Ελευθέριος Στυλιανίδης ν. Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, Αρ. Αγωγής 1743/2016, 30/7/2025
print
Τίτλος:
Ελευθέριος Στυλιανίδης ν. Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, Αρ. Αγωγής 1743/2016, 30/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.                                                       Αρ. Αγωγής 1743/2016

Μεταξύ: 

                                                  Ελευθέριος Στυλιανίδης    

                                                                                                                       Ενάγοντας   

ν.

                                               Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου

       

                                                                                                                        Εναγόμενη   

Ημερομηνία: 30.07.2025

Εμφανίσεις:

Για τον Ενάγοντα: κος Μιχάλης Α. Μιχαηλίδης   

Για την Εναγομένη: κα. Κάλια Στιβαρού δια ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Γεγονότα που αποτελούν κοινό έδαφος μεταξύ των διαδίκων:

 

Από τα δικόγραφα της υπόθεσης, την μη αμφισβητούμενη δια ζώσης και έγγραφη μαρτυρία, τις κατά περιόδους δηλώσεις των δικηγόρων των διαδίκων καθώς και των αγορεύσεων τους, προκύπτει πως τα ακόλουθα γεγονότα αποτελούν κοινό έδαφος και κατ’ επέκταση και αντίστοιχα ευρήματα του Δικαστηρίου που διέπουν την παρούσα υπόθεση:

Ο ενάγοντας ήταν από τις 29.11.1998 και συνεχίζει να παραμένει μέχρι και σήμερα ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης και κάτοχος του όλου μεριδίου του ακινήτου με αριθμό τεμαχίου 648, Φ/Σχ. 45/37, αρ. εγγραφής 13381, που βρίσκεται στην τοποθεσία Καρκόνες στο χωριό Τσάδα της Επαρχίας Πάφου συνολικού εμβαδού 3772τ.μ.

Το συγκεκριμένο ακίνητο εμπίπτει εντός της Πολεοδομικής Ζώνης Γ3 (Γεωργική Ζώνη) που προνοεί Ανώτατο Συντελεστή Δόμησης 10%, Ανώτατο Συντελεστή Κάλυψης 10%, Ανώτατο Αριθμό Ορόφων 2, και Ανώτατο Επιτρεπτέο Ύψος 8.30 ενώ αυτό εφάπτεται εγγεγραμμένου δημόσιου δρόμου κατά μήκος του νοτίου συνόρου του. Μάλιστα αυτό βρίσκεται 300 περίπου μέτρα ανατολικά της οικιστικής ζώνης.

Από το τεμάχιο του ενάγοντα και συγκεκριμένα επί της νοτιοανατολικής του πλευράς  διέρχονται εναέρια καλώδια της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (στο εξής και ΑΗΚ) υψηλής τάσης ήτοι 132KV όπου για την εγκατάσταση της γραμμής η ΑΗΚ εξασφάλισε από το Τμήμα Πολεοδομίας & Οικήσεως ως αρμόδια Πολεοδομική Αρχή, την Πολεοδομική Άδεια με αριθμό: ΠΑΦ/0545/1998 ημερομηνίας 18.12.2000 σε σχέση με την πορεία της εναέριας γραμμής που φέρει την ονομασία <<Ανατολικό – Στρουμπί>>.

Περί τις 11.08.2001 και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 31 του Περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 η ΑΗΚ απέστειλε επιστολή / έντυπο στον ενάγοντα με το οποίο του ζητούσε όπως παραχωρήσει την συγκατάθεση του για την εγκατάσταση της γραμμής και ένεκα της μη ανταπόκρισης του, η ΑΗΚ με επιστολή της ημερομηνίας 10.09.2001 αποτάθηκε στον Έπαρχο Πάφου για την εξασφάλιση της δικής του συγκατάθεσης η οποία δόθηκε στις 11.03.2002 υπό τους ακόλουθους όρους:

Αν η επηρεαζόμενη γη μελλοντικά χρειαστεί να αναπτυχθεί οικοδομικά και οι γραμμές και εγκαταστάσεις της Αρχής αποτελούν εμπόδιο στην ανάπτυξη τούτη ή στην ανέγερση οποιωνδήποτε οικοδομών και ο ιδιοκτήτης παρουσιάσει άδεια οικοδομής / διαχωρισμού στην επηρεαζόμενη γη, η Αρχή αναλαμβάνει με δικές της δαπάνες να μετακινήσει ή διαφοροποιήσει τις εγκαταστάσεις της με τρόπο που να μην παρεμποδίζεται η νόμιμη αξιοποίηση της γης. Νοείται ότι αν ικανοποιηθώ ότι τούτο είναι για λόγους τεχνικούς ανέφικτο, η Αρχή θα καταβάλει στον ιδιοκτήτη δίκαιη αποζημίωση που θα καθοριστεί από το Κτηματολόγιο και σε περίπτωση διαφωνίας από το αρμόδιο Δικαστήριο:

Νοείται περαιτέρω ότι για τυχόν ζημιές (σε υφιστάμενες φυτείες κλπ) που θα υποστεί ο ιδιοκτήτης κατά τις εργασίες τοποθέτησης των εγκαταστάσεων της ΑΗΚ, η Αρχή θα καταβάλει σε αυτόν αποζημίωση όπως αυτή θα καθοριστεί από τον Επαρχιακό Γεωργικό Λειτουργό, ή σε περίπτωση διαφωνίας μέσω αρμόδιου δικαστηρίου.

Ο Ενάγοντας δεν προσέφυγε δικαστικώς δια προσφυγής για να προσβάλει ή ακυρώσει την Πολεοδομική Άδεια ΠΑΦ/0545/1998 ημερομηνίας 18.12.2000 που έκδωσε το Τμήμα Πολεοδομίας ούτε και την απόφαση του Επάρχου Πάφου να δώσει αυτός την συγκατάθεση του για την τοποθέτηση της γραμμής. 

Η εγκατάσταση της γραμμής έγινε το έτος 2002.

Η επίδικη γραμμή αποτελείται από μεταλλικούς πυλώνες που έχουν τοποθετηθεί πάνω σε βάσεις από μπετόν καθώς και από 7 εναέρια καλώδια / αγωγούς που στηρίζονται στους πυλώνες και δημιουργούν την γραμμή μεταφοράς υψηλής τάσης 132 KV. Mε την εγκατάσταση της γραμμής δημιουργούνται δεσμεύσεις και συγκεκριμένα καθορίζονται ελάχιστες οριζόντιες αποστάσεις που θα πρέπει να τηρούνται μεταξύ των οικοδομών ή άλλων υποστατικών και του κέντρου πορείας των εναέριων γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας έτσι ώστε με τις δεσμεύσεις αυτές να καθίσταται εφικτή η συντήρηση και επιδιόρθωση της γραμμής.   

Ποιο συγκεκριμένα σύμφωνα με τους Κανόνες Μεταφοράς και Διανομής του Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου καθορίζεται για την εναέρια γραμμή τάσης 132 KV ως ελάχιστη απόσταση μεταξύ οικοδομών ή άλλων υποστατικών από το κέντρο πορείας της εναέριας γραμμής προς κάθε πλευρά αυτή των 12,5 μέτρων ενώ προστίθεται και η Πολεοδομική δέσμευση τήρησης των 3 μέτρων που ούτως η άλλως θα επιβάλλετο στον ιδιοκτήτη του ακινήτου σε περίπτωση οικοδομικής αξιοποίησης του και χωρίς την ύπαρξη της γραμμής, με την ελάχιστη απόσταση οικοδομών ή άλλων υποστατικών από το κέντρο πορείας της εναέριας γραμμής προς κάθε πλευρά να ανέρχεται συνολικά στα ≥15,5 μέτρα.     

Μεταξύ της ΑΗΚ και του Διευθυντή Πολεοδομίας και Οικήσεως δεν υπογράφηκε οποιαδήποτε συμφωνία δυνάμει του άρθρου 43 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου 90/72 (Ν.90/72) με την οποία να προνοεί ότι η ΑΗΚ δεσμεύεται να καταβάλει τυχόν αποζημίωση που θα καθοριστεί με βάση τις πρόνοιες των άρθρων 67 και 68 του Περί Πολεοδομίας Νόμου του 1972 σε ιδιοκτήτη τεμαχίου, το οποίο επηρεάζεται από την διέλευση ή τοποθέτηση εξοπλισμού ή από έργα που απαιτούνται για την εγκατάσταση της εναέριας γραμμής, η οποία εξουσιοδοτήθηκε με την Πολεοδομική Άδεια ΠΑΦ/0545/1998 ημερομηνίας 18.12.2000. 

Η αγοραία αξία ανά τετραγωνικό μέτρο του τεμαχίου του ενάγοντα κατά το έτος 2002 ανερχόταν στο ποσό των €10,00 ανά τ.μ.

Ο ενάγοντας από την ημερομηνία έκδοσης της Πολεοδομικής Άδειας ΠΑΦ/0545/1998 και την εγκατάστασης της επίδικης γραμμής μέχρι και σήμερα δεν καταχώρησε οποιαδήποτε αίτηση για οικοδομική αξιοποίηση του τεμαχίου του ή διαχωρισμό του, oύτε και προέβηκε σε οποιαδήποτε επί τόπου οικοδομική αξιοποίηση του.

Μάλιστα από την τοποθέτηση της γραμμής μέχρι και σήμερα δεν χρησιμοποιείται το εν λόγω τεμάχιο από τον ενάγοντα ούτε και για οποιουσδήποτε γεωργικούς σκοπούς.

Η εναγόμενη μέχρι και σήμερα κανένα ποσό δεν προσέφερε ως αποζημίωση στον ενάγοντα σε σχέση με την εγκατάσταση της επίδικης γραμμής.

Τα δικόγραφα:

Η αγωγή του Ενάγοντα κινήθηκε πάνω στις βάσεις της παράνομης επέμβασης, της οχληρίας και της παράβασης ή εφαρμογής του άρθρου 23 του Συντάγματος. Κατά τη διαδικασία, με κοινά αποδεκτό επίσης δεδομένο ότι ουδέποτε καταβλήθηκε αποζημίωση από την Εναγόμενη στον Ενάγοντα, η επιδικία περιορίστηκε στη νομιμότητα της παράλειψης αποζημίωσης του Ενάγοντα υπό το άρθρο 23 του Συντάγματος (χωρίς να αμφισβητείται η νομιμότητα των σχετικών αποφάσεων ή πράξεων για την εγκατάσταση) και έπειτα στην έκταση της ζημιά του Ενάγοντα, που εκείνος ισχυρίζεται πως υφίσταται, και τον υπολογισμό των αποζημιώσεων, κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 του Συντάγματος.

Περαιτέρω η αξίωση του ενάγοντα κατά τον δικηγόρο του βασίζεται και επί του άρθρου 41 του Περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 καθώς και του αστικού αδικήματος της οχληρίας.

Η Εναγόμενη αμφισβητεί την ύπαρξη τέτοιας βάσης αγωγής και τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εξετάσει την αγωγή του Ενάγοντα προωθώντας μάλιστα προς τούτο αριθμό προδικαστικών ενστάσεων. Όπως επίσης θέτει, ακόμα κι αν μπορεί το Δικαστήριο να κινηθεί πάνω σε συγκεκριμένη βάση, ως σε βάση αγωγής, ο Ενάγοντας δεν ακολούθησε τη διαδικασία του άρθρου 67 & 68 Περί Πολεοδομίας Νόμου του 1972.

Συναφώς, αναφέρει, πως, εφόσον δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία που θεωρείται νενομισμένη, και δεν υπήρξε αίτημα του Ενάγοντα για αποζημίωση με βάση σχετική εκτίμηση, για να προκύψει διαφωνία, δεν μπορεί να ασκηθεί ένδικο μέσο αγωγής στη βάση της παράλειψης της Εναγόμενης να τον αποζημιώσει και τέτοια παράλειψη να αναδράμει και στο άρθρο 23 του Συντάγματος, ή σε άλλους νόμους. Επομένως, υπάρχει, κατά τη θέση της Εναγόμενης, και προωρότητα του ένδικου μέσου, τεχνικά, αλλά και μη εγκυρότητά του, καθότι η αγωγή που κινήθηκε το 2016 δεν αποτελεί ένδικο μέσο παραδεκτής παραπομπής στο Δικαστήριο για τον καθορισμό αποζημίωσης, με βάση την προβλεπόμενη διαδικασία. Η δε καταβολή δίκαιης αποζημίωσης, στην προαπαιτούμενη (ως διαιτητική) διαδικασία, όπως αναφέρει, προϋποθέτει την απόδειξη ουσιώδους μείωσης της αξίας του ακινήτου.

Σε περίπτωση που το Δικαστήριο δεχθεί ότι μπορεί να επιδικάσει αποζημίωση, στο πλαίσιο αυτής της αγωγής του Ενάγοντα, η διάσταση πλέον είναι πραγματική και αφορά στην ύπαρξη ζημιάς και στην έκτασή της. Αμφότερες οι πλευρές δέχονται ότι, σε τέτοια περίπτωση, το Δικαστήριο θα πρέπει να καθορίσει κάποια αποζημίωση με γνώμονα την ουσιώδη μείωση της αξίας του ακινήτου του Ενάγοντα.

Στο πλαίσιο της πραγματικής διαφοράς των διαδίκων ως προς την ουσιώδη μείωση της αξίας του ακινήτου του Ενάγοντα, αποτελεί ισχυρισμό του Ενάγοντα πως η παρουσία της γραμμής προκαλεί δημόσιο φόβο σχετικό με τη δυσμενή επίδραση των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων στην ανθρώπινη υγεία ή τη γενική ή κοινή εντύπωση ότι τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία είναι βλαπτικά, περιορισμό των ανέσεων και της ησυχίας στο ακίνητο. Όλα αυτά επιφέρουν μείωση της αξίας του, σε συνάρτηση με τον εκμηδενισμό των προοπτικών διάθεσης στην αγορά ή ανάπτυξης και αξιοποίησής του.

Αποτελεί ισχυρισμό του Ενάγοντα ότι αυτός εμποδίζεται από του να προβαίνει σε συνήθεις αγροτικές δραστηριότητες περιποίησης, συντήρησης φυτειών ή δέντρων, αισθανόμενος ανασφάλεια, κίνδυνο και αγωνία, σε συνεχή βάση, από τα υπεριπτάμενα καλώδια και τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία. Τα ίδια δημιουργούν θόρυβο, ακαλαισθησία και ρύπανση. Είναι στοιχεία αποτρεπτικά για να αγοράσει κάποιος το ακίνητο, που επιδρούν στην αγοραία του αξία αρνητικά. Η ουσιώδης μείωση της αγοραστικής - οικονομικής αξίας του ακινήτου του Ενάγοντα, σύμφωνα με τη δικογράφησή του, είναι €39.000,00, πλέον €2.500,00 εκτιμητικά έξοδα την οποία όμως αξίωση έχει περιορίσει κατά την ακρόαση της υπόθεσης στο ποσό των €15.044,00 πλέον τα εκτιμητικά έξοδα. Η αξία του μέρους του ακινήτου στο οποίο επεμβαίνει η ΑΗΚ και στο οποίο υπάρχει επιζήμια επίδραση είναι, κατά τον Ενάγοντα, €50.000,00.  

Η Εναγόμενη αρνείται τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα περί ουσιώδους μείωσης της αξίας του ακινήτου του, ικανής να οδηγήσει σε αποζημίωση, ή για δυσμενή αποτελέσματα στην αξιοποίηση του τεμαχίου από τη διέλευση της γραμμής. Η γραμμή, όντως, περνά και πάνω από το τεμάχιο του Ενάγοντα, αλλά η ΑΗΚ δεν αποδέχεται όσα αναφέρει ο Ενάγοντας σχετικά με θόρυβο, ρύπανση, ακαλαισθησία και γενικότερα οχληρία. Σε κάθε περίπτωση, υιοθέτησε και τηρεί, όπως αναφέρει, για σκοπούς λειτουργίας της εναέριας γραμμής υψηλής τάσης, τόσο τα όρια εκπομπής ηλεκτρομαγνητικών πεδίων, όπως έχουν καθοριστεί από αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, όσο και τις τεχνικές προδιαγραφές για τη μη πρόκληση θορύβου. Η γραμμή, όπως θέτει, δεν είναι στοιχείο αποτρεπτικό για αγορά, αξιοποίηση, χρήση και εκμετάλλευση ακίνητης ιδιοκτησίας λόγω γενικής ή κοινής εκτίμησης ότι μπορεί να προκαλεί προβλήματα υγείας. Δεν υπάρχει φυτεία, ούτε ο Ενάγοντας εμποδίζεται να χρησιμοποιεί το ακίνητό του. Η αξίωση του Ενάγοντα δεν δικαιολογείται, κατά την Εναγόμενη, με βάση το πολεοδομικό καθεστώς του ακινήτου. Οι εκτιμήσεις του Ενάγοντα, όπως θέτει, είναι υπερβολικές.

Η ακροαματική διαδικασία:

Προς απόδειξη της υπόθεσης του Ενάγοντα μαρτυρία δόθηκε από τον Εκτιμητή Ακινήτων κ. Νικόλαο Γερμανό καθώς και από τον Ενάγοντα. Μαρτυρία για την Εναγόμενη δόθηκε από τον υπάλληλο της κ. Πολύκαρπο Μουζούρη.

Ο κος Γερμανός κλήθηκε από τον ενάγοντα για να δώσει μαρτυρία υπό την ιδιότητα του ως εκτιμητής ακινήτων καθώς και ως εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης. Σημειώνεται πως τόσο τα προσόντα όσο και η ιδιότητα του μάρτυρα αυτού δεν έτυχαν αμφισβήτησης. Στον μάρτυρα ανατέθηκε η οδηγία για την διενέργεια εκτίμησης και την ετοιμασία γραπτής έκθεσης σε σχέση με το επίδικο ακίνητο την οποία κατέθεσε στην διαδικασία ως Τεκμήριο 1. Ο ίδιος για σκοπούς εκτίμησης επισκέφθηκε το ακίνητο το οποίο ως σημείωσε εμπίπτει στην Πολεοδομική Ζώνη Γ3 δηλαδή Γεωργική Ζώνη με συντελεστή δόμησης σε περίπτωση ανέγερσης κατοικίας 10%. Μάλιστα αυτό εφάπτεται με εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο κατά μήκος του νότιου συνόρου του ενώ βρίσκεται σε απόσταση 300 μέτρων ανατολικά της οικιστικής ζώνης και κοντά στο κέντρο του Χωριού Τσάδα.

Ως επεξήγησε επί της εκτίμησης του επισύναψε σχέδια στα οποία παρουσιάζεται χρωματισμένο το τεμάχιο 648 συνολικής έκτασης 3772 τ.μ. ενώ κατά την επίσκεψη του σε αυτό διαπίστωσε πως πάνω από αυτό διέρχονται εναέρια καλώδια της ΑΗΚ 132KV τα οποία περνούν από την νοτιοανατολική πλευρά του τεμαχίου. Για την εγκατάσταση της εναέριας γραμμής παραχωρήθηκε Πολεοδομική Άδεια με αριθμό ΠΑΦ/545/1998 ημερομηνίας 18.12.2000 ενώ δόθηκε και η συγκατάθεση του Επάρχου στις 11.03.2002 υπό όρους με την γραμμή να εγκαταστείτε το έτος 2002.   

Σύμφωνα με τον μάρτυρα και τα όσα καταγράφει στην εκτίμηση του η εγκατάσταση αυτή προκαλεί ουσιώδη μείωση στην αγοραία αξία του ακινήτου καθότι η ύπαρξη των πυλώνων και των εναέριων καλωδίων προκαλεί δημόσιο φόβο (public fear) αναφορικά με θέματα υγείας, οχληρία καθώς και ακαλαισθησία με αποτέλεσμα η οικονομική αξία του τεμαχίου να επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό αφού οποιοσδήποτε προτιθέμενος αγοραστής προτιμά να αγοράσει ακίνητο που δεν γειτνιάζει σε τέτοιου είδους εγκαταστάσεις λόγω κυρίως της παρουσίας ηλεκτρικών μαγνητικών πεδίων τα οποία σύμφωνα με έρευνες στις οποίες ο μάρτυρας αναφέρεται έχουν αρνητική επίδραση στην υγεία. Επιπρόσθετα η ύπαρξη των καλωδίων επηρεάζουν και την λειτουργικότητα των γεωργικών εργασιών και αυξάνουν το κόστος στον αγρότη αφού γεωργικά μηχανήματα δεν θα μπορούν με ασφάλεια να διέρχονται κάτω από τα καλώδια, με την τοποθέτηση των εναέριων καλωδίων το τεμάχιο διχοτομείται και η καλλιέργεια του ως ενιαία μονάδα δεν είναι δυνατή ενώ υπάρχει περιορισμός στην μελλοντική χρήση της γης (πχ καλλιέργεια φυτών με μεγάλο ύψος, μελισσοκομία, οικιστική ανάπτυξη). Σημειώνεται επίσης πως πέραν της διέλευσης της εναέριας γραμμής η ΑΗΚ δεσμεύει λωρίδα γης πλάτους 25 μέτρων κατά μήκος της γραμμής και επιπλέων 5 μέτρα πολεοδομικών δεσμεύσεων.

Καταλήγει μάλιστα ο μάρτυρας πως η αγοραία αξία ανά τετραγωνικό μέτρο του επίδικου ακινήτου για το έτος 2002 είναι αυτή των €10,00 και καταλήγει στην έκθεση του πως το ποσοστό της επιζήμιας επίδρασης στο δεσμευμένο από τα καλώδια μέρος του τεμαχίου εμβαδού 1500 τ.μ. κατά μήκος του εναέριου δικτύου ανέρχεται σε 70% (1500 τ.μ. x €10,00 ανά τ.μ. = €10.500) ένεκα του ότι η διέλευση περνά από την πρόσοψη του τεμαχίου, ενώ προκύπτει και επιζήμια επίδραση ύψους 20% στο υπόλοιπο μέρος συνολικού εμβαδού 2272 τ.μ. ύψους €4.544,00 (2272τ.μ. x €10,00 ανά τ.μ. = €22.720,00 x 20% / 100= €4.544,00) εξού και θεωρεί ότι ο ενάγοντας δικαιούται να του καταβληθεί ως αποζημίωση το συνολικό ποσό των €15.044,00.

Όπως εξήγησε δεν επηρεάζεται μόνο το δεσμευμένο από τα καλώδια μέρος αφού δεν σου επιτρέπεται να κτίσεις οτιδήποτε κάτω από αυτά και σε απόσταση 12,5 μέτρων από έκαστη πλευρά πλέον η πολεοδομική δέσμευση αλλά και το υπόλοιπο μέρος του ακινήτου επηρεάζεται κυρίως η αξία του αφού ακόμα και να μπορούσες να κτίσεις οτιδήποτε σε άλλο σημείο του ακινήτου κανείς δεν θα ήθελε να κατοικήσει σε οικία που βρίσκεται κοντά σε τέτοιο δίκτυο.

Τέλος ανέφερε πως η αμοιβή του ανέρχεται στο ποσό των €1100 πλέον ΦΠΑ ως αναγράφεται στην εκτίμηση του πλέον €250 ως έξοδα εμφάνισης ενώπιον του Δικαστηρίου για σκοπούς μαρτυρία για τα οποία δεν πληρώθηκε είτε από τον ενάγοντα ή την ΑΗΚ.

Πριν από την αντεξέταση του δηλώθηκε από την κα. Στιβαρού πως δεν αμφισβητεί την εκτίμηση ως προς τα €10,00 ανά τ.μ. ως αγοραία αξία την οποία καθόρισε ο μάρτυρας ενώ σημείωσε πως η αντεξέταση της θα αφορά μόνο τα θέματα που αφορούν το επηρεαζόμενο μέρος και το ποσοστό επηρεασμού.

Aντεξεταζόμενος επιβεβαίωσε ότι για την επίδικη γραμμή έχει εκδοθεί Πολεοδομική Άδεια ενώ συγκατάθεση για την τοποθέτηση της στο τεμάχιο του ενάγοντα δόθηκε από τον Έπαρχο με τον ίδιο να γνωρίζει και τους όρους που τέθηκαν κατά την χορήγηση της συγκατάθεσης. Μάλιστα ως σημείωσε έκρινε τόσο ο ίδιος όσο και ο δικηγόρος του ενάγοντα ότι ο ουσιώδης χρόνος της εκτίμησης θα έπρεπε να ήταν ο χρόνος που εξασφαλίστηκε η συγκατάθεση του Επάρχου ήτοι στις 11.03.2002. Ως επεξήγησε η δική του δουλειά περιορίστηκε στην ετοιμασία εκτίμησης σε σχέση με την αγοραία αξία του ακινήτου και την ζημιά που προκλήθηκε από οποιαδήποτε ενέργεια και πως τον οποιονδήποτε υποψήφιο αγοραστή δεν τον ενδιαφέρει τι όρους είχε δώσει ο Έπαρχος ή η Πολεοδομία αλλά το τι υπάρχει επί τόπου εξού και η εκτίμηση βασίστηκε στο τι υπήρχε επί τόπου. Σημείωσε πως στο τεμάχιο θα μπορούσε να παραχωρηθεί πολεοδομική άδεια για ανάπτυξη μεμονωμένης κατοικίας όμως ένεκα της ύπαρξης της γραμμής που διέρχεται του τεμαχίου του ενάγοντα αφού κανείς δεν θα ενδιαφερόταν να αγοράσει τέτοια κατοικία βλέποντας την διέλευση του ρεύματος ενώ εξέφρασε και την γνώμη πως αν λαμβανόταν και τέτοια πολεοδομική άδεια για την ανέγερση κατοικίας η ΑΗΚ πολύ δύσκολα θα δεχόταν να μετακινήσει την γραμμή προς όφελος του συγκεκριμένου τεμαχίου.

Ερωτούμενος για πόσα τετραγωνικά θα μπορούσε να κτίσει ο ενάγοντας μεμονωμένη κατοικία ακόμα και αν κατάφερνε να εξασφαλίσει τέτοια άδεια στο γεωργικό του τεμάχιο ο μάρτυρας αναφερόμενος στο εμβαδό του τεμαχίου ήτοι 3772 τ.μ. και με βάση τους σε ισχύ κανονισμούς εξέφρασε την θέση πως θα μπορούσε να κτίσει κατοικία μέχρι και 200 τ.μ.

Σε σχέση με την αναφορά του για άμεσα επηρεαζόμενο μέρος εμβαδού 1500 τ.μ. το οποίο χαρακτηρίζει στην έκθεση του ως δεσμευμένο μέρος και ερωτούμενος ως προς τον τρόπο υπολογισμού του ανέφερε πως προχώρησε σε εμβαδομετρήσεις του δεσμευμένου μέρους ήτοι 12,5 μέτρα και 12,5 μέτρα σύνολο 25 μέτρα και πρόσθεσε ακόμα 5 μέτρα που αφορούν τις πολεοδομικές δεσμεύσεις άρα θα υπάρχει συνολική πολεοδομική δέσμευση περί τα 30 με 31 μέτρα στο δεξί και αριστερό μέρος της γραμμής που διέρχεται του ακινήτου. Όπως εξήγησε η Πολεοδομία θα σε αφήσει ουσιαστικά να κτίσεις 15 μέτρα μακριά από κάθε πλευρά της εναέριας γραμμής ένεκα των δεσμεύσεων αυτών συνεπώς η κατάληξη του για το δεσμευμένο μέρος ύψους 1500 τ.μ. έγινε στη βάση των πολλαπλασιασμών αυτών. Μάλιστα τόνισε πως πέραν του 1/3 του τεμαχίου επηρεάζεται από την διέλευση των καλωδίων και τις δεσμεύσεις αυτές ενώ η τοποθέτηση της γραμμής στο νότιο μέρος όπου βρίσκεται και ο δημόσιος δρόμος υποχρεώνει τον ιδιοκτήτη να τοποθετήσει κατοικία μόνο στο βόρειο μέρος του τεμαχίου.   

Σε υπόδειξη να προχωρήσει να εμβαδομετρήσει το επηρεαζόμενο μέρος με βάσει το Τεκμήριο 4 χωρίς να λάβει υπόψη την πολεοδομική δέσμευση των 3 μέτρων σε κάθε πλευρά ανάφερε πως η επηρεαζόμενη έκταση σε τέτοια περίπτωση υπολογίζεται στα 798 τ.μ. τα οποία αν αφαιρεθούν από το συνολικό εμβαδό του τεμαχίου ήτοι 3772 τ.μ. παραμένουν 2974 τ.μ. ως υπόλοιπο μέρος στο οποίο συμφώνησε πως μπορεί να κτιστεί μια κατοικία 200 τ.μ.

Ερωτούμενος για το πως κατέληξε στο 70% ως ποσοστό ζημιάς υποστήριξε την θέση όπως έλαβε υπόψη του το πως διέρχονται τα σύρματα επί του τεμαχίου και συγκεκριμένα το γεγονός ότι κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος της πρόσοψης του τεμαχίου και αναγκάζεσαι να περνάς κάτω από αυτά κατά την είσοδο και έξοδο από το τεμάχιο σε αντίθεση με το αν περνούσαν το βόρειο μέρος του τεμαχίου και ένεκα του public fear που υπάρχει στον κόσμο λόγω της ύπαρξης των καλωδίων αποφεύγεται το κτίσιμο συνεπώς κατέληξε πως είναι λογικό και δίκαιο για το μέρος του τεμαχίου που άμεσα επηρεάζεται από την γραμμή το ποσοστό της ζημιάς να ανέρχεται στο 70% ενώ για το υπόλοιπο μέρος που δεν δεσμεύεται αλλά έχει άλλα αρνητικά η ζημιά να ανέρχεται στο 20% καθότι θα έχει ηχορύπανση και οπτική επαφή με τα καλώδια και γενικά η ύπαρξη της εναέριας γραμμής που επηρεάζει το ακίνητο είναι ένα μειονέκτημα για αυτό.      

Τέλος αρνήθηκε υποβολές ότι το ποσοστό των 70% και 20% του επηρεασμού είναι υπέρμετρα ψηλό επιμένοντας πως η εκτίμηση του είναι ορθή και πως ζημιά δεν προκύπτει μόνο στο δεσμευμένο μέρος αλλά και στο εναπομείναν μέρος του ακινήτου. Αρνήθηκε επίσης και τις υποβολές περί του λανθασμένου υπολογισμού τόσο του δεσμευμένου μέρους όσο και του εναπομείναντος, επαναλαμβάνοντας πως από την στιγμή που το τεμάχιο έχει εμβαδό 3772 τ.μ. με αγοραία αξία κατά τον ουσιώδη χρόνο ύψους €10,00 ανά τ.μ. σύνολο = €37.720,00 ο ίδιος έχει καταλήξει ότι η ζημιά που προήλθε λόγο της ύπαρξης των καλωδίων είναι €15.044,00 δηλαδή περί το 40% της αγοραίας αξίας του τεμαχίου ποσοστό που θεωρεί λογικό και δίκαιο για σκοπούς αποζημιώσεων ενώ οτιδήποτε άλλο θα το θεωρούσε πολύ χαμηλό. Σημείωσε καταληκτικά πως για την δεύτερη εμφάνιση του ενώπιον Δικαστηρίου δικαιούται αμοιβή ακόμα €250.  

O ενάγοντας στην δική του μαρτυρία αναφέρθηκε στην ιδιοκτησία από μέρους του, του τεμαχίου 648 αναγνωρίζοντας το Τεκμήριο 5 ως τον τίτλο ιδιοκτησίας του. Σημείωσε πως το τεμάχιο του εφάπτεται σε ασφαλτοστρωμένο δρόμο, βρίσκεται πλησίον του πυρήνα του χωριού της Τσάδας ενώ κοντά στο τεμάχιο του βρίσκονται και κατοικίες. Δεν ήταν σίγουρος αν υπάρχει υδατοπρομήθεια πλησίον του τεμαχίου του  όμως σημείωσε πως υπάρχει η ηλεκτρική γραμμή που διαπερνά το δικό του τεμάχιο. Αναγνώρισε το Τεκμήριο 7 ως την επιστολή που του απόστειλε η ΑΗΚ περί τον Αύγουστο του 2001 με την οποία ζητούσαν την συγκατάθεση του για το πέρασμα της ηλεκτρικής γραμμής επί του τεμαχίου του με τον ίδιο να απαντά προς την ΑΗΚ με δική του επιστολή ημερ. 15.09.2001 (Τεκμήριο 8). Στην συνέχεια ως ισχυρίστηκε απέστειλε επιστολή προς την Πολεοδομία με ημερομηνία 30.09.2001 (Τεκμήριο 9), καθώς και επιστολή ημερ. 03.10.2001 προς τον Έπαρχο Πάφου (Τεκμήριο 10) στις οποίες ως ισχυρίστηκε δεν έλαβε απάντηση. Παρουσίασε στην συνέχεια νέα επιστολή ημερ. 10.10.2006 προς την Πολεοδομία (Τεκμήριο 11) καθώς και επιστολή ημερ. 29.09.2006 προς την ΑΗΚ (Τεκμήριο 12) ενώ κατέθεσε και πιστοποιητικό έρευνας που αφορά το τεμάχιο (Τεκμήριο 13). Αναφορά έκαμε και στον αποβιώσαντα εκτιμητή ακινήτων κ. Ρένο Πίτρο στον οποίο ο ενάγοντας ισχυρίστηκε ότι ανέθεσε την διενέργεια εκτίμησης ημερ. 12.12.2016 αναφορικά με το τεμάχιο του και την οποία κατέθεσε στην διαδικασία ως Τεκμήριο 14 στην οποία υπολογίζεται ζημιά ύψους €39.000, σημειώνοντας όμως πως συμφωνεί με την απαίτηση του ως αυτή παρουσιάστηκε από τον Εκτιμητή Ακινήτων κ. Γερμανό επιμένοντας πως δεν έλαβε οποιαδήποτε πληρωμή μέχρι και σήμερα από την ΑΗΚ από την οποία εξακολουθεί να έχει απαίτηση.

Ερωτούμενος από τον κ. Μιχαηλίδη αν ο ίδιος ή κάποιο από τα τρία του παιδιά είχαν πρόθεση να ανεγείρουν οικία εντός του συγκεκριμένου τεμαχίου απάντησε αρνητικά καθότι το τεμάχιο δεν είναι οικιστικό αλλά θεωρεί πως σε ένα με δύο χρόνια θα περιληφθεί στην οικιστική ζώνη με αποτέλεσμα και την αύξηση της αξίας του αλλά θα δοθεί και δυνατότητα για την οικιστική του ανάπτυξη. Διερωτήθηκε πως θα μπορούσε άλλωστε να κτίσει οτιδήποτε μέσα στο ακίνητο όταν από πάνω περνούν τα καλώδια της ηλεκτρικής ούτε και μπορεί να το πωλήσει και συνεπώς παραμένει ένα χωράφι γεμάτο με χόρτα ενώ πριν την τοποθέτηση της γραμμής ισχυρίστηκε πως στο χωράφι του υπήρχε αμπέλι το οποίο έβγαλε μετά την τοποθέτηση της γραμμής αφού και τα παιδιά του έφυγαν για να σπουδάσουν.

Τέλος σημείωσε πως θεωρεί υπαίτια για την ζημιά που του προκλήθηκε την ΑΗΚ η οποία με το έτσι θέλω τοποθέτησε την εναέρια γραμμή που επηρεάζει και το δικό του τεμάχιο και προκαλεί καρκινώματα.    

Αντεξεταζόμενος συμφώνησε πως όπως γράφει και ο εκτιμητής του κος Γερμανός στην έκθεση εκτίμησης του Τεκμήριο 1 αλλά και ο εκτιμητής του κ. Πίτρος στο Τεκμήριο 14 για την εγκατάσταση της γραμμής της ΑΗΚ παραχωρήθηκε σχετική Πολεοδομική Άδεια τόνισε όμως πως ο ίδιος δεν είχε ενημερωθεί από την Πολεοδομία για την εξέλιξη αυτή ούτε και γνωρίζει κάτι άλλο. Ερωτούμενος αν αμφισβήτησε την Πολεοδομική Άδεια με την καταχώρηση προσφυγής απάντησε αρνητικά. Συμφώνησε επίσης πως το Τεκμήριο 6 αποτελεί την συγκατάθεση που έδωσε ο Έπαρχος για την τοποθέτηση της γραμμής χωρίς να ασκήσει ο ίδιος οποιαδήποτε προσφυγή επί της απόφασης του Επάρχου ενώ ερωτούμενος για το τι έπραξε όταν παρέλαβε το Τεκμήριο 7 και ενημερώθηκε για την πρόθεση της ΑΗΚ να τοποθετήσει το καλώδιο ανέφερε πως αποτάθηκε στο Δικαστήριο για να διεκδικήσει τα δικαιώματα του.      

Απαντώντας σε ερωτήσεις που αφορούσαν τις επιστολές που παρουσίασε και αποτελούσαν τα Τεκμήρια 8, 9, 10, 11 και 12 υποστήριξε την θέση πως τις έστειλε ταχυδρομικώς χωρίς να μπορεί να θυμηθεί αν τις απέστειλε ‘’σκέτες’’ ή ‘’ασφαλισμένες’’ και δεν γνωρίζει αν έχουν παραληφθεί. Μάλιστα με την επιστολή του Τεκμήριο 8 σημείωσε πως έφερε ένσταση στην τοποθέτηση της γραμμής ενώ ζητούσε και αποζημίωση ύψους Λ.Κ. 30.000 όπως του είχε υποδείξει τότε ο εκτιμητής του κ. Πίτρος. Σε υπόδειξη της κας. Στιβαρού ότι ο κος Πίτρος ετοίμασε εκτίμηση μόλις στις 12.12.2016 με εκτιμημένο ποσό ζημιάς ύψους €39.000, ενώ η επιστολή του Τεκμήριο 8 στάλθηκε το 2001 και αναφερόταν σε αξίωση ύψους Λ.Κ. 30.000 ο μάρτυρας απάντησε πως δεν γνωρίζει για την διαφορά αυτή και πως ίσως να πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Με τις επιστολές του δεν απέστειλε οποιαδήποτε εκτίμηση για την ισχυριζόμενη ζημιά του και απλά περιορίστηκε να αναφέρει πως στις επιστολές αυτές αναγράφει το ποσό που του είχε αναφέρει ο κ. Πίτρος.

Μάλιστα ερωτούμενος γιατί απέστελλε επιστολές στην Πολεοδομία και ζητούσε αποζημιώσεις αφού την αξίωση του την έστρεψε εναντίον της ΑΗΚ ο μάρτυρας εξέφρασε την θέση πως θεωρεί ότι και η Πολεοδομία εμπλέκεται στην ίδια κατάσταση και σχετίζεται και πως θα μπορούσε η Πολεοδομία να την αποστείλει η ίδια στην ΑΗΚ. 

Τέλος συμφώνησε ότι δεν προχώρησε με οποιαδήποτε οικοδομική αξιοποίηση του τεμαχίου του ενώ επιβεβαίωσε πως ακόμα και μετά που έλαβε τις εκτιμήσεις του Τεκμήριο 1 και 14 δεν υπέβαλε στην Πολεοδομία, στον Έπαρχο ή την ΑΗΚ οποιοδήποτε συγκεκριμένο αίτημα μαζί με τις εκτιμήσεις και να τους καλεί να μελετήσουν την απαίτηση του για αποζημιώσεις.   

Moναδικός Μάρτυρας Υπεράσπισης (ΜΥ1) κλήθηκε και παρουσιάστηκε ο κ. Πολύκαρπος Μουζούρης υπάλληλος της Εναγομένης με έδρα την Πάφο στην οποία κατέχει την θέση του Βοηθού Διευθυντή (Δίκτυα) Μελέτες και Συνδέσεις ο οποίος ως μέρος της κατάθεσης του παρουσίασε γραπτή δήλωση (Τεκμήριο 15) ενώ ήταν και το πρόσωπο που κατέθεσε στην διαδικασία τα Τεκμήρια 16 μέχρι και 20.   

Σύμφωνα με τον μάρτυρα η δική του γνώση για την υπόθεση προκύπτει από την ιδιότητα του σε σχέση με το ιστορικό της εγκατάστασης μέρους της γραμμής μεταφοράς στο τεμάχιο αρ.648 ιδιοκτησίας του ενάγοντα αλλά και στη βάση όλων των εγγράφων και των πληροφοριών του σχετικού φακέλου της Εναγομένης, στον οποίο έχει πρόσβαση και έχει μελετήσει.

Από τον φάκελο της ΑΗΚ προκύπτει ως ο μάρτυρας υποστήριξε ότι η εναγομένη εξασφάλισε  την  Πολεοδομική  Άδεια  αρ. ΠΑΦ/0545/1998, ημερομηνίας 18.12.2000, σε σχέση με την εγκατάσταση της Εναέριας («Ανατολικό – Στρουμπί») Γραμμής  Μεταφοράς  132Κv,  από  την  Αγία Βαρβάρα μέχρι το Στρουμπί αναγνωρίζοντας ως την σχετική άδεια το Τεκμήριο 16 ενώ σημείωσε πως ο ίδιος κλήθηκε και έδωσε γραπτή κατάθεση σας μάρτυρας και στα πλαίσια της εκδίκασης της Αγωγής 2630/13 που αφορούσε την επίδικη γραμμή και το τεμάχιο 377, Φ/Σχ. 45/37 που βρίσκεται επίσης στην Τσάδα στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε απόφαση στις 23.02.2021 την οποία και αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 20.

Ως ο μάρτυρας ανέφερε η ΑΗΚ προχώρησε στη διαδικασία εξασφάλισης των απαιτούμενων εγκρίσεων, από τα αρμόδια Κυβερνητικά Τμήματα και Αρχές, μέχρι τον Οκτώβρη του 2001, και ταυτόχρονα, στην εξασφάλιση των συγκαταθέσεων από τους επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες, με βάση το Άρθρο 31 του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφάλαιο 170. Μεταξύ των ιδιοκτητών, τα τεμάχια των οποίων επηρεάζονταν από την επίδικη γραμμή, ήταν και ο Ενάγοντας, ιδιοκτήτης από τις 29.11.1988 του επίδικου τεμαχίου. Στον Ενάγοντα, αποστάλθηκε κατά της 11.8.2001, με συστημένη επιστολή, σχετικό έντυπο για να παραχωρήσει την συγκατάθεση του για την τοποθέτηση μέρους της επίδικης γραμμής, στο επίδικο τεμάχιο με τον μάρτυρα να αναγνωρίζει ως σχετικό το Τεκμήριο 7 σημειώνοντας πως ένεκα της μη ανταπόκρισης του ενάγοντα να δώσει την συγκατάθεση του εντός του χρονοδιαγράμματος η ΑΗΚ δυνάμει των προνοιών της νομοθεσίας αποτάθηκε στον Έπαρχο Πάφου, με επιστολή της ημερομηνίας 10.9.2001, για να εξασφαλίσει την συγκατάθεση του, η οποία δόθηκε στις  11.3.2002, υπό όρους (σχετικό το Τεκμήριο 6)

Οι όροι που τέθησαν στη Συγκατάθεση του Επάρχου κατά τον μάρτυρα αφορούν, αφενός στη δυνατότητα καθορισμού αποζημίωσης από το Κτηματολόγιο στην περίπτωση μη δυνατότητας οικοδομικής ανάπτυξης ή διαχωρισμού του επίδικου τεμαχίου και αφετέρου, σε  αποζημίωση καθοριζόμενη από τον Επαρχιακό Γεωργικό Λειτουργό, για ζημιές σε υφιστάμενες φυτείες κατά την εγκατάσταση της επίδικης γραμμής και σε περίπτωση διαφωνίας ως προς τις πιο πάνω αποζημιώσεις, καθορισμό τους από το αρμόδιο Δικαστήριο. Αποτέλεσε περαιτέρω επιχειρηματολογία του μάρτυρα ότι ο ενάγοντας δεν προσέβαλε ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου, ούτε την προαναφερθείσα  Πολεοδομική Άδεια, αλλά ούτε και την απόφαση της Αρχής που ολοκληρώθηκε με την προαναφερθείσα συγκατάθεση του Επάρχου, για τοποθέτηση μέρους της επίδικης γραμμής πάνω από το τεμάχιο του με τις εργασίες εγκατάστασης της γραμμής στο τεμάχιο να γίνονται περί το έτος 2002 και οι οποίες συνίστανται στην τοποθέτηση ηλεκτρικού δικτύου υπεράνω του ακραίου ανατολικού μέρους του τεμαχίου.

 

Μάλιστα ως ο μάρτυρας υπεράσπισης σημείωσε ο ενάγοντας ουδέποτε μέχρι σήμερα  προσκόμισε οποιαδήποτε άδεια,  είτε για οικοδομική ανάπτυξη του επίδικου τεμαχίου, είτε για διαχωρισμό του, ούτε ακολούθησε τη διαδικασία των όρων της Συγκατάθεσης του Επάρχου ενώ ούτε και υπέβαλε αμέσως μετά την εγκατάσταση της επίδικης γραμμής, οποιαδήποτε απαίτηση για ζημιές, σε υφιστάμενες κατά το χρόνο της εγκατάστασης, φυτείες. Επιπρόσθετα ο ενάγοντας ουδέποτε πριν την καταχώρηση της παρούσας Αγωγής, αποτάθηκε στην Πολεοδομική Αρχή για υποβολή αίτησης/αξίωσης για αποζημιώσεις δυνάμει του Άρθρου 68 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και επίσης, ουδέποτε υπέβαλε στην Αρχή, απαίτηση για αποζημιώσεις για ζημιές στο επίδικο τεμάχιο, λόγω των εργασιών της Αρχής για εγκατάσταση της επίδικης γραμμής στο επίδικο τεμάχιο.

Σχολιάζοντας μάλιστα τις επιστολές που ο Ενάγοντας παρουσίασε κατά την ακροαματική διαδικασία (Τεκμήρια 8 - 12) ανέφερε πως οι επιστολές Τεκμήριο 8 και 12 δεν εντοπίστηκαν στο αρχείο της ΑΗΚ ως παραληφθείσες με βάση συγκεκριμένη διαδικασία που ακολουθείτε ενώ δεν εντοπίζονται ούτε και οι επιστολές Τεκμήρια 9 και 11 οι οποίες δεν φαίνεται να έχουν κοινοποιηθεί στην ΑΗΚ από την Πολεοδομία ως η συνήθης πρακτική που ακολουθείτο. Αναφορικά με την επιστολή προς τον Έπαρχο Πάφου ημερ. 03.10.2001 (Τεκμήριο 10) σημείωσε πως δεν φαίνεται ούτε αυτή να έχει κοινοποιηθεί στην ΑΗΚ ενώ σημείωσε παρουσιάζοντας τα Τεκμήρια 17, 18 και 19 πως όλες οι ενστάσεις που είχαν υποβληθεί από ιδιοκτήτες προς τον Έπαρχο Πάφου (28 στον αριθμό) είχαν κοινοποιηθεί στην ΑΗΚ (Τεκμήριο 17) η οποία τις προώθησε για εξέταση στο αρμόδιο Τμήμα της (Τεκμήριο 18) με την ΑΗΚ στην συνέχεια να παραθέτει γραπτώς τα σχόλια της προς τον Έπαρχο Πάφου (Τεκμήριο 19) με τον μάρτυρα να τονίζει πως στις ενστάσεις αυτές δεν περιλαμβάνεται οποιαδήποτε ένσταση προερχόμενη από τον ενάγοντα.

Αντεξεταζόμενος σημείωσε πως το Τμήμα στο οποίο ο ίδιος είναι Υπεύθυνος και Διοικητικά Προϊστάμενος είναι αυτό των Δικτύων, Μελετών και Συνδέσεων το οποίο έχει ενοποιηθεί και περιλαμβάνει πλέον και το Τμήμα Αδειών Διαβάσεων και Συγκαταθέσεων που στο παρελθόν ήταν ξεχωριστό Τμήμα όπου το 2001 ο άμεσα προϊστάμενος του ήταν ο κ. Ανδρέας Παπαθεοδώρου. Ο μάρτυρας συμφώνησε πως το έτος 2001 δεν εργαζόταν στο συγκεκριμένο Τμήμα ούτε και ασχολείτο τότε με προφορικές ή γραπτές ενστάσεις ιδιοκτητών που επηρεάζονταν από εγκατάσταση οποιασδήποτε γραμμής υψηλής τάσης 132KV όμως ως διευκρίνισε πριν το 2010 ο ίδιος είχε πάρει προαγωγή και συγκεκριμένα το 2004 σε Ανώτερο Μηχανικό με την θέση του στην συνέχεια να μετονομάζεται σε Βοηθό Διευθυντή Δίκτυα Μελέτες και Συνδέσεις και πλέον ο ίδιος να είναι ο προϊστάμενος του Τμήματος. Σε ερώτηση γιατί τότε ο ΑΗΚ δεν κάλεσε για μαρτυρία τον Παπαθεοδώρου αντί τον ίδιο ο μάρτυρας ανέφερε πως δεν γνωρίζει τον λόγο αλλά σημείωσε πως μπορεί ο Παπαθεοδώρου να ήταν τότε ο άμεσα προϊστάμενος του Τμήματος αλλά από πάνω διοικούσε άλλος μηχανικός της ΑΗΚ ο οποίος έχει σήμερα αφυπηρετήσει. Κατά τον μάρτυρα είναι το Τμήμα το οποίο ο ίδιος προΐσταται που ψάχνει το ιστορικό των αγωγών που έχουν καταχωρηθεί από το 2016 και αφορά τις γραμμές μεταφοράς καθώς και τις όποιες ενστάσεις έχουν καταχωρηθεί.

Επεξήγησε περαιτέρω ότι ο Διευθυντής του Περιφερειακού Γραφείου της ΑΗΚ στην Πάφο κ. Νίκος Σοφόκλης δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον τομέα της μεταφοράς και πως ο κ. Κώστας Στασόπουλος είναι ο Διευθυντής Μεταφοράς ανά το Παγκύπριο ενώ για θέματα μεταφοράς στην Πάφο αρμόδιος είναι ο κ. Ζήνωνας Αχιλίδης ο οποίος δεν θα μπορούσε να έρθει στην υπόθεση καθότι είναι υπεύθυνος για την συντήρηση των σταθμών μεταφοράς και δεν σχετίζεται με το δίκτυο. Σημείωσε επιπρόσθετα πως  η διαδικασία για την λήψη συγκαταθέσεων από τους ιδιοκτήτες επηρεαζόμενων ακινήτων έγινε από το Τμήμα Συγκαταθέσεων Διαβάσεων το οποίο ανήκει στο Τμήμα Διανομής και ότι το Τμήμα Μεταφοράς δεν ασχολείται με τις συγκαταθέσεις αλλά με τον σχεδιασμό της γραμμής.                

Ο μάρτυρας συνέχισε να επιμένει αντεξεταζόμενος ότι τις επιστολές Τεκμήρια 8 – 12 που ισχυρίζεται ο ενάγοντας ότι απέστειλε τις είδε για πρώτη φορά ως μέρος του υλικού που του παρουσίασαν οι δικηγόροι της εναγομένης χωρίς ο ίδιος να τις εντοπίζει στο αρχείο της ΑΗΚ ως παραληφθείσες συνεπώς δεν εντόπισε οποιαδήποτε γραπτή ένσταση προερχόμενη από τον ενάγοντα. Μάλιστα σε αριθμό υποβολών που του τέθηκαν ότι η έρευνα του ήταν ελλιπής ο μάρτυρας διαφώνησε ενώ σημείωσε πως δεν μπορούσε να γνωρίζει αν οποιοσδήποτε επηρεαζόμενος ιδιοκτήτης ή και ο ενάγοντας προχώρησαν σε προφορικές διαμαρτυρίες προς οποιοδήποτε υπάλληλο της ΑΗΚ αφού δεν τηρείται οποιοδήποτε τέτοιο αρχείο.

Συμφώνησε πως η επίδικη γραμμή που ξεκινά από την περιοχή του Ανατολικού της Αγίας Βαρβάρας και φτάνει μέχρι και το Στρουμπί της Επαρχίας Πάφου αποτελείται από αριθμό πυλών και περνά από πολλά τεμάχια χωρίς να γνωρίζει ακριβώς πόσα επανέλαβε όμως πως δεν τηρείται οποιοδήποτε αρχείο από την ΑΗΚ για προφορικές ενστάσεις παρά μόνο ότι παραλαμβάνεται γραπτώς. Ερωτούμενος για την Γνωστοποίηση Χορήγησης Πολεοδομική Άδεια την οποία αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 16 ο μάρτυρας συμφώνησε ότι αυτή δεν κοινοποιήθηκε στον ενάγοντα και πως φαίνεται από το σχέδιο ότι επηρεάζει και το τεμάχιο του ενάγοντα επεξηγώντας πως υπάρχουν οι δεσμεύσεις των 12,5 μέτρων από κάθε αγωγή του πυλώνα καθώς και τα 3 μέτρα της Πολεοδομικής Δέσμευσης .

Τέλος σε ερώτηση αν πιστεύει ότι ο ενάγοντας θα πρέπει να αποζημιωθεί κατά δίκαιο τρόπο ο μάρτυρας απάντησε πως υπάρχει σχετική νομοθεσία για τα θέματα αυτά.  

Οι Αγορεύσεις:

 

Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των διαδίκων με τις γραπτές και προφορικές τους εισηγήσεις υποστήριξαν ο καθένας τις θέσεις του διαδίκου έκαστος εξ αυτών εκπροσωπεί. Έχω μελετήσει επισταμένως τις θέσεις αυτές, τις έχω υπόψη μου και θα αναφερθώ σε αυτές όπου κρίνω ότι είναι αναγκαίο.

 

Να υπενθυμιστεί στο στάδιο αυτό ότι το Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση σχολιασμού κάθε απόφασης που παρουσιάζεται από διάδικο εκτός και αν αυτή είναι καθοριστική για τα επίδικα ζητήματα.  Ακόμη, δεν έχει υποχρέωση να απαντά σε κάθε επιχείρημα που προβάλλεται, το οποίο κρίνεται ότι δεν είναι ουσιώδες ή νομικά αποδεκτό (Βλ. Ανδρονίκου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486.)[1] 

 

Aξιολόγηση Μαρτυρίας:

Παρακολούθησα τους μάρτυρες κατά τη διάρκεια της ζωντανής ατμόσφαιρας της ακροαματικής διαδικασίας και είχα την ευκαιρία να δω την εν γένει συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα, καθώς και να συγκρίνω τα λεγόμενά τους με το περιεχόμενο των εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον μου.

Αποτίμησα τη συνολική τους παρουσία στη βάση των εγγενών της μαρτυρίας τους χαρακτηριστικών (πηγή γνώσεων, ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος και προκατάληψη - Phipson on Evidence, 14th edition, σελίδα 251). Κατά τη διάρκεια της αποτίμησης της αξιοπιστίας τους, είχα κατά νου ότι αυτό είναι έργο διακριτό και εντελώς αποσυναρτημένο από οποιοδήποτε βάρος απόδειξης (βλ. Αθανασίου κ.α. ν Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614).

Η μαρτυρία εξετάζεται από τo Δικαστήριο συνολικά και όχι αποσπασματικά (Βλ. μεταξύ άλλων, απόφαση της Μιχαηλίδου, Δ., ημερ. 8.4.2014, στην Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 273/2010, Βαρβάρα (Ρίτσα) Mason ν. Αντώνη Αντωνίου κ.α).

 

Για το θέμα της αξιοπιστίας της μαρτυρίας, απολύτως σχετική είναι η εκτεταμένη ανάπτυξη του θέματος στο βιβλίο των Σάντη - Ηλιάδη, Δίκαιο της Απόδειξης, Hippasus, 2014, Κεφάλαιο 3, IB. Η θετική εντύπωση που αφήνει στο Δικαστήριο ο μάρτυς που καταθέτει, αποτελεί σε γενικές γραμμές στοιχείο εξαιρετικής σπουδαιότητας για την κρίση της αξιοπιστίας του. Η αξιοπιστία αποτελεί έννοια πολυσήμαντη. Η εμφάνιση και η συμπεριφορά του μάρτυρα ενόσω καταθέτει, η μνήμη του, οι αντιδράσεις του (κατά πόσο δηλαδή είναι φυσικές ή αφύσικες), ο τρόπος που απαντά, η νευρικότητα ή η επιφυλακτικότητα του και η ιδιοσυγκρασία που εκδηλώνει, είναι μεταξύ των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση (Κεντρική Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν Ηροδότου, Π.Ε. 332/09, ημερ. 10.6.13, Re N-BCM (2002) EWCA Civ. 1052, C & A Pelekanos Associates Limited ν Πελεκάνου (1999) 1(B) ΑΑΔ 1273). 

 

Η συμπεριφορά μάρτυρα κατά την αντεξέταση δεν φαίνεται να έχει μεγαλύτερη σημασία από ό,τι έχει κατά την κυρίως εξέταση και επανεξέταση (Attorney-General for the Sovereign Base Areas of Akrotiri and Dhekelia ν Steinhoff (2005) UKPC 31).

 

Έλαβα, επίσης, υπόψη μου ότι σύμφωνα με την κρατούσα νομολογία, είναι δυνατόν ένας μάρτυρας να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς (βλ. Γενικός Εισαγγελέας v. Μανώλη (1995) 1 Α.Α.Δ. 207), καθώς και ότι δεν είναι επιλήψιμη η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα (βλ. Χάρης Χρίστου v. Ευγενία Khoreva (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 455 και Mossa Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.α. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165).

 

 

Στρεφόμενος προς τον Εκτιμητή κ. Γερμανό και στην αξιολόγηση της δικής του μαρτυρίας να επαναλάβω πως τόσο τα προσόντα του όσο και η επαγγελματική του ιδιότητα δεν έτυχαν αμφισβήτησης από την κα. Στιβαρού. Επιπρόσθετα δεν αμφισβητήθηκαν ούτε και τα κτηματολογικά, πολεοδομικά στοιχεία του ακινήτου ιδιοκτησίας του ενάγοντα ούτε βεβαίως η περιγραφή του ακινήτου και της περιοχής το οποίο αυτό εμπίπτει ως αυτά περιγράφονται στην Εκτίμηση Τεκμήριο 1 που ο μάρτυρας ετοίμασε και κατάθεσε στην διαδικασία. Επιπρόσθετα αμφισβήτηση δεν υπήρξε ούτε στην αγοραία αξία ανά τετραγωνικό μέτρο του επίδικου ακινήτου ως αυτή καθορίστηκε για το έτος 2002 που εγκαταστάθηκε και η επίδικη γραμμή το οποίο υπολογίστηκε από τον μάρτυρα στο ποσό των €10.00 ανά τ.μ.

Η αντεξέταση του μάρτυρα αυτού ουσιαστικά περιορίστηκε στο σκεπτικό και την κατάληξη του σε σχέση με το επηρεαζόμενο μέρος και το ποσοστό επηρεασμού. Για τα ζητήματα αυτά ο ίδιος παραδέχθηκε αντεξεταζόμενος πως παρά την δική του αρχική μέτρηση για την έκταση του επηρεαζόμενου από την δέσμευση μέρους χρησιμοποιώντας άλλο σχέδιο το οποίο επισυνάπτει στην έκθεση του, όταν προχώρησε σε νέα μέτρηση χρησιμοποιώντας το σχέδιο του Τεκμηρίου 4 όπως του υποδείχθηκε και αφού προηγουμένως συμφώνησε να αφαιρεθούν και τα 3 μέτρα Πολεοδομικής Δέσμευσης στο ανατολικό μέρος του τεμαχίου που δεν υφίσταται στην υπό εξέταση περίπτωση, συμφώνησε ότι η δέσμευση ανέρχεται σε 798 τ.μ και όχι στα 1500 τ.μ. που ο ίδιος αναφέρει στην εκτίμηση του.

Σε σχέση με το ποσοστό επηρεασμού η συλλογιστική του μάρτυρα για καθορισμό αυτού σε ποσοστό ύψους 70% δεν μπορεί  να γίνει αποδεκτή αφού παραγνωρίζει ζητήματα που και ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι υφίστανται μεταξύ άλλων ήτοι (α) ότι το τεμάχιο του ενάγοντα δεν χάνει κάτι από την χρήση του ως αυτή ήταν και συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι δηλαδή την γεωργική (β) ότι ο μόνος περιορισμός που επιβάλλεται σε αυτό από την ύπαρξη της γραμμής είναι η μη ανέγερση οικοδομών ή υποστατικών σε συγκεκριμένη απόσταση επί της εναέριας γραμμής, ενώ η γεωργική του αξιοποίηση μπορεί να λαμβάνει χώρα έστω και με κάποιους περιορισμούς και στην δεσμευμένη έκταση και (γ) το γεγονός ότι ο ιδιοκτήτης του ακινήτου εξακολουθεί να μπορεί να ανεγείρει κατοικία μεγέθους μέχρι και 200 τ.μ. στην υπόλοιπη έκταση του τεμαχίου του. Σε κάθε περίπτωση ουδέποτε ο ενάγοντας μέχρι και σήμερα αιτήθηκε τον διαχωρισμό του τεμαχίου ή την οικοδομική του ανάπτυξη.

Συνεπώς καταλήγω να μην αποδεχθώ την από μέρους του εκτιμητή του ενάγοντα συλλογιστική για καθορισμό του ύψους του επηρεαζόμενου μέρους καθώς και του ποσοστού επηρεασμού καθότι δεν φαίνεται να αντικατοπτρίζει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης ως διαφάνηκε κατά την αντεξέταση του.   

Ο ενάγοντας άφησε στο Δικαστήριο γενικά καλή εντύπωση αφού ούτως η άλλως το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας του δεν αμφισβητείται και καλύπτεται από τα γεγονότα που αποτελούν κοινό έδαφος. Μάλιστα ο ίδιος επιβεβαίωσε με ειλικρίνεια πως ουδέποτε προσέβαλε την αδειοδότηση της γραμμής ούτε και την συγκατάθεση του Επάρχου ενώ παραδέχθηκε ότι από την τοποθέτηση της επίδικης γραμμής μέχρι και σήμερα δεν έχει αιτηθεί τον διαχωρισμό του τεμαχίου του ή την οικιστική ανάπτυξη του και ούτε έχει επηρεαστεί οποιαδήποτε γεωργική του χρήση αφού ούτε ο ίδιος ούτε τα παιδιά του προβαίνουν σε τέτοια χρήση για λόγους που δεν αφορούν την γραμμή.

Δεν παραγνωρίζω βεβαίως πως αναφέρθηκε γενικά και αόριστα σε ύπαρξη οχληρίας και την δημιουργία καρκινωμάτων από την ύπαρξη των γραμμών χωρίς να αναφέρει κάτι συγκεκριμένο καθώς και το ότι το ακίνητο του θα ενταχθεί στην οικιστική ζώνη σε σύντομο χρόνο δεδομένα τα οποία απλά αποτελούσαν την έκφραση της γνώμης του και χωρίς να στηρίζεται σε κάποια χειροπιαστά δεδομένα ή στοιχεία.  

Το μόνο μέρος της μαρτυρίας του το οποίο δεν θα αποδεχθώ χωρίς κάτι τέτοιο να είναι επιλήψιμο είναι οι θέσεις τις οποίες εξέφρασε περί της ισχυριζόμενης αποστολής από μέρους του των επιστολών που αποτελούν τα Τεκμήρια 8, 9, 10, 11 και 12. Απαντώντας σε ερωτήσεις που αφορούσαν τις εν λόγω επιστολές υποστήριξε την θέση πως τις έστειλε ταχυδρομικώς χωρίς να μπορεί να θυμηθεί αν τις απέστειλε ‘’σκέτες’’ ή ‘’ασφαλισμένες’’ και δεν γνωρίζει αν έχουν παραληφθεί. Μάλιστα με την επιστολή του Τεκμήριο 8 σημείωσε πως έφερε ένσταση στην τοποθέτηση της γραμμής ενώ ζητούσε και αποζημίωση ύψους Λ.Κ. 30.000 όπως του είχε αναφέρει τότε ο εκτιμητής του κ. Πίτρος. Σε υπόδειξη της κας. Στιβαρού ότι ο κος Πίτρος ετοίμασε εκτίμηση μόλις στις 12.12.2016 με εκτιμημένο ποσό ζημιάς ύψους €39.000, ενώ η επιστολή του Τεκμήριο 8 στάλθηκε στις 15.09.2001 και αναφερόταν σε αξίωση ύψους Λ.Κ. 30.000 ο ενάγοντας απάντησε πως δεν γνωρίζει για την διαφορά αυτή και πως ίσως να πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Συμφώνησε πως με τις επιστολές δεν απέστειλε οποιαδήποτε εκτίμηση για την ισχυριζόμενη ζημιά του και απλά περιορίστηκε να αναφέρει πως στις επιστολές αυτές αναγράφει το ποσό που του είχε αναφέρει ο κ. Πίτρος γεγονός το οποίο δεν συνάδει χρονολογικά με την από μέρους του εκτιμητή διενέργεια εκτίμησης.

Ούτε βεβαίως οποιαδήποτε τέτοια επιστολή φαίνεται να έχει εντοπιστεί στο αρχείο της ΑΗΚ για να τον επιβεβαιώνει. Γενικά ο τρόπος που απαντούσε στις ερωτήσεις που του τέθηκαν από πλευράς της κας. Στιβαρού σε σχέση με τις συγκεκριμένες επιστολές έδωσε την εντύπωση στο Δικαστήριο ότι δεν ήταν γνήσιες οι απαντήσεις που δίδονταν από μέρους του αλλά προσπάθεια να πείσει ότι ετοιμαστήκαν και σταλθήκαν από τον ίδιο κατά τους αναγραφόμενους σε αυτές χρόνους χωρίς όμως να πείθει ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Ήταν διστακτικός στις όποιες απαντήσεις έδιδε σε σχέση με το εν λόγω ζήτημα ενώ ισχυριζόταν πως δεν θυμόταν, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις έδειχνε να ενοχλείτο και να εκνευριζόταν στο μέρος αυτό της αντεξέτασης.     

Συνεπώς δεν αποδέχομαι ότι ο ενάγοντας απέστειλε τις επιστολές Τεκμήρια 8 έως 12 προς την ΑΗΚ ή τους υπόλοιπους αποδέχτες κατά τους αναγραφόμενους σε αυτές χρόνους. Μάλιστα δεν μπορεί να αποκλειστεί ούτε και το ενδεχόμενο αυτές να έχουν ετοιμαστεί εκ των υστέρων με σκοπό την παρουσία τους επί σκοπό κατά την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης. Αξιοσημείωτο πως οι εν λόγω επιστολές δεν αποκαλύφθηκαν με την αρχική ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων που καταχωρήθηκε στην υπόθεση στις 21.12.2017 αλλά μόλις στις 17.01.2025 και ενώ η ακροαματική διαδικασία είχε ξεκινήσει.  

Τέλος στρεφόμενος προς τον μάρτυρα υπεράσπισης σημειώνω ότι αυτός άφησε εξαιρετική εικόνα στο Δικαστήριο. Ήταν σταθερός στην μαρτυρία του ενώ αυτή δεν κλονίστηκε ούτε και κατά την αντεξέταση του. Από μελέτη της μαρτυρίας του διαπιστώνετε επίσης ότι μεγάλο μέρος της αποτελεί μέρος των γεγονότων που δεν τυγχάνουν αμφισβήτησης και αφορούν το ιστορικό αδειοδότησης και εγκατάστασης της επίδικης γραμμής καθώς και την διαδικασία λήψης συγκαταθέσεων και υποβολής και εξέτασης ενστάσεων από επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες.

Ούτως η άλλως και ο ίδιος ο μάρτυρας υπεράσπισης επιβεβαίωσε ότι τόσο το τεμάχιο του ενάγοντα όσο και πολλά άλλα επηρεάζονται από την τοποθέτηση της εναέριας γραμμής υψηλής τάσης τονίζοντας όμως πως το κατά πόσον θα πρέπει να αποζημιωθούν η όχι το ζήτημα ρυθμίζεται από νομοθεσία και δεν είναι αρμόδιος ο ίδιος να απαντήσει. Προχώρησε μάλιστα και επεξήγησε τον τρόπο με το οποίο ένα ακίνητο δεσμεύετε από την τοποθέτηση της γραμμής σε σχέση με την πιθανή οικοδομική του ανάπτυξη ένεκα των περιορισμών που επιβάλλονται και αφορούν τον χώρο που βρίσκεται κάτω από τα καλώδια καθώς και στο πλάι του άξονα των καλωδίων.  

Δεν έχω επίσης καμιά αμφιβολία και έχω ικανοποιηθεί από τις απαντήσεις του μάρτυρα υπεράσπισης που ήταν άμεσες και σαφείς ότι έγινε ενδελεχής έρευνα στο αρχείο της ΑΗΚ και δεν έχει εντοπιστεί οποιαδήποτε γραπτή ένσταση ή γραπτό παράπονο προερχόμενο από τον ενάγοντα ούτε και οποιαδήποτε από τις επιστολές που αποτελούν τα Τεκμήρια 8 έως 12. Συνεπώς ένεκα της πολύ καλής εντύπωσης που αποκόμισα από τον μάρτυρα αυτό αποδέχομαι ως αξιόπιστη το σύνολο της μαρτυρίας του.

Συμπεράσματα:

Ενώ η αγωγή του Ενάγοντος ως αναφέρθηκε και ανωτέρω κινήθηκε πάνω στα αστικά αδικήματα της παράνομης επέμβασης και της οχληρίας καθώς και της παράβασης ή εφαρμογής του Άρθρου 23 του Συντάγματος, κατά την ακροαματική διαδικασία με ρητή αναφορά του συνηγόρου του ενάγοντα[2] η επιδικία περιορίστηκε και προωθήθηκε στη βάση της νομιμότητας της παράλειψης αποζημίωσης του Ενάγοντα υπό το άρθρο 23 του Συντάγματοςχωρίς να αμφισβητείται η νομιμότητα των σχετικών αποφάσεων ή πράξεων για την εγκατάσταση της επίδικης γραμμής.

Επιπρόσθετα η αξίωση για αποζημίωση ως ο κος Μιχαηλίδης κατά την αγόρευση του σημείωσε προωθείτε και στη βάση του άρθρου 41 του Περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 αλλά και του αστικού αδικήματος της οχληρίας.

Οι προδικαστικές ενστάσεις της Εναγομένης[3] διατηρήθηκαν μέχρι τέλους με το Δικαστήριο να καλείται να εξετάσει αυτές. Φυσικά η απόσυρση της αξίωσης στην βάση του αστικού αδικήματος της παράνομης επέμβασης καθιστά άνευ αντικειμένου εξέτασης τις προδικαστικές ενστάσεις των παραγράφων 1 και 5 της υπεράσπισης.

Αντικείμενο εξέτασης βεβαίως παραμένουν ενόψει της προώθησης της αγωγής στη βάση του άρθρου 23(3) του Συντάγματος, του άρθρου 41 του Κεφ. 170 και της οχληρίας οι ενστάσεις με αρίθμηση 2, 3, 4 και 6.  

Συνεπώς το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφανθεί αρχικά αν ο Ενάγοντας αποκαλύπτει βάση αγωγής εναντίον της Eναγομένης και μόνο αν η απάντηση είναι καταφατική στην συνέχεια να προχωρήσει να εξετάσει αν αυτός πράγματι έχει υποστεί ζημιά για την οποία ευθύνεται η Αρχή και να προχωρήσει σε υπολογισμό αποζημιώσεων τις οποίες δυνατό να επιδικάσει είτε κατ’ επίκληση του άρθρου 23 του Συντάγματος είτε του άρθρου 41 του Περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 είτε του αστικού αδικήματος της οχληρίας.

Διευκρινίζεται βεβαίως ως αυτό φαίνεται να προκύπτει από την μελέτη της Έκθεσης Απαίτησης του Ενάγοντα ότι ο ίδιος δεν αξιώνει ειδικές αποζημιώσεις για κατ’ ισχυρισμό ζημιές που προκλήθηκαν στο τεμάχιο του ή σε ότι βρισκόταν εντός αυτού[4] από την ΑΗΚ ή ανάδοχους της κατά τον χρόνο εκτέλεσης των εργασιών για την τοποθέτηση της γραμμής ούτε και βεβαίως δικογραφεί τέτοια γεγονότα, αλλά περιορίζει την αξίωση του κατά τρόπο ειδικό σε ισχυριζόμενη ουσιώδη μείωση της αγοραστικής / οικονομικής αξίας του ακινήτου του λόγω της διέλευσης από αυτό της επίδικης γραμμής και ουσιαστικά προωθεί την απόδειξη της μέσω της μαρτυρίας του Εκτιμητή του Ν. Γερμανού καθώς και της σχετικής Έκθεσης Εκτίμησης που αυτός ετοίμασε για λογαριασμό του Eνάγοντα (Τεκμήριο 1).

Προχωρώ συνεπώς να εξετάσω τις διάφορες βάσεις αγωγής που κατά τον ενάγοντα δικαιούται να προωθεί εναντίον της ΑΗΚ.

Η επίκληση του άρθρου 23 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας:

Με αναφορά στο άρθρο 23 του Συντάγματος και κατά πόσο αυτό μπορεί να αποτελεί αυτοτελή βάση αγωγής για διεκδίκηση αποζημίωσης θεωρώ πως το ζήτημα έχει ξεκαθαριστεί από την πρόσφατη απόφαση του Εφετείου ημερομηνίας 05.07.2024 ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ v. ΑΝΤΡΟΝΙΚΗΣ Α. ΧΑΤΖΗΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 333/2018 στα πλαίσια της οποίας εξετάστηκαν πανομοιότυπα ζητήματα με την παρούσα αγωγή.

 Ο Δικαστής Αμπίζας δίδοντας την ομόφωνη απόφαση του Εφετείου καθιστά σαφές και κατά τρόπο δεσμευτικό πλέον για τα Πρωτόδικα Δικαστήρια ότι το άρθρο αυτό δεν εξαντλεί το θέμα, αποτελώντας βάση αγωγής αφού είναι ο Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος Ν. 90/72 ‘’που καθορίζει πως και πότε ασκείται το δικαίωμα αποζημίωσης το οποίο προβλέπεται στο άρθρο του Συντάγματος. Άλλωστε, παράδοξη θα ήταν αντίθετη θεώρηση, αφού θα καθιστούσε χωρίς νόημα τις όποιες νομοθετικές διατάξεις, όπως τις επί του προκειμένου ή, επί παραδείγματι, εκείνες σε σχέση με απαλλοτριώσεις.’’

Συνεπώς η απόφαση Χατζηχριστοδολου ξεκαθαρίζει πλέον ότι η απαίτηση για αποζημίωση ενός ιδιοκτήτη για ισχυριζόμενη ουσιώδη ζημιά μπορεί να λάβει χώρα μόνο μέσω της διαδικασίας που προβλέπουν τα άρθρα 67[5] και 68[6] του Ν. 90(Ι)/72 ενώ το άρθρο 23 του Συντάγματος δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοτελή βάση διεκδίκησης τέτοιας αποζημίωσης. Μπορεί το άρθρο 23 του Συντάγματος να παρέχει δικαίωμα αποζημίωσης όμως ο Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμους Ν. 90/72 καθορίζει πως και πότε ασκείται το δικαίωμα αυτό.

Μάλιστα το άρθρο 67 του Ν.90(Ι)/72 ρυθμίζει ρητά τόσο τον χρόνο υποβολής τέτοιας απαίτησης όσο και τον τρόπο. Ως το άρθρο ορίζει τέτοια ειδοποίηση απαίτησης θα πρέπει να υποβάλλεται εις την Πολεοδομική Αρχή εντός προθεσμίας εξ μηνών, αρχομένης κατά την ημερομηνίαν της ειδοποιήσεως της πολεοδομικής αποφάσεως εις την οποίαν αναφέρεται, και η απαίτησις υποβληθή συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Μέρους. (Η πιο πάνω υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

Σε σχέση με την διαδικασία υποβολής τέτοιας απαίτησης το ζήτημα διέπεται από τους Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αποζημίωση) Κανονισμοί του 1990 Κ.Δ.Π. 56/90 ημερ. 23.03.1990 Κανονισμοί οι οποίοι ρυθμίζουν τον τύπο, το περιεχόμενο και τον τρόπο αποστολής στην Πολεοδομική Αρχή της Ειδοποίησης απαίτησης για αποζημίωση.

Ο Eνάγοντας στην υπό εξέταση υπόθεση ενημερώθηκε μέσω της επιστολής της ΑΗΚ ημερ. 11.08.2001 (Τεκμήριο 7) για την όλη διαδικασία που θα λάμβανε χώρα και αφορούσε το ακίνητο του όσο και στα δικαιώματα του.

Ήταν υποχρέωση του Eνάγοντα να προχωρήσει σε υποβολή απαίτησης προς την Πολεοδομική Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 67 και 68 του Ν. 90(Ι)/1972 εντός της διορίας και με τον τύπο που καθορίζει ο νόμος και σε περίπτωση μη ανταπόκρισης είχε το δικαίωμα να προσφύγει στο Δικαστήριο και να διεκδικήσει αποζημίωση.[7]

Ειδοποίηση απαίτησης με τον τύπο και περιεχόμενο της Κ.Δ.Π. 56/90 ο Eνάγοντας δεν απέστειλε ποτέ. Οι δε επιστολές του Τεκμήρια 8, 9, 10, 11 και 12 σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ειδοποίηση απαίτησης που σε κάθε περίπτωση δεν έχω ικανοποιηθεί ότι αυτές πράγματι ετοιμάστηκαν και στάλθηκαν προς τους παραλήπτες τους κατά τους επίδικους χρόνους αφού η μαρτυρία του ενάγοντα για το ζήτημα αυτό δεν έγινε αποδεκτή.

Ακόμα όμως και να κρινόταν λανθασμένη η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι οι επιστολές του ενάγοντα Τεκμήρια 8, 9, 10, 11 και 12 δεν αποστάλθηκαν και ότι δεν αποτελούν ειδοποίηση απαίτησης για αποζημίωση και πως θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως τέτοιες και να είχαν πράγματι αποσταλεί, η απουσία ύπαρξης συμφωνίας μεταξύ της Πολεοδομικής Αρχής και της ΑΗΚ με την οποία θα υποχρέωνε την ΑΗΚ να καταβάλει αυτή τυχόν αποζημίωση έχει ως αποτέλεσμα η αγωγή του ενάγοντα να στρέφεται κατά λανθασμένου διαδίκου αφού το δικαίωμα του για αποζημίωση στην απουσία συμφωνητικού μεταξύ Πολεοδομίας και ΑΗΚ θα ήταν μόνο στρεφόμενο εναντίον της Πολεοδομικής Αρχής και όχι της ΑΗΚ.

 

Το άρθρο 23.3 του Συντάγματος καθορίζει τα ακόλουθα:

3. Η άσκησις τοιούτου δικαιώματος δύναται να υποβληθή διά νόμου εις όρους, δεσμεύσεις ή περιορισμούς απολύτως απαραιτήτους προς το συμφέρον της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας υγιείας ή των δημοσίων ηθών ή της πολεοδομίας ή της αναπτύξεως και χρησιμοποιήσεως οιασδήποτε ιδιοκτησίας προς προαγωγήν της δημοσίας ωφελείας ή προς προστασίαν των δικαιωμάτων τρίτων.

Διά πάντα τοιούτον όρον, δέσμευσιν ή περιορισμόν, όστις μειώνει ουσιωδώς την οικονομικήν αξίαν της τοιαύτης ιδιοκτησίας, δέον να καταβάλληται το ταχύτερον δικαία αποζημίωσις, καθοριζομένη, εν περιπτώσει διαφωνίας, υπό πολιτικού δικαστηρίου.

Το εν λόγω άρθρο επομένως προνοεί ότι στην περίπτωση επιβολής περιορισμών στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας με ενέργειες και για λόγους που αφορούν μεταξύ άλλων και την Πολεοδομία, και οι οποίοι μειώνουν ουσιωδώς την οικονομική αξία της ιδιοκτησίας, καταβάλλεται δίκαιη αποζημίωση και σε περίπτωση διαφωνίας αυτή καθορίζεται από Πολιτικό Δικαστήριο. 

Oύτε και θεωρώ ότι η απόφαση του Εφετείου στην Χατζηχριστοδολου διαφοροποιείται από την παρούσα με την επιχειρηματολογία ότι στα γεγονότα εκείνης είχε υπογραφή συμφωνητικό μεταξύ της Πολεοδομικής Αρχής και της ΑΗΚ για την καταβολή από την τελευταία τυχόν αποζημίωσης ενώ τέτοια συμφωνία δεν έχει υπογραφεί στην παρούσα.

Θα συμφωνήσω με την θέση ως εκφράστηκε στην απόφαση ημερομηνίας 30.04.2025 της αδελφής Δικαστού κας. Ε. Δημητρίου – Παναγή Α.Ε.Δ. στα πλαίσια της αγωγής 972/16 Ε.Δ. Πάφου ότι η απόφαση στην Χατζηχριστοδολου τυγχάνει εφαρμογής είτε υπάρχει είτε όχι συμφωνητικό για αποζημίωση μεταξύ της Πολεοδομικής Αρχής και της ΑΗΚ. Και αυτό γιατί η οποιαδήποτε ισχυριζόμενη ζημιά που συνίσταται στην μείωση της αξίας ενός ακινήτου έχει προκληθεί από την έκδοση της πολεοδομικής άδειας και της συγκατάθεσης με την οποία επιτράπηκε η επέμβαση στα ακίνητα και η τοποθέτηση της επίδικης γραμμής.

Η οποιαδήποτε επομένως ζημιά του ενάγοντα είναι απόρροια και επακόλουθο της έκδοσης αυτής της πολεοδομικής άδειας και συγκατάθεσης από την Αρμόδια Πολεοδομική Αρχή συνεπώς η αξίωση οποιασδήποτε απαίτησης γίνεται προς την Πολεοδομική Αρχή ως το πρόσωπο που έκδωσε την άδεια και όχι την ΑΗΚ διαδικασία που ρυθμίζεται από τα άρθρα 67 και 69 του Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και την Κ.Δ.Π. 56/90.

Το αν υπάρχει συμφωνητικό μεταξύ Πολεοδομίας και ΑΗΚ μέσω του οποίου η ΑΗΚ αναλαμβάνει την υποχρέωση να αποζημιώσει σε περίπτωση αξιώσεων δεν επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο τα όσα νομοθετικά προβλέπονται. To μόνο που επηρεάζει η ύπαρξη του συμφωνητικού είναι το γεγονός ότι δημιουργείται αγώγιμο δικαίωμα του επηρεαζόμενου και προς την ΑΗΚ για διεκδίκηση αποζημιώσεων νοουμένου πάντοτε ότι η διαδικασία προ της καταχώρησης αγωγής που ρυθμίζει ο νόμος και οι κανονισμοί ακολουθηθεί και δεν έχει επιτυχή κατάληξη.  

Συνεπώς με βάση τα ανωτέρω η αγωγή του ενάγοντα προωθούμενη στην βάση του άρθρου 23 του Συντάγματος είναι και πρόωρη αλλά και στερείται και αιτία αγωγής εναντίον της ΑΗΚ εφόσον η οποιαδήποτε αγωγή σε περίπτωση διαφωνίας για την αποζημίωση (νοουμένου ότι τηρήθηκε η σχετική διαδικασία) θα έπρεπε να στρέφεται εναντίον της Πολεοδομικής Αρχής. Ως εκ τούτου τόσο η 2η όσο και η 6η προδικαστική ένσταση έχουν έρεισμα και γίνονται αποδεκτές με αποτέλεσμα η αγωγή να καθίσταται απορριπτέα.

Kατά πόσον μπορεί το άρθρο 41 του Περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 να αποτελέσει βάση αγωγής για προώθηση της αξίωσης του Ενάγοντα:

Στρεφόμενος προς την επίκληση του άρθρου 41 του Περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 και την δυνατότητα του ενάγοντα να διεκδικεί αποζημιώσεις απευθείας από την ΑΗΚ στην βάση αυτού, σημειώνω τα εξής αφού πρώτα παραθέσω αυτούσιο το εν λόγω άρθρο:

Μέχρι και τις 16.04.2004 το άρθρο 41 του Κεφ. 170 περιλάμβανε τα ακόλουθα:

Αποζημίωση για ζημιά κατά την άσκηση εξουσιών

41. Κατά την άσκηση των εξουσιών σε σχέση με την εκτέλεση των έργων που δόθηκαν σε αυτούς βάσει του Νόμου αυτού ή οποιουδήποτε Διατάγματος, οι ανάδοχοι προξενούν όσο το δυνατό μικρότερη βλάβη και ενόχληση και προξενούν όσον το δυνατό μικρότερη ζημιά και αποζημιώνουν πλήρως όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για όλη τη ζημιά που αυτά υφίστανται λόγω ή ως συνέπεια της άσκησης τέτοιων εξουσιών, το ποσό τέτοιας αποζημίωσης, σε περίπτωση διαφοράς, αποφασίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, και κατοχυρώνει όλες τις αρχές και πρόσωπα έναντι όλων των ζημιών και εξόδων σε σχέση με ατυχήματα, ζημιές και βλάβες που προξενήθηκαν σε αυτά λόγω της πράξης ή παράλειψης των αναδόχων ή οποιουδήποτε προσώπου που εργοδοτείται από αυτούς. (ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)

Μετά τον τροποποιητικό Νόμο Ν. 85(Ι)/04 το άρθρο 41 του Κεφ. 170 ουσιαστικά παρέμεινε το ίδιο αφού διαγράφηκαν με την τροποποίηση του 2004 μόνο οι λέξεις ‘’ή οποιουδήποτε Διατάγματος’’ που βρίσκονταν στην δεύτερη γραμμή.  

Eπρόσθετα στο άρθρο 2 του Κεφ. 170 περιλαμβάνεται και η ερμηνεία του όρου ‘’εργα’’ ως αυτό υφίστατο προ του 2004.

“έργα” περιλαμβάνει ηλεκρικές γραμμές, διώρυγες, έργα ποταμών, υδατοφράκτες, σχεδιαζόμενα έργα, διασωληνώσεις, κτίρια, οικοδομήματα, μηχανήματα, πράγματα ή αντικείμενα οποιασδήποτε περιγραφής, που απαιτούνται για την παροχή ενέργειας και την πραγματοποίηση των σκοπών των αναδόχων·

Σημειώνεται ότι με τον τροποποιητικό Ν. 85(1)/04 η ερμηνεία του εν λόγω όρου, τροποποιήθηκε μόνο με την αντικατάσταση της φράσης <<παροχή ενέργειας>> με την φράση <<την πραγματοποίηση των σκοπών των κατόχων άδειας>>.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι πρόνοιες του άρθρου 41 του Κεφ. 170 είτε προ της τροποποίησης του 2004 είτε μετά, δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση του ενάγοντα και αυτό για τον πολύ απλό λόγο ότι η αξίωση του ενάγοντα δεν αφορά κατ’ ισχυρισμό ζημιές που προκλήθηκαν από την ΑΗΚ ή ανάδοχους της σε υποστατικά ή γη κατά τον χρόνο τοποθέτησης της επίδικης γραμμής.

Το άρθρο 41 του Κεφ. 170 δεν εξετάζεται μεμονωμένα αλλά αυτό συνδέεται με τα άρθρα 33 – 40 του Κεφ. 170 τα οποία ρυθμίζουν την άσκηση των εξουσιών της ΑΗΚ ή των ανάδοχων της σε σχέση με την εκτέλεση των έργων που περιγράφονται στα συγκεκριμένα άρθρα και γενικότερα στο Κεφ. 170.

Να σημειωθεί ότι αντίστοιχες πρόνοιες εντοπίζονται και στον Περί Ανάπτυξης Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 171 και συγκεκριμένα το άρθρο 37.[8]

Η αξίωση του ενάγοντα ως αναφέρθηκε και ανωτέρω είναι πολύ συγκεκριμένη και αυτή αφορά σε ισχυριζόμενη ουσιώδη μείωση της αγοραστικής / οικονομικής αξίας του ακινήτου του λόγω της διέλευσης από αυτό της επίδικης γραμμής και δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να ενταχθεί κάτω από την δυνατότητα αποζημίωσης που ρυθμίζει το άρθρο 41 του Κεφ. 170 αφού ο νομοθέτης δεν ένταξε την συγκεκριμένη περίπτωση στα όσα τα άρθρα 33 – 41 του Κεφ. 170 ρυθμίζουν.

Προκύπτει επομένως ότι οι διαδικασίες του άρθρου 41 του Κεφ. 170 που αφορούν την διεκδίκηση αποζημιώσεων για ζημιές που προκλήθηκαν από τις ενέργειες των άρθρων 33 – 40 του Κεφ. 170 δεν αφορά πάσα και οιασδήποτε φύσης απαίτηση προς αποζημίωση τυχόν εγερθεί εναντίον της αρχής ως εισηγείται η πλευρά του ενάγοντα αλλά αποκλειστικά και περιοριστικά τις αξιώσεις στη βάση των ενεργειών αυτών καθ’ εαυτών που τα άρθρα 33 – 40 του Κεφ. 170 αφορούν.

Να σημειωθεί ότι παρόμοια ερμηνεία έδωσε και η Επαρχιακός Δικαστής (ως ήταν τότε) κα. Ειρήνη Δημητρίου - Παναγή στην απόφαση της ημερ. 23.02.2021 στην Αγωγή Ε.Δ. Πάφου 2630/2013 ερμηνεύοντας το άρθρο 37 του Περί Ανάπτυξης Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 171. 

Συνεπώς καταλήγω πως το άρθρο 41 του Κεφ. 170 δεν μπορεί να γίνεται επίκληση από πλευράς του ενάγοντα στην υπό εξέταση υπόθεση για διεκδίκηση των ειδικών αποζημιώσεων που περιλαμβάνει στην αγωγή του εναντίον της ΑΗΚ.

Η προώθηση της αγωγής εναντίον της ΑΗΚ στη βάση του Αστικού Αδικήματος της Οχληρίας:

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του ενάγοντα επιχειρηματολόγησε πως η αγωγή του πελάτη του στηρίζεται και στην οχληρία. Μάλιστα αυτό το πραγματεύτηκε εκτενώς κατά την προφορική του αγόρευση ενώπιον του Δικαστηρίου στις 07.07.2025 με παραπομπή στο περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης του ενάγοντα με επιχειρηματολογία ότι η επίδικη γραμμή προκαλεί ηχορύπανση / θόρυβο, περιβαλλοντική ηλεκτρομαγνητική ρύπανση, ακαλαισθησία και γενικά οχληρία.

Σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το είδος του αστικού αδικήματος της οχληρίας που θεωρεί ότι στοιχειοθετείτε στην υπό εξέταση περίπτωση ήτοι ιδιωτική ή δημόσια ο κ. Μιχαηλίδης απάντησε πως και οι δύο περιπτώσεις στοιχειοθετούνται χωρίς όμως να παραπέμψει σε οτιδήποτε συγκεκριμένο επί των συστατικών των αδικημάτων.  

Υπενθυμίζω εδώ ότι όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η κυπριακή έννομη τάξη αναγνωρίζει δύο μορφές αγώγιμης οχληρίας, τη δημόσια και την ιδιωτική, αμφότερες οι οποίες περιέχονται στις πρόνοιες των αρ. 45 και 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ. 148 αντίστοιχα και οι οποίες, για σκοπούς επιτυχίας του προσώπου που ενάγει, έχουν ως δύο τουλάχιστο κοινές προϋποθέσεις, την απόδειξη αφ' ενός πρόκλησης κάποιας ζημιάς στο πρόσωπο που ενάγει και αφ' ετέρου της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του ζημιογόνου αποτελέσματος και της επίδειξης συμπεριφοράς που ανάγεται στη διάπραξη των αδικημάτων που επέφερε τη ζημιά (βλ. ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ν. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΧΛΩΡΑΚΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 214/2013, 24/6/2019), ECLI:CY:AD:2019:A238Ειδικότερα όμως, όπως λέχθηκε στην ΤΗΕSIS TRADING CO LIMITED ν. ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 388/10, 23/6/2016:

Το άρθρο 45 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, ΚΕΦ. 148, όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα ορίζει:

«Δημόσια oχληρία συνίσταται σε παράvoμη πράξη, ή σε παράλειψη εκτέλεσης voμικής υπoχρέωσης αv η πράξη αυτή ή η παράλειψη θέτει σε κίvδυvo τη ζωή, ασφάλεια, υγεία, ιδιoκτησία ή άvεση τoυ κoιvoύ ή παρακωλύει τo κoιvό στην άσκηση κoιvoύ δικαιώματoς:

Νoείται ότι καμιά αγωγή δεv εγείρεται για δημόσια oχληρία, παρά μόvo-

(α) από τo Γεvικό Εισαγγελέα της Δημoκρατίας για έκδoση απαγoρευτικoύ διατάγματoς͘  ή

(β) από τo πρόσωπo πoυ υπέστη εξαιτίας αυτής ειδική ζημιά.»

Για να θεμελιωθεί το αστικό αδίκημα της δημόσιας οχληρίας θα πρέπει να υπάρχει πράξη ή παράλειψη, η παρανομία της οποίας να συνίσταται είτε στη μη εκτέλεση νομικής υποχρέωσης, είτε σε παράλειψη, προς εκπλήρωση νομικής υποχρέωσης, η οποία άμεσα επηρεάζει το ζημιογόνο αποτέλεσμα ως ορίζει το άρθρο 45 του Νόμου (Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Α. Κωστάκη, ανηλίκου μέσω γονέων και φυσικών κηδεμόνων του Χρίστου και Μαρίας Κωστάκη (2008) 1 Α.Α.Δ. 432).

Η δε ιδιωτική οχληρία ορίζεται στο άρθρο 46 του Νόμου, με την επιφύλαξη ότι ο ενάγων δεν τυγχάνει αποζημίωσης, εκτός αν, εξαιτίας αυτής υπέστη ζημιά:

«46. Iδιωτική oχληρία συvίσταται στo ότι πρόσωπo επιδεικvύει συμπεριφoρά ή διεξάγει τις εργασίες τoυ ή χρησιμoπoιεί ακίvητη ιδιoκτησία πoυ αvήκει σε αυτό κατά κυριότητα ή κατέχεται από αυτό, με τρόπo ώστε κατά συvήθεια vα παρεμβαίvει στηv εύλoγη χρήση και απόλαυση, αφoύ ληφθoύv υπόψη η θέση και η φύση αυτής, της ακίvητης ιδιoκτησίας oπoιoυδήπoτε άλλoυ πρoσώπoυ:

Νoείται ότι o εvάγovτας δεv τυγχάvει απoζημίωσης σε σχέση με ιδιωτική oχληρία εκτός αv εξαιτίας αυτής υπέστη ζημιά:

Νoείται περαιτέρω ότι oι διατάξεις τoυ άρθρoυ αυτoύ δεv εφαρμόζovται καθόσov αφoρά παρέμβαση στo φως.»

Στοχεύει ο νομοθέτης στην προστασία της εύλογης χρήσης και απόλαυσης της ακίνητης ιδιοκτησίας, προσπαθώντας να διατηρήσει το ισοζύγιο μεταξύ συγκρινόμενων δικαιωμάτων: του ιδιοκτήτη της ακίνητης περιουσίας, ώστε να την χρησιμοποιεί, όπως καλύτερα ο ίδιος κρίνει και του δικαιώματος του γείτονος, για εύλογη απόλαυση της δικής του ιδιοκτησίας.  Sadleigh-Denfield v. O'Callaghan [1940] A.C. 880, 903 και Χριστοδουλίδου ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.α.  (2008) 1 Α.Α.Δ. 746.

Είναι φανερό ότι ο ενάγων, για να πετύχει στις αξιώσεις του θα πρέπει να στοιχειοθετήσει ότι η χρήση των υποστατικών είναι παράνομη, εν τη εννοία ότι, θα πρέπει να διαπιστωθεί παράλογη χρήση της. Όπως εξετάζεται και στην Χριστοδουλίδου (ανωτέρω) ο ιδιοκτήτης ακίνητης ιδιοκτησίας έχει δυνάμει των διατάξεων του Νόμου δύο θεραπείες: αποζημιώσεις για τη ζημιά που προκλήθηκε και έκδοση διατάγματος προς άρση ή συνέχιση της οχληρίας, ώστε να προστατευθεί ο ενάγων από περαιτέρω ζημιά (Clerk & Lindsell on Torts, 15η έκδοση, §13-18).  Εκεί δε όπου διεκδικούνται αποζημιώσεις, δίνεται έμφαση στη διακρίβωση της υπαίτιας συμπεριφοράς του εναγομένου, οπότε σε μια τέτοια περίπτωση, τα Δικαστήρια είναι συνήθως απρόθυμα να καταλογίσουν ευθύνη για ιδιωτική οχληρία σε πρόσωπο εναντίον του οποίου δεν έχει αποδειχθεί υπαίτια συμπεριφορά (Medcon Constructions Ltd v. Ευαγγέλου (1997) 1 Α.Α.Δ. 566).  Είναι γι΄ αυτό που οι ενέργειες του εναγομένου έχουν ιδιαίτερη σημασία οπότε και η μαρτυρία η οποία προσάγεται πρέπει να είναι λεπτομερής και στέρεη.»

Εξετάζοντας αρχικά κατά πόσον η αξίωση του ενάγοντα μπορεί να πετύχει εναντίον της Εναγομένης στη βάση του Αστικού Αδικήματος της Δημόσιας Οχληρίας η απάντηση δεν μπορεί να είναι παρά αρνητική αφού τα συστατικά του αδικήματος δεν φαίνεται να πληρούνται. Στα γεγονότα της υπό εξέταση υπόθεσης δεν υφίσταται οποιαδήποτε παράνομη πράξη ή σε παράλειψη εκτέλεσης νομικής υποχρέωσης από μέρους της ΑΗΚ κατά την εγκατάσταση ή διατήρηση της επίδικης γραμμής.

Υπενθυμίζεται και αυτό δεν αμφισβητείται, ότι τόσο η εγκατάσταση όσο και η διατήρηση μέχρι και σήμερα της γραμμής καλύπτεται από τις αναγκαίες Άδειες, ενώ δόθηκε και η σχετική συγκατάθεση του Επάρχου, πράξεις οι οποίες ουδέποτε αμφισβητήθηκαν από τον Ενάγοντα  συνεπώς η ύπαρξη της γραμμής διέπεται από πέπλο νομιμότητας.  

Σε σχέση με το Αστικό Αδίκημα της Ιδιωτικής Οχληρίας δεν διαπιστώνω ποια πράξη ή παράλειψη της ΑΗΚ παρεμβαίνει στην απόλαυση της ακίνητης περιουσίας του ενάγοντα. Καταρχάς σημειώνεται ότι ούτε ο ενάγοντας ούτε άλλο μέλος της οικογένειας του διαμένει εντός του εν λόγω ακινήτου είτε μόνιμα είτε σε άλλη προσωρινή βάση έτσι ώστε να τους προκαλείται οποιαδήποτε παρέμβαση στην απόλαυση του τεμαχίου τους για να προκαλείται ενόχληση σε αυτούς.  

Μάλιστα ως ο ενάγοντας παραδέχθηκε δεν χρησιμοποιεί το τεμάχιο του ούτε και για γεωργικούς σκοπούς για λόγους όμως που δεν αφορούν την εγκατάσταση της γραμμής ή κατ’ ισχυρισμό προκαλούμενης οχληρίας, αφού ο ίδιος ήταν Αστυνομικός στο επάγγελμα, πλέον συνταξιούχος μεγάλης ηλικίας και με προβλήματα υγείας, ενώ και τα παιδιά του απασχολούνται με άλλες δραστηριότητες.

Ο συνήγορος του ενάγοντα έκανε επίκληση σε αναφορές στην έκθεση εκτίμησης του κ. Γερμανό για να τεκμηρίωση την ύπαρξη οχληρίας από την παρουσία των εναέριων καλωδίων παραγνωρίζοντας όμως πως η Έκθεση Γερμανού στηρίζεται κατά βάση σε ισχυριζόμενο επηρεασμό του ακινήτου λόγω της ύπαρξης των δεσμεύσεων που δημιουργεί η τοποθέτηση και παραμονή της γραμμής και όχι γιατί κλήθηκε να τεκμηριώσει ειδική ζημιά υπολογιζόμενη στη βάση της διάπραξης του αστικού αδικήματος της ιδιωτικής ή δημόσιας οχληρίας.

Ο κος Γερμανός υπενθυμίζεται κατάθεσε υπό την ιδιότητα του ως εκτιμητής ακινήτων και κτηματομεσίτης και όχι ως ειδικός σε σχέση με μετρήσεις ή επίδραση θορύβου, περιβαλλοντικής ρύπανσης ή ηλεκτρομαγνητικών πεδίων. Καμία ειδική μαρτυρία δεν παρουσιάστηκε για τα ζητήματα αυτά, όχι μόνο αν πράγματι υφίστανται αλλά και σε βαθμό τέτοιο που να προκαλούν παρέμβαση στην απόλαυση της ακίνητης περιουσίας του ενάγοντα.  

Συνεπώς καταλήγω για τους λόγους που εξηγώ ανωτέρω πως ούτε η αξίωση του ενάγοντα εναντίον της εναγομένης μπορεί να επιτύχει στην βάση είτε της δημόσιας είτε της ιδιωτικής οχληρίας.

Εξέταση αποζημιώσεων και τόκων:

Για σκοπούς πληρότητας και μόνο της παρούσας απόφασης προχωρώ να εξετάσω αν θα επιδίκαζα στον ενάγοντα οποιοδήποτε ποσό αποζημιώσεων στη βάση της ισχυριζόμενης μείωσης της αξίας του ακινήτου του συνέπειας της ύπαρξης της γραμμής σε περίπτωση που επί των νομικών σημείων που πραγματεύομαι ανωτέρω επικρατήσει διαφορετική άποψη σε Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο.   

Ο εκτιμητής του ενάγοντα συμφώνησε αντεξεταζόμενος ότι εν τέλει η επηρεαζόμενη έκταση του επίδικου ακινήτου σύμφωνα και με το Τεκμήριο 4 που αφορά την δέσμευση από την ύπαρξη της εναέριας γραμμής αφού αφαιρεθούν προηγουμένως τα 3 μέτρα Πολεοδομικής Δέσμευσης στο ανατολικό μέρος του τεμαχίου που δεν υφίσταται στην υπό εξέταση περίπτωση ανέρχονται σε 798 τ.μ και όχι στα 1500 τ.μ. που ο ίδιος αναφέρει στην εκτίμηση του.

Συνεπώς έχοντας κατά νου ότι και η εναγόμενη συμφωνεί ότι το επηρεαζόμενο δεσμευμένο μέρος του ακινήτου από την ύπαρξη της γραμμής ανέρχεται σε 798 τ.μ. με την αξία αυτού κατά το έτος 2002 που τοποθετήθηκε η γραμμή να ανέρχεται σε ποσό €10,00 ανά τ.μ. τότε το επόμενο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι το ύψος του ποσοστού επηρεασμού έτσι ώστε να υπολογιστεί στην συνέχεια και το συνολικό ποσό που θα μπορούσε να επιδικαστεί στον ενάγοντα.

Έχοντας υπόψη μου ότι το τεμάχιο του ενάγοντα δεν χάνει κάτι από την χρήση του ως αυτή ήταν και συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι ήτοι την γεωργική και ότι ο μόνος περιορισμός που επιβάλλεται σε αυτό από την ύπαρξη της γραμμής είναι η μη ανέγερση οικοδομών ή υποστατικών σε συγκεκριμένη απόσταση επί της εναέριας γραμμής, ενώ η γεωργική του αξιοποίηση μπορεί να λαμβάνει χώρα έστω και με κάποιους περιορισμούς και στην δεσμευμένη έκταση καθώς και του γεγονότος ότι ως συμφώνησε και ο εκτιμητής κ. Γερμανός στην υπόλοιπη έκταση θα μπορούσε να ανεγείρει κατοικία μεγέθους μέχρι και 200 τ.μ. θα κατέληγα ως δίκαιο τον καθορισμό του ποσοστού επηρεασμού του δεσμευμένου μέρους της τάξης του 25%.

Υπενθυμίζεται επίσης πως ενάγοντας μέχρι και σήμερα δεν έχει ζητήσει τον διαχωρισμό του τεμαχίου του ή την οικοδομική του ανάπτυξη με οποιοδήποτε τρόπο. 

Ως εκ τούτου θα επιδίκαζα στον ενάγοντα το ποσό των €1.995 (798 τ.μ. x €10,00 ανά τ.μ. x 0,25% = €1.995) ως αποζημίωση στα πλαίσια της παρούσας αγωγής.   

Αναφορικά με τον τόκο που θα έπρεπε να φέρει το άνω ποσό σημειώνω ότι θα επιδίκαζα νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της Αγωγής έχοντας υπόψη την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε από πλευράς Ενάγοντα να αξιώσει οποιοδήποτε ποσό από την Εναγομένη. Η επίδικη γραμμή τοποθετήθηκε το 2002 με την αγωγή του Ενάγοντα να καταχωρείται μόλις στις 09.12.2016 χωρίς να δίδεται κάποια εξήγηση για την καθυστέρηση αυτή. Συνεπώς η σχετική νομολογία και οι περιστάσεις της υπόθεσης θα μου επέτρεπαν τέτοιο χειρισμό στο ζήτημα επιδίκασης τόκου (βλ. Φοινικαρίδης & άλλη v Γεωργίου & άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, 496 και Δρυάδης κ.α. v. Καλησπέρα (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 881, 893).

Θα επιδίκαζα επίσης εκτιμητικά έξοδα ύψους €800 πλέον Φ.Π.Α προς όφελος του ενάγοντα με νόμιμο τόκο από της έκδοσης της απόφασης μέχρι εξόφλησης.

Τέλος θα επιδίκαζα δικηγορικά έξοδα υπέρ του ενάγοντα ως αυτά υπολογιστούν στην κλίμακα €500 - €2.000 με νόμιμο τόκο από της καταχώρησης της αγωγής.

Επαναλαμβάνω πως τα πιο πάνω τα πραγματεύομαι για σκοπούς πληρότητας και μόνο της παρούσας απόφασης αν ήθελε κριθεί κατ’ έφεση διαφορετική κατάληξη επί των νομικών ζητημάτων που αφορούν τον τρόπο που εξετάστηκαν από το παρόν Δικαστήριο οι βάσεις αγωγής που προώθησε ο ενάγοντας εναντίον της ΑΗΚ. 

 

Σχολιασμός θέσεων Δικηγόρου του Ενάγοντα σε σχέση με προηγούμενη τακτική της ΑΗΚ:

Τέλος προτού αφήσω την απόφαση μου δεν θα μπορούσα να αφήσω άνευ σχολιασμού ένα ζήτημα που ετέθετο συχνά κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ακόμα και στην τελική αγόρευση από τον ευπαίδευτο συνήγορο του ενάγοντα που δεν ήταν άλλο από το γεγονός ότι η ΑΗΚ κυρίως πριν την απόφαση του Εφετείου στην Χατζηχριστοδολου προχωρούσε σε διευθέτηση αγωγών παρόμοιας φύσεως με αυτή του ενάγοντα και ότι ακόμη και στην υπό εξέταση υπόθεση είχαν γίνει προτάσεις για διευθέτηση παρά την μη αποδοχή τους από τον ενάγοντα. Μάλιστα είχε παρουσιαστεί και το Τεκμήριο 20 ήτοι η δικαστική απόφαση της αγωγής 2630/2013 που αφορούσε άλλο τεμάχιο για να αναδειχθεί και στο παρόν Δικαστήριο ο προηγούμενος αυτός χειρισμός.

Το ζήτημα θεωρώ της όποιας πρακτικής ή διάθεσης ακολουθείτο από την ΑΗΚ ή άλλο διάδικο σε δικαστική διαδικασία δεν μπορεί να είναι δεσμευτικό ή καταλυτικό σε μια υπόθεση που αμφότερες οι πλευρές δεν έχουν καταλήξει στην οποιαδήποτε μεταξύ τους διευθέτηση με αποτέλεσμα αυτή να οδηγηθεί σε πλήρη ακροαματική διαδικασία.

Ο ενάγοντας στην υπό εξέταση υπόθεση όπως και κάθε ενάγοντας σε αστική διαδικασία είχε στους ώμους του την υποχρέωση να αποδείξει την απαίτηση του στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων με αξιόπιστη και επαρκή μαρτυρία πράγματα το οποίο απέτυχε να πράξει κυρίως για τους νομικούς λόγους που έχουν παρατεθεί ανωτέρω.

Το Δικαστήριο αποφασίζει με άσκηση δικαστικής κρίσης και σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να διατάξει την ΑΗΚ να καταβάλει δια δικαστικής απόφασης μετά από πλήρη ακρόαση αποζημιώσεις στον ενάγοντα γιατί πολύ απλά σε άλλες περιπτώσεις η ΑΗΚ είχε συμβιβάσει αντίστοιχες απαιτήσεις άλλων ιδιοκτητών ακινήτων ή είχε προηγούμενα με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της προτείνει την καταβολή συγκεκριμένου ποσού.     

Αποζημιώσεις θα μπορούσαν να αποδοθούν στην υπό εξέταση υπόθεση μόνο αν διαπιστωνόταν υπαρκτή βάση αγωγής του ενάγοντα έναντι της εναγομένης και επιπρόσθετα ο ενάγοντας να αποδείκνυε τις ειδικές ζημιές που ισχυρίζετο ότι υπέστηκε και όχι γιατί η ΑΗΚ σε άλλες περιπτώσεις αποδέχθηκε να πληρώσει αποζημιώσεις.  

Κατάληξη:

Για τους λόγους που εξηγήθηκαν ανωτέρω, η αγωγή του Ενάγοντος εναντίον της Εναγομένης δεν μπορεί να επιτύχει και γι’ αυτό απορρίπτεται.

Όσο αφορά τα έξοδα αυτά αναπόφευκτα θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της αγωγής.

 

Ως εκ τούτου επιδικάζονται υπέρ της Εναγομένης και εναντίον του Ενάγοντα ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.) ...........................

     Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[2] Κάτι το οποίο έγινε στις 11.06.2025 μετά την ολοκλήρωση της μαρτυρίας τους ΜΥ1 καθώς και κατά την τελική του προφορική αγόρευση στις 07.07.2025

[3] 1. H Eναγόμενη Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, στη συνέχεια αναφερόμενη ως η <<Αρχή>> εγείρει την προδικαστική ένσταση ότι, στην έκταση που η παρούσα Αγωγή αφορά σε κατ’ ισχυρισμό ζημιά και/ή δυσμενή αποτελέσματα για την αξιοποίηση της επίδικης ακίνητης περιουσίας και συγκεκριμένα του ακινήτου με αρ. εγγραφής 13381, τεμ. 648 Φ/Σχ. 45/37, στη τοποθεσία <<Καρκόνες>>, στη Τσάδα της Επαρχίας Πάφου, στη συνέχεια αναφερόμενο ως το <<τεμάχιο>>, λόγω κατ ισχυρισμό παράνομης επέμβασης και/ή λόγω κατ ισχυρισμό παράνομης εγκατάστασης στο τεμάχιο, εναέριας γραμμής υψηλής τάσης, η Αγωγή είναι πρόωρη και/ή στερείται νομικής βάσης, καθότι έπρεπε να προηγηθεί η εμπρόθεσμη καταχώρηση προσφυγής και/ή προσφυγών και έκδοση ακυρωτικής απόφασης και/ή αποφάσεων, αφενός ως προς το θέμα της απόφασης και/ή αποφάσεων τοποθέτησης μέρους της εναέριας γραμμής μεταφοράς (στη συνέχεια αναφερόμενης ως <<η επίδικη γραμμή>>) στο τεμάχιο και αφετέρου, ως προς τη σχετική Πολεοδομική Άδεια σε σχέση με την πορεία της επίδικης γραμμής και/ή σε κάθε περίπτωση, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, στερείται καθ’ ύλην δικαιοδοσίας ν’ αποφανθεί περί της κατ’ ισχυρισμό παράνομης επέμβασης και/ή εγκατάστασης.

2. Πρόσθετα, η Αρχή εγείρει προδικαστική ένσταση ότι, στην έκταση που η παρούσα αγωγή αφορά σε αποζημιώσεις για κατ’ ισχυρισμό ζημιά και/ή  μείωση της αξίας ακίνητης περιουσίας από την εγκατάσταση εναέριας γραμμής, για την οποία εκδόθηκε Πολεοδομική Άδεια, η παρούσα Αγωγή είναι απαράδεκτη και/ή πρόωρη και/ή δεν μπορεί να προχωρήσει, καθότι ο Ενάγων, δεν συμμορφώθηκε με τις πρόνοιες του Άρθρου 68 του Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (Ν. 90/72) και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών.

3. Πρόσθετα και/ή διαζευκτικά και στην έκταση που η Αγωγή έχει ως νομική και πραγματική βάση τους όρους που ο Έπαρχος Πάφου (<<ο Έπαρχος>>) έθεσε στη συγκατάθεση του για την τοποθέτηση της επίδικης γραμμής στο τεμάχιο, επίσης η Αγωγή είναι πρόωρη, καθότι ο Ενάγων ουδέποτε παρουσίασε άδεια, είτε για οικοδομική ανάπτυξη του τεμαχίου, είτε για διαχωρισμό του, αλλά ούτε και υπέβαλε αμέσως μετά την εγκατάσταση της επίδικης γραμμής, αίτημα για ζημιά σε υφιστάμενες, κατά την τέτοια εγκατάσταση, φυτείες και/ή ο Ενάγων δεν ακολούθησε τη διαδικασία που τέθηκε με τους όρους της συγκατάθεσης του Επάρχου.

4. Πρόσθετα και στην έκταση που η Αγωγή και/ή Έκθεση Απαίτησης έχει ως νομική βάση την κατ ισχυρισμό παράνομη επέμβαση, ο Ενάγων δεν νομιμοποιείται στην έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων Α μέχρι και Δ, καθώς και των θεραπειών Ε και Λ του παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης καθότι η Αγωγή είναι πρόωρη και/ή στερείται νομικής βάσης για την έκδοση των εν λόγω διαταγμάτων και/ή θεραπειών.

5. Πρόσθετα και/ή ειδικά με το αιτούμενο διάταγμα Β του παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης η Αρχή εγείρει την προδικαστική ένσταση ότι σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες και τη νομολογία που διέπουν την έκδοση τέτοιου είδους διατάγματος, δεν νομιμοποιείται ο Ενάγων στην έκδοση του.

6. Η Αρχή πρόσθετα, εγείρει την προδικαστική ένσταση ότι, η παρούσα Αγωγή, δεν αποκαλύπτει βάση αγωγής εναντίον της και/ή ότι δεν στοιχειοθετείται αγώγιμο δικαίωμα του Ενάγοντα εναντίον της Αρχής και/ή ότι στη βάση των γεγονότων που θα αναφερθούν στη συνέχεια, δεν υφίσταται η κατ’ ισχυρισμό και/ή οι κατ’ ισχυρισμό βάσεις αγωγής.

 

[4] Είτε π.χ. φυτεία, καλλιέργεια ή οικοδομές / υποστατικά.

[5] Καθορισμός αποζημιώσεως

67.-(1) Ουδεμία απαίτησις δι’ αποζημίωσιν δυνάμει του παρόντος Μέρους γίνεται δεκτή και ουδεμία αποζημίωσις δυνάμει του παρόντος Μέρους καταβάλλεται εκτός εάν ειδοποίησις της τοιαύτης απαιτήσεως έχει επιδοθή εις την Πολεοδομικήν Αρχήν εντός προθεσμίας εξ μηνών, αρχομένης κατά την ημερομηνίαν της ειδοποιήσεως της πολεοδομικής αποφάσεως εις την οποίαν αναφέρεται, και η απαίτησις υποβληθή συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Μέρους:

Νοείται ότι ο Υπουργός, αφού ικανοποιηθή ότι, λόγω απουσίας εκ Κύπρου, ασθενείας ή άλλης ευλόγου αιτίας, ο απαιτών αποζημίωσιν εκωλύθη από του να επιδώση ειδοποίησιν της απαιτήσεως του εντός της εν τω παρόντι εδαφίω οριζομένης προθεσμίας, δύναται να παραχωρήση (προ, κατά ή μετά την ημερομηνίαν κατά την οποίαν προθεσμία προς υποβολήν απαιτήσεως άλλως θα εξέπνεε) τοιαύτην παράτασιν προθεσμίας διά την υποβολήν τοιαύτης απαιτήσεως οία θα ήτο υπό τας περιστάσεις εύλογος.

(2) Πάσα ειδοποίησις απαιτήσεως δυνάμει του παρόντος άρθρου δέον να γενήται συμφώνως προς Κανονισμούς εκδοθησομένους δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Εάν, εντός εξ μηνών από της υπό της Πολεοδομικής Αρχής λήψεως απαιτήσεως υποβληθείσης συμφώνως προς το παρόν άρθρον, η Πολεοδομική Αρχή και ο απαιτών δεν δυνηθώσι να καταλήξωσιν εις συμφωνίαν επί της δυνάμει του παρόντος Νόμου τυχόν καταβλητέας αποζημιώσεως, η αποζημίωσις αύτη καθορίζεται υπό του Δικαστηρίου:

Νοείται ότι οσάκις η Πολεοδομική Αρχή γνωστοποιή εις οιονδήποτε απαιτούντα ότι κατά την άποψιν αυτής ουδεμία αποζημίωσις δέον να καταβληθή και η τοιαύτη άποψις της Πολεοδομικής Αρχής δεν διαμφισβητήται υπό του αιτητού δι’ εγγράφου ειδοποιήσεως επιδιδομένης εις την Πολεοδομικήν Αρχήν εντός τριών μηνών από της γνωστοποιήσεως ταύτης, ο απαιτών θεωρείται ως συμφωνήσας εις το ότι ουδεμία αποζημίωσις δέον να καταβληθή.

(4) Πάσα προσφυγή εις το Δικαστήριον διά τον καθορισμόν υπό του Δικαστηρίου τυχόν καταβλητέας αποζημιώσεως θα γένηται συμφώνως προς Κανονισμούς εκδοθησομένους δυνάμει του παρόντος Νόμου.

 

[6] Αποζημίωσις και τρόπος καθορισμού αυτής

68.-(1) Εάν καθ’ οιονδήποτε τρόπον ήθελε προκύψει ουσιώδης ζημία εις βάρος ιδιοκτησίας τινός συνεπεία της εφαρμογής των προνοιών του παρόντος Νόμου, δέον να καταβάλληται δικαία αποζημίωσις.

(2) Αποζημίωσις καταβάλλεται δυνάμει και τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, μόνον οσάκις αποδειχθή υπό του απαιτούντος αυτήν ότι, συνεπεία πολεοδομικής αποφάσεως επηρεαζούσης την ακίνητον ιδιοκτησίαν εν σχέσει προς την οποίαν υποβάλλεται η απαίτησις, επήλθεν ουσιώδης μείωσις της οικονομικής αξίας της ιδιοκτησίας ταύτης.

(3) Για τον υπολογισμόν της αποζημίωσης για ουσιώδη μείωση της οικονομικής αξίας ακίνητης ιδιοκτησίας που επηρεάστηκε από πολεοδομική απόφαση θα λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες που εκτίθενται στο άρθρο 10 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου στο μέτρο που οι κανόνες αυτοί είναι εφαρμόσιμοι, όπως και όλα τα άλλα κατά περίπτωση περιστατικά. Οι διατάξεις του ίδιου Νόμου εφαρμόζονται επίσης σε ό,τι αφορά την καταβολή της αποζημίωσης, εφόσο οι διατάξεις αυτές δεν προσκρούουν σε ρητή διάταξη του παρόντος Νόμου.

 

[7] Άρθρο 7 Κ.Δ.Π. 56/90

 

[8] Απoζημίωση πληρωτέα βάσει τωv άρθρωv 35 και 36

37. Σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνεται συμφωνία μεταξύ της Αρχής και του ιδιοκτήτη των υποστατικών, το πoσό της απoζημίωσης, αv υπάρχει, τo oπoίo πρέπει vα πληρωθεί βάσει τωv διατάξεωv τωv άρθρωv 35 και 36 υπoλoγίζεται από πρόσωπo πoυ διoρίζεται από τo Υπoυργικό Συμβoύλιo:

Noείται ότι καμιά περαιτέρω απoζημίωση δεv επιτρέπεται για τηv εκκoπή ή κλάδευμα δέvδρωv ή απoμάκρυvση βλάστησης όταv η εvέργεια αυτή είvαι αvαγκαία για τη διατήρηση της ηλεκτρικής γραμμής μεταφοράς ή διανομής και τα δέvδρα αυτά ή η βλάστηση αvαπτύχθηκαv ή επιτράπηκε η αvάπτυξη τoυς από τηv πληρωμή της απoζημίωσης βάσει τoυ άρθρoυ 38 κατά τέτoιo τρόπo ώστε vα εμπoδίζoυv ή επεμβαίvoυv στις εν λόγω γραμμές ή τoυς πασσάλoυς ή τις συσκευές:

Νoείται περαιτέρω ότι δεv καταβάλλεται καμιά απoζημίωση από τηv Αρχή σε σχέση με oπoιαδήπoτε δέvδρα εvτός δέκα πoδώv από τηv κεvτρική γραμμή oπoιασδήπoτε oδoύ πoυ κατασκευάζεται ή συvτηρείται από τo Τμήμα Δημoσίωv Έργωv ή από oπoιαδήπoτε τoπική αρχή, εκτός αv απoδειχθεί ότι τo δέvδρo αυτό υπήρχε πριv από τηv κατασκευή της oδoύ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο