ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Α. Κάρνου, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 766/23
Μεταξύ:
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ από τη Λεμεσό
Ενάγοντος
-και-
1. APS DEBT SERVICING CYPRUS LTD από τη Λευκωσία
2. HELLENIC BANK PUBLIC COMPANY LIMITED από τη Λευκωσία
Εναγόμενων
Ημερομηνία: 22 Σεπτεμβρίου 2025
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντα – Αιτητή: κ. Γ. Διογένους για Γιώργος Διογένους & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Για Εναγόμενες – Καθ’ ων η Αίτηση: κ. Πανάγος & Παναγος Δ.Ε.Π.Ε.
Ενδιάμεση Απόφαση
Σε αίτηση για αντεξέταση και καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 21/1/25
Με μονομερή αίτηση ημερομηνίας 13/11/23, στα πλαίσια της ως άνω Αγωγής (εφεξής: «η κυρίως αίτηση»), ο ενάγων - αιτητής εξασφάλισε την έκδοση ενδιάμεσου δικαστικού διατάγματος, δια του οποίου απαγορεύεται στις εναγόμενες – καθ’ ων η αίτηση να πωλήσουν και/ ή δωρίσουν και/ ή υποθηκεύσουν και/ ή επιβαρύνουν και/ με οποιονδήποτε άλλο τρόπο επιβαρύνουν ή αποξενώσουν ή μεταβιβάσουν τα αναφερόμενα στην αίτηση ακίνητα. Πρόκειται για δυο ακίνητα, τα οποία, σύμφωνα με τον αιτητή, αποτελούν αντικείμενο δεσμευτικής και νομικά έγκυρης συμφωνίας πώλησης η οποία συνήφθη μεταξύ του ιδίου και των καθ’ ων η αίτηση, περί τον Ιούλιο 2022. Συγκεκριμένα, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι συμφώνησε να αγοράσει τα εν λόγω ακίνητα, ιδιοκτησίας της καθ’ ης η αίτηση 2, έναντι ποσού Ευρώ 550.000. Κατά παράβαση όμως των συμβατικών τους υποχρεώσεων, οι καθ’ ων η αίτηση, αρνήθηκαν να εκτελέσουν την επίδικη συμφωνία, προβάλλοντας, κατ’ ισχυρισμό, αβάσιμους ισχυρισμούς.
Περί τα τέλη Μαρτίου 2023 και ενώ βρισκόταν σε συζητήσεις με αντιπροσώπους των καθ’ ων η αίτηση με στόχο την εκτέλεση της επίδικης συμφωνίας, ο αιτητής ενημερώθηκε ότι οι καθ’ ων η αίτηση προτίθεντο να πωλήσουν τα ακίνητα σε τρίτο πρόσωπο. Ακολούθησε, στις 27/4/23, η καταχώριση της ως άνω Αγωγής και μονομερούς αίτησης, δια της οποίας ο αιτητής ζήτησε την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, πανομοιότυπου με το διάταγμα ημερομηνίας 13/11/23. Το Δικαστήριο, υπό διαφορετική σύνθεση, έδωσε οδηγίες όπως η αίτηση ημερομηνίας 27/4/23 επιδοθεί στις καθ’ ων η αίτηση, οι οποίες εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο, μέσω δικηγόρου και ζήτησαν επανειλημμένως χρόνο για καταχώριση ένστασης. Μετά από αρκετές αναβολές, η αίτηση ημερομηνίας 27/4/23 ορίστηκε για οδηγίες στις 10/11/23, ώστε να καταχωριστεί ένσταση από πλευράς των καθ’ ων η αίτηση, αλλά κατ’ εκείνη την ημερομηνία οι συνήγοροι των τελευταίων δήλωσαν για πρώτη φορά στο Δικαστήριο ότι τα ακίνητα είχαν πωληθεί σε τρίτους. Εν συνεχεία η αίτηση ημερομηνίας 27/4/23 αποσύρθηκε, άνευ βλάβης και στις 13/11/23 καταχωρίστηκε από τον αιτητή η κυρίως αίτηση, στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε το επίμαχο προσωρινό διάταγμα.
Ως αναφέρεται από τον αιτητή στην ένορκη του δήλωση που συνοδεύει την κυρίως αίτηση, την 1/10/23 επικοινώνησε μαζί του λειτουργός της καθ’ ης η αίτηση 1 και τον ενημέρωσε ότι η διαδικασία πώλησης των επίδικων ακινήτων ενδέχετο να ολοκληρωθεί εντός ημερών, αναφέροντάς του επίσης ότι πιθανόν να είχε υπογραφτεί συμφωνία πώλησης σε τρίτο πρόσωπο, γεγονός το οποίο ο αιτητής δεν γνώριζε προηγουμένως. Ως εκ τούτου, την επομένη, ο αιτητής απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στις καθ’ ων η αίτηση, με το οποίο επανέλαβε το αίτημά του για αγορά των επίδικων ακινήτων και ζήτησε από αυτές γραπτή ενημέρωση ως προς το κατά πόσο είχαν προβεί σε πώληση των ακινήτων σε τρίτο πρόσωπο. Ωστόσο, οι καθ’ ων η αίτηση καμία απάντηση δεν έδωσαν, ούτε στο ηλεκτρονικό μήνυμα, ούτε στα συνεχή τηλεφωνήματα του αιτητή που ακολούθησαν τις πρώτες δυο εβδομάδες του Οκτώβρη 2023.
Ακολούθως, ο αιτητής αποτάθηκε στο Κτηματολόγιο προκειμένου να ενημερωθεί για το κατά πόσον είχε εγγραφεί επί των επίδικων ακινήτων οποιοδήποτε πωλητήριο έγγραφο και έλαβε προφορική ενημέρωση από αρμόδιο λειτουργό ότι δεν υπήρχε τέτοια καταχώριση. Ίδια ενημέρωση έλαβαν και οι δικηγόροι του στις 13/11/23.
Στη βάση των ανωτέρω δεδομένων, ο αιτητής συμπέρανε ότι πιθανόν να υπήρχε έτοιμος αγοραστής, αλλά να μην είχε υπογραφτεί ακόμη οποιαδήποτε συμφωνία πώλησης των ακινήτων.
Κατόπιν επίδοσης της κυρίως αίτησης και του εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος στις καθ’ ων η αίτηση, ακολούθησε, αρκετούς μήνες αργότερα, στις 11/9/24, η καταχώριση ειδοποίησης περί προθέσεως ένστασης από πλευράς τους, στην οποία εγείρονται, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθοι λόγοι ένστασης:
i) Σε ότι αφορά την καθ’ ης η αίτηση 1, δεν αποκαλύπτεται οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα του αιτητή, καθότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο αυτή ενεργούσε ως αντιπρόσωπος της καθ’ ης η αίτηση 2, η οποία ήταν ιδιοκτήτρια των επίδικων ακινήτων. Εν πάση περιπτώσει, η καθ’ ης η αίτηση 1 έχει διαλυθεί και το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων και υποχρεώσεων έχει μεταβιβαστεί στη Themis Portfolio Management Ltd, η οποία δεν είναι διάδικος στη διαδικασία.
ii) Ο αιτητής παρέλειψε να επιδώσει την κυρίως αίτηση στον αγοραστή των επίδικων ακινήτων, ως ενδιαφερόμενο μέρος, ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να ακουστεί.
iii) Υπήρξε παραπλάνηση του Δικαστηρίου κατά το μονομερές στάδιο, καθότι ο αιτητής δεν παρουσίασε στο Δικαστήριο όλους τους όρους και προϋποθέσεις που διέπουν τη σχέση του με την καθ’ ης η αίτηση 2 σε ότι αφορά τη διαδικασία πώλησης των ακινήτων.
iv) Ο αιτητής δεν είναι σε θέση να αποζημιώσει τις καθ’ ων η αίτηση σε περίπτωση αποτυχίας της αίτησης, εφόσον είναι αφερέγγυος.
Προς υποστήριξη των πιο πάνω, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση (εφεξής: «η ΕΔ ΚΣ»), αναφέρεται ότι η διαδικασία πώλησης των επίδικων ακινήτων, τα οποία βρίσκονταν κατά τον ουσιώδη χρόνο αναρτημένα στην ιστοσελίδα της καθ’ ης η αίτηση 1, διέπετο από συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις που παρατίθεντο στην εν λόγω ιστοσελίδα, τους οποίους ο εκάστοτε ενδιαφερόμενος, όφειλε να διαβάσει. Με βάση τους όρους αυτούς, τους οποίους ο αιτητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει, απλή αποδοχή προσφοράς για αγορά ακινήτων, δεν είναι επαρκής για συνομολόγηση συμφωνίας πώλησης. Η προσφορά του αιτητή έγινε αποδεκτή υπό όρους, αιρέσεις και προϋποθέσεις, οι οποίες δεν ικανοποιήθηκαν.
Σε ότι αφορά τους αγοραστές των ακινήτων, ο ομνύων υποστηρίζει ότι αυτοί είναι καλόπιστοι τρίτοι, οι οποίοι δεν έχουν συνενωθεί ως διάδικοι, αλλά θα επηρεαστούν δυσμενώς από τυχόν συνέχιση της ισχύος του επίμαχου διατάγματος. Το γεγονός ότι δεν καταχωρίστηκε αγοραπωλητήριο έγγραφο στο Κτηματολόγιο, δεν αλλάζει τα πράγματα. Η αίτηση είναι άνευ ουσίας, εφόσον ολοκληρώθηκε η διαδικασία πώλησης των ακινήτων πριν την καταχώρηση της Αγωγής και παρέμεινε το ζήτημα της μεταβίβασης, η οποία «πάγωσε λόγω του διατάγματος και επίσης διότι εκκρεμούσε η αίτηση ημερομηνίας 27/4/23» (βλ. παράγραφο 108 ΕΔ ΚΣ, ημ.10/9/24).
Με την υπό κρίση αίτηση ημερομηνίας 21/1/25, η οποία καταχωρίστηκε αφού η κυρίως αίτηση ορίστηκε για ακρόαση στις 27/2/25, ζητείται από τον αιτητή, μεταξύ άλλων, διάταγμα για αντεξέταση του ομνύοντος ΚΣ, αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι ο αιτητής παρέλειψε να επιδώσει την κυρίως αίτηση στους αγοραστές των ακινήτων, οι οποίοι αγόρασαν τα ακίνητα πριν την καταχώριση της Αγωγής. Επιδιώκεται, ως γίνεται αντιληπτό, να ερωτηθεί ο ΚΣ ποιοι είναι οι φερόμενοι αγοραστές και πότε κατ’ ισχυρισμό ολοκληρώθηκε η πώληση των επίδικων ακινήτων. Στην ένορκη του δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, ο αιτητής υποστηρίζει ότι ο ίδιος δεν γνώριζε ότι είχε ολοκληρωθεί η οποιαδήποτε διαδικασία πώλησης, εφόσον ουδείς τον ενημέρωσε σε ποιο στάδιο βρισκόταν η διαδικασία. Γνώριζε μόνο ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβαιναν σε συζητήσεις για πώληση των ακινήτων σε τρίτα πρόσωπα. Εν πάση περιπτώσει, δεν είναι σαφές, κατά τον αιτητή, από την ΕΔ ΚΣ πότε κατ’ ισχυρισμό ολοκληρώθηκε η πώληση των ακινήτων, ούτε υπό ποιες συνθήκες αυτή έλαβε χώρα. Πρέπει επομένως ο ΚΣ να αντεξεταστεί, ώστε να διασαφηνιστεί υπό ποιες συνθήκες έγινε η κατ’ ισχυρισμό πώληση και ποιοι είναι οι αγοραστές, για να φανεί αν αυτοί πρέπει να ακουστούν στο πλαίσιο της αίτησης ή όχι και πώς επηρεάζονται, αν επηρεάζονται από το προσωρινό διάταγμα που έχει εκδοθεί.
Επιπλέον, ζητείται η αντεξέταση του ΚΣ αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι ο αιτητής, μαζί με τον πατέρα του, αποξένωσαν τα ακίνητα χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της καθ’ ης η αίτηση 2, ως ενυπόθηκου δανειστή, καθώς και το ότι τα ακίνητα δε είναι ελευθέρας κατοχής και ότι ίσως προκύψουν εμπράγματα βάρη.
Διαζευκτικά και/ ή περαιτέρω, ζητείται η άδεια του Δικαστηρίου για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης (εφεξής: «ΣΕΔ»), δια της οποίας ο αιτητής επιθυμεί να προσκομίσει μαρτυρία ότι ο ίδιος είναι σε καλή οικονομική κατάσταση και δύναται να αποζημιώσει τους καθ’ ων η αίτηση εάν του ζητηθεί. Συγκεκριμένα, επιθυμεί να αναφέρει ότι είναι ιδιοκτήτης της Elite Car Rentals & Leasing Ltd, η οποία είναι κερδοφόρα επιχείρηση και αξιόπιστη εταιρεία, στη βάση της οικονομικής της κατάστασης για το οικονομικό έτος που τελείωσε στις 31/12/23 και να επισυνάψει προς τούτο σχετική επιστολή ανεξάρτητων ελεγκτών.
Περαιτέρω ο αιτητής επιθυμεί να αναφερθεί, μέσω ΣΕΔ, στις συνθήκες υπό τις οποίες η προηγούμενη ιδιοκτήτρια των ακινήτων τα ενοικίασε στη βάση συμφωνίας ημερομηνίας 2/5/14 και ότι η εν λόγω συμφωνία γνωστοποιήθηκε στις καθ’ ων η αίτηση. Ειδικότερα ο αιτητής υποστηρίζει ότι από τη στιγμή που η καθ’ ης η αίτηση 2 κατέστη ιδιοκτήτρια των ακινήτων, εισπράττει ανελλιπώς το ενοίκιο από την ενοικιάστρια εταιρεία Elite Motors Limassol Ltd.
Επιπρόσθετα επιδιώκεται από τον αιτητή να προβάλει τον ισχυρισμό ότι ο ίδιος ποτέ δεν ενημερώθηκε, ούτε είδε, ούτε τέθηκαν στην αντίληψή του είτε προσωπικά, είτε μέσω των αντιπροσώπων του, οι όροι στους οποίους παραπέμπει ο ΚΣ, ισχυριζόμενος ότι αυτοί υπήρχαν στην ιστοσελίδα της καθ’ ης η αίτηση και ότι ο λόγος για τον οποίο δεν αναφέρθηκε στους όρους αυτούς κατά το μονομερές στάδιο, ήταν επειδή δεν γνώριζε για την ύπαρξή τους.
Τέλος, ο αιτητής επιθυμεί να αναφέρει μέσω ΣΕΔ, ότι μετά την καταχώριση της ένστασης των καθ’ ων η αίτηση στην κυρίως αίτηση, ο ίδιος προέβη δια των δικηγόρων του σε νέα έρευνα στο Κτηματολόγιο και διαπίστωσε στη βάση αυτής ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε επιβάρυνση επί των ακινήτων και συνεπώς δεν προκύπτει ότι κάποιο πρόσωπο κατέστη ιδιοκτήτης αυτών. Σχετικώς ο αιτητής ζητεί να προσκομίσει ως Τεκμήριο αντίγραφο της εν λόγω έρευνας.
Πέραν των ανωτέρω, στο σώμα της αίτησης καταγράφονται και άλλα αιτητικά τα οποία όμως εγκαταλείφθηκαν και αποσύρθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας.
Από πλευράς καθ’ ων η αίτηση, ηγέρθη ένσταση στην υπό κρίση αίτηση στη βάση σωρείας λόγων, στους οποίους γίνεται αναφορά κατωτέρω, στο βαθμό που αυτό κρίνεται απαραίτητο.
Νομική Πτυχή - Κρίση Δικαστηρίου
Νομική βάση της υπό κρίση αίτησης αποτελούν οι Διαταγές 39 Θ.1 και 48 Θ.4(2) των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Σε ότι αφορά την ερμηνεία και εφαρμογή της Δ.48 Θ4(2), η οποία διέπει το ζήτημα της καταχώρισης ΣΕΔ, παραπέμπω στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 9/4/25 στην Τάσος Μιχαηλιδης v. ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (ΟΣΕΛ) ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση Ε225/16, στην οποία λέχθηκαν από τη Δικαστή Δημητριάδου τα εξής:
«Το κατά πόσο θα επιτραπεί σε ένα διάδικο να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση σε µια αίτηση ενδιάμεσης φύσεως, εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται σε συνάρτηση µε τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα θέματα που αναδύονται ενώπιον του ως επίδικα. To Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει καλός λόγος ώστε να δοθεί άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης προς υποστήριξη της αίτησης ή της ένστασης ανάλογα µε την περίπτωση. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Κόκκινου v. Κόκκινου (2016) 1 Α.Α.Δ. 2523, «‘Καλός λόγος’ προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης µε απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης». Δεν παρέχεται άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης κάθε φορά που υπάρχει διάσταση ως προς τα γεγονότα.».
Σε ότι αφορά το αίτημα για αντεξέταση ομνύοντος, σημειώνεται συνοπτικά ότι αυτό εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και εξετάζεται με γνώμονα τη φύση και τις ανάγκες της διαδικασίας (βλ. μεταξύ άλλων Αίτηση του Rana Wahed Ali (Αρ.1) (2004) 1 A.A.Δ.1660, Αναφορικά µε την αίτηση των Λευτέρη Μήλου και Πανίκου Χατζηλοϊζου, (2008) 1Α Α.Α.Δ. 280 και Θρασυβούλου ν. Arto Estates Ltd (1993) 1 Α.Α.∆. 12).
Στο σύγγραμμα Halsbury's Laws of England, 3η έκδοση, Τόμος 21, σελ. 418 - 419, παρ. 878, αναφέρονται σχετικώς τα εξής, τα οποία τυγχάνουν εφαρμογής και εν προκειμένω:
«…The Court… will not allow a motion to stand over in order to enable a party to examine a witness viva voce, if it considers that the application is made in order to create delay, or that there is sufficient evidence before it to enable it to deal with the motion.»
Στην υπόθεση ΚΟΥΠΠΑΣ κ.α. ν ΠΟΥΛΛΑΣ ΤΣΑΔΙΩΤΗΣ ΛΤΔ κ.α. (2014) 1(Β) Α.Α.Δ.1665, η οποία αφορούσε αίτηση για προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς, λέχθηκε ότι σπάνια δίδεται άδεια για αντεξέταση σε τέτοιες διαδικασίες, εφόσον το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται, στα πλαίσια αυτών, στην ουσία της υπόθεσης, ούτε προβαίνει σε εξέταση των αμφισβητούμενων γεγονότων και κρίση αξιοπιστίας των διαδίκων.
Έχοντας μελετήσει με προσοχή τις θέσεις αμφότερων των συνηγόρων ως καταγράφονται λεπτομερώς στις γραπτές τους αγορεύσεις, υπό το φως των νομικών αρχών οι οποίες τυγχάνουν εφαρμογής και έχουν αποκρυσταλλωθεί νομολογικώς, προχωρώ να εξετάσω την αίτηση.
Ξεκινώντας από το αίτημα για αντεξέταση και/ ή καταχώριση ΣΕΔ, σε σχέση με το γεγονός ότι δεν έχει μέχρι σήμερα εγγραφεί επί των επίδικων ακινήτων οποιοδήποτε πωλητήριο έγγραφο στο σχετικό Μητρώο του Κτηματολογίου, αυτό δεν γίνεται αποδεκτό και απορρίπτεται για τον εξής λόγο: Το γεγονός της μη καταχώρισης πωλητηρίου εγγράφου στο Κτηματολόγιο εν σχέση με την κατ’ ισχυρισμό πώληση των ακινήτων σε τρίτα πρόσωπα, είναι κοινώς αποδεκτό. Αυτό που ο ΚΣ υποστηρίζει σε σχέση με το εν λόγω γεγονός, είναι πως η μη κατάθεση πωλητηρίου εγγράφου στο Κτηματολόγιο, δεν εξουδετερώνει τα δικαιώματα των αγοραστών που απορρέουν από αυτό.
Συνεπώς, δεδομένης της πιο πάνω θέσης, δεν εξυπηρετείται, κατά την κρίση μου, κανένας σκοπός δια της προσκόμισης ΣΕΔ ως προς το ότι τα ακίνητα δεν έχουν επιβαρυνθεί με οποιοδήποτε πωλητήριο έγγραφο. Το ερώτημα κατά πόσον η μη κατάθεση πωλητηρίου εγγράφου στο Κτηματολόγιο, αποτελεί απόδειξη ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η πώληση των ακινήτων σε τρίτο πρόσωπο, είναι ζήτημα νομικό, το οποίο μπορεί να αποφασιστεί από το Δικαστήριο στη βάση της μαρτυρίας που έχει ήδη τεθεί ενώπιον του. Ως εκ τούτου το σχετικό αίτημα υπό σημείο II.(iv), απορρίπτεται.
Σε απόρριψη οδηγείται επίσης το αίτημα για αντεξέταση και/ ή καταχώριση ΣΕΔ αναφορικά με την ενοικίαση των επίδικων ακινήτων, εφόσον είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα ακίνητα ενοικιάζονται δυνάμει συμφωνίας ημερομηνίας 2/5/14, η οποία μάλιστα επισυνάπτεται στην ΕΔ ΚΣ ως Τεκμήριο 6. Οι ισχυρισμοί ΚΣ ότι η ενοικίαση αυτή έγινε κατά παράβαση όρων της υποθήκης που επιβάρυνε κατά τη σύναψή της τα ακίνητα, χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της καθ’ ης η αίτηση 2, αλλά και με όρους που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική αγορά, είναι άσχετοι με τα επίδικα ζητήματα και δεν χρήζουν κατά την κρίση μου απάντησης. Το ίδιο ισχύει και για τη γνώμη του ομνύοντος ότι ο αιτητής μαζί με τον πατέρα του «δεξιοτεχνικά και χωρίς να το αντιληφθεί η καθ’ ης η αίτηση 2 κατάφερε και αποξένωσε τα ακίνητα προς ίδιον όφελος και με σκοπό να καθυστερήσει την πληρωμή των πιστωτών του». Πρόκειται για συμπεράσματα του ομνύοντος και όχι για ισχυρισμούς γεγονότων. Η εν λόγω ενοικίαση συνομολογήθηκε πολλά χρόνια πριν τον επίδικο χρόνο και ως προκύπτει από την ΕΔ ΚΣ, ήταν γνωστή στην καθ’ ης η αίτηση 2, πριν υποβάλει ο αιτητής προσφορά για αγορά των ακινήτων (βλ. παράγραφο 41 ΕΔ ΚΣ). Σε ότι αφορά τη σχέση του αιτητή με την ενοικιάστρια εταιρεία, αυτή αποκαλύπτεται στην ΕΔ του ιδίου που συνοδεύει την κυρίως αίτηση, στην οποία συγκεκριμένα αναφέρεται ότι ο αιτητής δουλεύει μαζί με τον πατέρα του στην Elite Motors Limassol Ltd, η οποία κατέχει τα ακίνητα, δυνάμει σχετικής συμφωνίας ενοικίασης. Αναφέρεται επίσης στην ΕΔ του αιτητή ημερομηνίας 13/11/23, ότι από την ημέρα που τα ακίνητα μεταβιβάστηκαν στην καθ’ ης η αίτηση 2, αυτή εισπράττει ανελλιπώς τα ενοίκια. Οι θέσεις αυτές δεν έτυχαν οποιασδήποτε αμφισβήτησης από τις καθ’ ων η αίτηση μέσω της ΕΔ ΚΣ.
Σε ότι αφορά τους ισχυρισμούς του ΚΣ ότι ο αιτητής προσπάθησε να αγοράσει τα ακίνητα σε εξευτελιστική τιμή, αποκρύπτοντας από τις καθ’ ων η αίτηση ότι την κατοχή είχε ουσιαστικά ο ίδιος μαζί με τον πατέρα του, καθώς και όσα αναφέρει περί πλεκτάνης και συνέργειας του αιτητή με τον πατέρα του, αλλά και σύναψης «ψεύτικης συμφωνίας» με εταιρεία δικών τους συμφερόντων, ως καταγράφονται στην παράγραφο 47 της ΕΔ ΚΣ, αυτοί δύνανται, κατά την κρίση μου, να εξεταστούν στον περιορισμένο βαθμό που απαιτείται για σκοπούς της κυρίως αίτησης, υπό το φως της μαρτυρίας που έχει ήδη τεθεί κατά τρόπο ξεκάθαρο και ολοκληρωμένο ενώπιον Δικαστηρίου.
Εν πάση περιπτώσει, νομική θέση των καθ’ ων η αίτηση είναι ότι ουδέποτε κατέληξαν σε συμφωνία με τον αιτητή. Δεν προβάλλεται πουθενά η θέση ότι η καθ’ ης η αίτηση 2 κατέληξε σε συμφωνία πώλησης των ακινήτων στον αιτητή, λόγω δόλου ή απάτης. Επομένως, δεν χρήζει, θεωρώ, εξέτασης για σκοπούς της κυρίως αίτησης το κατά πόσον, κατά τις διαπραγματεύσεις που γίνονταν ο αιτητής απέκρυψε από τις καθ’ ων η αίτηση, τη σχέση του με την ενοικιάστρια εταιρεία. Στο Δικαστήριο πάντως ο αιτητής έχει αποκαλύψει τη σχέση αυτή. Επομένως, τα σχετικά αιτητικά υπό σημεία I.(θ) και II.(ii) της αίτησης, απορρίπτονται.
Προχωρώ εν συνεχεία να εξετάσω το αίτημα για αντεξέταση του ομνύοντος εν σχέση με τη διαδικασία πώλησης των ακινήτων σε τρίτα πρόσωπα. Θα πρέπει κατ’ αρχάς να σημειωθεί ότι δεν ξεκαθαρίζεται από πλευράς αιτητή κατά πόσον αμφισβητεί τον ισχυρισμό ότι τα επίδικα ακίνητα έχουν πωληθεί σε τρίτα πρόσωπα ή όχι. Ως γίνεται αντιληπτό και ως προκύπτει από την ΕΔ του αιτητή ημερομηνίας 23/11/23, αυτός γνώριζε από τα τέλη Μαρτίου 2023, ότι οι καθ’ ων η αίτηση είχαν πρόθεση να πωλήσουν τα ακίνητα σε τρίτο πρόσωπο (βλ. παράγραφο 17 ΕΔ αιτητή ημ.23/11/23). Συγκεκριμένα, ως ο αιτητής αναφέρει, οι δικηγόροι του, εκπροσωπώντας την ενοικιάστρια εταιρεία, στην οποία ο ίδιος εργάζεται, απέστειλαν κατ’ εκείνο το χρόνο στις καθ’ ων η αίτηση σχετικές επιστολές. Οι επιστολές αυτές αποκαλύπτονται δια της ΕΔ ΚΣ ως Τεκμήριο 13 και δεν αμφισβητούνται. Ως προκύπτει από ηλεκτρονικό μήνυμα εκπροσώπου της καθ’ ης η αίτηση 1 προς τους συνηγόρους του αιτητή, ημερομηνίας 3/4/23, οι εν λόγω δικηγόροι ενημερώθηκαν, κατ’ εκείνη την ημερομηνία, ότι είχε συναφθεί συμφωνία κράτησης των ακινήτων, με σκοπό την πώληση αυτών σε συγκεκριμένους αγοραστές. Ακολούθως, περί τις αρχές Οκτώβριο 2023, ο αιτητής ενημερώθηκε από λειτουργό της καθ’ ης η αίτηση 1 ότι η διαδικασία πώλησης ενδέχετο να ολοκληρωθεί εντός ημερών. Εν τέλει, στις 10/11/23, οι δικηγόροι των καθ’ ων η αίτηση δήλωσαν ευθαρσώς στο Δικαστήριο ότι τα ακίνητα είχαν πωληθεί σε τρίτα πρόσωπα. Στη συνέχεια, έχοντας λάβει σαφέστατη ενημέρωση ότι τα εν λόγω ακίνητα είχαν πουληθεί σε τρίτους, ο αιτητής επέλεξε να αποταθεί στο Δικαστήριο μονομερώς και να εξασφαλίσει την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, αναφέροντας απλώς ότι ίσως να μην είχε υπογραφτεί ακόμη πωλητήριο έγγραφο.
Συνεπώς η προσπάθειά του αιτητή να μάθει στο παρόν στάδιο, ποιοι είναι τα πρόσωπα που έχουν αγοράσει τα ακίνητα και με ποιο τρόπο έγινε αυτό, ώστε να κρίνει εάν θα πρέπει να τους προσθέσει ως διαδίκους ή όχι για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, λαμβάνει χώρα με υπέρμετρη κι αδικαιολόγητη καθυστέρηση και δεν μπορεί να επιτύχει. Εάν ο αιτητής επιθυμούσε να πληροφορηθεί για τα στοιχεία των νέων αγοραστών των ακινήτων, ώστε να τους προσθέσει ως διαδίκους, όφειλε να προβεί στις δέουσες ενέργειες προτού αποταθεί στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος απαγορεύοντος τη μεταβίβαση των ακινήτων στα πρόσωπα αυτά ή έστω αμέσως μετά την έκδοση του εν λόγω διατάγματος, ώστε να το επιδώσει στα εν λόγω πρόσωπα κατά το χρόνο που το επέδωσε και στις καθ’ ων η αίτηση. Δεν δικαιολογείται, κατά την κρίση μου, η προσπάθεια αλίευσης τέτοιων στοιχείων, μέσω αντεξέτασης του ΚΣ, ώστε να αποφασίσει έπειτα ο αιτητής εάν θα επιδώσει την αίτηση σε τρίτους. Τέτοια τακτική οδηγεί, χωρίς αμφιβολία, σε εκτροχιασμό της διαδικασίας εις βάρος δικαιωμάτων των καθ’ ων η αίτηση. Τονίζεται ότι η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε ένα περίπου μήνα πριν την ακρόαση της κυρίως αίτησης, με αποτέλεσμα αυτή να αναβληθεί.
Εν πάση περιπτώσει, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής δεν αρνείται τον ισχυρισμό ΚΣ ότι τα ακίνητα έχουν όντως πωληθεί σε τρίτους. Αυτό που ισχυρίζεται, ως γίνεται αντιληπτό, είναι ότι ο ίδιος δεν μπορεί να είναι σίγουρος κατά πόσον τα ακίνητα έχουν όντως πουληθεί ή όχι, όμως δεν επιθυμεί να προσκομίσει οποιαδήποτε θετική μαρτυρία προς αντίκρουση της εν λόγω θέσης. Συνεπώς, το κατά πόσον οι καθ’ ων η αίτηση αποδεικνύουν, στον απαιτούμενο βαθμό, ότι πράγματι έχουν πωληθεί τα ακίνητα και ότι αυτό ήταν εις γνώση του αιτητή, προτού καταχωρίσει την ως άνω Αγωγή, είναι ζητήματα που θα εξεταστούν από το Δικαστήριο στη βάση της μαρτυρίας που έχει προσκομιστεί. Επομένως, αποτελεί κατάληξή μου ότι δεν δικαιολογείται το αίτημα για αντεξέταση του ΚΣ, αναφορικά με τους ισχυρισμούς του περί πώλησης των ακινήτων σε τρίτους και ως εκ τούτου τα σχετικά αιτητικά, υπό στοιχεία I.(δ)(ε) και (στ), απορρίπτονται.
Ακολουθεί εξέταση του αιτήματος για καταχώριση ΣΕΔ από τον αιτητή, ώστε αυτός να αναφέρει ότι δεν γνώριζε, ούτε ποτέ ενημερώθηκε αναφορικά με τους όρους υπό τους οποίους, ως ισχυρίζεται ο ΚΣ, έγινε αποδεκτή η προσφορά του για αγορά των ακινήτων. Τονίζεται ότι δεν αποτελεί θέση του αιτητή ότι δεν υπήρχαν οι όροι αυτοί αναρτημένοι στην ιστοσελίδα της καθ’ ης η αίτηση 1, μέσω της οποίας υπέβαλε την προσφορά του. Ισχυρίζεται ότι τέτοιοι όροι δεν τέθηκαν υπόψιν του, δεν γνώριζε ότι υπήρχαν και είναι γι’ αυτό το λόγο που δεν τους αποκάλυψε στο Δικαστήριο. Η θέση αυτή δεν προσθέτει κατά την κρίση μου οτιδήποτε στα γεγονότα, ούτε και είναι απαραίτητο να τεθεί ενώπιον Δικαστηρίου για σκοπούς εκδίκασης της κυρίως αίτησης, για τον εξής λόγο: Το ερώτημα που το Δικαστήριο θα κληθεί να απαντήσει είναι το κατά πόσον όντως η προσφορά του αιτητή έγινε αποδεκτή υπό τους αναφερόμενους όρους και αν ναι, κατά πόσον ο αιτητής όφειλε να γνωρίζει και να αποκαλύψει τους όρους αυτούς στο Δικαστήριο, ασχέτως του κατά πόσον όντως τους γνώριζε. Δεν κρίνεται στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο η αξιοπιστία του αιτητή και δεν θα αποφασιστεί κατά πόσον όντως είχε υπόψιν του ή όχι τους αναφερόμενους από τον ΚΣ όρους. Θα αποφασιστεί κατά πόσον υπήρχαν οι όροι αυτοί και αν ναι, κατά πόσον ο αιτητής όφειλε να τους αποκαλύψει στο Δικαστήριο. Επομένως, αποτελεί κατάληξή μου ότι δεν είναι αναγκαίο να τεθεί υπόψιν του Δικαστηρίου υπό μορφή ΣΕΔ η γενική και αόριστη αναφορά του αιτητή ότι δεν γνώριζε τους πιο πάνω όρους, ακόμη και αν η θέση αυτή είναι καθόλα αληθής. Συνεπώς το σχετικό αιτητικό, υπό σημείο II.(iv), απορρίπτεται.
Απομένει να εξεταστεί το αίτημα για προσκόμιση μαρτυρίας ως προς τη φερεγγυότητα του αιτητή προς απάντηση σε ισχυρισμούς του ΚΣ ότι ο αιτητής είναι αφερέγγυος και ότι ως εκ τούτου δεν θα μπορεί να αποζημιώσει τις καθ’ ων η αίτηση σε περίπτωση πρόκλησης σε αυτές ζημιάς. Το θέμα αυτό φαίνεται να σχετίζεται σε κάποιο βαθμό με το ισοζύγιο της ευχέρειας, το οποίο θα εξεταστεί εάν και εφόσον κριθεί ότι πληρούνται οι υπόλοιπες νομικές προϋποθέσεις για έκδοση του επίμαχου απαγορευτικού διατάγματος. Παρατηρείται πως σε αρκετά σημεία της πολυσέλιδης ένστασης και ΕΔ ΚΣ που τη συνοδεύει εγείρεται πράγματι η θέση ότι ο αιτητής δεν έχει την οικονομική ευχέρεια να αποζημιώσει τις καθ’ ων η αίτηση εάν διαταχθεί να το πράξει. Η θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου των καθ’ ων η αίτηση ότι ο αιτητής όφειλε εξ αρχής να προσκομίσει στοιχεία ως προς τη φερεγγυότητά του κατά το μονομερές στάδιο, δεν με βρίσκει σύμφωνη. Κατά την κρίση μου, δεν έχει σχέση το θέμα αυτό με την πλήρωση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, ως υποστηρίζουν αμφότεροι οι συνήγοροι, εφόσον το τί εξετάζεται στα πλαίσια αυτής της προϋπόθεσης, είναι το κατά πόσον σε περίπτωση μη έκδοσης του επιδιωκόμενου διατάγματος θα προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημιά στον αιτητή. Όχι στις καθ’ ων η αίτηση. Σε ότι αφορά τη θέση που προβάλλεται στην ΕΔ που συνοδεύει την ένσταση ημερομηνίας 28/4/25, ότι η μαρτυρία που προσπαθεί να προσκομίσει ο αιτητής είναι εξ ακοής και δεν δύναται να αποδείξει τη φερεγγυότητά του, σημειώνω ότι η αποδεικτική αξία της εν λόγω μαρτυρίας δεν δύναται να εξεταστεί στο παρόν στάδιο.
Έχοντας λοιπόν υπόψιν ότι είναι οι καθ’ ων η αίτηση που επέλεξαν να εγείρουν το ζήτημα αυτό μέσω της ένστασης που καταχώρισαν στα πλαίσια της κυρίως αίτησης, θεωρώ ορθό και δίκαιο να δοθεί στον αιτητή η δυνατότητα να υποστηρίξει, μέσω ΣΕΔ, ότι είναι σε θέση να αποζημιώσει τις καθ’ ων η αίτηση, εάν αυτές υποστούν ζημιά συνεπεία του επίμαχου διατάγματος.
Συνεπώς δίδεται άδεια για καταχώριση ΣΕΔ από τον αιτητή ως η παράγραφος 25(i) της ΕΔ του που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση ημερομηνίας 21/1/25, μαζί με το Τεκμήριο 2 που επισυνάπτεται σε αυτήν. Η εν λόγω ΣΕΔ να καταχωριστεί εντός έξι (6) ημερών από σήμερα.
Κατάληξη:
Η αίτηση εν μέρει απορρίπτεται και εν μέρει επιτυγχάνει, ως αναφέρεται αναλυτικά ανωτέρω. Δεδομένης της αποτυχίας της αίτησης στο μεγαλύτερο μέρος αυτής, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή, ως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή μειωμένα κατά το ένα τέταρτο.
……………………….
Α. Κάρνου Α.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο