
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Θ. Θωμά, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγ: 200/18
FINTAILOR INVESTMENTS LIMITED
Ενάγουσα
- και -
PROMSVYAZBANK PJSC, δια του υποκαταστήματος της στην Κύπρο
Εναγόμενη
-------------------
Ημερομηνία: 14 Ιουλίου, 2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Εναγόμενη - Αιτήτρια: κ. Χρ. Νικολάου για Πατρίκιος Παύλου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ
Για Ενάγουσα - Καθ’ ης η Αίτηση: κ. Λ. Χαβιαράς για Haviaras & Philippou LLC και Μαρκίδη & Μαρκίδη & Σία ΔΕΠΕ
Για τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα: κα Ιφ. Σπηλιωτοπούλου για Ανδρέας Μ. Σοφοκλέους & ΣΙΑ ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η Εναγόμενη εταιρεία, (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η «Αιτήτρια») με την υπό εξέταση Aίτηση της επιδιώκει την έκδοση διατάγματος για συνένωση ή και συνεκδίκαση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής με τις κατωτέρω περιγραφόμενες αιτήσεις Eγγραφής Aλλοδαπής Aπόφασης:
«1. Αίτηση Εγγραφής Αλλοδαπής Απόφασης με αρ. 07/2022 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού:
Αναφορικά με τον περί Κυρωτικό Νόμο της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για παροχή νομικής συνδρομής σε θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου, Νόμος 172(Ι)/86
και
Αναφορικά με τον περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμο 121(Ι)/2000.
Μεταξύ:
Promsvyazbank PJSC, από τη Ρωσία και από την Κύπρο ως εγγεγραμμένη Αλλοδαπή Εταιρεία με Αριθμό Εγγραφής ΑΕ1593
Αιτήτρια
(1) BIMERSANO SERVICES LTD, με αριθμό εγγραφής ΗΕ345758, από την οδό Αρχ. Μακαρίου ΙΙΙ 155, PROTEAS HOUSE, Floor 5, 3026 Λεμεσός, Κύπρος
(2) WIPASENA HOLDING LTD, με αριθμό εγγραφής ΗΕ345372, από την οδό Αρχ. Μακαρίου 155, PROTEAS HOUSE, Floor 5, 3026 Λεμεσός, Κύπρος
(3) POLARIMA INESTMENTS LTD, με αριθμό εγγραφής ΗΕ298930, από την οδό Αρχ. Μακαρίου 155, PROTEAS HOUSE, Floor 5, 3026 Λεμεσός, Κύπρος
(4) FINTAILOR INVESTMENTS LIMITED, με αριθμό εγγραφής ΗΕ208674, από την οδό 28 Οκτωβρίου 249, LOPHITIS BUSINESS CENTRE, Flat 4, 3035 Λεμεσός, Κύπρος
Καθ’ ων η αίτηση
2. Αίτηση Εγγραφής Αλλοδαπής Απόφασης με αρ. 08/2022 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού:
Αναφορικά με τον περί Κυρωτικό Νόμο της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατικών για παροχή νομικής συνδρομής σε θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου, Νόμος 172(Ι)/86
και
Αναφορικά με τον περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμο 121(Ι)/2000
Μεταξύ:
Promsvyazbank PJSC, από τη Ρωσία και από την Κύπρο ως εγγεγραμμένη Αλλοδαπή Εταιρεία με Αριθμό Εγγραφής ΑΕ1593
Αιτήτρια
και
FINTAILOR INVESTMENTS LIMITED, με αριθμό εγγραφής ΗΕ208674, από την οδό 28 Οκτωβρίου 249, LOPHITIS BUSINESS CENTRE, Flat 4, 3035 Λεμεσός, Κύπρος
Καθ’ ων η αίτηση
3. Αίτηση Εγγραφής Αλλοδαπής Απόφασης με αρ. 09/2022 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού:
Αναφορικά με τον περί Κυρωτικό Νόμο της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατικών για παροχή νομικής συνδρομής σε θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου, Νόμος 172(Ι)/86
και
Αναφορικά με τον περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμο 121(Ι)/2000
Μεταξύ:
Promsvyazbank PJSC, από τη Ρωσία και από την Κύπρο ως εγγεγραμμένη Αλλοδαπή Εταιρεία με Αριθμό Εγγραφής ΑΕ1593
Αιτήτρια
και
FINTAILOR INVESTMENTS LIMITED, με αριθμό εγγραφής ΗΕ208674, από την οδό 28 Οκτωβρίου 249, LOPHITIS BUSINESS CENTRE, Flat 4, 3035 Λεμεσός, Κύπρος
Καθ’ ων η αίτηση»
Η Αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της κας Χρυσάφη, δικηγόρου στην δικηγορική εταιρεία που εκπροσωπεί την Αιτήτρια. Σ’ αυτήν αναφέρονται τα ακόλουθα:
Ως φαίνεται από την Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση της Αιτήτριας, κατά τον χρόνο καταχώρισης της παρούσας Αγωγής, εκκρεμούσαν ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου της Ρωσικής Ομοσπονδίας οι υποθέσεις υπ’ αρ. Α40-11948/18, Α40-12385/18, Α40-14824/18 και Α40-15325/18 μεταξύ των διαδίκων της παρούσας Αγωγής και άλλων μερών. Μετά την ημερομηνία συμπλήρωσης των δικογράφων στην παρούσα Αγωγή, ολοκληρώθηκαν όλα τα στάδια εφέσεων ή διαβημάτων που μπορούσαν να ληφθούν εναντίον των Ρωσικών Αποφάσεων, με αποτέλεσμα αυτές να καταστούν τελικές και εκτελεστές σύμφωνα με το Ρωσικό Δίκαιο και επιδιώκεται πλέον η εγγραφή τους στην Κύπρο. Πιο συγκεκριμένα καταχωρίστηκαν από την Αιτήτρια ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού οι αιτήσεις για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης υπ’ αρ. 7/22, 8/22 και 9/22, των οποίων επιζητείται η συνένωση με την παρούσα Αγωγή.
Ήταν πάντοτε η δικογραφημένη θέση της Αιτήτριας ότι οι επίδικες εντολές πληρωμής, επί της μη εκτέλεσης των οποίων βασίζεται η αξίωση της Ενάγουσας, δεν εκτελέστηκαν γιατί, μεταξύ άλλων, είχε εντοπίσει ύποπτες συναλλαγές, στις οποίες μέρος ήταν και η Ενάγουσα, οι οποίες είχαν απώτερο σκοπό την αποξένωση δισεκατομμυρίων από την Αιτήτρια και ότι, λόγω εύλογων υποψιών, η Αιτήτρια ζήτησε από την Ενάγουσα να της προσφέρει περαιτέρω εξηγήσεις, δικαιολογητικά και αποδείξεις, στη βάση των οποίων θα μπορούσε να εξετάσει περαιτέρω το ζήτημα εκτέλεσης των επίδικων εντολών πληρωμής. Η Ενάγουσα όμως αρνήθηκε να προσφέρει τα αιτούμενα αποδεικτικά. Με την έκδοση των Ρωσικών αποφάσεων, έχει πλέον αποφασιστεί ότι οι συμφωνίες και οι συναλλαγές οι οποίες οδήγησαν στην μεταφορά των κεφαλαίων στους λογαριασμούς της Ενάγουσας, ήταν άκυρες και παράνομες, ενώ η Ενάγουσα διατάχθηκε όπως επιστρέψει στην Αιτήτρια τα παρανόμως μεταφερθέντα στους λογαριασμούς της ποσά, ή να αποζημιώσει την Αιτήτρια.
Ως προκύπτει από τις Ρωσικές αποφάσεις, οι επίδικες συναλλαγές κηρύχθηκαν άκυρες και παράνομες εφόσον, μεταξύ άλλων, συνάφθηκαν κατά παράβαση της οδηγίας που εκδόθηκε κατά την 11.12.2017 από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας προς τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Αιτήτριας, από την οποία προκύπτει ότι διαπιστώθηκαν παραβιάσεις των Ομοσπονδιακών Νόμων της Ρωσίας αναφορικά με την Αιτήτρια και το Παράρτημα της στην Κύπρο και την υποχρέωνε να επαναδιαμορφώσει τα αποθέματα της για τυχόν απώλειες από δάνεια ύψους πέραν των 100 δισεκατομμυρίων ρουβλιών. Επιπρόσθετα, με τις Ρωσικές αποφάσεις επικυρώθηκε και αναγνωρίστηκε το δικαίωμα επίσχεσης (lien) της Αιτήτριας επί των λογαριασμών της Ενάγουσας, εφόσον επιβεβαιώθηκε ότι η Αιτήτρια κατά την χρονική στιγμή που η Ενάγουσα απαίτησε την εκτέλεση των επίδικων εντολών πληρωμής, είχε νόμιμη απαίτηση εναντίον της.
Στη βάση των πιο πάνω καθίσταται αναγκαία και/ή επιθυμητή η συνένωση των αιτήσεων εγγραφής των Ρωσικών αποφάσεων με την παρούσα Αγωγή καθώς υπάρχουν καθοριστικής σημασίας κοινά νομικά και/ή πραγματικά ζητήματα, όσο και κοινοί διάδικοι. Τόσο οι αξιώσεις της Ενάγουσας, όσο και τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζονται, είναι αλληλένδετα με τα γεγονότα και τα επίδικα θέματα των αιτήσεων με τις οποίες αξιώνεται η εγγραφή στην Κύπρο των Ρωσικών Αποφάσεων, θα είναι δε καθοριστικής σημασίας για την παρούσα Αγωγή το τυχόν δεδικασμένο ή και τα έννομα αποτελέσματα που θα παράξουν οι Ρωσικές Αποφάσεις εφόσον επιτραπεί η εγγραφή τους στην Κύπρο. Ως εκ των ανωτέρω η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα εξυπηρετήσει τόσο τα συμφέροντα των διαδίκων, οι οποίοι θα περιορίσουν τα έξοδα τους, όσο και την καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης. Όπως καλύτερα γνωρίζει, η αποφυγή πολλαπλότητας των διαδικασιών, ο περιορισμός των εξόδων, καθώς και η εξοικονόμηση δικαστικού χρόνου είναι παράγοντες που προσμετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου επί του θέματος.
Πέραν των πιο πάνω, η εκδίκαση της παρούσας Αγωγής πριν από την εκδίκαση των αιτήσεων για εγγραφή των Ρωσικών αποφάσεων ενδέχεται να προκαλέσει παράδοξα/αντινομικά και άδικα αποτελέσματα, εφόσον θα αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο να εκδοθούν αποφάσεις με ευρήματα/διαπιστώσεις αντίθετα με τις Ρωσικές αποφάσεις. Η τυχόν έκδοση απόφασης στο πλαίσιο της παρούσας Αγωγής, χωρίς την αιτούμενη συνένωση και συνεκδίκαση ενδεχομένως να οδηγήσει στην έκδοση ασυμβίβαστων αποφάσεων με διαφορετικό αποτέλεσμα ως προς τους ιδίους διαδίκους και τα ίδια επίδικα θέματα. Ο κίνδυνος δε να εκδικαστεί η παρούσα Αγωγή πριν εκδικαστούν οι αιτήσεις για εγγραφή των Ρωσικών Αποφάσεων, είναι κάτι περισσότερο από ορατός, αφού για λόγους που δεν σχετίζονται με τη βούληση της Αιτήτριας, η εκδίκαση τους καθυστερεί, έχει δε ανασταλεί προσωρινά μέχρι να πληρωθεί ποσό εξόδων που επιδικάστηκε εναντίον της Αιτήτριας, η πληρωμή του οποίου εξαρτάται από την έγκριση της αρμόδιας αρχής, η λήψη της οποίας καθυστέρησε και καθυστερεί για λόγους που δεν αφορούν την Αιτήτρια.
Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ
Η Ενάγουσα εναντιώθηκε στην αιτούμενη θεραπεία. Με την Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης, την οποία καταχώρισε, προβάλλει 23 συνολικά λόγους ένστασης, οι βασικοί εκ των οποίων είναι οι ακόλουθοι:
1. H Αίτηση είναι νόμω και/ή ουσία αβάσιμη.
2. Δεν παρατίθενται με λεπτομέρεια τα ισχυριζόμενα κοινά γεγονότα και κοινά σημεία προς εκδίκαση των διαδικασιών των οποίων επιχειρείται η συνένωση/συνεκδίκαση.
3. Οι διαδικασίες που ζητείται να συνενωθούν ή/και συνεκδικαστούν είναι ανόμοιες ή/και δεν είναι της ίδιας φύσης.
4. Η τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος δεν θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των διαδίκων και το ευρύτερο συμφέρον της δικαιοσύνης και δεν θα εξοικονομήσει χρόνο και έξοδα.
5. Οι Αιτήσεις για εγγραφή των Ρωσικών αποφάσεων βρίσκονται σε αναστολή και η Αιτήτρια προσπαθεί τεχνηέντως να την αποφύγει.
6. Δεν υπάρχουν κοινοί διάδικοι σε όλες τις διαδικασίες και/ή ειδικότερα στην αίτηση υπ’ αρ. 7/22 πλην των διαδίκων της παρούσας Αγωγής εμπλέκονται τρία ακόμα νομικά πρόσωπα.
7. Η Αίτηση αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
8. Η Αίτηση παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα της Ενάγουσας και ειδικότερα το δικαίωμα για εξέταση των απαιτήσεων της Έκθεσης Απαίτησης της εντός ευλόγου χρόνου.
9. Η Αίτηση υποβάλλεται με υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
10. Η Αιτήτρια αποσκοπεί απαράδεκτα, ανεπίτρεπτα και αντινομικά στην εξασφάλιση δικονομικών πλεονεκτημάτων και/ή αθέμιτου οφέλους έναντι της Ενάγουσας.
11. Η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα εκτροχιάσει αδικαιολόγητα και/ή καταχρηστικά τη διαδικασία της παρούσας Αγωγής.
Η Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της κα Παύλου δικηγόρου σε δικηγορική εταιρεία η οποία συνεργάζεται με τα δικηγορικά γραφεία που εκπροσωπούν την Ενάγουσα. Σ’ αυτήν, πέραν της παράθεσης του δικονομικού ιστορικού της παρούσας Αγωγής, επεξηγούνται λεπτομερώς οι λόγοι ένστασης της Ενάγουσας. Συνεπώς θεωρώ αχρείαστο να μεταφέρω οποιοδήποτε απόσπασμά της.
H ENΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ
Πέραν της Ενάγουσας, ένσταση καταχωρίστηκε και από τις εταιρείες BIMERSANO SERVICES LTD, WIPASENA HOLDING LTD, POLARIMA INESTMENTS LTD, οι οποίες αποτελούν τις Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2 και 3 αντίστοιχα στην Αίτηση Εγγραφής Αλλοδαπής Απόφασης 7/22 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Με την Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης προβάλλονται συνολικά 24 λόγοι ένστασης, οι βασικοί εκ των οποίων είναι οι ακόλουθοι:
(1) Η Αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη.
(2) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στη σχετική νομολογία και στους κανονισμούς για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
(3) Δεν καταδεικνύονται με σαφήνεια και/ή με λεπτομέρεια τα πραγματικά και/ή νομικά ζητήματα τα οποία είναι κοινά στην παρούσα αγωγή καθώς και στην Αίτηση Αρ. 7/22.
(4) Δεν υπάρχουν κοινά πραγματικά και/ή νομικά σημεία και/ή ζητήματα ώστε να καθίσταται αναγκαία ή επιθυμητή η συνένωση και συνεκδίκαση της παρούσας Αγωγής με την αίτηση Αρ. 7/22.
(5) Τυχόν συνένωση και/ή συνεκδίκαση της παρούσας Αγωγής με την αίτηση Αρ.7/22 θα περιπλέξει και/ή εκτροχιάσει της δύο διαδικασίες καθότι θα εισαχθούν σ’ αυτές άσχετα και/ή παντελώς διαφορετικά γεγονότα και/ή νομικά σημεία.
(6) Ως ενδιαφερόμενα πρόσωπα δεν είναι καν διάδικοι στην παρούσα Αγωγή και τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα αυξήσει αδικαιολόγητα τα έξοδα τους και θα τους δημιουργήσει αχρείαστη ή και αδικαιολόγητη ταλαιπωρία καθότι θα αναγκαστούν να λάβουν μέρος στη διαδικασία της παρούσας Αγωγής.
(7) Τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα αυξήσει αδικαιολόγητα τα έξοδα τους, ενώ ταυτόχρονα η Αιτήτρια προωθεί εναντίον τους την Αίτηση Αρ. 7/22 χωρίς να έχει εξοφλήσει τα έξοδα που επιδικάστηκαν προς όφελος τους και εναντίον της στην προγενέστερη Αίτηση Αρ. 6/20.
(8) Η προώθηση της παρούσας Αίτησης ενόσω εκκρεμεί η αίτηση τους για αναστολή της Αίτησης Αρ. 7/22 αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας.
(9) Τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα καταστήσει άνευ αντικειμένου την αίτηση τους για αναστολή της διαδικασίας στην Αίτηση Αρ. 7/22 και θα πληγούν ανεπανόρθωτα τα συμφέροντα ή και δικαιώματα τους.
Η Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της κας Δαμιανού, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Σ’ αυτήν αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
Κατά την 03.11.2022 η Αιτήτρια καταχώρισε την αίτηση Αρ. 7/22, μέσω της οποίας αιτείται την εγγραφή και/ή εκτέλεση και/ή αναγνώριση της απόφασης του Διαιτητικού Δικαστηρίου της Ρωσίας στη υπόθεση Α40-14824/18 μεταξύ της ίδιας, της Ενάγουσας και των Ενδιαφερομένων Προσώπων. Κατά την 13.12.2022 η Ενάγουσα, η οποία είναι η Καθ’ ης η αίτηση 4 στην Αίτηση Αρ. 7/22 καταχώρισε αίτησης αναστολής της διαδικασίας της Αίτησης Αρ. 7/22 λόγω του ότι η Αιτήτρια δεν είχε εξοφλήσει τα έξοδα που επιδικάστηκαν εναντίον της σε προηγούμενες δικαστικές διαδικασίες και πιο συγκεκριμένα στις αιτήσεις για εγγραφή αλλοδαπών αποφάσεων με αριθμό 9/19, 11/19, 6/20 και 12/20. Κατά την 05.07.2024 εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα αναστολής της διαδικασίας στην Αίτηση Αρ. 7/22 υπό τον όρο ότι η Ενάγουσα θα ενημερώνει κάθε 3 μήνες το Δικαστήριο ηλεκτρονικά αναφορικά με την πορεία της αίτησης που υπέβαλε προς την Επιτροπή ΣΕΟΚ για τη λήψη άδειας για πληρωμή των εξόδων της από την Αιτήτρια. Εξ’ όσων φαίνεται από την αναρτημένη επικοινωνία των ημερών στο σύστημα i-justice, μέχρι και την 07.02.2025, την προηγούμενη δηλαδή ημερομηνία που ήταν ορισμένη η Αίτηση Αρ. 7/22, η Αιτήτρια δεν είχε ακόμη πληρώσει τα έξοδα της Ενάγουσας.
Στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 7/22, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα καταχώρισαν κατά την 24.05.2025 αίτηση για αναστολή της διαδικασίας μέχρι η Αιτήτρια να προβεί στην εξόφληση των εξόδων που επιδικάσθηκαν προς όφελος τους και εναντίον της Αιτήτριας στη προγενέστερη αίτηση εγγραφής αλλοδαπής απόφασης 6/20. Η εν λόγω αίτηση αναστολής επιδόθηκε στην Αιτήτρια την 27.01.2025 και ορίστηκε κατά την 24.02.2025. Οι συνήγοροι των ενδιαφερομένων προσώπων ζήτησαν από το Δικαστήριο όπως μη δώσει οδηγίες για καταχώριση ένστασης στην αίτηση Αρ. 7/22 εκκρεμούσης της αίτησης αναστολής της, της οποίας η εκδίκαση προηγείται.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Η Αίτηση στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Θεσμούς Δ.1(2), Δ.14 θ.θ. 1-5, Δ.39, Δ.48 θ.θ. 1-9 και Δ.64.
Η Δ.14 θ.θ. 1 και 2 προνοούν επί λέξη τα ακόλουθα:
“1. When actions are brought by one and the same person against different defendants in respect of the same or substantially the same libel, the Court or a Judge may on the application of two or more of such defendants order that such actions be consolidated so that they be tried together. In a consolidated action under this Rule the damages (if any) shall be assessed in one, sum but shall be apportioned between and against such of the defendants as judgment is given against, and the Court or Judge, if he awards the plaintiff the costs of the action, shall make such order as he deems just for apportionment of such costs between and against such defendants.
2. When two or more actions are pending in the same Court, whether by the same or different plaintiffs against the same or different defendants, and the claims of such actions involve a common question of law or fact of such importance in proportion to the rest of the matters involved in such actions as to render it desirable that the actions should be consolidated, the Court or a Judge may order that they be consolidated”.
Στην υπόθεση Μενελάου κ.α. ν. Ξενοφώντος κ.α. (1989) 1 Α.Α.Δ 371 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Βασικός σκοπός της πιο πάνω πρόνοιας είναι ασφαλώς η αποφυγή της πολλαπλότητας στη δικαστική διαδικασία και έτσι να εξοικονομείται χρόνος και έξοδα. Οι νομικές αρχές που ισχύουν στην εφαρμογή της έτυχαν ευρείας συζήτησης στην υπόθεση X" Αθανασίου ν. Παρπερίδη κ. α. (1975) 1 Α.Α.Δ. 401, στην οποία παραπέμπουμε απλώς γιατί τα νομικά ζητήματα καλύπτονται σε αυτή εκτενώς έτσι που η επανάληψή του θα ήταν άσκοπη. Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Παρπερίδη, και γενικά στη νομολογία, η άσκηση της δικαστικής ευχέρειας στην εφαρμογή της Διάταξης 14, εξαρτάται από τα ιδιαίτερα γεγονότα στην κάθε υπόθεση στα οποία ως εκ τούτου το Δικαστήριο θα πρέπει να αναφέρεται για να αιτιολογείται η τελική του κρίση».
Στην υπόθεση Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ ν. Apak Agro Industries κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ 1721 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Διάταγμα συνένωσης αγωγών εκδίδεται στις περιπτώσεις όπου αναμένεται ότι θα προκύψει όφελος από τη συνεκδίκαση. Η έκδοση διατάγματος συνένωσης αγωγών προς εκδίκαση ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου η άσκηση της οποίας εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. Το Δικαστήριο ενασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια εξετάζει κατά πόσο η συνεκδίκαση των αγωγών θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των διαδίκων και την καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης. Η αποφυγή πολλαπλότητας των διαδικασιών, ο περιορισμός των εξόδων καθώς και η οικονομία του δικαστικού χρόνου είναι παράγοντες που προσμετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου επί του θέματος. Βλ. Hadjiathanassiou v. Parperides and Others (1975) 1 C.L.R. 401 και Healey and Others v. A. Waddington and Sons Ltd and Others [1954] 1 All E.R. 861».
Ως έχει ήδη αναφερθεί, η Αιτήτρια επιδιώκει τη συνένωση της παρούσας Αγωγής με τις τρεις αιτήσεις για Εγγραφή Αλλοδαπής Απόφασης υπ΄ Αρ. 7/22, 8/22 και 9/22, οι οποίες περιγράφονται λεπτομερώς στο προοίμιο της απόφασης. Πιο συγκεκριμένα με τις ρηθείσες αιτήσεις επιδιώκεται η αναγνώριση και εκτέλεση στην Κύπρο τριών αποφάσεων οι οποίες εκδόθηκαν από το Διαιτητικό Δικαστήριο της Μόσχας κατά την 29.09.2018 και 29.03.2019 προς όφελος της Αιτήτριας και εναντίον της Ενάγουσας, με εξαίρεση την απόφαση της οποίας ζητείται η αναγνώριση και εκτέλεση μέσω της αίτησης υπ’ αρ. 7/22, η οποία εξεδόθη εκτός της Ενάγουσας και εναντίον των ενδιαφερομένων προσώπων. Ως προκύπτει από το περιεχόμενο των ρηθεισών αιτήσεων, οι οποίες παρουσιάζονται μέσω της ένορκης δήλωσης της κας Χρυσάφη (Τεκμήρια 1, 3 και 5 της ένορκης δήλωσης της), η αναγνώριση και εκτέλεση στην Κύπρο των αποφάσεων του Διαιτητικού Δικαστηρίου της Μόσχας έχει ως νομικό υπόβαθρο τον Κυρωτικό της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της πρώην Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για την Παροχή Νομικής Συνδρομής σε θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου Νόμο 172/86, όπως επίσης και τον περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμο 121(Ι)/2000.
Πρωτίστως θα πρέπει να αναφέρω ότι παρά το ότι η Δ.14 θ.θ. 1 και 2 αναφέρεται σε συνένωση αγωγών (actions) εντούτοις έχω την ταπεινή άποψη ότι οι ρηθείσες αιτήσεις εμπίπτουν στην έννοια του όρου «Αγωγή» όπως επεξηγείται στην Δ.1 θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Παρά το ότι καταχωρούνται υπό την μορφή ενδιάμεσης αίτησης με τον τύπο ο οποίος προνοείται στην Δ.48 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, εντούτοις δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελούν εναρκτήρια αίτηση αφού δεν καταχωρούνται στο πλαίσιο εκκρεμούσας δικαστικής διαδικασίας. Συνεπώς αποτελεί θέση του Δικαστηρίου ότι δεν θα υπήρχε κατ’ αρχήν κώλυμα συνένωσης τους με την παρούσα Αγωγή.
Το Άρθρο 23 του Νόμου 172/86 καθορίζει ποιες αποφάσεις υπόκεινται σε αναγνώριση και εκτέλεση ενώ στο Άρθρο 24 καθορίζονται οι προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων. Ειδικότερα τα Άρθρα 23 και 24 προνοούν τα ακόλουθα:
«Άρθρο 23
Ποιες Δικαστικές Αποφάσεις θα Αναγνωρίζονται και Εκτελούνται
1. Δικαστικές αποφάσεις των αρχών εκάτερου Συμβαλλόμενου Μέρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 1 θα αναγνωρίζονται και εκτελούνται στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους κάτω από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στη Συνθήκη αυτή.
2. Όπως χρησιμοποιείται στην παράγραφο 1, ο όρος «δικαστικές αποφάσεις» σημαίνει: (1) δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σε αστικές υποθέσεις και φιλικούς συμβιβασμούς που επικυρώθηκαν από δικαστήριο* (2) δικαστικές αποφάσεις για την πληρωμή δικαστικών εξόδων (3) δικαστικές αποφάσεις σε ποινικές υποθέσεις που αφορούν στην πληρωμή αποζημιώσεων και σε άλλες απαιτήσεις αστικού δικαίου».
«Άρθρο 24
Προϋποθέσεις Αναγνώρισης και Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων
«Οι Δικαστικές αποφάσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 23 θα αναγνωρίζονται και εκτελούνται με την προϋπόθεση ότι:
(1) είναι τελεσίδικες και εκτελεστές δυνάμει του δικαίου του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου εκδόθηκαν·
(2) ο διάδικος ο οποίος παρέλειψε να εμφανισθεί και να λάβει μέρος στη διαδικασία και εναντίον του οποίου εκδόθηκε η απόφαση κλητεύθηκε κανονικά και εμπρόθεσμα σύμφωνα με το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου εκδόθηκε η απόφαση·
(3) η υπόθεση δεν εμπίπτει εντός της αποκλειστικής αρμοδιότητας κάποιας αρχής του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να αναγνωρισθεί και εκτελεσθεί η απόφαση·
(4) καμιά δικαστική απόφαση, η οποία να έχει καταστεί τελεσίδικη, δεν έχει εκδοθεί προηγουμένως για το αυτό επίδικο αντικείμενο μεταξύ των ίδιων διαδίκων στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους όπου πρόκειται να αναγνωρισθεί και εκτελεσθεί η δικαστική απόφαση·
(5) δεν εκκρεμεί ενώπιον δικαστικής αρχής του παραγγελλόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους διαδικασία μεταξύ των ίδιων διαδίκων για το ίδιο επίδικο αντικείμενο, και η διαδικασία αυτή ήταν η πρώτη που είχε εγερθεί».
Στην υπόθεση VTB Bank v. Alekseyevich κ.α. Πολ. Έφεση Αρ. 206/14 ημερ. 12.06.2020 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Κατά το άρθρο 26, τα Δικαστήρια του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο καλείται να εκτελεστεί η δικαστική απόφαση θα εκδίδουν απόφαση που να επιτρέπει τέτοια εκτέλεση, κατά δε τη χορήγηση της άδειας εκτέλεσης το Δικαστήριο «.. θα περιορίζεται στο να διαπιστώσει κατά πόσο ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 24 και 25 καθώς και οι απαιτήσεις του άρθρου 28.». Το άρθρο 25 αφορά την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης και δεν υπεισέρχεται περαιτέρω στο προσκήνιο προς εξέταση. Το άρθρο 28 όμως, το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 26(2), εισάγει ρητά το άρθρο 27, εφόσον προνοεί ότι η αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 27 θα πρέπει να συνοδεύεται από συγκεκριμένα έγγραφα που περιλαμβάνουν το πρωτότυπο ή ένα πιστοποιημένο αντίγραφο της δικαστικής απόφασης».
Όπως προκύπτει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο από τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, το Δικαστήριο κατά την εκδίκαση αίτησης για αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης με βάση το Ν.172/86, ως επίσης και το Ν.121(Ι)/00, δεν υπεισέρχεται στην επανεξέταση των θεμάτων τα οποία εξετάστηκαν με την απόφαση της οποίας ζητείται η αναγνώριση και εκτέλεση, αλλά περιορίζεται στο να διαπιστώσει κατά πόσο ικανοποιούνται οι καθοριζόμενες στο Άρθρο 26 του Νόμου προϋποθέσεις. Πρόκειται, κατά την ταπεινή μου άποψη, για μια ειδική διαδικασία η οποία έχει περισσότερο τυπικό χαρακτήρα. Είναι λοιπόν φανερό ότι ο ρόλος του Δικαστηρίου κατά την εξέταση αυτού του είδους των αιτήσεων είναι περιορισμένος. Δεν υπεισέρχεται στην ουσία της διαφοράς, η οποία ήδη επιλύθηκε με την απόφαση της οποίας ζητείται η αναγνώριση και εκτέλεση. Σε αντίθεση με τις ρηθείσες αιτήσεις για αναγνώριση και εκτέλεση των Ρωσικών αποφάσεων, το Δικαστήριο στα πλαίσια της εκδίκασης της παρούσας Αγωγής θα υπεισέλθει στην εξέταση όλων των εγειρομένων με τις έγγραφες προτάσεις ζητημάτων, νομικών και πραγματικών. Με την τελική του δε απόφαση οφείλει να επιλύσει όλα τα εγειρόμενα ζητήματα.
Από τα όσα αναφέρονται πιο πάνω καθίσταται φανερό ότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικής φύσης μεταξύ τους διαδικασίες. Η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι η συνένωση της παρούσας Αγωγής με τις ρηθείσες αιτήσεις αναγνώρισης των Ρωσικών αποφάσεων είναι αναγκαία και επιθυμητή, καθώς υπάρχουν καθοριστικής σημασίας κοινά νομικά και/ή πραγματικά ζητήματα όσο και κοινοί διάδικοι. Με κάθε σεβασμό, η θέση αυτή δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Ως έχει ήδη αναφερθεί, τα νομικά αλλά και πραγματικά ζητήματα που θα εξεταστούν και θα αποφασιστούν από το Δικαστήριο στο πλαίσιο της παρούσας Αγωγής είναι εντελώς διαφορετικά από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν το Δικαστήριο κατά την εκδίκαση των ρηθεισών αιτήσεων για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων, τα οποία είναι πολύ πιο απλά και περιορισμένα. Υπό αυτές τις περιστάσεις, η μεταξύ τους συνένωση δε θα εξυπηρετούσε οποιοδήποτε σκοπό, ούτε και θα συνέβαλλε στην εξοικονόμηση δικαστικού χρόνου. Θα πρέπει δε να επισημανθεί ότι αιτήσεις για αναγνώριση και εκτέλεση Ρωσικών αποφάσεων και γενικότερα αλλοδαπών αποφάσεων εκδικάζονται συνήθως στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που παρουσιάζονται από τις εκατέρωθεν πλευρές, χωρίς την ανάγκη παρουσίασης προφορικής μαρτυρίας.
Από την άλλη οι διάδικοι δεν είναι ακριβώς οι ίδιοι. Ως έχει ήδη αναφερθεί, η αίτηση 7/22 στρέφεται εναντίον και των ενδιαφερομένων προσώπων, τα οποία δεν είναι διάδικοι στην παρούσα Αγωγή. Είναι λοιπόν φανερό ότι σε περίπτωση συνένωσης, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα θα αναγκαστούν να λάβουν μέρος και στη διαδικασία της παρούσας Αγωγής με αποτέλεσμα να υποβληθούν σε περαιτέρω ταλαιπωρία και δικαστική δαπάνη.
Υποστηρίζει περαιτέρω η Αιτήτρια ότι οι Ρωσικές αποφάσεις των οποίων επιδιώκεται η αναγνώριση και εκτέλεση στην Κύπρο αποδεικνύουν ότι είναι νόμιμη και δικαιολογημένη η άρνηση από την Αιτήτρια της εκτέλεσης των εντολών πληρωμής της Ενάγουσας και ουσιαστικά, εφόσον αναγνωριστούν, θα υπάρχει δεδικασμένο ως προς το ουσιαστικότερο επίδικο θέμα μεταξύ των διαδίκων που θα είναι καθοριστικής σημασίας για την τύχη της Αγωγής. Αυτό το οποίο με έχει προβληματίσει είναι το πως θα δημιουργηθεί δεδικασμένο, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει κώλυμα στην εκδίκαση της παρούσας Αγωγής, αφ’ ης στιγμής οι ρηθείσες αιτήσεις για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων, εφόσον επιτραπεί η συνένωση τους, θα συνεκδικαστούν με την παρούσα Αγωγή, και η όποια απόφαση επ’ αυτών θα εκδοθεί ταυτόχρονα με την απόφαση επί της παρούσας Αγωγής, μετά την ακρόαση τόσο της παρούσας Αγωγής όσο και των ρηθεισών αιτήσεων.
Θα πρέπει ακόμα να επισημανθεί ότι στη γραπτή αγόρευση των ευπαίδευτων συνηγόρων της Αιτήτριας υποστηρίζεται ότι είναι επάναγκες να αποφασιστεί προηγουμένως αν οι Ρωσικές αποφάσεις θα αναγνωριστούν, να κριθεί δηλαδή κατά πόσο θα αποτελούν δεδικασμένο μεταξύ των μερών ως προς το τι αποφασίστηκε σ’ αυτές, που είναι καθοριστικής σημασίας για την τύχη της παρούσας Αγωγής. Σε κάποιο άλλο δε σημείο της υποστηρίζεται ότι πριν προχωρήσει η παρούσα Αγωγή θα πρέπει να κριθούν οι αιτήσεις για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων, αφού τυχόν επιτυχία τους αλλάζει άρδην την εικόνα ως προς το τι ισχύει σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Αυτό το οποίο θα ήθελα να υποδείξω προς απάντηση των αμέσως πιο πάνω θέσεων είναι ότι με την υπό εξέταση Αίτηση επιζητείται η συνένωση της παρούσας Αγωγής με τις αιτήσεις για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων που, εφόσον ήθελε επιτραπεί, θα είχε ως αποτέλεσμα τη συνεκδίκαση τους. Αναμφισβήτητα η συνεκδίκαση είναι αίτημα εντελώς διαφορετικό από το αίτημα να εκδικαστούν οι αιτήσεις για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων πριν την εκδίκαση της παρούσας Αγωγής. Θα πρέπει ακόμα να επισημανθεί ότι η Αιτήτρια στο δικόγραφο της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης της εγείρει ήδη ζήτημα δεδικασμένου. Πιο συγκεκριμένα στην παράγραφο 3 του δικογράφου της προβάλει υπό μορφή προδικαστικής ένστασης ότι τα επίδικα γεγονότα της παρούσας Αγωγής αφορούν ύπαρξη δεδικασμένου, εφόσον έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση στα πλαίσια των υποθέσεων υπ’ αρ. Α40-11948/2018 και Α40-15325/2018 από τα Ρωσικά Δικαστήρια επί των ιδίων ή και σχετικών θεμάτων με τα επίδικα θέματα της παρούσας Αγωγής που αφορούν τους ίδιους ή και ανάλογους διαδίκους. Καθίσταται λοιπόν φανερό ότι μπορεί να προβάλει την ύπαρξη δεδικασμένου κατά την ακρόαση της παρούσας Αγωγής, χωρίς να χρειαστεί να εκδικαστούν πρώτα οι αιτήσεις για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων στην Κύπρο ώστε να αποτελέσουν δεδικασμένο.
Προβάλλεται περαιτέρω από πλευράς Αιτήτριας ότι η εκδίκαση της παρούσας Αγωγής πριν την εκδίκαση των αιτήσεων για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων ενδέχεται να προκαλέσει παράδοξα/αντινομικά και άδικα αποτελέσματα, εφόσον θα είναι ανοικτό το ενδεχόμενο να εκδοθούν αποφάσεις με ευρήματα/διαπιστώσεις ή και αποτελέσματα αντιφατικά με τις Ρωσικές αποφάσεις, οι οποίες προνοούν, μεταξύ άλλων, την επιστροφή πολλών εκατομμυρίων από την Ενάγουσα. Εν κατακλείδι υποστηρίζεται ότι με την αιτούμενη συνένωση σκοπείται ο αποκλεισμός των δυσχερειών τις οποίες η ξεχωριστή εκδίκαση ενδεχομένως να επιφέρει.
Τα ανωτέρω προβαλλόμενα δεν βρίσκουν σύμφωνο το Δικαστήριο. Πρωτίστως έχω την ταπεινή άποψη ότι δεν υφίσταται οποιοδήποτε κώλυμα να ξεκινήσει η εκδίκαση της παρούσας Αγωγής, η οποία και έχει ήδη τροχιοδρομηθεί, σε αντίθεση με τις αιτήσεις για αναγνώριση και εκτέλεση των Ρωσικών αποφάσεων, των οποίων η διαδικασία έχει ανασταλεί, ως επεξηγείται πιο κάτω. Σε περίπτωση δε που εκδοθεί απόφαση προς όφελος της Ενάγουσας στην παρούσα Αγωγή, αυτή θα αποτελεί κώλυμα για την αναγνώριση και εκτέλεση των Ρωσικών αποφάσεων στην Κύπρο, αφού, σύμφωνα με το Άρθρο 24(4) του Νόμου 172/86, μία εκ των προϋποθέσεων για αναγνώριση και εκτέλεση των Ρωσικών αποφάσεων είναι να μην έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για το ίδιο επίδικο αντικείμενο μεταξύ των ιδίων διαδίκων στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους όπου πρόκειται να αναγνωριστεί και εκτελεστεί η δικαστική απόφαση. Είναι λοιπόν φανερό ότι δεν τίθεται κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων εφόσον προηγηθεί η εκδίκαση και έκδοση απόφασης στην παρούσα Αγωγή. Σε περίπτωση δε που το Δικαστήριο απορρίψει τελικά την αγωγή της Ενάγουσας, η Αιτήτρια θα είναι ελεύθερη να προχωρήσει τη διαδικασία για την αναγνώριση και εκτέλεση των Ρωσικών αποφάσεων στην Κύπρο.
Πέραν των πιο πάνω, δεν θα μπορούσα να παραβλέψω και τον κίνδυνο περαιτέρω καθυστέρησης στην εκδίκαση της παρούσας Αγωγής, σε περίπτωση που επιτραπεί η συνένωση. Χωρίς να διαφεύγει της προσοχής μου ότι η υπό εξέταση Αίτηση λογικά θα έπρεπε να είχε υποβληθεί κατά το στάδιο της κλήσης για οδηγίες, ως προνοεί η τροποποιηθείσα Δ.30, παράλειψη που εν πάση περιπτώσει δεν θα ήταν μοιραία για τη τύχη της Αίτησης, εντούτοις στην προκείμενη περίπτωση η τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος δυνατόν να εκτροχιάσει την παρούσα Αγωγή από την τροχιοδρομηθείσα ήδη πορεία της καθότι, ως φαίνεται να γίνεται παραδεκτό και από την ίδια την Αιτήτρια, μέσω της ένορκης δήλωσης της κας Χρυσάφη, η εκδίκαση των αιτήσεων για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων καθυστερεί καθότι η διαδικασία τους αναστάληκε προσωρινά μέχρι την πληρωμή από την Αιτήτρια του ποσού εξόδων που επιδικάστηκε προς όφελος της Ενάγουσας και των ενδιαφερομένων προσώπων. Είναι αδιάφορο, κατά την ταπεινή μου άποψη, το ότι η Αιτήτρια δυνατόν να μην ευθύνεται για την καθυστέρηση που παρατηρείται στην πληρωμή των εξόδων της Ενάγουσας, ως προβάλλεται μέσω της ένορκης δήλωσης της κας Χρυσάφη. Σε περίπτωση που επιτραπεί η συνένωση υπάρχει κίνδυνος για παραβίαση της συνταγματικής επιταγής για εκδίκαση της Αγωγής εντός ευλόγου χρόνου, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος παραβίασης του δικαιώματος της Ενάγουσας για δίκαιη δίκη. Θα πρέπει δε να επισημανθεί ότι η έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας έχει ήδη καθυστερήσει εξ υπαιτιότητας της Αιτήτριας συνεπεία της προηγηθείσας καταχώρησης αίτησης για τροποποίηση της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης της.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Αιτήτριας στη γραπτή τους αγόρευση υποστηρίζουν ότι σε περίπτωση που το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αιτούμενη συνένωση, θα πρέπει να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και να διατάξει την εκδίκαση της παρούσας αγωγής αμέσως μετά την αποπεράτωση εκάστης αίτησης για αναγνώριση των Ρωσικών αποφάσεων, να αναστείλει δηλαδή στην ουσία τη διαδικασία της παρούσας Αγωγής μέχρι την αποπεράτωση εκάστης ανωτέρω αίτησης. Θα πρέπει όμως να επισημάνω ότι η παρούσα Αγωγή εμπίπτει στον περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων Διαδικαστικό Κανονισμό του 2022 ως έχει τροποποιηθεί, σύμφωνα με τον οποίο η ακροαματική διαδικασία κάθε υπόθεσης θα αρχίζει και θα συνεχίζεται απρόσκοπτα, το χειρισμό δε της όλης διαδικασίας διεκπεραίωσης της θα έχει το Δικαστήριο, με στόχο την ταχεία απονομή της δικαιοσύνης και τη περίσωση εξόδων. Σε περίπτωση που το Δικαστήριο ανέστελλε τη διαδικασία της παρούσας Αγωγής, θα παραβιαζόταν κατάφωρα ο ανωτέρω αναφερόμενος διαδικαστικός Κανονισμός.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω λεπτομερώς πιο πάνω καταλήγω ότι η Αίτηση δεν μπορεί να πετύχει γι’ αυτό θα απορριφθεί.
Καθ’ όσον αφορά τα έξοδα δεν βλέπω οποιοδήποτε λόγο για απόκλιση από τον γενικό κανόνα ότι επιδικάζονται υπέρ του επιτυχόντα διαδίκου.
Η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα προς όφελος της Ενάγουσας – Καθ’ ης η Αίτηση και των ενδιαφερομένων προσώπων και εναντίον της Εναγόμενης – Αιτήτριας, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η Αγωγή ορίζεται για Ακρόαση την 17 και 18.12.2025 στις 09:00 π.μ.
(Υπ). ………………………..
Θ. Θωμά, Π.Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
ΘΘ/ΚΦ
Subject: Civil Jurisdiction / Other Actions / Interim
Αναφορά: Αίτηση για έκδοση διατάγματος συνένωσης - συνεκδίκασης
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο