Διευθυντή Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος της Κυπριακής Δημοκρατίας εκ Λευκωσίας ν. Κ. Σ., Αρ. Αγωγής: 3169/2009, 30/5/2025
print
Τίτλος:
Διευθυντή Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος της Κυπριακής Δημοκρατίας εκ Λευκωσίας ν. Κ. Σ., Αρ. Αγωγής: 3169/2009, 30/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Σωκράτους, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής:  3169/2009

ΜΕΤΑΞΥ:

 

Διευθυντή Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος της Κυπριακής Δημοκρατίας εκ Λευκωσίας

 

                                                                                                            Ενάγοντος

και

 

 

Κ. Σ. από τη Πάφο

                                                                                                               Εναγομένου

                       

Αίτηση για άδεια εκτέλεσης απόφασης ημερομηνίας 24.08.2023

Ημερομηνία: 30 Μαΐου, 2025 

Εμφανίσεις:

Για Αιτητή – Ενάγοντα: κα. Βάσω Ξενοφώντος Πρωτοπαπά

Για Καθ΄ ου η Αίτηση - Εναγόμενο:  κα. Μαρία Μακρή για Σιαηλής & Σιαηλή Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η  Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

I.    Εισαγωγή

1.   Η υπό εξέταση αίτηση αφορά αίτημα του Αιτητή – Ενάγοντος, (στο εξής ο Αιτητής), για χορήγηση άδειας εκτέλεσης της απόφασης ημερομηνίας 23.04.2010 (στο εξής η «Απόφαση») η οποία εξεδόθη στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγής, δυνάμει της Δ.40 Θ.8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

2.   Δυνάμει της Απόφασης, ο Εναγόμενος – Καθ’ ου η Αίτηση (στο εξής ο «Καθ’ ου η Αίτηση») υποχρεώθηκε να καταβάλει στον Αιτητή το ποσό των €12.608,07 πλέον τόκο προς 8% ετησίως επί του ποσού των  €10.576,21 από 10.05.2008 μέχρι εξοφλήσεως,  πλέον δικηγορικά έξοδα. Από το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης που περιλαμβάνεται στον φάκελο της υπόθεσης, προκύπτει ότι το εν λόγω ποσό αντιστοιχούσε σε οφειλόμενα τέλη ή δικαιώματα κατανάλωσης ύδατος από τον Καθ’ ου η Αίτηση. Σύμφωνα με την μαρτυρία που υποστηρίζει την αίτηση και προσφέρθηκε από τον Σ. Κ., υπάλληλο του Αιτητή[1], ο Καθ’ ου η Αίτηση, μεταγενέστερα της έκδοσης της Απόφασης, προέβη σε τμηματικές καταβολές προς τον Αιτητή, συνολικού ύψους €9.002,34, συμπεριλαμβανομένων τόκων, έναντι του εξ αποφάσεως χρέους του. Ως εκ τούτου, παραμένει ανεξόφλητο υπόλοιπο ύψους €4.393,13 πλέον τόκων. Προς τεκμηρίωση του πιο πάνω ισχυρισμού, προσκομίζεται ως Τεκμήριο «Α» καρτέλα υπόχρεου, η οποία επισυνάπτεται στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση.

3.   Κατά την πάροδο των ετών που μεσολάβησαν, δεν ελήφθησαν μέτρα εκτέλεσης της Απόφασης. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι η μη λήψη μέτρων εκτέλεσης οφείλεται στις πληρωμές σημαντικών ποσών στις οποίες προέβαινε ο Καθ’ ου η Αίτηση, τόσο έναντι του εξ αποφάσεως χρέους όσο και σε σχέση με οφειλές που προέκυψαν μεταγενέστερα, αλλά και στις κατά καιρούς διαβεβαιώσεις του Καθ’ ου ότι θα εξοφλούσε την υπολειπόμενη οφειλή. Είναι ο ισχυρισμός του ενόρκως δηλούντα για τον Αιτητή ότι περί τον Ιούλιο του 2023, ο Καθ’ ου η Αίτηση εξόφλησε τις μεταγενέστερες, μη σχετιζόμενες με την Απόφαση, οφειλές με την υπόσχεση ότι θα εξοφλούσε σύντομα και το εξ αποφάσεως χρέος. Περαιτέρω, προσκομίζεται ως Τεκμήριο «Β» επιστολή ημερομηνίας 25.05.2020 του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας προς τη δικηγόρο του Αιτητή, η οποία περιλαμβάνει οδηγίες για λήψη μέτρων εκτέλεσης. Ωστόσο, φέρεται ότι η επιστολή αυτή δεν παρελήφθη. Στην εν λόγω επιστολή επισυνάπτεται προηγούμενη επιστολή του Επαρχιακού Μηχανικού του Αιτητή προς τον Γενικό Εισαγγελέα ημερομηνίας 28.04.2020, με αίτημα όπως δοθούν οδηγίες για εκτέλεση της Απόφασης, λόγω της μη πλήρους εξόφλησης του σχετικού χρέους. Συνημμένο σε αυτήν, περιλαμβανόταν και πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση.

4.   Η αίτηση αρχικώς καταχωρίστηκε μονομερώς, και κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου (σε προηγούμενη σύνθεση) επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση, ο οποίος αντέδρασε καταχωρίζοντας ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης ημερομηνίας 17.05.2024 συνοδευόμενη από ένορκη δήλωση του ιδίου.

5.   Βασικός πυλώνας των λόγων ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση είναι η κατ’ ισχυρισμόν υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώριση της αίτησης σε τέτοιο βαθμό που να συνιστά κατάχρηση και υπονόμευση της δικαιοσύνης. Υποστηρίζεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για χορήγηση άδειας εκτέλεσης της Απόφασης μετά την παρέλευση τόσο μεγάλου χρονικού διαστήματος. Επιπλέον, προβάλλεται ότι η αίτηση είναι παράτυπη, ανεπαρκής, ασαφής, ατεκμηρίωτη και κακόπιστη, ενώ απουσιάζει το αναγκαίο πραγματικό υπόβαθρο για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Ο Καθ’ ου η Αίτηση ισχυρίζεται περαιτέρω ότι το επιδικασθέν ποσό έχει ήδη εξοφληθεί. Είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση ότι με την συμπεριφορά και αδράνεια του Αιτητή, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι δεν θα λαμβάνονταν μέτρα για την εκτέλεση της Απόφασης και γι’ αυτόν τον λόγο κωλύεται να προβαίνει στην παρούσα αίτηση. 

6.   Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που υποστηρίζουν την αίτηση και την ένσταση, αντίστοιχα. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων μέσω των αγορεύσεων τους ανέπτυξαν την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία τους.

7.   Το περιεχόμενο των αγορεύσεων, καθώς και το σύνολο των ισχυρισμών που περιέχονται στην αίτηση, την ένσταση και τις σχετικές ένορκες δηλώσεις, έχουν ληφθεί πλήρως υπόψη. Ειδική αναφορά σε επιμέρους σημεία αυτών θα γίνει, όπου τούτο κρίνεται αναγκαίο για την αιτιολόγηση της παρούσας απόφασης.

 

II.    Νομική Βάση  

8.     Η υπό εξέταση αίτηση εδράζεται στην Δ.40 Θ.8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου, όπως αυτές αναπτύχθηκαν μέσα από σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συνοψίστηκαν στην υπόθεση Σταυρινίδης ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ,  Πολιτική Έφεση Αρ.  367/12, ημερομηνίας 17.1.2019, και υιοθετήθηκαν στις Astrapi Commission Agents Ltd κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε107/2013, ECLI:CY:AD:2019:A50, ημερομηνίας 21.2.2019 και Ορφανίδη κ.ά. v. S. & G. Securities and General Finance Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 302/2013, ημερομηνίας 08.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:A132:

 

«Είναι επίσης θεμελιωμένο πως, είτε μονομερώς καταχωρηθεί η αίτηση είτε δια κλήσεως, ο αιτητής δέον να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για συγκεκριμένες προϋποθέσεις και δη στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση πρέπει να προσδιορίζεται η ημερομηνία και το αρχικό ποσό της απόφασης καθώς και το οφειλόμενο ακόμη υπόλοιπο.   Περαιτέρω πρέπει να τεκμηριώνεται ότι ο αιτητής δικαιούται σε εκτέλεση της απόφασης.  Προσθέτως δέον να αιτιολογείται η καθυστέρηση και να διαφαίνεται πως δεν επηρεάζεται δυσμενώς ο εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης.  (Βλ. Biochemie Rose Ltd κ.ά. ν. Τράπεζας Κύπρου, Πολ.εφ.11/2013, 1.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A264).

 

Στη ΣΠΕ Κοντέας vMιχαήλ, (2012)1Β Α.Α.Δ.1604 αναφέρθησαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

"Η ίδια η Δ.40 Κ. 8 δεν απαριθμεί τα κριτήρια που το δικαστήριο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη προτού ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια για να διατάξει την ανανέωση μιας απόφασης. Όμως όπως προκύπτει από το λεκτικό της εν λόγω διάταξης, ο διάδικος που υποβάλλει την αίτηση θα πρέπει να ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι δικαιούται εκτέλεσης και το όλο πνεύμα της νομολογίας είναι ότι έχει ο αιτητής το βάρος απόδειξης. Επομένως η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των εφεσειόντων ότι το βάρος δεν πρέπει να είναι στον αιτητή για ανανέωση της απόφασης (εδώ τους εφεσείοντες) δεν μας βρίσκει σύμφωνους.

 

Στην υπόθεση Panaou vChristofi (1963) 2 C.L.R. 19, 23 γενικά με το θέμα εκτέλεσης μιας απόφασης λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«The execution of a judgment is a matter under the Court's supervision and control, and cannot be allowed to be used for purposes of unnecessary oppression as the circumstances of the present case would seem to suggest, or, indeed, for any purpose, other than the proper satisfaction of the Court's judgment, under the Court's control."

 

Τα κριτήρια που το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αναφέρονται σε αγγλικά συγγράμματα όπου ερμηνεύθηκε παρόμοια πρόνοια των αγγλικών θεσμών. (βλ. The Annual Practice 1958 σελ. 1019-1020). Θα πρέπει η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση να περιέχει τα εξής στοιχεία: (α) Την ημερομηνία, το αρχικό ποσό της απόφασης και το οφειλόμενο ακόμα ποσό, (β) ότι ο αιτητής δικαιούται σε εκτέλεση της απόφασης και (γ) να αιτιολογεί την καθυστέρηση.

 

Από αριθμό αγγλικών αποφάσεων (βλ. μεταξύ άλλων W.T.Lamb & Sons vRider [1948] 2 All E.R. 402, Good Challenger Nevugante SA vMetalexportimport SA [2003] Q.B. 471, Duer vFrazer (2001) 1 All E.R. 249 και Patel vSingh [2002] EWCA 1668) φαίνεται ότι ο κανόνας είναι ότι η διακριτική ευχέρεια πρέπει να είναι ενάντια της έγκρισης της αίτησης μετά την παρέλευση των 6 ετών (τώρα 10) εκτός αν υπάρχουν τέτοια γεγονότα που η δικαιοσύνη εξυπηρετείται καλύτερα με την έγκριση της αίτησης.

 

Στην υπόθεση Pater vSingh (πιο πάνω) λέχθηκε ότι προτού δοθεί άδεια για εκτέλεση μετά τα 6 χρόνια ο εξ αποφάσεως πιστωτής θα πρέπει να δώσει στο δικαστήριο ικανοποιητική εξήγηση για την καθυστέρηση ενώ αντίθετα ο εξ αποφάσεως χρεώστης δεν έχει υποχρέωση να δείξει δυσμενή επηρεασμό εξαιτίας της καθυστέρησης. Με δεδομένο ότι μετά τα 6 χρόνια δεν επιτρέπεται εκτέλεση χωρίς την άδεια του δικαστηρίου, ο αιτητής υποχρεούται να ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι συντρέχουν τέτοιες περιστάσεις οι οποίες θέτουν την υπόθεση σε ασύνηθες πλαίσιο (take the case out of the ordinary) ούτως ώστε να είναι δίκαιο όπως δοθεί η άδεια για ανανέωση της απόφασης.

 

9.     Στην Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Μακρίδης κ.ά. (2012) 1Β Α.Α.Δ. 1218 ανατράπηκε η πρωτόδικη κρίση ότι οι εφεσείοντες/αιτητές θα έπρεπε να είχαν καταδείξει την ύπαρξη ειδικών περιστάσεων, παρατηρώντας ότι «κάτι τέτοιο δεν επιβάλλει, ούτε δικαιολογεί η Δ.40 θ.8 στην οποία αναγράφεται απλώς ότι ο αιτών διάδικος θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι δικαιούται να εκτελέσει την υπέρ του απόφαση». 

10. Στην Κτωρίδης ν. Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 290/10, ημερομηνίας 19.06.2014, μετά από ανάλυση προηγούμενων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αγγλικών αυθεντιών, το Εφετείο κατέληξε πως:

 «η λυδία λίθος για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, και το πιο σημαντικό κριτήριο, είναι ο δυσμενής επηρεασμός του εξ αποφάσεως χρεώστη»

(βλWestacre Investments Inc. v. Yugoimport SDPR [2008] EWHC 801 και Good Challenger Navegante SA v. Mineralexportimport SA [2004] 1 Lloyd΄s Rep. 67).  Ως τέτοιος προσδιορισμός του δυσμενούς επηρεασμού θα πρέπει να θεωρείται πως ο εξ αποφάσεως πιστωτής αφήνει τον εξ αποφάσεως οφειλέτη να πιστεύει πως η απραξία του σημαίνει πως δεν πρόκειται να εκτελέσει.

11. Η πιο πάνω νομική προσέγγιση υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση Astrapi Commission Agents Ltd (ανωτέρω), στην οποία τονίστηκε επιπρόσθετα ότι «ως απόσταγμα της σχετικής νομολογίας το κρίσιμο στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου και το πιο καθοριστικό κριτήριο, είναι ο δυσμενής επηρεασμός του εξ αποφάσεως χρεώστη.»

 

III.    Εξέταση Αίτησης

12. Το βάρος απόδειξης ότι ο Αιτητής δικαιούται άδεια εκτέλεσης της Απόφασης, το φέρει ο ίδιος. Δεν αποτελεί δικαίωμα του εξ αποφάσεως πιστωτή, η εκτέλεση της δικαστικής απόφασης μετά την παρέλευση της καθορισμένης, από τους διαδικαστικούς κανονισμούς, χρονικής διάρκειας ισχύος, αλλά οφείλει να δώσει εξηγήσεις, στην απουσία ειδικών περιστάσεων, για το λόγο της καθυστέρησης, (βλ. Λάμπρος Κυπριανού & Υιοί (Εργολάβοι) Λτδ κ.ά. v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 179/2013, ημερομηνίας 27.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:A492).

13. Εν προκειμένω, δεν λήφθηκε από τον Αιτητή κανένα μέτρο εκτέλεσης. Ο Αιτητής δικαιολογεί την παράλειψη του αυτή στις τμηματικές πληρωμές στις οποίες προέβαινε ο Καθ’ ου η Αίτηση κατά το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα τόσο έναντι του εξ αποφάσεως χρέους όσο και έναντι των μεταγενέστερων οφειλών του. Ως αποτέλεσμα, ισχυρίζεται ότι καταβλήθηκε έναντι του εξ αποφάσεως χρέους ένα σεβαστό συνολικό ποσό των €9.002,34, και παραμένει υπόλοιπο €4.393,13 πλέον τόκων. Οι μεταγενέστερες, δε, οφειλές του Καθ’ ου η Αίτηση έχουν διευθετηθεί πλήρως. Υπάρχει, επίσης, ισχυρισμός περί συνεχούς υπόσχεσης εξόφλησης από πλευράς του Καθ’ ου η Αίτηση.

 

14. Στον αντίποδα, είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση ότι εξόφλησε πλήρως το εξ αποφάσεως ποσό και το ποσό που εμφανίζεται σήμερα ως οφειλόμενο υπόλοιπο είναι αποτέλεσμα παράνομων χρεώσεων ή υπολογισμών. Λόγω της φύσεως του ισχυρισμού του Καθ’ ου η Αίτηση, το ειδικό βάρος απόδειξης του ισχυρισμού εξόφλησης του χρέους έχει μετατεθεί στον ίδιο. Δεν έχει προσκομιστεί, όμως, εξοφλητική απόδειξη ή βεβαίωση περί εξόφλησης των οφειλών που αντιστοιχούν στο εξ αποφάσεως χρέος ή των δικηγορικών εξόδων που επιδικάστηκαν εις βάρος του και προς όφελος του Αιτητή. Εύλογα θα αναμένετο, στην απουσία κάποιας έγγραφης εξοφλητικής απόδειξης, να παρουσιάζετο έστω το σύνολο των πληρωμών με τα οποία θα αποδεικνύετο η πλήρης εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους. 

15. Ως εκ τούτου, δεν έχει αποδειχθεί η εξόφληση του χρέους και προκύπτει ότι παραμένει οφειλόμενο υπόλοιπο, ως εμφαίνεται και στο Τεκμήριο Α που συνοδεύει την αίτηση. Οι όποιοι ισχυρισμοί για παράνομες χρεώσεις ή υπολογισμούς, όπως κρίθηκε και στις υποθέσεις Astrapi και Κτωρίδης (ανωτέρω), δεν αφορούν άμεσα στο ζήτημα της παραχώρησης άδειας εκτέλεσης της Απόφασης, αλλά είναι θέμα ορθού υπολογισμού που μπορεί να εγερθεί κατά την εκτέλεση.

16. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρνείται κατηγορηματικά ότι έδινε υποσχέσεις ή παραστάσεις περί διευθέτησης του εξ αποφάσεως χρέους και η θέση του είναι ότι πάντα αμφισβητούσε το αξιούμενο ποσό.  Με όλο τον σεβασμό προς την πλευρά του Καθ’ ου η Αίτηση, η συμπεριφορά του όλα αυτά τα χρόνια δεν συνάδει με αμφισβήτηση του χρέους εκ μέρους του. Ασχέτως εάν η απόφαση εκδόθηκε μονομερώς στην απουσία του, λόγω μη εμφάνισης του, ή ως ισχυρίζεται ο Αιτητής, στην παρουσία του Καθ’ ου και εκ συμφώνου, (παρ’ όλο ότι κάτι τέτοιο δεν υποστηρίζεται από το πρακτικό του Δικαστηρίου), το μόνο δεδομένο είναι ότι εκδόθηκε Απόφαση εναντίον του Καθ’ ου, η οποία δεν ανατράπηκε ή παραμερίστηκε με οποιοδήποτε τρόπο. Εάν ο Καθ’ ου η Αίτηση αμφισβητούσε την εν λόγω οφειλή, θα μπορούσε να λάβει μέτρα παραμερισμού της Απόφασης. Αντίθετα, αποτελεί κοινό έδαφος ότι κατέβαλε ποσά προς τον Αιτητή και σύμφωνα με τους δικούς του ισχυρισμούς, έχει καταβάλει ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό.  

17. Αξιολογώντας τα δεδομένα της υπόθεσης ως προκύπτουν από την προσφερθείσα μαρτυρία, κρίνεται ότι ο Αιτητής έχει αιτιολογήσει ικανοποιητικά την καθυστέρηση στην λήψη μέτρων εκτέλεσης. Θα ήταν τουλάχιστον παράδοξο και άδικο, για τον ίδιο προπάντων τον Καθ’ ου η Αίτηση, να λάμβανε μέτρα ο Αιτητής για αναγκαστική εκτέλεση της Απόφασης, τη στιγμή που ο ίδιος ο Καθ’ ου η Αίτηση με ιδία βούληση προέβαινε σε πληρωμές, τόσο έναντι του εξ αποφάσεως χρέους του όσο και των μεταγενέστερων οφειλών του. Τυχόν λήψη μέτρων εκτέλεσης θα αύξανε αδικαιολόγητα το ύψος των πληρωτέων δικηγορικών εξόδων. Προκύπτει ότι ο Αιτητής βασίστηκε στην καλή θέληση του Καθ’ ου η Αίτηση, όπως αυτή έμπρακτα εκδηλώθηκε, και απείχε από την λήψη μέτρων εκτέλεσης. Το 2020 υπήρξε πρόθεση του Αιτητή να λάβει μέτρα εκτέλεσης, ως συνάγεται από το Τεκμήριο Β που συνοδεύει την αίτηση, αλλά ουδέποτε αυτή ενεργοποιήθηκε. Η επιστολή ημερομηνίας 25.05.2025 (Τεκμήριο Β) στάλθηκε τους πρώτους μήνες εκδήλωσης της πανδημίας «Covid-19» όπου τόσο τα κυβερνητικά τμήματα όσο και ιδιωτικές επιχειρήσεις προσπαθούσαν να λειτουργήσουν υπό τους αυστηρούς περιορισμούς των διαταγμάτων που εκδίδονταν και τα οποία, μεταξύ άλλων, επέβαλαν κατά καιρούς κατ’ οίκον περιορισμούς και μειωμένο προσωπικό σε κάθε οργανισμό σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή. Είναι πολύ πιθανόν στις ασυνήθεις συνθήκες που επικρατούσαν το δεδομένο χρονικό διάστημα, η εν λόγω επιστολή να απωλέστηκε ή να μην παραλήφθηκε καθόλου από τη δικηγόρο του Αιτητή.

18. Δεν έχει διαφανεί ότι ο Αιτητής σκόπιμα ή κακόβουλα καθυστέρησε στην εκτέλεση της Απόφασης και ότι με την προώθηση της παρούσας αίτησης για άδεια εκτέλεσης ενεργεί καταχρηστικά.  Ως η πάγια νομολογία, η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου για αναστολή ή απόρριψη υπόθεσης λόγω κατάχρησης της διαδικασίας χωρεί μόνο εφόσον απολήγει σε καταπίεση ή δυσμενή επηρεασμό του αντιδίκου και όταν εγείρεται ζήτημα κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας, το Δικαστήριο πρέπει να βεβαιώνεται ότι η περίπτωση είναι εμφανώς και έντονα καταχρηστικής φύσης, ώστε να δικαιολογείται η καταστολή της με το κατάλληλο μέτρο (βλ. μεταξύ άλλων Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522, Beogradska D.D. (1996) 1 A.A.D. 911, Pambos & Kostakis Moleskis Trading Ltd κ.α. v. Melpomeni Hotel Apartments Ltd, Ποινική Έφεση Αρ. 163/2009, ημερ. 19.9.2011).  Δεν έχει καταδειχθεί στην προκειμένη περίπτωση ασύγγνωστη παράλειψη ή άδικη ή καταπιεστική συμπεριφορά του Αιτητή, (βλ. Λάμπρος Κυπριανού & Υιοί, Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ v. Ευσταθίου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 47/13, ημερ. 10.06.2019, Panaou v. Haji Christofi (ανωτέρω)).

19. Ούτε προκύπτει επαρκής ένδειξη περί δυσμενούς επηρεασμού του Καθ’ ου η Αίτηση. Δεν φαίνεται να παραπλανήθηκε ο Καθ’ ου η Αίτηση από την απραξία του Αιτητή και να οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο Αιτητής δεν θα επιμείνει στην ικανοποίηση της Απόφασης, (βλ. Astrapi, Κτωρίδης, Σταυρινίδη (ανωτέρω)). Αντιθέτως, προκύπτει γνώση του Καθ’ ου η Αίτηση για την εκκρεμότητα του εξ αποφάσεως χρέους και έμπρακτη πρόθεση σταδιακής αποπληρωμής του, στην οποία ο Αιτητής στηρίχτηκε για να μην προχωρήσει σε λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης. Η επίδειξη επιείκειας εκ μέρους του Αιτητή, ο οποίος ανέχθηκε για σειρά ετών τη μερική και σταδιακή αποπληρωμή του οφειλόμενου ποσού, δεν μπορεί να αναστραφεί σε επιχείρημα περί αδράνειας ή καταχρηστικής καθυστέρησης εκ μέρους του.

20. Υπό το φως των ανωτέρω, το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι πληρούνται πλήρως οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια που απαιτούνται για την έγκριση της παρούσας αίτησης, όπως αυτά έχουν αναλυθεί προηγουμένως. Ειδικότερα, έχει αναφερθεί στην μαρτυρία που συνοδεύει την αίτηση, η ημερομηνία, το αρχικό ποσό της Απόφασης και το οφειλόμενο ακόμη υπόλοιπο. Περαιτέρω, έχει τεκμηριωθεί επαρκώς ότι ο Αιτητής δικαιούται σε εκτέλεση της Απόφασης. Σε ό,τι αφορά την καθυστέρηση που έχει σημειωθεί,  το Δικαστήριο, ερειδόμενο στις αρχές που διατυπώθηκαν στις υποθέσεις Pater v. Singh, Astrapi, Σταυρινίδη (ανωτέρω), κρίνει ότι έχουν καταδειχθεί επαρκώς ιδιάζουσες περιστάσεις, οι οποίες θέτουν την υπόθεση σε ασύνηθες πλαίσιο («take the case out of the ordinary») ούτως ώστε να είναι δίκαιο όπως δοθεί άδεια για ανανέωση της.

 

IV.    Κατάληξη Δικαστηρίου

21. Υπό το φως των ανωτέρω, η αίτηση εγκρίνεται και εκδίδεται διάταγμα με το οποίο δίδεται άδεια για εκτέλεση της Απόφασης για 12 περαιτέρω έτη. Λαμβάνοντας υπόψιν τη φύση και το αποτέλεσμα της αίτησης, το ότι αρχικά αυτή καταχωρίστηκε μονομερώς και το γεγονός ότι αυτή οδηγήθηκε σε ακρόαση κατόπιν υποβολής ένστασης εκ μέρους του Καθ’ ου η αίτηση, κρίνεται δίκαιο όπως επιδικαστούν έξοδα υπέρ του Αιτητή και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση, για την περίοδο από τις 17.05.2024, ημερομηνία καταχώρισης της ένστασης του Καθ’ ου, και έπειτα, ως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Για την περίοδο μέχρι τις 17.05.2024 κάθε πλευρά θα φέρει τα έξοδα της.

 

 

 

 

 

 

(Υπ.)  ………………………………..

                 Μ. Σωκράτους, Ε.Δ.



[1] Μέσω της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 24.08.2023 και συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 07.03.2024.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο