
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Χ. Στρόππου, Ε.Δ.
Αριθμός Αγωγής: 1970/2023
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΕΛΗ
Ενάγουσα
-και-
ΥΔΡΟΓΕΙΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ
Εναγόμενη
Ημερομηνία: 15/09/2025
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενη/Αιτήτρια: Κυρία Μιλή Χ. για ΚΕΝΔΕΑΣ Α. ΣΕΡΓΗ Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγουσα/Αιτήτρια: κύριος Σταύρου για ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Αίτηση για αντεξέταση της Ενάγουσας)
1. Η παρούσα υπόθεση τυγχάνει χειρισμού ως ταχείας εκδίκασης με δεδομένο ότι η αξία της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων δεν υπερβαίνει τις 3.000 Ευρώ. Πρακτικά, αυτό συνεπάγεται την εκδίκαση της υπόθεσης στη βάση έγγραφης μαρτυρίας (βλ. Δ.30 θ. 5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας).
2. Στο επίκεντρο της διαφοράς βρίσκεται ένα τροχαίο ατύχημα που έλαβε χώρα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Ενάγουσας, στις 31/05/2022 εξαιτίας της αμέλειας της Οδηγού που ήταν ασφαλισμένη στην Εναγόμενη.
3. Επίδικη είναι η Αίτηση Αντεξέτασης που καταχώρισαν οι Συνήγοροι της Εναγόμενης με σκοπό την αντεξέταση της Ενάγουσας σε συγκεκριμένες παραγράφους της Γραπτής της Μαρτυρίας.
4. Από την μια η Εναγόμενη επιθυμεί να αντεξετάσει την Ενάγουσα σε σχέση με τις παραγράφους 2, 5 και 6 της Γραπτής Μαρτυρίας της. Η Εναγόμενη/Αιτήτρια στηρίζει το σχετικό αίτημα της στην ύπαρξη διιστάμενων εκδοχών ως προς τον τρόπο που συνέβη το επίδικο ατύχημα και στο ότι τα όσα αναφέρονται στις επίδικες παραγράφους βρίσκονται σε πλήρη αντίφαση με τους ισχυρισμούς της Οδηγού του άλλου οχήματος. Επιπλέον, προβάλλει ότι τα όσα αναφέρονται την παράγραφο 5 της Γραπτής Δήλωσης, όπου παρουσιάζονται οι ζημιές του οχήματος της Ενάγουσας, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αλλά και στο ότι η Ενάγουσα «δεν είναι εμπειρογνώμονας» και ως εκ τούτου δεν είναι σε θέση να παρουσιάσει την σχετική μαρτυρία.
5. Από την άλλη, η πλευρά της Ενάγουσας ενίσταται στην αντεξέταση της καθότι δεν καταδεικνύεται η αναγκαιότητα έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Όπως αναφέρεται στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση, τα όσα αναφέρει η Ενάγουσα είναι ξεκάθαρα και ως εκ τούτου πρόκειται για ζητήματα που άπτονται της αξιολόγησης από το Δικαστήριο.
6. Η εκδίκαση των υποθέσεων που σημειώνονται ως «ταχείας εκδίκασης» σύμφωνα με την Δ.30 θ. 6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (οι ΘΠΔ) γίνεται στην βάση των αντίστοιχων μαρτυριών όπως κατατέθηκαν στο Δικαστήριο και εκτός αν το Δικαστήριο επιτρέψει ως κατωτέρω στην παράγραφο 7 αναφέρεται την εισαγωγή προφορικής μαρτυρίας, η υπόθεση ορίζεται για αγορεύσεις, προφορικές ή γραπτές κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αφού ακούσει προς τούτο προηγουμένως τους διαδίκους. Πρόκειται για διαδικασία που θεσπίστηκε, όπως καταδεικνύει η εν λόγω Διαταγή, με σκοπό την ταχεία διεκπεραίωση των υποθέσεων με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι η υπόθεση δεν θα προσεγγίζεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της με σκοπό την απονομή της δικαιοσύνης στην συγκεκριμένη υπόθεση. Γι’ αυτό το Δικαστήριο διαθέτει και αυτεπάγγελτη εξουσία να διατάξει την εξέταση ή αντεξέταση του διαδίκου ή του μάρτυρα (βλ. Δ.30 θ. 7 (α) των ΘΠΔ). Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι μετά την θέσπιση των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, το Δικαστήριο όταν ασκεί διακριτική ευχέρεια δύναται να λαμβάνει υπόψη τον Πρωταρχικό Σκοπό που καθορίζεται στο Μέρος 1 των ΚΠΔ του 2023.
7. Συνεπώς, επιτρέπεται σύμφωνα με την Δ.30 θ. 7 των ΘΠΔ κατ' εξαίρεση, η παρουσίαση μαρτυρίας από διάδικο ή μάρτυρα που ήδη κατέθεσε εγγράφως την μαρτυρία του ή ακόμα και την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από μάρτυρα που δεν κατέθεσε εγγράφως την μαρτυρία του στις περιπτώσεις που προβλέπει η Δ.30 θ. 7 (α) - (ε) των ΘΠΔ. Την αντεξέταση ενόρκως δηλούντα προβλέπει και η Δ.39 θ. 1 των ΘΠΔ, της οποίας οι αρχές τυγχάνουν κατά την κρίση μου αναλογικής εφαρμογής και στο πλαίσιο της Δ.30 θ. 7 (α) – (ε) των ΘΠΔ.
8. Από τη συνδυαστική ανάγνωση της Δ.30 θ. 7 με την νομολογία που καθιερώθηκε στο πλαίσιο της Δ.39 θ.1 των ΘΠΔ, από την οποία αντλείται καθοδήγηση (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Λευτέρη Μήλου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ 280 και Αναφορικά με την αίτηση του Rana Wahed Ali (Αρ. 1) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1660) καθίσταται ευδιάκριτο ότι το Δικαστήριο διαθέτει διακριτική ευχέρεια η οποία ασκείται δικαστικά και σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης, την φύση της σχετικής Αίτησης, τις ανάγκες της υπόθεσης και τα επίδικα σε αυτήν ζητήματα. Πρέπει να υπάρχουν ειδικοί λόγοι που δικαιολογούν το αίτημα, στο οποίο θα πρέπει να προσδιορίζονται επαρκώς τα προς αντεξέταση σημεία, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η εξέταση του υπό το πρίσμα της Νομολογίας.
9. Ό,τι προκύπτει από τη σχετική νομολογία είναι ότι η αντεξέταση είναι επιτρεπτή επί ζητημάτων τα οποία είναι αναγκαία για την επίλυση του θέματος που αφορά η εκάστοτε υπό εξέταση αίτηση, αλλά δεν θα πρέπει να δίδεται άδεια για αντεξέταση όταν αυτή εμφανώς θα επεκτείνει τη συζήτηση της αίτησης σε μη αναγκαία για την εξέταση της αίτησης ζητήματα (βλ. Halsbury's Laws of England, 3η έκδοση, Τομ. 21, παρ. 878, σελ. 418-419). Πόσο δε μάλλον στο πλαίσιο μιας υπόθεσης η οποία «κατατάσσεται» λόγω της κλίμακας της ως «ταχείας εκδίκασης» με σκοπό την ταχεία διεκπεραίωση της. Μάλιστα η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί ανεξάρτητα από τυχόν συναίνεση των διαδίκων.
10. Το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους του Αιτητή να παραθέσει τέτοιους λόγους, οι οποίοι να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο για τα πιο πάνω ώστε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της έκδοσης διατάγματος αντεξέτασης (βλ. Thinking Steel International BV ν. Caramondani Bros Public Co Ltd, (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1460).
11. Οι Συνήγοροι των μερών παρέδωσαν στο Δικαστήριο τις γραπτές αγορεύσεις τους, τις οποίες, το Δικαστήριο έλαβε δεόντως υπόψη. Εκεί και όπου κρίνεται αναγκαίο θα γίνεται συγκεκριμένη αναφορά σε αυτές. Εκ προοιμίου σημειώνεται ότι σύμφωνα με την νομολογία δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αιτιολόγησης δικαστικής απόφασης ειδική αναφορά ή διαπραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται. Κάθε επιχείρημα συναρτάται με την επίδραση που μπορεί να έχει στη θεώρηση των επιδίκων θεμάτων (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 490). Επιπλέον, είναι καλά καθιερωμένο ότι όσα δεν αναπτύχθηκαν με την αγόρευση κρίνονται ότι έχουν εγκαταλειφθεί (Στέλιος Σάββα και Υιοί Λίμιτεδ ν. Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αγωγή Αρ. 1/2019, ημερομηνίας 28/05/2020).
12. Από αναδρομή στο φάκελο της δικογραφίας προκύπτει ότι αποτελεί ισχυρισμό της Ενάγουσας ότι οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα της στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού με δυτική πορεία, φτάνοντας στο αλτ του κυκλικού κόμβου Μέσα Γειτονιάς. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι αφού έλεγξε την πορεία των μηχανοκινήτων οχημάτων δεξιά της με κάθε επιμέλεια και παρατηρητικότητα και είδε ότι δεν έρχεται κάποιο όχημα προς την πορεία της οδηγώντας στην αριστερή λωρίδα εκ δεξιών της, εισήλθε εντός του κυκλικού κόμβου από την αριστερή λωρίδα με σκοπό να κατευθυνθεί στην 1 η έξοδο που οδηγεί στην οδό Μακαρίου αριστερά και το κέντρο της Πόλης. Οδηγώντας το όχημα της με την δέουσα επιμέλεια και προσοχή, πρόσεξε ότι εκ δεξιών της ερχόταν το όχημα με αριθμούς εγγραφής LAR744 και το οποίο οδηγούσε η κυρία Άντρη Μολέσκη, η οποία αποφάσισε ξαφνικά και έστριψε απότομα αριστερά με αποτέλεσμα να χτυπήσει με το αριστερό πλευρό του μηχανοκινήτου οχήματος της στο δεξιό πλευρό του οχήματος της και να προκαλέσει ατύχημα από το οποίο το μηχανοκίνητο όχημα της υπέστη εκτεταμένες ζημίες.
13. Από την άλλη, οι ισχυρισμοί της Οδηγού που ήταν ασφαλισμένη στην Εναγόμενη είναι διαφορετικοί από τα όσα προβάλλει η Καθ’ ης η Αίτηση/Ενάγουσα. Ισχυρίζεται ότι φθάνοντας στο ΑΛΤ της πορείας της και προτού εισέλθει στο κυκλικό κόμβο σταμάτησε για να ελέγξει την τροχαία κίνηση. Αφού διαπίστωσε ότι ο κυκλικός κόμβος ήταν καθαρός από οχήματα και ήταν ασφαλές να εισέλθει, εκκίνησε και εισήλθε στον κυκλικό κόμβο Μέσα Γειτονιάς, κρατώντας την αριστερή λωρίδα εντός του κυκλικού κόμβου, με πρόθεση να εξέλθει από την τρίτη έξοδο του κυκλικού κόμβου και να κατευθυνθεί προς την Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ και προς το κέντρο της πόλης στο ύψος της δεύτερης εξόδου σε σχέση με την πορεία της έθεσε τον δείκτη της για να δείξει την πρόθεση της να εξέλθει από την επόμενη έξοδο, δηλαδή την τρίτη. Συνεχίζοντας την πορεία της στην αριστερή λωρίδα εντός του κυκλικού κόμβου για να εξέλθει από την τρίτη έξοδο, λίγο πριν περάσει εντελώς την δεύτερη έξοδο ξαφνικά ένα όχημα μάρκας Mazda, ως διαπίστωσε αργότερα, χωρίς να σταματήσει στο ΑΛΤ της πορείας του και χωρίς να αντιληφθεί το εκ δεξιών του ερχόμενο όχημα το οποίο βρισκόταν σε κίνηση εντός του κυκλικού κόμβου, και είχε προτεραιότητα εισήλθε εντός του κυκλικού κόμβου από την είσοδο του αυτοκινητόδρομου Λευκωσίας - Λεμεσού με πορεία προς Πάφο με αποτέλεσμα να συγκρουστεί επί του οχήματος της χωρίς να έχει η ίδια περιθώριο αντίδρασης.
14. Από ανάγνωση της Έκθεσης Απαίτησης και συγκεκριμένα το παρακλητικό αυτής, η Ενάγουσα διεκδικεί το ποσό των 1.303, 05 Ευρώ ως ειδικές αποζημιώσεις συνεπεία του πιο πάνω τροχαίου ατυχήματος.
15. Αποτελεί λοιπόν ζήτημα που προηγείται λογικά, να εξεταστεί αν έχει αποδειχθεί αμέλεια σε βάρος της Ενάγουσας. Εάν η απόφαση είναι καταφατική τότε το Δικαστήριο εξετάζει με βάση το Άρθρο 57 αν ο Ενάγων έχει συντρέχουσα αμέλεια. Ακολούθως αποφασίζει το ποσοστό της ευθύνης μεταξύ της Ενάγουσας από τη μια και Εναγόμενης από την άλλη, και μειώνει το ποσό των αποζημιώσεων ανάλογα με το ποσοστό στη συντρέχουσα αμέλεια (βλ. Μαυρίδης ν. Dharaghii (1990) 1 Α.Α.Δ. 1013).
16. Λαμβάνοντας υπόψη την φύση της διαδικασίας, τους αντίθετους προβαλλόμενους στις εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις και γραπτές αγορεύσεις ισχυρισμούς και το τι είναι αναγκαίο για την «επίλυση του επίδικου ζητήματος» αλλά και το βάρος απόδειξης που φέρει εκάστη πλευρά για να αποδείξει την υπόθεση της είναι αναγκαία η έκδοση του σχετικού διατάγματος αντεξέτασης. Οι παράγραφοι επί των οποίων ζητείται η αντεξέταση σχετίζονται με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο με τις συνθήκες που συνέβη το επίδικο ατύχημα και τις ζημιές που προκλήθηκαν από αυτό. Με άλλα λόγια προβάλλονται εκ διαμέτρου αντίθετοι ισχυρισμοί για τις συνθήκες πρόκλησης του επίδικου ατυχήματος και το Δικαστήριο θα κληθεί στο τέλος της διαδικασίας να αξιολογήσει την σχετική μαρτυρία για να εξάγει τα συμπεράσματα του. Αυτή η διαφορετική παρουσίαση των γεγονότων και από τις δύο πλευρές, καθιστά αναγκαία την αντεξέταση ώστε να υποβοηθηθεί το έργο του Δικαστηρίου στην διακρίβωση του τρόπου που εν τέλει έλαβε χώρα το επίδικο ατύχημα. Η διακρίβωση αυτή είναι ουσιώδης καθότι όπως σημειώθηκε η επιδίκαση των αποζημιώσεων αποτελεί ζήτημα που συναρτάται με την διακρίβωση της αμέλειας και του επιμερισμού της ευθύνης σε έκαστο διάδικο.
17. Θα πρέπει να σημειωθεί για σκοπούς πληρότητας της απόφασης ότι η επίδικη Αίτησης καταχωρίστηκε ως απαιτεί η Δ.30 θ. 7 (δ) των ΘΠΔ, δηλαδή καταχωρίστηκε τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την ημερομηνία που η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση. Επιπλέον, στην επίδικη Αίτηση καθορίζονται τόσο η μάρτυρας της οποίας ζητείται η αντεξέταση, όσο και το μέρος της έγγραφης μαρτυρίας αναφορικά με το οποίο ζητείται η αντεξέταση και ο χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωση της αντεξέτασης.
18. Συνεπώς, εκδίδεται Διάταγμα ως η Αίτηση ημερομηνίας 21/10/2024, ήτοι Διάταγμα αντεξέτασης της Ενάγουσας σε σχέση με τις παραγράφους 2, 5 και 6 της Γραπτής Μαρτυρίας της ημερομηνίας 15/04/2025 με τον χρόνο αντεξέτασης να καθορίζεται στα 30 λεπτά.
19. Η Αγωγή ορίζεται για Οδηγίες με σκοπό τον Προγραμματισμό της ημερομηνίας κατά την οποία θα αντεξεταστεί η Ενάγουσα στις 19/09/2025 και ώρα 09:00 π.μ.
20. Ακολουθώντας τον σχετικό κανόνα, τα έξοδα της επίδικης Αίτησης επιδικάζονται υπέρ της Εναγόμενης/Αιτήτριας και εναντίον της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας.
(Υπ.)…………………………………………..
Χ. Στρόππος, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο