
ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ: Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Υπόθεση Αρ.: 19203/2022
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
1. ΟΡ
2. ΚΚ
3. ΘΚ
4. ΑΛ
5. ΡΝ
6. ΑΚ
Κατηγορουμένων
Ημερομηνία: 28 Νοεμβρίου 2024
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: Ο κ. Ν. Κέκκος.
Για τους Κατηγορούμενους 2 και 3: Ο κ. Δ. Νικολετόπουλος.
Κατηγορούμενοι 2 και 3 παρόντες.
Π Ο Ι Ν Η
(Δοθείσα Αυθημερόν)
Οι κατηγορούμενοι 2 και 3 έχουν κριθεί ένοχοι μετά από ακροαματική διαδικασία σε αριθμό κατηγοριών και συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος 2 στις κατηγορίες 1, 4, 5, 6, 7, 9, 10, 11, 12, 13 και 15 και ο κατηγορούμενος 3 στις κατηγορίες 17 και 18.
Οι κατηγορίες 1 και 17 αφορούν το αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και οι κατηγορίες 4 και 18 στο αδίκημα της απειλής. Οι υπόλοιπες κατηγορίες που αφορούν τον κατηγορούμενο 2 αφορούν αδικήματα απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις.
Τα γεγονότα που συνθέτουν τη διάπραξη των αδικημάτων αναφέρονται στην αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου η οποία δόθηκε στις 04/11/24 και δεν θεωρούμε σκόπιμο να τα επαναλάβουμε. Καταγράφονται στην απόφασή μας και είναι τα ευρήματα ως αυτά έχουμε καταλήξει μετά την ακρόαση της υπόθεσης. Τα παραθέτουμε πιο κάτω:
«Ο ΟΡ , ΜΚ2, ήταν διευθυντής και υπάλληλος της εταιρείας ΛΙ Λτδ η οποία ασχολείτο με το εμπόριο φθαρτών. Κατά το έτος 2018 η εταιρεία αντιμετώπιζε πρόβλημα ρευστότητας και ο ΜΚ2 αποφάσισε και έμβασε σε διάφορες ημερομηνίες διάφορα ποσά που συμποσούνταν στις €29.860 για να τη βοηθήσει. Το ποσό αυτό ήταν μέρος του ποσού που είχε λάβει από το γάμο του και είχε δημιουργήσει μερίδα σε λογαριασμό στο λογισμικό της εταιρείας με την ένδειξη «ΟΡ ΔΑΝΕΙΚΑ». Το ποσό αυτό του επιστράφηκε και είχε λάβει πέραν αυτού και το ποσό των €1.998 που ήταν πέρα από αυτό που είχε εμβάσει στην εταιρεία για αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών της. Η εταιρεία ΔΔ Φθαρτέμποροι Λτδ όφειλε προς τη ΛΙ Λτδ ως μέρος των μεταξύ τους συναλλαγών ποσό περί τοις €100.000. Η εταιρεία διά μέσω του ΜΚ9 προσέγγισε κάποιο πρόσωπο για να προβεί σε είσπραξη του οφειλόμενου προς την εταιρεία ποσού των €100.000. Ο διευθυντής της οφειλέτριας εταιρείας ΔΔ ΜΚ5 προέβηκε σε καταγγελίες στην Αστυνομία για δύο απειλητικά τηλεφωνήματα που δέχθηκε και με τα οποία απαιτούσαν την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού με αποτέλεσμα η προσπάθεια αυτή να τερματιστεί. Ο ΜΚ2 αποφάσισε να προβεί σε δικές του ενέργειες για να επιτύχει την είσπραξη του χρέους που οφειλόταν από την εταιρεία του ΜΚ5 προς την ΛΙ Λτδ. Εξασφάλισε από τρίτο πρόσωπο τον αριθμό τηλεφώνου του κατηγορούμενου 2 και με τον οποίο επικοινώνησε. Διευθετήθηκε ραντεβού σε καφετέρια στη Δρομολαξιά. Ο ΜΚ2 του ανέφερε την περίπτωση και ο κατηγορούμενος 2 ζήτησε το ποσό των €15.000 για να προβεί σε έρευνα σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία του ΜΚ5. Ο ΜΚ5 ζήτησε κάποιο χρόνο για να μαζέψει τα λεφτά και σε μεταγενέστερη και πάλι συνάντηση τους του παρέδωσε τα χρήματα τα οποία προήλθαν από το λογαριασμό της εταιρείας. Για το σκοπό αυτό δημιουργήθηκε μερίδα και πάλι στο λογισμικό της εταιρείας με την ένδειξη «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΥΣ». Ο ΜΚ2 για το χρονικό διάστημα μεταξύ Ιουλίου του 2020 και Ιουλίου του 2022 έλαβε από την εταιρεία, μετά από έλεγχο του ΜΚ7, είτε με επιταγές που είχαν δικαιούχο τον ίδιο είτε με μετρητά που εξασφάλιζε από πελάτες της εταιρείας το συνολικό ποσό των €511.890 ποσό το οποίο παρέδωσε στον κατηγορούμενο 2 με τον οποίο είχε συναντήσεις. Είχε, μεταξύ άλλων, συνάντηση μαζί του στην παρουσία του ΜΚ9 σε γραφείο παρά τα φώτα Ακρόπολης στη Λάρνακα όπου του παρέδωσε το ποσό των €5.000. Συναντήσεις με τον κατηγορούμενο 2 που παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 3 έγιναν στις 5/7/2022, 6/7/2022, 7/7/2022 και 8/7/2022 στην καφετέρια Mikel στη λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα. Σε μία εξ αυτών παρευρέθηκε και η ΜΚ3. Συνάντηση υπήρξε στην παρουσία και πάλι της ΜΚ3 αλλά και του κατηγορούμενου 3 σε εστιατόριο στην Αθηένου. Ο ΜΚ10 πώλησε το όχημα μάρκας Porsche Panamera με αριθμούς εγγραφής [ ] για το ποσό των €40.000 στον κατηγορούμενο 3. Η μεταβίβαση έλαβε χώρα στην Αρχή Αδειών στη Λεμεσό όπου παρών ήταν και ο κατηγορούμενος 2. Εκεί μέτρησε τις €40.000 και ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση. Ο κατηγορούμενος 2 παρουσιάστηκε από τον κατηγορούμενο 3 στον ΜΚ10 ως ο αδελφότεκνος του. Ο κατηγορούμενος 2 είναι άγνωστος φορολογούμενος στο τμήμα φορολογίας και δεν έχει υποβάλει οποτεδήποτε φορολογικές δηλώσεις. Κατά τα έτη 2020-2022 ήταν άνεργος και έχει ασφαλιστικές αποδοχές μόνο για το έτος 2008 για το ποσό των €3,125 και για το έτος 2009 για €2,784. Από τον Νοέμβριο του 2015 μέχρι τον Νοέμβριο του 2016 είναι λήπτης του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για το ποσό των €848,38 μηνιαίως και από τον Δεκέμβριο του 2016 μέχρι τον Ιούλιο του 2022 για το ποσό των €1.231,38 μηνιαίως. Λαμβάνει επίσης ως επίδομα ενοικίου περί τα €400 μηνιαίως. Ο κατηγορούμενος 3 υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος μόνο μέχρι το έτος 2006. Κατά τα έτη 2020 με 2022 ήταν άνεργος ενώ είχε ασφαλιστικές αποδοχές μέχρι το 2006. Από τον Μάρτη του 2017 μέχρι και τον Ιούλιο του 2022 είναι λήπτης του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για ποσό €480 μηνιαίως. Είναι κάτοχος κατοικίας στο χωριό Ξυλοτύμπου με εκτιμώμενη αξία της την 1.1.2021 στις €55.900. Η ΑΛ κατά τα έτη 2020 – 2022 ήταν άνεργη. Από το 1998 μέχρι το 2017 δεν έχει ασφαλιστικές απολαβές ενώ το 2018 έχει ασφαλιστικές απολαβές μόνο €546. Λαμβάνει επίδομα τέκνου για €437,64 μηνιαίως και επίδομα μονογονεϊκής οικογένειας για τρία εξαρτώμενα τέκνα το ποσό των €664,35. Άγνωστες στο τμήμα φορολογίας είναι και οι ΡΝ και ΑΚ και δεν έχουν υποβάλει οποτεδήποτε φορολογικές δηλώσεις. Η ΡΝ το έτος 2020 εργαζόταν με συνολικές ασφαλιστικές αποδοχές ύψους €8.609 και τα έτη 2021 και 2022 ήταν άνεργη. Είχε λάβει για το έτος 2021 €8.230 για επίδομα ανεργίας και επίδομα μητρότητας. Η ΑΚ εργάστηκε τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2020 με ασφαλιστικές αποδοχές το ποσό των €2.000 και κατά τα έτη 2021 και 2022 ήταν άνεργη. Το 2020 είχε λάβει ως επίδομα ανεργίας το ποσό των €5.070. Τα πιο πάνω πρόσωπα δεν διατηρούν και διατηρούσαν στο παρελθόν οποιοδήποτε τραπεζικό λογαριασμό στα τραπεζικά ιδρύματα Eurobank, RCB, Alpha Bank, CDB Bank, Ancoria Bank και Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Κύπρου. Διατηρούν όμως τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελληνική Τράπεζα με τα διαθέσιμα υπόλοιπα να είναι μηδαμινά ή και μηδενικά. Στην Τράπεζα Κύπρου διατηρούσε λογαριασμό ο κατηγορούμενος 2 ο οποίος έκλεισε το 2016. Λογαριασμό διατηρεί και ο κατηγορούμενος 3 αλλά και η ΑΚ.»
Έχει τεθεί τέλος από πλευράς κατηγορούσας αρχής ότι οι κατηγορούμενοι δεν βαρύνονται με προηγούμενες καταδίκες.
Ο συνήγορος υπεράσπισης αγορεύοντας για σκοπούς μετριασμού της ποινής υιοθέτησε το περιεχόμενο των εκθέσεων του Γραφείου Ευημερίας όπου αναφέρονται οι προσωπικές, οικογενειακές και άλλες περιστάσεις των κατηγορουμένων.
Ο κατηγορούμενος 2 είναι ηλικίας 36 ετών είναι έγγαμος και πατέρας δύο ανήλικων παιδιών ηλικίας 3 και 15 ετών. Διαμένει με την οικογένειά του σε ενοικιαζόμενη κατοικία 2 υπνοδωματίων με καταβαλλόμενο ενοίκιο €420 μηνιαίως. Είναι το πρώτο από τα 8 παιδιά της οικογένειας και φοίτησε μέχρι την πρώτη τάξη του γυμνασίου. Στη συνέχεια εργαζόταν σε διάφορα επαγγέλματα για να στηρίξει την οικογένειά του. Δεν υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά, ως προστάτης της οικογένειας. Το 2010 τέλεσε γάμο με τη σύζυγό του και απέκτησαν τα δύο παιδιά. Η σύζυγός του είναι γυναίκα Πολωνικής καταγωγής με τους γονείς της να έχουν αποβιώσει και έτσι να μην έχουν κάποιο συγγενικό υποστηρικτικό περιβάλλον. Αναφέρθηκε κατά τη συνέντευξη του κατηγορουμένου 2, ότι παρουσιάζει προβλήματα υγείας και έχει υποβληθεί σε διάφορες επεμβάσεις.
Ο κατηγορούμενος 3, ως και πάλι καταγράφεται στην έκθεση του γραφείου ευημερίας, είναι ηλικίας 56 ετών, διαζευγμένος πατέρας δύο ενήλικων παιδιών ηλικίας 34 και 35 ετών. Διαμένει μόνος του σε προσφυγική οικία στη Λάρνακα την οποία του παρέχει ο Έπαρχος Λάρνακας έναντι ενοικίου. Προέρχεται από εξαμελή οικογένεια και κατάγεται από την Αμμόχωστο. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο μέχρι την ολοκλήρωση. Υπηρέτησε για 6 μήνες στην Εθνική Φρουρά και έλαβε απαλλαγής λόγω ψυχικής υγείας που αντιμετώπιζε. Από τον γάμο του απέκτησε 2 παιδιά. Παρουσιάζει προβλήματα υγείας συγκεκριμένα παρακολουθείται από ψυχίατρο λόγω κατάθλιψης και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, παρουσιάζει προβλήματα υγείας λόγω της νόσου κρόχ.
Ο συνήγορος υπεράσπισης αγορεύοντας περαιτέρω για σκοπούς μετριασμού της ποινής εξέφρασε αρχικά τη διαφωνία του ως προς το αποτέλεσμα της απόφασης του Δικαστηρίου θέτοντας ότι η αγόρευση επί της ποινής γίνεται υπό το φως της απόφασης μας και των ευρημάτων μας στα οποία έχουμε καταλήξει. Έθεσε στη συνέχεια ο κύριος Νικολετόπουλος το ζήτημα της ισότητας ως προς τη μεταχείριση προς το πρόσωπο που ουσιαστικά έκλεβε από την εταιρεία, δεν προσάχθηκε ενώπιον Δικαστηρίου. Θα πούμε εδώ ότι η πλευρά της υπεράσπισης προέβηκε σε μια ανάλυση όσον αφορά το αδίκημα της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, το οποίο αδίκημα έχει κριθεί από το Δικαστήριο στη βάση της μαρτυρίας η οποία έχει προσαχθεί. Ως εκ τούτου δεν θα υπεισέλθουμε σε οποιαδήποτε επιπρόσθετη ανάλυση ή και εξέταση διαφωνίας που εδράζεται επί αυτού. Τα αφορούντα το εν λόγω αδίκημα περιλαμβάνονται στην αιτιολογημένη απόφαση μας. Δεν είναι δυνατόν να γίνουμε εφετείο του ίδιου μας του εαυτού. Είναι ζητήματα τα οποία η πλευρά της υπεράσπισης μπορεί να προχωρήσει με το κατάλληλο ένδικο μέσο για προσβολή τους. Θέτει περαιτέρω η πλευρά της υπεράσπισης ότι το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να επιβάλει ποινή στη βάση του άρθρου 78 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155 στη βάση και πάλι ότι ο ΟΡ ως δέκτης των ψευδών παραστάσεων προχωρούσε στο να κλέψει για να τα δώσει στον κατηγορούμενο 2, με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου και ότι είναι κάτι που δεν αποτελεί απόσπαση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις. Θέτοντας περαιτέρω διευκρινίσεις όσον αφορά τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις των κατηγορουμένων κληθήκαμε να λάβουμε υπόψη μας ότι και οι δύο κατηγορούμενοι είναι λευκού ποινικού μητρώου, ότι ο κατηγορούμενος 2 είναι λήπτης Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, το οποίο έχει τερματιστεί από τον Ιούλιο του 2022 λόγω της ύπαρξης της παρούσης υπόθεσης. Αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας και από νεαρή ηλικία εισάγεται κατά καιρούς στο νοσοκομείο αφού πάσχει από τη νόσο του Crohn, παρουσιάζει στένωση εντέρου και συνεχείς φλεγμονές εντέρου. Η κατάσταση της υγείας του απαιτεί ειδική διατροφή και από το 2015 συνιστάται στον ίδιο να αποφεύγει μέρη όπου υπάρχει πολυκοσμία για τον κίνδυνο μετάδοσης μικροβίων λόγω της σοβαρότητας της πάθησης. Έχει υποστεί εντεροκτομή και από το 2014 υποφέρει από συχνές υποτροπές και έχει κατ’ επανάληψη μεταφερθεί στο εξωτερικό σε εξειδικευμένο κέντρο για θεραπεία. Είναι ο μοναδικός προστάτης των ανήλικων τέκνων του. Η σύζυγος του κατάγεται από άλλη χώρα, είναι μόνη στην Κύπρο και δεν εργάζεται λόγω του μικρότερου εκ των δύο τέκνων τα οποία έχουν αποκτήσει. Σε σχέση με τον κατηγορούμενο 3, τέθηκε ότι πάσχει και αυτός από ελκώδη κολίτιδα η οποία είναι συγγενής προς τη νόσο του Crohn. Παρουσιάζει συχνές αιμορραγίες και αιμορραγικές κενώσεις με υφέσεις και εξάρσεις του τελικού τμήματος του ορθού γεγονός που τον κατατάσσει στα ψυχολογικά και σωματικά ράκη. Πάσχει από κατάθλιψη και παρακολουθείται από ψυχίατρο και είναι και αυτός λήπτης του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Η μοίρα του επιφύλαξε ένα τραγικό συμβάν που είναι ο θάνατος της δεκαεπτάχρονης εγγονής του ως θύμα αυτοκινητιστικού δυστυχήματος προ ολίγων ημερών. Ήταν τέλος η εισήγηση του συνηγόρου υπεράσπισης ότι το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να επιβάλει ποινή στερητικής της ελευθερίας αλλά σε περίπτωση που προσανατολίζεται προς τον σκοπό αυτόν να αναστείλει τέτοιαν ποινή την οποία δυνατόν επιβάλει.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αδικήματα στα οποία έχουν βρεθεί ένοχοι οι κατηγορούμενοι είναι σοβαρά Έχει κατ' επανάληψη τονισθεί ότι η σοβαρότητα ενός αδικήματος αντικατοπτρίζεται από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπει ο Νόμος (βλ. Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632, Βραχίμη ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 727, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Evans (2005) 2 ΑΑΔ 639). Στην περίπτωση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη βάση του Νόμου 188(Ι)/2007, η προβλεπόμενη ποινή είναι αυτή της φυλάκισης των 14 χρονών ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €500.000. Στη δε περίπτωση της απόστασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις η προβλεπόμενη ποινή είναι αυτή της φυλάκισης 5 χρόνων και για το αδίκημα της απειλής αυτή της φυλάκισης των τριών χρόνων.
Θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι αδικήματα κατά παράβαση του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου 188(Ι)/2007 παρουσιάζονται με ιδιαίτερη συχνότητα και αντλούμε γνώση από τον πολύ μεγάλο αριθμό υποθέσεων που καταχωρούνται ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λάρνακας (βλ. Sydenham v. Αστυνομίας (2005)2 ΑΑΔ 210, Αστυνομία ν. Βακανά, Ποινική Έφεση Αρ. 173/2020, ημερομηνίας 20/5/2021), ECLI:CY:AD:2021:B200. Ως εκ τούτου οι ποινές οι οποίες επιβάλλονται θα πρέπει να περιέχουν και το στοιχείο της αποτροπής.
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κουρουζίδη κ.ά. Ποιν. Έφεση Αρ. 19/20, ημερ. 20/7/2022 αναφέρθηκαν τα εξής:
«Όσον δε αφορά το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες πράξεις, το Κακουργιοδικείο, αφού επεσήμανε ότι οι προβλεπόμενες κατ' ανώτατο όριο ποινές ανέρχονται σε ποινή φυλάκισης 14 ετών ή ποινή προστίμου €500.000, ορθά καθοδηγήθηκε από το ακόλουθο απόσπασμα της υπόθεσης Θεοφάνους v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 298/2018, ημερ. 27.6.2018:
«Το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως το ίδιο αυτοπροσδιορίζεται, συνίσταται στη χρήση/απόλαυση από τον αδικοπραγήσαντα των καρπών της παρανομίας του. Ό,τι έχει σημασία, για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής, είναι το είδος και το ύψος των καρπών της παρανομίας που απόλαυσε ο αδικοπραγήσας ως αποτέλεσμα της παράνομης δραστηριότητάς του. Είναι αυτή την απόλαυση που έχει στο επίκεντρό του το υπό αναφορά αυτοτελές αδίκημα (Δέστε: Μαληκκίδης (ανωτέρω), Βασιλείου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 12/2015 ημερ. 4.7.2017, ECLI:CY:AD:2017:B241, ECLI:CY:AD:2017:B241 και Λεμονάρη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 212/2017 ημερ. 17.4.2019, ECLI:CY:AD:2019:B150, ECLI:CY:AD:2019:B150), και αυτό για πρόληψη ή πάταξη της παρανομίας με την πρόβλεψη αυστηρών ποινών αναφορικά με την απόλαυση των καρπών της. Το Κακουργιοδικείο, ορθά επεσήμανε, πως τα αδικήματα που διέπραξε ο εφεσείων έχουν σε έντονο βαθμό το στοιχείο της απάτης και περαιτέρω ότι η διάπραξή τους ήταν προϊόν οργάνωσης και προσχεδιασμού με τη συμμετοχή και άλλων προσώπων - τα οποία ως ιθύνων νους δεν κατονόμασε.»
Είναι σαφές λοιπόν από το πιο πάνω απόσπασμα ότι υπάρχει αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών για πάταξη αυτών των παράνομων συμπεριφορών και που έχουν σχέση με το οικονομικό έγκλημα, λόγω και της αυξητικής τάσης που ως έχουμε προαναφέρει παρουσιάζουν.
Όσον αφορά δε το αδίκημα της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις στη Φίλιππος Τάσου Δρουσιώτης v. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 505 αναφέρθηκαν τα εξής:
«Η σοβαρότητα των αδικημάτων είναι δεδομένη, όπως δε πολύ εύστοχα σημειώνεται και από το πρωτόδικο δικαστήριο αυτή κατοπτρίζεται από το ύψος της ποινής που ο νομοθέτης έχει προνοήσει. Ιδιαίτερα, για το αδίκημα της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, που αποτελεί και το πλέον σοβαρό από τα αδικήματα στα οποία ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, ο νομοθέτης προέβλεψε ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε ετών.
Έχει κατ' επανάληψη τονιστεί, η σοβαρότητα τέτοιων αδικημάτων, καθότι αυτά ενέχουν, σε έντονο βαθμό, το στοιχείο της απάτης, διότι υπονομεύουν τις συναλλαγές μεταξύ πολιτών, στοιχείο που επιβάλλει την επιβολή ποινών αποτρεπτικού χαρακτήρα. Η σοβαρότητα βέβαια του αδικήματος δεν εξουδετερώνει, όπως ορθά και το πρωτόδικο δικαστήριο σημειώνει, την αναγκαιότητα εξατομίκευσης της ποινής. Όμως, σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν επιτρέπεται στο βωμό της εξατομίκευσης να θυσιάζεται ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής. (Βλ. Ιωάννου άλλως Μουσικός ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ.286).
Στην υπό κρίση περίπτωση, ο εφεσείων δεν δίστασε με κίνητρο του αποκλειστικά την ιδιοτέλεια, να προβεί στις συγκεκριμένες εγκληματικές ενέργειες με στόχο την επίτευξη ευτελούς σκοπού· να κυκλοφορεί δηλαδή με πολυτελές αυτοκίνητο, ανεξάρτητα των συνεπειών των ενεργειών του για την οικογένεια του, μη διστάζοντας μάλιστα να εμπλέξει στην όλη διαδικασία και τον γιο του, ο οποίος παρά την ανεργία που τον μαστίζει, βρέθηκε εκτεθειμένος για ένα ποσό της τάξης των €.23.000,00, ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο, το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί ή να υποτιμηθεί».
Στην παρούσα περίπτωση τα γεγονότα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικά για τους κατηγορούμενους και ιδιαίτερα για τον κατηγορούμενο 2. Προβάλλοντας τον εαυτό του ως «μάστρο της νύχτας» και για σκοπούς είσπραξης €100.000 που τρίτο πρόσωπο όφειλε στην εταιρεία ΛΙ απέσπασε από τον ΟΡ το ποσό των €511.890, ποσό το οποίο ο τελευταίος έκλεβε από την εν λόγω εταιρεία. Παρουσίαζε διάφορες ψευδείς δικαιολογίες σε κάθε περίπτωση, ως αυτές περιγράφονται στις κατηγορίες, τέθηκαν από τον ΜΚ2 και αποτελούν και ευρήματα του Δικαστηρίου, πετυχαίνοντας την παράδοση σε αυτόν χρηματικών ποσών τα οποία βέβαια οικειοποιήθηκε. Όταν μάλιστα κατάλαβε ότι τα πράγματα δεν θα συνέχιζαν όπως ήθελε, αφού έγινε αντιληπτή η κλοπή από μέρους του ΟΡ από το συμβούλιο της εταιρείας και θα γινόταν καταγγελία, δεν δίστασε να εκτοξεύσει και απειλές εναντίον του. Αυτό δείχνει άτομο που χωρίς δισταγμό, όχι μόνο χρησιμοποιούσε κάθε μέσο και ψεύδη για να αποσπάσει χρήματα αλλά και όταν τα πλαίσια στένεψαν απείλησε για να εκφοβίσει έτσι ώστε να αποφύγει τυχόν καταγγελία και ποινική δίωξη εναντίον του. Από δικής του πλευράς ο κατηγορούμενος 3 συνόδευε τον κατηγορούμενο 1 ως φύλακας και για την προστασία του δεν δίστασε ούτε και αυτός να εκστομίσει απειλές. Χρησιμοποιήθηκε δε ως μέσο και βοήθησε στην απόκρυψη της παράνομης προέλευσης του ποσού των €40.000 για την αγορά του οχήματος Porsche γνωρίζοντας ότι το εν λόγω ποσό ήταν έσοδο από παράνομες δραστηριότητες. Τα πιο πάνω, καταδεικνύουν με τον πιο σαφή τρόπο τόσο προσχεδιασμό όσο και οργάνωση στο σχέδιο απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και νομιμοποίηση τους, εγκληματική δράση που διήρκησε για σχεδόν 2 χρόνια. Τέτοιου είδους συμπεριφορές δεν μπορούν να γίνουν ανεχτές.
Παρά τα πιο πάνω όμως το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής δεν μειώνεται αλλά ούτε και ατονεί αφού οφείλει να προσεγγίζει την κάθε περίπτωση στη βάση των δικών της γεγονότων και τον κάθε κατηγορούμενο, ανάλογα με τις προσωπικές και άλλες περιστάσεις του (βλ. Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 478). Από την άλλη όμως η διεργασία εξατομίκευσης δεν σημαίνει ότι θα πρέπει ταυτόχρονα να υπερακοντίζει και το άλλο Δικαστικό καθήκον για την επιβολή της αρμόζουσας για τον συγκεκριμένο παραβάτη ποινής.
Προς όφελος των κατηγορουμένων λαμβάνουμε υπόψη μας το λευκό ποινικό μητρώο τους, τις προσωπικές και οικογενειακές τους περιστάσεις και το ότι ειδικότερα για τον κατηγορούμενο 2 ότι είναι πατέρας δύο ανήλικων παιδιών. Τα προβλήματα υγείας τα οποία αντιμετωπίζουν και τα οποία καταγράφονται στα ιατρικά πιστοποιητικά που ο συνήγορος υπεράσπισης έθεσε ενώπιον μας. Θα πρέπει όμως εδώ να επισημάνουμε ότι σε σχέση με το ζήτημα των προβλημάτων υγείας σημειώνουμε ότι κατά κανόνα τα όποια προβλήματα υγείας αντιμετωπίζει ένας κατηγορούμενος δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγο για την αποφυγή επιβολής ποινής φυλάκισης, όταν ο Νόμος και οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος καθιστούν επιτακτική τέτοια ποινή. Θεμελιακή επί του προκειμένου είναι η υπόθεση Attorney General v. Mavrokefalos (1966) 2 CLR 93. Στην υπόθεση Ανδρέας Σοφοκλέους ν. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 144, έγινε δεκτό πως, εάν λόγω κάποιας σωματικής ανικανότητας ή ασθένειας η φυλάκιση θα προκαλέσει σε ένα αδικοπραγούντα ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού αυτό επενεργεί σαν ελαφρυντικός παράγοντας. Όμως, για να αποφευχθεί η ποινή φυλάκισης, απαιτείται η προσκόμιση ιατρικής ή άλλης μαρτυρίας που να βεβαιώνει πως η κατάσταση της υγείας του κατηγορουμένου θα επιδεινωθεί λόγω της φυλάκισης ή ότι τα προβλήματα υγείας δεν μπορούν να τύχουν διαχείρισης με τις κατάλληλες οδηγίες από τις κεντρικές φυλακές. Ενδεικτικά παραπέμπουμε στις υποθέσεις Σοφοκλέους (ανωτέρω), El Kara Amira Mohammad ν. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ 239, Μίλτος Απόστολου ν. Αστυνομίας Ποιν. Έφεση Αρ. 153/17, ημερ. 27/9/2017, ECLI:CY:AD:2017:D321 και Παπαεπιφανίου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 16/2021, ημερ. 19/10/2021.
Τα πιο πάνω συνάδουν με την πάγια νομολογία του ΕΔΑΔ που αναγνωρίζει ότι η στέρηση της ελευθερίας του ατόμου συνοδεύεται αναπόφευκτα από το στοιχείο του πόνου και ενέχει το στοιχείο του εξευτελισμού. Ζήτημα, όμως, παραβίασης του δικαιώματος που κατοχυρώνει το άρθρο 3 της Σύμβασης μπορεί να τεθεί στις περιπτώσεις όπου ο πόνος και η ταλαιπωρία, που προκύπτει από κάποια ασθένεια, σωματική ή ψυχική, επιδεινώνεται ή υφίσταται κίνδυνος να επιδεινωθεί από τις συνθήκες κράτησης. Σχετικά παραπέμπουμε στην υπόθεση Rooman v. Belgium ( G.C.) προσφυγή 18052/11, ημερομηνίας 31/1/2019, παρ.142-144. Σύμφωνα δε και πάλι με τη νομολογία του ΕΔΑΔ, κρίσιμο είναι το κατά πόσο το περιβάλλον της φυλακής είναι ακατάλληλο σε σχέση με την κατάσταση ατόμου το οποίο πάσχει από σωματική ή πνευματική ασθένεια και εάν η δοκιμασία της κρατήσεως, αυτή καθαυτή, αποδεικνύεται ιδιαιτέρως επίπονη λόγω της αδυναμίας του ατόμου να υποστεί ένα τέτοιο μέτρο. Σχετικά παραπέμπουμε στις υποθέσεις Mouisel v. France, Προσφυγή 67263/01, ημερομηνίας 14/11/2002, παρ. 40, Rivière v. France, Προσφυγή 33834/03, ημερομηνίας 11/7/2006 παρ. 64 και Kotsaftis v. Greece, Προσφυγή 39780/06, ημερομηνίας 12/6/2008, παρ.50, Κώστα ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση Αρ.205/20 ημερομ. 22/12/2021.
Στην παρούσα περίπτωση δεν έχουμε αυτό το στοιχείο ενώπιον μας ακόμα και τα ιατρικά πιστοποιητικά τα οποία έχουν τεθεί τα οποιαδήποτε προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν οι δύο κατηγορούμενοι μπορούν να τύχουν αντιμετώπισης με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Συνεπώς δεν είναι η περίπτωση η παρούσα που το Δικαστήριο θα παρεκκλίνει της επιβολής ποινής φυλάκισης στη βάση ακριβώς των προβλημάτων υγείας τα οποία οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν. Ως τέθηκε και στην Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας (2016) 2 ΑΑΔ 1186, τα προβλήματα υγείας των κρατουμένων μπορούν να αντιμετωπιστούν από το σωφρονιστικό ίδρυμα όπου παρέχεται τέτοια δυνατότητα (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφεση 67/24 ημερ. 26/4/2024).
Έχει θέσει περαιτέρω ο κύριος Νικολετόπουλος και το θέμα της μη επιβολής ποινής στη βάση του άρθρου 78 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155.
Σύμφωνα με το Σύγγραμμα του Γεώργιου Πική, Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, σελίδα 225:
«Ο κατηγορούμενος μπορεί καθ΄ οιονδήποτε χρόνο πριν την επιβολή ποινής, ασχέτως εάν έχει παραδεχθεί ενοχή, να προκαταλάβει την έκδοση απόφασης από το δικαστήριο για τον λόγο ότι η κατηγορία εναντίον του, περιλαμβανομένης και οποιασδήποτε μεταβολής την οποία το δικαστήριο είναι πρόθυμο και έχει εξουσία να επιφέρει, δεν αποκαλύπτει οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα το οποίο το δικαστήριο έχει εξουσία να εκδικάσει.»
Είναι ξεκάθαρο το απόσπασμα αυτό από το εν λόγω Σύγγραμμα ότι μιλά για κατηγορία, στην παρούσα περίπτωση το Δικαστήριο έχει εκδικάσει την υπόθεση, έχουν παρελάσει μάρτυρες κατηγορίας και έχει καταλήξει σε ευρήματα και σε ενοχή των κατηγορουμένων. Συνεπώς το Δικαστήριο καλείται να επιβάλει και θα επιβάλει ποινή στη βάση των δεδομένων της υπόθεσης και των μετριαστικών παραγόντων οι οποίοι έχουν τεθεί από πλευράς υπεράσπισης. Η εισήγηση ότι από τη στιγμή που η περιουσία δεν ήταν στα χέρια του ΜΚ2 όταν δεχόταν τις ψευδείς παραστάσεις και άρα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή ποινής αφού δεν υπήρξε απόσπαση, έρχεται σε αντίθεση με την απόφαση του Δικαστηρίου και δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
Προβάλλεται επίσης από πλευράς υπεράσπισης και το θέμα της ανισότητας μεταχείρισης των κατηγορουμένων. Η εισήγηση αυτή έχει σαν βάση της το ότι το άτομο το οποίο έκλεβε από την εταιρεία και αφορούσε το ποσό των €511.890 αν και προσάχθηκε αρχικά ως κατηγορούμενος εν τούτοις σε κατοπινό στάδιο η ποινική δίωξη εναντίον του διακόπηκε και κλήθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας. Δεν θα αναφερθούμε στους λόγους οι οποίοι έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και για ποιον λόγο το εν λόγω πρόσωπο δεν παρέμεινε ως κατηγορούμενος. Αρχικά να πούμε ότι η ίδια η εταιρεία δεν επιθυμούσε τη δίωξη του με τον ΜΚ2 να έρχεται σε συμφωνία με την εταιρεία για αποζημίωση της. σε κάθε περίπτωση η πρακτική αυτή η οποία είναι νομολογημένο ακολουθείται από τις διωκτικές αρχές, δεν περιέχει οτιδήποτε το μεμπτό ως προς αυτήν την πρακτική, δηλαδή άτομο το οποίο ενδεχομένως να ενέχεται στη διάπραξη αδικημάτων να μην προχωρεί η δίωξη εναντίον του και να κλητεύεται ως μάρτυρας κατηγορίας, ως έγινε και στην περίπτωση αυτή. Συνεπώς και έχοντας κατά νου και τις αρχές που έχουν τεθεί στη Γενικός Εισαγγελέας v. Σατανά (1996) 2 ΑΑΔ 257 η κρίση μας είναι ότι δεν τίθεται εδώ ζήτημα άνισης μεταχείρισης των κατηγορουμένων. Ούτε και καλούμαστε να προβούμε σε εικασίες ως προς τους λόγους που δεν προωθήθηκε η υπόθεση εναντίον του ΜΚ2 (βλ. Νικήτα ν. Δημοκρατίας (20120 2 ΑΑΔ 156).
Σε σχέση προς την ποινολογική μεταχείριση κατηγορούμενων σε παρόμοιας φύσης υποθέσεις και προβαίνοντας πάντοτε στις ανάλογες και επιβαλλόμενες αναπροσαρμογές στη βάση τού τι ισχύει εδώ ως ζήτημα γεγονότων και έχοντας συγχρόνως κατά νουν πως «Προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής. Δεν έχουν, όμως, το δεσμευτικό χαρακτήρα, που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου. Και τούτο, γιατί η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που την συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη.» (βλ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 1), παραθέτουμε ως καθοδηγητικές και ενδεικτικές και τις ακόλουθες αποφάσεις.
Στην υπόθεση Έλενα Κουμίδου ν. Αστυνομίας (2011) 2 ΑΑΔ 209, που αφορούσε αδικήματα της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστών εγγράφων επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 9 μηνών, θεωρήθηκε ορθή κατ’ έφεση ως προς το ύψος της.
Στην υπόθεση Χαραλάμπους v. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 816 το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε ποινή φυλάκισης 3 ετών σε κατηγορίες για απόσπαση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις με τον κατηγορούμενο να είχε δηλώσει παραδοχή και βαρυνόταν και με προηγούμενες καταδίκες .
Στην υπόθεση Mαληκκίδης ν. Δημοκρατίας (2016) 2 ΑΑΔ 1186, η ποινή των 6 ετών που επιβλήθηκε Πρωτόδικα για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες επικυρώθηκε κατ’ έφεση. Ο εφεσείοντας είχε νομιμοποιήσει ποσό ύψους €498.000.
Στην υπόθεση Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 298/2018 ημερ. 27/6/2019 ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος μετά από παραδοχή του σε αδικήματα συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, εξασφάλισης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κλοπή, πλαστογραφία επιταγής και κυκλοφορία πλαστού εγγράφου. Ο εφεσείοντας είχε καταφέρει από τις αρχές του 2015–2018 να ξεγελάσει την παραπονούμενη με αποτέλεσμα να της αποσπάσει το ποσό των €571.145. Το Κακουργιοδικείο του επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με τη ψηλότερη αν είναι αυτή των 6 χρόνων στην κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Είχε επιβάλει επίσης ποινή φυλάκισης 4 χρόνων για το αδίκημα της πλαστογραφίας επιταγής. Κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι η ποινή των 6 χρόνων δεν ήταν υπό τις περιστάσεις υπερβολική.
Στην υπόθεση Αστυνομία ν. Βακανά Ποιν. Έφεση Αρ. 173/2020 ημερ. 20/5/2021, ECLI:CY:AD:2021:B200, ο εφεσίβλητος αντιμετώπιζε 14 κατηγορίες για αδικήματα πλαστοπροσωπίας, πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού πληρεξούσιου εγγράφου, εξασφάλιση αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, δόλιες συναλλαγές και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Το συνολικό ποσό που απέσπασε ήταν €383.304,49. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2 ετών για όλες τις κατηγορίες και στη συνέχεια ανέστειλε την εκτέλεση τους. Το Ανώτατο Δικαστήριο παραμέρισε τις πρωτοδίκως επιβληθείσες ποινές και επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με την ψηλότερη να είναι αυτή των 4 χρόνων τονίζοντας ότι δόθηκε υπέρμετρη σημασία στις προσωπικές του περιστάσεις, αλλά και τη μειωμένη αξία της παραδοχής του ενόψει της καταπελτικής μαρτυρίας που υπήρχε εναντίον του όπως αυτή παρουσιάστηκε στην ακρόαση μέχρι που ο εφεσίβλητος να αλλάξει απάντηση στις κατηγορίες και αφού είχε υποβάλει σε έντονη και μειωτική αντεξέταση τον παραπονούμενο.
Στην παρουσία περίπτωση έχουμε αναφέρει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και τα όσα έχει θέσει η πλευρά της υπεράσπισης για σκοπούς μετριασμού της ποινής. Θα πρέπει να πούμε ότι σε σχέση με τους κατηγορούμενους 2 και 3 θα πρέπει να υπάρξει διαφοροποίηση ως προς το ύψος της ποινής σε σχέση με το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη βάση του ποσού, το οποίο ο κάθε ένας έχει κριθεί ένοχος αλλά και του βαθμού συμμετοχής του στην διάπραξη των αδικημάτων. Ο κατηγορούμενος 2 ήταν το ηγετικό πρόσωπο στην όλη εξαπάτηση και απόσπαση των χρημάτων.
Ως εκ τούτου και συνεκτιμώντας όλα όσα θέσαμε, επιβάλλουμε στους Κατηγορουμένους τις ακόλουθες ποινές.
Στον κατηγορούμενο 2:
Στην κατηγορία 1 ποινή φυλάκισης 7 χρόνων.
Στην κατηγορία 4 ποινή φυλάκισης 9 μηνών.
Στην κατηγορία 5 ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Στην κατηγορία 6 ποινή φυλάκισης 12 μηνών.
Στην κατηγορία 7 ποινή φυλάκισης 12 μηνών.
Στην κατηγορία 9 ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Στην κατηγορία 10 ποινή φυλάκισης 2 χρόνων.
Στην κατηγορία 11 ποινή φυλάκισης 2½ χρόνων.
Στην κατηγορία 12 ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Στην κατηγορία 13 ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Στην κατηγορία 15 ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Οι ποινές να συντρέχουν.
Στον κατηγορούμενο 3:
Στην κατηγορία 17 ποινή φυλάκισης 2 ½ χρόνων.
Στην κατηγορία 18 ποινή φυλάκισης 9 μηνών.
Οι ποινές να συντρέχουν.
Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε κατά πόσο θα εκδώσουμε διάταγμα αναστολής της ποινής φυλάκισης σε σχέση μόνο με τον κατηγορούμενο 3, βέβαια αφού η ποινή που του επιβλήθηκε είναι κάτω των τριών ετών.
Στην υπόθεση Αριστοδήμου ν. Αστυνομίας Ποιν. Έφεση Αρ.121/17 ημερ. 21/9/2017, ECLI:CY:AD:2017:D311, τέθηκαν τα εξής σε σχέση με τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου σε περίπτωση εξέτασης ζητήματος αναστολής εκτέλεσης επιβληθείσας ποινής:
«Ειδικά σε σχέση με τον έλεγχο του τρόπου άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αναστολή ποινής φυλάκισης, σε συνάρτηση με την κείμενη νομοθεσία, εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και του δράστη με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Όπως αναφέρθηκε στην Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 930, αυτό συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σ’ όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρώ ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.»
Έχουμε αναφερθεί στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου 3 και στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων κάτι που λήφθηκαν επίσης υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής και που επηρέασαν το ύψος της κρίσης, όμως έχοντας κατά νου τις νομολογιακές αρχές και τη σοβαρότητα των αδικημάτων είναι ότι ούτε οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου 3 είναι τέτοιες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν το Δικαστήριο στην έκδοση διατάγματος αναστολής της εκτελεστής της ποινής φυλάκισης. Ως εκ τούτου οι ποινές φυλάκισης για τον Κατηγορούμενο 3 θα είναι άμεσες.
Ο χρόνος που οι κατηγορούμενοι παρέμειναν υπό κράτηση, δηλαδή από τις 4/11/2024, να συνυπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 117(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155.
(Υπ.) ………………………..
Λ. Μουγής, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Χριστοδούλου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) ………………………..
Μ. Λ. Λοΐζου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο