ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. JJ, Αρ. Υπόθεσης: 18/2024, 6/12/2024
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. JJ, Αρ. Υπόθεσης: 18/2024, 6/12/2024

                                                                        Α. Θωμά-Θεοδοσίου, Προσ. Ε.Δ.

Αρ. Υπόθεσης: 18/2024

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ν.

JJ

Κατηγορουμένου

Ημερομηνία: 6 Δεκεμβρίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: o κ. Μ. Κουτσόφτας.

Για τον κατηγορούμενο: Η κα Μ. Παυλίδου.

Κατηγορούμενος παρών.

 

Π Ο Ι Ν Η

(Δοθείσα Αυθημερόν)

 

Ο κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος μετά από ακρόαση στο αδίκημα της συνδρομής σε απαγορευμένο μετανάστη για είσοδο στην Δημοκρατία, κατά παράβαση των άρθρων 2, 6 και 19(ζ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.

 

Τα γεγονότα που συνθέτουν τη διάπραξη του αδικήματος αναφέρονται στην αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου που δόθηκε στις 19/11/2024 με το περισσότερο μέρος τους να περιλαμβάνεται στα ευρήματα μας. Τα παραθέτουμε πιο κάτω:

«Στις 29/12/2023 εντοπίστηκε στο ραντάρ της Λιμενικής και Ναυτικής Αστυνομίας ύποπτος στόχος στα 9 ναυτικά μίλια, στο στίγμα 340 47΄610Β και 0330 36΄657Α, στη θαλάσσια περιοχή Μαζωτού. Στο σημείο μετέβηκε ο ΜΚ1 μαζί με τον Ε/Αστ. Α 5849 με το σκάφος «Αστραπή 35» για έλεγχο. Εντόπισαν μία βάρκα fiber glass μήκους 9 μέτρων περίπου και σε αυτή μετέβαιναν 32 άτομα εκ των οποίων 17 άνδρες, 8 παιδιά και 7 ασυνόδευτοι ανήλικοι. Ήταν όλοι τους Συριακής καταγωγής. Η βάρκα δεν είχε κίνηση και η μηχανή βρισκόταν εκτός λειτουργίας. Έλαβαν οδηγίες όπως παραμείνουν στο σημείο, πράγμα που έπραξαν, μέχρι και τη μετάβαση εκεί της ακάτου «Θησέας». Οι επιβαίνοντες στη βάρκα παραλήφθηκαν από την άκατο «Θησέας» και μεταφέρθηκαν στο λιμάνι Λάρνακας. Η βάρκα δεν κατέστη δυνατό να ρυμουλκηθεί. Ο ΜΚ6 κατέγραψε τα στοιχεία των επιβαινόντων σε κατάλογο τεκμήριο 14. Πλοηγός της βάρκας ήταν ο κατηγορούμενος ο οποίος και υποδείχθηκε από τους από τους ΙΙ και DD. Ο κατηγορούμενος ανακρίθηκε προφορικά από τον ΜΚ3 με τη βοήθεια της διερμηνέως ΜΚ2 και ο οποίος τους ανέφερε ότι ήταν ο μοναδικός οδηγός της βάρκας καθ΄ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού από την Ταρτούς της Συρίας μέχρι και τον εντοπισμό τους από την Λιμενική Αστυνομία. Ανέφερε επίσης ότι συμφώνησε με τον διακινητή να οδηγήσει τη βάρκα ως αντάλλαγμα να έρθει δωρεάν στην Κύπρο. Στις 30/12/2023 εναντίον του κατηγορούμενου εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης και συνελήφθηκε. Του επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο και δεν απάντησε οτιδήποτε. Στις 2/1/2024 λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο».

 

Έχει τεθεί από πλευράς κατηγορούσας αρχής ότι ο κατηγορούμενος είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

Για σκοπούς επιβολής της ποινής έχει ετοιμαστεί έκθεση του Γραφείου Ευημερίας όπου αναφέρονται οι προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του κατηγορούμενου. Είναι ηλικίας 22 ετών, γεννήθηκε στην Συρία και έχει μία αδελφή και δύο αδελφούς. Οι γονείς του είναι ηλικιωμένοι και δεν εργάζονται. Μετά την αποφοίτηση του από το Λύκειο σε ηλικία 19 ετών εργάστηκε στις οικοδομές στη χώρα του. Ήρθε στην Κύπρο την 21/12/2023 και αιτήθηκε πολιτικό άσυλο. Έκτοτε βρίσκεται κρατούμενος.

 

Η συνήγορος υπεράσπισης αγόρευσε περαιτέρω σε σχέση με τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου θέτοντας τους παράγοντες οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο κατά την επιμέτρηση της ποινής. Ανέφερε η κα Παυλίδου ότι ο κατηγορούμενος είναι νεαρό άτομο ηλικίας μόλις 22 ετών, είναι λευκού ποινικού μητρώου, συνεργάστηκε με την Αστυνομία, δεν έχει λάβει χρήματα από οποιοδήποτε και δεν ανήκε σε εγκληματική ομάδα για μεταφορά μεταναστών στη Δημοκρατία αλλά ούτε ήταν και ο ιθύνων νους. Το νεαρό της ηλικίας του τον κατέστησαν ευάλωτο και φαίνεται ότι παρασύρθηκε προς τη διάπραξη του αδικήματος το οποίο έχει κριθεί ένοχος. Τόνισε η συνήγορος του κατηγορούμενου ότι σε νεαρά άτομα δίδεται έμφαση στην αναμόρφωση παρά στην τιμωρία. Έθεσε ότι ο ρόλος του ήταν δευτερεύων αφού τρίτο πρόσωπο αποφάσισε τη διοργάνωση του ταξιδιού και την είσπραξη του κομίστρου με την ευθύνη του κατηγορούμενου να περιορίζεται στην πλοήγηση της βάρκας τονίζοντας ότι απουσιάζουν οι επιβαρυντικές περιστάσεις όπως τέθηκαν στην υπόθεση. Ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος ήθελε να έρθει στη Δημοκρατία λόγω οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε αλλά και λόγω του ότι είναι λιποτάκτης και ήθελε να αποφύγει την υποχρεωτική στράτευση. Η οικογένεια του βρίσκεται σε πολύ δεινή οικονομική κατάσταση αφού στήριζε οικονομικά τόσο τους γονείς του όσο και τα αδέλφια του. Δυσκολεύονται ακόμα και να διαβιώσουν αφού δεν μπορούν να βρουν δουλειά λόγω και του πολέμου στη Συρία. Δεν έχει οποιοδήποτε υποστηρικτικό πλαίσιο στη Δημοκρατία αφού δεν έχει ούτε φίλους ούτε συγγενείς στην Κύπρο. Μας κάλεσε η κα Παυλίδου να λάβουμε υπόψη μας το ότι δεν υπήρξε δίωξη των λαθρέμπορων, κάτι που καθιστά άνιση τη μεταχείριση του κατηγορούμενου. Τόνισε επίσης τη συνεργασία του με τις αστυνομικές αρχές αφού στην κατάθεση του ανέφερε με πάσα λεπτομέρεια τα γεγονότα, από που ξεκίνησε το ταξίδι, πόσοι επέβαιναν στη βάρκα κατονομάζοντας μάλιστα τον διακινητή και τον βοηθό του. Έθεσε επίσης η κα Παυλίδου ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του την εξωδικαστηριακή τιμωρία του κατηγορούμενου εφόσον στηρίζει οικονομικά τους γονείς του και στην απουσία του η οικογένεια του αναγκάζεται να δανείζεται από τους γείτονες χρήματα. Συνοψίζοντας τους μετριαστικούς παράγοντες οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εισήγηση της πλευράς της υπεράσπισης, ήταν ο δευτερεύον και μειωμένος ρόλος του κατηγορούμενου στο ταξίδι, ο πρότερος έντιμος βίος του, το πολύ νεαρό της ηλικίας του, η απουσία δίωξης των διοργανωτών του ταξιδιού, η εκμετάλλευση και θυματοποίηση του κατηγορούμενου, οι δύσκολες συνθήκες της οικογένειας του και το ότι η εμπόλεμη κατάσταση στη χώρα του και η συνακόλουθη οικονομική εξαθλίωση ήταν το αίτιο που τον οδήγησαν στη διάπραξη του αδικήματος.

 

Έχει κατ' επανάληψη τονισθεί ότι η σοβαρότητα ενός αδικήματος αντικατοπτρίζεται από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπει ο Νόμος (βλ. Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632, Βραχίμη ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 727, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Evans (2005) 2 ΑΑΔ 639).

 

Στην υπό κρίση υπόθεση η Νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης μέχρι 10 έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €50.000 ή και τις δύο ποινές. Σημειώνεται ότι πριν την τροποποίηση των επίδικων άρθρων με τον Ν46(Ι)/2021, για το αδίκημα το οποίο ο κατηγορούμενος έχει κριθεί ένοχος προβλεπόταν ποινή φυλάκισης μέχρι τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή που δεν υπερέβαινε τις πέντε χιλιάδες λίρες (€8.543) ή και τις δύο αυτές ποινές. Η αισθητή αύξηση των ποινών, αντανακλά ακριβώς την αυξημένη σοβαρότητα που ο νομοθέτης ήθελε να προσδώσει στα υπό εξέταση αδικήματα.

 

Περαιτέρω, η νομολογία έχει κατ’ επανάληψη τονίσει την ανάγκη για αυστηρή αντιμετώπιση των αδικημάτων που σχετίζονται με παράνομη είσοδο, διέλευση και παραμονή στη Δημοκρατία, λόγω της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξή τους, αλλά και του γεγονότος ότι αυτά επιφέρουν προβλήματα κοινωνικής και οικονομικής φύσεως καθώς και προβλήματα αστυνόμευσης. Ενδεικτικά παραπέμπουμε στις αποφάσεις Nazari v. Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 231, 234, Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 421, 429, Deveci ν. Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 80 και Στρουθιάς ν. Αστυνομίας (2015) 2Α ΑΑΔ 493 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Kabeer Khan, Ποιν. Έφ. 123/23, ημερομηνίας 15.9.2023.

Στην υπόθεση Khan (ανωτέρω), που είχε κριθεί αδίκημα υποβοήθησης προσώπου να εισέλθει στη Δημοκρατία είχαν τεθεί τα ακόλουθα:

 

«Τα αδικήματα τα οποία έχει παραδεχθεί ο Εφεσίβλητος αναμφίβολα εντάσσονται στη γενικότερη κατηγορία αδικημάτων τα οποία σχετίζονται με την παράνομη είσοδο, παράνομη διέλευση και παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία. Ασφαλώς και λαμβάνεται δικαστική γνώση για τη διαρκώς αυξανόμενη συχνότητα με την οποία τέτοιου είδους υποθέσεις παρουσιάζονται ενώπιον των δικαστηρίων, στοιχείο το οποίο επιβάλλει την αυστηρή αντιμετώπισή τους με στόχευση την ειδική (σε κατάλληλες περιπτώσεις) αλλά και πρωτίστως τη γενική πρόληψη και αποτροπή διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων από μελλοντικούς επίδοξους παραβάτες. Ήταν ακριβώς εντός αυτών των παραμέτρων που από το 2004 το Εφετείο, δίδοντας τις κατευθυντήριες γραμμές υιοθέτησε στην υπόθεση Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 421 την πιο κάτω προσέγγιση:

 «Αδικήματα που αφορούν την παράνομη είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στην Κύπρο ή που σχετίζονται με τέτοια αδικήματα αντιμετωπίζονται ως σοβαρά. Έχει επισημανθεί στην σχετική νομολογία ότι τόσο η παράνομη είσοδος στο έδαφος της Δημοκρατίας όσο και η παράνομη παραμονή προσώπων που εισήλθαν αρχικά νόμιμα έχει φθάσει σε τέτοια επίπεδα που δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα κοινωνικής και οικονομικής φύσεως αλλά και προβλήματα αστυνόμευσης. Ακόμα ότι η Κύπρος είναι φιλόξενη χώρα αλλά ο καθένας που επιθυμεί να ζήσει εδώ οφείλει να συμμορφώνεται με τους Νόμους και τους Κανονισμούς της χώρας αυτής.».

Όπου ένα αδίκημα είναι από τη φύση του σοβαρό ή όπου διαπράττεται με μεγάλη συχνότητα δικαιολογείται η αντιμετώπιση του με ποινές αποτρεπτικού χαρακτήρα έτσι που πέραν από την τιμωρία του κατηγορουμένου να εξυπηρετείται και ο στόχος της αποτροπής διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων στο μέλλον είτε από τον ίδιο τον κατηγορούμενο είτε από άλλα πρόσωπα.»

Να πούμε εδώ ότι δεν θα συμφωνήσουμε με την εισήγηση της κας Παυλίδου ότι δεν υπάρχει τόση έξαρση σε τέτοιας φύσεως αδικήματα κάτι που επηρεάζει την αναγκαιότητα της γενικής αποτροπής. Αδικήματα παρόμοιας φύσεως διαπράττονται πάρα πολύ συχνά και λαμβάνουμε γνώση από τον μεγάλο αριθμό υποθέσεων που τίθενται ενώπιον των Δικαστηρίων αλλά και του παρόντος Δικαστηρίου αφού επιλαμβάνεται υποθέσεις για παράνομους μετανάστες που εισέρχονται στη Δημοκρατία διά της θαλάσσιας οδού. Ως τονίστηκε και στην Khan (ανωτέρω) επιβάλλεται η αυστηρή αντιμετώπιση τους με στόχευση την ειδική αλλά και πρωτίστως τη γενική πρόληψη και αποτροπή διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων από μελλοντικούς επίδοξους παραβάτες.

 

Προκύπτει, συνεπώς, ότι σε υποθέσεις που αφορούν αδικήματα που σχετίζονται με παράνομη μετανάστευση, σύμφωνα με τη νομολογία αλλά και με βάση την έξαρση που παρατηρείται στη διάπραξή τους αλλά και σε συνάρτηση με τις συνθήκες διάπραξης, υφίσταται η ανάγκη για επιβολή αυστηρών ποινών μετ ο ύψος της να συναρτάται με τις συνθήκες έκαστου αδικήματος. Σχετικά παραπέμπουμε στην Mohamed κ.α. v. Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 166.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο κατηγορούμενος με το να πλοηγήσει τη βάρκα από την Ταρτούς της Συρίας μέχρι τη Δημοκρατία αναμφίβολα βοήθησε στην είσοδο στην Κύπρο 31 ακόμα μεταναστών. Το ότι ο ρόλος του ήταν μειωμένος αφού πλοήγησε απλώς την βάρκα, δεν μεταβάλλει το στοιχείο αυτό. Να πούμε περαιτέρω ότι ο κατηγορούμενος ανέλαβε αυτήν την ευθύνη έτσι ώστε να μην καταβάλει οποιοδήποτε ποσό στους διακινητές παράνομων μεταναστών. Τέτοια συμπεριφορά επ΄ ουδενί μπορεί να γίνει δεκτή. Με τον πιο πάνω τρόπο ο κατηγορούμενος παρείχε συνδρομή σε ένα μη ευκαταφρόνητο αριθμό μεταναστών να εισέλθουν παρανόμως στη Δημοκρατία. Η μη καταβολή του χρηματικού αντιτίμου στον Σύριο διακινητή με ανάληψη πλοήγησης του επίδικου σκάφους, καταδεικνύει ότι  η επιθυμία του να αποφύγει την οικονομική επιβάρυνση, συνέδραμε στην είσοδο των παράνομων μεταναστών στην Δημοκρατία. Αν και σκοπός της διάπραξης του επίδικου αδικήματος δεν ήταν το οικονομικό κέρδος εν τούτοις επωφελήθηκε την μη καταβολή αντιτίμου.

Παρά τα πιο πάνω όμως το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής δεν μειώνεται αλλά ούτε και ατονεί αφού οφείλει να προσεγγίζει την κάθε περίπτωση στη βάση των δικών της γεγονότων και τον κάθε κατηγορούμενο, ανάλογα με τις προσωπικές και άλλες περιστάσεις του (βλ. Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 478). Από την άλλη όμως η διεργασία εξατομίκευσης δεν σημαίνει ότι θα πρέπει ταυτόχρονα να υπερακοντίζει και το άλλο Δικαστικό καθήκον για την επιβολή της αρμόζουσας για τον συγκεκριμένο παραβάτη ποινής.

 

Προς όφελος του κατηγορούμενου λαμβάνουμε υπόψη όσα έχει θέσει η κα Παυλίδου και ιδιαίτερα το λευκό ποινικό μητρώο του, τις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις και τις επιπτώσεις που η τυχόν επιβολή ποινή φυλάκισης θα έχει στον ίδιο, αλλά και στην οικογένεια του. Προσμετρούμε επίσης προς όφελος του το γεγονός ότι είναι ένα νεαρό άτομο ηλικίας μόνο 21 ετών. Σε άτομα νεαρής ηλικίας πρέπει να δίδεται έμφαση στην αναμόρφωση παρά στην τιμωρία (βλ. G. M. Pikis, Sentencing in Cyprus, 2η έκδοση, σελ. 88). Συνυπολογίζουμε περαιτέρω και τον βαθμό της εμπλοκής του στην υπόθεση που, ως εξηγήσαμε βέβαια και πιο πάνω, ήταν ο πλοηγός της βάρκας χωρίς να έχει οποιαδήποτε ανάμιξη στο κύκλωμα διακίνησης μεταναστών και χωρίς να υποβαθμίζεται ότι με τον τρόπο αυτό βοήθησε στην παράνομη είσοδο μεταναστών στην Δημοκρατία.

 

Θα πούμε περαιτέρω εδώ ότι ως προς τη διάπραξη του αδικήματος δεν παραγνωρίζουμε ότι ελλείπουν πλείστοι από τους επιβαρυντικούς παράγοντες που έχουν αναγνωριστεί από τη νομολογία και παραπέμπουμε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ali Terzelaki,  Ποινική Έφεση Αρ. 7/2023, ημερομηνίας 4/6/24. Στην εν λόγω απόφαση με παραπομπή στο σύγγραμμα Blackstone's Criminal Practice του 2024 στο Μέρος Β, Ενότητα Β22.51, υιοθετήθηκαν τα νομολογηθέντα στην Αγγλική απόφαση Le and Stark [1999] 1 Cr App R (S) 422, στην οποία καταγράφονται οι επιβαρυντικοί παράγοντες σε σχέση με παρόμοιας φύσης αδικήματα. Σύμφωνα με τη πιο πάνω απόφαση, λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες ως επιβαρυντικοί:

 

(1)       αν το αδίκημα διαπράχθηκε κατ’ επανάληψη,

 

(2)       αν έγινε με σκοπό το οικονομικό όφελος,

 

(3)       αν η υποβοήθηση αφορούσε πρόσωπα άγνωστα σε αντιδιαστολή με σύζυγο ή στενό συγγενικό πρόσωπο,

 

(4)       όπου υφίσταται συνωμοσία, η διάπραξη του αδικήματος για κάποια χρονική περίοδο,

 

(5)       αν υπήρξε εκτεταμένος προσχεδιασμός και οργάνωση,

 

(6)       αν ο κατηγορούμενος είχε ηγετικό ρόλο, ή αν

 

(7)       το αδίκημα διαπράχθηκε σε σχέση με μεγάλο αριθμό παράνομων μεταναστών.

 

Στην υπό κρίση υπόθεση, αυτό που προκύπτει από τα ενώπιον μας γεγονότα είναι ότι ο κατηγορούμενος  έχοντας ως στόχο να έρθει στη Δημοκρατία αποδέχθηκε να πλοηγήσει τη βάρκα αφού συμφώνησε με άλλο πρόσωπο όπως ο ίδιος μη καταβάλει το αντίτιμο που οι υπόλοιποι επιβαίνοντες  στη βάρκα κατέβαλαν. Πλοήγησε το σκάφος μέσω του οποίου εισήλθαν παρανόμως, πέραν του ίδιου και άλλα 31 άτομα όλοι παράνομοι μετανάστες, με τους οποίους δεν προκύπτει ότι ήταν στενά συγγενικά πρόσωπα του κατηγορούμενου.

 

Εδώ θεωρούμε σκόπιμο να προβούμε σε κάποιους σχολιασμούς σε θέματα που έχει εγείρει η κα Παυλίδου και αφορούν εν πρώτοις την άνιση μεταχείριση του κατηγορούμενου. Ήταν η θέση της κας Παυλίδου ότι αν και ο κατηγορούμενος έχει κατονομάσει τα άτομα τα οποία ήταν οι διακινητές, εντούτοις δεν προσάχθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Θεωρούμε ότι στην παρούσα περίπτωση και με παραπομπή στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Σατανά (1996) 2 ΑΑΔ 257 δεν τίθεται θέμα άνισης μεταχείρισης του κατηγορούμενου. Τα πρόσωπα τα οποία κατονόμασε ο κατηγορούμενος βρίσκονταν στην Συρία και δεν τέθηκε οποιαδήποτε ένδειξη ότι ήταν στη Δημοκρατία έτσι ώστε να συλληφθούν και να προσαχθούν ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Έχει θέσει περαιτέρω η κα Παυλίδου και το θέμα της εξωδικαστηριακής τιμωρίας η οποία ουσιαστικά έχει να κάνει με τα οικονομικά προβλήματα που η οικογένεια του κατηγορούμενου αντιμετωπίζει πλέον εφόσον ήταν αυτός που εργαζόταν και τους συντηρούσε. Η εξωδικαστηριακή τιμωρία είναι στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη ως μετριαστικός παράγοντας κατά την επιβολή της ποινής(βλ. Sentencing in Cyprus 2nd ed. G.M.Pikis, σελ.64). Το στοιχείο όμως της εξωδικαστηριακής τιμωρίας ως παράγοντας μετριασμού της ποινής εγείρεται στις περιπτώσεις όπου αυτή καθ΄ αυτή η διάπραξη ενός αδικήματος επιφέρει άνευ ετέρου στον δράστη άμεσες και σοβαρές ζημιογόνες συνέπειες (βλ. Πετρίδης ν. Αστυνομίας (2016) 2Α ΑΑΔ 44). Στην παρούσα περίπτωση τα οποιαδήποτε οικονομικά προβλήματα ως έχει αναφέρει η συνήγορος υπεράσπισης δημιουργήθηκαν στην οικογένεια του, δεν είναι στοιχείο το οποίο μπορεί να προσμετρήσει ως μετριαστικός παράγοντας στα πλαίσια της εξωδικαστηριακής τιμωρίας. Οι συνέπειες θα πρέπει να αφορούν το πρόσωπο του ίδιου του παραβάτη.  Δεν πρέπει να διαφεύγει ότι ήταν επιλογή του κατηγορούμενου να εγκαταλείψει την χώρα του και να έρθεις την Κύπρο.

 

Έχει θέσει περαιτέρω η υπεράσπιση ως μετριαστικό παράγοντα ότι όλοι οι επιβαίνοντες που ήταν «μόλις» 32 άτομα έφθασαν σώοι και αβλαβείς. Αν και δεν υπάρχει σχετική κατηγορία που να αφορά τις συνθήκες της βάρκας και του ταξιδιού εν τούτοις το «εγχείρημα που ανέλαβε», ως το έθεσε η κα Παυλίδου, είναι ευτύχημα που δεν υπήρξε δυσάρεστο γεγονός δεδομένου ότι μία βάρκα μήκους 9 μέτρων με 32 επιβάτες ξεκίνησε από την Ταρτούς της Συρίας για να έρθει στην Κύπρο. Θεωρούμε ότι ήταν ένα εγχείρημα που ο κατηγορούμενος δεν έπρεπε να αναλάβει. Δεν είναι στοιχείο που μπορεί να προσμετρήσει προς όφελος του.

 

Σε σχέση προς την ποινολογική μεταχείριση κατηγορούμενων σε παρόμοιας φύσης υποθέσεις και προβαίνοντας πάντοτε στις ανάλογες και επιβαλλόμενες αναπροσαρμογές στη βάση τού τι ισχύει εδώ ως ζήτημα γεγονότων και έχοντας συγχρόνως κατά νουν πως «Προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής. Δεν έχουν, όμως, το δεσμευτικό χαρακτήρα, που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου. Και τούτο, γιατί η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που την συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη.» (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 1), παραθέτουμε ως καθοδηγητικές και ενδεικτικές  και τις ακόλουθες αποφάσεις τα γεγονότα των οποίων θα πρέπει να πούμε ήταν ιδιαίτερα επιβαρυντικά για τους κατηγορούμενους αλλά από το νομικό υπόβαθρο τους προνοείται υψηλότερη ποινή από την παρούσα περίπτωση.

 

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Khan (ανωτέρω) επιβλήθηκε πρωτοδίκως, κατόπιν παραδοχής, ποινή φυλάκισης 18 μηνών για τα αδικήματα της υποβοήθησης παράνομης παραμονής αλλοδαπού στη Δημοκρατία κατά παράβαση του άρθρου 19Α(2) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, το οποίο προνοεί ως μέγιστη ποινή φυλάκισης τα 15 έτη. Η ποινή αυξήθηκε κατ’ έφεση στα 3 έτη με το Εφετείο να θέτει ότι στην ποινή θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται η δράση βάσει οργανωμένου σχεδίου σε δύο περιπτώσεις η υποβοήθηση πέντε αλλοδαπών να παραμείνουν παράνομα στη Δημοκρατία έναντι οικονομικού κέρδους.

 

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ali Terzelaki,  Ποινική Έφεση Αρ. 7/2023, ημερομηνίας 4/6/24 επιβλήθηκε πρωτοδίκως, κατόπιν παραδοχής, ποινή φυλάκιση 2 ½ ετών για το αδίκημα της εισόδου στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας απαγορευμένου μετανάστη κατά παράβαση των άρθρων 2, 6(1)(α)(στ)(ι) - (μ), (2) και 19(2) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105. Το Εφετείο αύξησε την ποινή από 2 ½ σε 4 έτη.

 

Συνεκτιμώντας όλα όσα έχουμε αναφέρει και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων, αλλά και τους μετριαστικούς παράγοντες τους οποίους έχει θέσει η πλευρά της υπεράσπισης, κρίνουμε ότι η ενδεικνυόμενη ποινή είναι αυτή της φυλάκισης και επιβάλλεται στον κατηγορούμενο στην κατηγορία 2 ποινή φυλάκισης 3 ετών.

Ο χρόνος κατά τον οποίο ο κατηγορούμενος τελεί υπό κράτηση, δηλαδή από 5/1/2024, να συνυπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 117(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.

 

Τα έξοδα που ανέρχονται σε €270 να καταβληθούν από την Δημοκρατία.

 

 

 

 

(Υπ.) ………………………..

Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.

 

(Υπ.) ………………………..

Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.

 

(Υπ.) ………………………..

Α. Θωμά-Θεοδοσίου, Προσ. Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο