
ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ: Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Υπόθεση Αρ.: 1913/2022
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
v.
1. II
2. RR
Κατηγορουμένων
Ημερομηνία: 9 Νοεμβρίου 2023
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα Ε. Κληρίδου.
Για τoν Κατηγορούμενο 1: Ο κ. Γ. Μούσκος.
Κατηγορούμενος 1 παρών.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει 24 συνολικά κατηγορίες με τις 20 να αφορούν αδικήματα κατά παράβαση του Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(Ι)/2014 (κατηγορίες 3-8 και 27-40), μία κατηγορία για το αδίκημα της παρέμβασης στη Δικαστική διαδικασία κατά παράβαση του άρθρου 122(β) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (κατηγορία 23), και τρεις κατηγορίες για το αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού κατά παράβαση του Περί Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας Θυμάτων Νόμου 87(Ι)2007 (κατηγορίες 24 -26).
Να σημειωθεί εδώ ότι κατηγορίες, διαφορετικής φύσεως, αντιμετώπιζε και η κατηγορούμενη 2 η οποία όμως παραδέχθηκε ενοχή και της επιβλήθηκε ποινή πριν αρχίσει η ακροαματική διαδικασία εναντίον του κατηγορούμενου 1.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων, ο κατηγορούμενος κατηγορείται ότι για τη χρονική περίοδο από τον Ιανουάριο του 2014 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2021, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης εξουσίας και επιρροής που κατείχε πάνω σε παιδί, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με την SS από τη [ ] που γεννήθηκε την 1/8/2005 και η οποία δεν είχε φτάσει σε ηλικία συναίνεσης. Κατηγορείται επίσης ότι στις 27/2/2022 προέβηκε σε πράξη προορισμένη να παρεμποδίσει την αστυνομική έρευνα που διεξαγόταν με σκοπό έναρξης Δικαστικής διαδικασίας λέγοντας στο πιο πάνω πρόσωπο να μην τον καταγγείλει στην αστυνομία σε σχέση με τη σεξουαλική κακοποίηση της.
Η Κατηγορούσα Αρχή για απόδειξη των κατηγοριών κάλεσε δέκα συνολικά μάρτυρες και μετά την κλήση του κατηγορούμενου σε απολογία, ο τελευταίος επέλεξε να καταθέσει ενόρκως. Κάλεσε και ακόμη ένα μάρτυρα. Κατατέθηκαν τέλος και 53 συνολικά τεκμήρια ενώ δηλώθηκαν και παραδεκτά γεγονότα, ως αυτά παρατίθενται στο Έγγραφο Β που κατατέθηκε στο Δικαστήριο. Να τεθεί εδώ ότι τα παραδεκτά γεγονότα αφορούν, ως επί το πλείστον, τη διαδικασία λήψης των οπτικογραφημένων καταθέσεων της παραπονούμενης και δύο άλλων μαρτύρων, που διενεργήθηκε στο ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο λήψης οπτικογραφημένων καταθέσεων που βρίσκεται στο Σπίτι του Παιδιού στη Λευκωσία και στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου αντίστοιχα, ως επίσης και για τη διενέργεια ιατροδικαστικής εξέτασης με την εν λόγω έκθεση, τεκμήριο 3, να κατατίθεται για την αλήθεια του περιεχομένου της. Στα πλαίσια των παραδεκτών γεγονότων κατατέθηκαν και τα τεκμήρια 1-22 ενώ το τεκμήριο 23 κατατέθηκε εκ συμφώνου.
Οι αναφορές όλων των μαρτύρων συμπεριλαμβανομένων και του κατηγορούμενου, ως επίσης και τα τεκμήρια που κατατέθηκαν αξιολογήθηκαν πλήρως έστω και αν αυτά δεν αναφέρονται ρητά στην απόφαση, χωρίς να είναι αναγκαία η καταγραφή του περιεχομένου τους κάτι το οποίο θα είναι εκεί όπου κριθεί αναγκαίο (Βλέπε κατ΄ αναλογίαν, G & K Exclusive Fashions Ltd v. Παπαδοπούλου κ.ά (2001) 1 ΑΑΔ 88 και Al Watani κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2001) 1Γ ΑΑΔ 1924).
Τυχόν αποσπάσματα που αναφέρονται στην απόφαση μεταφέρθηκαν αυτούσια από τα πρακτικά, τα τεκμήρια και τις γραπτές αγορεύσεις.
Συνοψίζουμε τη μαρτυρία των μαρτύρων.
Η ΕΕ, ΜΚ1, καθηγήτρια Αγγλικών στο Λύκειο [ ], ανέφερε το τι της λέχθηκε από την παραπονούμενη στις 25/2/2022, σε σχέση με τα υπό εξέταση αδικήματα. Υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης της τεκμήριο 24 όπου περιγράφει το πως εξελίχθηκαν τα γεγονότα.
Η Σοφία Ρώσσου, ΜΚ2, κοινωνική λειτουργός – οικογενειακή σύμβουλος στο Σπίτι του Παιδιού κατέθεσε σε σχέση με την εμπλοκή της στην υπόθεση και τις ενέργειες τις οποίες έκανε μετά την καταγγελία της παραπονούμενης αναφορικά με την ισχυριζόμενη σεξουαλική κακοποίηση της.
Ο αστυφύλακας 253 Χρίστος Στυλιανού, ΜΚ3, ανέφερε τις ενέργειες του όταν την 1/3/2022 παρουσιάστηκαν για διαβατηριακό έλεγχο στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, όπου εργαζόταν, ο κατηγορούμενος με τη σύζυγο του με σκοπό να αναχωρήσουν για Αθήνα και ακολούθως για Ρουμανία, όταν διαπίστωσε ότι τα στοιχεία τους ήταν καταχωρημένα στο ευρετήριο stop list.
O LL, MK4, κατέθεσε σε σχέση με το τι του λέχθηκε από την παραπονούμενη σε σχέση με την ισχυριζόμενη σεξουαλική κακοποίηση που η τελευταία είχε υποστεί από τον κατηγορούμενο.
Η QQ, MK5, αναφέρθηκε και αυτή στο τι της λέχθηκε από την παραπονούμενη αναφορικά με την ισχυριζόμενη σεξουαλική κακοποίηση που η παραπονούμενη είχε υποστεί.
Η SS, MK6, είναι η παραπονούμενη και κατέθεσε αναφορικά με την σεξουαλική κακοποίηση που είχε υποστεί από τον κατηγορούμενο, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες κατά τη θέση της διαπράχθηκαν τα αδικήματα και το πως διαδραματίστηκαν γενικά τα γεγονότα.
Ο Λοχίας 774 Παντελής Αβρααμίδης, ΜΚ7, κατέθεσε τα ημερολόγια ενεργείας τεκμήρια 33, 34 και 35 όπου καταγράφονται οι ενέργειες του σε σχέση με την υπό εξέταση υπόθεση.
Η Αστυφύλακας 303 Στέλλα Πιτσιλλίδου, ΜΚ8, αναφέρθηκε στη διαδικασία ιατροδικαστικής εξέτασης της παραπονούμενης και στη λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης από την παραπονούμενη στις 28/2/2022. Στην κατάθεση της τεκμήριο 36 περιγράφει τις υπόλοιπες ενέργειες στις οποίες προέβηκε σε σχέση με τη διερεύνηση της υπόθεσης.
Η Νατάσα Παπαμάρκου, ΜΚ9, κλινική ψυχολόγος στο Σπίτι του Παιδιού αναφέρθηκε στη συνάντηση που είχε με την παραπονούμενη και τη συνομιλία που είχε μαζί της όταν η τελευταία είχε μεταβεί στο Σπίτι του Παιδιού στις 27/2/2022.
Η Έλενα Χατζηθωμά, ΜΚ10, κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας και κατέθεσε για τη ψυχολογική αξιολόγηση της παραπονούμενης καταθέτοντας και την έκθεση της, τεκμήριο 50, όπου καταγράφονται τα ευρήματα, τα συμπεράσματα της και οι εισηγήσεις της.
Ο κατηγορούμενος καταθέτοντας ενόρκως παρέθεσε τη δική του εκδοχή ως προς τα αδικήματα τα οποία του αποδίδονται αρνούμενος οποιαδήποτε εμπλοκή.
Ο ΒΒ, MY1, αδελφός της παραπονούμενης κατέθεσε σε σχέση με το τι γνώριζε, το τι πίστευε και το τι υπέπεσε στην αντίληψη του όσον αφορά την υπό κρίση υπόθεση.
Είχαμε την ευκαιρία μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης κάτι που θέτει το Δικαστήριο σε πλεονεκτική θέση στο να βλέπει, να ακούει και να αξιολογεί τους μάρτυρες (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Μελή ν. Κωνσταντίνου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 2/13, ημερομηνίας 13/3/19), να παρακολουθήσουμε και να ακούσουμε με προσοχή και υπομονή τους μάρτυρες που κατέθεσαν. Θέσαμε ως δείκτη ανάμεσα σε άλλα το στάδιο από το οποίο ανέκυψε η μαρτυρία, την πηγή και το κύρος της γνώσης των μαρτύρων, το όποιο προσωπικό συμφέρον ή προκατάληψη τους, τις ευκαιρίες που είχαν για να αντιληφθούν τα διαδραματιζόμενα, τη μνήμη τους και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή για να πιστεύουν σε αυτά στα οποία κατέθεσαν, τη σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων τους και τις όποιες υπερβολές, ανακολουθίες ή αντιφάσεις τους σε αντιπαραβολή με τις μικροαντιφάσεις, τη φιλαλήθεια τους και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων. Ήμασταν προσεκτικοί να μην προσδώσουμε υπέρμετρο βάρος στα εξωτερικά γνωρίσματα της μαρτυριακής τους συμπεριφοράς αφού κάτι τέτοιο εμπεριέχει επικινδυνότητα δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο κάποιοι μάρτυρες να είναι ιδιαίτερα ικανοί στο να παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη που πραγματικά τους χαρακτηρίζει αλλά και διότι κάποιες συμπεριφορές στο εδώλιο του μάρτυρα μπορεί να εδράζονται σε μεγάλο αριθμό αιτών και όχι κατ΄ ανάγκη από διάθεση να πουν ψέματα ή να παραπλανήσουν.
Αποτιμώντας τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας δεν περιοριστήκαμε στην ατομική εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων, αλλά τη συσχετίσαμε και την αντιπαραβάλαμε με το σύνολο της υπόλοιπης μαρτυρίας. Τη μαρτυρία των αστυνομικών την προσεγγίσαμε με ιδιαίτερη προσοχή έτσι ώστε να διακριβώσουμε αν τα όσα ανέφεραν εξέφραζαν πιστά και ορθά την πραγματικότητα (βλέπε, Volettos v. The Republic (1960) CLR 169).
Έχει σημασία, ως ζήτημα αρχής, να υπογραμμιστεί πως το γεγονός ότι κάποιοι μάρτυρες γίνονται δεκτοί ως αξιόπιστοι, δεν εξυπακούει αδηρίτως πως τα όσα είπαν υπέχουν και ανάλογης αποδεικτικής βαρύτητας, μια και η γενικότερη αξιοπιστία των μαρτύρων δεν εναρμονίζεται πάντοτε με την αποδεικτική δύναμη της μαρτυρίας τους (βλ. κατ’ αναλογίαν, Κίμωνος ως Εκκαθαριστή της Blue Seal Shoes Ltd v. Χρ. Ιωάννου & Υιοί (Υποδήματα) Λτδ, Πολ.Έφεση 66/13, ημ. 4/11/19, Ευσταθίου ν. Μιχαήλ και Άλλης, Πολ.Έφεση 269/12, ημ. 23/7/19, ECLI:CY:AD:2019:A341, Θεοχαρίδης ν. Ιωάννου κ.ά (2012) 1Β ΑΑΔ 1311, 1319-1322).
Η ΕΕ, ΜΚ1, δημιούργησε πολύ καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Ήταν άμεση στις απαντήσεις της και παρέθεσε με σαφήνεια και λεπτομέρεια το τι της λέχθηκε από την παραπονούμενη στις 25/2/2022 στο Λύκειο [ ] όπου εργάζεται ως καθηγήτρια Αγγλικών. Υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης της, τεκμήριο 24, όπου αναφέρει πως διαδραματίστηκαν τα γεγονότα. Αναφέρει ότι ενώ βρίσκονταν στην τάξη, η μαθήτρια της SS, της αποκάλυψε ότι κάποιος την παρενοχλεί κάνοντας λόγο για «sexual harassment». Στη συνέχεια της ανέφερε ότι η παρενόχληση συμβαίνει σπίτι της από τον πατριό της εδώ και 8 χρόνια. Της υπέδειξε μάλιστα ότι την αγγίζει στο στήθος και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων προσθέτοντας ότι και ο πατριός της την βάζει να τον αγγίζει στα γεννητικά του όργανα. Την προέτρεψε να προβεί σε καταγγελία με την SS να της λέει ότι δεν μπορεί να καταγγείλει τον άνδρα της μητέρας της λέγοντας ότι μοιράζονται τα έξοδα του ενοικίου και τα υπόλοιπα έξοδα του σπιτιού. Η ίδια ενημέρωσε τον διευθυντή του σχολείου και επικοινώνησε στον αριθμό τηλεφωνικής γραμμής για να τους αναφέρει τα όσα έμαθε από την παραπονούμενη. Είπε ότι για το χρονικό διάστημα που της κάνει μάθημα δεν είχε ξανακάνει παράπονο αφού είναι ένα κλειστό παιδί το οποίο δεν ανοίγεται εύκολα και έβλεπε ότι ήταν απόμακρη.
Η μαρτυρία της ΜΚ1 γίνεται δεκτή.
Η εντύπωση που το Δικαστήριο αποκόμισε από την Σοφία Ρώσσου, κοινωνική λειτουργό στο Σπίτι του Παιδιού, είναι θετική. Δεν προέκυψε οτιδήποτε κατά το στάδιο της αντεξέτασης της που θα κλόνιζε την αξιοπιστία της. Παρέθεσε το τι γνώριζε σε σχέση με την υπόθεση και τις δικές της ενέργειες, αναφορικά με τα καθήκοντα της, ως αυτές καταγράφονται στην κατάθεση της τεκμήριο 25. Ανέφερε ότι 28/2/2022 εξασφάλισε Δικαστικό διάταγμα προσωρινής απομάκρυνσης της παραπονούμενης από την μητέρα της το οποίο κατέθεσε ως τεκμήριο 26 και το μεσημέρι της ίδιας ημέρας παρέλαβε την ανήλικη από το σχολείο της και τη μετέφερε στις εγκαταστάσεις του Σπιτιού του Παιδιού στη Λευκωσία για να ληφθεί οπτικογραφημένη κατάθεση. Μετά τη λήψη της κατάθεσης τη μετέφερε σε φιλικό της πρόσωπο όπου θα φιλοξενείτο προσωρινά. Όταν ενημερώθηκε την 1/3/2022 ότι η μητέρα της παραπονούμενης και ο πατριός της συνελήφθηκαν στο αεροδρόμιο Λάρνακας μετέβηκε εκεί και παρέλαβαν τον ανήλικο BB και τον μετέφεραν στην Παιδική Στέγη. Την ίδια μέρα μετέφερε σε εγκεκριμένη ανάδοχη οικογένεια την παραπονούμενη. Κατά τη μεταφορά της, της ανέφερε ότι φοβάται να επιστρέψει στο σπίτι ή να έχει επικοινωνία με τη μητέρα της γιατί την είχε απειλήσει ότι θα την σκοτώσει, ενώ πίστευε ότι θα μπορούσε να την κτυπήσει ξανά. Στις 2/3/2022 βρισκόμενη σε διπλανό δωμάτιο παρακολουθούσε τη λήψη οπτικογραφημένων καταθέσεων από τους ανήλικους μάρτυρες που γνώριζαν για την υπόθεση. Σε συνάντηση που είχε με τον ανήλικο BB στην παρουσία της αστυφύλακος 303 Στέλλας Πιτσιλλίδου, ο ανήλικος τους ανέφερε ότι δεν ήθελε να δώσει κατάθεση. Σε ερώτηση της αστυφύλακος αν γνώριζε κάτι για την καταγγελία της παραπονούμενης που θα ήθελε να αναφέρει αυτός απάντησε αρνητικά.
Η μαρτυρία της ΜΚ2 γίνεται αποδεκτή.
Ο Αστυφύλακας 253 Χρ. Στυλιανού, ΜΚ3, υπηρετεί στην μονάδα προεδρικής φρουράς και κατά το κρίσιμο χρόνο υπηρετούσε στην ΥΑΜ Αρχηγείου και ήταν τοποθετημένος στο αεροδρόμιο Λάρνακας. Την 1/3/2022 σύμφωνα και με την κατάθεση του τεκμήριο 27, παρουσιάστηκαν για αναχώρηση για την Αθήνα και στη συνέχεια για Ρουμανία ο κατηγορούμενος με την σύζυγο του οπόταν και κατά το διαβατηριακό έλεγχο που διενήργησε διαπίστωσε ότι τα ονόματα τους ήταν καταχωρημένα στον κατάλογο stop-list. Δεν έχουμε οποιανδήποτε αμφιβολία ότι ο εν λόγω μάρτυρας ήταν μάρτυρας της αλήθειας ο οποίος παρέθεσε τις ενέργειες στις οποίες προέβηκε μετά την εν λόγω διαπίστωση του. Συγκεκριμένα του αποστάληκαν τα εντάλματα σύλληψης εναντίον τους οπόταν και τους συνέλαβε, τους παρέδωσε το σχετικό έντυπο δικαιωμάτων και στη συνέχεια παραδόθηκαν στον Λοχία 774 για συνέχιση των εξετάσεων. Ανέφερε επίσης ότι για τον διαβατηριακό έλεγχο παρουσιάστηκαν ο κατηγορούμενος με τη σύζυγο του και δύο παιδιά και του παρέδωσαν όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα αφού ήταν οικογένεια. Υποδείχθηκε στον μάρτυρα αντίγραφο του διαβατηρίου του κατηγορούμενου, τεκμήριο 30, στο οποίο φαίνεται να υπάρχει σχετική σφραγίδα. Ρωτήθηκε ο ΜΚ3 πως είναι δυνατόν να ήταν ο κατηγορούμενος στο stop-list και παρά ταύτα να υπάρχει η σφραγίδα αυτή. Εξήγησε ο μάρτυρας ότι το ένταλμα σύλληψης προέκυψε μετά και ότι το stop-list λέει για ύποπτο πρόσωπο αλλά επειδή χρειάζονται κάποια δευτερόλεπτα μέχρι να ελέγξει το σύστημα το διαβατήριο κατά πόσο εκκρεμεί οτιδήποτε εναντίον του, ο ίδιος ίσως να το σφράγισε πριν εμφανιστεί το μήνυμα. Διαφώνησε με τη θέση της υπεράσπισης ότι ο κατηγορούμενος πέρασε από κοντά τους, σφραγίστηκε το διαβατήριο του, μπήκε στην αίθουσα αναχωρήσεων και εκ των υστέρων τον έφεραν πίσω λέγοντας ότι οδηγήθηκαν όλοι στην αίθουσα αναχωρήσεων.
Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία του ΜΚ3.
Ο LL, MK4, υιοθέτησε το περιεχόμενο της οπτικογραφημένης κατάθεσης του, ημερομηνίας 2/3/2022, τεκμήριο 16. Αναφέρει ότι πριν δύο εβδομάδες ενώ ήταν σε videocall με την παραπονούμενη, η τελευταία του εκμυστηρεύτηκε ότι όταν ήταν πιο μικρή ο πατριός της την κακοποιούσε σεξουαλικά, ότι δηλαδή δεν της έκαμνε τίποτε απλά έβγαζε τα ρούχα της και κάποτε όταν ήταν μόνη της με τον κατηγορούμενο της κτυπούσε πάνω στον πισινό. Σε κατοπινό στάδιο του αναφέρθηκε από την παραπονούμενη ότι το θέμα αυτό το ανέφερε και της καθηγήτριας της και η καθηγήτρια το είπε στην αστυνομία. Αναφερόμενος στη σημερινή σχέση του με την παραπονούμενη είπε ότι δεν μιλούν. Αντεξεταζόμενος ο ΜΚ4 και αναφερόμενος στο χαρακτήρα της παραπονούμενης είπε ότι είναι καλή κοπέλα αλλά είναι πολύ ζηλιάρα. Γνωρίζει όλη την οικογένεια και έζησε σπίτι τους κάμποσες φορές και ήταν μια χαρά μαζί της. Τα όσα ο ΜΚ4 ανέφερε στο Δικαστήριο είναι προφανές ότι είναι αυτά που του λέχθηκαν από την παραπονούμενη χωρίς όμως να προκύψει οτιδήποτε κατά την αντεξέταση του που θα δημιουργούσε την εντύπωση ότι ο μάρτυρας προσπάθησε να καταθέσει υπέρ του ενός ή του άλλου προσώπου αλλά αναφέρθηκε στα γεγονότα όπως του λέχθηκαν. Συνεπώς η μαρτυρία του ΜΚ4 γίνεται δεκτή.
Δεκτή γίνεται και η μαρτυρία της QQ ΜΚ5 η οποία και αυτή με τη σειρά της υιοθέτησε το περιεχόμενο της οπτικογραφημένης κατάθεσης της ημερομηνίας 2/3/2022, τεκμήριο 21. Κρίνεται ως ειλικρινής μάρτυρας η οποία έθεσε στο Δικαστήριο τα όσα της αναφέρθηκαν από την παραπονούμενη σε σχέση με την σεξουαλική κακοποίηση την οποία είχε υποστεί η τελευταία. Της αναφέρθηκε ότι εδώ και 8 χρόνια ο πατριός της ξεκίνησε και την άγγιζε σε διάφορα σημεία του σώματος της και στα γεννητικά της όργανα. Ανέφερε επίσης ότι δεν έχουν πλέον επαφή με την παραπονούμενη αφού η ίδια εργάζεται. Εξακολουθούν όμως να είναι φίλες απλώς δεν συναντιόνται. Ζητήθηκε από την μάρτυρα να περιγράψει το χαρακτήρα της παραπονούμενης λέγοντας ότι είναι πολύ καλή κοπέλα και είχε καλή σχέση με την οικογένεια της εξ όσων γνώριζε. Στη μέση της σχολικής χρονιάς την είδε ότι δεν ήταν καλά, μίλησαν και της αναφέρθηκε αυτό το θέμα. Απ΄ ό,τι γνωρίζει και της είπε η παραπονούμενη, η σχέση της τελευταίας με την μητέρα της είναι εντάξει.
Η παραπονούμενη SS, MK6, μας δημιούργησε εξαιρετική εντύπωση. Ήταν σταθερή στη μαρτυρία της και τούτο το αποτυπώνουμε με γνώση λόγου. Δεν περιέπεσε σε αντιφάσεις, που θα κλόνιζαν την αξιοπιστία της. Περιέγραψε την κακοποιητική συμπεριφορά του κατηγορούμενου, της οποίας ήταν αποδέκτης, απλά με σαφήνεια, όμως και με θετικότητα. Η όλη έκφραση της και ο τρόπος με τον οποίο κατέθετε, ήταν φυσικός, αυθόρμητος και ειλικρινής. Ακόμα και σε περίπτωση που ίσως να μπορούσε να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος με τη συμπεριφορά του παραδέχθηκε ότι την κακοποιούσε σεξουαλικά, όταν δηλαδή της είπε να πει στην αστυνομία ότι είναι όλα ψέματα, δεν το έπραξε. Αποτέλεσε επίκεντρο της αντεξέτασης της ΜΚ6 από πλευράς υπεράσπισης, με σκοπό να πληγεί η αξιοπιστία της, το γεγονός ότι η μάρτυρας ενώ έδωσε οπτικογραφημένη κατάθεση στις 27/2/2022 τεκμήριο 6, όπου, εν ολίγοις, αναφέρει ότι τα όσα είπε στην καθηγήτρια της ΜΚ1, περί σεξουαλικής κακοποίησης της από τον κατηγορούμενο ήταν όλα ψέματα εν τούτοις την αμέσως επόμενη ημέρα και συγκεκριμένα στις 28/2/2022 έδωσε νέα οπτικογραφημένη κατάθεση, τεκμήριο 11, στην οποία ισχυρίζεται ότι ο κατηγορούμενος από το έτος 2014 την κακοποιεί σεξουαλικά. Ήταν η θέση της υπεράσπισης ότι πρόκειται για αντιφατική μαρτυρία και που οδηγεί σε αναξιοπιστία της ΜΚ6. Είναι γεγονός ότι η παραπονούμενη στην κατάθεση της τεκμήριο 6 αναφέρει ότι τα όσα είπε στην ΜΚ1 για σεξουαλική κακοποίηση της είναι ψέματα ενώ στην κατάθεση της τεκμήριο 11 λέει ότι υπήρξε κακοποιητική συμπεριφορά του κατηγορούμενου. Η από πλευράς ΜΚ6 διαφοροποίηση θα μπορούσε ιδωμένη σε στενό πλαίσιο και μικροσκοπικά να οδηγήσει σε απόρριψη των θέσεων της ως αναξιόπιστες. Δεν είναι όμως εδώ τέτοια η περίπτωση. Η μάρτυρας εξήγησε στο Δικαστήριο με έκδηλη την αναστάτωση της, τους λόγους που την οδήγησαν να προβεί στην πρώτη της κατάθεση τεκμήριο 6. Οι λόγοι δεν ήταν άλλοι από την πίεση που δέχθηκε από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της ότι θα διαλυόταν οι οικογένεια τους και την επίθεση που η ίδια η μάρτυρας δέχθηκε από την μητέρα της κατά τον χρόνο που ετοιμάζονταν να μεταβούν στο Σπίτι του Παιδιού για να δώσει κατάθεση. Η επίθεση συνοδευόταν από απειλές και είχε σαν αποτέλεσμα την πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης στην παραπονούμενη. Η επιστροφή της στην οικία όπου διέμενε η οικογένεια κάτω από αυτές τις συνθήκες, μετά μάλιστα που θα κατέθετε εναντίον του κατηγορούμενου, ήταν ο παράγοντας που δημιούργησε τέτοιο φόβο στην μάρτυρα η οποία ήταν ανήλικη και εξαρτώμενη από την μητέρα της και τον κατηγορούμενο, να αναιρέσει τα όσα είχε πει στην ΜΚ1. Ήταν πρόδηλος ο φόβος και η ανησυχία της και κατά την χρόνο που κατέθετε, όπως είχαμε και εμείς τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε παρακολουθώντας την οπτικογραφημένη κατάθεση της όταν προβλήθηκε κατά την ακρόαση αλλά και τον χωρίς αμφιταλαντεύσεις τρόπο που τα υποστήριξε κατά την αντεξέταση της. Ενώ στην κατάθεση της τεκμήριο 6, αρχικά παραθέτει κάποια από τα περιστατικά που αποτελούν το αντικείμενο των κατηγοριών στη συνέχεια λέει ότι είναι όλα ψέματα και είπε και άλλα πράγματα που δεν συνέβηκαν αναγνωρίζοντας το λάθος της να πει ψέματα. Κατά την εξέλιξη της διαδικασίας λήψης της οπτικογραφημένης κατάθεσης της όμως συνεχίζει και παραθέτει συμβάντα με αναφορές μέχρι το καλοκαίρι του 2021, καταλήγοντας όμως και πάλι ότι όσα είπε στην καθηγήτρια της είναι όλα ψέματα. Η ανησυχία της είναι το τί θα επακολουθήσει και ποιες συνέπειες θα έχει στην ίδια. Είναι χαρακτηριστικό θεωρούμε το πιο κάτω απόσπασμα της κατάθεσης της μάρτυρος που καταδεικνύει με τον πιο πασιφανή τρόπο τους φόβους και ανησυχίες της:
“Α. Όι. Άρα μιλούμε τώρα για τη SS το τι εσυνέβηκε στη SS. Αν της εσυνέβηκε κάτι η αστυνομία να τη βοηθήσει.
Μ. …
Α. Όι; Τότε γιατί αναστατώνεσαι γιατί κλαίεις υπάρχει λόγος;
Μ. Επειδή αν πάει τούτος φυλακή είπεν η μάμα ότι ούλλη της την ζωή εννα με κυνηγάει να με σκοτώσει.
Α. Οκ. Τούτον πότε σου το είπε;
Μ. Σήμερα.
Α. Σήμερα; γιαυτό ετσακωθήκετε που της είπες ότι εννα πάεις να πεις. Είπες της ότι εννα πάεις να μας πεις ότι εννά ρτεις να μας πεις τούτα που έγιναν; Τι της είπες ακριβώς;
Μ. Είπα σου τι της είπα.
Α. Οκ άρα φοβάσαι να πεις κάτι που έγινε;
Μ. Ναι.
Α. Γιατί εννά σχει συνέπειες; Σωστά εκατάλαβα;
Μ. Ναι.
Α. Άρα τούτα που μας είπες εν ήταν εντελώς η αλήθεια;
Μ. Όι εντελώς αλλά εν θέλω να πω τίποτε άλλο. Γιατί μετά εννα γίνουν σιρώτερα τα πράματα
Α. Ναι αλλά εν υπάρχει τρόπος να σε βοηθήσουμε αν δεν ξέρουμε τι έγινε.
Μ. Όμως αν πάει τούτος φυλακή είπα σου εννα με μισούν ούλλοι κανένας εν με πιστεύκει.
Α. Εν πρέπει να σε απασχολεί το τι εννα γίνει ο συγκεκριμένος. Τούτον εν κομμάτι που αφορά τη δικαιοσύνη που αφορά την αστυνομία. Το πρώτο μας μέλημα εμάς είναι να σε βοηθήσουμε εσένα να ξεφύγεις που τουν την κατάσταση που ζεις καθημερινά. Αν εσχει κάτι το οποίο σε ενοχλεί πραγματικά να παρέμβουμε να σε βοηθήσουμε να σταματήσει. Το επόμενο κομμάτι είναι η τιμωρία η δική του το οποίο δεν αφορά δε σε αφορά εσένα.
Μ. Ε τι εννα γίνει μαζί μου αν πάει τζείνος φυλακή; Η μάμα εννα με θκιώξει».
Εμφανής είναι και πάλι η ανησυχία της μάρτυρος προς το τέλος της λήψης της οπτικογραφημένης κατάθεσης της όταν ρωτήθηκε αν υπάρχει κάτι άλλο που θεωρεί σημαντικό για να το πει με την μάρτυρα να απαντά «Μ: Όι απλώς θέλω να ξέρω τωρά εννα πάμε σπίτι απλά; Τί εννά γίνει τωρά;». Η τελευταία της απάντηση καταρρίπτει και την εισήγηση της υπεράσπισης ότι η μάρτυρας γνώριζε ότι μετά την περάτωση της κατάθεσης της δεν θα επέστρεφε στο σπίτι της κάτι που σημαίνει ότι είπε όντως ψέματα στην κατάθεση της. Αν τον γνώριζε δεν θα υπήρχε λόγος να ρωτά αν θα πάει πίσω σπίτι. Δεν υπάρχει και μαρτυρία που να υποστηρίζει την θέση της υπεράσπισης. Το ότι της επεξηγήθηκε η διαδικασία, ως τέθηκε και πάλι από την υπεράσπιση, αφορούσε την διαδικασία λήψης της κατάθεσης και όχι κατά πόσο θα επέστρεφε στο σπίτι της. Αυτό προκύπτει και από το τί ανέφερε στην ΜΚ8 όταν η τελευταία την ξενάγησε στο Σπίτι του Παιδιού οπόταν και πάλι εξέφρασε τους φόβους και ανησυχίες της για το τι θα γινόταν μετά. Οι φόβοι της ΜΚ6 εκφράστηκαν και επαναλήφθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο και κατά το στάδιο της αντεξέτασης της αφού η έγνοια της ήταν η επιστροφή της στο σπίτι, η αντιμετώπιση που θα είχε από τη μητέρα της και ο φόβος εκδίωξης της. Είναι λοιπόν ξεκάθαρος ο λόγος για τον οποίο η παραπονούμενη με την κατάθεση της αναίρεσε τα όσα είπε στην ΜΚ1και αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από το φόβο. Δεν είναι λογικό σε κάθε περίπτωση να λέει ότι όσα είπε στην καθηγήτρια της είναι ψέματα και όμως να τα επαναλαμβάνει στην κατάθεση της λέγοντας και πάλι ότι είναι ψέματα. Το κατά πόσο το Δικαστήριο θα δεχθεί τη μαρτυρία εκείνη που συνάδει με την νέα για τον κατηγορούμενο ενοχοποιητική κατάθεση εξαρτάται από τα γεγονότα της υπόθεσης (βλ. Dejan v. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ.205/2017 ημερ.11/5/2022, Χαρίτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 225). Στην υπό κρίση περίπτωση δεν έχουμε κανένα ενδοιασμό να αποδεχθούμε ότι οι αναφορές της μάρτυρος ότι ήταν όλα ψέματα προέρχονταν από το φόβο που της δημιουργήθηκε για τις επιπτώσεις που θα είχε όταν θα επέστρεφε σπίτι της δεδομένων των απειλών και της επίθεσης που είχε δεχθεί από τη μητέρα της με αποτέλεσμα πρόκλησης και σωματικής βλάβης, το πρωινό της ημέρας που έδωσε την οπτικογραφημένη κατάθεση της τεκμήριο 6. Μετά και όταν έμαθε ότι τέθηκε υπό την προστασία των κοινωνικών υπηρεσιών προέβηκε στην κατάθεση της τεκμήριο 11, στις 28/2/2022, όπου παρέθεσε τα συμβάντα. Η ανησυχία και ο φόβος της για τυχόν συνέπειες εξέλιπε. Αποτέλεσε επίσης θέμα αμφισβήτησης της αξιοπιστίας της ΜΚ6 και η καθυστέρηση να πει στη μητέρα της για τη συμπεριφορά του κατηγορούμενου υπό την έννοια ότι είχε πολλές ευκαιρίες να το πράξει. Η αμφισβήτηση αυτή τέθηκε στο πλαίσιο κλονισμού της αξιοπιστίας της με βασικό υπόβαθρο ότι ουδέποτε ο κατηγορούμενος την κακοποίησε σεξουαλικά. Η μάρτυρας όχι μόνο εξήγησε ότι στην αρχή, λόγω ηλικίας δεν μπορούσε να κρίνει αν η συμπεριφορά του κατηγορούμενου ήταν μεμπτή ή όχι αλλά είχε σε μεταγενέστερο στάδιο αναφέρει στη μητέρα της τις ανησυχίες της για συμπεριφορά του κατηγορούμενου και ότι δεν της άρεσε αλλά δεν υπήρξε οποιαδήποτε ενέργεια εκ μέρους της παρά την υπόσχεση της να το πράξει. Εξήγησε επίσης ότι δεν ήθελε να καταστρέψει την οικογένεια έχοντας περάσει πολύ φτωχική και με στερήσεις παιδική ηλικία στη [ ]. Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι οι αναφορές της ΜΚ6 ότι είχε πολύ καλή σχέση με τη μητέρα της και μιλούσαν για πολλά θέματα και παρά ταύτα η τελευταία ουδέν έπραξε, δεν πλήττει την αξιοπιστία της μάρτυρος αφού η επικοινωνία μεταξύ μητέρας και κόρης δεν σημαίνει απαρέγκλιτα και ικανότητα της πρώτης να στηρίξει είτε έμπρακτα είτε συναισθηματικά τη δεύτερη, ως εξηγήθηκε και από την ΜΚ10. Σε κάθε περίπτωση τα όσα η ΜΚ6 ανέφερε επιβεβαιώθηκαν και με την μετέπειτα συμπεριφορά της μητέρας της αφού όχι μόνο δεν επέδειξε εμπιστοσύνη στην παραπονούμενη, όταν η τελευταία της ανέφερε για την συμπεριφορά του κατηγορούμενου, αλλά ακόμα και όταν η υπόθεση έφθασε στην αστυνομία την ώθησε να αναιρέσει τα περί σεξουαλικής κακοποίησης της, την απείλησε και βιαιοπράγησε εναντίον της. Δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι η ΜΚ6 παράθεσε τα γεγονότα και το τι συνέβηκε στην πραγματική τους διάσταση. Δεν προσπάθησε να αποκρύψει από το Δικαστήριο την αλήθεια με υπεκφυγές ή και προφάσεις. Ακόμα κι η θέση της υπεράσπισης ότι η παράλειψη έκθεσης λεπτομερειών κατά την περιγραφή των συμβάντων δεν αλλοιώνει την εξαιρετική εικόνα που η μάρτυρας δημιούργησε στο Δικαστήριο. Δεν πρέπει να διαφεύγει ότι τα περιστατικά που η ΜΚ6 ανέφερε καλύπτουν μια περίοδο από το 2014 όταν ήταν στην ηλικία των 8-9 ετών μέχρι και το 2021. Δεν αναμένεται να μπορεί να διακρίνει τα επιμέρους περιστατικά και τα οποία να αντιστοιχούν στην καθεμιά ξεχωριστά στις κατηγορίες που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει. Σε περίπτωση που τα περιστατικά είναι πολλά, όμοια και επαναλαμβανόμενα, όπως και στην υπό κρίση περίπτωση, και έχει παρέλθει και μεγάλο χρονικό διάστημα τότε δεν μπορεί να θυμάται και να περιγράψει όλα τα περιστατικά με το πρόβλημα να μεγαλώνει όταν το θύμα είναι παιδί ( βλ. Ν.Σ ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση 99/21 ημερ. 11/5/2022, ECLI:CY:AD:2022:B183, Γ.Ι. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ.44/2019, ημερ.18/9/2020). Η μαρτυρία της ΜΚ10 επί του σημείου και στην οποία θα αναφερθούμε πιο κάτω, είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική αφού είπε ότι η περιγραφή από παιδί ενός επαναλαμβανόμενου συμβάντος δημιουργεί σύγχυση όσον αφορά τις λεπτομέρειες. Οι αναφορές της παραπονούμενης για σεξουαλική κακοποίηση της αφορά μία περίοδο επτά και πλέον χρόνων με τα περιστατικά να λαμβάνουν χώρα καθόλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Τα όσα υπέστη η παραπονούμενη αναφέρονται στην κατάθεση της τεκμήριο 11 αλλά τέθηκαν και κατά την ένορκη μαρτυρία της ενώπιον του Δικαστηρίου. Εξιστορεί η μάρτυρας ότι από την αρχή ο κατηγορούμενος την άγγιζε στο στήθος και στα γεννητικά της όργανα πάνω από τα ρούχα και μετά κάτω από τα ρούχα και έβαζε και την ίδια να τον αγγίζει στο πέος του κάτι που συνέχιζε για όλη την διάρκεια όλων αυτών των χρόνων. Είπε περεταίρω ότι έβαζε το χέρι της κάτω από τα ρούχα του και της έλεγε «παίξε την». Είπε επίσης ότι έβαζε το πέος του πάνω στα γεννητικά όργανα της και το έτριβε. Η πιο πάνω συμπεριφορά του κατηγορούμενου γινόταν πιο συχνά όταν η ίδια ήταν πιο μικρή αλλά όταν μεγάλωσε και άρχισε να του αρνείται, γινόταν μια με δύο φορές το μήνα. Ήταν μια συνεχόμενη συμπεριφορά ως η μάρτυρας ανέφερε. Τίποτα από όσα προέταξε η υπεράσπιση κατά την αντεξέταση κατόρθωσε να πλήξει την αξιοπιστία της μάρτυρος. Ούτε τέλος και το περιεχόμενο του τεκμηρίου 32 όπου η παραπονούμενη προβαίνει σε ένα είδος θεάτρου για να καταδείξει την αγάπη της για την υποκριτική μπορεί να αποτελέσει στοιχείο ότι είπε ψέματα στο Δικαστήριο. Εξήγησε ότι η δημιουργία του τεκμηρίου 32 ήταν ένα αστείο προς τη μητέρα της.
Η μαρτυρία της ΜΚ6 παρέμεινε ακλόνητη την οποία και αποδεχόμαστε.
Θεωρούμε εδώ ορθό όπως επισημάνουμε ότι για σκοπούς απόδειξης αδικημάτων με βάση τον Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(Ι)/2014 και σύμφωνα με το άρθρο 21(1) δεν απαιτείται ενισχυτική μαρτυρία. Επιπρόσθετα, δυνάμει του άρθρου 9 του Περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ.9, ως έχει τροποποιηθεί δεν είναι απαραίτητη η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας της ένορκης ή ανώμοτης μαρτυρίας παιδιού ούτε και η αυτοπροειδοποίηση του Δικαστηρίου για κίνδυνο καταδίκης με μόνη την ένορκη ή ανώμοτη μαρτυρία παιδιού (βλ. Γ.Α. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφέσεις Αρ.61/20 και 64/20 ημερ. 14/7/2022). Στην παρούσα περίπτωση κατά την ημέρα που η παραπονούμενη κατέθετε ενώπιον του Δικαστηρίου είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας της με αποτέλεσμα να μην εμπίπτει στον ορισμό του παιδιού σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου όπου παιδί σημαίνει πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών. Σε κάθε περίπτωση όμως και σε σχέση με την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας η οποία θα μπορούσε, υπό κάποιες προϋποθέσεις, να επιρρώσει τη μαρτυρία της παραπονούμενης και έχοντας γνώση των αρχών της νομολογίας επί του θέματος όπως την ΣΣ και Άλλου v. Δημοκρατία, Ποιν. Έφ. 147/16, ημ. 20/11/19), ECLI:CY:AD:2019:B477, καταλήξαμε ότι δεν υπάρχει εδώ τέτοια μαρτυρία, που να έχει, με άλλα λόγια, ανεξάρτητη προέλευση από τη μαρτυρία της παραπονούμενης και να τείνει στο να καταλήξει ουσιωδώς πως διαπράχθηκαν τα αδικήματα που αποδίδονται στον κατηγορούμενο και στο ότι ο δράστης είναι αυτός. Αναφέρουμε εδώ αλλά και ως αυτοπροειδοποίηση, ότι στην κάθε αρμόζουσα περίπτωση, ένας κατηγορούμενος μπορεί να καταδικαστεί και χωρίς προγενέστερη αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας, (βλ. κατ’ αναλογίαν, ΜΚ v. Δημοκρατίας (2014) 2(A) ΑΑΔ 225, 241), έστω και αν τέτοια υπάρχει (βλ. κατ’ αναλογίαν, Neica v. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 527, 533), εκτός και αν το Δικαστήριο είναι αναγκασμένο να πράξει διαφορετικά στη βάση ρητής νομοθετικής διάταξης κάτι που δεν εφαρμόζεται στην παρούσα. Με την ίδια λογική, δεν είναι μεμπτό η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας, ακόμη και αν το Δικαστήριο είναι διατεθειμένο να καταδικάσει χωρίς αυτή, αφού η εν λόγω μαρτυρία μπορεί να ενδυναμώσει το ήδη αξιόπιστο της υπάρχουσας μαρτυρίας αλλά και την Δικαστική κρίση που βασίστηκε σε αυτή (βλ. κατ’ αναλογίαν, Brierley v. Αστυνομίας (2012) 2 ΑΑΔ 476, 492). Ούτε και η διαδικασία εξεύρεσης ενισχυτικής μαρτυρίας τεκμαίρει ύπαρξη υποβοσκουσών αμφιβολιών στη σκέψη του Δικαστηρίου ως προς την ενοχή ή την αθωότητα του εκάστοτε κατηγορουμένου (βλ. κατ’ αναλογίαν, Χρυσάνθου v. Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 221, 259).
Να επαναλάβουμε εδώ ότι η μαρτυρία της παραπονούμενης, παρά το νεαρό της ηλικίας της, αφού γεννήθηκε την 1/8/2005, χαρακτηρίζεται από συμπαγή ποιότητα και δυναμική, απορρέουσα και από μια πηγαία και ανεπιτήδευτη παράθεση των γεγονότων τα οποία μόνον η παραπονούμενη ήταν σε θέση και μπορούσε να αποδώσει λόγω της προσωπικής επίδικης της εμπειρίας. Αυτοπροειδοποιηθήκαμε σε ύψιστο βαθμό, με ένταση, αισθαντικότητα και περίσκεψη κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας της παραπονούμενης, κατανοώντας πως η κοινή λογική και πείρα δείχνουν ότι αδικήματα που συναρτώνται με γενετήσιες ορμές, αφορούν εν γένει σε περίπλοκες ανθρώπινες νοητικές διεργασίες και συμπεριφορές, με συνεπακόλουθο να επιβάλλεται η επίδειξη μέγιστης προσοχής στην κρίση της μαρτυρίας αυτής. Είχαμε συνεχώς κατά νουν και την έμφυτη αδυναμία και ροπή πολλών ανθρώπων στο ψεύδος, για λόγους που χάνονται στο ανθρώπινο ασυνείδητο, εξ ου και η Δικαστική θέληση για ανεύρεση ενισχυτικής μαρτυρίας στον βαθμό που εδώ εξετάζεται (βλ. κατ’ αναλογίαν, Μηνά ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 228/18, ημερ. 16/3/20, ECLI:CY:AD:2020:B102, ΣΠ ν. Αστυνομίας (2014) 2(Α) ΑΑΔ 468, 492). Αποφαινόμαστε ότι ως εκ της δύναμης, της ποιότητας, του εύρους και της πειστικότητας της μαρτυρίας της παραπονούμενης θα μπορούσαμε - και είμαστε διατεθειμένοι - να στηριχθούμε αποκλειστικώς στη μαρτυρία της δίχως ενισχυτική μαρτυρία και να καταδικάσουμε τον κατηγορούμενο σε περίπτωση βέβαια που αποδειχθούν τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων. (βλ. κατ’ αναλογίαν, Mazid v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 215/16, ημερ. 30/4/20, ECLI:CY:AD:2020:B135, ΟΟ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 337/18, ημερ. 20/1/20, ECLI:CY:AD:2020:B23, ΣΘΠ v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2005) 2 ΑΑΔ 604, 618).
O MK7 Λοχίας 774 Παντελής Αβρααμίδης κρίνεται ως αντικειμενικός μάρτυρας που παρέθεσε τις ενέργειες του σε σχέση με τη διερεύνηση της υπόθεσης αφού κατά τον κρίσιμο χρόνο υπηρετούσε στον κλάδο διερεύνησης αδικημάτων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων. Δεν προέκυψε οτιδήποτε κατά το στάδιο της αντεξέτασης που θα οδηγούσε το Δικαστήριο σε κατάληξη αναξιοπιστίας του εν λόγω μάρτυρα. Σε κάθε περίπτωση δεν είχε άμεση ανάμειξη στη λήψη των καταθέσεων από τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Οι ενέργειες του καταγράφονται στα ημερολόγια ενεργείας τεκμήρια 33-35 και ως ο ίδιος εξήγησε χρεώθηκε το ημερολόγιο για να διορίσει ανακριτή για διερεύνηση της υπόθεσης. Είχε όμως επικοινωνήσει με διάφορα πρόσωπα σε σχέση με την υπόθεση, πλην όμως αυτά αρνήθηκαν να δώσουν σχετική κατάθεση.
Η εμπλοκή και οι ενέργειες της Αστυφύλακος 303 Στέλλας Πιτσιλλίδου, ΜΚ8, καταγράφονται στην κατάθεση της τεκμήριο 36. Αναφέρει ότι κατά τον Φεβρουάριο του 2022 υπηρετούσε στο Αρχηγείο Αστυνομίας στον κλάδο διερεύνησης σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων και είχε εκπαιδευτεί στη λήψη οπτικογραφημένων καταθέσεων από ευάλωτους και ανήλικους μάρτυρες. Εκτέλεσε χρέη φωτογράφου και έλαβε τις φωτογραφίες τεκμήριο 23, κατά την ιατροδικαστική εξέταση αφού προηγουμένως εξήγησε στην παραπονούμενη τη διαδικασία που θα ακολουθούσε. Στις 28/2/2022 έλαβε συμπληρωματική οπτικογραφημένη κατάθεση από την παραπονούμενη, στις 3/3/2022 γραπτή κατάθεση από την Νατάσα Παπαμάρκου και στις 4/3/2022 ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο με τη βοήθεια διερμηνέα. Στις 7/3/2022 έλαβε κατάθεση από την λειτουργό Σοφία Ρώσσου. Είπε τέλος ότι ο κατηγορούμενος είχε προβεί σε μία δήλωση στο τέλος της κατάθεσης του και οι ισχυρισμοί του διερευνήθηκαν από τον ανακριτή της υπόθεσης. Δεν προέκυψε οτιδήποτε που θα κλόνιζε την πολύ καλή εντύπωση που η ΜΚ8 δημιούργησε στο Δικαστήριο αφού απαντούσε με αμεσότητα και σαφήνεια παραθέτοντας τις δικές της ενέργειες.
Αποδεχόμαστε την μαρτυρία της ΜΚ8.
Ειλικρινής και αντικειμενική μάρτυρας κρίνεται και η Νατάσα Παπαμάρκου, ΜΚ9, κλινική ψυχολόγος στο Σπίτι του Παιδιού. Οι ενέργειες της καταγράφονται στην κατάθεση της τεκμήριο 46 χωρίς ουσιαστικά η αξιοπιστία της να αποτελέσει αντικείμενο της αντεξέτασης της από την πλευρά της υπεράσπισης. Οι ερωτήσεις που της τέθηκαν ήταν καθαρά διευκρινιστικές. Αναφέρθηκε από την μάρτυρα ότι στις 27/2/2022 ξενάγησε την ανήλικη στις εγκαταστάσεις του Σπιτιού του Παιδιού μέχρι η αστυνομία να λάβει τις συγκαταθέσεις που χρειάζονταν για τη λήψη της κατάθεσης της. Ανέφερε περαιτέρω ότι η ανήλικη κατά το χρόνο που ήταν μαζί της ήταν πολύ ανήσυχη και την ρωτούσε συνέχεια αν η μητέρα της και ο πατριός της θα πήγαιναν φυλακή. Πρόσθεσε ότι ήταν φοβισμένη και έκλαιγε και της είπε ότι θα πει ότι ήταν ψέματα όλα. Την ρωτούσε συνέχεια αν θα άκουγε η μητέρα της αυτά που θα έλεγε στην κατάθεση της με την μάρτυρα να τη διαβεβαιώνει ότι η μητέρα της δεν θα ήταν εκεί. Κατά το χρόνο που η αστυνομικός της εξηγούσε τη διαδικασία της εξέτασης η παραπονούμενη ήταν ανήσυχη και ρωτούσε πάλι αν θα ερχόταν η μητέρα της, τι θα γίνονταν τα αδέλφια της και αν η μητέρα της και ο πατριός της θα πήγαιναν φυλακή. Ήταν η ΜΚ8 που την μετέφερε από την Λευκωσία στο σπίτι της ώστε να παραλάβει τα ρούχα της και προσωπικά της αντικείμενα και στη συνέχεια την μετέφερε σε φιλικό σπίτι όπου θα την φιλοξενούσαν. Κατά τη διαδρομή η παραπονούμενη της ανέφερε για την επίθεση και τις απειλές που είχε δεχθεί από την μητέρα της. Της είπε περαιτέρω ότι τα όσα είπε στην καθηγήτρια της είναι αλήθεια και ο λόγος που δεν τα είπε στην κατάθεση της ήταν γιατί φοβόταν τις συνέπειες που θα είχε η ίδια από την μητέρα της αλλά και για το μέλλον των δύο αδελφών της. Κατά τη διαδρομή από τη Λάρνακα στην Αθηένου όπου θα φιλοξενείτο, η παραπονούμενη της εξέφρασε την επιθυμία να δώσει άλλη κατάθεση για να πει όλα όσα της είχαν συμβεί.
Αποδεχόμαστε την μαρτυρία της ΜΚ9.
Η Έλενα Χατζηθωμά, ΜΚ10, κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας για να καταθέσει σε σχέση με τα ευρήματα της μετά από ψυχολογική αξιολόγηση της παραπονούμενης SS, ΜΚ6.
Είναι νομολογημένο, ο πραγματογνώμονας θα πρέπει να παρουσιάσει αιτιολογημένα, αντικειμενικά και αμερόληπτα τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια έτσι ώστε να δώσουν την δυνατότητα στο Δικαστήριο να κρίνει την ακρίβεια των επίδικων συμπερασμάτων του για να διαμορφώσει την δική του ανεξάρτητη άποψη με την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών στα γεγονότα της υπόθεσης (βλ. Σαρρής v. Καλλέγιας κ.ά. (2011) 1Β Α.Α.Δ. 958, Πιττάλης κ.ά. v. Ianira Enterprises Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 814). Είναι επίσης νομολογημένο ότι η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων δεν δεσμεύει αλλά απλώς βοηθά το Δικαστήριο το οποίο δικαιούται να διαφοροποιήσει τη θέση του και να μη δεχθεί τη μαρτυρία ενός εμπειρογνώμονα, νοουμένου ότι υπάρχουν οι συνθήκες εκείνες που να δικαιολογούν τέτοια κατάληξη (βλ.Muskita Aluminium Industries Ltd κ.ά. v. Alsako Aluminium Ltd κ.ά. (2009) 1Β ΑΑΔ 1481). Να τονίσουμε τέλος εδώ ότι η μαρτυρία ψυχολόγου όταν προσφέρεται με σκοπό να επεξηγηθούν επιστημονικά, πέραν της κοινής γνώσης και εμπειρίας, τα χαρακτηριστικά και ο τρόπος αντίδρασης και συμπεριφοράς μίας κατηγορίας ανθρώπων, ιδιαίτερα μικρών παιδιών, τότε μπορεί να γίνει αποδεκτή, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι επιτρέπεται να εκτραπεί σε σχολιασμό ή τοποθέτηση για την αξιοπιστία συγκεκριμένου μάρτυρα (βλ. Ομήρου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ. 91/2017 ημερομ. 2/5/2018), ECLI:CY:AD:2018:B214.
Η ΜΚ10 κατέθεσε βιογραφικό σημείωμα της, τεκμήριο 48, που έγινε δεκτό για την αλήθεια του περιεχομένου του, όπου καταγράφονται η εκπαίδευση και μετεκπαίδευση της, σεμινάρια που παρακολούθησε ως επίσης και η εργασιακή εμπειρία της με τελευταία θέση της να είναι, από τον Μάϊο του 2018 μέχρι και σήμερα, αυτή της κλινικής ψυχολόγου στο Σπίτι του Παιδιού. Μία εκ των αρμοδιοτήτων της να είναι η διεκπεραίωση ψυχολογικής αξιολόγησης ανήλικων θυμάτων πιθανής σεξουαλικής κακοποίησης. Δεν θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε το περιεχόμενο του τεκμηρίου 48 το οποίο δεν αμφισβητήθηκε σε κάθε περίπτωση αλλά ούτε και η μάρτυρας αντεξετάστηκε από πλευράς υπεράσπισης επί των προσόντων της. Με τα όσα όμως τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, η ΜΚ10 κρίνεται ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας για το σκοπό για τον οποίο κλήθηκε και που αφορά την ψυχολογική αξιολόγηση της παραπονούμενης.
Η εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε την έκθεση που ετοίμασε, τεκμήριο 50, όπου περιγράφει τη διαδικασία που ακολούθησε μετά τη λήψη συγκατάθεσης από την κοινωνική λειτουργό αφού συγκατάθεση από την μητέρα της ανήλικης δεν μπορούσε να ληφθεί λόγω της ανάμιξης της στην υπόθεση αλλά και διότι τελούσε υπό κράτηση για σκοπούς διερεύνησης. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η ΜΚ10, ως αναφέρει και στην έκθεση της τεκμήριο 50, να μην ήταν δυνατόν να έχει το ατομικό, αναπτυξιακό και οικογενειακό ιστορικό της ανήλικης. Συμπλήρωσε ότι το ιστορικό είναι σημαντικό όταν γίνεται ψυχολογική αξιολόγηση και κύριοι πληροφοριοδότες σε ανήλικους, νηπιακής και παιδικής ηλικίας είναι οι γονείς ενώ σε έφηβους το ιστορικό λαμβάνεται από τους ίδιους. Δεν μπορούσε να έχει το ιστορικό από άλλη πηγή δια το λόγο ότι η ανήλικη είχε απομακρυνθεί και είχε ενταχθεί σε ανάδοχη οικογένεια. Τον μόνο που θα μπορούσε να δει ήταν τον μεγάλο αδελφό της αλλά οι σχέσεις τους μετά την αποκάλυψη δεν ήταν καλές. Εξήγησε περαιτέρω ότι ο τρόπος αξιολόγησης έγινε με κλινική συνέντευξη και δεν ήταν αναγκαίο στην περίπτωση της παραπονουμένης να χρησιμοποιηθούν άλλα ψυχομετρικά εργαλεία. Παραθέτει με λεπτομέρεια τα κλινικά ευρήματα της αξιολόγησης της με αναφορές στα όσα της λέχθηκαν από την παραπονούμενη τόσο για τις σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας και τον ρόλο του ενήλικα που αναλάμβανε για την καθαριότητα του σπιτιού και το μαγείρεμα, πολλές φορές κάτω από απειλές και εκφοβισμό από τον πατριό της και κάποιες φορές από τον μεγαλύτερο αδελφό της. Καταγράφεται στην έκθεση η δυσκολία της παραπονούμενης να αναφερθεί στα καταγγελθέντα περιστατικά αποφεύγοντας να προβεί σε λεπτομέρειες, ενώ κατά τις αναφορές της παρουσίαζε έκδηλη αναστάτωση και ήταν φορτισμένη χωρίς αυτό να συνδέεται με το αν η μνήμη, η σκέψη ή η αντίληψη ήταν καλή. Εξήγησε επίσης ότι η μη αντίληψη των περιστατικών ως παραβίαση, έχει να κάνει με το αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται το παιδί αλλά και βιβλιογραφικά έχει φανεί ότι όσο πιο οικείο άτομο είναι ο θύτης τόσο πιο δύσκολη γίνεται η αποκάλυψη και αυτό έχει να κάνει με την ιδιαίτερη σχέση που έχουν μεταξύ τους, ιδιαίτερα όταν αυτό το άτομο είναι φροντιστής του είτε κηδεμόνας του. Εξήγησε επίσης ότι σε σχέση με επαναλαμβανόμενη σεξουαλική κακοποίηση ότι βιβλιογραφικά όταν ζητείται από ένα παιδί να περιγράψει ένα μεμονωμένο περιστατικό μπορεί να το περιγράψει με περισσότερη ακρίβεια και λεπτομέρεια. Όταν όμως ζητείται η περιγραφή το ίδιο συμβάν που είναι επαναλαμβανόμενο τότε υπάρχει μια σύγχυση να δώσουν λεπτομέρειες για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Καταγράφονται περιστατικά κακοποίησης που αναφέρθηκαν στην ΜΚ10 και την κλιμάκωση που είχαν αλλά και τις αντιδράσεις που είχε η ανήλικη στις πράξεις του κατηγορούμενου όταν άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι αυτό που συνέβαινε δεν ήταν αποδεκτό. Καταγράφονται επίσης τα προβλήματα που δημιούργησε στην παραπονούμενη αυτή η συμπεριφορά όπως εφιάλτες, δυσκολίες συγκέντρωσης και ύπνου, υπερεπαγρύπνηση και σκέψεις και κλάμα πολλά βράδια ότι θα υποστεί την ίδια συμπεριφορά. Η κλινική διάγνωση της ΜΚ10 ήταν επηρεασμός της ψυχικής υγείας της παραπονούμενης και η δημιουργία διαταραχής μετατραυματικού στρες που φαίνεται ότι προκάλεσε κλινικά σημαντική ενόχληση και έκπτωση στην κοινωνική, σχολική και άλλες περιοχές της λειτουργικότητας της. Εξηγώντας την διαταραχή είπε ότι έχει να κάνει με αντιδράσεις που εκδηλώνονται στο άτομο αφού εκτεθεί ή βιώσει ένα τραυματικό γεγονός το οποίο μπορεί να απειλεί είτε τη δική του σωματική ακεραιότητα είτε των άλλων γύρω του. Ανέφερε επίσης ότι κατά την διάρκεια της συνέντευξης δεν
θα μπουν στην διαδικασία να κρίνουν αν το παιδί λέει την αλήθεια ή όχι αλλά παρατηρούν το συναίσθημα τη στιγμή που περιγράφει ένα γεγονός αν δηλαδή υπάρχει σταθερότητα ή αστάθεια αφού ένα παιδί που λέει μια ιστορία που έχει βιώσει θα την πει διαφορετικά από κάποιο που μπορεί να την έχει δει ή ακούσει. Ίδια ήταν η απάντηση της μάρτυρος όταν της τέθηκε ότι αν κάποιος έχει συμφέρον μπορεί να υπερβάλλει ή να προσποιηθεί. Πρόσθεσε επίσης ότι η μη από το θύμα αναφορά σε λεπτομέρειες των περιστατικών δεν επηρεάζει την αξιολόγηση καθότι αντικείμενο της αξιολόγησης είναι η ψυχική κατάσταση του παιδιού και με τη δημιουργία του Σπιτιού του Παιδιού, το παιδί δεν χρειάζεται πλέον να εξιστορεί την ιστορία του συνεχώς προς αποφυγή πιθανού επανατραυματισμού του, οπόταν και στην αξιολόγηση δεν ζητούν από τα παιδιά να τους πουν τα γεγονότα εκτός και αν το επιθυμούν τα ίδια. Αποτέλεσε θέμα της αντεξέτασης της ΜΚ10 και προσβολής της ικανότητας της να αξιολογήσει αν κάποιος είναι ειλικρινής στις απαντήσεις του, το περιεχόμενο του βίντεο τεκμήριο 32. Προέβαλε η υπεράσπιση ότι αν και η παραπονούμενη δέχθηκε ότι έπαιζε θέατρο εν τούτοις η ΜΚ10 μετά που παρακολούθησε το εν λόγω περιεχόμενο είπε ότι φαινόταν να είναι φορτισμένη συναισθηματικά και να κλαίει. Θεωρούμε ότι η θέση αυτή δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για να κριθεί αναξιόπιστη η ΜΚ10 έχοντας κατά νουν ότι προβλήθηκε ένα βίντεο κάποιων δευτερολέπτων με την μάρτυρα να εκφράζει την άποψη της για το εν λόγω περιεχόμενο χωρίς προηγουμένως να συνομιλήσει με το φερόμενο στο βίντεο θύμα ακολουθώντας τη διαδικασία και μέθοδο για να εξαγάγει επιστημονικά τα συμπεράσματα της. Αναφερόμενη στη σχέση της ανήλικης με τη μητέρα της είπε ότι αυτή ήταν ελλειμματική και φαίνεται να μην υπήρχε η απαραίτητη συναισθηματική εγγύτητα, με την μητέρα να μην είναι σε θέση να καλύψει τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού χωρίς αυτό κατ’ ανάγκη να σημαίνει ότι δεν υπάρχει επικοινωνία. Επικοινωνία είναι δυνατόν να υπάρχει αλλά να μην είναι ποιοτική. Ένας παράγοντας για τις απόμακρες σχέσεις τους ήταν και ο μειωμένος χρόνος της μητέρας λόγω εργασίας. Εξηγώντας τη μη αποκάλυψη των γεγονότων στην μητέρα της νωρίτερα είπε ότι αποτρεπτικοί παράγοντες είναι το αίσθημα ντροπής και συνενοχής, η ιδιαίτερη σχέση με τον πατριό της αλλά και η ύπαρξη κάποιας εκφοβιστικής στάσης του πατριού ως προς τα χρήματα κάτι που φόβιζε περισσότερο την ανήλικη ότι θα διαλυόταν η οικογένεια της. Η ΜΚ10 παρέθεσε τα συμπεράσματα της μετά από την επιστημονικά ενδεδειγμένη διαδικασία που ακολούθησε.
Η μαρτυρία της ΜΚ10 γίνεται αποδεκτή.
Η εντύπωση τώρα που αποκομίσαμε από την όλη παρουσία του κατηγορούμενου στο εδώλιο του μάρτυρα δεν ήταν καθόλου καλή. Ήταν εμφανής η προσπάθεια του να πείσει για την εκδοχή του, ότι δηλαδή ουδέποτε προέβηκε στις άνομες πράξεις που του προσάπτουν, πλην όμως η προσπάθεια του αυτή προσκρούει στην μη ύπαρξη λογικής αλλά και της αναλήθειας των ίδιων των λεχθέντων του. Σε αρκετές περιπτώσεις απέφευγε να απαντήσει ευθέως στις ερωτήσεις που του υποβάλλονταν είτε υπεκφεύγοντας είτε απαντώντας με τρόπο που θεωρούσε ότι θα βοηθούσε την υπόθεση του. Δεν προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια αλλά για να παρουσιάσει τον εαυτό του ως άτομο που συμπεριφερόταν στα παιδιά της συζύγου του με πατρική στοργή και βοηθώντας τα όποτε τον χρειάζονταν. Κάθε άλλο παρά τέτοια ήταν η περίπτωση. Καταρχάς θα πρέπει να πρέπει να θέσουμε το πλέγμα κάτω από το οποίο ο κατηγορούμενος παντρεύτηκε την μητέρα της παραπονούμενης και που θεωρούμε ότι πλήττει την πατρική και στοργική μορφή που θέλησε να παρουσιάσει. Δέχθηκε ο ίδιος ότι ήρθε στην Κύπρο αρχικά ως φοιτητής τον Οκτώβριο του 2011 και κάθε χρόνο έπρεπε να ανανεώνει την άδεια παραμονής του. Το 2012 συνελήφθηκε για παράνομη εργοδότηση με αποτέλεσμα η άδεια παραμονής του να ακυρωθεί και έτσι υπέβαλε αίτηση για άσυλο, αίτηση που απορρίφθηκε 28/3/2014 και ο κατηγορούμενος θα έπρεπε να εγκαταλείψει την Κύπρο. Την σύζυγο του την γνώρισε το 2012 και επικοινωνούσαν μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αφού η τελευταία καταγόταν από και διέμενε στη [ ]. Τον Φεβρουάριο του 2014 η σύζυγος του ήρθε στην Κύπρο και τον Μάϊο του ίδιου έτους παντρεύτηκαν. Τον Φεβρουάριο του 2014 είχε για πρώτη φορά γνωρίσει τα παιδιά της συζύγου του. Να υπενθυμίσουμε ότι κάποια από τα αδικήματα που του αποδίδονται αφορούν το έτος 2014. Το όλο ιστορικό της γνωριμίας του με την μητέρα της παραπονούμενης και ο γάμος του μαζί της κάτω από το πλαίσιο του καθεστώτος παραμονής του κατηγορούμενου στην Κύπρο και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα κάθε άλλο παρά μπορεί να του προσδώσει την πατρική μορφή που ο ίδιος ήθελε να αποδώσει στον εαυτό του. Παραθέτουμε αυτό το στοιχείο βέβαια όχι για να καταδείξουμε οτιδήποτε άλλο πέραν του ότι τα όσα ανέφερε περί πατρικής συμπεριφοράς προς αυτά δεν υποστηρίζεται από τα εν λόγω στοιχεία και το χρονικό πλαίσιο που αναπτύχθηκε. Αποτέλεσε άξονα της εκδοχής του κατηγορούμενου ότι ουδέποτε έμεινε μόνος του με την παραπονούμενη στο σπίτι που διέμεναν. Όταν του υποβλήθηκε η θέση ότι δεν είναι δυνατόν για 7 χρόνια να διαμένει στο ίδιο σπίτι με την παραπονούμενη και ουδέποτε να έχουν μείνει μόνο οι δυο τους στο σπίτι, επέμενε στη θέση του. Αντικειμενικά κρινόμενη η προβαλλόμενη θέση, θεωρούμε ότι είναι εκτός λογικής και πραγματικότητας. Δεν είναι δυνατόν για 7 συνολικά χρόνια που διέμεναν στην οικογενειακή εστία να μην έτυχε ούτε μία φορά να μείνει μόνος στο σπίτι με την παραπονούμενη. Εντύπωση μάλιστα προκαλεί ότι το δεδομένο αυτό το θυμάται με απόλυτη βεβαιότητα. Ο λόγος επιμονής επί της θέσεως του αυτής δεν είναι άλλος από το να πείσει ότι εφόσον ουδέποτε έμεινε μόνος στο σπίτι μαζί της τα όσα η παραπονούμενη του προσάπτει είναι ψέματα. Η πραγματικότητα όμως είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Η προσπάθεια του αυτή προκύπτει με ξεκάθαρο τρόπο και από την κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία τεκμήριο 39 (μετάφραση της στα Ελληνικά τεκμήριο 41). Ενώ, ως ήταν βέβαια δικαίωμα του, όταν του τίθονταν ερωτήσεις επιθυμούσε να τηρήσει το δικαίωμα της σιωπής, στην τελευταία ερώτηση και όταν ρωτήθηκε αν είχε να πει κάτι άλλο για την υπόθεση, προέβηκε σε μία εν τινί τρόπο δήλωση όπου αναφέρει ότι στο σπίτι διέμεναν κατά καιρούς και συγγενικά ή και φιλικά τους πρόσωπα, ή και ότι λόγω εργασίας δεν ήταν δυνατόν να μείνει μόνος του με την παραπονούμενη ή και ότι δεν το επιζητούσε να μείνει μόνος μαζί της. Τα όσα ανέφερε δεν αποτελούν οτιδήποτε άλλο παρά μέρος της προσπάθειας και των επιχειρημάτων του ότι ουδέποτε έμεινε μόνος του με την παραπονούμενη. Τέθηκε στον μάρτυρα και το θέμα του χρόνου που επέλεξε να μεταβεί στη [ ] με τη σύζυγο του και τα δύο παιδιά της αφού υπήρχε καταγγελία εναντίον του. Είναι δεδομένο ότι η καταγγελία εναντίον του έγινε στις 25/2/2022 και ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας την 1/3/2022. Αρχικά ο κατηγορούμενος είπε ότι γνώριζε το γεγονός της καταγγελίας και την ημερομηνία που αυτή έγινε. Αντεξεταζόμενος είπε ότι δεν το γνώριζε. Μετά είπε και πάλι ότι το γνώριζε. Σε ερώτηση της συνηγόρου για την κατηγορούσα αρχή για το λόγο που θα έφευγε την 1/3/2022 ανέφερε ότι ήταν η σύζυγος του που έκλεισε το εισιτήριο επιρρίπτοντας την ευθύνη της απόφασης και ενέργειας αυτής στη σύζυγο του. Στη συνέχεια είπε ότι ο ίδιος είχε εισιτήριο επιστροφής και είπε στη σύζυγο του ότι ήθελε να επιστρέψει. Αυτό που προκύπτει με σαφήνεια είναι ότι ενώ εκκρεμούσε καταγγελία εναντίον του επέλεξε να φύγει στο εξωτερικό γνωρίζοντας και ο ίδιος προσωπικά για το κλείσιμο των εισιτηρίων του ταξιδιού. Δεν τους απασχόλησε μάλιστα το γεγονός ότι το μικρότερο από τα παιδιά θα έχανε από το σχολείο του αλλά ούτε και ο ίδιος όπως ανέφερε ενημέρωσε τον εργοδότη του. Ερωτήθηκε ο κατηγορούμενος για το λόγο που θα πήγαινε στο εξωτερικό. Η απάντηση που έδωσε δεν αφορούσε την ερώτηση. Είπε συγκεκριμένα «Ε. Για ποιο λόγο βρεθήκατε στο αεροδρόμιο 1/3/2022; A. Πήγαινα στη [ ] με τη σύζυγο μου. Ε. Για ποιο λόγο; A. Και με τα παιδιά μου». Με υπεκφυγές απαντούσε και σε σειρά ερωτήσεων που του τέθηκαν όπως «Ε. Έτυχε ποτέ να συναντήσετε την SS στο σπίτι; Α. Ναι ήταν στο σπίτι. Ε. Συναντηθήκατε λέω στον διάδρομο, στην κουζίνα , κάπου; Α. Ήταν πάντα στο σπίτι».
Η μαρτυρία του κατηγορούμενου απορρίπτεται ως παντελώς αναξιόπιστη.
Μη αποδεκτή είναι και η μαρτυρία του ΜΥ1 BB, μικρού αδελφού της παραπονούμενης. Ήταν ξεκάθαρο ότι κλήθηκε από τον κατηγορούμενο για να καταθέσει με μοναδικό σκοπό να βοηθήσει την υπόθεση του. Καταρχάς να πούμε ότι όταν ρωτήθηκε κατά το στάδιο διερεύνησης της υπόθεσης αν ήθελε να δώσει κατάθεση απάντησε αρνητικά. Εξέφρασε όμως την επιθυμία να απαντήσει σε ερωτήσεις. Όταν ρωτήθηκε αν γνώριζε κάτι για την καταγγελία της αδελφής του απάντησε και πάλι αρνητικά. Εμφανιζόμενος όμως στο Δικαστήριο διαφοροποιήθηκε πλήρως λέγοντας ότι τα όσα η παραπονούμενη είπε δεν είναι αλήθεια. Το συμπέρασμα του αυτό το βάσισε στο γεγονός ότι ήταν σίγουρος ότι για το χρονικό διάστημα που αφορούν τα αδικήματα ουδέποτε η παραπονούμενη έμεινε μόνη της στο σπίτι με τον κατηγορούμενο αφού ήταν πάντα και συνέχεια μαζί της. Αυτή η θέση από μόνη της είναι εξωπραγματική. Για να πείσει για του λόγου το αληθές είπε ότι στο σχολείο πήγαιναν μαζί, ύστερα στο σπίτι έπαιζαν μαζί ακόμα και με φίλους του ή φίλες της. Όταν ρωτήθηκε αν πήγαινε μαζί της και στην τουαλέτα απάντησε αρνητικά για να συμπληρώσει όμως ότι από το δωμάτιο τους έβλεπε την τουαλέτα, για να πείσει ότι δεν θα μπορούσε να ήταν ποτέ μόνη της με τον παραπονούμενο. Ήταν βέβαιος ότι ουδέποτε έπαιζε με το κινητό του στο δωμάτιο της μητέρας του και πάλι για να πείσει για τη θέση του. Όταν του τέθηκε «Ε. Είσαι σίγουρος. Θυμάσαι 7 χρόνια δεν έτυχε ποτέ;» τότε αναδιπλώθηκε κάπως απαντώντας «Α. Μπορεί μια μέρα στα 7 χρόνια.». Επί της ίδιας γραμμής απάντησε και σε σχέση με το αν ο κατηγορούμενος πήγαινε να παραλάβει την παραπονούμενη από τα μαθήματα πιάνου. «Ε. Έτυχε να πάει ποτέ ο κατηγορούμενος να την πιάσει από το πιάνο ή δεν θυμάσαι; Α. Δεν νομίζω, όχι. Ε. Δεν νομίζεις ή δεν θυμάσαι; Α. Δεν νομίζω, δεν θυμούμαι κάθε φορά που πήγαινε αλλά δεν νομίζω.». Ο μάρτυρας αυτός βέβαια προχώρησε και ένα βήμα παραπέρα, αφού είπε ότι ουδέποτε ο κατηγορούμενος έμεινε μόνος μαζί τους αλλά ήταν πάντα και η μητέρα τους. Ο κατηγορούμενος όμως καταθέτοντας ενόρκως αναφέρθηκε σε περιπτώσεις που η μητέρα των παιδιών δεν ήταν στο σπίτι και ήταν αυτός μαζί τους. Απόλυτος ήταν και στο ότι ουδέποτε στα επτά χρόνια αρρώστησε και να μείνει σπίτι. Και αυτή η θέση θεωρούμε ότι κινείται εκτός πραγματικότητας και προβλήθηκε, όπως και οι υπόλοιπες, στην προσπάθεια του ΜΥ1 να υποστηρίξει και να βοηθήσει την υπόθεση του κατηγορούμενου.
Έχοντας υπόψιν το σύνολο της μαρτυρίας, δεδομένης και της αξιολόγησης της καταλήγουμε στα κάτωθι ευρήματα:
Η παραπονούμενη SS γεννήθηκε την 1/8/2005 και μητέρα της είναι η ΜΜ. Έχει ακόμα δύο αδέλφια. Ο κατηγορούμενος ήρθε στην Κύπρο το 2011 υπό το καθεστώς φοιτητή με την υποχρέωση να ανανεώνει την άδεια παραμονής του κάθε χρόνο. Το 2012 η άδεια παραμονής του ακυρώθηκε και υπέβαλε αίτηση ασύλου η οποία απορρίφθηκε στις 28/3/2014. Η ΜΜ ήρθε στην Κύπρο το 2014 και τον Μάϊο του 2014 παντρεύτηκε τον κατηγορούμενο οπόταν και ο τελευταίος γνώρισε τα τρία παιδιά της που είχε αποκτήσει από προηγούμενο γάμο και σχέση που είχε. Αρχικά διέμειναν σε οικία κοντά στην παραλία της Λάρνακας για δύο μήνες και στη συνέχεια μετακόμισαν σε διαμέρισμα στην περιοχή Δροσιάς. Σε κατοπινό στάδιο μετακόμισαν σε διαμέρισμα στην οδό [ ] στις [ ] Λάρνακας. Στις 25/2/2022, η SS και ενώ βρισκόταν στο σχολείο όπου φοιτούσε αποκάλυψε στην καθηγήτρια της των Αγγλικών EE ΜΚ1, ότι δεχόταν σεξουαλική κακοποίηση από τον πατριό της ο οποίος την άγγιζε στο στήθος και στα γεννητικά όργανα. Το ότι παρενοχλείτο σεξουαλικά από τον πατριό της η παραπονούμενη το ανέφερε στον LL ΜΚ4 αλλά και στη φίλη της QQ MK5. Στις 25/2/2022 η ΜΚ1 τηλεφώνησε στην τηλεφωνική γραμμή 8442 και ανέφερε ότι η παραπονούμενη της εκμυστηρεύτηκε ότι κακοποιείται σεξουαλικά από τον συμβίο της μητέρας της. Στις 27/2/2022 λήφθηκε στο ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο στο Σπίτι του Παιδιού στη Λευκωσία, οπτικογραφημένη κατάθεση από την παραπονούμενη. Πριν τη μετάβαση της στη Λευκωσία, η παραπονούμενη στην οικία όπου διέμενε, δέχθηκε απειλές και επίθεση από την μητέρα της η οποία της επέφερε και σωματικές βλάβες. Στις 28/2/2022 λήφθηκε στον ίδιο χώρο νέα οπτικογραφημένη κατάθεση από την παραπονούμενη. Στις 28/2/2022, μετά από την καταχώριση της μονομερούς αιτήσεως με αριθμό [ ] εξασφαλίστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας διάταγμα απομάκρυνσης της παραπονούμενης από την οικογενειακή εστία στην οδό [ ], Διαμ.[ ] στις [ ] Λάρνακας. Την ίδια ημέρα δηλαδή 28/2/2022 εναντίον του κατηγορούμενου εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης και την 1/3/2022 συνελήφθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας με σκοπό, μαζί με τη σύζυγο του και τα δύο παιδιά της, να αναχωρήσει για Αθήνα και ακολούθως για [ ]. Το όνομα του ήταν τοποθετημένο στο ευρετήριο stop-list. Στις 2/3/2022 σε ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου, λήφθηκαν οπτικογραφημένες καταθέσεις από τους LL ΜΚ4 και την QQ MK5.
Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω ευρήματα όσο και την υπόλοιπη αποδεκτή μαρτυρία θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε αν η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της εναντίον του κατηγορούμενου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Έχουμε αναφέρει προηγουμένως ότι 20 εκ των κατηγοριών που ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει να αφορούν αδικήματα κατά παράβαση του Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(Ι)/2014 (κατηγορίες 3-8 και 27-40) ενώ άλλες τρεις κατηγορίες αφορούν αδικήματα κατά παράβαση του Περί Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασία Θυμάτων Νόμου 87(Ι)2007 (κατηγορίες 24 -26). Ο λόγος είναι διότι τα αδικήματα που αποδίδονται στον κατηγορούμενο και αναφέρονται στις κατηγορίες 24-26 φέρονται να διαπράχθηκαν κατά την χρονική περίοδο από 1/1/2014 μέχρι 3/7/2014 περίοδος κατά την οποία σε ισχύ ήταν ο Νόμος 87(Ι)/2007 πριν καταργηθεί με την θέσπιση και δημοσίευση του Νόμου 91(Ι)/2014 στις 4/7/2014.
Θεωρούμε σκόπιμο να εξετάσουμε πρώτα τις κατηγορίες 3-8 και 27-40 που έχουν σαν νομικό υπόβαθρο τους τα άρθρα 6(4)(α)(γ),(7) του Νόμου 91(Ι)/2014 που προνοούν τα ακόλουθα:
«6.(1)………………………………………………………………………………………
(4) Όποιος συµµετέχει σε σεξουαλική πράξη µε παιδί όταν –
(α) γίνεται κατάχρηση θέσης εµπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής επάνω στο παιδί, είναι ένοχος κακουργήµατος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου,
(β) γίνεται κατάχρηση ευάλωτης θέσης του παιδιού, κυρίως λόγω διανοητικής ή σωµατικής αναπηρίας ή κατάστασης εξάρτησης είναι ένοχος κακουργήµατος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου,
(γ) γίνεται χρήση εξαναγκασµού, βίας ή απειλής, είναι ένοχος κακουργήµατος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου:
……………………………………………………………………………………………
(7) Όποιος διαπράττει οποιοδήποτε από τα αδικήµατα του παρόντος άρθρου και το θύµα είναι παιδί το οποίο, κατά την διάπραξη του αδικήµατος, ήταν ηλικίας κάτω των δεκατριών (13) ετών υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου.»
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων των πιο πάνω κατηγοριών αποδίδεται στον κατηγορούμενο ότι καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής που κατείχε πάνω σε παιδί και με τη χρήση εξαναγκασμού συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με την παραπονούμενη.
Το άρθρο 2 του πιο πάνω νόμου προνοεί τι περιλαμβάνει η έννοια του εξαναγκασμού αλλά και η θέση εμπιστοσύνης εξουσίας ή επιρροής ως εξής:
««εξαναγκασµός» περιλαµβάνει –
(α) απειλές για βλάβη εναντίον οποιουδήποτε προσώπου ή περιουσίας ή για φυσικό περιορισµό οποιουδήποτε προσώπου·
(β) οποιαδήποτε συµπεριφορά ή σχέδιο που στοχεύει στο να δηµιουργήσει σε οποιοδήποτε πρόσωπο την εντύπωση ότι η παράλειψη εκτέλεσης µιας πράξης θα επιφέρει τη βλάβη εναντίον οποιουδήποτε προσώπου ή περιουσίας ή το φυσικό περιορισµό οποιουδήποτε προσώπου·
(γ) κατάχρηση ή απειλούµενη κατάχρηση νοµικών ή διοικητικών διαδικασιών αναφορικά µε το καθεστώς οποιουδήποτε προσώπου· και
(δ) κατάχρηση σχέσης εµπιστοσύνης ή εξουσίας ή επιρροής ή/και ευάλωτης θέσης· «εκπαιδευτικός» σηµαίνει δάσκαλο ή καθηγητή της προδηµοτικής, δηµοτικής, µέσης ή ανωτέρας εκπαίδευσης, ο οποίος δραστηριοποιείται στο δηµόσιο ή στον ιδιωτικό τοµέα·
«θέση εµπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής» περιλαµβάνει –
(α) σχέση συγγένειας εξ αίµατος ή εξ αγχιστείας µέχρι του τρίτου βαθµού µεταξύ του θύµατος και του προσώπου που διαπράττει ποινικό αδίκηµα που προβλέπεται στον παρόντα Νόµο, ή
(β) οποιαδήποτε άλλη σχέση µεταξύ του θύµατος και του προσώπου αυτού, λόγω της θέσης του ή της ιδιότητάς του περιλαµβανοµένης της σχέσης του µε τον κηδεµόνα του παιδιού, εκπαιδευτικό, εργοδότη, υπεύθυνο οποιουδήποτε δηµόσιου ή ιδιωτικού ιδρύµατος το οποίο φιλοξενεί παιδιά ή στο οποίο περιορίζονται ή κρατούνται πρόσωπα δυνάµει οποιουδήποτε νόµου ή απόφασης διοικητικών ή δικαστικών αρχών, καθώς και µε άλλα πρόσωπα µε ανάλογη θέση ή ιδιότητα·»
Το ίδιο άρθρο τέλος, δίδοντας την ερμηνεία στην κατάχρηση θέσης εξουσίας, εμπιστοσύνης ή επιρροής ή ευάλωτης θέσης καθορίζει ότι:
««κατάχρηση θέσης εξουσίας, εµπιστοσύνης ή επιρροής ή ευάλωτης θέσης» περιλαµβάνει την περίπτωση όπου το θύµα δεν έχει άλλη πραγµατική ή παραδεκτή επιλογή από το να υποστεί ή να υποκύψει στη συγκεκριµένη κατάχρηση·»
Στην υπόθεση Γ.Α. ν. Δημοκρατίας Ποιν.Έφεση Αρ.178/17 ημερ.24/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B457 αναλύεται η έννοια και η έκταση που οι αναφερόμενοι στο Νόμο όροι «θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής» και «κατάχρηση θέσης εξουσίας, εμπιστοσύνης ή επιρροής ή ευάλωτης θέσης» πρέπει να έχουν, ως ακολούθως:
«Κατ’ αρχάς θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο κύπριος νομοθέτης εισάγοντας εν πολλοίς τις πρόνοιες της Οδηγίας, παρά ταύτα δεν μετέφερε στο εθνικό δίκαιο την έννοια της «αναγνωρισμένης σχέσης εμπιστοσύνης», εφόσον το άρθρο 6(4)(α) αναφέρεται σε κατάχρηση «θέσης εμπιστοσύνης». Αυτό δεν μπορεί να έγινε στο κενό. Είναι ενδεικτικό ότι ο νομοθέτης δεν περιόρισε την εμβέλεια του νόμου σε εκείνες τις περιπτώσεις που αφορούν σε πρόσωπα που βρίσκονται σε «συγκεκριμένες θέσεις εξουσίας», όπως το έθεσε ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα. Δεν τίθεται από το δικό μας Νόμο περιορισμός μόνο σε αναγνωρισμένες από το Νόμο θέσεις ή ιδιότητες, όπως είναι η περιοριστική ταξινόμηση της αγγλικής νομοθεσίας (βλ., επίσης, Sexual Offences (Scotland) Act 2009, άρθρα 42 και 43). Στο δικό μας Νόμο οι κατά συγκεκριμένο τρόπο αναφερόμενες θέσεις ή ιδιότητες δεν αποτελούν «κλειστό αριθμό» (numerus clausus), η δε γενική φράση που ακολουθεί δεν αναφέρεται σε πρόσωπα που βρίσκονται σε θέσεις ή ιδιότητες της ίδιας τάξης ή κατηγορίας, αλλά, διευρυντικά, σε πρόσωπα ευρισκόμενα σε ανάλογες θέσεις ή ιδιότητες. Οι διαφορές αυτές στο γράμμα του άρθρου 6(4)(α) και εδαφίου (β) του ορισμού υποδηλώνουν ήδη φανερά την πρόθεση του νομοθέτη να μην περιοριστεί στην πιο στενή έννοια όπως ήταν η εισήγηση της Υπεράσπισης.
Αλλά και από το γράμμα του εδαφίου (α) του ορισμού προκύπτει η ευρύτητα που απέδωσε ο νομοθέτης στην υπό εξέταση έννοια. Καθορίζοντας την άλλη κατηγορία προσώπων που τελούν σε «θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής», ήτοι με βάση τη συγγένεια μέχρι του τρίτου βαθμού, έθεσε ως μόνη προϋπόθεση τη συγγένεια μέχρι τρίτου βαθμού. Συνεπώς από το βαθμό συγγένειας και μόνο, ακόμα και εξ αγχιστείας μέχρι τρίτου βαθμού, ο νομοθέτης τεκμαίρει θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής. Η ευρεία προσέγγιση είναι φανερή προς ευόδωση των σκοπών του Νόμου (βλ. άρθρο 3 του Νόμου) η οποία και δεν συνάδει με την εισήγηση της υπεράσπισης εν προκειμένω. Διαφορετική ερμηνεία, μάλιστα, θα κατέληγε στο παράλογο αποτέλεσμα ότι η πρόθεση του νομοθέτη ήταν να θεωρείται σχέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής η θέση λ.χ. του συζύγου με την ανιψιά της συζύγου του (εξ αγχιστείας, εκ πλαγίου, γ’ βαθμός), χωρίς να απαιτείται οποιοδήποτε άλλο γεγονός, παρά μόνο η συγγένεια αυτή και να μη θεωρείται σχέση εμπιστοσύνης εξουσίας και επιρροής μια στενή σχέση που δημιουργείται με τέτοιο τρόπο ώστε εν τοις πράγμασι να είναι ανάλογη της θέσης του κηδεμόνα του παιδιού.
Προκύπτει με σαφήνεια η επιλογή του νομοθέτη να μην περιορίσει τα πράγματα σε «αναγνωρισμένες θέσεις», αλλά να αποδώσει στον όρο «θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής» ευρύτερη, πραγματιστική, έννοια. Είναι υπ΄αυτή την έννοια του νόμου που κατηγορήθηκε και βρέθηκε ένοχος ο εφεσείοντας.
Η διαπίστωση του Κακουργιοδικείου αφορούσε την εν τοις πράγμασι διαμορφωθείσα θέση εμπιστοσύνης και επιρροής προς το παιδί, η οποία κατέστη ανάλογη θέση ή ιδιότητα με εκείνη του κηδεμόνα του παιδιού. Ως προς το ζήτημα της δυνατότητας του κατά πόσο υπήρχε πραγματική ή παραδεκτή επιλογή αποφυγής, ζήτημα που ως άνω ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα συνέδεσε με την έννοια της «θέσης εμπιστοσύνης» το Κακουργιοδικείο διαπίστωσε πως ο εφεσείοντας επιβάλλοντας μεθοδικά τον εαυτό του ως «άτομο της οικογένειας», καθήλωσε το παιδί στις ορέξεις του χωρίς να του αφήσει δυνατότητα διαφυγής.»
Στην παρούσα περίπτωση ο κατηγορούμενος παντρεύτηκε την μητέρα της παραπονούμενης το 2014 και μέχρι και την καταγγελία που έγινε στην αστυνομία και αποτέλεσε το έναυσμα για την καταχώριση της υπό κρίση υπόθεσης, διέμενε μαζί της και με τα παιδιά της σε οικίας τη Λάρνακα. Το ότι από το 2014 μέχρι και το 2021 μετακόμισαν σε τρία διαφορετικά σπίτια δεν έχει σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο κατηγορούμενος διέμενε στο ίδιο σπίτι με την παραπονούμενη και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της. Προέκυψε από τη μαρτυρία της παραπονούμενης ότι αν και ο κατηγορούμενος με τη σύζυγο του εργάζονταν τον έλεγχο και την διαχείριση των από την εργασία τους εισοδημάτων την είχε ο κατηγορούμενος. Η μητέρα της για να πάρει χρήματα έπρεπε να τον ρωτήσει. Σε περίπτωση μάλιστα που ήθελε (η μητέρα της) να της δώσει λεφτά έπρεπε να της τα δώσει κρυφά χωρίς να το ξέρει ο κατηγορούμενος. Αναφέρθηκε περαιτέρω ότι δεν μπορούσαν να αγοράσουν κάτι αν δεν τον ρωτούσαν και υπήρχαν συνέχεια καυγάδες μεταξύ του ζεύγους για το θέμα αυτό. Αυτό γινόταν και για σημαντικά πράγματα όπως φαγητό. Πλέον σημαντική όμως είναι η αναφορά της παραπονούμενης ότι ο κατηγορούμενος ξόδευε χρήματα για την ίδια όταν του έλεγε «ναι» σε σεξουαλική κακοποίηση της. Είπε ότι όταν δεχόταν τις σεξουαλικές απαιτήσεις του της έδιδε κάτι σε αντάλλαγμα και ειδικότερα όταν ήταν πιο μικρή της έδιδε περισσότερα πράγματα. Για το ίδιο θέμα και όταν ήθελε να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές ορέξεις του της έλεγε ότι αν δεν υπέκυπτε θα χώριζε τη μητέρα της, θα έφευγε και δεν θα τους έδινε λεφτά. Αυτό, εξήγησε η παραπονούμενη, την έκανε να νιώθει εξάρτηση πάνω του γιατί όταν ήταν [ ] ήταν πολύ φτωχοί και έμεναν σε ένα πολύ μικρό δωμάτιο και δεν ήθελε να επιστρέψουν στην [ ] και να ζουν με τον ίδιο τρόπο. Την έβαζε να τον αγγίζει διαφορετικά δεν θα έκανε τα γενέθλια στη μητέρα της. Χαρακτηριστική τέλος είναι η αναφορά της που έχει σχέση με το πιο πάνω θέμα ότι δεν ανέφερε οτιδήποτε προηγουμένως όσον αφορά την κακοποίηση της διότι δεν ήθελε να καταστρέψει την οικογένεια και δεν ήθελε να χάσουν την υποστήριξη που είχαν.
Δεν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία ότι η σχέση που ο κατηγορούμενος είχε με την μητέρα της παραπονούμενης αφού ήταν σύζυγοι από το 2014 και όταν η τελευταία ήταν ακόμα σε πολύ μικρή ηλικία, δημιουργήθηκε θέση εξουσίας. Η διαχείριση των χρημάτων και η χρήση αυτού του δεδομένου υπό τις συνθήκες που η παραπονούμενη περιέγραψε σε συνάρτηση με τον τρόπο που διαβιούσαν στην [ ] αλλά και με το φόβο διάλυσης της οικογένειας η ανήλικη, ως ευάλωτο άτομο δεν είχε άλλη επιλογή από το να υποκύψει στην κατάχρηση εξουσίας από τον κατηγορούμενο. Δεν πρέπει να διαφεύγει και πέραν του ότι η παραπονούμενη καθ’ όλη τη διάρκεια των ετών που διήρκησε η κακοποιητική συμπεριφορά (2014-2021) δεν είχε φθάσει σε ηλικία συναίνεσης, το δεδομένο αυτό, δηλαδή της ηλικίας της, την καθιστούσε πολύ πιο εύκολη «λεία» για τον κατηγορούμενο έχοντας κατά νουν και την εξουσία και επιρροή που ασκούσε πάνω της.
Ενόψει των πιο πάνω κατάληξη μας είναι ότι ο κατηγορούμενος κατείχε θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής επί της ανήλικης παραπονούμενης.
Καταχρώμενος δε την εν λόγω θέση του ο κατηγορούμενος κατά την χρονική περίοδο των ετών 2015-2021 και ενεργώντας έτσι ώστε να μένει μόνος του με την παραπονούμενη την άγγιζε στο στήθος και τα γεννητικά της όργανα μέσα από τα ρούχα και προσπάθησε να βάλει το δάχτυλο του στον κόλπο της, της έβγαλε τα ρούχα ενώ κοιμόταν και έτριβε το πέος του στα γεννητικά της όργανα χωρίς να είναι ντυμένος και την άγγιξε στο στήθος και τα γεννητικά της όργανα μέσα από τα ρούχα. Περαιτέρω την εξανάγκαζε να τον αγγίζει στα γεννητικά του όργανα μέσα από τα ρούχα και να τον αυνανίζει.
Ίδια είναι η κατάληξη μας και σε σχέση με τις κατηγορίες 24-26 οι οποίες εδράζονται επί του προηγούμενου νομικού καθεστώτος (Ν.87(Ι)/07) αφού το άρθρο 10 του Νόμου καθιστά αδίκημα την σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού.
Σεξουαλική εκμετάλλευση, ως ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του ίδιου Νόμου, περιλαμβάνει τη σεξουαλική δραστηριότητα με πρόσωπο που γίνεται κατάχρηση αναγνωρισμένης θέσης εξουσίας ή επιρροής επί του προσώπου ή της κηδεμονίας ή φύλαξης προσώπου. Κατάχρηση δε εξουσίας περιλαμβάνει και την περίπτωση που το θύμα βρίσκεται σε σχέση με το δράστη ο οποίος λόγω της θέσης του ασκεί εξουσία ή επιρροή στο θύμα συμπεριλαμβανομένης της σχέσης με κηδεμόνα.
Έχουμε εξηγήσει πιο πάνω το θέμα της θέσης εξουσίας που ο κατηγορούμενος είχε επί της παραπονούμενης και τον τρόπο με τον οποίο την καταχράστηκε. Δεν θεωρούμε ότι χρειάζεται να πούμε οτιδήποτε περαιτέρω κρίνοντας ότι εφαρμόζονται και για τις κατηγορίες 24-26. Η διαφοροποίηση έγκειται στο χρονικό διάστημα που διαπράχθηκαν τα αδικήματα των εν λόγω κατηγοριών και που αφορούν την περίοδο 1/1/2014-3/7/2014.
Παραμένει προς εξέταση η κατηγορία 23 για το αδίκημα της παρέμβασης σε Δικαστική διαδικασία κατά παράβαση του άρθρου 122(β) του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154 που προνοεί τα ακόλουθα:
«122. Όποιος προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη—
(α)………………………………………………………………………………………………
(β) προορισµένη ή η οποία είναι ενδεχόµενο να παρεµποδίσει ή µε οποιοδήποτε τρόπο να επηρεάσει οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία ή οποιαδήποτε αστυνοµική έρευνα που διεξάγεται µε σκοπό έναρξης δικαστικής διαδικασίας ή έρευνα που διεξάγεται µε βάση τις διατάξεις οποιουδήποτε νόµου, είναι ένοχος πληµµελήµατος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.»
Από το λεκτικό της πιο πάνω διάταξης προκύπτει ότι για στοιχειοθέτηση του αδικήματος θα πρέπει να αποδειχθεί ότι πρόσωπο προέβηκε σε πράξη που προορίζεται ή είναι ενδεχόμενο να παρεμποδίσει αστυνομική έρευνα που σκοπό έχει την έναρξη Δικαστικής διαδικασίας. Απαραίτητο δηλαδή στοιχείο είναι να βρίσκεται σε εξέλιξη διεξαγωγή αστυνομικής έρευνας και η πράξη να γίνεται με σκοπό την παρεμπόδιση της.
Από την αποδεκτή μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας προκύπτει ότι στις 25/2/2022 η ΜΚ1 επικοινώνησε με την αστυνομία και κατάγγειλε ότι η παραπονούμενη της εκμυστηρεύτηκε ότι κακοποιείται σεξουαλικά από τον πατριό της. Ο κλάδος διερεύνησης υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων διευθέτησε για τη λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης από την παραπονούμενη στο Σπίτι του Παιδιού στις 27/2/2022. Κατά τη μετάβαση της στον εν λόγω χώρο και ενώ βρισκόταν στο αυτοκίνητο ο κατηγορούμενος της είπε να πει ότι σε σχέση με την καταγγελία της είπε ψέματα. Είναι σαφές από τα πιο πάνω στοιχεία ότι από τις 25/2/2022 ξεκίνησε από την αστυνομία η διερεύνηση καταγγελίας για την σεξουαλική κακοποίηση της παραπονούμενης από τον κατηγορούμενο και η διευθέτηση για τη λήψη κατάθεσης ήταν με σκοπό έναρξης Δικαστικής διαδικασίας εναντίον του. Η από τον κατηγορούμενο κλήση της παραπονούμενης να πει ότι η καταγγελία ήταν ψέμα δεν είχε άλλο σκοπό από το να παρεμποδίσει αυτή την αστυνομική έρευνα.
Συνεπώς κρίνουμε ότι έχει αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι ο κατηγορούμενος με το να πει στην παραπονούμενη στις 27/2/2022 ότι τα όσα είχε αναφέρει για σεξουαλική κακοποίηση της ήταν ψέματα, σκοπό είχε να παρεμποδίσει αστυνομική έρευνα που διεξαγόταν για την έναρξη Δικαστικής διαδικασίας.
Από τα πιο πάνω που θέσαμε και εξηγήσαμε η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την ενοχή του κατηγορούμενου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Καταληκτικά βρίσκουμε ένοχο των κατηγορούμενο στις κατηγορίες 3-8, 23-26 και 27-40 που αντιμετωπίζει.
(Υπ.) ………………………..
Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο