ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΕΟΔΟΤΟΥ κ.α. ν. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd (πρώην Marfin Popular Bank Public Co Ltd) κ.α., Aρ. Αγωγής: 1936/2016, 24/10/2025
print
Τίτλος:
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΕΟΔΟΤΟΥ κ.α. ν. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd (πρώην Marfin Popular Bank Public Co Ltd) κ.α., Aρ. Αγωγής: 1936/2016, 24/10/2025

 

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.

Aρ. Αγωγής: 1936/2016

 

Μεταξύ:

                                       1.  ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΕΟΔΟΤΟΥ

 2.  ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΘΕΟΔΟΤΟΥ

                                       3.  ΑΔΑΜΑΝΤΙΑΣ ΘΕΟΔΟΤΟΥ

                                       4.  THEZA ENTEPRISES LTD

Εναγόντων

 

και

 

1. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd (πρώην Marfin Popular Bank Public Co 

    Ltd)

2. Gordian Holdings Limited

3. Χριστάκη Ιακωβίδη ως Παραλήπτη/Διαχειριστή της εταιρείας THEZA  

    ENTERPRIZES LTD

Εναγόμενων

------------------

Αίτηση τροποποίησης, ημερομηνίας 17/12/2024

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 24/10/2025

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για ενάγοντες 1 μέχρι 4 - αιτητές: κα Μ. Κωνσταντίνου, για Α.Γ.ΠΑΦΙΤΗΣ & ΣΙΑ, ΔΕΠΕ

Για εναγόμενους 1: καμιά εμφάνιση

Για εναγόμενους 2 - καθ’ ων η αίτηση: κα Τ. Γρηγορίου, για CHRYSSES DEMETRIADES & CO LLC

Για εναγόμενο 3 - καθ’ ου η αίτηση: κα Η. Κωνσταντίνου, για Σ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Τα ουσιαστικά γεγονότα που συνθέτουν τη βάση της αγωγής και θεμελιώνουν το αγώγιμο δικαίωμα των εναγόντων εναντίον των εναγόμενων 1 μέχρι 4 σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης της αγωγής των πρώτων είναι τα εξής:

 

Στον ουσιώδη χρόνο, ο ενάγοντας 1 ήταν και εξακολουθεί να είναι ο μοναδικός διευθυντής και εκ των μετόχων των εναγόντων 4, ο ενάγοντας 2, γραμματέας και επίσης, εκ των μετόχων των εναγόντων 4 και η ενάγουσα 3, εκ των μετόχων των εναγόντων 4. Οι τελευταίοι ήταν και εξακολουθούν να είναι εταιρεία η οποία ασχολείται - μεταξύ άλλων - με τη δημιουργία και/ή διαχείριση φάρμων στρουθοκαμήλων κ.ο.κ. Κατά τον ίδιο χρόνο, ήταν και/ή εξακολουθούν να είναι υπό καθεστώς διαχείρισης, δυνάμει κυμαινόμενης επιβάρυνσης.

 

Κατά τον ίδιο, πάντοτε χρόνο, οι εναγόμενοι 1 και 2 ήταν αδειοδοτημένα πιστωτικά ιδρύματα και ο εναγόμενος 3, διορισμένος διαχειριστής και/ή παραλήπτης των εναγόντων 4, δυνάμει κυμαινόμενης επιβάρυνσης.

 

Δυνάμει προφορικών και/ή γραπτών συμφωνιών, οι εναγόμενοι 1 και 2 παρείχαν στους ενάγοντες 1 μέχρι 4, χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις. Κατά ή περί τις 14/9/2005, μεταξύ εναγόντων 4 και εναγόμενων 1 συνάφθηκε συμφωνία δανείου. Την ίδια μέρα, οι ενάγοντες 4 συνήψαν συμφωνία χρεωστικού ομολόγου προς όφελος των εναγόμενων 1, υπό μορφή κυμαινόμενης επιβάρυνσης επί του συνόλου και/ή μέρους των ενεργητικών στοιχείων των πρώτων.

 

Κατά ή περί τις 5/11/2010, οι εναγόμενοι 1 διόρισαν τον εναγόμενο 3, ως παραλήπτη/διαχειριστή των εναγόντων 4, ο οποίος ανέλαβε να εκπληρώσει τα εκ του νόμου και/ή συμβατικά καθήκοντα και/ή υποχρεώσεις, στα πλαίσια της διαχείρισης των τελευταίων.

 

Κατά η περί τις 29/3/2013, δυνάμει διατάγματος του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία και/ή υποχρεώσεις και/ή καθήκοντα και/ή δικαιώματα των εναγόμενων 1 μεταβιβάστηκαν στους εναγόμενους 2.

 

Κατά ή περί το 2011, οι εναγόμενοι 1 και/ή 2 καταχώρησαν σωρεία αγωγών εναντίον των εναγόντων 1 μέχρι 4 στα πλαίσια των οποίων, κατόπιν αυθαίρετης και/ή καταχρηστικής και/ή αντινομικής συναίνεσης και/ή αποδοχής από τον εναγόμενο 3 εκδόθηκαν δικαστικές αποφάσεις υπέρ των εναγόμενων 1 και/ή 2 και εναντίον των εναγόντων 1 και/ή 2 και/ή 3 και/ή 4.

 

Ισχυρίζονται οι ενάγοντες ότι ο εναγόμενος 3 αμέλησε και/ή παρέλειψε και/ή αρνήθηκε να ενεργήσει σύμφωνα με τα συμβατικά και/ή εκ του νόμου καθήκοντα και/ή υποχρεώσεις του, στα πλαίσια της διαχείρισης, δυνάμει της παραπάνω κυμαινόμενης επιβάρυνσης. Με την παράγραφο 17 της έκθεσης απαίτησης, του αποδίδουν σωρεία λεπτομερειών αμέλειας και/ή παράλειψης επίδειξης της δέουσας και/ή προσήκουσας επιμέλειας, υπό την ιδιότητά του, ως παραλήπτη/διαχειριστή των εναγόντων 4.

 

Συνεπεία όσων του προσάπτουν ισχυρίζονται - μεταξύ άλλων - ότι οι ενάγοντες 1, 2 και 3 παρεμποδίστηκαν από τα δικαιώματα και/ή υποχρεώσεις τους προς τους ενάγοντες 4 και/ή αναφορικά με τη λειτουργία και/ή διαχείριση των εναγόντων 4, όσον αφορά το φάσμα εργασιών και δραστηριοτήτων τους. Άνευ βλάβης ισχυρίζονται ότι ο διορισμός του εναγόμενου 3, ως παραλήπτη/διαχειριστή, ήταν παράνομος και/ή καταχρηστικός.

 

Ισχυρίζονται ακόμη οι ενάγοντες ότι οι εναγόμενοι 1 και 2, υπό την ιδιότητά τους ως κατόχων της παραπάνω κυμαινόμενης επιβάρυνσης, για σκοπούς προστασίας και/ή διαφύλαξης των συμφερόντων και/ή περιουσιακών στοιχείων των εναγόντων 4 είχαν και/ή έχουν μεταξύ άλλων, υποχρέωση και/ή καθήκον και/ή ευθύνη να προβαίνουν σε έλεγχο και/ή εποπτεία αναφορικά με την άσκηση των καθηκόντων του εναγόμενου 3. Ωστόσο, ενεργώντας αμελώς και/ή αντισυμβατικά κ.ο.κ. παρεμπόδιζαν και/ή παρακώλυαν τους ενάγοντες 1, 2 και 3 να ασκήσουν οποιαδήποτε δικαιώματα διατηρούν σε σχέση με τη λειτουργία και/ή διαχείριση των εναγόντων 4 κ.ο.κ. Οι σχετικές λεπτομέρειες αμέλειας και/ή παράλειψης επίδειξης της δέουσας και/ή προσήκουσας επιμέλειας που αποδίδονται στους εναγόμενους 1 και 2 εκτίθενται στην παράγραφο 23 της έκθεσης απαίτησης.

 

Κατά ή περί τις 8/11/2011, ο εναγόμενος 3 απέστειλε επιστολή στους ενάγοντες 1 μέχρι 4 με την οποία τους κοινοποιούσε και/ή ενημέρωνε ότι κατά ή περί τις 4/11/2011 προέβη σε κοινοποίηση και/ή γνωστοποίηση προς του εναγόμενους 1, της ειδοποίησης παραίτησης και/ή παύσης του από διαχειριστής και/ή παραλήπτης των εναγόντων 4. Εντούτοις, οι εναγόμενοι 1 και 2 αμέλησαν και/ή παρέλειψαν να προβούν στη λήψη όλων των απαραίτητων ενεργειών και/ή διαβημάτων προς επίσημη γνωστοποίηση της εν λόγω ειδοποίησης παραίτησης προς το αρμόδιο τμήμα του Εφόρου Εταιρειών.

 

Συνεπεία των πιο πάνω αμελών και/ή αντισυμβατικών κ.ο.κ., ενεργειών των εναγόμενων 1 και 2, ο εναγόμενος 3 εξακολουθούσε ψευδώς και/ή αναληθώς να εμφαίνεται στα επίσημα αρχεία του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών, ως διαχειριστής και/ή παραλήπτης των εναγόντων 4.

 

Με την αγωγή τους οι ενάγοντες αξιώνουν εναντίον των τριών εναγόμενων, αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, διάφορες αναγνωριστικές δηλώσεις, γενικές, παραδειγματικές και/ή τιμωρητικές αποζημιώσεις και τέλος, απόφαση και/ή διάταγμα για συμψηφισμό των ποσών των δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν υπέρ των εναγόμενων 1 και/ή 2 και εναντίον των εναγόντων 4 και/ή των εναγόντων 1, 2 και 3 προσωπικά, ως εγγυητών των εναγόντων 4 και/ή εναντίον άλλων εγγυητών, στο πλαίσιο 10 αγωγών (αναφέρονται οι αριθμοί των αγωγών) και/ή των ποσών που διεκδικούν και/ή απαιτούν οι εναγόμενοι 1 και 2 από όλους τους ενάγοντες και/ή άλλα πρόσωπα.

 

Για ό,τι μας ενδιαφέρει οι εναγόμενοι 2, με την υπεράσπισή τους απορρίπτουν όλους τους ισχυρισμούς των εναγόντων που συνθέτουν τη βάση της - και - εναντίον τους αγωγής τους. Το ίδιο κάνουν και για τις αξιώσεις τους, τις οποίες απορρίπτουν ως νόμω και ουσία αβάσιμες. Καταληκτικά ζητούν απόρριψη της αγωγής.

 

Η υπόθεση βρίσκεται σε πολύ προχωρημένο στάδιο. Να πω απλώς ότι ορίστηκε και 4 φορές για ακρόαση.

 

Οι ενάγοντες, στις 17/12/2024 καταχώρησαν την υπό κρίση αίτηση με την οποία ζητούν τροποποίηση της έκθεσης απαίτησής τους. Οι αιτούμενες τροποποιήσεις είναι ουσιαστικές και περιλαμβάνουν και προσθήκη αξίωσης, υπό μορφή ειδικών ζημιών «..ύψους €4,445.000 πλέον η διαφορά της αξίας του ακινήτου στον Μάιο του 2024 με την τιμή πώλησης του τον Δεκέμβρη 2024..»

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο ενάγοντας 1, κατ’ εξουσιοδότηση όλων των εναγόντων.

 

Οι εναγόμενοι 2 καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση. Αποτελείται από 9 λόγους και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του υπαλλήλου τους, Δαμιανού Τσαγγάρη.

 

Παρεμβάλλεται στο σημείο αυτό ότι η υπόθεση εναντίον των εναγόμενων 1 έχει ανασταλεί, ενώ ο εναγόμενος 3 δεν έχει καταχωρήσει ένσταση στην αίτηση. Κατά την ακρόαση της αίτησης, η ευπαίδευτη δικηγόρος του προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Εμείς δεν έχουμε ένσταση στην αίτηση, καθ’ εαυτή, αλλά θα το αφήσουμε στην κρίση του Δικαστηρίου.»

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξάχθηκε στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων. Δεν προτίθεμαι να το επαναλάβω και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των εκατέρωθεν - γραπτών - αγορεύσεων των δικηγόρων. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.

 

Με τους 1ο , 2ο , 5ο ,7ο και 8ο λόγους ένστασης, ουσιαστικά υποβάλλεται ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και συγκεκριμένα, της Δ.25 Θ.1.(3) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως έχει τροποποιηθεί.

 

Η ισχύουσα Δ.25 Θ.1.(3), που αποτελεί κοινό έδαφος μεταξύ των μερών ότι διέπει την υπό κρίση αίτηση - έχοντας υπόψη ότι καταχωρήθηκε μετά την έκδοση της κλήσης οδηγιών εκ μέρους των εναγόντων (στις 7/2/2020) - ακολουθεί αυτούσια:

 

«Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.»

 

Από το περιεχόμενο του παραπάνω θεσμού, ως θέμα ερμηνείας προκύπτουν τα εξής:

 

Μετά την έκδοση της διαλαμβανόμενης στη Δ.30, κλήσης για οδηγίες, ο κανόνας είναι ότι δεν επιτρέπεται καμιά τροποποίηση στη δικογραφία. Στον εν λόγω κανόνα υπάρχουν μόνο δυο εξαιρέσεις. Η πρώτη αφορά στο, εκ παραδρομής, καλόπιστο λάθος, κατά τη σύνταξη της δικογραφίας και η δεύτερη, τις περιπτώσεις όπου έχουν προκύψει - προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου - νέα δεδομένα, τα οποία δεν υπήρχαν κατά τη λήψη οδηγιών - για ό,τι μας ενδιαφέρει - για καταχώρηση της έκθεσης απαίτησης.

 

Σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας τού Γ. Μπαμπινιώτη, Β΄ Έκδοση (2002) «παραδρομή» είναι η έλλειψη προσοχής, η απροσεξία. Συνώνυμη της λέξης είναι η αβλεψία. Σύμφωνα δε με το Μεγάλο Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας τού Α. Γεωργοπαπαδάκου «παραδρομή» είναι το λάθος από αβλεψία, απροσεξία. Σύμφωνα και πάλι με το λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη «εκ παραδρομής» σημαίνει από απροσεξία.

 

Έχοντας υπόψη την ερμηνεία της παραπάνω λέξης και φράσης, αντίστοιχα, η φράση «εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας» κατά τη γνώμη μου, έχει την έννοια της συμπερίληψης ή της μη συμπερίληψης στη δικογραφία, κατά τη σύνταξή της, κάποιου ισχυρισμού γεγονότος και/ή νομικού ισχυρισμού, ο οποίος συμπεριλήφθηκε ή αναλόγως, δε συμπεριλήφθηκε στη δικογραφία, είτε από έλλειψη προσοχής είτε από απροσεξία είτε από καλόπιστο λάθος, λόγω αβλεψίας, οπότε, σε τέτοια περίπτωση, κατ’ εξαίρεση, ακόμη και μετά την έκδοση της κλήσης οδηγιών, επιτρέπεται η τροποποίηση της δικογραφίας, για διαγραφή ή αναλόγως, προσθήκη σ’ αυτή των εν λόγω ισχυρισμών, είτε ακόμη και τα δυο. Αυτονόητο πως, στην περίπτωση που η αίτηση τροποποίησης αποβλέπει σε προσθήκη τέτοιων ισχυρισμών, αυτό έχει την έννοια ισχυρισμών, υπαρκτών και γνωστών στο συντάκτη του δικογράφου κατά τη σύνταξή του, οι οποίοι δε συμπεριλήφθηκαν σ’ αυτό, είτε λόγω έλλειψης προσοχής είτε λόγω απροσεξίας είτε εκ λάθους και δη καλόπιστου, λόγω αβλεψίας.

 

Απ’ εκεί και πέρα, αναφορικά με τη δεύτερη περίπτωση κατά την οποία μπορεί να επιτραπεί η τροποποίηση της δικογραφίας μετά την έκδοση της κλήσης οδηγιών θεωρώ ότι η φράση «..που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ..» θα πρέπει ερμηνευθεί στενά. Κατά τη γνώμη μου έχει έννοια δεδομένων, δηλαδή, είτε γεγονότων είτε νομικών ισχυρισμών που δεν μπορούσαν να προβληθούν πριν την έκδοση της κλήσης οδηγιών, επειδή δεν υφίσταντο κατά τη λήψη οδηγιών για την καταχώρηση - στην προκειμένη περίπτωση όπου η αγωγή καταχωρήθηκε με γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα - της έκθεσης απαίτησης. Εάν ο συντάκτης της σχετικής πρόνοιας ήθελε να καλύψει και δεδομένα τα οποία, μολονότι ήταν υπαρκτά το συγκεκριμένο χρόνο, εντούτοις, επειδή ο ενάγοντας για οποιοδήποτε λόγο ή λόγους, τα αγνοούσε γι’ αυτό και δεν τα περιέλαβε εξ αρχής στο δικόγραφό του, προφανώς θα προέβαινε και σε ανάλογη διατύπωση. Συγκεκριμένα θα αναφερόταν σε δεδομένα «μη γνωστά» και όχι «μη υπαρκτά» είτε ακόμη και στα δυο με διαζευκτικό τρόπο («μη γνωστά και/ή υπαρκτά.»). Η πρώτη φράση αφορά σε δεδομένα τα οποία υπήρχαν και ήταν άγνωστα και η δεύτερη σε δεδομένα που δεν υπήρχαν.

 

Όμως, επειδή η παρούσα υπόθεση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικών) Διαδικαστικών Κανονισμών του 2022 (35/2022), ο κανονισμός 4 προνοεί ότι:

 

«Για όλες τις υποθέσεις μεταξύ των πιο πάνω ετών για τις οποίες υπάρχει ήδη ορισμένη  ημερομηνία έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας ή που έχουν οριστεί για οποιονδήποτε σκοπό ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν επιτρέπεται, χωρίς την προηγούμενη άδεια του δικαστηρίου, η καταχώριση οποιασδήποτε ενδιάμεσης αίτησης. Το αίτημα για άδεια τίθεται προφορικώς ενώπιον του δικαστηρίου προς έγκριση ή απόρριψη αναλόγως της περιπτώσεως. Εναπόκειται στο δικαστήριο να εξετάσει το αίτημα για να δώσει όλες τις πρέπουσες οδηγίες ή/και να αποφασίσει ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.»

 

Οι ενάγοντες, ασκώντας το δικαίωμα που τους παρέχει ο πιο πάνω κανονισμός, στις 17/10/2024 με ηλεκτρονικό μήνυμα των δικηγόρων τους, υπόβαλαν αίτημα για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης τροποποίησης της έκθεσης απαίτησης. Οι εναγόμενοι 2 έφεραν ένσταση στο αίτημα, οπότε, το Δικαστήριο - με διαφορετική σύνθεση από το παρόν - όρισε την υπόθεση για την υποβολή σχετικών γραπτών αγορεύσεων.

 

Επειδή, όπως θα διαφανεί στη συνέχεια έχει σημασία όσα ακολουθούν περιέχονται στη γραπτή αγόρευση των ευπαίδευτων δικηγόρων των εναγόντων.

 

Οι ενάγοντες, κατόπιν λήψης νομικής συμβουλής επιθυμούν την τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης, δια της προσθήκης σε αυτή λεπτομερειών ειδικών ζημιών. Ο καθορισμός τους θα γίνει με αναφορά σε εκτίμηση η οποία καθορίζει την αξία του ακινήτου κατά το χρόνο που ανέλαβε ο παραλήπτης/διαχειριστής σε σύγκριση με τη μείωση της αξίας του ακινήτου, σήμερα. Θεωρούμε ότι το αγώγιμο δικαίωμα υπήρχε κατά την καταχώρηση της αγωγής, ήτοι, η αμέλεια και η καταστροφή που έγινε στην επίδικη φάρμα εκτροφής στρουθοκαμήλων. Με την αγωγή, οι ενάγοντες αιτούνται μόνο γενικές αποζημιώσεις. Θεωρούμε ότι αυτό μάλλον έγινε λόγω καλόπιστου λάθους του δικηγόρου που καταχώρησε την απαίτηση.

 

Επί της ουσίας της υπόθεσης, ο λόγος καθυστέρησης υποβολής του αιτήματος για τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης είναι επειδή οι ζημιές στην επίδικη φάρμα ήταν συνεχείς από την ημερομηνία που ανέλαβε ο διαχειριστής/παραλήπτης, μέχρι σήμερα. Η πραγματική εκτίμηση της ζημιάς δύναται να αποτιμηθεί μόνο σε χρόνο σύντομο προς την ακρόαση της υπόθεσης, ούτως ώστε να είναι δικογραφημένη η ζημιά σε ολοκληρωτικό βαθμό και ακριβέστερα. Και να καταχωρείτο απαίτηση ειδικών ζημιών, αυτή θα έπρεπε να τροποποιηθεί σε χρόνο σύντομο προς την ακρόαση της υπόθεσης, καθότι οι ζημιές αυτές καθορίζονται με βάση τη μείωση της αξίας του ακινήτου.

 

Η τροποποίηση αφορά μόνο στην εισαγωγή στην έκθεση απαίτησης των ειδικών αποζημιώσεων καθώς και της σχετικής έκθεσης ειδικού. Τίποτε σε σχέση με τους ισχυρισμούς περί αμέλειας δε θα τροποποιηθεί. Περιγραφή των ζημιών γίνεται στην έκθεση απαίτησης. Εκείνο που δε συμβαίνει είναι ο υπολογισμός της ζημιάς σε χρήμα.

 

Η συνάδελφος που είχε επιληφθεί του αιτήματος, με την έκδοση της αιτιολογημένης απόφασής της, ημερομηνίας 26/11/2024 παραχώρησε την αιτούμενη άδεια. Το καταληκτικό μέρος της απόφασης παρατίθεται αυτούσιο:

 

«Άδεια δίδεται στην πλευρά των Εναγόντων για καταχώρηση αίτησης τροποποίησης της Έκθεσης Απαίτησης σε σχέση με ισχυριζόμενες ζημιές, το αργότερο μέχρι την 17.12.2024.»

 

Όπως και έγινε. Οι ενάγοντες καταχώρησαν την υπό κρίση αίτηση, στις 17/12/2024. Στην υποστηρικτική της, ένορκη δήλωση, ο ενάγοντας 1, μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής:

 

Με τις αιτούμενες τροποποιήσεις επιχειρούμε να προσθέσουμε λεπτομέρειες σε ό,τι αφορά τις ζημιές που υπέστηκαν οι ενάγοντες 1 μέχρι 4. Κατά τη σύνταξη της έκθεσης απαίτησης από τους προηγούμενους δικηγόρους μας φαίνεται να έγιναν καλόπιστα λάθη και σε αυτή, θα πρέπει να εισαχθούν κάποια επιπρόσθετα σημεία που αφορούν το θέμα της ευθύνης των εναγόμενων, καθώς επίσης και λεπτομέρειες των ειδικών ζημιών. Σε ό,τι αφορά το θέμα της ευθύνης αποτελεί άποψη των δικηγόρων μας ότι το δικόγραφο θα πρέπει να βελτιωθεί σε κάποιο βαθμό στο σημείο αυτό για να καθορίσει επακριβώς τα επίδικα ζητήματα και τις παραλείψεις των εναγόμενων. Η βάση της αγωγής δεν αλλάζει αλλά προσδιορίζονται καλύτερα τα επίδικα θέματα.

 

Η αίτηση δεν μπορεί να πετύχει. Ακολουθεί το σκεπτικό.

 

Καταρχάς, οι ενάγοντες, ενώ είχαν ζητήσει άδεια καταχώρησης αίτησης τροποποίησης προκειμένου να εισαγάγουν στην έκθεση απαίτησης, μόνο τις ειδικές αποζημιώσεις καθώς και τη σχετική έκθεση ειδικού και το Δικαστήριο, με τη σχετική - ενδιάμεση απόφασή του, τους έδωσε άδεια καταχώρησης της αίτησης σε σχέση μόνο με ισχυριζόμενες ζημιές, καταχώρησαν την υπό κρίση αίτηση, η οποία περικλείει σωρεία αιτούμενων τροποποιήσεων, τις οποίες δεν είχαν την άδεια του Δικαστηρίου να περιλάβουν στην αίτηση.

 

Με την πρώτη αιτούμενη τροποποίηση ζητούν την προσθήκη σωρείας περαιτέρω λεπτομερειών αμέλειας και/ή παράλειψης επίδειξης της δέουσας και/ή προσήκουσας επιμέλειας του εναγόμενου 3, υπό την ιδιότητά του, ως παραλήπτη/διαχειριστή των εναγόντων 4 και το ίδιο ακριβώς κάνουν με τη δεύτερη αιτούμενη τροποποίηση με την οποία ζητούν την προσθήκη, επίσης σωρείας περαιτέρω λεπτομερειών αμέλειας και/ή παράλειψης επίδειξης της δέουσας και/ή προσήκουσας επιμέλειας των εναγόμενων 1 και 2. Η τρίτη αιτούμενη τροποποίηση αποβλέπει στην προσθήκη τριών επιπλέον παραγράφων. Με την πρώτη (παρ. 27) αποδίδουν στους εναγόμενους 1 και 2 ότι ουδέποτε τους ενημέρωσαν για την παύση του διαχειριστή/παραλήπτη και/ή για τη λήξη της διαχείρισης και ότι, εν πάση περιπτώσει, στο αρχείο του Εφόρου Εταιρειών, η παύση του διαχειριστή/παραλήπτη δηλώνεται να έγινε κατά ή περί τις 6/9/2022. Με την ίδια παράγραφο επιδιώκουν την προσθήκη ισχυρισμού ότι οι εναγόμενοι 1 και 2 είναι υπεύθυνοι για τις ζημιές του ακινήτου, αντικειμένου του ομολόγου επιβάρυνσης μέχρι σήμερα, το οποίο απέτυχαν να πωλήσουν σε δίκαιη τιμή. Με τη δεύτερη (παρ. 28) αποδίδουν στους εναγόμενους - μεταξύ άλλων - ότι παρέλειψαν να ενημερώσουν την υπηρεσία Φ.Π.Α. ότι η επιχείρηση φάρμας των εναγόντων 4 τελούσε υπό διαχείριση με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να χρεώνονται με Φ.Π.Α., κατά τη διάρκεια που τελούσαν υπό διαχείριση και στην ουσία δε διεξήγαγαν εργασίες. Η τρίτη παράγραφος (29), ακολουθεί αυτούσια:

 

«Συνεπεία των ως άνω αναφερόμενων στις ανωτέρω παραγράφους οι Ενάγοντες υπέστησαν ζημιές, ως ακολούθως:

 

Λεπτομέρειες Ειδικών Ζημιών.

 

(α) Αξία ακινήτου κατά τον χρόνο παραλαβής του από τον Εναγόμενο 3, €4,851.000 Αξία ακινήτου κατά τον Μάιο του 2024 μετά την μείωση της αξίας του λόγω των λεηλατήσεων και/ή πράξεων και/ή παραλήψεων των Εναγομένων €1,126.000

 

Διαφορά: €3,725.000

 

(β)       Αξία του ακινήτου κατά τον Μάιο του 2024 εκ €1,126.000 μείον το ποσό της επιφυλαχθείσας τιμής τον Δεκέμβριο 2024.

 

(γ)        Οφειλές προς την υπηρεσία ΦΠΑ για τα έτη 2010-2024 ύψους €720,000

 

Σύνολο ζημιών: €4,445.000 πλέον η διαφορά της αξίας του ακινήτου στον Μάιο του 2024 με την τιμή πώλησης του τον Δεκέμβρη 2024

 

Με την τέταρτη αιτούμενη τροποποίηση επιδιώκεται η προσθήκη σχετικής αξίωσης για καταβολή του ποσού των €4.445.000 (ανωτέρω), υπό μορφή ειδικών ζημιών, ενώ, με τις δυο τελευταίες αιτούμενες τροποποιήσεις επιδιώκεται αναρίθμηση των υποπαραγράφων 27 Ι, Κ και Λ σε 27 Κ, Λ και Μ και της παραγράφου 27 σε παράγραφο 30.

 

Για να επαναλάβω, οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των εναγόντων στη γραπτή αγόρευσή τους, την οποία υπόβαλαν προς υποστήριξη του αιτήματός τους για παραχώρηση άδειας καταχώρησης της αίτησης τροποποίησης, μεταξύ άλλων είχαν αναφέρει τα εξής:

 

Η τροποποίηση αφορά μόνο στην εισαγωγή στην έκθεση απαίτησης των ειδικών αποζημιώσεων καθώς και της σχετικής έκθεσης ειδικού. Τίποτε σε σχέση με τους ισχυρισμούς περί αμέλειας δε θα τροποποιηθεί. Περιγραφή των ζημιών γίνεται στην έκθεση απαίτησης. Εκείνο που δε συμβαίνει είναι ο υπολογισμός της ζημιάς σε χρήμα.

 

Από τα παραπάνω σε συνδυασμό με το περιεχόμενο και την εμβέλεια της σχετικής άδειας που είχε δοθεί από το Δικαστήριο είναι σαφές, ότι το μόνο αίτημα που θα πρεπε να περικλείει η αίτηση ήταν συμπερίληψη στην έκθεση απαίτησης, αξίωσης καταβολής κάποιου ποσού/ποσών υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων αναφορικά με τις ισχυριζόμενες ζημιές των εναγόντων και τίποτε πέραν αυτού. Ούτε και μου διαφεύγει ότι με τις αιτούμενες τροποποιήσεις, ουδεμία αναφορά γίνεται σε οποιαδήποτε έκθεση ειδικού.

 

Προστίθενται και τα εξής:

 

Πλείστα όσα ζητούν να προσθέσουν οι ενάγοντες στην έκθεση απαίτησης, εκτός του ότι αποτελούν δεδομένα τα οποία υπήρχαν κατά τη λήψη οδηγιών για καταχώρηση της υφιστάμενης έκθεσης απαίτησης, δεδομένης της φύσης, έκτασης και κυρίως, του περιεχομένου τους, δεν μπορεί να λεχθεί βάσιμα, ότι, η μη συμπερίληψή τους στην υφιστάμενη έκθεση απαίτησης οφείλεται σε εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη του συγκεκριμένου δικογράφου, όπως είναι η θέση των εναγόντων.

 

Και κάτι ακόμη. Επειδή ο ενάγοντας 1, στην παράγραφο 3 της ένορκης δήλωσής του η οποία υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση αναφέρει ότι εξ όσων τον πληροφορούν οι δικηγόροι τους, ο καλύτερος χρόνος δικογράφησης των ζημιών είναι ο πλησιέστερος προς την ακρόαση της υπόθεσης και τούτο, επειδή μόνο τότε μπορεί να αποτιμηθεί η πραγματική εκτίμηση της ζημιάς, θέλω να πω τα εξής:

 

Η υπόθεση, στις 31/3/2021 ορίστηκε για πρώτη φορά για ακρόαση, στις 13/10/2021. Έκτοτε ορίστηκε άλλες τρεις φορές για ακρόαση. Το αίτημα για παραχώρηση άδειας καταχώρησης της υπό κρίση αίτησης υποβλήθηκε στις 17/10/2024 και η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε στις 17/12/2024. Χωρίς να τοποθετούμαι επί της ορθότητας της θέσης των εναγόντων, ως προς το ποιος είναι ο κατάλληλος χρόνο δικογράφησης των ειδικών ζημιών, εκείνο που με βεβαιότητα μπορώ να πω είναι το προφανές. Αν αυτή είναι η θέση τους συναφώς με το θέμα, όφειλαν να είχαν καταχωρήσει την υπό κρίση αίτηση, οποτεδήποτε, μετά τις 31/3/2021 που η αγωγή είχε οριστεί για πρώτη φορά για ακρόαση και σε κάθε περίπτωση, πριν από τις 13/10/2021 που ήταν η ημερομηνία ακρόασης της αγωγής και όχι, τρία και πλέον χρόνια αργότερα και αφού στο μεταξύ η υπόθεση είχε οριστεί άλλες τρεις φορές για ακρόαση.

 

Και κάτι τελευταίο. Εν τέλει, για ποιο λόγο οι ενάγοντες επέλεξαν να καταχωρήσουν την υπό κρίση αίτηση, όχι απλώς μετά την έκδοση της κλήσης οδηγιών, αλλά, 5 σχεδόν χρόνια αργότερα και μετά που η αγωγή είχε οριστεί και 4 φορές για ακρόαση; Επειδή λόγω καλόπιστου λάθους του δικηγόρου που είχε καταχωρήσει την αγωγή, σ’ αυτή περιλήφθηκαν αξιώσεις, μόνο για γενικές αποζημιώσεις, επειδή ο καθορισμός των ειδικών αποζημιώσεων θα γίνει με αναφορά σε εκτίμηση η οποία καθορίζει την αξία του ακινήτου κατά το χρόνο που ανέλαβε ο διαχειριστής/παραλήπτης σε σύγκριση με τη μείωση της αξίας του ακινήτου σήμερα, ή μήπως, επειδή οι ζημιές στην επίδικη φάρμα ήταν συνεχείς από την ημερομηνία που ανέλαβε ο διαχειριστής/παραλήπτης μέχρι σήμερα και η πραγματική εκτίμηση της ζημιάς δύναται να αποτιμηθεί μόνο σε χρόνο σύντομο προς την ακρόαση της υπόθεσης, ούτως ώστε κατά το χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης να είναι δικογραφημένη η ζημιά σε ολοκληρωτικό βαθμό και ακριβέστερα; Όλα αυτά αναφέρονται στη γραπτή αγόρευση των ευπαίδευτων δικηγόρων των εναγόντων προς υποστήριξη του αιτήματος για άδεια καταχώρησης της υπό κρίση αίτησης, τα οποία, ουσιαστικά επαναλαμβάνει και ο ενάγοντας 1 στην ένορκη δήλωσή του που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση.

 

Δε νομίζω πως χρειάζεται να επεκταθώ.

 

Συγκεφαλαιώνοντας, κρίνω ότι οι ενάγοντες απέτυχαν να αποδείξουν ότι τα όσα επιθυμούν να προσθέσουν στην έκθεση απαίτησης της αγωγής τους σ’ αυτό το στάδιο, δεν περιλήφθηκαν σ’ αυτή από την αρχή, λόγω εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της έκθεσης απαίτησης. Επιπλέον, ούτε και με έχουν ικανοποιήσει ότι όλα αυτά αφορούν σε δεδομένα που δεν υπήρχαν κατά το χρόνο που είχαν δώσει οδηγίες στους δικηγόρους τους να καταχωρήσουν την υφιστάμενη έκθεση απαίτησης. Και, με δεδομένο ότι σύμφωνα με τη Δ.25 Θ.1.(3) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, μόνο σε αυτές τις δυο περιπτώσεις επιτρέπεται η τροποποίηση μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες, διαγράφεται η τύχη της αίτησης, η οποία δεν μπορεί να πετύχει.

 

Κατ’ ακολουθία όλων των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, η αίτηση απορρίπτεται.

 

Αναφορικά με τα έξοδα, δε βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο, τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ των εναγόμενων 2 και σε βάρος των εναγόντων 1 μέχρι 4.

 

 

 

                                                                         (Υπ.) ….….………………………

                                                                                   Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

/ΚΚ

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο