SVETLANA TSELMINSH ν. OTKRITIE BROKER LTD κ.α., Αρ. Αίτησης: 1625/2022, 10/9/2025
print
Τίτλος:
SVETLANA TSELMINSH ν. OTKRITIE BROKER LTD κ.α., Αρ. Αίτησης: 1625/2022, 10/9/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Θ. ΘΩΜΑ, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αίτησης: 1625/2022

(i-justice)

Μεταξύ:

SVETLANA TSELMINSH

Ενάγουσα

και

 

OTKRITIE BROKER LTD

Εναγομένων

 

Ως ετροποποιήθηκε δυνάμει Διατάγματος Δικαστηρίου ημερομηνίας 05/07/2024

 

SVETLANA TSELMINSH

Ενάγουσα

και

 

1.      OTKRITIE BROKER LTD

2.      SOVA CAPITAL LIMITED

Εναγομένων

 

Ως ετροποποιήθηκε δυνάμει Διατάγματος Δικαστηρίου ημερομηνίας 22/07/2024

 

SVETLANA TSELMINSH

Ενάγουσα

και

 

1.    OTKRITIE BROKER LTD

2.   SOVA CAPITAL LIMITED δια μέσω των διαχειριστών της David Philip Soden, Ian Colin Wormleighton και Steven Vrowne

Εναγομένων


 

Αίτηση ημερομηνίας 21.11.2024

για τροποποίηση διατάγματος

 

 

Ημερομηνία: 10.9.2025

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα – Καθ’ ης η Αίτηση: κα Ερμίνα Παπασολωμού   

Για Εναγόμενη 1 – Αιτήτρια: κ. Ι. Οικονόμου και κ. Ε. Οικονόμου για                              Ε. Οικονόμου & Σία ΔΕΠΕ   

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

            Η εναγόμενη εταιρεία Otkritie Broker Ltd (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η Αιτήτρια), με την υπό εξέταση Αίτησή της επιδιώκει την τροποποίηση του διατάγματος ημερομηνίας 12.4.2024, με το οποίο παραμερίστηκε η εναντίον της εκδοθείσα απόφαση ημερομηνίας 22.11.2022. Ειδικότερα, επιδιώκει την απάλειψη της πρόνοιας με την οποία επιβλήθηκε ως όρος για τον παραμερισμό της απόφασης η πληρωμή των δικηγορικών εξόδων στη δικηγόρο της Ενάγουσας εντός 45 ημερών από την ημερομηνία που θα ειδοποιηθεί γραπτώς για τον υπολογισμό τους από τον Πρωτοκολλητή και την έγκρισή τους από το Δικαστήριο. Διαζευκτικά αξιώνει την αντικατάσταση του ανωτέρω όρου με νέον όρο σύμφωνα με τον οποίο θα υποχρεούται να πληρώσει τα ανωτέρα δικηγορικά έξοδα εντός 45 ημερών από την ημερομηνία που η δικηγόρος της Ενάγουσας λάβει σχετική έγκριση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων (ΣΕΟΚ).

 

            Η Αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του διευθυντή της Αιτήτριας, κου Gutinskiy, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

Κατά την 22.11.2022 το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον της Αιτήτριας λόγω παράλειψης της να εμφανιστεί στην Αγωγή. Την 17.3.2023 η Αιτήτρια καταχώρισε αίτηση με την οποία αξίωσε τον παραμερισμό της εναντίον της εκδοθείσας απόφασης. Την 12.4.2024 το Δικαστήριο, κατόπιν ακρόασης, εξέδωσε απόφαση με την οποία παραμέρισε την ερήμην εκδοθείσα απόφαση, υπό τον όρο ότι η Αιτήτρια θα πληρώσει στη δικηγόρο της Ενάγουσας τα καθορισθέντα στην απόφαση δικηγορικά έξοδα εντός 45 ημερών από την ημερομηνία που η Αιτήτρια ειδοποιηθεί γραπτώς από τη δικηγόρο της Ενάγουσας για τον υπολογισμό τους από τον Πρωτοκολλητή και την έγκρισή τους από το Δικαστήριο.

 

            Η δικηγόρος της Ενάγουσας με ηλεκτρονικό της μήνυμα ημερομηνίας 7.10.2024 ενημέρωσε τους δικηγόρους της Αιτήτριας αναφορικά με τον υπολογισμό των δικηγορικών εξόδων και την έγκρισή τους από το Δικαστήριο. Η Αιτήτρια αδυνατεί να πληρώσει τα δικηγορικά έξοδα εντός της προθεσμίας που καθόρισε το Δικαστήριο λόγω των οικονομικών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στην Otkritie FC Bank και επί όλων των ελεγχόμενων από αυτήν εταιρειών, κατ’ επέκταση και στην Αιτήτρια. Ειδικότερα αδυνατεί να πληρώσει λόγω της δέσμευσης όλων των περιουσιακών της στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού (ΕΕ) Αρ. 269/2014 του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 17ης Μαρτίου 2014, ως έχει τροποποιηθεί.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4 (1) του ανωτέρου Κανονισμού, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται να επιτρέψουν την αποδέσμευση δεσμευμένων κεφαλαίων, αφού πρώτα διαπιστώσουν ότι τα εν λόγω κεφάλαια προορίζονται για συγκεκριμένους σκοπούς που καθορίζονται διεξοδικά στο ως άνω άρθρο, στους οποίους περιλαμβάνεται η αποδέσμευση για πληρωμή εύλογων επαγγελματικών αμοιβών ή η κάλυψη δαπανών που έχουν σχέση με την παροχή νομικών υπηρεσιών. Καθ’ όσον αφορά την Κύπρο, αρμόδια αρχή για την εξέταση αιτημάτων αποδέσμευσης κεφαλαίων και χρηματοοικονομικών πόρων, τα οποία εμπίπτουν στις ως άνω εξαιρέσεις, είναι η Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων (ΣΕΟΚ). Στην ιστοσελίδα της ΣΕΟΚ βρίσκονται αναρτημένα τα σχετικά έντυπα τα οποία θα πρέπει να συμπληρωθούν για την αίτηση αποδέσμευσης κεφαλαίων. Ως προκύπτει από το σχετικό έντυπο, στην περίπτωση αποδέσμευσης κεφαλαίων για την κάλυψη δαπανών που έχουν σχέση με την παροχή νομικών υπηρεσιών, την αίτηση υποβάλλουν οι πάροχοι υπηρεσιών ή εταιρείες όταν η πληρωμή οφείλεται σ’ αυτούς από «κυρωμένο» πρόσωπο. Ως εκ τούτου, η σχετική αίτηση θα πρέπει να υποβληθεί από τη δικηγόρο της Ενάγουσας, στην οποία και οφείλονται τα δικηγορικά έξοδα, μόνο δε κατόπιν σχετικής έγκρισης αυτά δύνανται να πληρωθούν. Όπως ενημερώνεται από τους δικηγόρους της Αιτήτριας, δεν έχει περιέλθει μέχρι σήμερα εις γνώση τους ή εις γνώση της ίδιας της Αιτήτριας η έκδοση σχετικής έγκρισης από τη ΣΕΟΚ που να επιτρέπει την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων στη δικηγόρο της Ενάγουσας.

 

Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ

 

Η Ενάγουσα εναντιώθηκε στην αιτούμενη θεραπεία.  Με την Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης, την οποία καταχώρισε, προβάλλει 22 συνολικά λόγους ένστασης, οι βασικοί εκ των οποίων είναι οι ακόλουθοι:

 

1.    Η Αίτηση στερείται ουσιαστικού και νομικού ερείσματος.

2.    Δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την τροποποίηση της απόφασης ημερ.12.4.2024.

3.    Τα γεγονότα της υπόθεσης δεν δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της Αιτήτριας.

4.    Η Αιτήτρια απέκρυψε ουσιώδη και σημαντικά γεγονότα.

5.    Υπάρχει υπέρμετρη καθυστέρηση στην καταχώριση της Αίτησης, η οποία προσλαμβάνει τη μορφή περιφρόνησης του Δικαστηρίου, των δικαιωμάτων της ίδιας (Ενάγουσας) και συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

6.    Η Αίτηση δεν γίνεται καλόπιστα και ή θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά σ’ αυτήν και επιπλέον έξοδα στη διαδικασία.

7.    Επιχειρείται η τροποποίηση της απόφασης ημερ.12.4.2024 κατά τρόπο που θα προκαλέσει δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων της ανεπανόρθωτα και κατά τρόπο που η επιδίκαση εξόδων δεν θα αποτελεί επαρκή αποζημίωση.

8.    Η Αίτηση είναι καταχρηστική και αποσκοπεί στη σπατάλη του δικαστικού χρόνου και ή στην καθυστέρηση της απονομής της δικαιοσύνης.

9.    Τα γεγονότα που θεμελιώνουν την Αίτηση ήταν γνωστά ή και μπορούσαν εύλογα να εντοπιστούν από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ημερ.12.4.2024.

 

Η Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του κου Βάλκο, συνεργάτη της δικηγόρου της Ενάγουσας.  Ο κος Βάλκο, μεταξύ άλλων, απορρίπτει τον ισχυρισμό του κου Gutinskiy ότι τα περιουσιακά στοιχεία της Αιτήτριας είναι δεσμευμένα λόγω υποτιθέμενης διασύνδεσης της με την Otkritie FC Bank.  Ως ισχυρίζεται, η Αιτήτρια δεν απέδειξε τέτοια σύνδεση, ούτε παρουσίασε οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία που να στοιχειοθετούν την ύπαρξη σχέσης ή ελέγχου από την Otkritie FC Bank.  Απορρίπτει επίσης τον ισχυρισμό του κου Gutinskiy ότι είναι η δικηγόρος της Ενάγουσας που οφείλει να υποβάλει αίτηση στη ΣΕΟΚ, για το λόγο ότι  η ευθύνη συμμόρφωσης με τους όρους της απόφασης ημερ.12.4.2024 βαρύνει αποκλειστικά την Αιτήτρια. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η Ενάγουσα, επιδεικνύοντας καλή πίστη και διάθεση συνεργασίας, κατέβαλε επανειλημμένες προσπάθειες για εξώδικη διευθέτηση της υπόθεσης, όμως η Αιτήτρια επέδειξε πλήρη αδιαφορία, μη ανταποκρινόμενη στις ως άνω προσπάθειες.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η Αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48 ΘΘ. 1-4, 8 και 9, Δ.57 Θ.2 και Δ.64.

 

Η Δ.57 Θ.2 προνοεί τα ακόλουθα:

 

“A Court or Judge shall have power to enlarge or abridge the time appointed by these Rules, or fixed by any order enlarging time, for doing any act or taking any proceeding, upon such terms (if any) as the justice of the case may require, and any such enlargement may be ordered although the application for the same is not made until after the expiration of the time appointed or allowed : provided that when the time for delivering any pleading or document or filing any affidavit, answer or document, or doing any act is or has been fixed or limited by any of these Rules or by any direction or order of the Court or Judge, the costs of any application to extend such time and of any order made thereon shall be borne by the party making such application unless the Court or Judge shall otherwise order”.

 

Στην υπόθεση Αυξεντίου ν. Σάββα (2003) 1ΑΑΔ 1963 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

«Η Δ.57 θ.2 δίδει εξουσία στο Δικαστήριο «to enlarge or abridge the time appointed by this rule, or fixed by any order enlarging time . . .». Αντίστοιχος θεσμός είναι η Αγγλική Ο.64 r.7.  Σύμφωνα με την Αγγλική νομολογία, ο κανονισμός αυτός έχει εφαρμογή μόνο όπου ο χρόνος καθορίζεται από νομοθετική ρύθμιση, όπως οι θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας και όχι σε άλλες περιπτώσεις. Επισημαίνεται όμως ότι σε ενδιάμεσες διαδικασίες το Δικαστήριο έχει συμφυή εξουσία να παρατείνει το χρόνο, ανεξάρτητα από οποιουσδήποτε κανονισμούς.

 

Στην υπόθεση Τουβλοποιεία Γίγας Λτδ ν. Ουστά (Aρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 109 στη σελ. 112 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά με το θέμα της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου:

 

«Η φύση και τα όρια της σύμφυτης δικαιοδοσίας του δικαστηρίου εξετάστηκαν στη Sofocli v. Leonidou (1988) 1 C.L.R. 584.  Όπως προκύπτει, σύμφυτη είναι η δικαιοδοσία του δικαστηρίου η οποία ενυπάρχει λόγω της ταύτισής της με το δικαστήριο και της αναγκαιότητας ύπαρξής της για τη λειτουργία του δικαστηρίου ως δικαστηρίου δικαίου.  Δεν επεκτείνεται πέραν του ορίου τούτου, ούτε αποτελεί πηγή εξουσίας ανεξάρτητης από το νόμο και τους θεσμούς.»

Η υπόθεση αφορούσε αίτημα για επαναφορά έφεσης παρά την απουσία οποιασδήποτε πρόνοιας στους θεσμούς. Επί του προκειμένου λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 112:

 

«Οι λόγοι για τους οποίους επετράπη η επαναφορά, είναι αποκαλυπτικοί του βάθρου στο οποίο στηρίχθηκε η απόφαση. Ό,τι κατέστησε τις συνθήκες «ιδιάζουσες» ("special circumstances") ήταν η απώλεια της επιστολής με την οποία είχε γνωστοποιηθεί στους εφεσείοντες η ημερομηνία ακρόασης της έφεσης. Κάτω από εκείνες τις συνθήκες, η άρνηση επαναφοράς της έφεσης θα ισοδυναμούσε με αποστέρηση του δικαιώματος υποστήριξης της έφεσης ενώπιον του Εφετείου.»

 

Από την ανωτέρω παρατεθείσα νομολογία καθίσταται φανερό ότι το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας να παρατείνει τον χρόνο για συμμόρφωση της Αιτήτριας με την απόφασή του ημερομηνίας 12.4.2024.

 

Ως έχει ήδη αναφερθεί, η Αιτήτρια διατείνεται ότι αδυνατεί να συμμορφωθεί με τον όρο τον οποίο της επέβαλε το Δικαστήριο για πληρωμή των δικηγορικών εξόδων της δικηγόρου της Ενάγουσας εντός 45 ημερών από την ημερομηνία που θα ειδοποιηθεί γραπτώς για τον υπολογισμό τους από τον Πρωτοκολλητή και την έγκριση τους από το Δικαστήριο.  Αξιώνει δε την παράταση της προθεσμίας για την πληρωμή τους μέχρι η δικηγόρος της Ενάγουσας να εξασφαλίσει την έγκριση της αρμόδιας επιτροπής (ΣΕΟΚ).  Ως λόγο της αδυναμίας πληρωμής προβάλλει τη δέσμευση των περιουσιακών της στοιχείων συνεπεία των οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στην Otkritie FC Bank, η οποία είναι η μητρική εταιρεία της Otkritie Broker Joint Stock Company, αποκλειστικής κατόχου των μετοχών της Αιτήτριας.

 

Πριν προχωρήσω σε περαιτέρω σχολιασμό, θα ήθελα να αναφέρω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για πλήρη απάλειψη του όρου για πληρωμή των δικηγορικών εξόδων της δικηγόρου της Ενάγουσας, φαίνεται να έχει εγκαταλειφθεί από αυτής. Το αίτημά της, κατ’ ουσίαν, περιορίστηκε στην επέκταση του χρόνου για συμμόρφωσή της με το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.4.2024. Εξάλλου η ίδια η Δ.57 Θ.2 η οποία αποτελεί τη νομική βάση της Αίτησης, ομιλεί περί επέκτασης ή μείωσης του χρόνου συμμόρφωσης.

 

Η Ενάγουσα από πλευράς της, δεν αμφισβητεί την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στην Otkritie FC Bank. Ισχυρίζεται όμως, μέσω της ένορκης δήλωσης του κου Βάλκο, ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε οποιαδήποτε σύνδεση της ή άσκηση ελέγχου επ’ αυτής από την ανωτέρω εταιρεία. Ως περαιτέρω ισχυρίζεται, η απλή αναφορά σε διατάξεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού, χωρίς την παράθεση συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων, δεν δύναται να θεμελιώσει τον ισχυρισμό περί σύνδεσης της Αιτήτριας με την  Otkritie FC Bank.

           

Η ως άνω θέση της Ενάγουσας δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο.  Ως έχει ήδη αναφερθεί, στην ένορκη δήλωση του κου Gutinskiy επεξηγείται πως συνδέεται η Αιτήτρια με την Otkritie FC Bank.  Όπως ειδικότερα αναφέρεται, η Otkritie FC Bank είναι η μητρική εταιρεία της Otkritie Broker Joint Stock Company, η οποία είναι η κατ’ αποκλειστικότητα μέτοχος της Αιτήτριας.  Είναι λοιπόν φανερό ότι, αφ’ ης στιγμής η Otkritie FC Bank αποτελεί τη μητρική εταιρεία, τόσο η Otkritie Broker Joint Stock Company, όσο και η Αιτήτρια αποτελούν περιουσιακά της στοιχεία, τα οποία υπόκεινται σε δέσμευση, βάση των οικονομικών κυρώσεων, οι οποίες, ως υπήρξε αδιαμφισβήτητο, επιβλήθηκαν στη μητρική εταιρεία. Οι επιβληθείσες οικονομικές κυρώσεις επεκτείνονται, αναμφισβήτητα και στα περιουσιακά στοιχεία της Αιτήτριας. Τα ανωτέρω αναφερόμενα στην ένορκη δήλωση του κου Gutinskiy είναι επαρκή και, κατά την ταπεινή μου άποψη, έχουν καταστήσει αχρείαστη την παρουσίαση οποιασδήποτε περαιτέρω μαρτυρίας προς απόδειξη της σύνδεσης της Αιτήτριας με τη μητρική εταιρεία Otkritie FC Bank, στην οποία επιβλήθηκαν οικονομικές κυρώσεις.

 

Το άρθρο 2 του ΕΕ Αρ. 269/2014 του Συμβουλίου της Ευρώπης προνοεί τα ακόλουθα:

 

«1.   Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι που βρίσκονται στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο οιουδήποτε από το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή οργανισμούς που σχετίζονται με αυτά όπως περιλαμβάνονται στο παράρτημα I.

 

2.   Κανένα κεφάλαιο ή οικονομικός πόρος δεν διατίθεται, άμεσα ή έμμεσα, σε οποιαδήποτε φυσικά πρόσωπα ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή οργανισμούς που συνδέονται με αυτά όπως όπως περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι».

 

Περαιτέρω, το άρθρο 4 του ιδίου Κανονισμού προνοεί τα ακόλουθα:

 

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να επιτρέψουν την αποδέσμευση ορισμένων δεσμευμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων ή τη διάθεση ορισμένων δεσμευμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων, υπό τους όρους που αυτές θεωρούν κατάλληλους, αφού διαπιστώσουν ότι τα εν λόγω κεφάλαια ή οι εν λόγω οικονομικοί πόροι:

 

 

α)         …………………………………………………………………………………

 

β)

προορίζονται αποκλειστικά για την πληρωμή εύλογων επαγγελματικών αμοιβών ή την κάλυψη δαπανών που έχουν σχέση με την παροχή νομικών υπηρεσιών·

 

γ)

………………………………………………………………………………

 

δ)

………………………………………………………………………………

 

2.   Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνει τα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε άδεια την οποία χορηγεί κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1.»

 

            Από τα όσα αναφέρονται στα ανωτέρω άρθρα, είναι φανερό ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν, υπό όρους, την αποδέσμευση δεσμευμένων κεφαλαίων, τα οποία προορίζονται αποκλειστικά, μεταξύ άλλων, για την κάλυψη δαπανών που έχουν σχέση με την παροχή νομικών υπηρεσιών.

 

            Στην προκείμενη περίπτωση, αναμφισβήτητα τα δικηγορικά έξοδα της δικηγόρου της Ενάγουσας εμπίπτουν στις παρεχόμενες νομικές υπηρεσίες, γι’ αυτό και είναι δυνατή η αποδέσμευση κεφαλαίων της Αιτήτριας για την πληρωμή τους. Υπενθυμίζεται ότι υπόλογη για την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων της δικηγόρου της Ενάγουσας είναι η Αιτήτρια. Ως έχει ήδη αναφερθεί, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του κου Gutinskiy, στην Κύπρου αρμόδια αρχή για την εξέταση αιτημάτων για αποδέσμευση κεφαλαίων και χρηματοοικονομικών πόρων, τα οποία εμπίπτουν στις ανωτέρω εξαιρέσεις, είναι η ΣΕΟΚ. Βασιζόμενος δε στο έντυπο της ανωτέρω επιτροπής, το οποίο παρουσιάζεται με την ένορκη δήλωσή του (Τεκμήριο 3), ισχυρίζεται ότι στην περίπτωση αποδέσμευσης κεφαλαίων για κάλυψη δαπανών που έχουν σχέση με την παροχή νομικών υπηρεσιών, η σχετική αίτηση υποβάλλεται από τους παρόχους υπηρεσιών ή εταιρείες όταν η πληρωμή οφείλεται σ’ αυτούς από «κυρωμένο» πρόσωπο. Κατά συνέπεια, η σχετική αίτηση, κατά τον κ. Gutinskiy, θα πρέπει να υποβληθεί από τη δικηγόρο της Ενάγουσας.

 

            Από πλευράς Ενάγουσας υποστηρίζεται, μέσω της ένορκης δήλωσης του κου Βάλκο, ότι η ευθύνη συμμόρφωσης με τους όρους της απόφασης ημερομηνίας 12.4.2024 και ειδικά με τον όρο για την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων βαρύνει αποκλειστικά την Αιτήτρια. Συνεπώς, δεν είναι η δικηγόρος της Ενάγουσας που θα πρέπει να υποβάλει τη σχετική αίτηση ώστε να εξασφαλιστεί η έγκριση της ΣΕΟΚ, αλλά η ίδια η Αιτήτρια.

 

            Μελέτησα με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τις εκατέρωθεν πλευρές. Στο σχετικό έντυπο υποβολής αίτησης, στο οποίο, ως έχει ήδη αναφερθεί, στηρίζεται η Αιτήτρια, αναφέρονται στο πάνω μέρος της πρώτης σελίδας τα ακόλουθα:

 

“The competent authority will accept applications for the release of frozen funds from:

 

a.      Credit Financial Institutions or

 

b.     Service providers or companies only when payment is due to them by a sanctioned person who has no bank account in Cyprus”.

 

(Η υπογράμμιση είναι δική μου)

 

Τα όσα αναφέρονται αμέσως πιο πάνω καθιστούν φανερό ότι η σχετική αίτηση υποβάλλεται μόνο από τους παρόχους υπηρεσιών ή εταιρείες στους οποίους οφείλεται η πληρωμή από το πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκαν οι κυρώσεις (“sanctioned person”). Κατά συνέπεια, στην προκείμενη περίπτωση, η σχετική αίτηση θα πρέπει να υποβληθεί από τη δικηγόρο της Ενάγουσας, στην οποία οφείλονται τα δικηγορικά έξοδα. Από την άλλη όμως, φαίνεται να τίθεται ως όρος για την αποδεκτότητα της αίτησης η μη ύπαρξη τραπεζικού λογαριασμού στην Κύπρο του προσώπου στο οποίο επιβλήθηκαν οι κυρώσεις, το οποίο είναι υπόλογο στην πληρωμή της δαπάνης. Στην προκείμενη περίπτωση, δεν έχει προσφερθεί οποιαδήποτε μαρτυρία από πλευράς Αιτήτριας ως προς το κατά πόσο διατηρεί ή όχι τραπεζικό λογαριασμό στην Κύπρο. Δεν έχει διαφανεί, επίσης, μέσα από το παρουσιασθέν μαρτυρικό υλικό ότι η Αιτήτρια ή και οι αντιπρόσωποί της ενημέρωσαν τη δικηγόρο της Ενάγουσας ότι δεν τηρείται οποιοσδήποτε τραπεζικός λογαριασμός στην Κύπρο, κατά τρόπο ώστε να καθίστατο αποδεκτή από την αρμόδια επιτροπή η τυχόν υποβολή αίτησης από τη δικηγόρο της Ενάγουσας. Πέραν όμως από τη μη παρουσίαση της ως άνω μαρτυρίας, στη σελίδα 2 του σχετικού εντύπου ζητείται να δοθούν οι πληροφορίες, λεπτομέρειες θα έλεγα καλύτερα, των δεσμευμένων λογαριασμών (information of frozen a/c(s)), όπως αυτές καθορίζονται στη σχετική στήλη. Επιπρόσθετα, απαιτείται όπως, στην περίπτωση που το πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκαν οι κυρώσεις δεν έχει λογαριασμό στην Κύπρο, δοθούν λεπτομέρειες του λογαριασμού από τον οποίο θα γίνει η πληρωμή. Ούτε αυτές οι πληροφορίες όμως φαίνεται να δόθηκαν από πλευράς Αιτήτριας.

 

Είναι λοιπόν φανερό ότι η δικηγόρος της Ενάγουσας, ακόμα και στην περίπτωση που ήταν πρόθυμη, δεν είχε τη δυνατότητα να υποβάλει τη σχετική αίτηση στην αρμόδια επιτροπή, χωρίς να έχει τουλάχιστον πληροφόρηση ότι η Αιτήτρια δεν διατηρεί τραπεζικό λογαριασμό στην Κύπρο. Αναμφισβήτητα δε, μόνον η Αιτήτρια ή και τα εξουσιοδοτημένα από αυτήν πρόσωπα θα μπορούσαν να εφοδιάσουν τη δικηγόρο της Ενάγουσας με αυτή την πληροφόρηση. Αφ’ ης στιγμής λοιπόν η δικηγόρος της Ενάγουσας δεν είχε εφοδιαστεί με τις ανωτέρω πληροφορίες, η υποβολή από αυτήν της σχετικής αίτησης προς την αρμόδια επιτροπή, δεν ήταν δυνατή. Δεν μπορεί να αξιώνεται από πλευράς Αιτήτριας η επέκταση του χρόνου για συμμόρφωσή της με τον όρο για πληρωμή των δικηγορικών εξόδων, μέχρι να εξασφαλιστεί από τη δικηγόρο της Ενάγουσας η έγκριση της αρμόδιας επιτροπής που να επιτρέπει την πληρωμή τους, χωρίς η ίδια να παρέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες και λεπτομέρειες στη δικηγόρο της Ενάγουσας.

 

Ως έχει ήδη αναφερθεί, ένας εκ των λόγων ένσταση της Ενάγουσας είναι ότι η Αίτηση υπεβλήθη με υπέρμετρη καθυστέρηση.

 

Το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τον ως άνω λόγο. Ως έχει διαφανεί, η Αίτηση καταχωρίστηκε πριν τη λήξη της προθεσμίας των 45 ημερών για την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων στη δικηγόρο της Ενάγουσας. Συνεπώς δεν θα μπορούσα να αποδεχθώ ότι υπήρξε καθυστέρηση στην καταχώριση της Αίτησης. Ως μη αποδεκτός κρίνεται και ο λόγος ένσταση ότι η Αίτηση δεν έχει υποβληθεί καλόπιστα.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Για τους λόγους που έχουν επεξηγηθεί λεπτομερώς πιο πάνω, καταλήγω ότι δεν μπορεί να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα για επέκταση του χρόνου συμμόρφωσης της Αιτήτριας με τον όρο για την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων της δικηγόρου της Ενάγουσας, μέχρι να εξασφαλιστεί από την τελευταία η έγκριση από την αρμόδια επιτροπή (ΣΕΟΚ).

 

Για να μην εξουδετερωθούν όμως τα απορρέοντα από την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.4.2024 δικαιώματα, τα οποία απέκτησε η Αιτήτρια και, κατ’ επέκταση, για να μην αποστερηθεί η Αιτήτρια του δικαιώματός της για επανάνοιγμα της υπόθεσης και για προβολής της υπεράσπισής της, θεωρώ ορθό όπως της παραχωρηθεί περαιτέρω χρόνος 60 ημερών από σήμερα προς συμμόρφωσή της με την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων.

 

            Παρενθετικά θα ήθελα να αναφέρω ότι αμφότερες οι πλευρές δύνανται να συνεργαστούν μεταξύ τους, κατά τρόπον ώστε να υποβληθεί η σχετική αίτηση στην αρμόδια επιτροπή (ΣΕΟΚ) για την έγκριση πληρωμής των δικηγορικών εξόδων στη δικηγόρο της Ενάγουσας.

 

            Καθ’ όσον αφορά τα έξοδα της Αίτησης, ενόψει του ότι η Ενάγουσα δεν φέρει οποιαδήποτε ευθύνη για τη μη συμμόρφωση της Αιτήτριας με την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων εντός της καθοριζομένης στην απόφαση προθεσμίας, δεν θα πρέπει να επιβαρυνθεί την πληρωμή τους. Θεωρώ δικαιότερο όπως τα έξοδα επωμιστεί η Αιτήτρια, η οποία ήταν υπόλογη στην πληρωμή τους.

 

            Με βάση τα πιο πάνω, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο παρατείνεται ο χρόνος για συμμόρφωση της Αιτήτριας με τον όρο της απόφασης ημερομηνίας 12.4.2024, για πληρωμή των δικηγορικών εξόδων της δικηγόρου της Ενάγουσας, όπως αυτά υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο, για περίοδο 60 ημερών από σήμερα.

 

            Τα έξοδα της Αίτησης, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης 1 – Αιτήτριας.  

 

 

(Υπ.) ……………..……..

Θ. Θωμά, Π.Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο