MILOUBAR CYPRUS LIMITED ν. C & K ECONOMOU LTD κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 962/2022, 5/8/2024
print
Τίτλος:
MILOUBAR CYPRUS LIMITED ν. C & K ECONOMOU LTD κ.α., Αρ. Υπόθεσης: 962/2022, 5/8/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 962/2022

 

MILOUBAR CYPRUS LIMITED

Κατηγορούσα Αρχή

 

ν

 

1.    C & K ECONOMOU LTD

2.    ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

Κατηγορούμενοι

 

Ημερομηνία: 05.08.2024

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Ε. Καπφχάμερ

Για τους Κατηγορούμενους: κ. Μ. Σοφοκλέους

Κατηγορούμενος 2 παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.     Εισαγωγή

Η παρούσα υπόθεση αφορά την χωρίς εύλογη αιτία πρόκληση μη εξόφλησης 20 επιταγών, οι οποίες εκδόθηκαν στο όνομα της εταιρείας Miloubar Cyprus Ltd (εφεξής καλούμενη ως «οι Παραπονούμενοι»).

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ημερ. 03.02.2022 οι Κατηγορούμενοι 1 κατηγορούνται ότι κατά ή περί τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2021 χωρίς εύλογη αιτία προκάλεσαν την μη εξόφληση 20 επιταγών, τις οποίες εξέδωσαν στο όνομα των Παραπονουμένων (κατηγορίες 1, 3, 5, 7, 9, 11, 13, 15, 17, 19, 21, 23, 25, 27, 29, 31, 33, 35, 37 και 39) και ο Κατηγορούμενος 2 ότι συνέδραμε στην μη εξόφληση των εν λόγω επιταγών (κατηγορίες 2, 4, 6, 8, 10, 12, 14, 16, 18, 20, 22, 24, 26, 28, 30, 32, 34, 36, 38 και 40). Οι Κατηγορούμενοι αρνήθηκαν την διάπραξη των αδικημάτων και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση.

2.     Η Μαρτυρία

Η Κατηγορούσα Αρχή παρουσίασε 4 μάρτυρες για απόδειξη της υπόθεσης της, ήτοι τους Μαρία Καραπάσιη (ΜΚ1), Νίκο Προκοπίου (ΜΚ2), Κωνσταντία Παντελή (ΜΚ3) και Κώστα Κωνσταντίνου (ΜΚ4). Αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι στοιχειοθετείτο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον των Κατηγορουμένων, τους κάλεσε σε απολογία και να προβάλουν την υπεράσπιση τους. Για τους Κατηγορούμενους έδωσαν ενόρκως μαρτυρία ο Κατηγορούμενος 2 και η Μικαέλλα Οικονόμου (ΜΥ1). Η όλη μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και κατωτέρω παραθέτω τα κύρια σημεία της.

Η ΜΚ1 είναι υπάλληλος στο λογιστήριο των Παραπονουμένων από το 2017 και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης της την γραπτή δήλωση της, Έγγραφο Α, και ανέφερε τα εξής στο Δικαστήριο:

(α) Οι Παραπονούμενοι είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο και ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την αποθήκευση και πώληση πρώτων υλών για ζωοτροφές (βλ. Τεκμήριο 1). Οι Κατηγορούμενοι 1 είναι επίσης εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο και ο Κατηγορούμενος 2 ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα ο μοναδικός διευθυντής τους (βλ. Τεκμήριο 2).

(β) Περί τον Ιούνιο του 2017 οι Παραπονούμενοι και οι Κατηγορούμενοι 1 συμφώνησαν όπως οι Παραπονούμενοι πωλούν προϊόντα στους Κατηγορούμενους 1 έναντι συμφωνημένης αμοιβής και οι Παραπονούμενοι θα εξέδιδαν σχετικά τιμολόγια επί πιστώσει και θα τηρούσαν σχετικό λογαριασμό με όλες τις χρεοπιστώσεις. Τα δε τιμολόγια θα ήταν πληρωτέα στην βάση των όρων εκάστου τιμολογίου και εντός της χρονικής περιόδου που θα αναγραφόταν σε έκαστο τιμολόγιο, ήτοι εντός 3 μηνών από την έκδοσή του.

(γ) Επειδή οι Κατηγορούμενοι 1 είχαν μεγάλες καθυστερήσεις στην πληρωμή των τιμολογίων και του υπολοίπου του λογαριασμού τους, περί τον Ιούλιο του 2021 εξέδωσαν 20 επιταγές της Τράπεζας Κύπρου στο όνομα των Παραπονουμένων και υπογεγραμμένες από τον Κατηγορούμενο 2 για το συνολικό ποσό των €137.722 (βλ. Τεκμήρια 4 έως 23). Από τις ανωτέρω επιταγές, οι οκτώ ήταν πληρωτέες στις 30.11.2021 και οι υπόλοιπες δώδεκα στις 31.12.2021.

(δ) Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 ανακάλεσαν την πληρωμή των επιταγών χωρίς καμία αιτιολογία και ειδοποίηση προς τους Παραπονούμενους και δεν έχουν καταβάλει οποιοδήποτε ποσό προς εξόφληση της οφειλής των Κατηγορουμένων 1 και ούτε επέστρεψαν τα προϊόντα που τους παραδόθηκαν. Μετά την ανάκληση των ανωτέρω επιταγών, οι Παραπονούμενοι σταμάτησαν να πωλούν προϊόντα στους Κατηγορούμενους 1 και να συνεργάζονται μαζί τους.

(ε) Στην αντεξέταση της ανέφερε ότι για κάθε τιμολόγιο οι Κατηγορούμενοι εξέδιδαν επιταγή, η οποία ήταν πληρωτέα σε 3 μήνες περίπου και ότι οι επίδικες επιταγές εκδόθηκαν τον Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο αναλόγως του τιμολογίου που εκδιδόταν. Αναγνώρισε τα εν λόγω τιμολόγια κατά την αντεξέταση και συγκεκριμένα συμφώνησε ότι (i) οι επιταγές Τεκμήρια 4, 6, 7, 8, 9, 10 και 11 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στις 30.07.2021 και αφορούσαν τα τιμολόγια που κατατέθηκαν ως Τεκμήριο 25, (ii) οι επιταγές Τεκμήρια 5, 15, 16, 17, 19 και 20 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στις 23.08.2021 και αφορούσαν τα τιμολόγια που κατατέθηκαν ως Τεκμήριο 26, και (iii) οι επιταγές Τεκμήρια 12, 13, 14, 18, 21, 22 και 23 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στις 08.09.2021 και αφορούσαν τα τιμολόγια που κατατέθηκαν ως Τεκμήριο 27. Παραδέχθηκε, επίσης, ότι το υπόλοιπο λογαριασμού των Κατηγορουμένων 1 ουδέποτε υπερέβηκε τις €700.000.

(στ) Η ίδια δεν είχε προσωπική γνώση για τα όσα διαμείφθηκαν μεταξύ του ΜΚ4 και των Κατηγορουμένων μετά την πυρκαγιά στην φάρμα των Κατηγορουμένων 1 τον Μάρτιο του 2021. Αναγνώρισε ότι οι Παραπονούμενοι έλαβαν την επιστολή ημερ. 22.11.2021 των δικηγόρων των Κατηγορουμένων 1, ήτοι το Τεκμήριο 24, αλλά η ίδια δεν είχε οποιαδήποτε οδηγία από τους Παραπονούμενους και τον ΜΚ4 να μην προχωρήσει σε κατάθεση των επίδικων επιταγών. Ανέφερε, επίσης, ότι ο λόγος που οι επίδικες επιταγές είναι πληρωτέες πέραν των 90 ημερών από την έκδοση των αντίστοιχων τιμολογίων ήταν για να διευκολύνουν τους Κατηγορούμενους λόγω της πυρκαγιάς στην φάρμα.

(ζ) Στην αντεξέταση της παραδέχθηκε ότι όντως οι Κατηγορούμενοι 1 εξέδωσαν ακόμα 75 επιταγές, οι οποίες επίσης ανακλήθηκαν και για 20 από αυτές καταχωρήθηκε δεύτερη ποινική υπόθεση στην Λεμεσό, ενώ ουδεμία αγωγή καταχωρήθηκε από τους Παραπονούμενους για την είσπραξη του συνολικού οφειλόμενου ποσού των €670.571. Για τις υπόλοιπες 55 επιταγές δεν γνωρίζει αν καταχωρήθηκε άλλη ποινική υπόθεση σε κάποιο Δικαστήριο.

Ο ΜΚ2 είναι υπάλληλος της Ελληνικής Τράπεζας και είναι ο υπεύθυνος του τραπεζικού λογαριασμού που διατηρούν οι Παραπονούμενοι. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 28 την κατάσταση του ανωτέρω λογαριασμού και ανέφερε με βάση αυτή ότι οι επίδικες επιταγές, Τεκμήρια 4 έως 23, κατατέθηκαν στον εν λόγω λογαριασμό. Συγκεκριμένα, οκτώ επιταγές κατατέθηκαν στις 08.12.2021 και δώδεκα επιταγές στις 03.01.2022. Εξήγησε δε ότι όταν κατατίθεται μια επιταγή πιστώνεται άμεσα το ποσό, χωρίς όμως να είναι διαθέσιμο μέχρι να λάβουν απάντηση από την τράπεζα του εκδότη της επιταγής κατά πόσο μπορεί να εξαργυρωθεί η επιταγή. Αν η απάντηση είναι αρνητική, τότε κοινοποιείται ο λόγος μη εξαργύρωσης και χρεώνεται στον λογαριασμό του πελάτη το ποσό που είχε αρχικά πιστωθεί. Για τις επίδικες επιταγές ανέφερε ότι αυτές δεν εξαργυρώθηκαν λόγω ανάκλησης των επιταγών από τον εκδότη τους, αλλά δεν γνωρίζει τον λόγο της ανάκλησης.

Ανέφερε, επίσης, ότι πέραν των ανωτέρω επιταγών, οι Κατηγορούμενοι 1 εξέδωσαν και άλλες 17 επιταγές, οι οποίες κατατέθηκαν και εξαργυρώθηκαν (βλ. Τεκμήριο 29). Συγκεκριμένα κατατέθηκαν τρεις επιταγές στις 30.09.2021, πέντε επιταγές στις 19.10.2021, δύο επιταγές στις 27.10.2021, τρεις επιταγές στις 05.11.2021 και τέσσερεις επιταγές στις 11.11.2021.

Η ΜΚ3 είναι υπάλληλος της Τράπεζας Κύπρου και χειριζόταν προηγουμένως τον τραπεζικό λογαριασμό των Κατηγορουμένων 1. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 30 την κατάσταση του ανωτέρω λογαριασμού και ανέφερε ότι δικαίωμα υπογραφής για τον εν λόγω λογαριασμό έχει μόνο ο Κατηγορούμενος 2. Από τον λογαριασμό αυτό εκδόθηκαν οι επίδικες επιταγές και στις 22.11.2021 δόθηκαν οδηγίες από τους Κατηγορούμενους να ανακληθούν (βλ. Τεκμήριο 33). Ο λόγος που δόθηκε για την ανάκληση των επιταγών ήταν «παράβαση σύμβασης» και τα έντυπα ανάκλησης, Τεκμήριο 33, είχαν υπογραφτεί από τον Κατηγορούμενο 2. Επίσης, την ίδια ημέρα, ήτοι στις 22.11.2021, δόθηκαν οδηγίες για ανάκληση και άλλων επιταγών, πέραν των 20 επίδικων, αλλά δεν ήταν σε θέση να καθορίσει πόσες και ποιες ήταν.

Ο ΜΚ4 είναι ένας εκ των διευθυντών των Παραπονούμενων και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την γραπτή δήλωση του, Έγγραφο Β, και ανέφερε τα εξής στο Δικαστήριο:

(α) Η συνεργασία μεταξύ των Παραπονουμένων και των Κατηγορουμένων 1 άρχισε από τον Ιούνιο του 2017. Οι Κατηγορούμενοι 1 παραλάμβαναν προϊόντα από την αποθήκη των Παραπονουμένων και βάσει αυτών το λογιστήριο των Παραπονουμένων απέστελνε στους Κατηγορούμενους 1 σχετικό τιμολόγιο μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή φαξ. Επειδή οι Κατηγορούμενοι 1 αγόραζαν μεγάλες ποσότητες προϊόντων, συμφώνησαν όπως τους παραχωρηθεί πίστωση 90  ημερών για την πληρωμή του τιμολογίου από την έκδοση του. Γι’ αυτό, από την αρχή της συνεργασίας τους, οι Κατηγορούμενοι 1 εξέδιδαν μεταχρονολογημένες επιταγές, οι οποίες ήταν πληρωτέες μετά την πάροδο των 90 ημερών, και τις παρέδιδαν στους Παραπονούμενους αφού «μαζεύονταν» κάποια τιμολόγια που τους είχαν σταλεί. Με την παράδοση των επιταγών, οι Παραπονούμενοι καταχωρούσαν «εξόφληση» των αντίστοιχων τιμολογίων στην κατάσταση λογαριασμού, Τεκμηρίο 3, και εξέδιδαν σχετική απόδειξη είσπραξης. Προς υποστήριξη των ανωτέρω ισχυρισμών του κατέθεσε αντίγραφα επιταγών και αποδείξεων που εκδόθηκαν στα πλαίσια της συνεργασίας τους (βλ. Τεκμήρια 34 έως 42). Η ίδια πρακτική ακολουθήθηκε και με τις επίδικες επιταγές, με τους Παραπονούμενους να εκδίδουν αποδείξεις είσπραξης των αντίστοιχων ποσών (βλ. Τεκμήρια 43 έως 48).

(β) Περί τον Μάρτιο του 2021 ενημερώθηκε από τους Κατηγορούμενους ότι ξέσπασε πυρκαγιά σε μέρος των εγκαταστάσεων τους και ενόψει της μακρόχρονης συνεργασίας τους επισκέφθηκε και ο ίδιος προσωπικά τις εγκαταστάσεις των Κατηγορουμένων 1 και συνέχισε να έχει τηλεφωνική επικοινωνία και προσωπικές συναντήσεις μαζί τους. Έκτοτε και μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου 2021, ο Κατηγορούμενος 2 ζητούσε συνέχεια παράταση χρόνου για την τίμηση των επιταγών γιατί αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, αλλά του ξεκαθαρίστηκε ότι οι πωλήσεις ήταν πολλές «και έπρεπε να πληρώνει όσα αγόραζε».

(γ) Περί τα τέλη Οκτωβρίου αρχές Νοεμβρίου 2021 κάλεσε τον Κατηγορούμενο 2 και του ανέφερε ότι έχουν περάσει 8-9 μήνες από την πυρκαγιά και οι επιταγές θα κατατεθούν κανονικά. Ο Κατηγορούμενος 2 συνέχισε να ζητά να του δοθεί χρόνος και να τον καλεί αρκετές φορές και να έρχεται στα γραφεία των Παραπονουμένων, αλλά ο ΜΚ4 του εξήγησε ότι έπρεπε να πληρωθούν τα προϊόντα ως οι όροι της συνεργασίας τους καθώς δεν υπήρξε πληρωμή από τους Κατηγορούμενους 1 «εδώ και μήνες». Επίσης, τον ενημέρωσε ότι υπήρχαν τρία πρόσφατα τιμολόγια, τα οποία εκδόθηκαν την 01.11.2021, 04.11.2021 και 11.11.2021 και για τα οποία δεν εκδόθηκαν αντίστοιχες επιταγές, και ζήτησε από τον Κατηγορούμενο 2 όπως τις εκδώσει και παραδώσει στους Παραπονούμενους. Εντούτοις, ο Κατηγορούμενος 2 τού ανέφερε ότι δεν θα δώσει άλλες επιταγές λόγω οικονομικών δυσκολιών, καθώς δεν μπορεί να τιμήσει ούτε τις επιταγές που είχε ήδη εκδώσει, και του ζήτησε όπως του επιστρέψει τις επιταγές που είχαν στην κατοχή τους οι Παραπονούμενοι.

(δ) Στις 16.11.2021 έγινε η τελευταία παράδοση προϊόντων στους Κατηγορούμενους 1 και αφού αρνούνταν να εκδώσουν επιταγές για τα ανωτέρω τρία τιμολόγια, τους ανέφερε ότι διακόπτεται η συνεργασία τους και δεν θα τους πωλήσουν ξανά οποιαδήποτε προϊόντα. Ακολούθως, οι Κατηγορούμενοι 1, μέσω των δικηγόρων τους, απέστειλαν την επιστολή ημερ. 22.11.2021, Τεκμήριο 24, το οποίο θεωρεί ότι είναι «κατασκευασμένο και εκτός πραγματικότητας». Όταν παρέλαβε το Τεκμήριο 24 πήγε στις εγκαταστάσεις των Κατηγορουμένων 1 και ανέφερε στον Κατηγορούμενο 2 ότι το περιεχόμενο της επιστολής είναι ψευδές και ποτέ δεν έγινε τέτοια συμφωνία μεταξύ τους και ότι ανέμενε την τίμηση των επιταγών και την εξόφληση των τελευταίων τριών τιμολογίων.

(ε) Οι Κατηγορούμενοι 1 δεν πλήρωσαν μέχρι σήμερα κανένα ποσό για τις επιταγές που εξέδωσαν και παρέδωσαν από τον Μάρτιο του 2021 και εντεύθεν.

(στ) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι η συμφωνημένη περίοδος πίστωσης από την έκδοση του εκάστοτε τιμολογίου ήταν 90 ημέρες και ουδέποτε δόθηκε παράταση στους Κατηγορούμενους 1 για την πληρωμή. Αν οι επιταγές ήταν πληρωτέες μετά τις 90 ημέρες, οφείλεται στις καθυστερήσεις των πληρωμών από τους Κατηγορούμενους. Όταν του υποδείχθηκε συγκεκριμένο τιμολόγιο με την αντίστοιχη επιταγή, Τεκμήριο 9, που ήταν πληρωτέα 5 μήνες μετά την έκδοση του τιμολογίου, ανέφερε ότι ήταν την περίοδο που άρχισαν τα προβλήματα των Κατηγορουμένων.

(ζ) Αναφορικά με την πυρκαγιά, ανέφερε ότι δεν καταστράφηκε ολοσχερώς η φάρμα των Κατηγορουμένων 1, αλλά ένα μέρος αυτής και ούτε καν το 1/3 των εγκαταστάσεων της. Οι δε Κατηγορούμενοι 1 συνέχισαν να αγοράζουν προϊόντα από την επόμενη ημέρα, αλλά με μια μικρή μείωση στην συχνότητα. Όταν επισκέφθηκε ο ίδιος τις εγκαταστάσεις μετά την πυρκαγιά, είδε ότι κάηκε ένας θάλαμος και έστειλε απολυμαντικά δωρεάν για να βοηθήσει στην απολύμανση των εγκαταστάσεων. Αρνήθηκε, όμως, ότι κατά την επίσκεψη του συμφώνησε να μην καταθέσει τις επιταγές που θα ελάμβανε για τα προϊόντα που θα παράγγελνε μετά την πυρκαγιά ή ότι θα παρείχε πίστωση στους Κατηγορούμενους 1 μέχρι του ποσού των €700.000.

(η) Για την συνάντηση του με τον Κατηγορούμενο 2 και την ΜΥ1 στην φάρμα των Κατηγορουμένων 1 περί τον Οκτώβριο του 2021 θυμόταν ότι αυτό που είχε πει ο ίδιος ήταν να τηρηθεί το συμφωνημένο πλαίσιο των 90 ημερών και οι Κατηγορούμενοι αντιδρούσαν και έκαμναν διάφορες εισηγήσεις, τις οποίες, όμως, δεν θυμόταν. Τα ίδια έγιναν και στην συνάντηση τους στα γραφεία των Παραπονουμένων στις 05.11.2021 και αναγνώρισε το Τεκμήριο 49, το οποίο συνιστά φωτογραφία του ηλεκτρονικού υπολογιστή του, αναφέροντας ότι πρόκειται για μια εισήγηση που έγινε από τους Κατηγορούμενους, η οποία όμως δεν έγινε αποδεκτή από τους Παραπονούμενους.

(θ) Αναφορικά με το συνολικό οφειλόμενο ποσό, ανέφερε ότι αυτό ήταν μεγάλο και πριν την πυρκαγιά και ότι μετά την πυρκαγιά συνέχισε η αδυναμία τους να το πληρώσουν. Σε άλλο σημείο της αντεξέτασης του, ανέφερε ότι ο λόγος που οι επιταγές που παραδόθηκαν από τον Μάρτιο του 2021 και μετά δεν κατατέθηκαν μέχρι και τον Νοέμβριο του 2021 ήταν επειδή οι Κατηγορούμενοι ζητούσαν συνέχεια παράταση για να μπορούν να ανταπεξέλθουν. Αρνήθηκε, όμως, ότι ο λόγος της κατάθεσης των επιταγών ήταν η επιστολή ημερ. 22.11.2021, Τεκμήριο 24, αναφέροντας ότι ο λόγος ήταν για να μπορούν οι Παραπονούμενοι να συνεχίσουν την λειτουργία τους.

(ι) Οι Παραπονούμενοι δεν καταχώρισαν αγωγή εναντίον των Κατηγορουμένων 1 για την είσπραξη του οφειλόμενου υπολοίπου και παραδέχθηκε ότι εκκρεμεί ακόμα μία ιδιωτική ποινική υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για την ανάκληση άλλων 20 επιταγών, ενώ υπάρχουν και άλλες ανακληθείσες επιταγές στην κατοχή των Παραπονουμένων, για τις οποίες δεν καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση μέχρι σήμερα. Η πρόθεση των Παραπονούμενων στην παρούσα υπόθεση είναι, ως ανέφερε, να εισπράξουν τα ποσά που τους οφείλονται.

Ο Κατηγορούμενος 2 είναι ο διευθυντής των Κατηγορουμένων 1 και κατέθεσε και υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του την γραπτή δήλωση του, Έγγραφο Γ, και ανέφερε τα εξής στο Δικαστήριο:

(α) Οι Κατηγορούμενοι 1 ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την διαχείριση φάρμας ζώων στο Μένοικο της Επαρχίας Λευκωσίας. Από τον Ιούνιο του 2017 μέχρι και τον Νοέμβριο του 2021 οι Κατηγορούμενοι 1 προμηθεύονταν προϊόντα αποκλειστικά από τους Παραπονούμενους. Για τα εν λόγω προϊόντα οι Παραπονούμενοι εξέδιδαν σχετικά τιμολόγια επί πιστώσει, τα οποία ήταν πληρωτέα εντός της χρονικής περιόδου που αναγραφόταν σε έκαστο τιμολόγιο, ήτοι εντός 90 ημερών.

(β) Στις 22.03.2021 εκδηλώθηκε πυρκαγιά από βραχυκύκλωμα στην φάρμα των Κατηγορουμένων 1 και καταστράφηκε ολοσχερώς το τμήμα της φάρμας που γίνονταν οι γέννες των χοίρων, το οποίο ήταν και το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο της φάρμας. Λίγες μέρες μετά ήρθε στην φάρμα ο ΜΚ4, ο οποίος του ανάφερε ότι οι Παραπονούμενοι θα σταθούν δίπλα τους και η συνεργασία τους θα συνεχιστεί κανονικά και ότι θα είναι πιο ελαστικοί με την κατάθεση των επιταγών που εκδόθηκαν και θα εκδίδονταν από τον Μάρτιο του 2021 και μετά, έτσι ώστε να βοηθήσουν τους Κατηγορούμενους 1 να ορθοποδήσουν. Μετά ακολούθησε νέα επίσκεψη στην φάρμα των Κατηγορουμένων, από μία αξιωματούχο των Παραπονουμένων από το Ισραήλ, η οποία επανέλαβε την στήριξη της και συνέχιση της συνεργασίας τους και ότι οι Παραπονούμενοι θα τους παρείχαν πίστωση μέχρι το ποσό των €700.000. Στην αντεξέταση του, ανέφερε ότι δεν θυμόταν το όνομα της και δεν την είχε δει ξανά, ενώ μετά ανέφερε ότι ήταν μαζί της και ο ΜΚ4.

(γ) Μετά την πυρκαγιά συνέχισαν να παραδίδονται κανονικά τα προϊόντα από τους Παραπονούμενους και οι Κατηγορούμενοι εξέδιδαν και παρέδιδαν μεταχρονολογημένες επιταγές στους Παραπονούμενους για τα τιμολόγια που εκδίδονταν. Πράγματι, οι Παραπονούμενοι δεν κατέθεταν τις επιταγές που ελάμβαναν, ενώ αποδέχονταν όπως οι Κατηγορούμενοι 1 παραδίδουν μεταχρονολογημένες επιταγές που ήταν πληρωτέες σε χρόνο πέραν των 90 ημερών. Τούτο επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι το υπόλοιπο των Κατηγορούμενων εκτινάχθηκε από τον Μάρτιο του 2021 που ήταν στα €410.000 περίπου στα €670.000 τον Νοέμβριο του 2021.

(δ) Τον Οκτώβριο του 2021, επειδή οι εργασίες των Κατηγορουμένων 1 άρχισαν να καλυτερεύουν, άρχισαν να συζητούν με τους Παραπονούμενους διάφορους τρόπους για αποπληρωμή του χρεωστικού υπολοίπου. Στις 15.10.2021 συναντήθηκε ο ίδιος και η ΜΥ1 με τον ΜΚ4 και του πρότειναν όπως για κάθε νέα παραλαβή προϊόντων να πληρώνουν αμέσως το τιμολόγιο με έμβασμα και για το υφιστάμενο υπόλοιπο να καταβάλλουν ποσό €10.000 πλέον νόμιμο τόκο, αλλά ο ΜΚ4 ζήτησε χρόνο για να το σκεφτεί.

(ε) Στις 05.11.2021 ο ίδιος και η ΜΥ1 συναντήθηκαν με τον ΜΚ4 στα γραφεία των Παραπονουμένων και συμφώνησαν όπως για κάθε νέα παράδοση προϊόντων να γίνεται έμβασμα και για το υφιστάμενο χρεωστικό υπόλοιπο να πληρώνεται μηνιαίως μέχρι εξόφλησης το ποσό των €10.487 συμπεριλαμβανομένων των τόκων. Προς υποστήριξη των ανωτέρω παρέπεμψε στο Τεκμήριο 49, το οποίο δείχνει τον υπολογισμό του ποσού που συμφωνήθηκε να καταβάλλεται μηνιαία έναντι του χρεωστικού υπολοίπου. Ακολούθως, για τις επόμενες αγορές προϊόντων στις 12.11.2021, 16.11.2021 και 17.11.2021 οι Κατηγορούμενοι 1 πλήρωσαν με έμβασμα τα τιμολόγια που εκδόθηκαν από τους Παραπονούμενους (βλ. Τεκμήριο 50).

(ε) Στις 16.11.2021 επικοινώνησε μαζί του τηλεφωνικώς ο ΜΚ4 και τον ενημέρωσε ότι τα όσα συμφωνήθηκαν ανωτέρω δεν ισχύουν και οι Παραπονούμενοι απαιτούν την πληρωμή €280.000 έναντι του χρεωστικού υπολοίπου μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022 και σε διαφορετική περίπτωση θα προχωρήσουν με την κατάθεση των επιταγών που είχαν στην κατοχή τους. Την επόμενη ημέρα, οι Κατηγορούμενοι παρέλαβαν το τελευταίο εμπόρευμα από τους Παραπονούμενους και πλήρωσαν το αντίστοιχο τιμολόγιο με έμβασμα.

(στ) Ακολούθως, οι Κατηγορούμενοι συμβουλεύτηκαν τους δικηγόρους τους, οι οποίοι απέστειλαν στους Παραπονούμενους την επιστολή ημερ. 22.11.2021, Τεκμήριο 24. Όταν παραλήφθηκε η επιστολή από τους Παραπονούμενους, τον πήρε τηλέφωνο ο ΜΚ4 και του είπε ότι δεν περίμενε πως θα πήγαιναν σε δικηγόρους και ότι θα προχωρούσε με την κατάθεση των επιταγών. Από την άλλη, οι Κατηγορούμενοι 1, μετά την απαίτηση των Παραπονουμένων για καταβολή εφάπαξ ποσού €280.000 και προειδοποίηση για κατάθεση των επιταγών, προχώρησαν στην ανάκληση όλων των επιταγών που είχαν εκδώσει και παραδώσει στους Παραπονούμενους «και δεν είχαν μέχρι εκείνη την ώρα καταστεί πληρωτέες». Ο λόγος δε που δεν καταβλήθηκε οποιαδήποτε μηνιαία δόση, βάσει των συμφωνηθέντων στις 05.11.2021, ήταν επειδή οι Παραπονούμενοι παραβίασαν την μεταξύ τους συμφωνία προτού παρέλθει ο μήνας Νοέμβριος.

(ζ) Από τον Μάρτιο μέχρι τον Νοέμβριο του 2021 οι Κατηγορούμενοι εξέδωσαν και παρέδωσαν στους Παραπονούμενους 95 επιταγές έναντι τιμολογίων συνολικού ποσού €646.849 (βλ. Τεκμήριο 53). Αυτές οι 95 επιταγές ανακλήθηκαν όλες μαζί την ίδια ημέρα για τους ανωτέρω λόγους. Εντούτοις, οι Παραπονούμενοι καταχώρισαν την παρούσα ποινική υπόθεση για 20 από τις ανωτέρω 95 επιταγές και ακόμα μια άλλη ποινική υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για άλλες 20 επιταγές (βλ. Τεκμήριο 52), ενώ δεν καταχώρισαν οποιαδήποτε ποινική υπόθεση για τις υπόλοιπες 55 επιταγές.

(η) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι στα πλαίσια της συνεργασίας τους με τους Παραπονούμενους είχε συμφωνηθεί η πίστωση των 90 ημερών και αν χρειαζόταν περισσότερο χρόνο καλούσε τον ΜΚ4 και του έδινε λίγο περισσότερο χρόνο από τις 90 ημέρες. Ο ίδιος επικοινωνούσε με τον ΜΚ4 και κάποιο κ. Πέτρο, ενώ η θυγατέρα του, ΜΥ1, επικοινωνούσε με το λογιστήριο των Παραπονουμένων. Τον οικονομικό διευθυντή των Παραπονουμένων, Δημήτρη Θεοδότου, τον γνώρισε μετά την έγερση της παρούσας ποινικής δίωξης όταν έγιναν κάποιες προσπάθειες για να διευθετήσουν τις διαφορές τους.

(θ) Λόγω της πυρκαγιάς στην φάρμα, αναγκάστηκε να μετακινηθεί προσωρινά σε μια εγκαταλελειμμένη φάρμα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021 που αποκαταστάθηκαν οι ζημιές της πυρκαγιάς. Αν και αποζημιώθηκε από την ασφάλεια, το ποσό που έλαβε ήταν πάρα πολύ μικρό σε σχέση με τις ζημιές που υπέστη.

(ι) Στην αντεξέταση του ανέφερε ότι δεν γνωρίζει αν κατατέθηκαν κάποιες επιταγές πριν τις 22.11.2021, καθώς αυτά τα χειρίζεται η ΜΥ1 στο λογιστήριο των Κατηγορουμένων 1. Σε υποβολή κατά την αντεξέταση ότι στις 22.11.2021 έγινε πρώτα η ανάκληση των επιταγών το πρωί και μεταξύ των ωρών 09:54-10:03 (βλ. Τεκμήριο 33), ενώ η επιστολή, Τεκμήριο 24, στάληκε πιο μετά προς το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, απάντησε ότι δεν γνωρίζει «γιατί καθυστέρησε να πάει η επιστολή».

(ια) Όταν του υποβλήθηκε ότι δεν έγινε καμία συμφωνία με τους Παραπονούμενους, απάντησε «Την παράταση μου την έδωσαν, απλά τζιείνο που ζητούσαμε ήταν ο τρόπος αποπληρωμής του ποσού σε βάθος χρόνου», ενώ για το Τεκμήριο 49 ανέφερε ότι ήταν πρόταση του ΜΚ4 προς τους Κατηγορούμενους.

Η ΜΥ1 είναι η θυγατέρα του Κατηγορούμενου 2 και εργάζεται στο λογιστήριο των Κατηγορουμένων 1 από τον Μάιο του 2021. Ανέφερε δε τα ακόλουθα στην δια ζώσης μαρτυρία της:

(α) Από τον Μάρτιο μέχρι τον Νοέμβριο του 2021 οι μόνες επιταγές που κατατέθηκαν από τους Παραπονούμενους ήταν αυτές που εκδόθηκαν και παραδόθηκαν από τους Κατηγορούμενους πριν τις 04.03.2021, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων επιταγών που εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στις 04.03.2021. Στην αντεξέταση της, όμως, παραδέχθηκε ότι στις 04.03.2021 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν ακόμα τρεις επιταγές, οι οποίες ανακλήθηκαν. Η δε τελευταία επιταγή που εκδόθηκε και παραδόθηκε στους Παραπονούμενους ήταν στις 04.11.2021.

(β) Στις 05.11.2021 ήταν παρούσα στην συνάντηση του ΜΚ4 με τον Κατηγορούμενο 2 στα γραφεία των Παραπονουμένων και ανέφερε ότι εκεί συμφωνήθηκε ότι οι Κατηγορούμενοι 1 θα πληρώνουν αμέσως τα μελλοντικά τιμολόγια, ήτοι χωρίς πίστωση, συν €10.000 πλέον τόκους, όπως τους υπολόγισε ο ΜΚ4 στον υπολογιστή του, έναντι του υφιστάμενου υπολοίπου. Την φωτογραφία του Τεκμηρίου 49 την έβγαλε η ίδια και απεικονίζει τον υπολογισμό του τόκου στον υπολογιστή του ΜΚ4.

(γ) Μετά τις 16.11.2021 που ενημερώθηκε ο Κατηγορούμενος 2 από τον ΜΚ4 ότι δεν ισχύουν τα συμφωνηθέντα της 05.11.2021, συμβουλεύθηκαν τους δικηγόρους τους και τους έδωσαν οδηγίες να στείλουν την επιστολή ημερ. 22.11.2021, Τεκμήριο 24. Παρά το γεγονός ότι είχαν δώσει τις οδηγίες στους δικηγόρους τους τις προηγούμενες ημέρες, δεν γνωρίζει γιατί η επιστολή στάληκε στις 22.11.2021 και όχι νωρίτερα. Ανέφερε, όμως, ότι ήταν μαζί με τους δικηγόρους τους όταν έγινε η ανάκληση των επιταγών και είχε συμφωνηθεί από πριν με τους δικηγόρους τους ότι θα έκαμναν την ανάκληση.

(δ) Για την επίσκεψη της αξιωματούχου των Παραπονούμενων από το Ισραήλ στην φάρμα, ανέφερε ότι αυτή έγινε μετά τον Μάη του 2021 και η ίδια ήταν παρούσα κατά την επίσκεψη της, όπως επίσης και ο ΜΚ4.

(ε) Παραδέχθηκε, κατά την αντεξέταση της, ότι σύμφωνα με το Τεκμήριο 30, δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια για να πληρωθούν οι επιταγές, όταν οι Παραπονούμενοι τις κατάθεσαν στις 09.12.2021.

3.     Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα

Τα κατωτέρω γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν από τις δύο πλευρές και συνιστούν ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Αντρέου ν Δήμου Λάρνακας (2014) 2 ΑΑΔ 263 και Ocean Reef Properties Ltd v Colville (2015) 1 ΑΑΔ 1002):

(α) Οι Παραπονούμενοι και οι Κατηγορούμενοι 1 είναι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένες στην Κύπρο και ο Κατηγορούμενος 2 είναι ο μοναδικός διευθυντής των Κατηγορουμένων 1 (βλ. Τεκμήρια 1 και 2).

(β) Περί τον Ιούνιο του 2017 οι Παραπονούμενοι και οι Κατηγορούμενοι 1 συμφώνησαν όπως οι Παραπονούμενοι πωλούν προϊόντα στους Κατηγορούμενους 1 έναντι συμφωνημένης αμοιβής και οι Παραπονούμενοι θα εξέδιδαν σχετικά τιμολόγια επί πιστώσει και θα τηρούσαν σχετικό λογαριασμό με όλες τις χρεοπιστώσεις. Η περίοδος πίστωσης ήταν 90 ημέρες από την έκδοση εκάστου τιμολογίου και οι Κατηγορούμενοι 1 παρέδιδαν στους Παραπονούμενους μεταχρονολογημένες επιταγές για την πληρωμή των τιμολογίων, ενώ με την παράδοση των επιταγών οι Παραπονούμενοι εξέδιδαν και παρέδιδαν στους Κατηγορούμενους 1 σχετικές αποδείξεις είσπραξης.

(γ) Οι επιταγές που εξέδιδαν οι Κατηγορούμενοι 1 πληρώνονταν από τραπεζικό λογαριασμό τους στην Τράπεζα Κύπρου (βλ. Τεκμήριο 30), στον οποίο είχε δικαίωμα υπογραφής μόνο ο Κατηγορούμενος 2.

(δ) Στις 22.03.2021 εκδηλώθηκε πυρκαγιά στην φάρμα των Κατηγορουμένων 1, η οποία τους προκάλεσε ζημιές. Εντούτοις, η αγοραπωλησία προϊόντων μεταξύ των μερών συνεχίστηκε και μετά την πυρκαγιά.

(ε) Στις 30.07.2021 οι Κατηγορούμενοι 1 εξέδωσαν, διά της υπογραφής του Κατηγορούμενου 2, και παρέδωσαν στους Παραπονούμενους επτά μεταχρονολογημένες επιταγές (βλ. Τεκμήρια 4, 6, 7, 8, 9, 10 και 11), οι οποίες ήταν πληρωτέες στις 30.11.2021 και αφορούσαν τιμολόγια που εκδόθηκαν από την 01.07.2021 μέχρι τις 22.07.2021 (βλ. Τεκμήριο 25). Στις 23.08.2021 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν έξι μεταχρονολογημένες επιταγές (βλ. Τεκμήρια 5, 15, 16, 17, 19 και 20), οι οποίες ήταν πληρωτέες στις 31.12.2021 (εκτός από το Τεκμήριο 5 που ήταν πληρωτέα στις 30.11.2021) και αφορούσαν τιμολόγια που εκδόθηκαν από τις 20.07.2021 μέχρι τις 18.08.2021 (βλ. Τεκμήριο 26). Στις 08.09.2021 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν επτά μεταχρονολογημένες επιταγές (βλ. Τεκμήρια 12, 13, 14, 18, 21, 22 και 23), οι οποίες ήταν πληρωτέες στις 31.12.2021 και αφορούσαν τιμολόγια που εκδόθηκαν από τις 05.08.2021 μέχρι τις 30.08.2021 (βλ. Τεκμήριο 27). Για όλες τις ανωτέρω επιταγές οι Παραπονούμενοι εξέδωσαν και παρέδωσαν στους Κατηγορούμενους 1 σχετικές αποδείξεις είσπραξης κατά την έκδοση τους (βλ. Τεκμήρια 43 έως 48).

(στ) Στις 22.11.2021 ο Κατηγορούμενος 2 έδωσε, εκ μέρους των Κατηγορουμένων 1, γραπτή εντολή προς την Τράπεζα Κύπρου για ανάκληση των ανωτέρω 20 επίδικων επιταγών με την αιτιολογία «Παράβαση Σύμβασης» (βλ. Τεκμήριο 33). Την ίδια ημέρα, οι δικηγόροι των Κατηγορουμένων απέστειλαν επιστολή, ήτοι το Τεκμήριο 24, στους Παραπονούμενους. Ακολούθως, στις 08.12.2021 οι Παραπονούμενοι κατέθεσαν σε λογαριασμό τους στην Ελληνική Τράπεζα τις οκτώ από τις 20 επίδικες επιταγές, ήτοι τα Τεκμήρια 4 έως 11, ενώ στις 03.01.2022 κατέθεσαν τις υπόλοιπες δώδεκα, ήτοι τα Τεκμήρια 12 έως 23. Η Ελληνική Τράπεζα, όμως, ενημέρωσε τους Παραπονούμενους ότι δεν εξαργυρώθηκαν οι επιταγές λόγω ανάκλησης τους από τον εκδότη των επιταγών.

(ζ) Οι Κατηγορούμενοι προχώρησαν στην ανάκληση συνολικά 95 επιταγών (βλ. Τεκμήριο 53), εκ των οποίων 20 επιταγές αφορούν την παρούσα υπόθεση και άλλες 20 επιταγές αφορούν την ιδιωτική ποινική υπόθεση υπ’ αριθμόν 2348/2022 που καταχώρισαν οι Παραπονούμενοι στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (βλ. Τεκμήριο 52), ενώ για τις υπόλοιπες 55 επιταγές δεν εγέρθηκε μέχρι σήμερα οποιαδήποτε άλλη ποινική υπόθεση. Επίσης, οι Παραπονούμενοι δεν καταχώρισαν μέχρι σήμερα αγωγή εναντίον των Κατηγορουμένων 1 για το συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο ύψους €670.571, το οποίο εξακολουθούν να οφείλουν μέχρι σήμερα (βλ. Τεκμήριο 3).

(η) Οι 95 επιταγές που ανακλήθηκαν ήταν επιταγές που εκδόθηκαν και παραδόθηκαν από τις 04.03.2021 μέχρι και τον Νοέμβριο του 2021.

(θ) Από τις 30.09.2021 μέχρι και τις 11.11.2021 οι Παραπονούμενοι κατέθεσαν και εξαργύρωσαν 17 επιταγές (βλ. Τεκμήριο 29), οι οποίες ήταν πληρωτέες στις 31.05.2021 και 30.06.2021. Από αυτές, οι 13 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στους Παραπονούμενους τον Φεβρουάριο του 2021 και οι υπόλοιπες 4 εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στις 04.03.2021 (βλ. Τεκμήρια 34 έως 42).

(ι) Στις 12, 16 και 17 Νοεμβρίου 2021 οι Κατηγορούμενοι 1 αγόρασαν προϊόντα από τους Παραπονούμενους και οι Κατηγορούμενοι 1 εξόφλησαν αυθημερόν με τραπεζικό έμβασμα τα σχετικά τιμολόγια (βλ. Τεκμήρια 50 και 51).

4.     Κατάχρηση Της Διαδικασίας

Οι Κατηγορούμενοι ήγειραν στο στάδιο των αγορεύσεων τους ότι υφίσταται κατάχρηση της διαδικασίας από τους Παραπονούμενους ζητώντας από το Δικαστήριο να απορρίψει ή αναστείλει την παρούσα ποινική δίωξη.

Η ανωτέρω θέση της Υπεράσπισης εδράζεται στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ενώ οι Κατηγορούμενοι 1, διά του Κατηγορούμενου 2, ανακάλεσαν 95 συνολικά επιταγές, οι Παραπονούμενοι καταχώρισαν την παρούσα ιδιωτική ποινική υπόθεση για 20 επιταγές και ακόμα μία ιδιωτική ποινική υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για άλλες 20 επιταγές και κατέχουν ακόμα 55 επιταγές για τις οποίες δεν καταχωρήθηκε ποινική δίωξη. Επιπρόσθετα, οι Παραπονούμενοι δεν καταχώρισαν οποιαδήποτε αγωγή για το συνολικό οφειλόμενο ποσό και οι ΜΚ1 και ΜΚ4 ανέφεραν στο Δικαστήριο ότι ο σκοπός της παρούσας ποινικής δίωξης είναι η πληρωμή των επιταγών.

Προς υποστήριξη της ανωτέρω θέσης τους, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Κατηγορουμένων παρέπεμψε το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις Βασιλείου ν Μακρίδη (2000) 2 ΑΑΔ 133 και M. & M. Loizou Ltd v Jumbo Investments Ltd (2000) 2 AAΔ 717. Οι εν λόγω αποφάσεις, όμως, έτυχαν μεταγενέστερα αποδοκιμασίας από το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση Χαραλαμπίδης ν Κωμοδρόμου (2002) 2 ΑΑΔ 522, όπου η Ολομέλεια αποφάσισε -κατά πλειοψηφία- ότι η προσέγγιση των ανωτέρω αποφάσεων στο ζήτημα της κατάχρησης της διαδικασίας ήταν «λανθασμένη» και ανέφερε ότι ο κατήγορος «μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του, άσχετα από οποιαδήποτε ελατήρια του που δεν λείπουν και από άλλης φύσεως διώξεις» και ότι το ελατήριο του «δεν προσδιορίζει το δικαίωμα ούτε αλλοιώνει το σκοπό της διαδικασίας». Συνεπώς, το γεγονός ότι το ελατήριο των Παραπονούμενων για την καταχώριση και προώθηση της παρούσας ποινικής δίωξης είναι η πληρωμή των επίδικων επιταγών είναι αδιάφορο και δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει κατάχρηση της παρούσας διαδικασίας.

Ούτε η εκκρεμοδικία δύο ποινικών υποθέσεων, ήτοι η παρούσα και η ποινική υπόθεση 2348/2022 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, συνιστά αυτόματα κατάχρηση της διαδικασίας. Στην απόφαση N.C.P. Diamonds Co Ltd v Ιωαννίδη (2003) 2 ΑΑΔ 162, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι η καταχώρηση δυο ποινικών υποθέσεων για δυο διαφορετικές επιταγές δεν συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου (βλ. επίσης Μεταφορές Γερολέμου Ν. Γερολέμου Λτδ ν Αδελφοί Σ. Πεκρής (Γενικές Επιχειρήσεις) Λτδ (2013) 2 ΑΑΔ 591). Το δε γεγονός ότι οι Παραπονούμενοι κατέχουν ακόμα 55 ανακληθείσες επιταγές και δεν καταχώρισαν ποινική δίωξη δεν μπορεί να συνιστά κατάχρηση αφού δεν υπάρχει οποιαδήποτε διαδικασία για αυτές, χωρίς βέβαια να αποφαίνομαι για τυχόν κατάχρηση σε άλλες μελλοντικές διαδικασίες σε σχέση με αυτές τις επιταγές.

Ενόψει των ανωτέρω γεγονότων, κρίνω ότι δεν υφίσταται οποιαδήποτε κατάχρηση διαδικασίας και γι’ αυτό θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης.

5.     Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας

Μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με προσοχή όλους τους μάρτυρες και είμαι σε θέση να αξιολογήσω την όλη μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων με το κριτήριο του μέσου λογικού αντικειμενικού παρατηρητή (βλ. Νεοφύτου ν Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25) και αφού έχω λάβει υπόψιν μου τόσο την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαρτύρων (βλ. C&A Pelekanos v Πελεκάνου (1999) 1 ΑΑΔ1273), όσο και το περιεχόμενο, ποιότητα και πειστικότητα της μαρτυρίας τους (βλ. Μαυροσκούφη ν Τράπεζα Πειραιώς (2014) 1 ΑΑΔ 839 και Ομήρου ν Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506) αντιπαραβαλλόμενη με το σύνολο της μαρτυρίας στην δίκη, είτε προέρχεται από άλλη ζώσα μαρτυρία είτε από έγγραφη μαρτυρία και τεκμήρια (βλ. Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Στυλιανίδης ν Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Pal Tekinder v Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551 και Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» ν Αργυρίδου (Πολιτική Έφεση 32/2014) ημερ. 29/09/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Δεν μου διαφεύγει ότι μικρές ή επουσιώδεις αντιφάσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν και τείνουν να ενισχύουν την φιλαλήθεια και αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 320 και Ξυδιάς ν Αστυνομίας (1993) 2 ΑΑΔ 174), εκτός βέβαια αν είναι τέτοια ουσιαστικής μορφής που πλήττουν την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή καταδεικνύουν την πρόθεση του να πει ψέματα (βλ. Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816).

Η ΜΚ1 δεν άφησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο, καθώς διαφάνηκε ότι ήρθε στο Δικαστήριο με αποκλειστικό σκοπό να βοηθήσει τους Παραπονούμενους, παρουσιάζοντας αρχικά μια διαφορετική εικόνα των σχέσεων και συναλλαγών των μερών. Συγκεκριμένα, η ΜΚ1 απέκρυψε από το Δικαστήριο ότι οι Κατηγορούμενοι 1 πλήρωναν πάντα με μεταχρονολογημένη επιταγή τα τιμολόγια που εκδίδονταν και ότι οι Παραπονούμενοι έχουν στην κατοχή τους 95 συνολικά ανακληθείσες επιταγές, αναφέροντας ότι οι επίδικες 20 επιταγές δόθηκαν τον Ιούλιο του 2021 για τον λόγο ότι οι Κατηγορούμενοι 1 είχαν «μεγάλες καθυστερήσεις στην πληρωμή των οφειλών τους». Μετά, όμως, στην αντεξέταση, παραδέχθηκε ότι οι Κατηγορούμενοι 1 έδιναν πάντα μεταχρονολογημένες επιταγές κατά την έκδοση των τιμολογίων, όπως και οι επίδικες 20 επιταγές, οι οποίες εκδόθηκαν και παραδόθηκαν τμηματικά, ήτοι στις 30.07.2021, 23.08.2021 και 08.09.2021. Επίσης, αρχικά επέμενε ότι οι επιταγές ήταν μεταχρονολογημένες και πληρωτέες σε 3 μήνες περίπου, ενώ μετά παραδέχθηκε ότι ήταν πληρωτέες σε 4½ με 5 μήνες προκειμένου οι Παραπονούμενοι να «διευκολύνουν» τους Κατηγορούμενους 1 με τα οικονομικά τους. Σε σχέση με τις επιταγές που ελάμβαναν από τους Κατηγορούμενους 1, παρά το ότι ανέφερε πως έπρεπε να κατατεθούν με βάση τις ημερομηνίες που είχε και δεν είχε άλλες οδηγίες προς τούτο, δεν εξήγησε γιατί δεν κατέθεσε 4 επιταγές που ήταν πληρωτέες στις 30.06.2021, 10 επιταγές που ήταν πληρωτέες στις 30.07.2021, 12 επιταγές που ήταν πληρωτέες στις 30.08.2021, 12 επιταγές που ήταν πληρωτέες στις 30.09.2021 και 15 επιταγές που ήταν πληρωτέες στις 30.10.2021, ήτοι προτού ανακληθούν από τους Κατηγορούμενους 1 στις 22.11.2021 (βλ. Τεκμήριο 53). Ο ανωτέρω ισχυρισμός της δεν συνάδει ούτε με το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι 17 επιταγές του Τεκμηρίου 29, οι οποίες ήταν πληρωτέες στις 31.05.2021 και 30.06.2021, κατατέθηκαν και εξαργυρώθηκαν από τους Παραπονούμενους μεταξύ των ημερομηνιών 30.09.2021 και 11.11.2021, ήτοι 4 με 5 μήνες μετά που κατέστησαν πληρωτέες οι επιταγές. Τέλος, η ΜΚ1 αρνήθηκε ότι οι Παραπονούμενοι πλήρωναν τα τιμολόγια με έμβασμα μετά τις 05.11.2021, αλλά την διέψευσε το περιεχόμενο των Τεκμηρίων 50 και 51. Ενόψει των ανωτέρω, πέραν της έγγραφης μαρτυρίας που παρουσίασε στο Δικαστήριο και δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση, η μαρτυρία της ΜΚ1 κρίνεται ως αναξιόπιστη και δεν γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο.

Η μαρτυρία των ΜΚ2 και ΜΚ3 δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά από την Υπεράσπιση, ενώ τα όσα κατέθεσαν υποστηρίχθηκαν και από τα τεκμήρια που κατέθεσαν οι ίδιοι στο Δικαστήριο. Δεν υπέπεσαν σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις, ήταν σταθεροί στις απαντήσεις τους και κρίνω ότι είπαν την αλήθεια στο Δικαστήριο. Ως εκ τούτου η μαρτυρία τους κρίνεται ως αξιόπιστη και γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο.

Ο ΜΚ4 άφησε γενικά θετική εικόνα στο Δικαστήριο. Τα όσα ανέφερε στηρίζονται και συνάδουν με την αναμφισβήτητη έγγραφη μαρτυρία που παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Το γεγονός ότι υπέπεσε σε κάποιες μικρο-αντιφάσεις σε σχέση με το πότε ήταν πληρωτέες οι επιταγές ή ότι δεν θυμόταν όλες τις εισηγήσεις που του έγιναν από τους Κατηγορούμενους κατά τις συναντήσεις τους δεν θεωρώ ότι πλήττει συθέμελα την μαρτυρία του. Αρνήθηκε την υποβολή της Υπεράσπισης ότι οι επιταγές δεν κατατέθηκαν επειδή δίδονταν για εξασφάλιση και όχι για πληρωμή, εξηγώντας ότι μετά την πυρκαγιά τον Μάρτη του 2021 δεν κατέθεταν τις επιταγές όταν αυτές καθίσταντο πληρωτέες καθώς οι Κατηγορούμενοι 1 ζητούσαν παρατάσεις χρόνου για να μπορούν να τιμήσουν τις επιταγές και οι Παραπονούμενοι τους διευκόλυναν «μέχρι να βρουν τα πόδια τους» και σιγά-σιγά το πραγματικό οφειλόμενο ποσό έφτασε τις €670.000 περίπου. Άλλωστε, η ανωτέρω θέση του, ήτοι ότι οι επιταγές δεν δίδονταν για εξασφάλιση, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι και πριν την πυρκαγιά στην φάρμα οι Κατηγορούμενοι 1 εξέδιδαν και παρέδιδαν μεταχρονολογημένες επιταγές για πληρωμή των τιμολογίων εντός 4 μηνών περίπου (βλ. Τεκμήρια 34 έως 42) και ότι μετά την πυρκαγιά οι Παραπονούμενοι εξακολούθησαν να εκδίδουν αποδείξεις είσπραξης ταυτόχρονα με την παράδοση των επιταγών. Αναφορικά με τις συναντήσεις μεταξύ του ιδίου και του Κατηγορούμενου 2 τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2021, απάντησε ότι δεν θυμόταν τι του λέχθηκε από τους Κατηγορούμενους, αλλά ήταν κάθετος και κατηγορηματικός ότι δεν έγινε οποιαδήποτε συμφωνία, αναφέροντας ότι οι Κατηγορούμενοι έκαμναν συνεχώς διάφορες εισηγήσεις και γι’ αυτό δεν μπορεί να τις θυμάται όλες. Το γεγονός ότι δεν παρέλαβαν άλλες επιταγές από τους Κατηγορούμενους μετά τις 04.11.2021 και οι Κατηγορούμενοι πλήρωσαν τοις μετρητοίς τα επόμενα τρία τιμολόγια δεν εξυπακούει την σύναψη συμφωνίας μεταξύ των μερών, αφού ο ΜΚ4 εξήγησε ότι υπήρχαν ήδη άλλα τρία τιμολόγια που εκδόθηκαν τον Νοέμβριο και οι Κατηγορούμενοι αρνούνταν να εκδώσουν επιταγή για αυτά (βλ. Τεκμήριο 3) και συνεπώς εύλογα οι Παραπονούμενοι δεν παρέδωσαν νέα προϊόντα επί πιστώσει και πληρώθηκαν τοις μετρητοίς στις επόμενες αγορές των Κατηγορουμένων. Για την συνάντηση τους στις 05.11.2021, ο ΜΚ4 ανέφερε ότι το Τεκμήριο 49 αφορά όντως φωτογραφία του ηλεκτρονικού υπολογιστή του, εξηγώντας, όμως, ότι αφορά συζήτηση εισήγησης των Κατηγορουμένων για καταβολή ποσού €10.000 πλέον τόκους και το Τεκμήριο 49 απεικονίζει τον υπολογισμό του τόκου βάσει της πρότασης των Κατηγορουμένων και όχι κάποια συμφωνία των μερών.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, κρίνω ως αξιόπιστη την μαρτυρία του ΜΚ4 και την αποδέχομαι.

Για τους Κατηγορούμενους μαρτυρία πρόσφεραν ο Κατηγορούμενος 2 και η ΜΥ1, οι οποίοι πρόβαλαν μια διαφορετική εκδοχή στο Δικαστήριο. Αμφότεροι, όμως, υπέπεσαν σε ουσιώδεις αντιφάσεις και δεν έπεισαν για την αλήθεια της εκδοχής τους. Αναφορικά με την πίστωση μέχρι του ποσού των €700.000, ανέφεραν ότι αυτό λέχθηκε από κάποια αξιωματούχο των Παραπονουμένων από το Ισραήλ, η οποία επισκέφθηκε την φάρμα των Κατηγορουμένων. Κανείς τους, όμως, δεν θυμόταν το όνομα της, την θέση της στην εταιρεία και πότε έγινε η εν λόγω επίσκεψη, ενώ ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπαν. Ο Κατηγορούμενος 2, στην αντεξέταση του, αρχικά ανέφερε ότι δεν ενημέρωσε τον ΜΚ4 για τα όσα του υποσχέθηκε η ανωτέρω αξιωματούχος και μετά ανασκεύασε αναφέροντας ότι κατά την επίσκεψη της στην φάρμα ήταν μαζί της και ο ΜΚ4, ενώ στην παράγραφο 8 της γραπτής δήλωσης του ανέφερε «Την επίσκεψη του κ. Κωνσταντίνου ακολούθησε επίσκεψη στην φάρμα αξιωματούχου της Miloubar από το Ισραήλ». Ούτε η θέση του Κατηγορούμενου 2 ότι οι επιταγές που παρέδιδε στους Παραπονούμενους ήταν για εξασφάλιση και όχι για πληρωμή μπορεί να γίνει αποδεκτή, αφού τον διαψεύδουν τα Τεκμήρια 34 έως 48, σύμφωνα με τα οποία οι Παραπονούμενοι εξέδιδαν και παρέδιδαν στους Κατηγορούμενους, τόσο πριν όσο και μετά την πυρκαγιά, αποδείξεις είσπραξης ταυτόχρονα με την έκδοση και παράδοση των επιταγών. Επίσης, η έκδοση μεταχρονολογημένων επιταγών ήταν μέρος του τρόπου συναλλαγής των μερών και πριν την πυρκαγιά και συνεχίστηκε και μετά την πυρκαγιά, με την μόνη διαφορά ότι ήταν πληρωτέες σε 4 με 5 μήνες αντί σε 3 με 4 μήνες.

Η ΜΥ1, ενώ είναι η υπεύθυνη του λογιστηρίου δεν έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις γιατί δεν διαμαρτυρήθηκε που οι επιταγές του Τεκμηρίου 29, ήτοι επιταγές που είχαν εκδοθεί και παραδοθεί από τις 11.02.2021 μέχρι τις 04.03.2021, κατατέθηκαν από τους Παραπονούμενους από τις 30.09.2021 μέχρι και τις 11.11.2021 και ιδιαίτερα μάλιστα για τις 4 επιταγές που κατατέθηκαν στις 11.11.2021, ήτοι 6 ημέρες μετά την συνάντηση τους και σύναψη της κατ’ ισχυρισμόν προφορικής συμφωνίας στις 05.11.2021. Απέφυγε, επίσης, να δώσει εξηγήσεις γιατί ενώ οι Παραπονούμενοι κατέθεσαν και εξαργύρωσαν 4 επιταγές που τους παραδόθηκαν στις 04.03.2021, ήτοι πριν την πυρκαγιά, οι Κατηγορούμενοι προχώρησαν μετά με την ανάκληση 3 επιταγών, οι οποίες επίσης εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στις 04.03.2021. Τέλος, όταν της υποβλήθηκε ότι το Τεκμήριο 24 αποστάληκε κάποιες ώρες μετά που οι Κατηγορούμενοι έδωσαν οδηγίες ανάκλησης όλων των επιταγών, η ΜΥ1 απάντησε ότι η ανάκληση έγινε μαζί και σε συνεννόηση με τους δικηγόρους τους, σε αντίθεση με τον Κατηγορούμενο 2, ο οποίος δήλωσε άγνοια για την «καθυστέρηση» στην αποστολή της επιστολής.

Η όλη εκδοχή των Κατηγορουμένων, μέσω της μαρτυρίας τους, δεν έχει πείσει το Δικαστήριο. Αρχίζοντας από την θέση τους ότι όλες οι επιταγές που εκδίδονταν και παραδίδονταν στους Παραπονούμενους ήταν για σκοπούς εξασφάλισης του υπολοίπου τους, αυτή καταρρίπτεται από το όλο περιεχόμενο της έγγραφης μαρτυρίας. Από την αρχή της συνεργασίας των μερών, οι Κατηγορούμενοι 1 εξέδιδαν μεταχρονολογημένες επιταγές για την πληρωμή συγκεκριμένων τιμολογίων και ταυτόχρονα με την παράδοση των επιταγών οι Παραπονούμενοι εξέδιδαν και παρέδιδαν στους Κατηγορούμενους αποδείξεις είσπραξης των τιμολογίων. Και τούτο συνεχίστηκε και μετά τον Μάρτιο του 2021 που εκδηλώθηκε η πυρκαγιά στην φάρμα των Κατηγορουμένων 1. Το γεγονός ότι οι επιταγές ήταν πληρωτέες μετά τις 90 μέρες ή ότι οι Παραπονούμενοι δεν κατέθεταν αμέσως τις επιταγές κατά τις ημερομηνίες που καθίσταντο πληρωτέες, κατόπιν παράκλησης των Κατηγορουμένων, δεν μετατρέπει τον σκοπό για τον οποίο δίδονταν οι επιταγές, συμπεριλαμβανομένων και των επίδικων. Άλλωστε, αν ήταν για σκοπούς εξασφάλισης που παραδίδονταν οι επιταγές γιατί τίθεντο διαφορετικές ημερομηνίες για το πότε θα καθίσταντο πληρωτέες; Αναφορικά δε με την κατ’ ισχυρισμόν προφορική συμφωνία στις 05.11.2021, ο Κατηγορούμενος 2 και η ΜΥ1 ανέφεραν ότι συμφώνησαν την αποπληρωμή του οφειλόμενου υπολοίπου με μηνιαίες δόσεις ύψους €10.487 συμπεριλαμβανομένων των τόκων. Δεν εξήγησαν, όμως, γιατί δεν πλήρωσαν οποιαδήποτε δόση από τις 05.11.2021 και ούτε ανέφεραν τι συμφωνήθηκε σε σχέση με τις εκδοθείσες επιταγές, συμπεριλαμβανομένων και των επίδικων, οι οποίες δεν επιστράφηκαν ποτέ στους Κατηγορούμενους 1. Γιατί δεν ανακάλεσαν οι Κατηγορούμενοι όλες τις επιταγές στις 05.11.2021 ενόψει της νέας κατ’ ισχυρισμόν συμφωνίας μεταξύ τους; Επισημαίνω ότι στις 05.11.2021 οι Παραπονούμενοι κατείχαν συνολικά 95 επιταγές, εκ των οποίων οι 53 είχαν καταστεί ήδη πληρωτέες (βλ. Τεκμήριο 53). Σε σχέση με την θέση τους ότι οι Παραπονούμενοι υπαναχώρησαν από την προφορική συμφωνία ημερ. 05.11.2021 μέσω του ΜΚ4, ο οποίος στις 16.11.2021 ανέφερε στον Κατηγορούμενο θα προχωρήσει με την κατάθεση των επιταγών, ούτε αυτή έχει πείσει το Δικαστήριο. Και εξηγώ. Αν όντως οι Παραπονούμενοι είχαν πρόθεση να καταθέσουν τις 53 πληρωτέες επιταγές, θα μπορούσαν να το πράξουν άμεσα και να μην περιμένουν μέχρι τις 08.12.2021. Επίσης, μπροστά στον «κίνδυνο» κατάθεσης 53 πληρωτέων επιταγών τους, γιατί οι Κατηγορούμενοι δεν προχώρησαν άμεσα στην ανάκληση τους και περίμεναν σχεδόν μία εβδομάδα, ήτοι μέχρι τις 22.11.2021 για να το πράξουν; Αφού, μάλιστα, πρόθεση τους, με βάση την επιστολή ημερ. 22.11.2021, ήταν να επιφυλάξουν το δικαίωμα τους να ανακαλέσουν όλες τις επιταγές, γιατί ανακάλεσαν τις επιταγές το πρωί της 22.11.2021 και απέστειλαν μετά την επιστολή, Τεκμήριο 24, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας; Με άλλα λόγια, οι Κατηγορούμενοι επιφύλαξαν ένα «δικαίωμα» σε χρόνο που το είχαν ήδη ασκήσει, ενώ, σύμφωνα με την ΜΥ1, οι δικηγόροι τους ήταν μαζί τους κατά την ανάκληση των επιταγών. Τέλος, σε υποβολή που έγινε στον Κατηγορούμενο 2 κατά την αντεξέταση ότι ουδεμία συμφωνία έγινε με τους Παραπονούμενους, ο ΜΚ4 απάντησε «Την παράταση μου την έδωσαν, απλά τζιείνο που ζητούσαμε ήταν ο τρόπος αποπληρωμής του ποσού σε βάθος χρόνου», θέση η οποία αντιφάσκει με την θέση και υπεράσπιση των Κατηγορούμενων περί σύναψης «νέας συμφωνίας» στις 05.11.2021 με τους Παραπονούμενους.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, η μαρτυρία και εκδοχή του Κατηγορούμενου 2 και της ΜΥ1 κρίνονται ως αναξιόπιστες και απορρίπτονται από το Δικαστήριο.

6.     Η Νομική Πτυχή και Τα Ευρήματα του Δικαστηρίου

Εφόσον οι Κατηγορούμενοι αρνούνται την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Οι εικασίες, υποθέσεις και υποψίες, ακόμα και ευλογοφανείς, δεν έχουν οποιαδήποτε νομική ισχύ και δεν μπορούν να καλύψουν τυχόν κενά της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής. Από την άλλη, οι Κατηγορούμενοι δεν υποχρεούνται να αποδείξουν ότι οι ισχυρισμοί τους είναι αληθινοί ή βάσιμοι, αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Οι απομακρυσμένες πιθανότητες, όμως, δεν είναι αρκετές να δημιουργήσουν λογική αμφιβολία.

Αναφορικά με τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι, σχετικό είναι το άρθρο 305Α(2) του Περί Ποινικού Κώδικα Νόμου (ΚΕΦ.154) ως έχει τροποποιηθεί που προνοεί τα εξής:

«Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), πρόσωπο το οποίο, χωρίς εύλογη αιτία, προκαλεί με οποιαδήποτε πράξη τη μη εξόφληση επιταγής που εκδόθηκε από το ίδιο, οποτεδήποτε πριν ή κατά την ημερομηνία που η επιταγή έχει καταστεί πληρωτέα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ  (€10.000,00) ή και στις δύο ποινές:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, επίκληση της υπεράσπισης της εύλογης αιτίας, δυνατό να γίνει από τον κατηγορούμενο εφόσον, κατά ή πριν από την παρουσίαση της επιταγής για σκοπούς πληρωμής της, ο κατηγορούμενος ως εκδότης παρέθεσε γραπτώς στο πιστωτικό ίδρυμα, επί του οποίου εκδόθηκε η επιταγή, το λόγο ή τους λόγους για τους οποίους δόθηκε εντολή μη πληρωμής της.»

Η ανωτέρω νομοθετική πρόνοια έτυχε εξέτασης και ερμηνείας σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην απόφαση Νίκος Γλυκύς G.N.S. Teleman Ltd ν Λαρτίδη (Ποινική Έφεση 85/2019) ημερ. 30.06.2021 λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

«Στην δεύτερη περίπτωση που αφορά το εδάφιο (2) του Άρθρου 305(Α) τα συστατικά στοιχεία είναι:

(α)  η έκδοση της επιταγής

(β)  η πρόκληση της μη εξόφλησης της επιταγής από τον εκδότη της με οποιαδήποτε πράξη του πριν ή κατά την ημερομηνία που αυτή κατέστη πληρωτέα.

Εφόσον τα συστατικά στοιχεία του 2ου αδικήματος ως ανωτέρω αποδειχθούν, τότε το βάρος απόδειξης μετατίθεται επί των ώμων του Κατηγορούμενου (εκδότη) να αποδείξει την ύπαρξη εύλογης αιτίας για την ανάκληση της επιταγής. Το βάρος απόδειξης από τον Κατηγορούμενο είναι εκείνο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.»

Στην παρούσα υπόθεση, δεν αμφισβητείται ότι οι επίδικες επιταγές, Τεκμήρια 4 έως 23, οι οποίες ήταν πληρωτέες στις 30.11.2021 και 30.12.2021, εκδόθηκαν από τους Κατηγορούμενους 1, με την υπογραφή του Κατηγορούμενου 2, και παραδόθηκαν στους Παραπονούμενους. Αδιαμφισβήτητο, επίσης, είναι και το γεγονός ότι οι επιταγές ανακλήθηκαν στις 22.11.2021 από τους Κατηγορούμενους 1, με την υπογραφή του Κατηγορούμενου 2 στα έντυπα οδηγιών ανάκλησης επιταγής της Τράπεζας Κύπρου (βλ. Τεκμήριο 33).

Επιπλέον, εφόσον ο Κατηγορούμενος 2 είναι ο μοναδικός διευθυντής των Κατηγορουμένων 1, ο οποίος υπέγραψε τόσο την έκδοση, όσο και τις οδηγίες ανάκλησης των επιταγών, και ήταν το πρόσωπο το οποίο είχε άμεση επικοινωνία με τους Παραπονούμενους αναφορικά με τις συναλλαγές τους και είχε γνώση όλων των γεγονότων, κρίνω ότι ο Κατηγορούμενος 2 όντως συνέδραμε στην πρόκληση μη εξόφλησης των 20 επίδικων επιταγών (βλ. Νικολεττής ν Μηλού (Ποινική Έφεση 26/2024) ημερ. 03.07.2024).

Η βασική γραμμή υπεράσπισης αμφότερων των Κατηγορουμένων είναι ότι οι επίδικες επιταγές ανακλήθηκαν κατόπιν εύλογης αιτίας. Εφόσον δήλωσαν στο Τεκμήριο 33 τον λόγο της ανάκλησης, ήτοι «παράβαση σύμβασης», οι Κατηγορούμενοι νομιμοποιούνται στην επίκληση της εν λόγω υπεράσπισης και δύνανται να απαλλαγούν των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν, νοουμένου ότι αποδείξουν στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων ότι είχαν όντως εύλογη αιτία να ανακαλέσουν τις επίδικες επιταγές στις 22.11.2021. Αυτό είναι και το κύριο επίδικο ζήτημα που καλείται το Δικαστήριο να αποφασίσει στην παρούσα υπόθεση.

Επισημαίνεται δε ότι παρά το γεγονός ότι προσφέρθηκε μαρτυρία από τους Παραπονούμενους ότι οι Κατηγορούμενοι 1 δεν είχαν διαθέσιμα κεφάλαια στον σχετικό τραπεζικό λογαριασμό τους για την πληρωμή των επίδικων επιταγών, τόσο κατά τον χρόνο της ανάκλησης, όσο και κατά τον χρόνο της κατάθεσης τους, τούτο είναι άσχετο με το επίδικο ζήτημα της ύπαρξης ή όχι εύλογης αιτίας και ως εκ τούτου δεν θα απασχολήσει το Δικαστήριο (βλ. Νεοφύτου ν A.S.G. Solar Technologies Ltd (Ποινική Έφεση 147/2015) ημερ. 28.11.2017, ECLI:CY:AD:2017:B426).

Στην απόφαση N.C. Diamonds Co Ltd v Γεωργίου (2001) 2 ΑΑΔ 763, το Ανώτατο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από την νομολογία, επανέλαβε ότι η εύλογη αιτία πρέπει να περιέχει καλή πίστη (good faith) από πλευράς του εκδότη και να είναι, υπό τις περιστάσεις, αντικειμενικά δίκαιη (objectively fair) (βλ. επίσης Χρήστου ν Nikiforos Technologies Ltd (Αρ. 1) (2014) 2 ΑΑΔ 287).

Με βάση την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου και κρίθηκε αξιόπιστη ως ανωτέρω καταλήγω στα κατωτέρω επιπρόσθετα ευρήματα:

Από την αρχή της συνεργασίας των Παραπονουμένων με τους Κατηγορούμενους 1, ήτοι από το 2017, οι Κατηγορούμενοι 1 αγόραζαν προϊόντα και παρέδιδαν μεταχρονολογημένες επιταγές για την πληρωμή των τιμολογίων που εξέδιδαν οι Παραπονούμενοι εντός 3 με 4 μηνών από την έκδοση τους. Όταν εκδηλώθηκε η πυρκαγιά στην φάρμα των Κατηγορουμένων, ήτοι στις 22.03.2021, τα μέρη συνέχισαν την συνεργασία τους ανωτέρω, με τις μεταχρονολογημένες επιταγές να είναι πληρωτέες εντός 4 με 5 μηνών, για σκοπούς διευκόλυνσης των Κατηγορουμένων 1. Παρά το γεγονός ότι κάποιες επιταγές άρχισαν να καθίστανται πληρωτέες από τις 31.05.2021 και εντεύθεν, οι Παραπονούμενοι δεν προχώρησαν με την κατάθεσή τους κατόπιν εκκλήσεων των Κατηγορουμένων 1. Οι διάδικοι συνέχισαν τις αγοραπωλησίες με τον ανωτέρω τρόπο μέχρι και τις αρχές Νοεμβρίου 2021, με το συνολικό πραγματικό οφειλόμενο ποσό να ανέρχεται περί τα €670.571. Περί τα τέλη Οκτωβρίου και αρχές Νοεμβρίου 2021 έγιναν διάφορες συζητήσεις μεταξύ τους, αλλά δεν κατέληξαν σε κάποια τελική συμφωνία, παρά τις διάφορες εισηγήσεις και προτάσεις των Κατηγορουμένων 1 για την αποπληρωμή του ποσού. Εν τω μεταξύ, οι Παραπονούμενοι από τις 30.09.2021 μέχρι και τις 11.11.2021 κατέθεσαν και εξαργύρωσαν 17 συνολικά επιταγές, οι οποίες τους είχαν παραδοθεί τον Φεβρουάριο του 2021 και στις 04.03.2021, ήτοι πριν την εκδήλωση της πυρκαγιάς, ενώ εξακολουθούσαν να κατέχουν όλες τις μεταχρονολογημένες επιταγές, συμπεριλαμβανομένων και των επίδικων, και οι Κατηγορούμενοι 1 δεν είχαν καταβάλει οποιοδήποτε ποσό έναντι αυτών. Ενόψει των ανωτέρω, αλλά και επειδή είχαν ήδη εκδοθεί τρία τιμολόγια για τα οποία οι Κατηγορούμενοι 1 αρνούνταν να εκδώσουν μεταχρονολογημένες επιταγές, μετά την συνάντηση τους στις 05.11.2021, οι Παραπονούμενοι δεν πωλούσαν πλέον προϊόντα επί πιστώσει στους Κατηγορούμενους 1, οι οποίοι προέβησαν σε τρεις παραγγελίες προϊόντων και πλήρωσαν τα τιμολόγια με τραπεζικό έμβασμα, ήτοι στις 12, 16 και 17 Νοεμβρίου 2021. Στις 22.11.2021 το πρωί, ο Κατηγορούμενος 2 έδωσε, εκ μέρους των Κατηγορουμένων 1, γραπτή εντολή προς την Τράπεζα Κύπρου για ανάκληση όλων των επιταγών που κατείχαν οι Παραπονούμενοι, ήτοι 95 στο σύνολο, συμπεριλαμβανομένων και των 20 επίδικων επιταγών. Ακολούθως και προς το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, οι δικηγόροι των Κατηγορουμένων απέστειλαν την επιστολή Τεκμήριο 24 στους Παραπονούμενους. Στις 08.12.2021 οι Παραπονούμενοι κατέθεσαν 8 από τις 20 επίδικες επιταγές και στις 03.01.2022 κατέθεσαν τις υπόλοιπες 12. Ουδεμία, όμως, τιμήθηκε λόγω της ανωτέρω προηγούμενης ανάκλησης τους από τους Κατηγορούμενους στις 22.11.2021. Οι Κατηγορούμενοι δεν κατέβαλαν κανένα ποσό στους Παραπονούμενους μέχρι σήμερα, ούτε για τις επίδικες επιταγές, ούτε για τις υπόλοιπες 75 και ως εκ τούτου εξακολουθούν να οφείλουν στους Παραπονούμενους συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο ύψους €670.571.

Οι Κατηγορούμενοι πρόβαλαν την θέση ότι (α) οι επίδικες 20 επιταγές, όπως και οι υπόλοιπες 75 που εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στους Παραπονούμενους, ήταν προς εξασφάλιση και όχι προς πληρωμή των τιμολογίων και (β) υπήρξε καταληκτική συμφωνία στις 05.11.2021 αναφορικά με τον τρόπο αποπληρωμής του χρεωστικού υπολοίπου τους, στο οποίο περιλαμβάνονταν και οι επίδικες επιταγές.

Αρχίζοντας από την πρώτη θέση, επισημαίνω ότι το Δικαστήριο έχει απορρίψει ήδη την εν λόγω εκδοχή τους για τους λόγους που αναφέρθηκαν ανωτέρω. Σύμφωνα με την έγγραφη και αξιόπιστη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου, οι επίδικες επιταγές δόθηκαν για την πληρωμή συγκεκριμένων τιμολογίων και ταυτόχρονα εκδίδονταν αποδείξεις είσπραξης, ενώ υπήρχε και σχετική καταχώριση στην κατάσταση λογαριασμού, Τεκμήριο 3. Αλλά, ακόμα και να παραδίδονταν ως εξασφάλιση και εγγύηση για την πληρωμή των εν λόγω τιμολογίων, οι Κατηγορούμενοι θα είχαν δικαίωμα να τις ανακαλέσουν μόνο στην περίπτωση που θα κατέβαλλαν στους Παραπονούμενους τα ποσά των τιμολογίων πριν καταστούν πληρωτέες οι επιταγές (βλ. Pre Neuro-Spine Specialists Ltd v Ευαγόρου (Ποινική Έφεση 154/2021) ημερ. 19.01.2024).

Σε ότι αφορά το δεύτερο, επισημαίνω ότι οι Κατηγορούμενοι δεν επικαλούνται την παραβίαση της συμφωνίας για την πώληση και παράδοση προϊόντων και συνεπώς δεν πρόκειται για διαφορά που δεν έχει επιλυθεί στα πλαίσια της εν λόγω συμφωνίας, όπως ήταν η περίπτωση στην απόφαση Αντρέου ν Vangel Art Ltd (2012) 2 ΑΑΔ 7. Εκείνο που επικαλούνται είναι η παραβίαση «νέας συμφωνίας» που συνάφθηκε στις 05.11.2021 και αφορά την αποπληρωμή του χρεωστικού υπολοίπου τους. Έχοντας, όμως, απορρίψει την μαρτυρία του Κατηγορούμενου 2 και της ΜΥ1 για τους λόγους που αναφέρονται ανωτέρω, δεν υπάρχει ενώπιον μου αξιόπιστη μαρτυρία που να οδηγεί σε εύρημα για σύναψη τέτοιας συμφωνίας και συνακόλουθα παραβίαση αυτής από τους Παραπονούμενους. Αντιθέτως, από τα ανωτέρω ευρήματα γεγονότων του Δικαστηρίου, δεν προκύπτει καλή πίστη εκ μέρους των Κατηγορούμενων και ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως αντικειμενικά δίκαιη η ανάκληση των επίδικων επιταγών.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, κρίνω ότι οι Κατηγορούμενοι απέτυχαν να αποδείξουν ότι η ανάκληση των επίδικων επιταγών έγινε κατόπιν εύλογης αιτίας.

7.     Κατάληξη

Συνοψίζοντας και για όλους τους λόγους που καταγράφονται ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ένοχους τους Κατηγορούμενους σε όλες τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν.

 

                                                                      (Υπ.).....................................

                                                                               Μ. Μαρκουλλής, Προσ. Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο