Δημοκρατία ν. M.S.H., Αρ. Υπόθεσης: 2155/23, 21/1/2025
print
Τίτλος:
Δημοκρατία ν. M.S.H., Αρ. Υπόθεσης: 2155/23, 21/1/2025

ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΟΔΙΚΕΙΟ AMMOΧΩΣΤΟΥ

ΣΥΝΘΕΣΗ:      N. Μαθηκολώνη, Π.Ε.Δ.

                           Μ. Παπαθανασίου, Α.Ε.Δ.

                           Ε. Μιντή, Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 2155/23

 

Δημοκρατία

ν.

                                              M.S.H.

Κατηγορούμενος

 

21 Ιανουαρίου 2025

 

Ε Μ Φ Α Ν Ι Σ Ε Ι Σ:

Για την κατηγορούσα αρχή: κα Η. Ζησίμου, για Γενικόν Εισαγγελέα

Για τον Κατηγορούμενο: κα Σ. Στυλιανού μαζί με κα Μ. Πάσιη

Κατηγορούμενος παρών

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

(Η παρούσα υπόθεση έχει διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών και η κυκλοφορία της απόφασης υπόκειται σε περιορισμό. Έτσι το πρωτότυπο που περιλαμβάνει τα ονόματα ή άλλα στοιχεία των αδικημάτων, θα παραμείνει στο φάκελο, ενώ θα κυκλοφορήσει κείμενο της απόφασης, χωρίς ονομασίες προσώπων, τόπων και άλλων στοιχείων που δύνανται να οδηγήσουν σε αποκάλυψη προσώπων και αυτό βέβαια, για προστασία των τελευταίων.)

 

Ο Κατηγορούμενος στην παρούσα υπόθεση, αρνήθηκε ενοχή στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει. Πιο συγκεκριμένα, αντιμετωπίζει δύο κατηγορίες βιασμού, η μια δια στοματικής διείσδυσης του πέους του στο σώμα της Παραπονούμενης, χωρίς τη συναίνεση της (κατηγορία 1) και η άλλη, δια κολπικής διείσδυσης του πέους του στο σώμα του ιδίου προσώπου, επίσης χωρίς τη συναίνεση της (κατηγορία 2), αδικήματα τα οποία φέρονται να έλαβαν χώρα στις 31.08.2023 στην Αγία Νάπα.

Εκδοχή της Κατηγορούσας Αρχής, είναι ότι κατά την πιο πάνω ημερομηνία, ο Κατηγορούμενος, ακολούθησε την Παραπονούμενη, τη φίλη της Μ.Κ.4 και ένα άλλο πρόσωπο, επ’ ονόματι Oliver, στο διαμέρισμα ξενοδοχείου στην Αγία Νάπα, όπου διέμενε η Παραπονούμενη και η φίλη της, και εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι η Παραπονούμενη ήταν υπό την επήρεια αλκοόλ, σε υπνοδωμάτιο του εν λόγω διαμερίσματος, ήρθε σε παράνομη συνουσία μαζί της χωρίς τη συναίνεση της, πρώτα δια στοματικής και έπειτα δια κολπικής διείσδυσης του πέους του στο σώμα της. 

 

Από την άλλη, η θέση της υπεράσπισης, είναι πως η Παραπονούμενη και η φίλη της Μ.Κ.4, προσκάλεσαν τον Κατηγορούμενο και τον Oliver στο διαμέρισμα του ξενοδοχείου όπου διέμεναν, και αφού προηγουμένως η Παραπονούμενη και ο Κατηγορούμενος φλέρταραν και φιλήθηκαν, η πρώτη οδήγησε τον τελευταίο σε υπνοδωμάτιο του διαμερίσματος, όπου του έκανε πεολειχία και ακολούθως ήρθε σε σεξουαλική επαφή μαζί του, με την πλήρη συναίνεση της.

 

Προς απόδειξη των κατηγοριών, η κατηγορούσα αρχή κάλεσε εφτά μάρτυρες, ήτοι την I.H.B.L. που είναι η Παραπονούμενη (M.K.1), τον  Γ.Ι. (Μ.Κ.2), τον Α/Αστ. 2688 Π.Σ. (Μ.Κ.3), την I.V.J., φίλη της Παραπονούμενης (Μ.Κ.4), την Α/Αστ.622 Σ.Π. (M.K.5), τον I.G.G. (M.K.6) και την Λ.Ζ. (Μ.Κ.7).  Περαιτέρω κατατέθηκαν 36 τεκμήρια, καθώς και διάφορες καταθέσεις ως Έγγραφα Α-Κ. Επίσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατατέθηκε και εγκρίθηκε αριθμός παραδεκτών γεγονότων, αναφορά στα οποία θα γίνει πιο κάτω.

 

Αφότου ο Κατηγορούμενος κλήθηκε σε απολογία και επεξηγήθηκαν σ’ αυτόν τα δικαιώματα του, επέλεξε να καταθέσει ενόρκως, ενώ δεν κάλεσε οποιουσδήποτε μάρτυρες υπεράσπισης.

 

Α. Σύνοψη μαρτυρίας:

 

Η Παραπονούμενη (Μ.Κ.1) υιοθέτησε τις καταθέσεις της στην Αστυνομία, Έγγραφο Α (ημερ. 31.8.2023), Έγγραφο Β (ημερ. 1.9.2023, ώρα 01:40) και Έγγραφο Γ (ημερ.1.9.2023, ώρα 09:28), με εξαίρεση τρία σημεία του εγγράφου Α, τα οποία κατά την προφορική της μαρτυρία άλλαξε (αναφορά σ’ αυτά γίνεται κατωτέρω).

 

Συνοπτικά, στο Έγγραφο Α’, αναφέρει πως κατάγεται από την Δανία και πως βρισκόταν στην Αγία Νάπα για διακοπές με τη φίλη της (M.K.4), την επίδικη περίοδο και διέμεναν στο ξενοδοχείο Eligonia. Το βράδυ της 30.8.2023, γύρω στις 22:00-23:00, επισκέφθηκε με τη M.K.4 διάφορες μπυραρίες στην πλατεία Αγίας Νάπας, όπου κατανάλωσαν μερικά ποτά, και γύρω στις 03:00 (της επόμενη μέρας) κατέληξαν σε κάποιο club, όπου επίσης κατανάλωσαν κι άλλα ποτά και διασκέδασαν. Ακολούθως, ένοιωσαν κουρασμένες και αποφάσισαν να επιστρέψουν στο ξενοδοχείο στο οποίο διέμεναν. Αφότου εξήλθαν του club, η ίδια αποφάσισε να εισέλθει ξανά μέσα, για να αποχαιρετήσει κάποια αγόρια που είχε γνωρίσει ενώ η Μ.Κ.4, έμεινε έξω. Εξερχόμενη εκ νέου από το club, συνάντησε τη Μ.Κ.4 η οποία την δεδομένη στιγμή μιλούσε με κάποιο αγόρι, τον Oliver, τον οποίο νομίζει πως η φίλη της γνώρισε, καθ’ όσο την ανέμενε. Ήταν αρκετά μεθυσμένη, οπότε δεν θυμάται πολλά πράγματα. Ο Oliver ήθελε να πάρει κάτι να φάει, οπότε πήγαν απέναντι από το club, πήρε φαγητό και έφυγαν[1].  Στον δρόμο της επιστροφής τους προς το ξενοδοχείο, ερχόταν μαζί τους ακόμη ένας τύπος τον οποίο δεν θυμάται που γνώρισε, όπως ούτε και το όνομα του και ο οποίος στο δρόμο της μιλούσε και ότι της έλεγε πως ήθελαν με τον Oliver να τις συνοδεύσουν στο ξενοδοχείο τους για να είναι βέβαιοι ότι θα επέστρεφαν ασφαλείς[2]. Ο Oliver δεν ήξερε αυτό τον τύπο (για τον οποίο δίνει περιγραφή), αλλά πήγε μαζί τους.

 

Ως αναφέρει περαιτέρω, νομίζει πως κατά την επιστροφή τους στο ξενοδοχείο, επισκέφθηκαν για λίγο, ένα κατάστημα piercing και γύρω στις 05:00, επέστρεψαν όλοι μαζί στο ξενοδοχείο Eligonia. Κάθισαν στο σαλόνι και συζήτησαν για λίγο αλλά δεν αντάλλαξαν προσωπικά στοιχεία ή άλλες πληροφορίες, όπως επίσης δεν ρώτησε καν το όνομα του (δηλαδή του τύπου που πήγε μαζί τους).  Ακολούθως η ίδια πήγε στην κουζίνα του δωματίου και νομίζει πως εκεί μπορεί να τον φίλησε. Λίγα λεπτά αργότερα, ένοιωσε κουρασμένη και ήθελε να κοιμηθεί, οπότε πήγε στο υπνοδωμάτιο και ο τύπος αυτός την ακολούθησε, μπήκε στο δωμάτιο και έκλεισε την πόρτα. Η ίδια ξάπλωσε στο κρεβάτι φορώντας ρούχα, όχι όμως παπούτσια και κάλυψε το σώμα της με μια κουβέρτα. Τότε ο τύπος έβγαλε το παντελονάκι του και όλα του τα ρούχα και ήταν γυμνός[3]. Δεν πρόσεξε εάν είχε οποιοδήποτε τατουάζ ή άλλο σημάδι στο σώμα του. Ο τύπος πήγε προς το μέρος της καθώς η ίδια βρισκόταν στο κρεβάτι και της έβγαλε το φόρεμα. Η ίδια ήταν αρκετά ζαλισμένη εκείνη την ώρα και νόμιζε πως της έβγαζε τα ρούχα για να κοιμηθεί, όμως όταν ξεκίνησε να της βγάζει το εσώρουχο, ξεκίνησε να αντιδρά. Του είπε «όχι, δεν θέλω» και καθώς βρισκόταν όρθια, στην άκρη του κρεβατιού, πίεσε το κεφάλι της κάτω και έβαλε το πέος του στο στόμα της. Ήλεγχε το κεφάλι της με τα χέρια του και την πίεζε να κρατήσει το πέος του στο στόμα της. Κάθε φορά που έβγαζε το πέος του από το στόμα της, του έλεγε να σταματήσει και τον έσπρωχνε με τα χέρια της στους γοφούς του, ωστόσο δεν ήταν τόσο δυνατή προκειμένου να τον σπρώξει μακριά. Ακολούθως, θυμάται ότι την γύρισε και ήταν από πίσω της. Η ίδια ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι με το πρόσωπο κάτω και αυτός ήρθε πάνω της από πίσω της. Είχε το χέρι του πίσω από τον λαιμό της, σπρώχνοντας την κάτω και ήταν αρκετά δυνατός ώστε να την κρατήσει κάτω, ενώ η ίδια συνέχισε να του λέει να σταματήσει. Ένοιωσε το πέος του στο αιδοίο της και έκανε σεξ μαζί της. Του έλεγε να σταματήσει, όμως η ίδια συνειδητοποίησε ότι δεν την άκουγε και τον περίμενε να σταματήσει επειδή δεν υπήρχε τρόπος να ξεφύγει, ως επίσης δεν ήταν αρκετά δυνατή για να τον σπρώξει μακριά ή να φωνάξει για βοήθεια, εξαιτίας της αδυναμίας της από το αλκοόλ. Δεν χρησιμοποίησε προφυλακτικό και δεν είναι σίγουρη εάν εκσπερμάτωσε μέσα της ή οπουδήποτε αλλού.

 

Αφότου αυτός τελείωσε αυτό που έκανε, η ίδια καλύφτηκε με μια κουβέρτα και εξήλθε του υπνοδωματίου. Νομίζει πως ο ίδιος φόρεσε τα ρούχα του και του ζήτησε να φύγει από το δωμάτιο. Βγήκε έξω από το δωμάτιο και βρήκε την Μ.Κ.4 και τον Oliver και κλαίγοντας τους είπε ότι το αγόρι αυτό τη βίασε. Τότε η Μ.Κ.4, τον έδιωξε από το δωμάτιο και έφυγε. Μετά από λίγα λεπτά, η ίδια πήγε στο κρεβάτι και κοιμήθηκε, ούσα αναστατωμένη. Όταν ξύπνησε, πήρε τηλέφωνο τον ατζέντη της και του ζήτησε να της βρει πτήση για να επιστρέψει στην χώρα της. Ανέφερε επίσης ότι επισκέφθηκε το Γενικό Νοσοκομείο αλλά δεν εξετάστηκε από κάποιο γιατρό και ότι αν δει ξανά τον τύπο που τη βίασε, μπορεί να τον αναγνωρίσει. Τέλος, σημειώνει πως η ασφάλεια που έχει, καλύπτει το παράπονο της για βιασμό.

 

Στη δεύτερη κατάθεση που έδωσε (Έγγραφο Β), αναφέρει ότι το πρόσωπο στη φωτογραφία του διαβατηρίου που της υποδείχθηκε (Τεκμήριο 16), φαίνεται να ομοιάζει με το αγόρι που της έκανε όσα περιέγραψε προηγουμένως, ενώ στην τρίτη σε σειρά κατάθεση της (Έγγραφο Γ), η οποία αφορά τη διαδικασία αναγνώρισης που έλαβε χώρα, μέσω μονοδρομικού υαλοπίνακα στο ΤΑΕ Αμμοχώστου, αναφέρει πως ο άντρας που είδε, ο οποίος ανέφερε πως ονομάζεται Μ.Η. (Κατηγορούμενος), είναι αρκετά σίγουρη πως είναι αυτός που τη βίασε. Προσθέτει όμως πως δεν είναι εντελώς σίγουρη, επειδή ως ανέφερε ήταν μεθυσμένη.

 

Κατά την περαιτέρω εξέταση της, διευκρίνισε κατ’ αρχάς πως όταν ανέφερε στην κατάθεση της ότι ξεκίνησε ν' αντιδρά, όταν ξεκίνησε να της βγάζει το εσώρουχο, δεν εννοεί φυσικά αλλά ψυχικά, υπό την έννοια ότι ξεκίνησε καταλαβαίνει τι γίνεται. Επιπλέον, ανέφερε ότι επισκέφθηκε το νοσοκομείο, επειδή της ζήτησε η ασφάλεια της να εξεταστεί από γιατρό προκειμένου να της βρουν πτήση για να επιστρέψει σπίτι νωρίτερα και ότι δεν εξετάστηκε γιατί ο γιατρός αρνήθηκε να την εξετάσει προτού προβεί σε σχετική καταγγελία, την οποία έκανε μετά που επικοινώνησε το νοσοκομείο με την Αστυνομία, ως επίσης ανέφερε ότι η ασφάλεια της είναι μια ταξιδιωτική ασφάλεια, που καλύπτει τα έξοδα του νοσοκομείου για παράδειγμα, αν της συμβεί κάτι. Για το συγκεκριμένο περιστατικό της κάλυψαν μόνο τον επαναπρογραμματισμό της πτήσης της για να επιστρέψει πίσω στο σπίτι και τα έξοδα πέντε επισκέψεων σε ψυχολόγο. Τέλος, πάντα στο πλαίσιο της κυρίως εξέτασης, ανέφερε πως προτού επιστρέψουν στο ξενοδοχείο που διέμεναν δεν θυμάται αν επισκέφθηκαν άλλα μέρη, αλλά ξέρει πως στον δρόμο της επιστροφής δεν πήγαν κατευθείαν στο ξενοδοχείο τους. Από τα πλάνα δε του χώρου υποδοχής του ξενοδοχείου Green Bungalows (Τεκμήριο 14), η Παραπονούμενη ανέφερε πως μπορεί ν’ αναγνωρίσει τον εαυτό της, τη M.K.4. και τον Oliver, από τα ρούχα που φορούσαν, αλλά όχι το τέταρτο πρόσωπο που φαίνεται να είναι μαζί τους, επειδή δεν μπορεί από το βίντεο να δει καθαρά τα πρόσωπα που φαίνονται και δεν θυμάται οτιδήποτε άλλο από το συγκεκριμένο βίντεο που της υποδείχθηκε.

 

Αντεξετάστηκε, κυρίως, σε σχέση με τις αλλαγές/διορθώσεις στις οποίες προέβη επί της κατάθεσης της (Έγγραφο Α), για την κατανάλωση αλκοόλ, για την γνωριμία τους με τον Oliver και για το κατά πόσο ο τελευταίος τις προσκάλεσε στο ξενοδοχείο του μετά που έφυγαν από το club, για το πότε συνάντησε πρώτη φορά τον Κατηγορούμενο και κατά πόσο αυτός ερχόταν μαζί τους ή αν απλά περπατούσε προς το ξενοδοχείο του, καθώς επίσης αν φλέρταρε μαζί του και αν του ζήτησε να μην πάει στο ξενοδοχείο του και να μείνει μαζί της.  Η αντεξέταση επίσης, περιστράφηκε γύρω από τα όσα έγιναν στο χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου Green Bungalows, όπου έμεναν ο Κατηγορούμενος και ο Oliver, και για το κατά πόσο ο Oliver ζήτησε ν’ ανέβουν όλοι στο δωμάτιο και δεν τους επετράπη, για το κατά πόσο προσκάλεσαν τον Κατηγορούμενο και τον Oliver στο δικό τους ξενοδοχείο και αν ζήτησαν από τον υπεύθυνο υποδοχής εκεί να επιτραπεί στα αγόρια ν’ ανέβουν στο δωμάτιο όπου διέμεναν και βεβαίως για όσα έλαβαν χώρα στο διαμέρισμα από τη στιγμή που εισήλθαν σ’ αυτό μέχρι την αναχώρηση του Κατηγορούμενου, και κυρίως στο υπνοδωμάτιο όπου βρέθηκε με τον Κατηγορούμενο, με την Παραπονούμενη ν’ αρνείται ότι οδήγησε τον Κατηγορούμενο στο δωμάτιο και ότι τόσο η πεολειχία όσο και η σεξουαλική επαφή που ακολούθησε έγιναν με την συναίνεση της, αλλά και ότι του ζήτησε να φύγει από το δωμάτιο γιατί νευρίασε επειδή μετά το σεξ είδε στην οθόνη του κινητού της, το οποίο έπιασε προκειμένου να δει την ώρα, τη φωτογραφία που είχε μ’ ένα αγόρι και τη ρώτησε αν είναι το αγόρι της. Τέλος, αντεξετάστηκε και σε σχέση με το ζήτημα της ασφάλειας της και πιο συγκεκριμένα αν δικαιούται κάποια αποζημίωση, με τη μάρτυρα ν’ αρνείται ότι έκανε την καταγγελία για να πάρει λεφτά είτε από την ασφάλεια είτε από τη χώρα της, επειδή πίστευε ότι δεν θα έβρισκαν τον Κατηγορούμενο.  

Ο Μ.Κ.2, ο οποίος εργάζεται στο χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου Green Bungalows, υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του ημερ.1.9.2023 (Έγγραφο Δ), όπου αναφέρει ότι την 31.8.2023, γύρω στις 05:00 τα ξημερώματα, ήρθαν δύο από τους ενοίκους των δωματίων του ξενοδοχείου μαζί με δύο κοπέλες και του ανέφεραν ότι ήθελαν ν’ ανέβουν μαζί με τις κοπέλες, αλλά δεν τους επέτρεψε, μιας και είναι πολιτική του ξενοδοχείου να μην επιτρέπουν σε άτομα που δεν διαμένουν στο ξενοδοχείο ν’ ανεβαίνουν στα δωμάτια. Ο μάρτυρας ανέφερε επίσης ότι τα πρόσωπα που ήταν με τις κοπέλες μένουν σε δύο διαφορετικά δωμάτια (δίνοντας λεπτομέρειες) και παρέδωσε αντίγραφα των διαβατηρίων των προσώπων που διαμένουν σ’ αυτά τα δύο δωμάτια (Τεκμήριο 16). Κατά την περαιτέρω εξέταση του δε, εξήγησε πως τα διαβατήρια τα είχε στην κατοχή του επειδή με την άφιξη τους στα δωμάτια, οι ένοικοι παραδίδουν τα διαβατήρια τους και γίνονται αντίγραφα, προκειμένου το ξενοδοχείο να γνωρίζει ποιοι και πόσοι διαμένουν σε κάθε δωμάτιο.

 

Αντεξεταζόμενος, ανέφερε πως όταν αναφέρεται σε δύο από τους ενοίκους, εννοεί τον Κατηγορούμενο και τον Οliver, ότι δεν μπορεί να θυμηθεί με ποιόν συνομιλούσε όταν του ζήτησαν ν’ ανέβουν πάνω οι κοπέλες, αλλά απευθυνόταν και στους δύο και ότι δεν θυμάται καθόλου τις κοπέλες ή σε ποια κατάσταση ήταν. Ως ανέφερε δε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, οι κοπέλες για να μεταβούν στο ξενοδοχείο με τα αγόρια, σίγουρα ήθελαν ν’ ανέβουν πάνω, αλλά δεν θυμάται κάτι άλλο για να πει με βεβαιότητα.

 

Ο Μ.Κ.3, ο οποίος είναι ένας εκ των ανακριτών της υπόθεσης, υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του ημερ. 5.9.2023 (Έγγραφο Ε), όπου αναφέρει ότι την 31.8.2023 είχε αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης, για την οποία η Παραπονούμενη είχε προβεί σε καταγγελία (παραθέτει σύνοψη του περιεχομένου της καταγγελίας της). Από εξετάσεις που διενήργησε στο ξενοδοχείο Green Bungalows, την 1.9.23, μέσω του υπεύθυνου υποδοχής, διαπίστωσε ότι τα δύο πρόσωπα που είχαν μεταβεί στο χώρο υποδοχής την 31.8.2023, γύρω στις 05:00, με δύο κοπέλες που δεν ήταν ένοικοι του ξενοδοχείου, ήταν ένοικοι δωματίων του ξενοδοχείου και του δόθηκαν αντίγραφα των διαβατηρίων και των έξι ενοίκων των διαμερισμάτων. Την ίδια ημέρα, αμέσως μετά, μετέβη στο ξενοδοχείο που διέμενε η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 και αφού τους υπέδειξε τα εν λόγω αντίγραφα διαβατηρίων, τόσο η Παραπονούμενη, όσο και η Μ.Κ.4 στη συνέχεια, αναγνώρισαν τον Κατηγορούμενο, ως το πρόσωπο που ήρθε σε συνουσία μαζί της χωρίς τη συναίνεση της και ως το πρόσωπο που βρισκόταν μαζί τους την 31.8.2023, αντίστοιχα. Στις 02.09.23 και ώρα 16:23, στα γραφεία του ΤΑΕ Αμμοχώστου, ενημέρωσε τον Κατηγορούμενο, στην παρουσία της δικηγόρου του, για την υπόθεση που διερευνούσε εναντίον του, του επέστησε την προσοχή του στον Νόμο, και αυτός απάντησε «It was consensual sex», οπότε και στη συνέχεια, του έλαβε ανακριτική κατάθεση.

 

Κατά την περαιτέρω εξέταση του, διευκρίνισε πως ο ίδιος δεν έλαβε κατάθεση από την Παραπονούμενη και πως η κατάθεση από την τελευταία και τη φίλη της λήφθηκαν πριν ο ίδιος αναλάβει καθήκον στις 31.8.2023 και κατ’ επέκταση τη διερεύνηση της υπόθεσης. Πέραν από τις ενέργειες δε που αναφέρει στην κατάθεση του, ανέφερε ότι προς εντοπισμό του χώρου που είχαν μεταβεί αρχικά η Παραπονούμενη με τη φίλη της και τα άγνωστα πρόσωπα, είχε επίσης μεταβεί με την Μ.Κ.4 για να του υποδείξει δύο σημεία και του υπέδειξε το σημείο που είχαν δει αρχικά το πρόσωπο που έκανε το βιασμό και το σημείο όπου το εν λόγω πρόσωπο είχε ενσωματωθεί στην παρέα τους (βλ. έντυπο υπόδειξης σκηνών Τεκμήριο 31). Ως ανέφερε επίσης, είχε λάβει από την Παραπονούμενη γραπτή συγκατάθεση για έρευνα του δωματίου στο οποίο διέμενε, πλην όμως ο ίδιος δεν συμμετείχε στην έρευνα.

 

Αντεξετάστηκε, κατ’ αρχάς, σε σχέση με όσα καταγράφονται στην κατάθεση του ότι ανέφερε η Παραπονούμενη στο πλαίσιο της καταγγελίας της, με το μάρτυρα να διευκρινίζει ότι όταν ανέλαβε καθήκον το απόγευμα, ενημερώθηκε για τα γεγονότα και το «ζουμί» της υπόθεσης από τους συναδέλφους του που έλαβαν τις καταθέσεις από την Παραπονούμενη και τη φίλη της και ο ίδιος δεν είχε δει τις καταθέσεις. Επίσης, ανέφερε πως ο ίδιος έλαβε κατάθεση από τον Oliver, λέγοντας πως η ενέργεια του αυτή δεν καταγράφεται στην κατάθεση του γιατί δεν είθισται να κάνουν αναφορά στις καταθέσεις, οι οποίες αρχειοθετούνται και τοποθετούνται στον φάκελο της υπόθεσης.  Το ίδιο ισχύει και για την υπόδειξη σκηνών που έγινε από την Μ.Κ.4. Τέλος, ερωτώμενος για την αντίδραση της Παραπονουμένης όταν μετέβη για να της υποδείξει τις φωτογραφίες, ανέφερε πως εκπλάγηκε για το πόσο γρήγορα είχαν εντοπίσει το πρόσωπο που κατήγγειλε και επίσης ότι τον αναγνώρισε σχεδόν αμέσως, παρόλο που οι φωτογραφίες που είχαν τεθεί μπροστά της δεν ήταν καλής ποιότητας.  

 

Η Μ.Κ.4 είναι η φίλη της Παραπονούμενης, με την οποία βρισκόταν στην Κύπρο για διακοπές. Αναγνώρισε τις καταθέσεις που έδωσε στην Αστυνομία στις 31.8.23 (Έγγραφο ΣΤ), 1.9.23 στις 01:55 (Έγγραφο Ζ) και 1.9.23 στις 09:40 (Έγγραφο Η), το περιεχόμενο των οποίων υιοθέτησε.

 

Στην κατάθεση της Έγγραφο ΣΤ, αναφέρει ότι είναι από τη Δανία και ότι ήρθε στην Κύπρο για διακοπές με τη φίλη της (Παραπονούμενη) στις 27.8.23. Ως αναφέρει δε, κανονικά θα πετούσαν πίσω (στη χώρα τους) στις 3.9.23, αλλά θα φύγουν ίσως νωρίτερα από την Κύπρο λόγω του περιστατικού που συνέβη το προηγούμενο βράδυ. Συγκεκριμένα, αναφέρει πως το περασμένο βράδυ, αφού δείπνησαν με την Παραπονούμενη σε συγκεκριμένο εστιατόριο μέχρι τις 21:00, πήγαν στα μπαρ επειδή ήθελαν να πιούν μερικά ποτά.  Έτσι πήγαν στο Square Bar γύρω στις 22:00 και έμειναν εκεί μέχρι τις 03:00 το πρωί.  Στο εν λόγω μπαρ ήπιαν πολλά ποτά και μέθυσαν λίγο.  Η ώρα 04:00 δε πήγαν στο Castle club επειδή ήθελαν να χορέψουν και εκεί γνώρισε τον Oliver, ο οποίος κατάγεται από την Αγγλία και είναι 21 χρόνων. Χόρευε και μιλούσε με τον Oliver, όμως όλη την ώρα είχε οπτική επαφή με την Παραπονούμενη, η οποία χόρευε με διαφορετικούς τύπους.  Έφυγαν από το εν λόγω club γύρω στις 5:30‑6:00 το πρωί όταν έκλεινε και ο ήλιος είχε βγει και είπε στην Παραπονούμενη ότι θέλει να πάει στον χώρο του Oliver, που μένει στα Green Bungalows, για να συνεχίσει το πάρτι. Η τελευταία, επειδή δεν ήθελε να την αφήσει να πάει εκεί μόνη της, πήγε μαζί της. Καθώς περπατούσαν στον δρόμο με κατεύθυνση το Green Bungalows, είδαν δύο τύπους οι οποίοι περπατούσαν τον ίδιο δρόμο μαζί τους και η Παραπονούμενη τους χαιρέτισε επειδή ήταν μεθυσμένη και επειδή είναι κοινωνική. Συνέχισαν να περπατούν στο Green Bungalows και ένας απ’ αυτούς τους δύο τύπους τους ακολούθησε και ήρθε στον χώρο υποδοχής μαζί τους. Πριν πάνε στο Green Bungalows, η Παραπονούμενη τη ρώτησε στα δανέζικα γιατί αυτός ο τύπος την ακολουθεί και ποιος είναι και η ίδια της είπε αν δεν τον θέλει να τον σπρώξει μακριά, αλλά επειδή η Παραπονούμενη είναι πολύ ευγενικός άνθρωπος δεν του είπε τίποτε. Στην αρχή νόμιζαν ότι αυτός έμενε επίσης στο Green Bungalows. Εκεί ο manager του Green Bungalows τους ρώτησε πού πήγαιναν και τους είπε ότι δεν μπορούν να πάνε στο δωμάτιο επειδή δεν έμεναν εκεί και επειδή δεν ήθελε κάποιο πάρτι εκεί.  Έτσι, είπε στον Oliver ότι θα πάει πίσω στο ξενοδοχείο της με την Παραπονούμενη και προσφέρθηκε να τις πάρει στο ξενοδοχείο για να είναι σίγουρος ότι θα είναι εντάξει. Τότε ξεκίνησαν να περπατούν στο ξενοδοχείο τους και αυτός o τύπος τους ακολουθούσε. Δεν μίλησε μαζί του αλλά μιλούσε με την Παραπονούμενη.

 

Όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο τους, o manager εκεί δεν ήθελε τους τύπους εκεί αλλά τους είπε ότι οι δύο τύποι μπορούν ν’ ανέβουν στο δωμάτιο τους μόνο για μία ώρα και πήγαν όλοι μαζί στο δωμάτιο τους. Όταν πήγαν στο δωμάτιο, η ίδια πήγε στην τουαλέτα και μετά στο μπαλκόνι για να καπνίσει ένα τσιγάρο και ο Oliver πήγε μαζί της.  Η Παραπονούμενη και ο άλλος τύπος έμειναν μέσα στο σαλόνι και μιλούσαν και αυτή ήταν χαρούμενη και δεν φαινόταν ότι ένιωθε ανασφαλής. Καθώς η ίδια και ο Oliver ήταν έξω στο μπαλκόνι και κάπνιζαν, ξαφνικά άκουσε ήχο από την πόρτα, λες και κάποιος έκλεινε την πόρτα με δύναμη. Μετά σκέφτηκε ότι ίσως η Παραπονούμενη ήθελε να έχει κάποια διασκέδαση με αυτό τον τύπο και γι΄ αυτό έμειναν έξω, επειδή δεν ήθελαν να διακόψουν οτιδήποτε.  Μετά από περίπου 10 λεπτά, μπήκε μέσα για να πάρει λίγο νερό και καθώς στεκόταν στην κουζίνα, αυτός ο τύπος ήρθε έξω από το υπνοδωμάτιο και συμπεριφερόταν πολύ παράξενα και ένιωσε ότι κάτι ήταν λάθος.  Μετά η Παραπονούμενη βγήκε έξω από το υπνοδωμάτιο, ήταν γυμνή και καλυπτόταν μόνο με σεντόνια και της είπε στα δανέζικα να τον βγάλει έξω και είχε βουρκωμένα μάτια και ήταν πολύ αγχωμένη. Μετά η ίδια και ο Oliver ζήτησαν απ’ αυτό τον τύπο να φύγει από το δωμάτιο αλλά το αρνήθηκε επειδή έψαχνε για την φανέλα του. Του ζήτησε να περιμένει έξω από το δωμάτιο και βγήκε έξω και έκλεισε την πόρτα. Μετά έψαχνε για τη φανέλα του και όταν την βρήκε του την έδωσε και τον έσπρωξε ευγενικά να φύγει και έφυγε. Ακολούθως, κάθισαν με την Παραπονούμενη και προσπάθησαν να την ηρεμήσουν επειδή έκλαιγε πολύ και της είπε στα δανέζικα ότι δεν ήθελε, αλλά δεν τους είπε άλλες λεπτομέρειες. Ο Oliver έμεινε εκεί μαζί τους μέχρι τις 07:50 π.μ., αλλά επειδή η Παραπονούμενη τον ήθελε να είναι μαζί τους, του τηλεφώνησε και ήρθε ξανά γύρω στις 08:30 π.μ. και έμεινε εκεί μέχρι τις 09:30 π.μ.  Όταν ο Oliver έφυγε, η Παραπονούμενη της είπε ότι ο άλλος τύπος την βίασε και έβαλε με τη βία το πέος του στο στόμα της και μέσα της αλλά δεν είπε περισσότερες λεπτομέρειες. Στη συνέχεια η μάρτυρας δίνει μια περιγραφή του εν λόγω προσώπου και αναφέρει πως μπορεί να δείξει ακριβώς το μέρος όπου συναντήθηκαν για πρώτη φορά με αυτόν τον τύπο, ως επίσης όλον τον δρόμο τον οποίο πέρασαν το προηγούμενο βράδυ από το ένα ξενοδοχείο στο άλλο ξενοδοχείο. Προσθέτει δε πως αν δει ξανά αυτόν τον τύπο μπορεί να τον αναγνωρίσει.

 

Στην κατάθεση της Έγγραφο Ζ, αναφέρει ότι της υποδείχθηκε ένα αντίγραφο διαβατηρίου και αναγνώρισε το πρόσωπο που βρίσκεται στη φωτογραφία του, ως το πρόσωπο που βρισκόταν μαζί τους και βίασε την Παραπονούμενη, ενώ στην κατάθεση της Έγγραφο Η, η μάρτυρας αναφέρει ότι στα γραφεία του ΤΑΕ Αμμοχώστου, είδε από τον μονοδρομικό υαλοπίνακα έναν τύπο, ο οποίος ανέφερε ότι το όνομα του είναι Μ.Η. (Κατηγορούμενος) και είναι σίγουρη ότι είναι ο τύπος που ήρθε μαζί τους στο διαμέρισμα τους, όπου βίασε την φίλη της.

 

Κατά την περαιτέρω εξέταση της, ανάφερε πως δεν θυμάται πως προέκυψε και πήγε ο άλλος τύπος μαζί τους στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που διέμεναν με την Παραπονούμενη. Σε σχέση δε με την αναφορά της ότι όταν βγήκε ο τύπος από το δωμάτιο συμπεριφερόταν περίεργα και ένιωσε πως κάτι πήγαινε λάθος, διευκρίνισε ότι αυτό που την έκανε να νοιώσει έτσι, είναι το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος όταν βγήκε από το υπνοδωμάτιο, πήγε στο μπάνιο, πλύθηκε και δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει πετσέτα, ως επίσης ότι η Παραπονούμενη ήταν πολύ αναστατωμένη. Ως ανέφερε επίσης, στο διάστημα από τις 07:50-08:30 που είχε φύγει ο Oliver, η Παραπονούμενη έκλαιγε πολύ και προσπαθούσε να την ηρεμήσει, ενώ αυτή εξακολουθούσε να επαναλαμβάνει ότι δεν ήθελε.  Τέλος, συμφώνησε ότι το Τεκμήριο 31 αφορά τις υποδείξεις (σκηνών) στις οποίες προέβη.

 

Η μάρτυρας αντεξετάστηκε κατ’ αρχάς για τη φιλία της με την Παραπονούμενη και για το κατά πόσο μίλησαν μεταξύ τους μετά την κατάθεση της τελευταίας στην Αστυνομία ή αν συνομίλησε μαζί της για τη μαρτυρία της τελευταίας στο Δικαστήριο, καθώς επίσης για την κατανάλωση αλκοόλ από μέρους τους το επίδικο βράδυ. Αντεξετάστηκε επίσης για την γνωριμία με τον Oliver, το λόγο που έφυγαν από το club και την πρόσκληση του τελευταίου για να συνεχίσουν το πάρτι στο διαμέρισμα του, για τη διαδρομή τους προς το ξενοδοχείο Green Bungalows, όπου διέμενε ο Oliver, για τη συνάντηση τους με τα δύο αγόρια και αν η Παραπονούμενη φλέρταρε με το ξανθό αγόρι, για το κατά πόσο ο Oliver γνώριζε το αγόρι αυτό και αν πράγματι τους ακολουθούσε και για την άρνηση του υπαλλήλου υποδοχής να τους επιτρέψει ν’ ανέβουν στο δωμάτιο. Και βεβαίως, η αντεξέταση περιστράφηκε γύρω από το κατά πόσο προσκάλεσαν τον Oliver και τον Κατηγορούμενο στο δωμάτιο τους, αν ζήτησαν από τον υπάλληλο υποδοχής του δικού τους ξενοδοχείου ν’ ανέβουν τα αγόρια στο δωμάτιο τους, για το κατά πόσο η Παραπονούμενη φλέρταρε και φιλήθηκε με τον Κατηγορούμενο αλλά και για την εν γένει συμπεριφορά της, αν άκουσε φασαρία όταν η Παραπονούμενη βρισκόταν με τον Κατηγορούμενο στο δωμάτιο και τι ακριβώς έγινε όταν ο τελευταίος εξήλθε του δωματίου και στη συνέχεια του διαμερίσματος και πότε της ανέφερε η Παραπονούμενη ότι βιάστηκε, αλλά και τι έγινε όταν πλέον έφυγε και ο Oliver και για την επικοινωνία με τον ατζέντη τους.    

 

Η Μ.Κ.5, η οποία υπηρετεί στο ΤΑΕ Αμμοχώστου και είναι ειδικευμένη φωτογράφος της Αστυνομίας, ήταν μέλος της ανακριτικής ομάδας που διερεύνησε την παρούσα υπόθεση. Στην κατάθεση της ημερ.5.9.23 (Έγγραφο Θ), το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε, καταγράφονται οι ενέργειες στις οποίες προέβη κατά τη διερεύνηση. Πιο συγκεκριμένα, την 31.8.23, μεταξύ των ωρών 15:45-16:45, ήταν παρούσα κατά την ιατροδικαστική εξέταση της Παραπονούμενης από τον Δρ. Ο.Ο., στην παρουσία της γυναικολόγου Δρ Α.Κ.[4] και έλαβε αριθμό φωτογραφιών. Κατά την ιατροδικαστική εξέταση δε, της παραδόθηκαν διάφορα επιχρίσματα της Παραπονούμενης. Την ίδια μέρα δε και ώρα 21:35, η ίδια έλαβε από την Παραπονούμενη δύο παρειακά επιχρίσματα, ενώ στη συνέχεια, κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης της Παραπονούμενης, ερεύνησε με τη βοήθεια του Λοχ.3052 και του Α/Αστ.2688 (Μ.Κ.3), το δωμάτιο της τελευταίας στο ξενοδοχείο Eligonia, όπου κατά την έρευνα παρέλαβε ένα μπλε φόρεμα, ένα κόκκινο εσώρουχο, ένα μπεζ κορσέ εσώρουχο και ένα άσπρο σεντόνι του στρώματος του δεξιού κρεβατιού στο υπνοδωμάτιο. Επίσης, την 1.9.23 έλαβε δύο παρειακά επιχρίσματα από τον Κατηγορούμενο, την 2.9.23 παρέλαβε από τεχνικό ένα USB με πλάνα του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης από το χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου Green Bungalows (Τεκμήριο 14) και την 5.9.23 παρέδωσε τα τεκμήρια για να σταλούν για επιστημονικές εξετάσεις.

 

Κατά την περαιτέρω εξέταση της, ανέφερε πως πέραν των πιο πάνω ενεργειών, έλαβε κατάθεση από την Παραπονούμενη, την οποία είχε συναντήσει στο νοσοκομείο υπό τις περιστάσεις που περιέγραψε. Σύμφωνα με τη μάρτυρα, όταν συνάντησε την Παραπονούμενη, η τελευταία ήταν πολύ ταραγμένη, έκλαιγε και της έλεγε ότι χρειαζόταν «χαρτί» για να μπορεί να επιστρέψει στην χώρα της.  Ως ανέφερε δε, η κατάσταση της Παραπονούμενης ήταν η ίδια και κατά τη λήψη της κατάθεσης της.  Περαιτέρω, η μάρτυρας αναφέρθηκε στις προσπάθειες που έγιναν από μέρους της για να επικοινωνήσει με τον Οliver, ο οποίος είναι κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου και στη συνέχεια, επειδή δεν ανταποκρινόταν, στις ενέργειες της μέσω της Europol για εντοπισμό του και διερεύνηση του κατά πόσο αυτός προτίθεται να μαρτυρήσει. Σύμφωνα με την ενημέρωση που έλαβαν, το εν λόγω πρόσωπο εντοπίστηκε και μέσω email (Τεκμήριο 33), ανέφερε πως δεν επιθυμεί να δώσει μαρτυρία για την παρούσα υπόθεση με οποιοδήποτε τρόπο. Ό,τι άλλο ανέφερε, είναι πως πρόσφατα επικοινώνησε μαζί της ηλεκτρονικά (μέσω email) η Παραπονούμενη και της ανέφερε πως κατάφερε να εξασφαλίσει ένα πιστοποιητικό από την ασφαλιστική εταιρεία, το οποίο ήταν συνταγμένο στα Δανέζικα, οπότε η ίδια μέσω της Αστυνομίας, το απέστειλε σε ορκωτό μεταφραστή για μετάφραση του στα ελληνικά (βλ. Τεκμήριο 34). Σε σχέση δε με την ημερομηνία της μετάφρασης, εξήγησε γιατί η αναγραφόμενη ημερομηνία θεωρεί πως αποτελεί τυπογραφικό λάθος και η ορθή ημερομηνία είναι 7.6.24.

 

H αντεξέταση της Μ.Κ.5, περιστράφηκε, κυρίως, γύρω από το πώς το Tεκμήριο 34 περιήλθε στην κατοχή της, για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εξασφαλίστηκε το πιστοποιητικό από την Παραπονούμενη και για το κάτα πόσο η ίδια έχει επιβεβαιώσει μέσω της ασφαλιστικής εταιρείας την αυθεντικότητα του, αλλά και για το λόγο που δεν είχε ζητηθεί από την Παραπονούμενη να παρουσιάσει τα έγγραφα από την ασφάλεια όταν έδωσε κατάθεση ή σε κάποιο στάδιο αργότερα. Στη θέση δε πως το πιστοποιητικό δεν έχει μεταφραστεί πιστά, η μάρτυρας ανέφερε ότι η ίδια ζήτησε πιστή μετάφραση.  Αντεξετάστηκε επίσης, μεταξύ αλλων, σε σχέση με τις ενέργειες που έγιναν για να προσέλθει ο Oliver για να δώσει μαρτυρία και για συγκεκριμένες αναφορές του τελευταίου στην κατάθεση του Τεκμήριο 35, αλλά και για το λόγο που δεν λήφθηκε κατάθεση από τον αδελφό του Κατηγορούμενου, με τη μάρτυρα να σημειώνει πως δεν θεώρησε πως υπήρχε κάποια σημαντική μαρτυρία.  

 

Στην επανεξέταση της, ανέφερε πως αποστολέας του τεκμηρίου 34 φαίνεται να είναι η ασφαλιστική εταιρεία και παραλήπτης η Παραπονούμενη στις 7.5.24 και αυτό το γνωρίζει διότι είναι στην ίδια ηλεκτρονική διεύθυνση που επικοινωνεί και η ίδια μαζί της.

 

O M.K.6, είναι το πρόσωπο που εργαζόταν ως υπεύθυνος υποδοχής, στο ξενοδοχείο που διέμενε η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4, το επίδικο βράδυ. Στα πλαίσια της κυρίως εξέτασης του, υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης που έδωσε στην Αστυνομία την 1.9.23 (Έγγραφο Ι[5]), όπου αναφέρει ότι στις 31.8.23, η ώρα 06:00, πήγαν στο ξενοδοχείο οι κοπέλες που διαμένουν στο δωμάτιο 107, δηλαδή η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4, μαζί με δύο αγόρια νεαρής ηλικίας και του ανέφεραν ότι θα μετέβαιναν στο δωμάτιο τους με τα δύο αγόρια για 10 λεπτά, για ποτό. Οι κοπέλες φαίνονταν μεθυσμένες και ιδιαίτερα η Παραπονούμενη, ενώ σημειώνει πως αυτές του ζήτησαν να τις αφήσει να πάρουν πάνω τα αγόρια και δεν φαίνονταν φοβισμένες ή να είναι μαζί τους δια της βίας. Αναφέρει επίσης ότι μαζί με την Παραπονούμενη ήταν ένα ξανθό αγόρι (δίνει μια περιγραφή), το οποίο μετά από 15 λεπτά έφυγε από το ξενοδοχείο.  Όταν το είδε δε να φεύγει, το πρόσωπο αυτό συμπεριφερόταν φυσιολογικά και δεν έδειχνε να είναι φοβισμένο ή ανήσυχο. Μετά από 10 λεπτά έφυγε και το άλλο αγόρι.

 

 

Η αντεξέταση του Μ.Κ.6 ήταν ομολογουμένως σύντομη και στο πλαίσιο της, ανέφερε πως το ξανθό αγόρι που ανέφερε είναι ο Κατηγορούμενος, ότι μέχρι τις 08:00 που βρισκόταν στο ξενοδοχείο (μετά σχόλασε), δεν είδε τον Κατηγορούμενο ή το άλλο αγόρι να επιστρέφουν στο δωμάτιο των κοριτσιών, ότι το ξενοδοχείο δεν έχει κάμερες, ότι και οι δύο κοπέλες του ζήτησαν ν’ ανέβουν πάνω τα αγόρια, ότι η εντύπωση που του έδωσαν είναι πως ήταν φίλοι και επίσης ότι ο Κατηγορούμενος και η Παραπονούμενη μεταξύ τους μιλούσαν φιλικά. 

 

Η Μ.Κ.7 είναι ορκωτή μεταφράστρια στην Δημοκρατία, εγκεκριμένη από τον Υπουργό Εσωτερικών, για τη διεκπεραίωση γραπτών μεταφράσεων από τα Ελληνικά στα Δανέζικα[6] και αντίστροφα (βλ. Τεκμήριο 36) και έχει προβεί στη μετάφραση του περιεχομένου του Τεκμηρίου 34.  Σε ό,τι αφορά την προσθήκη του «+45» στην τρίτη γραμμή πριν το τέλος, στο ελληνικό κείμενο, μπροστά από τον αριθμό τηλεφώνου που καταγράφεται, σημείωσε πως έβαλε απλά τον κωδικό μπροστά, «..διευκρινιστικά για να ξέρουν ότι το τηλέφωνο αυτό είναι από τη Δανία».  Επίσης, για διευκρινιστικούς λόγους, ανέφερε πως όταν έλαβε το κείμενο, έλεγξε τι είναι η εταιρεία IF και αν είναι όντως ασφαλιστική εταιρεία και έγραψε διευκρινιστικά «ασφαλιστική εταιρεία»[7] απλά για να βοηθήσει.  Ως ανέφερε δε, το κείμενο δεν έχει αλλάξει / παραποιηθεί και ό,τι γράφει ισχύει. Πρόσθεσε επίσης πως σαν μεταφραστές, όταν το κείμενο δεν παραποιείται / αλλάζει, έχουν άδεια να προβαίνουν σε διευκρινιστικές επεξηγήσεις μέσα στο κείμενο. 

 

Αντεξεταζόμενη, κατ’ αρχάς συμφώνησε πως η ίδια απλά ήλεγξε κατά πόσο υφίσταται η εν λόγω ασφαλιστική εταιρεία και όχι εάν το περιεχόμενο του πιστοποιητικού που της στάλθηκε για μετάφραση είναι ορθό, όπως και ούτε εάν το εν λόγω έγγραφο που στάλθηκε και της προωθήθηκε ηλεκτρονικά είναι αυθεντικό. Από εκεί και πέρα, αντεξετάστηκε σε σχέση με τις λέξεις rejse basis, οι οποίες δεν μεταφράστηκαν στο ελληνικό κείμενο, με τη μάρτυρα να σημειώνει ότι αυτό μεταφράζεται ως βασική ταξιδιωτική ασφάλεια και ο λόγος που το άφησε ως ήταν στα δανέζικα είναι γιατί αμέσως προηγουμένως υπάρχει η φράση «Έχετε ταξιδιωτική ασφάλιση στην if» και είναι το ίδιο πράγμα περίπου.  Στη θέση δε που της τέθηκε ότι λόγω των προσθηκών που έκανε αλλά και της παράλειψης της να μεταφράσει κάποιες λέξεις, η μετάφραση που έκανε δεν θεωρείται πιστή, η μάρτυρας δήλωσε τη διαφωνία της.

 

O Κατηγορούμενος υιοθέτησε το περιεχόμενο της ανακριτικής κατάθεσης που έδωσε στην Αστυνομία (Τεκμήριο 6), όπου εισαγωγικά αναφέρει ότι κατάγεται από την Αγγλία, ότι ήρθε στην Κύπρο με την οικογένεια του για διακοπές και ότι διαμένουν στο ξενοδοχείο Green Bungalows. Ο ίδιος διαμένει με τον αδελφό του σε ξεχωριστό δωμάτιο. Ως αναφέρει, στις 30.8.23 όλη η οικογένεια βγήκε έξω μαζί και σε κάποια στιγμή οι γονείς του επέστρεψαν στο ξενοδοχείο, ενώ ο ίδιος και ο αδελφός του συνέχισαν την έξοδο τους και επισκέφθηκαν διάφορες μπυραρίες, όπου κατανάλωσαν αλκοόλ. Γύρω στις 06:00, ενώ επέστρεφαν με τον αδελφό του πεζοί στο ξενοδοχείο, συνάντησαν τον Oliver και δύο κορίτσια. Ο τελευταίος, είναι ένα αγόρι που είχε συναντήσει νωρίτερα στο ξενοδοχείο και είναι επίσης από την Αγγλία. Αυτοί περπατούσαν επίσης προς το ξενοδοχείο και ο ίδιος ξεκίνησε να μιλά με τα κορίτσια. Το ένα κορίτσι φλέρταρε μαζί του και του ζήτησε να μην επιστρέψει στο ξενοδοχείο, αλλά να μείνει μαζί της. Την ίδια στιγμή ο αδελφός του περπατούσε πιο μπροστά. Όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο, ο Oliver ρώτησε τον υπεύθυνο υποδοχής, εάν επιτρεπόταν στα κορίτσια να μπουν μαζί τους στο ξενοδοχείο και δεν τους επιτράπηκε, οπότε τα κορίτσια τους προσκάλεσαν στο ξενοδοχείο που διέμεναν οι ίδιες.

 

Στο σημείο αυτό, παρενθετικά, σημειώνουμε ότι παρά το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος, στην κατάθεση του, αναφέρεται στο κορίτσι που τον φλέρταρε και του ζήτησε να μείνει μαζί της με το μικρό της όνομα, το οποίο είναι το ίδιο με το όνομα της Μ.Κ.4, εντούτοις είναι σαφές από το σύνολο της μαρτυρίας και κυρίως από τις θέσεις που τέθηκαν από την Υπεράσπιση προς τους μάρτυρες κατηγορίας και κυρίως στην Παραπονούμενη και στην Μ.Κ.4 αλλά και τη μαρτυρία του Κατηγορούμενου, πως αναφερόταν στην Παραπονούμενη. Πρόκειται για το ίδιο κορίτσι, που σύμφωνα πάντα με την εκδοχή του, στη συνέχεια τον φίλησε και είχαν σεξουαλική επαφή και το κορίτσι με το οποίο είχε επαφή είναι παραδεκτό πως είναι η Παραπονούμενη. Το ίδιο σαφές είναι πως όταν αναφέρεται στην κατάθεση του «στο άλλο κορίτσι» που ήταν με τον Oliver, αναφέρεται στη Μ.Κ.4.  Με αυτά λοιπόν υπόψη, και προς αποφυγή σύγχυσης, θα συνεχίσουμε την παράθεση των όσων καταγράφονται στην κατάθεση του με αναφορά σε Παραπονούμενη και Μ.Κ.4 ανάλογα.  

 

Συνεχίζοντας λοιπόν, αναφέρει πως ξεκίνησαν να περπατούν όλοι μαζί και στη διαδρομή μιλούσαν και γελούσαν. Όταν δε έφτασαν εκεί, ο υπεύθυνος στην υποδοχή επέτρεψε στον ίδιο και στον Oliver να μείνουν μόνο μία ώρα και μετά έπρεπε να φύγουν. Όταν εισήλθαν στο δωμάτιο, η Παραπονούμενη ξεκίνησε να τον φιλά και ο Oliver και η Μ.Κ.4 βγήκαν έξω στο μπαλκόνι. Στη συνέχεια, η Παραπονούμενη τον πήρε από το χέρι και τον οδήγησε στο δωμάτιο, όπου συνέχισε να τον φιλά, κάθισε στο κρεβάτι και αφαίρεσε το φόρεμα της. Ακολούθως και ενώ ο ίδιος στεκόταν, του κατέβασε το παντελονάκι και του έκανε στοματικό έρωτα. Την ίδια στιγμή τον ρώτησε εάν είχε προφυλακτικό, με τον ίδιο να της απαντά αρνητικά. Όταν τη ρώτησε αυτός αν έχει, του απάντησε ότι δεν έχει αλλά δεν πειράζει. Ακολούθως έκαναν σεξ για περίπου 10 λεπτά και αφότου ολοκλήρωσαν, όλα ήταν εντάξει μεταξύ τους. Ως αναφέρει δε, στη συνέχεια πήρε το κινητό της Παραπονούμενης για να δει την ώρα και είδε ότι στην οθόνη της υπήρχε φωτογραφία της μαζί μ’ ένα αγόρι και τη ρώτησε ποιος είναι, με την ίδια να θυμώνει και να του ζητά να φύγει από το υπνοδωμάτιο, ενόσω ο ίδιος προσπαθούσε να την ηρεμήσει. Βγήκε από το υπνοδωμάτιο, ρώτησε τον Oliver εάν επιθυμεί να αποχωρήσει μαζί του και αφού του ανέφερε ότι θα έμενε εκεί ακόμη λίγο, έφυγε από το δωμάτιο. Όταν έφυγε, συνειδητοποίησε ότι είχε ξεχάσει την μπλούζα του, οπότε επέστρεψε, χτύπησε την πόρτα, του άνοιξε η Μ.Κ.4 και αφού της ανέφερε ότι ξέχασε την μπλούζα του, τον άφησε να μπει και να την πάρει και όλα ήταν φυσιολογικά. Πήρε την μπλούζα του από την κουζίνα και έφυγε, και επέστρεψε στο ξενοδοχείο του. Τέλος, πέραν του ότι εκσπερμάτωσε αλλά δεν θυμάται αν τελείωσε μέσα της ή αν τραβήχτηκε έξω, ανέφερε πως η Παραπονούμενη ήθελε να κάνει σεξ περισσότερο απ’ ότι ο ίδιος και δεν του είπε ποτέ να σταματήσει.

 

Κατά την περαιτέρω εξέταση του, επανέλαβε ουσιαστικά όσα ο ίδιος ισχυρίζεται ότι έλαβαν χώρα στο υπνοδωμάτιο και ανέφερε πως όταν τελείωσαν, ο ίδιος φόρεσε το παντελονάκι του και η Παραπονούμενη τύλιξε τον εαυτό της με σεντόνι. Όταν άναψε δε το φως, κάθισε στο κρεβάτι δίπλα της και ήταν τότε που πήρε το τηλέφωνο της και είδε τη φωτογραφία με το αγόρι, οπότε τη ρώτησε αν έχει αγόρι, με την ίδια να του ζητά να φύγει. Περαιτέρω ανέφερε ότι από τη στιγμή που έφυγε από το υπνοδωμάτιο δεν την ξαναείδε και δεν την είδε ούτε όταν επέστρεψε να πάρει τη φανέλα του ένα λεπτό περίπου μετά. Σύμφωνα δε με τον Κατηγορούμενο, το σεξ μεταξύ τους ήταν συναινετικό και η Παραπονούμενη γνωρίζει πως δεν βιάστηκε, κατά τη διάρκεια που έκαναν σεξ δεν του είπε ούτε μία φορά να σταματήσει, αλλά ούτε και με τη συμπεριφορά της του έδειξε ότι δεν επιθυμεί να κάνουν σεξ.

 

Αντεξετάστηκε σε σχέση με τη διαδρομή τους στο ξενοδοχείο Green Bungalows, για το κατά πόσο γνώριζε τον Oliver, για την αναφορά του ότι η Παραπονούμενη του ζήτησε να μείνει μαζί της, για το αν η Παραπονούμενη φαινόταν να έχει πιεί, για την άρνηση του εν λόγω ξενοδοχείου να επιτρέψει την είσοδο στα κορίτσια και για την πρόσκληση των κοριτσιών στο δικό τους ξενοδοχείου. Και βεβαίως αντεξετάστηκε για όσα έλαβαν χώρα στο διαμέρισμα του ξενοδοχείου που διέμεναν η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4, αλλά κυρίως στο υπνοδωμάτιο, με τον Κατηγορούμενο να επαναλαμβάνει την εκδοχή του για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα και ν’ αρνείται την εκδοχή της Παραπονούμενης και ότι ήρθε σε σεξουαλική επαφή μαζί της χωρίς τη συναίνεση της.   

 

Κατά την επανεξέταση του, διευκρίνισε σε σχέση με την ενόχληση της Παραπονούμενης μετά το σεξ, πως τα πράγματα εξελίχθηκαν γρήγορα και η ενόχληση προέκυψε όταν της έδειξε τη φωτογραφία στο τηλέφωνο. Πριν της δείξει τη φωτογραφία, η Παραπονούμενη ήταν εντάξει.

 

B. Αξιολόγηση Μαρτυρίας

 

Έχουμε παρακολουθήσει με κάθε δυνατή προσοχή όλους τους μάρτυρες και εξετάσαμε όπως επιβάλλεται τη μαρτυρία τους, καθώς και κάθε άλλη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί υπό μορφή δηλώσεων ή εγγράφων εν τη έννοια του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9. Είμαστε σε θέση ν’ αξιολογήσουμε την αξιοπιστία των μαρτύρων και την ως άνω μαρτυρία, προς εξαγωγή των αναγκαίων ευρημάτων και συμπερασμάτων επί των πραγματικών γεγονότων.

Υπενθυμίζεται εδώ, ότι το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια ν' αποδέχεται μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα που συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας και ν' απορρίπτει το υπόλοιπο μέρος αυτής ως αναξιόπιστο, ενεργώντας αναλόγως. Για μερική αποδοχή μαρτυρίας, χρειάζεται βεβαίως ικανή αιτιολόγηση από το Δικαστήριο[8].

 

Ι. Καταγγελία - Διερεύνηση (Παραδεκτά γεγονότα, Μ.Κ.3, Μ.Κ.5, Μ.Κ.7)

 

Προτού λεχθεί οτιδήποτε άλλο, θα πρέπει να σημειωθεί πως ένα μέρος των γεγονότων κατατέθηκαν και εγκρίθηκαν ως παραδεκτά, συμφώνως του άρθρου 19 του Περί Απόδειξης Νόμου Κεφ. 9 και ως τέτοια αποτελούν και ευρήματα του Δικαστηρίου. Τέτοια είναι τα παραδεκτά γεγονότα που περιλαμβάνονται στο Τεκμήριο Α, αλλά και όσα περαιτέρω δηλώθηκαν ως παραδεκτά στις 6.3.24 και 4.6.24. Tα παραθέτουμε κατωτέρω συνοπτικά για σκοπούς ευχερέστερης κατανόησης των όσων έπονται, σημειώνοντας παράλληλα πως, ουσιαστικά, όπως θα διαφανεί από την παράθεση τους, το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειών της Αστυνομίας στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης δεν αμφισβητείται.

 

Την 31.8.2023, καταγγέλθηκε στο ΤΑΕ Αμμοχώστου από την Παραπονούμενη, ότι βιάστηκε από νεαρό πρόσωπο αγγλικής καταγωγής. Την ίδια μέρα δε, στο Μακάρειο Νοσοκομείο Λευκωσίας, ο ιατροδικαστής Δρ Ο.Ο., διενήργησε ιατροδικαστική εξέταση στην Παραπονούμενη, στην παρουσία της Μ.Κ.5 και της Δρος Α.Κ., γυναικολόγου, και συνέταξε προς τούτο ιατροδικαστική έκθεση (Τεκμήριο 1). Σύμφωνα με την διενεργηθείσα εξέταση, η γεννητική και περιγεννητική περιοχή, η πρωκτική και περιπρωκτική περιοχή, καθώς επίσης το κεφάλι και το υπόλοιπο σώμα της Παραπονούμενης, ήταν άνευ κακώσεων.

 

Την 1.9.23 και ώρα 07:40, o Αστ. 3814 Α.Π. μετέβηκε στο διαμέρισμα που διέμενε ο Κατηγορούμενος στο ξενοδοχείο Green Bungalows, όπου και τον εντόπισε. Αφού τον πληροφόρησε δε για τις εναντίον του υπόνοιες και του επέστησε την προσοχή στο Νόμο, ο Κατηγορούμενος απάντησε «This is wrong». Στη συνέχεια κάλεσε τον Κατηγορούμενο να τον ακολουθήσει στα γραφεία του ΤΑΕ Αμμοχώστου, κάτι που ο τελευταίος έπραξε και εκεί του επέδωσε γραπτώς (Τεκμήριο 2) και του εξήγησε τα δικαιώματα του.

 

Ακολούθως, την ίδια μέρα, αφού του επεξηγήθηκαν τα δικαιώματα του, του προτάθηκε αν επιθυμούσε να λάβει μέρος σε διαδικασία αναγνωριστικής παράταξης. Ο Κατηγορούμενος ανέφερε ότι δεν επιθυμεί να λάβει χώρα αναγνωριστική διαδικασία, πλην όμως έδωσε τη συγκατάθεση του όπως διενεργηθεί διαδικασία αναγνώρισης μόνο του ιδίου, μέσω του μονοδρομικού υαλοπίνακα στα γραφεία του ΤΑΕ Αμμοχώστου, όπως και έγινε την ίδια ημέρα.  Συγκεκριμένα, σε δύο ξεχωριστές διαδικασίες, τις οποίες διεξήγαγαν η Αστ. 3343 Θ.Α. και ο Αστ. 2101 Α.Α., η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 αντίστοιχα, είδαν και αναγνώρισαν τον Κατηγορούμενο. Εις αμφότερες τις περιπτώσεις, ο Κατηγορούμενος, αφού αναγνωρίστηκε από τις πιο πάνω, κλήθηκε ν’ αναφέρει δυνατά το όνομα του, όπως και έπραξε, ενώ όταν του επιστήθηκε η προσοχή στο Νόμο δεν απάντησε οτιδήποτε. 

 

Στη συνέχεια, την ίδια ημέρα, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εναντίον του Κατηγορούμενου και αυτός συνελήφθη. Αφού του διαβάστηκαν και επεξηγήθηκαν δε οι λόγοι σύλληψης του και επιστήθηκε η προσοχή του στον Νόμο, αυτός απάντησε «Ok» (Τεκμήριο 3). Ακολούθως, του δόθηκαν εγγράφως τα δικαιώματα υπόπτων προσώπων (Τεκμήριο 4).

 

Στις 2.9.23, αφού δόθηκαν στον Κατηγορούμενο τα δικαιώματα του εγγράφως (Τεκμήριο 5) και ενημερώθηκε για τα εναντίον του αδικήματα, λήφθηκε απ’ αυτόν ανακριτική κατάθεση στην μητρική του γλώσσα (Τεκμήριο 6[9]).

 

Κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, παραλήφθηκαν διάφορα τεκμήρια, ως εμφαίνονται στον κατάλογο τεκμηρίων που κατατέθηκε (Τεκμήριο 7[10]), μεταξύ των οποίων και τα τεκμήρια 8-14 που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο[11].  Όλα τα τεκμήρια της υπόθεσης δε, παραλήφθηκαν και διακινήθηκαν νομότυπα και κανονικά, χωρίς να υποστούν οποιαδήποτε επέμβαση, εκτός για σκοπούς των απαραίτητων επιστημονικών εξετάσεων.

 

Αναφορικά με το usb Τεκμήριο 14, επισημαίνεται ότι τούτο περιλαμβάνει δεδομένα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του ξενοδοχείου Green Bungalows, σε σχέση με την ημερομηνία 31.8.23, τα οποία κατέγραψε ο τεχνικός συστημάτων συναγερμού και παρακολούθησης Ν.Χ., στις 2.9.23, κατόπιν αιτήματος της Μ.Κ.5. Πριν την περισυλλογή των εν λόγω δεδομένων, ο Ν.Χ. ήλεγξε ότι οι εγκατεστημένες βιντεοκάμερες στο ξενοδοχείο λειτουργούσαν κανονικά, καθώς επίσης ότι η ημερομηνία και ώρα του συστήματος είναι ορθή (συνάδει δηλαδή με την πραγματική). Μετά την καταγραφή των δεδομένων, το usb παραδόθηκε στην Μ.Κ.5.

 

Τέλος, αποτέλεσε παραδεκτό γεγονός ότι επί των τεκμηρίων της υπόθεσης με αρ. 1-12, του καταλόγου τεκμηρίων (Τεκμήριο 7), διενεργήθηκαν επιστημονικές εξετάσεις σε επίπεδο γενετικού υλικού, από την Δρα Σ.Ξ., με την ορθή μέθοδο και ενδεδειγμένη διαδικασία, η οποία κατέληξε σε ορθά και ασφαλή συμπεράσματα, ως η σχετική έκθεση που ετοίμασε (Τεκμήριο 15).  Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι το γενετικό υλικό του Κατηγορούμενου ταυτίζεται με γενετικό υλικό που απομονώθηκε από τα τραχηλικά και κολπικά επιχρίσματα της Παραπονούμενης, αλλά και από επιχρίσματα που λήφθηκαν εξωτερικά των γεννητικών οργάνων της τελευταίας. Επίσης, υπήρξε ταύτιση του γενετικού του υλικού με το σεντόνι άσπρου χρώματος, του στρώματος του δεξιού κρεβατιού του υπνοδωματίου στο ξενοδοχείο Eligonia, όπου έλαβαν χώρα τα επίδικα γεγονότα.

 

Ως προς τους Μ.Κ.3 και Μ.Κ.5, δηλαδή τους αστυνομικούς που κατέθεσαν,  σημειώνουμε εν πρώτοις πως δεν έχει αμφισβητηθεί πως και οι δύο αποτέλεσαν μέλη της ανακριτικής ομάδας που διερεύνησε την καταγγελία της Παραπονούμενης, όπως επίσης δεν αμφισβητήθηκε ότι ο Μ.Κ.3 υπηρετεί τα τελευταία 15 έτη και η Μ.Κ.5 τα τελευταία 10 έτη στο Τμήμα Ανιχνεύσεων Εγκλημάτων Αμμοχώστου. Τα πιο πάνω μη αμφισβητούμενα γεγονότα, αποτελούν και δικά μας ευρήματα. Ενόψει τούτων, αποτελεί διαπίστωση μας ότι πρόκειται για έμπειρους ανακριτές.  

 

Αποτελεί επίσης διαπίστωση μας από τη μελέτη της μαρτυρίας τους, ότι οι ερωτήσεις που τους έγιναν κατά την αντεξέταση τους ήταν προς το σκοπό διευκρίνισης συγκεκριμένων ζητημάτων και ότι ουσιαστικά οι συγκεκριμένοι μάρτυρες δεν έχουν αμφισβητηθεί. Ήταν δε μάρτυρες που άφησαν καλή εντύπωση στο Δικαστήριο και οι οποίοι κατέθεσαν τα πράγματα με ειλικρίνεια, όπως εξελίχθηκαν στην πραγματικότητα και δεν είχαν οποιοδήποτε σκοπό να εξυπηρετήσουν, ούτε διαφάνηκε να είχαν οποιοδήποτε συμφέρον από την έκβαση της παρούσας υπόθεσης.  Το γεγονός δε ότι η υπεράσπιση με την τελική της αγόρευση δεν εισηγείται μη αποδοχή της μαρτυρίας των εν λόγω μαρτύρων ή μέρους αυτής, ή αναξιοπιστία οιουδήποτε εξ αυτών για οποιοδήποτε λόγο, θεωρούμε πως στην ουσία επιβεβαιώνει τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου για τη μαρτυρία τους.

 

Ειδικότερα για τον Μ.Κ.3, σημειώνουμε πως δεν έχει αμφισβητηθεί οιαδήποτε εκ των ενεργειών του. Έτσι, παρέμεινε αναντίλεκτο ότι την 1.9.23 προέβη σ’ εξετάσεις στο ξενοδοχείο Green Bungalows και εξασφάλισε από τον υπεύθυνο υποδοχής αντίγραφα των διαβατηρίων των ενοίκων των δύο δωματίων, όπου διέμεναν τα δύο πρόσωπα που μετέβησαν την 31.8.23 στο χώρο υποδοχής μαζί με τις δύο κοπέλες (βλ. Τεκμήριο 16), ως επίσης ότι αμέσως μετά μετέβη στο ξενοδοχείο της Παραπονούμενης όπου υπέδειξε τις φωτογραφίες στην Παραπονούμενη και στη συνέχεια, ξεχωριστά, στη Μ.Κ.4, οι οποίες αναγνώρισαν τον Κατηγορούμενο. Επίσης, αναντίλεκτο παρέμεινε το γεγονός ότι πήγε μαζί με την Μ.Κ.4 προς υπόδειξη σκηνών και δη προς υπόδειξη του σημείου που η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 συνάντησαν για πρώτη φορά τον Κατηγορούμενο και το σημείο που ακολούθως, ο τελευταίος ενσωματώθηκε στην παρέα τους (βλ. Τεκμήριο 31).  Συναφώς, όλες οι πιο πάνω ενέργειες του μάρτυρα καθίστανται ευρήματα του Δικαστηρίου.

 

Ως προς το ότι η Παραπονούμενη δεν ανέφερε στην κατάθεση της όσα ο ίδιος ισχυρίζεται στην αρχή της κατάθεσης του και ειδικά ότι ουδέποτε ανέφερε ότι όταν εισήλθαν στο διαμέρισμα, ένιωσε αδιαθεσία και πήγε στο υπνοδωμάτιο, ο μάρτυρας κατέστησε σαφές κατά την αντεξέταση του, πως δεν έλαβε ο ίδιος κατάθεση από την Παραπονούμενη, ούτε είδε την κατάθεση της και πως όταν ανέλαβε καθήκον ενημερώθηκε για τα γεγονότα ή και την ουσία[12] της υπόθεσης, από τους αστυφύλακες που έλαβαν καταθέσεις από την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4 και συγκεκριμένα από την Μ.Κ.5 και τον Αστ. 1381. Ο μάρτυρας ουδόλως αμφισβητήθηκε επί των όσων ανέφερε και συνεπώς αποδεχόμαστε ότι τα όσα αναφέρει στην αρχή της κατάθεσης του ότι λέχθηκαν από την Παραπονούμενη, δεν ήταν όσα η τελευταία μετέφερε στον ίδιο ή όσα εντόπισε ο ίδιος από μελέτη της κατάθεσης της, αλλά τα όσα του μεταφέρθηκαν από την Μ.Κ.5 και τον Αστ.1381. Υπό τις περιστάσεις, δεν θεωρούμε πως προκύπτει κάτι ουσιαστικό ή ότι αποτελεί πλήγμα για την αξιοπιστία του, ούτε και υπάρχει τέτοια εισήγηση, το γεγονός ότι αποδίδει τα όσα αναφέρει στην αρχή της κατάθεσης του στην Παραπονούμενη, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για την ουσία των όσων ανέφεραν η Παραπονούμενη και η φίλη της, Μ.Κ.4.  Πάντως για όποια σημασία τούτο έχει, σημειώνουμε πως τα όσα καταγράφει προκύπτει να συνάδουν με όσα αναφέρθηκαν από τις πιο πάνω στις καταθέσεις τους, ενώ το γεγονός ότι έγραψε στην κατάθεση του ότι η Παραπονούμενη ένοιωσε αδιαθεσία και πήγε στο δωμάτιο, ενώ η τελευταία ανέφερε πως ένιωσε κουρασμένη, δεν θεωρούμε πως έχει κάποια ουσιαστική σημασία.

 

Ως ανέφερε ο μάρτυρας κατά την αντεξέταση του, κατάθεση από τον Oliver έλαβε ο ίδιος. Ερωτώμενος γιατί δεν ανέφερε το γεγονός αυτό στην κατάθεση του, ο μάρτυρας εξήγησε ότι δεν είθισται οι ανακριτές ν’ αναφέρονται στις μαρτυρικές καταθέσεις, οι οποίες αρχειοθετούνται στον φάκελο της υπόθεσης και λαμβάνουν αριθμό Κυανούν. Περαιτέρω, ο μάρτυρας εξήγησε ότι δεν αναφέρθηκε ούτε στην υπόδειξη σκηνών διότι είναι μαρτυρικής αξίας και ό,τι ενέργειες έγιναν γραπτώς αρχειοθετούνται μέσα στο φάκελο με αριθμό Κυανούν. Ευθέως αναφέρουμε πως δεν διαβλέπουμε οποιασδήποτε μορφής σκοπιμότητα από μέρους του, ως προς το ότι δεν ανέφερε στην κατάθεση του τα πιο πάνω, αλλά ούτε και του έχει τεθεί από την υπεράσπιση κάτι τέτοιο. Πέραν τούτου, διαπιστώνουμε από μελέτη των εγγράφων αυτών να επιβεβαιώνονται τα λεγόμενα του και η εξήγηση που έχει δώσει, αφού πρόκειται ακριβώς για έγγραφα που μετά τη λήψη τους αρχειοθετήθηκαν στο φάκελο της υπόθεσης, λαμβάνοντας αριθμό Κυανούν (αρ. 36 και 6 αντίστοιχα) και ως προκύπτει δόθηκαν στην υπεράσπιση ως μέρος του μαρτυρικού υλικού της υπόθεσης. Ο Oliver δε είναι πρόσωπο που περιλαμβάνεται στον κατάλογο μαρτύρων του κατηγορητηρίου της υπόθεσης.  Επομένως, ούτε η κατάθεση του εν λόγω προσώπου, ούτε το έγγραφο υπόδειξης σκηνών, είναι έγγραφα που απεκρύβησαν από την υπεράσπιση, έτσι ώστε να απομένει οτιδήποτε άλλο που να πρέπει να μας απασχολήσει.  

 

Σε ό,τι αφορά τώρα την αναφορά κατά την αντεξέταση του, ότι η Παραπονούμενη, όταν της υπέδειξαν αντίγραφα των διαβατηρίων που εξασφάλισαν, εξεπλάγη και φάνηκε από τον τρόπο της ο ενθουσιασμός της που εντόπισαν τόσο γρήγορα το πρόσωπο που κατήγγειλε ότι τη βίασε, παρατηρούμε πως επίσης δεν έχει αμφισβητηθεί.

 

Επομένως, αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του Μ.Κ.3.

 

Στρεφόμενοι στη μαρτυρία της Μ.Κ.5, σημειώνουμε κατ’ αρχάς ότι κάποιες εκ των ενεργειών της έχουν αποτελέσει μέρος των παραδεκτών γεγονότων που σημειώθηκαν ανωτέρω και αποτελούν ήδη ευρήματα του Δικαστηρίου, οπότε δεν χρήζουν επανάληψης.

 

Ως προς τις λοιπές ενέργειες που καταγράφει στην κατάθεση της (Έγγραφο Θ),  διαπιστώνουμε ότι αυτές δεν έχουν αμφισβητηθεί. Παρέμεινε συνεπώς αναντίλεκτο ότι κατά τη διάρκεια της ιατροδικαστικής εξέτασης έλαβε αριθμό φωτογραφιών, καθ’ υπόδειξη του ιατροδικαστή, τις οποίες στη συνέχεια φύλαξε σε φάκελο στον υπολογιστή και τις έστειλε στο Εργαστήριο Εικόνας και Γραφικών για εκτύπωση[13], ότι κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης της Παραπονούμενης ερεύνησε με τη βοήθεια του Λοχ.3051 και του Μ.Κ.3 το δωμάτιο στο ξενοδοχείο Eligonia και παρέλαβε τα ρούχα και το σεντόνι που αναφέρθηκαν στο πλαίσιο των παραδεκτών γεγονότων ανωτέρω (Τεκμήρια 9-12[14]) και ότι παρέδωσε τα τεκμήρια που καταγράφονται στο Τεκμήριο 7 στην Αστ.3343 για να σταλούν για επιστημονικές εξετάσεις.  Επισημαίνουμε επίσης εδώ ότι δεν αμφισβητήθηκε ότι ο ιατροδικαστής της παρέδωσε τα επιχρίσματα της Παραπονούμενης[15] και η ίδια, με οδηγίες του Λοχ.3051, έλαβε δύο επιχρίσματα από την Παραπονούμενη[16] και δύο παρειακά επιχρίσματα από τον Κατηγορούμενο[17], αν και θα μπορούσε να λεχθεί ότι από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 7 τούτα θα μπορούσαν να θεωρηθούν και ως παραδεκτά.

 

Στο σημείο αυτό, παρενθετικά, σημειώνουμε πως δεν μας έχει διαφύγει ότι σε αντίθεση με την αναφορά της μάρτυρος για συμμετοχή του Μ.Κ.3 στην έρευνα, ο τελευταίος στη μαρτυρία του ανέφερε ότι έλαβε μεν τη συγκατάθεση για την έρευνα στην οικία της Παραπονούμενης (στο διαμέρισμα που διέμενε), αλλά δεν έλαβε μέρος στην έρευνα. Δεν θεωρούμε όμως ότι η διαφορά αυτή επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την αξιοπιστία οιουδήποτε εκ των μαρτύρων. Κατ’ αρχάς θα πρέπει να επισημανθεί ότι η υπεράσπιση δεν αντεξέτασε κανένα εκ των μαρτύρων επί του συγκεκριμένου σημείου, ούτε όμως αναδεικνύει μέσω της τελικής της αγόρευσης το συγκεκριμένο σημείο ως κάτι ουσιαστικό. Εν πάση περιπτώσει, υπό τις περιστάσεις δεν έχει καμία απολύτως σημασία αν ο Μ.Κ.3 συμμετείχε τελικά στην έρευνα ή όχι, αφού η ουσία του πράγματος έγκειται στο ότι έγινε η έρευνα, κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης, και στο πλαίσιο της έρευνας αυτής η Μ.Κ.5 παρέλαβε τα αναφερόμενα τεκμήρια.

 

Από τη μαρτυρία της δεν έχουν αμφισβητηθεί επίσης όσα ανέφερε για τις συνθήκες υπό τις οποίες συνάντησε την Παραπονούμενη στο Γενικό Νοσοκομείο Αμμοχώστου και το τι διημείφθη μεταξύ τους. Ότι δηλαδή ενώ ήταν καθήκον στο γραφείο του ΤΑΕ, έλαβε τηλεφώνημα από το εν λόγω νοσοκομείο ότι υπήρχε εκεί μια κοπέλα η οποία κατήγγειλε ότι έπεσε θύμα βιασμού και μετέβη επί τόπου, όπου συνάντησε την Παραπονούμενη, η οποία της ανέφερε ότι ήταν θύμα βιασμού και χρειαζόταν μια βεβαίωση για να επιστρέψει στη χώρα της.  Τότε η ίδια της εξήγησε τη διαδικασία και ότι θα έπρεπε να προβεί σε καταγγελία σχετικά με το περιστατικό και να εξεταστεί ιατροδικαστικά. Ούτε όμως αμφισβητήθηκε ότι στο νοσοκομείο η Παραπονούμενη ήταν πολύ αναστατωμένη και έκλαιγε, λέγοντας ότι χρειάζεται χαρτί για να επιστρέψει στη χώρα της, ότι ακολούθως η μάρτυρας μετέφερε την τελευταία στο ΤΑΕ όπου της έλαβε κατάθεση και ότι και κατά τη λήψη της κατάθεσης η Παραπονούμενη βρισκόταν στην ίδια κατάσταση.   

 

Περαιτέρω, δεν έχουν αμφισβητηθεί οι ενέργειες στις οποίες η ίδια προέβη προς εντοπισμό του Oliver, αρχικά τηλεφωνικώς και μέσω μηνύματος, και στη συνέχεια μέσω της Europol, ο οποίος εν τέλει εντοπίστηκε και με ηλεκτρονικό μήνυμα του προς την κατηγορούσα αρχή ανέφερε ότι δεν επιθυμεί να παρουσιαστεί ως μάρτυρας στην παρούσα υπόθεση ή να μαρτυρήσει με οποιοδήποτε τρόπο (βλ. Τεκμήριο 33). Μη αμφισβητούμενη όμως, παρέμεινε και η αναφορά της κατά την αντεξέταση της, ότι έλεγξαν κατά πόσο το ξενοδοχείο όπου διέμενε η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 είχε κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, πλην όμως το ξενοδοχείο δεν διέθετε τέτοιο σύστημα, κάτι που ως εμφαίνεται κατωτέρω, έχει επιβεβαιωθεί και από τον υπάλληλο υποδοχής του εν λόγω ξενοδοχείου (Μ.Κ.6).

 

Συναφώς, όλες οι παραπάνω ενέργειες και ή αναφορές της μάρτυρος, η οποία επαναλαμβάνουμε ότι δεν είχε κανένα λόγο ή συμφέρον για να μην παρουσιάσει τα πράγματα όπως εξελίχθηκαν στην πραγματικότητα, γίνονται αποδεκτές και κατ’ επέκταση αποτελούν ευρήματα του Δικαστηρίου.

 

Σε σχέση με το πιστοποιητικό της ασφαλιστικής εταιρείας (βλ. Τεκμήριο 34) και τον τρόπο που περιήλθε στην κατοχή της, ως η ίδια ανέφερε αλλά και ως προκύπτει από το ίδιο το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 34, η Παραπονούμενη στις 7.5.24, προώθησε το εν λόγω πιστοποιητικό με ηλεκτρονικό μήνυμα στη συνήγορο της κατηγορούσας αρχής, και ακολούθως, στις 29.5.24, το προώθησε και στην ίδια.  Κατά την αντεξέταση της δε, ανέφερε ότι εξ όσων γνωρίζει η Παραπονούμενη εξασφάλισε το συγκεκριμένο έγγραφο μετά την κατάθεση της στο Δικαστήριο και η ίδια (η Μ.Κ.5) το ζήτησε για σκοπούς μετάφρασης του, οπότε της εστάλη για τον σκοπό αυτό. Επί τούτου δεν έχει τεθεί κάτι διαφορετικό στη μάρτυρα και εν πάση περιπτώσει δεν έχει προκύψει οτιδήποτε που να θέτει σε αμφιβολία όσα ανέφερε. Αποδεχόμαστε συνεπώς τη μαρτυρία της πιο πάνω, σε σχέση με το πότε και πώς περιήλθε στην κατοχή της το Τεκμήριο 34, αλλά και το σκοπό που ζήτησε και της στάλθηκε το συγκεκριμένο έγγραφο.

 

Ως προς το γιατί δεν ζήτησε από την Παραπονούμενη να της προσκομίσει τα έγγραφα της ασφάλειας όταν έδωσε κατάθεση, με δεδομένο ότι η τελευταία ανέφερε ότι έχει ασφάλεια, η μάρτυρας εξήγησε ότι η Παραπονούμενη δεν τα είχε στην κατοχή της, ενώ πρόσθεσε ότι το κατά πόσο υπήρχε ή όχι ασφάλεια δεν ήταν κάτι που επηρέαζε τη διερεύνηση της υπόθεσης. Επί τούτου, κατ’ αρχάς θα πρέπει να σημειωθεί ότι πράγματι, η Παραπονούμενη, στο τέλος της κατάθεσης που έδωσε στην Αστυνομία (βλ. Έγγραφο Α), ανέφερε ότι η ασφαλιστική της καλύπτει το παράπονο της για βιασμό[18] και συνεπώς ήταν σαφές ότι υπήρχε ασφαλιστική κάλυψη. Από εκεί και πέρα όμως, πέραν του ότι ως ξεκαθάρισε η μάρτυρας, η Παραπονούμενη δεν είχε στην κατοχή της σχετικά έγγραφα, δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με την αναφορά της μάρτυρος, η οποία δεν αμφισβητήθηκε, πως σε κάθε περίπτωση, η ύπαρξη ή μη ασφάλειας, δεν ήταν γεγονός που από μόνο του, θα επηρέαζε τη διερεύνηση της υπόθεσης, εξ ου και κατά το δεδομένο χρόνο δεν ενέμεινε στην προσκόμιση από μέρους της Παραπονούμενης, οποιουδήποτε σχετικού πιστοποιητικού. Βεβαίως, πέραν τούτων, οφείλουμε να προσθέσουμε και το εξής. Το ζήτημα της ασφαλιστικής κάλυψης της Παραπονούμενης ή και το περιεχόμενο της ασφάλειας της τελευταίας, ανήχθη σε μείζον ζήτημα από την υπεράσπιση, κατά την αντεξέταση της τελευταίας, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο η διερεύνηση είχε ολοκληρωθεί. Επομένως, δεν τίθεται θέμα παράλειψης ή εσκεμμένης παράλειψης της μάρτυρος, ως προς τη μη εκ των προτέρων εξασφάλιση του Τεκμηρίου 34, στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης, ούτε βεβαίως υπάρχει τέτοια εισήγηση ενώπιον μας από πλευράς της υπεράσπισης.

 

Ό,τι άλλο ανέφερε η μάρτυρας για το Τεκμήριο 34, είναι ότι δεν είναι σε θέση να γνωρίζει κάτω από ποιες συνθήκες ζήτησε η Παραπονούμενη το εν λόγω πιστοποιητικό.  Ως προς το κατά πόσο δε, το αντίγραφο πιστοποιητικού ασφάλισης που της προωθήθηκε από την Παραπονούμενη, έτυχε επεξεργασίας ή όχι, προτού της αποσταλεί, η μάρτυρας ανέφερε πως ενόψει του τρόπου που προωθήθηκε, δηλαδή ως εικόνα και όχι ως γραπτό κείμενο, πιστεύει ότι δεν μπορούσε να τύχει επεξεργασίας, αποδεχόμενη ωστόσο ότι η ίδια δεν επικοινώνησε μετέπειτα με την ασφαλιστική εταιρεία για να επιβεβαιώσει όσα αναγράφονται στο έγγραφο, ούτε και το απέστειλε στο αρμόδιο τεχνικό τμήμα της Αστυνομίας, προκειμένου να ελεγχθεί η συγκεκριμένη φωτογραφία και δεν γνωρίζει αν είναι εφικτό να τύχει επεξεργασίας το περιεχόμενο του κειμένου. Λέγοντας αυτά, θεωρούμε πως είναι τούτο το κατάλληλο σημείο για ν’ αποφανθούμε για το κατά πόσο θα δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στο έγγραφο αυτό, το οποίο συνιστά εξ ακοής μαρτυρία, έχοντας πάντα κατά νουν και τους παράγοντες που, μεταξύ άλλων, καθορίζει το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9. Χρειάζεται όμως προηγουμένως να εξεταστεί ένα άλλο ζήτημα, το οποίο άπτεται του κατά πόσο θα γίνει αποδεκτό ότι το ελληνικό κείμενο αποδίδει όσα καταγράφονται στο δανέζικο κείμενο, κάτι βεβαίως που είναι αναγκαίο για να δύναται ν’ αξιολογηθεί το περιεχόμενο του και να εξεταστεί και η βαρύτητα που θα δοθεί.

 

Πιο συγκεκριμένα, η υπεράσπιση έχει αμφισβητήσει ότι το ελληνικό κείμενο που συνοδεύει το αντίγραφο του εν λόγω πιστοποιητικού, αποτελεί πιστή μετάφραση του κειμένου στα δανέζικα.  Το θέμα αυτό βεβαίως εκφεύγει παντελώς του πεδίου γνώσης της Μ.Κ.5, η οποία ως ανέφερε αντεξεταζόμενη δεν ομιλεί τη δανέζικη γλώσσα, αλλά ούτε και είναι το πρόσωπο το οποίο προέβη στη μετάφραση του κειμένου. Σε σχετική υποβολή που της έγινε δε, η μάρτυρας απάντησε ότι η ίδια ζήτησε να γίνει πιστή μετάφραση. 

 

Παρεμβάλλουμε εδώ ότι σύμφωνα με τη μάρτυρα είχε αποστείλει το έγγραφο για μετάφραση στην Μ.Κ.7 στις 31.5.24 και της ζήτησε να μην ξεκινήσει τη μετάφραση γιατί έπρεπε να κάνει διαδικασία μέσω της Αστυνομίας για να εξασφαλιστεί έγκριση για την πληρωμή της. Όταν έλαβε δε την έγκριση, επικοινώνησε με την Μ.Κ.7 στις 7.6.24 και της ζήτησε να προχωρήσει, η τελευταία δε της είχε αναφέρει ότι θα το ετοιμάσει αυθημερόν, θα το χαρτοσημάνει και θα το στείλει στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου.  Ως επίσης ανέφερε η μάρτυρας, χωρίς ν’ αμφισβητηθεί, η ημερομηνία της μετάφρασης είναι 7.6.24 και όχι 7.7.24 που αναγράφεται στην πιστοποίηση της Μ.Κ.7 και την οποία η μάρτυρας απέδωσε σε τυπογραφικό λάθος. Επί τούτου, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η θέση της μάρτυρος αναφορικά με την ημερομηνία, δεν μπορεί παρά να γίνει αποδεκτή αφού και η λογική του πράγματος υπαγορεύει ότι είναι ορθή.  Και αναφέρουμε βεβαίως, ότι μόνον αν τα πράγματα είχαν όπως τα εξήγησε η μάρτυρας, η τελευταία θα μπορούσε να έχει στην κατοχή της το μεταφρασμένο έγγραφο στις 17.6.24 και να το καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Σχετική συνεπώς με το ζήτημα της πιστής μετάφρασης του δανέζικου κειμένου στα ελληνικά, είναι η μαρτυρία της Μ.Κ.7. Πρόκειται για ορκωτή μεταφράστρια στη Δημοκρατία, εγκεκριμένη από τον Υπουργό Εσωτερικών, για τη διεκπεραίωση γραπτών μεταφράσεων από τα ελληνικά-δανέζικα[19] και αντίστροφα (βλ. Τεκμήριο 36), κάτι που βεβαίως δεν έχει αμφισβητηθεί, όπως επίσης δεν αμφισβητήθηκε ότι κατέχει τα προσόντα για να είναι ορκωτή μεταφράστρια.  Αποτελεί συναφώς εύρημα μας, πως η Μ.Κ.7 είναι ορκωτή μεταφράστρια και έχει εγκριθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών για τη διεκπεραίωση γραπτών μεταφράσεων από τα ελληνικά-δανέζικα και αντίστροφα με βάση το σχετικό νόμο για τους ορκωτούς μεταφραστές (Ν.45(Ι)/2019).

 

Η υπεράσπιση επιχείρησε ουσιαστικά να καταδείξει ότι το ελληνικό κείμενο δεν αποτελεί πιστή μετάφραση, εστιάζοντας αφενός σε δύο προσθήκες που έκανε η μάρτυρας στο ελληνικό κείμενο, ήτοι στην προσθήκη του κωδικού «+45», στην τρίτη γραμμή πριν το τέλος, μπροστά από τον αριθμό τηλεφώνου που καταγράφεται, και της φράσης «ασφαλιστική εταιρεία» στο πάνω μέρος που αναγράφεται η επωνυμία της εταιρείας (if) και αφετέρου στην παράλειψη μετάφρασης στο ελληνικό κείμενο των λέξεων rejse basis.  Όπως εξήγησε πολύ πειστικά η μάρτυρας, η πρώτη προσθήκη αφορά τον (διεθνή) κωδικό της Δανίας και τον έβαλε διευκρινιστικά για να ξέρουν ότι το τηλέφωνο είναι στη Δανία, ενώ για τη δεύτερη προσθήκη ανέφερε πως έγραψε τη φράση διευκρινιστικά, αφού έλεγξε τι είναι η εταιρεία IF, απλά για να βοηθήσει. Σύμφωνα με τη μάρτυρα έχουν άδεια σαν μεταφραστές να προβαίνουν σε τέτοιου είδους διευκρινιστικές επεξηγήσεις στο κείμενο, όταν το περιεχόμενο του κειμένου δεν παραποιείται/αλλάζει. Πέραν βεβαίως του ότι η συγκεκριμένη θέση της μάρτυρος δεν αμφισβητήθηκε, θεωρούμε κι εμείς ότι οι δύο προσθήκες επ’ ουδενί δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αλλοίωσαν το περιεχόμενο ή και την ουσία του κειμένου καθ’ οιονδήποτε τρόπο.  Ειδικά για τη σημείωση δίπλα από την επωνυμία IF της φράσης ασφαλιστική εταιρεία, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η υπεράσπιση αντεξέτασε εν εκτάσει την Παραπονούμενη για το θέμα της ασφαλιστικής της κάλυψης με αναφορά στο Τεκμήριο 29 – την κατάθεση του οποίου προκάλεσε η ίδια η υπεράσπιση -, όπου ακριβώς αναγράφεται η ίδια επωνυμία.

 

Όσον αφορά τώρα τις λέξεις που δεν μεταφράστηκαν, εξηγώντας και πάλι με πειστικότητα τη θέση της, ανέφερε ότι αυτό μεταφράζεται ως «βασική ταξιδιωτική ασφάλεια» και ο λόγος που το άφησε ως ήταν στα δανέζικα είναι γιατί αμέσως προηγουμένως υπάρχει η φράση «Έχετε ταξιδιωτική ασφάλιση στην if» και είναι το ίδιο πράγμα περίπου.  Έχοντας υπόψη ότι η μάρτυρας δεν αμφισβητήθηκε ως προς τη μετάφραση των πιο πάνω λέξεων, είναι κατά την κρίση μας σαφές πως ούτε εδώ προκύπτει κάποιο συζητήσιμο θέμα αναφορικά με την πιστότητα της μετάφρασης.

 

Εν κατακλείδι, θεωρούμε πως τα σημεία που έθιξε η υπεράσπιση δεν θα μπορούσαν να υποστηρίξουν βάσιμα τη θέση περί μη πιστής μετάφρασης. Εν πάση περιπτώσει, θεωρούμε πως δεν έχει προκύψει οτιδήποτε ουσιαστικό εκ της αντεξέτασης της μάρτυρος, που να θέτει σε αμφιβολία οτιδήποτε ανέφερε ή την αξιοπιστία της. Εξάλλου, η Μ.Κ.7 είναι μια ανεξάρτητη μάρτυρας, η οποία δεν είχε κανένα λόγο να μην αποδώσει το ακριβές νόημα του περιεχομένου του

 

δανέζικου κειμένου στα ελληνικά και αποδεχόμαστε τη θέση της ότι το δανέζικο κείμενο αποδίδεται ορθά στην ελληνική μετάφραση.

 

Επανερχόμενοι στο ζήτημα του κατά πόσο θα δοθεί κάποια βαρύτητα στο Τεκμήριο  34, σημειώνουμε κατ’ αρχάς ότι κατά την αξιολόγηση της βαρύτητας που θα προσδοθεί σ’ εξ ακοής μαρτυρία, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη με βάση το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9, το σύνολο των περιστάσεων από τις οποίες μπορεί εύλογα να συναχθεί συμπέρασμα αναφορικά με την αποδεικτική αξία της εν λόγω μαρτυρίας και ειδικά τις παραμέτρους που αναφέρονται στο εδάφιο (2). Σύμφωνα δε με το εδάφιο (3) λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη το κατά πόσο ο διάδικος θα μπορούσε να προσκομίσει την καλύτερη δυνατή μαρτυρία και δεν το έπραξε. Επιπροσθέτως όμως, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και το συμφέρον της δικαιοσύνης, δηλαδή οι σκοποί της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, το οποίον περιλαμβάνει πρωτίστως τη διασφάλιση δίκαιης δίκης και ακριβοδίκαιης μεταχείρισης των διαδίκων[20].  Σημειώνουμε ότι μια πιο λεπτομερής ανάλυση των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη γίνεται κατωτέρω, στο πλαίσιο εξέτασης της εξ ακοής μαρτυρίας του Oliver.

 

Εν προκειμένω, έχοντας προβληματιστεί, έχουμε καταλήξει πως δεν θα μπορούσαμε να δώσουμε κάποια βαρύτητα στο συγκεκριμένο έγγραφο. Εξηγούμε.

 

(α) Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να επισημανθεί πως η Μ.Κ.5 δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει κάτω από ποιες συνθήκες ζήτησε η Παραπονούμενη το εν λόγω πιστοποιητικό. Δεν έχει τεθεί καμία μαρτυρία ενώπιον μας για επικοινωνία της Παραπονούμενης με την ασφαλιστική εταιρεία, ούτε με ποιόν επικοινώνησε και αν είναι με το πρόσωπο του οποίου το όνομα φαίνεται στο κάτω μέρος του εγγράφου, αν τούτη η επικοινωνία ήταν τηλεφωνική, ηλεκτρονική ή δια ζώσης, πότε έγινε και τι είναι ακριβώς που ζήτησε η Παραπονούμενη. Συναφώς, δεν μπορεί να εξακριβωθεί ο βαθμός της εξ ακοής μαρτυρίας, ούτε όμως μπορεί επιβεβαιωθεί αν αυτό που ζήτησε η Παραπονούμενη, είναι «μια αναφορά/επιβεβαίωση της καταχωρημένης ταξιδιωτικής σας απαίτησης στην if σε σχέση με το ταξίδι σας στην Κύπρο 27.08.2023 – 03.09.2023», ως αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο του υπό συζήτηση εγγράφου.

(β) Δεύτερον, ούτε η Μ.Κ.5 αλλά ούτε η Μ.Κ.7 ήταν σε θέση να επιβεβαιώσουν την αυθεντικότητα του εγγράφου. Η Μ.Κ.5, παρά την αρχική της αναφορά πως ενόψει του τρόπου που προωθήθηκε, δηλαδή ως εικόνα και όχι ως γραπτό κείμενο, πιστεύει ότι δεν μπορούσε να τύχει επεξεργασίας, εντούτοις στη συνέχεια κατέθεσε με ειλικρίνεια ότι δεν έχει επιβεβαιώσει είτε μέσω της ασφαλιστικής εταιρείας είτε με άλλο τρόπο την αυθεντικότητα του εγγράφου και δεν γνωρίζει αν είναι εφικτό να τύχει επεξεργασίας το περιεχόμενο του κειμένου. Η Μ.Κ.7 στην ουσία, και πολύ ορθά, ανέφερε ότι δεν είναι δικό της θέμα το περιεχόμενο του εγγράφου.  Τονίζουμε ότι το έγγραφο που είχε σταλεί στην Μ.Κ.5 δεν είναι υπογραμμένο, ούτε φέρει κάποια πιστοποίηση ότι προέρχεται από την ασφαλιστική εταιρεία. Επίσης, η ηλεκτρονική διεύθυνση του αποστολέα που φαίνεται στο email, με το οποίο απεστάλη στην Παραπονούμενη το έγγραφο, δεν έχει επιβεβαιωθεί με θετικό τρόπο ότι ανήκει στην ασφαλιστική εταιρεία. Η Μ.Κ.5 απλά ανέφερε στην επανεξέταση της ότι «φαίνεται ο αποστολέας να είναι η ασφαλιστική εταιρεία».  Στο πλαίσιο μιας ποινικής υπόθεσης, δεν μπορούν να γίνονται υποθέσεις επί γεγονότων.

(γ) Τρίτον, έχοντας υπόψη όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω και αφού υπενθυμίσουμε ότι η Παραπονούμενη, αντεξεταζόμενη, συμφώνησε ότι δικαιούται με βάση την ασφάλεια της 300.000 δανέζικες κορώνες ως αποζημίωση για την επίθεση που υπέστη, κάτι που δεν αναγράφεται στο έγγραφο, εγείρεται υπό τις περιστάσεις ζήτημα παραποίησης των γεγονότων από εμπλεκόμενο πρόσωπο.

(δ) Τέλος, τέταρτον, καμία εξήγηση δεν έχει δοθεί από μέρους της κατηγορούσας αρχής γιατί δεν έχει καλέσει στο Δικαστήριο το πρόσωπο που συνέταξε το έγγραφο, ούτε υποστήριξε σε οποιοδήποτε στάδιο ότι δεν ήταν εύλογο και εφικτό να κλητεύσει το πρόσωπο αυτό ως μάρτυρα στη διαδικασία, αλλά ούτε έχει υποδειχθεί η παραμικρή προσπάθεια και άρνηση του προσώπου αυτού να καταθέσει ενδεχομένως με εικονοτηλεδιάσκεψη.

 

Έχοντας λοιπόν αυτά υπόψη και το γεγονός ότι δεν φαίνεται να προσήχθη ενώπιον του Δικαστηρίου η καλύτερη δυνατή μαρτυρία και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη το σύνολο των περιστάσεων, αποτελεί κατάληξη μας ότι δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης η πρόσδοση κάποιας βαρύτητας στο έγγραφο.

 

Από τη λοιπή μαρτυρία της Μ.Κ.5, αποδεχόμαστε επίσης την αναφορά της ότι ο λόγος που δεν λήφθηκε κατάθεση από τον αδελφό του Κατηγορούμενου, είναι διότι κρίθηκε πως δεν θα προσέδιδε οτιδήποτε στην διερεύνηση, μιας και κατά τον επίδικο χρόνο στο δωμάτιο που διέμενε η Παραπονούμενη, ο ίδιος δεν ήταν παρών. Ό,τι δε απομένει ν’ αναφέρουμε καταληκτικά σε σχέση με τη μαρτυρία της Μ.Κ.5, είναι πως αυτή γίνεται αποδεκτή, με τις επισημάνσεις βεβαίως που σημειώνονται ανωτέρω.

 

ΙΙ. Τα γεγονότα της 31.8.2023 (Παραπονούμενη, Μ.Κ.2, Μ.Κ.4, Μ.Κ.6, Oliver-Τεκμήριο 35, Κατηγορούμενος)

 

Αρχίζοντας από τους Μ.Κ.2 και Μ.Κ.6, υπεύθυνους υποδοχής των ξενοδοχείων Green Bungalows και Eligonia αντίστοιχα, σημειώνουμε κατ’ αρχάς πως η μαρτυρία τους ουσιαστικά δεν έχει αμφισβητηθεί. Πρόκειται όμως και για μάρτυρες οι οποίοι έκαναν καλή εντύπωση στο Δικαστήριο και για τους οποίους δεν διατηρούμε την παραμικρή αμφιβολία ότι μετέφεραν στο Δικαστήριο με ειλικρίνεια όσα πράγματι περιήλθαν στην αντίληψη τους και ήταν σε θέση να θυμηθούν. Εξάλλου δεν είχαν κανένα λόγο ή συμφέρον για ν’ αποκρύψουν οτιδήποτε ή να παραποιήσουν τα γεγονότα. Έχει σημασία δε να επισημανθεί εδώ και ότι η υπεράσπιση, με την τελική της αγόρευση αποδέχεται τη μαρτυρία τους.

 

Έχουμε ήδη αναφερθεί στη μαρτυρία του Μ.Κ.2 ανωτέρω και δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε και εδώ όσα ανέφερε. Πέραν δε του ότι η μαρτυρία του δεν έχει αμφισβητηθεί, σημειώνουμε ότι η παρουσία του Κατηγορούμενου και του Oliver μαζί με τις δύο κοπέλες, οι οποίες είναι παραδεκτό πως πρόκειται για την Παραπονούμενη και τη Μ.Κ.4, στο χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου Green Bungalows τα ξημερώματα της 31.8.2023, επιβεβαιώνεται και από την πραγματική μαρτυρία ήτοι από το Τεκμήριο 14, που αφορά πλάνα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του ξενοδοχείου. Όπως συγκεκριμένα προκύπτει από τα βίντεο που προβλήθηκαν και τα οποία βεβαίως στο πλαίσιο συγγραφής της παρούσας είχαμε την ευκαιρία να μελετήσουμε επισταμένα, η ώρα 05:55:23 καταφθάνουν στο χώρο υποδοχής τρία πρόσωπα και συγκεκριμένα ένας άντρας και δύο γυναίκες και έχουν ολιγόλεπτη συνομιλία με τον Μ.Κ.2. Στη συνέχεια, η ώρα 05:57, εισέρχεται στο χώρο και ο δεύτερος άντρας.

 

Αποτελεί αδιαμφησβήτητο γεγονός ότι ο άντρας που εισήλθε αρχικά με την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4 είναι ο Oliver και ο δεύτερος άντρας που εισήλθε είναι ο Κατηγορούμενος. Αμφότεροι δε, ήταν ένοικοι του ξενοδοχείου και διέμεναν σε διαφορετικά δωμάτια[21]. Σε σχέση με τα πρόσωπα που διέμεναν στα δύο δωμάτια σχετικά είναι τα αντίγραφα διαβατηρίων που παρέδωσε στον Μ.Κ.3, ως αναφέρθηκε και στο πλαίσιο αξιολόγησης της μαρτυρίας του τελευταίου, τα οποία λήφθηκαν από τους πελάτες τους όταν αφίχθηκαν στο ξενοδοχείο (βλ. Τεκμήριο 16).

 

Δεν διέλαθε την προσοχή μας βεβαίως ότι ο μάρτυρας ανέφερε στην κατάθεση του ότι η μετάβαση των εν λόγω προσώπων στο χώρο έγινε γύρω στις 05:00, όμως υπό τις περιστάσεις δεν θεωρούμε ότι υπήρχε κάποια σκοπιμότητα από μέρους του ως προς την αναφορά στη συγκεκριμένη ώρα αντί η ώρα 05:55 ή ότι τούτο είναι στοιχείο που θα μπορούσε να πλήξει την αξιοπιστία του καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ούτε εξάλλου υπάρχει μια τέτοια εισήγηση ενώπιον μας από την υπεράσπιση.

 

Η ουσία πάντως και ότι ενδιαφέρει για σκοπούς της παρούσας, έγκειται στο ότι αντικείμενο της συνομιλίας τους, ήταν το αίτημα για ν’ ανέβουν τα αγόρια μαζί με τις κοπέλες, κάτι που δεν έχει αμφισβητηθεί. Όπως δεν αμφισβητήθηκε ότι δεν τους επέτρεψε ν’ ανέβουν, αφού είναι η πολιτική του ξενοδοχείου να μην επιτρέπουν σε άτομα που δεν διαμένουν στο ξενοδοχείο ν’ ανεβαίνουν στα δωμάτια. Ως προκύπτει δε από την πραγματική μαρτυρία, αφού δεν τους επετράπη ν’ ανέβουν στα δωμάτια, στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 05:55:57, όλοι μαζί εξέρχονται του ξενοδοχείου.

 

Όπως ανέφερε ο μάρτυρας αντεξεταζόμενος, οι κοπέλες για να έρθουν στο ξενοδοχείο σίγουρα ήθελαν ν’ ανέβουν πάνω. Δεν θυμόταν όμως με βεβαιότητα αν μίλησε καθόλου μαζί τους. Σε σχέση με το τελευταίο, αν και εκ πρώτης από τα βίντεο φαίνεται η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 να μίλησαν μαζί του, δεν θεωρούμε βεβαίως ότι επειδή ο ίδιος δεν θυμόταν αν μίλησε απευθείας με τις κοπέλες θα μπορούσε να επηρεάσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα όσα ανέφερε ή την αξιοπιστία του. Εξάλλου, δεν μπορεί να μην σημειωθεί ότι μεσολάβησε χρονικό διάστημα 8 μηνών περίπου από το επίδικο πρωινό, μέχρι την ημέρα που έδωσε τη μαρτυρία του και ήταν απόλυτα λογικό να μην θυμάται αν μίλησε απευθείας με τις κοπέλες.  Από την άλλη όμως, το ότι οι κοπέλες ήθελαν ν’ ανέβουν πάνω, αποτελεί ένα αδιαμφησβήτητο γεγονός. Πέραν βεβαίως του ότι καθ’ ον χρόνο ο Oliver μιλούσε μαζί με τον Μ.Κ.2 και του ζητούσε να τους επιτρέψει ν’ ανέβουν, η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 ήταν παρούσες και παρακολουθούσαν τη συζήτηση, όπως ξεκάθαρα φαίνεται από τα πλάνα που είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε, σημειώνουμε και ότι με βάση τη μαρτυρία της Μ.Κ.4, ο σκοπός που μετέβησαν στο ξενοδοχείο όταν έφυγαν από το club, ήταν για να συνεχίσουν το πάρτι στο χώρο διαμονής του Oliver.

 

Έχοντας αυτά υπόψη και όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του Μ.Κ.2, με τις επισημάνσεις / διευκρινίσεις που έχουν γίνει ανωτέρω.

 

Όπως ήδη αναφέραμε, ούτε η μαρτυρία του Μ.Κ.6 έχει αμφισβητηθεί, ενώ στο πλαίσιο της αντεξέτασης του υποβλήθηκαν κάποιες διευκρινιστικές ερωτήσεις. Συναφώς, αποδεχόμαστε ότι στις 31.8.23, η ώρα 06:00, η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 πήγαν στο ξενοδοχείο Eligonia όπου διέμεναν, μαζί με δύο αγόρια νεαρής ηλικίας, που είναι αποδεκτό ότι πρόκειται για τον Oliver και τον Κατηγορούμενο και του ζήτησαν αμφότερες ν’ ανέβουν μαζί με τα αγόρια στο δωμάτιο τους για 10 λεπτά, για ποτό. Οι κοπέλες φαίνονταν μεθυσμένες και ιδιαίτερα η Παραπονούμενη, ενώ αυτές δεν φαίνονταν φοβισμένες ή να είναι μαζί τους δια της βίας. Μαζί με την Παραπονούμενη ήταν ένα ξανθό αγόρι, δηλαδή ο Κατηγορούμενος, ο οποίος μετά από 15 λεπτά πέρασε μπροστά από την υποδοχή και έφυγε από το ξενοδοχείο, έχοντας φυσιολογική συμπεριφορά και χωρίς να δείχνει φοβισμένος ή ανήσυχος. Μετά από 10 λεπτά δε, έφυγε και το άλλο αγόρι, το οποίο μέχρι και η ώρα 08:00 που σχόλασε δεν το είδε να επιστρέφει.

 

Αποδεχόμαστε επίσης πως όλοι τους έδωσαν την εντύπωση ότι είναι φίλοι, ενώ και η Παραπονούμενη με τον Κατηγορούμενο μιλούσαν φιλικά. Τέλος, γίνεται αποδεκτό ότι στο ξενοδοχείο που εργάζεται, δεν υπάρχει εγκατεστημένο κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης.

 

Η Μ.Κ.4 είναι πρόσωπο που είχε στενή φιλική σχέση με την Παραπονούμενη και ως εκ τούτου είχαμε συνεχώς και αδιάλειπτα κατά νου τον κίνδυνο η μαρτυρία και οι τοποθετήσεις της, να επηρεάζονταν από την επιθυμία της να βοηθήσει την Παραπονούμενη και γι’ αυτόν το λόγο προσεγγίσαμε σε κάθε στάδιο τη μαρτυρία της με την ανάλογη προσοχή, υποβάλλοντας την σε εξονυχιστικό έλεγχο.

 

Πέραν τούτου σημειώνουμε πως κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας της είχαμε υπόψιν ότι η Μ.Κ.4, όπως και η Παραπονούμενη, κατά τον ουσιώδη χρόνο, τελούσαν υπό την επήρεια αλκοόλ. Η μάρτυρας βεβαίως, πέραν της αναφοράς ότι «μεθύσαμε λίγο», σε κανένα σημείο της μαρτυρίας της δεν ανέφερε ότι επηρεάστηκε από το αλκοόλ καθ’ οιονδήποτε τρόπο.  Σε κάθε περίπτωση όμως, θεωρούμε πως η κατάσταση στην οποία βρισκόταν, δεν θα μπορούσε να επηρεάσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα πολύ συγκεκριμένα ζητήματα τα οποία η ίδια επέλεξε να εξιστορήσει με θετικό τρόπο στην κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία (Έγγραφο Στ), το περιεχόμενο της οποίας κατά την κυρίως εξέταση της υιοθέτησε, και τα οποία στη δια ζώσης μαρτυρία της είτε αναίρεσε, είτε διαφοροποίησε ουσιωδώς.

 

Πριν όμως υπεισέλθουμε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας της, θα πρέπει να λεχθεί ότι ένα μέρος της μαρτυρίας της δεν αμφισβητήθηκε και αποτελεί συνεπώς μέρος και των δικών μας ευρημάτων.

 

Συγκεκριμένα, εκ της μαρτυρίας της, δεν αμφισβητήθηκε ότι με την Παραπονούμενη είναι φίλες τα τελευταία 12 έτη και βρισκόταν στην Κύπρο για διακοπές μαζί με την τελευταία από τις 27.8.2023. Θα αναχωρούσαν κανονικά από την Κύπρο στις 3.9.2023, αλλά τελικά αναχώρησαν την 1.9.2023. Για όσο διάστημα βρίσκονταν στην Κύπρο δε, διέμεναν στο δωμάτιο με αρ. 107 στο ξενοδοχείο Eligonia στην Αγία Νάπα. Το βράδυ της 30.8.2023, πήγαν σε συγκεκριμένο εστιατόριο για βραδινό, όπου είχαν πιει ένα ποτό και ακολούθως πήγαν σε μπαρ στην Αγία Νάπα, όπου ήπιαν μερικά ποτά ακόμα και είχαν μεθύσει. Γύρω στις 04:00 τα ξημερώματα, της 31.08.23, επισκέφθηκαν συγκεκριμένο club όπου γνώρισε ένα αγόρι, τον Οliver, με τον οποίο χόρευε και μιλούσε, έχοντας όμως καθ’ όλη τη διάρκεια oπτική επαφή με την Παραπονούμενη, η οποία χόρευε με διαφορετικά αγόρια. Έφυγαν από το club γύρω στις 05:30-06:00, όταν αυτό έκλεινε και είπε στην Παραπονούμενη ότι ήθελε να πάει στο Green Bungalows όπου διέμενε ο Οliver, ο οποίος τις κάλεσε, για να συνεχίσουν εκεί το πάρτι, η τελευταία δε πήγε μαζί της. Καθώς περπατούσαν στο δρόμο προς το εν λόγω ξενοδοχείο, συνάντησαν δύο τύπους, που είναι παραδεκτό ότι πρόκειται για τον Κατηγορούμενο και τον αδελφό του, οι οποίοι πορεύονταν προς την ίδια κατεύθυνση και η Παραπονούμενη τους χαιρέτησε, ενώ στη διαδρομή η τελευταία μιλούσε με τον Κατηγορούμενο. Όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο Green Bungalows μπήκαν στο χώρο υποδοχής αλλά ο υπεύθυνος δεν τους επέτρεψε να πάνε στο δωμάτιο και κατευθύνθηκαν όλοι μαζί προς το ξενοδοχείο Eligonia, όπου διέμεναν η ίδια και η Παραπονούμενη.

 

Η Παραπονούμενη, κατά τη διαδρομή τους προς το ξενοδοχείο που διέμεναν, μιλούσε με τον Κατηγορούμενο, ενώ η ίδια μιλούσε με τον Oliver. Όταν έφτασαν εν τέλει στο Eligonia Hotel, τους επιτράπηκε ν’ ανέβουν όλοι μαζί στο δωμάτιο, όπως και έπραξαν. Όταν εισήλθαν στο διαμέρισμα τους, η ίδια πήγε στην τουαλέτα και μετά πήγε μαζί με τον Οliver στο μπαλκόνι για να καπνίσει ένα τσιγάρο, ενώ ο Κατηγορούμενος και η Παραπονούμενη έμειναν στο σαλόνι του δωματίου και μιλούσαν. Η Παραπονούμενη, το δεδομένο χρόνο έδειχνε να είναι χαρούμενη και δεν έδειχνε να νοιώθει ανασφάλεια, αφού χαμογελούσε. Σε κάποια στιγμή, η Μ.Κ.4 είδε την Παραπονούμενη και τον Κατηγορούμενο να φιλιούνται στην κουζίνα. Ενόσω βρισκόταν στο μπαλκόνι με τον Οliver, άκουσε την πόρτα του υπνοδωματίου να κλείνει δυνατά και επειδή νόμιζε ότι η Παραπονούμενη ήθελε να διασκεδάσει με τον Κατηγορούμενο και να κάνουν σεξ, παρέμεινε με τον Oliver στο μπαλκόνι, ώστε να μην τους διακόψουν. Όταν η Παραπονούμενη και ο Κατηγορούμενος ήταν μέσα στο δωμάτιο, το οποίο είναι ενωμένο με το μπαλκόνι όπου βρισκόταν η ίδια, δεν άκουσε οποιοδήποτε θόρυβο.  Μετά από 10 λεπτά περίπου μπήκε μέσα για να πάρει λίγο νερό και ο Κατηγορούμενος βγήκε από το δωμάτιο.  Σε κάποια στιγμή βγήκε έξω και η Παραπονούμενη, τυλιγμένη με τα σεντόνια.

 

Την 1.9.23, η ώρα 01:55, η μάρτυρας αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο μέσω φωτογραφίας διαβατηρίου (Τεκμήριο 16), ως το άτομο που ήταν μαζί τους το προηγούμενο βράδυ και κατ' ισχυρισμό της φίλης της τη βίασε (βλ. Έγγραφο Ζ[22]). Επίσης, αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο την ίδια μέρα, στις 09:40, μέσω μονοδρομικού υαλοπίνακα στο ΤΑΕ Αμμοχώστου (βλ. Έγγραφο Η[23]).   

 

Ξεκινώντας την αξιολόγηση της μαρτυρίας της, σημειώνουμε πως ήταν η θέση της στην κατάθεση της, ότι κατά τη διαδρομή τους προς το Green Bungalows είδαν δύο τύπους που περπατούσαν στον ίδιο δρόμο μαζί τους και η Παραπονούμενη τους χαιρέτισε επειδή ήταν μεθυσμένη και επειδή είναι κοινωνική. Συνέχισαν να περπατούν και ένας εξ αυτών, δηλαδή ο Κατηγορούμενος, τους ακολούθησε και πήγε στο χώρο υποδοχής μαζί τους. Πριν φτάσουν στο Green Bungalows, η Παραπονούμενη τη ρώτησε στα δανέζικα γιατί αυτός ο τύπος την ακολουθεί και ποιος είναι και τότε αυτή της είπε αν δεν τον θέλει να τον σπρώξει μακριά, αλλά επειδή είναι πολύ ευγενικός άνθρωπος δεν του είπε τίποτε. Αναφέρει επίσης ότι στην αρχή νόμισαν ότι αυτός έμενε επίσης στο Green Bungalows.

 

Αντεξεταζόμενη, ανέφερε ότι δεν θυμάται αν κατά τη διαδρομή η Παραπονούμενη φλέρταρε με τον Κατηγορούμενο αλλά θυμάται ότι μιλούσε μαζί του, ενώ ανέφερε περαιτέρω ότι θυμάται την Παραπονούμενη που πήγε κοντά της και της ανέφερε ότι δεν θέλει να του μιλήσει και η ίδια τον έσπρωξε μακριά. Ερωτώμενη σε σχέση μ’ αυτή την καινοφανή θέση της περί σπρωξίματος του Κατηγορούμενου, η μάρτυρας ανέφερε ότι τους το είπε, όμως δεν έχει σημειωθεί στην κατάθεση της, ενώ ισχυρίστηκε ότι δεν τους είπε ότι λείπει αυτό το κομμάτι όταν υπόγραψε την κατάθεση της ως ορθή γιατί δεν είχε κοιμηθεί 36 ώρες, δεν είχε φάει φαγητό και ήταν πολύ κουρασμένη. Επί τούτου, κατ’ αρχάς ν’ αναφερθεί ότι η μάρτυρας με την έναρξη της διαδικασίας συμφώνησε με το περιεχόμενο της κατάθεσης που έχει δώσει, εξ ου και η κατάθεση της έγινε Τεκμήριο ΣΤ, χωρίς ν’ αναφέρει ποτέ κατά την κυρίως εξέταση της ότι επιθυμεί να προσθέσει οτιδήποτε και να εξηγήσει το λόγο που επιθυμεί να το πράξει. Η πιο πάνω θέση προβλήθηκε από μέρους της από το πουθενά, όταν ερωτήθηκε να εξηγήσει πως περπατούσαν στο δρόμο και σίγουρα οι εν λόγω γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί της καθόλου δεν μας έπεισαν. Εξάλλου, οφείλουμε να πούμε πως ούτε η Παραπονούμενη αναφέρθηκε σε τέτοιο γεγονός, ούτε όμως η κατηγορούσα αρχή κάλεσε τον αστυφύλακα που έλαβε την κατάθεση για να επιβεβαιώσει κάτι τέτοιο.  Επίσης, πέραν του ότι δεν είναι καθόλου αντιληπτό πως η κούραση, δεν της επέτρεψε ν’ αναφέρει στον αστυφύλακα ότι ελλείπει ένα τόσο σημαντικό γεγονός, που καταδείκνυε ουσιαστικά ότι ο Κατηγορούμενος τους ακολουθούσε παρά το ότι του έδειξαν ότι δεν τον ήθελαν στην παρέα τους, αλλά την ίδια στιγμή έδωσε όλες αυτές τις λεπτομέρειες που καταγράφονται στην κατάθεση της[24], επισημαίνουμε και ότι η θέση της περί σπρωξίματος δεν συνάδει ούτως ή άλλως με όσα αναφέρει στην κατάθεση της και τα οποία δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι δεν είναι ορθά. Διότι, είτε είπε στην Παραπονούμενη αν δεν τον θέλει να τον σπρώξει μακριά αλλά η τελευταία δεν το έκανε γιατί είναι ευγενική, είτε η Παραπονούμενη πήγε και της είπε ότι δεν θέλει να του μιλήσει και τότε η ίδια τον έσπρωξε.  Έχουμε λοιπόν την άποψη, συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω, ότι η θέση αυτή της μάρτυρος αποτελούσε μια εκ των υστέρων σκέψη, στο πλαίσιο της προσπάθειας της να πείσει ή καλύτερα να ενισχύσει τη θέση πως ο Κατηγορούμενος τους ακολουθούσε και ήταν ουσιαστικά ανεπιθύμητος στην παρέα τους. Θέση η οποία, όπως θα διαφανεί, δεν συνάδει λογικά ούτε με όσα επακολούθησαν.

Ο Κατηγορούμενος είναι σαφές πάντως από την αδιαμφησβήτητη μαρτυρία, ότι δεν ακολουθούσε κανένα στη διαδρομή για το Green Bungalows, διότι πολύ απλά εκεί ήταν ο τόπος διαμονής του και κατά τον χρόνο που συναντήθηκε με τον Oliver και τις κοπέλες κατευθυνόταν εκεί μαζί με τον αδελφό του. Επισημαίνουμε δε εδώ, ότι ο Oliver γνώριζε ότι ο Κατηγορούμενος διέμενε στο ίδιο ξενοδοχείο και τούτο προκύπτει σαφώς από τη μαρτυρία του Κατηγορούμενου, η οποία επί του συγκεκριμένου σημείου δεν έχει αμφισβητηθεί[25].  Η θέση συνεπώς της μάρτυρος ότι ρώτησαν τον Oliver και τους είπε ότι δεν τον γνώριζε, δεν φαίνεται να ευσταθεί.

 

Εν πάση περιπτώσει, σημειώνουμε πως όταν τέθηκαν στη μάρτυρα τα πιο πάνω δεδομένα, προφανώς αντιλαμβανόμενη ότι δεν μπορεί να σταθεί στη λογική η θέση πως τους ακολουθούσε στη διαδρομή για το Green Bungalows, συμφώνησε ότι δεν τους ακολουθούσε και απλά είχε την ίδια κατεύθυνση μαζί τους, λέγοντας όμως ότι τους ακολουθούσε όταν πήγαιναν πίσω στο δικό τους ξενοδοχείο. 

 

Πριν όμως μας απασχολήσει ο ισχυρισμός ότι τους ακολούθησε στο ξενοδοχείο τους, σημειώνουμε ότι σύμφωνα με τη μάρτυρα, όταν έφτασαν στο Green Bungalows, ο υπεύθυνος δεν τους επέτρεψε να πάνε πάνω. Το γεγονός βεβαίως ότι δεν τους επετράπη η είσοδος επιβεβαιώνεται από τη μαρτυρία του Μ.Κ.2 ανωτέρω και αποτελεί αδιαμφησβήτητο γεγονός στην υπόθεση. Έχει σημασία όμως να τονιστεί εδώ, ότι αδιαμφησβήτητο είναι και το γεγονός ότι αυτό που ζητήθηκε από τον Μ.Κ.2 ήταν να επιτραπεί ν’ ανέβουν και τα δύο αγόρια μαζί με τις κοπέλες. Δηλαδή, όχι μόνον ο Oliver, αλλά και ο Κατηγορούμενος, κάτι βεβαίως που τουλάχιστον ξενίζει, εάν αναλογιστεί κανείς ότι μέχρι πριν λίγο, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα της μάρτυρος, τα οποία βεβαίως ως εμφαίνεται ανωτέρω δεν έγιναν αποδεκτά, η Παραπονούμενη δεν ήθελε να του μιλά και η ίδια τον έσπρωξε.

 

 

Όταν δεν τους επετράπη η είσοδος στο Green Bungalows, η μάρτυρας ανέφερε ότι αποφάσισαν να επιστρέψουν στο δικό τους ξενοδοχείο. Όπως αναφέρει στην κατάθεση της δε, o Oliver προσφέρθηκε να τις πάρει πίσω για να είναι σίγουρος ότι θα είναι εντάξει. Ξεκίνησαν τότε να περπατούν προς το ξενοδοχείο τους και ο Κατηγορούμενος τους ακολουθούσε. Η ίδια δεν μίλησε μαζί του, αλλά (αυτός) μιλούσε με την Παραπονούμενη. Όταν έφτασαν, ο υπεύθυνος δεν ήθελε τους τύπους εκεί αλλά τους είπε ότι οι δύο τύποι μπορούν ν’ ανέβουν στο δωμάτιο μόνο για μία ώρα και πήγαν όλοι μαζί στο δωμάτιο. 

 

Κατά την αντεξέταση της, όταν ρωτήθηκε πως προέκυψε η παρουσία του Oliver στο διαμέρισμα, απάντησε πως η ίδια τον είχε προσκαλέσει όταν είχαν φτάσει στο δικό τους ξενοδοχείο, αναφέροντας του συγκεκριμένα ότι είναι εντάξει να πάει λίγο πάνω για να μιλήσουν. Βεβαίως, θα πρέπει να επισημανθεί εδώ ότι κατά την κυρίως εξέταση της, ανέφερε κάτι διαφορετικό ήτοι ότι η απόφαση για να πάει ο Oliver στο δωμάτιο ελήφθη πριν φτάσουν στο ξενοδοχείο και συγκεκριμένα ότι στο δρόμο αποφάσισαν με τον Oliver ότι θα ήταν διασκεδαστικό να πάει στο δωμάτιο της για να μιλήσουν. Σε υποβολή δε που της τέθηκε ότι τόσο η ίδια, όσο και η Παραπονούμενη, είχαν προσκαλέσει τα δύο αγόρια στο διαμέρισμα τους όταν δεν τους άφησαν ν’ ανέβουν στο Green Bungalows, ανέφερε ότι η ίδια δεν θυμάται να μιλούσε με τον Κατηγορούμενο, ούτε να τον κάλεσε στο ξενοδοχείο τους και δεν γνωρίζει αν η Παραπονούμενη τον κάλεσε. Γενικώς, πάντως, δεν ήταν σε θέση ν’ απαντήσει πως εν τέλει προέκυψε η παρουσία και του Κατηγορούμενου στο δωμάτιο. Επί τούτου, κατ’ αρχάς, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι με βάση την αποδεκτή και μη αμφισβητούμενη μαρτυρία του Μ.Κ.6, όταν έφτασαν όλοι μαζί στο ξενοδοχείο Eligonia, αμφότερες η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4, του ζήτησαν να τους επιτρέψει να μεταβούν με τα αγόρια (και τα δύο) στο δωμάτιο τους. Θέση που συνάδει εξάλλου και με τα ίδια τα συμφραζόμενα της Μ.Κ.4 στην κατάθεση της, η οποία ανέφερε ότι «When we arrived at our hotel, the manager there didnt want the guys there but he told us that the 2 guys can come to our room only for one hour and we went all together to our room». Η αναφορά της αυτή, υποδηλώνει ότι η μάρτυρας ήξερε και θυμόταν πολύ καλά καθ’ ον χρόνον έδιδε την κατάθεση της, πως με την Παραπονούμενη ζήτησαν από τον Μ.Κ.6 να επιτρέψει και στον Κατηγορούμενο, να ανέβει στο δωμάτιο τους. Παρά ταύτα, όταν ερωτήθηκε για την πιο πάνω αναφορά στην κατάθεση της, αν και δέχτηκε ότι ανέφερε αυτό το πράγμα εντούτοις ισχυρίστηκε ότι δεν θυμάται τι είπε στον υπεύθυνο υποδοχής, ούτε αν τον ρώτησε αν μπορούν να έρθουν και τα δύο αγόρια. Επίσης ανέφερε ότι στον Μ.Κ.6 μίλησαν η ίδια και ο Oliver, ότι η ίδια δεν επέτρεψε στον Κατηγορούμενο να έρθει στο δωμάτιο και ότι ίσως να του είπε η Παραπονούμενη να έρθει. Καθόλου δεν μας έπεισε όμως η μάρτυρας με τις γενικές θέσεις της, μη συνάδουσες ομολογουμένως ούτε με τα λεγόμενα στην κατάθεση της, ούτε με την αποδεκτή επί του προκειμένου σημείου μαρτυρία του Μ.Κ.6.

 

Από εκεί και πέρα όμως, αντιπαραβάλλοντας τη θέση της αυτή, με τη θέση που προέβαλε η Παραπονούμενη κατά την αντεξέταση της, παρατηρούμε πως η τελευταία, είχε αναφέρει πως εξ όσων θυμάται, όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο τους, η Μ.Κ.4 την ρώτησε εάν η ίδια είναι εντάξει ν’ ανέβουν τα δύο αγόρια στο διαμέρισμα για να καπνίσουν, με την ίδια να συμφωνεί. Με λίγα λόγια, αυτό που ουσιαστικά ισχυρίστηκε η Παραπονούμενη, είναι ότι ο Κατηγορούμενος, όπως και ο Oliver, προσκλήθηκαν αμφότεροι από την Μ.Κ.4 στο δωμάτιο τους, θέση εκ διαμέτρου αντίθετη με αυτήν της τελευταίας, η οποία ως εμφαίνεται και ανωτέρω σε σχετικές ερωτήσεις που της τίθεντο ως προς την παρουσία του Κατηγορούμενου στο διαμέρισμα, αρνείτο ότι η ίδια του επέτρεψε την είσοδο.

 

Πέραν τούτων όμως, οφείλουμε να σημειώσουμε πως ούτως ή άλλως η πιο πάνω θέση στερείται λογικής. Διότι αυτό που θέλει η Μ.Κ.4 να πιστέψουμε, είναι πώς το πρόσωπο που προηγουμένως είχε φτάσει στο σημείο να σπρώξει για να μην μιλά στην Παραπονούμενη, στη συνέχεια τους ακολούθησε μέχρι το ξενοδοχείο τους και βρέθηκε ξαφνικά, χωρίς να έχει προσκληθεί από την ίδια και χωρίς η ίδια να γνωρίζει εάν το έπραξε η Παραπονούμενη, εντός του διαμερίσματος τους, μαζί με την Παραπονούμενη στο σαλόνι, τους οποίους μάλιστα σε κάποια στιγμή είδε να φιλιούνται, και αυτό που η ίδια αντελήφθη από τη συμπεριφορά και έκφραση της Παραπονούμενης, είναι πως η ίδια ήταν χαρούμενη και δεν ένοιωθε οποιαδήποτε ανασφάλεια, σε σημείο που όταν αργότερα άκουσε την πόρτα του υπνοδωματίου να κλείνει, δεν ανησύχησε καθότι υπέθεσε πως ενδεχομένως η Παραπονούμενη, να ήθελε «να περάσει καλά» μαζί του. Με το άγνωστο δηλαδή αυτό αγόρι που τους ακολουθούσε, με την ίδια μάλιστα να παραδέχεται κατά την αντεξέταση της, πως αυτό που εννοούσε λέγοντας στην κατάθεση της «να περάσει καλά», είναι το ενδεχόμενο η Παραπονούμενη να ήθελε να κάνει σεξ μαζί του, παρόλο που δεν της λέχθηκε από την Παραπονούμενη, ως είπε, κάτι τέτοιο. Σε κανένα στάδιο ωστόσο της μαρτυρίας της, δεν εξήγησε τι ήταν αυτό που ενδεχομένως μεσολάβησε και οι όποιες ανησυχίες της, σε σχέση με την παρουσία του Κατηγορούμενου στην παρέα τους, έπαψαν να υφίστανται, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που την έκαναν να υποθέσει πως η φίλη της, την οποία προσπάθησε να προστατεύσει, ήθελε ενδεχομένως να κάνει σεξ μαζί του. Η συγκεκριμένη θέση επομένως της Μ.Κ.4, περί του ότι ο Κατηγορούμενος τους ακολουθούσε και η ίδια δεν γνωρίζει ουσιαστικά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε στο διαμέρισμα τους, δεν μπορεί επ’ ουδενί ν’ αντέξει στη βάσανο της λογικής, λαμβανομένων υπόψη των όσων παραπάνω αναφέρθηκαν και επομένως καθίσταται μη πιστευτή και μη αποδεκτή. Έχοντας δε όλα τα πιο πάνω υπόψη, δεν διατηρούμε την παραμικρή αμφιβολία ότι η Μ.Κ.4 εσκεμμένα προσπάθησε ν’ αποκρύψει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Κατηγορούμενος βρέθηκε στο διαμέρισμα τους, θεωρώντας προφανώς ότι έτσι βοηθά την υπόθεση της φίλης της, ενώ όπου δεν μπορούσε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, επικαλείτο ότι δεν θυμόταν.

 

Εν συνεχεία των πιο πάνω, αναφέρουμε πως η μάρτυρας δεν μας έπεισε ότι ήταν μάρτυρας της αλήθειας. Σε σχέση με τα πιο ουσιαστικά ζητήματα για τα οποία κλήθηκε να καταθέσει, η μαρτυρία της χαρακτηρίζεται από γενικότητα και αοριστία, σύγχυση, έλλειψη λογικής, αντιφάσεις και υπεκφυγές.  Και αυτά, επαναλαμβάνουμε, όχι τυχαία, αφού φαίνεται πως μοναδικός της σκοπός, ήταν να βοηθήσει την Παραπονούμενη και όχι να πει την αλήθεια.  Πιο συγκεκριμένα.

Στην κατάθεση της αναφέρει πως αφότου ο Κατηγορούμενος εξήλθε του υπνοδωματίου, της φάνηκε πως φερόταν περίεργα, οπότε η ίδια ένιωσε από εκείνη τη στιγμή πως κάτι πήγαινε λάθος. Κληθείσα τόσο στην κυρίως εξέταση της, όσο και κατά την αντεξέταση της ν’ αναφέρει τι ήταν ακριβώς το περίεργο στην συμπεριφορά του Κατηγορούμενου, που την έκανε να νοιώσει πως κάτι πήγαινε λάθος, εστίασε στο γεγονός ότι, της έκανε κατ’ αρχάς εντύπωση το ότι ο Κατηγορούμενος, αφότου πλύθηκε, δεν σκουπίστηκε με την πετσέτα που ήταν δίπλα του, αλλά με χαρτί τουαλέτας και δεν κοίταζε κανένα. Η όλη συμπεριφορά του, την οποία δεν μπορούσε ν’ αποδώσει και εξηγήσει με λέξεις, σε συνδυασμό με το ότι η Παραπονούμενη ήταν αναστατωμένη, την έκανε να νοιώσει περίεργα ως ανέφερε. Επί τούτου, σημειώνουμε εν πρώτοις πως αδυνατούμε πραγματικά ν’ αντιληφθούμε τη συλλογιστική της Μ.Κ.4, ως προς την αρχική αναφορά της στο μη σκούπισμα του Κατηγορουμένου με πετσέτα αλλά με χαρτί της τουαλέτας και το πώς αυτό εκλήφθηκε από την ίδια ως περίεργο ουσιαστικά γεγονός. Αδυνατούμε με λίγα λόγια ν’ αντιληφθούμε πώς, το πιο πάνω γεγονός είναι ικανό από μόνο του, να οδηγήσει τον μέσο λογικό παρατηρητή, σε συμπεράσματα ή υποψίες, πως μια κατάσταση πραγμάτων, δεν βαίνει καλώς και πως κάτι ύποπτο ή παράξενο έχει συμβεί, δίχως άλλο. Σημειώνουμε ότι, η ίδια η Μ.Κ.4 ανέφερε πως γενικά, πέραν της πιο πάνω αναφοράς στην πετσέτα, ο Κατηγορούμενος φερόταν γενικά περίεργα και δεν κοίταζε κανένα, χωρίς ωστόσο να εξηγήσει με λόγια τι ακριβώς ήταν αυτό ή αυτά, που καθιστούσαν την συμπεριφορά του Κατηγορουμένου τον δεδομένο χρόνο, περίεργη ή ύποπτη. Προσπάθησε να εντάξει στο όλο πλέγμα της σκέψης της ότι ο Κατηγορούμενος φερόταν περίεργα, το γεγονός ότι παράλληλα, είδε την Παραπονούμενη αναστατωμένη. Εκείνο που εμείς παρατηρούμε επί τούτου, είναι η ανάδειξη της ακόλουθης αντίφασης μεταξύ των όσων η ίδια ανέφερε.

 

Στην κυρίως εξέταση της, υποστήριξε (πέραν των πιο πάνω) πως μετά που ο Κατηγορούμενος εξήλθε του υπνοδωματίου και φερόταν περίεργα, η Παραπονούμενη εξήλθε επίσης από το υπνοδωμάτιο, ήταν γυμνή και καλυμμένη μόνο με ένα σεντόνι, έκλαιγε και ήταν αναστατωμένη και της ζήτησε να βγάλει έξω από το δωμάτιο τον Κατηγορούμενο, όπως και έπραξε, μαζί με τον Oliver. Κατά την αντεξέταση της όμως, προώθησε μια εκ διαμέτρου αντίθετη εκδοχή, που πόρρω απέχει από τα πιο πάνω. Ανέφερε συγκεκριμένα πως ενόσω ο Κατηγορούμενος βρισκόταν ακόμη στο διαμέρισμα, η Παραπονούμενη είχε ανοίξει απλά την πόρτα του υπνοδωματίου αλλά δεν είχε εξέλθει αυτού και πως εξήλθε, μόνο μετά που ο Κατηγορούμενος έφυγε, θέση εκ διαμέτρου αντίθετη όχι μόνο με τα λεγόμενα στην κατάθεση της και όσα επιμέρους υποστήριξε στη δια ζώσης μαρτυρία της, αλλά και με το τι εν προκειμένω αναφέρει η ίδια η Παραπονούμενη στη δική της κατάθεση, η οποία περιγράφει μια παντελώς διαφορετική εκδοχή. Η θέση της Παραπονούμενης στην κατάθεση της, είναι ότι αφότου ο Κατηγορούμενος φόρεσε τα ρούχα του και βγήκε από το υπνοδωμάτιο, βγήκε και η ίδια έξω, βρήκε την Μ.Κ.4 και τον Oliver και κλαίγοντας τους είπε ότι το αγόρι αυτό τη βίασε, οπότε η Μ.Κ.4 τον έδιωξε. Επομένως, υπό των φως των πιο πάνω ουσιαστικών αντιφάσεων, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία των αναφορών της, οι συγκεκριμένες θέσεις της Μ.Κ.4 δεν μπορούν να γίνουν πιστευτές, ούτε αποδεκτές και απορρίπτονται. 

 

Επίσης, ως προς το πότε της είπε η Παραπονούμενη ότι βιάστηκε από τον Κατηγορούμενο, υπάρχει τεράστια απόκλιση έχοντας υπόψη όσα ανέφερε στην κατάθεση της εν σχέση με το τι υποστήριξε στη μαρτυρία της και τι εν προκειμένω η Παραπονούμενη προώθησε, ως ανωτέρω έχει αναφερθεί. Στην κατάθεση της, η Μ.Κ.4 ισχυρίστηκε πως όταν εν τέλει ο Κατηγορούμενος αποχώρησε από το διαμέρισμα, η ίδια και ο Oliver κάθισαν μαζί με την Παραπονούμενη και προσπάθησαν να την ηρεμήσουν διότι έκλαιγε πολύ και τότε η τελευταία της είπε στα δανέζικα ότι δεν το ήθελε («didnt want to»), χωρίς να τους αναφέρει άλλες λεπτομέρειες. Συνέχισε λέγοντας πως ο Oliver είχε φύγει γύρω στις 07:50, επέστρεψε όμως ξανά κατόπιν τηλεφωνήματος της, διότι η Παραπονούμενη της ζήτησε να τον καλέσει πίσω επειδή τον ήθελε να είναι μαζί τους, οπότε και έμεινε στο δωμάτιο μέχρι τις 09:30. Όταν ο Oliver έφυγε, τότε είναι που η Παραπονούμενη της είπε πως βιάστηκε από τον Κατηγορούμενο, τόσο στοματικά όσο και κολπικά.

 

Κατά την αντεξέταση της δε, παρουσίασε μια παντελώς διαφορετική εικόνα των γεγονότων, προωθώντας τη θέση πως η Παραπονούμενη της ανέφερε πως βιάστηκε, αμέσως μετά που ο Κατηγορούμενος έφυγε από το διαμέρισμα και πως εξ όσων θυμάται, της το είπε ενόσω ο Oliver βρισκόταν μαζί τους. Όταν δε, της υποδείχθηκε από τη συνήγορο υπεράσπισης του Κατηγορουμένου η παραπάνω αντίφαση σε σχέση με τα όσα αρχικώς είχε πει, αρνήθηκε ότι ψεύδεται, επέμεινε πως ήταν αρκετά σίγουρη ότι ο Oliver ήταν παρών όταν της λέχθηκαν τα παραπάνω από την Παραπονούμενη, αποδίδοντας την εν λόγω αντίφαση της, στην κούραση και τη σύγχυση που είχε, ως εκ της αντεξέτασης της, για να καταλήξει λίγο αργότερα στο ότι εν τέλει νομίζει πως η αναφορά της Παραπονούμενη για βιασμό, έγινε όταν ο Oliver έφυγε, την πρώτη φορά από το δωμάτιο και πως είναι η ίδια που είπε στον Oliver, ότι η Παραπονούμενη βιάστηκε από τον Κατηγορούμενο, όταν ο τελευταίος ήρθε τη δεύτερη φορά. Ερωτώμενη δε αμέσως μετά για να πει αν αυτό που είχε αναφέρει προηγουμένως, ότι η Παραπονούμενη είπε μπροστά στον Oliver ότι βιάστηκε δεν είναι αλήθεια, απάντησε «Δεν είμαι σίγουρη».  Βεβαίως, η πιο πάνω αντιφατική και πλήρως συγκεχυμένη μαρτυρία της, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

Αντιφατική όμως βρίσκουμε και την αναφορά της, ότι όταν η ίδια και ο Οliver, ζήτησαν από τον Κατηγορούμενο να φύγει και ο τελευταίος αρνήθηκε γιατί έψαχνε την μπλούζα του, η ίδια προσπάθησε να του δώσει τη δική της μπλούζα, ώστε να τον βγάλει και να τον σπρώξει έξω. Η εν λόγω αναφορά της, προέκυψε για πρώτη φορά κατά την αντεξέταση της και ερωτηθείσα η Μ.Κ.4 πως και δεν αναφέρθηκε σε αυτή τη λεπτομέρεια στην κατάθεση της, υποστήριξε πως προέβη σε αυτή την αναφορά αλλά η Αστυνομία, δεν το κατέγραψε. Αυτό που εμείς εντοπίζουμε ως καταγεγραμμένο στην κατάθεση της, το οποίο σε καμμιά περίπτωση δεν συνάδει με αυτά που δια ζώσης η Μ.Κ.4 υποστήριξε ότι είπε και δεν καταγράφηκαν από την Αστυνομία, είναι ότι ενόσω έψαχνε την μπλούζα του ο Κατηγορούμενος, του ζήτησε να βγει έξω και να περιμένει, κάτι που έπραξε, εντόπισε την μπλούζα του η ίδια, βγήκε, του την έδωσε και έφυγε. Ο ισχυρισμός της ότι προέβη στην εν λόγω αναφορά και δεν καταγράφηκε από την Αστυνομία δεν πείθει, στερείται οποιουδήποτε λογικού ερείσματος και δεν υποστηρίζεται από πουθενά.

 

Ως προς το ότι Oliver έφυγε και ξαναεπέστρεψε στο δωμάτιο τους όταν του τηλεφώνησαν, σημειώνουμε πως αυτό έρχεται σε αντίφαση με ότι η Παραπονούμενη ανέφερε επί του προκειμένου, αφού η τελευταία ισχυρίστηκε στην κατάθεση της πως έπειτα από μερικά λεπτά που έδιωξε η Μ.Κ.4 τον Κατηγορούμενο, η ίδια πήγε στο κρεβάτι να κοιμηθεί, θέση στην οποία ενέμεινε κατά την αντεξέταση της, αναφέροντας μάλιστα ότι αποκοιμήθηκε κλαίγοντας και την ξύπνησε η Μ.Κ.4 το πρωί. 

 

Η Μ.Κ.4, σε αντίθεση και πάλιν με την τελευταία αναφορά της Παραπονούμενης ότι κοιμήθηκε μετά που έφυγε ο Κατηγορούμενος, ανέφερε στη μαρτυρία της ότι η τελευταία δεν κοιμήθηκε. Προέκυψε όμως στο πλαίσιο συζήτησης του συγκεκριμένου ζητήματος το εξής, το οποίο μας έδειξε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι επρόκειτο για μάρτυρα διατεθειμένη ν’ αλλάξει τη θέση της και να πει ό,τι χρειάζεται για να ευθυγραμμίσει τη μαρτυρία της με τη μαρτυρία της φίλης της.  Με δεδομένη τη θέση της πως η Παραπονούμενη δεν ξύπνησε επειδή δεν κοιμήθηκε, της υποβλήθηκε ότι η Παραπονούμενη είχε πει ότι κοιμήθηκε μετά που έφυγε ο Κατηγορούμενος. Κατόπιν ένστασης, η υποβολή αποσύρθηκε και με την αμέσως επόμενη ερώτηση της ζητήθηκε ουσιαστικά να επιβεβαιώσει τη θέση της αμέσως πιο πάνω. Τότε η Μ.Κ.4, έχοντας ακούσει βεβαίως και την υποβολή προηγουμένως, απάντησε ως εξής: «Δεν μπορώ να σας πω αν είχε κοιμηθεί, αλλά μιλούσα μαζί της, ίσως μιλούσε στον ύπνο της, δεν γνωρίζω.»  Άλλο σχόλιο για να πεισθεί κάποιος για την πιο πάνω διαπίστωση μας, δεν χρειάζεται.

 

Ανεξάρτητα των πιο πάνω, σημειώνουμε ότι έχει καταστεί εύρημα μας, μέσω της αποδοχής της μαρτυρίας του Μ.Κ.6 ότι όλοι μαζί, είχαν φτάσει στο ξενοδοχείο Eligonia γύρω στις 06:00, o Κατηγορούμενος αποχώρησε πρώτος, 15 λεπτά μετά που ανέβηκαν όλοι μαζί στο υπνοδωμάτιο και ο Oliver 10 λεπτά μετέπειτα από τον Κατηγορούμενο και πως μέχρι τις 08:00 που ο Μ.Κ.6 βρισκόταν στο καθήκον του, κανένα από τα παραπάνω πρόσωπα, επέστρεψε πίσω στο δωμάτιο. H όλη παρουσία με άλλα λόγια, του Κατηγορούμενου και του Oliver στο διαμέρισμα, διήρκησε συνολικά με βάση την αποδεκτή μαρτυρία, περί τα 25 περίπου λεπτά. Συναφώς η θέση της Μ.Κ.4, ότι ο Oliver αποχώρησε στις 07:50, δηλαδή δύο ώρες σχεδόν μετά από την ώρα που είχαν φτάσει όλοι μαζί στο ξενοδοχείο, διαψεύδεται από την αποδεκτή μαρτυρία του Μ.Κ.6. Δεν διαλανθάνει βεβαίως την προσοχή μας, ότι αποτελεί μη αμφισβητούμενο γεγονός το ότι η Μ.Κ.4 όπως και η Παραπονούμενη ήταν μεθυσμένες, κατάσταση η οποία μας απασχόλησε ως προς το κατά πόσο θα μπορούσε να δικαιολογήσει την όποια απόκλιση σε σχέση με τις ακριβείς ώρες που αναφέρθηκαν. Από την άλλη όμως, τα όσα αναφέρθηκαν από τον Μ.Κ.6 και αποτελούν ευρήματα μας, αλλά και η γενικότερη αρνητική εντύπωση που μας προκάλεσε η Μ.Κ.4 για όλους τους παραπάνω λόγους, θέτουν εν αμφιβόλω τα λεγόμενα της και προκαλούν ακόμη ένα σοβαρότατο ρήγμα στην αξιοπιστία των αναφορών της, οι οποίες σε κάθε περίπτωση δεν είναι αποδεκτές. 

 

Εν κατακλείδι, θεωρούμε πως η Μ.Κ.4 δεν ήταν μάρτυρας της αλήθειας και η παρουσία της ενώπιον του Δικαστηρίου είχε ως μοναδικό σκοπό να υποστηρίξει την εκδοχή της φίλης της. Επομένως, σε ό,τι αφορά την Μ.Κ.4, πλην των μη αμφισβητούμενων γεγονότων που αναφέρθηκαν αρχικά, το υπόλοιπο μέρος της μαρτυρίας της κρίνουμε πως δεν αποτελεί ασφαλές υπόβαθρο προς εξαγωγή οποιωνδήποτε συμπερασμάτων και απορρίπτεται. Βέβαια η μη αποδοχή της μαρτυρίας της εν λόγω μάρτυρος, η οποία προσπάθησε να υποστηρίξει ή να ενισχύσει πτυχές της μαρτυρίας της Παραπονούμενης και δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας των επίδικων γεγονότων εντός του υπνοδωματίου, δεν προκρίνει και τη μαρτυρία της τελευταίας, η οποία έχει πρωτογενή γνώση των γεγονότων αυτών και τη μαρτυρία της οποίας εξετάζουμε αμέσως πιο κάτω.

 

Στρεφόμενοι τώρα στα επίμαχα γεγονότα, και την αξιολόγηση της μαρτυρίας των άμεσα εμπλεκομένων, ήτοι Παραπονούμενης και Κατηγορούμενου, οφείλουμε εξ αρχής να παρατηρήσουμε ότι το πρώτο που μας απασχόλησε ήταν το κατά πόσον καθ’ όσον αφορά την Παραπονούμενη, ισχύει ο κανόνας πρακτικής που επιβάλλει στο Δικαστήριο την αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας και την αυτοπροειδοποίηση του για τους ενδεχόμενους κινδύνους να καταλήξει σε εύρημα ενοχής, χωρίς την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας. Και τούτο έχοντας κατά νου τα όσα λέχθηκαν σε σχέση με τον τρόπο αξιολόγησης της μαρτυρίας σε περιπτώσεις όπου απαιτείται η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας[26]

Στην προκειμένη περίπτωση, το αδίκημα του βιασμού εδράζεται στο άρθρο 144 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και στο άρθρο 5(α) του Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμος του 2021 (Ν. 115(I)/2021).

 

Στο άρθρο 29 του Ν. 115(I)/2021, προνοείται ότι για την απόδειξη αδικήµατος βίας κατά γυναίκας, δεν είναι απαραίτητη η αναζήτηση ενισχυτικής µαρτυρίας, μεταξύ άλλων, της ένορκης μαρτυρίας γυναίκας, ούτε η αυτοπροειδοποίηση του Δικαστηρίου για τον κίνδυνο καταδίκης µε μόνη την ένορκη µαρτυρία της.

 

Το αδίκημα του βιασμού κατά παράβαση του άρθρου 144 του Κεφ. 154, εμπίπτει ρητώς στον ορισμό του «αδικήματος βίας», δυνάμει του άρθρου 5 του Νόμου 115(Ι)/21 και του σχετικού πίνακα του εν λόγω Νόμου. Τούτου δεδομένου, φαίνεται ότι πλέον το εν λόγω άρθρο 29 έχει καταργήσει την όποια πρόνοια, συμπεριλαμβανομένου και του κανόνα πρακτικής του κοινοδικαίου περί αναζήτησης ενισχυτικής μαρτυρίας και της ανάγκης αυτοπροειδοποίησης του Δικαστηρίου, όταν τέτοια μαρτυρία δεν εντοπίζεται.

 

Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω, αυτό που χρήζει τονισμού είναι πως η ύπαρξη ή απουσία κανόνα πρακτικής ή διακριτικής ευχέρειας προς αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας/αυτοπροειδοποίησης[27], δεν διαφοροποιεί το γεγονός ότι αναμφίβολα η Παραπονούμενη και ο Κατηγορούμενος στην παρούσα είναι οι ουσιωδέστεροι μάρτυρες στην υπόθεση και εννοείται ότι έχουμε παρακολουθήσει και τους δύο, με αυξημένη προσοχή και εξετάσαμε εξονυχιστικά τη μαρτυρία τους.

 

Πριν ξεκινήσουμε όμως με την αξιολόγηση της Παραπονούμενης, θα πρέπει να σημειώσουμε πως ένα μέρος της μαρτυρίας της δεν αμφισβητήθηκε. Συγκεκριμένα, ότι κατάγεται από τη Δανία και βρισκόταν με την Μ.Κ.4 για διακοπές στην Κύπρο από τις 27.8.23, το ότι αποχώρησε από την Κύπρο την 1.9.23 αντί στις 3.9.23 που θα έφευγαν κανονικά, ως επίσης και ότι διέμεναν κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα στο διαμέρισμα με αρ. 107, στο ξενοδοχείο Eligonia Hotel. Επίσης ότι στις 30.8.23, το βράδυ, πήγαν για φαγητό με την Μ.Κ.4 και στο εστιατόριο ήπιαν ένα ποτό, ότι στη συνέχεια επισκέφθηκαν διάφορες μπυραρίες της Αγίας Νάπας, όπου κατανάλωσαν μερικά ποτά, ότι κατέληξαν σε συγκεκριμένο club όπου ήπιε ακόμη μερικά ποτά, ότι στο club διασκέδασαν και γνώρισαν μερικούς τύπους με τους οποίους χόρευαν και πέρασαν καλά και ότι η ίδια ήταν αρκετά μεθυσμένη.  Σε κάποια στιγμή δε επέστρεψαν στο ξενοδοχείο που διέμεναν μαζί με την Μ.Κ.4, τον Oliver και έναν άλλο τύπο, τον οποίο την 1.9.23, περί τις 01:40 και περί τις 09:28 το πρωί, δια του διαβατηρίου του και μέσω μονοδρομικού υαλοπίνακα στο ΤΑΕ Αμμοχώστου αντίστοιχα, αναγνώρισε ως τον Κατηγορούμενο (βλ. Έγγραφα Β και Γ). Τέλος, δεν αμφισβητείται ότι για το ταξίδι της είχε εν ισχύ ασφάλεια ταξιδιού που κάλυπτε παράπονο για βιασμό και ότι με την επιστροφή της στην Δανία επισκέφθηκε ψυχολόγο, τα έξοδα του οποίου, όπως και τα έξοδα εισιτηρίων επιστροφής της στη Δανία, καλύφτηκαν από την εν λόγω ασφάλεια της.  Όλα τα παραπάνω μη αμφισβητούμενα γεγονότα, αποτελούν και δικά μας ευρήματα.

 

Ξεκινώντας την αξιολόγηση της μαρτυρίας της Παραπονούμενης από το σημείο που βρίσκονταν με την Μ.Κ.4 στο club μέχρι και το σημείο που εν τέλει έφυγαν από εκεί, σημειώνουμε πως αποτέλεσε θέση της Παραπονούμενης στην κατάθεση της (Έγγραφο Α) πως ο λόγος που έφυγαν ήταν διότι, ένοιωσαν κουρασμένες και αποφάσισαν να επιστρέψουν στο ξενοδοχείο στο οποίο διέμεναν. Όταν εν τέλει η ίδια εξήλθε του club, η Μ.Κ.4 μιλούσε με τον Oliver, τον οποίο πιστεύει πως η Μ.Κ.4 γνώρισε, ενόσω την περίμενε έξω. Ανέφερε όμως πως δεν θυμόταν πολλά πράγματα, μιας και ήταν αρκετά μεθυσμένη.  Κατά την αντεξέταση της, όταν ρωτήθηκε κατά πόσο η ίδια, είχε γνωρίσει τον Oliver στο club, η Παραπονούμενη δεν μπορούσε ν’ ανακαλέσει στη μνήμη της το πότε τον είχε γνωρίσει, αναφέροντας πως εκείνο που θυμόταν, ήταν μόνο τη Μ.Κ.4 να μιλά με τον Oliver, έξω από τo club.  Σε υποβολές δε που της έγιναν ότι τον Oliver τόσο η ίδια όσο και η Μ.Κ.4 τον είχαν γνωρίσει στo club, ότι αποχώρησαν από τo club στις 05:30 και όχι στις 05:00 που ανέφερε στην κατάθεση της, όταν πλέον το club έκλεινε, εν αντιθέσει με το τι η ίδια ανέφερε στην κατάθεση της,  η Παραπονούμενη δεν μπορούσε ν’ απαντήσει θετικά ή αρνητικά τις παραπάνω υποβολές. Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με υποβολές που της έγιναν ότι έφυγαν από το club για να μεταβούν στο ξενοδοχείο που διέμενε ο Oliver, επειδή τις είχε προσκαλέσει. Ανέφερε επανειλημμένα πως ο λόγος που δεν μπορούσε να διαψεύσει ή επιβεβαιώσει τα παραπάνω, ήταν γιατί δεν θυμόταν τίποτα από όσα της τέθηκαν.

 

Σημειώνουμε ότι, επί των πιο πάνω, έχουν ήδη γίνει αποδεκτές οι μη αμφισβητούμενες αναφορές της Μ.Κ.4, ότι δηλαδή η ίδια γνώρισε τον Oliver εντός του club, από το οποίο έφυγαν γύρω στις 05:30-06:00 το πρωί, όταν πλέον το club έκλεινε και είχε ξημερώσει. Επίσης ότι ο Oliver τις προσκάλεσε αμφότερες στο ξενοδοχείο όπου διέμενε και ότι μετά το club, η Παραπονούμενη και η Μ.Κ.4 κατευθύνθηκαν στο ξενοδοχείο του Oliver και όχι στο δικό τους. Επισημαίνουμε εδώ, ότι η Μ.Κ.4, σε αντίθεση με ότι η Παραπονούμενη ισχυρίστηκε για το λόγο που έφυγαν από το club, ανέφερε ότι έφυγαν για να πάνε στο ξενοδοχείο του Oliver και όχι επειδή ήταν κουρασμένες. Για το κατά πόσο δε της ανέφερε η Παραπονούμενη ότι ήταν κουρασμένη, είπε ότι θυμάται αμυδρά να της λέει αυτό το πράγμα, όμως δεν θυμάται αν ήταν στην αρχή που της είπε αυτό το πράγμα.  Πέραν των πιο πάνω, θα πρέπει να σημειωθεί πως εν πάση περιπτώσει, ουδέποτε η Παραπονούμενη, κατά την αντεξέταση της, αρνήθηκε ευθέως ότι έτσι έγιναν τα πράγματα. Εκείνο που συνεχώς επικαλείτο ήταν την αδυναμία της να επιβεβαιώσει ή διαψεύσει τις παραπάνω θέσεις, επειδή δεν θυμόταν τα εν λόγω συμβάντα.

 

Αποτέλεσε επίσης θέση της Παραπονούμενης στην κατάθεση της πως, φεύγοντας από το club, ο Oliver ήθελε να πάρει κάτι να φάει και γι’ αυτό πήγαν κάπου απέναντι από το club, πήρε φαγητό και έφυγαν. Στην κυρίως εξέταση της, διαφώνησε εν μέρει με την πιο πάνω αναφορά της και ανέφερε πως δεν θυμόταν αν όλοι τους ή μόνο ο Oliver πήρε φαγητό και έφυγαν. Πρόκειται για ένα επουσιώδες ζήτημα που δεν θα μας απασχολήσει. Για όποια σημασία έχει, αναφέρουμε μόνον πως το ότι πήγαν απέναντι και ο Oliver πήρε φαγητό, δεν έχει αμφισβητηθεί από την υπεράσπιση και γίνεται αποδεκτό. Σχετική αναφορά σημειώνουμε έγινε και από την Μ.Κ.4, η οποία επίσης δεν αμφισβητήθηκε επί του σημείου αυτού.

 

Στην κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία, αναφέρει πως καθώς επέστρεφαν στο ξενοδοχείο τους, ένα άλλο αγόρι πορευόταν μαζί τους, δεν θυμόταν ωστόσο που τον γνώρισε. Είναι σαφές, μέσα από τα ευρήματα στα οποία έχουμε ήδη προβεί πως το αγόρι που αναφέρεται η Παραπονούμενη στην κατάθεση της, είναι ο Κατηγορούμενος. Τούτο αποτελεί εξάλλου και μη αμφισβητούμενο γεγονός.

 

Εκείνο που θυμόταν μόνο, είναι ότι ο Κατηγορούμενος της μιλούσε και της έλεγε ότι ήθελαν με τον Oliver, να τις συνοδεύσουν μέχρι το ξενοδοχείο τους για να είναι βέβαιοι πως θα έφταναν εκεί ασφαλείς.  Επί αυτού του σημείου της κατάθεσης της, διαφώνησε κατά την κυρίως εξέταση της και ζήτησε να διορθώσει την εν λόγω αναφορά, λέγοντας πως είναι μόνο ο Oliver που τους έλεγε ότι ήθελε να τις συνοδεύσει στο ξενοδοχείο για να βεβαιωθεί ότι θα έφταναν με ασφάλεια.

 

Όταν ερωτήθηκε, αντεξεταζόμενη, να εξηγήσει γιατί προέβη στην πιο πάνω αναφορά στην κατάθεση της, η μάρτυρας δεν ήταν σε θέση ν’ αναφέρει τον ακριβή λόγο και με τις απαντήσεις που έδωσε προκάλεσε σύγχυση, σε βαθμό που να μην είναι ξεκάθαρο εάν η θέση της τελικά είναι πως προέβη στην εν λόγω αναφορά αλλά εν τέλει δεν θυμάται τον Κατηγορούμενο να λέει αυτό το πράγμα ή εάν ουδέποτε αναφέρθηκε στον Κατηγορούμενο και υπήρξε κακή επικοινωνία με την αστυνομικό που έλαβε την κατάθεση και ή λανθασμένη διατύπωση ή λανθασμένη μετάφραση στην κατάθεση. Είναι χαρακτηριστικό θεωρούμε το παρακάτω απόσπασμα από την αντεξέταση της, το περιεχόμενο του οποίου μιλά από μόνο του:

 

« Ε. Επίσης λες στην κατάθεσή σου ότι θυμάσαι ότι ο Κατηγορούμενος και ο Oliver ήθελαν να σας πάρουν στο ξενοδοχείο για να είναι σίγουροι ότι θα πάτε πίσω ασφαλείς. Συμφωνείς;

A.    Όχι και αυτό ήταν μια από τις διορθώσεις που έκανα την περασμένη φορά.

E.    Γιατί όμως το είπες τούτο το πράγμα στην κατάθεσή σου;

A.    Όταν το είπα δεν θυμάμαι ακριβώς τη συνομιλία που είχα με την Αστυνομία. Μετά όταν διάβασα την κατάθεση... Πώς να το πω... Παρατήρησα ότι λέει αυτός και ο Oliver, ενώ δεν θυμάμαι...... Αλλά δεν το θυμάμαι να το λέει, θυμάμαι τον Oliver να το λέει.

E.    […] Όταν λες ''he and Oliver'' σε ποιον αναφερόσουν στην κατάθεσή σου;

Α:   Ο τύπος ο οποίος κατάγγειλα, δεν θυμάμαι πώς ονομάζεται.

Ε:   Είναι ο Κατηγορούμενος εννοείτε;

A.     Ναι. Ακύρωσα τη δήλωση στην κατάθεση λόγω κακής επικοινωνίας περιλήφθηκε. [..]

….

Α:    Δεν μπορώ να πω αν το λάθος στην κατάθεσή μου, ήταν από κακή επικοινωνία μεταξύ εμένα και του Αστυνομικού. Οπόταν είναι δύσκολο για εμένα να απαντήσω σε ποιον αναφερόμουν, σε ποιον αναφέρομαι. »

(έμφαση δοθείσα)

 

Υπενθυμίζουμε επ’ αυτού, ότι κατά το αρχικό στάδιο της αντεξέτασης της, όταν ερωτήθηκε πως προέκυψε η διόρθωση και των τριών σημείων που συνολικά ζήτησε στην κυρίως εξέταση της να διορθωθούν, είχε ισχυριστεί πως ο λόγος έγκειτο στο ότι ήταν διατυπωμένα ή μεταφρασμένα λανθασμένα από την Αστυνομία και τούτο ένεκα του διαφορετικού τρόπου ομιλίας της, παρότι συμφώνησε πως η κατάθεση της είχε ληφθεί στην αγγλική γλώσσα και της είχε διαβαστεί, προτού την υπογράψει. Συνέχισε λέγοντας πως εκείνη τη στιγμή που έδωσε την κατάθεση της δεν ήταν σε θέση, λόγω της συναισθηματικής της κατάστασης, ν’ αντιληφθεί ότι είχαν διατυπωθεί λανθασμένα οι αναφορές της. Ως ανέφερε, τα είδε μετέπειτα, όταν της αποστάλθηκε η κατάθεση της από τη συνήγορο της κατηγορούσας αρχής και θέλησε να τα διορθώσει.

 

Βεβαίως θα πρέπει να επισημανθεί εδώ, ότι η προσπάθεια από μέρους της Παραπονούμενης να πείσει ότι υπήρξε κακή επικοινωνία με την αστυφύλακα που έλαβε την κατάθεση και μη ορθή καταγραφή των όσων η ίδια ανέφερε, ούτως ή άλλως πέφτει στο κενό. Υπενθυμίζουμε ότι η κατάθεση της Παραπονούμενης (Έγγραφο Α), λήφθηκε από την Μ.Κ.5, η οποία κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου και ουδέποτε τέθηκε στην τελευταία οτιδήποτε σχετικό για να τοποθετηθεί ή για να το ξεκαθαρίσει. Πέραν των πιο πάνω, μας είναι πραγματικά δύσκολο ναντιληφθούμε πώς θα μπορούσε να διατυπωθεί λάθος, η αναφορά της ότι «I remember talking to me and saying that he and Oliver wanted to take us to the hotel to make sure that we go back safe». Από τα συμφραζόμενα της Παραπονούμενης, είναι ξεκάθαρο πως αναφερόταν εις αμφότερους, τον Κατηγορούμενο και τον Oliver.   

 

Έχοντας υπόψη όσα αναφέρθηκαν και τις αμφιταλαντεύσεις της Παραπονούμενης σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα, σημειώνουμε κατ’ αρχάς πως δεν διατηρούμε την παραμικρή αμφιβολία ότι η Παραπονούμενη πράγματι προέβη στην πιο πάνω αναφορά στην κατάθεση της. Είναι δε για εμάς σαφές ότι η διόρθωση που ζήτησε να γίνει, μόνον τυχαία δεν ήταν. Κατά την κρίση μας, είτε η Παραπονούμενη θεώρησε για δικούς της λόγους ότι η συγκεκριμένη αναφορά δεν βοηθά την εκδοχή της και δεν ήθελε να παραμείνει σαν θέση της, ότι ο Κατηγορούμενος τις συνόδευε μαζί με τον Oliver στο ξενοδοχείο τους, είτε επιθυμούσε την ευθυγράμμιση της θέσης της με αυτή της Μ.Κ.4, έχοντας γίνει κοινωνός των όσων η τελευταία ανέφερε στη δική της κατάθεση ή και στη μαρτυρία της. Πρόκειται για φίλες και μάλιστα, σύμφωνα με την Μ.Κ.4, κολλητές και υπάρχει επαφή μεταξύ τους. Δεν διέλαθε την προσοχή μας βεβαίως ότι η τελευταία ανέφερε πως δεν μίλησαν με την Παραπονούμενη σε σχέση με την υπόθεση, αλλά μόνον «για το πώς νιώθει». Η Παραπονούμενη κατά τη δικάσιμο της 15.3.24, ερωτήθηκε απλά αν μίλησε με την Μ.Κ.4 μετά τις 6.3.24, που ήταν η προηγούμενη δικάσιμος που κατέθεσε και απάντησε αρνητικά. Ως ζήτημα λογικής όμως, μας είναι δύσκολο ν’ αποδεχτούμε ότι δύο κολλητές φίλες δεν μίλησαν σε σχέση με τα γεγονότα της υπόθεσης και η θέση της Μ.Κ.4 δεν μας πείθει. Έχοντας δε υπόψη και ότι αμφότερες είχαν στην κατοχή τους τις καταθέσεις τους, αφού όπως οι ίδιες ανέφεραν τους στάλθηκαν από τη δικηγόρο της κατηγορούσας αρχής, σε συνδυασμό με τη βασική θέση τους ότι ο Κατηγορούμενος, τον οποίο δεν γνώριζε ούτε ο Oliver, τις ακολούθησε στο ξενοδοχείο τους, ήταν ένα πρόσωπο που τους ακολούθησε μέχρι το ξενοδοχείο τους, το ενδεχόμενο προσυνεννόησης τους για το ζήτημα αυτό δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί.

  

Επισημαίνεται εδώ ότι ερωτώμενη η Παραπονούμενη αν πριν επιστρέψουν στο ξενοδοχείο επισκέφθηκαν άλλα μέρη, ανέφερε πως δεν θυμάται αλλά ξέρει ότι στο δρόμο της επιστροφής δεν πήγαν κατευθείαν στο ξενοδοχείο.  Όταν της υποδείχθηκαν δε τα πλάνα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του ξενοδοχείου Green Bungalows (Τεκμήριο 14), αναγνώρισε τον εαυτό της, τη Μ.Κ.4 και τον Οliver από τα ρούχα τους, ωστόσο δεν μπορούσε ν’ αναγνωρίσει ποιο είναι το τέταρτο πρόσωπο που βρισκόταν μαζί τους, (ο οποίος ως το σχετικό εύρημα μας είναι ο Κατηγορούμενος) και δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα άλλο από την εκεί παρουσία τους.  Επίσης, σε κάποιο σημείο της αντεξέτασης της, συμφώνησε πως τα πλάνα την δείχνουν να ομιλεί με τον Κατηγορούμενο[28] και πως εν τέλει, αποχωρούν όλοι μαζί, περιλαμβανομένου του Κατηγορούμενου[29], ωστόσο δεν μπορούσε και πάλι να θυμηθεί που πήγαιναν, όπως και ούτε εάν είχαν προσκαλέσει τα δύο αγόρια στο δικό τους ξενοδοχείο. Ούτε και θυμόταν εάν μετέπειτα, όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο τους, η ίδια και η Μ.Κ.4 ζήτησαν από τον Μ.Κ.6 να επιτρέψει στα δύο αγόρια να μεταβούν μαζί τους στο δωμάτιο τους. Ερωτηθείσα πως προέκυψε τότε, ο Κατηγορούμενος και ο Oliver να τις ακολουθήσουν στο ξενοδοχείο τους, επανέλαβε πως το μόνο που θυμάται είναι ότι ο Oliver προσφέρθηκε να τις συνοδεύσει και δεν θυμάται γιατί ο Κατηγορούμενος πήγε μαζί τους.

 

Από επιθεώρηση του Τεκμηρίου 14, διαπιστώνουμε πως η Παραπονούμενη φαίνεται να βρίσκεται μπροστά από τον πάγκο υποδοχής και προφανώς να ομιλεί, όπως και ο Oliver και η Μ.Κ.4, με τον Μ.Κ.2 για περίπου 2 λεπτά και έπειτα ν’ αποχωρούν όλοι μαζί. Μάλιστα, προτού εν τέλει αποχωρήσουν, η Παραπονούμενη προσεγγίζεται από τον Κατηγορούμενο, ο οποίος της μιλά και την παίρνει προς στιγμή από το χέρι. Όταν αφήνουν δε τα χέρια, η τελευταία κατευθύνεται προς την έξοδο.

 

Βεβαίως, με αυτά υπόψη, ξενίζει πραγματικά το γεγονός πως την ίδια στιγμή που δεν θυμόταν τίποτε ουσιαστικά ούτε όταν έδωσε κατάθεση ούτε κατά τη μαρτυρία της, σε σχέση με την πορεία τους προς το Green Bungalows, τη σύντομη στάση τους εκεί και ακολούθως για την πορεία τους προς το δικό τους ξενοδοχείο μέχρι που βρέθηκαν στο διαμέρισμα τους με τα δύο αγόρια, ότι θυμήθηκε 8 μήνες περίπου μετά τα γεγονότα, ήταν ουσιαστικά δύο πολύ βολικές για την εκδοχή της θέσεις. Με μια εξ αυτών (στη δεύτερη αναφερόμαστε κατωτέρω) να είναι ότι δεν θυμόταν τον Κατηγορούμενο να λέει ότι ήθελε να τις συνοδεύσει στο ξενοδοχείο τους αλλά μόνον τον Oliver, κάτι βεβαίως που ενισχύει έτι περαιτέρω την πεποίθηση μας περί σκόπιμης διαφοροποίησης της σχετικής αναφοράς στην κατάθεση της. Ως προς τη γενική και αόριστη αναφορά της πως είχε αναφέρει αυτό το πράγμα στη δικηγόρο της κατηγορούσας αρχής «ίσως πίσω στον Σεπτέμβριο, Οκτώβριο, δεν μπορώ να ανακαλέσω ακριβώς», πέραν του ότι δεν πείθει, δεν θεωρούμε ότι διαφοροποιεί τα πράγματα επί της ουσίας.

 

Στρεφόμενοι στα περαιτέρω γεγονότα, στην κατάθεση της αναφέρει πως γύρω στις 05:00, έφτασαν εν τέλει στο ξενοδοχείο που διέμεναν με την Μ.Κ.4, μαζί με τον Oliver και τον Κατηγορούμενο. Κατ’ αρχάς και προτού αναφέρουμε οτιδήποτε άλλο, θα πρέπει να λεχθεί πως ως και η ίδια η Παραπονούμενη αποδέχθηκε κατά την αντεξέταση της, η ώρα που ανέφερε, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Σημειώνουμε επίσης ότι δεν συνάδει τόσο με την ώρα που βρίσκονται στο ξενοδοχείο Green Bungalows, τα πλάνα του οποίου τους δείχνουν να βρίσκονται εκεί μέχρι και τις 05:58:00 (Τεκμήριο 14), όσο και με τα ευρήματα που προέκυψαν από τη μαρτυρία της Μ.Κ.4.  Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν συνάδει ούτε και με τα ευρήματα μας, ως αυτά ανέκυψαν μέσα από την αποδεκτή μαρτυρία του Μ.Κ.6, ότι έφτασαν στο ξενοδοχείο Eligonia Hotel που διέμεναν με την Μ.Κ.4 γύρω στις 06:00. Συνακόλουθα, ούτε και η αναφορά της αυτή μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

Σε σχέση με το τι ακολούθησε της μετάβασης τους στο εν λόγω ξενοδοχείο, δέον να σημειωθεί ότι όταν ερωτήθηκε κατά την αντεξέταση της εάν ζήτησαν μαζί με την Μ.Κ.4 από τον Μ.Κ.6 να τους επιτρέψει ν’ ανέβουν με τα δύο αγόρια στο δωμάτιο τους και πάλι δεν θυμόταν να απαντήσει. Κατόπιν ερωτήσεως της συνηγόρου υπεράσπισης ως προς το πως προέκυψε η παρουσία του Oliver και του Κατηγορούμενου στο δωμάτιο τους, όταν κατά τη θέση της η πρόθεση του Oliver ήταν απλά να τις συνοδεύσει στο ξενοδοχείο για να φτάσουν ασφαλείς, απάντησε, χωρίς να είναι βέβαιη, πως νομίζει πως η Μ.Κ.4 σε κάποια στιγμή όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο, τη ρώτησε εάν είναι εντάξει, ο Oliver και ο Κατηγορούμενος ν’ ανέβουν στο δωμάτιο τους για να καπνίσουν. Καθίσταται σαφές, μιας και η αξιολόγηση της Μ.Κ.4 έχει προηγηθεί, πως η θέση της αυτή, βρίσκεται σε πλήρη αντιδιαστολή με το τι εν προκειμένω η Μ.Κ.4 ισχυριζόταν, η οποία στη μαρτυρία της υποστήριζε πως τουλάχιστον η ίδια δεν είχε προσκαλέσει τον Κατηγορούμενο στο δωμάτιο τους και είχε πολλάκις ισχυριστεί πως δεν γνωρίζει πως και γιατί ο Κατηγορούμενος βρέθηκε εν τέλει στο δωμάτιο τους και πως πιθανόν να τον κάλεσε η Παραπονούμενη, χωρίς να προβεί στην παραμικρή αναφορά σε σχέση με το τι η Παραπονούμενη υποστήριξε. Πέραν τούτου όμως, προκαλεί πραγματικά έκπληξη το γεγονός ότι και πάλι απ’ όσα ερωτήθηκε, θυμόταν μόνο, χωρίς να ήταν βέβαιη, ότι ο Κατηγορούμενος βρέθηκε στο δωμάτιο τους, όχι από ευθύνη για παράδειγμα της ίδιας, αλλά εξαιτίας άλλου και δη της Μ.Κ.4. ενώ από την άλλη σ’ ερωτήσεις που είχαν προηγηθεί, δεν μπορούσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο να είχε ζητήσει η ίδια από τον Κατηγορούμενο ενόσω περπατούσαν για να μεταβούν στο ξενοδοχείο Green Bungalows, να μην επιστρέψει στο δωμάτιο του με τον αδελφό του και να μείνει μαζί της, ως η υποβολή που της τέθηκε και αρκέστηκε ν’ απαντήσει πως δεν γνωρίζει εάν έγινε ή όχι κάτι τέτοιο. Θέσεις δηλαδή, εξ ορισμού αντιμαχόμενες μεταξύ τους και χωρίς λογική συνοχή. Επομένως η αναφορά της περί του ότι είναι η Μ.Κ.4 που ζήτησε και έλαβε την άδεια της για να μεταβεί (και) ο Κατηγορούμενος στο δωμάτιο, δεν πείθει. Εν πάση περιπτώσει, η εν λόγω θέση της ούτως ή άλλως καταρρίπτεται μέσα από την αποδεκτή μαρτυρία του Μ.Κ.6, ο οποίος ανέφερε πως αμφότερες του είχαν ζητήσει να τους επιτρέψει ν’ ανέβουν στο διαμέρισμα όλοι μαζί, όπως και έγινε.

 

Διάτρητες και αντιφατικές θέσεις, εντοπίζουμε όμως και σε σχέση με τα όσα ακολούθησαν στο διαμέρισμα, ξεκινώντας από τις θέσεις που πρόβαλε (αρχικά και εν τέλει ως τις διαμόρφωσε) σε σχέση με το εάν τελικά φίλησε στο δωμάτιο τον Κατηγορούμενο ή όχι.

 

Στην κατάθεση της αναφέρει πως όταν έφτασαν στο διαμέρισμα, κάθισαν όλοι μαζί στο σαλόνι και συζήτησαν για λίγο, χωρίς ν’ ανταλλάξουν προσωπικές πληροφορίες και ούτε καν τον ρώτησε πως τον λένε. Σε κάποια στιγμή, πήγε στην κουζίνα και νομίζει ότι ίσως εκεί, να τον φίλησε. Κατά την αντεξέταση της, όταν της υποδείχθηκε φωτογραφία από τον χώρο της κουζίνας (Τεκμήριο 23) και της ζητήθηκε να υποδείξει το σημείο που βρισκόταν όταν τον φίλησε, αρχικά δεν θυμόταν σε ποιο σημείο μπορεί να βρισκόταν. Δικαιολόγησε μάλιστα την απώλεια αυτή στη μνήμη της λέγοντας χαρακτηριστικά, «Όχι, δεν θυμάμαι γιατί δεν είμαι σίγουρη αν φιληθήκαμε, αλλά αν φιληθήκαμε θα ήταν στο τέλος της κουζίνας, προς το σαλόνι».  Η εν λόγω απάντηση της Παραπονούμενης, είναι από απλή ανάγνωση της προβληματική και στερείται οποιουδήποτε λογικού ερείσματος.  Πέραν του ότι δεν είναι ακριβώς αντιληπτό πως είναι δυνατόν να νομίζει πως τον φίλησε, αλλά να μην μπορεί να είναι βέβαιη, εξίσου μη αντιληπτό είναι και το πώς ενώ δεν είναι σε θέση να θυμάται εάν τον φίλησε, να θυμάται που μπορεί να είχε γίνει αυτό, υποδεικνύοντας μάλιστα συγκεκριμένο σημείο επί του Τεκμηρίου 23.  Υπενθυμίζουμε στο σημείο αυτό, ότι η Μ.Κ.4 είδε σε κάποια στιγμή την Παραπονούμενη στην κουζίνα, να φιλιέται μαζί με τον Κατηγορούμενο.

 

Ομοίως, στερούμενα οποιασδήποτε λογικής συνοχής και αντιφατικά, είναι και τα όσα ακολούθως των πιο πάνω ανέφερε. Στην κατάθεση της λέει πως λίγα λεπτά αφότου είχαν φτάσει στο διαμέρισμα, ένιωσε κουρασμένη και ήθελε να κοιμηθεί οπότε πήγε στο υπνοδωμάτιο και ο Κατηγορούμενος την ακολούθησε, μπήκε στο υπνοδωμάτιο και έκλεισε την πόρτα.  Ως περαιτέρω προσέθεσε κατά την αντεξέταση της, προτού πάει στο υπνοδωμάτιο είχε αναφέρει στην Μ.Κ.4 πως είναι κουρασμένη και θα πάει για ύπνο. Το παραπάνω γεγονός, όχι μόνο δεν αναφέρθηκε από την Μ.Κ.4 αλλά τουναντίον βρίσκεται σε πλήρη αντίφαση με το τι η τελευταία είχε ισχυριστεί, ήτοι πως ενόσω βρισκόταν με τον Oliver στο μπαλκόνι, άκουσε την πόρτα του υπνοδωματίου να κλείνει με δύναμη, υποθέτοντας ότι η φίλη της, ήθελε να περάσει καλά με τον Κατηγορούμενο. Θα προσθέταμε επίσης πως δεν έχει ούτε κάποια λογική το σενάριο, η Παραπονούμενη να είχε ενημερώσει τη Μ.Κ.4 πως θα πήγαινε για ύπνο και αυτή να συμπέρανε, ακούγοντας την πόρτα του υπνοδωματίου να κλείνει δυνατά, ότι η Παραπονούμενη ενδεχομένως να ήθελε να κάνει σεξ με τον Κατηγορούμενο, ούσα κουρασμένη και με πρόθεση να πάει για ύπνο.

 

 

Οι αντιφάσεις της Παραπονούμενης συνεχίστηκαν και σε ό,τι ακολούθησε εντός του υπνοδωματίου. Στην κατάθεση της υποστήριξε πως είχε ξαπλώσει στο κρεβάτι φορώντας ρούχα, όχι όμως παπούτσια και κάλυψε το σώμα της με μια κουβέρτα. Τότε, ο Κατηγορούμενος έβγαλε το παντελόνι του και όλα του τα ρούχα και ήταν γυμνός, την προσέγγισε στη συνέχεια ενόσω αυτή ήταν στο κρεβάτι και της έβγαλε το φόρεμα. Η ίδια ήταν αρκετά ζαλισμένη και νόμιζε πως της έβγαζε τα ρούχα για να κοιμηθεί, όταν όμως της αφαίρεσε το εσώρουχο της, άρχισε να καταλαβαίνει τι γίνεται και να αντιδρά. Του είπε «όχι, δεν θέλω» και καθώς βρισκόταν όρθια, στην άκρη του κρεβατιού, πίεσε το κεφάλι της κάτω και της έβαλε το πέος του στο στόμα της. Ήλεγχε το κεφάλι της με τα χέρια του και την πίεζε να κρατήσει το πέος του στο στόμα της. Κάθε φορά που έβγαζε το πέος του από το στόμα της, του έλεγε να σταματήσει και τον έσπρωχνε, έχοντας τα χέρια της στις γάμπες του, ωστόσο δεν ήταν τόσο δυνατή προκειμένου να τον σπρώξει μακριά.

 

Η θέση της ωστόσο ότι αρχικά, αφότου εισήλθε ο Κατηγορούμενος στο υπνοδωμάτιο, έβγαλε το παντελόνι του και όλα του τα ρούχα και ήταν γυμνός, ήταν ένα εκ των τριών σημείων που κατά τη διάρκεια της κυρίως εξέτασης δήλωσε τη διαφωνία της και ζήτησε να προβεί σε διόρθωση. Ανέφερε πως αυτό που θυμόταν ήταν ότι ήταν γυμνός, αλλά δεν θυμόταν να τον είχε δει να βγάζει τα ρούχα του. Την πιο πάνω διαφοροποίηση, την δικαιολόγησε λέγοντας ότι διατυπώθηκε λανθασμένα, για να της υποβληθεί η θέση από την υπεράσπιση ότι ο λόγος που προέβη στην εν λόγω διόρθωση ήταν γιατί δεν έβγαζε νόημα η μετέπειτα αναφορά της ότι θεώρησε πως ο λόγος που την προσέγγισε στο κρεβάτι και έβγαλε τα δικά της ρούχα, ήταν για να την βοηθήσει ώστε να κοιμηθεί, όντας γυμνός.  Δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με τη θέση πως πράγματι, η αναφορά της Παραπονούμενης ότι εν τέλει απλά τον είχε δει σε κάποια στιγμή να είναι γυμνός και δεν τον είχε δει προηγουμένως ν’ αφαιρεί τα ρούχα του, δεν αποτελεί τίποτα άλλο, παρά μόνο μια ύστερη σκέψη της, όταν πλέον αντελήφθη πως δεν συνάδει λογικά η θέση της ότι έβλεπε τον Κατηγορούμενο να βγάζει τα ρούχα του και να την προσεγγίζει γυμνός και αυτό που η ίδια θεώρησε αρχικά ήταν πως πρόθεση του ήταν να της αφαιρέσει τα δικά της ρούχα, ώστε να τη βοηθήσει να κοιμηθεί και πως μόνο όταν της αφαίρεσε το εσώρουχο, ξεκίνησε να αντιλαμβάνεται τι γίνεται.

Ακόμη όμως και εάν αποδεχόμασταν πως πράγματι, αυτό που αρχικά είχε αναφέρει και δεν καταγράφηκε ορθά από την Αστυνομία λόγω κακής επικοινωνίας ήταν ότι σε κάποια στιγμή είδε απλά ότι ήταν γυμνός και πάλι, η όλη περιγραφή που έδωσε δεν μπορεί να ευσταθήσει λογικά. Κατά πρώτο, στην αντεξέταση της ερωτώμενη εάν ο Κατηγορούμενος κατά τη θέση της έβγαλε τα ρούχα του πριν ή μετά που την προσέγγισε, απάντησε πως δεν μπορούσε να το θυμηθεί. Συνέχισε, λέγοντας πως όταν ξεκίνησε να της αφαιρεί τα δικά της ρούχα, η ίδια σηκώθηκε από το κρεβάτι και στάθηκε στην άκρη του κρεβατιού και όταν της αφαίρεσε το εσώρουχο του είπε «όχι, δεν θέλω» αφού μόνο τότε κατάλαβε «στο κεφάλι» της, τι συνέβαινε. Σε κανένα ωστόσο σημείο της μαρτυρίας της, δεν αναφέρθηκε στο πότε τελικά ο Κατηγορούμενος αφαίρεσε τα ρούχα του, ιδίως δε εάν αυτό έγινε ενόσω (ως η περιγραφή της) βρισκόταν όρθιος μπροστά της και της αφαιρούσε τα δικά της ρούχα. Η μόνη αναφορά που εντοπίζεται περί τούτου, είναι η αρχική αναφορά στην κατάθεση της, την οποία προσπάθησε να διαφοροποιήσει, αποδίδοντας την ουσιαστικά σε λανθασμένη διατύπωση από μέρους της Αστυνομίας, θέση την οποία δεν συμμεριζόμαστε και απορρίπτουμε. Η θέση της αυτή, όχι μόνο δεν υποστηρίζεται λογικά, αλλά και ουδέποτε τέθηκε στην Μ.Κ.5, η οποία έδωσε μαρτυρία μετά την Παραπονούμενη, προκειμένου να τοποθετηθεί. Δεν διατηρούμε λοιπόν την παραμικρή αμφιβολία ότι μοναδικός σκοπός της Παραπονούμενης, ήταν να επιχειρήσει να προσδώσει λογική στην εκδοχή της, η οποία ομολογουμένως ως έχει και για το λόγο που εξηγήθηκε, δεν συμβαδίζει με τη λογική και δημιουργεί αμφιβολίες σε σχέση με την αναφορά της ότι πλησιάζοντας την γυμνός ο Κατηγορούμενος, που όπως προσπάθησε να μας πείσει ήταν ένα άγνωστο αγόρι που την ακολούθησε στο ξενοδοχείο και στη συνέχεια στο δωμάτιο της, πίστευε ότι ήθελε να την διευκολύνει στον ύπνο.

 

Στα πιο πάνω αξιοπερίεργα γεγονότα αλλά και αντιφάσεις της Παραπονούμενης, οι οποίες δημιουργούν σοβαρότατα ρήγματα στην αξιοπιστία της και αμφιβολίες ως προς το αληθές των ισχυρισμών της εντάσσουμε και τα ακόλουθα.

 

Κατά την αντεξέταση της ανέφερε πως η απόσταση από το δωμάτιο στο μπαλκόνι, όπου βρίσκονταν ο Oliver και η Μ.Κ.4 είναι περίπου 7-8 μέτρα, αλλά υπάρχει και η μπαλκονόπορτα του δωματίου που βγαίνει απευθείας στο μπαλκόνι και δέχτηκε πως εάν φώναζε, η Μ.Κ.4 λόγω της πολύ κοντινής απόστασης στην οποία βρισκόταν, θα την άκουγε με βεβαιότητα. Το ίδιο, υποστηρίχθηκε και από την Μ.Κ.4. Δεν φώναξε ωστόσο, ούτε επιχείρησε να φύγει από το υπνοδωμάτιο, διότι ως ισχυρίστηκε πάγωσε, παρόλο που ο Κατηγορούμενος ως παραδέχθηκε δεν ήταν σε καμμιά στιγμή βίαιος μαζί της. Κληθείσα να περιγράψει τι ακριβώς συνέβη, μετά που της αφαίρεσε το εσώρουχο της ο Κατηγορούμενος, είπε πως εκείνη τη στιγμή, η ίδια ένοιωθε αδύναμη σωματικά, οπότε ο Κατηγορούμενος πίεσε το κεφάλι της προς τα κάτω, σπρώχτηκε αργά και όχι με σκληρό τρόπο στο πάτωμα με τα γόνατα της και έπειτα ο Κατηγορούμενος έσπρωξε το πέος του και το έβαλε στο στόμα της, κρατώντας την παράλληλα το κεφάλι, όπου ελέγχοντας το την πίεζε να κρατήσει το πέος του στο στόμα της. Η ίδια επειδή ήταν «παγωμένη», δεν προέβη σε οποιαδήποτε κίνηση, όπως δεν μπορούσε επίσης να κρατήσει το στόμα της κλειστό διότι ο Κατηγορούμενος έσπρωχνε κόντρα, στο πρόσωπο της. Είχε ωστόσο τα χέρια της στους γοφούς του και του έλεγε «όχι» κάθε φορά που έβγαζε το πέος του έξω από το στόμα της, παρόλο που ένοιωθε σαν να είχε παραλύσει και δεν μπορούσε να κουνηθεί. Όταν τελείωσε τον στοματικό βιασμό της, την γύρισε και βρισκόταν από πίσω της με την ίδια να είναι ξαπλωτή στο κρεβάτι με το πρόσωπο κάτω. Είχε τα χέρια του πίσω από τον λαιμό της, σπρώχνοντας την κάτω και ήταν αρκετά δυνατός ώστε να την κρατήσει κάτω, ενώ η ίδια συνέχισε να του λέει να σταματήσει. Ένοιωσε το πέος του στο αιδοίο της, συνεχίζοντας να του λέει να σταματήσει όμως η ίδια συνειδητοποίησε ότι δεν την άκουγε. Τον περίμενε να σταματήσει επειδή δεν υπήρχε τρόπος να ξεφύγει, ως επίσης δεν ήταν αρκετά δυνατή για να τον σταματήσει ή να φωνάξει για βοήθεια, εξαιτίας της αδυναμίας της από το αλκοόλ. Δεν χρησιμοποίησε προφυλακτικό και δεν είναι σίγουρη εάν εκσπερμάτωσε μέσα της ή οπουδήποτε αλλού.

 

Οι περιγραφές βεβαίως που έδωσε για να εξηγήσει πώς βιάστηκε, ενέχουν εξ ορισμού τους το στοιχείο της βίας και προκύπτει να είναι ασύμβατες, με την παραδοχή της Παραπονούμενης στην αντεξέταση της ότι ο Κατηγορούμενος δεν ήταν βίαιος μαζί της. Ακόμη όμως και να θεωρήσουμε πως λανθασμένα η ίδια δεν εξέλαβε τη συμπεριφορά που του αποδίδει ως βία, δεν είναι αντιληπτό το γιατί αφ’ ης στιγμής ο Κατηγορούμενος δεν ήταν βίαιος μαζί της και είχε κάθε ευκαιρία να φωνάξει τη φίλη της, δεν το έπραξε, ακόμη και μετά που ο Κατηγορούμενος έβγαλε το πέος του από το στόμα της και συνέχισε βιάζοντας την κολπικά, δεδομένου του ότι ως είναι παραδεκτό, ήξερε πως εάν φώναζε, η Μ.Κ.4 μετά βεβαιότητας θα την άκουγε. Στην κατάθεση της είχε αποδώσει το γεγονός ότι δεν φώναξε, αλλά και το ότι δεν ήταν δυνατή για να τον απομακρύνει, στην αδυναμία της από το αλκοόλ. Μετέπειτα στην αντεξέταση της, ισχυρίστηκε ότι δεν αντέδρασε και δεν φώναξε επειδή «πάγωσε» και ένιωσε ότι παρέλυσε. Θεωρούμε εν πρώτοις πως επί του προκειμένου η μεταγενέστερη (σε κάθε περίπτωση) δικαιολογία που προέβαλε ότι «πάγωσε» και ένιωσε ότι παρέλυσε, δεν συνάδει καταρχάς λογικά με τον ισχυρισμό της ότι κάθε φορά που έβαζε και έβγαζε το πέος του ο Κατηγορούμενος στο στόμα της, του έλεγε «stop» και τον έσπρωχνε στους γοφούς του με τα χέρια της και ή ότι είπε με διάφορους τρόπους και με διαφορετικό τόνο στον Κατηγορούμενο να σταματήσει και μπορούσε να το ακούσει, ενέργειες οι οποίες σαφώς υποδηλώνουν κάποιου είδους αντίδραση και πάντως όχι «πάγωμα». Το δε γεγονός ότι είχε κάθε ευχέρεια υπό τις δεδομένες περιστάσεις, τουλάχιστον να φωνάξει πιο δυνατά, εάν όχι να φωνάξει κατευθείαν τη φίλη της που βρισκόταν στο μπαλκόνι και το μόνο που τους χώριζε ήταν η μπαλκονόπορτα, ώστε να γίνει αντιληπτή τουλάχιστον από την τελευταία, θέτει τη θέση της περί «παγώματος» τουλάχιστον σε αμφιβολία.

 

Σε σχέση με την επίκληση αδυναμίας ν’ αντιδράσει εξαιτίας του αλκοόλ, ό,τι θα σημειώσουμε εδώ είναι πως το δεδομένο που υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου είναι πως η Παραπονούμενη, ως ήδη αναφέρθηκε, είχε πράγματι καταναλώσει αλκοόλ. Από εκεί και πέρα όμως, πέραν της γενικής αναφοράς της ίδιας ότι υπήρχε τέτοια αδυναμία, δεν έχει τεθεί ενώπιον μας μαρτυρία ώστε να είμαστε σε θέση να καταλήξουμε με θετικό τρόπο ότι είχε επηρεαστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην ήταν σε θέση ν’ αντιδράσει ώστε να μπορέσει να  απωθήσει, τον μη βίαιο, με παραδοχή της ίδιας, Κατηγορούμενο. 

 

Στην κατάθεση της η Παραπονούμενη αναφέρει επίσης πως αφότου ο Κατηγορούμενος τελείωσε, η ίδια καλύφτηκε με μια κουβέρτα και εξήλθε του υπνοδωματίου. Νομίζει πως ο ίδιος φόρεσε τα ρούχα του και του ζήτησε να φύγει από το δωμάτιο. Βγήκε έξω από το δωμάτιο και βρήκε την Μ.Κ.4 και τον Oliver και κλαίγοντας τους είπε ότι το αγόρι αυτό τη βίασε.

 

Τα πιο πάνω αντιφάσκουν σε σχέση με το τι η Μ.Κ.4, είχε εν προκειμένω ισχυριστεί. Τα ίδια ισχύουν και ως προς τις αναφορές της, ότι η Μ.Κ.4 πέταξε έξω από το διαμέρισμα τον Κατηγορούμενο και ότι η ίδια πήγε στο κρεβάτι και κοιμήθηκε, ούσα αναστατωμένη. Σχετικά είναι και όσα αναφέρθηκαν στο πλαίσιο αξιολόγησης της Μ.Κ.4 ανωτέρω.

 

Σε σχέση με το ζήτημα της ασφάλειας και την υποβολή που της τέθηκε ότι, υποβάλλοντας την καταγγελία της είχε ως απώτερο σκοπό την εξασφάλιση αποζημιώσεων από την ασφαλιστική εταιρεία με την οποία ήταν συμβεβλημένη, σημειώνουμε τα ακόλουθα. Κατά την αντεξέταση της, ανέφερε πως σύναψε το συμβόλαιο με την ασφαλιστική εταιρεία 5-7 χρόνια προηγουμένως και ότι πρόκειται για μια γενική ταξιδιωτική ασφάλεια, η οποία καλύπτει τον επαναπρογραμματισμό της πτήσης της για επιστροφή και κάποιες ψυχολογικές θεραπείες μετά. Για το κατά πόσο δε δικαιούται άλλη αποζημίωση από την ασφάλεια, ανέφερε πως την πληρώνουν μόνον αν συμβεί κάτι ενόσω είναι διακοπές, καλύπτοντας για παράδειγμα λογαριασμούς νοσοκομείου, αλλά η ίδια δεν παίρνει λεφτά. Όταν ζητήθηκε από τη μάρτυρα να παρουσιάσει αντίγραφο της ασφάλειας της, ανέφερε ότι δεν έχει μαζί της τέτοιοι έγγραφο, ενώ απαντώντας σε περαιτέρω ερωτήσεις ανέφερε ότι δεν υπέβαλε απαίτηση για να πάρει λεφτά και δεν έλαβε χρήματα για το περιστατικό αυτό, ούτε γνωρίζει αν υπάρχουν οποιαδήποτε ωφελήματα για θύματα βιασμού στη χώρα της.

 

Κατόπιν επιμονής της συνηγόρου υπεράσπισης για να παρουσιαστεί έγγραφο σε σχέση με την εν λόγω ασφάλεια της Παραπονούμενης και αφού προηγήθηκε διάλειμμα, η τελευταία παρουσίασε εν τέλει στο Δικαστήριο έγγραφο υπό τον τίτλο Policy Travel Insurance (βλ. Τεκμήρια 27 και 28). Με βάση το εν λόγω έγγραφο δε, συμφώνησε ότι η οποιαδήποτε απαίτηση από μέρους της όσον αφορά το θέμα του βιασμού θα γινόταν κάτω από την κάλυψη του όρου «επίθεση» και περαιτέρω ότι με βάση τους όρους του συμβολαίου, οι οποίοι παρουσιάζονται στην ιστοσελίδα στην οποία παραπέμπει το έγγραφο (βλ. Τεκμήριο 29) δικαιούται αποζημίωση 300.000 δανέζικες κορώνες. Σε υποβολή ότι είπε ψέματα ότι δεν δικαιούτο να λάβει οποιοδήποτε άλλο ποσό, η μάρτυρας ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε ότι δικαιούτο να λάβει αυτό το ποσό.      

 

Είναι γεγονός πως δεν έχει τεθεί ενώπιον μας μαρτυρία σε σχέση με τη λήψη από μέρους της Παραπονούμενης οιουδήποτε ποσού, κατόπιν υποβολής απαίτησης προς την ασφαλιστική της εταιρεία. Από την άλλη όμως, η αρχική της θέση ότι δεν δικαιούτο οποιοδήποτε ποσό, πέραν της κάλυψης των εξόδων επαναπρογραμματισμού της πτήσης της και για ψυχολογικές θεραπείες, έχει αλλάξει άρδην, κατόπιν παραδοχής της ίδιας ότι δικαιούτο να λάβει το ποσό που έχει αναφερθεί ανωτέρω. Η ίδια βεβαίως ισχυρίστηκε ότι δεν το γνώριζε, όμως το γεγονός ότι η εν λόγω διαφοροποίηση της θέσης της επήλθε μόνον μετά που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου το έγγραφο της ασφαλιστικής, το οποίο θα πρέπει να σημειωθεί ότι φαίνεται να μην παρουσίασε αρχικά παρά το ότι της ζητήθηκε να το έχει μαζί της[30] και λαμβάνοντας υπόψη την γενικότερη εικόνα της ως μάρτυρα και δη τη διαπιστωθείσα διάθεση της να μην αποκαλύψει την αλήθεια, θεωρούμε πως η θέση πως δεν γνώριζε τίθεται εν αμφιβόλω ενώ η θέση της υπεράσπισης ότι γνώριζε ότι θα πάρει αποζημίωση και ανέμενε να τελειώσει η υπόθεση για τούτο δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί, δημιουργώντας έτσι ερωτηματικά ως προς τις προθέσεις της.

 

Ολοκληρώνοντας την αξιολόγηση της, σημειώνουμε πως δεν μας έχουν διαφύγει όσα προκύπτουν σε σχέση με την κατάσταση της Παραπονούμενης σε διάφορα χρονικά σημεία, όπως για παράδειγμα στο επίδικο διαμέρισμα, στο νοσοκομείο και κατά τη λήψη της κατάθεσης της. Τούτα επίσης μας έχουν προβληματίσει, σε συνάρτηση με τη λοιπή μαρτυρία.  Υπό τις περιστάσεις όμως δεν μπορούμε αξιολογώντας τα σ’ αυτό το πλαίσιο, βάζοντας και τη λογική στην εξίσωση, να καταλήξουμε ότι αλλάζουν δραματικά τα πράγματα. Υπενθυμίζουμε ότι από η ώρα 19:00 το βράδυ της 30.8.23 μέχρι που έφυγαν από το club, περί τις 05:30 της επόμενης μέρας (31.8.23), η Παραπονούμενη κατανάλωσε αρκετή ποσότητα αλκοόλ[31] και περιήλθε σε κατάσταση μέθης, μετά περπάτησε με τη φίλη της προς το ξενοδοχείο Green Bungalows και καθ’ οδόν φλέρταρε με τον Κατηγορούμενο που μόλις είχε γνωρίσει, ενώ στη συνέχεια περπάτησε προς το ξενοδοχείο που διέμενε, χωρίς να θυμάται σύμφωνα με τα λεγόμενα της λεπτομέρειες από τη διαδρομή τους, τι συζητήθηκε με τον Κατηγορούμενο ή με τους υπεύθυνους υποδοχής στα δύο ξενοδοχεία. Πέντε περίπου λεπτά δε μετά την είσοδο τους στο διαμέρισμα, αφού προηγουμένως φιλήθηκε με τον Κατηγορούμενο, είχε μαζί του σεξουαλική επαφή. Το ότι τελούσε δε υπό την επήρεια οινοπνευματωδών ποτών, καθώς και ότι έκλαιγε και ήταν αναστατωμένη σε διάφορες χρονικές στιγμές, έχοντας περάσει μια «μεγάλη» νύχτα, δεν διαφοροποιεί τα πράγματα. Και για να το θέσουμε αλλιώς, τα δεδομένα αυτά δεν μπορούν να μας οδηγήσουν αυτόματα, υπό το φως και της συνολικής ποιότητας της μαρτυρίας που έχουμε ενώπιον μας, στο συμπέρασμα ότι η αναστατωμένη της κατάσταση υποστηρίζει χωρίς άλλο την εκδοχή της και δεν οφείλεται για παράδειγμα σε αντιδράσεις της λόγω της μέθης ή ακόμα και λόγω μετάνοιας της για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Ως προς το τελευταίο, επισημαίνουμε πως ως εμφαίνεται κατωτέρω, αποδεχόμαστε τη θέση του Κατηγορούμενου ότι ενώ όλα έβαιναν καλώς, μόλις της υπέβαλε την ερώτηση αν έχει αγόρι, μετά που είδε τη φωτογραφία της με ένα αγόρι στην οθόνη του κινητού, η Παραπονούμενη αναστατώθηκε και του ζήτησε να φύγει από το δωμάτιο, ενώ παρά την προσπάθεια του για να ηρεμήσει εντούτοις επέμενε να του ζητά να φύγει. Η ανθρώπινη εμπειρία και η λογική υπαγορεύουν ότι ο κάθε άνθρωπος αντιδρά διαφορετικά σε παρόμοιες καταστάσεις. 

 

Με βάση όσα έχουν αναφερθεί, δεν διατηρούμε την παραμικρή αμφιβολία ότι η Παραπονούμενη, για λόγους που μόνον η ίδια είναι σε θέση να γνωρίζει, επιχείρησε να συσκοτίσει τα πράγματα και να παρουσιάσει μια εντελώς διαφορετική εικόνα από την πραγματική. Σε κάθε περίπτωση θεωρούμε πως η μαρτυρία της παρουσιάζει ρωγμές και δεν αποτελεί ένα συμπαγές σύνολο γεγονότων, για τους λόγους που σε κάθε επιμέρους πτυχή της μαρτυρίας της εξηγούνται πιο πάνω. Συνεπώς, αποτελεί διαπίστωση μας ότι η αξιοπιστία της έχει πληγεί ανεπανόρθωτα και η οικοδόμηση οιωνδήποτε συμπερασμάτων επί της μαρτυρίας της θα ήταν άκρως επισφαλής.

 

Απορρίπτουμε λοιπόν τη μαρτυρία της στο σύνολο της, με εξαίρεση μόνον το μη αμφισβητούμενο μέρος της που αναφέραμε αρχικά.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του Κατηγορούμενου, σημειώνουμε ότι ο τελευταίος, στο πλαίσιο της κυρίως εξέτασης του, κατ’ αρχάς υιοθέτησε το περιεχόμενο της ανακριτικής κατάθεσης που του λήφθηκε στις 2.9.2023 από τον Μ.Κ.3 (Τεκμήριο 6[32]). Μέρος των όσων ανάφερε δεν έχουν αμφισβητηθεί από την κατηγορούσα αρχή και ως τέτοια, αποτελούν και ευρήματα του δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, δεν αμφισβητήθηκε ότι κατάγεται από την Αγγλία και βρισκόταν με την οικογένεια του στην Κύπρο για διακοπές από τις 28.8.23 μέχρι και τις 3.9.23, ημερομηνία κατά την οποία θα αναχωρούσαν από την Κύπρο, καθώς και ότι διέμενε στο ξενοδοχείο Green Bungalows στην Αγία Νάπα, σε ξεχωριστό δωμάτιο μαζί με τον αδελφό του.  Δεν αμφισβητήθηκε επίσης ότι, στις 30.8.2023, βρισκόταν σε έξοδο μαζί με την οικογένεια του, ότι σε κάποια στιγμή οι γονείς του επέστρεψαν στο ξενοδοχείο ενώ ο ίδιος και ο αδελφός του συνέχισαν την έξοδο τους και επισκέφθηκαν διάφορες μπυραρίες, διασκεδάζοντας και καταναλώνοντας αλκοόλ, καθώς επίσης ότι γύρω στις 06:00, ενώ επέστρεφε με τον αδελφό του στο ξενοδοχείο που διέμενε, συνάντησαν στον δρόμο τον Oliver, ο οποίος διέμενε στο ίδιο ξενοδοχείο που διέμενε ο ίδιος και τον οποίο είχε γνωρίσει από προηγουμένως εκεί, να περπατά μαζί με την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4.

 

Ότι βεβαίως ο Κατηγορούμενος και ο Oliver διέμεναν στο ίδιο ξενοδοχείο, αλλά και τo γεγονός της συνάντησης του Κατηγορούμενου με τον Oliver, την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4, γύρω στις 06:00 (της 31.8.2023), ενώ είχαν όλοι κατεύθυνση το εν λόγω ξενοδοχείο, αποτελούν βεβαίως αποδεκτά γεγονότα μέσα και από άλλη αποδεκτή μαρτυρία, ως ανωτέρω έχει αναφερθεί. Εν πάση

 

περιπτώσει, τα πιο πάνω μη αμφισβητούμενα γεγονότα καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου. 

 

Προβαίνοντας τώρα σε αξιολόγηση της υπόλοιπης μαρτυρίας του Κατηγορούμενου, διαπιστώνουμε κατ’ αρχάς ότι οι θέσεις που προέβαλε στην ανακριτική του κατάθεση δεν μεταβλήθηκαν καθόλου. Παρατηρήσαμε πως παρέμεινε σταθερός στις θέσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέτασης και αντεξέτασης του, χωρίς να μεταβάλει σε οποιοδήποτε στάδιο την βασική εκδοχή του. Αντιπαραβολή των όσων ανέφερε κατά τη διάρκεια του συνόλου της δια ζώσης μαρτυρίας του, με το περιεχόμενο της ανακριτικής του κατάθεσης του στην Αστυνομία, φανερώνει το απαρέγκλιτο των θέσεων του σε σχέση με όλα όσα επεσυνέβησαν εκείνο το πρωί.  Μας έκανε εντύπωση το γεγονός πως σε κανένα στάδιο της μαρτυρίας του, δεν ανέτρεξε στο περιεχόμενο της ανακριτικής του κατάθεσης για να βεβαιωθεί έστω, σε σχέση με το τι είχε πει γι’ αυτό το οποίο ερωτάτο και όλες ανεξαιρέτως οι απαντήσεις που έδιδε, προέκυπταν αυθόρμητα, χωρίς οποιεσδήποτε παύσεις σκέψης και χωρίς να έχουν την παραμικρή απόκλιση, απ’ αυτά που εξιστόρησε στην ανακριτική του κατάθεση. Σύγκριση τους δε και με την υπόλοιπη μαρτυρία που προσάχθηκε στο Δικαστήριο, αποκαλύπτει ότι η μαρτυρία του στα πλείστα σημεία της, όπως με λεπτομέρεια εξηγούμε πιο κάτω, υποστηρίζεται και από άλλη αποδεκτή μαρτυρία. Επιπλέον, σε αντίθεση με την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4, καμμιά απολύτως αντίφαση έχει προκύψει από την εξέταση ή την αντεξέταση του, έτσι που να προκύπτει διάθεση, ιδίως σε ό,τι αφορά τα επίδικα γεγονότα, μη αποκάλυψης ή απόκρυψης της πραγματικότητας, παράγοντες οι οποίες συνυπολογίζονται ώστε να κριθεί ο βαθμός αξιοπιστίας των ισχυρισμών του.  Πιο συγκεκριμένα.

 

Στην ανακριτική του κατάθεση ανέφερε πως όταν συνάντησε τον Oliver, την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4 στον δρόμο, ξεκίνησε να μιλά μαζί τους και δη με την Παραπονούμενη η οποία τον φλέρταρε και του ζήτησε να μην επιστρέψει στο ξενοδοχείο με τον αδελφό του, αλλά να μείνει μαζί της και πως ο αδελφός του εκείνη τη στιγμή, είχε προχωρήσει πιο μπροστά. Κατά την αντεξέταση του ερωτώμενος πως κατά την εν λόγω διαδρομή προέκυψε η συνομιλία που είχαν με την Παραπονούμενη και κατά πόσο είχε μιλήσει και με την Παραπονούμενη και με την Μ.Κ.4, απάντησε πως μιλούσε κυρίως με την Παραπονούμενη χωρίς να μπορεί να θυμηθεί εάν είχε μιλήσει και με την Μ.Κ.4 και πως ξεκίνησαν να μιλούν με την Παραπονούμενη, όταν πρώτη τους χαιρέτησε, λέγοντας τους «hello». Τον δε Oliver τον γνώριζε, διότι έμενε και αυτός στο ίδιο ξενοδοχείο και ο πατέρας του και ο αδελφός του, μιλούσαν μαζί του, οπότε τον γνώρισε και ο ίδιος.

 

Οι πιο πάνω απαντήσεις του Κατηγορούμενου, συνάδουν πλήρως με το περιεχόμενο των αναντίλεκτων αναφορών της Μ.Κ.4 που έγιναν αποδεκτές ως προς το πώς προέκυψε η συνομιλία της Παραπονούμενης με τον Κατηγορούμενο στον δρόμο, σε βαθμό μάλιστα που απαντήθηκαν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Αποδεχόμαστε δε την αναφορά του ότι η Παραπονούμενη τον φλέρταρε στον δρόμο, κάτι που ανέφερε εξ αρχής στην κατάθεση του και προώθησε κατά τη μαρτυρία του με απόλυτα θετικό τρόπο. Στο σημείο αυτό δε υπενθυμίζουμε πως ούτε η Παραπονούμενη, ούτε η Μ.Κ.4, ήταν σε θέση να τοποθετηθούν επί του συγκεκριμένου σημείου αφού ανέφεραν πως δεν θυμούνταν και συνεπώς δεν απέκλεισαν να συνέβη αυτό το πράγμα.  Επίσης, ως έχει ήδη αναφερθεί, η μαρτυρία του ως προς το πώς και από που ο ίδιος γνώριζε τον Oliver, δεν έτυχε καμίας αμφισβήτησης. Επομένως, αποδεχόμαστε τη θέση του Κατηγορούμενου, ως προς το πώς προέκυψε η γνωριμία του με την Παραπονούμενη, καθώς και το ότι δεχόταν φλερτ από την τελευταία στο δρόμο για το Green Bungalows και τα όσα ανέφερε επί τούτων αποτελούν και δικά μας, περαιτέρω ευρήματα.

 

Τώρα, σε σχέση με την αναφορά στην κατάθεση του ότι η Παραπονούμενη του ζήτησε να μην πάει με τον αδελφό του στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που διέμεναν και «να μείνει έξω» μαζί της, ερωτήθηκε για ποιο λόγο αποφάσισε να μείνει με την Παραπονούμενη. Εις απάντηση του πιο πάνω ερωτήματος, ο Κατηγορούμενος διερωτήθηκε για ποιο λόγο να μην το έπραττε, μιας και βρισκόταν σε διακοπές και (η Παραπονούμενη) τον έκανε να νοιώθει ευπρόσδεκτος. Επιπλέον των πιο πάνω, πρόσθεσε «δεν ήμουν κουρασμένος, ήμουν λίγο μεθυσμένος, γνώριζα και λίγο τον Oliver, η Παραπονούμενη με έκανε να νοιώσω ευπρόσδεκτος και δεν πηγαίνω έξω τόσο συχνά και να πίνω».  Από τα πιο πάνω, θα πρέπει να σημειώσουμε εν πρώτοις, πως από το περιεχόμενο της αντεξέτασης του, δεν προκύπτει αμφισβήτηση της θέσης του αυτής, μιας και ουδέποτε του υποβλήθηκε η θέση ότι η αναφορά του αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή ότι δεν του είχε λεχθεί οτιδήποτε συναφές από την Παραπονούμενη, η οποία ειρήσθω εν παρόδω, δεν θυμόταν τίποτα και δεν ήταν σε θέση ούτε να επιβεβαιώσει, ούτε να διαψεύσει το παραπάνω γεγονός.  Υποβολή ότι ψεύδεται, του τέθηκε σε κατοπινό στάδιο της αντεξέτασης του, όταν ανέφερε πως όταν δεν επιτράπηκε η είσοδος στην Μ.Κ.4 και την Παραπονούμενη στο ξενοδοχείο Green Bungalows, τότε δέχθηκαν την πρόσκληση τους με τον Oliver, να τις ακολουθήσουν στο δικό τους ξενοδοχείο. Πρόκειται για μια παντελώς διαφορετική χρονική στιγμή, απ’ αυτήν που αναφέρθηκε ο Κατηγορούμενος λέγοντας πως του είχε ζητηθεί από την Παραπονούμενη να μείνει μαζί της, η οποία αφορά σε χρόνο πριν καν φτάσουν στο ξενοδοχείο Green Bungalows και πάντως ενόσω περπατούσαν προς την εν λόγω κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνουμε πως η Παραπονούμενη δεν αρνήθηκε σε κανένα σημείο ότι του ζήτησε σ’ εκείνο το χρονικό σημείο να μείνει μαζί της ή έστω εξέφρασε την άποψη πως δεν είχε λόγο να του το ζητήσει.  

 

Πλήρως συνάδουσα με τα ευρήματα μας, αλλά και με την πραγματική μαρτυρία που βρίσκεται ενώπιον μας (Τεκμήριο 14) είναι και η περιγραφή που έδωσε, αναφερόμενος στο τι έγινε αφότου έφτασαν στο ξενοδοχείο Green Bungalows.  Στην ανακριτική του κατάθεση ισχυρίστηκε πως όταν έφτασαν στο εν λόγω ξενοδοχείο, ο Oliver ρώτησε τον υπεύθυνο υποδοχής, εάν επιτρεπόταν στα δύο κορίτσια να τους ακολουθήσουν, δεν τους επιτράπηκε, οπότε και αυτές τους προσκάλεσαν στο ξενοδοχείο που διέμεναν οι ίδιες. Τα πλάνα από τον χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου (Τεκμήριο 14), δείχνουν τον Oliver, τη Μ.Κ.4 και την Παραπονούμενη να βρίσκονται στον πάγκο υποδοχής και να μιλούν με τον υπεύθυνο και τον Κατηγορούμενο να βρίσκεται έξω, να ομιλεί με κάποιον και έπειτα από λίγο να εισέρχεται και αυτός στον χώρο, ακριβώς δηλαδή ως και η περιγραφή που έδωσε επιπλέον στην αντεξέταση του, αναφέροντας ότι ενόσω ο Oliver βρισκόταν μέσα με τα κορίτσια, ο ίδιος στεκόταν έξω από το ξενοδοχείο και μιλούσε με τον αδελφό του, του έδωσε χρήματα για να αγοράσει φαγητό και ακολούθως, εισήλθε και ο ίδιος στον χώρο υποδοχής, όπου μιλούσε με την Παραπονούμενη. Κατά τα λοιπά και δη επί της υποβολής που του τέθηκε ότι ο λόγος που μετέβησαν αυτός και ο Oliver στο ξενοδοχείο Eligonia Hotel με την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4 ήταν γιατί ο Oliver προσφέρθηκε να τις συνοδεύσει, δεν υπάρχει αποδεκτή μαρτυρία που να υποστηρίζει την εν λόγω υποβολή. Τουναντίον, η θέση αυτή η οποία προωθήθηκε από την Παραπονούμενη και την Μ.Κ.4, για τους λόγους που εξηγήσαμε έχει απορριφθεί. Η αναφορά του δε ότι κατά τη διαδρομή τους προς το ξενοδοχείο Eligonia, μιλούσαν και γελούσαν, θεωρούμε πως δεν είναι ασύνδετη με την εντύπωση που αποκόμισε ο Μ.Κ.6 ότι όλοι μεταξύ τους ήταν φίλοι, προφανώς διότι αυτή η εντύπωση του δόθηκε παρατηρώντας τους, ιδιαίτερα όταν πλέον του ζητήθηκε από την Μ.Κ.4 και την Παραπονούμενη να τους επιτρέψει να μεταβούν όλοι μαζί στο διαμέρισμα. Το ότι δε, ένοιωθε ευπρόσδεκτος στην παρέα τους, είναι καθόλα εύλογο, λαμβανομένων υπόψη όλων των πιο πάνω, τα οποία αποδεχόμαστε στην ολότητα τους.

 

Στρεφόμενοι στα όσα ανέφερε σε σχέση με το πως εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα στο διαμέρισμα του ξενοδοχείου Eligonia Hotel, επαναλαμβάνουμε πως η θέση που προέβαλε ο Κατηγορούμενος στην κατάθεση του παρέμεινε ακλόνητη κατά την αντεξέταση του. Επιπρόσθετα τούτου, τα γεγονότα που εξιστόρησε, πέραν από το ότι σε αρκετά σημεία τους βρίσκουν υποστήριξη μέσα από αποδεκτή μαρτυρία, παρουσιάζουν και μια λογική συνοχή, σε αντίθεση για παράδειγμα με αυτά που προωθήθηκαν από την Παραπονούμενη, τα οποία όχι μόνο δεν είχαν ούτε λογική συνοχή αλλά επιπλέον ως επί το πλείστον, είχαν διαψευστεί και μέσα από την μαρτυρία της Μ.Κ.4.

 

Οι δε γενικές υποβολές που του τέθηκαν από τη συνήγορο της κατηγορούσας αρχής, ότι δηλαδή όσα ανέφερε σε σχέση με τα επίδικα ζητήματα στην ανακριτική του κατάθεση και όσα περαιτέρω επ’ αυτών υποστήριξε στη μαρτυρία του δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και πως τα πράγματα έγιναν όπως υποστήριξε η Παραπονούμενη, δεν στάθηκαν ικανές να κλονίσουν την αξιοπιστία του ή έστω να δημιουργήσουν αμφιβολίες σε σχέση με το αληθές του τι ο ίδιος υποστήριξε. Οι υποβολές που του τέθηκαν οι οποίες στόχευαν στην πλήξη της αξιοπιστίας του, εστίασαν στις πιο κάτω θέσεις.

 

 

Υποβλήθηκε στον Κατηγορούμενο από τη συνήγορο της κατηγορούσας αρχής ότι ψεύδεται ισχυριζόμενος πως η Παραπονούμενη ξεκίνησε να τον φιλά όταν έφτασαν στο δωμάτιο και πως ο Oliver και η Μ.Κ.4 βγήκαν έξω στο μπαλκόνι για να τους προσφέρουν ιδιωτικότητα, υποβάλλοντας του πως ο λόγος που είχαν μεταβεί τα δύο αυτά πρόσωπα στο μπαλκόνι ήταν για να καπνίσουν. Επί τούτων σημειώνουμε πως ο Κατηγορούμενος στην ανακριτική του κατάθεση, αναφέρει επιγραμματικά ότι όταν εισήλθαν στο διαμέρισμα, η Παραπονούμενη ξεκίνησε να τον φιλά, οπότε τα άλλα δύο πρόσωπα βγήκαν έξω στο μπαλκόνι.

 

Κατά την αντεξέταση του επί αυτού του σημείου και προτού του τεθεί η πιο πάνω υποβολή, κληθείς από την κατηγορούσα αρχή να εξηγήσει τι έγινε όταν μπήκαν στο διαμέρισμα, απάντησε «Μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο, όλοι μπήκαμε στο δωμάτιο, ο Oliver και η φίλη της κάθισαν πάνω στον καναπέ και εγώ και η A[33] ήμασταν στην κουζίνα. Πέρασαν κάποια λεπτά, ήταν τότε που η A….[34] με φίλησε, δεν ξέρω για πόσο διάστημα φιλιόμασταν, φαίνεται ότι η φίλη της το είδε και έπιασε τον Oliver και πήγαν στο μπαλκόνι. Έτσι, να μας δώσουν κάποια ιδιωτικότητα.»

 

Εν πρώτοις, θα πρέπει να λεχθεί πως το ότι η Παραπονούμενη τον φίλησε ενόσω βρίσκονταν στην κουζίνα, επιβεβαιώνεται και από το μέρος της μαρτυρίας της Μ.Κ.4 το οποίο έχουμε αποδεχτεί. Εξάλλου, δεν έχει αμφισβητηθεί κατά την αντεξέταση του ότι πράγματι φιλήθηκαν με την Παραπονούμενη, αλλά η αναφορά στην κατάθεση του ότι αυτό έγινε μόλις μπήκαν στο διαμέρισμα. Κατά δεύτερο, απλή ανάγνωση της απάντησης που έδωσε, φανερώνει ξεκάθαρα πως τα περί ιδιωτικότητας που ανέφερε ο Κατηγορούμενος, ήταν ένα συμπέρασμα καθαρά του ιδίου και όχι οτιδήποτε που του λέχθηκε από την Μ.Κ.4 ή τον Oliver, εξ ου και δεν αρνήθηκε την μετέπειτα υποβολή που του τέθηκε ότι ο Oliver και η Μ.Κ.4 βγήκαν στο μπαλκόνι για να καπνίσει η τελευταία ένα τσιγάρο. 

 

 

Σε σχέση τώρα με το χρονικό σημείο που φιλήθηκαν εν σχέσει με τον χρόνο που εισήλθαν στο διαμέρισμα, είναι γεγονός πως στην κατάθεση του ανέφερε ότι αυτό έγινε μόλις εισήλθαν. Όπως εμφαίνεται δε πιο πάνω, ερωτώμενος κατά την αντεξέταση του να πει τι έγινε στο διαμέρισμα όταν μπήκαν, ανέφερε ότι τον φίλησε όταν πέρασαν κάποια λεπτά. Σε υποβολή δε που του έγινε στη συνέχεια ότι ψεύδεται ότι τον φίλησε μόλις μπήκαν στο διαμέρισμα, απάντησε ως εξής «Όχι. Δύο λεπτά μετά που μπήκαμε μέσα στο διαμέρισμα ήρθε πάνω μου αυτή.». Ό,τι προκύπτει θεωρούμε από τα πιο πάνω, είναι πως ο Κατηγορούμενος αντεξεταζόμενος διευκρίνισε το ζήτημα και δεν του τέθηκε κάποια διαφορετική θέση για να τοποθετηθεί. Εξάλλου, το ουσιαστικό εδώ δεν είναι αν φιλήθηκαν ένα ή δύο λεπτά αφότου μπήκαν στο διαμέρισμα, αλλά το γεγονός ότι σε κάποια στιγμή, λίγο μετά την είσοδο τους στο διαμέρισμα, φιλήθηκαν, κάτι που  παρέμεινε αδιαμφησβήτητο. Των πιο πάνω δεδομένων, δεν διαβλέπουμε λόγο στο να μην αποδεχτούμε τα γεγονότα που περιέγραψε ο Κατηγορούμενος μέχρι εκείνο το σημείο, τα οποία επαναλαμβάνουμε υποστηρίζονται και επιβεβαιώνονται από άλλη αποδεκτή μαρτυρία, ως πιο πάνω εξηγείται.

 

Των πιο πάνω δεδομένων αποτελεί εύλογη συνέχεια των ανωτέρω η θέση του ότι η Παραπονούμενη τον πήρε από το χέρι και τον οδήγησε στο δωμάτιο. Εξάλλου από την περιγραφή και τις λεπτομέρειες που έδωσε ο Κατηγορούμενος για το πώς τον οδήγησε στο δωμάτιο η Παραπονούμενη, έχουμε πεισθεί ότι μας μετέφερε ακριβώς την πραγματική εικόνα των γεγονότων, όπως τα έζησε ο ίδιος.

 

Στρέφουμε τώρα την προσοχή μας στα γεγονότα, αφότου Παραπονούμενη και Κατηγορούμενος εισήλθαν μαζί στο υπνοδωμάτιο. Σημειώνουμε πως στην ανακριτική του κατάθεση ο Κατηγορούμενος ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«Συνέχισε να με φιλά, κάθισε στο κρεβάτι και έβγαλε το φόρεμα της. Όπως στεκόμουν κατέβασε το σορτσάκι μου και ξεκίνησε να μου κάνει στοματικό έρωτα. Με ρώτησε αν έχω προφυλακτικό και της πως δεν έχω. Την ρώτησα αν έχει αυτή και μου απάντησε «όχι, αλλά δεν πειράζει». Κάναμε σεξ για περίπου 10 λεπτά. Μόλις τελειώσαμε όλα ήταν εντάξει.  Επειδή το τηλέφωνο μου ήταν «νεκρό» χρησιμοποίησα το κινητό της για να δω την ώρα. Έτσι είδα ότι στην αρχική της οθόνη ήταν μια φωτογραφία με ένα αγόρι. Ρώτησα την Παραπονούμενη ποιος ήταν αυτός, αναστατώθηκε και μου ζήτησε να φύγω από το δωμάτιο. Προσπάθησα να την ηρεμήσω αλλά μου έλεγε να φύγω. Έφυγα Έφυγα από το δωμάτιο και ρώτησα τον Oliver εάν σχεδίαζε να φύγει μαζί μου. Μου είπε ότι θα έμενε ακόμα λίγο και εγώ έφυγα από το δωμάτιο. Όταν έφυγα συνειδητοποίησα ότι ξέχασα το μπλουζάκι μου και επέστρεψα στο δωμάτιο. Κτύπησα την πόρτα και άνοιξε το άλλο κορίτσι. Της είπα ότι ξέχασα το μπλουζάκι μου, με άφησε να μπω για να το πάρω και όλα ήταν φυσιολογικά. Πήρα το μπλουζάκι μου από την κουζίνα και έφυγα και πήγα κατευθείαν στο ξενοδοχείο».

 

Επί των πιο πάνω αναφορών της ανακριτικής του κατάθεσης, πρόσθεσε κατά την κυρίως εξέταση του, κληθείς να περιγράψει τι συνέβη από την ώρα που μπήκε στο δωμάτιο μέχρι την ώρα που βγήκε, πως όταν εν τέλει η Παραπονούμενη αφαίρεσε όλα της τα ρούχα και του έκανε στοματικό έρωτα, ξάπλωσε πάνω στο κρεβάτι και ο ίδιος πήγε από πάνω της. Ήταν σε αυτό το σημείο που ρώτησαν ο ένας τον άλλο εάν είχαν προφυλακτικό. Όταν ολοκλήρωσαν, ο ίδιος φόρεσε το παντελονάκι του, ενώ η Παραπονούμενη είχε «τυλιχτεί» με ένα σεντόνι και ξάπλωσε στο κρεβάτι. Όταν ο ίδιος εξήλθε του υπνοδωματίου, η Παραπονούμενη ήταν ακόμη στο κρεβάτι ενώ δεν την είδε καθόλου ούτε μέχρι να φύγει εντελώς από το δωμάτιο, ούτε και όταν επέστρεψε να πάρει την μπλούζα του, διευκρινίζοντας πως είχε επιστρέψει σε λιγότερο από ένα λεπτό για να την πάρει από την ώρα που βγήκε για πρώτη φορά από το διαμέρισμα. Σε κάθε περίπτωση ανέφερε πως ουδέποτε η Παραπονούμενη του είπε να σταματήσει ενόσω έκαναν σεξ, ως επίσης ούτε και με τη συμπεριφορά της του έδειξε ότι δεν το επιθυμεί και πως η ίδια γνωρίζει καλά πως δεν βιάστηκε και πως ό,τι έγινε ήταν με την πλήρη συναίνεση της.

 

Κατά την αντεξέταση υποβλήθηκε στον Κατηγορούμενο πως εάν η Παραπονούμενη ήθελε να κάνει σεξ μαζί του, θα κλείδωνε την πόρτα του υπνοδωματίου, γνωρίζοντας ότι στο διαμέρισμα υπήρχαν και άλλα πρόσωπα. Επί τούτου, ο Κατηγορούμενος είχε απαντήσει σε προηγούμενο σημείο της αντεξέτασης του πως δεν μπορούσε να θυμηθεί εάν ο ίδιος έκλεισε την πόρτα όταν μπήκαν στο υπνοδωμάτιο, εάν το έπραξε η Παραπονούμενη ή εάν ακόμη η πόρτα έκλεισε μόνη της, ενθυμούμενος πάντως ότι δεν ήταν κλειδωμένη, με την επιφύλαξη ότι δεν ήταν βέβαιος εάν υπήρχε καν κλειδαριά στην πόρτα. Από πλευράς μας, αδυνατούμε πραγματικά ν’ αντιληφθούμε τη συλλογιστική της πιο πάνω υποβολής και πώς το ότι δεν κλείδωσε η Παραπονούμενη την πόρτα ή δεν ήταν κλειδωμένη η πόρτα, εξυπακούει δίχως άλλο, ότι δεν ήθελε να κάνει σεξ μαζί του.

 

Κατά την αντεξέταση του επίσης, ο Κατηγορούμενος απαντώντας σ’ ερώτηση ως προς το που βρισκόταν όταν η Παραπονούμενη κάθισε στο κρεβάτι και έβγαλε το φόρεμα της, ανέφερε πως ήταν σκοτάδι, η Παραπονούμενη περπάτησε γύρω από το κρεβάτι, κάθισε, έβγαλε τα ρούχα της και συναντήθηκαν στην άκρη του κρεβατιού. Στο σημείο αυτό η συνήγορος του υπέβαλε ουσιαστικά ότι δεν ανέφερε «αυτά με την άκρη του κρεβατιού» στην Αστυνομία και ότι κάποια πράγματα που ανέφερε στη δια ζώσης μαρτυρία του δεν αναφέρονται στην κατάθεση του, με τον Κατηγορούμενο ν’ απαντά ότι τα ανέφερε. Ευθέως αναφέρουμε πως απλή ανάγνωση της ανακριτικής κατάθεσης του Κατηγορούμενου σε σχέση με τα γεγονότα στο υπνοδωμάτιο, το αντίθετο καταδεικνύει εν σχέσει με αυτό που κατά ένα γενικό ομολογουμένως τρόπο εισηγείται η κατηγορούσα αρχή. Ο Κατηγορούμενος από την πρώτη στιγμή, περιέγραψε με αρκετή λεπτομέρεια τα γεγονότα και τα ίδια γεγονότα επανέλαβε και στη δια ζώσης μαρτυρία του. Το γεγονός δε ότι δεν ανέφερε ότι συναντήθηκαν στην άκρη του κρεβατιού, δεν αναιρεί βεβαίως το γεγονός ότι στην κατάθεση του καταγράφηκαν όλα τα ουσιώδη γεγονότα και πως η απουσία αυτού του επουσιώδους ζητήματος δεν είναι ικανή να διαφοροποιήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα πράγματα ή πολύ περισσότερο να πλήξει τον πυρήνα της μαρτυρίας ή την αξιοπιστία του Κατηγορούμενου.

 

Υποβλήθηκε επίσης στον Κατηγορούμενο, ότι ουσιαστικά εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι η Παραπονούμενη βρισκόταν σε κατάσταση μέθης, την ακολούθησε στο ξενοδοχείο της και ανέβηκε στο δωμάτιο μαζί της, ως επίσης ότι εκμεταλλεύτηκε ουσιαστικά την αδυναμία της λόγω της μέθης για να έρθει σε σεξουαλική επαφή μαζί της, χωρίς τη θέληση της. Επί τούτων, ό,τι οφείλουμε κατ’ αρχάς να υπενθυμίσουμε, είναι πως τόσο ο Κατηγορούμενος όσο και ο Oliver βρέθηκαν στο διαμέρισμα κατόπιν πρόσκλησης της Παραπονούμενης και της Μ.Κ.4, αλλά και κατόπιν άδειας που ζήτησαν οι τελευταίες από τον Μ.Κ.6 για να ανέβουν στο δωμάτιο με τα αγόρια. Ως έχουμε επίσης αποδεχτεί, δύο λεπτά περίπου μετά την είσοδο τους στο διαμέρισμα, η Παραπονούμενη και ο Κατηγορούμενος φιλήθηκαν, ενώ στη συνέχεια η πρώτη πήρε το χέρι του δεύτερου, οδηγώντας τον στο δωμάτιο όπου ήρθαν σε σεξουαλική επαφή υπό τις περιστάσεις που έχουν αναφερθεί ανωτέρω από τον Κατηγορούμενο. Η δε μαρτυρία της Παραπονούμενης κρίθηκε καθόλα αναξιόπιστη σε σχέση με το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα στο δωμάτιο και εν τέλει για το ουσιαστικό ζήτημα που απασχολεί στο πλαίσιο της παρούσας. Ο Κατηγορούμενος επιπλέον τούτων, αποδεχόμενος και χωρίς να αποκρύψει ότι πράγματι η Παραπονούμενη ήταν μεθυσμένη, ανέφερε πως το ίδιο μεθυσμένοι ήταν όλοι τους, συμπεριλαμβανομένου του ιδίου, ωστόσο η Παραπονούμενη ήταν εξίσου ενεργή κατά τη διάρκεια που έκαναν σεξ, χωρίς σε κανένα χρονικό σημείο της επαφής τους, η οποία διήρκησε για 10 λεπτά, να του πει να σταματήσει ή να του δείξει ότι δεν επιθυμούσε να συνεχίσουν. Αν του το έλεγε συνέχισε, θα σταματούσε, αναλογιζόμενος ότι ο βιασμός είναι αηδιαστικό πράγμα, σκεπτόμενος μάλιστα και τις δύο αδελφές του, μία εκ των οποίων είναι μικρότερη του.

 

Το γεγονός ότι εντίμως αποδέχθηκε ότι η Παραπονούμενη βρισκόταν πράγματι σε κατάσταση μέθης, χωρίς να προσπαθήσει να μεταβάλει τα πράγματα κατά τρόπο που ενδεχομένως να βόλευαν τον ίδιο, αποτελεί κατ΄ εμάς ακόμη μια ένδειξη της αξιοπιστίας του Κατηγορούμενου. Αυτό που επιπρόσθετα αναδεικνύεται και από τις επιμέρους αναφορές του είναι ότι ακόμη και για τη συνολική διάρκεια που έμεινε στο διαμέρισμα μαζί της, είπε την αλήθεια από την αρχή, ενισχύοντας έτσι την πεποίθηση μας πως το σύνολο των όσων αναφέρθηκαν από μέρους του, αντανακλούν το τι πραγματικά συνέβη στο υπνοδωμάτιο. Περιέγραψε ότι εντός 5 λεπτών περίπου από την ώρα που μετέβηκαν στο διαμέρισμα, κατέληξε να κάνει σεξ με την Παραπονούμενη, τη διάρκεια του οποίου καθόρισε στα 10 λεπτά, κάτι που ως χαρακτηριστικά ανέφερε ούτε ο ίδιος περίμενε να συμβεί. Ακολούθως έφυγε ως τα σχετικά ευρήματα μας, και επέστρεψε ξανά για να πάρει την μπλούζα του, την βρήκε, την πήρε και έφυγε. Ο ίδιος επ’ αυτού ανέφερε πως η έξοδος και εκ νέου είσοδος του στο διαμέρισμα, δεν διήρκησε περισσότερο από 1 λεπτό. Οι χρόνοι που έχει αναφέρει δεν έχουν αμφισβητηθεί σε κανένα σημείο της αντεξέτασης του και παρατηρούμε πως συνάδουν και με την μαρτυρία του Μ.Κ.6, ο οποίος ανέφερε πως 15 περίπου λεπτά μετά που ανέβηκαν στο διαμέρισμα, είδε τον Κατηγορούμενο να φεύγει.     

 

Ένα τελευταίο ζήτημα που μας απασχόλησε από τη μαρτυρία του, αφορά τον λόγο που επικαλέστηκε ως αφορμή για την αναστάτωση («upset») της Παραπονούμενης μετά τη σεξουαλική επαφή. Κατ’ αρχάς σημειώνουμε ότι η τελευταία ανέφερε πως δεν γνωρίζει αν είδε το κινητό της ο Κατηγορούμενος και δεν αρνήθηκε ποτέ ότι στην οθόνη του κινητού της υπήρχε ένα αγόρι. Αν κατ’ εκείνο το διάστημα είχε ή δεν είχε αγόρι, δεν έχει σημασία. Η Παραπονούμενη ανέφερε πως δεν είχε. Ο Κατηγορούμενος δε ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι του είπε ότι έχει αγόρι και σε υποβολή που του έγινε ότι η Παραπονούμενη δεν είχε αγόρι, απάντησε ότι υπήρχε στο τηλέφωνο μια φωτογραφία της με ένα αγόρι. Θέση του Κατηγορούμενου, την οποία επαναλαμβάνουμε και η οποία ενόψει των όσων αναφέρονται πιο πάνω, θεωρούμε πως παρέμεινε αλώβητη, ήταν πως όταν χρησιμοποίησε το κινητό της για να δει την ώρα, είδε τη φωτογραφία στην οθόνη και όταν τη ρώτησε αν είναι το αγόρι της αναστατώθηκε και του ζήτησε να φύγει από το δωμάτιο. Προσπάθησε να την ηρεμήσει, λέγοντας της ότι δεν τον νοιάζει αν έχει αγόρι, αλλά του ζήτησε ξανά να φύγει, κάτι που έκανε. Έχοντας αυτά υπόψη και με δεδομένη τη θετική εντύπωση που αποκομίσαμε από τον ίδιο και τον μη εντοπισμό οποιουδήποτε σημείου που να φανερώνει διάθεση καταφυγής σε ψεύδη, δεν διαβλέπουμε λόγο ώστε να μην αποδεχθούμε και τη θέση του αυτή, όσο και αν μπορεί να ξενίσει ενδεχομένως έναν τρίτο ως γεγονός, το ότι η Παραπονούμενη αντέδρασε σε μια τόσο απλή ερώτηση, έχοντας προφανώς τους λόγους της για τούτο.

 

Επαναλαμβάνουμε για ακόμη μια φορά, πως δεν έχει εντοπιστεί οτιδήποτε στη μαρτυρία του, ικανό να την αποδυναμώσει ή και να δημιουργήσει ρήγματα σ’ αυτήν, έτσι που να καθίσταται επικίνδυνη η αποδοχή της από το Δικαστήριο. Τουναντίον, παρατηρώντας τον να καταθέτει, διακρίναμε αυθορμητισμό στις απαντήσεις που έδιδε και σταθερότητα στις θέσεις του, παράγοντες οι οποίοι μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως απαντούσε με ειλικρίνεια και είπε την αλήθεια. Περιέγραψε κατά ξεκάθαρο τρόπο κάθε τι που του ζητήθηκε να περιγράψει και απαντούσε με βεβαιότητα σε σχέση με τα επίδικα ζητήματα, δίδοντας όπου απαιτείτο λεπτομέρειες, σε αντίθεση με την Παραπονούμενη, της οποίας η μαρτυρία από την αρχή μέχρι και το τέλος, προκαλούσε σύγχυση και αποτελείτο από αλληλοαναιρούμενες εκδοχές. Θεωρούμε δε πως ακόμη και η συμπεριφορά του, φεύγοντας από το ξενοδοχείο της Παραπονούμενης, είναι συμβατή με την εκδοχή του. Υπενθυμίζουμε πως σύμφωνα με τον Μ.Κ.6, όταν έφυγε από το ξενοδοχείο ο Κατηγορούμενος φερόταν φυσιολογικά και δεν ήταν ούτε ανήσυχος, ούτε αναστατωμένος. Τούτη η συμπεριφορά είναι μάλλον ασύμβατη με τη συμπεριφορά που θα αναμένετο λογικά να είχε κάποιος που μόλις είχε κατηγορηθεί, εν μέσω κλαμάτων, ότι βίασε ένα πρόσωπο.

 

Δεν διέλαθε βεβαίως την προσοχή μας το γεγονός ότι από κάποιο σημείο και έπειτα στην αντεξέταση του, ήταν εμφανής η ταραχή και αναστάτωση του, ιδίως στα σημεία εκείνα που του υποβαλλόταν πως ψεύδεται και ακολουθούσε η υποβολή της θέσης που προώθησε η Παραπονούμενη σε σχέση με τα επίδικα ζητήματα. Η ταραχή του αυτή ωστόσο, δεν θεωρούμε πως απέρρεε από το ότι δεν έλεγε την αλήθεια, αλλά προφανώς από το ότι αισθανόταν ότι οι θέσεις που του τίθεντο ως προς το τι έγινε, ειδικότερα στο υπνοδωμάτιο, δεν αντικατόπτριζαν την αλήθεια και αισθανόταν δυσφορία, αντιμετωπίζοντας τόσο σοβαρές κατηγορίες, όπως είναι αυτή του βιασμού. Για όλους τους παραπάνω λόγους επομένως, αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του στο σύνολο της.

 

Ό,τι απομένει να εξεταστεί είναι η εξ ακοής μαρτυρία του Oliver (Τεκμήριο 35). Ως προκύπτει από τα πρακτικά της διαδικασίας, η κατάθεση του εν λόγω προσώπου κατατέθηκε στο πλαίσιο της αντεξέτασης της Μ.Κ.5 κατόπιν αιτήματος της υπεράσπισης. Προκειμένου να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα δε, σημειώνουμε ότι η συνήγορος της κατηγορούσας αρχής είχε υποβάλει ένσταση για την κατάθεση της και το Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση του, αποδέχτηκε να κατατεθεί με την επισήμανση βεβαίως ότι θα αξιολογηθεί στο κατάλληλο στάδιο. Είναι σαφές από τη στιγμή που μιλούμε για εξ ακοής μαρτυρία, ότι ο Oliver δεν έχει παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για να υποστηρίξει και ενόρκως, τα όσα ανέφερε στην Αστυνομία. Σχετικά με τους λόγους της μη παρουσίας του, είναι όσα ανέφερε η Μ.Κ.5.

 

Σημειώνουμε βεβαίως εξ αρχής, ότι σύμφωνα με τον περί Αποδείξεως Νόμο, Κεφ.9, μαρτυρία δεν αποκλείεται για μόνο το λόγο ότι είναι εξ ακοής. Κατά την αξιολόγηση δε του κατά πόσο θα της προσδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα ή και ποια θα είναι αυτή, λαμβάνεται υπόψιν με βάση το Άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9, το σύνολο των περιστάσεων από τις οποίες μπορεί εύλογα να συναχθεί συμπέρασμα αναφορικά με την αποδεικτική αξία της εν λόγω μαρτυρίας και ειδικά με βάση το εδάφιο 2 του άρθρου 27:

 

«(α) Κατά πόσο θα ήταν εύλογο και εφικτό ο διάδικος, που έχει προσαγάγει τη μαρτυρία, να είχε κλητεύσει ως μάρτυρα στη διαδικασία το πρόσωπο που έκαμε την αρχική δήλωση·

(β) το χρονικό διάστημα μεταξύ της αρχικής δήλωσης και του γεγονότος στο οποίο αυτή αναφέρεται·

(γ) το βαθμό της εξ ακοής μαρτυρίας, δηλαδή κατά πόσο η μαρτυρία περιλαμβάνει εξ ακοής μαρτυρία πέραν του πρώτου βαθμού·

(δ) κατά πόσο οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε οποιοδήποτε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα·

(ε) κατά πόσο η αρχική δήλωση μεταφέρθηκε επακριβώς ή όχι·

(στ) το πλαίσιο μέσα στο οποίο, ή οποιοσδήποτε σκοπός για τον οποίο έγινε η αρχική δήλωση·

(ζ)   κατά  πόσο η εξ ακοής μαρτυρία είναι ουσιωδώς διαφορετική από την αρχική δήλωση·

(η) κατά πόσο, υπό τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες προσάγεται η εξ ακοής μαρτυρία, φαίνεται ότι δεν διευκολύνεται η ορθή αξιολόγηση της βαρύτητας της μαρτυρίας ή γίνεται προσπάθεια παρεμπόδισης της ορθής αξιολόγησης της βαρύτητας της μαρτυρίας. »

 

Πέραν και ανεξάρτητα ωστόσο των πιο πάνω προϋποθέσεων, σημειώνουμε πως κατά την αξιολόγηση της βαρύτητας που προσδίδεται από το Δικαστήριο σ’ εξ ακοής μαρτυρία, λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη σύμφωνα με το εδάφιο 3 του άρθρου 27 το κατά πόσο ο διάδικος θα μπορούσε να προσκομίσει την καλύτερη δυνατή μαρτυρία και δεν το έπραξε.

 

Περιπλέον των πιο πάνω προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος, όπως λέχθηκε και στην Νικηφόρου v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ.19/2022, ημερ. 6.3.23, ECLI:CY:AD:2023:B79, με παραπομπή στην Θεοπίστη Τουμαζή v. Vandita Dixit, Πολιτική έφεση Αρ. 274/2010, ημερ. 5.5.2015[35],  το Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση μιας εξ ακοής μαρτυρίας, λαμβάνει υπόψη, πέραν από τα τυπικά και ουσιαστικά κριτήρια που αναγράφονται στο άρθρο 27(2), αλλά και το σύνολο των περιστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 27(1), και το συμφέρον της δικαιοσύνης, δηλαδή τους σκοπούς της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, το οποίο περιλαμβάνει πρωτίστως τη διασφάλιση δίκαιης δίκης και ακριβοδίκαιης μεταχείρισης των διαδίκων.

 

Ως αναφέρθηκε επίσης στην Assad v. Αστυνομίας, Ποιν.Έφ.164/2016, ημερ.6.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B447:

 

« Η αξιολόγηση της βαρύτητας εξ ακοής μαρτυρίας, σύμφωνα με το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, γίνεται, προσεκτικά, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο είναι ορθό να επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους αποδίδει ή δεν αποδίδει βαρύτητα σε εξ ακοής μαρτυρία (Δέστε Πολιτική Έφεση αρ. 6/2011, Λευκόνικο Χρηματιστηριακή Λτδ v.  Χρυστάλλα άλλως Στάλω Χριστοδούλου, ημερ. 15.7.2016 και Ανδρέου κ.α. v. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 152). Το Δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψιν του όλα τα περιστατικά της υπόθεση και, ιδιαίτερα, το αν θα ήταν εύλογο και εφικτό να κλητευθεί, ως μάρτυρας στη διαδικασία, το πρόσωπο που έκανε την αρχική δήλωση, το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα, ο βαθμός της εξ ακοής μαρτυρίας, το αν οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα (όπως στην παρούσα υπόθεση), το αν η αρχική δήλωση μεταφέρθηκε επ' ακριβώς ή όχι, το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε η δήλωση, κτλ.  Οι παράγοντες αυτοί, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 27(2) του Κεφ. 9, δεν είναι βέβαια εξαντλητικοί, σύμφωνα με τη Νομολογία μας. Όμως επιβάλλεται όπως η διεργασία αξιολόγησης της βαρύτητας της εξ ακοής μαρτυρίας γίνεται με προσοχή και επεξηγείται από το Δικαστήριο, είτε η εξ ακοής μαρτυρία απορρέει από προφορική είτε από γραπτή μαρτυρία (Δέστε Γεωργίου v. Στυλιανού (2009) 1 Α.Α.Δ. 70 και Μονός κ.α. vSXenides Trading Co Ltd κ.α. (2010) 1 Α.Α.Δ. 1002).

 

Το άρθρο 27(3) του Κεφ. 9 προνοεί ότι, κατά την αξιολόγηση της βαρύτητας που προσδίδεται σε εξ ακοής μαρτυρία, λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψιν το αν ο διάδικος θα μπορούσε να προσκομίσει την καλύτερη δυνατή μαρτυρία και δεν το έπραξε.  Πέραν των προαναφερομένων, το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψιν του και άλλα αξιολογήσιμα κριτήρια και να συνυπολογίσει κατά πόσον η απόδοση βαρύτητας σε εξ ακοής μαρτυρία εξυπηρετεί ή όχι τις προϋποθέσεις της δίκαιης δίκης και του συμφέροντος της δικαιοσύνης (Δέστε Ηλιάδη και Σάντη - Το Δίκαιο της Απόδειξης, σελ. 320 - 331). »

 

Οι εισηγήσεις των δύο πλευρών με βάση τις τελικές τους αγορεύσεις για το κατά πόσο θα πρέπει να δοθεί βαρύτητα στα όσα αναφέρει στην κατάθεση του το εν λόγω πρόσωπο είναι αντικρουόμενες, αφού η μεν κατηγορούσα αρχή εισηγείται ότι δεν θα πρέπει να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα, ενώ αντίθετη είναι η εισήγηση της υπεράσπισης.

 

Πριν προχωρούμε βεβαίως να εξετάσουμε την εξ ακοής μαρτυρία και να καταλήξουμε στο κατά πόσο θα της προσδώσουμε βαρύτητα και σε ποιο βαθμό, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι είχαμε σε κάθε στάδιο υπόψη μας πως πρόκειται για μαρτυρία προερχόμενη από πρόσωπο του οποίου τη συμπεριφορά στο εδώλιο του μάρτυρα, δεν είχαμε την ευχέρεια να παρατηρήσουμε, ως επίσης ότι οι δηλώσεις του προσώπου αυτού για τα γεγονότα δεν έγιναν ενόρκως και δεν υπήρξε οποιαδήποτε ευκαιρία εξέτασης της μαρτυρίας του και ιδιαίτερα αντεξέτασης του από πλευράς της υπεράσπισης.     

 

Στην κατάθεση του, πέραν από την αγγλική καταγωγή του και το χρονικό διάστημα που βρισκόταν στην Κύπρο για διακοπές, το εν λόγω πρόσωπο αναφέρει πως διέμενε στο πλαίσιο των διακοπών του στο ξενοδοχείο Green Bungalows, στην Αγία Νάπα. Στις 30.8.23 βρισκόταν με φίλους του στην Αγία Νάπα και επισκέφθηκαν διάφορες μπυραρίες και συγκεκριμένο club, όπου εκεί γνώρισε δύο κορίτσια από την Δανία, δηλαδή την Ida και τη φίλη της, το όνομα της οποίας δεν θυμόταν.

 

Έφυγαν μαζί από το εν λόγω club γύρω στις 05:30 και τις προσκάλεσε στο ξενοδοχείο που διέμενε. Είχε νοιώσει έλξη για την Ida και μιλούσε μόνο με αυτήν. Κατά την διαδρομή τους προς το ξενοδοχείο, συνάντησαν ένα αγόρι, τον M…., o οποίος διέμενε με την οικογένεια του στο ίδιο ξενοδοχείο που διέμενε και ο ίδιος. Τον είχε συναντήσει εκεί, ωστόσο δεν είχε άμεση επαφή μαζί του. O M…. ξεκίνησε να μιλά με την φίλη της Ida και φλέρταραν μεταξύ τους. Όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο, ο υπεύθυνος υποδοχής δεν επέτρεψε στα κορίτσια να εισέλθουν (to entered) επειδή δεν ήταν ένοικοι του ξενοδοχείου. Τα δύο κορίτσια τότε, τους προσκάλεσαν στο δικό τους ξενοδοχείο οπότε και περπάτησαν όλοι μαζί για να φτάσουν εκεί.

 

Προτού αναφερθεί οτιδήποτε άλλο, θα πρέπει να επισημάνουμε πως καθίσταται σαφές μέσα από το σύνολο της αποδεκτής μαρτυρίας, πως η «Ida» στην οποία αναφέρεται ο Oliver στην κατάθεση του είναι η Μ.Κ.4 και η «φίλη της Ida» η Παραπονούμενη, όπως επίσης ότι όταν αναφέρεται στον M…., αναφέρεται στον Κατηγορούμενο.

 

Όταν εν τέλει έφτασαν στο διαμέρισμα των κοριτσιών, ο Κατηγορούμενος και η Παραπονούμενη εξακολουθούσαν να φλερτάρουν μεταξύ τους. Ο ίδιος δε και η Μ.Κ.4, μετά που είχαν καθίσει στο σαλόνι του διαμερίσματος, βγήκαν στο μπαλκόνι.

 

Σε κάποιο σημείο, τους είδε (τον Κατηγορούμενο και την Παραπονούμενη) να εισέρχονται μαζί στο υπνοδωμάτιο και η πόρτα έκλεισε. Δεν μπορούσε να θυμηθεί για πόση ώρα ο Κατηγορούμενος έμεινε στο υπνοδωμάτιο, πάντως όταν βγήκε τον είχε ρωτήσει εάν ήθελε να επιστρέψει στο ξενοδοχείο, με τον ίδιο να του απαντά ότι θα έφευγε πιο μετά γιατί είχε μια συζήτηση με την Μ.Κ.4 και έτσι έφυγε μόνος. Δεν είχε φύγει κατευθείαν καθότι θυμήθηκε πως είχε ξεχάσει την μπλούζα του στο υπνοδωμάτιο. Έφυγε από το διαμέρισμα όταν εν τέλει πήρε την μπλούζα του. 

 

Ενόσω ο Κατηγορούμενος βρισκόταν στο υπνοδωμάτιο, ο ίδιος δεν άκουσε οποιoδήποτε ουρλιαχτό, θόρυβο, χτύπημα ή φωνές. Όταν η Παραπονούμενη βγήκε από το υπνοδωμάτιο, ήταν λίγο αναστατωμένη και έκλαιγε αλλά δεν τους ανέφερε τι έγινε και γιατί. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, βρισκόταν στο μπαρ του ξενοδοχείου και ο μεγαλύτερος αδελφός του Κατηγορούμενου, ζήτησε να του

 

μιλήσει και του ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος είχε συλληφθεί και πως ο ίδιος ήταν μαζί του τη νύχτα για την οποία κατηγορείται.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 27 του Κεφ.9 και το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης, έχουμε καταλήξει να βασιστούμε στην εξ ακοής μαρτυρία, η οποία σημειώνουμε πως είναι πρώτου βαθμού, για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

 

Κατ’ αρχάς, σημειώνουμε ότι η κατηγορούσα αρχή, έχοντας υπόψη ότι πρόκειται και για μάρτυρα επί του κατηγορητηρίου, προέβη σε προσπάθειες για να τον παρουσιάσει στο Δικαστήριο. Ως προκύπτει δε με σαφήνεια από τη μαρτυρία της Μ.Κ.5, την οποία αποδεχτήκαμε, από μέρους της κατηγορούσας αρχής έχει καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να προσκομιστεί άμεση μαρτυρία από το εν λόγω πρόσωπο, το οποίο κατάγεται από την Αγγλία, όμως ο ίδιος δήλωσε στην κατηγορούσα αρχή ότι δεν επιθυμεί να καταθέσει με οποιοδήποτε τρόπο στο πλαίσιο της υπόθεσης (βλ. Τεκμήριο 33). Τούτο βεβαίως, συνεπάγεται και πως είχε κλείσει και η «πόρτα» για την υπεράσπιση, η οποία βεβαίως δεν μπορούσε να ζητήσει να κλητευθεί για να τον αντεξετάσει ή ακόμα να τον καλέσει η ίδια.

 

Από εκεί και πέρα, σημειώνουμε ότι ο Oliver δεν ήταν εκ των πρωταγωνιστών της υπόθεσης και πως δεν είχε κάποια ιδιαίτερη σχέση με κανένα εκ των άμεσα εμπλεκόμενων. Για τον Κατηγορούμενο γνώριζε πως έμενε στο ίδιο ξενοδοχείο που διέμενε και ο ίδιος, αφού τον είχε δει εκεί υπό τις συνθήκες που ανέφερε, χωρίς όμως να έχει άμεση επαφή μαζί του και περπάτησαν μαζί με τις κοπέλες υπό τις συνθήκες που αναφέρθηκε, ενώ την Παραπονούμενη την είχε γνωρίσει στο club την επίδικη μέρα και στην πραγματικότητα μέχρι και που έφτασαν στο διαμέρισμα δεν είχε κάποια ιδιαίτερη επαφή μαζί της.  Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μας, που να καταδεικνύει ότι ο ίδιος είχε κάποιο συμφέρον στην υπόθεση και βεβαίως το γεγονός ότι σε κάποια στιγμή ενημερώθηκε από τον αδελφό του Κατηγορούμενου ότι αυτός συνελήφθη σε σχέση με τα γεγονότα της παρούσας και ήταν μαζί του, δεν θεωρούμε πως συνεπάγεται κάτι ουσιαστικό ή ότι καταδεικνύεται με αυτό ότι για παράδειγμα επηρεάστηκε. Εν τέλει, θεωρούμε πως δεν προκύπτει οτιδήποτε που να μπορεί να καταδείξει κίνητρο από μέρους του να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα. Επίσης, διαπιστώνεται ότι ο Oliver έδωσε την κατάθεση του στην Αστυνομία, στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης, σε σύντομο χρόνο μετά τα γεγονότα για τα οποία κατέθεσε (2.9.2023, ώρα 19:30).

 

Έχουμε την άποψη δε ότι υπό τις περιστάσεις είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να δοθεί βαρύτητα στην εξ ακοής μαρτυρία, η οποία στην πραγματικότητα καταρρίπτει κάποιες εκ των θέσεων της κατηγορούσας αρχής και αντίθετα επιβεβαιώνει θέσεις της υπεράσπισης. Ως προκύπτει απ’ όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, δεν ευθύνεται η κατηγορούσα αρχή που δεν παρουσιάστηκε ο μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου, όμως από την άλλη δεν ευθύνεται ούτε η υπεράσπιση, η οποία προκάλεσε την κατάθεση της κατάθεσης του Oliver και έδειξε εξ αρχής ότι θεωρεί σημαντικά τα όσα ανέφερε και ότι προτίθεται να βασιστεί επ’ αυτών.

 

Δεν διέλαθε την προσοχή μας, ότι στο τέλος της κατάθεσης του αναφέρει πως  ενημερώθηκε το απόγευμα της «ίδιας ημέρας» («on the evening of the same day») για την σύλληψη του Κατηγορούμενου. Έχοντας όμως υπόψη ότι ο Κατηγορούμενος ενημερώθηκε για τις εναντίον του υπόνοιες και οδηγήθηκε στα γραφεία του ΤΑΕ Αμμοχώστου από τον Αστ. 3814 την 1.9.23 και ώρα 07:40, ενώ συνελήφθη στις 10:00 (βλ. Τεκμήριο 3), είναι σαφές ότι αποκλείεται εκ των πραγμάτων να είχε ενημερωθεί στις 31.8.23 από τον αδελφό του Κατηγορούμενου για τη σύλληψη του τελευταίου. Δεν πρόκειται όμως για κάτι ουσιαστικό, ούτε αφορά τα γεγονότα της υπόθεσης και δεν θα μας απασχολήσει. Αυτό που προκύπτει είναι ότι πριν δώσει την κατάθεση του, κάτι που έγινε την επόμενη μέρα της σύλληψης του Κατηγορούμενου, ο αδελφός του τελευταίου τον ενημέρωσε για το γεγονός αυτό.

 

Επισημαίνουμε από τη μαρτυρία του, την οποία έχουμε παραθέσει ανωτέρω, ότι πήγαν με τον Κατηγορούμενο στο ξενοδοχείο των κοριτσιών, επειδή τους προσκάλεσαν και δεν προσφέρθηκε ο ίδιος να τις συνοδεύσει για να φτάσουν ασφαλείς. Επίσης, όταν βρίσκονταν στο διαμέρισμα, η Παραπονούμενη και ο Κατηγορούμενος συνέχισαν να φλερτάρουν και σε κάποια στιγμή τους είδε να μπαίνουν μαζί στο δωμάτιο και να κλείνει η πόρτα. Τέλος, όταν βγήκε από το δωμάτιο, ο Κατηγορούμενος τον ρώτησε αν ήθελε να επιστρέψει στο ξενοδοχείο και ο ίδιος απάντησε ότι θα έμενε, ενώ όταν βγήκε η Παραπονούμενη από το δωμάτιο ήταν αναστατωμένη και έκλαιγε, αλλά δεν τους ανέφερε το λόγο.  Σημειώνουμε δε ότι με βάση τη μαρτυρία του, δεν επιβεβαιώνεται η θέση της Μ.Κ.4 - η οποία ούτως ή άλλως δεν επιβεβαιώθηκε ούτε από την ίδια την Παραπονούμενη-, ότι μετά που έφυγε τον κάλεσαν να επιστρέψει και ότι πράγματι επέστρεψε και έμεινε εκεί μέχρι κάποια ώρα και βεβαίως δεν επιβεβαιώνεται ούτε ότι λέχθηκε κάτι περί βιασμού ενώπιον του. Γενικότερα, επισημαίνουμε ότι η μαρτυρία του συνάδει με την υπόλοιπη αποδεκτή μαρτυρία.

 

Γ.        Ενισχυτική Μαρτυρία – Άμεσο Παράπονο

 

Ενισχυτική μαρτυρία (corroboration), είναι η ανεξάρτητη, αξιόπιστη, σχετική και αποδεκτή εκείνη γραπτή, προφορική ή πραγματική μαρτυρία που τείνει να εδραιώσει ή να επιβεβαιώσει, άλλη αξιόπιστη μαρτυρία που εμπλέκει τον κατηγορούμενο στη διάπραξη του επίδικου αδικήματος[36]. Το πρώτο ή άμεσο παράπονο (first complaint), ως στοιχείο της αλήθειας των γεγονότων που περιλαμβάνει, συνιστά κλασική μορφή ενισχυτικής μαρτυρίας, η οποία, σε συνδυασμό με την αξιόπιστη μαρτυρία του θύματος και ενδεχομένως άλλων μαρτύρων, μπορεί να οδηγήσει σε καταδίκη[37].

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής εισηγείται ότι η μαρτυρία της Μ.Κ.4 αποτελεί ενισχυτική μαρτυρία ως άμεσο παράπονο. Εν προκειμένω όμως, έχει απορριφθεί ως αναξιόπιστη τόσο η μαρτυρία της Παραπονούμενης, όσο και η μαρτυρία της Μ.Κ.4 επί αμφισβητούμενων ζητημάτων. Συνεπώς, δεν υπάρχει ούτε αξιόπιστη μαρτυρία που χρήζει ενίσχυσης - στην περίπτωση εκείνη που θ’ αποφασίζαμε ν’ ασκήσουμε τη διακριτική μας ευχέρεια για αναζήτηση τέτοιας μαρτυρίας, έχοντας υπόψη όσα αναφέραμε σε άλλο σημείο ανωτέρω για το άρθρο 29 του Ν.115(Ι)/21 -, ούτε όμως υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία που θα μπορούσε με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται από το νόμο και τη νομολογία[38], ν’ αποτελέσει ενισχυτική μαρτυρία, υπό την έννοια του άμεσου παραπόνου.

 

Δ.        Νομική Πτυχή

 

Το άρθρο 144 του Ποινικού Κώδικα, ως τροποποιήθηκε από τον Ν.150(Ι)/20, έχει ως εξής:

 

«144. Όποιος έρχεται σε παράνοµη συνουσία διά κολπικής, πρωκτικής ή στοµατικής διείσδυσης του πέους στο σώµα άλλου προσώπου, χωρίς τη συναίνεσή του ή µε συναίνεση η οποία δόθηκε υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου είναι ένοχος κακουργήµατος που καλείται βιασµός και υπόκειται στην ποινή φυλάκισης διά βίου.»

 

Είναι σαφές από το ίδιο το λεκτικό του άρθρου πως για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα θα πρέπει να καταδειχθεί ότι ο κατηγορούμενος ήλθε σε παράνομη συνουσία, ήτοι είτε χωρίς τη συναίνεση της γυναίκας είτε με τη συναίνεση της, η οποία όμως να δόθηκε υπό το κράτος βίας ή απειλής ή φόβου.  Θα πρέπει δε να λεχθεί πως πέραν των πιο πάνω συστατικών, τα οποία αφορούν την αντικειμενική υπόσταση (actus reus) του βιασμού, θα πρέπει να αποδειχθεί και η απαιτούμενη ένοχη διάνοια (mens rea) του κατηγορούμενου. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Archbold 2000, §20-33:

 

«It must be proved that at the time of the non-consensual intercourse, the defendant either knew that the victim was not consenting or that he was reckless as to whether she or he was consenting:

..……………………………………………

Sexual intercourse is a continuing act, which ends upon withdrawal. If therefore, a man becomes aware that the other person is not consenting after intercourse has commenced and he does not desist, he will be guilty of rape from the moment that he realizes that she or he is not consenting;»

 

Στην ίδια γραμμή με τα ανωτέρω, στην υπόθεση Brierley ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ.476, είχαν αναφερθεί τα εξής:

 

«Η παραπομπή του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην υπόθεση R. v. Court [1988] 2 All E.R.221, ως προς το αδίκημα του Άρθρου 144 του Ποινικού Κώδικα είναι ορθή. Σύμφωνα με τις νομολογιακές αρχές που έχουν αναπτυχθεί αναλύοντας το εν λόγω άρθρο, ο βιασμός συντελείται όταν υπάρχει παράνομη συνουσία, χωρίς τη συναίνεση της παραπονούμενης, ή, με τη συναίνεση της εφόσον αυτή δόθηκε υπό το κράτος βίας ή φόβου σωματικής βλάβης. Πρέπει να αποδεικνύεται εισδοχή του πέους στον κόλπο, (όπως και εδώ), έστω και αν είναι ελάχιστου βαθμού. Ο βιασμός συντελείται έστω και εάν δεν τραυματίστηκε ο παρθενικός υμένας ή δεν υπήρξε εκσπερμάτωση, (Archbold: Criminal Pleadings Evidence and Practice, 40η έκδ., σελ. 1410, παρ. 2878 και Russell on Crime, 12η έκδ., σελ. 708-709).

 

Η κατηγορούσα αρχή οφείλει να αποδείξει, όπως και απέδειξε εδώ, ότι η σεξουαλική πράξη έλαβε χώραν στην απουσία συγκατάθεσης. Έστω και αν υπήρξε αρχική συγκατάθεση στις ερωτικές περιπτύξεις, το αδίκημα συντελείται εάν δεν υπάρχει συγκατάθεση για συνουσία και χρησιμοποιείται γι' αυτή βία, απειλές ή άλλες παράμετροι που κάμπτουν την αντίδραση του θύματος, (R. v. Howard [1965] 3 All E.R.684, Archbold - πιο πάνω - σελ. 1411-2, παρ. 2881 και Russell - πιο πάνω - σελ. 709-710).»

 

Ως προς το ζήτημα της συναίνεσης, σχετικά είναι τα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση Bejandi ν. Δημοκρατίας (2014) 2(Β) Α.Α.Δ.935, στην οποία με παραπομπή σε αγγλική νομολογία, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Ο ορισμός του βιασμού εντοπίζεται στο άρθρο 144 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154[2]. Στο βαθμό και την έκταση που μας αφορά το ερώτημα που τίθεται είναι απλό: «Είχε συναινέσει η παραπονούμενη κατά το χρόνο της συνουσίας ή όχι; Kαι αν ναι, η συναίνεση της δόθηκε υπό το κράτος βίας ή φόβου σωματικής βλάβης ή όχι;» Δεν απαιτείται από την κατηγορούσα αρχή να αποδείξει ότι είχε ασκηθεί βία ή υπήρχε φόβος για σωματική βλάβη, η απόδειξη της οποίας απαιτείται μόνο εφόσον υπήρχε «συναίνεση». Ούτε απαιτείται όπως η παραπονούμενη επιδείξει ή αναφέρει ρητά στον κατηγορούμενο την έλλειψη της συναίνεσης της, όμως η κατηγορούσα αρχή πρέπει να παρουσιάσει μαρτυρία, ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, που να καταδεικνύει αυτή την έλλειψη συναίνεσης.

 

Για την έννοια της «συναίνεσης», θεωρούμε ότι χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στο ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του δικαστή DunnLJ στην υπόθεση Rv. Olugboja [1981] EWCA Crim 2:

 

«Although "consent" is an equally common word it covers a wide range of states of mind in the context of intercourse between a man and a woman, ranging from actual desire on the one hand to reluctant acquiescence on the other. We do not think that the issue of consent should be left to a jury without some further direction. ……………………………………………………… ………………………………… They should be directed that consent, or the absence of it, is to be given its ordinary meaning and if need be, by way of example, that there is a difference between consent and submission; every consent involves a submission, but it by no means follows that a mere submission involves consent. (per Coleridge J. in R. v. Day (1841) 9 C. & P. 722, at page 724). In the majority of cases, where the allegation is that the intercourse was had by force or the fear of force, such a direction coupled with specific references to and comments on the evidence relevant to the absence of real consent will clearly suffice. In the less common type of case where intercourse takes place after threats not involving violence or the fear of it, ……………………………………………………………………………………………………… we think that an appropriate direction to a jury will have to be fuller. They should be directed to concentrate on the state of mind of the victim immediately before the act of sexual intercourse, having regard to all the relevant circumstances, and in particular the events leading up to the act, and her reaction to them showing their impact on her mind. Apparent acquiescence after penetration does not necessarily involve consent, which must have occurred before the act takes place. In addition to the general direction about consent which we have outlined, the jury will probably be helped in such cases by being reminded that in this context consent does comprehend the wide spectrum of states of mind to which we earlier referred, and that the dividing line in such circumstances between real consent on the one hand and mere submission on the other may not be easy to draw. Where it is to be drawn in a given case is for the jury to decide, applying their combined good sense, experience and knowledge of human nature and modern behaviour to all the relevant facts of that case.»

 

Υπάρχει διαφορά μεταξύ του να συναινέσει κάποιο πρόσωπο και του να ενδώσει στη σεξουαλική επαφή. Το πρώτο περιλαμβάνει το δεύτερο. Όμως το να ενδώσει απλώς στη σεξουαλική επαφή δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι συναινεί.»

(η έμφαση είναι του Δικαστηρίου)

 

Ο όρος «consent» ο οποίος απαντάται και στο πρωτότυπο αγγλικό κείμενο του ημεδαπού άρθρου σημαίνει την έγκριση, την οικειοθελή αποδοχή αυτού το οποίο γίνεται ή προτείνεται να γίνει, ήτοι σημαίνει τη συμφωνία, τη συγκατάνευση, την ομογνωμία. Το ίδιο νόημα έχει και ο ελληνικός όρος «συναίνεση» με τον οποίο αποδόθηκε ο ως άνω αγγλικός όρος (βλ. Λεξικό Νέας Ελληνικής Γλώσσας Μπαμπινιώτη, Λεξικό Τριανταφυλλίδη).

 

Έχει κατ’ επανάληψη λεχθεί στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης, ότι ο Κατηγορούμενος αποδέχεται ότι υπήρξε συνουσία με την Παραπονούμενη κατά την επίδικη ημερομηνία, στοματικά και κολπικά, όμως ισχυρίζεται ότι η επαφή έγινε με τη συναίνεση της. Συνεπώς το βασικό ερώτημα που χρήζει απάντησης στην παρούσα, είναι κατά πόσον είχε συναινέσει ή όχι η Παραπονούμενη και πιο συγκεκριμένα αν η ίδια έχει στοιχειοθετήσει υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης την έλλειψη συναίνεσης (βλ. Bejandi, ανωτέρω), στοιχείο το οποίο συνιστά και τη βασική προϋπόθεση του άρθρου 144 (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ.53).

 

Επί τούτου, τονίζουμε πως δεν έχουμε αποδεχθεί πως τα γεγονότα της επίδικης ημερομηνίας διαδραματίστηκαν κατά τον τρόπο που περιέγραψε η Παραπονούμενη, τουναντίον, έχουμε αποδεχθεί τη μαρτυρία του

 

Κατηγορούμενου, ο οποίος ήταν σαφής πως ό,τι έγινε, έγινε με την πλήρη συναίνεση της.  Ως εκ τούτου δεν απομένει οτιδήποτε άλλο να εξεταστεί.

 

Συνεπώς αποτελεί κατάληξη μας πως οι κατηγορίες 1 και 2 δεν έχουν στοιχειοθετηθεί και ο Κατηγορούμενος θα πρέπει ν’ απαλλαγεί από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει.  

 

Ε. Κατάληξη

 

Στη βάση των ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος αθωώνεται και απαλλάσσεται από τις κατηγορίες 1 και 2 που αντιμετωπίζει.

 

 

(Υπ.) …………………………………

Ν. Μαθηκολώνη, Π.Ε.Δ.

 

(Υπ.) …………………………………

Μ. Παπαθανασίου, Α.Ε.Δ.

 

(Υπ.) ……..…………………………..

Ε. Μιντή, Ε.Δ.

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Πρόκειται για το πρώτο σημείο που ζήτησε ν’ αλλάξει. Όπως ανέφερε, ο Oliver ήθελε να πάρει κάτι να φάει, οπότε πήγαν απέναντι από το club, αλλά δεν θυμάται αν αυτός πήρε κάτι ή αν πήραν όλοι κάτι και έφυγαν.

[2] Πρόκειται για το δεύτερο σημείο που ζήτησε ν’ αλλάξει. Όπως ανέφερε, θυμάται ότι στο δρόμο ο τύπος που ερχόταν μαζί τους της μιλούσε, όμως είναι ο Oliver που έλεγε ότι ήθελε να τις πάρει στο ξενοδοχείο για να είναι βέβαιος ότι θα επέστρεφαν ασφαλείς και όχι αυτός ο τύπος.

[3] Πρόκειται για το τρίτο σημείο που διόρθωσε. Ως ανέφερε, θυμάται ότι ο τύπος σε κάποιο σημείο δεν φορούσε ρούχα, όμως δεν θυμάται πότε τα έβγαλε.

[4] Ως αναφέρεται και κατωτέρω, η διενέργεια της ιατροδικαστικής εξέτασης από τον Δρ.Ο.Ο., στην παρουσία της γυναικολόγου Δρ. Α.Κ., καθώς επίσης το περιεχόμενο της ιατροδικαστικής έκθεσης που έχει ετοιμαστεί, αποτελούν παραδεκτά γεγονότα.

[5] Η πιστή μετάφραση της κατάθεσης του στην ελληνική γλώσσα κατατέθηκε ως Τεκμήριο Κ.

[6] Και από τα Ελληνικά στα Σουηδικά.

[7] Βλ. στο πάνω αριστερό μέρος του εγγράφου, δίπλα από τα αρχικά IF.

[8] Βλ. το σύγγραμμα Ηλιάδη και Σάντη «Το Δίκαιο της Απόδειξης», Β' Έκδοση, σελ. 141-143 και τις αποφάσεις, μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Σάββα ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 39, Σάββα v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506Νικολαίδης v. Αστυνομία (2003) 2 Α.Α.Δ. 271 και Αγαθοκλέους v. Αστυνομίας, Ποιν.Έφ 89/2012, ημερ.24.7.2013.  

 

[9] Η κατάθεση στην αγγλική γλώσσα κατατέθηκε με επισυνημμένη πιστή μετάφραση της στην ελληνική γλώσσα.

[10] Τα Τεκμήρια με αύξων αριθμό 1-7 αφορούν τραχηλικά και κολπικά επιχρίσματα, επιχρίσματα από εξωτερικά γεννητικά όργανα και παρειακά επιχρίσματα της Παραπονούμενης, τα Τεκμήρια με αύξων αριθμό 8-10 αφορούν τα ρούχα που φορούσε το επίδικο βράδυ ήτοι ένα μπλε κοντό φόρεμα, ένα κόκκινο εσώρουχο και ένα μπεζ κορσέ εσώρουχο – βλ. και παραδεκτό γεγονός ημερ.6.3.24, σελ. 15 των πρακτικών -, το Τεκμήριο με αύξων αριθμό 11 είναι σεντόνι του στρώματος του δεξιού κρεβατιού του υπνοδωματίου του ξενοδοχείου Eligonia, όπου έλαβαν χώρα τα επίδικα γεγονότα, το Τεκμήριο με αύξων αριθμό 12 αφορά παρειακά επιχρίσματα του Κατηγορούμενου και τέλος, το Τεκμήριο με αύξων αριθμό 13 είναι usb με πλάνα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του ξενοδοχείου Green Bungalows, ως κατωτέρω αναφέρεται.      

 

[11] Αφορούν συγκεκριμένα τα Τεκμήρια 7-13 αντίστοιχα του Καταλόγου.

[12] Ο ίδιος βεβαίως χρησιμοποίησε τη λέξη ζουμί, η οποία σύμφωνα με το έγκυρο λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη (Αθήνα 2002), σελ.713, σημαίνει και «οτιδήποτε αποτελεί την ουσία, το σημαντικό περιεχόμενο ενός πράγματος».

[13] Δεν επιχειρήθηκε να γίνει κατάθεση τους στη διαδικασία και εξ όσων γίνεται αντιληπτό αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η κατάθεση τους δεν θα εξυπηρετούσε σε οτιδήποτε, λόγω των διαπιστώσεων κατά την ιατροδικαστική εξέταση που αναφέρθηκαν ανωτέρω.

[14] Βλ. στοιχεία με αρ. 8-11 του Τεκμηρίου 7.

[15] Βλ. στοιχεία με αρ.1-6 στον κατάλογο τεκμηρίων (Τεκμήριο 7).

[16] Βλ. Τεκμήριο 8 (στοιχείο με αρ.7 του Τεκμηρίου 7).

[17] Βλ. Τεκμήριο 13 (στοιχείο με αρ.12 του Τεκμηρίου 7).

[18] «My insurance covers my complaint for rape».

[19] Και από τα Ελληνικά στα Σουηδικά.

[20] βλ. Νικηφόρου v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ.19/2022, ημερ. 6.3.23, ECLI:CY:AD:2023:B79 και την εκεί αναφερόμενη νομολογία.

[21] Ο Oliver με τρία άλλα πρόσωπα και ο Κατηγορούμενος με τον αδελφό του.

[22] Βλ. και σχετικό παραδεκτό γεγονός στα πρακτικά ημερ. 4.6.2024, σελ. 11. Ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, σχετική είναι επίσης η μαρτυρία του Μ.Κ.3 που έχει γίνει αποδεκτή.

[23] Βλ. παραδεκτά γεγονότα ανωτέρω – Τεκμήριο Α.

[24] Μέχρι και την επωνυμία των παπουτσιών και το είδος και χρώμα των καλτσών που φορούσε ο Κατηγορούμενος το επίδικο βράδυ.

[25] Σημειώνουμε ότι αυτό προκύπτει και από την εξ ακοής μαρτυρία του Oliver, την οποία αξιολογούμε κατωτέρω.

[26] Βλ. την υπόθεση Σ.Σ. κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν.Εφ.147/16 κ.α., ημερ.20.11.19, ECLI:CY:AD:2019:B477 :

 

«Κατά την «πατροπαράδοτη προσέγγιση» εξεταζόταν σε πρώτο στάδιο η αξιοπιστία του μάρτυρα και αναζητείτο ενισχυτική μαρτυρία μόνο όταν ο μάρτυρας εκρίνετο κατ’ αρχήν αξιόπιστος (βλ.Παρμαξής ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 224). Κατά την νεότερη «ορθολογιστική προσέγγιση» δεν υπάρχει λογικό έρεισμα στον κατατεμαχισμό της μαρτυρίας για σκοπούς αξιολόγησης της αξιοπιστίας οποιουδήποτε μάρτυρα και η μαρτυρία πρέπει να κρίνεται ως ενιαίο σύνολο (Ττοουλιάς (ανωτέρω) και Attorney General of Hong Kong v. Wong Mukping [1987] All ER488). Δεν πρόκειται για διαφορά ουσίας αλλά προσέγγισης. Ένας εμφανώς αναξιόπιστος μάρτυρας δεν μπορεί να τύχει ενίσχυσης αλλά η ορθολογιστική αντιμετώπιση του θέματος επιβάλλει να εξετάζεται πρώτα κατά πόσο υπάρχει ενισχυτική μαρτυρία, πριν το δικαστήριο προχωρήσει στην τελική κρίση της αξιοπιστίας της ύποπτης μαρτυρίας (Ρόπας (ανωτέρω), Τεβλετιάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 512).

 

Εν προκειμένω, το Κακουργιοδικείο δεν ακολούθησε ούτε τον παραδοσιακό, μήτε τον ενιαίο τρόπο προσέγγισης. Δεν εκτίμησε σε πρώτο στάδιο την αξιοπιστία του Μ.Κ.7 κατά την «πατροπαράδοτη προσέγγιση», αλλά ούτε αξιολόγησε τη μαρτυρία αυτή κατά τρόπο ενιαίο, λαμβάνοντας υπόψη κατά πόσο υπάρχει ενισχυτική μαρτυρία, κατά την «ορθολογιστική προσέγγιση». Κατά πρωθύστερο τρόπο έθεσε, ως άνω, εκ προοιμίου τη μαρτυρία που θεώρησε ως ενισχυτική και μάλιστα, με τον ισχυρό τρόπο που το έπραξε. Σημειώνουμε ότι το ίδιο σφάλμα εντοπίστηκε και στην υπόθεση Χαραλάμπους (ανωτέρω) στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο υπέδειξε πως με τον τρόπο αυτό «ελλοχεύει ο κίνδυνος μεταφοράς μιας αίσθησης ενοχής εξαιτίας της ενισχυτικής μαρτυρίας.»»

 

[27] Όταν υπάρχει έρεισμα στην συγκεκριμένη μαρτυρία που να υποδηλώνει ότι η μαρτυρία του συγκεκριμένου μάρτυρα δυνατόν να μην είναι αξιόπιστη (π.χ. η ύπαρξη καθυστερημένου παραπόνου ή προηγούμενης αντιφατικής δήλωσης) [βλ. Ε.Α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 231/2018, ημερομηνίας 19.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:B473] ή σε άλλη κατάλληλη περίπτωση [βλ. Ποινική Έφεση 148/19, Γ.Χ. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 25.2.2021].

[28] Τεκμήριο 14, ώρα καταγραφής 05:57:19.

[29] Τεκμήριο 14, ώρα καταγραφής 05:57:54.

[30] Βλ. τα πρακτικά ημερ. 10.4.24, σελ. 25, γρ.4-7, όπου ακριβώς η συνήγορος της κατηγορούσας αρχής προέβη σε σχετική δήλωση, κατόπιν που η συνήγορος της υπεράσπισης δήλωσε πως είχε ζητήσει τόσο γραπτώς όσο και προφορικά να υπάρχει αυτό το έγγραφο προκειμένου ν’ αντεξετάσει.

[31] Ήπιε ένα ποτό με το φαγητό της, μερικά ποτά σε μπάρ και «λίγα ακόμη ποτά» στο club.

[32] Η κατάθεση που του λήφθηκε στην αγγλική γλώσσα, κατατέθηκε μαζί με πιστή μετάφραση της στην ελληνική γλώσσα.

[33] Όνομα Παραπονούμενης.

[34] Όνομα Παραπονούμενης.

 

[36] Βλ. το Δίκαιο της Απόδειξης ανωτέρω, σελ. 497.

[37] Βλ. το Δίκαιο της Απόδειξης ανωτέρω, σελ. 514.

[38] Βλ. το άρθρο 10 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9 και τις σχετικές νομολογιακές αρχές, όπως με ενάργεια παρατίθενται στο Δίκαιο της Απόδειξης ανωτέρω, σ. 514 επ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο