοδήποτε λογαριασμό της ίδιας ή εταιρειών που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εταιρειών με την Αιτήτρια.
Οι επίμαχες αποφάσεις της Καθ’ ης η αίτηση, πέραν από παράνομες, είναι και αντισυμβατικές αφού αυτές πάρθηκαν κατά παράβαση των σχετικών συμφωνιών παραχώρησης τραπεζικών διευκολύνσεων, καθώς και των γενικών όρων λειτουργίας των λογαριασμών που τηρούνται στην Καθ’ ης η αίτηση. Περαιτέρω, οι ενέργειες της Καθ’ ης η αίτηση συνιστούν αθέμιτο πλουτισμό έναντι της Αιτήτριας, αφού από τις 12.04.2023 μέχρι και σήμερα η πρώτη κατακρατεί παράνομα προς όφελός της το υπόλοιπο των κεφαλαίων της τελευταίας που ευρίσκονται κατατεθειμένα στους παγοποιημένους λογαριασμούς της. Ταυτόχρονα, αποτελούν παράβαση καθήκοντος εμπιστευματοδόχου και συνιστούν δυσφήμιση.
Η Αιτήτρια, λόγω της συμπεριφοράς της Καθ’ ης η αίτηση, κατέστη ανίκανη να συμμορφώνεται με τις συμβατικές της υποχρεώσεις της έναντι των πελατών της σε σχέση με εν εξελίξει έργα ανάπτυξης. Παράλληλα, υποψήφιοι πελάτες της Αιτήτριας αποθαρρύνονται από το να συνεργαστούν μαζί της, λόγω της άρνησης της Καθ’ ης η αίτηση να επιτρέψει την Αιτήτρια ως επιλέξιμο αντισυμβαλλόμενο της.
Συνεπεία των ανωτέρω οι πωλήσεις της Αιτήτριας έχουν μειωθεί στο ελάχιστο. Οι εκτιμώμενες ζημιές, ως αυτές εμφαίνονται σε σχετική έκθεση αποτίμησης ζημιών, ανέρχονται επί του παρόντος στο συνολικό ποσό των €9.722.668. Η Αιτήτρια αναμένεται να μπορέσει να ανακάμψει το έτος 2031, νοουμένου ότι η Καθ’ ης η αίτηση τερματίσει άμεσα τις εχθρικές και παράνομες ενέργειές της. Σε διαφορετική περίπτωση, η Αιτήτρια, κατά πάσα πιθανότητα, θα οδηγηθεί σε άμεσο τερματισμό των εργασιών της.
Είναι δίκαιο και εύλογο και προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, όπως εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα. Σε διαφορετική περίπτωση, υποβόσκει ο ορατός κίνδυνος η Αιτήτρια να οδηγηθεί σε τερματισμό των εργασιών της. Σε μία τέτοια περίπτωση, δεν θα μπορεί να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη στο τέλος της υπόθεσης, εάν δεν εκδοθούν στο παρόν στάδιο τα επίδικα διατάγματα.
Η Καθ’ ης η αίτηση με 26 λόγους ένστασης, ενίσταται στην έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Οι λόγοι ένστασης μπορούν να συγκεφαλαιωθούν στους ακόλουθους έξι:
- Δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 32(1) του Ν.14/60.
- Τα αιτούμενα διατάγματα αποτελούν τελικές θεραπείες και δεν μπορούν να αποδοθούν στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.
- Η Αιτήτρια δεν υπέστη οποιαδήποτε ειδική και/ή γενική ζημιά λόγω πράξεων και/ή παραλείψεων και/ή εξ υπαιτιότητας της Καθ’ ης η αίτηση.
- Τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα ανατρέψει την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων.
- Το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της απόρριψης της υπό κρίση αίτησης.
- Η Αιτήτρια κωλύεται να επιζητεί την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων λόγω υπέρμετρης καθυστέρησης στην καταχώριση της αίτησης.
Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της διευθύντριας του Τμήματος Financial Crime & Sanctions Compliance της Καθ’ ης η αίτηση.
Η ενόρκως δηλούσα υποστηρίζει, ότι η Αιτήτρια αποτελεί μέλος ομίλου εταιρειών η σύνδεση μεταξύ των οποίων είναι εμφανής μέσω του μετοχικού της καθεστώτος. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια ελέγχεται από την εταιρεία HARANDIA INVESTMENTS LTD, η οποία με τη σειρά της ελέγχεται ουσιαστικά από την εταιρεία ADI HOLDINGS LTD. Η τελευταία κατέχει περίπου το 75% των μετοχών της πρώτης. Ο Δ.Ι. κατέχει 2.500 συνήθεις μετοχές Β της ADI HOLDINGS LTD.
Σύμφωνα με το καταστατικό έγγραφο της ADI HOLDINGS LTD, οι μετοχές Β δεν είναι μεταβιβάσιμες. Οι κάτοχοί τους έχουν το δικαίωμα οποτεδήποτε, μετά από γραπτή ειδοποίηση, να αναλαμβάνουν το αξίωμα του συμβούλου. Επίσης, έχουν το δικαίωμα σύγκλισης συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και το δικαίωμα σύγκλισης γενικών συνελεύσεων ανεξαρτήτως του αριθμού των μετοχών που κατέχουν στο κεφάλαιο της εταιρείας. Περαιτέρω, βάσει του καταστατικού της εταιρείας, για να είναι έγκυρος ο διορισμός συμβούλου θα πρέπει να εγκριθεί ομόφωνα από τους κατόχους των μετοχών Β. Επιπροσθέτως, οι κάτοχοι μετοχών Β, έχουν επτά φορές μεγαλύτερο αριθμό ψήφων από τον αριθμό που κατέχουν συν μία ψήφο. Μάλιστα, σε περίπτωση κατά την οποία σε συνέλευση παρίσταται μόνο ένα μέλος που κατέχει μετοχές Β, τότε αυτό το μέλος, θα έχει τριπλάσιο αριθμό ψήφων του ολικού αριθμού ψήφων των άλλων μετόχων συν μία ψήφο.
Στη βάση των πιο πάνω, ο Δ.Ι. προσωπικά και μέσω της συζύγου του, η οποία επίσης είναι κάτοχος μετοχών Β, καθώς και μέσω των παιδιών του, οι οποίοι κατέχουν τις συνήθειες μετοχές Α της εταιρείας, εξασκεί καθοριστικό έλεγχο στις αποφάσεις της ADI HOLDINGS LTD και κατ’ επέκταση της Αιτήτριας. Ο Δ.Ι. και όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, είναι Βρετανοί υπήκοοι.
Η Καθ’ ης η αίτηση έχει λάβει νομική συμβουλή, σύμφωνα με την οποία οι πρόνοιες των Βρετανικών κυρώσεων επεκτείνονται εξωεδαφικά όπου διαπιστώνεται δεσμός με το Ηνωμένο Βασίλειο ο οποίος κατονομάζεται ως Βρετανικό φάσμα (UK Nexus). Στην προκείμενη περίπτωση, η Αιτήτρια διευθύνεται από υπηκόους του Ηνωμένου Βασιλείου, περιλαμβανομένου του Δ.Ι. και των συγγενών του. Ειδικότερα, οι τελευταίοι, ως διευθυντές και μέτοχοι, κατευθύνουν την στρατηγική, τη διαχείριση και τις λειτουργίες της Αιτήτριας.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Βρετανικού Office of Financial Sanctions Implementation HM Treasury (στο εξής «OFSI»), ο έλεγχος μίας εταιρείας επεκτείνεται στην επιρροή στη λήψη αποφάσεων γεγονός το οποίο υφίσταται στην παρούσα περίπτωση.
Στο πλαίσιο πλήρους επιμέλειας και ορθής πρακτικής, η Καθ’ ης η αίτηση αιτήθηκε μέσω των Βρετανών δικηγόρων της καθοδήγηση από το OFSI, το οποίο επιβεβαίωσε την ορθότητα των ενεργειών της Καθ’ ης η αίτηση στο να προχωρήσει στην παγοποίηση των λογαριασμών της Αιτήτριας.
Πέραν των Βρετανικών κυρώσεων, η παγοποίηση των λογαριασμών της Αιτήτριας προκύπτει και από την εγχώρια και ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς και τις πρόνοιες των μεταξύ των μερών συμφωνιών και πολιτικών της Καθ’ ης η αίτηση.
Σε περίπτωση κατά την οποία η Καθ’ ης η αίτηση δεν υιοθετούσε τις Βρετανικές κυρώσεις, θα επέρχονταν πολύ σοβαρές συνέπειες σε όλο το τραπεζικό σύστημα της Δημοκρατίας, αλλά και στη φήμη της ίδιας της Δημοκρατίας με ανυπολόγιστες ζημιές σε εθνικό επίπεδο.
Τα αιτούμενα διατάγματα συνιστούν, επί της ουσίας, τελικές θεραπείες οι οποίες δεν μπορούν να αποδοθούν στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Τυχόν έκδοσή τους θα οδηγούσε σε ανατροπή της υφιστάμενης κατάστασης και θα προκαλούσε αμηχανία στην Καθ’ ης η αίτηση όσον αφορά τη συμμόρφωσή της με αυτά. Αυτό, διότι η έκδοσή τους θα εξανάγκαζε την τελευταία να παραβιάσει τις Βρετανικές κυρώσεις, την εγχώρια και ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις εσωτερικές πολιτικές της.
Η παγοποίηση των λογαριασμών της Αιτήτριας δεν εξομοιώνεται με τερματισμό των παρεχόμενων πιστωτικών διευκολύνσεων. Ως εκ τούτου, η Αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να αξιώνει την εξάλειψη των εξασφαλίσεων που παραχώρησε για τις εν λόγω τραπεζικές διευκολύνσεις. Επιπρόσθετα, στη βάση της γνωμάτευσης των Βρετανών δικηγόρων της Καθ’ ης η αίτηση, τυχόν απελευθέρωση των εξασφαλίσεων χωρίς τη λήψη άδειας από τον OFSI, θα θεωρηθεί ως παραβίαση των Βρετανικών κυρώσεων.
Οι όποιες ζημιές επικαλείται η Αιτήτρια μπορούν να αποτιμηθούν χρηματικά, όπως άλλωστε προκύπτει από την έκθεση αποτίμησης ζημιών που παρουσίασε η ίδια. Σε περίπτωση δε κατά την οποία η Αιτήτρια δικαιωθεί στην αγωγή, η Καθ’ ης η αίτηση διαθέτει την οικονομική δυνατότητα να αποζημιώσει την Αιτήτρια.
Στη συμπληρωματική ένορκη δήλωσή της η Αιτήτρια ισχυρίζεται, ότι η Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει νομική υποχρέωση συμμόρφωσης με τις Βρετανικές κυρώσεις. Η Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει, ως τράπεζα, Βρετανικό φάσμα (UK Nexus) το οποίο θα την καθιστούσε από άποψη αγγλικού δικαίου νομικά υποχρεωμένη να συμμορφώνεται με τις Βρετανικές κυρώσεις. Το γεγονός ότι η Αιτήτρια έχει Βρετανικό φάσμα, δεν συνεπάγεται ότι η Καθ’ ης η αίτηση ως τράπεζα είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει τις Βρετανικές κυρώσεις.
Περαιτέρω, δεν υπάρχει οποιαδήποτε ημεδαπή νομοθεσία ή ρυθμιστικό ή κανονιστικό πλαίσιο το οποίο να καθιστά ως μέρος του εσωτερικού δικαίου τις Βρετανικές κυρώσεις. Ομοίως, δεν υπάρχει αντίστοιχη πρωτογενής Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Επιπροσθέτως, δεν υπάρχουν οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία να καταδεικνύουν ότι η Αιτήτρια ελέγχεται από τον Δ.Ι. Ούτε το καταστατικό της Αιτήτριας διαλαμβάνει κάτι τέτοιο, αλλά ούτε και υπάρχουν οποιαδήποτε γεγονότα από τα οποία να διαφαίνεται ότι ο Δ.Ι. μέσω των μελών της οικογένειάς του εξασκεί καθοριστικό έλεγχο στις πράξεις και αποφάσεις της Αιτήτριας.
Πέραν των πιο πάνω, η Καθ’ ης η αίτηση δεν προσδιόρισε πότε ή με ποιο τρόπο ενδέχεται να χρησιμοποιήθηκαν οι επίμαχοι λογαριασμοί κατά παράβαση των όρων που διέπουν τη λειτουργία τους. Η δε πολιτική κυρώσεων που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν καθιστούσε υπόχρεη την Καθ’ ης η αίτηση να συμμορφώνεται με τις Βρετανικές κυρώσεις.
Η Αιτήτρια δεν μπορεί να προσφύγει στον OFSI και να ζητήσει αποπαγοποίηση των λογαριασμών. Τούτο, διότι δεν υπόκειται σε κυρώσεις αφού δεν ελέγχεται από τον Δ.Ι.
Η ζημιά που θα υποστεί η Αιτήτρια σε περίπτωση μη έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων δεν είναι απλώς υλική και δεν μπορεί να αποτιμηθεί πλήρως σε χρήμα, καθώς παραβιάζονται δικαιώματα της Αιτήτριας, η οποία, ταυτόχρονα, υπόκειται σε βλάβη της εμπορικής εύνοιας, φήμης, ονόματος και πελατείας της.
Η Καθ’ ης η αίτηση στη δική της συμπληρωματική ένορκη δήλωση επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς που έθεσε αρχικώς. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι η συμπληρωματική ένορκη δήλωση της Αιτήτριας θα πρέπει να αγνοηθεί καθώς σε αυτήν περιλαμβάνεται απαράδεκτη νομική επιχειρηματολογία.
Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης διεξάχθηκε στη βάση των ενόρκων δηλώσεων. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων μέσω των εμπεριστατωμένων αγορεύσεών τους ανέπτυξαν την επιχειρηματολογία τους επί των νομικών και πραγματικών ζητημάτων. Έχω μελετήσει και λαμβάνω υπόψη μου το σύνολο των επιχειρημάτων των συνηγόρων και ειδική αναφορά θα γίνει πιο κάτω μόνο όπου αυτό κριθεί σκόπιμο.
Νομική πτυχή
Η εξουσία του Δικαστηρίου προς χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας προβλέπεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, το οποίο θέτει τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες ασκείται η εν λόγω δικαιοδοσία. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 32(1) του Ν.14/60, πρέπει να συντρέχουν οι ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις:
(α) Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.
(β) Ύπαρξη πιθανότητας ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία.
(γ) Θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός αν εκδοθεί το ενδιάμεσο διάταγμα.
Στην κλασική αυθεντία Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o (1982) 1 C.L.R 557, λέχθηκε σε σχέση με την πρώτη προϋπόθεση που τίθεται από το άρθρο 32 (1) του Ν.14/60, ότι δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε πέραν του να καταδειχθεί μία συζητήσιμη υπόθεση (arguable case) με βάση τα δικόγραφα. Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση ειπώθηκε, ότι περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα να δικαιούται ο Αιτητής σε θεραπεία, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Σύμφωνα με την Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o (ανωτέρω), ο Αιτητής θα πρέπει να δείξει ότι υπάρχει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας.
Η τρίτη προϋπόθεση, αφορά το κατά πόσο χωρίς την έκδοση του διατάγματος θα είναι αδύνατο ή δύσκολο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Η εν λόγω προϋπόθεση ερμηνεύθηκε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην περιορίζεται μόνο στη δυνατότητα χρηματικής αποζημίωσης ή αποκατάστασης της υλικής ζημιάς (Highgate Primary School Ltd κ.ά. v. Στέλιου Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1Α Α.Α.Δ 317 και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1Γ Α.Α.Δ 1848).
Συμπεράσματα
Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση μονομερής παγοποίηση των λογαριασμών της συνιστά παραβίαση της μεταξύ τους συμβατικής σχέσης. Επίσης, ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω ενέργεια της Καθ’ ης η αίτηση είναι παράνομη, αφού, μεταξύ άλλων, παραβιάζει το δικαίωμα της Αιτήτριας στη νόμιμη χρήση της περιουσίας της και συνιστά αθέμιτο πλουτισμό. Περαιτέρω, η προαναφερόμενη ενέργεια της Αιτήτριας, αποτελεί παράβαση καθήκοντος εμπιστευματοδόχου. Ταυτόχρονα, αποδίδει στην Καθ’ ης η αίτηση τα αστικά αδικήματα της αμέλειας και της δυσφήμισης.
Στο σύγγραμμα «Διατάγματα» των κ.κ. Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη, 1η έκδοση, στη σελ.55, αναφέρονται τα εξής σε σχέση με την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν.14/60:
«Με την αναφορά αυτή στην ουσία εισάγεται η γενική προϋπόθεση ότι το δικαίωμα το οποίο επικαλείται ο ενάγων θα πρέπει να είναι αναγνωρισμένο είτε από το νόμο (legal right) είτε από το δίκαιο της επιείκειας (equitable right). Γι΄αυτό και το Δικαστήριο θα πρέπει να βεβαιώνεται ότι υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα αναγνωρισμένο από το νόμο και τις αρχές της επιείκειας, προτού παραχωρήσει τη θεραπεία απαγορευτικού διατάγματος.»
Όλες οι προαναφερόμενες βάσεις αγωγής είναι αναγνωρισμένες και μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης ενώπιον αρμόδιου Δικαστηρίου (Γενικός Εισαγγελέας κ.ά. v. Cypra Ltd, Πολ. Έφ. Ε153/14, ημερ. 12.10.2022).
Προχωρώ στην εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης του άρθρου 32(1) του Ν.14/60. Στο πλαίσιο της υπό αναφορά προϋπόθεσης ελέγχεται η αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης του διαδίκου που ζητά την ενδιάμεση θεραπεία σε συνάρτηση, για τους περιορισμένους πάντα σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, με τυχόν αντίθετη εκδοχή (Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Cyfield – Nemesis κ.α., Πολ. Έφ. Ε52/21, ημερομηνίας 10.02.2022).
Στην υπόθεση Mints κ.ά ν. Shiskin Πολ. Έφ. αρ. Ε69/2020, σχ. με Ε70/2020 και Ε71/2020, ημερ. 10.01.2024, το όλο ζήτημα τέθηκε ως εξής:
«Κατά την εξέταση της προϋπόθεσης αυτής γίνεται συσχέτιση της νομικής βάσης της αγωγής με την προσκομισθείσα, από πλευράς αιτητή, μαρτυρίας. Σταθμίζεται βέβαια και η αντίθετη εκδοχή του καθ’ ου η αίτηση. Η υποκειμενική και εξαντλητική αξιολόγηση της μαρτυρίας, αλλά και η επιλογή εκδοχών και η εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων θα πρέπει να αποφεύγεται. Αυτά είναι αξιώματα που ανήκουν στην κυρίως δίκη. Αυτού λεχθέντος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία, κάποια αποτίμηση της αποδεικτικής δύναμης της μαρτυρίας εκείνου που ζητά τη θεραπεία, θα πρέπει να γίνεται από το Δικαστήριο (βλ. Λόρδος κ.α. v. Σιακόλα κ.α. Πολ. Έφεση Ε143/15, ημερ. 23.3.2017).»
Από τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση και την ένσταση αντίστοιχα, προκύπτει ότι τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που περιβάλλουν την παρούσα διαφορά εστιάζονται στο κατά πόσο η Καθ’ ης η αίτηση υποχρεούται να εφαρμόσει τις Βρετανικές κυρώσεις αφενός και κατά πόσο ο Δ.Ι. ασκεί καθοριστικό έλεγχο στις πράξεις και αποφάσεις της Αιτήτριας αφετέρου.
Οι διαφορετικές εκδοχές των διαδίκων ως προς την εμπλοκή του Δ.Ι. στα της Αιτήτριας, η εκ διαμέτρου αντίθετη προσέγγισή τους ως προς τη δεσμευτικότητα ή όχι των Βρετανικών κυρώσεων και οι συγκρουόμενες νομικές γνωματεύσεις επ’ αυτού του ζητήματος, δεν μπορούν να αποφασιστούν οριστικά στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης. Ομοίως, οι τυχόν προεκτάσεις των Βρετανικών κυρώσεων στη σχέση των διαδίκων στη βάση της εγχώριας ή ευρωπαϊκής νομοθεσίας, καθώς και η ερμηνεία των όρων που διέπουν τη συμβατική σχέση των μερών, απαιτούν εις βάθος ανάλυση των νομικών ζητημάτων που εγείρονται αλλά και λεπτομερή αξιολόγηση της μαρτυρίας. Η παρούσα διαδικασία, ωστόσο, δεν προσφέρεται για την εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων, είτε για την απαίτηση, είτε για την υπεράσπιση.
Στη Recnex Trading Ltd κ.α v. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ (2014) 1A Α.Α.Δ 866, επισημάνθηκαν τα ακόλουθα τα οποία θεωρώ ότι τυγχάνουν εφαρμογής και στην υπό κρίση αίτηση:
«Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι ζητήματα αμφισβητούμενα θα πρέπει να αφήνονται να ακουστούν κατά την εκδίκαση της ουσίας. Το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφεύγει να προβαίνει σε τελικά συμπεράσματα τα οποία δυνατόν να αποβούν βλαπτικά για τα δικαιώματα των διαδίκων.
Διιστάμενες απόψεις για διαπραγματεύσεις και θέματα που προηγήθηκαν της υπογραφής των επιδίκων Συμφωνιών, διαφορετικές νομικές ερμηνείες των συμφωνιών ή εγγράφων και άλλη αντίκριση ως προς την επίλυση των προβλημάτων που προκλήθηκαν ή προέκυψαν στη συνέχεια, οικονομικών, φορολογικών ή άλλων, θα πρέπει να εξετασθούν σε βάθος στο τελικό στάδιο κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας……»
Χωρίς, επομένως, να υπεισέρχομαι στην ουσία της διαφοράς και συνεκτιμώντας τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και νομικές προσεγγίσεις, θεωρώ, για τους περιορισμένους πάντα σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, ότι αποκαλύπτεται ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας. Επισημαίνω, ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης προσωρινού διατάγματος δεν χρειάζεται η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος, αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξής του (T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1Γ A.A.Δ 1802).
Έρχομαι στην τρίτη προϋπόθεση. Όπως επισημάνθηκε στην ανάλυση της νομικής πτυχής, ο χρηματικός παράγοντας δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη. Ωστόσο, εκεί και όπου η επιδίκαση αποζημιώσεων είναι επαρκής θεραπεία και υπάρχει η δυνατότητα ο Εναγόμενος να ικανοποιήσει απόφαση που ενδεχομένως εκδοθεί εναντίον του, τότε δεν τίθεται ζήτημα δυσκολίας ή αδυναμίας απονομής δικαιοσύνης (GGH – RE Investment Partners Ltd κ.ά. ν. Golub Gethouse Realty Company, Πολ. Έφ. αρ. Ε56/2024, ημερ. 29.05.2025).
Θεωρώ, ότι η υπό κρίση διαφορά αποκρυσταλλώνεται σε καθαρά οικονομικής φύσεως διαφορά. Αυτό, διότι οι επίμαχες ενέργειες της Καθ’ ης η αίτηση αφορούν την παγοποίηση των τραπεζικών διευκολύνσεων που παραχώρησε στην Αιτήτρια και τις συνδεδεμένες με αυτές εξασφαλίσεις. Ταυτόχρονα, οι ουσιαστικές συνέπειες που επικαλείται η Αιτήτρια αφορούν την πρόκληση οικονομικών επιπτώσεων στο πρόσωπό της. Μάλιστα, η ισχυριζόμενη ζημιά της Αιτήτριας μέχρι την καταχώρηση της επίδικης αίτησης εκτιμήθηκε στο ποσό των €9.722.668 στη βάση του Τεκμηρίου 20 της αίτησης. Κατά συνέπεια η χρηματική αποζημίωση μπορεί να αποτελέσει υπό τις περιστάσεις ικανοποιητική θεραπεία.
Από την άλλη, η οικονομική δυνατότητα της Καθ’ ης η αίτηση για να αποζημιώσει την Αιτήτρια, όπως αυτή προβλήθηκε στην παράγραφο 150 της πρώτης ένορκης δήλωσης της Καθ’ ης αίτηση, δεν αμφισβητήθηκε από την Αιτήτρια.
Δεν μου διαφεύγει η θέση της Αιτήτριας, ότι η τρίτη προϋπόθεση θα πρέπει να αντικριστεί και υπό το πρίσμα της παραβίασης των δικαιωμάτων της, αλλά και του κινδύνου τερματισμού των εργασιών της. Επί τούτου επαναλαμβάνω, ότι αυτό το οποίο αναδεικνύεται μέσα από τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την υπό κρίση αίτηση, είναι ότι το ουσιαστικό παράπονο της Αιτήτριας έγκειται στην πρόκληση οικονομικής ζημιάς, λόγω της παγοποίησης των λογαριασμών της τελευταίας και της ισχυριζόμενης αδυναμίας της να εξεύρει εναλλακτικές πιστωτικές διευκολύνσεις.
Παράλληλα, σημειώνω ότι η παρούσα δεν αποτελεί περίπτωση όπου αναδεικνύεται έκδηλη ή εμφανής παρανομία στις πράξεις της Καθ’ ης η αίτηση έτσι ώστε το στοιχείο αυτό να αποκτά καταλυτική σημασία ως προς την αδυναμία απόδοσης δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο και να καθιστά επιτακτική την παρέμβαση του Δικαστηρίου προς τον σκοπό διαφύλαξης της νομιμότητας (Κυρισάββα ως διαχειριστής της περιουσίας της αποβιωσάσης Παντελούς Κωνσταντίνου Κκιζή κ.ά. ν. Κύζη, ως διαχειριστή της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαριτσούς Κωστή Κκιζή (2001) 1Β Α.Α.Δ 1245).
Ειδικότερα, όσον αφορά τη θέση της Αιτήτριας περί πρόκλησης βλάβης στα δικαιώματά της και κινδύνου τερματισμού των εργασιών της, ισχυρισμοί που κατά την Αιτήτρια καθιστούν αναγκαία την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, σημειώνω ότι οι επίμαχες ενέργειες της Καθ’ ης αίτηση έλαβαν χώρα δύο περίπου έτη πριν την καταχώρηση της παρούσας απαίτησης. Το σημαντικό αυτό χρονικό διάστημα έχει τη δική του σημασία ως προς την εκτίμηση της αδυναμίας ή δυσκολίας απονομής δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο υπό την έννοια ότι εάν αυτός ο κίνδυνος ήταν υπαρκτός, τότε, η Αιτήτρια θα ενεργούσε, αν όχι άμεσα, τουλάχιστον σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η συμπεριφορά που υπέδειξε η Αιτήτρια συνηγορεί, κατά την άποψή μου, στο ότι η όποια τυχόν ζημιά υποστεί μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα.
Ως εκ των ανωτέρω, η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν.14/60 δεν πληρούται.
Επιπροσθέτως των όσων έχω αναφέρει πιο πάνω, τα αιτούμενα διατάγματα δεν θα μπορούσαν να εκδοθούν, καθώς δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που η νομολογία θέτει για την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων προστακτικής φύσης. Για να είμαι πιο συγκεκριμένος, η νομολογία διαχρονικά επιτάσσει όπως διατάγματα αυτής της φύσεως, πολύ δε περισσότερο όταν είναι ταυτόσημα με τις τελικές θεραπείες που ζητούνται στην αγωγή, εκδίδονται με φειδώ και αυτό μόνο όταν φανερώνεται μια ασυνήθιστα δυνατή και καθαρή περίπτωση (Άκης (Μεταφορές Δεμάτων Εξπρές) Λτδ ν. C. Koukkouris Trading Co Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ 149, Τσιερκέζου ν. Dragon Tourist Enterprises Ltd (2009) 1 Α.Α.Δ 734 και Σταυράκη κ.α. ν. Δήμου Λευκωσίας (2015) 1 Α.Α.Δ 731).
Στην προκείμενη περίπτωση, για τους λόγους που έχουν ήδη αναφερθεί πιο πάνω κατά την ανάλυση της δεύτερης προϋπόθεσης του άρθρου 32(1) του Ν. 14/60, δεν βρισκόμαστε ενώπιον περίπτωσης που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ασυνήθιστα δυνατή και καθαρή. Ούτε, από την άλλη, μπορεί να θεωρηθεί ότι η υπεράσπιση που προβάλλεται είναι παντελώς αβάσιμη.
Περαιτέρω, ως ήδη αναφέρθηκε πιο πάνω, τα αιτούμενα διατάγματα είναι ταυτόσημα με τις τελικές θεραπείες που ζητούνται στις παραγράφους 5 – 7 του Εντύπου Απαίτησης. Τυχόν έκδοσή τους θα επέφερε, υπό τις περιστάσεις της παρούσας, τον τερματισμό της διαφοράς των διαδίκων. Αυτό, χωρίς να παραγνωρίζω ότι η Αιτήτρια αξιώνει και αποζημιώσεις ύψους €9.722.668. Σημειώνω, ότι οι διεκδικούμενες αποζημιώσεις δεν αποτελούν εν προκειμένω μία ανεξάρτητη από τις υπόλοιπες αξιώσεις θεραπεία. Αντιθέτως, είναι απότοκο της ισχυριζόμενης παράνομης και αντισυμβατικής παγοποίησης των λογαριασμών και των εξασφαλίσεων της Αιτήτριας.
Στην υπόθεση Αβερκίου ν. Θεο Κτηματική Λτδ κ.α. (2013) 1 Α.Α.Δ 222, επισημάνθηκαν τα ακόλουθα:
«Η έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, που είναι ταυτόσημα με τα αιτούμενα διατάγματα στο πλαίσιο της αγωγής, η δε έκδοση τους επιφέρει, ουσιαστικώς τον τερματισμό της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων ή του ενδιαφέροντος τους να συνεχίσουν με σπουδή στην εκδίκασης της υπόθεσης, συναρτάται άμεσα προς το ισοζύγιο της ευχέρειας και δεν πρέπει να παραχωρούνται. Βλ. AKIS v. Kokkonis (1998) 1 A.A.Δ. 149.
Όπως ορθώς επισημαίνεται από το πρωτόδικο δικαστήριο, στο στάδιο έκδοσης ή μη ενός προσωρινού διατάγματος, είναι ανεπιθύμητο να εμπλέκεται ο δικαστής στην εξέταση της ουσίας της αγωγής.»
Κατάληξη
Υπό το φως των πιο πάνω η υπό κρίση αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας. Θα προχωρήσω σε συνοπτικό υπολογισμό των εξόδων στη βάση του Μέρους 39.7 των ΚΠΔ. Σημειώνω, ότι οι συνήγοροι της Καθ’ ης η αίτηση, κατά παράβαση του Μέρους 39.9(1) των ΚΠΔ, δεν συμμορφώθηκαν με το καθήκον τους για υποβοήθηση του Δικαστηρίου στον συνοπτικό υπολογισμό των εξόδων.
Ως εκ των ανωτέρω, τα έξοδα έχουν υπολογιστεί συνοπτικά στο ποσό των €6.358 πλέον Φ.Π.Α, εάν υπάρχει, τα οποία θα καταβάλει η Αιτήτρια στην Καθ’ ης η αίτηση μειωμένα, όμως, κατά 15% ενόψει της μη συμμόρφωσης της Καθ’ ης η αίτηση με το Μέρος 39.9(1) των ΚΠΔ (βλ. Μέρος 39.9(2) των ΚΠΔ).
(Υπ.)………………………………….
Μ. Αγομαμίτης, Π.Ε.Δ.
Πιστόν αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΜΔ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο