ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Κάρνου, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 3306/2017
Μεταξύ:
ΤΑΣΟΥΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΑΤΖΗΤΟΦΗ
Ενάγουσας
-και-
ΑΝΔΡΕΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Εναγόμενου
Ημερομηνία: 9 Σεπτεμβρίου 2025
Για Ενάγουσα-Καθ’ ης η αίτηση: κ. Σ. Φασουλιώτης, για ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΟΥΡΓΟΥΡΙΔΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
Για Εναγόμενο-Αιτητή: κα Ρ. Κωνσταντίνου, για Θεόδωρο Τ. Κατσικίδη.
Ενδιάμεση Απόφαση
(αίτηση ημερομηνίας 17.5.2024)
Δια της υπό κρίση αίτησης ο εναγόμενος – αιτητής εξαιτείται την εξέταση της οικονομικής δυνατότητας της αδερφής του, ενάγουσας – καθ’ ης η αίτηση, να αποπληρώσει ποσό ύψους Ευρώ 5.495,33, το οποίο του οφείλει, κατόπιν ψήφισης και συμψηφισμού διαφόρων εξόδων που επιδικάστηκαν στην ως άνω Αγωγή.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο του φακέλου της δικογραφίας στις 10/12/19 η ενάγουσα - καθ’ ης η αίτηση καταχώρισε ειδοποίηση διακοπής της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγής δυνάμει της Δ.15 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Ακολούθως, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του εναγόμενου – αιτητή που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, αμφότεροι οι διάδικοι προχώρησαν στη ψήφιση καταλόγων εξόδων, τα οποία στη συνέχεια συμψηφίστηκαν, με αποτέλεσμα να προκύψει οφειλόμενο από την καθ’ ης η αίτηση προς τον αιτητή ποσό ύψους €5.495,33.
Το εν λόγω ποσό απαίτησε ο αιτητής με ηλεκτρονικό μήνυμα των δικηγόρων του προς τους δικηγόρους της καθ’ ης η αίτηση, ημερομηνίας 24/1/24. Σε απάντηση στο εν λόγω μήνυμα, οι συνήγοροι της καθ’ ης η αίτηση, με επιστολή τους ημερομηνίας 2/2/2024, πρότειναν την καταβολή του οφειλόμενου ποσού στον αιτητή από τη μητέρα των διαδίκων, ΑΛ, η οποία δήλωσε πρόθυμη να καταβάλει η ίδια το ποσό αυτό από συγκεκριμένο κοινό λογαριασμό που διατηρεί με τον αιτητή και τη θυγατέρα της ΓΓ (αδερφή διαδίκων). Σχετική ενυπόγραφη επιστολή της ΑΛ επισυνάφθηκε στην εν λόγω επιστολή.
Κατόπιν επίδοσης της αίτησης και εμφάνισης της καθ’ ης η αίτηση στο Δικαστήριο, μέσω του ευπαίδευτου συνηγόρου της, έγινε αποδεκτό από πλευράς της ότι έχει την οικονομική δυνατότητα να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό στον αιτητή, πλην όμως ηγέρθη από αυτήν ένσταση στην έκδοση των επιδιωκόμενων διαταγμάτων για ένα και μοναδικό λόγο. Συγκεκριμένα, αποτελεί θέση της ότι αρκετούς μήνες πριν την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης, η ίδια, μέσω των συνηγόρων της, προσέφερε στον αιτητή γραπτώς και άνευ όρων την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού με συγκεκριμένο τρόπο, ως περιγράφεται ανωτέρω, αλλά αυτός απέρριψε την πρότασή της, χωρίς νόμιμη δικαιολογία.
Ειδικότερα ως αναφέρεται στο σώμα της ένστασης:
«Η Καθ’ ης η αίτηση πριν από την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης επανειλημμένα και συγκεκριμένα στις 2.2.2024, 12.2.2024 και 21.2.2024 προσέφερε γραπτώς την άνευ όρων καταβολή και πλήρη εξόφληση ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού των €5.495,33 προς τον Αιτητή μέσω της μητέρας των διαδίκων Ανδριανής Λεωνίδα, αλλά ο Αιτητής απέρριψε την πιο πάνω προσφορά πληρωμής χωρίς οποιαδήποτε νόμιμη δικαιολογία παρά το γεγονός ότι ολόκληρο το πιο πάνω προσφερθέν ποσό ήταν διαθέσιμο ευρισκόμενο κατατιθεμένο σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό της κας Λεωνίδα με τον Αιτητή και την αδελφή των διαδίκων κυρία Γιόλα Χατζηχριστοδούλου».
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες που έλαβαν χώρα με την παραίνεση του Δικαστηρίου για εξώδικη επίλυση της επίμαχης διαφοράς, οι προσπάθειες αυτές δεν τελεσφόρησαν και η αίτηση οδηγήθηκε σε ακρόαση.
Προχωρώ συνεπώς να εξετάσω τον μοναδικό λόγο ένστασης που έχει εγερθεί, υπό το φως των περιεκτικών αγορεύσεων αμφότερων των συνηγόρων, έχοντας κατά νου τη θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου της καθ’ ης η αίτηση ότι σε περίπτωση απόρριψης του λόγου ένστασης, η τελευταία έχει τη δυνατότητα να αποπληρώσει ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό εφάπαξ.
Νομική βάση της πιο πάνω ένστασης, αποτελεί το άρθρου 38 του περί Συμβάσεων Νόμου, σύμφωνα με το οποίο αν οφειλέτης προσφέρθηκε, άνευ όρων να εκπληρώσει συμβατική του υποχρέωση και ο δανειστής δεν αποδέχθηκε την προσφορά, ο οφειλέτης δεν ευθύνεται για μη εκπλήρωση.
Περαιτέρω, στη γραπτή του αγόρευση ο κύριος Φασουλιώτης παραπέμπει στην παράγραφο 21-070 του Συγγράμματος ‘Chitty on Contracts’, 27η έκδοση, όπου αναγράφονται τα εξής:
“Tender of money. Where a debtor is obliged to pay a specific sum of money to a creditor a successful plea of tender does not discharge the debt, but if the creditor subsequently sues for his debt, the debtor may, by paying the money into court and by proving the tender and his continued willingness to pay the debt since the tender, bar any claim for interest or damages after the tender; the creditor will also be liable to pay the debtor his costs of the action, on the ground that the action should not have been brought.”
Εφαρμόζοντας κατ’ αναλογία την πιο πάνω αρχή στην προκειμένη περίπτωση, ο ευπαίδευτος συνήγορος εισηγείται ότι με την επιστολή ημερομηνίας 2/2/24 προσφέρθηκε εκ μέρους της καθ’ ης η αίτηση στον αιτητή η αποπληρωμή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού, χωρίς οποιονδήποτε όρο στο δικαίωμά του να εισπράξει το εν λόγω ποσό. Η άρνηση του αιτητή να αποδεχθεί την πιο πάνω προσφορά ήταν, σύμφωνα με το συνήγορο, πλήρως αδικαιολόγητη, εφόσον στον υπό αναφορά λογαριασμό υπήρχε πιστωτικό υπόλοιπο Ευρώ 60.689 και επομένως η ΑΛ, ως μια εκ των τριών συνδικαιούχων είχε προς πίστη της τα χρήματα για να αποπληρώσει το οφειλόμενο ποσό. Όμως, για να μπορέσει η ΑΛ να λάβει το εν λόγω ποσό, έπρεπε να υπογράψει ταυτόχρονα μαζί της ακόμη ένας από τους άλλους δυο συνδικαιούχους του λογαριασμού, δηλαδή είτε ο αιτητής, είτε η ΓΓ, η οποία όμως αρνήθηκε να υπογράψει. Επομένως ο αιτητής μπορούσε κάλλιστα να υπογράψει μαζί με τη μητέρα του, ώστε να εισπράξει το οφειλόμενο από την καθ’ ης η αίτηση ποσό από τον πιο πάνω λογαριασμό, αρκετούς μήνες πριν την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης. Αντ’ αυτού ο αιτητής αρνήθηκε να συνεργαστεί, επικαλούμενος αβάσιμες δικαιολογίες. Ακόμη και μετά την καταχώριση της αίτησης, παρά το ότι εξέφρασε προθυμία να μεταβεί στην τράπεζα μαζί με τη ΓΓ για να προβεί σε ανάληψη του ποσού της επίδικης οφειλής, έθεσε παράλληλα πρόσθετους όρους, δηλαδή τη μεταφορά του 1/3 του υπολοίπου του συγκεκριμένου λογαριασμού σε άλλο λογαριασμό της ΑΛ, με παράλληλο κλείσιμο του κοινού τους λογαριασμού και την πληρωμή πρόσθετα ποσού ύψους Ευρώ 1.747, το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, αντιστοιχεί στα δικηγορικά έξοδα της υπό κρίση αίτησης.
Από πλευράς της η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή διαφώνησε με την πιο πάνω θέση και υποστήριξε ότι η καθ’ ης η αίτηση ουδέποτε προσέφερε άνευ όρων το οφειλόμενο προς τον αιτητή ποσό. Σύμφωνα με τη γραπτή αγόρευση της κυρίας Κωνσταντίνου «το γεγονός ότι για οποιαδήποτε κίνηση του εν λόγω λογαριασμού θα έπρεπε να προβεί ο ίδιος ο αιτητής σε ενέργειες καταδεικνύει ότι η πρόταση της καθ’ ης η αίτηση δεν μπορεί να θεωρηθεί άνευ όρων προσφορά».
Κρίση Δικαστηρίου:
Έχοντας εξετάσει με προσοχή τις θέσεις αμφότερων των διαδίκων καταλήγω κατ’ αρχάς ότι το άρθρο 39 του περί Συμβάσεων Νόμου δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής, εφόσον δεν εξετάζεται στα πλαίσια της υπό κρίση αίτησης κατά πόσον η καθ’ ης η αίτηση εκπλήρωσε ή όχι τις υποχρεώσεις της δυνάμει σύμβασης. Αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσον, δεδομένης της μη αποπληρωμής του οφειλόμενου ποσού, η καθ’ ης η αίτηση έχει την οικονομική δυνατότητα να αποπληρώσει το χρέος της με σκοπό την έκδοση διατάγματος πληρωμής αυτού, στη βάση του Μέρους IX του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6, όπως τροποποιήθηκε.
Εν πάση περιπτώσει, η θέση της κυρίας Κωνστατίνου ότι δεν έγινε εν προκειμένω οποιαδήποτε άνευ όρων προσφορά προς τον αιτητή για πληρωμή του οφειλόμενου ποσού εκ μέρους της καθ’ ης η αίτηση, με βρίσκει σύμφωνη. Με βάση τα πιο πάνω γεγονότα, όπως εξιστορούνται εκ μέρους της καθ’ ης η αίτηση, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, τα οποία συνάδουν με τα γεγονότα ως περιγράφονται από τον αιτητή, η επίμαχη προσφορά έγινε υπό τον όρο ότι ο αιτητής θα αποδεχόταν να υπογράψει μαζί με την υπερήλικη μητέρα του για ανάληψη του οφειλόμενου προς αυτόν ποσού, από τον κοινό τους λογαριασμό. Δηλαδή, εάν ο αιτητής δεν αποδεχόταν να υπογράψει για σκοπούς ανάληψης του εν λόγω ποσού από τη μητέρα του, η καθ’ ης η αίτηση δεν θα προσέφερε σε αυτόν το οφειλόμενο ποσό από δικά της χρήματα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Δεν είχε όμως την υποχρέωση ο αιτητής να διευκολύνει την καθ’ ης η αίτηση στην αποπληρωμή προς τον ίδιο του οφειλόμενου από αυτήν ποσού. Εφόσον ο αιτητής δεν αποδέχθηκε την πρότασή της η καθ’ ης η αίτηση είχε την υποχρέωση να προσφέρει στον αιτητή το εν λόγω ποσό με άλλο τρόπο. Μπορούσε για παράδειγμα να αποταθεί και να προσπαθήσει να πείσει την αδερφή της ΓΓ, ώστε να υπογράψει εκείνη μαζί με τη μητέρα τους ως συνδικαιούχος του προρρηθέντος λογαριασμού για την ανάληψη χρημάτων. Ή απλούστατα να εξοφλήσει το πιο πάνω ποσό με δικά της χρήματα, όποια κι αν είναι τα παράπονά της προς την αιτητή.
Επομένως, καταλήγω ότι η υποβληθείσα από την καθ’ ης η αίτηση πρόταση για αποπληρωμή του χρέους της ως ανωτέρω περιγράφεται, δεν συνιστά κώλυμα στην καταχώριση της υπό κρίση αίτησης, ούτε στην έκδοση διατάγματος για αποπληρωμή του οφειλόμενου ποσού, ως μέτρου εκτέλεσης της σχετικής διαταγής, στη βάση του άρθρου 90 του Μέρους IX του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.
Άλλωστε, ως αναφέρεται στο πιο πάνω απόσπασμα από το σύγγραμμα ‘Chitty on Contracts’ στο οποίο παρέπεμψε ο κύριος Φασουλιώτης, ακόμη και όταν αναγνωρίζεται ότι λαμβάνει χώρα προσφορά για αποπληρωμή χρέους, την οποία ο πιστωτής απορρίπτει και στη συνέχεια ενάγει τον χρεώστη, αυτό δεν εξαφανίζει το χρέος, αποτελεί απλώς κώλυμα για αξίωση από πλευράς πιστωτή οποιουδήποτε τόκου ή ζημιάς προκληθείσας μετά την προσφορά. Επιπλέον, ο πιστωτής σε τέτοια περίπτωση, καλείται να πληρώσει τα έξοδα μιας τέτοιας Αγωγής.
Συνεπώς αποτελεί κρίση μου ότι το κατά πόσον το οφειλόμενο ποσό προσφέρθηκε στον αιτητή πριν την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης, αλλά αυτός αδικαιολόγητα αρνήθηκε να το λάβει, σχετίζεται με την επιδίκαση των εξόδων της διαδικασίας, αλλά όχι με την έκδοση του επιδιωκόμενου διατάγματος.
Κατάληξη:
Για τους πιο πάνω λόγους εκδίδεται διάταγμα εναντίον της ενάγουσας – καθ’ ης η αίτηση για πληρωμή στον αιτητή ποσού ύψους Ευρώ 5,495,33 πλέον νόμιμο τόκο, με μια δόση, πληρωτέα την 2/10/25.
Σε ότι αφορά τα έξοδα της διαδικασίας, με βάση τα αναντίλεκτα γεγονότα διαπιστώνω ότι πριν την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης υπήρξε πράγματι άρνηση συνεργασίας από πλευράς αιτητή με την καθ’ ης η αίτηση, εφόσον στις 5/2/24, μέσω των συνηγόρων του, απέρριψε την πρόταση που του έγινε χωρίς να προβάλει την οποιαδήποτε αιτιολογία. Ακολούθως, με επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 16/2/24 ο αιτητής προέβαλε ως δικαιολογία για την άρνηση του να αποδεχθεί τη διευθέτηση που του είχε προταθεί, το γεγονός ότι τα χρήματα οφείλονταν από την καθ’ ης η αίτηση και όχι από τους δικαιούχους του κοινού του λογαριασμού με τη μητέρα και την άλλη του αδερφή. Επιπλέον, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η μητέρα του είχε θεωρηθεί από την καθ’ ης η αίτηση ως πρόσωπο ανίκανο να χειριστεί τις υποθέσεις της. Είναι προφανές κατά την κρίση μου ότι ο αιτητής δεν επιθυμούσε να διευκολύνει την καθ’ ης η αίτηση ως προς τον τρόπο αποπληρωμής του οφειλόμενου από αυτήν ποσού. Δεν είχε όμως καμία νομική υποχρέωση ο αιτητής να ενεργήσει ως του προτάθηκε από την καθ’ ης η αίτηση. Ήταν και παραμένει ευθύνη και υποχρέωση της τελευταίας να αποπληρώσει το οφειλόμενο από αυτήν ποσό, εφόσον έχει την οικονομική δυνατότητα να το πράξει.
Σταθμίζοντας λοιπόν τα πιο πάνω δεδομένα, έχω καταλήξει ότι είναι ορθό και δίκαιο όπως τα έξοδα της αίτησης επιδικαστούν υπέρ του αιτητή και εναντίον της καθ’ ης η αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο ως εκ τούτου εκδίδω ανάλογη διαταγή.
………………………
Α. Κάρνου Α.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο