ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Απαίτησης 802/2024
i-justice
Μεταξύ:
ASTARTO GROUP LTD (HE 350150), από τη Λεμεσό Ενάγουσας
και
1. ΜICKAEL BENJAMINOVICH, από τη Λετονία
2. VLADLEN BASANKO, από τη Ρωσία
3. MINDGAMEAI SOLUTIONS LTD, από τη Κύπρο
4. FABIO ALEXANDRE MANUEL GONCALVES, από την Κύπρο
5. LION URIEL, από την Κύπρο
6. VIACHESLAV LEVCHENKO, από την Ουκρανία
7. DARIA RYZHKOVA, από την Ουκρανία
8. GEORGY KONOPLICH, από τη Λιθουανία
9. PAVEL ZUBITSKII, από τη Ρωσία
10. VADIM GUDKOV, από τη Ρωσία
11. BOHDAN HRECHANIUK, από την Ουκρανία
12. AI DATAVERSE – FZCO, από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
13. NOT ALONE AI LLC, από τις ΗΠΑ
14. HJA MARKETING LTD, από το Ηνωμένο Βασίλειο
15. MARIKIT HOLDINGS LTD που διευθύνει, κατέχει και λειτουργεί επιχείρηση στοιχημάτων με προκαθορισμένη απόδοση («bookmaking») και τυχερών παιχνιδιών με την εμπορική επωνυμία «22BET» από τη Λεμεσό
16. TECHSOLUTIONS (CY) GROUP LIMITED, που διευθύνει, κατέχει και λειτουργεί επιχείρηση στοιχημάτων με προκαθορισμένη απόδοση («bookmaking») και τυχερών παιχνιδιών με την εμπορική επωνυμία «22BET», από τη Λευκωσία
Εναγόμενων
-----------------------
Kαι ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου ημερομηνίας 26/11/2024
Μεταξύ:
ASTARTO GROUP LTD (HE 350150), από τη Λεμεσό Ενάγουσας
και
1. ΜICKAEL BENJAMINOVICH, από τη Λετονία
2. VLADLEN BASANCO, από τη Ρωσία
3. MINDGAMEAI SOLUTIONS LTD, από την Κύπρο
4. FABIO ALEXANDRE MANUEL GONCALVES από την Κύπρο
5. LION URIEL, από την Κύπρο
6. VIACHESLAV LEVCHENKO, από την Ουκρανία
7. DARIA RYZHKOVA, από την Ουκρανία
8. GEORGY KONOPLICH, από τη Λιθουανία
9. PAVEL ZUBITSKII, από τη Ρωσία
10. VADIM GUDKOV, από τη Ρωσία
11. BOHDAN HRECHANIUK, από την Ουκρανία
12. AI DATAVERSE – FZCO, από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
13. NOT ALONE AI LLC, από τις ΗΠΑ
14. HJA MARKETING LTD, από το Ηνωμένο Βασίλειο
15. MARIKIT HOLDINGS LTD που διευθύνει, κατέχει και λειτουργεί επιχείρηση στοιχημάτων με προκαθορισμένη απόδοση («bookmaking») και τυχερών παιχνιδιών με την εμπορική επωνυμία «22BET» από τη Λεμεσό
16. TECHSOLUTIONS (CY) GROUP LIMITED, που διευθύνει, κατέχει και λειτουργεί επιχείρηση στοιχημάτων με προκαθορισμένη απόδοση («bookmaking») και τυχερών παιχνιδιών με την εμπορική επωνυμία «22BET», από τη Λευκωσία
17. SOFT PEAR SOFTWARE CO LLC, από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
18. Andrei Tsivyna, από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
Εναγόμενων
---------------------------
Αίτηση ημερομηνίας 02/09/2024 για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων
Ημερομηνία: 4 Νοεμβρίου 2025
Εμφανίσεις:
Για τον Ενάγουσα - Αιτήτρια: κ. Σ. Πίττας μαζί με κα Α. Λάμπρου για κ.κ. Σωτήρης Πίττας & Σία ΔΕΠΕ
Για τον Εναγόμενο αρ.1 – Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Α. Κουάλης μαζί με κ. Δ. Λοϊζίδη για κ.κ. A.G. Erotocritou LLC
Για τους Εναγόμενους αρ. 2, 5, 6 και 9 – Καθ’ ων η Αίτηση: κ. Α. Αρτέμιου για κ.κ. Αρτεμίου, Πιερής & Συνεργάτες ΔΕΠΕ
Για τους Εναγόμενους αρ. 3 και 4 – Καθ’ ων η Αίτηση: κα. Μ. Πορνάρη μαζί με κα Α. Ζαχαριάδη για κ.κ. Giorgos Landas LLC
Για την Εναγόμενη αρ.7 – Καθ’ ης η Αίτηση: κ. Α. Δημητριάδης για κ.κ. Κώστας Π. Δημητριάδης ΔΕΠΕ.
Για τον Εναγόμενο αρ.8 – Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Τ. Χαχολιάδης για κ.κ. Τεύκρος Χαχολιάδης ΔΕΠΕ.
Για την Εναγόμενη αρ.12 – Καθ’ ης η Αίτηση: Καμιά εμφάνιση.
Για τους Εναγόμενους αρ. 13 και 14 – Καθ’ ων η Αίτηση: κ. Λ. Κωστακόπουλος για Π.Ν. Κούρτελλος & Συνεργάτες ΔΕΠΕ.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η ενάγουσα, καταχώρησε την παρούσα απαίτηση στις 02/09/2024, με την οποία αξιώνει από το Δικαστήριο διάφορα διατάγματα, με τα οποία στην ουσία να εμποδίζονται οι εναγόμενοι 1-16 (ως αρχικά αναφέρονταν και περιλαμβάνονταν στην Απαίτηση – ακολούθησε τροποποίηση με την οποία προστέθηκαν οι εναγόμενοι αρ.17 και 18) από το να παραβιάζουν τα πνευματικά δικαιώματα της σχετικά με την Intimate.AI και τον σχετικό Πηγαίο Κώδικα (Source Code) και να εκμεταλλεύονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (intellectual property rights) και/ή τα πνευματικά δικαιώματα (copyrights) της ενάγουσας, σχετικά με την Intimate.AI και/ή τον Πηγαίο Κώδικα (Source Code) της και/ή σε σχέση με το “SPARK AI Messenger” στο Apple App Store και “SPARK AI” στο Google App Store, να διατάσσονται όπως επιστρέψουν όλα τα δεδομένα και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν κλέψει σχετικά με την Intimate.AI και/ή τον Πηγαίο Κώδικα (Source Data), να καταστρέψουν όλο το υλικό και/ή δεδομένα που έχουν στην κατοχή τους και να τους απαγορεύεται από το να παράγουν και/ή κατασκευάζουν και/ή πωλούν και/ή διαφημίζουν και/ή δημοσιεύουν και/ή διανέμουν και/ή αναπαράγουν οποιοδήποτε προϊόν και/ή υπηρεσία πανομοιότυπη ή παρόμοια με τα προϊόντα και/ή υπηρεσίες που καλύπτονται από τα πνευματικά δικαιώματα και/ή τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας της ενάγουσας που αφορούν και/ή σχετίζονται με την Intimate.AI και/ή τον Πηγαίο Κώδικα (Source Data).
Περαιτέρω, η ενάγουσα αξιώνει διατάγματα τα οποία να απαγορεύουν στους εναγόμενους 1-16 από το να αναπαράγουν, διαφημίζουν, πωλούν, διαθέτουν οιονδήποτε προϊόν ή υπηρεσία με την εμπορική ονομασία (Brand Name) “VIOLEX” και/ή “SoftPear” και/ή “NOT ALONE” και/ή “NotAlone: CHAT AI PLATFORM” και/ή “HAAN.AI” που αποτελούν απομιμήσεις (COUNTERFEITED PRODUCTS) προϊόντων ή υπηρεσιών που παραβιάζουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας της ενάγουσας και όπως λογοδοτήσουν ή καταθέσουν λογαριασμούς για όλα τα κέρδη που έχουν αποκομίσει μέσω της χρήσης ή εκμετάλλευσης της Intimate.AI και/ή τον σχετικό Πηγαίο Κώδικα (Source Data).
Eπιπρόσθετα, η ενάγουσα αξιώνει αποζημιώσεις και τιμωρητικές αποζημιώσεις για τους λόγους που αναφέρονται στο Έντυπο Απαίτησης τους.
Η Αίτηση:
Την ίδια ημέρα καταχώρησης της παρούσας Απαίτησης, δηλαδή στις 02/09/2024, η ενάγουσα καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση, μονομερώς, και εξασφάλισε στις 11/09/2024 εναντίον των εναγόμενων αρ. 3 – 5, διατάγματα τύπου Anton Piller (Aιτητικό Α της Αίτησης), Απαγορευτικά διατάγματα εναντίον των εναγόμενων 1-16 από το να παραβιάζουν την πνευματική ιδιοκτησία και/ή τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας της ενάγουσας (Αιτητικό Β της Αίτησης), Διάταγμα Παγοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των εναγόμενων 1-16 ώστε η καθαρή τους αξία να μην είναι μικρότερη των €3,000,000 (Αιτητικό Ε της Αίτησης και αντί €10,000,000 όπως ζητείτο), Διάταγμα εναντίον της εναγόμενης αρ.3 με το οποίο να της απαγορεύεται να αλλάξει την μετοχική της δομή και/ή τη σύνθεση του Διοικητικού της Συμβουλίου (Αιτητικό ΣΤ της Αίτησης) και Διάταγμα εναντίον των εναγόμενων 1-16 με το οποίο να απαγορεύεται από το να καταστρέψουν ή μεταβάλουν οποιαδήποτε έγγραφα ή πληροφορίες (Αιτητικό Η της Αίτησης). Εναντίον των εναγόμενων αρ. 3 και 4, αξιώνονται με την Αίτηση και διατάγματα αποκάλυψης (Αιτητικά Γ και Δ) σύμφωνα με τις πρόνοιες των Άρθρων 13Α και 13Β του Νόμου 59/1976, ως τροποποιήθηκε, καθώς και Διάταγμα εναντίον των εναγόμενων 1-16 για αποκάλυψη όλων των περιουσιακών τους στοιχείων (Αιτητικό Θ), τα οποία, όμως, δεν εκδόθηκαν μονομερώς και ορίστηκαν για επίδοση.
Η Αίτηση υποστηρίζεται από τις ένορκες δηλώσεις του κ. Michael Press, μοναδικού μετόχου και διευθυντή της ενάγουσας, ημερομηνίας 02/09/2024 και 03/09/2024 καθώς και της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 10/09/2024, o οποίος εκθέτει τα γεγονότα που περιβάλουν την παρούσα υπόθεση και υποστηρίζουν τα ως άνω αναφερόμενα αιτητικά. Επισυνάπτονται σε αυτές σωρεία τεκμηρίων. Στις 28/02/2025 καταχωρήθηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση από τον κ. Μichael Press. Έχουν, επίσης, καταχωρηθεί ένορκες δηλώσεις μετάφρασης και μεταφρασμένες οι ένορκες δηλώσεις του πιο πάνω αναφερόμενου ενόρκως δηλούντα.
Σημειώνεται ότι η Αγωγή και η παρούσα Αίτηση εναντίον των εναγόμενων 10 – 11 και 15 – 16, αποσύρθηκαν στις 18/11/2024 και τα προσωρινά διατάγματα εναντίον τους ακυρώθηκαν.
Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω ένορκες δηλώσεις του κ. Michael Press, η θέση της ενάγουσας είναι ότι, μετά από μια εκτεταμένη επένδυση, έχει αναπτύξει και είναι η δημιουργός, η συγγραφέας και η ιδιοκτήτρια ενός πρωτότυπου φιλολογικού και άλλου παρόμοιου Project και προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου ενός Πηγαίου Κώδικα (Source Code), υπό την επωνυμία Intimate.AI που καλύπτεται και προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα και σύμφωνα με τις διατάξεις του Περί Δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου (Νόμος 59/1976) σχετικά με την τεχνολογία, που επιτρέπει διαφορετικούς τύπους αλληλοεπιδράσεων, κειμένων, βίντεο, φωνών Τεχνητής Νοημοσύνης («TN») («ΑΙ»), κλπ. Το όνομα του Project της ενάγουσας ήταν η Intimate.AI και η “Spark AI Messenger” στο App Store της Apple και της “Spark AI” στο Google App Store καλύπτει τα πνευματικά δικαιώματα και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας της ενάγουσας καθώς και άλλες εμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες και δεδομένα, που σχετίζονται με τη Στρατηγική Μάρκετινγκ, τους μοναδικούς αλγόριθμους Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ) και συνδυασμούς μοντέλων που παρέχουν μοναδικές δυνατότητες για δημιουργία εικόνας, κειμένου και φωνής κατά παραγγελία (on demand) που έχουν σχεδιαστεί για επικοινωνία με συντρόφους, Καινοτόμες Τεχνικές Λύσεις, Χαρακτήρες Δημιουργήματα Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ generated), Περιεχόμενο Λειτουργικότητας Εφαρμογών, Μοναδικό Πρωτόκολλο Επικοινωνίας, Διεπαφή Χρήστη (user interface), Σχεδιασμό Ιστοσελίδας, Σχεδιασμό Κινητών Εφαρμογών, Επιχειρηματική Στρατηγική και Προσεγγίσεις, Λογισμικοί Αλγόριθμοι, Στοιχεία Ταυτότητας Επωνυμίας και Ιδιόκτητοι Αλγόριθμοι και Δεδομένα, Γραφικό Σχέδιο, Σχεδιασμός Διεπαφής (interface design), Βάση Δεδομένων Συνομιλιών, Μηχανικά Σχέδια (engineering) και διάφορα άλλα χαρακτηριστικά και αλγόριθμοι.
Η ενάγουσα για την ανάπτυξη της Intimate.AI και του Πηγαίου Κώδικα (Source Code) αυτής, έχει χρησιμοποιήσει, μεταξύ άλλων, τις υπηρεσίες των εναγόμενων 2 και 6 – 11, συμπεριλαμβανομένων άλλων προσώπων, τα οποία παρείχαν υπηρεσίες πληροφορικής/προγραμματισμού ως ελεύθεροι επαγγελματίες στην ενάγουσα έναντι αμοιβής σύμφωνα με συμφωνίες παροχής υπηρεσιών που ρητά ή σιωπηρά προέβλεπαν, μεταξύ άλλων, ότι θα διατηρούν αυστηρά εμπιστευτικές τις εμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες και δεδομένα που σχετίζονται με την Intimate.AI και τις δραστηριότητες της.
Κατά το 2023, ο εναγόμενος 1 εξέφρασε ενδιαφέρον να επενδύσει στην επιχείρηση της ενάγουσας και ενάγουσα και εναγόμενος 1 κατέληξαν στην καταβολή από τον εναγόμενο 1 του ποσού των 500,000 Αμερικάνικων Δολαρίων για να αποκτήσει το 5% του μετοχικού κεφαλαίου της ενάγουσας καθώς και να παρέχει υπηρεσίες μάρκετινγκ και συμβουλευτικής για την προώθηση της επιχείρησης και της επιτυχίας του Intimate.AI Project. Ενάγουσα και εναγόμενος 1, σύναψαν επενδυτική συμφωνία ημερομηνίας 22/08/2023, η οποία, μεταξύ άλλων, προέβλεπε ότι ο εναγόμενος 1 αναλάμβανε να οφείλει υποχρεώσεις και καθήκον εμπιστοσύνης στην Ενάγουσα, να μην ανταγωνίζεται την επιχείρηση της ενάγουσας κτλ. . Ο εναγόμενος 1 προκάλεσε τη μετάθεση δύο από τους στενότερους υπαλλήλους του, ήτοι τους εναγόμενους 4 και 5 για να εργαστούν στην Intimate.AI Project όπου και εντάχθηκαν. Παραχωρήθηκε στους εναγόμενους 1, 4 και 5 πρόσβαση σε όλη την διανοητική ιδιοκτησία της εταιρείας (corporate IP), τον Πηγαίο Κώδικα (Source Code), τα σχέδια μάρκετινγκ, τα επιχειρηματικά σχέδια, τα επιχειρηματικά αποτελέσματα και άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες.
Τελικά, ο εναγόμενος 1 δεν υλοποίησε την επενδυτική συμφωνία και στις 28/10/2023 ζήτησε την ακύρωση της. Τον Δεκέμβριο του 2023, ο εναγόμενος 2 ενημέρωσε τον εκπρόσωπο της Intimate.AI ότι αποφάσισε να την εγκαταλείψει προκειμένου να ξεκινήσει τη δική του επιχείρηση και μάλιστα δήλωσε εγγράφως στις 08/01/2024 ότι θα προσεγγίσει τρεις βασικούς ανθρώπους της Intimate.AI, δηλαδή τους εναγόμενους 6, 7 και 8, οι οποίοι όλοι τους την εγκατέλειψαν και εντάχθηκαν στην «Violex», Project που ανήκει στην MINDAGAMEAI Solutions Ltd, εναγόμενη 3. Ακολούθως, κατά ή περί την περίοδο 17/01/2024 έως την 29/03/2024, οι εναγόμενοι 6 – 11 διέκοψαν τις υπηρεσίες τους προς την ενάγουσα.
Στην συνέχεια, η ενάγουσα ανακάλυψε ότι οι εναγόμενοι 1 – 5 έκλεψαν τα πνευματικά δικαιώματα και τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας σχετικά με την Intimate.AI και του Πηγαίου Κώδικα και απόρρητες επιχειρηματικές πληροφορίες με την συνδρομή και σε συνομωσία με τους εναγόμενους 6 – 11 που ίδρυσαν στην Κύπρο την εναγόμενη 3 εταιρεία MINDGAMEAI και μέσω, μεταξύ άλλων, αυτού του οχήματος προώθησαν, πουλούσαν ή εμπορεύονται με παρόμοιο ή πανομοιότυπο προϊόν στην Intimate.AI με την επωνυμία “Violex” και/ή “SoftPear” και/ή “NOT-ALONE” και/ή “NotAlone: CHAT AI PLATFORM” και/ή “HAAN.AI”. Αποτελεί θέση του ενόρκως δηλούντα ότι η εναγόμενη 3 και οι άλλοι εναγόμενοι χρησιμοποιούν την αντιγραμμένη τεχνολογία “Ιntimate.AI” για να επιτρέψουν τη λειτουργία παραποιημένων προϊόντων προκαλώντας ζημιές στην ενάγουσα περίπου 10 εκ. ευρώ.
Η εναγόμενη 12 είναι μια εταιρεία που ιδρύθηκε σύμφωνα με τους Νόμους των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της οποίας ιδιοκτήτης, ελέγχων πρόσωπο (controller) και διευθυντής, φαίνεται να είναι ο εναγόμενος 2. Η εναγόμενης 12 έχει χρησιμοποιηθεί από τους εναγόμενους ως το όχημα για την κατοχή και την εκμετάλλευση των πνευματικών δικαιωμάτων (copyright) και/ή των πνευματικών δικαιωμάτων της ενάγουσας πάνω στην Intimate.AI. και τον Πηγαίο Κώδικα της (Source Code).
Η εναγόμενη 3, η οποία είναι ένα από τα κύρια οχήματα μέσω των οποίων οι εναγόμενοι πωλούν ή διακινούν το παραποιημένο προϊόν ή τις υπηρεσίες τους με την επωνυμία “Violex”, “SoftPear” και “HAAN.AI ιδρύθηκε στις 02/03/2024 και εμφανίζει ως μοναδικό διευθυντή και μέτοχο τον εναγόμενο 4, ο οποίος είναι ένας από τους στενότερους συνεργάτες του εναγόμενου 1, μαζί με τον εναγόμενο 5. Οι εναγόμενοι 1-5, επίσης, πωλούν ή διακινούν το παραποιημένο προϊόν ή τις υπηρεσίες τους μέσω των οχημάτων των εναγόμενων 13 και 14 με την επωνυμία “NOT-ALONE” και “NotAlone: CHAT AI PLATFORM”.
Με την συμπληρωματική ένορκη δήλωση ημερομηνίας 28/02/2025, ο κ. Press αναφέρεται στο υλικό το οποίο λήφθηκε κατά την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας (Anton Piller) το οποίο εκδόθηκε και το οποίο κατά την άποψη του αποδεικνύει τις αδικοπραξίες των εναγόμενων και τον ρόλο εκάστου από αυτούς. Παραθέτει σχετική αλληλογραφία η οποία ανταλλάχθηκε μεταξύ εναγόμενου 5 και εναγόμενου 1 περί τον Νοέμβριο του 2023, κατά την οποία αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος 5 προσέγγισε και εισηγήθηκε στον εναγόμενο 1, να ακυρώσει την επενδυτική συμφωνία με την ενάγουσα και μαζί με τον εναγόμενο 2 να δημιουργήσουν τη δική τους ανταγωνιστική επιχείρηση η οποία θα χρησιμοποιούσε και αντίγραφε το Intimate.AI. και τον πηγαίο κώδικα για να δημιουργήσουν παραποιημένα προϊόντα (counterfeit products) τα οποία οι εναγόμενοι 1-2 και 5 θα πωλούσαν και θα προωθούσαν μέσω του δικού τους “οχήματος”. Στις 09/11/2023, ο εναγόμενος 2 ενημέρωσε τους εναγόμενους 1 και 5 ότι προσέγγισε την εναγόμενη 7 και την έπεισε να συμμετάσχει στο σχέδιο τους για να εξαπατήσουν την ενάγουσα και να κλέψουν και παράνομα να αντιγράψουν το Intimate.AI. και τον πηγαίο κώδικα και τους απέστειλε το CV της. Ο εναγόμενος 2, επίσης, ενημέρωσε τον εναγόμενο 5, ότι έπεισε τους συμβούλους της ενάγουσας να συμμετάσχουν στο σχέδιο τους και οι οποίοι του εισηγήθηκαν όπως αντιγράψουν τα πνευματικά δικαιώματα της ενάγουσας στο Intimate.AI και όχι να κλέψουν τον πηγαίο κωδικό.
Αρχές του 2024, ο εναγόμενος 2 ενημέρωσε την ενάγουσα ότι θα τερμάτιζε τις υπηρεσίες του και τη συνεργασία τους και ότι θα προσέγγιζε μερικούς από τους συναδέλφους του που παρείχαν υπηρεσίες στην ενάγουσα, περιλαμβανομένων των εναγόμενων 6 – 11 για να τους πάρει μαζί του στην νέα του επιχειρηματική δραστηριότητα. Περί τον Ιανουάριο – Φεβρουάριο του 2024, οι εναγόμενοι 6 – 11 τερμάτισαν τη συνεργασία τους με την ενάγουσα και οι εναγόμενοι 6 – 9 μαζί και με τον εναγόμενο 4 άρχισαν να συνεργάζονται με τους εναγόμενους 1, 2 και 5. Στις 30/01/2024 δημιουργήθηκε η εταιρεία SOFT PEAR SOFTWARE CO LLC, με διευθυντή τον εναγόμενο 5 και μετόχους τους εναγόμενου 1, 2 και 5. Ο τελικός και πραγματικός δικαιούχος της εναγόμενης 3, είναι ο εναγόμενος 1 και ο εναγόμενος 4, ο οποίος φαίνεται ως μέτοχος της, είναι αντιπρόσωπος του εναγόμενου 1. Στις 21/02/2024, ο εναγόμενος 4 δημοσίευσε μια παρουσίαση κατά την οποία παρουσίασε το επιχειρηματικό πλάνο της εναγόμενης 3, το οποίο ήταν πανομοιότυπο με αυτό της ενάγουσας και στις 02/03/2024 ιδρύθηκε η εναγόμενη 3. Στη συνέχεια, οι εναγόμενοι προωθούσαν το δικό τους παραποιημένο προϊόν μέσω των εναγόμενων 13 και 14 και της SOFT PEAR. Υπέγραψαν, επίσης, διάφορες συμφωνίες με τρίτους για πώληση του παραποιημένου προϊόντος και για κοινή εκμετάλλευση, μεταξύ άλλων, με τους εναγόμενους 13 (τεκμήριο 103).
Στη συνέχεια, ο ενόρκως δηλών, αναφέρεται στα ευρήματα της έρευνας σε σχέση με το πρόγραμμα που χρησιμοποιούν οι εναγόμενοι και ότι αυτό έχει τα ίδια μοναδικά χαρακτηριστικά με αυτό της ενάγουσας με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις. Επίσης, αναφορά γίνεται στην παραβίαση του διατάγματος έρευνας από τους εναγόμενους 3 – 5. Περαιτέρω, απορρίπτει και απαντά στους ισχυρισμούς των ενστάσεων των εναγόμενων.
Oι εναγόμενοι αρ. 1 – 9, 13 και 14 καταχώρησαν ενστάσεις στις 03/02/2025, 13/02/2025 και 14/02/2025 αντίστοιχα, στην συνέχιση ή έκδοση των υπόλοιπων αιτούμενων διαταγμάτων.
Η ένσταση του εναγόμενου αρ.1
Ο εναγόμενος 1 με την ένσταση του προβάλλει 16 λόγους για τους οποίους η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και τα διατάγματα να ακυρωθούν. Ουσιαστικά προβάλλει τη θέση ότι η Αιτήτρια δεν προέβηκε σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των ουσιωδών γεγονότων και παραπλάνησε το Δικαστήριο, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, δεν έχει καταδειχθεί το επείγον για εξασφάλιση θεραπείας μονομερώς, η εγγύηση που παρασχέθηκε είναι ανεπαρκής και η παρούσα αίτηση είναι καταχρηστική.
Υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του ιδίου του εναγόμενου 1, ο οποίος εκθέτει τα περιστατικά και γεγονότα που υποστηρίζουν την ένσταση του. Ο εναγόμενος 1, ισχυρίζεται ότι πίσω από την Αιτήτρια, βρίσκεται ο κ. Yakov Livshits, o οποίος είναι απατεώνας και μόλις το ανακάλυψε αποφάσισε να μην μπλεχτεί μαζί του. Ήταν το πρόσωπο κλειδί το οποίο έδινε οδηγίες στον CEO του Project της Intimate, τον εναγόμενο 2. Η Αιτήτρια είναι μια άδεια εταιρεία η οποία χρησιμοποιήθηκε από τον κ. Yakov Livshits για να προωθήσει ακόμη μια απάτη και δεν έχει δικαίωμα να προωθεί την παρούσα αγωγή, αφού δεν προκύπτει από τους ελεγμένους λογαριασμούς της του 2020 να έχει οποιαδήποτε περιουσία. Στην πραγματικότητα η όλη λειτουργία και ανάπτυξη του Intimate.AI και Spark AI έγινε από άλλες εταιρείες. Μόλις τα ανακάλυψε όλα αυτά, αποφάσισε να φύγει από το Project.
Αναφέρεται στις συνθήκες κάτω από τις οποίες ενεπλάκηκε με το πιο πάνω Project και ότι ο ίδιος δεν ήθελε, αρχικά, να επενδύσει χρήματα σε αυτό παρά μόνο να προσφέρει τις υπηρεσίες του για την προώθηση του προϊόντος. Στην συνέχεια, συμφώνησε να επενδύσει αγοράζοντας το 5%, σύμφωνα με την πρόταση του κ. Yakov Livshits και υπόγραψε τη συμφωνία με την ενάγουσα στις 22/08/2023. Στις 25/08/2023 απέστειλε στην Τράπεζα που του υποδείχθηκε το ποσό των $500 και στις 30/08/2023 απέστειλε το ποσό των $470,000 πλην όμως δεν έγινε αποδεχτό εξαιτίας των κανονισμών συμμόρφωσης. Κατόπιν συζήτησης με τον κ. Yakov Livshits, απέστειλε εκ νέου το ποσό σε λογαριασμό της ενάγουσας στην Κύπρο στις 06/10/2023, αλλά και πάλι η πληρωμή δεν έγινε αποδεκτή για τους ίδιους λόγους. Ο ίδιος επιθυμούσε να προχωρήσει με την πράξη αλλά υπήρχε ζήτημα με την Τράπεζα.
Ένεκα του ότι είναι πολυάσχολος, συμφωνήθηκε ότι η εργασία με βάση τη συμφωνία θα γινόταν από συνεργάτες του και την ομάδα του και γι’ αυτό εντάχθηκε στο Project, ο εναγόμενος 5. Τον εναγόμενο 4 δεν είναι ο ίδιος που τον ενέταξε στην ομάδα, αλλά από όσον γνωρίζει είναι ο εναγόμενος 5 που το έπραξε, χωρίς την γνώση του.
Ο εναγόμενος 1, αποφάσισε να εγκαταλείψει το Project όταν ανακάλυψε ότι ο κ. Yakon Livshits αντιμετώπιζε ποινικές διώξεις σε διάφορες δικαιοδοσίες και ότι το πρόγραμμα αναπτύχθηκε από διάφορες εταιρείες και η επένδυση του δεν του εξασφάλιζε την πραγματική ιδιοκτησία του Project. O εναγόμενος 5 αποφάσισε και εκείνος να εγκαταλείψει το Project για τους δικούς του λόγους και ανεξάρτητα από την δική του απόφαση. Προς τούτο, ενημέρωσε τον κ. Yakon Livshits περί τον Οκτώβριο του 2023 και επίσημα στις 6/11/2023, οπόταν ήταν τόσο αυτός όσο και ο εναγόμενος 5, εκτός του Project. Αρχές του 2024, ακολούθησε η φυγή από το Project και των εναγόμενων 2, 4, 6, 7, 9 και 10.
Περί τα τέλη Νοεμβρίου του 2023, οι εναγόμενοι 2 και 5, τον προσέγγισαν και του ζήτησαν την στήριξη του για ένα κοινό Project ΑΙ και του πρότειναν ένα Project παρόμοιο με εκείνο της Intimate.AI το οποίο θα επικεντρωνόταν αποκλειστικά σε Β2Β (business to business) σε αντίθεση με το Intimate.AI το οποίο ήταν Β2C (business to customer) και δεν θα αντιμετώπιζε το πρόβλημα αδειοδότησης που αντιμετώπισε το Intimate.AI. Επίσης, τον διαβεβαίωσαν ότι δεν παραβίαζαν οποιαδήποτε πνευματικά δικαιώματα της Intimate.AI, διότι τα πρόσωπα τα οποία ενεπλάκηκαν στην Intimate.AI ήταν ελεύθεροι επαγγελματίες και δεν υπήρχαν οποιαδήποτε αποκλειστικά δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας που να ανήκουν στον κ. Yakon Livshits και γι’ αυτό τους ακολούθησε.
Το Intimate.AI δεν έχει καμία αξία καθότι η εφαρμογή του έχει αποκλειστεί από διάφορες δικαιοδοσίες. Η Έκθεση, τεκμήριο 1 της ένορκης δήλωσης του κ. Press δεν αποδεικνύει τίποτε και δεν καταδεικνύει την ύπαρξη πνευματικών δικαιωμάτων τα οποία αντιγράφηκαν. Δεν υπάρχουν οποιεσδήποτε συμφωνίες μεταξύ των εναγόμενων 6 – 9 ότι οποιεσδήποτε εργασίες εκτελέστηκαν από αυτούς θα ανήκαν στην Αιτήτρια και δεν έχει προσκομιστεί μαρτυρία ότι ο πηγαίος κώδικας της Intimate.AI έχει αντιγραφεί.
Ο εναγόμενος 1 αρνείται όλες τις αιτίες και βάσεις αγωγής της Αιτήτριας καθώς και την ύπαρξη ζημιάς, επικαλείται καθυστέρηση στην προώθηση των ενδιάμεσων θεραπειών και απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων.
Με τη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Παντελή Αριστείδη, δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων του εναγόμενου 1 και που γίνεται εκ μέρους του εναγόμενου 1, ο ενόρκως δηλών, στην ουσία καταπιάνεται με νομικά ζητήματα, όπως ότι ενημερώθηκε καθυστερημένα για την έκδοση των ενδιάμεσων διαταγμάτων εναντίον του και συγκεκριμένα στις 06/11/2024 ενώ αυτά εκδόθηκαν στις 11/9/2024 και το διάταγμα έρευνας εκτελέστηκε στις 16/10/2024 και λήφθηκε περιεχόμενο ιδιωτικής του επικοινωνίας, για το οποίο ενημερώθηκε στις 28/02/2025 μέσω της συμπληρωματικής ένορκης ομολογίας του κ. Press. Σε κάθε περίπτωση, ο ενόρκως δηλών αναφέρει η εν λόγω αλληλογραφία ή επικοινωνία καταδεικνύει ότι δεν έχει διαπραχθεί καμία αδικοπραξία από τον εναγόμενο 1 και η υπόθεση έπρεπε να είχε αποσυρθεί εναντίον του. Επικαλείται το Νόμο 59/1976 και ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα στο Intimate.AI και στον πηγαίο κώδικα αφού αυτά αποτελούν αντιγραφή ήδη υπάρχοντος προγράμματος, που όταν οι εναγόμενοι 1 και 5 το ανακάλυψαν αποφάσισαν να διακόψουν τη σχέση τους με το εν λόγω project αφού δεν είχε καμία αξία. Επίσης, οι εναγόμενοι δεν αντέγραψαν το πρόγραμμα αλλά δημιούργησαν το δικό τους.
Η ένσταση των εναγόμενων αρ.3 και 4
Οι εναγόμενοι 3 και 4, με την ένσταση τους προβάλλουν 30 λόγους, ως φαίνονται σε αυτή, για την ακύρωση και/ή μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Ουσιαστικά ισχυρίζονται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60 και ότι δεν αποκαλύπτεται καλή βάση αγωγής και ορατή πιθανότητας επιτυχίας της αγωγής εναντίον τους, η Αιτήτρια παρέλειψε να αποκαλύψει στο Δικαστήριο τα ουσιώδη γεγονότα και/ή παραπλάνησε το Δικαστήριο και δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια, το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της μη έκδοσης ή οριστικοποίησης των διαταγμάτων καθότι η έκδοση τους δεν είναι εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις και/ή θα αποτελούσε αδικαιολόγητη παραβίαση των συνταγματικά προστατευόμενων δικαιωμάτων ιδιωτικής ζωής και/ή επικοινωνίας. Περαιτέρω, οι εναγόμενοι αρ. 3 και 4 προβάλλουν ότι η Αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει ότι η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων είναι κατ’ επείγουσας φύσης και ότι θα είναι δύσκολη η απονομή δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, η έκδοση τους ανατρέπει το status quo ante και/ή θα ισοδυναμούσε με ικανοποίηση της θεραπείας που ουσιαστικά ζητείται με την αγωγή και το εύρος των αιτούμενων διαταγμάτων αποκάλυψης είναι ιδιαίτερα εκτενές και αποσκοπεί στην εκμαίευση πληροφοριών και στην αλίευση μαρτυρίας.
Η πιο πάνω ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του εναγόμενου 4 και διευθυντή της εναγόμενης 3, συνοδευόμενη από σχετική μετάφραση. Συνοπτικά, ο ενόρκως δηλών απορρίπτει όλους τους ισχυρισμούς της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση και ισχυρίζεται ότι οι εκεί ισχυρισμοί είναι προϊόν μυθοπλασίας και κατασκευής με σκοπό να δημιουργήσει εντυπώσεις και να εξυπηρετήσει αλλότρια και εκδικητικά κίνητρα. Ισχυρίζεται ότι οι ισχυρισμοί περί κλοπής και συνομωσίας του ιδίου, των εναγόμενων 1, 2, 3 και 5 με την συνδρομή των εναγόμενων 6 – 11, δεν υποστηρίζονται με μαρτυρία και αντικρούονται από τα στοιχεία που έχουν συλλεχθεί κατά την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας. Στηρίζονται σε εικασίες και αυθαίρετα συμπεράσματα της Αιτήτριας. Διαφαίνεται από την ένορκη δήλωση της Αίτησης, ότι η αγωγή αφορά κυρίως διαφορά μεταξύ της Αιτήτριας και των εναγόμενων 1, 2 και 5 και αρνείται ότι ο ίδιος και η εναγόμενη 3 διέπραξαν οποιαδήποτε αδικοπραξία εναντίον της Αιτήτριας.
Πέραν των πιο πάνω, ο εναγόμενος 4, ισχυρίζεται ότι από το 2017 εργάζεται ως υπεύθυνος marketing και ουδεμία γνώση έχει αναφορικά με τη τεχνητή νοημοσύνη ούτε και γνωρίζει οτιδήποτε αναφορικά με την ανάπτυξη πηγαίου κώδικα και ουδέποτε ασχολήθηκε είτε με την ανάπτυξη ή χρησιμοποίηση οποιουδήποτε λογισμικού είτε άλλως πως. Τους μόνους τους οποίους γνώριζε από προηγουμένως ήταν τους εναγόμενους 1 και 5, με τους οποίους εργάζονταν μαζί στην 22BET, αλλά σε καμία περίπτωση δεν συνεργάστηκε μαζί τους. Περί τον Οκτώβριο του 2023, ο εναγόμενος 5 του ανάφερε ότι θα προχωρούσε με την ανάπτυξη ενός νέου πρότζεκτ – έργου ΑΙ και του πρότεινε να αναλάβει το τομέα μάρκετινγκ. Κατά τις 26/10/2023, ο εναγόμενος 5 τον σύστησε στον εναγόμενο 2 αλλά σε καμία περίπτωση εντάχθηκε στο project Ιntimate.AI τον Οκτώβριο του 2023, ως ψευδώς ισχυρίζεται ο ενόρκως δηλών της ένστασης. Η μόνη ενημέρωση που είχε από τον εναγόμενο 5, αφορούσε την ανάληψη καθηκόντων μάρκετινγκ για το νέο project – έργο και ουδέποτε του αναφέρθηκε το Project Intimate.AI. Κατά το χρόνο εκείνο εργαζόταν ήδη στην 22BET από την οποία παραιτήθηκε τον Ιανουάριο του 2024.
Περί τα τέλη Νοεμβρίου του 2023 ο εναγόμενος 5, επικοινώνησε μαζί του και του ανάφερε ότι είχε μια ενδιαφέρουσα πρόταση. Συγκεκριμένα, του ανάφερε ότι επρόκειτο να προχωρήσει με την ίδρυση μιας κυπριακής εταιρείας, ήτοι της εναγόμενης 3 και επιθυμούσε να διοριστεί διευθυντής της και η οποία θα προχωρούσε με την ανάπτυξη και προώθηση του εν λόγω πρότζεκτ το οποίο θα αφορούσε ΑΙ. Η πρόταση ήταν ενδιαφέρουσα, γι’ αυτό παραιτήθηκε από την 22BET τον Ιανουάριο του 2024 και όχι τον Οκτώβριο του 2023, όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση της Αίτησης. Σε καμία περίπτωση, ο ίδιος παράβηκε οποιαδήποτε σχέση εμπιστοσύνης ή έκλεψε κωδικούς και πληροφορίες της Intimate.AI ή ποτέ είχε πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες.
Περί τον Φεβρουάριο του 2024 άρχισε να αναλαμβάνει σταδιακά τον τομέα μάρκετινγκ του έργου – Project VIOLEX, ως η πρόταση του εναγόμενου 5 και σε καμία περίπτωση γνώριζε ότι το εν λόγω έργο αποτελεί δήθεν παραποιημένο προϊόν, ως ισχυρίζεται η Αιτήτρια. Ο ίδιος ανάλαβε αποκλειστικά και μόνο την προώθηση του εν λόγω προϊόντος και την ανάληψη καθηκόντων μάρκετινγκ. Πράγματι, εκπόνησε διάφορες παρουσιάσεις με σκοπό την προώθηση του προϊόντος της εναγόμενης 3, της οποίας, κατόπιν πρότασης του εναγόμενου 5, διορίστηκε διευθυντής. Ο ίδιος, ισχυρίζεται, επίσης, ότι δεν είναι ο πραγματικός δικαιούχος της εναγόμενης 3 αλλά ο εναγόμενος 5.
Με την συμπληρωματική ένορκη δήλωση της κας Ηρώς Πέτρου, δικηγορικής υπαλλήλου στο γραφείο των δικηγόρων των εναγόμενων 3 και 4, εξουσιοδοτημένης από τους εναγόμενους 3 και 4, αναφέρεται ότι δεν εξηγείται στην συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Press επακριβώς ο ρόλος του καθ’ ου η αίτηση 4 και πώς αυτός θεωρείται ως «αντιπρόσωπος» και «front – man» του καθ’ ου η αίτηση 1, με αποτέλεσμα οι εν λόγω ισχυρισμοί να θεωρούνται ως γενικοί και αόριστοι. Δεν έχουν παρουσιαστεί στοιχεία και συνομιλίες που να αποδεικνύουν τους εν λόγω ισχυρισμούς της Αιτήτριας. Αντιθέτως, ο εναγόμενος 4, δεν γνώριζε για την εμπλοκή του εναγόμενου 1 στο Intimate Project. Η παρούσα διαφορά αφορά διαφορά μεταξύ ενάγουσας και εναγόμενων 1, 2 και 5 και ο ίδιος δεν έχει καμία σχέση. Το γεγονός ότι ο εναγόμενος 4, δημοσίευσε παρουσιάσεις στις 21/02/2024 και 29/03/2024, ήταν στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων μάρκετινγκ που του είχαν ανατεθεί και δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση ότι ήταν μέρος της ισχυριζόμενης συνομωσίας. Η δε αναφορά στους ανταγωνιστές τους δεν απαγορεύεται στα πλαίσια τέτοιων παρουσιάσεων. Ο εναγόμενος 4 δεν γνώριζε ότι το έργο αποτελούσε παραποιημένο προϊόν αφού είχε αναλάβει αποκλειστικά μόνο το τομέα μάρκετινγκ.
Ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι ο εναγόμενος 4 ουδέποτε εντάχθηκε στο Intimate Project και οι όποιοι ισχυρισμοί της Αιτήτριας είναι γενικοί και αόριστοι και ο ίδιος ουδεμία σχέση έχει με την αντιγραφή ή αναπαραγωγή ή εκμετάλλευση της Intimate.AI και του πηγαίου κώδικα αυτής.
Η ένσταση του εναγόμενου 5
Ο εναγόμενος 5, με τη δική του ένσταση προβάλλει 22 λόγους ένστασης. Στην ουσία, αμφισβητεί την ικανοποίηση των προϋποθέσεων του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60 και των προϋποθέσεων για την έκδοση προστακτικών διαταγμάτων, όπως είναι το διάταγμα τύπου Anton Piller, την κατάδειξη του κατεπείγοντος ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις για την έκδοση των διαταγμάτων μονομερώς, την απόκρυψη γεγονότων, την ανεπάρκεια της εγγύησης και που έχει δοθεί από την Αιτήτρια και το παράτυπο της ένορκης δήλωσης του κ. Michael Press, που συνοδεύει την Αίτηση.
Υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του ιδίου του εναγόμενου 5, ο οποίος εκθέτει τα γεγονότα που υποστηρίζουν την ένσταση του. Ο εναγόμενος 5, επικεντρώνεται στην ανεπάρκεια των γεγονότων που υποστηρίζουν την Αίτηση και στην απουσία εγγράφων και στοιχείων που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, όπως και στην παράλειψη παρουσίασης του επίδικου Κώδικα για να μπορεί να συγκριθεί με την ενδεχόμενη αντιγραφή. Η Αιτήτρια, ισχυρίζεται, απέτυχε να αποδείξει την πραγματική ιδιοκτησία των υποτιθέμενων πνευματικών δικαιωμάτων.
Πέραν των πιο πάνω, αναφέρει ότι είναι ειδικός μάρκετινγκ και έχει συνεργαστεί με την Violex, μια πλατφόρμα Β2Β, με επαγγελματική ιδιότητα. Δεν έχει υπογράψει οποιαδήποτε συμφωνία, έντυπο ή έγγραφο με οποιαδήποτε οντότητα σχετίζεται με την Αιτήτρια και τα δεδομένα τα οποία παρουσίασε στην παρουσίαση ήταν τυχαία. Η τεχνολογία πίσω από τα προϊόντα της Violex αναπτύχθηκε από την εσωτερική ομάδα τεχνολογίας τους, χρησιμοποιώντας μοναδικά στοιχεία και οι ισχυρισμοί περί ομοιότητας ή παραβίασης είναι αβάσιμοι.
Αρχικά συμμετείχε στην Intimate.AI ως σύμβουλος και σε κανένα σημείο συμμετείχε στον προγραμματισμό ή σε οποιαδήποτε ιδιοκτησιακή πτυχή της Intimate.AI. Ο ρόλος του περιοριζόταν στο μάρκετινγκ και την επιχειρηματική στρατηγική. Ο κ. Yakov Livshits, ήταν αυτός που διαπραγματευόταν τις συμφωνίες και ηγείτο της ομάδας ως ο πραγματικός ιδιοκτήτης του έργου. Μοιράστηκε, επίσης, στρατηγικές μάρκετινγκ και επιχειρηματικές ιδέες σε μια ειδική ομάδα Telegram για την προώθηση του Intimate.AI, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν χωρίς τη συγκατάθεση του και ο Yakov Livshits εκμεταλλεύτηκε τους συνεργάτες του για αυτό αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία του με την Intimate.AI. Aρνείται ότι έχει διαπράξει οποιαδήποτε από τις αποδιδόμενες σε αυτόν πράξεις και αναφέρει ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας είναι αβάσιμοι. Καμία επίσημη συμφωνία, γραπτή, προφορική ή σιωπηρή ή άλλη, δεν υπήρξε μεταξύ της ενάγουσας και του ιδίου που να επιβάλει οποιαδήποτε υποχρέωση τήρησης της εμπιστευτικότητας του υλικού ή των δεδομένων.
Στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση ημερ. 14/03/2025 του εναγόμενου 5, αναφέρεται ότι ο κ.Press στην συμπληρωματική του ένορκη δήλωση, ημερομηνίας 28/02/2025, επιλέγει να παρουσιάζει συνομιλίες μεταξύ των εναγόμενων αποσπασματικά με σκοπό να παρουσιάσει τη δική του λανθασμένη, υποθετική εκδοχή των γεγονότων και ο εναγόμενος 5 δίνει τη δική του εκδοχή και ερμηνεία. Δεν ανευρέθηκε οτιδήποτε μετά την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας ή οποιαδήποτε αλληλογραφία που να δείχνει συνομιλίες του ιδίου και του εναγόμενου 1 πριν τον Αύγουστο του 2023 που άρχισαν να βοηθούν την ενάγουσα που να υποδηλώνουν ότι είχαν σκοπό να κλέψουν τα πνευματικά δικαιώματα της ενάγουσας. Τους παραπλάνησε ο κ. Υakov και τους έκανε να πιστέψουν ότι το όλο έργο της Αιτήτριας ήταν κάτι μοναδικό ενώ στην πραγματικότητα ήταν απλώς αναπαραγωγή υπαρχόντων προϊόντων στην αγορά.
Η ένσταση των εναγόμενων 2, 6 και 9
Η ένσταση προβάλλει 20 συνολικά λόγους, οι οποίοι μπορεί να συνοψισθούν στο ότι δεν έχει καταδειχθεί το κατεπείγον για έκδοση των διαταγμάτων μονομερώς, ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση γίνεται από αναρμόδιο πρόσωπο ή πρόσωπο το οποίο δεν γνωρίζει τα γεγονότα, ότι η Αιτήτρια δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και απόκρυψαν ουσιώδη γεγονότα, ότι οι αιτούμενες θεραπείες ταυτίζονται με τις αιτούμενες θεραπείες της αγωγής, ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι οι εναγόμενοι με τις ενέργειες τους έχουν προκαλέσει ζημιά στους ενάγοντες, ανεπάρκεια της εγγύησης και ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση πιστής μετάφρασης από ορκωτό μεταφραστή.
Η πιο πάνω ένσταση υποστηρίζεται από τις ένορκες ομολογίας των ίδιων των εναγόμενων 2, 6 και 9. Στην ουσία οι εναγόμενοι αρ. 2, 6 και 9, στις εν λόγω ένορκες δηλώσεις τους προβάλλουν την γενικότητα και την αοριστία των ισχυρισμών της ένορκης δήλωσης της Αίτησης και την απουσία παρουσίασης στο Δικαστήριο του επίδικου Κώδικα για να μπορεί να τύχει σύγκρισης με την ενδεχόμενη αντιγραφή. Δεν έχει αποδειχθεί, επίσης, η πραγματική ιδιοκτησία των υποτιθέμενων πνευματικών δικαιωμάτων.
Ο εναγόμενος 2, ισχυρίζεται ότι δεν έχει εργαστεί ποτέ για την ενάγουσα και δεν έχει γνώση εμπιστευτικών επιχειρηματικών πληροφοριών που αφορούν την εταιρεία. Ωστόσο, η αντίληψη του ήταν ότι η εφαρμογή που προώθησαν στην αγορά λειτουργούσε υπό την ενάγουσα, δεδομένου ότι ο κ. Yankov Livshits πρότεινε τη χρήση μιας από τις εταιρείες του για τον σκοπό αυτό. Βοήθησε το πιο πάνω πρόσωπο σε διάφορα άλλα έργα, για τα οποία τον αποζημίωσε στο Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα χωρίς επίσημη σύμβαση. Οι πληρωμές αυτές δεν συνδέονται με την Intimate.ΑΙ. Ο κ. Michael Press ενεργούσε ως γραμματέας της εταιρείας με έδρα την Κύπρο, ενώ ο κ. Yankov Livshits διαχειριζόταν όλες τις δραστηριότητες της και έχει την εντύπωση ότι είναι ο τελευταίος ο πραγματικός ιδιοκτήτης της. Η ιδέα και η λειτουργικότητα της εφαρμογής ήταν δική του δημιουργία και η τεχνολογία της τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιήθηκε στην εφαρμογή βασίστηκε εξ’ ολοκλήρου σε αλγόριθμους ανοικτού κώδικα με μικρές αναβαθμίσεις. Οι επιχειρηματικές πληροφορίες και η στρατηγική μάρκετινγκ για την εφαρμογή δημιουργήθηκαν από τον ίδιο και η ενάγουσα δεν έχει αποδείξει την κυριότητα μοναδικών δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του κώδικα, του σχεδιασμού ή του υλικού μάρκετινγκ για το έργο. Όσον αφορά τη συμφωνία επένδυσης με τον εναγόμενο 1, αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί άκυρη καθότι παρά τις προσπάθειες του τελευταίου να αποστείλει τα χρήματα, αυτό δεν κατέστη εφικτό λόγω ζητημάτων συμμόρφωσης που αφορούσαν τον τραπεζικό λογαριασμό του κ. Michael Press.
Σχετικά με τους προγραμματιστές, ο ίδιος δεν ζήτησε ποτέ να εργοδοτήσει τέτοιους και άτομα όπως ο εναγόμενος 8 και άλλοι προσχώρησαν στο έργο αυτόνομα και οικειοθελώς. Οι εναγόμενοι 8, 9 και 10 παρείχαν συμβουλευτικές υπηρεσίες οικειοθελώς χωρίς καμία επίσημη συμφωνία με τη ενάγουσα. Καμία επίσημη συμφωνία μεταξύ του ιδίου και της ενάγουσας υπήρξε, η οποία να του επιβάλλει υποχρέωση τήρησης της εμπιστευτικότητας των υλικών ή των δεδομένων. Η δε τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης και οι επιχειρηματικές μεθοδολογίες που χρησιμοποιήθηκαν ήταν δημόσια γνωστές και βασίζονταν σε μοντέλα ανοικτού κώδικα. Η νέα εφαρμογή και η εταιρεία που ίδρυσε, δημιουργήθηκαν ανεξάρτητα, χρησιμοποιώντας τεχνολογία ανοικτού κώδικα και νεοσύστατα σχέδια. Τα σχέδια και ο ιστότοπος για το νέο προϊόν δημιουργήθηκαν από την ByteTown, ένα τρίτο εργολάβο.
Ο εναγόμενος 6 αναφέρει ότι είναι επαγγελματίας πληροφορικής και ελεύθερος επαγγελματίας που ειδικεύεται στη ανάπτυξη λογισμικού και σε συναφείς τεχνολογικές υπηρεσίες. Παρέχει τις υπηρεσίες του κυρίως στο πλαίσιο συμβάσεων που διεκπεραιώνονται από τη Palmyra Media Ltd, εταιρεία εγγεγραμμένη στο Χόνγκ Κονγκ και δεν έχει καμία επίσημη ή συμβατική σχέση με την ενάγουσα που να του επιβάλλει υποχρέωση τήρησης της εμπιστευτικότητας των υλικών ή δεδομένων. Αρνείται ότι κατέχει ή χρησιμοποιεί ή αποκάλυψε οποιαδήποτε εμπιστευτική πληροφορία που ανήκει στην ενάγουσα και η εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης Spark, ένα δημόσια διαθέσιμο προϊόν, βασίζεται κυρίως σε συστήματα και βιβλιοθήκες ανοικτού κώδικα που είναι ελεύθερα προσβάσιμα στο κοινό. Ωστόσο η εφαρμογή περιέχει, επίσης, ειδικό κώδικα γραμμένο από τον ίδιο για το Spark AI, ο οποίος δεν ήταν ανοικτού κώδικα, αλλά βασίστηκε στην προηγούμενη εμπειρία του. Η κύρια τεχνολογία ΑΙ που υποστηρίζει την εφαρμογή είναι ανοικτού κώδικα. Οποιεσδήποτε ομοιότητες μεταξύ των εφαρμογών οφείλονται στη χρήση παρόμοιων βιβλιοθηκών ή προτύπων ανάπτυξης ή σε γνώσεις που απέκτησε από την προηγούμενη εργασία του.
Ο εναγόμενος 9, ισχυρίζεται ότι τον Ιούλιο του 2023, προσκλήθηκε από τον εναγόμενο 8 να ενταχθεί στην Intimate AI ως part – time Computer Vision Engineer, στην ομάδα R&D και τον σύστησαν στον εναγόμενο 2. Συμφωνήθηκαν οι όροι απασχόλησης του αλλά δεν υπογράφτηκε καμία συμφωνία σχετικά με την κυριότητα του έργου, υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας κ.τ.λ ή που να περιορίζει την ικανότητα του να χρησιμοποιεί τις γνώσεις, δεξιότητες ή μεθοδολογίες που απέκτησε από την επαγγελματική εμπειρία. Η δουλεία του, αναφέρει, περιοριζόταν σε εργαλεία ανοιχτού κώδικα που είναι ελεύθερα διαθέσιμα στο διαδίκτυο. Τον Ιανουάριο του 2024, αποφάσισε να φύγει από την Intimate.AI, αφού προηγουμένως τον ενημέρωσε ο εναγόμενος 8 ότι θα έφευγε και προτίμησε να εργάζεται υπό την διοίκηση του τελευταίου. Τον Μάρτιο του 2024, εντάχθηκε στην Violex.AI, ως υπάλληλος πλήρους απασχόλησης με έγγραφη σύμβαση για την ανάπτυξη υπηρεσιών τεχνητής νοημοσύνης χρησιμοποιώντας διαφορετικά μοντέλα και πλαίσια, που είχαν ως αποτέλεσμα μια εντελώς διαφορετική βάση κώδικα από την Intimate.AI. Δεν χρησιμοποίησε δεδομένα ή εμπιστευτικές πληροφορίες από την Intimate.AI. Δεν έχει καμία γνώση ή εμπλοκή με τις ενέργειες των εναγόμενων 1 – 7 και δεν συνωμότησε με κανένα εναντίον της ενάγουσας.
Στις συμπληρωματικές τους ένορκες ομολογίες ημερομηνίας 14/03/2025, οι εναγόμενοι 2, 6 και 9, ισχυρίζονται ότι ο κ. Press επιλέγει να προβαίνει σε επιλεκτική αναφορά και αποσπασματικά στις συνομιλίες των εναγόμενων με σκοπό να παρουσιάσει τη δική του λανθασμένη και υποθετική εκδοχή των γεγονότων. Ο εναγόμενος 2, παραπέμπει στο τεκμήριο 89 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης του κ. Press και δίνει τη δική του ερμηνεία. Ισχυρίζεται ότι δεν έκλεψαν τον κώδικα της ενάγουσας και ότι δημιούργησαν το δικό τους και ότι η ενάγουσα δεν κατέχει πνευματικά δικαιώματα στο Intimate.ΑΙ και στον κώδικα. Οι εναγόμενοι 6 – 11 είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και έχουν τη δυνατότητα να εργάζονται σε πολλαπλά έργα. Αναφέρεται, επίσης, σε τεχνικά ζητήματα για να πει ότι οι προτροπές που χρησιμοποιούσε η ομάδα τους βασίζονται είτε σε επαγγελματικές γνώσεις και πρότυπα που χρησιμοποιούνται συνήθως σε εργασίες με LLMs είτε σε παραδείγματα ανοικτού κώδικα. Αρνείται, περαιτέρω, ότι ήταν ο διευθύνων σύμβουλος του έργου Intimate.AI της ενάγουσας. Δεν έχει υπογράψει ποτέ τίποτα ούτε με την ενάγουσα ούτε με τον κ. Yakov. Η σχέση του με την ενάγουσα ήταν συμβουλευτική και σίγουρα όχι ως υπάλληλος με πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες.
Ο εναγόμενος 6 ισχυρίζεται ότι η εργασία του στη SoftPear ήταν νόμιμη και δεν είχε καμία σχέση με οποιαδήποτε συνομωσία. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι πήρε ή διέθεσε οτιδήποτε από την ενάγουσα, συμπεριλαμβανομένου του prompt ή του κώδικα. Η δε συνεργασία του με την πιο πάνω εταιρεία έληξε τον Οκτώβριο του 2024. Δεν υπάρχει, επίσης, κανένα στοιχείο ότι συμμετείχε σε οποιαδήποτε συνομωσία. Ο ίδιος παρείχε αποκλειστικά υπηρεσίες στην Palmyra και όχι στην ενάγουσα και η Palmyra δεν είχε καμία σύνδεση με την ενάγουσα. O δε κώδικας δεν είναι μοναδικός και βασίζεται σε τυποποιημένες τεχνολογίες, τις οποίες θα μπορούσε να αναδημιουργήσει από μνήμης σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Ο εναγόμενος 9 ισχυρίζεται ότι ήταν ανεξάρτητος σύμβουλος πληροφορικής και δεν συμμετείχε σε καμία συνομωσία. Ενώ εργαζόταν στην Intimate.AI χρησιμοποιούσε μόνο μοντέλα ανοικτού κώδικα και δεν έκλεψε κανέναν πηγαίο κώδικα. Δεν υπήρχε, επίσης, οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ του ιδίου και της ενάγουσας που να τεκμηριώνεται και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να είχε παραβιαστεί. Εργάστηκε μόνο με μερική απασχόληση και επικεντρώθηκε στις υπηρεσίες τεχνητής νοημοσύνης και στα μοντέλα ανοικτού κώδικα, χωρίς καμία ανάμειξη σε backend, frontend ή επιχειρηματικές μετρήσεις που σχετίζονται με το προϊόν και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατό να γίνεται λόγος ότι διαδραμάτισε «κρίσιμο ρόλο». Είναι ελεύθερος επαγγελματίας και έχει το νόμιμο δικαίωμα να αναλαμβάνει πολλαπλές συμβάσεις. Τα μοντέλα ανοικτού κώδικα είναι δημόσια διαθέσιμα και η προσαρμογή τους με συγκεκριμένα prompts και παραμέτρους δημιουργίας είναι μια κοινή πρακτική στην ανάπτυξη ΑΙ, όχι ένα ιδιόκτητο μυστικό. Η χρήση των μοντέλων αυτών δεν συνιστά κλοπή διανοητικής ιδιοκτησίας.
Η ένσταση της εναγόμενης 7
Η εναγόμενη 7, με συνολικά 16 λόγους ένστασης ενίσταται στην συνέχιση ή έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Προβάλλει την γενικότητα και αοριστία των ισχυρισμών της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση και την μη ικανοποίηση των προϋποθέσεων του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60. Επικαλείται, επίσης, τη γενικότητα του λεκτικού του απαγορευτικού διατάγματος της παραγράφου (Β) ημερομηνίας 11/09/2024, την μη πλήρη και δίκαιη αποκάλυψη στο Δικαστήριο όλων των ουσιαστικών γεγονότων, ότι δεν έχει παρουσιαστεί μαρτυρία ότι τα αντικείμενα ή δεδομένα για τα οποία ζητά προστασία η ενάγουσα είναι δικής της ιδιοκτησίας, πρωτότυπα ή αποτελούν αποτέλεσμα προσωπικής εργασίας του δημιουργού ή είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα ή αποτελούν εμπορικά μυστικά, το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της εναγόμενης 7, η εναγόμενη 7 δεν είναι ιδιοκτήτης ούτε έχει οποιονδήποτε συμφέρον στο ακίνητο που αναφέρεται στο σημείο (7) του Παρατήματος Β του διατάγματος ημερομηνίας 11/09/2024 και ότι υπάρχει αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην επιδίωξη εξασφάλισης προσωρινής θεραπείας.
Η ένσταση συνοδεύεται από τη δήλωση μάρτυρα, ήτοι της εναγόμενης 7. Σε αυτή στην ουσία προβάλει τη θέση ότι ο ίδια δεν έχει οποιεσδήποτε τεχνικές γνώσεις και ότι η ειδικότητα της είναι product management και είναι αδύνατο για την ίδια να αντίγραψε ή αναπαρήγαγε τον πηγαίο κωδικό της Intimate.AI. H συμμετοχή της σε αυτή την υπόθεση είναι πολύ περιορισμένη και περιστασιακή. Είναι ελεύθερη επαγγελματίας η οποία έτυχε να παράσχει τις υπηρεσίες της, σε περιορισμένη βάση, σε δύο διαφορετικά project στον ίδιο τομέα δραστηριότητας και δεν έχει καμία σχέση με τις ισχυριζόμενες συνομωσίες με τους εναγόμενους 1 – 5.
Η εναγόμενη 7 επεξηγεί την εμπλοκή της με το Intimate Project ως ελεύθερος επαγγελματίας και τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες της, που ήταν η προώθηση του προϊόντος. Η αποχώρηση της έγινε διότι η εργασία της είχε ολοκληρωθεί και εν πάση περιπτώσει είναι ελεύθερος επαγγελματίας και μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες της σε διαφορετικές εταιρείες ταυτόχρονα. Το Ιανουάριο του 2024, είχε προσφορά για να δουλέψει σε άλλο project με μεγαλύτερες απολαβές και προτίμησε να εργαστεί εκεί. Τα κίνητρα και οι προθέσεις των εναγόμενων είναι άγνωστες προς αυτήν και ποτέ δεν συνωμότησε με αυτούς. Απλώς, οι εναγόμενοι της πρόσφεραν μια επαγγελματική ευκαιρία την οποία άδραξε. Οι υπηρεσίες που πρόσφερε στην εναγόμενη 3 δεν έχουν αντιγραφεί ή κλαπεί από την Intimate.AI και καμία από τις στρατηγικές και προσεγγίσεις που υιοθετήθηκαν ήταν εμπιστευτικές ή μοναδικές που ανήκαν στην Αιτήτρια. Εν τέλει η συνεργασία της με την εναγόμενη 3 έληξε τον Οκτώβριο του 2024. Η εναγόμενη 7 ισχυρίζεται, επίσης, ότι δεν έχει προσκομιστεί μαρτυρία από την Αιτήτρια ότι τα όσα ισχυρίζεται αποτελούν πρωτότυπα τα οποία φέρουν πνευματικά δικαιώματα και ότι ο πηγαίος κώδικας της Intimate.AI Project είναι ιδιοκτησία της. Αρνείται, επίσης, ότι χρησιμοποίησε ή αποκάλυψε εμπιστευτικές πληροφορίες που ανήκουν στην Αιτήτρια και ότι παραβίασε οποιαδήποτε συμφωνία εμπιστευτικότητας.
Η εναγόμενη 7, στη συμπληρωματική της ένορκη δήλωση ημερομηνίας 14/03/2025, αναφέρει ότι παρά την εκτεταμένη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Press δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι έχει διαπράξει τα όσα της καταλογίζονται, παρά μόνο γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς. Αρνείται τους ισχυρισμούς της πιο πάνω συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης και ισχυρίζεται ότι ουδέποτε συμμετείχε σε οποιαδήποτε συνομωσία.
Η ένσταση του εναγόμενου 8
Ο εναγόμενος 8, με τη δική του ένσταση προβάλλει 18 λόγους ένστασης, οι οποίοι συνοψίζονται στο, ότι η Αιτήτρια δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και/ή παραβίασε το καθήκον που είχε για να προβεί σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη στο Δικαστήριο, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων και διαταγμάτων έρευνας (Anton Piller), ότι η Αιτήτρια δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας εναντίον του εναγόμενου 8, ότι δεν έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε αντικειμενικός κίνδυνος αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων και/ή ανεπανόρθωτης ζημιάς, ότι δεν συντρέχει το κατεπείγον ή άλλες ειδικές περιστάσεις για την έκδοση προσωρινών θεραπειών, η Αιτήτρια είναι ένοχη καθυστέρησης στην επιδίωξη προσωρινής θεραπείας, δεν έχει αποδείξει ότι έχει υποστεί οποιαδήποτε ζημιά, η αίτηση εναντίον του είναι καταχρηστική και/ή ότι προστέθηκε στην απαίτηση για αλλότριους σκοπούς και/ή με σκοπό να ασκηθεί πίεση στους υπόλοιπους εναγόμενους και η εγγύηση που διατάχθηκε είναι ανεπαρκής.
Η πιο πάνω ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη ομολογία του κ. Κωνσταντίνου Καζαντζή, δικηγόρου – συνεργάτη των δικηγόρων του εναγόμενου 8, ο οποίος ορκίζεται κατόπιν εξουσιοδότησης του εναγόμενου 8, ο οποίος διαμένει μόνιμα στη Λιθουανία και αδυνατεί να επισκεφθεί την Κύπρο. Συνοπτικά, ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι ο εναγόμενος 8 έχει εξειδίκευση στην επιστήμη των υπολογιστών και τη μηχανική μάθηση και από το 2019 εργάζεται στην εταιρεία Wannaby (WANNA). Ο εναγόμενος 8 συμμετείχε ως ελεύθερος επαγγελματίας, για κάποιες ώρες (part – time), σε συγκεκριμένες εργασίες σχετικές με την τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) στο έργο Intimate.AI και συγκεκριμένα από το Μάϊο του 2023 έως τα μέσα Φεβρουαρίου του 2024. Τα αποτελέσματα των υπηρεσιών που παρείχε στο Intimate Project ήταν αμιγώς τεχνικής φύσεως, δηλαδή η χρησιμοποίηση, η ενσωμάτωση και η διαχείριση προϋπάρχοντων ανοιχτού κώδικα έργων (open-source works) και συνεπώς δεν περιλαμβάνουν κανένα πνευματικό δικαίωμα της Αιτήτριας. Εργάστηκε στο έργο SOFT PEAR από τις 27 Φεβρουαρίου του 2024 έως τα μέσα του Νοεμβρίου του 2024 και ήταν υπεύθυνος για τη δημιουργία νέων προγραμμάτων λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης (AI software programs) από το μηδέν (SoftPear Project). Η εργασία του στο εν λόγω Project δεν είχε καμία σχέση με το Intimate Project, ούτε χρησιμοποίησε οποιοδήποτε έργο ή κώδικα παρόμοιο με εκείνα που χρησιμοποίησε στο Intimate Project. Επίσης, ο εναγόμενος 8, δεν είχε καμία σύμβαση ή ακόμα και υπογραμμένο NDA, NCA ή NSA με την Αιτήτρια και δεν μπορεί να υπάρξει παραβίαση συμβατικής υποχρέωσης. Περαιτέρω, ο εναγόμενος 8, δεν είχε καμία πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες και/ή στον Πηγαίο Κώδικα της Intimate.AI καθότι η εργασία του ήταν απομακρυσμένη (remote) με περιορισμένα καθήκοντα. Του είχε παρασχεθεί μόνο περιορισμένη πρόσβαση στην διακομιστή, όπου χρησιμοποιούσε λύσεις ανοιχτού κώδικα.
Ο εναγόμενος 8 απορρίπτει όλους τους ισχυρισμούς περί απάτης και συνομωσίας μαζί με τους άλλους εναγόμενους και ισχυρίζεται ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί είναι ψευδείς. Ο εναγόμενος 8 ισχυρίζεται ότι δεν παραβίασε τα πνευματικά δικαιώματα της Αιτήτριας στο Intimate Project καθώς, πρώτο, η εργασία του βασιζόταν σε ανοιχτού κώδικα υλικό που ήταν διαθέσιμο στο δημόσιο τομέα και φυσικά δεν ήταν ιδιοκτησία της Αιτήτριας και δεύτερο δεν χρησιμοποίησε οποιοδήποτε έργο, μοντέλο, υλικό ή κώδικα από το Intimate Project στο SoftPear Project, καθώς πρόκειται για δύο διαφορετικά έργα και στα οποία ο εναγόμενος 8, είχε διαφορετικές εργασίες και αρμοδιότητες.
Πέραν των πιο πάνω, ο εναγόμενος 8 επεξηγεί τον τρόπο που ενεπλάκηκε στο Intimate Project και το περιορισμένο της συμμετοχής του καθώς και τα καθήκοντα του. Ειδικότερα, οι υπηρεσίες κειμένου – σε – εικόνα, κειμένου – σε – φωνή και η δημιουργία κειμένου στο Intimate Project βασιζόταν σε μοντέλα και κώδικες ανοιχτού κώδικα (open source) από διάφορες βιβλιοθήκες. Ως εκ τούτου, δεν ανάπτυξε κανέναν πηγαίο κώδικα και δεν υφίσταται πνευματικό δικαίωμα. Σε κάθε περίπτωση η Αιτήτρια δεν κατάφερε να προσδιορίσει και τυχόν παράγωγα έργα, εάν υπάρχουν, πόσο μάλλον να αποδείξει ότι αυτά χρησιμοποιήθηκαν στο SoftPear Project, διότι δεν χρησιμοποιήθηκαν. Στην ουσία ο εναγόμενος 8 ισχυρίζεται ότι δεν υπήρχε τίποτε προς αντιγραφή καθότι δεν ανέπτυξε κανένα πρωτότυπο έργο που να καλύπτεται από πνευματικά δικαιώματα.
Η αποχώρηση του από το Intimate Project έγινε καθότι όλοι τον Φεβρουάριο του 2024 είχαν την αίσθηση ότι θα καταρρεύσει. Του έγινε πρόταση από τον εναγόμενο 2 για να συμμετάσχει στο SoftPear Project με διαφορετικά, όμως, καθήκοντα από αυτά που είχε στο Intimate Project και δεν χρησιμοποίησε κάποιο προϋπάρχον υλικό που είχε χρησιμοποιήσει στο Intimate Project και κάθε μέρος του λογισμικού που ανάπτυξε στο SoftPear ήταν γραμμένο από το μηδέν και χρησιμοποίησαν διαφορετικά δημόσια μοντέλα και πλαίσια, τα οποία δεν είχαν ποτέ χρησιμοποιηθεί στο Intimate Project. Επίσης, το αποθετήριο του έργου (repository) στο Ιntimate Project ήταν εντελώς διαφορετικό κατά την αποχώρηση του εναγόμενου 8, από τα αποθετήρια που έλαβε και με τα οποία εργάστηκε στο SoftPear Project.
Στην ουσία ο εναγόμενος 8 απορρίπτει τους ισχυρισμούς και την τεχνική έκθεση που συνοδεύει την ένορκη ομολογία που υποστηρίζει την αίτηση, ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει πηγαίος κώδικας και πνευματικά δικαιώματα στην Intimate.AI, ο εναγόμενος 8 δεν υπέγραψε καμία συμφωνία εμπιστευτικότητας και δεν έχει προβεί σε καμία συνωμοσία με τους άλλους εναγόμενους.
Με τη συμπληρωματική ένορκη δήλωση ημερομηνίας 14/03/2025, του κ. Κωνσταντίνου Καζαντζή, δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων του εναγόμενου 8 και εξουσιοδοτημένου από τον τελευταίο, ισχυρίζεται ότι οι ισχυρισμοί του κ. Press στην συμπληρωματική του ένορκη δήλωση είναι ψευδείς και παραπλανητικοί. Τα τεκμήρια 153 – 154 και 159 – 162 της εν λόγω ένορκης δήλωσης δεν υποστηρίζουν στους ισχυρισμούς της ενάγουσας εναντίον του εναγόμενου 8. Ουδέποτε υπήρξε επικεφαλής ομάδας ΑΙ. Ήταν μια μικρή ομάδα τριών ατόμων. Τα καθήκοντα του εναγόμενου 8, περιορίζονταν στην εφαρμογή, ενοποίηση, δοκιμή και διαχείριση προϋπάρχουσων λύσεων ανοιχτού κώδικα στους διακομιστές του Intimate.AI. και δεν λάμβανε «βασικές» αποφάσεις. Δεν είχε πλήρη πρόσβαση στο κώδικα. Του παραχωρήθηκαν μόνο δύο τύποι πρόσβασης στην πλατφόρμα BITBUCKET. Δεν υπήρχε οποιαδήποτε αντιγραφή του κώδικα της ενάγουσας και αυτό που ο εναγόμενος 8 πρότεινε για το SoftPear ήταν μια διαφορετική έκδοση συγκεκριμένου μοντέλου που χρησιμοποίησαν στο Intimate.AI και το σημαντικό είναι ότι είναι ένα μοντέλο ανοιχτού κώδικα. Ο εναγόμενος 8 δεν είχε καμία σύμβαση με την ενάγουσα και ήταν ελεύθερος να αποχωρήσει. Ακόμη και μετά την αποχώρηση του από την ενάγουσα παρείχε συμβουλές στην ενάγουσα μέχρι το Μάρτιο του 2024.
H ένσταση της εναγόμενης 13
Η εναγόμενη 13 προβάλλει, με την δική της ένστασης 13 λόγους για τους οποίους τα αιτούμενα διατάγματα και τα εκδοθέντα διατάγματα δεν θα πρέπει να εκδοθούν και/ή θα πρέπει να ακυρωθούν. Στην ουσία αμφισβητεί την ικανοποίηση των σχετικών προϋποθέσεων του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60, την ύπαρξη του στοιχείου του επείγοντος για την έκδοση μονομερώς των διαταγμάτων, την απόκρυψη από το Δικαστήριο ουσιωδών γεγονότων, την προώθηση της παρούσας διαδικασίας καταχρηστικά και/ή για αλλότριους λόγους και το ανεπαρκές του ύψους της εγγύησης που παρασχέθηκε.
Η ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη ομολογία του κ. Κυριάκου Ματσάγκου, αξιωματούχου και μετόχου της εναγόμενης 13, εταιρείας εγγεγραμμένης στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Δραστηριοποιείται, ο ενόρκως δηλών , μέσω νομικών προσώπων, στον τομέα της διαφήμισης, διαφήμισης υπηρεσιών, τεχνολογικής διαφήμισης και παροχής συναφών υπηρεσιών και δεν έχει οποιαδήποτε γνώση με προγράμματα, εφαρμογές, κώδικες ή οτιδήποτε άλλο σχετίζεται με συστήματα τεχνητής νοημοσύνης.
Η ανάπτυξη του λογισμικού – εφαρμογής (app) συμφωνήθηκε να γίνει από την εναγόμενη 3 και η εναγόμενη 13, η οποία αποτελούσε πελάτη της εναγόμενης 3, δεν συμμετείχε ενεργά στην ανάπτυξη του πιο πάνω λογισμικού, πέραν από τη δημιουργία κάποιων γραφικών και χαρακτηριστικών εξωτερικής εμφάνισης της εφαρμογής. Ως εκ τούτου, ουδέποτε περιήλθε στον έλεγχο ή στην κατοχή της εναγόμενης 13 οποιοσδήποτε κώδικας, δεδομένα, πληροφορίες που να ανήκουν είτε στην ενάγουσα είτε σε οποιοδήποτε εκ των εναγόμενων.
Είναι η εναγόμενη 3 που προχώρησε στην ανάπτυξη του λογισμικού που αφορά στην εφαρμογή / πλατφόρμα με την ονομασία «NOT ALONE AI CHAT PLATFORM». H εναγόμενη 13, άρχισε να διαφημίζει την εφαρμογή της δαπανώντας για τον σκοπό αυτό ποσό που ξεπερνά τις €300,000. Απαιτούσε τη δημιουργία συγκεκριμένου λογαριασμού στο Google Play Store και ήταν απαραίτητη προϋπόθεση η εναγόμενη 13 να κατέχει, να συμπληρώσει και να δηλώσει τον αριθμό D.U.N.S. – ένα μοναδικό 9ψήφιο αριθμό για αναγνώριση και επαλήθευση της ταυτότητας επιχειρηματικών οντοτήτων. Επειδή δεν κατείχε ένα τέτοιο αριθμό και οι διαδικασίες απόκτησης του ήταν χρονοβόρες, χρησιμοποίησαν τα στοιχεία της εναγόμενης 14, που κατείχε ένα τέτοιο αριθμό, χωρίς, όμως ο ίδιος να λάβει γνώση του γεγονότος αυτού ή η εναγόμενη 14. Η τελευταία δεν είχε οποιαδήποτε γνώση για τις δραστηριότητες της εναγόμενης 13.
Είναι η θέση του ενόρκως δηλούντα ότι η εναγόμενη 13 δεν συνωμότησε με κανένα σε βάρος της Αιτήτριας και η τελευταία δεν έχει υποστεί οποιαδήποτε βλάβη από τις ενέργειες της. Η εναγόμενη 13 αποτελεί αθώο μέρος στην όλη υπόθεση και υφίσταται πραγματική ζημιά.
Στην συμπληρωματική ένορκη δήλωση, επαναλαμβάνεται ότι η εναγόμενη 13 αποτελούσε απλά πελάτη της εναγόμενης 3 και τίποτε περισσότερο και η συμφωνία μεταξύ τους διαβεβαίωνε ότι δεν παραβιάζονται οποιαδήποτε πνευματικά δικαιώματα. Δεν τίθεται ζήτημα συνομωσίας, όπως παρουσιάζεται από τους Αιτητές. Η εναγόμενη 13 ουδέποτε είχε πρόσβαση στον κώδικα και ουδέποτε είχε γνώση για την ιδιοκτησία του κώδικα. Η εναγόμενη 13 δεν έχει καμία σχέση με την εναγόμενη 14, όπως παρουσιάζεται από τους Αιτητές.
Η ένσταση της εναγόμενης 14
Η εναγόμενη 14 προβάλλει 13 λόγους ένστασης και υποστηρίζεται από την ένορκη ομολογία του κ. Μάρκου Δημοσθένους, δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων της εναγόμενης 14. Ουσιαστικά, εκείνο το οποίο προβάλλεται είναι ότι η εναγόμενη 14 δραστηριοποιείται στον τομέα παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών (management consultancy), προώθησης προϊόντων και σύστασης (introduction) πελατών, κυρίως σε εταιρείες ηλεκτρονικών παιχνιδιών (gaming companies) και δεν έχει καμία σχέση με προγράμματα, ανάπτυξη λογισμικού κ.τ.λ και οτιδήποτε άλλο σχετίζεται με συστήματα τεχνητής νοημοσύνης.
Η θέση της εναγόμενης 14 είναι ότι δεν έχει γνώση για την εταιρεία, εναγόμενη 13 και για οποιοδήποτε λογισμικό / εφαρμογή της εν λόγω εταιρείας. Μετά την αγωγή και τα δικαστικά έγγραφα που παραλήφθηκαν, διαπιστώθηκε ότι τα στοιχεία της εναγόμενης 14 είχαν χρησιμοποιηθεί στην Google Play Store για την δημιουργία σχετικού λογαριασμού και την δημοσίευση και κυκλοφορία μιας εφαρμογής με το όνομα NOT ALONE CHAT AI PLATFORM και γι’ αυτό παρουσιάζεται η εν λόγω εφαρμογή να ανήκει στην εναγόμενη 14, γεγονός το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όπως διαπιστώθηκε κάποιο πρόσωπο που ενεργεί για την εναγόμενη 13 χρησιμοποίησε τα στοιχεία της εναγόμενης 14 διότι κατείχε τον αριθμό D.U.S.N. καθότι η εναγόμενη 13 δεν είχε ακόμα όλα τα απαιτούμενα για τη δημιουργία τέτοιου λογαριασμού. Αυτό έγινε χωρίς να ενημερώσει κανένα. Η εναγόμενη 14 δεν έχει οποιαδήποτε ανάμιξη με τα επίδικα γεγονότα και δεν έχει συνωμοτήσει με οποιοδήποτε πρόσωπο προκειμένου να προκαλέσει βλάβη στην Αιτήτρια και στα πνευματικά της δικαιώματα. Η αίτηση εναντίον της εναγόμενης 14 προωθείται καταχρηστικά με σκοπό την αλίευση μαρτυρίας.
Στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση αναφέρεται ότι η εναγόμενη 14 ουδέποτε είχε πρόσβαση στο συγκεκριμένο λογαριασμό (Google App. Developer Account) και ουδέποτε έλαβε οποιοδήποτε ποσό για την κυκλοφορία ή τις πωλήσεις ή σε σχέση με την εφαρμογή Not-Alone. Ο δε αριθμός D.U.N.S της εταιρείας είναι δημόσια γνωστός και δύναται εύκολα να ανευρεθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο με μια απλή έρευνα στο διαδίκτυο.
Η ακρόαση της παρούσας αίτησης έγινε κατά κύριο λόγο στη βάση γραπτών αγορεύσεων που αμφότερες οι πλευρές καταθέσαν στο Δικαστήριο. Οι συνήγοροι των διαδίκων, είχαν, επίσης, την ευκαιρία να αγορεύσουν, περιορισμένα, και προφορικά. Οι αγορεύσεις των μερών έχουν μελετηθεί επιστάμενα από το Δικαστήριο, λαμβάνονται σοβαρά υπόψη και δεν κρίνω απαραίτητο για σκοπούς της παρούσας απόφασης να προβώ σε αναφορά σε αυτές. Αναφορά στις θέσεις των μερών θα γίνει κατωτέρω και όπου κρίνεται απαραίτητο.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Η γενική εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων πηγάζει από το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/60 όπως έχει τροποποιηθεί. Το εν λόγω άρθρο δίδει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να εκδίδει τέτοια διατάγματα σε περίπτωση που ικανοποιηθεί ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, ο αιτών έχει πιθανότητα να δικαιούται σε θεραπεία και ότι σε περίπτωση που δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Το εν λόγω άρθρο και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος, έχουν ερμηνευθεί και επεξηγηθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Odysseos v. Pieris Estates Ltd and Another (1982) 1 C.L.R. 557, Ανδρέας Σάββα Κυτάλα v. Άννα Χρυσάνθου (1996) 1 Α.Α.Δ. 253, Κ.Ο.Τ. v. Αλκιβιάδης Θεωρή (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 255, Parico Aluminium Designs Ltd. v. Muskita Aluminium Co Ltd κ.α. (2002) 1Γ Α.Α.Δ. 2015, Jonitexo Ltd v Adidas (1984) 1 C.L.R. 263).
Εξετάζοντας τις προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου και ασκώντας την διακριτική του ευχέρεια, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει επί της απαίτησης του αιτητή και επιμελώς θα πρέπει να αποφεύγει την κρίση της ουσίας της αγωγής. Κατά το στάδιο αυτό το Δικαστήριο πρέπει να αποφεύγει να καταλήξει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης (βλ. Άκης Γρηγορίου κ.α. v Xριστίνας Χριστοφόρου κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248). Επίσης, στην υπόθεση T.A. Micrologic Consultants Ltd v Microsoft Corporation (2002) 1Γ Α.Α.Δ. 1802 τονίστηκε πως σε ενδιάμεση διαδικασία για έκδοση προσωρινού διατάγματος, εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης του.
Επομένως, το Δικαστήριο περιορίζεται και προσεγγίζει το μαρτυρικό υλικό με μόνο σκοπό τη διακρίβωση της ύπαρξης ή όχι των πιο πάνω προϋποθέσεων και κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα (βλ. Jonitexo Ltd v Adidas (ανωτέρω)).
H πρώτη προϋπόθεση του σχετικού άρθρου ικανοποιείται εφόσον αποκαλυφθεί από τον αιτητή συζητήσιμη υπόθεση με βάση τα όσα φαίνονται στις έγγραφες προτάσεις.
Όσον αφορά την δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή την ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας της αγωγής, ικανοποιείται αν καταδειχθεί από τον αιτητή ότι υπάρχει κάτι περισσότερο από μια απλή δυνατότητα επιτυχίας, δηλαδή να υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας χωρίς να χρειάζεται να το αποδείξει αυτό στο επίπεδο της στάθμισης των πιθανοτήτων (balance of probabilities) που χρειάζεται για την απόδειξη της αγωγής. Η διακρίβωση αυτή γίνεται με βάση την προσαχθείσα μαρτυρία η οποία πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία να καταδεικνύεται η ύπαρξη πιθανότητας.
Η τρίτη προϋπόθεση που θέτει το άρθρο, δηλαδή κατά πόσο θα είναι δύσκολο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο αν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, εξαρτάται από τα συγκεκριμένα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Πρέπει να αποδειχθεί ότι ο αιτητής δεν θα μπορεί να αποζημιωθεί σε χρήμα καθότι θα είναι αδύνατος ο υπολογισμός τυχόν αποζημιώσεων που θα δικαιούται. Άλλη περίπτωση είναι εκείνη στην οποία αν και μπορεί να υπολογιστεί ή αποτιμηθεί η ζημιά του αιτητή σε χρήμα εντούτοις δεν θα μπορεί να αποζημιωθεί λόγω της οικονομικής αδυναμίας του εναγόμενου. (βλ. Poltava Petroleum Company v. Mexana Oil Limited και άλλοι (2001) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1301). Επίσης, ακόμη και εκεί που η ζημιά θα μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα ο αιτητής δεν θα μπορεί να αποζημιωθεί πλήρως με την καταβολή χρηματικού ποσού (βλ. Μ. & Ch. Mitsingas Trading Ltd κ.α. v. The Timberland Co (1997) 1 A.A.Δ. 1791). Περαιτέρω, στην 1. HIGHGATE PRIMARY SCHOOL LTD κ.α. v. 1. Στέλιος Φυλακτίδης κ.α., Πολ. Έφεση Αρ. 216/2006, Ημερομηνίας 24/3/2009 λέχθηκε ότι «Η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την αποκατάσταση μόνο της υλικής ζημιάς, αλλά είναι ευρύτερη και σε αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων των αιτητών. Το γεγονός δηλαδή ότι οι εφεσείοντες μπορεί να είναι σε οικονομική κατάσταση που τους επιτρέπει να αποζημιώσουν τους εφεσίβλητους σε περίπτωση επιτυχίας των εφεσίβλητων στην αγωγή, δεν εξυπακούει αυτόματα ότι δεν θα προκληθεί οποιαδήποτε αδικία στους εφεσίβλητους – ενάγοντες, υπό την ευρύτερη έννοια».
Εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι πληρούνται οι πιο πάνω προϋποθέσεις δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα. Το ζήτημα παραμένει πάντοτε στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου το οποίο θα πρέπει να σταθμίσει όλους τους παράγοντες που βρίσκονται ενώπιον του και να εξετάσει το ισοζύγιο της ευχέρειας μεταξύ των διαδίκων. Σχετική είναι η Parico Aluminium Designs Ltd. v. Muskita Aluminium Co Ltd κ.α. (2002) 1Γ Α.Α.Δ. 2015. Οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρεια δεν είναι εξαντλητικοί.
Έχοντας υπόψη μου τα πιο πάνω θα προχωρήσω να εξετάσω την παρούσα αίτηση επί της ουσίας της και κατά πόσο πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Νόμου 14/60 και της νομολογίας έτσι ώστε το Δικαστήριο να δύναται να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της οριστικοποίησης και/ή έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων. Προτού το πράξω, όμως, θα εξετάσω το λόγο ένστασης αρ. 22 του εναγόμενου 5 με τον οποίο ισχυρίζεται ότι οι μεταφράσεις που συνοδεύουν τις ένορκες δηλώσεις του κ. Press δεν γίνονται από ορκωτό μεταφραστή κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Περί Εγγραφής και Ρύθμισης των Υπηρεσιών Ορκωτού Μεταφραστή Νόμου του 2019, Ν. 45(Ι)/2019. Στην αγόρευση του συνηγόρου του εναγόμενου 5, ουδεμία αναφορά γίνεται στον πιο πάνω λόγο ένστασης. Ο εν λόγω λόγος ένστασης, ούτε αναπτύσσεται ούτε επεξηγείται, γι’ αυτό κρίνω ότι έχει εγκαταλειφθεί. Πέραν τούτου και επί της ουσίας, πουθενά δεν προβλήθηκε η θέση ότι οι μεταφρασμένες ένορκες δηλώσεις του κ. Press δεν αποτελούν πιστές μεταφράσεις του αρχικού κειμένου. Στην A.C. Prospecta Homes Services Ltd v. Kharima Limited κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. E118/2020, ημερ. 12/10/2022 απορρίφθηκε τέτοιος λόγος ένστασης. Όπως λέχθηκε στην εν λόγω απόφαση:
«Ως καλώς υπέδειξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ο Ν.45(Ι)/19 δεν ορίζει πουθενά πως η εγκυρότητα ενός εγγράφου εξαρτάται από το αν η μετάφραση του διενεργείται μέσω ορκωτού μεταφραστή ή όχι, και τούτο, πέραν του ότι το Άρθρο 5, Ν.67/88 διαλαμβάνει πως σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία μπορεί να γίνει αποδεκτό ως αποδεικτικό μέσο (συμπεριλαμβανόμενης ένορκης δήλωσης), έγγραφο που είναι συνταγμένο σε ξένη γλώσσα (Bitonic Ltd ν. Bank of Moscow Bank-Joint Stock Company, Π.Ε. 117/18, ημ. 16.3.22, ECLI:CY:AD:2022:A113, ECLI:CY:AD:2022:A113).»
Κατά συνέπεια, ο εν λόγω λόγος ένστασης απορρίπτεται.
Απορριπτέος είναι και ο λόγος ένστασης αρ. 6 του εναγόμενου 5, με τον οποίο ισχυρίζεται ότι οι ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση, γίνονται από αναρμόδιο πρόσωπο, το οποίο όχι μόνο δεν γνωρίζει τα γεγονότα αλλά δεν είναι σε θέση να ορκιστεί θετικά. Στην αγόρευση του ο συνήγορος κάνει αναφορά στον κ. Yakov Livshits, ο οποίος είναι το πρόσωπο που γνωρίζει τα γεγονότα και μπορεί να προσφέρει μαρτυρία και όχι ο κ. Press. Όπως προκύπτει ο κ. Press είναι ο διευθυντής της ενάγουσας και εξουσιοδοτημένος από αυτή να ορκιστεί για να υποστηρίξει την Αίτηση της. Αναφέρεται στην πηγή γνώσης των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης και την εμπλοκή στα γεγονότα διαφόρων προσώπων καθώς και σε έγγραφα, στα οποία κάνει αναφορά. Δεν διαπιστώνω κάτι το μεμπτό στην ένορκη ή ένορκες δηλώσεις του κ. Press, οι οποίες είναι συνταγμένες σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους 32.15(7) των Νέων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίες προβλέπουν ότι σε ενδιάμεσες αιτήσεις, η ένορκη δήλωση μπορεί να περιέχει, πέραν από δηλώσεις με βάση την προσωπική γνώση του μάρτυρα, δηλώσεις πληροφόρησης και πεποίθησης, μαζί με τις σχετικές πηγές και τους λόγους.
Πέραν των πιο πάνω, απορριπτέος είναι και ο λόγος ένστασης τον οποίον αναπτύσσει ο συνήγορος των εναγόμενων 2, 5, 6 και 9 και αφορά στο ότι η νομική βάση της Αίτησης είναι λανθασμένη και/ή ελλιπής καθότι σε αυτή δεν περιλαμβάνεται το Άρθρο 5 του Κεφ. 6, το οποίο αφορά στις περιπτώσεις όπου η δέσμευση αφορά σε ακίνητη περιουσία. Η νομική βάση, όμως, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το Άρθρο 32 του Ν.14/60, το οποίο παρέχει ευρεία εξουσία στο Δικαστήριο για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδίδει προσωρινά διατάγματα και με βάση τα άρθρα 4 και 5 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.6. Τα άρθρα αυτά αναφέρονται σε εξειδικευμένες περιπτώσεις αλλά δεν επηρεάζουν τις πρόνοιες του άρθρου 32 του Ν.14/60, το οποίο προσδιορίζει το γενικό πλαίσιο της δικαιοδοσίας των Δικαστηρίων στην έκδοση παρεμπιπτόντων διαταγμάτων (βλ. ABP Holdings Ltd κ.α. v. Kιταλίδη κ.α. (Αρ.2) (1994) 2 Α.Α.Δ. 694 και Γρηγορίου κ.α. v. Xριστοφόρου κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248).
Επιπρόσθετα, ο εναγόμενος 1, προβάλλει με την ένσταση του ότι ενημερώθηκε καθυστερημένα για την έκδοση των ενδιάμεσων διαταγμάτων. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι ενώ αυτά εκδόθηκαν στις 11/09/2024 και το διάταγμα έρευνας εκτελέστηκε στις 16/10/2024, αυτός έλαβε γνώση για την έκδοση των διαταγμάτων στις 06/11/2024. Eίναι γνωστό ότι ένα διάταγμα το οποίο εκδίδεται μονομερώς παραμένει σε ισχύ για όσο χρόνο είναι αναγκαίο για να επιδοθεί στο επηρεαζόμενο μέρος με σκοπό να ακουστεί στο Δικαστήριο και να προβάλει τις θέσεις του (βλ. Άρθρο 9(3) του Κεφ. 6 και Capman Holdings Ltd v. Ismatov Andrey Zayniyevich (2013) 1Β Α.Α.Δ 1105), Dababou v. Metaquotes Software Ltd κ.α. Πολ. Έφεση Ε32/2021, Ημερ. 15/02/2022. Στο σύγγραμμα David Bean: Injunctions, eighth edition, p. 72, para. 5-17, αναφέρονται τα εξής: «A claimant who has obtained an interim injunction without notice is under an obligation to apply to the Court for the earliest appropriate date for the hearing of the application. If he delays to do so and the delay is inordinate and inexcusable the Court will ordinarily dismiss the application and thus discharge the injunction.»
Στην παρούσα περίπτωση, για τους λόγους που φαίνονται στα πρακτικά του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο έκρινε ότι δικαιολογείτο η παράταση της ισχύς των εκδοθέντων μονομερώς διαταγμάτων εναντίον του εναγόμενου 1, εξ ου και δινόταν περαιτέρω χρόνος για την επίδοση τους. Στην ουσία, προκύπτει να παρεχόταν δικαιολογία από την Αιτήτρια και όπως προκύπτει αναμενόταν η εκτέλεση του διατάγματος τύπου Anton Piller, που είχε εκδοθεί εναντίον των εναγόμενων 3 – 5, η εκτέλεση του οποίου ολοκληρώθηκε στις 22/10/2024 καθότι δεν μπορούσαν να ανευρεθούν οι εναγόμενοι 4 – 5. Κατά συνέπεια, παρέχεται δικαιολογία για την καθυστέρηση στην επίδοση των διαταγμάτων προς τον εναγόμενο 1, την οποία σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο έκρινε ικανοποιητική. Δεν είναι η περίπτωση αδιαφορίας του ενάγοντα να προωθήσει τη διαδικασία και την ακρόαση των προσωρινών διαταγμάτων. Σε κάθε περίπτωση, ο εναγόμενος 1, δεν έχει καταδείξει και πώς έχει επηρεαστεί από την καθυστέρηση στην επίδοση των διαταγμάτων εναντίον του, τα οποία εν τέλει επιδόθηκαν και πρόβαλε τις θέσεις του στο Δικαστήριο, μαζί με τους υπόλοιπους εναγόμενους. Επομένως, αυτός ο λόγος ένστασης του εναγόμενου 1, απορρίπτεται.
Όλοι, επίσης, οι εναγόμενοι προβάλλουν με τις ενστάσεις τους ότι δεν δικαιολογείτο το επείγον για να εκδοθούν μονομερώς τα διατάγματα τα οποία εκδόθηκαν και ότι υπήρξε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων και/ή παραπλάνηση του Δικαστηρίου.
Η παρούσα Αίτηση διέπεται από το Μέρος 23 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023. Με βάση τον Κανονισμό 23.6(1) μια αίτηση μπορεί να υποβληθεί χωρίς ειδοποίηση σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που καταγράφονται. Από το περιεχόμενο της η υπό εξέταση αίτηση προωθείται μονομερώς επειδή θεωρείται κατ' επείγουσας φύσεως ή διότι υπάρχουν άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις. Το λεκτικό του Κανονισμού 6 του Μέρους 23 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας 2023 δεν αναιρεί και την πλούσια νομολογία επί του θέματος που έχει δημιουργηθεί στη βάση του παλαιού δικονομικού καθεστώτος. Έχει νομολογηθεί ότι στην περίπτωση που η έκδοση προσωρινού διατάγματος ζητείται μονομερώς, ο αιτητής θα πρέπει να δείξει το κατεπείγον της αίτησης ώστε να δικαιολογείται η μονομερής εξέταση της αίτησης και να παρακαμφθεί ο κανόνας της φυσικής δικαιοσύνης και το δικαίωμα της άλλης πλευράς να ακουστεί πριν την έκδοση του διατάγματος. Το άρθρο 9(1) του Κεφ. 6 έχει εφαρμογή, όλως εξαιρετικά, σε περίπτωση επείγουσας ή άλλης ειδικής περίστασης που να δικαιολογεί την έκδοση του διατάγματος μονομερώς. Απουσία του στοιχείου του κατεπείγοντος στερεί από το Δικαστήριο την ανάληψη σχετικής εξουσίας (βλ. Resola (Cyprus) Ltd v. Xρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598, Louis Vuiton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453, 1462, Aναφορικά με την αίτηση της Βαλεντίνας Θεοφάνους (2010) 1 Α.Α.Δ. 234 και Αναφορικά με την αίτηση του Μάριου Τσιάτταλου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 140/2010, Ημερομηνίας 01/03/2011).
Πέραν των πιο πάνω, θα πρέπει να λεχθεί ότι κατά την εξέταση της ύπαρξης του στοιχείου του κατ’ επείγοντος λαμβάνεται υπόψη η συμπεριφορά του διαδίκου και κατά πόσο επέδειξε ολιγωρία στην λήψη μέτρων έτσι ώστε να δημιουργείται μια κατάσταση επείγουσας μορφής. Στην xxx xxx RAPP v. 1. xxx SINDEN (xxx ΣΙΝΤΕΝ) 2. xxx ΣΙΑΗΛΗ, Πολ. Έφεση Αρ. Ε191/2014, Ημερ. 20/03/2020, ECLI:CY:AD:2020:A106 λέχθηκε ότι «Η καθυστέρηση μπορεί να έχει καταλυτική σημασία και να ανατρέπει το στοιχείο του κατεπείγοντος που συνιστά δικαιοδοτικό όρο στην περίπτωση που το διάταγμα ζητείται με μονομερή αίτηση ή να αναδεικνύει πως το ζήτημα κατάληξε να είναι επείγον ως αποτέλεσμα αυτής της ιδίας της καθυστέρησης.» (βλ. επίσης χχχχ Μυλωνάς v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ. Έφεση Αρ. Ε176/2019, Ημερ. 10/12/2019), ECLI:CY:AD:2019:A519.
Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Κούππα v. Πούλλας Τσαδιώτης Λίμιτεδ Πολιτική Έφεση Αρ. 351/2011 ημερ. 17.07.14, το στοιχείο του «κατεπείγοντος» μπορεί να επανεξεταστεί εφόσον εγείρεται στην ένσταση κατά της συνέχισης της ισχύος του διατάγματος που χορηγήθηκε μονομερώς, ώστε να υπάρχει συμμόρφωση στο θεμελιώδη κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης που δεν επιτρέπει να παρεμποδίζεται το επηρεαζόμενο από το διάταγμα πρόσωπο να ακουστεί εφ’ όλης της ύλης. Υπάρχει βέβαια μέσα από την ίδια υπόθεση και η διατυπωθείσα άποψη ότι από τη στιγμή που ένα διάταγμα επιδίδεται και η πλευρά του εναγόμενου ακούγεται εφ' όλης της ύλης, τότε μόνο αν διαπιστώνεται ότι υπήρξε απόκρυψη ή μη αποκάλυψη στοιχείων ή άλλος σοβαρός παράγοντας που οδήγησε σε παραπλάνηση το Δικαστήριο στο να αναλάβει δικαιοδοσία, μπορεί να τεθεί θέμα «κατεπείγοντος».
Στην παρούσα περίπτωση, εκδόθηκαν μονομερώς διατάγματα τύπου Anton Piller, Απαγορευτικά διατάγματα και διατάγματα παγοποίησης περιουσιακών στοιχείων των εναγόμενων. Τα διατάγματα τύπου Anton Piller, χαρακτηρίζονται από το στοιχείο του αιφνιδιασμού παρά από το στοιχείο του επείγοντος και γι’ αυτό δεν ορίζονται επιστρεπτέα. Ο κύριος σκοπός των διαταγμάτων τύπου Anton Piller είναι η παρεμπόδιση, η καταστροφή ή και η εξαφάνιση εγγράφων ή άλλου μαρτυρικού υλικού, η παρουσίαση του οποίου είναι αναγκαία για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης (βλ. Anton Piller K.G. v. Manufacturing Process Ltd a.o. (1976) 1 Ch.D. 55, Yiousif v. Salama (1980) 3 All E.R. 405, 405).
Δεν εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Άρθρου 9 του Κεφ.6 και ειδικότερα οι πρόνοιες του Άρθρου 9(3), έτσι ώστε να πρέπει τέτοιου είδους διατάγματα να ορίζονται επιστρεπτέα (βλ. Γρηγοριάδης, Πολ. Έφεση Αρ. 10/11, Ημερ. 14/06/2013). Συγκεκριμένα, στην Γρηγοριάδης (ανωτέρω) αναφέρθηκαν τα εξής: «Σε αντίθεση με τις περιπτώσεις έκδοσης μονομερώς διαταγμάτων με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 9(1) του Κεφ.6, όπου παρέχεται στον εναγόμενο χρόνος να αμφισβητήσει το διάταγμα πριν αυτό καταστεί οριστικό, στις περιπτώσεις διαταγμάτων Αnton Piller, ο εναγόμενος λαμβάνει γνώση της έκδοσης τέτοιου διατάγματος, ταυτόχρονα με την εκτέλεση του. Ουσιαστικά δεν του παρέχεται η ευκαιρία να αμφισβητήσει είτε αυτό καθαυτό το διάταγμα και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό εκδόθηκε, είτε τα γεγονότα επί των οποίων το Δικαστήριο βασίστηκε για να το εκδώσει μονομερώς. Ο εναγόμενος πολύ πιθανό και στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτό συμβαίνει, να μην γνωρίζει καν ότι εναντίον του καταχωρήθηκε αγωγή.» Κατά συνέπεια, δεν τίθεται ζήτημα εξέτασης του επείγοντος σε σχέση με το εν λόγω διάταγμα. Προεκτείνω, επίσης, να αναφέρω ότι η παρούσα διαδικασία δεν είναι το κατάλληλο δικονομικό μέτρο για να εξεταστεί η ορθότητα ή μη της έκδοσης του διατάγματος τύπου Anton Piller. Δεδομένου ότι το Διάταγμα τύπου Anton Piller, είναι άμεσα εκτελεστό και δεν εμπίπτει στις πρόνοιες της παραγράφου (3) του άρθρου 9 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, δεν υπάρχει δυνατότητα καταχώρισης ένστασης στην περίπτωση έκδοσης του. Συνεπώς, τούτο μπορεί να προσβληθεί μόνο βάσει της Δ.48, θ.θ.1-4, 8 και 9, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως ίσχυαν, με ξεχωριστή αίτηση που παρέχει την ευχέρεια για ακύρωση ενός διατάγματος το οποίο εκδίδεται μονομερώς (βλ. Γρηγοριάδης (ανωτέρω)). Παρόμοιο δικονομικό μέτρο, προσφέρεται και με τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023 (βλ. Κ. 23.14). Πέραν των πιο πάνω, θα πρέπει να αναφερθεί ότι τέτοιου είδους διατάγματα, όταν εκδίδονται και στην συνέχεια εκτελούνται δεν δίνουν την ευχέρεια στο επηρεαζόμενο μέρος να τα αμφισβητήσει πριν την οριστικοποίηση τους. Όπως έγινε και στην παρούσα, κατά την οποία το εν λόγω διάταγμα εκτελέστηκε και καταχωρήθηκαν στο φάκελο οι εκθέσεις των ερευνόντων λειτουργών, χωρίς στο στάδιο αυτό να εξετάζω την πλήρη συμμόρφωση των καθ’ ων η αίτηση, αφού φαίνεται τούτο να αμφισβητείται από την Αιτήτρια και συγκεκριμένα ότι υπήρξε πλήρης συμμόρφωση. Η ουσία, όμως, είναι ότι το εν λόγω διάταγμα εκτελέστηκε και τέτοιου είδους διατάγματα δεν ορίζονται επιστρεπτέα, έτσι ώστε, στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, κατά την οποία, ορίστηκαν επιστρεπτέα τα υπόλοιπα διατάγματα και εκκρεμεί η εξέταση άλλων διαταγμάτων τα οποία δεν εκδόθηκαν μονομερώς, να μπορούν ή να πρέπει να εξεταστεί η ορθότητα της έκδοσης τους. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να λεχθεί ότι ακόμα και στις περιπτώσεις που ο επηρεαζόμενος αιτείται τον παραμερισμό και/ή ακύρωση τέτοιου διατάγματος με ξεχωριστή αίτηση, η εξουσία του Δικαστηρίου να το πράξει και/ή επανεξετάσει την έκδοση του, κινείται σε συγκεκριμένα στενά πλαίσια, αφού η κατάλληλη θεραπεία σε περίπτωση που στο τέλος φανεί ότι κακώς εκδόθηκε ή εκτελέστηκε είναι αυτή των αποζημιώσεων (βλ. WEA Records Ltd v Visions Channel 4 Ltd and others [1983] 2 All ER 589 και Shlaimoun & Anor v Mining Technologies International [2011] EWHC 3278 (QB)). Σε κάθε περίπτωση, εξετάζεται, σε τέτοια περίπτωση, κατά πόσο υπήρχε εμφανής κακοπιστία ή ουσιαστική απόκρυψη γεγονότων και πρόκληση αδικίας στο επηρεαζόμενο μέρος.
Κατά συνέπεια, κρίνω ότι δεν μπορώ στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας να εξετάσω την ορθότητα της έκδοσης του διατάγματος τύπου Anton Piller, το οποίο εκδόθηκε και εκτελέστηκε. Θα εξετάσω τα υπόλοιπα διατάγματα που εκδόθηκαν στην παρούσα αίτηση και τα οποία ορίστηκαν και όφειλαν να οριστούν επιστρεπτέα και αυτά τα οποία αιτούνται αλλά δεν εκδόθηκαν μονομερώς.
Παραμένει, λοιπόν, το ζήτημα του επείγοντος, σε σχέση με τα υπόλοιπα εκδοθέντα διατάγματα, εναντίον των εναγόμενων. Οι εναγόμενοι, ισχυρίζονται ότι η Αιτήτρια γνώριζε από τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2024, για την δραστηριότητα των εναγόμενων και παρά ταύτα επέλεξε να κινηθεί μετά από 6 σχεδόν μήνες και συγκεκριμένα τον Σεπτέμβριο του 2024. Επίσης, ισχυρίζονται ότι δεν έχει τεθεί μαρτυρία περί της πρόθεσης των εναγόμενων να αποξενώσουν την περιουσία τους. Έλαβα υπόψη μου τις λεπτομερείς θέσεις των εναγόμενων σε συνδυασμό με την μαρτυρία που έχουν προσκομίσει. Εκείνο το οποίο προκύπτει είναι ότι με τη μαρτυρία των εναγόμενων, δεν προκύπτουν νέα γεγονότα που να ανατρέπουν την βάση στην οποία το Δικαστήριο εξέδωσε μονομερώς τα διατάγματα σε σχέση με το ζήτημα του επείγοντος ή άλλων ιδιαίτερων περιστάσεων, πέραν από την αναφορά τους ότι δεν έχουν πρόθεση να αποξενώσουν οποιαδήποτε περιουσία. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι εκείνο που προσμετρά δεν είναι κατ’ ανάγκη η πρόθεση των εναγόμενων για αποξένωση των περιουσιακών τους στοιχείων, αλλά η πιθανή επίδραση που αυτή θα έχει, εφόσον γίνει, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδέχεται να εκδοθεί (βλ. Χαράλαμπου Ανδρέα Κούππα v. 1. Πούλλας Τσαδιώτης Λιμιτεδ κ.α., Πολ. Έφεση Αρ. 312/2014, Ημερ. 17/07/2014 και C. Phasarias (Automotive Centre) Ltd v. Σκυροποιϊα «ΛΕΩΝΙΚ» (2001) 1 Α.Α.Δ. 785). Είναι βέβαια νομολογημένο ότι θα πρέπει να καταδειχθούν περιστάσεις από τις οποίες να εξάγεται ο κίνδυνος αποξένωσης περιουσίας των εναγόμενων εις βάρος της ικανοποίησης μελλοντικής απόφασης και προς τούτο απαιτείται μαρτυρία ή η ανάδειξη άλλων ειδικών περιστάσεων.
Στην παρούσα περίπτωση, στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 02/09/2024 του κ. Press, γίνεται αναφορά στις εύλογες ανησυχίες της Αιτήτριας, ότι σε περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία των εναγόμενων διασκορπιστούν, με τη λήψη γνώσης, δεν θα μπορεί να εκτελεστεί ενδεχόμενη μελλοντική απόφαση εναντίον τους. Τούτη η αναφορά του γίνεται σε συνάρτηση με τα γεγονότα που περιβάλλουν και υποστηρίζουν την απαίτηση και τον όλο τρόπο που κατ’ ισχυρισμό οι εναγόμενοι έδρασαν, παραβίασαν και συνεχίζουν να παραβιάζουν τα πνευματικά δικαιώματα της Αιτήτριας. Γίνεται επίκληση για συνομωσία, δόλο και για κλοπή ή αντιγραφή πνευματικών δικαιωμάτων και δραστηριοποίησης των εναγόμενων σε βάρος των δικαιωμάτων της Αιτήτριας. Η όλη φύση της υπόθεσης και οι κατ’ ισχυρισμό περιστάσεις που την περιβάλλουν, καθιστούσαν ορατό ένα τέτοιο ενδεχόμενο και δικαιολογούσε την έκδοση των παγοποιητικών διαταγμάτων μονομερώς (βλ. Αποστόλου ν. Ιωάννου (2012) 1 Α.Α.Δ. 604). Σημειώνεται ότι η καταχώρηση της παρούσας αίτησης και η έκδοση των υπό αναφορά διαταγμάτων, έλαβε χώρα ταυτόχρονα με την καταχώρηση της αγωγής. Επομένως, οι εναγόμενοι δεν είχαν λάβει γνώση της ύπαρξης της παρούσας αγωγής σε προγενέστερο στάδιο της καταχώρισης της παρούσας Αίτησης, όπως ήταν η περίπτωση στην Βγενόπουλος v. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, Πολ. Έφεση Αρ. Ε141/2014 κ.α., την οποία επικαλούνται οι συνήγοροι της εναγόμενης αρ. 7 στην αγόρευση τους. Στην τελευταία αυτή απόφαση, επίσης, γίνεται αναφορά στην Cherney v. Neuman [2009] EWHC 1743 [Ch], παρ. 77 και σε συγκεκριμένες αναφορές που αφορούν την επίδραση που μπορεί να έχει η καθυστέρηση στην διεκδίκηση προσωρινής θεραπείας σε σχέση με τον κίνδυνο αποξένωσης περιουσίας και ότι μετά την γνώση για την ύπαρξη αγωγής, ο κίνδυνος αυτός δεν θα μπορεί να θεωρείται ορατός.
Πέραν τούτων, δικαιολογείται η άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου μονομερώς για την έκδοση των Απαγορευτικών διαταγμάτων. Η ενδεχόμενη αλλαγή της δομής της εναγόμενης 3, δεδομένων όλων των ισχυρισμών που τέθηκαν ενώπιον μου και με σκοπό τη διατήρηση του status quo ενδείκνυτο να εκδοθούν τα εν λόγω διατάγματα μονομερώς. Το ίδιο ισχύει και για την απαγόρευση της ισχυριζόμενης παραβίασης των πνευματικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας από τη συνέχιση της χρήσης παραποιημένων προγραμμάτων. Άπτετο της προστασίας των δικαιωμάτων της Αιτήτριας και της αποτροπής των ζημιογόνων συνεπειών και το ζήτημα καθίστατο επείγον (βλ. The Timberland Co. of USA v. Evans & Sons Limited (1998) 1 Α.Α.Δ. 1179, M & CH Mitsingas Trading Ltd κ.α. v. Timberland Co. (1997) 1Γ Α.Α.Δ. 1791).
Επαναλαμβάνω ότι δεν έχουν παρατεθεί οποιαδήποτε γεγονότα ή ουσιαστικά γεγονότα τα οποία θα μπορούσαν να ανατρέπουν την κρίση του Δικαστηρίου για το ζήτημα του επείγοντος, κάτι το οποίο απαιτείται σε τέτοιες περιπτώσεις.
Πέραν των πιο πάνω, οι συνήγοροι επικαλούνται την καθυστέρηση στην προώθηση της παρούσας υπόθεσης και την αξίωση ενδιάμεσων θεραπειών, στοιχείο που κατά τη θέση τους καταρρίπτει την ύπαρξη του στοιχείου του επείγοντος. Είναι γεγονός ότι όταν κάποιος επιθυμεί την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων, είτε μέσω μονομερούς αίτησης είτε δια κλήσεως αίτησης, θα πρέπει να απευθυνθεί στο Δικαστήριο χωρίς καθυστέρηση και δίχως να ολιγωρήσει (βλ. Bacardi & Co. Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 788).
Έχω αναφερθεί ανωτέρω στη βάση των ισχυρισμών τους αυτών. Όντως, φαίνεται και προκύπτει από την ένορκη δήλωση του κ. Press ότι η Αιτήτρια άρχισε να λαμβάνει γνώση για την κατ’ ισχυρισμό παράνομη δράστη των εναγόμενων από το Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2024. Δηλαδή, έλαβε γνώση για την φυγή τους από την ενάγουσα και την πρόθεση του εναγόμενου 2 να δημιουργήσει τη δική του επιχείρηση. Δεν προκύπτει, η Αιτήτρια να είχε πλήρη εικόνα και γνώση για τη δημιουργία της εναγόμενης 3 και των διάφορων πλατφόρμων με τις οποίες διακινούσαν τα κατ’ ισχυρισμό παραποιημένα προϊόντα. Στην συμπληρωματική ένορκη ομολογία του κ. Press ημερομηνίας 10/09/2025, αναφέρεται ότι η Αιτήτρια ανίχνευσε την ύπαρξη της ανταγωνιστικής παραποιημένης επωνυμίας «Violex» κατά ή περί τα μέσα Ιουλίου 2024 και αφού έλαβαν συμβουλές από τους δικηγόρους τους, κατά ή περί τα τέλη Ιουλίου/αρχές Αυγούστου 2024, έδωσαν οδηγίες στους εμπειρογνώμονες ΙΤ, για να ερευνήσουν και να συλλέξουν αποδεικτικά στοιχεία. Η σχετική Έκθεση παραδόθηκε στις 29/08/2024. Από την μαρτυρία που παρατέθηκε από τον κ. Press επεξηγούνται οι ενέργειες της Αιτήτριας έτσι ώστε να καταστεί εφικτό να λάβει γνώση της όλης δραστηριότητας των εναγόμενων καθώς, επίσης, να ετοιμάσει την υπόθεση της. Συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά στην αναγκαιότητα ετοιμασίας Έκθεσης εμπειρογνωμόνων καθότι η υπόθεση αφορά ζητήματα υψηλής τεχνολογίας και τα παραποιημένα προϊόντα κυκλοφορούν από τους εναγόμενους μέσω διαφόρων οχημάτων εγκατεστημένων σε διάφορες αλλοδαπές δικαιοδοσίες. Ως εκ τούτου, απαιτείτο η ανάγκη διορισμού εμπειρογνωμόνων για να βοηθήσουν την ενάγουσα να παρουσιάσει τα αποδεικτικά στοιχεία και ενεπλάκηκε σε όλες τις προπαρασκευαστικές ενέργειες οι οποίες αφορούσαν διορισμό εμπειρογνωμόνων, διορισμό Κύπριων δικηγόρων και λήψη νομικής συμβουλής. Γίνεται, επίσης, αναφορά ότι έχει εντοπιστεί η κινητή εφαρμογή σε διαδικτυακό σύνδεσμό και μέχρι τη στιγμή της λήψης του στιγμιότυπου οθόνης, που έγινε στα μέσα Αυγούστου του 2024 οι εμπειρογνώμονες, στα μέσα Αυγούστου του 2024, κατέληξαν ότι οι λήψεις ήταν πέραν από 10.000. Το τεκμήριο 1, επίσης, το οποίο αφορά την Έκθεση Εμπειρογνώμονα φαίνεται να έχει ετοιμαστεί αμέσως πριν την καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης και αίτησης. Κατά συνέπεια, δίδεται δικαιολογία από την Αιτήτρια αναφορικά με το χρόνο που προώθησε τα αιτήματα της στο Δικαστήριο και δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε ολιγωρία. Η θέση των συνηγόρων είναι ότι δεν γίνεται αναφορά πότε η Αιτήτρια προέβηκε σε διορισμό εμπειρογνωμόνων και πόσο χρόνο χρειάστηκε για να ετοιμαστεί η εν λόγω έκθεση τους, δεν βρίσκει έρεισμα. Από την άλλη, όμως, δεν παρέχεται οποιαδήποτε αντίθετη μαρτυρία αναφορικά με το χρόνο που χρειάζεται να εντοπιστούν τα εν λόγω στοιχεία και δεδομένα και να καταδειχθεί ότι η Αιτήτρια ενέργησε αργοπορημένα και με καθυστέρηση. Από τα στοιχεία, δεδομένα και γενικότερα τα γεγονότα και φύση της παρούσας υπόθεσης, δεν προκύπτει να αναφύεται καθυστέρηση στην προώθηση της απαίτησης της ενάγουσας σε βαθμό που να ανατρέπει το στοιχείο του επείγοντος ή να της στερεί να διεκδικήσει τα αιτούμενα διατάγματα.
Εν πάση, όμως, περιπτώσει, ανεξάρτητα της πιο πάνω κατάληξης, όταν υπάρχει ισχυρισμός για επαναλαμβανόμενη επιλήψιμη συμπεριφορά, όπως είναι εδώ η παρούσα περίπτωση, η νομολογία υποδεικνύει ότι δεν θα πρέπει τυχόν αμέλεια ή ολιγωρία που επιδεικνύεται στην καταχώρηση αγωγής και προώθηση αίτησης για ενδιάμεση θεραπεία ακόμη και πάνω σε μονομερή βάση, να αποβαίνει μοιραία ή έστω να επενεργεί ως εμπόδιο για την απόδοση προσωρινής θεραπείας προς αποτροπή άλλων περαιτέρω κατ’ ισχυρισμό παράνομων πράξεων τιμωρώντας έτσι τον αιτητή για προηγούμενη αδράνεια του. Χρήσιμη αναφορά αντλείται από την υπόθεση Πλακίδη δια του πληρεξουσίου αντιπροσώπου αυτής Χαράλαμπου Ιωαννίδη v. Nomisko Developers Ltd (2010) 1Α Α.Α.Δ. 577 όπου, μεταξύ άλλων, τονίστηκαν τα εξής:
«Το γεγονός ότι ένας διάδικος είτε συνειδητά κατόπιν δικής του επιλογής, είτε κατόπιν αμέλειας ή ολιγωρίας παραλείπει να προσφύγει στο Δικαστήριο προσβάλλοντας μια κατά τον ισχυρισμό του παράνομη ή δόλια πράξη, αυτό το στοιχείο δεν πρέπει να εκληφθεί εναντίον του ως εμπόδιο στην απόδοση προσωρινής θεραπείας όταν μεσολαβήσει μια δεύτερη κατ’ ισχυρισμό παρανομία προς όφελος τρίτου προσώπου η οποία δημιουργεί νέα αρνητικά τετελεσμένα και ενώ αποδεικνύει ο αιτητής ότι επαπειλείται και συνέχεια. Σε μια τέτοια περίπτωση, ένας αιτητής θα υποστεί τις συνέπειες της όποιας τυχόν αδράνειάς του σε σχέση με τις περιπλοκές οι οποίες δημιουργούνται λόγω απόκτησης δικαιωμάτων από τρίτα πρόσωπα και των γενικότερων δυσκολιών που δυνατόν να δημιουργηθούν. Δεν δικαιολογείται όμως το Δικαστήριο υπό τέτοιες συνθήκες να αρνηθεί να αποδώσει θεραπεία αποτροπής άλλων, περαιτέρω και διαφορετικών κατ’ ισχυρισμό, παράνομων ή δόλιων πράξεων, ουσιαστικά ως τιμωρία για τυχόν προηγούμενη αδράνεια του αιτητή.»
Επομένως, ακόμη και αν λεχθεί ότι υπήρχε ολιγωρία από μέρους των Εναγόντων στην προώθηση της υπό κρίση αίτησης, η παρούσα είναι από τις περιπτώσεις όπου η ολιγωρία εκδήλωσης αντίδρασης και κατ’ επέκταση η καθυστέρηση στην καταχώριση της παρούσας υπόθεσης δεν θα ήταν ικανά από μόνα τους να στέκονταν εμπόδιο στην προώθηση της υπό κρίση αίτησης για εξέταση.
Κρίνω, στην βάση όλων των πιο πάνω, ότι συνέτρεχαν επείγοντες λόγοι στην παρούσα, οι οποίοι δικαιολογούσαν την ανάληψη δικαιοδοσίας από το Δικαστήριο και την έκδοση των σχετικών διαταγμάτων μονομερώς και αυτός ο λόγος ένστασης απορρίπτεται.
Είναι νομολογημένο ότι ο αιτητής, όταν επιζητεί από το Δικαστήριο και εξασφαλίζει θεραπεία μονομερώς θα πρέπει να αποκαλύπτει στο Δικαστήριο όλα τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία δύναται να προσμετρήσουν στην κρίση του Δικαστηρίου. Τα γεγονότα που πρέπει να αποκαλύψει δεν περιορίζονται μόνο σε αυτά που γνωρίζει αλλά και σε αυτά που με εύλογη επιμέλεια θα γνώριζε και μπορεί να ασκήσουν επιρροή στην κρίση του Δικαστηρίου. Η μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων είναι λόγος για το Δικαστήριο να αρνηθεί την συνέχιση της ισχύς του προσωρινού διατάγματος (βλ. Άκης Γρηγορίου κ.α. v. Xριστίνας Χριστοφόρου κ.α. (ανωτέρω), Χριστιάνα Στυλιανού v. Aνδρέα Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 583, Ανδρέας Εργατίδης v. 1. G. Giorgalettos Enterprises Ltd κ.α (2000) 1B A.A.Δ. 995, Κατερίνα Τσιερκέζου v. Dragon Tourist Enterprises Ltd, (2009) 1(A) A.A.Δ. 734 και 1. Ιωάννης Κυριάκου Όξυνου v. Μαρίας Ρόλη Λου κ.α., (2011) 1 Α.Α.Δ. 1066. Σχετική με το θέμα είναι και η υπόθεση The Timberland of U.S.A. V Evans & Sons Ltd κ.α. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1179 όπου στην σελ. 1186 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα από τον κ. Πική Π. όπως ήταν τότε:
«……….Στην απόφαση του, το πρωτόδικο Δικαστήριο κάμνει εκτεταμένη αναφορά στην απόφαση μας στην Ολομέλεια στην Demstar Limited V Zim Israel Navigation Co. Limited κ.α. Αίτηση για Αναθεώρηση στην Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 157/90, 30/5/96, στην οποία εξηγείται ότι η αποκάλυψη συναρτάται με την καλή πίστη, η οποία πρέπει να επιδεικνύεται σε κάθε εξαιρετική περίπτωση που επιζητείται θεραπεία στην απουσία αντιδίκου. Η απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος επενεργεί καταλυτικά, διασαλεύει τη βάση του διατάγματος, ανεξάρτητα από την ύπαρξη πρόθεσης για εξαπάτηση του Δικαστηρίου. Το κριτήριο είναι αντικειμενικό. Συναρτάται (η μη αποκάλυψη) με τις, εξ’ αντικειμένου, συνέπειες στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, όπως επισημαίνεται στην Demstar Limited V Zim Israel Navigation Co. Limited κ.α.»
Αυτό που προκύπτει από τα πιο πάνω είναι ότι η αποκάλυψη των πραγματικών και ουσιωδών γεγονότων πρέπει να είναι πλήρης και δίκαιη (full and fair). Δηλαδή, δεν είναι μόνο η περίπτωση που ένας αιτητής παραλείπει εντελώς να αποκαλύψει τα γεγονότα που τυγχάνει εφαρμογής αυτή η αρχή, αλλά επεκτείνεται και στις περιπτώσεις εκείνες που τα γεγονότα εκτίθενται με τέτοιο τρόπο που μπορεί να είναι ελλιπή και/ή παραπλανητικά, ανεξάρτητα αν τούτο γίνεται εσκεμμένα ή όχι.
Έχω διεξέλθει ολόκληρης της μαρτυρίας που προσκομίστηκε και έλαβα υπόψη μου τις θέσεις των συνηγόρων των εναγόμενων, όπως αναπτύσσονται στις γραπτές τους αγορεύσεις, σε σχέση με το ζήτημα της απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων και/ή στοιχείων ή της παραπλάνησης του Δικαστηρίου και έχω καταλήξει ότι αυτοί οι λόγοι ένστασης τους δεν ευσταθούν. Και τούτο διότι η κατ’ ισχυρισμό παραπλάνηση της Αιτήτριας, είτε βασίζεται σε γεγονότα που στην ουσία αποτελούν τις θέσεις και ισχυρισμούς των εναγόμενων στην προσπάθεια τους να καταδείξουν την αβασιμότητα της υπόθεσης της Αιτήτριας είτε διότι παρουσιάζουν διαφορετική ερμηνεία συγκεκριμένων τεκμηρίων ή και αξιολόγηση αυτών και τα οποία περιλαμβάνονται στις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την Αίτηση.
Ειδικότερα, ο εναγόμενος 1 ισχυρίζεται ότι ο ενόρκως δηλών της Αίτησης, παραπλανεί το Δικαστήριο όταν ισχυρίζεται ότι το τεκμήριο 1 αποδεικνύει ότι η Αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια πνευματικών δικαιωμάτων του επίδικου προγράμματος και του πηγαίου κώδικα και ότι οι εναγόμενοι το αντέγραψαν για να δημιουργήσουν ανταγωνιστική επιχείρηση. Παραπέμπουν σε νομολογία που καταδεικνύει την υποχρέωση του αιτητή να αποκαλύψει και επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου σε οποιοδήποτε ουσιώδες γεγονός βρίσκεται στα τεκμήρια που επισυνάπτονται. Έχω λάβει υπόψη μου τις πιο πάνω θέσεις του εναγόμενου 1, αλλά αυτές, κρίνω, ότι δεν αποτελούν παραπλάνηση του Δικαστηρίου ή απόκρυψη ουσιωδών στοιχείων. Η Αιτήτρια προβάλλει τους ισχυρισμούς της για το ζήτημα της ιδιοκτησίας πνευματικών δικαιωμάτων και παραπέμπει στην Έκθεση, τεκμήριο 1, που κατά τη θέση της το αποδεικνύει. Η θέση του εναγόμενου 1 βασίζεται στο ότι η εν λόγω Έκθεση δεν είναι ικανή να αποδείξει τα πιο πάνω και ότι από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε και ειδικότερα του εναγόμενου 8, προκύπτει ότι το πρόγραμμα της Αιτήτριας και ο πηγαίος κώδικας είναι αντιγραφή ήδη υπάρχοντος προγράμματος. Γίνεται, επίσης, αναφορά στην επικοινωνία του εναγόμενου 5 με τον εναγόμενο 1, η οποία αποκαλύφθηκε με την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας με την οποία ο εναγόμενος 5 αναφέρει στον εναγόμενο 1 ότι αυτά αποτελούν αντιγραφή ήδη υπάρχοντος προγράμματος Τούτα, όμως, αποτελούν τις θέσεις και ισχυρισμούς των εναγόμενων 1, 5 και 8 και δεν είναι ζητήματα που αφορούν την απόκρυψη γεγονότων αλλά αφορούν την ουσία της υπόθεσης. Η δε έκθεση τεκμήριο 1, την οποία επικαλείται η Αιτήτρια και βασίζεται για να καταδείξει την ύπαρξη πνευματικών δικαιωμάτων και παραβίαση αυτών, δεν αντιστρατεύεται των ισχυρισμών της Αιτήτριας. Έλαβα, επίσης, υπόψη μου τις αναφορές του εναγόμενου 1 για τους λόγους που επέλεξε να εμπλακεί στην ανταγωνιστική επιχείρηση και τα αποσπάσματα από το τεκμήριο 89 των συνομιλιών του με τον εναγόμενο 5. Συνολικά ιδωμένα τα γεγονότα όπως αποκαλύφθηκαν και προφανώς ήταν μέχρι εκείνης της στιγμής σε γνώση της Αιτήτριας, δεν κρίνω ότι παρουσιάζουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα ή παραπλάνησαν το Δικαστήριο. Ακόμα και με το τεκμήριο 89 φαίνεται η εμπλοκή του εναγόμενου 1, αρχικά τόσο με το Intimate Project και στην συνέχεια με την ανταγωνιστική εταιρεία και επαφές που είχε με τους υπόλοιπους εναγόμενους. Το κατά πόσο υπήρχαν όντως πνευματικά δικαιώματα και τα οποία οι εναγόμενοι παραβίασαν είναι ζήτημα ουσίας και οι εκατέρωθεν θέσεις θα τύχουν ανάλυση κατωτέρω. Σε σχέση με την ισχυριζόμενη παραπλάνηση για την ζημιά της Αιτήτριας, ο εναγόμενος 1 αναφέρει ότι δεν επιστήθηκε η προσοχή του Δικαστηρίου στις αδυναμίες που καταγράφει η έκθεση, τεκμήριο 2. Τούτο, όμως, δεν συνιστά παραπλάνηση αλλά ζήτημα αξιολόγησης της εν λόγω έκθεσης, η οποία στο τέλος της ημέρας αναφέρεται σε συγκεκριμένη ζημιά με τα σενάρια τα οποία θέτει.
Ο εναγόμενος 4, επικαλείται παραπλάνηση και διαστρεβλωμένη εικόνα σε σχέση με την εμπλοκή του στην Intimate.AI τον Οκτώβριο του 2023 και ότι αυτός είναι αντιπρόσωπος του εναγόμενου 1. Επίσης, είναι παραπλανητική η αναφορά της Αιτήτριας αναφορικά με την σχέση του εναγόμενου 4 με τον εναγόμενο 2 και πότε αυτός τον γνώρισε. Όλα αυτά, όμως, πέραν του ότι αποτελούν τους ισχυρισμούς του εναγόμενου 4, δεν αναιρούν την όλη εικόνα και εμπλοκή του εναγόμενου 4, έτσι ώστε να γίνεται λόγος για παραπλάνηση του Δικαστηρίου. Άλλωστε ο εναγόμενος 1, στην ένορκη του δήλωση αναφέρει ότι στο Intimate Project είναι ο εναγόμενος 5 που έφερε τον εναγόμενο 4, χωρίς την γνώση του. Αμφότεροι οι εναγόμενοι 4 και 5 προκύπτει να ήταν συνεργάτες του εναγόμενου 1 στην εταιρεία 22BET. Επίσης, ο ίδιος ο εναγόμενος 4 αναφέρει ότι στην ουσία η εναγόμενη 3 ανήκει και ελέγχεται από τον εναγόμενο 5, επίσης, στενό συνεργάτη του εναγόμενου 1. Κατά συνέπεια, δεν διακρίνω οποιαδήποτε παραπλάνηση στην εκδοχή της Αιτήτριας.
Ο συνήγορος της εναγόμενης 7, στην αγόρευση του και στο ζήτημα της παραπλάνησης του Δικαστηρίου προβάλει τη θέση ότι η Αιτήτρια παραπλάνησε το Δικαστήριο παρουσιάζοντας την εναγόμενη 7, ως το πρόσωπο κλειδί στο project της Αιτήτριας ενώ στην πραγματικότητα η συμμετοχή της ήταν περιορισμένη και πολύ σύντομη και η εμπλοκή της αθώα. Γίνεται αναφορά, επίσης, ότι η υπόθεση της Αιτήτριας αφορά στην ουσία την κλοπή του προγράμματος και του πηγαίου κώδικα και εμπλέκει την εναγόμενη 7, η οποία όμως δεν έχει γνώσεις προγραμματιστή και δεν είχε πρόσβαση στο εν λόγω πρόγραμμα και κώδικα. Η Αιτήτρια, επίσης, παρουσίασε την εναγόμενη 7 ότι δήθεν απότομα διέκοψε την συνεργασία της με την Αιτήτρια και συνωμότησε με τους άλλους εναγόμενους να δημιουργήσουν ανταγωνιστική επιχείρηση, ενώ στην ουσία η σύμβαση της με την Αιτήτρια και η αποστολή της είχε ολοκληρωθεί και ως ελεύθερη επαγγελματίας είχε κάθε δικαίωμα να συνεργαστεί με άλλη επιχείρηση. Έχω λάβει σοβαρά υπόψη μου τις θέσεις αυτές και έχω ενδιατρίψει στους ισχυρισμούς της Αίτησης και στα όσα η εναγόμενη 7 προβάλλει. Δεν έχω διακρίνει οποιαδήποτε απόκρυψη ουσιωδών στοιχείων για τον ρόλο και εμπλοκή της εναγόμενης 7 η οποία να συνιστά παραπλάνηση του Δικαστηρίου. Το κατά πόσο οι θέσεις της Αιτήτριας τεκμηριώνονται στο βαθμό που απαιτείται, δεδομένων των ισχυρισμών της εναγόμενης 7, είναι θέμα που θα εξεταστεί κατωτέρω. Εκείνο το οποίο προκύπτει είναι ότι στην Αίτηση δεν παρουσιάζεται η εναγόμενη 7 ως προγραμματιστής ή ότι είχε γνώσεις πληροφορικής. Αντιθέτως, παρουσιάζεται ως ελεύθερη επαγγελματίας σύμβουλος πληροφορικής και ως διευθυντής προϊόντος (product manager), όπως η ίδια ισχυρίζεται ότι είναι. Επίσης, η κλοπή δεν αφορά και δεν περιορίζεται μόνο στο πρόγραμμα και στον πηγαίο κώδικα, όπως επιχειρείται να αναδειχθεί στην αγόρευση του συνηγόρου του εναγόμενου 7. Γίνεται αναφορά σε εμπιστευτικές πληροφορίες και δεδομένα επιχείρησης, στρατηγικές, σχέδια μάρκετινγκ, σχέδια ανάπτυξης κτλ. Προκύπτει, επίσης, ο εναγόμενος 2 να αναφέρει ότι θα προσεγγίσει και θα πάρει μαζί του στην ανταγωνιστική επιχείρηση και την εναγόμενη 7 και αμέσως μετά την φυγή του εναγόμενου 2, διέκοψε τη συνεργασία με την Αιτήτρια και η εναγόμενη 7 και εντάχθηκε στην ανταγωνιστική επιχείρηση. Οι θέσεις της ότι ολοκληρώθηκε η εργασία της, ότι είναι ελεύθερη επαγγελματίας και μπορεί να συνεργαστεί και με άλλες εταιρείες, ότι δεν συνωμότησε με κανένα και ότι ο ρόλος της ήταν αθώος, είναι οι ισχυρισμοί και θέσεις της που δεν άπτονται του ζητήματος της παραπλάνησης.
Ο εναγόμενος 8, με τη μαρτυρία του παρουσιάζει την δική του εκδοχή, τόσο σε σχέση με την συμμετοχή του στο Intimate.AI project όσο και στην επιχείρηση των εναγόμενων, αναφέρεται στις εργασίες που πρόσφερε στο Intimate και σε αυτές που πρόσφερε στην επιχείρηση των εναγόμενων και ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα και δεν αντέγραψε το πρόγραμμα και τον κώδικα της Αιτήτριας. Στην αγόρευση του ο συνήγορος του εναγόμενου 8, επικαλείται τους ισχυρισμούς του εναγόμενου 8 ότι μετά την αποχώρηση του από την Αιτήτρια και κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2024 συνέχισε να βοηθά τον Yakon Lishvits δωρεάν, παρέχοντας συγκεκριμένες συμβουλές και ότι τούτο παραλήφθηκε από την Αίτηση. Πέραν του ότι αυτό αφορά τον ισχυρισμό του εναγόμενου 8, ακόμη και να θεωρηθεί ότι δεν αντικρούεται και ευσταθεί, δεν συνιστά λόγο για ακύρωση των εκδοθέντων διαταγμάτων στην βάση της απόκρυψης ή παραπλάνησης του Δικαστηρίου. Δεν προκύπτει η θέση αυτή να άπτεται του πυρήνα της υπόθεσης της Αιτήτριας ή να δύναται να αλλοιώσει την όλη εικόνα που παρουσιάστηκε κατά το μονομερές στάδιο. Επίσης, τούτο είναι ζήτημα που θα εξεταστεί επί της ουσίας της υπόθεσης εναντίον του εναγόμενου 8, κατωτέρω. Περαιτέρω, το κατά πόσο υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα ή όχι στο πρόγραμμα των εναγόντων, είναι ζήτημα ουσίας και όχι παραπλάνησης ότι δήθεν η Αιτήτρια γνώριζε ότι δεν υπάρχουν τέτοια δικαιώματα και εντούτοις παρουσίασε μια άλλη εκδοχή. Πουθενά δεν υπάρχει μαρτυρία που να καταδεικνύει τέτοια γνώση της Αιτήτριας, όπως ισχυρίζεται ο συνήγορος του εναγόμενου 8 στην αγόρευση του.
Οι εναγόμενες 13 και 14, επικαλούνται παραβίαση του καθήκοντος της Αιτήτριας για συνεχή αποκάλυψη των στοιχείων. Ενώ αποκαλύφθηκε μετά την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας ότι η σχέση εναγόμενης 3 και εναγόμενης 13 ήταν πελατειακή και ότι η εναγόμενη 14 δεν είχε καμία εμπλοκή και οποιαδήποτε οικονομικά ανταλλάγματα, η Αιτήτρια παρέλειψε να επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου στα γεγονότα αυτά, μετά την έκδοση των μονομερών διαταγμάτων. Τούτα, όμως, μνημονεύονται από τις ίδιες τις εναγόμενες 13 και 14 και θα τύχουν της ανάλογης αξιολόγησης κατωτέρω κατά την εξέταση των προϋποθέσεων του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60 για να διαφανεί η εμπλοκή των εναγόμενων 13 και 14 και κατά πόσο υπάρχει υπόθεση εναντίον τους.
Λαμβάνοντας υπόψη μου τα πιο πάνω, κρίνω ότι δεν τίθεται ζήτημα τα εκδοθέντα διατάγματα να πρέπει να ακυρωθούν λόγω απόκρυψης ουσιωδών στοιχείων ή παραπλάνησης του Δικαστηρίου και αυτός ο λόγος ένστασης απορρίπτεται.
Δεδομένων των πιο πάνω, θα προχωρήσω να εξετάσω κατά πόσο πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60.
Κατά την καταχώρηση της επίδικης Αίτησης, υπήρχε μόνο το Έντυπο Απαίτησης χωρίς την Έκθεση Απαίτησης, η οποία καταχωρήθηκε στην συνέχεια και μετά την έκδοση μέρος των αιτούμενων διαταγμάτων. Έχω μελετήσει την Αίτηση και την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει και στη βάση των εκεί ισχυρισμών τους, κρίνω ότι η Αιτήτρια αποκαλύπτει την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και καλή βάση αγωγής. Ειδικότερα, προκύπτει ότι η Αιτήτρια επικαλείται την ιδιοκτησία των πνευματικών δικαιωμάτων του Intimate.AI Project και του πηγαίου κώδικα και ότι οι εναγόμενοι έκλεψαν ή αντέγραψαν τα εν λόγω δικαιώματα, δημιούργησαν ανταγωνιστική επιχείρηση προκαλώντας ζημιές στην Αιτήτρια. Ειδικότερα γίνεται αναφορά ότι οι εναγόμενοι 2, 6 – 9, εργάστηκαν για λογαριασμό της Αιτήτριας, ο εναγόμενος 2 ως διευθύνων σύμβουλος του project, οι δε εναγόμενοι 6 – 9 ως ελεύθεροι επαγγελματίες προγραμματιστές και προώθησης του προϊόντος της Αιτήτριας, δυνάμει συμφωνιών που περιείχαν ρήτρες εμπιστευτικότητας. Ο εναγόμενος 1, ενδιαφέρθηκε να επενδύσει στο project της Αιτήτριας, υπογράφηκε σχετική συμφωνία, την οποία, όμως, δεν τίμησε. Στο μεσοδιάστημα έφερε στην Intimate.AI, τον εναγόμενο 5, στενό συνεργάτη του και επίσης ενεπλάκηκε στο project της Αιτήτριας ο εναγόμενος 4, επίσης, συνεργάτης του εναγόμενου 1. Περί τα τέλη Ιανουαρίου – αρχές Φεβρουαρίου του 2024, όλα τα πιο πάνω πρόσωπα εγκατάλειψαν την Αιτήτρια και στις 02/03/2024 συστάθηκε η εναγόμενη 3, η οποία προωθεί πανομοιότυπο προϊόν με αυτό της Αιτήτριας, μέσω των εναγόμενων 13 και 14.
Στη βάση των πιο πάνω γεγονότων και των όσων προκύπτουν από τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την Αίτηση, προκύπτει η Αιτήτρια να επικαλείται (α) την παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων της από τους εναγόμενους, (β) την παραβίαση της εμπιστοσύνης, (γ) την παραβίαση της επενδυτικής συμφωνίας από τον εναγόμενο 1, (δ) την παρακίνηση σε παραβίαση συμβάσεων και (ε) την συνωμοσία προς απάτη και πρόκληση ζημιάς στην Αιτήτρια. Τα γεγονότα και οι ισχυρισμοί, όπως παρουσιάζονται, καταδεικνύουν αναγνωρισμένα αγώγιμα δικαιώματα. Αυτό το οποίο εξετάζεται εν σχέσει με την πρώτη προϋπόθεση είναι το κατά πόσον αποκαλύπτεται κάποια γνωστή στον νόμο αιτία αγωγής, η οποία αν επιτύχει θα έχει ως συνέπεια τη χορήγηση ανάλογης ουσιαστικής θεραπείας. Το επίπεδο απόδειξης για αυτή την προϋπόθεση δεν είναι ιδιαίτερα ψηλό (βλ. Εκδόσεις Αρκτίνος Λτδ ν. Λοϊζίδου, Πολ. Έφ.Ε7/18, ημερ.21.3.19).
Ειδικότερα και σε σχέση με την αιτία αγωγής που αφορά την παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας, τούτα προκύπτει να προστατεύονται από τις πρόνοιες του Νόμου 59/1976. Στο Άρθρο 3(1) του Νόμου γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένα πνευματικά δικαιώματα που ο Νόμος καλύπτει, περιλαμβανομένων των πνευματικών δικαιωμάτων σε φιλολογικά έργα, συµπεριλαµβανοµένων των προγραµµάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και βάσεις δεδομένων. Το Άρθρο 7Β του Νόμου καλύπτει, ειδικά, την πνευματική ιδιοκτησία επί προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το Άρθρο 7Β(1) αναφέρει ότι «Προστατεύονται κατά τον παρόντα Νόµο ως φιλολογικά έργα τα προγράµµατα ηλεκτρονικών υπολογιστών συµπεριλαµβανοµένου του προπαρασκευαστικού υλικού του σχεδιασµού των, υπό τη µόνη προϋπόθεση ότι είναι προσωπικά πνευµατικά δηµιουργήµατα του δηµιουργού τους, ή επί έργων κοινής δηµιουργίας των δηµιουργών τους, και όχι αντιγραφή ήδη υπάρχοντος προγράµµατος ή προσχεδίου προγράµµατος.» ενώ το Άρθρο 7Β(2) αναφέρει ότι «Η προστασία σύµφωνα µε τον παρόντα Νόµο ισχύει για κάθε µορφή εκφράσεως ενός προγράµµατος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οι ιδεές και οι αρχές, στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο προγράµµατος ηλεκτρονικού υπολογιστή, περιλαµβανοµένων και εκείνων, στις οποίες βασίζονται τα συστήµατα διασυνδέσεώς του, δεν προστατεύονται µε δικαιώµατα πνευµατικής ιδιοκτησίας.»
Περαιτέρω, το Άρθρο 7Γ του Νόμου καλύπτει τα πνευματικά δικαιώματα επί της βάσης δεδομένων και το Άρθρο 7Ε ορίζει σε τί συνίσταται η παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων η οποία περιλαμβάνει την «(α) Αφαίρεση ή τροποποίηση οποιωνδήποτε ηλεκτρονικών πληροφοριών για τη διαχείριση δικαιωµάτων χωρίς εξουσιοδότηση (β) διανοµή, εισαγωγή για διανοµή, εκποµπή ή µετάδοση στο κοινό, χωρίς εξουσιοδότηση, έργων ή αντιτύπων έργων γνωρίζοντας ότι οι ηλεκτρονικές πληροφορίες για τη διαχείριση δικαιωµάτων έχουν αφαιρεθεί ή τροποποιηθεί χωρίς εξουσιοδότηση.»
Το Άρθρο 13 του Νόμου, προνοεί για τις προσβολές των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και το δικαίωμα αγωγής του ιδιοκτήτη του.
Όσον αφορά τις αιτίες αγωγής για παραβίαση συμφωνίας εμπιστευτικότητας και για παράβαση επενδυτικής συμφωνίας, αυτές εμπίπτουν στο δίκαιο των Συμβάσεων και το Άρθρο 73(1) του Κεφ.149 παρέχει δικαίωμα αποζημιώσεων στο αναίτιο μέρος.
Η παρακίνηση σε παραβίαση σύμβασης, αποτελεί αστικό αδίκημα και κωδικοποιείται στο Άρθρο 34 του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148.
Η αιτία αγωγής που αφορά την συνομωσία για εξαπάτηση της Αιτήτριας και πρόκλησης ζημιάς, αποτελεί αυτοτελές αστικό αδίκημα. Στην Touchstone Snail Technologies Ltd κ.α. v. K. Invest Consulting S.A.L. Offshore κ.α. Πολιτική Έφεση Αρ. Ε11/21 ημερ. 29.03.24 υποδείχτηκε ότι η «συνομωσία» συνιστά ξεχωριστή βάση αγωγής για δόλο και η διάπραξη της αποτελεί αυτοτελές αστικό αδίκημα με συστατικά στοιχεία. Έγινε αναφορά στην Χριστοφόρου κ.α. ν. Barclays Bank Plc (2009)1(A) A.Α.Δ.25, στην πιο πάνω υπόθεση και λέχθηκαν και τα εξής:
«εφόσον το αστικό αδίκημα της συνωμοσίας αναγνωρίζεται στο κοινοδίκαιο, τότε δυνάμει του Άρθρου 29(γ) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 και των νομολογηθέντων στην Paikkos v. Kontemeniotis (1989)1 C.L.R.50, ισχύει και στην Κύπρο. Στην Χριστοφόρου, ανωτέρω, λέχθηκαν τα εξής:
«Σύμφωνα με τον Halsbury' s Laws of England, 4η Έκδοση, Reissue, Τόμος 45(2), τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος, κατά το κοινοδίκαιο, είναι τα ακόλουθα:
"697. Απαραίτητα στοιχεία του αδικήματος της συνωμοσίας. Για να αποδείξει το αδίκημα της συνωμοσίας ο απαιτών πρέπει να αποδείξει: (1) συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων· (2) είτε, όπου τα μέσα είναι νόμιμα, συμφωνία της οποίας ο πραγματικός και κυρίαρχος σκοπός είναι η πρόκληση βλάβης στον ενάγοντα είτε, όπου τα μέσα είναι παράνομα, συμφωνία της οποίας ο σκοπός είναι η πρόκληση βλάβης στον ενάγοντα· και (3) πράξεις που τελέστηκαν εις εκτέλεση της συμφωνίας είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση ζημίας στον ενάγοντα."
Στην Χριστοφόρου, ανωτέρω, γίνεται επίσης παραπομπή στο σύγγραμμα Clerk & Lindsell on Torts αναφορικά με τη συνωμοσία. Στην 24η έκδοση του εν λόγω συγγράμματος, του 2023 παρατίθεται ανάλυση της εξέλιξης του κοινοδικαίου όσον αφορά το αστικό αδίκημα της συνωμοσίας, το οποίο εμπίπτει στην κατηγορία των αστικών αδικημάτων που περιγράφονται ως «economic torts».
Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Ενοχικό Δίκαιο, ανωτέρω, η βασική αγγλική απόφαση επί του θέματος είναι η Crofter Hand Woven Harris Tweed v. Veitch [1942] A.C. 435 HL από την οποία προκύπτει ότι το απαραίτητο συστατικό στοιχείο της συνομωσίας με νόμιμα μέσα συνίσταται στο ότι ο πρωταρχικός σκοπός των κοινών ενεργειών των εναγόμενων ήταν η πρόκληση ζημιάς στον ενάγοντα (predominant purpose to injure the claimant).»
Έχοντας, λοιπόν, υπόψη τα πιο πάνω και τις δικογραφημένες θέσεις και/ή τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, όπως προβάλλονται μέσα από τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την Αίτηση, κρίνω ότι η Αιτήτρια αποκαλύπτει συζητήσιμη υπόθεση και πληρείται η πρώτη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60.
Θα προχωρήσω να εξετάσω κατά πόσο πληρείται η δεύτερη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Νόμου, έχοντας υπόψη μου τη μαρτυρία που έχει παρατεθεί ενώπιον μου από την πλευρά της Αιτήτριας, μέσω των ένορκων δηλώσεων και τεκμηρίων σε συνάρτηση και συσχετισμό πάντοτε με τους ισχυρισμούς των καθ’ ων η αίτηση, όπως αυτοί προβάλλονται με τις ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν την ένσταση τους.
Επαναλαμβάνω, ότι στο στάδιο αυτό εξετάζεται η μαρτυρία η οποία τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου, χωρίς αυτή φυσικά να αξιολογείται και αποφασίζεται κατά πόσο είναι τέτοια που καταδεικνύει πιθανότητα οι ενάγοντες να δικαιούνται σε θεραπεία (βλ. Louis Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453, Dolego Estates Ltd κ.α. v. Θεόδωρος Φιλίππου κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1217 και Fashion Box S.R.L. v. Ferro Fashions Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1858). Παραπέμπω επίσης στην Odysseos ν. Pieris Estates & Others (ανωτέρω) όπου αναφέρθηκε ότι η έννοια "πιθανότητας" (probability) στην επιφύλαξη του άρθρου 32(1) απαιτεί από τον αιτητή να καταδείξει ότι έχει ορατή ευκαιρία να επιτύχει. Αναφέρεται δε το εξής απόσπασμα στη σελίδα 569:-
"The standard required for the plaintiff to overcome the evidential hurdle is not very high; he is only required to establish "a probability" of success. The concept of "a probability" imports something more than a mere possibility but something much less than the "balance of probabilities", the standard required for proof of a civil action. A legal probability is something different from a mathematical probability as the Court explained in Re IS. (a minor) [1980] 1 All E.R. 1061 (C.A.).
"A probability", in the context of the proviso to s. 32(1), requires the applicant to demonstrate that he has a visible chance of success.".
Διευκρινίζεται, όμως, πως η μαρτυρία θα πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία με μια προκαταρκτική αξιολόγηση να καταδεικνύονται σοβαρές ενδείξεις για ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας.
Στην παρούσα υπόθεση, η κύρια θέση που προβάλλεται από όλους τους εναγόμενους είναι ότι η Αιτήτρια δεν έχει αποδείξει την ύπαρξη πνευματικών δικαιωμάτων επί του Intimate.AI, έτσι ώστε να μπορεί να γίνεται λόγος για παραβίαση τους από τους εναγόμενους. Ισχυρίζονται ότι η Έκθεση των εμπειρογνωμόνων της Αιτήτριας, δεν είναι ικανή να αποδείξει ότι η Αιτήτρια κατέχει οποιαδήποτε πνευματικά δικαιώματα στο εν λόγω πρόγραμμα της. Επίσης, υπάρχει ο ισχυρισμός ότι δεν έχει αντιγραφεί το πρόγραμμα και ο κώδικας και ότι έχει δημιουργηθεί καινούργιο πρόγραμμα από την αρχή. Έχω λάβει σοβαρά υπόψη μου τις θέσεις όλων των διαδίκων για το ζήτημα αυτό και έχω ενδιατρίψει στην μαρτυρία η οποία έχει προσαχθεί. Η ουσιαστική μαρτυρία της ενάγουσας περιέχεται στο τεκμήριο 1 και εκ μέρους των εναγόμενων, προκύπτει να είναι αυτή του εναγόμενου 8, προγραμματιστή, ο οποίος εργάστηκε για τη δημιουργία του Intimate Project και στην συνέχεια στην εταιρεία των εναγόμενων.
Έχω μελετήσει την Έκθεση, τεκμήριο 1, η οποία επεξηγεί τον τρόπο με τον οποίο οι εμπειρογνώμονες της Αιτήτριας εργάστηκαν με σκοπό να εξάξουν τα δικά τους συμπεράσματα αναφορικά με το κατά πόσο το πρόγραμμα το οποίο χρησιμοποιούν ή δημιούργησαν οι εναγόμενοι είναι αντιγραφή του Intimate. Eκείνο στο οποίο καταλήγει η Έκθεση είναι ότι υπάρχει, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, αντιγραφή μέρους ή ολόκληρου του πηγαίου κώδικα. Η Έκθεση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και συγκρίσεις που έγιναν με άλλα παρόμοια προϊόντα και με τα οποία δεν καταδεικνύεται αυτή η ομοιότητα. Η θέση των εναγόμενων ότι, από την αλληλογραφία που συλλέχθηκε προκύπτει ότι οι προγραμματιστές δεν ήταν διατεθειμένοι να αντιγράψουν τον κώδικα της Αιτήτριας και ότι αυτοί δημιούργησαν το πρόγραμμα από την αρχή, δεν αναιρεί, χωρίς φυσικά να αξιολογούνται οι εν λόγω θέσεις στο παρόν στάδιο, τα ευρήματα της Έκθεσης, η οποία παραπέμπει σε κάποιες διαφορές στα προγράμματα χωρίς όμως να παύει από το να αποδεικνύεται η ομοιότητα και αντιγραφή του κώδικα της Αιτήτριας. Σε κάθε περίπτωση, οι θέσεις που προβάλλονται περί μη αντιγραφής ή ακόμα και ομοιότητας ή μη του προγράμματος είναι ζητήματα που θα τύχουν αξιολόγησης κατά το στάδιο της δίκης.
Εγείρεται με ένταση ότι πουθενά στην Έκθεση δεν υποστηρίζεται ότι το πρόγραμμα της Αιτήτριας είναι πρωτότυπο και υπάρχει ισχυρισμός ότι αυτό έγινε με βάση ανοιχτούς κώδικες και ως εκ τούτου δεν τίθεται ζήτημα πρωτοτυπίας η οποία να προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα. Κρίνω ότι δεν είναι επί του παρόντος το Δικαστήριο να ενδιατρίψει σε πολύ εξειδικευμένα τεχνικά και νομικά ζητήματα για να καταλήξει κατά πόσο το πρόγραμμα της Αιτήτριας έγινε από ανοιχτούς κώδικες και δεν καλύπτεται από πρωτοτυπία. Από μια προκαταρκτική θεώρηση της Έκθεσης, τεκμήριο 1, όμως, αν και δεν αναφέρεται ο τρόπος που δημιουργήθηκε το εν λόγω πρόγραμμα, προκύπτει ότι η δημιουργία κωδικών και προγράμματος απαιτεί την συγγραφή τους από τους προγραμματιστές. Το ίδιο και οι άλλες εφαρμογές του προγράμματος. Επίσης, υπάρχουν αναφορές στην Έκθεση για μοναδικά στοιχεία του προγράμματος της Αιτήτριας τα οποία ταυτίζονται με αυτά του προγράμματος στο έργο Violex. Kατά συνέπεια, προκύπτει να υπάρχει, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού, επαρκής μαρτυρία που να καταδεικνύει μια μοναδικότητα ακόμη και σε τέτοιου είδους προγράμματα. Ο κ. Πίττας στην αγόρευση του παραπέμπει στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Case C-159/23 SONY COMPUTER ENTERTAINMENT EUROPE LTD v. DATEL DESIGN AND DEVELOPMENT LTD κ.α., Απόφαση ημερ. 17/10/2024 στην οποία κατ’ ουσία γίνεται αναφορά στην προστασία του πηγαίου κώδικα που βρίσκεται πίσω από κάθε λογισμικό και η αρχιτεκτονική του. Για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, κρίνω ότι υπάρχει επαρκής μαρτυρία, η οποία περιλαμβάνεται και προκύπτει από το τεκμήριο 1 που αποδεικνύει την ύπαρξη πνευματικών δικαιωμάτων στο όλο πρόγραμμα και πηγαίο κώδικα της Αιτήτριας. Προκύπτει, επίσης, ότι το πρόγραμμα το οποίο χρησιμοποιούν οι εναγόμενοι είναι πανομοιότυπο και προκύπτει ότι ο πηγαίος κώδικας της Αιτήτριας έχει αντιγραφεί εν μέρη ή εν όλο.
Παραμένει να εξεταστεί κατά πόσο τα πνευματικά δικαιώματα του προγράμματος και του κώδικα ανήκουν στην Αιτήτρια και όχι στους δημιουργούς τους, δηλαδή στους εναγόμενους 2, 6 – 9, οι οποίοι ως ελεύθεροι επαγγελματίας τα δημιούργησαν. Εκείνο το οποίο αμφισβητείται από τους εναγόμενους είναι ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ ενάγουσας και εναγόμενων 2, 6 – 9 που να αποδεικνύει ότι τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στην Αιτήτρια και ότι υπέχουν υποχρέωση εμπιστευτικότητας. Έχω ανατρέξει στην μαρτυρία που προσφέρθηκε εκατέρωθεν και στην ιδιότητα και εμπλοκή εκάστου από τους εναγόμενους 6 – 9 στη δημιουργία του προγράμματος και του κώδικα της ενάγουσας.
Η Αιτήτρια στη μαρτυρία της αναφέρεται στην εργοδότηση των πιο πάνω προσώπων και/ή στην παροχή από τα πρόσωπα αυτά των υπηρεσιών τους στην Αιτήτρια ως ελεύθεροι επαγγελματίες έναντι αμοιβής δυνάμει συμφωνιών, γραπτών ή προφορικών που προέβλεπαν ρητά ή σιωπηρά ότι τα πνευματικά δικαιώματα αποτελούν ιδιοκτησία της Αιτήτριας και ότι θα διατηρούσαν αυστηρά εμπιστευτικές τις εμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες και δεδομένα που σχετίζονται με το όλο project και τις δραστηριότητες του.
Ειδικότερα και σε σχέση με τον εναγόμενο 2, προκύπτει και είναι κοινό έδαφος ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε γραπτή συμφωνία. Ο εναγόμενος 2, σύμφωνα με την Αιτήτρια και την Έκθεση, τεκμήριο 1, ήταν ο CEO του όλου project και είχε πρόσβαση σε όλο το λογισμικό και σε όλες τις πληροφορίες. Είχε προσληφθεί ως σύμβουλος για την ανάπτυξη της Intimate Project και του Πηγαίου Κώδικα της, μέσω, μεταξύ άλλων της Cloud Team LLC και της Κesmaty LLC – FZ. O εναγόμενος 2 αρνείται ότι έχει ποτέ εργαστεί για την Αιτήτρια, ότι δεν υπήρχε συμφωνία εμπιστευτικότητας και ότι η ιδέα και λειτουργικότητα της εφαρμογής ήταν δική του και χρησιμοποιήθηκαν μεθοδολογίες που ήταν δημόσια γνωστές. Προκύπτει, όμως, η Αιτήτρια να παρουσιάζει τα τεκμήρια 4 και 5 τα οποία επιβεβαιώνουν την ιδιότητα υπό την οποία συνήθιζαν να καταβάλλουν τα ποσά στον εναγόμενο 2. Προκύπτει, επίσης, από τη μαρτυρία των εναγόμενων 1, 4 και 5 η εμπλοκή και ο ρόλος του εναγόμενο 2 στο project της Αιτήτριας καθώς επίσης και από τη σχετική αλληλογραφία που τέθηκε ενώπιον μου. Η Αιτήτρια, περαιτέρω, επικαλείται προφορική συμφωνία εμπιστευτικότητας με τον εναγόμενο 2, την οποία φυσικά ο εναγόμενος 2 αρνείται. Τούτο, όμως, είναι ζήτημα αξιολόγησης των εκδοχών κατά τη δίκη. Υπάρχει ενώπιον μου μαρτυρία για την εμπλοκή του εναγόμενου 2, ως σύμβουλος στο project της ενάγουσας, πληρωνόταν γι’ αυτό και κατά την Αιτήτρια υπήρχε προφορική συμφωνία εμπιστευτικότητας και ότι τα πνευματικά δικαιώματα του έργου θα ήταν ιδιοκτησία της Αιτήτριας. Για σκοπούς του σταδίου αυτού, καταδεικνύεται στον απαιτούμενο βαθμό η εμπλοκή του εναγόμενου 2. Άλλωστε και από τα μηνύματα και τη σχετική αλληλογραφία που αποκαλύφθηκε μετά την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας προκύπτει να εμπλέκεται σε συνομιλίες με τους εναγόμενους 1, 4 και 5 αναφορικά με το πρόγραμμα και κώδικα της ενάγουσας και κατά πόσο αυτό είναι πρωτότυπο ή όχι καταδεικνύοντας, ενδεχομένως, την αντίληψη του για την ιδιοκτησία του προγράμματος.
Ο εναγόμενος 6, σύμφωνα με την Αιτήτρια ήταν ελεύθερος επαγγελματίας Σύμβουλος Πληροφορικής, ο οποίος παρείχε υπηρεσίες στην Αιτήτρια για την ανάπτυξη του προγράμματος και του κώδικα εις αντάλλαγμα μηνιαίων πληρωμών. Υπήρχε γραπτή συμφωνία μεταξύ εναγόμενου 6 και της εταιρείας Palmyra Media Ltd, η οποία ενεργούσε ως εκπρόσωπος της Αιτήτριας. Η συμφωνία αυτή επισυνάπτεται ως τεκμήριο 6. Ο εναγόμενος 6 ήταν ο βασικός προγραμματιστής κινητής τηλεφωνίας της Intimate.AI είχε πρόσβαση σε αυτό και στον πηγαίο κώδικα. Καταδεικνύεται για σκοπούς του σταδίου αυτού η σύνδεση του εναγόμενου 6 με την Αιτήτρια και ιδιότητα του, κάτι άλλωστε που δεν αμφισβητεί με την μαρτυρία του. Εκείνο το οποίο αμφισβητεί και ισχυρίζεται είναι ότι η συμφωνία που είχε δεν ήταν με την Αιτήτρια. Ισχυρίζεται ότι ήταν με την Palmyra Media Ltd. Αποδεικνύεται, όμως, η εμπλοκή του με την Αιτήτρια και ότι, όπως και ο ίδιος αναφέρει ήταν αυτός που δημιούργησε το Spark, από συστήματα και βιβλιοθήκες ανοιχτού κώδικα. Παραδέχεται, όμως, ότι υπάρχει και ένας ειδικός κώδικας γραμμένος από τον ίδιο για το Spark AI, o οποίος δεν ήταν ανοιχτού κώδικα. Αρνείται ότι αποκάλυψε οποιαδήποτε εμπιστευτική πληροφορία και την ύπαρξη συμφωνίας που να του επιβάλλει υποχρέωση τήρησης εμπιστευτικότητας. Οι συνεισφορές στο Spark AI έγιναν στο πλαίσιο συμφωνίας ελεύθερου επαγγελματία με την Palmyra Ltd. Ανάγνωση των προνοιών της εν λόγω συμφωνίας, καταδεικνύει την ύπαρξη όρων εμπιστευτικότητας αλλά και όρων ότι τα όποια δικαιώματα θα ανήκαν στον πρόσωπο για το οποίο ο εναγόμενος 6 θα εργαζόταν. Η ερμηνεία και ανάλυση της εν λόγω συμφωνίας δεν είναι επί του παρόντος. Το ίδιο και η θέση του εναγόμενου 6 περί μη ύπαρξης συμφωνίας εμπιστευτικότητας κατ’ ευθεία με την Αιτήτρια.
Η εναγόμενη 7, σύμφωνα με την Αίτηση προσλήφθηκε από την Αιτήτρια ως διευθυντής προϊόντος (Product Manager), υπεύθυνη για την εφαρμογή νέων χαρακτηριστικών στο προϊόν για την αύξηση των κερδών της εταιρείας, ιδιότητα άλλωστε που δεν αμφισβητεί η ίδια με την μαρτυρία της. Ήταν ελεύθερη επαγγελματίας και προσέφερε τις υπηρεσίες της στο project της Αιτήτριας εις αντάλλαγμα της πληρωμής σε αυτήν μηνιαίων ποσών σύμφωνα με διευθετήσεις που έγιναν μεταξύ τους σύμφωνα με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών που συνήφθη μεταξύ της Αιτήτριας μέσω του εκπροσώπου της Palmyra και της εναγόμενης 7 (βλ. τεκμήριο 7). Η εναγόμενη 7 αποδέχεται την ύπαρξη αυτής της συμφωνία και αποδεικνύεται, πάντα για σκοπούς του σταδίου αυτού η εμπλοκή της εναγόμενης 7 στο project της Αιτήτριας. Εκείνο το οποίο ισχυρίζεται η εναγόμενη 7 είναι ότι ήταν ελεύθερη επαγγελματίας και ότι δημιούργησε ανήκει σε αυτήν και δεν υπάρχει οτιδήποτε το αντίθετο στη συμφωνία που υπέγραψε, η οποία ήταν με την Palmyra και όχι με την Αιτήτρια. Ισχύουν και εδώ τα ίδια, όπως στην περίπτωση του εναγόμενου 6, δηλαδή η εν λόγω συμφωνία προκύπτει να περιέχει όρους εμπιστευτικότητας και ότι τα όσα η εναγόμενη 7 δημιούργησε θα ανήκαν στην Αιτήτρια. Το ότι η συμφωνία ήταν με την Palmyra και ότι η ίδια δεν είχε απευθείας συμφωνία με την Αιτήτρια, είναι ζητήματα τα οποία θα τύχουν αξιολόγησης κατά τη δίκη για να διαφανεί τελικά κατά πόσο υπήρχε οποιαδήποτε συμφωνία εμπιστευτικότητας.
Ο εναγόμενος 8, σύμφωνα με την Αιτήτρια, ήταν ελεύθερος επαγγελματίας σύμβουλος τεχνητής νοημοσύνης πληροφορικής και ήταν ο βασικός ερευνητής τεχνητής νοημοσύνης, διεύθυνε μια ομάδα, ανέπτυξε και είχε πρόσβαση στις πιο κρίσιμες επιχειρηματικές πληροφορίες και έρευνα της Αιτήτριας. Είχε συναφθεί γραπτή συμφωνία μεταξύ του ιδίου, μέσω της συζύγου του και αντιπροσώπου του, κας Εkaterina Konoplich και της Αιτήτριας, μέσω της εκπροσώπου της Palmyra. H αμοιβή του, κατόπιν σχετικής συμφωνίας, καταβαλλόταν στο λογαριασμό της συζύγου του (βλ. τεκμήριο 8). Ο εναγόμενος 8, δεν αμφισβητεί ότι παρείχε υπηρεσίες στο Intimate.AI, αμιγώς τεχνικής φύσης. Ισχυρίζεται, όμως, ότι δεν υπήρχε ποτέ καμία συμφωνία ή ακόμα και υπογραμμένο NDA, NCA ή NSA με την Αιτήτρια. Η συμφωνία που ισχυρίζεται η Αιτήτρια είναι με την σύζυγο του και ποτέ δεν ενέργησε ως εκπρόσωπος του. Η σύζυγος του παρείχε υπηρεσίες διαφήμισης και μάρκετινγκ στο πλαίσιο αυτού του συμβολαίου με την Palmyra για το Intimate Project και αυτό το συμβόλαιο δεν έχει καμία σχέση με τον ίδιο. Μελετώντας τις πρόνοιες της εν λόγω συμφωνίας και τα τεκμήρια που αφορούν τον τρόπο πληρωμής του εναγόμενου 8, καταδεικνύεται ότι, για σκοπούς του σταδίου αυτού, ότι ενδεχομένως ο εναγόμενος 8, να δεσμεύεται από τις πρόνοιες της, οι οποίες περιέχουν όρους ότι η τεχνογνωσία που πρόσφερε στην Αιτήτρια, η εργασία που εκτέλεσε για λογαριασμό της θα ανήκαν στην Αιτήτρια και ο ίδιος υπείχε σε αυτήν καθήκον εμπιστευτικότητας. Και πάλι η μη ύπαρξη συμφωνίας απευθείας με την Αιτήτρια, οι λόγοι για αυτό, όπως επικαλείται η Αιτήτρια και κατά πόσο εν τέλει υπέχει οποιοδήποτε καθήκον εμπιστευτικότητας, είναι ζητήματα που θα αποφασιστούν κατά τη δίκη. Υπάρχει, όμως, ενώπιον μου επαρκής μαρτυρία για το ζήτημα του καθήκοντος εμπιστευτικότητας του εναγόμενου 8, για σκοπούς του σταδίου αυτού.
Όσον αφορά τον εναγόμενο 9, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι καμία συμφωνία υπογράφτηκε μεταξύ τους πλην όμως ως ελεύθερος επαγγελματίας σύμβουλος πληροφορικής παρείχε στην Αιτήτρια υπηρεσίες για την ανάπτυξη του Intimate.AI και του πηγαίου κώδικα, εις αντάλλαγμα της πληρωμής σε αυτόν μηνιαίων ποσών, σύμφωνα με διευθετήσεις που έγιναν μεταξύ αυτών, βάσει της προφορικής συμφωνίας παροχής υπηρεσιών μεταξύ αυτού και της Αιτήτριας η οποία προέβλεπε για την καταβολή, μέσω της Palmyra, που ενεργούσε ως ειδική εταιρεία δικαιούχος πληρωμής εκ μέρους της Αιτήτριας. Ο εναγόμενος 9 αμφισβητεί την ύπαρξη οποιασδήποτε συμφωνίας, γραπτής ή προφορικής η άλλως πως που να του επιβάλλει οποιαδήποτε υποχρέωση για την τήρηση εμπιστευτικότητας υλικών ή δεδομένων. Λαμβάνω σοβαρά υπόψη μου όλα τα πιο πάνω, αλλά δεδομένων όλων των γεγονότων και την φύση των υπηρεσιών που ο εναγόμενος 9 προσέφερε στην Αιτήτρια, έχω ικανοποιηθεί ότι για σκοπούς του σταδίου αυτού, καταδεικνύεται η ύπαρξη καθήκοντος εμπιστευτικότητας και ότι η εργασία του θα άνηκε στην Αιτήτρια.
Όπως προκύπτει από όλα τα πιο πάνω, όλοι οι εναγόμενοι 2, 6 - 9, ενεπλάκηκαν με την δημιουργία και ανάπτυξη του Intimate.AI και του project της Αιτήτριας. Ο εναγόμενος 2, ήταν, κατ’ ισχυρισμό, υψηλόβαθμος εργοδοτούμενος της Αιτήτριας και συγκεκριμένα αναφύεται να ήταν ο CEO του όλου project και πληρωνόταν από αυτήν για τις υπηρεσίες του. Στην βάση αυτού και των υπόλοιπων γεγονότων αναφύεται, για σκοπούς του σταδίου αυτού, να δεσμευόταν από καθήκον εμπιστευτικότητας (βλ. Sheperds Investments Ltd v. Walters [2006] EWHC 836 (Ch)). Oι υπόλοιποι εναγόμενοι 6 – 8, προκύπτει να καλύπτονται από γραπτές συμφωνίες εμπιστευτικότητας ενώ ο εναγόμενος 9, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των υπηρεσιών του και όλων των περιστάσεων της υπόθεσης, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού, αποδεικνύεται η ύπαρξη ενός τέτοιου καθήκοντος (βλ. Weiss Technic Uk Limited & Others v. Mr Christopher Davies & Others (2022) EWHC 2273 (Ch), στην οποία παραπέμπει ο κ. Πίττας). Έχω συνυπολογίσει ότι οι εναγόμενοι 6 – 9 δεν υπέγραψαν απευθείας με την Αιτήτρια σύμβαση εμπιστευτικότητας. Οι περιστάσεις, όμως, όπως αναφύονται και επεξηγούνται στην Αίτηση, δηλαδή ότι αυτό ήταν ευθύνη του εναγόμενου 2, ο οποίος σκοπίμως δεν το έπραξε και όλα τα περιβάλλοντα γεγονότα καταδεικνύουν για σκοπούς του σταδίου αυτού, την ύπαρξη καθήκοντος από τα πρόσωπα αυτά μη αποκάλυψης και γνώση τους ότι η Αιτήτρια θα είχε τα πνευματικά δικαιώματα του έργου. Τούτα σε συνδυασμό με όλα τα πιο πάνω που έχω αναφέρει αναφορικά με την ύπαρξη γραπτών συμφωνιών με την Palmyra, από τα πρόσωπα αυτά.
Στην βάση των πιο πάνω, λοιπόν, έχω ικανοποιηθεί ότι για την απόδειξη, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού, ότι η Αιτήτρια έχει αποκτήσει πνευματικά δικαιώματα επί του έργου τους Intimate.AI και του πηγαίου κώδικα του και ότι οι εναγόμενοι 2, 6 – 9, υπέχουν καθήκον εμπιστευτικότητας και μη αποκάλυψης προς την Αιτήτρια.
Ο εναγόμενος 1 προκύπτει να υπέγραψε επενδυτική συμφωνία και συμφωνία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών με την Αιτήτρια, η οποία, μεταξύ άλλων, περιλάμβανε όρους όπως για όλη την περίοδο ισχύος της για περίοδο τριών ετών από τον τερματισμό της να μην ανταγωνίζεται την Αιτήτρια ή να προσελκύει σε ανταγωνιστική επιχείρηση τους υπαλλήλους της. Επίσης, του δινόταν πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα της επιχείρησης. Έλαβα υπόψη μου τους λόγους που η εν λόγω συμφωνία με τον εναγόμενο 1 δεν ολοκληρώθηκε, δηλαδή με την καταβολή του υπόλοιπου ποσού από τον εναγόμενο 1, που όπως προκύπτει αφορούσε ζήτημα με την Τράπεζα η οποία δεν αποδεχόταν την μεταφορά των χρημάτων του, για λόγους που αφορούσαν τον εναγόμενο 1. Έλαβα, επίσης, υπόψη μου τη θέση περί ακύρωσης ή τερματισμό της εν λόγω συμφωνίας και την μη ισχύ των όρων της. Η ουσία, όμως, είναι ότι για σκοπούς του σταδίου υπάρχει αυτή η συμφωνία με τους συγκεκριμένους όρους και οι εκατέρωθεν θέσεις αναφορικά με την μη ολοκλήρωση της θα αξιολογηθούν κατά τη δίκη και θα κριθεί η εφαρμογή των όρων της ή μη. Η ουσία είναι ότι ο εναγόμενος 1, ενεπλάκηκε στο εν λόγω έργο με τον τρόπο αυτό και σύμφωνα με τους ισχυρισμούς απέκτησε πρόσβαση στις επιχειρηματικές λεπτομέρειες και δεδομένα του έργου, δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας που για σκοπούς του σταδίου, αν συνυπολογιστούν και όλες οι υπόλοιπες περιστάσεις και η μετέπειτα κατ’ ισχυρισμό δράση του εναγόμενου 1, καταδεικνύουν υποχρέωση εμπιστευτικότητας προς την Αιτήτρια, πάντοτε, επαναλαμβάνω, για σκοπούς του σταδίου αυτού.
Πέραν των πιο πάνω, έχω ικανοποιηθεί από την προσαχθείσα μαρτυρία ότι, στα πλαίσια της συμφωνίας του εναγόμενου 1 με την Αιτήτρια, θα προσελκύονταν από την εταιρεία 22BET οι εναγόμενοι 4 και 5, στενοί συνεργάτες του εναγόμενου 1. Η εμπλοκή του εναγόμενου 5 με το όλο έργο δεν αμφισβητείται. Προκύπτει, επίσης, παρά τις περί αντιθέτου θέσεις του εναγόμενου 4, να είχε αναμιχθεί σε αυτό και εντάχθηκε στην ομάδα Telegram που δημιουργήθηκε με το όνομα AI Marketing (βλ. τεκμήρια 22 και 25 της ένορκης δήλωσης Press, ημερ. 03/09/2024). Ο δε εναγόμενος 1 στην ένορκη του δήλωση, αναφέρει ότι τον εναγόμενο 4 είναι ο εναγόμενος 5 που τον έφερε στο έργο της Αιτήτριας. Σε κάθε περίπτωση οι εκατέρωθεν θέσεις αναφορικά με την εμπλοκή του εναγόμενου 4 στο εν λόγω έργο θα τύχουν αξιολόγησης. Υπάρχει για σκοπούς του σταδίου αυτού επαρκής μαρτυρία που καταδεικνύει στην εμπλοκή των εναγόμενων 1, 4 και 5 στο Intimate.AI Project και την πρόσβαση τους στις σχετικές πληροφορίες του έργου, ειδικότερα από τους εναγόμενους 1 και 5.
Από εκεί και πέρα, υπάρχει επαρκής μαρτυρία, μέσω των ισχυρισμών που προβάλλονται από την Αιτήτρια, υποστηριζόμενη από σχετική αλληλογραφία, ότι οι εναγόμενοι 1,2 και 5 συνομιλούσαν και σχεδίαζαν την δημιουργία της δικής τους ανταγωνιστικής επιχείρησης. Αποκαλύπτεται από την σχετική αλληλογραφία ότι το κύριο επιχείρημα τους ήταν ότι δεν υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα στο έργο της Αιτήτριας και θα μπορούσαν να δημιουργήσουν την δική τους επιχείρησης προωθώντας πανομοιότυπο προϊόν χρησιμοποιώντας και/ή βασιζόμενοι στον πηγαίο κώδικα της Αιτήτριας και την τεχνογνωσία την οποία έλαβαν και/ή αναπτύχθηκε. Έλαβα υπόψη μου τη θέση ότι δεν αντιγράφηκε ο πηγαίος κώδικας αλλά δημιουργήθηκε νέος κώδικας από την αρχή και ότι οι προγραμματιστές αρνούνταν να αντιγράψουν το πηγαίο κώδικα της Αιτήτριας, πλην όμως, για σκοπούς του σταδίου αυτού, προκύπτει από την Έκθεση τεκμήριο 1, ότι το πρόγραμμα των εναγόμενων είναι πανομοιότυπο με αυτό της Αιτήτριας και ότι αυτό είναι αντιγραφή του προγράμματος και του πηγαίου κώδικα της Αιτήτριας. Απαιτείται η αξιολόγηση των εκατέρωθεν εκδοχών επί τούτου, που δεν είναι επί του παρόντος.
Πέραν των πιο πάνω, υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου επαρκής μαρτυρία ότι ο εναγόμενος 1, κατόπιν προτροπής και/ή παρότρυνσης του εναγόμενου 5, ζήτησε στις 28/10/2023 την ακύρωση της επενδυτικής συμφωνίας που υπέγραψε με την Αιτήτρια και τούτο, όπως προκύπτει για το λόγο ότι θα προχωρούσαν με τη δημιουργία της δικής τους ανταγωνιστική επιχείρηση. Το κύριο επιχείρημα του εναγόμενου 1 ότι η Αιτήτρια δεν είχε πνευματικά δικαιώματα στο πρόγραμμα, έχει αναλυθεί ανωτέρω. Αποκαλύπτονται αλληλογραφίες, επίσης, μεταξύ εναγόμενου 5 και εναγόμενου 2 και εναγόμενου 1, από τις οποίες προκύπτει να σχεδίαζαν την δημιουργία της δικής τους ανταγωνιστικής επιχείρησης στη βάση του πηγαίου κώδικα και τεχνογνωσίας της Αιτήτριας. Κατόπιν, ο εναγόμενος 2, ενημέρωσε τον εκπρόσωπο της Αιτήτριας, κ. Livshits, περί τον Δεκέμβριο του 2023 ότι αποφάσισε να εγκαταλείψει την Intimate.AI προκειμένου να ξεκινήσει τη δική του επιχείρηση. Στις 08/01/2024, ο εναγόμενος 2, δήλωσε εγγράφως μέσω Telegram Messenger ότι θα προσεγγίσει τρεις βασικούς ανθρώπους από το Intimate Project, δηλαδή τον εναγόμενο 6, την εναγόμενη 7 και τον εναγόμενο 8. Κατά την περίοδο 17/01/2024 έως την 29/03/2024, οι εναγόμενοι 6-11, σταμάτησαν την παροχή των υπηρεσιών τους στην Αιτήτρια και εντάχθηκαν στο Project “Violex”. Στις 02/03/2024 δημιουργήθηκε η εναγόμενη 3, στην οποία ανήκει το εν λόγω Project και/ή μέσω αυτής διακινείται το προϊόν των εναγόμενων. Διευθυντής και μοναδικός μέτοχος της εναγόμενης 3, είναι ο εναγόμενος 4, ο οποίος προέβηκε και σε παρουσιάσεις του προϊόντος και παρουσίαζε ως ανταγωνιστή τους τον προϊόν της Αιτήτριας, Intimate.AI. Είναι δε από τους στενότερους συνεργάτες των εναγόμενων 1 και 5. H τεχνολογία είναι εγκατεστημένη στον διακομιστή που λειτουργεί η εναγόμενη 3 και οι εφαρμογές “Soft Pear”, “Violex”, Not - Alone Mobile Application, Not - Alone Web Platform και Haan.AI συνδέονται με τον διακομιστή της εναγόμενης 3, μέσω ΑPI.
Προκύπτει από την όλη μαρτυρία και τα σχετικά τεκμήρια τα οποία παρουσιάστηκαν και την αλληλογραφία που αποκαλύφθηκε, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού, ότι οι εναγόμενοι 1, 2 και 5, είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην δημιουργία ανταγωνιστικής επιχείρησης χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα και τον πηγαίο κώδικα της Αιτήτριας. Παρότρυναν, επίσης, τους εναγόμενους 6 – 9, να ενταχθούν στην ομάδα τους και στην επιχείρηση τους και όλοι εγκατέλειψαν την Αιτήτρια και/ή διέκοψαν τις συμφωνίες παροχής υπηρεσιών σε αυτήν. Οι θέσεις των εναγόμενων 1, 2, 5 και 6 – 9, ότι δεν υπήρχαν πνευματικά δικαιώματα στο πρόγραμμα της Αιτήτριας και στον πηγαίο κώδικα και ότι δεν τον έκλεψαν ή αντέγραψαν έχει εξηγηθεί ανωτέρω και ότι για σκοπούς του σταδίου αυτού υπάρχει επαρκής μαρτυρία για την ύπαρξη τέτοιων δικαιωμάτων καθώς και υποχρέωση εμπιστευτικότητας των πιο πάνω εναγόμενων. Προκύπτει, επίσης, η εμπλοκή όλων των πιο πάνω προσώπων με το έργο Violex και τις υπηρεσίες που προσφέρουν ή πρόσφεραν σε αυτό και σύμφωνα με την Έκθεση, τεκμήριο 1, καταδεικνύεται ότι το εν λόγω πρόγραμμα αποτελεί αντιγραφή του προγράμματος της Intimate.AI.
Έχουν ληφθεί υπόψη οι ισχυρισμοί του εναγόμενου 1, αναφορικά με το ρόλο και την κατ’ ισχυρισμό εγκληματική συμπεριφορά του κ. Yakon Livshits και ότι η Αιτήτρια είναι μια «άδεια» εταιρεία χωρίς οποιαδήποτε αξία. Οι εν λόγω ισχυρισμοί θα τύχουν αξιολόγησης κατά τη δίκη καθώς και οι ισχυριζόμενοι λόγοι που ώθησαν τον εναγόμενο 1 να μην προχωρήσει με την επενδυτική συμφωνία. Υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία αναφορικά με την αξία και ζημιά της εταιρείας και της επιχείρησης της Αιτήτριας καθώς επίσης και επαρκής μαρτυρία που καταδεικνύει, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού την εμπλοκή, συνομιλίες και αλληλογραφία του εναγόμενοι 1 με τους εναγόμενους 2 και 5 που καταδεικνύουν τον σχεδιασμό και απόφαση τους να προχωρήσουν με την δική τους επιχείρηση και την προώθηση του ίδιου προγράμματος με αυτό της Αιτήτριας. Καταδεικνύεται, επίσης, μέσα από τις συνομιλίες τους η προσπάθεια τους να κλέψουν ή αντιγράψουν το πρόγραμμα της Αιτήτριας και τον πηγαίο της κώδικα με μικρό αλλαγές. Καταδεικνύεται, περαιτέρω, η προσπάθεια τους να προσεγγίσουν τους εναγόμενου 6 – 9 για να εργαστούν στην νέα τους επιχείρηση.
Όσον αφορά τον εναγόμενο 6, έχει αναφερθεί ανωτέρω η ιδιότητα που είχε στην Αιτήτρια και η ύπαρξη καθήκοντος εμπιστευτικότητας, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού. Αποδεικνύεται, επίσης, και είναι κοινό έδαφος ότι σταμάτησε να παρέχει τις υπηρεσίες του στην Αιτήτρια και εντάχθηκε στην ομάδα των εναγόμενων 1, 2 και 5. Είχε πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες της Intimate.AI και όπως έχει αποδειχθεί οι εν λόγω πληροφορίες και τεχνικά ζητήματα χρησιμοποιούνται από την νέα επιχείρηση των εναγόμενων 1 – 5. Επίσης, αποκαλύπτεται από την αλληλογραφία που συλλέχθηκε μετά την εκτέλεση του διατάγματος έρευνας ότι ο εναγόμενος 6 μοιράστηκε εμπιστευτικά αρχεία της Intimate.AI. με τους εναγόμενους 1, 2 και 5 (βλ. τεκμήρια 148 – 150 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης του κ. Press, ημερ. 28/02/2025).
Ο ρόλος του εναγόμενου 9, αναφέρθηκε ανωτέρω και η πρόσβαση του στην τεχνογνωσία που αναπτύχθηκε στην Intimate.AI. To ίδιο και το καθήκον εμπιστευτικότητας του, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού. Η εμπλοκή του με το έργο των εναγόμενων 1 – 5 είναι δεδομένη καθώς επίσης και η αποχώρηση του από την Intimate.AI. Έχει καταδειχθεί, επίσης, η ομοιότητα των προϊόντων των εναγόμενων, με την συμβολή και συνεισφορά του εναγόμενου 9.
Ο εναγόμενος 4, προκύπτει να είναι ο μοναδικός Διευθυντής και μέτοχος της εναγόμενης 3, η οποία είναι η εταιρεία που συστάθηκε στην Κύπρο στις 02/03/2024 και η οποία προωθεί το κατ’ ισχυρισμό αντιγραμμένο και παραποιημένο προϊόν. Αναφύεται να είναι στενός συνεργάτης του εναγόμενου 1, μαζί με τον εναγόμενο 5 και να έλαβε μέρος στο Project της Intimate.AI. Ο ίδιος ο εναγόμενος 1, στην ένορκη του δήλωση αναφέρει ότι τον ενέταξε στον εν λόγω έργο ο εναγόμενος 5. Σύμφωνα δε με το τεκμήριο 156 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης της Αίτησης, ημερομηνίας 28/02/2025 στις 26/10/2023 ο εναγόμενος 4 αποτέλεσε μέρος του Telegram Group ‘Social AI’ το οποίο δημιούργησε ο εναγόμενος 5 και σύστησε τον εναγόμενο 4 στον εναγόμενο 2. Ασχέτως ποιος έφερε τον εναγόμενο 4 στο Intimate.AI, προκύπτει η εμπλοκή του με αυτό και αναφύονται οι ιδιαίτερες σχέσεις που είχε με τον εναγόμενο 1 και 5, λόγω της συνεργασίας τους στην 22BET. Ο δε ρόλος του στην προώθηση και διακίνηση του προϊόντος, αποδεικνύεται από τις παρουσιάσεις που προέβηκε για το προϊόν και την υπογραφή των συμφωνιών πώλησης και διακίνησης του με άλλες εταιρείες, μεταξύ των οποίων την εναγόμενη 13. Δεν παραγνωρίζονται οι θέσεις του περί αθώας συμμετοχής του στην εναγόμενη 3, πλην όμως η όλη μαρτυρία, για σκοπούς του σταδίου αυτού καταδεικνύει την εμπλοκή και σύνδεση του με τους εναγόμενους 1 και 5 και κατά κάποιον τρόπο την γνώση του.
Η εναγόμενη 7 είχε το ρόλο του product manager στην Intimate.AI. Η θέση της ήταν ότι δεν είχε πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα και σε άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες και ουδέποτε τις έκλεψε ή τις έδωσε στην νέα επιχείρηση. Υπάρχει, όμως, μαρτυρία και ισχυρισμοί από την Αιτήτρια, ότι ο ρόλος της ήταν σημαντικός και ότι οι ευθύνες της είχαν άμεση επίδραση στον τρόπο με τον οποίο το προϊόν κτίστηκε και αναπτύχθηκε και είχε απευθείας πρόσβαση και επίδραση στον πηγαίο κώδικα του Intimate.AI. Έλαβα υπόψη μου τη θέση της ότι δεν έχει τεχνικές γνώσεις και ουδέποτε ήταν σε θέση να κλέψει τον πηγαίο κώδικα. Ο όλος σχεδιασμός και προώθηση του προϊόντος της Intimate.AI. αποδεικνύεται σύμφωνα με την Έκθεση, τεκμήριο 1, να είναι ο ίδιος στο προϊόν που προωθούν οι εναγόμενοι. Η δε εναγόμενη 7, μετά που προσεγγίστηκε από τον εναγόμενο 2 ή και εναγόμενους 1 και 5, μεταπήδησε στην επιχείρηση τους παρέχοντας τις ίδιες υπηρεσίες με αυτές που παρείχε στην Intimate.AI και το προϊόν αυτό και ο τρόπος προώθησης και διάθεσης του δεν διαφέρει. Όσον αφορά το καθήκον εμπιστευτικότητας της, έχει αναφερθεί ανωτέρω. Οι όλες περιστάσεις, ο ρόλος και καθήκοντα της εναγόμενης 7 καταδεικνύουν την εμπλοκή και συμμετοχή της στην κυκλοφορία και προώθησης του προϊόντος εν γνώση της, πάντοτε για σκοπούς του σταδίου αυτού.
Ο εναγόμενος 8 αποδεικνύεται να είχε σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του προγράμματος και του πηγαίου κώδικα της Αιτήτριας. Είχε πλήρη πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα της Intimate.AI. Mεταπήδησε στην επιχείρηση των εναγόμενων 1 – 5, της οποίας το προϊόν είναι πανομοιότυπο και προκύπτει να έχει χρησιμοποιηθεί η ίδια τεχνολογία και τεχνογνωσία. Λαμβάνεται υπόψη η θέση του ότι το προϊόν αυτό δημιουργήθηκε από την αρχή. Παρά ταύτα, για σκοπούς του σταδίου αυτού υπάρχει το τεκμήριο 1, το οποίο καταδεικνύει ότι το προϊόν αυτό είναι πανομοιότυπο και βασίζεται στον πηγαίο κώδικα της Αιτήτριας. Αναφορικά με τις θέσεις του περί μη ύπαρξης πνευματικών δικαιωμάτων στην Αιτήτρια και καθήκον εμπιστευτικότητας από τον ίδιο, αναφορά έγινε ανωτέρω.
Προκύπτει από όλα τα πιο πάνω και ολόκληρο το μαρτυρικό υλικό το οποίο τέθηκε ενώπιον μου, πάντοτε, επαναλαμβάνω, για σκοπούς του σταδίου αυτού και χωρίς τούτο να αξιολογείται και αντικρύζοντας αυτό στην όψη του και μόνο, ότι οι εναγόμενοι 1, 2 και 5, ως κύριοι πρωταγωνιστές συνωμότησαν στο να δημιουργήσουν πανομοιότυπη επιχείρηση με αυτή της Αιτήτριας, χρησιμοποιώντας την τεχνογνωσία που η Αιτήτρια ανέπτυξε και εμπιστευτικές πληροφορίες στις οποίες είχαν πρόσβαση. Στην προσπάθεια τους αυτή, ο εναγόμενος 1 προκύπτει να μην συμμορφώθηκε με την επενδυτική συμφωνία που υπέγραψε με την Αιτήτρια, κατόπιν παρότρυνσης του εναγόμενου 5. Προς υλοποίηση του σχεδίου τους, προσέγγισαν και παρότρυναν τους εναγόμενους 6 – 9, πρόσωπα που είχαν καθοριστικό ρόλο στην δημιουργία του Intimate.AI. Project της Αιτήτριας, οι οποίοι στη συνέχεια σταμάτησαν την συνεργασία τους με την Αιτήτρια και μεταπήδησαν στην επιχείρηση των εναγόμενων 1, 2 και 5, όπου συνέχισαν να παράσχουν τις υπηρεσίες τους έναντι αμοιβής. Αποδεικνύεται, επίσης, ότι το προϊόν που οι εναγόμενοι προωθούν μέσω της εναγόμενης 3, εταιρείας, στην οποία μοναδικός μέτοχος και διευθυντής είναι ο εναγόμενος 4, στενός συνεργάτης του εναγόμενου 1 και του εναγόμενου 5, είναι πανομοιότυπο με αυτό της Αιτήτριας και προκύπτει το πρόγραμμα της και ο πηγαίος κώδικας της να έχουν αντιγραφεί. Καταδεικνύεται, επίσης, η Αιτήτρια να έχει αποκτήσει πνευματικά δικαιώματα επί του όλου project της και τα οποία να έχουν παραβιαστεί.
Όσον αφορά τις εναγόμενες 13 και 14, υπάρχει μαρτυρία ότι η εναγόμενη 13 συμβλήθηκε με την εναγόμενη 3 δυνάμει γραπτής συμφωνίας για να πωλούν και/ή να εμπορεύονται τα κατ’ ισχυρισμό παραποιημένα προϊόντα και μέσω της εναγόμενης 14, το πράττουν κάτω από την ονομασία Not Alone, AI Chat Platform και/ή Not Alone. Έχω λάβει υπόψη μου τις θέσεις της εναγόμενης 13 περί του ότι είναι αθώο μέρος και ότι η σχέση της με την εναγόμενη 3 είναι πελατειακή με την βεβαίωση ότι τα προϊόντα αυτά είναι πρωτότυπα και δεν παραβιάζουν οποιαδήποτε πνευματικά δικαιώματα, πλην όμως οι θέσεις αυτές θα πρέπει να τύχουν αξιολόγησης. Σημειώνεται ότι προκύπτει η εμπλοκή της εναγόμενης 13, μέσω της εναγόμενης 14 στην διανομή και πώληση των παραποιημένων προϊόντων. Υπόψη μου, επίσης, έλαβα τους ισχυρισμούς της εναγόμενης 14 περί χρήσης των κωδικών της χωρίς την γνώση της, πλην όμως, πέραν του ότι οι θέσεις αυτές θα τύχουν αξιολόγησης, στο στάδιο αυτό προκύπτει τα παραποιημένα προϊόντα μέσω των πιο πάνω πλατφόρμων και επωνυμιών να πωλούνται και/ή διακινούνται από την εναγόμενη 14. Υπάρχει, περαιτέρω, μαρτυρία η οποία φαίνεται να συνδέει την ιδιοκτησία των εναγόμενων 13 και 14 με κάποιο κ. Νiko Belikov, ο οποίος, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, όφειλε να γνωρίζει ή έκλεισε τα μάτια του στο γεγονός ότι τα εν λόγω προϊόντα ήταν παραποιημένα. Κατά συνέπεια, προκύπτει να υπάρχει επαρκής μαρτυρία στο στάδιο αυτό που να συνδέει και τις εναγόμενες 13 και 14 με τις κατ’ ισχυρισμό αδικοπραξίες και παραβιάσεις των πνευματικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας.
Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω και αφού διεξήλθα διεξοδικά ολόκληρη τη μαρτυρία που έχει παρατεθεί από την Αιτήτρια και έχοντας συνυπολογίσει τη μαρτυρία, θέσεις και ισχυρισμούς των εναγόμενων 1 – 9 και 13 – 14, έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας της αγωγής της Αιτήτριας και ως εκ τούτου, πληρείται και η δεύτερη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60.
Προχωρώντας να εξετάσω την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, η Αιτήτρια θα πρέπει να καταδείξει ότι στην περίπτωση μη έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά και θα είναι αδύνατο στο μέλλον να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη. Επ’ αυτού η Αιτήτρια στηρίζει τη θέση της στο ότι τα αιτούμενα και/ή εκδοθέντα διατάγματα θα πρέπει να εκδοθούν ή να συνεχίσουν να ισχύουν με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων της Αιτήτριας καθότι σε αντίθετη περίπτωση οι εναγόμενοι θα συνεχίσουν να παραβιάζουν τα πνευματικά τους δικαιώματα με ανυπολόγιστες ζημιές ή θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να υπολογιστεί η ζημιά τους στο μέλλον σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής τους. Δεδομένης της φύσης της υπόθεσης και της απόδειξης ορατής πιθανότητας επιτυχίας της αγωγής της Αιτήτριας, όντως τυχόν μη έκδοση ή συνέχιση της ισχύος των απαγορευτικών διαταγμάτων, θα έχει ως σοβαρό ενδεχόμενο οι εναγόμενοι να εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται, παραβιάζοντας τα δικαιώματα της Αιτήτριας κάτι που θα καθιστά δύσκολο έως αδύνατο στο τέλος της αγωγής να υπολογιστούν οι ζημιές της (βλ. Timberland Co of U.S.A. v. Evans & Sons Limited & Άλλοι (1998) 1 Α.Α.Δ. 1179). Προκύπτει η ζημιά της Αιτήτριας να είναι ευρύτερη, αφού οι εναγόμενοι θα συνεχίσουν να παραβιάζουν τα δικαιώματα της.
Πέραν των πιο πάνω και όσον αφορά παγοποιητικά διατάγματα, η Αιτήτρια επικαλείται τον κίνδυνο αποξένωσης των περιουσιακών στοιχείων των εναγόμενων κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα η Αιτήτρια σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής της να μην είναι σε θέση να ικανοποιήσει τη δικαστική απόφαση. Επίσης, επικαλούνται τον κίνδυνο καταστροφής τεκμηρίων και/ή απόκρυψης αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται στην κατοχή τους που μαρτυρούν τις αδικοπραξίες προκειμένου να καταστήσουν την αγωγή των εναγόντων άνευ αντικειμένου. Από την αντίπερα όχθη οι εναγόμενοι αντιτείνουν ότι δεν υπάρχει πρόθεση αποξένωσης της περιουσίας τους. Η ουσία, όμως, δεν είναι κατά πόσο έχει εκδηλωθεί ή θα εκδηλωθεί μια τέτοια πρόθεση αποξένωσης της περιουσίας των εναγόμενων αλλά η απόδειξη του κινδύνου που υπάρχει από μια τέτοια αποξένωση η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα να μην ικανοποιηθεί μια μελλοντική απόφαση ανεξαρτήτως της πρόθεσης των εναγόμενων (βλ. Phasarias C (Automotive Centre) Ltd v. Σκυροποιϊα « Λεώνικ» Λτδ (ανωτέρω)). Στην υπόθεση Ninemia Maritime Corporation v. Trane Schiffahrtsgesellschaft Gmbh (Niedersachsen, The) (1983) 1 W.L.R. 1412 τονίστηκε ότι το σχετικό κριτήριο είναι κατά πόσο, λαμβανομένης υπόψη της μαρτυρίας στο σύνολό της, υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι η απόφαση υπέρ του ενάγοντα θα παραμείνει ανικανοποίητη. Δεν είναι απαραίτητο να επιδειχθεί άνομη πρόθεση, παρόλο ότι αν αποδειχθεί τέτοια πρόθεση το Δικαστήριο θα χορηγήσει το διάταγμα με περισσότερη ετοιμότητα. Στην παρούσα περίπτωση είναι εμφανές ότι σε περίπτωση που οι εναγόμενοι αποξενώσουν την περιουσία τους θα είναι δύσκολο να ικανοποιηθεί μια μελλοντική απόφαση, δεδομένου και του ύψους των αποζημιώσεων που αξιώνονται από την Αιτήτρια. Περαιτέρω, στην περίπτωση που προχωρήσουν με την καταστροφή τεκμηρίων και/ή αποδεικτικών στοιχείων, θα καταστήσουν δύσκολη την απόδειξη της υπόθεσης της Αιτήτριας.
Κατά συνέπεια κρίνω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60.
Παρά την πλήρωση όλων των προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Ν. 14/60, δεν σημαίνει ότι και τα εκδοθέντα διατάγματα θα πρέπει να οριστικοποιηθούν και τα υπόλοιπα διατάγματα να εκδοθούν αφού σε κάθε περίπτωση επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου σταθμίζοντας όλα τα στοιχεία και γεγονότα της υπόθεσης. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δυνάμει του πιο πάνω άρθρου είναι ευρεία.
Στην παρούσα περίπτωση, η Αιτήτρια επικαλείται την παραβίαση των πνευματικών της δικαιωμάτων επί του όλου έργου της με την ονομασία Intimate.AI. και του πηγαίου της κώδικα από τους εναγόμενους καθώς και αδικοπραξίες που διαπράχθηκαν εναντίον της και παραβάσεις συμφωνιών και/ή συμφωνιών εμπιστευτικότητας. Όπως έχει αναφερθεί ανωτέρω, η συνέχιση της δραστηριότητας των εναγόμενων θα επιφέρει ανεπανόρθωτες ζημιές στην Αιτήτρια δύσκολο να αποτιμηθούν στο τέλος. Επίσης, τυχόν αποξένωση της περιουσίας των εναγόμενων θα καταστήσει δύσκολη έως αδύνατη την ικανοποίηση τυχόν μελλοντικής δικαστικής απόφασης που η Αιτήτρια ήθελε εξασφαλίσει. Πέραν των πιο πάνω τίθεται και ζήτημα προστασίας των δικαιωμάτων της Αιτήτριας. Αν αφεθούν οι εναγόμενοι 1 – 5 και 13 και 14 να πωλούν και να εμπορεύονται τα κατ’ ισχυρισμό παραποιημένα προϊόντα και οι υπόλοιποι εναγόμενοι να δραστηριοποιούνται για αυτούς, η Αιτήτρια θα συνεχίσει να υφίσταται ανυπολόγιστες ζημιές ή ζημιές οι οποίες θα είναι δύσκολο να αποτιμηθούν σε χρήμα.
Από την αντίπερα όχθη οι εναγόμενοι επικαλούνται το γεγονός ότι δεν έχουν διαπράξει οποιαδήποτε αδικοπραξία και ότι δεν υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα. Τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα τους εμποδίσει την δραστηριότητα τους με ανυπολόγιστες ζημιές. Επικαλούνται, επίσης, την ανυπαρξία πρόθεσης αποξένωσης της περιουσίας τους και την οικονομική τους εξουθένωση σε περίπτωση που εξακολουθούν να ισχύουν τα εκδοθέντα διατάγματα.
Έχω ισοζυγίσει τα πιο πάνω και κάθε τι που προβάλλεται από έκαστο εναγόμενο και κρίνω ότι η πλάστιγγα γέρνει υπέρ της συνέχισης της ισχύος των αιτούμενων διαταγμάτων και της έκδοσης των υπόλοιπων διαταγμάτων, ως θα αναφερθεί κατωτέρω. Οι εναγόμενοι 2, 5, 6 και 9, ισχυρίζονται ότι τα προσωρινά διατάγματα εκδίδονται με σκοπό να διατηρηθεί η κατάσταση πραγμάτων (status quo). Στην παρούσα, όμως, με την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα έχει ως αποτέλεσμα οι εναγόμενοι να κλείσουν την επιχείρηση τους και να τους στερήσει το συνταγματικό τους δικαίωμα να εμπορεύονται και να ασκούν επικερδή επιχείρηση. Το ίδιο ισχυρίζονται και οι εναγόμενοι 3 και 4, οι οποίοι αναφέρουν ότι η διατήρηση των εκδοθέντων διαταγμάτων σε ισχύ θα ανατρέψει το status quo αντί να το διατηρήσει. Έλαβα υπόψη μου τα πιο πάνω καθώς και τη φύση του διατάγματος υπό στοιχείο Β το οποίο στην ουσία απαγορεύει στους εναγόμενους από το να παραβιάζουν τα πνευματικά δικαιώματα της Αιτήτριας και να συνεχίσουν να το πράττουν μέσω της εμπορικής τους δραστηριότητας. Δεν παραβλέπω ότι οι πιο πάνω εναγόμενοι άρχισαν και έχουν προχωρήσει με την εμπορική τους δραστηριότητα, όπως αναφύεται από όλη την μαρτυρία. Έχω ισοζυγίσει τον πιο πάνω παράγοντα. Πέραν τούτου, θα πρέπει να λεχθεί ότι τέτοιου είδους διατάγματα, εκδίδονται για σκοπούς προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας και τούτο επιβάλλεται και από το Άρθρο 1 της Οδηγίας 2004/48/ΕΚ, η οποία αποσκοπεί στο να ρυθμίσει την παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο. Η μη συνέχιση της δραστηριότητας των εναγόμενων θα έχει ως αποτέλεσμα την μη απόδοση κερδών για όσο τα διατάγματα θα ισχύουν, ζημιά η οποία θα μπορεί ευκολότερα να υπολογιστεί σε αντίθεση με την Αιτήτρια η οποία θα συνεχίσει να υφίσταται ζημιές και παραβίαση των πνευματικών της δικαιωμάτων με δύσκολο τον καθορισμό της ζημιάς της στο μέλλον. Η συνέχιση της ισχύς των απαγορευτικών διαταγμάτων θα έχει ως αποτέλεσμα την διατήρηση της κατάστασης πραγμάτων μέχρι του σημείου που βρίσκεται σήμερα, παρά η μη οριστικοποίηση τους, επειδή, όπως εκ πρώτης όψεως φαίνεται, χωρίς τα διατάγματα ενδέχεται να συνεχίσει η παραβίαση νομοθετικών δικαιωμάτων των εναγόντων.
Η δε παγοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των εναγόμενων θα έχει λιγότερες συνέπειες παρά τυχόν αποξένωση τους, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα να καταστήσει ανέφικτη την ικανοποίηση τυχόν μελλοντικής απόφασης που η Αιτήτρια ήθελε εξασφαλίσει. Λαμβάνω υπόψη μου τη φύση του παγοποιητικού διατάγματος και ότι είναι τύπου Mareva (World Wide). Η θέση των εναγόμενων και ειδικότερα των εναγόμενων 13 και 14 είναι ότι αυτό αποτελεί πολύ δραστικό μέτρο και θα πρέπει τέτοιου είδους διατάγματα να εκδίδονται με φειδώ. Έχει αναγνωριστεί νομολογιακά ότι το Δικαστήριο έχει ευρεία εξουσία δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 32 του Ν. 14/60 να εκδίδει διατάγματα παγοποίησης περιουσιακών στοιχειών, είτε αυτά βρίσκονται εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου είτε στο εκτός και στο εξωτερικό, όπου αυτό είναι δίκαιο και πρόσφορο (βλ. Seamark Consultancy Services Ltd v. Joseph Lasala κ.α. (2007) 1Α Α.Α.Δ. 162). Έχει γίνει αναφορά ανωτέρω για τον κίνδυνο αποξένωσης της περιουσίας των εναγόμενων και τις συνέπειες που αυτό θα έχει στην εκτέλεση μελλοντικής απόφασης. Επίσης, λαμβάνω υπόψη μου τις σχετικές πρόνοιες του εν λόγω διατάγματος αναφορικά με το δικαίωμα των εναγόμενων να χρησιμοποιούν συγκεκριμένα ποσά κάθε μήνα για την διαβίωση τους καθώς και την δυνατότητα που έχουν, κατόπιν συγκατάθεσης της Αιτήτριας, να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες και χρησιμοποίηση χρημάτων από την περιουσία τους. Κατά συνέπεια, υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες στην φύση αυτών των διαταγμάτων και κρίνω ότι δεν τίθεται ζήτημα υπέρμετρης πίεσης στους εναγόμενους.
Αναφορικά με το διάταγμα αποκάλυψης των περιουσιακών στοιχείων των εναγόμενων, τούτο είναι αναγκαίο με σκοπό την αστυνόμευση (policing) του διατάγματος παγοποίησης. Τέτοιου είδους διατάγματα εκδίδονται με σκοπό την υποβοήθηση της εκτέλεσης του διατάγματος παγοποίησης και είναι επικουρικά (ancillary). Είναι αναγκαία με σκοπό να προσδώσουν το στοιχείο της αποτελεσματικότητας του διατάγματος παγοποίησης (βλ. Seamark Consultancy Services Ltd v. Joseph Lasala κ.α. (ανωτέρω) και Μalofeev v. VTB Capital plc (2011) EWCA Civ. 1252). Στο White Book του 2019 με σαφήνεια διατυπώνονται οι σκοποί έκδοσης τέτοιας φύσης διαταγμάτων αποκάλυψης ως ακολούθως:
“For the purpose of rendering a freezing injunction effective (before judgment as well as after judgment), the court may make orders requiring the defendant (1) to make a statement disclosing his assets, (2) to give discovery of documents, and (3) to provide information. Such orders can assist (1) in determining the existence, nature and location of assets, (2) in clarifying questions of title concerning assets, and (3) in identifying third parties to whom notice of the injunction should be given for the purpose of ensuring that they do not advertently or inadvertently assist the defendant in the removal or disposal of assets”.
Στην παρούσα, η Αιτήτρια αναφέρει τα περιουσιακά στοιχεία των εναγόμενων τα οποία είναι γνωστά σε αυτήν και ζητά περαιτέρω αποκάλυψη περιουσιακών τους στοιχείων. Τούτο είναι αναγκαίο με σκοπό να ξεκαθαρίσει και να υπάρχει σαφής εικόνα αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία των εναγόμενων έτσι ώστε να μπορεί να εκτελεστεί το διάταγμα παγιοποίησης και κρίνω ότι δικαιολογείται.
Έλαβα υπόψη μου, περαιτέρω, τη θέση των συνηγόρων της Αιτήτριας, με την οποία επιζητούν την αύξηση του ποσού και της αξίας της περιουσίας των εναγόμενων που έχει παγοποιηθεί. Οι συνήγοροι αναφέρουν ότι δεδομένης της δεύτερης εκτίμησης που έχουν ετοιμάσει η ζημιά της Αιτήτριας, ανέρχεται πλέον στα 31,400,000 δολάρια Αμερικής αντί στα περίπου €10,000,000 που αναφερόταν στην πρώτης τους Έκθεση που παρουσιάστηκε κατά την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Στην βάση αυτού, επιζητούν την δέσμευση περιουσίας μέχρι €10,000,000 για έκαστο εναγόμενο αντί €3,000,000, όπως είναι το διάταγμα το οποίο εκδόθηκε. Έλαβα υπόψη μου τα πιο πάνω καθώς και το γεγονός ότι το πιο πάνω ποσό συμφωνήθηκε από τα μέρη και τροποποιήθηκε το αρχικό διάταγμα. Έλαβα, επίσης, υπόψη μου το σύνολο των αξιούμενων αποζημιώσεων και την έκταση του υφιστάμενου διατάγματος για έκαστο εναγόμενο, και κρίνω ότι, υπό τις περιστάσεις, δεν δικαιολογείται η διαφοροποίηση του εν λόγω διατάγματος. Η συνολική παγιοποίηση είναι αρκετή για να καλύψει τυχόν μελλοντική απόφαση που ήθελε εκδοθεί υπέρ της Αιτήτριας.
Δεν παραγνωρίζω, επίσης, ότι μέρος των διαταγμάτων ζητούνται και ως τελική θεραπεία στην αγωγή και ειδικότερα τα απαγορευτικά διατάγματα που σχετίζονται με την απαγόρευση της παραβίασης των πνευματικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας. Έχει νομολογηθεί ότι είναι ανεπιθύμητο να εκδίδονται προσωρινά διατάγματα για ταυτόσημες θεραπείες με αυτές της αγωγής έτσι ώστε να ισοδυναμεί με απόφαση στην αγωγή χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στον εναγόμενο να αμφισβητήσει την αξίωση μέσα από τη δίκη (βλ. Αβερκίου v. Θέο Κτηματική Λτδ κ.α. , Πολ. Έφεση Αρ. 85/2010, Ημερ. 31/01/2013). Το ανεπιθύμητο, όμως, της έκδοσης τέτοιου είδους διαταγμάτων δεν ισοδυναμεί με απαγόρευση και αποτελεί ζήτημα ειδικών περιστάσεων (βλ. Penderhill Holdings Ltd κ.α. v. Abramchyk κ.α., Πολ. Έφεση Αρ. 319/2011, Ημερ. 13/01/2014, Parico Aluminium Designs v. Muskita Aluminium Co Ltd κ.α. (2002) 1 Α.Α.Δ. 2015). Στην Avila Management Services Ltd και άλλων v. Frantisek Stepanek κ.α., Πολ. Έφεση 54/12 ημερ. 27.6.12:
«Τέθηκε επίσης ζήτημα ότι δεν ήταν ορθή η χορήγηση των αιτούμενων διαταγμάτων εφόσον μ’ αυτά ουσιαστικά αποφασιζόταν και η ίδια η αγωγή. Δεν χορηγείται με άλλα λόγια η ουσιαστική θεραπεία από το ενδιάμεσο στάδιο με αίτηση για προσωρινό μέτρο (Michael v. Brevinos (1969) 1 C.L.R578). Το ανεπιθύμητο όμως δεν εξισούται με απαγόρευση. Δεν υπάρχει άκαμπτος κανόνας αποκλεισμού της θεραπείας ενδιαμέσως, αν αυτή ορθά και δικαίως ζητείται, επειδή και η αγωγή ουσιαστικά επιδιώκει το ίδιο πράγμα. Κατ’ αρχάς η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση, αναθεωρήσιμη ανά πάσα στιγμή θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος. Πρόσθετα, ενώ το εκδοθέν διάταγμα παραχωρείται ως λύση επείγουσας και παρεμπίπτουσας μορφής, οι ίδιες οι θεραπείες που ζητούνται με το κλητήριο, εάν επιτύχουν, χορηγούνται τελεσίδικα και στο διηνεκές (δέστε και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd - ανωτέρω –). Εξαρτάται από την κρίση του Δικαστηρίου, αναλόγως των περιστάσεων (Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co. Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ.2015).»
Στην παρούσα περίπτωση, η έκδοση των απαγορευτικών διαταγμάτων αναφύεται ότι αναγκαία για να σταματήσουν οι εναγόμενοι να παραβιάζουν τα πνευματικά δικαιώματα της Αιτήτριας, δεδομένης της μαρτυρίας που έχει τεθεί ενώπιον μου. Η θεραπεία αυτή είναι προσωρινή και αναγκαία για την προστασία των δικαιωμάτων της Αιτήτριας. Πέραν τούτου, με την αγωγή αξιώνονται και άλλες θεραπείες μεταξύ αυτών αποζημιώσεων και με την έκδοση του εν λόγω διατάγματος δεν αποφασίζεται η αγωγή τελεσίδικα.
Παραμένει η εξέταση των αιτούμενων διαταγμάτων υπό στοιχεία Γ και Δ της Αίτησης τα οποία βασίζονται στις πρόνοιες των Άρθρων 13Α και Β του Νόμου 59/1976. Τα Άρθρα 13A και Β έχουν ως ακολούθως:
«13Α (1) Σε περίπτωση κατά την οποία διάδικος προσκοµίζει ευλόγως διαθέσιµα αποδεικτικά στοιχεία επαρκή προς στήριξη των ισχυρισµών του περί προσβολής ή επικείµενης προσβολής δικαιωµάτων δυνάµει του παρόντος Νόµου, ενώ παράλληλα επικαλείται αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου, το Δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του διαδίκου µπορεί να διατάξει, υπό τους όρους που κατά την κρίση του διασφαλίζεται η εµπιστευτικότητα των πληροφοριών, την προσκόµιση αυτών των στοιχείων από τον αντίδικο.
(2) Αν συντρέχει προσβολή των δικαιωµάτων σε εµπορική κλίµακα το Δικαστήριο µπορεί επίσης, ύστερα από αίτηση διαδίκου, να διατάξει, υπό τους όρους που κατά την κρίση του διασφαλίζεται η εµπιστευτικότητα των πληροφοριών, τη γνωστοποίηση τραπεζικών, χρηµατοοικονοµικών ή εµπορικών εγγράφων που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου.
(3) Οι εµπιστευτικές πληροφορίες που παρέχονται δυνάµει του παρόντος άρθρου χρησιµοποιούνται µόνο για το σκοπό που ορίζεται στο διάταγµα του Δικαστηρίου.
13Β. (1) Στα πλαίσια οποιασδήποτε διαδικασίας δυνάµει του παρόντος Νόµου η οποία αφορά προσβολή των δικαιωµάτων πνευµατικής ιδιοκτησίας σε εµπορική κλίµακα, το Δικαστήριο δύναται κατόπιν αιτιολογηµένης αίτησης διαδίκου, να διατάξει την παροχή πληροφοριών για την προέλευση και για τα δίκτυα διανοµής των εµπορευµάτων ή παροχής υπηρεσιών που προσβάλλουν δικαίωµα πνευµατικής ιδιοκτησίας από τον ύποπτο ή/και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο-
(α) βρέθηκε να κατέχει τα παράνοµα εµπορεύµατα σε εµπορική κλίµακα, ή
(β) βρέθηκε να χρησιµοποιεί τις παράνοµες υπηρεσίες σε εµπορική κλίµακα, ή
(γ) διαπιστώθηκε ότι παρείχε σε εµπορική κλίµακα υπηρεσίες χρησιµοποιούµενες για την προσβολή δικαιώµατος, ή
(δ) υποδείχθηκε από το πρόσωπο που αναφέρεται στις παραγράφους (α) ή (β) ή (γ), ως εµπλεκόµενο στην παραγωγή, κατασκευή ή διανοµή των εµπορευµάτων ή στην παροχή των υπηρεσιών.
(2) Οι πληροφορίες που παρέχονται σύµφωνα µε τις διατάξεις του εδαφίου (1) περιλαµβάνουν εφόσον ενδείκνυται-
(α) τα ονοµατεπώνυµα και τις διευθύνσεις των παραγωγών, κατασκευαστών, διανοµέων, προµηθευτών και λοιπών προηγούµενων κατόχων του προϊόντος ή της υπηρεσίας καθώς και των παραληπτών, χονδρεµπόρων και των εµπόρων λιανικής,
(β) πληροφορίες για τις ποσότητες που παρήχθησαν, κατασκευάστηκαν, παραδόθηκαν, παραλήφθηκαν ή παραγγέλθηκαν καθώς και για το τίµηµα που εισπράχθηκε για τα εν λόγω εµπορεύµατα ή υπηρεσίες.»
Οι πιο πάνω πρόνοιες στο Νόμο, εισάχθηκαν με τον τροποποιητικό Νόμο 123(Ι)/2006 προς εναρμόνιση με τις Οδηγίες 2001/84/ΕΚ και 2004/48/ΕΚ. Όπως, προκύπτει από το λεκτικό των πιο πάνω Άρθρων, σκοπεύουν στην αποκάλυψη αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται στην κατοχή του αντιδίκου καθώς και διάφορες άλλες πληροφορίες, στην περίπτωση που διαπιστώνεται προσβολή των δικαιωμάτων πνευµατικής ιδιοκτησίας σε εµπορική κλίµακα.
Η αποκάλυψη πληροφοριών με σκοπό την ταυτοποίηση ενός αδικοπραγούντα έχει καθιερωθεί με την γνωστή απόφαση στην Norwich Pharmacal v. Customs & Excise [1974] A.C. 133. Νομολογιακά, όμως, έχει αποφασιστεί ότι η εξουσία του Δικαστηρίου για αποκάλυψη, δεν περιορίζεται, μόνο στην ταυτοποίηση του αδικοπραγούντα, αλλά ένα διάταγμα αποκάλυψης μπορεί να εκδοθεί στην περίπτωση που ο ενάγοντας έχει νόμιμο συμφέρον, νοουμένου ότι δεν γίνεται για αλίευση μαρτυρίας που ένας μάρτυρας προτίθεται να καταθέσει στο Δικαστήριο (βλ. Mercantile Group (Europe) AG v. Aiyela [1994] Q.B. 366).
Στο σύγγραμμα Commercial Injuctions, sixth edition, p. 605 – 606, εξηγείται πότε μπορεί να εκδοθεί διάταγμα αποκάλυψης πληροφοριών και ονομάτων πελατών και προμηθευτών στις περιπτώσεις παραβίασης δικαιωμάτων πνευματικής ή διανοητικής ιδιοκτησίας. Είναι ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά:
“Τhe court would take into account on the one hand the likely prejudice to the defendant by way of damage to his business, and on the other hand whether the discovery is material for the purpose of enabling the claimant to prove his claim….. It is well established that the court has jurisdiction to require disclosure of names and addresses of customers and other information to enable the claimant to bring proceedings or take other action against customers concerned.»
Στο πιο πάνω σύγγραμμα, επίσης, αναφέρεται ότι διατάγματα αποκάλυψης δεν πρέπει να εκδίδονται ως μέρος και “πακέτο” μαζί με ένα διάταγμα έρευνας χωρίς διερεύνηση των περιστάσεων της υπόθεσης. Στην Sega Enterprises Ltd v. Alca Electronics [1982] F.S.R. 516, εκδόθηκε, μονομερώς, διάταγμα αποκάλυψης μαζί με διάταγμα έρευνας. Το διάταγμα αποκάλυψης ακυρώθηκε κατ’ έφεση καθότι κρίθηκε ότι δεν ήταν αναγκαίο για τον καθορισμό της απαίτησης του ενάγοντα.
Στην παρούσα υπόθεση, έχει παρουσιαστεί επαρκής μαρτυρία, ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, ότι η εναγόμενη 3 εταιρεία αποτελεί το όχημα μέσω του οποίου γίνεται διανομή, χρήση και εκμετάλλευση του κατ’ ισχυρισμό αντιγραμμένου κα/ή κλεμμένου προϊόντος και/ή υπηρεσιών της Αιτήτριας ενώ ο εναγόμενος 4, είναι ο διευθυντής της. Υπάρχει, επίσης, μαρτυρία περί σύναψης συμφωνιών χρήσης του εν λόγο προϊόντος και διανομής του με τρίτα πρόσωπα. Πέραν τούτου, απαιτείται να εξεταστεί κατά πόσο με την Αίτηση δικαιολογείται επαρκώς η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Με το αιτητικό (Γ) ζητείται η αποκάλυψη όλων των πληροφοριών που οι εναγόμενοι 3 και 4 έχουν στην κατοχή τους και/ή σχετίζονται με την παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας ενώ με το Αιτητικό (Δ) ζητείται η αποκάλυψη όλων των πληροφοριών και των στοιχείων σχετικά με το ποιος τους παρείχε τον Πηγαίο Κώδικα ή τις Εμπιστευτικές πληροφορίες και δεδομένα σχετικά με την Intimate.AI και τον πηγαίο κώδικα, με σκοπό την αντιγραφή ή χρήση ή αναπαραγωγή ή κυκλοφορία ή εκμετάλλευση αυτών και/ή για τα δίκτυα διανομής των εμπορευμάτων και/ή παροχής υπηρεσιών που προσβάλλουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας της ενάγουσας, συμπεριλαμβανομένου τις πληροφορίες που αναγράφονται στο Άρθρο 13Β(2) του Ν.59/1976.
Παρόλα αυτά, δεν επεξηγείται από την Αιτήτρια, η αναγκαιότητα όλων των πιο πάνω πληροφοριών που ζητούνται από τους εναγόμενους αρ. 3 και 4. Η Αιτήτρια, έχει προχωρήσει με την καταχώρηση της Έκθεσης Απαίτησης της και έχει καθορίσει την αξίωση της και το ύψος των αποζημιώσεων που αξιώνει. Επίσης, αναφέρεται στην μαρτυρία της στα γεγονότα και στα άτομα που εμπλέκονται με την κλοπή και αντιγραφή του προγράμματος και του πηγαίου κώδικα της Αιτήτριας. Περαιτέρω, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται ότι εναντίον των εναγόμενων 3 και 4 εκδόθηκε διάταγμα τύπου Anton Piller - έρευνας από το οποίο, όπως προκύπτει, λήφθηκαν σωρεία στοιχείων και εγγράφων. Το εν λόγω διάταγμα περιλαμβάνει και τις αιτούμενες με τα στοιχεία (Γ) και (Δ) πληροφορίες.
Σε κάθε περίπτωση, δεν έχει επεξηγηθεί η αναγκαιότητα των αιτούμενων διαταγμάτων και των πληροφοριών που ζητούνται, υπό τις περιστάσεις, γι’ αυτό θα ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια υπέρ της μη έκδοσης των εν λόγω διαταγμάτων.
Tέλος, οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι η εγγύηση που η Αιτήτρια διατάχθηκε να καταβάλει και/ή να δεσμευθεί είναι ανεπαρκής. Σύμφωνα με την νομολογία, οι πρόνοιες του Άρθρου 9(2) του Κεφ.6 καθιστούν επιτακτικό στο Δικαστήριο να απαιτεί από τον αιτητή την ανάληψη εγγύησης για την εξασφάλιση της υποχρέωσης του για αποζημίωση του προσώπου εναντίον του οποίου και στην απουσία του ζητείται η έκδοση μονομερούς διατάγματος (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση των Panas Hotels Limited κ.α., Πολ. Αίτηση Αρ. 128/2022, ημερ. 09/08/2022, ECLI:CY:AD:2022:D342. Παραπέμπω, επίσης, στον Κανονισμό 25.7 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας 2023. Στην Αναφορικά με την Αίτηση των Group DF Holdings Ltd κ.α., Πολ. Αίτηση Αρ. 4/2019, Ημερ. 31/01/2019 εξηγήθηκε η σημασία και ο σκοπός μιας τέτοιας εγγύησης. Σημασία έχει η εγγύηση που δίδεται να είναι ικανή να καλύψει τυχόν ζημιές. Η εγγύηση δίδεται προς ικανοποίηση του Πρωτοκολλητή και προς το Δικαστήριο και όχι προς τον καθ’ ου η αίτηση. Το είδος και το ύψος της εγγύησης, είναι ζητήματα που εμπίπτουν εντός της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Το ύψος της εγγύησης δεν αποτελεί καλό λόγο για τη μη έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος (βλ. Melouskia Commercial Ltd κ.α. v. Chumanchenko Alisa και άλλος (2014) 1 Α.Α.Δ. 2110).
Στην παρούσα υπόθεση το Δικαστήριο διέταξε, κατά την έκδοση των μονομερών διαταγμάτων, όπως η Αιτήτρια υπογράψει εγγύηση ύψους €500,000 και επιπρόσθετα να καταθέσει στον Πρωτοκολλητή του Ε.Δ. Λεμεσού ποσό €200,000, με τους τρόπους που καθόρισε. Παρά το παράπονο των καθ΄ ων η αίτηση περί ανεπάρκειας της εγγύησης που δόθηκε, δεν επεξηγείται ο λόγος του παραπόνου τους καθώς και κατά πόσο στα πλαίσια της παρούσας αίτησης, μπορεί να εγείρουν τέτοιο ζήτημα ή απαιτείται ξεχωριστή αίτηση, όπως αποφασίστηκε στην Melouskia Commercial Ltd κ.α. v. Chumanchenko Alisa και άλλος (ανωτέρω). Ως εκ τούτου, αυτός ο λόγος ένστασης απορρίπτεται.
Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω, κρίνω ότι η Αίτηση και αιτούμενα διατάγματα δικαιολογούνται και θα πρέπει να εγκριθούν, ως ανωτέρω. Κατά συνέπεια, τα διατάγματα υπό στοιχεία (Β), (Ε) (ως έχει τροποποιηθεί και θα αφορά το ποσό των €3,000,000), (ΣΤ), (Ζ) και (Η) της Αίτησης και/ή ως έχουν εκδοθεί από το Δικαστήριο εναντίον των εναγόμενων 1 - 9, 12, 13 και 14 καθίστανται απόλυτα. Περαιτέρω, εκδίδεται διάταγμα ως το αιτητικό (Θ) της Αίτησης. Τα διατάγματα υπό στοιχεία (Γ) και Δ) απορρίπτονται.
Τα έξοδα της Αίτησης, επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των εναγόμενων – καθ’ ων η αίτηση 1 – 9, 12 και 13 -14, αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα. Έχοντας υπόψη μου τις πρόνοιες του Μέρους 39.7 έχω υπολογίσει συνοπτικά τα έξοδα και αυτά ανέρχονται στο ποσό των €8,628 πλέον Φ.Π.Α. πλέον €345 πραγματικά έξοδα. Τα εν λόγω έξοδα να μειωθούν κατά 15% δεδομένου ότι οι Αιτητές δεν έχουν υποβάλει κατάλογο εξόδων χωρίς οποιαδήποτε δικαιολογία για αυτή την παράλειψη, δυνάμει των προνοιών του Μέρους 39.9.
(Υπ.)…………………………………
Χρ. Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφον,
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο