ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. AA, Υπόθεση Αρ.: 5/2022, 15/2/2024
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. AA, Υπόθεση Αρ.: 5/2022, 15/2/2024

ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ:         Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.

                                                                       Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.

                                                        Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.

 

Υπόθεση Αρ.: 5/2022

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ν.

 

AA

Κατηγορουμένου

 

 

Ημερομηνία:  15 Φεβρουαρίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα Ε. Κληρίδου.

Για τον Κατηγορούμενο: Ο κ. Ν. Δημητρίου.

Κατηγορούμενος παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η κυκλοφορία της απόφασης υπόκειται σε περιορισμό και απαγορεύεται η οποιαδήποτε δημοσίευση ή δημοσιοποίηση της χωρίς την άδεια του εκδικάζοντος Δικαστηρίου .

 

Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει τις τέσσερεις κάτωθι κατηγορίες:

-          Βιασμός, κατά παράβαση του άρθρου 144 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και των άρθρων 2, 5(α), 11(α, στ), 14, 29, 33(4) και 46 του Περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο 115(Ι)/2021 (κατηγορία 1)

-          Σεξουαλική παρενόχληση γυναίκας, κατά παράβαση των άρθρων 2, 5(γ), 11(α, στ), 14, 29, 33(4) και 46 του Περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου 115(Ι)/2021 (κατηγορία 2)

-          Επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του άρθρου 243 του Κεφ. 154 και των άρθρων 2, 5(α), 11(α, στ), 14, 29, 33(4) και 46 του Περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου 115(Ι)/2021 (κατηγορία 3)

-          Σεξουαλική κακοποίηση διά διείσδυσης, κατά παράβαση του άρθρου 146(Α) του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 και των άρθρων 2, 5(α), 11(α, στ), 14, 29, 33(4) και 46 του Περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου 115(Ι)/2021 (κατηγορία 4).

 

Αντικείμενο των πιο πάνω κατηγοριών, ως καταγράφεται και στις λεπτομέρειες των αδικημάτων, αποτελεί η καταγγελία της BB ότι ο κατηγορούμενος στις 13/12/2021 ήλθε σε συνουσία δια κολπικής διείσδυσης μαζί της χωρίς τη συναίνεση της. Περαιτέρω της επιτέθηκε προκαλώντας της πραγματική σωματική βλάβη.

 

Η κατηγορούσα αρχή προς απόδειξη της υπόθεσης της κάλεσε τέσσερεις συνολικά μάρτυρες, ενώ από πλευράς υπεράσπισης ο κατηγορούμενος επέλεξε να παραμείνει σιωπηλός χωρίς να προσφέρει και οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία. Κατατέθηκαν τέλος 39 τεκμήρια, ενώ δηλώθηκαν ως παραδεκτά γεγονότα, ως καταγράφονται στα έγγραφα Α και Β, τα ακόλουθα:

 

Έγγραφο Α:

 

«1. Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης της παρούσας υπόθεσης παραλήφθηκε αριθμός τεκμηρίων ως αυτά περιγράφονται στον Κατάλογο Τεκμηρίων με αριθμό 472/2021. Κατάλογος τεκμηρίων κατατίθεται ως τεκμήριο.

2.Το τεκμήριο με αύξων αριθμό 17 επί του καταλόγου τεκμηρίων λήφθηκε με τη γραπτή συγκατάθεση της ΜΚ1, επί του κατηγορητηρίου, ΒΒ από τον ΜΚ2, επί του κατηγορητηρίου Αστ/κα 2644 Λοΐζο Μολέσκυ.

3. Το τεκμήριο με αύξων αριθμό 22 επί του καταλόγου τεκμηρίων λήφθηκε από τον κατηγορούμενο την 4/01/2022 στα Τ.Α.Ε. Λάρνακας από τον ΜΚ4, επί του κατηγορητηρίου, Αστ. 1699, Χάρη Χατζησάββα. Την ίδια μέρα μεταξύ των ωρών 16:05-16:22 στην οδό [ ] 3, στη Λάρνακα κατόπιν δικαστικού εντάλματος έρευνας, ερευνήθηκε η οικία του κατηγορούμενου στη παρουσία του από το ΜΚ4. Κατά τη διάρκεια της έρευνας εντοπίστηκαν στο υπνοδωμάτιο της οικίας του κατηγορούμενου το τεκμήριο με αύξων αριθμό 23 επί του καταλόγου τεκμηρίων και αφού επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο, ο κατηγορούμενος απάντησε «πέτε μου εννα μπου έκαμα ολάν».

4. Όλα τα τεκμήρια παραλήφθηκαν και διακινήθηκαν από την Αστυνομία Κύπρου, νομότυπα, με ασφάλεια χωρίς να υποστούν οποιαδήποτε επέμβαση ή αλλοίωση εκτός αυτής που έγινε για σκοπούς επιστημονικών εξετάσεων από το Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής και βρίσκονταν υπό τη συνεχή και ασφαλή φύλαξη της Αστυνομίας.

5. Στην παραπονούμενη ΜΚ1, επί του κατηγορητηρίου, ΒΒ έγινε ιατροδικαστική εξέταση την 14/12/2021 στο Μακάριο Νοσοκομείο στη Λευκωσία μεταξύ των ωρών 23:00-24:00 από τον ΜΚ5, επι του κατηγορητηρίου, Νικόλα Χαραλάμπους. Την ίδια μέρα και μεταξύ των ωρών 23:19-23:28 στο Μακάριο Νοσοκομείο στη Λευκωσία η ΜΚ5, επί του κατηγορητηρίου, Αστ. 4056, Μάρθα Δημητρίου, καθ΄ υπόδειξη του ΜΚ6, επί του κατηγορητηρίου, Νικόλα Χαραλάμπους, στη παρουσία του γυναικολόγου Δρ. Παναγιώτη Πλαστήρα Χριστοφίδη και της Αστ/κας 4001, ΜΚ9 επί του κατηγορητηρίου, Μαριλένας Μωυσή, έλαβε 22 φωτογραφίες της ιατροδικαστικής εξέτασης. Φωτογραφικό άλπουμ με 22 φωτογραφίες κατατίθεται ως τεκμήριο.

6. Την 4/01/2022 και ώρα 13:05 στην οδό 1ης Απριλίου στη Λάρνακα ο ΜΚ3, επί του κατηγορητηρίου, Α/Αστ. 1606 Γ. Πιερίδης συνέλαβε δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης, τον κατηγορούμενο. Τον πληροφόρησε για το λόγο της σύλληψης, του επέστησε τη προσοχή του στο Νόμο και αυτός απάντησε «εγιώ επήα ήβρα την έσσο μου, έσιη κλειδί, εγιώ δεν ήμουν έσσο». Το ένταλμα σύλληψης κατατίθεται ως τεκμήριο. Ακολούθως πληροφορήθηκε για τα δικαιώματα του και του επιδόθηκε σχετικό Έγγραφο Δικαιωμάτων, το οποίο αρνήθηκε να υπογράψει. Το Έγγραφο δικαιωμάτων κατατίθεται ως τεκμήριο. Την ίδια μέρα μεταξύ των ωρών 13:55-14:40, ο ΜΚ3, στα γραφεία του Κλιμακίου της Βίας στην Οικογένεια στη Λάρνακα έλαβε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο. Ο κατηγορούμενος δεν επιθυμούσε να ασκήσει το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο πριν από την ανάκριση. Η ανακριτική κατάθεση του κατηγορούμενου κατατίθεται ως τεκμήριο.»

 

Έγγραφο Β:

 

«1. Στα τεκμήρια της παρούσας υπόθεσης που κατατέθηκαν στο δικαστήριο με αριθμό 9-31 διενεργήθηκαν επιστημονικές εξετάσεις με την ορθή μέθοδο και ενδεδειγμένη διαδικασία από τον Δρ. Μάριο Καριόλου, σε επίπεδο γενετικού υλικού ο οποίος κατέληξε στα ορθά και ασφαλή συμπεράσματα του.

2. Η έκθεση του Δρ. Μάριου Καριόλου, με αριθμό πραγματογνωμοσύνης 92-2022, κατατίθεται από κοινού ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της.

3. Τα αντικείμενα με διακριτικά (αριθμός ΕΔΙΓ) 92-1 μέχρι 92-23.1 αντιστοιχούν στα Τεκμήρια δικαστηρίου 9 μέχρι 31 αντίστοιχα.

4. Από τα συμπεράσματα του στη παράγραφο 6 και 8 προκύπτει ότι υπήρξε εκσπερμάτωση του κατηγορούμενου στο κόλπο της παραπονούμενης ΜΚ2 ΒΒ.»

 

Οι αναφορές όλων των μαρτύρων ως επίσης και τα τεκμήρια που κατατέθηκαν αξιολογήθηκαν πλήρως έστω και αν αυτά δεν αναφέρονται ρητά στην απόφαση χωρίς να είναι αναγκαία η καταγραφή του περιεχομένου τους κάτι το οποίο θα είναι εκεί όπου κριθεί αναγκαίο (Βλέπε κατ΄ αναλογίαν, G & K Exclusive Fashions Ltd v. Παπαδοπούλου κ.ά (2001) 1 ΑΑΔ 88 και Al Watani κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2001) 1Γ ΑΑΔ 1924).

 

Τυχόν αποσπάσματα που αναφέρονται στην απόφαση μεταφέρθηκαν αυτούσια από τα πρακτικά, τα τεκμήρια και τις γραπτές αγορεύσεις.

 

Συνοψίζουμε τη μαρτυρία των μαρτύρων.

 

Η Αστυφύλακας 1812 Βάσω Γρηγορίου, ΜΚ1, ήταν η αστυφύλακας η οποία ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης και ανέφερε τις ενέργειες τις οποίες προέβηκε προς το σκοπό αυτό ως αυτές καταγράφονται και στην κατάθεση της τεκμήριο 6. Προέβηκε και στην κατάθεση των τεκμηρίων 7-33.

 

Η παραπονούμενη ΒΒ, ΜΚ2, περιέγραψε τα γεγονότα ως κατ΄ ισχυρισμό της διαδραματίστηκαν και που αποτελούν το περιεχόμενο της καταγγελίας στην οποία προέβηκε εναντίον του κατηγορούμενου. Υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης της, τεκμήρια 34 και κατέθεσε και την ένορκη δήλωση τεκμήριο 35.

 

Η Αστυφύλακας 4001 Μαριλένα Μωυσή, ΜΚ3, ήταν το πρόσωπο το οποίο μετέβηκε μαζί με άλλα μέλη της αστυνομίας στην οικία της παραπονούμενης μετά που η τελευταία προέβηκε σε καταγγελία. Στην κατάθεση της τεκμήριο 37 καταγράφει τις ενέργειες στις οποίες η ίδια έκανε, συμπεριλαμβανομένης και της μεταφοράς της παραπονούμενης στο Μακάρειο Νοσοκομείο Λευκωσίας για ιατροδικαστική και γυναικολογική εξέταση. Κατάθεσε και τη συγκατάθεση της παραπονούμενης για την εν λόγω εξέταση τεκμήριο 38.

 

Ο Νικόλας Χαραλάμπους, ΜΚ4, εξέτασε στις 14/12/2021 την παραπονούμενη και ετοίμασε την ιατροδικαστική έκθεση τεκμήριο 39 την οποία και επεξήγησε ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Είχαμε την ευκαιρία μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης κάτι που θέτει το Δικαστήριο σε πλεονεκτική θέση στο να βλέπει, να ακούει και να αξιολογεί τους μάρτυρες (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Μελή ν. Κωνσταντίνου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 2/13, ημερομηνίας 13/3/19), ECLI:CY:AD:2019:A83, να παρακολουθήσουμε και να ακούσουμε με προσοχή και υπομονή τους μάρτυρες που κατέθεσαν. Θέσαμε ως δείκτη ανάμεσα σε άλλα το στάδιο από το οποίο ανέκυψε η μαρτυρία, την πηγή και το κύρος της γνώσης των μαρτύρων, το όποιο προσωπικό συμφέρον ή προκατάληψη τους, τις ευκαιρίες που είχαν για να αντιληφθούν τα διαδραματιζόμενα, τη μνήμη τους και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή για να πιστεύουν σε αυτά στα οποία κατέθεσαν, τη σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων τους και τις όποιες υπερβολές, ανακολουθίες ή αντιφάσεις τους σε αντιπαραβολή με τις μικροαντιφάσεις, τη φιλαλήθεια τους και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων. Ήμασταν προσεκτικοί να μην προσδώσουμε υπέρμετρο βάρος στα εξωτερικά γνωρίσματα της μαρτυριακής τους συμπεριφοράς αφού κάτι τέτοιο εμπεριέχει επικινδυνότητα δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο κάποιοι μάρτυρες να είναι ιδιαίτερα ικανοί στο να παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη που πραγματικά τους χαρακτηρίζει αλλά και διότι κάποιες συμπεριφορές στο εδώλιο του μάρτυρα μπορεί να εδράζονται σε μεγάλο αριθμό αιτών και όχι κατ΄ ανάγκη από διάθεση να πουν ψέματα ή να παραπλανήσουν.

 

Αποτιμώντας τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας δεν περιοριστήκαμε στην ατομική εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων, αλλά τη συσχετίσαμε και την αντιπαραβάλαμε με το σύνολο της υπόλοιπης μαρτυρίας. Τη μαρτυρία των αστυνομικών την προσεγγίσαμε με ιδιαίτερη προσοχή έτσι ώστε να διακριβώσουμε αν τα όσα ανέφεραν εξέφραζαν πιστά και ορθά την πραγματικότητα (βλέπε, Volettos v. The Republic (1960) CLR 169).

 

Έχει σημασία, ως ζήτημα αρχής, να υπογραμμιστεί πως το γεγονός ότι κάποιοι μάρτυρες γίνονται δεκτοί ως αξιόπιστοι, δεν εξυπακούει αδηρίτως πως τα όσα είπαν υπέχουν και ανάλογης αποδεικτικής βαρύτητας, μια και η γενικότερη αξιοπιστία των μαρτύρων δεν εναρμονίζεται πάντοτε με την αποδεικτική δύναμη της μαρτυρίας τους (βλ. κατ’ αναλογίαν, Κίμωνος ως Εκκαθαριστή της Blue Seal Shoes Ltd v. Χρ. Ιωάννου & Υιοί (Υποδήματα) Λτδ, Πολ.Έφεση 66/13, ημ. 4/11/19, Ευσταθίου ν. Μιχαήλ και Άλλης, Πολ.Έφεση 269/12, ημ. 23/7/19, ECLI:CY:AD:2019:A341, Θεοχαρίδης ν. Ιωάννου κ.ά (2012) 1Β ΑΑΔ 1311, 1319-1322).

 

Η Αστυφύλακας 1812 Βάσω Γρηγορίου ΜΚ1, η οποία υπηρετεί στο Κλιμάκιο Βίας στην Οικογένεια στο ΤΑΕ Λάρνακας ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης βίας στην οικογένεια μετά από καταγγελία της ΒΒ για βιασμό της και επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Η εν λόγω μάρτυρας κρίνεται ως μάρτυρας της αλήθειας η οποία παρέθεσε τις ενέργειες της σε σχέση με τη διερεύνηση της υπόθεσης χωρίς να υποπέσει σε αντιφάσεις κατά την αντεξέταση της που θα κλόνιζαν την αξιοπιστία της. Ανέφερε ότι ανέλαβε τη διερεύνηση στις 14/12/2021 και παρέλαβε από συναδέλφους της σειρά τεκμηρίων, ως αυτά καταγράφονται στον κατάλογο τεκμηρίων, τεκμήριο 1. Κάποια από αυτά τα μετέφερε και στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου για σκοπούς επιστημονικών εξετάσεων. Το σύνολο των τεκμηρίων που περισυνελέχθηκαν κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης κατατέθηκαν και ενώπιον του Δικαστηρίου ως τεκμήρια 9-31. Αναγνώρισε την κατηγορούμενη στη δέσμη φωτογραφιών τεκμήριο 2, διευκρινίζοντας ότι το εσώρουχο που φαίνεται να φορά η παραπονούμενη δεν είναι το ίδιο εσώρουχο που φορούσε όταν κατ΄ ισχυρισμό της βιάστηκε από τον κατηγορούμενο. Είπε επίσης ότι δεν λήφθηκε γενετικό υλικό από την κόγχη του ματιού της παραπονούμενης αλλά ούτε και από το έπιπλο του κρεβατιού που κατά τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου η παραπονούμενη κτύπησε στο χώρο του ματιού. Αντεξετάστηκε η μάρτυρας σε σχέση με τις δύο καταθέσεις της παραπονούμενης τεκμήρια 32 και 33, καταθέσεις που λήφθηκαν στις 6/11/2023 και έχουν διαφορά του χρόνου λήψης τους περί τις δύο ώρες. Εξήγησε η μάρτυρας ότι αρχικά η παραπονούμενη μετέβηκε στο κλιμάκιο βίας στην οικογένεια συνοδευόμενη από τον κατηγορούμενο λέγοντας της ότι ήθελε να αποσύρει την υπόθεση που υπάρχει εναντίον του. Μετά που έλαβε την κατάθεση τεκμήριο 32, ενημερώθηκε από τη συνήγορο της κατηγορούσας αρχής ότι η παραπονούμενη πιέστηκε για να αποσύρει το παράπονο της. Τότε η ίδια μετέβηκε στην οικία της παραπονούμενης και έλαβε από αυτήν την κατάθεση τεκμήριο 33 με την τελευταία να της αναφέρει ότι ήταν υπό το κράτος φόβου και πίεσης που έδωσε την κατάθεση τεκμήριο 32. Είπε επίσης ότι η παραπονούμενη φοβόταν να βγει από το σπίτι και της ανάφερε επιπρόσθετα ότι για να έρθουν στο Δικαστήριο φρόντισε ο κατηγορούμενος να την παραλάβει ο ίδιος και να την μεταφέρει. Δεν γνώριζε ότι η παραπονούμενη την 1/11/2023 είχε τηλεφωνήσει στον κατηγορούμενο για να τον παρακαλέσει να έρθουν μαζί στο Δικαστήριο στις 2/11/2023 και ότι το ίδιο έγινε και για τις 6/11/2023. Είπε περαιτέρω ότι στις 6/11/2023 στο κλιμάκιο πέραν της παραπονούμενης και του κατηγορούμενου παρούσα ήταν και η συμβία του τελευταίου. Ανέφερε περαιτέρω ότι γνωρίζει τη συμβία του κατηγορούμενου αφού υπήρχαν υποθέσεις βίας από τον κατηγορούμενο προς τη συγκεκριμένη και οι οποίες αποσύρθηκαν λόγω φόβου. Ήταν εις γνώση της ότι ο κατηγορούμενος είχε υπόθεση εναντίον της παραπονούμενης αλλά δεν γνώριζε περί εκβιασμού της παραπονούμενης προς τον κατηγορούμενο να αποσύρει την υπόθεση. Είπε ότι η παραπονούμενη δεν της ανέφερε ότι μετά τις 13/12/2021 συνευρίσκοντο σεξουαλικά με τον κατηγορούμενο ούτε και ότι ακόμη μετά τον ισχυριζόμενο βιασμό την μετέφερε στην Παναγία των Αμπελιών στην Αραδίππου για προσκύνημα, αλλά ούτε και ότι στις αποκριές του 2023 πήγαν σε ταβέρνα και κατανάλωσαν αλκοόλ. Είπε τέλος ότι της αναφέρθηκε από την παραπονούμενη ότι παρακολουθείται από ψυχολόγο και στο παρελθόν είχε επισκεφθεί και κάποιο ψυχίατρο.

Η μαρτυρία της ΜΚ1 γίνεται αποδεκτή.

 

Η ΒΒ ΜΚ2, είναι η παραπονούμενη στην υπό κρίση περίπτωση. Η εκδοχή της, ως την έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου είναι ότι ο κατηγορούμενος στις 13/12/2021, μετά από έξοδο τους για φαγητό και αφού ο τελευταίος είχε καταναλώσει οινοπνευματώδη ποτά, την μετέφερε στο σπίτι της όπου αρχικά της επιτέθηκε κτυπώντας την με γροθιές στο κεφάλι και στη συνέχεια ήρθε σε συνουσία μαζί της χωρίς τη θέληση της. Τα όσα διαδραματίστηκαν κατά την πιο πάνω ημερομηνία καταγράφονται στην κατάθεση της ΜΚ2, τεκμήριο 34, αλλά τέθηκαν και στην διά ζώσης μαρτυρία της. Η παραπονούμενη μας δημιούργησε εξαιρετική εντύπωση. Περιέγραψε το επίδικο περιστατικό απλά, με την όλη έκφραση της και τον τρόπο με τον οποίο κατέθετε να είναι φυσικός και αυθόρμητος. Δεν έχουμε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι τα γεγονότα εξελίχθηκαν και διαδραματίστηκαν όπως η ΜΚ2 τα παρέθεσε χωρίς δόση υπερβολής ή και αναλήθειας. Τουναντίον. Ο τρόπος που περιέγραψε τα συμβάντα δήλωναν μάρτυρα που κατέθετε την πραγματική διάσταση τους χωρίς να υπάρχει, αλλά ούτε καν να υποβόσκει προσπάθεια απόκρυψης της αλήθειας ή παρουσίασης των γεγονότων με τρόπο που θα υποστήριζε την εκδοχή της. Δεν δίστασε να παραδεχθεί ότι ανέφερε στον κατηγορούμενο, μετά που αυτός δημιούργησε νέα σχέση, «τι καλύτερο σου κάνει η Τουρκοκύπρια». Να διευκρινίσουμε εδώ ότι δεν υποβλήθηκε θέση στην μάρτυρα ότι η καταγγελία της βασίζεται σε αλλότρια κίνητρα και δη εκδικητικά επειδή ο κατηγορούμενος δημιούργησε νέα σχέση. Η ΜΚ2 ήταν επεξηγηματική περί τούτου λέγοντας ότι είχε αναφέρει στον κατηγορούμενο ότι είτε θα ήταν μαζί της είτε θα ήταν με την άλλη και δεν γινόταν να τις «έχει» και τις δύο. Η προσπάθεια όμως προσβολής της αξιοπιστίας της ΜΚ2, από πλευράς υπεράσπισης, είχε σαν άξονα τις ενέργειες και συμπεριφορά της μάρτυρος που έλαβαν χώρα μετά το επίδικο συμβάν. Αφορούσαν την μεταφορά, σε δύο περιπτώσεις, της ΜΚ2 στο Δικαστήριο, ήτοι στις 2/11/2023 και 6/11/2023 που ήταν ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση αλλά και η σε δύο περιπτώσεις και πάλι μεταφορά της, μετά από παράκληση της ίδιας, στην εκκλησία της Παναγίας των Αμπελιών για προσκύνημα. Πέραν των πιο πάνω τέθηκε στη μάρτυρα η ένορκη δήλωση ημερομηνίας 6/4/22, τεκμήριο 35, για τερματισμό της ποινικής δίωξης στην παρούσα υπόθεση ως επίσης και η κατάθεση της τεκμήριο 32 στην οποία δηλώνει ότι δεν έχει παράπονο εναντίον του κατηγορούμενου και θέλει να αποσύρει την καταγγελία της. Τα πιο πάνω υποβλήθηκαν και προβλήθηκαν από την υπεράσπιση και αναδείχθηκαν ως γεγονότα που κλονίζουν την αξιοπιστία της ΜΚ2 και καθιστούν την μαρτυρία της μη πιστευτή. Είναι γεγονός ότι η αποσπασματική προσέγγιση των ενεργειών αυτών της παραπονούμενης ενδεχομένως να οδηγεί στο συμπέρασμα που η υπεράσπιση εισηγείται. Τα γεγονότα όμως δεν είναι καθόλου έτσι όπως τα έθεσε ο κατηγορούμενος. Διεξήλθαμε με μεγάλη προσοχή το σύνολο της μαρτυρίας της ΜΚ2 και διαπιστώσαμε ότι είναι διάχυτη από το φόβο που διακατεχόταν, φόβος ο οποίος ήταν αποτέλεσμα της βίαιης συμπεριφοράς του κατηγορούμενου ιδιαίτερα μετά που αυτός κατανάλωνε αλκοολούχα ποτά, ως είχε πράξει και στις 13/12/2021 ημερομηνία που αφορά το επίδικο συμβάν. Ακόμα και η κατάθεση της τεκμήριο 34 αρχίζει με τον λόγο που δεν κράτησε η σχέση τους και που δεν ήταν άλλος από το ότι «πίνει μεθά τζιαι εχτύπαν με, έπιασεμε που το λαιμό να με πνίξει». Την κατάθεση της τεκμήριο 32 στην οποία εκφράζει τη θέληση της να αποσύρει την καταγγελία της, ακολουθεί η κατάθεση της τεκμήριο 33 όπου επεξηγεί τους λόγους που προέβηκε στην κατάθεση τεκμήριο 32. Βάση τους αποτελεί η πίεση και ο φόβος που ασκεί πάνω της ο κατηγορούμενος. Ναι μεν η κατάθεση τεκμήριο 33 δόθηκε μετά από δύο ώρες που δόθηκε η κατάθεση τεκμήριο 32, πλην όμως αυτό δεν καθιστά αναξιόπιστη την ΜΚ2. Το αντίθετο. Αποδεικνύει ακριβώς αυτά που καταγράφονται στο τεκμήριο 33 για απειλές εναντίον της, πίεση και φόβο ότι θα της κάνει κακό αν δεν απέσυρε το παράπονο της που αφορά η παρούσα υπόθεση. Επιπρόσθετα και αναφορικά με την ένορκη δήλωση τεκμήριο 35, η μάρτυρας δεν μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη όταν είπε κατά την αντεξέταση της «Α. Εγώ υπόγραψα του γιατί με έβαλε ο ίδιος και το υπόγραψα, γιατί τον φοβόμουν….». Ακόμα και ο λόγος της μεταφοράς της στην εκκλησία της Παναγίας των Αμπελιών δεν ήταν άλλος από το φόβο που είχε όταν ο κατηγορούμενος βρισκόταν στο σπίτι της και στην προσπάθεια της να μην βρίσκεται μόνη μαζί του, του ζήτησε να την πάρει για προσκύνημα. Θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι η ΜΚ2 ούτε στο τεκμήριο 32 αλλά ούτε και στο τεκμήριο 35 αναφέρει οτιδήποτε που να αναιρεί ή να δημιουργεί αμφιβολία ότι τα γεγονότα δεν διαδραματιστήκαν ως τα περιγράφει στην κατάθεση της τεκμήριο 34. Δεν υπάρχει κάτι ως προς τα γεγονότα που να έρχονται σε αντίφαση με το περιεχόμενο της κατάθεσης της τεκμήριο 34. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει αφού ουσιαστικά αποτελούν επιβεβαίωση για την συμπεριφορά και πράξεις του κατηγορούμενου στις 13/12/2021. Αυτό που αναφέρει η μάρτυρας στα τεκμήρια 32 και 35, είναι ότι δεν έχει παράπονο εναντίον του κατηγορούμενου και ότι της ζήτησε συγγνώμη για το λάθος του (τεκμήριο 32) και ότι επιθυμεί να σταματήσει η ποινική δίωξη του κατηγορούμενου (τεκμήριο 35). Σε κανένα σημείο δεν αναφέρει κάτι ότι η καταγγελία της είναι ανυπόστατη ή κάτι ως προς τα γεγονότα που να δημιουργεί αμφιβολία ως προς την αξιοπιστία της. Έγινε και πάλι προσπάθεια από πλευράς υπεράσπισης ανάδειξης της αναξιοπιστίας της ΜΚ2 με παραπομπή σε σημεία της μαρτυρίας της που αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν πρόκειται για αντιφάσεις αλλά ηθελημένα ψέματα της παραπονούμενης. Πλείστα εξ αυτών έχουν να κάνουν με συναντήσεις και συναναστροφές της ΜΚ2 με τον κατηγορούμενο ακόμα και μετά το επίδικο συμβάν. Αρχικά να επαναλάβουμε ότι το τι ακριβώς συνέβηκε στην οικία του κατηγορούμενου στις 13/12/2021, ως τα ανέφερε η ΜΚ2 και που αποτελούν το αντικείμενο των κατηγοριών, παρέμειναν αλώβητα από κάθε άποψη. Τα όσα θέτει τώρα η υπεράσπιση ως βάση για κρίση αναξιοπιστίας της μάρτυρος στερούνται υποβάθρου αφού και η ίδια η ΜΚ2 ευθαρσώς είχε δεχθεί ότι συνέχισε να έχει επαφή με τον κατηγορούμενο, κάτι που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι  την ημέρα του συμβάντος προηγήθηκε έξοδος των δύο για φαγητό. Ούτε βέβαια ο μη εντοπισμός από τον ΜΚ4 καρούμπαλου στο τριχωτό της κεφαλής της ΜΚ2, είναι δυνατόν να οδηγήσει και πάλι σε αναξιοπιστία της όταν ο ΜΚ4 εξήγησε ότι μπορεί να αφήσει, μπορεί και να μην αφήσει.  Κάτι τελευταίο. Επέμενε αρχικά η ΜΚ2 ότι δεν είχε σεξουαλική σχέση με τον κατηγορούμενο κατά τον χρόνο που ήταν μαζί. Ανατρέχοντας τα πρακτικά προκύπτει ότι υπάρχει μία σύγχυση στη μάρτυρα η οποία είχε εκλάβει τις ερωτήσεις που τις τέθηκαν από τον συνήγορο υπεράσπισης, για το εν λόγω θέμα, ότι αφορούσαν την περίοδο που ο κατηγορούμενος δημιούργησε σχέση με άλλη γυναίκα. Το ζήτημα όμως διευκρινίζεται με την θέση της ΜΚ2 ότι από τη στιγμή που είχε φιλενάδα δεν είχε σεξουαλική επαφή μαζί του αλλά και με την μετέπειτα παραδοχή της ότι όντως καθ’ ον χρόνο ήταν μαζί είχαν και σεξουαλικές επαφές. Ουδέν προέκυψε από την αντεξέταση της ΜΚ2 που να αλλοιώνει την αντικειμενικότητα και αξιοπιστία της.

Η μαρτυρία της γίνεται αποδεκτή.

 

Η Αστυφύλακας 4001 Μαριλένα Μωυσή, ΜΚ3, υπηρετεί στο ΤΑΕ Λάρνακας στο Κλιμάκιο Βίας στην Οικογένεια. Αναγνώρισε και υιοθέτησε την κατάθεση της τεκμήριο 37 και προέβηκε και στην κατάθεση της συγκατάθεσης της παραπονούμενης για ιατροδικαστική εξέταση της, τεκμήριο 38. Η εντύπωση που αποκομίσαμε από την εν λόγω μάρτυρα είναι αυτή της ειλικρινούς μάρτυρος η οποία παρέθεσε με αντικειμενικότητα τη δική της εμπλοκή στη διερεύνηση της υπόθεσης. Ανέφερε ότι στις 13/12/2021 μετά από πληροφορία που λήφθηκε στο ΤΑΕ Λάρνακας από την παραπονούμενη για βιασμό της μετέβηκε άμεσα στην οικία της τελευταίας στην οδό [ ] Δ.2 στις [ ] μαζί με μέλη του περιπόλου της όπου είχε συνομιλία με την παραπονούμενη. Στην κατάθεση της τεκμήριο 37 καταγράφει το τι της αναφέρθηκε από την ΜΚ2 στην οικία της. Ανέφερε ότι κατά την αφήγηση του περιστατικού η παραπονούμενη ήταν φοβισμένη, αναστατωμένη και επαναλάμβανε συνεχώς ότι η ίδια δεν ήθελε να την ακουμπήσει ο κατηγορούμενος. Ανέφερε περαιτέρω ότι η παραπονούμενη έφερε εμφανή κτύπημα στο πρόσωπο και κοκκίνισμα εντός του δεξιού ματιού της, τραύματα τα οποία αναγνώρισε όταν της επιδείχθηκαν οι φωτογραφίες 1 και 2 του τεκμηρίου 2. Κατά τη συνομιλία της με την παραπονούμενη δεν παρατήρησε να είχε η τελευταία καταναλώσει ποσότητα αλκοόλης και δεν γνώριζε αν είχε πιει. Απαντώντας στη θέση της υπεράσπισης ότι είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της παραπονούμενης να δείχνει αναστατωμένη και φοβισμένη είπε ότι η ίδια είδε ένα άτομο του οποίου έτρεμαν τα χέρια του και κατ΄ εκείνη τη στιγμή ήταν αναστατωμένο. Ήταν η ίδια που μετέφερε την παραπονούμενη για να εξεταστεί από ιατροδικαστή και δεν είχε οδηγίες για να μεταφέρει και τον κατηγορούμενο για εξέταση. Για την ίδια προείχε να πάρει το θύμα για εξέταση και να λάβει κατάθεση. Σε κάθε περίπτωση η μη μεταφορά του κατηγορούμενου για ιατροδικαστική εξέταση που αν και τέθηκε ακροθιγώς από την υπεράσπιση, δεν επηρεάζει την αξιοπιστία της μάρτυρος τη στιγμή μάλιστα που δεν τέθηκε οτιδήποτε ως προς τον επηρεασμό των δικαιωμάτων του κατηγορούμενου.

Αποδεχόμαστε τη μαρτυρία της ΜΚ3.

 

Ο Νικόλας Χαραλάμπους, ΜΚ4, είναι ιατροδικαστής και υπηρετεί στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία από το 2006. Ο εν λόγω μάρτυρας κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας.

 

Είναι νομολογημένο, ο πραγματογνώμονας θα πρέπει να παρουσιάσει αιτιολογημένα, αντικειμενικά και αμερόληπτα τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια έτσι ώστε να δώσουν την δυνατότητα στο Δικαστήριο να κρίνει την ακρίβεια των επίδικων συμπερασμάτων του για  να διαμορφώσει την δική του ανεξάρτητη άποψη με την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών στα γεγονότα της υπόθεσης (βλ. Σαρρής v. Καλλέγιας κ.ά. (2011) 1Β Α.Α.Δ. 958, Πιττάλης κ.ά. v. Ianira Enterprises Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 814). Είναι επίσης νομολογημένο ότι η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων δεν δεσμεύει αλλά απλώς βοηθά το Δικαστήριο το οποίο δικαιούται να διαφοροποιήσει τη θέση του και να μη δεχθεί τη μαρτυρία ενός εμπειρογνώμονα, νοουμένου ότι υπάρχουν οι συνθήκες εκείνες που να δικαιολογούν τέτοια κατάληξη (βλ.Muskita Aluminium Industries Ltd κ.ά. v. Alsako Aluminium Ltd κ.ά. (2009) 1Β ΑΑΔ 1481).

 

Στην παρούσα περίπτωση τα προσόντα του ΜΚ4 δεν αμφισβητήθηκαν και ο ίδιος δήλωσε ότι εργάζεται στην ιατροδικαστική υπηρεσία από το 2006 και προέβηκε σε ιατροδικαστική εξέταση θυμάτων βιασμού περί τα 10 με 15 περιστατικά ετησίως. Δεδομένων των πιο πάνω κρίνουμε ότι ο ΜΚ4 είναι εμπειρογνώμονας για τον λόγο που κλήθηκε.

 

Η μαρτυρία του ΜΚ4 γίνεται αποδεκτή ως αξιόπιστη. Δεν προέκυψε οτιδήποτε κατά το στάδιο της αντεξέτασης του που να αλλοιώνει την καλή εικόνα που δημιούργησε στο Δικαστήριο. Σε κάθε περίπτωση οι ερωτήσεις που του τέθηκαν από πλευράς υπεράσπισης ήταν διευκρινιστικού χαρακτήρα και δεν είχαν σκοπό να πλήξουν την αξιοπιστία του μάρτυρα. Αναγνώρισε και υιοθέτησε το περιεχόμενο της ιατροδικαστικής του έκθεσης τεκμήριο 39, στην οποία καταγράφει τα ευρήματα του μετά που εξέτασε την παραπονούμενη στις 14/12/2021. Αναγνώρισε την παραπονούμενη στη δέσμη φωτογραφιών τεκμήριο 2, ως το πρόσωπο που στις 14/12/2021 είχε εξετάσει. Εξήγησε ποια είναι η υποκόγχια χώρα και υπέδειξε στις φωτογραφίες 3-10 του τεκμηρίου 2 το σχετικό τραύμα που έφερε η παραπονούμενη. Είπε ότι υπάρχουν κακώσεις οι οποίες μπορούν να εμφανιστούν και μέσα σε πάροδο μερικών ωρών αλλά και κακώσεις που μπορεί να εμφανιστούν και μέχρι και 48 ώρες, ανάλογα με την περιοχή. Εξήγησε ότι το σύνηθες φαινόμενο είναι να μην υπάρχουν κακώσεις στην περιοχή των γεννητικών οργάνων σε θύμα βιασμού και ο λόγος είναι αν ο βιασμός έγινε υπό το καθεστώς φόβου, δηλαδή αν υπήρχε απειλή με μαχαίρι ή με όπλο ή αν έγινε γιατί φοβήθηκε το θύμα. Είπε επίσης ότι η βίαιη αφαίρεση τούφας μαλλιών δεν αποκλείεται να αφήσει κακώσεις. Δεν είχε εντοπίσει καρούμπαλο στο κεφάλι της παραπονούμενης. Ανέφερε περαιτέρω ότι από την παραπονούμενη έλαβε δείγματα γενετικού υλικού και δεν θυμόταν αν του είχαν πάρει για εξέταση και τον κατηγορούμενο. Συμπλήρωσε όμως ότι αν του τον έπαιρναν θα το είχε καταγεγραμμένο. Πρόσθεσε ότι συνήθως η αστυνομία τις πρώτες ώρες που συλλαμβάνεται κάποιος τον παίρνει για εξέταση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κατηγορούμενος δεν είχε πάει χωρίς όμως ο ίδιος να γνωρίζει τους λόγους.

 

Έχουμε αναφέρει προηγουμένως ότι ο κατηγορούμενος επέλεξε, ως είχε απόλυτο  δικαίωμα, να παραμείνει σιωπηλός χωρίς να προσκομίσει και οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία. Η άσκηση του δικαιώματος της σιωπής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εκληφθεί εναντίον του αλλά ούτε και μπορεί να έχει οποιαδήποτε επίδραση στην απόφαση του Δικαστηρίου (βλ. Mohammad κ.ά ν. Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 590).

 

Θα πρέπει όμως και πριν προβούμε στα  ευρήματα μας να πούμε ότι τα όσα αναφέρει στην κατάθεση του τεκμήριο 5 και έχουν σχέση με τις υπό κρίση κατηγορίες, θα αξιολογηθούν και ως τέθηκε και στην Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109, το Δικαστήριο μπορεί να αποδώσει τη βαρύτητα που κρίνει ότι επιβάλλεται σε διαφορετικά μέρη της κατάθεσης όπως στο μέρος εκείνο που συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια στα συμφέροντα του κατηγορούμενου.

 

Να πούμε καταρχάς ότι ο κατηγορούμενος στην κατάθεση του δεν αρνείται ότι στις 13/12/2021 συναντήθηκε με την ΜΚ2. Δεν αρνείται επίσης ότι ήρθε σε σεξουαλική επαφή μαζί της. Να διευκρινίσουμε εδώ ότι αν και από την κατάθεση του δημιουργείται μία σύγχυση όσον αφορά την ημερομηνία, αφού αρχικά λέει ότι στις 13/12/2021 δεν ήταν καν σπίτι του και επέστρεψε μετά από δύο μέρες, εν τούτοις προκύπτει ότι δέχεται ότι συναντήθηκε με την παραπονούμενη στις 13/12/2021. Αυτή ήταν και η θέση η οποία προωθήθηκε και κατά την ακροαματική διαδικασία. Ισχυρίζεται όμως ότι βρισκόταν «στην κοπέλλα» του. Μετά που δύο μέρες και όταν επέστρεψε στην οικία του διαπίστωσε ότι οι κουρτίνες ήταν σχισμένες, τα σεντόνια του κρεββατιού πεταγμένα και διάφορα πράγματα σπασμένα. Θεώρησε ότι τις ζημιές θα τις έκανε η ΜΚ2 και γι’ αυτό της τηλεφώνησε για να του εξηγήσει τον λόγο που ενήργησε με αυτό τον τρόπο. Έχει βέβαια δηλωθεί ως παραδεκτό γεγονός ότι όταν ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε και του επιστήθηκε η προσοχή του στο νόμο απάντησε ότι πήγε σπίτι του και βρήκε την παραπονούμενη εκεί. Όταν συναντήθηκαν του είπε ότι τον αγαπούσε και ήθελε να σμίξουν πάλι και του απολογήθηκε. Μετά από αυτό βγήκαν έξω για φαγητό και μετά επέστρεψαν στο σπίτι του και έκαναν έρωτα με τη θέληση της. Τα όσα ο κατηγορούμενος θέτει στην κατάθεση του, πέραν βέβαια του ότι ήρθε σε συνουσία με την ΜΚ2, δεν μπορούν να γίνουν δεκτά αφού δεν είναι θέσεις που υποβλήθηκαν στην τελευταία. Δεν υποβλήθηκε ούτε ότι είχε κλειδί για να εισέρχεται στην οικία του αλλά ούτε και ότι εισήλθε και προκάλεσε τις ζημιές που ο κατηγορούμενος περιγράφει στην κατάθεση του. Ούτε όμως μπορεί να γίνει δεκτή η θέση ότι η ΜΚ2 «εκουτσούφλησε»  πάνω στο ξύλο του κρεββατιού και κτύπησε. Εντελώς διαφορετικά ήταν τα γεγονότα που τέθηκαν ενόρκως από την ΜΚ2. Δεν μπορεί τέλος να γίνει δεκτό ότι η ΜΚ2 του είπε ότι τον αγαπά και ήθελε να ξανασμίξουν και ότι δεν την ενοχλούσε να έχει σχέση τόσο με την ίδια όσο και με την νέα του φιλενάδα τη στιγμή που η ΜΚ2 δέχθηκε, ως της υποβλήθηκε από την υπεράσπιση, ότι του είπε «τι καλύτερο σου κάνει η Τουρκοκύπρια» αλλά και ότι του είπε ότι δεν μπορούσε να διατηρεί σχέση και με τις δύο.

 

Έχοντας υπόψιν το σύνολο της μαρτυρίας, δεδομένης και της αξιολόγησης της καταλήγουμε στα κάτωθι ευρήματα:

 

Η ΒΒ, ΜΚ2, διατηρούσε ερωτική σχέση με τον κατηγορούμενο με αμφότερους, κάποιες φορές, να διαμένουν ο ένας στην οικία του άλλου. Η σχέση αυτή σε κάποιο χρόνο τερματίστηκε και παρά το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δημιούργησε σχέση με άλλη γυναίκα, οι δύο τους συνέχισαν να διατηρούν επαφή. Ο κατηγορούμενος επισκεπτόταν την ΜΚ2 στην οικία της. Σε δύο περιπτώσεις την μετέφερε μετά από παράκληση της ίδιας στην εκκλησία της Παναγίας των Αμπελιών στην Αραδίππου για προσκύνημα. Στις 2/11/2023 μετά από παράκληση και πάλι της ΜΚ2 ο κατηγορούμενος την μετέφερε στο Δικαστήριο όπως έπραξε και στις 6/11/2023. Στις 13/12/2021 ο κατηγορούμενος τηλεφώνησε στην ΜΚ2 να πάει από το σπίτι του για να πάνε μαζί να της αγοράσει ρούχα. Η ΜΚ2 μετέβηκε στην οικία του και από εκεί μετέβηκαν σε κατάστημα οπόταν και της αγόρασε ρούχα. Στη συνέχεια μετέβηκαν σε ταβέρνα για φαγητό όπου ο κατηγορούμενος κατανάλωσε και οινοπνευματώδη ποτά. Μετά την ταβέρνα την μετέφερε στο σπίτι του με την ΜΚ2 να εκφράζει την επιθυμία να επιστρέψει στην οικία της. Ο κατηγορούμενος δεν την άφησε και την έσπρωξε με την ΜΚ2 να πέφτει μπρούμυτα πάνω στο κρεββάτι. Η ΜΚ2 είπε στον κατηγορούμενο ότι δεν ήθελε να έρθουν σε σεξουαλική επαφή με τον τελευταίο να την κτυπά με γροθιές στο κεφάλι. Στη συνέχεια της τράβηξε και της έβγαλε τα κάτω ρούχα και της σήκωσε την φανέλα που φορούσε προς τα πάνω. Η ΜΚ2 του φώναζε να σταματήσει αλλά ο κατηγορούμενος προχώρησε και έβγαλε τα ρούχα του. Μετά και ενώ η ΜΚ2 συνέχιζε να του φωνάζει να σταματήσει, ο κατηγορούμενος έβαλε τα δύο δάχτυλα του στον κόλπο της σπρώχνοντας τα συνέχεια μέσα και την ίδια στιγμή έγλυφε το στήθος της. Στη συνέχεια έπιασε τα χέρια της ακινητοποιώντας την και έβαλε το πέος του στον κόλπο της χωρίς τη χρήση προφυλακτικού. Μπαινόβγαινε στον κόλπο της μέχρι που εκσπερμάτωσε μέσα της. Όταν η ΜΚ2 σηκώθηκε από το κρεββάτι ο κατηγορούμενος της έδωσε γροθιά στο μάτι. Από τις γροθιές τις προκάλεσε εκδορές στην δεξιά υποκόγχια χώρα και εκχύμωση άνω βλεφάρου δεξιά και αιμορραγία οφθαλμού αφού φορούσε δακτυλίδια («αττίκες»). Κατάφερε και άνοιξε την πόρτα του σπιτιού και προχώρησε προς το χώρο στάθμευσης για να φύγει πλην όμως ο κατηγορούμενος την πρόλαβε και της πήρε τα κλειδιά από το χέρι και προσπάθησε να πιάσει τη τσάντα και το κινητό της για να μην καλέσει βοήθεια. Την τραβούσε από τα μαλλιά και την έριξε στα καθίσματα του αυτοκινήτου. Η ΜΚ2 φώναζε για βοήθεια χωρίς όμως αποτέλεσμα. Σε κάποια στιγμή μετά που τον παρακάλεσε της έδωσε τα κλειδιά του αυτοκινήτου της. Όταν μπήκε στο αυτοκίνητο της για να φύγει του φώναξε ότι θα πάει στην αστυνομία. Μόλις ξεκίνησε για να φύγει ο κατηγορούμενος την ακολούθησε με το αυτοκίνητο του μέχρι το σπίτι της οπόταν και έκανε επαναστροφή και έφυγε. Την ίδια μέρα προέβηκε σε καταγγελία στην αστυνομία. Στις 14/12/2021 η ΜΚ2 έτυχε ιατροδικαστικής εξέτασης από τον Νικόλα Χαραλάμπους στο Μακάρειο Νοσοκομείο στη Λευκωσία. Στις 4/1/2022 ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε δυνάμει Δικαστικού εντάλματος σύλληψης, πληροφορήθηκε για τα δικαιώματα του και του επιδόθηκε σχετικό έγγραφο δικαιωμάτων το οποίο αρνήθηκε να υπογράψει. Στις 6/4/22 η ΜΚ2 υπέγραψε ένορκη δήλωση τεκμήριο 35, δια της οποίας δηλώνει ότι επιθυμεί τον τερματισμό της ποινικής δίωξης του κατηγορούμενου στην παρούσα υπόθεση. Στις 6/11/2023 και μεταξύ των ωρών 09:25 με 09:40 έδωσε κατάθεση στην αστυνομία, τεκμήριο 32, με την οποία εκφράζει τη βούληση της να αποσύρει την καταγγελία εναντίον του κατηγορούμενου. Την ίδια ημέρα δηλαδή 6/11/2023, και μεταξύ των ωρών 11:30 με 11:55 έδωσε και πάλι κατάθεση στην αστυνομία, τεκμήριο 33, στην οποία αναφέρει ότι δέχθηκε πιέσεις από τον κατηγορούμενο για να αποσύρει το παράπονο της.

 

Μετά την αξιολόγηση της ενώπιον του Δικαστηρίου τεθείσας μαρτυρίας και στην κατάληξη μας στα πιο πάνω ευρήματα θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε κατά πόσο η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την ενοχή του κατηγορούμενου στα αδικήματα που αντιμετωπίζει.

 

Νομικό υπόβαθρο και των τεσσάρων κατηγοριών ως αυτές περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο αποτελεί ο Περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο 115(Ι)/2021.

 

Το άρθρο 5 του εν λόγω νόμου παραπέμπει σε πίνακα που περιλαμβάνει τα αδικήματα που λογίζονται ως αδικήματα βίας κατά γυναίκας. Ως τέτοια αναφέρονται το αδίκημα του βιασμού κατά παράβαση του άρθρου 144 του Ποινικού Κώδικα, που αποτελεί το αντικείμενο της πρώτης κατηγορίας, ως επίσης και τα αδικήματα της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης και το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης δια διείσδυσης κατά παράβαση των άρθρων 243 και 146Α του Ποινικού Κώδικα που αφορούν οι κατηγορίες 3 και 4 αντίστοιχα. Αναφορικά με την κατηγορία 2 για το αδίκημα  της σεξουαλικής  κακοποίησης γυναίκας αυτό προβλέπεται από τον ίδιο το νόμο στο άρθρο 7.

 

Προτού όμως προχωρήσουμε στην εξέταση των κατηγοριών ξεχωριστά θεωρούμε ορθό εδώ να αναφερθούμε στο ζήτημα της ενισχυτικής μαρτυρίας δεδομένου ότι οι κατηγορίες 1, 2 και 4 αφορούν αδικήματα σεξουαλικής φύσεως.

 

Κρίση μας είναι ότι στην υπό κρίση περίπτωση δεν υπάρχει υποχρέωση αναζήτησης ενισχυτικής μαρτυρίας αφού τα αδικήματα συνιστούν και αδικήματα βίας όπου με βάση  τις πρόνοιες του άρθρου 29 του Νόμου 115(Ι)/2021 προβλέπεται ότι δεν είναι απαραίτητη η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας ούτε και αυτοπροειδοποίηση του Δικαστηρίου για την καταδίκη προσώπου με μόνη την ένορκη μαρτυρία γυναίκας. Δεν είναι βέβαια μεμπτό η αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας, ακόμη και αν το Δικαστήριο είναι διατεθειμένο να καταδικάσει χωρίς αυτή, αφού η εν λόγω μαρτυρία μπορεί να ενδυναμώσει το ήδη αξιόπιστο της υπάρχουσας μαρτυρίας αλλά και την Δικαστική κρίση που βασίστηκε σε αυτή (βλ. κατ’ αναλογίαν, Brierley v. Αστυνομίας (2012) 2 ΑΑΔ 476, 492). Ούτε και η διαδικασία εξεύρεσης ενισχυτικής μαρτυρίας τεκμαίρει ύπαρξη υποβοσκουσών αμφιβολιών στη σκέψη του Δικαστηρίου ως προς την ενοχή ή την αθωότητα του εκάστοτε κατηγορουμένου (βλ. κατ’ αναλογίαν, Χρυσάνθου v. Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 221, 259). Σε κάθε περίπτωση όμως και σε σχέση με την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας η οποία θα μπορούσε, υπό κάποιες προϋποθέσεις, να επιρρώσει τη μαρτυρία της παραπονούμενης και έχοντας γνώση των αρχών της νομολογίας επί του θέματος όπως την ΣΣ και Άλλου v. Δημοκρατία, Ποιν. Έφ. 147/16, ημ. 20/11/19), ECLI:CY:AD:2019:B477, καταλήξαμε ότι δεν υπάρχει εδώ τέτοια μαρτυρία, που να έχει, με άλλα λόγια, ανεξάρτητη προέλευση από τη μαρτυρία της παραπονούμενης και να τείνει στο να καταλήξει ουσιωδώς πως διαπράχθηκαν τα αδικήματα που αποδίδονται στον κατηγορούμενο και στο ότι ο δράστης είναι αυτός.

 

Σε κάθε περίπτωση όμως κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας της παραπονούμενης επιδείξαμε ιδιαίτερη προσοχή κατά πόσο είχε κάποιο κίνητρο για να προβεί σε καταγγελία για βιασμό ή και είχε οποιοδήποτε αλλότριο σκοπό να εξυπηρετήσει και ο κατ’ ισχυρισμόν της βιασμός θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για να τον πετύχει. Έχουμε εξετάσει το κάθε τι που προωθήθηκε κατά την αντεξέταση της από τον συνήγορο υπεράσπισης  όπως και το ότι ο κατηγορούμενος δημιούργησε νέα σχέση  γεγονός που ενδεχομένως να την οδηγούσαν σε τέτοια συμπεριφορά.  Εξετάσαμε περαιτέρω κατά πόσο υπάρχουν προηγούμενες αντιφατικές δηλώσεις τέτοιας φύσης που θα καθιστούσαν την μαρτυρία της αναξιόπιστη. Δεν θα επαναλάβουμε τα όσα αναφέρουμε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας της παραπονούμενης σε σχέση με τις καταθέσεις της τεκμήρια 32 και 33 αλλά και το τεκμήριο 35, παρά μόνο ότι δεν εντοπίσαμε οτιδήποτε που θα ανέτρεπε την αξιοπιστία της. Αποφαινόμαστε ότι ως εκ της δύναμης, της ποιότητας, του εύρους και της πειστικότητας της μαρτυρίας της παραπονούμενης θα μπορούσαμε - και είμαστε διατεθειμένοι - να στηριχθούμε αποκλειστικώς στη μαρτυρία της χωρίς ενισχυτική μαρτυρία και να καταδικάσουμε τον κατηγορούμενο σε περίπτωση βέβαια που αποδειχθούν τα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων.

 

Η κατηγορία 1 που αφορά το αδίκημα του βιασμού βασίζεται στο άρθρο 144 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 που προβλέπει ότι:

 

«Όποιος έρχεται σε παράνοµη συνουσία διά κολπικής, πρωκτικής ή στοµατικής διείσδυσης του πέους στο σώµα άλλου προσώπου, χωρίς τη συναίνεσή του ή µε συναίνεση η οποία δόθηκε υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου είναι ένοχος κακουργήµατος που καλείται βιασµός και υπόκειται στην ποινή φυλάκισης διά βίου.»

 

Προκύπτει σαφώς από το  λεκτικό της πιο πάνω διάταξης ότι για στοιχειοθέτηση του αδικήματος θα πρέπει να αποδειχθεί ότι ο κατηγορούμενος ήρθε σε παράνομη συνουσία με άλλο πρόσωπο χωρίς τη συναίνεση του. Το αδίκημα διαπράττεται και στην περίπτωση που υπάρχει συναίνεση πλην όμως αυτή θα πρέπει να αποδειχθεί ότι δόθηκε υπό το κράτος βίας απειλής ή φόβου. Πέραν βέβαια της απόδειξης της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος απαιτείται και η απόδειξη της ένοχης διάνοιας του κατηγορούμενου.

 

Στο σύγγραμμα Blackstones Criminal Practice 2018 par.B3.33 αναφέρεται σε σχέση με την ένοχη διάνοια ότι:

 

«First, the prosecution must prove that the accused intended to penetrate the vagina, anus or mouth of another. Following the reasoning in Heard [2008] QB 43 in respect of sexual assault, this would seem to be no more than a requirement that the penetration be deliberate (meaning simply voluntarily willed movement), and self induced intoxication does not provide a defence. In any event, in the vast majority of cases, if penetration is proved there will be no issue as to  whether it was intentional.».

 

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι από τη στιγμή που αποδειχθεί ότι υπήρξε διείσδυση δεν τίθεται θέμα ως προς την ύπαρξη πρόθεσης από πλευράς του δράστη προς τούτο.

 

Αναφορικά τώρα με τη συναίνεση αυτό που θα πρέπει αρχικά να λεχθεί είναι ότι καλύπτει ένα ευρύ πλαίσιο συμπεριφοράς. Ως τίθεται και στο Blackstone’s (ανωτέρω) Β3.27:

 

«Consent covers a range of behaviour from the whole-hearted enthusiastic agreement to reluctant acquiescence. Context is critical. Submission to a demand that a complainant feels unable to resist may in certain circumstances be consistent with reluctant acquiescence (Watson [2015] EWCA Crim 559).».

 

Στην υπόθεση Bejandi v. Δημοκρατίας (2014) 2Β ΑΑΔ 935 όπου γίνεται σχετική ανάλυση για το θέμα της συναίνεσης λέχθηκαν τα εξής:

 

«Ο ορισμός του βιασμού εντοπίζεται στο Άρθρο 144 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154*. Στο βαθμό και την έκταση που μας αφορά το ερώτημα που τίθεται είναι απλό: «Είχε συναινέσει η παραπονούμενη κατά το χρόνο της συνουσίας ή όχι; Και αν ναι, η συναίνεση της δόθηκε υπό το κράτος βίας ή φόβου σωματικής βλάβης ή όχι;» Δεν απαιτείται από την κατηγορούσα αρχή να αποδείξει ότι είχε ασκηθεί βία ή υπήρχε φόβος για σωματική βλάβη, η απόδειξη της οποίας απαιτείται μόνο εφόσον υπήρχε «συναίνεση». Ούτε απαιτείται όπως η παραπονούμενη επιδείξει ή αναφέρει ρητά στον κατηγορούμενο την έλλειψη της συναίνεσης της, όμως η κατηγορούσα αρχή πρέπει να παρουσιάσει μαρτυρία, ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, που να καταδεικνύει αυτή την έλλειψη συναίνεσης.

 

Για την έννοια της «συναίνεσης», θεωρούμε ότι χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στο ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του δικαστή Dunn, LJ στην υπόθεση R. v. Olugboja [1981] EWCA Crim 2:

« Although "consent" is an equally common word it covers a wide range of states of mind in the context of intercourse between a man and a woman, ranging from actual desire on the one hand to reluctant acquiescence on the other. We do not think that the issue of consent should be left to a jury without some further direction. What this should be will depend on the circumstances of each case. The jury will have been reminded of the burden and standard of proof required to establish each ingredient, including lack of consent, of the offence. They should be directed that consent, or the absence of it, is to be given its ordinary meaning and if need be, by way of example, that there is a difference between consent and submission; every consent involves a submission, but it by no means follows that a mere submission involves consent. (per Coleridge J. in R. v Day [1841] 9 C. & P. 722, at page 724).

 In the majority of cases, where the allegation is that the intercourse was had by force or the fear of force, such a direction coupled with specific references to and comments on the evidence relevant to the absence of real consent will clearly suffice. In the less common type of case where intercourse takes place after threats not involving violence or the fear of it, as in the examples given by Mrs. Trewella, to which we have referred earlier in this judgment, we think that an appropriate direction to a jury will have to be fuller. They should be directed to concentrate on the state of mind of the victim immediately before the act of sexual intercourse, having regard to all the relevant circumstances, and in particular the events leading up to the act, and her reaction to them showing their impact on her mind. Apparent acquiescence after penetration does not necessarily involve consent, which must have occurred before the act takes place. In addition to the general direction about consent which we have outlined, the jury will probably be helped in such cases by being reminded that in this context consent does comprehend the wide spectrum of states of mind to which we earlier referred, and that the dividing line in such circumstances between real consent on the one hand and mere submission on the other may not be easy to draw. Where it is to be drawn in a given case is for the jury to decide, applying their combined good sense, experience and knowledge of human nature and modern behaviour to all the relevant facts of that case.»

 Υπάρχει διαφορά μεταξύ του να συναινέσει κάποιο πρόσωπο και του να ενδώσει στη σεξουαλική επαφή. Το πρώτο περιλαμβάνει το δεύτερο. Όμως το να ενδώσει απλώς στη σεξουαλική επαφή δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι συναινεί.»

 

Το ερώτημα που εδώ προκύπτει δεν είναι αν υπήρξε συνουσία διά διείσδυσης του πέους του κατηγορούμενου στον κόλπο της ΜΚ2 αφού όχι μόνο δεν υποβλήθηκε και θέση περί του αντιθέτου και ουσιαστικά αποτελεί κοινή συνισταμένη περί συνουσίας, αλλά κατά πόσο δεν υπήρξε συναίνεση της για τη συνουσία που είναι γεγονός ότι επήλθε στις 13/12/2021.

 

Το Δικαστήριο έχει αποδεχθεί την μαρτυρία της ΜΚ2 ως αξιόπιστη δεχόμενο ότι τα γεγονότα διαδραματίστηκαν ως η τελευταία τα περιέγραψε κατά την ενώπιον μας μαρτυρία της. Ο κατηγορούμενος, μετά από έξοδο του με την ΜΚ2 για φαγητό την μετέφερε στο σπίτι του. Στην βούληση της να φύγει για να πάει στην οικία της ο κατηγορούμενος αντέδρασε και άρχισε να της φωνάζει. Στη συνέχεια την έσπρωξε στο κρεββάτι. Η ΜΚ2 αντιλαμβανόμενη τις προθέσεις του κατηγορούμενου του έλεγε ότι δεν ήθελε να κάνουν οτιδήποτε εννοώντας ότι δε ήθελε να έρθουν σε σεξουαλική επαφή. Ο κατηγορούμενος δεν έλαβε υπόψη του αυτά που του έλεγε η ΜΚ2. Αντιθέτως, άρχισε να την γρονθοκοπά στο κεφάλι και στο σώμα. Η ΜΚ2 τον παρακαλούσε να την λυπηθεί αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Προχώρησε για να ολοκληρώσει αυτό που είχε κατά νουν. Αφαίρεσε τα κάτω ρούχα της ΜΚ2 και σήκωσε την φανέλα της προς τα πάνω. Η ΜΚ2 συνέχισε να του φωνάζει να σταματήσει λέγοντας του ότι  ο ίδιος ήταν σε σχέση με άλλη γυναίκα. Ούτε και αυτό εισακούστηκε από τον κατηγορούμενο. Έβγαλε τα ρούχα του με την ΜΚ2 να βλέπει ότι ήταν σε στύση. Τρομοκρατημένη του φώναζε αλλά ο κατηγορούμενος έβαλε τα δύο δάκτυλα του χεριού του μέσα στον κόλπο του και τα έσπρωχνε συνεχώς προς τα μέσα και την ίδια στιγμή έγλυφε το στήθος της. Η ΜΚ2 βρισκόμενη σε κατάσταση σοκ δεν μπορούσε να αντιδράσει. Ο κατηγορούμενος στη συνέχεια και για να ακινητοποιήσει την ΜΚ2 έτσι ώστε η τελευταία να μην είναι δυνατόν να τον παρεμποδίσει, κρατούσε σφιχτά τα χέρια της σε θέση ανάτασης. Αμέσως μετά έβαλε με βία το πέος του στον κόλπο της χωρίς προφυλακτικό και μπαινόβγαινε μέχρι που εκσπερμάτωσε. Όταν η ΜΚ2 σηκώθηκε για να φύγει ο κατηγορούμενος την κτύπησε με γροθιά στο μάτι. Είμαστε λοιπόν απόλυτα σίγουροι ότι η ΜΚ2 ουδέποτε συναίνεσε για να συνευρεθεί σεξουαλικά με τον κατηγορούμενο. Του το είπε, του το φώναξε και του το έδειξε με όλους τους τρόπους χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τον εκλιπαρούσε να μην προχωρήσει με την άνομη πράξη του αλλά αυτός με τη χρήση βίας πέτυχε να την ακινητοποιήσει και να πετύχει την διείσδυση με το πέος του στον κόλπο της. Το σαφές και ξεκάθαρο συνεπώς συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι ο κατηγορούμενος ήλθε σε συνουσία με κολπική διείσδυση  του πέους του στο σώμα της ΜΚ2 χωρίς τη συναίνεση της.

 

Η δεύτερη κατηγορία αφορά το αδίκημα της σεξουαλικής παρενόχλησης γυναίκας κατά παράβαση του άρθρου 7 του Περί Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο 115(Ι)/2021.

 

Αυτό που προσάπτεται στον κατηγορούμενο είναι ότι στις 13/12/2021 προέβηκε σε ανεπιθύμητη από την ΜΚ2 συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως αφού ήρθε σε κολπική συνουσία  μαζί της χωρίς η ίδια να συναινεί, πρσβάλλοντας την αξιοπρέπεια της.

 

Το άρθρο 7 του Νόμου 115(Ι)/2021 προνοεί ότι:

 

«7. Πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε ανεπιθύµητη από τη γυναίκα συµπεριφορά σεξουαλικής φύσεως η οποία εκφράζεται µε λόγια ή µε πράξεις και έχει ως σκοπό ή αποτέλεσµα την προσβολή της αξιοπρέπειας της γυναίκας, ιδιαίτερα όταν µέσω αυτής της συµπεριφοράς, το εν λόγω πρόσωπο δηµιουργεί εκφοβιστικό, εχθρικό, υποβαθµιστικό, ταπεινωτικό ή προσβλητικό κλίµα προς τη γυναίκα αυτή, είναι ένοχο αδικήµατος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηµατική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.»

 

Από το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου προκύπτει ότι για στοιχειοθέτηση του αδικήματος θα πρέπει να αποδειχθεί συμπεριφορά σεξουαλικής πράξης η οποία ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του Νόμου ως πράξη με ή χωρίς διείσδυση που θεωρείται εύλογα ως σεξουαλική. Θα πρέπει επίσης να στοιχειοθετηθεί το ανεπιθύμητο από γυναίκα τέτοιας συμπεριφοράς αλλά και ότι η συμπεριφορά είχε ως σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας της γυναίκας.

 

Στην υπό κρίση περίπτωση το γεγονός ότι υπήρξε σεξουαλική πράξη, ως ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του Νόμου, δεν έχει αμφισβητηθεί από την υπεράσπιση και αποτελεί και εύρημα του Δικαστηρίου. Ο κατηγορούμενος ήρθε σε κολπική διείσδυση του πέους του στο σώμα της ΜΚ2. Αυτό που χρήζει εξέτασης είναι αν η συμπεριφορά του κατηγορούμενου είχε σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας της ΜΚ2. Η απόδειξη είτε του ενός είτε του άλλου, δηλαδή σκοπού ή αποτελέσματος, είναι αρκετό για να οδηγήσει στην στοιχειοθέτηση του. Θεωρούμε ότι  και ο σκοπός της συμπεριφοράς του κατηγορούμενου αλλά και το αποτέλεσμα της ήταν η προσβολή της αξιοπρέπειας της ΜΚ2. Από  τη στιγμή που η ΜΚ2 εξέφρασε την αντίθεση της στην σεξουαλική επαφή με τον τρόπο που εξηγήσαμε πιο πάνω και ο κατηγορούμενος την κτύπησε και την καθήλωσε στο κρεβάτι ακινητοποιώντας την έτσι ώστε να έρθει σε σεξουαλική επαφή μαζί της χωρίς τη  θέληση της, δεν μπορεί να εκληφθεί ή και να ερμηνευθεί διαφορετικά, ότι δηλαδή είχε σκοπό να προσβάλει  την αξιοπρέπεια της. Με την επιμονή του και τη χρήση βίας εναντίον της για να πετύχει τον στόχο του, που δεν ήταν άλλος από την σεξουαλική πράξη χωρίς η ΜΚ2 να το θέλει, αλλά και στερούμενη του δικαιώματος να διαθέσει το σώμα της ως η ίδια επιθυμούσε, όχι μόνο είχε σκοπό να την προσβάλει με την ισχύ της δύναμης του αλλά και να καταρρακώσει την αξιοπρέπεια της. Το γεγονός  ότι κατάφερε τέλος, με τον πιο πάνω τρόπο, να πετύχει διείσδυση ολοκλήρωσε και επέφερε το επιθυμητό από τον κατηγορούμενο αποτέλεσμα και που αποδεικνύει το αδίκημα της δεύτερης κατηγορίας.

 

Με την τρίτη κατηγορία ο κατηγορούμενος φέρεται να γρονθοκόπησε την ΜΚ2 στο κεφάλι προκαλώντας της πραγματική σωματική βλάβη που συνίστατο σε εκδορές δεξιάς υποκόγχιας χώρας, εκχύμωση άνω βλεφάρου και αιμάτωμα δεξιού οφθαλμού.

 

Έχουμε αναφέρει προηγουμένως ότι και αυτή η κατηγορία έχει σαν νομικό υπόβαθρο της, πέραν του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα, τον Νόμο 115(Ι)/2021.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του εν λόγω νόμου αδίκημα βίας κατά γυναίκας περιλαμβάνει τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 5(α) του Νόμου το οποίο παραπέμπει σε σχετικό πίνακα όπου και περιλαμβάνεται και το αδίκημα του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα.

 

Το άρθρο 2 και πάλι του Νόμου 115(Ι)/2021 ερμηνεύει τί συνιστά βία και βλάβη ως εξής:

 

««βία» σηµαίνει πράξη, παράλειψη ή σεξουαλική πράξη χωρίς συναίνεση ή συµπεριφορά µε την οποία δύναται να προκληθεί βλάβη στο θύµα και περιλαµβάνει σωµατική, λεκτική, σεξουαλική, ψυχολογική, οικονοµική και κάθε άλλης µορφής βία ή πόνο έναντι γυναίκας, κάθε απειλή για τέτοια πράξη, καθώς και εξαναγκασµό ή αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας, είτε αυτά διενεργούνται στον δηµόσιο είτε στον ιδιωτικό βίο·

 «βία µε βάση το φύλο» σηµαίνει βία ασκούµενη κατά γυναίκας, λόγω του φύλου της ή βία που επηρεάζει δυσανάλογα τη γυναίκα·

 

«βλάβη» σηµαίνει σωµατική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονοµική βλάβη ή πόνο ή κλονισµό της υγείας ή θάνατο που προκαλείται ως αποτέλεσµα ή ενδεχόµενο αποτέλεσµα αδικήµατος βίας κατά γυναίκας ή ενδοοικογενειακής βίας, είτε αυτή συµβαίνει στον δηµόσιο είτε στον ιδιωτικό βίο·»

 

Το άρθρο 243 του Ποινικού Κώδικα που προβλέπει ότι:

 

«Όποιος διαπράττει επίθεση που προκαλεί πραγματική σωματική βλάβη, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.»

 

Το αδίκημα της επίθεσης δημιουργεί το άρθρο 242 του Ποινικού Κώδικα και στοιχειοθετείται εφόσον αποδειχθεί ότι κάποιο πρόσωπο ασκεί βία εναντίον άλλου παράνομα.

 

Επίθεση είναι οποιαδήποτε πράξη, που γίνεται με πρόθεση ή με απερισκεψία (recklessly), να προκαλέσει και που προκαλεί σε ένα άλλο πρόσωπο το φόβο ότι θα ασκηθεί άμεση και παράνομη βία εναντίον του (βλ. R. v. Venna (1975) 3 All E.R.788). O όρος χρησιμοποιείται με την έννοια της πραγματικής ή σκοπούμενης χρήσης παράνομης βίας από κάποιο άλλο πρόσωπο χωρίς τη συγκατάθεση του.

 

Στην απόφαση Δήμος Πετρόπουλος ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 574 η οποία αφορούσε το άρθρο 242 του Ποινικού Κώδικα, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Το άρθρο 242 του Νόμου δε συναρτά το νοητικό στοιχείο του αδικήματος της επίθεσης με πρόθεση άσκησης βίας σε βάρος του θύματος. Απαγορεύει τη χρήση βίας ή την εκδήλωση πρόθεσης για τη χρήση βίας χωρίς νομικό έρεισμα – παρανόμως – (unlawfully)».

 

Όπως προκύπτει από τη νομολογία, για στοιχειοθέτηση του νοητικού στοιχείου (mens rea) του αδικήματος αρκεί και η αδιαφορία, ήτοι όπου ο παραβάτης, πριν ενεργήσει, είτε παραβλέπει την πιθανότητα του κινδύνου, είτε, αφού συνειδητοποιήσει την ύπαρξη του κινδύνου, παρά ταύτα προβαίνει στην ενέργεια, επιδεικνύοντας έτσι αδιαφορία για τις πιθανές συνέπειες των πράξεων του.

 

Το αδίκημα της επίθεσης μπορεί να διαπραχθεί χωρίς ο κατηγορούμενος να αγγίξει το άλλο πρόσωπο. Πρέπει όμως να υπάρξει κάποια εχθρική πράξη για να στοιχειοθετηθεί η επίθεση, μία απειλή ή μια κίνηση που μπορεί να εκληφθεί ως απειλή (βλ. Fagan v. Metropolitan Police Commisioner (1968) 3 All E.R. 442).

 

Όταν αποτέλεσμα της επίθεσης, ως αναλύθηκε πιο πάνω, είναι η πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης τότε στοιχειοθετείται το αδίκημα της επίθεσης με πραγματική σωματική βλάβη σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 243 του Ποινικού Κώδικα. Στην υπόθεση Γεωργιάδης ν. Αστυνομίας (1985) 2 ΑΑΔ 56, αναφέρεται ότι μια επιπόλαια εκδορά στο πρόσωπο και κοκκίνισμα ήταν αρκετά για στοιχειοθέτηση του αδικήματος της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης.

 

Η ΜΚ2, η μαρτυρία της οποίας έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, παρέθεσε τον τρόπο που διαδραματίστηκαν τα γεγονότα. Ο ιατροδικαστής Νικόλας Χαραλάμπους ΜΚ4, εξέτασε την ΜΚ2 και ετοίμασε έκθεση τεκμήριο 39, όπου καταγράφονται τα ευρήματα του. Η ΜΚ2 δέχθηκε επίθεση από τον κατηγορούμενο με γροθιές στο κεφάλι και στο πρόσωπο τόσο πριν τον βιασμό της αλλά και μετά. Δέχθηκε γροθιά στο δεξί μάτι της πριν την συνουσία και γροθιά στο μάτι μετά από αυτήν με την ΜΚ2 να αναφέρει ως προς την δεύτερη γροθιά, ότι πόνεσε πάρα πολύ διότι φορούσε δαχτυλίδια, «αττίκες», και την έγδαρε. Δεν υπάρχει βέβαια εδώ μαρτυρία από ποιο κτύπημα προκλήθηκε το τραύμα στο δεξιό μάτι που διαπίστωσε ο ΜΚ4 και αναφέρει στην έκθεση του τεκμήριο 39, ούτε και αν η δεύτερη γροθιά (μετά τη συνουσία) ήταν στο δεξιό μάτι. Αυτό δεν επηρεάζει την κατάληξη μας για τη διάπραξη του αδικήματος της κατηγορίας 3 από τον κατηγορούμενο τη στιγμή που από την αποδεκτή ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, αποτελεί εύρημα ότι ο κατηγορούμενος επιτέθηκε στην παραπονούμενη την γρονθοκόπησε με κτύπημα και στο δεξιό μάτι και ότι από αυτή την πράξη του κατηγορούμενου προκλήθηκαν εκδορές στην δεξιά υποκόγχια χώρα και εκχύμωση άνω βλεφάρου δεξιά με αιμορραγία οφθαλμού, τραύματα που αποτελούν πραγματική σωματική βλάβη.

 

Παραμένει προς εξέταση η κατηγορία 4 για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης διά διείσδυσης στη βάση του άρθρου 146Α του Ποινικού Κώδικα που θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε και προβλέπει ότι:

 

«146Α. Όποιος προβαίνει σε οποιαδήποτε κολπική, πρωκτική ή στοµατική διείσδυση σεξουαλικής φύσεως στο σώµα άλλου προσώπου µε οποιοδήποτε µέρος του σώµατος ή αντικείµενο, χωρίς τη συναίνεσή του ή µε συναίνεση η οποία δόθηκε υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου είναι ένοχος κακουργήµατος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.»

 

Προκύπτει από το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος που προβλέπει είναι τα ίδια με του άρθρου 144 που προνοεί για το βιασμό. Η διαφοροποίηση είναι ότι το αδίκημα του άρθρου 146Α διαπράττεται χωρίς απαραίτητα η κολπική, πρωκτική ή στοματική διείσδυση να γίνεται με το πέος κάποιου. Μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε μέρος του σώματος του ή με αντικείμενο. Εξ ου και το αδίκημα της κατηγορίας 4 αφού αυτό που προσάπτεται στον κατηγορούμενο είναι ότι στις 13/12/2021 προέβηκε σε σεξουαλικής φύσεως διείσδυση βάζοντας τα δάχτυλα του χεριού του στον κόλπο της ΜΚ2.

 

Το Δικαστήριο έχει αποδεχθεί τη μαρτυρία της ΜΚ2 και έχει καταλήξει σε ευρήματα ως προς τα γεγονότα. Στις 13/12/2021 ο κατηγορούμενος μετέφερε την ΜΚ2 στην οικία του και αφού άσκησε βία πάνω της, την έσπρωξε στο κρεββάτι, αφαίρεσε τα ρούχα της και έβαλε τα δύο δάκτυλα του χεριού του στον κόλπο της σπρώχνοντας τα συνέχεια μέσα. Η ΜΚ2 από την αρχή του συμβάντος φώναζε στον κατηγορούμενο να σταματήσει δηλώνοντας με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι δεν συναινούσε. Η άρνηση της δεν εισακούστηκε.

 

Είναι συνεπώς κρίση μας ότι και το αδίκημα της κατηγορίας 4 έχει αποδειχθεί εναντίον του κατηγορούμενου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Καταληκτικά, η κατηγορούσα αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της και στις τέσσερεις κατηγορίες και βρίσκουμε ένοχο τον κατηγορούμενο ως το κατηγορητήριο.

 

(Υπ.) ………………………..

Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.

 

(Υπ.) ………………………..

Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.

 

(Υπ.) ………………………..

Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο